o dromos ths autoeksarthshs

April 28, 2017 | Author: Mpoumpou Mauro | Category: N/A
Share Embed Donate


Short Description

mpoukai xorxe...

Description

ο δρόμος της αυτοεξάρτησης

Τίτλος πρωτοτύπου;

ΕΙ camitio de la autodependencia

Εκτύπωση: Πάνος Γκόνης Βιβλιοδεσία: Θ. Ηλιόπουλος - Π. Ροδόπουλος © 2000, Jorge Bucay © de la primera edicion: 2000, Editorial Sudamericana, S. A. y Editorial del Nuevo Extremo, S.A.

Εκδόσεις opera Κωλέττη 23A, 106 77 Αθήνα Τηλ. (210) 330 45 46 - Fax: (210) 330 36 34 e-mail: [email protected] www.operabooks.gr

ISBN: 978-960-8397-29-3

ΧΟΡΧΕ Μ π ο υ κ α ϊ

ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΑΥΤΟΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΦΥΛΛΑ ΠΟΡΕΙΑΣ I

Μετάφραση Κωνσταντίνα Επισκοποπούλου

Εκδόσεις opera Αθήνα 2009

Στην οικογένεια μον, την Τσέλα, τον Ελίας και τον Κάτσο, γιατί χάρη σ ’ αυτούς υπάρχω.

Ε ισ α γ ω γ ή

Υπάρχει σίγουρα μια πορεία που μπορεί, με πολλούς τρόπους, να είναι προσωπική και μοναδική. Υπάρχει, πιθανόν, μια πορεία, σίγουρα και με πολλούς τρόπους, ίδια για όλους.

Υπάρχει μια πορεία σίγουρη και κατά κάποιον τρόπο εφικτή.

Ο ΤΡΟΠΟΣ ΕΙΝΑΙ Ν’ ΑΝΑΚΑΑΥΨΕΙΣ την πορεία και ν’ αρ­ χίσεις να βαδίζεις προς τα εκεί. Είναι πιθανό να ξεκινήσεις μόνος, αλλά θα εκπλαγείς όταν συναντήσεις, αργότερα στο δρόμο, όλους εκείνους που σίγουρα πορεύονται προς την ίδια κατεύθυνση. Η τελευταία αυτή διαδρομή είναι μοναχική, προσωπική και καθοριστική. Ωστόσο, μην ξεχνάς ότι είναι η γέφυρα που μας ενώνει με τους άλλους, το μοναδικό σημείο επαφής που μας συνδέει αναπόδραστα με τον κόσμο έτσι όπως είναι. Όποιο όνομα κι αν δώσουμε στον τελικό προορισμό: ευ­ τυχία, αυτοπραγμάτωση, άνοδος, διαφωτισμός, συνειδητοποίηση, ειρήνη, επιτυχία, κορυφή, ή, απλώς τέλος... το ίδιο κάνει. Όλοι ξέρουμε πως η πρόκληση για μας είναι μόνο να φτάσουμε ώς εκεί. Θα υπάρξουν κάποιοι που έχασαν το δρόμο και καταδι­ κάστηκαν να φτάσουν αργά. Αλλοι, θα βρουν το πιο σύντομο μονοπάτι και θα γίνουν οι έμπειροι οδηγοί των υπολοίπων.

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑ! Κάποιοι από τους οδηγούς αυτούς, μου δίδαξαν πως υπάρχουν πολλοί δρόμοι για να φτάσει κανείς, αμέτρητες προσεγγίσεις, χιλιάδες τρόποι, δεκάδες μονοπάτια που μας οδηγούν στη σωστή κατεύθυνση. Ασφαλώς, υπάρχουν κάποιοι δρόμοι που αποτελούν μέ­ ρος κάθε πορείας που χαράξαμε. Δρόμοι που δε γίνεται να αποφύγουμε. Δρόμοι που πρέπει να διαβεί κανείς αν θέλει να συνεχί­ σει. Δρόμοι για τους οποίους θα μάθουμε τα απολύτως απα­ ραίτητα, ώστε να φτάσουμε στο τελευταίο κομμάτι της δια­ δρομής. Κατά τη γνώμη μου, αυτοί οι αναπόφευκτοι δρόμοι είναι τέσσερις: 1. Ο δρόμος της ανακάλυψης του εαυτού μας και της οριστικής αποδοχής της ευθύνης για την ίδια μας τη ζωή, που εγώ ονομάζω: Ο δρόμος της Αυτοεξάρτη­ σης. 2. Ο δρόμος της ανακάλυψης του άλλου, του έρωτα και του σεξ, που εγώ τον λέω: Ο δρόμος της Συνάντη­ σης. 3. Ο δρόμος της απώλειας και του πένθους, που τον ονομάζω: Ο δρόμος των Δακρύων. 4. Και τέλος, ο δρόμος της ολοκλήρωσης και της ανα­ ζήτησης του νοήματος, που τον ονομάζω: Ο δρόμος της Ευτυχίας. Στο ταξίδι μου μέχρις ϊδώ, έζηοα μελετώντας τις σημειώσεις που άφησαν άλλοι για τα ταξίδια τους και πέρασα αρκετό χρόνο αχϊΛιάζοντας τους Λικούς μου χάρτίς. Οι χάρτκς μου γι' αυτούς τους τίοσκρις δρόμους αποτέ10

ΕΙΣΑΓΩΓΗ λεσαν αυτά τα χρόνια τα δικά μου φύλλα πορείας, και με βοή­ θησαν να ξαναβρώ το δρόμο μου κάθε φορά που χανόμουν. Αυτά τα «Φύλλα Πορείας», λοιπόν, μπορεί να φανούν χρήσιμα σε όσους —όπως εγώ— χάνονται συχνά στον δρό­ μο, και ακόμη σε όσους στάθηκαν άξιοι να βρουν τα μονοπά­ τια. Οπωσδήποτε, όμως, ο χάρτης δεν είναι ο ίδιος ο τόηος και θα πρέπει να προχωράμε διορθώνοντας το δρομολόγιο κάθε φορά που η δική μας εμπειρία διαπιστώνει κάποιο λάθος του χαρτογράφου. Μόνον έτσι θα φτάσουμε στην κορυφή. Είθε να συναντηθούμε εκεί. Θα σημαίνει πως θα έχετε φτάσει. Θα σημαίνει πως κι εγώ θα τα έχω καταφέρει...

Χ .Μ .

11

Η ΑΛΛΗΓΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΜΑΞΑΣ

ΕΝΑ ΠΡΩΙΝΟ ΤΟΥ ΟΚΤΩΒΡΗ, ακούω στο τηλέφωνο μια γνώ­ ριμη φωνή να μου λέει: «Βγες έξω στο δρόμο, υπάρχει ένα δώρο για σένα». Καταχαρούμενος, βγαίνω έξω και βλέπω το δώρο μου. Μια πανέμορφη άμαξα μπροστά στην πόρτα μου, από λουστραρισμένο ξύλο καρυδιάς, με μπρούντζινα χερούλια και φα­ νάρια από λευκή πορσελάνη. Όλα εξαιρετικής ποιότητας, πολύ κομψά, πολύ «chic». Ανοίγω την πορτούλα και μπαίνω στην άμαξα. Το μεγάλο ημικυκλικό κάθισμα με επένδυση από μπορ­ ντό βελούδο και τα κουρτινάκια από λευκή δαντέλα, δίνουν στην καμπίνα μια νότα βασιλικής μεγαλοπρέπειας. Έχω την αίσθηση —αντιλαμβάνομαι α π ’ αυτά που βλέπω —, ότι σχεδι­ άστηκε αποκλειστικά για μένα. Έχει υπολογιστεί η απόσταση για τα πόδια, το μέγεθος τον καθίσματος, το ύψος της οροφής... Όλα είναι π άρα πολύ άνετα κι έχει χώρο μόνο για μέν,α. Από τα π αράθυρα βλέπω «το τοπίο»: δεξιά το σπίτι μου, αριστερά το σπίτι του γείτονά μου... Μουρμουρίζω: «Απίθανο δώρο! Αχ, τι ωραία!...» και κάθομαι λίγο να απολαύσω αυτήν την ωραία αίσθηση. Στο λεπτό, αρχίζω να βαριέμαι. Η θέα από το παράθυρο είναι πάντα η ίδια. Αναρωτιέμαι: «Πόσον καιρό μπορεί κανείς να βλέπει τα ίδια πράγματα;» Και καταλήγω ότι το δώρο που μου έκαναν είναι τελείως άχρηστο. Ενώ εκφράζω το παράπονό μου μεγαλοφώνως, περνάει ο γείτονάς μου και μου λέει, σαν να διαβάζει τη σκέψη μου: «Δε νομίζεις ότι κάτι λείπει α π ’ αυτήν την άμαξα;» 13

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ

Με απορία (τι να λείπει άραγε;) κοιτάζω τα χαλιά και την ταπετσαρία. «Λείπουν τα άλογα» μου λέει πριν προλάβω να τον ρω ­ τήσω. Γι αυτό βλέπω όλο τα ίδια — σκέφτομαι —, γι’ αυτό νιώθω να βαριέμαι... «Καλά λες» απαντάω. Οπότε, πάω στο στάβλο του σταθμού, ζεύω στην άμαξα δύο άλογα κι ανεβαίνω πάλι επάνω. Από μέσα, φωνάζω: «Ίααα!» Και ξεκινάμε... Η θέα τώρα είναι υπέροχη' καταπληκτική' το τοπίο που αλλάζει είναι μια διαρκής έκπληξη. Ωστόσο, σε λίγο νιώθω την άμαξα να τραντάζεται και βλέ­ πω ένα ράγισμα στο πλάι. Φταίνε τα άλογα, που με πάνε από κακοτράχαλους δρό­ μους. Πέφτουν σε λακκούβες, σκαρφαλώνουν ανηφοριές, με οδηγούν σε γειτονιές περίεργες κι επικίνδυνες. Αντιλαμβάνομαι ότι εγώ δεν έχω κανέναν έλεγχο. Τα άλο­ γα με πάνε όπου θέλουν. Στην αρχή ήταν ωραία, τώρα όμως αισθάνομαι ότι το πράγμα έχει γίνει πολύ επικίνδυνο. Αρχίζω να φοβάμαι, αλλά ούτε αυτό μου προσφέρει κάτι. Εκείνη τη στιγμή, περνάει από δίπλα μου ο γείτονας με το αυτοκίνητό του. Του βάζω τις φωνές: «Ανάθεμά σε! Τι μου ’κάνες!» Κι εκείνος μου φωνάζει: «Χρειάζεσαι αμαξά!» «Άαα!» κάνω εγώ. Με μεγάλη δυσκολία, με τη βοήθεια του γείτονα, συγκρατώ τα άλογα και αποφασίζω να προσλάβω αμαξά. Λίγες μέρες μετά, αναλαμβάνει καθήκοντα. Ένας άνθρωπος πολύ τυπικός. 14

Η ΑΛΛΗΓΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΜΑΞΑΣ

προσεκτικός, με σοβαρή όψη, που φαίνεται να ξέρει καλά τη δουλειά του. Τώρα, μάλιστα. Είμαι έτοιμος να απολαύσω πραγματικά το δώρο μου. Ανεβαίνω στην άμαξα, τακτοποιούμαι στην καμπίνα, β γά­ ζω το κεφάλι και λέω στον αμ αξά πού θέλω να πάω. Αυτός οδηγεί, αυτός ελέγχει την κατάσταση, αυτός απ ο­ φασίζει για τη σωστή ταχύτητα και επιλέγει την καλύτερη δια­ δρομή. Εγώ... Εγώ, απλώς, απολαμβάνω το ταξίδι. Αυτή η μικρή αλληγορία θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την ολιστική αντίληψη για τον άνθρωπο. Όταν ήρθαμε στον κόσμο, βγήκαμε από το «σπίτι» μας και βρήκαμε μπροστά μας ένα δώρο; το σώμα μας. Μια άμαξα που σχεδιάστηκε ειδικά για τον καθένα από μας. Ένα όχημα ικανό να προσαρμόζεται στις αλλαγές που φέρνει ο χρόνος, αλλά και να παραμένει απαράλλαχτο σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού. Λίγο μετά τη γέννηση, το σώμα μας κατέγραψε μια επι­ θυμία, μια ανάγκη, μια ενστικτώδη απαίτηση, και κινήθηκε. Η άμαξα αυτή —το σώμα—, δεν θα είχε καμία χρησιμότητα χωρίς άλογα. Τα άλογα είναι οι επιθυμίες, οι ανάγκες, οι ενορμήσεις και τα συναισθήματα. Για ένα διάστημα, όλα πάνε καλά. Κάποια στιγμή, όμως, συνειδητοποιούμε πως οι επιθυμίες αυτές μας οδηγούν σε δρόμους κάπως τολμηρούς — και καμιά φορά επικίνδυνους. Χρειάζεται, λοιπόν, να βάλουμε φρένο στις επιθυμίες μας. Τότε εμφανίζεται ο ρόλος του αμαξά: το μυαλό, η διάνοιά μας, η ικανότητά μας για λογική σκέψη. Ο αμαξάς θα διαχειριστεί όσο καλύτερα γίνεται το πέρασμά μας από αυτή τη ζωή. Πρέπει να ξέρουμε ότι ο καθένας από μας είναι, τουλά­ 15

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ χιστον, οι τρεις αυτές προσωπικότητες που συνεργάζονται... Εσύ είσαι, αναγνώστη, η άμαξα, εσύ τα άλογα κι ο αμα­ ξάς σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής, που είναι η ίδια σου η ζωή. Εσύ θα φροντίσεις να υπάρχει αρμονία ανάμεσα σ’ αυτά τα τρία μέρη και να μην παραμελήσεις κανέναν από αυτούς τους τρεις πρωταγωνιστές. Μην αφήσεις το κορμί σου να το παρασύρουν μόνο οι ορμές, τα συναισθήματα ή τα πάθη σου. Θα είναι φοβερά επι­ κίνδυνο και μπορεί να αποβεί εις βάρος σου. Μ ’ άλλα λόγια, χρειάζεσαι το μυαλό για να βάλεις κάποια τάξη στη ζωή σου. Ο αμαξάς χρειάζεται για να καθορίζει τον δρόμο, την πο­ ρεία. Τα άλογα είναι, όμως, αυτά που πραγματικά οδηγούν την άμαξα. Μην επιτρέψεις στον αμαξά να τα παραμελεί. Έχουν ανάγκη από τροφή και προστασία, γιατί... τι θα έκανες χωρίς άλογα; Τι θα ήσουν αν είχες μόνο σώμα και μυαλό; Πώς θα ήταν η ζωή σου αν δεν είχες καμία επιθυμία; Θα ζούσες όπως αυτοί που περνάνε από τον κόσμο χωρίς να έχουν επα­ φή με τα συναισθήματά τους, αφήνοντας μόνο το μυαλό τους να οδηγεί την άμαξα. Φυσικά, ούτε την άμαξα μπορείς να παραμελήσεις, γιατί πρέπει να κρατήσει για όλο το ταξίδι. Αυτό σημαίνει ότι πρέ­ πει να την επισκευάζεις, να τη φροντίζεις, να τη λουστράρεις, να κάνεις δηλαδή ό,τι απαιτείται για τη συντήρησή της. Αν δεν την προσέχει κανείς, η άμαξα χαλάει, κι άμα χαλάσει η άμαξα, τελειώνει το ταξίδι. Όταν λοιπόν είμαι σε θέση να τα ενσωματώσω όλα αυτά, όταν ξέρω ότι είμαι το σώμα μου, ο πονοκέφαλος και η πείνα μου, το κέφι, οι επιθυμίες και τα ένστικτά μου... ότι είμαι ακό­ μη οι στοχασμοί, ο νους που σκέφτεται και οι εμπειρίες μου... τότε είμαι έτοιμος να πορευτώ, με τα κατάλληλα εφόδια, τον δρόμο που σήμερα επιλέγω για μένα. 16

1 ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

Λ Ε Ε Ι Ο Α Μ Λ Ε Τ Λ ΙΜ Α Κ ΙΝ Τ Α Ν Α :'

Όλα εξαρτώνταί από το φως, αηό τον τρόπο ηον φωτίζονται τα πράγματα.. Όλα εξαρτώνταί από το σχήμα, τα περιγράμματα, τις παρεμβολές και τις αμφιβολίες. Όλα εξαρτώνταί ακόμη από τον χρόνο που μας σημαδεύει κι α π ’ τα κενά που αφήνουν οι ειδήσεις. Το αληθινό πρόβλημα είναι να διαλέξεις αν θα κυνηγάς τις σκιές ή θα δεχτείς να είσαι ο κυνηγημένος. Ένα περίεργο «to be or not to be» σ ’ αυτό το μάλλον ναι σ ’ αυτό το μάλλον όχι. Να βγεις από τις σκιές ή να κάνεις τις σκιές καθεστώς. Και στην τελευταία φάση της αβύσσου. 1. Π οιη τική Α ν θ ολ ογ ία, Εκδ. Edaf. (Σ.τ.Σ.) — H am let Lima Quintana, (1923-2002). Αργεντινός ποιητής, μουσικός και τραγουδιστής. (Σ.τ.Μ.)

17

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ

αφού ελευθερώσεις τους άλλους, όλους εκείνους που είναι οι άλλοι, να θυμάσαι, χωρίς πίεση, πως ένας είναι ο φυλακισμένος. Κι από κει και πέρα... να απελευθερωθείς. Προκειμένου να κατανοήσουμε τι είναι η εξάρτηση, θα άξιζε τον κόπο να το σκεφτούμε κατά μία έννοια ως ελεύθεροι, και κατά πολλές έννοιες ως φυλακισμένοι. Γι’ αυτό το «μάλλον ναι και μάλλον όχι» που επικαλείται ο ποιητής, ας ξεκινήσου­ με με το ερώτημα: Τι νόημα και τι σημασία δίνει ο καθένας μας στο γεγονός ότι εξαρτάται ή όχι από τους άλλους; Επανέρχομαι στο σημείο όπου άφησα μιαν ιδέα, για την οποία επινόησα μια καινούργια λέξη: Αυτοεξάρτηση. Άραγε, δεν υπήρχαν ήδη αρκετές λέξεις με την ίδια ρίζα; Εξάρτηση Συν-εξάρτηση Αλληλ-εξάρτηση Αν-εξαρτησία Έλειπε ακόμη μία; Έτσι νομίζω. Η λέξη dependiente (εξαρτημένος) παράγεται από το

pendiente (κρεμάμενος), που δηλώνει κατά λέξη αυτόν που κρέμεται (εκ-κρεμής), αυτόν που είναι κρεμασμένος από ψηλά, χωρίς να στηρίζεται σε κάποια βάση· που είναι στον αέρα. Εκκρεμής σημαίνει επίσης ημιτελής, ελλιπής, που δεν έχει λήξει. Στο αρσενικό γένος (elpendiente) προσδιορίζει ένα 18

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ κόσμημα, ένα πετράδι που κρέμεται σαν στολίδι. Στο θηλυκό γένος (Ια pendiente), δηλώνει μια τάση, έναν κατήφορο ενδε­ χομένως απότομο κι επικίνδυνο. Με όλες αυτές τις σημασίες και τα παράγωγα, δικαιολο­ γημένα η λέξη εξάρτηση φέρνει στο μυαλό μας τέτοιες εικό­ νες, κι αυτές ακριβώς χρησιμοποιούμε για να δώσουμε τον ορισμό της: Εξαρτημένος είναι αυτός που κρέμεται από κάποιον άλλο, που ζει σαν να είναι κρεμασμένος στον αέρα, χωρίς να στηρίζεται πουθενά, σαν να είναι ένα στολίδι για εκείνον που το φοράει. Είναι εκείνος που έχει πάρει τον κατήφορο, μονίμως ατελής, αιωνίως χωρίς λύση.

Ήταν κάποιος μια φορά, που νηέφερε από έναν παράλογο φόβο: φοβόταν μήπως χαθεί μέσα στους άλλους. Όλα άρχι­ σαν μια νύχτα σ ’ ένα χορό μεταμφιεσμένων, όταν ήταν πολύ νέος. Κάποιος έβγαλε μια φωτογραφία όπου φαίνονταν στη σειρά όλοι οι προσκεκλημένοι. Όμως, όταν ο πρωταγωνιστής της ιστορίας είδε τη φωτογραφία, δεν μπόρεσε να αναγνωρίσει τον εαυτό του. Είχε ντυθεί πειρατής, μ’ έναν επίδεσμο στο μάτι και μαντίλι στο κεφάλι, όμως, κι άλλοι πολλοί είχαν μεταμ­ φιεστεί με τον ίδιο τρόπο. Είχε βάλει στα μάγουλά του έντονο κοκκινάδι και λίγο φούμο για μουστάκι, αλλά μ ασκαράδες με μουστάκια και στρουμπουλά μάγουλα βαμμένα με κοκκινάδι υπήρχαν αρκετοί. Είχε διασκεδάσει πολύ σ ’ εκείνον τον χορό, όμως, όλοι στη φωτογραφία φαίνονταν να διασκεδάζουν πολύ. Τότε θυμήθηκε ότι τη στιγμή της φωτογραφίας ήταν αγκαλιά με μια ξανθιά, οπότε προσπάθησε να εντοπίσει τον εαυτό του μ’ αυτό το στοιχείο. Ανώφελο: πάνω από τις μισές γυναίκες ήταν ζανθιές και αρκετές α π ’ αυτές χαμογελούσαν στη φωτογραφία, αγκαζέ με πειρατές. Η εμπειρία τον επηρέασε βαθιά. Εξαιτίας αυτού του γε­ 19

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ

γονότος, επί χρόνια δεν συμμετείχε σε καμία συνάντηση από φόβο μήπως ξαναχαθεί. Ωστόσο, κάποια μέρα σκάφτηκε μια λύση: όπου κι αν πή­ γαινε, από κει και πέρα, θα φορούσε πάντα καφέ ρούχα. Καφέ πουκάμισο, καφέ παντελόνι, καφέ σακάκι, κάλτσες και παπού­ τσια. «Οπότε, αν τραβήξει κάποιος φωτογραφία, θα ξέρω π ά­ ντα ότι αυτός με τα καφέ είμαι εγώ» είπε μέσα του. Με τον καιρό, ο ήρωάς μας βρήκε εκατοντάδες ευκαιρίες για να επιβεβαιώσει το έξυπνο κόλπο του: όταν τύχαινε να β ρε­ θεί μπροστά στους καθρέφτες των μεγάλων καταστημάτων κι έβλεπε τον εαυτό του ανάμεσα σε άλλους που περνούσαν από κοντά του, επαναλάμβανε με σιγουριά: «Εγώ, είμαι αυτός με τα καφέ». Τον επόμενο χειμώνα, κάποιοι φίλοι τού έκαναν δώρο το εισιτήριο για να απολαύσει μια βραδιά σε ένα σπα. Το δέχτηκε ευχαρίστως. Δεν είχε πάει ποτέ σε ένα τέτοιο μέρος, και είχε ακούσει από το στόμα των φίλων του για τα οφέλη του σκωτσέζικου ντους, του φινλανδικού μπάνιου και της αρωματικής σάουνας. Όταν πήγε εκεί, του έδωσαν δύο μεγάλες πετσέτες και τον οδήγησαν σ ’ ένα δωματιάκι για να γδυθεί. Έβγαλε το σακάκι του, το παντελόνι, το πουλόβερ, το πουκάμισο, τα παπούτσια, τις κάλτσες... κι ενώ ετοιμαζόταν να βγάλει το εσώρουχο, πέ­ φτει το βλέμμα του στον καθρέφτη και παγώνει. «Αν βγάλω και το τελευταίο μου ρούχο, θα μείνω γυμνός σαν όλους τους άλλους», σκέφτεται. «Κι αν χαθώ; Πώς θα μπορέσω να με αν α­ γνωρίσω αν δεν βασιστώ στο μόνο στοιχείο που μέχρι τώρα μου έχει φανεί τόσο χρήσιμο;» Για πάνω από ένα τέταρτο της ώρας κάθεται στα αποδυ­ τήρια με το εσώρουχο φορεμένο, αναποφάσιστος, μη ξέροντας αν πρέπει να μείνει ή να φύγει... Τότε σκέφτεται ότι, αν δεν μπορεί να μείνει ντυμένος, θα μπορούσε ίσως να κρατήσει κά­ 20

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

ποιο αναγνωριστικό σημάδι. Με μεγάλη προσοχή, τραβάει μια κλωστή από το πουλόβερ του και τη δένει στο μεγάλο δάχτυλο του δεξιού του ποδιού. «Αυτό θα πρέπει να το θυμάμαι σε περί­ πτωση που χαθώ: αυτός που έχει μια καφέ κλωστή στο δάχτυ­ λο, είμαι εγώ» μονολογεί. Ήρεμος τώρα, με το σημάδι του, αφοσιώνεται στην απ ό­ λαυση του ατμού και του μπάνιου, και καθώς πάει κι έρχεται κολυμπώντας και κάνοντας βουτιές, δεν προσέχει πως η κλω­ στή έχει φύγει από το δάχτυλό του και επιπλέει στο νερό τής πισίνας. Κάποιος άλλος που κολυμπάει εκεί κοντά, βλέπει την κλωστή και λέει στον φίλο του: «Τι σύμπτωση! Αυτό είναι το χρώμα που πάντα ήθελα να περιγράψω στη γυναίκα μου για να μου πλέξει ένα κασκόλ. Θα πάρω την κλωστή και θα ψάξω να βρω μαλλί σ ’ αυτό το χρώμα». Πιάνει την κλωστή που επιπλέει στο νερό, κι επειδή δεν έχει πού να τη φυλάξει, του έρχεται η ιδέα να τη δέσει στο μεγάλο δάχτυλο του δεξιού του ποδιού. Στο μεταξύ, ο πρωταγωνιστής της ιστορία μας έχει δοκι­ μάσει όλα όσα προσφέρει το σπα, και πηγαίνει στα αποδυτήρια να ντυθεί. Μπαίνει με αυτοπεποίθηση, σκουπίζεται, και μόλις τελειώνει βλέπει στον καθρέφτη με τρόμο ότι είναι τελείως γυ­ μνός και δεν έχει την κλωστή στο πόδι. «Χάθηκα» λέει μέσα τον τρέμοντας, και τρέχει έξω να ψάξει παντού για την καφέ κλωστή με την οποία θα αναγνώριζε τον εαυτό του. Μ ετά από λίγα λεπτά προσεκτικής αναζήτησης στον χώρο, βλέπει το πόδι τού άλλου που είχε στο δάχτυλο την καφέ κλωστή. Δειλά δειλά τον πλησιάζει και του λέει: «Με συγχωρείτε, κύριε. Εγώ ξέρω ηοιος είστε εσείς. Μήπως κι εσείς θα μπορούσατε να μου πείτε ποιος είμαι εγώ;» Ακόμη κι αν δεν φτάσουμε στο ακραίο σημείο να εξαρτώμαστε από τους άλλους για να μας πουν ποιοι είμαστε, θα βρε­ θούμε πολύ κοντά, αν αρνηθούμε τα μάτια μας κι αρχίσουμε 21

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ να βλέπουμε μόνο με τα μάτια των άλλων. Εξαρτώμαι σημαί­ νει, κυριολεκτικά, παραδίδομαι οικειοθελώς στον άλλο για να με κάνει ό,τι θέλει, να με πηγαίνει και να με φέρνει, να ρυθ­ μίζει τη συμπεριφορά μου σύμφωνα με τη δική του βούληση κι όχι τη δική μου. Η εξάρτηση είναι για μένα μια κατάσταση πάντοτε αβέβαιη και αρρωστημένη, μια επιλογή που καταλή­ γει αναπόδραστα στην αναπηρία, ακόμη κι αν θεωρείται ότι είναι δικαιολογημένη για πάρα πολλούς λόγους. Τη λέξη imbecil (ηλίθιος, διανοητικά ανάπηρος) την πή­ ραμε από τους Έλληνες {ΐ)π=με, ί;άθΜ/ο=μπαστούνι).' Αυτή τη λέξη χρησιμοποιούσαν για να χαρακτηρίσουν εκείνον που, για να ζήσει, βασιζόταν στους άλλους. Εκείνον που, για να περπατήσει, έπρεπε να στηριχτεί πάνω σε κάποιον. Όταν λέω ανάπηροι, δεν εννοώ άτομα σε κατάσταση προσωρινής αδυναμίας, ασθενείς και τραυματίες, πραγματι­ κούς ανάπηρους, διανοητικά καθυστερημένους, μικρά παιδιά ή ανώριμους νέους. Όλοι αυτοί είναι βέβαιο ότι ζουν εξαρτη­ μένοι από άλλους, κι αυτό δεν είναι κακό ή φοβερό, αφού δεν έχουν την ικανότητα ή τη δυνατότητα να αποφύγουν αυτήν την κατάσταση. Όμως, ορισμένοι υγιείς ενήλικες που συνεχίζουν να επι­ λέγουν τη σχέση εξάρτησης από τους άλλους, θα γίνουν με τον καιρό ανάπηροι, κι αυτό θα είναι μη αναστρέψιμο. Πολ­ λοί απ’ αυτούς εκπαιδεύτηκαν για να γίνουν ανάπηροι, γιατί υπάρχουν γονείς που απελευθερώνουν τα παιδιά τους, κι άλ­ λοι που τα καταντούν ανάπηρα. Υπάρχουν γονείς που καλούν τα παιδιά τους να αναλάβουν την ευθύνη για τη ζωή τους καθώς μεγαλώνουν, κι υπάρχουν κι άλλοι που προτιμούν να είναι πάντοτε εκεί κο­ ντά «για να βοηθάνε...», «σε περίπτωση που...», «γιατί αυτός 1. Αρχ. ελλην. βάκτρον και λατιν. baculum: «ράβδος». (Σ.τ.Μ.)

22

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ (σαράντα δύο χρόνων) είναι τόσο αγαθιάρης» και «στο κάτω κάτω, τι να τα κάνουμε τα λεφτά; Για τα παιδιά μας τα βγά­ λαμε». Οι γονείς αυτοί, όταν κάποια μέρα πεθάνουν, θα έχουν αφήσει πίσω τους παιδιά που θα προσπαθούν να χρησιμο­ ποιήσουν εμάς τους ψυχοθεραπευτές σαν υποκατάστατα του μπαστουνιού που ήταν κάποτε εκείνοι. Δεν μπορώ να δικαιολογήσω την εξάρτηση, γιατί αρνούμαι να δώσω τη συγκατάθεσή μου στην αναπηρία. Σύμφωνα με την ανάλυση που προτείνει ο Φερνάντο Σαβάτερ,' υπάρχουν διάφορες κατηγορίες αναπήρων. Οι διανοητικά ανάπηροι είναι εκείνοι που νομίζουν ότι δεν έχουν αρκετό μυαλό (ή φοβούνται μήπως τους τελειώσει αν το χρησιμοποιήσουν), γι’ αυτό ρωτούν τον άλλο: «Πώς είμαι; Τι να κάνω; Από πού να πάω;» Και όταν πρέπει να πάρουν μια απόφαση, ρωτάνε διάφορους: «Εσείς τι θα κάνατε στη θέση μου;» Πριν προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια, οργανώ­ νουν μια ομάδα συμβούλων που σκέφτονται αντί γι’ αυτούς. Επειδή πραγματικά πιστεύουν ότι δεν μπορούν οι ίδιοι να σκεφτούν, αποθέτουν την ικανότητά τους για σκέψη στους άλλους — πράγμα αρκετά ανησυχητικό. Ο μεγάλος κίνδυ­ νος είναι ότι, καμιά φορά, αυτά τα άτομα τα συγχέουμε με ανθρώπους αληθινά ευαίσθητους και αξιαγάπητους, και μπορεί να καταφέρουν, μέσα από διάφορες συμπτώσεις, να είναι πολύ δημοφιλή. (Ίσως εδώ χρειάζεται μία μόνο προειδοποίη­

ση: Μην τους ψηφίσετε ποτέ.)

1, Η θική για τον Α μ α δό ρ , Εκδ. Ariel. (Σ.τ.Σ.) — Fernando Savater, (γεν. 1947). Ισπανός φιλόσοφος και δοκιμιογράφος, ίίά σημος για τα βιβλία του σχετικά με την ηθική και τα άρθρα του σε ΐφημερίδες. (Σ.τ.Μ.)

23

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Οι συναισθηματικά ανάπηροι είναι εκείνοι που εξαρτώνται διαρκώς από την επιβεβαίωση ότι κάποιος τους θέλει, τους αγαπάει, ότι είναι ωραίοι, ότι είναι καλοί. Συνήθως, πρωταγωνιστούν σε διαλόγους όπως αυτός: «Μ’ αγαπάς;» «Ναι, σ’ αγαπώ...» «Σε πείραξε;» «Ποιο πράγμα;» «Που σε ρώτησα.» «Όχι, γιατί να με πειράξει;» «Καλά... Εξακολουθείς, δηλαδή, να μ’ αγαπάς;» (Είναι για κλοτσιές!) Ο συναισθηματικά ανάπηρος βρίσκεται μονίμως σε αναζήτη­ ση κάποιου που θα του επαναλαμβάνει ότι ποτέ, μα ποτέ, δεν πρόκειται να πάψει να τον αγαπάει. Όλοι επιθυμούμε, φυσι­ κά, να μας αγαπάει αυτός που αγαπάμε, αλλά είναι τελείως διαφορετικό να ζει κανείς για την επιβεβαίωση. Οι άντρες, έχουμε μεγαλύτερη τάση προς τη συναισθη­ ματική αναπηρία απ’ ό,τι οι γυναίκες. Εκείνες, όταν είναι ανά­ πηρες, είναι σε θέματα πρακτικά' όχι συναισθηματικά.' Ας πάρουμε χίλια χωρισμένα ζευγάρια τρεις μήνες μετά το χωρισμό τους κι ας παρατηρήσουμε την εξέλιξή τους. Το 95% των ανδρών είναι ήδη με άλλη γυναίκα, συζούν ή είναι έτοιμοι να συζήσουν. Στη συζήτηση μαζί μας, λένε: «Δεν άντεχα να γυρνάω σπίτι και να βρίσκω τα φώτα σβηστά και να μην υπάρχει κανένας να με περιμένει. Δεν μπορούσα να περνάω τα σαββατοκύριακα μόνος μου».

1. Πρόκειται για τάσεις. Δεν ση μ αίν ει ό τι ό λ ε ς οι γ υ ν α ίκ ες και ό λ ο ι οι άντρες είναι αναγκαστικά ανάπηροι, ούτε ότι η ταξινόμηση αποκλείει την αντίθετη περίπτωση. (Σ.τ.Σ.)

24

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Οι γυναίκες, σε ποσοστό 99%, εξακολουθούν να ζουν μόνες ή με τα παιδιά τους. Μιλάμε μαζί τους και μας λένε: «Αφού αποφάσισα τι έπρεπε να κάνω για να βάλω τα πράγ­ ματα στη θέση τους και να τακτοποιήσω το οικονομικό ζή­ τημα... γιατί να θέλω έναν άντρα στο σπίτι; Για να μου λέει “φέρε μου τις παντόφλες, αγάπη μου;” Να μου λείπει». Οι γυναίκες μπορεί να έχουν βρει, μπορεί και να μην έχουν βρει ακόμη σύντροφο, εύχονται, όμως, νοσταλγούν, θέλουν να βρουν κάποιον και να μοιραστούν μαζί του πράγ­ ματα. Ωστόσο, πολύ δύσκολα θα δεχτούν τον οποιονδήποτε απλώς και μόνο για να μη νιώθουν την απελπισία των «σβη­ στών φώτων». Αυτό, είναι ανδρικό χαρακτηριστικό. Και τέλος... Οι ηθικά ανάπηροι, χωρίς αμφιβολία οι πιο επικίνδυνοι απ’ όλους. Είναι αυτοί που χρειάζονται διαρκώς την επιδοκιμα­ σία των άλλων για να πάρουν μια απόφαση. Ο ηθικά ανάπηρος είναι εκείνος που έχει ανάγκη τον άλλο για να του πει αν ό,τι κάνει είναι καλό ή κακό. Εκείνος που διαρκώς αμφιταλαντεύεται, καθώς αναρωτιέται αν αυτό που θέλει να κάνει ταιριάζει ή δεν ταιριάζει, είναι ή δεν εί­ ναι αυτό που θα έκανε και ο δίπλα ή ο περισσότερος κόσμος. Είναι αυτοί που φτάνουν στην υπερβολή κάνοντας σφυγμο­ μετρήσεις για το αν πρέπει ν’ αλλάξουν αυτοκίνητο, αν τους συμφέρει ν’ αγοράσουν καινούργιο σπίτι, αν είναι η κατάλλη­ λη στιγμή για να κάνουν παιδί. Γίνονται ενοχλητικοί και είναι πολύ δύσκολο να τους αποφύγεις. Μπορείς να δοκιμάσεις να μην απαντήσεις όταν, για παράδειγμα, σε ρωτάνε πώς πρέπει να διπλώνουν το χαρ­ τί υγείας. Νομίζω, πάντως, ότι το καλύτερο που έχει να κάνει κανείς είναι... να φύγει τρέχοντας. Όταν κάποιο από αυτά τα μοντέλα εξάρτησης γίνεται 25

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ οξύτερο και συγκεντρώνεται σ’ ένα μόνο άτομο του περι­ βάλλοντος, το άτομο αυτό φτάνει να πιστεύει ειλικρινά ότι δεν θα μπορούσε να ζήσει χωρίς τον άλλον. Είναι τόσο μεγά­ λη η ανάγκη του, που αρχίζει να εξαρτά κάθε συμπεριφορά από αυτόν τον παθολογικό δεσμό, τον οποίο αισθάνεται ταυ­ τόχρονα σαν σωτηρία και σαν μαρτύριο. Ό,τι κι αν κάνει το εμπνέεται, το κατευθύνει, το αφιερώνει, το δημιουργεί προκειμένου να ευχαριστήσει, να εξοργίσει, να ελκύσει, να επιβραβεύσει ή να τιμωρήσει εκείνον από τον οποίο εξαρτάται. Αυτός ο τύπος αναπήρων, είναι τα άτομα που η σύγχρο­ νη ψυχολογία ονομάζει ΣΥΝεξαρτημένα. «Συνεξαρτημένο» είναι ένα άτομο που υποφέρει από μιαν εξάρτηση όμοια με οποιαδήποτε άλλη, με μόνη διαφορά (στην πραγματικότητα ασήμαντη), ότι το «ναρκωτικό» του είναι μια συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων, ή ένα συγκε­ κριμένο πρόσωπο. Ακριβώς όπως σε οποιοδήποτε άλλο σύνδρομο εξάρτη­ σης, ο συνεξαρτη μένος, ως προσωπικότητα, είναι επιρρεπής στις εξαρτήσεις και μπορεί, ανάλογα με την περίπτωση, να προβεί σε ενέργειες σχεδόν (ή εντελώς) παράλογες για να προμηθευτεί «το ναρκωτικό» του. Και όπως συμβαίνει με τις περισσότερες εξαρτήσεις, αν ξαφνικά το στερηθεί, μπορεί να εμφανίσει στερητικά συμπτώματα, καμιά φορά πολύ έντονα. Η συνεξάρτηση είναι ο υπερθετικός βαθμός της παθολο­ γικής εξάρτησης. Η τρυφερή υπερεκτίμηση κρύβει πίσω της την εξάρτηση, και η εξαρτημένη συμπεριφορά κολλάει πάνω στην προσωπικότητα όπως η ιδέα ότι; «Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα». Το επιχείρημα είναι πάντοτε: «... Μα αν αγαπάω κάποιον, και τον αγαπάω ολόψυχα, δεν είναι βέβαιο ότι δεν θα μπορώ να ζήσω χωρίς αυτόν;» Και η δική μου απάντηση είναι: «Όχι, και βέβαια όχι». 26

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Η αλήθεια είναι ότι μπορώ πάντοτε να ζήσω χωρίς τον ά λλ ο ν πάντοτε, και είναι δύο αυτοί που πρέπει να το ξέρουν: εγώ και ο άλλος. Μου φαίνεται φοβερό κάποιος να σκέφτεται ότι δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτόν, ή να νομίζει ότι, αν εκεί­ νος αποφασίσει να φύγει, εγώ θα πεθάνω... Από την άλλη, με τρομάζει η ιδέα να ζω με κάποιον που με θεωρεί απολύτως απαραίτητο στη ζωή του. Αυτές είναι πάντοτε σκέψεις χειρισμού, που υποδηλώ­ νουν φοβερή απαίτηση. Η αγάπη, αντιθέτως, είναι πάντοτε θετική και υπέροχη· δεν είναι ποτέ αρνητική. Ωστόσο, μπορεί να είναι η δικαιολο­ γία που χρησιμοποιώ για να καταλήξω εξαρτημένος. Γι’ αυτό λέω συχνά ότι ο συνεζαρίΐη^.ί4νος-δ£ν αγαπάει. Χρειάζεται, απαιτεί. ε£αρτάται. αλλά δεν αγαπάει. Καλό θα ήταν να ξεπεράσουμε την εξάρτησή μας από συγκεκριμένα πρόσωπα, να εγκαταλείψουμε αυτές τις συμπεριφορές, και να βοηθήσουμε τον άλλον να ξεπεράσει κι αυτός τη δική του εξάρτηση. Θα μου άρεσε πολύ να μ’ αγαπάνε όσοι αγαπώ. Αν όμως κάποιος δεν μ’ αγαπάει, θα ήθελα να μου το πει και να φύγει (ή να μη μου το πει, αλλά πάλι να φύνει). Γιατί δεν θέλω να είμαι δίπλα σε κάποιον που δεν θέλει να είναι μαζί μοΛ)... Πονάει πολύ. Ωστόσο, αυτό είναι καλύτερο από το να μένεις και να υποκρίνεσαι. Ο Αντόνιο Πόρτσια* λέει στο βιβλίο του Φωνές: «Έηαν)/αν να σε εξαπατούν, όχι να σ’ αγαπάνε, κι εσύ πονάς σαν να έπαψαν να σ ’ αγαπάνε». Προφανώς, όλοι θα θέλαμε να αποφύγουμε τη φοβερή ματαίωση που αισθάνεται κανείς όταν πιστεύει ότι δεν τον 1. Antonio Porchia, (1886-196S). Ιταλός συγγραφέας ενός μοναδικού βιβλίου αφορισμών: Φωνές (στα ελληνικά, από τις εκδόσεις Στιγμή). (Σ.τ.Μ.)

27

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΎΚΑΪ αγαπάνε. Καμιά φορά για να μη φτάσουμε ώς εκεί, γινόμαστε νευρωτικά χειριστικοί. Χειρίζομαι την κατάσταση έτσι ώστε να εξαπατώ τον εαυτό μου, να πιστεύω ότι εξακολουθείς να μ’ αγαπάς, ότι συνεχίζεις να είσαι το στήριγμά μου, το μπα­ στούνι μου. Και αρχίζει ο κατήφορος. Κατεβαίνω σ’ ένα πηγάδι όλο και πιο σκοτεινό, αναζητώντας το φως της «συνάντησης». Το πρώτο σκαλοπάτι, είναι η προσπάθεια να^Γοι^_γΰίω απαραίτητος. Γίνομαι ο εκλεκτός σου προμηθευτής: σου δίνω ό,τι θε­ λήσεις, φροντίζω να σε ικανοποιώ, είμαι στη διάθεσή σου για ό,τι χρειαστείς, προσπαθώ να σε κάνω να με έχεις ανάγκη. Αγωνίζομαι να δημιουργήσω μια σχέση υποτέλειας, αντι­ καθιστώ την επιθυμία μου να μ’ αγαπάς με την επιδίωξη να με χρειάζεσαι. Γιατί, το να με χρειάζεσαι, μοιάζει τόσο πολύ καμιά φορά με το να μ’ αγαπάς... Με φωνάζεις, σου λείπω, μου αναθέτεις τις υποθέσεις σου και φτάνω να πιστέψω ότι μ’ αγαπάς. Ωστόσο, καμιά φορά, παρά τα όσα κάνω για να με έχεις ανάγκη, εσύ δεν δείγνεις να αε χρειάζεσαι. Και τότε, τι κάνω; ^Κατεβαίνω ακόμη ένα σκαλοπάτι. Προσπαθώ να σε κάνω να με λυπηθείς... Γιατί και η λύπησημοΐαζεΤΧίγο ocryjw μ’ αγαπάς... Όπότε._κάνω το θύμα: «Εγώ που σ ’ αγαπάω τόσο πολύ... κι εσύ δεν μ’ αγαπάς...» και πού ξέρεις... Σ’ αυτόν τον δρόμο βαδίζουν οι άνθρωποι πάρα πολύ συ­ χνά. Πράγματι, κατά κάποιον τρόπο, όλοι μας έχουμε παίξει αυτό το παιχνιδάκι. Ίσως όχι με τόση επιμονή ώστε να μας λυ­ πηθούν, αλλά υπάρχει κανείς που δεν έχει πει: «Πώς το έκανες αυτό εσύ σ’ εμένα!» «Δεν το περίμενα αυτό από σένα, είμαι τόσο απογοητευμένος...» «Νιώθω τόσο πληγωμένος...» «Δεν με ενδιαφέρει αν εσύ δεν μ’ αγαπάς... εγώ, πάντως, σ’ αγαπώ». 28

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ Και η κατηφόρα συνεχίζεται... Και αν δεν τα καταφέρω να με λυπηθείς, τι κάνω; Ανέχο­ μαι την αδιαφορία σου;... Ποτέ! Αφού έφτασα ώς εδώ, θα π ρ ο σ π α Αήστα^€. Μερικές φορές παραλείπει κανείς μια φάση... κατεβαίνει δύο σκαλιά μαζί και πετάγεται από την προσπάθεια να γίνει αναγκαίος κατευθείαν στο μίσος, χωρίς κάτι ενδιάμεσο. Γιατί, πραγματικά, αυτό που δεν αντέχει είναι η αδιαφορία. Συμβαίνει όμως να πέσουμε σε ανθρώπους τόσο, μα τόσο κακούς, που... δεν θέλουν ούτε να μας μισήσουν! Ακούς εκεί! Οι παλιάνθρωποι! Φτάνω να θέλω να με μισήσειc και δεν τα καταφέρνω. Οπότε... Βρίσκομαι σχεδόν στον πάτο του πηγαδιού. Και τώρα, τι κάνω; Με δεδομένο ότι εξαρτώμαι από σένα και το βλέμμα σου, κάτι θα υπάρχει για να μη χρειαστεί να υποφέρω την αδιαφο­ ρία σου. Και πολλές φορές κατεβαίνω το τελευταίο σκαλί για να σε κάνω να κρέμεσαι από μένα: Προσπαθώ να σε κάνω να με φοβάσαι. Να φοβάσαι ώc πού μπορώ να φτήηω. τ ι |πτοοεί να κάνω σε σένα ή στον εαυτό μου (φαντασιώνομαι ότι θα νιώθεις ενοχές, ότι θα με πκ-έφτρππι ■ 1. Σ’ αυτόν τον φοβερό, τον απαίσιο δρόμο στον οποίο βαδίζει κατά κά­ ποιον τρόπο όλη η ανθρωπότητα, κινούνται και οι ομάδες βίας στην Α ρ­ γεντινή και σε ολόκληρο τον κόσμο... Τι συμβαίνει μ’ αυτούς; Μ ’ αυτούς συμβαίνει το εξής: δεν κατάφεραν να νιώσουν ότι τους αγαπάνε, κανείς δεν τους χρειάζεται, κανείς δεν τους δίνει σημασία και κανείς δεν τους λυ ­ πάται που υποφέρουν. Αποφάσισαν να προσπαθήσουν ακόμη καί να τους μισήσουν, και κατέληξαν να προκαλούν φόβο. Γιατί ο φόβος που ξέρουν ότι προκαλούν στους άλλους είναι το μοναδικό υποκατάστατο τη ς αγά-

29

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Μπορούμε να φανταστούμε την Γκλεν Κλόουζ να λέει στον Μάικλ Ντάγκλας στο κινηματογραφικό έργο Μ οιραία Έλξη: «Αφού δεν τα κατάφερα να νιώσω πως μ’ αγαπάς και με χρειάζεσαι, αφού αρνήθηκες να νιώσεις για μένα συμπόνια και να με κρατήσεις από οίκτο, αφού δεν κατάφερα ούτε να με μισήσεις, τώρα θα αναγκαστείς, θέλοντας και μη, να προ­ σέξεις την παρουσία μου, γιατί από δω και πέρα θα σε κάνω να με φοβάσαι». Όταν η αναζήτηση του βλέμματός σου γίνεται εξάρτηση, η αγάπη μετατρέπεται σε αγώνα εξουσίας. Μπαίνουμε στον πειρασμό να θέσουμε τον εαυτό μας στην υπηρεσία του άλ­ λου, να εκβιάσουμε τον οίκτο του, να τσακωθούμε μαζί του, και φτάνουμε στο σημείο να τον απειλήσουμε με εγκατάλει'"ψη, με κακομεταχείριση, ή με τη δική μας συντριβή... Θα επανέλθουμε σ’ αυτό το θέμα όταν φτάσουμε στον Δρόμο της συνάντησης, αλλά θεωρώ σημαντικό να μείνει καταγεγραμμένο ότι, χωρίς να υπερτονίζω τη σοβαρότητα αυτού του μηχανισμού, συμβαίνει εδώ ακριβώς ό,τι και στις υπόλοιπες εξαρτήσεις: Η συνεξάρτηση αντιμετωπίζεται και θεραπεύεται, με μο­ ναδική προϋπόθεση την ειλικρινή επιθυμία να ξεπεραστεί η εξάρτηση. Αυτό που προτείνω είναι:

πης που δεν μπόρεσαν να πάρουν. Αυτό το πλαίσιο μπορεί να εφαρμοστεί για την ανάγνωση τω ν βίαιων συμπεριφορών όλου του κόσμου, από τις ομάδες πανκ μέχρι τις τρομοκρατικές οργανώσεις. Τι θέλει ο τρομοκρά­ της; Δεν τον δικαιολογώ, αυτό όμως δεν με εμποδίζει να καταλάβω ότι αυτός είναι ένας τρόπος για να τραβήξει την προσοχή... Και μετά... έχα­ σαν τον δρόμο. Κάποιος τους έκανε να πιστέψουν ότι ο μοναδικός τρόπος για να τους αναγνωρίσουν είναι κερδίζοντας δύναμη, και τώρα πια δεν υπάρχει επιστροφή. Πάντως, η κατηφόρα τους άρχισε από ένα σημείο που συνδέεται παθιασμένα με την αγάπη. (Σ.τ.Σ.)

30

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

Να εγκαταλείψουμε ΚΑΘΕ εξάρτηση

Δεν λέω κάτι πρωτότυπο. Όλοι οι συνάδελφοι, ψυχοθερα­ πευτές και ψυχολόγοι, καθηγητές, γκουρού και φιλόσοφοι, μιλάνε για το ίδιο πράγμα. Το πρόβλημα, όμως, είναι: Να εγκαταλείψουμε την εξάρ­ τηση για να πάμε πού; Οι συνάδελφοι βρήκαν μια λύση; την ΑΛΑΗΛεξάρτηση. Στην αλληλεξάρτηση, εγώ εξαρτώμαι από σένα κι εσύ από μένα. Μια τέτοια λύση είναι τουλάχιστον δυσάρεστη και, ως επί το πλείστον, βασίζεται στην αρχή: «το μη χείρον βέλτιστον» — ένα είδος θεραπείας υποκατάστασης. Δεν μου αρέ­ σει ο τρόπος που «λύνει» το πρόβλημα η αλληλεξάρτηση. Μπορεί να είναι πιο υγιής ή πιο αρρωστημένη ως λύση, σε κάθε περίπτωση, πάντως, αποτελεί ένα βραβείο «της παρη­ γοριάς». Ισοδυναμεί με τη σκέψη ότι, αφού εγώ εξαρτώμαι από σένα όπως εσύ εξαρτάσαι από μένα, δεν υπάρχει πρό­ βλημα, αφού είμαστε μαζί. Λέω πάντα ότι τα ανδρόγυνα χωρίζονται σε δύο μεγά­ λες κατηγορίες: Στην πρώτη, και τα δύο μέλη θέλουν να τους επιλέξουν μια φορά κι αυτό να ισχύει για πάντα. Στη δεύτε­ ρη, είμαστε όσοι μας αρέσει να μας επιλέγουν κάθε μέρα, να έχουμε μια συντροφική σχέση τέτοια που ο άλλος να νιώθει ότι εξακολουθεί να μας επιλέγει. Όχι για τους ίδιους λόγους, αλλά πάντως να μας επιλέγει εκ νέου. Η αλληλεξάρτηση φαίνεται ότι δημιουργεί άλυτα δεσμά που συντηρούνται από την αμοιβαία εξάρτηση, κι όχι από την ανανεωμένη επιλογή του καθενός. Γιατί, οι αλληλεξαρτώμενοι είναι πάλι εξαρτημένοι. Και όταν είναι κανείς εξαρ­ τημένος, δεν έχει πια επιλογές... 31

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Προφανώς, απομένει μία μόνο δυνατότητα: Η ΑΝεξαρτησία. Ανεξαρτησία σημαίνει, απλώς, φτάνω στο σημείο να μην εξαρτώμαι από κανέναν. Αυτό θα ήταν υπέροχο αν δεν έκρυ­ βε ένα ψέμα, αφού: κανένας δεν είναι ανεξάρτητος. Η ανεξαρτησία είναι ένας στόχος ανέφικτος. Κατευθυνόμαστε προς ένα σημείο ουτοπικό μαζί και πραγματικό —και δεν μου φαίνεται κακό ως προορισμός—, θεωρώ όμως αναγκαίο να εξηγήσω το γιατί είναι ανέφικτο, για να μη μέ­ νουμε αιωνίως απογοητευμένοι. Γιατί, λοιπόν, είναι αδύνατη η ανεξαρτησία; Διότι θα έπρεπε να είναι κανείς αυτάρκης για να είναι ανεξάρτητος, και αυτάρκης δεν είναι κανένας. Κανείς δεν μπορεί να κάνει χωρίς τους άλλους σε μόνιμη βάση. Μοιραία, χρειαζόμαστε τους άλλους με πολλούς και διάφορους τρό­ πους. Ωραία λοιπόν. Εάν η ανεξαρτησία είναι αδύνατη... η συνεξάρτηση είναι αρρωστημένη... η αλληλεξάρτηση δεν είναι λύση... και η εξάρτηση δεν είναι επιθυμητή... τότε, δεν μένει τίποτε άλλο. Γι’ αυτό κι εγώ, επινόησα μια καινούργια λέξη: Αυτοεξάρτηση

32

2 ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ

TO Ν Ε Ο ΓΕ Ν Ν Η Τ Ο Β ΡΕΦ Ο Σ είναι το πιο εύθραυστο, το πιο εξαρτημένο και το πιο ευάλωτο πλάσμα στον κόσμο. Οποιοδήποτε άλλο έμβιο ον, από τους μονοκύτταρους οργανισμούς μέχρι τα πιο εξελιγμένα ζώα, όλα έχουν μια μικρή πιθανότητα να επιβιώσουν έστω και αν μετά τη γέννησή τους δεν υπάρ­ χει δίπλα τους μαμά ή μπαμπάς για να αναλάβει τη φροντίδα τους. Από τα έντομα, που είναι απολύτως αυτοεξαρτώμενα όταν γεννιούνται, μέχρι τα ανώτερα θηλαστικά, που από τις πρώτες ώρες μετά τη γέννησή τους στέκονται στα πόδια τους και αναζητούν τον μαστό της δικής τους μητέρας, ή ψάχνουν να βρουν μια άλλη, όλα έχουν μια πιθανότητα επιβίωσης, έστω και μία στις χίλιες. Οι θαλάσσιες χελώνες ωοτοκούν μακριά από το νερό. Τα θηλυκά διανύουν με τεράστια δυσκολία και βραδύτητα μια απόσταση διακοσίων μέτρων από την άκρη του νερού, ενα­ ποθέτουν εκατοντάδες αβγά μέσα στην άμμο και φεύγουν. Όταν γεννιούνται τα χελωνάκια, πολλά χάνονται στην προσπάθειά τους να φτάσουν στο νερό: τα καταβροχθίζουν που­ λιά ή ερπετά ή τα καίει ο ήλιος... Μόνο ένα ή δύο στα χίλια επιβιώνει. Αντίθετα, το βρέφος δεν έχει ούτε μία πιθανότητα στο εκατομμύριο να επιβιώσει. Είναι απολύτως εξαρτημένο. Για να δώσει λύση στο πρόβλημα της απόλυτης εξάρτη­ 33

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ σης του βρέφους, η φύση δημιούργησε μια σχέση όπου πολύ δύσκολα οι γονείς εγκαταλείπουν τα μικρά τους. Το ένστικτο ή η αγάπη (προτιμώ να σκέφτομαι ότι είναι η αγάπη) μάς κά­ νουν να νιώθουμε αυτά τα «μικρά» σαν ένα κομμάτι από τον εαυτό μας. Αν τα εγκαταλείπαμε θα ήταν ακρωτηριασμός, σαν να αποφασίζαμε να αποχωριστούμε ένα κομμάτι από το ίδιο μας το κορμί. Η σχέση αυτή προστατεύει τα νεογέννητα μικρά του αν­ θρώπου από την εγκατάλειψη των γονέων και εγγυάται ότι θα υπάρχει δίπλα τους κάποιος για να τα φροντίζει. Ωστόσο, ο μηχανισμός αυτός δεν προσφέρει μόνο ασφά­ λεια, δημιουργεί και προβλήματα. Όταν ένας άντρας και μία γυναίκα αποφασίζουν, κά­ νοντας ένα παιδί, να γίνουν οικογένεια, αναλαμβάνουν μια ευθύνη σε σχέση μ’ αυτό που ακολουθεί, επιπλέον όμως δη­ μιουργούν μιαν αναπόφευκτη σύγκρουση που θα πρέπει να επιλύσουν. Αποφασίζουν να φέρουν στον κόσμο ένα ζωντανό πλά­ σμα που θα το νιώθουν, κυριολεκτικά, σαν δική τους προ­ έκταση. Συγχρόνως, όμως, ξέρουν ότι το πλασματάκι αυτό θα γίνει ένα άτομο ολοκληρωμένο και ξέχωρο από τον δεσμό του ζευγαριού. Έτσι, το ζευγάρι, από τη στιγμή της γέννησης του παιδιού, προετοιμάζεται και για την αναχώρησή του. Για μας τους γονείς, αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο. Ποτέ δεν είναι εύκολο να είσαι ταυτόχρονα ο δεσμοφύλακας κι ο απελευθερωτής. Δεν αγαπάς το παιδί σου όπως αγαπάς κάποιους άλλους. Με την Κλαούντια, την κόρη μου, μου συμβαίνουν πράγματα που δεν μου συμβαίνουν με άλλους ανθρώπους. Όχι μόνο την αγαπώ περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον στον κόσμο, αλλά την αγαπώ μ’ έναν τρόπο διαφορετικό, σαν να είναι ένα κομμάτι από μένα. Τα παιδιά αποτελούν από πολλές απόψεις μια εξαίρεση. 34

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Η αίσθηση ότι ο άλλος είναι προέκταση του εαυτού μου μπορεί να είναι καλή για το μωρό τον πρώτο καιρό, αφού με κινητοποιεί να το φροντίζω και να το προστατεύω. Γιατί, στην πραγματικότητα, η σύλληψη του παιδιού έγινε από την βπιθυμία των γονιών του, και επομένως η απόφαση είναι προϊ­ όν ενός βιώματος «αυτοαναφοράς». Μια μέρα, στα δεκατρία του, η άλλη μου αγάπη, ο γιος μου ο Ντέμιαν, βρίσκει στο σπίτι ένα βιβλίο ψυχολογίας και αρχίζει να το διαβάζει. Έρχεται σε λίγο και μου λέει: «Μπαμπά, είναι αλήθεια ότι εμείς τα παιδιά είμαστε προϊ­ όντα της έλλειψης ικανοποίησης των γονιών αας;»··. Όταν μου έκανε ο Ντέμιαν αυτήν την ερώτηση, συνει­ δητοποίησα ότι το βιβλίο είχε δίκιο. Γιατί, αν είναι κανείς απολύτως ικανοποιημένος από τη ζωή του, αν του φτάνουν όσα έχει, αν δεν αισθάνεται την ανάγκη να προεκταθεί κά­ νοντας παιδιά ή δεν τον κατέχει η επιθυμία της αυτοπραγμά­ τωσης μέσα από το ρόλο του γονιού και την οικογένεια, αν δεν έχει κανείς αυτήν την προσωπική επιθυμία... τότε, δεν κάνει παιδιά. Είναι αυτή η ανικανοποίητη επιθυμία —λόγω παιδείας, πολιτισμικών συμβάσεων ή καθαρά προσωπική—, που μας διαμορφώνει έτσι ώστε να κάνουμε παιδιά. Τα παιδιά γεννιούνται από δική μας απόφαση και επι­ θυμία· όχι δική τους. Γι’ αυτό, όταν οργισμένοι οι έφηβοι μάς λένε: «Εγώ δεν σου ζήτησα να γεννηθώ» μοιάζει ανοησία, αλλά είναι η αλήθεια. Το βίωμα να είναι κανείς πολύ κοντά, «ένα» με τα παιδιά, μπορεί, όπως είπαμε, να είναι θετικό γι’ αυτά κατά τα πρώ­ τα χρόνια της ζωής τους, είναι όμως δυσοίωνο για το μέλλον τους. Γιατί το παιδί αντιλαμβάνεται και αποδέχεται το γε­ γονός ότι ο γονιός του του συμπεριφέρεται σαν να είναι ένα κομμάτι από κείνον. Ωστόσο, το παιδί δεν αισθάνεται έτσι. 35

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Κι εμάς τους γονείς, αυτό μας πονάει. Θέλουμε να τα κρατήσουμε για πάντα, να διαιωνίσουμε τον ομφάλιο λώρο που μας συνδέει μαζί τους. Για να το πετύχουμε αυτό βασιζόμαστε στην πείρα μας, στην εξουσία, στη δύναμη, στα χρήματα, και πάνω από όλα, στη σοφία. Γιατί πάντα νομίζουμε ότι εμείς ξέρουμε καλύτερα από κείνα.

«Μπαμπά... μπαμπά... Ήμουν πριν με τον Ονγίτο, που μάλωσε με τον μπαμπά του...» «Και γιατί μάλωσε με τον μπαμπά του;» «Γιατί ο μπαμπάς του λέει ότι ξέρει περισσότερα από τον Ουγίτο...» «Ετσι είναι, παιδί μου. Ο μπαμπάς του ξέρει περισσότερα από τον Ονγίτο.» «Κι εσύ πού το ξέρεις, αφού δεν τον ξέρεις τον μπαμπά του;» «Ε, καλά... Είναι πατέρας, παιδί μου, κι ο πατέρας ξέρει περισσότερα από το παιδί.» «Και γιατί ξέρει περισσότερα από το παιδί;» «Μα... γιατί είναι ο μπαμπάς!» «Και τι θα πει αυτό;» «Ε, πώς, παιδί μου, ο μπαμπάς έχει ζήσει περισσότερα χρόνια... έχει διαβάσει πιο πολλά... έχει μελετήσει περισσότερα πράγματα... Οπότε, ξέρει περισσότερα από το παιδί.» «Δηλαδή κι εσύ ξέρεις περισσότερα από μένα;» «Ναι.» «Κι αυτό ισχύει πάντα;» «Ναι.» «Και θα είναι πάντα έτσι;» «Ναι, παιδί μου, έτσι θα είναι πάντα!» 36

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ

«Και η μαμά της μικρής Μ άρτα ξέρει περισσότερα από τη Μάρτα;» «Ναι, παιδί μου. Η μαμά της ξέρει περισσότερα από τη μι­ κρή Μάρτα...» «Πες μου, μπαμπά, ποιος ήταν ο εφευρέτης του τηλεφώ­ νου;» Ο πατέρας κοιτάζει τον γιό του με αυτοπεποίθηση και του λέει: «Ο εφευρέτης του τηλεφώνου, παιδί μου, ήταν ο Αλεξάντερ Γκράχαμ Μπελ.» «Και γιατί δεν το ανακάλυψε ο πατέρας του, που ήξερε και περισσότερα;» Είναι βέβαιο ότι ξέρουμε περισσότερα από τα παιδιά μας; Καμιά φορά ναι, καμιά φορά όχι. Στην καλύτερη περίπτωση, εκπαιδεύουμε τα παιδιά μας για να είναι σε θέση να λύσουν προβλήματα που δεν θα έχουν ποτέ. Γιατί θα έχουν άλλα προβλήματα... που εμείς δεν μπο­ ρούμε ούτε καν να φανταστούμε! Εμείς οι γονείς δεν θα ζήσουμε στον κόσμο των παιδιών μας. Ζήσαμε στον δικό μας κόσμο. Οι διδαχές των πατεράδων μας σ’ εμάς και των παππού­ δων μας σ’ εκείνους, είχαν κάποια χρησιμότητα γιατί ο κό­ σμος ήταν λίγο-πολύ ο ίδιος. Ο κόσμος στον οποίο έζησαν 01 προ-προ-παππούδες μου έμοιαζε πάρα πολύ με τον κόσμο στον οποίο έζησαν οι προ-παππούδες μου. Αυτά που οι προ-προ-παππούδες μου δίδαξαν στους Ttpo-παππούδες μου ήταν χρήσιμα. Αυτά που έμαθε ο παπ­ πούς μου, λίγο-πολύ χρησιμέυσαν και στον πατέρα μου. Αυτά που έμαθε ο πατέρας μου σ’ εμένα ήταν αρκετά χρήσιμα. Ωστόσο, αυτά που έμαθα εγώ στο γιο μου, πολύ λίγο θα του χρησιμεύσουν. 37

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Και μπορεί αυτά που θα μάθει ο γιος μου στον εγγονό μου να μην του χρησιμεύσουν σε τίποτα. Στον κόσμο που ζούμε, συμβαίνουν πράγματα πολύ εν­ διαφέροντα. Όπως λέει η μητέρα μου: «Τα παιδιά γίνονται όλο και πιο έξυπνα». Και είναι αλήθεια. Πριν από τριάντα χρόνια, στην επιστήμη της νεογνο­ λογίας, οι φυσιολογικοί δείκτες ωρίμανσης του βρέφους για τη στήριξη της κεφαλής κυμαίνονταν μεταξύ οκτώ και δέκα ημερών. Σήμερα, τα περισσότερα νεογέννητα μωρά μπορούν να στηρίζουν το κεφάλι τους. Τα παιδιά γεννιούνται πιο ώριμα. Στις τρεις εβδομάδες έχουν αντιδράσεις που παλιότερα εμφανίζονταν στους δύο ή τρεις μήνες. Έχουν ικανότητα μάθησης την οποία δεν είχαμε εμείς όταν γεννηθήκαμε πριν από πενήντα χρόνια, γιατί τότε ήταν φυσιολογικό να μην την έχουμε.

Όταν πάω το ανιψάκι μου πον είναι πέντε χρόνων στα ηλε­ κτρονικά παιχνίδια στο Map δε Π λάτα, μπαίνει στην αίθουσα και φωνάζει χαρούμενο: «Ουάον! Καινούργιο μηχάνημα!» Αγοράζει τρεις μάρκες, βάζει μία, παίζει λίγο και χάνει αμέσως. Τον ρωτάω\ «Έχασες;» «Ναι, ναι, περίμενε λιγάκι.» Βάζει άλλη μια μάρκα, και στην τρίτη μ άρκα έχει μάθει να παίζει. Θέλω να πω, ξέρει να παίζει τέλεια. Πώς έμαθε; Άγνωστο. «Λοιπόν; Πώς παίζεται;» τον ρωτάω.» «Εγώ είμαι αυτός με τα γένια και το τσεκούρι στο χέρι, κι αν πατήσω αυτό το κουμπί πετάγονται κάποιες ακτίνες, κι εγώ πρέπει να σώσω την πριγκίπισσα...» 38

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ

Στέκομαι δίπλα του και παρακολουθώ πώς μαθαίνει. Δεν καταλαβαίνω ΤΙΠΟΤΑ απ ό αυτά που κάνει! Παίζω μαζί του και μου λέει: «Χτυπάς εμένα, χαζέ!» Δεν υπάρχει περίπτωση. Όσο και να προσπαθώ, δεν κατα­ λαβαίνω τίποτα. Βάλτε τα παιδιά σας μπροστά στον υπολογιστή και θα δείτε πώς, σε δέκα λεπτά, θα μάθουν αυτά που εμείς κάναμε δέκα βδομάδες για ν’ αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε. Οι γονείς, αφελώς, νομίζουμε πάντα ότι ξέρουμε καλύ­ τερα ποια πράγματα είναι κατάλληλα για τα παιδιά μας και τι είναι καλύτερο γι’ αυτά. Καμιά φορά αυτό είναι βέβαιο, αλλά όχι πάντα. Πέρα από τα κίνητρα, το γενετικό υλικό που κληρονο­ μούν τα παιδιά από τους γονείς μεταφέρει πληροφορίες που αφορούν τη μάθηση. Ένα μέρος της γνώσης που αποκτήσαμε στη ζωή μας με­ ταβιβάζεται στα παιδιά. Το γενετικό υλικό που κληρονομεί­ ται εμπεριέχει πρόσθετες πληροφορίες τις οποίες δεν είχε το παιδί. Είναι σαν να έχει ανέβει ένας νάνος στους ώμους ενός γίγαντα. Δεν παύει να είναι νάνος, βλέπει όμως πιο μακριά. Εμείς μάθαμε ότι δεν ήταν σοφό να δώσουμε σε κάποιον ένα ψάρι, αλλά να του μάθουμε να ψαρεύει. Αυτό δεν ισχύει πια· είναι ξεπερασμένο. Σήμερα, εάν μάθω τον γιο μου να ψαρεύει και του χαρί­ σω το καλάμι, μπορεί να πεθάνει από την πείνα, γιατί όταν μεγαλώσει δεν θα πιάσει ούτε ένα ψάρι με το καλάμι που του χάρισα. Ασφαλώς, όμως, κάτι μπορώ να κάνω γι’ αυτόν. Μπορώ να του διδάξω πώς να γίνει ικανός να φτιάξει το 39

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ δικό του καλάμι και τη δική του πετονιά. Μπορώ να του προ­ τείνω να βρει έναν δικό του τρόπο να ψαρεύει. Για να το κάνω αυτό πρέπει να παραδεχτώ ταπεινά ότι, ακόμα κι αν του διδά­ ξω πώς ψάρευα εγώ, δεν πρόκειται να του χρησιμεύσει πια.

Τα παιδιά μας θα έχουν προβλήματα που εμείς δεν είχαμε ποτέ.

Η ανικανότητα των γονέων να προετοιμάσουν τα παιδιά τους για τα προβλήματα που θα έχουν στο μέλλον εμφανίστηκε στον κόσμο τον εικοστό αιώνα, και είναι η βάση πολλών προ­ βλημάτων στη σχέση μεταξύ γονιών και παιδιών. Στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, η ψυχολογία στην υπηρεσία του κόσμου ήταν πρακτικά ανύπαρκτη, υπήρχε όμως η παιδαγωγική, η επιστήμη της εκπαίδευσης. Μιλώντας για τη σχέση των γονέων με τα παιδιά τους σ’ ένα συνέδριο για την αγωγή και το γάμο που πραγματοποιήθηκε στη Γαλλία το 1894, ένας από τους συνέδρους υποστή­ ριξε ότι, περί τα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα, τα ζευγάρια με παιδιά θα είναι τόσο ανασφαλή στη σχέση μεταξύ τους και θα ζουν με τόσο φόβο για το μέλλον, ώστε θα έχουν την τάση να προστατεύουν τα παιδιά τους από τα προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίσουν. Ωστόσο, η τάση αυτή είναι πολύ επικίνδυνη, γιατί αν κάνουν οι γονείς κάτι τέτοιο, αν προστατεύουν τα παιδιά τους από κάθε κίνδυνο, τα παιδιά δεν θα μάθουν ποτέ να λύνουν μόνα τους τα προβλήματά τους. Κατά συνέπεια, αν συνεχίσουν με τον ίδιο τρόπο — συ­ μπεραίνει ο παιδαγωγός— ώς το τέλος του εικοστού αιώνα θα έχουμε ένα σωρό ενήλικες που θα έχουν ζήσει μια υπέροχη παιδική και εφηβική ηλικία, αλλά, επίσης, μια οδυνηρή και επίπονη ενήλικη ζωή. 40

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Αυτή η πρόγνωση, που έγινε πάνω από εκατό χρόνια πριν, είναι ακριβής. Οι γονείς, κυρίως εμείς του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα, διαμορφώσαμε μια συμπεριφορά προς τα παιδιά μας υπερβολικά επιφυλακτική και υπερπροστατευτική. Η συ­ μπεριφορά αυτή, αντί να κάνει τα παιδιά ικανά να λύνουν τις συγκρούσεις και τις δυσκολίες τους, είχε σαν αποτέλεσμα να έχουν παιδική και εφηβική ηλικία με όλες τις ευκολίες και τις παροχές, κάτι που δεν αποτελεί όμως αναγκαστικά την κα­ λύτερη βοήθεια για να μπορούν ως ενήλικες να λύνουν τα προβλήματά τους. Πέρα απ’ όλα μας τα λάθη και τα ελαττώματα, όσοι γο­ νείς έχουμε ήδη περάσει τα σαράντα, έχουμε ένα υπέρ, γιατί δώσαμε στα παιδιά μας κάτι καινούργιο: τους επιτρέψαμε την επαναστατικότητα. Εμείς προερχόμαστε από μια οικογενειακή δομή όπου δεν μας επιτρεπόταν να είμαστε επαναστάτες. Ο αγαπημένος μου γέρος, και η υπέροχη γριά μου, έλε­ γαν; «Βούλωσ’ το, μικρέ». Η φράση που είχαν μάθει κι αυτοί, και που δικαιολογούσε τη συμπεριφορά τους, ήταν: «Όταν θα έχεις δικό σου σπίτι, θα κάνεις ό,τι θέλεις. Εδώ μέσα, κουμά­ ντο κάνω εγώ». Αντίθετα, το πρώτο πράγμα που έμαθαν τα παιδιά μου να λένε πριν ακόμα πουν «μπαμπά», ήταν: «Και γιατί;» Αμφισβητούσαν τα πάντα. Και εξακολουθούν να αμφι­ σβητούν. Εμείς τους διδάξαμε την επαναστατικότητα. Η επαναστατικότητα προκάλεσε μεγάλο μέρος της αλ­ λαγής, της αβεβαιότητας, αλλά και της δυνατότητας να γλι­ τώσουν από μας. Να γλιτώσουν από τη μανία που μας κά­ νει να θέλουμε οπωσδήποτε να βλέπουν τα πράγματα όπως εμείς. 41

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Τα παιδιά θα σωθούν μέσα από την επαναστατικότητα, την οποία όμως δεν κέρδισαν μόνα τους, αλλά τους τη διδά­ ξαμε εμείς. Αυτή είναι η δική μας μεγάλη αξία. Και αυτό θα αλλάξει τον κόσμο. Λιγότερο ή περισσότερο επαναστάτης όσο μεγαλώνω, κάποια στιγμή ανάμεσα στα είκοσι και τα είκοσι επτά συνει­ δητοποιώ ότι δεν θα έχω πάντα μια μαμά για να μου δίνει να φάω, έναν μπαμπά να με φροντίζει, κάποιον να αποφασίζει για μένα... Συνειδητοποιώ ότι η μόνη λύση είναι να αναλάβω την ευθύνη του εαυτού μου. Αντιλαμβάνομαι ότι πρέπει να εγκαταλείψω εκείνο το μέρος που ήταν πηγή των πάντων... Να αποχωριστώ τους γονείς μου και να φύγω από το σπί­ τι, το μέρος που μου πρόσφερε ασφάλεια και προστασία. Όταν ήμασταν μικροί, η εφηβεία άρχιζε στα δεκατρία και τελείωνε στα είκοσι δύο. Σήμερα, η εφηβεία αρχίζει κά­ που ανάμεσα στα δέκα και τα δώδεκα και τελειώνει... ανάμε­ σα στα είκοσι πέντε και τα είκοσι επτά. (Κακόμοιρα παιδιά... Δεκαπέντε χρόνια εφηβεία!) Η εφηβεία είναι, από πολλές απόψεις, μια υπέροχη περί­ οδος, είναι όμως και μια φάση που έχει δυσκολίες. Σχετικά με το μυστήριο της παράτασης της εφηβείας κά­ ποιος ηλίθιος επινόησε μια θεωρία. Κι εγώ το ίδιο. Θα σας αναπτύξω, λοιπόν, τη δική μου θεωρία. Θεωρία των τριών τρίτων Ας φανταστεί ο καθένας μας ότι του δίνουν ένα εγκαταλειμ­ μένο χωράφι, γεμάτο αγριόχορτα.Έχουμε μόνο νερό, φαγητό και εργαλεία, αλλά ούτε μια οδηγία, ούτε έναν έμπειρο ενή­ λικα που να ξέρει πώς γίνεται η δουλειά. Μας δίνουν σπό­ 42

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ρους, μερικά στοιχεία για καλλιέργειες και μας λένε: «Από δω και πέρα, θα τρώτε ό,τι βγάζετε από τη γη». Τι θα κάνουμε για να μπορέσουμε να τραφούμε και να θρέψουμε τα αγαπημένα μας πρόσωπα; Το πρώτο που πρέπει να κάνουμε είναι να ξεχορταριάσουμε, να ετοιμάσουμε το έδαφος, να το σκάψουμε, να το κα­ θαρίσουμε... και να κάνουμε αυλάκια για να σπείρουμε. Μετά, σπέρνουμε και περιμένουμε... Στο μεταξύ βάζουμε υποστηρίγματα, φροντίζουμε να μεγαλώσουν τα φυτά και τα προστατεύουμε, για να μπορέσουμε, μια ωραία μέρα, να θερί­ σουμε. Ανάλογη είναι και η ζωή του ανθρώπου. Η ζωή ενός ανθρώπου χωρίζεται σε τρία τρίτα, σε τρεις περιόδους:

1. Το πρώτο, της προετοιμασίας τον εδάφους 2. Το δεύτερο, της ανάπτυξης ή της επέκτασης 3. Το τρίτο, τον θερισμού Τι είναι το πρώτο τρίτο;

Η προετοιμασία τον εδάφους αντιστοιχεί στην παιδική και την εφηβική ηλικία. Αυτό που πρέπει να κάνει κανείς στη ζωή του σ’ αυτό το διά­ στημα είναι να προετοιμάσει το έδαφος, να ξεριζώσει τα αγρι­ όχορτα, να ρίξει λίπασμα στο χώμα, να το καθαρίσει, και να ετοιμάσει ό,τι χρειάζεται για τη σπορά. Πόσο λάθος θα ήταν να θελήσει κάποιος να θερίσει προτού ξεχορταριάσει! Θα θέριζε σκουπίδια και άχρηστα πράγματα. Τι είναι το δεύτερο τρίτο; Η ανάπτνξη, ή επέκταση, αντιστοιχεί στη νεανική ηλικία και την ενηλικίωση. 43

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Τότε πρέπει να φυτέψεις τον σπόρο, να τον ποτίσεις, να τον φροντίσεις, να τον κάνεις να μεγαλώσει. Αυτή είναι η πε­ ρίοδος της σποράς και της ανάπτυξης. Πόσο λάθος θα ήταν να ξεχορταριάζει κανείς και να συνε­ χίζει να προετοιμάζει το χώμα όταν είναι ήδη ώρα να σπείρει! Πόσο λάθος θα ήταν να θελήσει κάποιος να θερίσει ενώ ακόμα σπέρνει! Δεν θα θέριζε τίποτα. Κάθε πράγμα πρέπει να γίνεται στην ώρα του. Ποια είναι η τρίτη περίοδος; Ο θερισμός αντιστοιχεί στην ωριμότητα. Πόσο λάθος θα ήταν την εποχή του θερισμού να θέλει κανείς να συνεχίζει να σπέρνει! Πόσο λάθος θα ήταν, την ώρα που πρέπει να θερίσει, να ασχολείται με το πώς θα κάνει τον σπόρο να φυτρώσει και τα φυτά να αναπτυχθούν! Γιατί αυτή είναι η εποχή της συγκομιδής· η ώρα να δρέψει κανείςτους καρπούς. Και αν δεν θερίσει τώρα, δεν θα θερίσει ποτέ. Πόσο διαρκεί κάθε τρίτο; Λογικά, αυτό εξαρτάται από τη διάρκεια της ζωή μας. Όταν οι πρόγονοί μας ζούσαν —κατά μέσο όρο και αν ήταν τυχεροί— τριάντα πέντε με σαράντα χρόνια, κάθε τρίτο ήταν δεκατρία χρόνια.* Η νεότητα και η ενηλικίωση εξελίσ­ σονταν ανάμεσα στα δώδεκα και τα δεκαοκτώ, κι έφτανε κα­ νείς στην ωριμότητα στα είκοσι πέντε. 1. Α υτός είναι ο λόγος που το Μπαρ Μ ιτσβά των εβραίων, το Χρίσμα των καθολικών και η Περιτομή των μουσουλμάνων πραγματοποιούνται στην ηλικία τω ν δώ δεκα ή δεκατριών χρόνων. Γιατί αυτό ήταν το πρώτο τρίτο τη ς ζωής, όταν το άτομο έπαυε να προετοιμάζει το έδαφος και έμπαινε στην ενήλικη ζωή. Τ ότε τελείω νε και η εφηβεία. (Σ.τ.Σ.)

44

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Στις αρχές του αιώνα, όταν γεννιόντουσαν οι γονείς μας, το προσδόκιμο ζωής ήταν εξήντα χρόνια. Αρα, η διάρκεια των τρίτων άλλαξε κι αυτή σταδιακά. Όταν παύει κανείς να είναι έφηβος, λέει (ή καλό θα ήταν να λέει) στους γονείς του: «Από δω και πέρα ασχοληθείτε με τον εαυτό σας, γιατί για μένα θα φροντίζω πια εγώ». Πρέπει κανείς να μάθει να αναλαμβάνει την ευθύνη του εαυτού του, να μάθει να είναι υπεύθυνος, να μάθει την αυτο­ εξάρτηση. Τα παιδιά εκείνα που δεν λύνονται ποτέ, που παραμέ­ νουν γαντζωμένα πάνω στους γονείς τους χωρίς να τολμούν να ανέβουν στο τραμπολίνο και να πηδήξουν, συμπεριφέρονται έτσι εν μέρει από ευθύνη των γονιών, που δεν τους έμα­ θαν πώς να το κάνουν, και εν μέρει αυτό αποτελεί δική τους ευθύνη. Οι γονείς έχουν την υποχρέωση να δείξουν στα παιδιά αυτά, έστω και καθυστερημένα, ότι πρέπει να αποδεσμευτούν, ότι οι γονείς τους δεν θα είναι δίπλα τους για πάντα. Με πολλή αγάπη και τρυφερότητα, οι γονείς αυτοί πρέ­ πει να μισοκλείσουν την πόρτα αφού... τα έχουν σπρώξει γλυ­ κά προς την έξοδο. Κάποια στιγμή θα πρέπει να μάθουν να το κάνουν αυτό οι ίδιοι οι γονείς, αν δεν μπορούν να το κάνουν τα παιδιά. Συνήθως, τα παιδιά μαθαίνουν και φεύγουν μόνα τους... Αν δεν φύγουν όμως, δυστυχώς, καλό θα είναι, προς όφελος δικό τους και δικό μας, να τα ωθήσουμε εμείς να εγκαταλεί­ πουν αυτήν την εξάρτηση. Κουράστηκα να βλέπω και να ακούω γονείς μεγάλης ηλικίας, που κατάφεραν να βάλουν στην άκρη κάποιες οικο­ νομίες, ή με προσπάθειες μιας ζωής δημιούργησαν κάτι για να νιώθουν ασφάλεια στα γεράματά τους, να χαραμίζουν σή­ μερα τα πάντα στα χέρια ανίκανων, άχρηστων και άμυαλων 45

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ παιδιών, τα οποία έχουν, επιπλέον, απαιτητική συμπεριφορά απέναντι τους: «’Εχεις υποχρέωση να με βοηθήσεις, πατέρας μου εί­ σαι...» «Να πουλήσεις ό,τι έχεις, αφού έτσι κι αλλιώς, ό,τι έχεις και δεν έχεις δικό μου είναι...» Καιρός είναι να μάθουν οι γονείς ότι αυτή η ιστορία με τις απαιτήσεις των παιδιών έχει και όρια. Καμιά φορά μπορεί ο γονιός να βοηθήσει τα παιδιά του γιατί έτσι θέλει, και τότε έχει καλώς. Εντούτοις, πρέπει να καταλάβουμε ότι η υποχρέωσή μας τελείωσε. Πόσο σημαντικό θα ήταν να βοηθάμε τα παιδιά μας να κάνουν βήματα προς την ελευθερία... Πόσο σημαντικό θα ήταν να τα βοηθάμε μέχρι να ενηλικιωθούν, και μετά... Α.Κ.Τ.Λ.Τ. Τι σημαίνει Α.Κ.Τ.Λ.Τ.; Ας κόψουν το λαιμό τους. Κι αν δεν έμαθαν να διαχειρίζονται αυτά που τους αφή­ σατε, αν δεν μπορούν να ζήσουν με αυτά που πήραν, αν δεν ξέρουν πώς να βγάλουν τα λεφτά που θέλουν, πείτε τους να περνάνε κάθε πρωί για να πάρουν ένα σάντουιτς... Είναι ολέθριο να δημιουργείς απεριόριστη εξάρτηση. Έχω την εντύπωση ότι έρχεται μια στιγμή που πρέπει οι γονείς να επιστρέψουν στα παιδιά την ευθύνη για την ίδια τους τη ζωή. Τότε πρέπει κανείς να μένει απέξω, να βοηθάει εκεί που θέλει, όσο θέλει, και μέχρι εκεί που θεωρεί ότι χρειά­ ζεται βοήθεια. Μερικές φορές δεν είναι σωστό να βοηθάει κανείς στο μέγιστο που μπορεί, να καταστρέφεται, δηλαδή, οικονομικά, για να βοηθήσει τα παιδιά του. Δεν το θεωρώ σωστό. Εμένα θα μου άρεσε να ξέρω ότι τα παιδιά μου θα μπο­ 46

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ρούν να τα βγάζουν πέρα όταν εγώ δεν θα υπάρχω. Αυτό θα μου έδινε μεγάλη χαρά. Γι’ αυτό θέλω να το κάνουν πριν πεθάνω, για να το δω. Οπωσδήποτε, και για έναν ακόμη λόγο: για να μπορέσω να πεθάνω ήσυχος, με την αίσθηση ότι ολοκλήρωσα το έργο μου· έκανα το καθήκον μου. Κάποτε, περπατώντας στη Ράμπλα, μπήκα σ’ ένα βιβλιο­ πωλείο μεταχειρισμένων (απ’ αυτά που πουλάνε παλιά βιβλία που δεν επανεκδίδονται) και βρήκα ένα με τίτλο: Μεγαλώνω

παίζοντας. Η συγγραφέας ήταν από την περιοχή του Ρίο δε λα Πλάτα, και λεγόταν, αν θυμάμαι καλά, Ινές Μπαρέδο. Το αγόρασα γιατί διάβασα τις δύο πρώτες σελίδες και μου φά­ νηκε καταπληκτικό (ομολογώ ότι το υπόλοιπο δεν μου φάνη­ κε εξίσου καλό, η αρχή του όμως με επηρέασε βαθιά). Είναι όπως όταν προετοιμάζεσαι για κάτι που θα συμβεί, κι αυτό συμβαίνει ακριβώς όταν είσαι έτοιμος. Το βιβλίο έλεγε κάτι τέτοιο: Ό τα ν έκλεισ α τα 9, με απασχολούσε πολύ να μάθω τι είδους αλλαγή θα γινόταν σ το σώμα μου ανάμεσα στα 8 και τα 9. Σηκώνομαι, λοιπόν, πολύ νωρίς τη ν ημέρα τω ν γενεθλίω ν μου και τρέχω σ τον κα θρέφ τη για να δω π όσο έχω αλλάξει. Ξαφνι­ άζομαι, όμω ς, γιατί δεν έχω α λλά ξει καθόλου. Η απογοήτευσή μου είναι τό σ ο μεγάλη, που πάω και ρωτάω τη μαμά μου τι ώρα ακριβώς γεννήθηκα , κι εκείνη με πληροφ ορεί ότι γεννήθηκα σ τις τέσ σ ερ ις και είκοσι. Έ τσ ι κι εγώ , από τις τέσ σ ερ ις ώ ς τις π έν τε, μένω καρφωμένη μπροστά σ τον καθρέφτη και κοι­ τάζομαι ώ σπου να γίνει η αλλαγή από τα 8 στα 9. Η αλλαγή, όμω ς, δεν γίνεται. Καταλήγω τ ό τ ε σ το συμπέρασμα ότι μπορεί να μην υπάρχει αλλαγή από τα 8 στα 9, αλλά από τα 9 στα 10. Ο π ότε, περιμένω με αγωνία έναν ολόκληρο χρόνο. Την παραμονή τη ς ημέρας που συμπληρώ νω τα 10, μένω άγρυπνη

47

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ όλη τη νύχτα. Δ εν κοιμάμαι λ επ τό , στέκομ α ι μπροστά στον καθρέφ τη για να δω πώ ς θα είμαι το πρωί. Δ εν βλέπω τίποτα. Αρχίζω να σκέφ τομα ι ότι δεν μεγαλώνει ο άνθρω πος, είναι όλα ψέματα, α λλά πάλι... Β λέπ ω τις φ ω τογρα φ ίες τ η ς μαμάς μου όταν ήταν μικρή, που πάει να πει ότι κάποτε ήταν κι εκ εί­ νη σαν εμένα κι έπ ειτα μ εγάλω σε. Α λ λά πάλι, δεν μπορώ να εξηγή σω π ότε θα συμβεί αυτή η αλλαγή. Μ έχρι που μια μέρα — λ έει η συγγραφ έας σ τη δεύτερη σελίδα του βιβλίου— κα­ τά λα βα ποιο ήταν το μυστικό. Ό τα ν έγινα εννέα χρόνων, δεν έπαψα να είμαι οκτώ . Ό τα ν έγινα δέκα, δεν έπαψα να είμαι εν ­ νιά. Ό τα ν κλείνουμε τα δ εκα π έν τε, είμ α σ τε δ εκα τέσ σ ερα , και δώ δεκα , και έν τεκ α , και δέκα, και εννιά, και οκτώ , και π έντε, και... Στα εβδομήντα, είμ αστε και εξήντα, και πενήντα, και σαράντα, και δώ δεκα, και π έν τε, και τριών, και ενός χρόνου.

Πώς να μην διατηρηθούν συμπεριφορές από αυτό που ήμα­ στε κάποτε —λέω εγώ—, αφού εξακολουθεί πραγματικά να ζει μέσα μας; Εξακολουθούμε να είμαστε οι έφηβοι, τα μικρά παιδιά και τα μωρά που ήμαστε κάποτε. Κατοικούν μέσα μας τα μικρά παιδιά που υπήρξαμε κά­ ποτε. Όμως... Αυτά τα μικρά παιδιά μάς κάνουν εξαρτημένους. Εμφανίζεται αυτό το μικρό παιδί και γίνεται κύριος της προσωπικότητάς μου: Γιατί είμαι φοβισμένος, γιατί κάτι μου συμβαίνει, γιατί έχω ένα πρόβλημα, γιατί φοβάμαι, γιατί τα έχω χαμένα, γιατί νιώθω ότι η ζωή μου πήγε χαμένη... Όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, η μόνη λύση είναι να βρεθεί 48

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ κάποιος, ένας ενήλικος, να με αναλάβει. Αυτός είναι ο λόγος που δεν πιστεύω στην ανεξαρτησία. Γιατί δεν μπορώ να αρνηθώ το μικρό παιδί που ζει μέσα μου. Γιατί δεν πιστεύω ότι αυτό το παιδάκι μπορεί σ τ’ αλήθεια να με αναλάβει. Πιστεύω, βέβαια, ότι υπάρχει και ένας ενήλικος μέσα μου, όταν είμαι πλέον ενήλικος. Αυτός ο ενήλικος, και όχι κάποιος άλλος, είναι που θα αναλάβει το μικρό παιδί που έχω μέσα μου. Αυτό είναι αυτοεξάρτηση.

49

3 Σ η μ α σ ία

ΤΙ Σ Η Μ Α ΙΝ Ε Ι Α Υ Τ Ο Ε Ξ Α Ρ Τ Η Σ Η ; Ας υποθέσουμε ότι θέλω να με ακούσει ο Φερνάντο, να μ’ αγκαλιάσει, να είναι δίπλα μου, γιατί σήμερα δεν μου αρκεί Ο εαυτός μου.

Και ο Φερνάντο δεν θέλει. Ο Φερνάντο δεν με θέλει. Τότε, αντί να κάθομαι να κλαίω, αντί να προσπαθώ να χειριστώ την κατάσταση έτσι ώστε να πάρω αυτό που δεν θέλει ο Φερνάντο να μου δώσει, αντί να ψάχνω κάποιο υπο­ κατάστατο (να τον κάνω να με έχει ανάγκη, να με λυπηθεί, να με μισήσει, να με φοβάται), αντί να κάνω τόσο δρόμο, μπορώ Ισως να ρωτήσω τη Μαρία Ινές αν θέλει να μείνει να μου κά­ νει παρέα. Δεν αρκούμαι, δηλαδή, στον Φερνάντο, ούτε εξαρτώμαι απ’ αυτόν. Εξαρτώμαι μόνο από τον εαυτό μου. Ξέρω τι χρειά­ ζομαι, και αν δεν θέλει αυτός να μου το δώσει, μπορεί να θέ­ λει η Μαρία Ινές... Αυτό είναι αυτοεξάρτηση. Να ξέρω ότι έχω ανάγκη τους άλλο^ς^ότι ^ ν είμαι αυτάρκης, αλλά ότι μπορώ να κρατή­ σω την ανάγκη αυτή uaCi που, να την αντέξω, μέχρι να βρω αυτό που θέλω, τη σχέση που ψά^^^ω^κάτι να με στη ρίζει, την

0)!^η.·.. Κι αν ο Φερνάντο δεν έχει αυτό που χρειάζομαι, ούτε και η Μαρία Ινές, θα συνεχίσω να ψάχνω μέχρι να το βρω. Όπου κι αν είναι; 51

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Ναι, όπου κι αν είναι. Αυτοεξαρτώμαι σημαίνει αποδεικνύω ότι δεν είμαι πα­ ντοδύναμος, ξέρω ότι είμαι ευάλωτος κι έχω την ευθύνη του εαυτού μου. Εγώ διευθύνω την ορχήστρα, κι ας μην ξέρω να παίζω όλα τα όργανα. Το γεγονός ότι δεν ξέρω να παίζω όλα τα όρ­ γανα δεν σημαίνει ότι παραδίδω την μπαγκέτα. Εγώ είμαι ο πρωταγωνιστής στη ζωή μου. Προσοχή όμως: Δεν είμαι ο μοναδικός ηθοποιός. Αν ήμουν, το έργο μου θα ήταν αφάνταστα βαρετό. Αφού είμαι ο πρωταγωνιστής, είμαι αυτός που ρυθμίζει την υπόθεση, αυτός από τον οποίο εξαρτώνται στην έσχατη περίπτωση τα πάντα. Ωστόσο, δεν είμαι αυτάρκης. Δεν μπορώ να δομήσω μια ζωή ανεξάρτητη, γιατί δεν εί­ μαι αυτάρκης. Η πρόταση είναι να είμαι υπεύθυνος, να αναλάβω την ευθύνη του εαυτού μου, να γίνω κύριος της ζωής μου για πάντα.

Αυτοεξάρτηση σημαίνει να πάψω να κρέμομαι από το λαιμό των άλλων. Κάποια στιγμή μπορεί να χρειαστώ τη βοήθειά σου, όσο όμως είμαι εγώ αυτός που κρατάει το κλειδί, είτε είναι η πόρτα ανοιχτή είτε κλειστή, δεν είμαι κλειδωμένος. Οπότε, ξεχνάω όλα όσα δεν μου χρειάζονται (αν έχει η πόρτα κλειδί, αν είναι ο Φερνάντο στην πόλη, αν ο συμπρω­ ταγωνιστής μου θέλει ή δεν θέλει να γυρίσει αυτήν τη σκη­ νή) και αρχίζω να κινούμαι στο χώρο της αυτοεξάρτησης που σημαίνει; Ξέρω ότι είμαι εξαρτημένος, αλλά γι’ αυτήν την εξάρτη­ ση υπεύθυνος είμαι εγώ. 52

ΣΗΜΑΣΙΑ Η αυτοεξάρτηση είναι, κατά τη γνώμη μου, συνώνυμο της ψυχικής υγείας. Για παράδειγμα, από τους άλλους χρειάζομαι αποδοχή, γιατί όλοι έχουμε ανάγκη την επιδοκιμασία. Όταν όμως ήμουν πέντε χρόνων, ο μοναδικός άνθρωπος που με αποδεχόταν ήταν η μαμά μου. Κανένας άλλος δεν θα μπορούσε να την αντικαταστήσει. Όταν έγινα ενήλικος, συνειδητοποίησα ότι αν εκείνη δεν μου έδινε την επιδοκιμασία που είχα ανάγκη, μπορούσε κά­ ποιος άλλος να μου τη δώσει. Μπορεί κάποια πράγματα που πιστεύω ή μου αρέσει να κάνω να μην αρέσουν στη γυναίκα μου, με την οποία ζω εί­ κοσι επτά χρόνια... Ωστόσο, αυτό που εγώ πρέπει να κάνω δεν είναι να τα σταματήσω επειδή δεν αρέσουν σ’ εκείνη. Μπορεί σε άλλους να αρέσουν. Μπορώ, ίσως, να τα μοιραστώ με κάποιον άλλο. Μπορώ, ίσως, να δεχτώ ότι αρκεί που αρέσουν σε μένα. Το γεγονός ότι εμένα δεν με ενδιαφέρει καθόλου ο μα­ γικός ρεαλισμός, δεν σημαίνει πως η γυναίκα μου πρέπει να σταματήσει να διαβάζει τον αγαπημένο της συγγραφέα. Στη χειρότερη περίπτωση, εάν εκείνη θέλει να μιλάμε για τους συγγραφείς που την ενδιαφέρουν κι εγώ δεν αντέχω τη συζήτηση γύρω από αυτό το θέμα, θα πρέπει να βρει κάποιον άλλο για να μοιραστεί αυτές τις ανησυχίες. Μπορεί να πάει να δει τις ταινίες του Ρίτσαρντ Γκιρ με κάποιον άλλο, αν εμένα δεν μου αρέσει ο Ρίτσαρντ Γκιρ. Δεν υπάρχει λόγος να υποβληθεί στο μαρτύριο να με συ­ νοδεύσει στην όπερα αν δεν της αρέσει, γιατί μπορώ κάλλιστα να πάω μόνος μου ή να προσκαλέσω τον Μιγκέλ, ή τη Λίτα, που ξέρω ότι τους αρέσει. Αυτό σημαίνει «είμαι αυτοεξαρτώμενος». 53

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Αυτοεξάρτηση σημαίνει: απαντώ στα τρία βασικά υπαρ­ ξιακά ερωτήματα; Ποιος είμαι, πού πάω και με ποιον. Απαντώ, όμως, με αυτήν τη σειρά. Θέλει όμως προσοχή, να μην αποφασίσω πού θα πάω αναλόγως με ποιον είμαι. Θέλει προσοχή, να μην ορίσω ποιος είμαι από το ποιος με συνοδεύει. Γιατί σ’ αυτόν τον δρόμο θα συναντήσουμε την ιστορία του ζευγαριού που κάνει διακοπές στην Ευρώπη, μ’ ένα από εκείνα τα προγράμματα: «Οκτώ Χώρες σε Δέκα Μέρες». Την ώρα που περνάνε τη γέφυρα ενός ποταμού που διασχίζει μια πανέμορφη πόλη, εκείνη ρωτάει; «Ποια πόλη είναι αυτή, αγάπη μου;» Κι εκείνος απαντάει: «Τι μέρα είναι σήμερα;» Αυτή του λέει: «Τρίτη.» Μετράει αυτός με τα δάχτυλά του και τελικά την πλη­ ροφορεί: «Τότε, είμαστε στις Βρυξέλλες.» Δεν μας κάνει αυτό το μοντέλο. Δεν μπορώ να προσδιορίζω τον δρόμο μου βλέποντας τον δικό σου, και δεν πρέπει να ορίζω τον εαυτό μου από τον δρόμο τον οποίο πορεύομαι.’ ——— Θα πρέπει να συνειδητοποιήσω ότι: εγώ είμαι αυτός που πρέπει πρώτα να ορίσω ποιος είμαι. Σχετικά με αυτό το θέμα, συνηθίζω να επισημαίνω ότι η απάντηση στις ερωτήσεις αυτές καθορίζει τη διαφορά ανάμε­ σα σε ένα ανθρώπινο ον, ένα άτομο και ένα πρόσωπο. Διότι, αυτά είναι τρία διαφορετικά πράγματα. Όταν γεννιόμαστε είμαστε όλοι ανθρώπινα όντα, ανή­ κουμε, δηλαδή, στο ανθρώπινο γένος. Ω ς ανθρώπινα όντα.

54

ΣΗΜΑΣΙΑ είμαστε όλοι ίδιοι. Όσο μεγαλώνουμε, αναπτύσσεται μέσα μας μέρος του υλικού που φέρουμε ως γενετική πληροφορία, η φυσική μας εμφάνιση, τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία μας, κι ένα μέρος από τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπί­ σουμε τη ζωή: δηλαδή, η ιδιοσυγκρασία μας.' Όταν γεννιόμαστε, είμαστε απλώς ανθρώπινα όντα. Η ιδιοσυγκρασία μας, που στην αρχή είναι πανομοιότυπη ή μοι­ άζει με την ιδιοσυγκρασία εκατομμυρίων άλλων ανθρώπων, με την εμπειρία, την προσωπική μας ιστορία, μας μετατρέπει στο άτομο που πρόκειται να γίνει ο καθένας από μας. Άτομο σημαίνει ακέραιος, αναφέρεται στη μονάδα που είναι ο καθένας μας, αλλά σημαίνει ταυτόχρονα μοναδικός, με την έννοια του ιδιαίτερου, του ξεχωριστού. Ανθρώπινα όντα είμαστε όλοι «εκ γενετής», και ως τέ­ τοιοι έχουμε κάποια κοινά χαρακτηριστικά: μια καρδιά με δύο κόλπους και δύο κοιλίες, έναν εγκέφαλο, κ.λπ. Ω ς άτο­ μα, όμως, υπάρχουν πράγματα μοναδικά που ανήκουν μόνο σε μας. Η διαδικασία της ανάπτυξης συνεπάγεται ότι έχω επί­ γνωση της αλληλεπίδρασης μεταξύ ιδιοσυγκρασίας και πραγματικότητας προκειμένου να μετατρέψω τον τρόπο που υπάρχω σε έναν ιδιαίτερο, έναν ατομικό τρόπο ύπαρξης.^/ Θα ανακαλύπτουμε συνεχώς ότι είμαστε διαφορετικοί, θα διαπιστώνουμε ότι αρχίζουμε σιγά σιγά να μη μοιάζουμε με όλους τους άλλους. 1. Στο σημείο που βρίσκεται η σύγχρονη επιστήμη, με την ανάπτυξη της έρευνας πάνω στο ανθρώπινο γονίδιο και τη νέα επιστήμη της Νευροβιο-ανοσο-ενδοκρινολογίας, είναι πρακτικά αδιαμφισβήτητο ότι ο κα­ θένας μας γεννιέται με μια συγκεκριμένη ιδιοσυγκρασία, που συνδέεται με τις λοιπές γενετικές πληροφορίες: το χρώμα των μαλλιών, το χρώμα του δέρματος, το φύλο, άρρεν ή θήλυ, κ.λπ. Είναι αυτονόητο ότι η ιδιοσυ­ γκρασία δεν είναι κάτι που το διαλέγει κανείς: είναι εγγενής. (Σ.τ.Σ.)

55

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Όσοι έχουν πάνω από ένα παιδί, ξέρουν ότι το καθένα έχει τον δικό του τρόπο ύπαρξης, κι ότι έρχεται μια στιγμή που το παιδί συνειδητοποιεί την ατομικότητά του, ξέρει τι σημαί­ νει «εγώ», κι ότι το «εγώ» του διαφέρει από των άλλων. Ξέρει ότι στον αδελφό του αρέσει το αλογάκι στο λούνα παρκ, ενώ εκείνου του αρέσει το ελικόπτερο. Ότι εκείνος προτιμά να κάθεται δίπλα στο παράθυρο ενώ ο αδελφός του διαλέγει πά­ ντα τη μεσαία θέση. Αρχίζει να διακρίνει τον εαυτό του από τους άλλους, με την έννοια ότι διαχωρίζει και διαφοροποιεί τον εαυτό του από ό,τι υπάρχει έξω απ’ αυτόν. Αυτό το ξεχωριστό ανθρώπινο όν με τα ιδιαίτερα χαρα­ κτηριστικά, λέγεται άτομο. Ωστόσο, δεν αρκεί να είναι κανείς άτομο για να γίνει πρόσωπο. Το να είσαι πρόσωπο, απαιτεί κάτι παραπάνω. Όλα σχε­ δόν τα ανθρώπινα όντα που γνωρίζω κατάφεραν να γίνουν άτομα, λίγα όμως έγιναν πρόσωπα. Για να φτάσεις στο ση­ μείο να γίνεις πρόσωπο χρειάζεται να μεσολαβήσει μια διαδικασία^ Η διαδικασία μετατροπής σε πρόσωπο, όπως λέει ο Καρλ Ρότζερς,' είναι επώδυνη. Συνεπάγεται να παραιτηθείς από ορισμένα πράγματα, να αποκτήσεις κάποια άλλα και, επι­ πλέον, όλα αυτά μετά από μεγάλη προσπάθεια.

(Για να γίνω αυτοεξαρτώμενος, πρέπει να σκέφτομαι τον εαυτό μου ως το επίκεντρο όλων των πραγμάτων που μου συμβαίνουν.

1. Η δ ια δ ικ α σ ία μ ετα τρ ο π ή ς σ ε π ρόσ ω π ο . Εκδόσεις Paidos. (Σ.τ.Σ.) — Carl Rogers, (1902-1984). Αμερικανός ψυχολόγος, εμπνευστής της προσωπο-κεντρικής θεωρίας και ψυχοθεραπείας. (Σ.τ.Μ.)

56

ΣΗΜΑΣΙΑ Η αυτοεξάρτηση είναι μια κατάσταση που καμιά φορά έχει να κάνει με την αχαριστία. Γιατί, τον αυτοεξαρτώμενο δεν μπορεί κανείς να τον χει­ ριστεί, κι όλοι απεχθάνονται εκείνον που δεν αφήνει τους άλ­ λους να τον χειρίζονται. Μας αρέσει να σκεφτόμαστε ότι... «Υπάρχουν πράγματα που δεν μπορείς να κάνεις!» «Υπάρχουν πράγματα που δεν μπορείς να μου λες!» «Αυτό δεν μπορείς να μου το λες εμένα!» Και ρωτάω: Γιατί όχι; Δέχομαι όλη την ημέρα στο γραφείο ένα σωρό ανθρώ­ πους. Υπάρχουν ορισμένοι που λένε για κάποιον: «Δεν μπορεί να είναι τόσο παλιάνθρωπος!» Κι εγώ λέω: Γιατί δεν μπορεί; Μπορεί να είναι τόσο παλιάνθρωπος, κι άλλο τόσο παλιάνθρωπος... Γιατί να μην μπορεί; Μπορεί να είναι όσο παλιάνθρωπος θέλει' αυτό αποφάσισε. Δική σου υποχρέωση, δική σου ευθύνη είναι να αμυνθείς απέναντι σ ’ αυτόν τον τύπο που είναι τόσο κακός άνθρωπος, αλλά αυτό είναι δικό σου θέμα: όχι δικό του. «Όχι, δεν γίνεται, δεν μπορεί!» Φυσικά και μπορεί. «Δεν πρέπει αυτός να...» Γιατί δεν πρέπει; Ποιος τον υποχρεώνει; Δεν έχει απολύτως καμία υποχρέωση. Η ευθύνη είναι δική σου. Δεν γίνεται διαρκώς να ρίχνου­ με το φταίξιμο στους άλλους. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να πιστεύουμε ότι πάντα φταίνε οι άλλοι. Κάτι τέτοιο δεν υπάρχει ούτε σαν παιδαγωγική αρχή. Επομένως, αυτό που θέλω να πω με τη λέξη «αυτοεξάρ­ τηση» είναι: 57

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Μπορώ να ζητάω τη βοήθειά σου, αλλά εξαρτώμαι μόνο από μένα.. Εξαρτώμαι από τις πιο ενήλικες πλευρές μου για να αναλάβουν την ευθύνη του μικρού παιδιού που εξακολουθώ να είμαι. Εξαρτώμαι από τις πιο ανεπτυγμένες μου πλευρές για να πάρουν την ευθύνη των πιο ανώριμων. Εξαρτώμαι από τη φροντίδα του εαυτού μου. Εξαρτώμαι από τη φροντίδα που απαιτεί ο ενήλικας που είμαι (κι απ’ τον οποίο εξαρτώμαι), για να μη φοβάμαι μήπως μια μέρα με εγκαταλείψει. Αυτό που συμβαίνει με τον άνθρωπο που υποφέρει, είναι ότι τον έχει εγκαταλείψει ο εαυτός του. Υποφέρει από την εγκατάλειψη των ενήλικων πλευρών του. Το μικρό παιδί έχει μείνει να περιφέρεται άσκοπα, χωρίς να το φροντίζει κανέ­ νας, κι είναι αναγκασμένο να ψάχνει εδώ κι εκεί βοήθεια και κάτι παραπάνω απ’ αυτό: εξάρτηση. Αυτή, πάντα, είναι μια διαδικασία απολύτως αναστρέψι­ μη. Κι επιμένω σ’ αυτό. Πρέπει να μπορέσω να συνειδητοποιήσω ότι υπάρχει ένας ενήλικας μέσα μου που θα αναλάβει το μικρό παιδί που κρύβω. Όταν καταφέρω να βασίζομαι σε μένα, αφού καταλά­ βω ότι πρέπει να αναλάβω την ευθύνη των εξαρτημένων μου πλευρών, τότε θα αναζητήσω τον άλλον. Για να μπορέσω να σε βοηθήσω, να σου ζητήσω, να σου προσφέρω, για να μπορέσω να σου δώσω αυτά που έχω να σου δώσω και να μπορέσω να πάρω αυτά που έχεις να μου δώσεις, πρέπει πρώτα να κατακτήσω αυτόν τον χώρο: τον χώρο της αυτοεξάρτησης. Κι από τη στιγμή που εξαρτώμαι από μένα, θα παρα­ χωρήσω στον εαυτό μου κάποια δικαιώματα, αν θέλω να γίνω «πρόσωπο». Θα επιτρέψω, δηλαδή, κάποια πράγματα εγώ στον εαυτό μου, εσείς στον εαυτό σας, κι ο καθένας θα 58

ΣΗΜΑΣΙΑ πρέπει να κάνει το ίδιο για τον εαυτό του. Γιατί, δεν μιλάμε εδώ για τον κύριο που διέπραξε ένα σφάλμα και είναι κρα­ τούμενος, για τη δυστυχισμένη τετραπληγική γυναίκα που είναι κατάκοιτη στο νοσοκομείο, ούτε για τον άνθρωπο που πνέει τα λοίσθια, θύμα μιας θανατηφόρας αρρώστιας... Στην πραγματικότητα, μιλάμε για μας. Για τις παραχωρήσεις που η Βιρτζίνια Σατίρ' χαρακτήριζε «σύμφυτες με τη γένεση του προσώπου». Όποιος δεν δίνει στον εαυτό του κάποια από αυτές τις πέντε άδειες, δεν είναι πρόσωπο. Και αναρωτιέται κανείς... αν δεν είναι «πρόσωπο», τότε τι είναι; Θα είναι οπωσδήποτε ένα ανθρώπινο ον, πιθανόν και άτομο, αλλά... ΟΧΙ πρόσωπο. Γιατί, όπως είπα προηγουμένως, το να είσαι πρόσωπο εί­ ναι πολύ περισσότερα. //®Δίνω στον εαυτό μου την άδεια να είμαι αυτός που είμαι, αντί να νομίζω ότι πρέπει να περιμένω να μου ορίσει κάποιος άλλος πού θα έπρεπε να βρίσκο­ μαι ή πώς θα έπρεπε να είμαι.

^

Δίνω στον εαυτό μου την άδεια να αισθάνομαι

αυτό που αισθάνομαι, αντί να νιώθω αυτό που θα ένιωθαν οι άλλοι στη θέση μου.

1. Σ τενή Ε παφή, Εκδ. Diana (Σ.τ.Σ.) —Βιρτζίνια Σατίρ, (1916-1988). Αμερικανίδα συγγραφέας και ψυχοθεραπεύτρια, γνω στή κυρίως για την προσέγγισή της στην οικογενειακή θ ε ­ ραπεία. (Σ.τ.Μ.)

59

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ

^ Δίνω στον εαυτό μου την άδεια να σκέφτομαι αυτό που σκέφτομαι και το δικαίωμα επίσης να το λέω αν θέλω, ή να μη λέω τίποτα, αν δεν με συμφέ­ ρει.

Δίνω στον εαυτό μου την άδεια να ρισκάρω ό,τι αποφασίζω εγώ να ρισκάρω, με τον μοναδικό όρο ότι δέχομαι να πληρώσω εγώ ο ίδιος το τίμημα αυ­ τού του ρίσκου.

Δίνω στον εαυτό μου την άδεια να ψάχνω αυτό ου νομίζω ότι χρειάζομαι από τον κόσμο, αντί να περιμένω να μου δώσει ο άλλος την άδεια να το αποκτήσω.

Από αυτές τις πέντε βασικές άδειες εξαρτάται αν είναι κανείς πρόσωπο. Και το να είσαι πρόσωπο, είναι ο μοναδικός δρόμος για να γίνεις αυτοεξαρτώμενος. Γιατί αυτές οι άδειες μου επιτρέπουν τελικά να είμαι πραγματικά αυτός που είμαι. Η πρώτη λέει πως αν εγώ είμαι πρόσωπο, πρέπει να πα­ ραχωρήσω στον εαυτό μου την ελευθερία να είμαι αυτός που είμαι. Τι σημαίνει αυτό; Να μην έχω την απαίτηση να είμαι αυτός που θέλουν οι άλλοι να είμαι; αυτός που θέλει ο διευ­ θυντής μου, αυτός που θέλει η γυναίκα μου, αυτός που θέ­ λουν οι φίλοι μου ή αυτός που θέλουν τα παιδιά μου. T qjvcu είμαι πρόσωπο σημαίνει ότι δίνω στον εαυτό μου την ελευθερία να είμαι αυτός που είμαι.^ ' ΕίναΓτπΟανύ ό ιτ-^εΤτολλούς δεν θα αρέσει να είμαι αυ­ 60

ΣΗΜΑΣΙΑ τός που είμαι. Είναι πιθανό ότι όταν ανακαλύψουν ότι είμαι αυτός που είμαι —και ότι, επιπλέον, δίνω αυτό το δικαίωμα στον εαυτό μου— θα θυμώσουν μαζί μου. Όλοι μπορούμε να φτάσουμε σ ’ αυτό το σημείο: να γίνου­ με πρόσωπα. Αν δεν ξεκινήσουμε, όμως, από την άδεια αυτή, δεν υπάρχει περίπτωση να συμβεί κάτι τέτοιο. Θα παραμεί­ νουμε άτομα όμοια με πολλά άλλα, που ενώ αισθάνονται τον εαυτό τους διαφορετικό, συμμορφώνονται και ανήκουν στο κλαμπ εκείνων που δεν παίρνουν το δικαίωμα να είναι αυτοί που είναι, και προσπαθούν να μοιάζουν με τους υπόλοιπους. Είναι άπειρες οι συνέπειες του να μην είσαι πρόσωπο. Εάν, παραδείγματος χάριν, είμαι ένα κορίτσι στην εφηβεία κι έχω ανάγκη να μοιάζω με τα άλλα κορίτσια, για να με απο­ δεχτούν, με κάνουν να πιστεύω πως πρέπει να είμαι αδύνατη όπως τα μοντέλα, ψηλή και λεπτοκαμωμένη, και να φορώ συγκεκριμένα ρούχα. Σ’ αυτήν την ττερίπτωση, μη συνειδη­ τοποιώντας ότι έχω την ελευθερία να είμαι αυτή που είμαι, είναι πιθανό να σταματήσω να τρώω και να γίνω ανορεξική. Γίνομαι, λοιπόν, ανορεξική, στην προσπάθειά μου να μοιάσω σ’ αυτήν που λένε ότι πρέπει να είμαι κι όχι σ’ αυτήν που εί­ μαι. Αισθάνομαι ότι αν ζυγίζω 45 κιλά και δεν μου μπαίνουν τα ρούχα μου, δεν είμαι πρόσωπο. Είναι ένα σκληρό παρά­ δειγμα και φοβερό συνάμα, γι’ αυτό που συμβαίνει σε πολλά κορίτσια στην εφηβεία, τα οποία βλέπουμε καθημερινά, πότε στην τηλεόραση, πότε στις εφημερίδες και πότε σε αγγελτή­ ρια θανάτου. Γιατί τα κορίτσια αυτά στην πραγματικότητα πεθαίνουν στην προσπάθειά τους να μοιάσουν σ’ ένα μοντέ­ λο δανεικό. Αιγότερο σκληρά και φοβερά είναι όλα αυτά που κάνου­ με εμείς για να μοιάσουμε σε κάποια μοντέλα. Καταλήγουμε να πιεζόμαστε για να είμαστε αυτό που δεν είμαστε, ή να εί­ μαστε εκεί που δεν θέλουμε να είμαστε. Δεν δίνουμε στον 61

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ εαυτό μας την ελευθερία να είμαστε στο μέρος που θέλουμε, να είμαστε αυτοί που είμαστε. Η λέξη «persona» (πρόσωπο) είναι κληρονομιά του αρ­ χαίου ελληνικού θεάτρου. Τη χρησιμοποιούσαν για να δηλώ­ σουν τον ηθοποιό που βρίσκεται πίσω από τη μάσκα που πα­ ριστάνει τον ήρωα του έργου. Παράγεται από το «per sonare», για να δώσει ήχο, και δείχνει αυτόν που πραγματικά μιλάει, αυτόν που βάζει λόγια στη μάσκα, αυτόν που έρχεται να δώ­ σει φωνή στους ήρωες που υποδυόμαστε. Είναι, δηλαδή, η αυθεντική φιγούρα που βρίσκεται πίσω από τον ήρωα. Είμαι αυτοεξαρτώμενος» σημαίνει: είμαι πραγματικά αυτός που είμαι, φέρομαι αληθινά όπως φέρομαι, αισθάνομαι γνήσια όπως αισθάνομαι, παίρνω τα ρίσκα που πραγματικά θέλω να πάρω αναλαμβάνοντας την ευθύνη για όλα αυτά, -και φυσικά, βγαίνω να αναζητήσω αυτό που πραγματικά πι­ στεύω ότι χρειάζομαι χωρίς να περιμένω να ασχοληθούν οι άλλοι μ’ αυτό. Ποτέ δεν αφήνω να διακινδυνεύσουν άλλοι για να κάνω εγώ αυτό που θέλω. Ποτέ δεν παίρνω ένα ρίσκο που θέλουν οι άλλοι να πάρω. Ποτέ δεν μεταβιβάζω ευθύνες. Αυτό καθορίζει αν εγώ είμαι ή δεν είμαι πρόσωπο, και συνεπάγεται την πιθανότητα να συνεχίσω να παριστάνω ότι είμαι πρόσωπο, να παραμείνω, δηλαδή, «μέσα στον ήρωα». Προσοχή, όμως, καμία από τις άδειες αυτές δεν περιλαμ­ βάνει το δικαίωμά μου να είναι ο άλλος όπως θέλω εγώ, να αισθάνεται όπως αισθάνομαι, να σκέφτεται αυτό που συμφέ­ ρει εμένα, να μην παίρνει κανένα ρίσκο γιατί εγώ δεν θέλω να ριψοκινδυνεύει, ή να μου ζητάει άδεια για να έχει αυτό που χρειάζεται. Οι άδειες αυτές δεν μπορούν να περιλαμβάνουν την επι­ 62

ΣΗΜΑΣΙΑ θυμία να μην είναι ο άλλος πρόσωπο δεν υποδηλώνουν την πρόθεση να στερήσω την ελευθερία του άλλου. Γιατί η αυτο(βξάρτησή μου με δεσμεύει αναπόδραστα να υπερασπίζομαι και τη δική σου αυτοεξάρτηση και όλων των άλλων. Πώς γίνεται και όταν αγαπώ, νομίζω ότι ο άλλος πρέπει να είναι όπως τον φαντάζομαι, πρέπει να αισθάνεται για μένα αυτό που αισθάνομαι εγώ γι’ αυτόν, πρέπει να με σκέφτε­ ται όσο θέλω εγώ, δεν πρέπει να εκτίθεται σε κινδύνους που απειλούν τη σχέση, και πρέπει να μου ζητάει αυτό που θέλει για να είμαι εγώ αυτός που θα του το προσφέρει; Αυτή είναι η φαντασίωση της αγάπης. Ωστόσο, η αγάπη αυτή, που στερεί την ελευθερία του άλλου, που είναι μίζερη και σκληρή, δεν είναι αγάπη μεταξύ ενηλίκων. Η αγάπη μεταξύ ενηλίκων μεταβιβάζει και προωθεί αυτόΨ τον χώρο της αυτοεξάρτησης στον άλλον, ακριβώς με την έννοια που αναλύω εδώ. Η αγάπη παραχωρεί, ωθεί, ενθαρρύνει ώστε εκείν^ί,-που αγαπώ να ζουν επίση^όλο και λι^ ^ ερο εξαρτημένοι. Αυτή είναι η αληθινήαγάπηΤ η αγάπη~για τον άλλον. Η αγάπη που δεν είναι για μένα αλλά για σένα, η αγάπη που έχει να κάνει με τη χαρά μου που υπάρχεις. \ Για ποιο λόγο θέλουν κάποιοι να είναι εξαρτημένοι; Μερικές φορές, επειδή πιστεύουν ότι είναι αδύναμοι, επειδή θεωρούν ότι αν είναι κάτω από τις φτερούγες κάποιου πιο ικανού, αυτός θα τους προστατεύσει. Αλλες φορές, για να μπορούν να επιρρίπτουν την ευθύ­ νη στους άλλους. Αλλοτε πάλι, αληθινά πιστεύουν ότι πρέπει να ζητάνε άδεια. Δεν έχουν αυταπάτες, δεν τους λείπει το κουράγιο, ούτε είναι άρρωστοι. Το μόνο που συμβαίνει είναι ότι δεν έχουν γίνει πρόσωπα\Είναι θέμα εξέλιξης^ Μερικές φορές δεν καταφέρνουν να γίνουν πρόσωπα 63

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ γιατί φοβούνται, κι άλλες γιατί δεν εκπαιδεύτηκαν κατάλ­ ληλα. Κάποιες φορές γιατί κάποιος τους καταπίεσε πολύ, και άλλες, τέλος, γιατί απλώς δεν ξέρουν τίποτα γι’ αυτά που συ­ ζητάμε εδώ. Όποιος δεν έχει το θάρρος να είναι αυτός που είναι από φόβο μήπως τον απορρίψουν, δεν έχει το θάρρος να αισθάνε­ ται όπως αισθάνεται γιατί δεν του φαίνεται ^τωστό, δεν έχει το θάρρος να σκέφτεται όπως σκέφτεται ή vcf πει ότι σκέφτε­ ται έτσι επειδή φοβάται την ατιβρριψη, όποιος δεν ριψοκινδυ­ νεύει γιατί δεν θέλει να επφμισθεί τις ευθύνες και δεν βγαίνει να αναζητήσει αυτό που )^ρειάζεται αλλά. το ζητάει από τον άλλο, αυτός δεν θα καταφέρει^νΰ-γίνει πρόσωπο, και πρέπει να θεωρήσουμε ότι είναι, απλώς, ένα άτομο. Δεν τον κατηγορεί κανείς γι’ αυτό, δεν είναι υίιοχρεωτικό να γίνει κανείς πρόσωπο. Αυτό που λέω είναι ότι για να γίνεις πρόσωπο —αυτό που εσείς θα λέγατε «ενήλικο και ώρι­ μο» πρόσωπο—, για μένα είναι, απλώς, να γίνεις πρόσωπο. Το «ώριμο πρόσωπο», κατ’ εμέ, λέγεται για τα αληθινά πρόσωπα. Ένα πρόσωπο, είναι ένα ώριμο πρόσωπο. Αν είναι ανώ­ ριμο, δεν έχει ολοκληρώσει ακόμη τη διαδικασία μετατροπής του σε πρόσωπο. Κι αυτό δεν αποτελεί ψόγο, γιατί η διαδικασία μετατρο­ πής ενός ατόμου σε πρόσωπο ολοκληρώνεται μονάχα την ημέρα που πεθαίνει. Μέχρι τότε, μπορεί κανείς να συνεχίσει να αναπτύσσεται και να αποκτά όλο και μεγαλύτερη συνεί­ δηση του εαυτού του. Όσο ζω μαθαίνω, όσο ζω ωριμάζω, όσο ζω αναπτύσσοiifli.'

Αυτός που βρίσκεται σε διαδικασία μετατροπής σε πρό­ σωπο μπορεί να είναι πολύ επιτυχημένος, ενταγμένος στην 64

ΣΗΜΑΣΙΑ ίΚοινωνία, αναγνωρισμένος, ένας άνθρωπος που τον εκτιμούν ΪΙΚαι τον αγαπούν. Μπορεί πράγματι να είναι όλα αυτά, και 'όμως να μην είναι ακόμη πρόσωπο. Στην Ινδία, για πολλούς στοχαστές υπάρχει ένας συ­ γκεκριμένος τρόπος θεώρησης του ανθρώπου σε μετάβαση. Ανάμεσά τους, ο Ραχνίς και ο Κρισναμούρτι θεωρούν ότι το ανθρώπινο ον είναι ένας θεός σε εξέλιξη, ένα φρούτο που δεν έχει ωριμάσει ακόμη, και που όταν θα είναι ώριμο, τότε

θα γίνει θεός. Αυτήν την τόσο ποιητική αλληγορία, εγώ την παραφράζω ως εξής: όταν ωριμάζει ο άνθρωπος, τότε μόνο γίνεται πρόσωπο. Ασφαλώς, όπως σε κάθε διαδικασία ωρίμανσης, αν είχαμε την τύχη να μας «πέσουν» γονείς υποστηρικτικοί, θα έχουμε

το πλεονέκτημα ότι, από μικροί, πήραμε ωφέλιμα μηνύματα; «Μπορείς να είσαι αυτός που είσαι.» «Μπορείς να σκέφτεσαι αυτό που σκέφτεσαι.» «Μπορείς να αισθάνεσαι αυτό που αισθάνεσαι.» «Μπορείς να παίρνεις τα δικά σου ρίσκα.» «Θα πρέπει μόνος σου να ψάξεις να βρεις αυτό που χρειά­ ζεσαι, γιατί αυτό σημαίνει μεγαλώνω, είμαι ώριμος και αυτοεξαρτώμενος.> Αυτά τα προνομιούχα παιδάκια πηδούν μόνα τους έξω από το τραμπολίνο και βουτάνε στη ζωή από ένα σημείο ευ­ νοϊκό. Βέβαια, δεν έχει όλος ο κόσμος την ίδια τύχη. Όσοι, λοιπόν, δεν ήταν τόσο τυχεροί, θα χρειαστούν κά­ ποιον να τους βοηθήσει — έστω κι ένα βιβλίο σαν αυτό. Έχει τύχει να δω πώς προέκυψε η αφύπνιση κάποιων αν­ θρώπων από τη σκληρή συνειδητοποίηση που τους προκάλεσε μια ειδική κατάσταση. Αφυπνίζεται δηλαδή κανείς, όχι από κάτι που του λέει ο άλλ'ος, αλλά μέσω μιας διαδικασίας ταύτισης: κάτι που βλέ65

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ πούμε ή κάτι πςυ βιώνουμε σαν εμπειρία μάς ωθεί στη συνειδητοποίηση. Παραδείγματος χάριν, μόλις κλείσαμε τα σαράντα πέ­ ντε και μαθαίνουμε ότι ένας φίλος, κι αυτός σαράντα πέντε χρόνων, πέθανε. Κοιταζόμαστε τότε στον καθρέφτη και λέμε: Τι γίνεται εδώ; Κι αρχίζουμε να αναρωτιόμαστε για κάποια πράγματα: πώς ζούμε, πώς περνάμε τον καιρό μας, αν χαιρό­ μαστε τη ζωή μας, αν νιώθουμε ότι κάποιος ή κάτι μας κατα­ πιέζει, αν έχει νόημα τελικά η ζωή μας. Ή βλέπουμε μια ταινία και πέφτουμε πάνω σε μια υπό­ θεση που περιγράφει την πραγματικότητα της ζωής μας. Συ­ νειδητοποιούμε τότε αυτό που μας συμβαίνει και ερχόμαστε αντιμέτωποι με τη δική μας κατάσταση. Μαθαίνουμε ότι δεν υπάρχουν καταστάσεις όπου δεν έχει κανείς επιλογή. Παραδεχόμαστε ότι πάντοτε επιλέγου­ με, ακόμη κι όταν νομίζουμε ότι δεν επιλέγουμε, στην καθη­ μερινή μας ζωή, κάθε μέρα, σε όλη μας τη ζωή. Και όταν λέμε: «Δεν υπήρχε άλλη λύση...» ,«Δεν είμαι εγώ υπεύθυνος γι’ αυτό...» «Δεν γινόταν τίποτε άλλο...» Λέμε ψέματα. Ασύστολα ψέματα. Γιατί, πάντοτε επιλέ­ γουμε. Στην καθημερινή μας ζωή αποφασίζουμε σχεδόν για κα­ θετί που κάνουμε και καθετί που σταματάμε να κάνουμε. Η συμμετοχή στη ζωή μας είναι όχι μόνο εφικτή, αλλά και αναπόφευκτη. Είμαστε αναγκαστικά συνένοχοι για όλα όσα μας συμ­ βαίνουν, γιατί υε τον άλφα ή βήτα τρόπο έχουμε επιλέξει να μας συμβούν. «Ε, καλά... εγώ όμως πρέπει κάθε μέρα να πάω στη δου­ λειά... δεν μπορώ να κάνω τίποτε γι’ αυτό... ακόμη κι αν δεν

66

ΣΗΜΑΣΙΑ θέλω και δεν το επιλέγω, πάλι πρέπει να πάω. Δεν μπορώ να δώσω στον εαυτό μου την άδεια να μην πάω αύριο στη δου­ λειά.» Αν είμαι διατεθειμένος να πληρώσω το τίμημα, μπορώ.

Ένας άνθρωπος προχωράει απελπισμένος στην έρημο. Μόλις έχει πιει την τελευταία σταγόνα νερό από το παγούρι τον. Ο ήλιος που καίει πάνω από το κεφάλι του και οι γνπες που τον περιτριγυρίζουν, προμηνύουν το επικείμενο τέλος του. «Νερό!» φωνάζει. «Νερό! Λίγο νερό!» Βλέπει από δεξιά να έρχεται προς το μέρος του ένας βεδουίνος πάνω σε μια καμήλα. «Δόξα τω Θεώ!» λέει. «Νερό σε παρακαλώ... νερό!» «4εν μπορώ να σου δώσω νερό» τον λέει ο βεδουίνος. «Εί­ μαι έμπορος, και το νερό είναι απαραίτητο για να ταξιδεύει κ α ­ νείς στην έρημο.» «Πούλησέ μου λίγο νερό» τον εκλιπαρεί εκείνος. «Θα σε πληρώσω...» «Αδύνατον “εφέντη”. Δεν πουλάω νερό, πουλάω γραβά­ τες.» «Γραβάτες;;;» «Ναι, κοίτα τι ωραίες γραβάτες... Αυτές εδώ είναι ιταλικές και είναι προσφορά, οι τρεις δέκα δολάρια... Κι αυτές εδώ, από ινδικό μετάξι, αθάνατες... Κι αυτές εδώ...» «Όχι... Όχι... Δεν θέλω γραβάτες, νερό θέλω... Φύγε! Φύγεεε!» Ο έμπορος συνεχίζει τον δρόμο τον, και ο διψασμένος εξε­ ρευνητής προχωράει σταθερά μέσα από την έρημο. Σκαρφαλώνει σ ’ έναν αμμόλοφο και βλέπει να έρχεται από αριστερά άλλος έμπορος. Όπότε, τρέχει προς το μέρος του και του λέει: «Πούλησέ μου λίγο νερό, σε παρακαλώ...» 67

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ

«Νερό δεν γίνεται» τον απαντάει ο έμπορος, «έχω όμως να σου προσφέρω τις καλύτερες γραβάτες της Αραβίας...» «Γραβάτες!!! Δεν θέλω γραβάτες! Θέλω νερό!» φωνάζει ο άνθρωπος απελπισμένος. «Έχουμε προσφορά» επιμένει ο άλλος. «Αγοράζοντας δέκα γραβάτες, παίρνεις ακόμη μία δωρεάν...» «Δεν θέλω γραβάτες!!!» «Μπορείς να πληρώσεις σε τρεις άτοκες δόσεις και με πι­ στωτική κάρτα. Έχεις πιστωτική κάρτα;» Φωνάζοντας έξαλλος, ο διψασμένος συνεχίζει το δρόμο τον προς το πουθενά. Αίγες ώρες αργότερα κι ενώ σέρνεται πια, ο ταξιδιώτης σκαρφαλώνει σ ’ έναν ψηλό αμμόλοφο κι από ’κει ατενίζει τον ορίζοντα. Δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που βλέπουν τα μάτια του. Μ προστά, στα χίλια μέτρα, βλέπει καθ αρά μια όαση. Μερι­ κούς φοίνικες και μια απίστευτη βλάστηση γύρω από τη γαλά­ ζια αντανάκλαση του νερού. Ο άντρας τρέχει προς τα εκεί φοβούμενος μήπως είναι οφθαλμαπάτη. Δεν είναι όμως' η όαση είναι αληθινή. Το μέρος φνλάσσεται. Το προστατεύει ένας φράκτης με μία μόνο είσοδο πον τη φυλάει ένας φρουρός. «Σας παρακαλώ, αφήστε με να περάσω. Χρειάζομαι νερό... νερό. Σ ας παρακαλώ...» «Αδύνατον, κύριε. Α παγορεύεται αυστηρά η είσοδος χω­ ρίς γραβάτα.» Είτε το ξέρεις προκαταβολικά είτε όχι, πάντα υπάρχει ένα τί­ μημα που πρέπει να πληρώσεις. «Α, έτσι... Αν όμως πληρώσω το τίμημα, αύριο τα παιδιά μου δεν θα έχουν να φάνε.» Ωραία, αυτό θα είναι το τίμημα. Οπότε, επιλέγω να πάω 68

ΣΗΜΑΣΙΑ στη δουλειά. Και επιλέγω να συνεχίσω να δουλεύω, να κρα­ τήσω τη δουλειά μου. Επιλέγω να μπορώ να θρέψω τα παιδιά μου. Και μου φαίνεται σωστό που κάνω αυτή την επιλογή. Ό μως, εγώ το επιλέγω, έτσι; Εγώ είμαι αυτός που αποφασίζει. Σύμφωνα με τις αρχές μου, είναι πιο σημαντικό να μπορώ να θρέψω τα παιδιά μου από το να ικανοποιήσω την επιθυμία μου να χουζουρεύω μέχρι αργά στο κρεβάτι. Αυτό μου φαίνε­ ται σωστό. Είναι δική μου απόφαση. Και ακριβώς επειδή είναι δική μου απόφαση, έχει αξία. Ένας από τους όρους της αυτοεξάρτησης, είναι ότι μέσω της άδειας που έχω δώσει στον εαυτό μου να είμαι αυθεντι­ κός, συνειδητοποιώ αυτομάτως ότι μου αξίζει οποιαδήποτε ανταμοιβή παρουσιάζεται, για τις σωστές αποφάσεις που παίρνω. Γιατί, ό,τι έκανα δεν ήταν υποχρέωσή μου, αλλά δική μου απόφαση^Μπορούσα να πάρω αυτήν ή την άλλη απόφα­ ση, συνεπώς, μου ανήκει ο έπαινος για την επιτυχία. Μου ανήκει η ευγνωμοσύνη σου για τη βοήθεια που σου προσφέρω, κυρίως αν συνειδητοποιείς ότι δέχτηκα να σε βο­ ηθήσω ενώ μπορούσα να αρνηθώ. Βέβαια, αν ο ευεργετούμενος είμαι εγώ, θα μου είναι ευ­ κολότερο και φτηνότερο να θεωρήσω ότι εκβίασα την απά­ ντησή σου, ότι δεν είχες επιλογή, δεν μπορούσες να αρνηθείς, ή ήταν υποχρέωσή σου να βοηθήσεις. Προφανώς, μου είναι πολύ πιο βολικό να θεωρώ ότι ο άλλος πρέπει να με φροντίσει. Είναι η περίπτωση των ισόβιων παιδιών. Τα παιδιά που δεν αποφασίζουν ποτέ να πάψουν να στη­ ρίζονται στους γονείς τους. Όσο βέβαιο είναι ότι υπάρχουν πολλοί γονείς που εγκλωβίζουν τα παιδιά τους για να μη μεγαλώσουν και να μπορούν έτσι να συνεχίζουν να ελέγχουν τη ζωή τους, άλλο τόσο ισχύει ότι δεν είναι λίγα τα παιδιά που εγκλωβίζουν τους 69

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ γονείς τους υποχρεώνοντάς τους να συνεχίζουν να παίρνουν αποφάσεις για λογαριασμό τους, για να μην αναλάβουν εκεί­ να την ευθύνη του εαυτού τους, να μην είναι εκείνα υπεύθυνα για τίποτε. Γιατί είναι πιο εύκολο και λιγότερο επικίνδυνο να διακινδυνεύουν άλλοι’ να πληρώνουν άλλοι τα σπασμένα. Ο δρόμος της αυτοεξάρτησης είναι ο δρόμος της ανάλη­ ψης της ευθύνης για τον εαυτό μας. Για να (3αδίσεις αυτόν τον δρόμο χρειάζεται: Να είσαι σε θέση να το κάνεις, να έχεις τα κατάλληλα εφόδια και να πάρεις την απόφαση. Δεν υπάρχει συγκεκριμένο μέρος για να προετοιμαστεί κα­ νείς για τον δρόμο. Θα ανακαλύπτουμε τους όρους και τις συνθήκες στη δι­ αδρομή. Θα βελτιώνουμε τα εφόδιά μας όσο προχωράμε. Θα παγιώνεται η απόφασή μας όσο περισσότερο δρόμο Αφήνουμε πίσω μας.

70

4 ΣΥΝΘΗΚΗ

ΧΑΙΡΕΤΩ ΤΟΝΒΟΥΔΑ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ μέσα σου. Μ ηορεί να μην το ξέρεις, μπορεί να μην είχες καν ονειρευτεί ότι είσαι τέλειος, ότι κανείς δεν μπορεί να είναι κάτι άλλο, ότι η κατάσταση του Βούδα είναι το επίκεντρο του είναι σου. Δεν είναι κάτι που πρό­ κειται να συμβεί στο μ έλ λ ον έχει ήδη συμβεί. Είναι η πηγή α π ’ όπου έρχεσαι. Είναι μαζί η αρχή και ο στόχος. Ερχόμαστε από το φως και βαδίζουμε προς το φως. Εσύ, όμως, κοιμάσαι βαθιά, δεν ξέρεις ποιος είσαι. Δεν είναι ότι πρέπει να γίνεις κάποιος, αλλά ότι πρέπει με έναν μοναδικό τρόπο να το αναγνωρίσεις, πρέπει να επιστρέ­ φεις στην πηγή σου, πρέπει να κοιτάξεις μέσα στον εαυτό σου. Αν έρθεις πρόσωπο με πρόσωπο με τον ίδιο σου τον εαυΖ τό, θα σου αποκαλυφθεί η κατάσταση του Βούδα που υπάρχει μέσα σου. Την ημέρα που καταφέρνει κανείς να δει μέσα του, φωτί^ ζεται ολόκληρη η ύπαρξη. Άσε την καρδιά σου να ξέρει πως είσαι τέλειος. Ξέρω ότι μπορεί να φαίνεται αλαζονικό, πολύ υποθετικό, δεν μπορείς να το πιστέψεις απόλυτα. Είναι φυσικό. Το κατα­ λαβαίνω. Ωστόσο^άσε να μπει μέσα σου σαν σπόρος. Γύρω από το γεγονός αυτό θ ’ αρχίσουν να συμβαίνουν πολλά πράγματα, και μόνο σε σχέση μ’αυτό το γεγονός θα μπορέσεις να κατανο­ ήσεις τις ιδέες αυτές^Είναι ιδέες πανίσχυρες, πολύ μικρές, πολύ συμπυκνωμένες, σαν τους σπόρους που σπέρνεις στο χωράφι. 71

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ

έχοντας όμως κατά νου αυτό το όραμα: ότι είσαι τέλειος, είσαι ένας Βούδας στην ακμή τον^είσαι δυνητικά ικανός να γίνεις κάτι τέτοιο, δεν λείπει τίποτα, όλα είναι έτοιμα, μένει μόνο να βάλεις τα πράγματα στη θέση τους. Είναι απαραίτητο να συν­ αισθάνεσαι λίγο περισσότερο. Το μόνο που χρειάζεται, είναι λίγη παραπάνω συναίσθηση... Ο θησαυρός είναι εδώ, χρειάζεται μόνο να έχεις μαζί σου μια μικρή λάμπα. Μόλις διαλυθούν τα σκοτάδια, θα πάψεις να είσαι ζητιά­ νος, θα είσαι ένας Βούδας. Θα είσαι βασιλιάς. Αυτοκράτορας. Όλο αυτό το βασίλειο είναι δικό σου και είναι εκεί για να το ζητήσεις. Φτάνει μόνο να το διεκδικήσεις. Δεν μπορείς όμως να το διεκδικήσεις αν πιστεύεις ότι είσαι ζητιάνος. Δεν μπορείς να το διεκδικήσεις, δεν μπορείς ούτε να ονει­ ρεύεσαι ότι θα το διεκδικήσεις, αν πιστεύεις ότι είσαι ζητιάνος. Η ιδέα αυτή ότι είσαι ζητιάνος, αδαής, αμαρτωλός, ακουγόταν σε κηρύγματα από άμβωνος τόσα χρόνια, ώσπου μετατράπηκε σε βαθειά ύπνωση εντός σου. Η ύπνωση αυτή πρέπει να διακοπεί. Για να την σπάσω, αρχίζω μ’ αυτόν τονχαιρετισμό: Χαιρετώ τον Βούδα που υπάρχει μέσα σου, OSHO Το πρώτο ορόσημο του δρόμου της αυτοεξάρτησης είναι η.

αγάπη για τον εαυτό μας, όπως την έλεγε ο Ζαν-Ζακ Ρουσό.( Η ικανότητά μου, δηλαδή, να αγαπώ τον εαυτό μου, αυτό που εμένα μου αρέσει να αποκαλώ, πιο ωμά: |)γιή εγωισμό. Αυτός, κατ’ επέκτασιν, περιλαμβάνει τον αυτοσεβασμό, την αυτο72

ΣΥΝΘΗΚΗ εκτίμηση και τη συναίσθηση της υπερηφάνειας γιατί είμαι αυτός που είμ α ι^ π ό τότε που^υκ?φφόρησε το βιβλίο μου Από την αυτοεκτίμηση στον εγ ω ισ μ έ ο κόσμος συνέχεια με ρωτάει: «Όμως, γιατί αυτό το λες εγωισμό... και με κάνεις να μην μπορώ να το δεχτώ;» Το λέω έτσι για να μην μπούμε στον πειρασμό να αποφύ­ γουμε αυτή τη λέξη, μόνο και μόνο γιατί έχει «κακή φήμη». Καμιά φορά, λέω: «Ωραία· πώς θέλετε να το πούμε; Πείτε το όπως θέλε­ τε. Θ έλετε να το πείτε καρέκλα; Πείτε το καρέκλα. Ωστόσο, κατά βάθος, ξέρετε ότι μιλάμε για εγωισμό». Γεγονός είναι ότι πρέπει να πάψετε να φοβάστε αυτή τη λέξη. Μην τη συγχέετε με συμπεριφορές άθλιες ή σκληρές, άπληστες ή μίζερες, μικροπρεπείς, ποταπές ή κακεντρεχείς. Αυτά, είναι άλλο πράγμα. Δε χρειάζεται να είσαι παλιάνθρωπος για να είσαι εγω­ ιστής. Δε χρειάζεται να είσαι μοιραίος για να είσαι εγωιστής. Μπορεί να είσαι εγωιστής και να έχεις τη διάθεση να μοι­ ραστείς πράγματα. Διαρκώς, επαναλαμβάνω το ίδιο. Μου δίνει τόση ευχαρίστηση να ικανοποιώ τα πρόσω­ πα που αγαπώ, και επειδή είμαι τόσο εγωιστής... δεν θέλω να στερηθώ... Δεν θέλω να στερηθώ τη δυνατότητα να προσφέρω ικα­ νοποίηση σ’ εκείνους που αγαπώ. Όμως, δεν το κάνω για κείνους, το κάνω για μένα. Αυτή είναι η διαφορά. 1. Π ροσεχώ ς στα ελληνικά, από τις εκδόσεις opera.

73

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Η διαφορά είναι ότι από τη θέση αυτή δεν μπορώ ποτέ να σκεφτώ πώς λειτουργεί αυτό που κάνω για τον άλλο. Εάν εγώ έκανα πράγματα για σένα, δεν θα μπορούσα να συνεχίσω να είμαι αυτοεξαρτώμενος. Δεν θα εξαρτιόμουν από μένα, αλλά από αυτό που εσύ χρειάζεσαι από μένα. Άρα... σιγά σιγά... γίνομαι εξαρτημένος. Και μόλις καταλάβω πως είμαι εξαρτημένος, καλά θα κάνω να το διορθώσω. Αν είμαι εξαρτημένος, υπάρχουν πράγματα που δεν μπο­ ρώ να επιτρέψω στον εαυτό μου να κάνει. Και αν αφήνω να μου συμβαίνει κάτι τέτοιο, ήα είναι για­ τί δεν θεωρώ ότι αξίζω, ή δεν με αγαπάω αρκετά. Ποτέ δεν κάνω κάτι για τους άλλους. Θα σκεφτεί κανείς ότι αυτή η κουβέντα ακούγεται πολύ εγωιστική. Κι εγώ πιστεύω ότι σίγουρα ακούγεται εγωιστι­ κή... γιατί είναι εγωιστική. Το θέμα είναι πως εδώ δεν πρόκειται για άθλιο και αχόρ­ ταγο εγωισμό, όπως έχουμε συνηθίσει να σκεφτόμαστε ότι είναι ο εγωισμός... Είναι ο εγωισμός εκείνων που αγαπούν τον εαυτό τους τόσο ώστε να ξέρουν πως είναι αξιόλογα άτομα... και έχουν πράγματα να δώσουν. Μερικές φορές, όταν τα λέω αυτά, νομίζουν ορισμένοι ότι μιλάω ενάντια στην ιδέα της αλληλεγγύης, ενάντια στη βοήθεια αλληλεγγύης. «Όταν μιλάς για αυτοεξάρτηση, μιλάς για το γνώθι σάυτόν, μιλάς για ελευθερία... άρα ο καθένας μπορεί να κάνει αυτό που θέλει, κι αν ο καθένας κάνει ό,τι γουστάρει... θα καταλήξει... να σκοτώσει τον γείτονά του...!» Κι εγώ απαντώ: αυτό το ζήτημα για το πού θα καταλήξει η πρόταση των ατομικών ελευθεριών, εξαρτάται από το ιδεο­ λογικό και φιλοσοφικό σημείο από το οποίο ξεκινάει κανείς. Υπάρχουν δύο φιλοσοφικές θέσεις που είναι τελείως 74

ΣΥΝΘΗΚΗ αντίθετες. Η μία, θεωρεί τον άνθρωπο κακό, βάναυσο, μο­ χθηρό, φαύλο και πιστεύει ότι το μόνο που περιμένει είναι μια ευκαιρία για να μπορέσει να εμπλακεί με τον πλησίον και να του πάρει αυτό που έχει. Η άλλη λέει όχ/ο άνθρωπος είναι καλός, έντιμος, αλληλέγγυος, τρυφερός και δημιουργικός, και, συνεπώς, αν τον αφήσουμε ελεύθερο να είναι αυτός που είναι, θα ανακαλύψει ό,τι είναι να ανακαλύψει, και τελικά θα γίνει το πιο γενναιόδωρο και το πιο πιστό από τα ζώα της δημιουργίας. Γιατί όταν είσαι ελεύθερος μπορείς να επιλέξεις να είσαι αλληλέγγυος παρόλο που ξέρεις ότι, στην πραγματικότητα, δεν το κάνεις για τον άλλο αλλά για σένα τον ίδιο. Αυτός είναι ο καλώς νοούμενος εγωισμός, όπως τον πε­ ριγράφω εγώ. Θέλω να ορίσω τον εγωισμό ως εκείνη την καθόλου αρεστή θέση, ότι προτιμώ τον εαυτό μου από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο. Η ιδέα ότι αν είμαι εγωιστής δεν πρόκειται να σκεφτώ κανέναν άλλον εκτός από τον εαυτό μου, σημαίνει ότι πι­ στεύω πως έχω έναν περιορισμένο χώρο για να αγαπώ, μια περιορισμένη ικανότητα να αγαπώ κάποιον και επομένως, αν γεμίσω τα πάντα με τον εαυτό μου, δεν μένει χώρος για τους άλλους. Η ιδέα αυτή είναι όχι μόνο παράλογη, αλλά και απολύτως απατηλή. Δεν υπάρχει περιορισμός στην ικανότητά μου να αγαπώ, δεν έχω όρια στην αγάπη, επομένως είμαι ικανός να αγαπώ πάρα πολύ τον εαυτό μου και να αγαπάω και τους άλλους πάρα πολύ. Πράγματι, από ψυχολογική άποψη, είναι αδύνατον να μπορέσω να αγαπήσω κάποιον αν δεν αγαπώ τον εαυτό μου. Αυτός που λέει ότι αγαπάει πολύ τους άλλους και λίγο τον εαυτό του, ψεύδεται στη μία από τις δύο περιπτώσεις. Ή 75

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ δεν είναι σίγουρο ότι αγαπάει πολύ τους άλλους, ή δεν είναι σίγουρο ότι αγαπάει λίγο τον εαυτό του. .1 αγάπη για τους άλλους γεννιέται και τρέφεται ξεκι­ νώντας από την αγάπη προς τον εαυτό μου, κι έχει να κάνει με τη δυνατότητα να βλέπω τον εαυτό μου μέσα στον άλλον Η ιδέα του «αγάπα τον πλησίον σου ως σεαυτόν», που συνδέεται με τις δύο θρησκείες, την εβραϊκή και τη χριστια­ νική, από τις οποίες προέρχεται η κουλτούρα μας, είναι στό­ χος, ένας σκοπός-αξίωμα. Όχι να αγαπάς «περισσότερο» από τον εαυτό σου. Να αγαπάς «όπως» τον εαυτό σου. Αυτό είναι το μέγιστο που μπορεί κανείς να επιδιώξει. Υπάρχει μια ιστορία για ένα κορίτσι που το λέγανε Ερνεστίνα.

Η Ερνεστίνα ζούσε σ ’ ένα αγρόκτημα στην εξοχή. Μια μέρα, ο πατέρας της της ζητάει να μεταφέρει ένα βαρέλι γεμάτο καλαμπόκι στη σιταποθήκη μιας γειτόνισσας. Παίρνει η Ερνεστίνα ένα ξύλινο βαρέλι, το γεμίζει με καλαμπό­ κι μέχρι πάνω, καρφώνει το καπάκι και το δένει για να το κρε­ μάσει από τους ώμους σαν σακίδιο. Αφού στερεώνει τα λουριά, ξεκινάει για τη γειτονική σιταποθήκη. Στο δρόμο συναντάει διάφορους αγρότες. Κάποιοι βλέ­ πουν ότι το βαρέλι έχει μια τρύπα και πέφτουν σπόροι από εκεί σχηματίζοντας μια γραμμή στον δρόμο, χωρίς να έχει καταλ ά­ βει τίποτα η Ερνεστίνα. Ένας φίλος του πατέρα της, με νοή­ ματα, προσπαθεί να της εξηγήσει το πρόβλημα, εκείνη όμως νομίζει ότι τη χαιρετάει, οπότε του χαμογελάει κι αυτή και του κουνάει το χέρι φιλικά. Τότε, οι άλλοι αγρότες της φωνάζουν όλοι μαζί: «Το καλαμπόκι χύνεται!» Η Ερνεστίνα γυρίζει να δει το δρόμο, αλλά καθώς τα που­ 76

ΣΥΝΘΗΚΗ

λιά αρπάζουν κάθε σπόρο πριν καλ ά καλά πέσει κάτω, δεν βλέπει τίποτε, νομίζει πως οι γείτονες της κάνουν πλάκα και συνεχίζει το δρόμο της. Λίγο πιο κάτω, πάλι της φωνάζει ένας χωρικός: «Ερνεστίνα! Ερνεστίνα! Σου χύνεται το καλαμπόκι, το τρώνε τα πουλιά!...» Η Ερνεστίνα γυρίζει και βλέπει τα πουλιά που φτερουγίζουν πάνω από τον δρόμο, αλλά ούτε ένα σπόρο καλαμποκιού. Έτσι, συνεχίζει τον δρόμο της με το καλαμπόκι να χύνεται από την τρύπα τον βαρελιού. Όταν φτάνει η Ερνεστίνα στον προορισμό της και ανοίγει το βαρέλι, βλέπει πως ακόμη είναι το ίδιο ξέχειλο από σπόρους όπως όταν ξεκίνησε. Μπορεί κανείς να σκεφτεί ότι αυτή είναι απλώς μια παραβο­ λή για να παρακινήσει τους τσιγκούνηδες να δώσουν, να τους απαλλάξει από το φόβο τους για το κενό, κι ότι η ιστορία αυτή είναι απλώς αλληγορική. Οπωσδήποτε|όσον αφορά την αγάπη, δεν αδειάζω ποτέ όταν αγαπώ. Είναι ψέμα πως δίνοντας πάρα πολλά μπορεί να μείνω χωρίς τίποτε. Είναι ψέμα ότι πρέπει να έχω πλεόνασμα αγάπης για να μπορώ να αγαπώ. Η Ερνεστίνα είναι ο καθένας από μας. Και το καλαμπόκι είναι το πόσο μπορεί ο καθένας να αγαπάει. Το ανεξάντλητο απόθεμα αγάπης. Που σημαίνει: Δεν πρόκειται να μείνουμε χωρίς καλαμπόκι για τα που­ λιά αν θέλουμε να φτάσουμε με όλο μας το καλαμπόκι στη σιταποθήκη. 77

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Ούτε πρόκειται να μείνουμε χωρίς καλαμπόκι για μας αν δώσουμε στα πουλιά. Δεν πρόκειται να μείνουμε χωρίς τη δυνατότητα να αγα­ πάμε τους άλλους, αν αγαπάμε τον εαυτό μας. Πράγματι, πρέπει να δίνουμε ανεξάντλητα, και το βαρέ­ λι μας θα είναι πάντα γεμάτο, γιατί έτσι λειτουργεί η καρδιά μας, έτσι λειτουργεί το πνεύμα μας, έτσι λειτουργεί η ουσία του καθενός μας.| Όπως και να’ ναι, αν υποθέσουμε ότι έχω το γνώθι σαυτόν, απελευθερώνομαι και αγαπώ τον εαυτό μου... Αυτό δεν με αφήνει στις παρυφές της αλληλεγγύης; Για μένα, υπάρχουν τουλάχιστον δύο τύποι αλληλεγ­ γύης. Μια αλληλεγγύη που την αποκαλώ της μετάβασης και μια άλλη που την αποκαλώ της επιστροφής. Γιατί είμαι σίγουρος ότι υπάρχουν δύο τρόποι για να βοηθάω τον πλη­ σίον. Στην αλληλεγγύη της μετάβασης, αυτό που συμβαί­ νει είναι ότι βλέπω τον άλλο που δεν έχει, βλέπω τον άλλο που υποφέρει, βλέπω τον άλλο που θρηνεί, και κάτι γίνεται μέσα μου. Για παράδειγμα, αυτό που γίνεται μέσα μου είναι ότι συνειδητοποιώ πως θα μπορούσα να είμαι στη θέση του και ταυτίζομαι μαζί του, φοβάμαι μήπως μου συμβεί αυτό που συμβαίνει και σ’ εκείνον, οπότε, τον βοηθάω. Η βοήθεια αυτή προκύπτει από τον φόβο που προέρχε­ ται από την ταύτιση και λειτουργεί ως μαγική προστασία που τη δικαιούμαι γιατί υπήρξα αλληλέγγυος. Αυτή είναι μια αλ­ ληλεγγύη εξορκισμού. Μια βοήθεια «ανιδιοτελής» που, στην πραγματικότητα, προσφέρω σ’ εμένα" όχι στον άλλον| Κοντινός συγγενής αυτής της αλληλεγγύης είναι η ενο­ χική αλληλεγγύη. Αυτή γεννιέται από την κακή μήτρα κά­ ποιων φιλανθρωπικών ιδεών... Όταν βλέπω αυτόν που πονάει και υποφέρει, μια απαίσια σκέψη περνάει από το μυαλό μου 78

ΣΥΝΘΗΚΗ χωρίς να μπορώ να την αποφύγω; «Ευτυχώς που είσαι εσύ σ’ αυτήν την κατάσταση και όχι εγώ». Και αποφασίζω να βοηθήσω γιατί δεν αντέχω την αυτο­ κατηγορία που προέρχεται από τη σκέψη αυτή. " Άλλος λόγος μετάβασης είναι ότι πιστεύω σ’ ένα είδος νόμου της ανταπόδοσης. Αυτό λέει ότι, σ’ αυτήν την περί­ πτωση, όταν σου δίνω κάτι, στην πραγματικότητα μου επιστρέφεται Ε ΙΣ ΔΙΠ Λ Ο Υ Ν ., Υπάρχουν άνθρωποι που υποστηρίζουν με σιγουριά ότι δίνουν γιατί έτσι θα πάρουν. Είναι η αλληλεγγύη της επέν­ δυσης. Αυτό δεν σημαίνει ότι αποκλείεται να συμβεί ή δεν πρέπει να γίνεται κάτι τέτοιο, οπωσδήποτε όμως είναι κίνη­ τρο μετάβασης. Υπάρχει επίσης μια υπάκουη αλληλεγγύη, που προέρχε­ ται από αυτά που μου έμαθε η μαμά μου: ότι πρέπει να μοι­ ράζομαι, να μην είμαι εγωιστής και να δίνω... Έτσι ικανοποιώ τη μαμά μου, τον εφημέριο της ενορίας, ή τον δάσκαλό μου. Λαμβάνω υπόψη τα λόγια τους, δεν ξέρω αν τα πιστεύω, αυτά πάντως που μου έμαθαν, εγώ τα κάνω πράξη. Λεν κάθισα ποτέ να σκεφτώ αν είναι αυτό που θέλω να κάνω. Ξέρω μόνο πως πρέπει να το κάνω, και το κάνω. Αυτή είναι η ιδεολογική αλληλεγγύη, η πιο ηθική και ηθικολογική, οπωσδήποτε όμως είναι αλληλεγγύη μετάβασης. Τέλος, υπάρχει μια αλληλεγγύη την οποία αποκαλώ αλληλεγγύη του «σήμερα εσύ, αύριο εγώ». Είναι αυτή που σκέφτεται να εξασφαλίσει το μέλλον. Επειδή φοβάμαι το φα­ νταστικό μαύρο μέλλον, εξασφαλίζω ότι, αν έρθουν έτσι τα πράγματα, κάποιος θα είναι αλληλέγγυος μ’ εμένα, όταν εγώ θα βρίσκομαι στη θέση εκείνου που υποφέρει. Όποια κι αν είναι η περίπτωση —του εξορκισμού, η ενο­ χική, της επένδυσης, της υπακοής, ή του «σήμερα εγώ για σένα, αύριο εσύ για μένα»—, πρόκειται για μια αλληλεγγύη 79

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ μετάβασης που δεν έχει, βεβαίως, καμία σχέση με τον αλτρουισμό. Ωστόσο, έρχεται μια στιγμή... μια στιγμή που ανακαλύ­ πτω την ιστορία της Ερνεστίνας. Τι ανακαλύπτω στην ιστορία της Ερνεστίνας; Ανακαλύπτω ότι δεν κινδυνεύω να βρεθώ σ’ αυτήν τη θέση, γιατί αν δίνω δεν ίιένω άδειος· ό τι ούτε είμαι ούτε και θα γίνω ποτέ σαν αυτούς που παίρνου_ν αυτό που τους προ­ σφέρω' ότι δεν αισθάνομαι ένοχος που έχω όσα έχω κι ότι δεν χρειάζομαι παραπάνω απ’ όσα έχω και, τέλος, ότι δεν δίνω σημασία σ ’ αυτά που λένε οι άλλοι ότι θα έπρεπε να κάνω. Τώρα ξέρω ότι μπορώ να επιλέξω να δώσω ή να μη δώσω. Οπότε, φτάνω στο σημείο όπου όλα αυτά δεν είναι πια... σημαντικά. Κατακτώ αυτό που ονομάζω αντοεζάρτηση. Εδώ ανακαλύπτω πως η αξία μου δεν εξαρτάται από το βλέμμα του άλλου. Και είμαι με τους άλλους, όχι για να ζητιανέψω την επι­ δοκιμασία τους, αλλά για να βαδίσουμε μαζί ένα κομμάτι του δρόμου. Ανακαλύπτω την αγάπη, και μαζί μ’ αυτήν, την ευχαρί­ στηση να μοιράζομαι. Εδώ εμφανίζεται η δεύτερη δυνατότητα να είμαι αλλη­ λέγγυος. Εδώ συναντώ κάποιον που υποφέρει και ανακαλύπτω την ευχαρίστηση να δίνω. Και δίνω για την ευχαρίστηση που μου δίνει το να δίνω. Αυτή είναι η αλληλεγγύη του δρόμου της επιστροφής. Ο Βασιλιάς ηάει στον κήπο του και βλέπει πως τα δέντρα, οι

θάμνοι και τα λουλούδια του ξεραίνονται. 80

ΣΥΝΘΗΚΗ

Η Βελανιδιά τού λέει ηως ξεραίνεται γιατί δεν μπορεί να είναι τόσο ψηλή όσο το Πεύκο. Γυρίζει προς το Πεύκο και το βλέπει πεσμένο κάτω γιατί δεν μπορεί να κάνει σταφύλια όπως το Αμπέλι. Και το Αμπέλι ξεράθηκε γιατί δεν έκανε λουλούδια σαν την Τριανταφυλλιά. Βλέπει την Τριανταφυλλιά να κλαίει γιατί δεν είναι γερή και δυνατή σαν τη Βελανιδιά. Και ξάφνου, βλέπει ένα φυτό, μια Φρέζια, γεμάτη άνθη και πιο δροσερή από ποτέ. Τη ρω τάει ο βασιλιάς: «Πώς γίνεται και αναπτύσσεσαι τόσο καλά μέσα σ ’ αυτόν τον μαραμένο και θλιβερό κήπο;» Το λουλούδι τού απαντάει: «Δεν ξέρω. Ίσως γιατί υπέθετα πάντα ότι, όταν με φύτε­ ψες, ήθελες φρέζιες. Αν ήθελες Βελανιδιά ή Τριανταφυλλιά, θα είχες φυτέψει Βελανιδιά ή Τριανταφυλλιά. Εκείνη τη στιγμή είπα μέσα μου: Θα προσπαθήσω να είμαι Φρέζια όσο μπορώ καλύτερα.» Τώρα, είναι η σειρά σου. Είσαι εδώ για να προσφέρεις την ευ­ ωδιά σου. Κοιτάξου, απλώς, στον καθρέφτη. Δεν γίνεται να είσαι άλλος άνθρωπος. Μπορείς να χαίρεσαι και να ανθίζεις ποτισμένος με την αγάπη για τον εαυτό σου, ή να μαραίνεσαι καταδικασμένος από εσένα τον ίδιο.

81

5 ΕΦΟΔΙΑΣΜ ΟΣ

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΠΕΧΘΕΣ σημείο εκκίνησης αυτού του τμήματος του δρόμου. Λέξη βαριά και δύσκολη —αν μπορεί να υπάρχει τέτοια λέξη—, που παραπέμπει στην περιφρό­ νηση, τον ρατσισμό και την περιθωριοποίηση των άλλων. Ασφαλώς, αυτή δεν είναι η μόνη σημασία που έχει η λέξη, και δεν είναι αυτή η σημασία με την οποία τη χρησιμο­ ποιώ εδώ. Μιλάω για διάκριση όσον αφορά στη συνείδηση της διαφορετικότητας. Που σημαίνεΐ|^την ικανότητα να δια­ κρίνω, ή αν ακούγεται λιγότερο προσβλητικό, να ξεχωρίζω τον εαυτό μου από τους άλλους που δεν είναι εγώ. Να ξέρω πως υπάρχει διαφορά ανάμεσα σ’ αυτό που απο­ καλώ ε^ώ και το μη-εγώ. Ότι εσύ είσαι αυτός που είσαι, και εγώ είμαι αυτός που είμαι. Ότι μοιάζουμε, αλλά δεν είμαστε το ίδιο. Δεν είμαι το ίδιο μ’ εσένα, εγώ είμαι άλλο. Δεν είμαι πανομοιότυπος μ’ εσένα κι εσύ δεν είσαι πανο­ μοιότυπος μ’ εμένα. Είμαστε διαφορετικοί. Μερικές φορές, πολύ διαφορετι­ κοί. ίίΑυτό ονομάζω συνείδηση διαφορετικότητας ή ικανό­ τητα αυτοδιάκρισηςί Και πρέπει να ξεκινήσω απ’ αυτό το σημείο, γιατί έτσι άρχισε η ιστορία μας. 83

ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΪ Γεννηθήκαμε πιστεύοντας ότι το σύμπαν απότελεί μέ­ ρος του εαυτού μας, σε μια απόλυτα συμβιωτική σχέση, χωρίς να έχουμε την παραμικρή ιδέα των ορίων μεταξύ του εσω τε­ ρικού και του εξωτερικού. Στη διάρκεια αυτής της «συγχώνευσης» —όπως τη λέει ο Γουίνικοτ— η μαμά, η κούνια, τα παιχνίδια, το δωμάτιο και το φαγητό δεν ήταν για μας παρά άρρηκτη προέκταση του σώματός μας. Δεν ήταν ανάγκη να μας μάθει κανένας άμεσα —λέει ο Γουίνικοτ—, ότι «η έμφυτη ικανότητα ανάπτυξης και ωρίμαν"σης» με την οποία γεννιόμαστε, θα μας φέρει αντιμέτωπους μ’ έναν βαθύ πόνο, τον πρώτο ίσως πόνο της ζωής μας: τη συνειδητοποίηση, στην πρώιμη ηλικία των επτά ή οκτώ μηνών, ότι η συγχώνευση εκείνη δεν ήταν παρά μια ψευδαίσθηση. Η μαμά δεν παρουσιαζόταν απλώς και μόνο γιατί την ήθελα, το στήθος που ζητούσα δεν εμφανιζόταν μόλις το σκεφτόμουν, η τροφή δεν ήταν πάντα διαθέσιμη. Αναγκαστήκαμε να δεχτούμε ως δεδομένο, ενάντια στη ναρκισσιστική μας επιθυμία, ότι ανάμεσα σ’ εμάς και τα πά­ ντα γύρω μας υπήρχε μια απόσταση, ένα φράγμα, ένα όριο, υλοποιημένο σ ’ αυτό που μάθαμε μετά να ονομάζουμε το δέρμα μας. Μάθαμε, χωρίς να το θέλουμε, τη διαφορά ανάμεσα στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Μάθαμε να διακρίνουμε ανάμεσα στη φαντασία και την πραγματικότητα. Μάθαμε να ελπίζουμε και, βέβαια, να αντέχουμε τη μα­ ταίωση. Περάσαμε από την αδιαχώριστη και απατηλά παντοδύ1. Donald Woods W innicott, (1896-1971). Αγγλος παιδοψυχίατρος και ψυχαναλυτής. (Σ.τ.Μ.)

84

ΕΦΟΔΙΑΣΜΟΣ ναμη σχέση στον αυτοδιαχωρισμό και τη διαδικασία εξατομίκευσης. Όταν είμαι σε θέση να με ξεχωρίζω, αρχίζω σταδιακά να κατασκευάζω αυτό που οι ειδικοί λένε ταυτότητα, εαυτό, εγώ. Μαθαίνω να μη με συγχέω με τον άλλον, να μη νομίζω πως ο άλλος νιώθει ή πρέπει να νιώθει αναγκαστικά το ίδιο μ’ εμένα. Οι άλλοι δεν σκέφτονται, ούτε είναι υποχρεωμένοι να σκέφτονται όπως εγώ/Ο άλλος δεν υπάρχει στον κόσμο για να ικανοποιεί τις επιθυμίες μου, ούτε για να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες μου. Διαχωρισμένος, επιβεβαιώνω οριστικά πως εγώ είμαι εγώ κι εσύ είσαι εσύ., Τότε μπορώ να προχωρήσω σ’ αυτόν τον δρόμο και να πάρω την κατεύθυνση της αυτογνωσίας. Και λέω να πάρω την κατεύθυνση, όχι να κατακτήσω. Γιατί, το να ξέρω πως εσύ δεν είσαι εγώ κι εγώ δεν είμαι εσύ δεν αρκεί για να ξέρω ποιος είμαι. Η αυτοδιάκριση είναι απα­ ραίτητη, αλλά δεν ψτάvεj[. Πρόσβαση στην αυτογνωσία Η αυτογνωσία συνίσταται προπάντων στη δουλειά με τον εαυτό μου για να καταφέρω να ανακαλύψω — μάλλον, παρά να κατασκευάσω— ποιος είμαι, να ξεκαθαρίσω ποια είναι τα δυνατά μου σημεία και ποιες οι αδυναμίες μου, τι μου αρέσει και τι δεν μου αρέσει, τι είναι αυτό που θέλω και τι αυτό που δεν θέλω. Το
View more...

Comments

Copyright ©2017 KUPDF Inc.
SUPPORT KUPDF