o Diashmos Asimos

September 4, 2017 | Author: Stauros | Category: N/A
Share Embed Donate


Short Description

Download o Diashmos Asimos...

Description

Ο Διάσημος Νικόλας Άσιμος

Ο Δημήτρης Μπαγέρης κατάγεται από την Αρκαδία. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και σε μεταπτυχιακό επίπεδο Διοίκηση Επιχειρήσεων και Οργανισμών. Από νεαρός φοιτητής άρχισε να συγκεντρώνει υλικό για τη λεγόμενη γενιά του '30 και ιδιαιτέρως για τον ζωγράφοποιητή Νίκο Εγγονόπουλο. Εργασίες του για τον Εγγονόπουλο αλλά και συνομιλίες του με ανθρώπους της μουσικής, του θεάτρου και του πνεύματος έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά («Καθημερινή», «Οδός Πανός», «Νέα Σκέψη», «Best Seller», «Διαβάζω» «Γράμματα και Τέχνες»). Το 1997 με δική του επιμέλεια κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις «Οδός Πανός» το πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Δημήτρης Χορν» που ήταν βασισμένο πάνω σε υλικό που αναζήτησε επί σειρά ετών στα ράφια των' παλαιοβιβλιοπωλείων. Το βιβλίο «Δημήτρης Χορν» είναι ένα αφιέρωμα στη θεατρική και κινηματογραφική πορεία του τελευταίου ευπατρίδη του θεάτρου μας.

Το © των κειμένων που φιλοξενούνται σ' αυτό το βιβλίο ανήκει στις εφημερίδες και στους δημοσιογράφους που τα υπογράφουν. Το © των τραγουδιών και των κειμένων του Νικόλα Άσιμου στους κληρονόμους του. Στο εξώφυλλο ο Νικόλας Άσιμος σε φωτογραφία που μας δόθηκε από τον αδελφό του.

Πρώτη έκδοση:Απρίλιος 1999 Δεύτερη έκδοση, με αλλαγές και διορθώσεις:Μάϊος 1999

ISBN 960-7716-37-X Ο διάσημος Νικόλας Άσιμος © 1999 Δημήτρης Μπαγέρης και Εκδόσεις Οδός Πανός

Περιοδικό & Εκδόσεις Οδός Πανός και Εκδόσεις ΣΙΓΑΡΕΤΑ Διδότου 39, 106 80 Αθήνα. Τηλ.-Fax 3616782

Δημήτρης Μπαγέρης

Ο διάσημος

Νικόλας Άσιμος Σχέδια του Χρήστου Μήτσικα

ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ

Σχέδια: Του ζωγράφου και Βαλκανιονίκη Μαραθωνοδρόμου Χρήστου Μήτσικα. Σημείωση: Ο Νικόλας Άσιμος υπήρξε αθλητής του στίβου και έλαβε μέρος σε αθλητικούς αγώνες. Ευχαριστίες: Στον κύριο Δημήτριο Ασημόπουλο για τις πολύτιμες πληροφορίες που μου παρέδωσε, τις φωτογραφίες και τα χειρόγραφα ποιήματα του αδελφού του Νικόλα Άσιμου. Στο ζωγράφο Χρήστο Μήτσικα για την ευγενική προσφορά των σχεδίων του. Στην κυρία Δέσποινα Μπόγρη για τη συμβολή της. Στην κυρία Δέσποινα Λοΐζου για τη βοήθεια της στην αναζήτηση των δημοσιευμάτων των εφημερίδων.

Με την κόρη του Λίλλιαν-Κυριακή

«... οι Δον Κιχώτες παν μπροστά κι οι Σάντσοι ακολουθάνε» Κ. Ουρανής

Αυτός ο Επαναστάτης της πλατείας Εξαρχείων πρέπει κάποτε να δικαιωθεί. Αφού σήκωσε στους ώμους του τη χλεύη όλων εκείνων που «συσχέτιζαν κουτά» έπραξε τελικά ό,τι ο ίδιος πίστευε. Κόντρα σε όλους και για όλα: Με το όποιο κατεστημένο: Καλλιτεχνικό, πολιτικό, κοινωνικό, στρατιωτικό. Αντιστάθηκε αταλάντευτα γιατί ήταν πραγματικά Ελεύθερος. Δέκα χρόνια μετά το θάνατο του πρέπει να σκύψουμε και να ερευνήσουμε αυτή την Ελεύθερη προσωπικότητα που καθημερινά πυρπολούσε την ψυχή του για να φωτίζει τις ιδέες του. Τι εκόμισε στην τέχνη ο Νικόλας Άσιμος; Τι εκόμισε στην Ποίηση και στο Τραγούδι; Γιατί τόση υπερβολή στο λόγο και στην Πράξη προκειμένου να προφέρει δύο τρεις λέξεις: ΘΕΛΩ ΝΑ ΕΙΜΑΙ ΑΠΟΛΥΤΑ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ. Το πέτυχε; Κι αν πέτυχε, η απόλυτος Ελευθερία συνεπάγεται χίλιες μύριες αισθητικές τουλάχιστον επιπτώσεις; Απέτυχε; Ποιοι τον οδήγησαν στην αποτυχία; Όλα μοιάζουν ένα κουβάρι χωρίς αρχή και τέλος. Ένα είναι το βέβαιο. Πως πέρασε από τον τόπο μας 9

ένας σύγχρονος Δον Κιχώτης. Λίγοι τον άκουσαν και λιγότεροι τον κατάλαβαν. «Μιλούσε μιαν άλλη γλώσσα...». Ποια όμως; Του υπερρεαλισμού, του Ντα-νταϊσμού, των «Κροκανθρώπων» όπως δήλωνε; Ή η γλώσσα του — και η συμπεριφορά του — ήταν η συνισταμένη όλων των σχετικών — ισμών; Το τελευταίο χρονικό διάστημα — λίγο πριν αποφασίσει την Έξοδο του από τη ζωή — περιφερόταν στην Πλατεία. Δεν μιλούσε και έμοιαζε σαν τον Απολλώνειο τον Τυανέα στην πενταετή σιωπή. Ύστερα έφυγε από τη ζωή. Αναζήτησε Κροκανθρώπους. Τους βρήκε; Ποιος ξέρει. Υπάρχουν; Ή ήταν ο μόνος αυτού του απροσδιόριστου για τους πολλούς είδους; Ας αρχίσουμε την ψηλάφηση του έργου του, όχι γιατί ψάχνουμε κάπου να κατατάξουμε τον Νικόλα Άσιμο, αλλά για να βρούμε συνειδητά πώς καταλήγει στην αναζήτηση των «Κροκανθρώπων». Το Σουρρεαλιστικό Μανιφέστο (1924), ένα πύρινο και αλαζονικό βιβλιαράκι, δίνει στη λέξη ΣΟΥΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ τον ακόλουθο ορισμό: ΣΟΥΡΡΕΑΛΙΣΜΟΣ, ουσ. αρ. Καθαρός ψυχικός αυτοματισμός που χρησιμοποιείται για να εκφραστεί προφορικά, γραπτά ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, η πραγματική λειτουργία της σκέψης. Υπαγόρευση της σκέψης έξω από κάθε έλεγχο της λογικής και πέρα από κάθε αισθητική ή ηθική μέριμνα. Θα σπεύσουν μερικοί να πουν πως ταιριάζει απόλυτα στον Άσιμο. Κι αν ακόμα βάλουν δίπλα-δίπλα κάποιες 10

σελίδες από τα La Revolution Surrealiste, με δικά του γραπτά (που τα υπέγραφε μόνος ή με άλλους) τότε θα τον χαρακτηρίσουν σουρρεαλιστή. Προσοχή όμως. Θα τους ξεγελάσει. «Κύριε Πρύτανι Μέσα στο κενό ντεπόζιτο "Σκέψη" οι ακτίνες του πνεύματος σαπίζουν σαν να ήταν σκουπίδια... ...Μες από το κόσκινο των πτυχίων σας περνάει μια νεολαία μαραζωμένη...» Έγραφε ο Αντωνέν Αρτώ το έτος 1925. Από το La Revolution Surrealiste, τεύχος 2, Γενάρης 1925. «... Η έννοια της φυλακής, η έννοια του στρατώνα, είναι σήμερα κοινοί τόποι - αυτά τα τερατουργήματα δε σας κάνουν καμιά εντύπωση πια. Η εξαχρείωση βρίσκεται στην απάθεια εκείνων που παρέκαμψαν το πρόβλημα με διάφορες ηθικές και σωματικές υποχωρήσεις (τιμιότητα, αρρώστια, πατριωτισμός). Μόλις συνειδητοποιηθεί η κατάχρηση που αποτελούν από τη μια μεριά η ύπαρξη τέτοιων μπουντρουμιών και από την άλλη ο εξευτελισμός, ο υποβιβασμός που επιφέρουν αυτά τόσο σ' εκείνους που τα γλιτώνουν όσο και σ' εκείνους που μαντρώνουν — και υπάρχουν, όπως φαίνεται, ανισόρροποι που προτιμάνε το κελί ή το θάλαμο από την αυτοκτονία — μόλις επιτέλους συνειδητοποιηθεί αυτό, καμιά συζήτηση δε θα χωράει πια, καμιά υπαναχώρηση. Ιερή ενότητα μπρος στα μαχαίρια ή τα πολυβόλα11

πώς είναι δυνατό να επικαλούμαστε ακόμα αυτό το ξοφλημένο επιχείρημα; Στείλτε στα σπίτια τους στρατιώτες και κατάδικους. Η ελευθερία σας; Δεν υπάρχει ελευθερία για τους εχθρούς της ελευθερίας. Δεν πρόκειται να γίνουμε συνεργοί δεσμοφυλάκων...» Τον Οχτώβρη του 1967 ο Άσιμος θυμάται την υποδοχή των πρωτοετών στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης. « . . . Ο έτσι ήταν φοιτητής. Φοιτητής στη Σαλονίκη. Κι ήτανε διχτατορία. Τότε που δεν κουνιότανε ακόμα φύλλο. '69, '70. Διχτατορία μαλακή στους φοιτητές και δωρεάν παιδεία. Ο έτσι δε γουστάρει το φοιτητηλίκι. Τώρα πώς βρέθηκε να είναι φοιτητής. Άλλο κεφάλαιο αυτό. Ο έτσι έπαθε γαστρορραγία. Δεν ήταν που τον λέγανε χαφιέ. Κι ας είχε καταλάβει τα υπόγεια του κεντρικού κτιρίου της Φιλοσοφικής... Εκείνο το ρημάδι με το "Μούσαις χαρίσι θύε" απόξω, που ήταν η ποιητική φράση που απάγγειλε ο Υπουργός Γκαντώνας, που μαζί με τη λέξη "τσαρούχ ι α " ξεσήκωσε τις διθυραμβικές ζητωκραυγές όλων μα όλων των παριστάμενων ασφυκτικώς στο αμφιθέατρο, Οχτώβρη '67, υποδοχή πρωτοετών θυμάμαι. Είπαμε, διχτατορία μαλακή και πίστη στην παιδεία. Ο έτσι ήταν έτσι κι είχε καταλάβει τα υπόγεια και τα 'χε αφήσει ανοιχτά στους πάντες. Και κάνανε ανοιχτές πρόβες με τά πάντα. Λίγο Ντα-Ντα και Χα χωρίς να ξέρουν το Ντα-Ντα...» 12

Ντα-ντα: Ιδού μια ιστορία που προϋπήρξε του σουρρεαλισμού και ο Άσιμος την αναφέρει μια δυο φορές στο βιβλίο του. Πρέπει να το συνδυάσουμε το γεγονός με τον σουρρεαλισμό και να καταλήξουμε σε ασφαλή συμπεράσματα; Ασφαλώς όχι. Ας διαβάσουμε τον Άσιμο στο Exarchia Square Band. Η τρίτη βραδυά είναι αφιερωμένη στους κρατούμενους.

13

«EXARCHIA SQUARE BAND

ΣΑΣ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΗ ΧΑΡΗ ΝΑ ΞΑΝΑΠΑΙΞΟΥΜΕ!!! ΤΡΕΙΣ ΒΡΑΔΙΕΣ ΣΤΗΝ ΠΛΑΚΑ: Studio «Λήδρα» Κέκροπος 12 ΔΕΥΤΕΡΑ - ΤΡΙΤΗ - ΤΕΤΑΡΤΗ 9, 10, 11 Απρίλη ώρα 9 μ.μ. Αργά Η τρίτη βραδιά αφιερώνεται στους κρατούμενους σε: φυλακές, ψυχιατρεία, αναμορφωτήρια, σε ιδρύματα που παίρνουν τα παιδιά, και σε μαντριά (σχολεία), χοιροστάσια (στρατό), βουστάσια (κόμματα). ΓΙΑΤΙ ΠΑΜΕ ΣΤΗΝ ΠΛΑΚΑ Το ψευτολαϊκό ψευτοαντάρτικο ξευτίζει. Οι βιομηχανικοί σουπερστάρ του λαϊκού μας πενταγράμμου ξεφουσκώνουν. Ο Σαββόπουλος δίνει στο κατεστημένο το άλλοθι ότι υπάρχει δήθεν ελευθερία της έκφρασης και επαναστατική κουλτούρα μέσα από τα καταναλωτικά κανάλια. Τα δε ροκ γκρουπάκια είναι απομιμήσεις των ξένων, χωρίς τον πηγαίο αυθορμητισμό και τη γνησιότητα του παλιού ροκ και του πανκ-ροκ, που τη βγήκανε στα ίσια πριν γίνουν μπλουζάκια (όπως ο Τσε Γκεβάρα κ.τ.λ...). Για όλα αυτά, μιας και στην Πλάκα υπάρχουν έτοιμοι χώροι αδειανοί ενώ αλλού δεν υπάρχουν ή είναι πολύ δύσκολο (...χρειάζονται εξοπλισμό, άδειες, χρήματα)... την 14

πέφτουμε για να καταλάβουμε ένα χώρο για ορμητήριο όλων των περιθώριων και παραμεθώριων καλλιτεχνών των όξω απ' το κοπάδι, ένα στέκι στα μέτρα τα δικά μας όπου ο καθένας θα μπορεί να συμμετέχει, να εκφράζεται χωρίς λογοκρισία και με φτηνό ποτό. Αργότερα βλέπουμε... Exarchia Square Band.» To 1926 ο Τανγκύ, ο Ραίη, ο Μορίζ και ο Μιρό ζωγράφισαν ένα σχέδιο από κοινού. Ενιαία ζωγραφική. Κάπως έτσι μοιάζει και η παρουσία του Νικόλα Άσιμου στην Τέχνη και στη ζωή. Αυτή η ζωγραφιά είχε τίτλο «Το Εξαίσιο πτώμα». Χρόνια αργότερα, το 1981, όταν θα έβγαζε το βιβλίο του ο Ν. Άσιμος στην πρώτη του σελίδα — μάλιστα στην πρώτη σελίδα, έγραψε: « Μ Ε Ρ Ο Σ Α' Σκόρπια ποιηουργήματα και ιστορίες Αν θέλετε να ψάξετε το πτώμα που κείται ενθάδε Άδικα θα κοπιάσετε. Διότι πτώμα δεν υπάρχει το πτώμα σας την έσκασε και πήγε βόλτα.» Τον 3ο αιώνα π.Χ. ο Φιλόσοφος της Κυρηναϊκής σχολής Ηγησίας δίδασκε πως οι άνθρωποι δεν είναι δυνατόν να απολαύσουν την τέλεια ηδονή και γι' αυτό πρέπει να έρχονται με τη θέληση τους στο θάνατο. Παρακινούσε 15

πολλούς οπαδούς του στην αυτοκτονία. Ο Άσιμος μήνες πριν την αυτοκτονία του λέει στους φίλους του: θ' αυτοκτονήσω. Εκείνοι προσπαθούν να τον αποτρέψουν. Αλλά ματαίως. Είχε αισθανθεί ότι ολοκλήρωσε την παρουσία του Επί της Γης; Ήθελε να τα παρατήσει όλα και όλους; Σ' αυτό το σημείο θα κρατήσω τον Άσιμο για λίγο δίπλα σε έναν άλλο από τους «poetes maudits». Τον Κώστα Καρυωτάκη. Θα τους κρατήσω για λίγο δίπλα δίπλα και στα κείμενα τους και στις συμπτώσεις του τέλους της ζωής τους. Λίγο πριν τα «καταφέρει» ν' αυτοκτονήσει ο Άσιμος αφήνει στα τζάμια της κάμαρας του — κάθε πρωί — ένα σημείωμα: θα περιμένω άλλη μια μέρα. Τι να περίμενε; Την ελπίδα; Τη λύτρωση; Επιχειρεί ν' αυτοκτονήσει δυο φορές δι' απαγχονισμού, αλλά αποτυγχάνει κι όταν την τρίτη φορά τα «καταφέρνει» στις 17 Μαρτίου 1988 αφήνει ένα σημείωμα στον ιδιοκτήτη του ψιλικατζίδικου που νοίκιαζε: «Συγνώμη βρε Νίκο που δε σου άδειασα νωρίτερα τη γωνιά, αλλά ως και ο θάνατος δεν με ήθελε». Βέβαια με τους κατά καιρούς ιδιοκτήτες των δωματίων που έμενε πάντα είχε προηγούμενα. Σε ένα κείμενο του τον Γενάρη του 1974 γράφει: «...και παρακαλώ το νοικοκύρη μου να με διαβάσει μήπως και με πονέσει και δε μου κάνει έξωση και μπορέσετε και σεις να με βρείτε... Ο νοικοκύρης μου φυσικά δε με διάβασε γιατί το γράμμα δε δημοσιεύθηκε και μου 'κάνε και δικαστήριο ότι του 'κλεψα πράμματα του σπιτιού του...». 17

Αρχική πρόθεση του Καρυωτάκη ήταν ν' αυτοκτονήσει με απαγχονισμό, γράφει στο «Εμβατήριο Πένθιμο και κατακόρυφο»:

Α! Πρέπει τώρα να φορέσω τ' ωραίο εκείνο γύψινο στεφάνι. Έτσι, με πλαίσιο γύρω το ταβάνι πολύ θ' αρέσω. Βέβαια άλλαξε γνώμη και τον δι' απαγχονισμού θάνατο τον αντικατέστησε με τον διά της «θαλάσσης θάνατο». Αλλά ...απέτυχε. Σάρκασε κι αυτός την αποτυχία του. Έγραψε ένα σημείωμα με το οποίο συνιστούσε σε όσους ξέρουν κολύμπι να μην επιχειρήσουν ν' αυτοκτονήσουν διά θαλάσσης. Τελικά ο Καρυωτάκης στις 21 Ιουλίου 1928 με περίστροφο ολοκλήρωσε ό,τι είχε κατά νουν. Οι νέοι της 10ετίας του 1960 με τη μουσική του Νίκου Μαμαγκάκη μάθαιναν να τραγουδούν τον ΜΙΧΑΛΙΟ, το γνωστό αντιμιλιταριστικό ποίημα του Κ. Καρυωτάκη. ο ΜΙΧΑΛΙΟΣ Το Μιχαλιό τον πήρανε στρατιώτη. Καμαρωτά ξεκίνησε κι ωραία με το Μαρή και με τον Παναγιώτη. Δε μπόρεσε να μάθει καν το «επ' ώμου». Όλο εμουρμούριζε: «Κυρ-Δεκανέα, άσε με να γυρίσω στο χωριό μου». Τον άλλο χρόνο, στο νοσοκομείο, 18

αμίλητος τον ουρανό κοιτούσε. Εκάρφωνε πέρα, σ' ένα σημείο, το βλέμμα του νοσταλγικό και πράο, σα να 'λέγε, σα να παρακαλούσε: «Αφήστε με στο σπίτι μου να πάω». Κι ο Μιχαλιός επέθανε στρατιώτης. Τον ξεπροβόδισαν κάτι φαντάροι, μαζί τους ο Μαρής κι ο Παναγιώτης. Απάνω του σκεπάστηκεν ο λάκκος, μα του άφησαν απ' έξω το ποδάρι. Ήταν λίγο μακρύς ο φουκαράκος. Ας διαβάσουμε στο ίδιο πνεύμα γραφής και τον Νικόλα Άσιμο. Η Μπαλάντα του Στρατιώτη ή Σιωπητηρίου Εμβατήριο Ας προσέξουμε εδώ ότι ο Άσιμος χρησιμοποιεί τη λέξη «Εμβατήριο» όπως και ο Καρυωτάκης στο ποίημα που προαναφέραμε. Καλέ στρατιώτη Ζήσε για την τιμή Ζήσε καλέ στρατιώτη Ζήσε για τη ζωή. Ζήσε να πας στον πόλεμο Ζήσε για την πατρίδα Ζήσε να πας στο θάνατο 19

Για την Ελευθερία — για μας. Ζήσε για μας καλέ στρατιώτη Ζήσε για την Ελλάδα μας Ζήσε για τα καλά παιδάκια πού πίνουμε το γάλα μας. Ζήσε για τη πατρίδα σου Ζήσε για τους ανθρώπους. Καλέ Στρατιώτη ζήσε για την τιμή. Από το «Σαν θα με καλέσει η πατρίδα» «Σαν θα με καλέσει η πατρίδα, να πάω τον οχτρό να πολεμήσω θα τους πω, δεν έχω γω πατρίδα, ούτε θυσιάζομαι ποτές για των μπουρζουάδων τα μεράκια, για των μπουρζουάδων τα σαγόνια. Θα τους π ω , δε βαστώ, δεν περνάει το παραμύθι Δε με μπλέκουν εμένα μ' αδερφούς μου να σφαχτώ Οι οχτροί μου είστε σεις που μας θέτε ν' αρπαχτούμε Τα αισχρά συμφέροντα σας ματωβάφουνε τη γη...» Βέβαια ο θάνατος παίζει δίπλα στον Καρυωτάκη και είναι μέσα στους στίχους του. Στους ΙΔΑΝΙΚΟΥΣ ΑΥΤΟΧΕΙΡΕΣ περιγράφει την προετοιμασία της αυτοχειρίας μέχρι τη στιγμή που ο υποψήφιος αυτόχειρ θ' αλλάξει γνώμη. 20

Όλα τελείωσαν. Το σημείωμα να το. Όλα τελείωσαν ψιθυρίζουν «τώρα» πως θ' αναβάλουν βέβαιοι κατά βάθος. «ΤΑΦΟΙ» Πόση ησυχία δω πέρα βασιλεύει! Οι τάφοι λες κι αυτοί χαμογελάνε

«ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ» Ω φύση θα 'ρθω κάποτε φέρνοντας το σταυρό μου θα 'ναι το χώμα σου ελαφρό και θα 'ναι πάντα ονειρευτή η ώρα με τ' αναπάντεχο τέλος του μάταιου δρόμου! Πάμε τώρα στον Νικόλα Άσιμο: ...Όταν πλακώσει ο θάνατος αρχίζει η καταγραφή της ζωής ...ξέρω συνειδητά το θάνατο μου... μπορώ να καταγράψω το θάνατο μου... ...Σε κυνηγάω ζωή και δε θα κάνω στροφή... Μα όλα γύρω ταμπά, μπαχά και θανατερά... Κι είχα μια ψεύτρα ζωή, μια ζωή περιττή... Σε μια απ' τις «παράνομες» κασέτες τον άκουσα να τραγουδάει: 21

...Κι αν τα τρένα τρέχουν σε γραμμές τ' άστρα καβαλάνε οι ψυχές... Αναφερθήκαμε στο βιβλίο του Νικόλα Άσιμου «ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΚΡΟΚΑΝΘΡΩΠΟΥΣ» έκδοση «ανέκδοτο». Τυπώθηκε σε ελάχιστα αντίτυπα και σήμερα είναι δυσεύρετο. Τελικά τους βρήκε ο Άσιμος τους Κροκανθρώπους; Την απάντηση μας την δίνει το βιβλίο του: «ΒΡΙΣΚΟΜΑΙ ΣΕ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΚΡΟΚΑΝΘΡΩΠΩΝ ΜΗΝ ΤΑΡΑΖΕΤΕ ΤΟΝ ΥΠΝΟ ΤΟΥ ΞΥΠΝΟΥ ΜΟΥ. Παρ' όλο που δεν έψαξα καθόλου, άλλον κροκάνθρωπο δεν ανακάλυψα. Ξέρω φυσικά ότι υπάρχουν κροκάνθρωποι. ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΕΩΣ ΩΣ ΑΝΥΠΑΡΚΤΟΙ. Απλώς δεν ήρθε η στιγμή της συνάντησης. Διαπίστωσα όμως διάχυτη την κροκοδύναμη να εκπέμπεται πέμπουσα από μερικούς μη μίζερους, μη υπολογιστικούς, λειψάσχολους, αλλά και ριψοκίνδυνους μη κοινούς ανθρώπους, ως και μη κροκανθρώπους, που συμβαίνει να διακατέχονται, ως εν μέρει ανυπόταχτοι και μη αναμεμιγμένοι ολοκληρωτικά εις την μίξιν του τώρα, του παντός και του ποτέ, από στιγμές κροκανθρωπίας. Διακόπτοντας τον αυτοεγκλεισμό μου ως μη δυνάμενον να εγκλειστεί, λέγω υμίν- ΤΟ ΚΡΟΚ ΘΑ ΣΥΝΕΧΙΣΤΕΙ ανά τας νους και τας οδούς. ΧΩΡΙΣ ΚΑΜΙΑ ΕΛΠΙΔΑ*. * Η ελπίς καμίαν σχέσιν έχει με το ΚΡΟΚ. 22

ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΜΗ ΑΠΟΥΣΙΑΝ ΑΚΡΟΑΤΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΤΙ ΠΡΕΠΕΙ* ΝΑ ΚΟΥΒΑΛΗΣΩ ΤΟ ΚΑΡΟ ΕΓΩ ΚΑΙ ΜΕ ΤΟ ΕΛΑΤΤΩΜΑ ΤΟΥ ΠΡΕΠΕΙ* ΤΟ ΠΡΕΠΕΙ* ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΡΟΚ. ΤΟ ΚΡΟΚ ΕΙΝΑΙ ΚΡΟΚ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΚΡΟΚ. ΟΥΔΕΜΙΑΝ ΣΧΕΣΙΝ ΕΧΕΙ ΜΕ ΤΟ ΚΡΟΚ ΠΟΥ ΠΡΟΦΕΡΕΤΑΙ ΚΡΟΚ. : Το κείμενο πρωτογράφτηκε σε ένα λυπημένο χαρτί τουαλέτας. Το λυπημένο χαρτί τουαλέτας είναι ΚΡΟΚ, ουδεμίαν σχέσιν έχων με το ένα λυπημένο χαρτί τουαλέτας. ΕΠΑΝΤΖΟΥΡΟΚΩΛΥΘΗ ΤΡΙΤΗ 18 ΔΕΚ. 79, 2 παρά 18' π.μ.».

Γιατί ο Άσιμος χρησιμοποιεί σαν πρώτο συνθετικό το ΚΡΟΚ; (Επειδή είναι ομόηχο του ΡΟΚ;). Ας ψάξουμε στο λεξικό λέξεις που έχουν το ΚΡΟΚ μέσα τους. Στο βιβλίο του βρίσκουμε μια ερμηνεία από τον ίδιο: « — Μα τι είναι αυτό το ΚΡΟΚ; — Το Κροκ είναι Κροκ, του απαντώ, αλλά είναι Κροκ όπως τρόζει ένα γρανάζι, όπως καταρρέει ένας θεσμός, όπως κροκορόζει ένα βρέφος που γεννήθηκε». Το λεξικό βέβαια δεν μας διαφωτίζει. κρόκη η ΑΝ (κρέκω), (ετεροκλίτως αιτ. κρόκα, ονομ. πληθ. κρόκες)' το νήμα, το εισαγόμενον μεταξύ των νημάτων του στήμονος (κν. υφάδι, υφή). — (αρχ.) η κροκάλη ||| κλωστή ||| κροκύς. κροκάλη η ΑΝ απεστρογγυλωμένος χάλιξ παρά τους αιγιαλούς των θαλασσών ή εις τας κοίτας και τας 23

όχθας των ποταμών (κν. βότσαλον, γουλί). — (αρχ.) η κρόκη ||| (κατά πληθ.) αμμώδης αιγιαλός. κροκονητική η Α η τέχνη του νήθειν την κρόκην (κν. υφάδι). κροκόπεπλος, -ον (επί της ηούς)' η έχουσα πέπλον κίτρινον (κρόκινον). κρόκος ο και η ΑΔ η λέκιθος των κεντρολεκίθων ωών, ως της όρνιθος, το κιτρινάδι του ωού (κν. κροκός και κορκός) ||| ιριδοειδές βολβώδες φυτόν, ως και το άνθος αυτού (βλ. κατωτ. Βοτ.)' ||| η εκ του άνθους τούτου εξαγομένη βαφική ύλη χρώματος κίτρινου. Κρόκος ο 1) (τ. Γκοβλίτσα, η)' κωμόπ. όμων. κοιν., επ. και νομ. Κοζάνης, κ. 1847 (1951), 2.118 (1961), επί υψομ. 600. — 2) οικσ. κοιν. Κώμης, νήσου και επ. Τήνου, νομ. Κυκλάδων, κ. 59 (1951), 52 (1961), επί υψομ. 200. Ο Κρόκος λοιπόν της περιοχής Κοζάνης. Της πόλης που μεγάλωσε ο Άσιμος. Λέτε ο ήχος Κροκ να ξεκινάει από τα παιδικά του χρόνια; Στο βιβλίο του ακριβώς μια σελίδα πριν αναφωνήσει ότι βρίσκεται σε αναζήτηση κροκανθρώπου γράφει:

ΠΡΟΣΟΧΗ - ΠΡΟΣΟΧΗ

Ανακαλύφτηκαν οι Κροκάνθρωποι Ξεκουνηθείτε προτού να είναι αργά. Θα σας φάνε όλους 24

ΚΡΟΚ ΚΡΟΚ ΚΡΟΚ ΞΕΦΤΙΛΕΣ - ΓΕΛΟΙΟΙ - ΒΛΗΜΑΤΑ Δε ντρεπόσαστε λιγάκι. Ξεφτιλίσατε τα πάντα, φτάσατε τώρα να ξεφτιλίσετε και το ΚΡΟΚ. Αλλά από τέτοιους μπάσταρδους σαν και σας όλα να τα περιμένει κανείς. ΟΧΙ παλιομαλάκες το ΚΡΟΚ το παραξεγήσατε. Στην «ΚΛΗΣΙ» 11 Δεκ. '79, ώρα 9 μ.μ. - αργά Θόλου 17 στο «Σούσουρο» διαβάζουμε: «Συμβάν Κροκ». «Το Κροκ είναι και ΚΡΩΚ» αλλά και διαχωρίζει τη θέση του με το ROCK. «To ROCK είναι ROCK». Ο εξαίρετος Κύριος Δημήτριος Ασημόπουλος, αδελφός του Νικόλα είχε την καλοσύνη να μου δώσει κάποιες πληροφορίες που πρέπει να τις παραθέσω για να έχουμε πληρέστερη εικόνα του Άσιμου. «Ο Νικόλας γεννήθηκε στις 20 Αυγούστου του 1949 στη Θεσσαλονίκη. Από μικρός έτρεφε αγάπη για τον Σουρή και άρχισε να γράφει μιμούμενος τα γραφτά του. Τα άπαντα του Σουρή του τα χάρισε ένας φίλος του. Παρακολουθούσε τα τραγούδια της εποχής του όταν ήταν μαθητής, και κάποτε έστειλε στον Νίκο Μαστοράκη με ελληνικούς στίχους το τραγούδι "Μεσιέ Κανιμπάλ". Η απάντηση του Ν. Μαστοράκη στο περιοδικό που έγραφε τότε, δεν του άρεσε του Νικόλα και κάθισε και έγραψε μια απαντητική επιστολή λίαν αιχμηρή που όμως δεν του την έστειλε. 25

Το ΑΣΙΜΟΣ προήλθε από το επίθετο μας ΑΣΗΜΟΠΟΥΛΟΣ. Το έγραφε όμως με γιώτα [ι] γιατί όπως έλεγε Άσιμος είναι αυτός που δεν «σιμώνεται». Δηλαδή εκείνος που δεν πλησιάζεται εύκολα και προπαντός δεν μπορείς να τον σιμώσεις (να του δώσεις κάτι). Το 1967 μπήκε στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, στη Φιλοσοφική Σχολή που δεν τελείωσε. Εκεί ανέβασε 2-3 έργα θεατρικά. (Αριστοφάνη - Μένανδρο - Μολιέρο). Όταν κατέβηκε στην Αθήνα — για 6 χρόνια και μέχρι το 1988 διατήρησε ένα μαγαζάκι στην οδό Καλλιδρομίου που πούλαγε λάμπες, έργα φυλακισμένων, τους δίσκους του και τις κασέτες του». Ιδού λοιπόν η αφετηρία του Νικόλα Άσιμου: Ο Γεώργιος Σουρής που σχολίαζε στην εφημερίδα του «ΡΩΜΗΟ» τα διεθνή γεγονότα και την πολιτική κοινωνική και πνευματική κίνηση με γνήσια σατιρική διάθεση. Είναι κι ο Νίκος Καλαμάρης ή ΝΙΚΟΛΑΣ ΚΑΛΑΣ που σατίριζε κι αυτός τα δρώμενα. Η οδός Κριεζώτου από την οποία ξεκινούσε ο Κάλας μέχρι την Πλατεία Εξαρχείων του ΑΣΙΜΟΥ δεν απέχει και πολύ. Ν. Κάλας: Είπεν ο Φιξ στην Καλλιρόη: «Εγώ είμαι ο Ιλισός» είπεν ο Χίλτον στον Παρθενώνα: «Εγώ είμαι η Ακρόπολι...» Τιμής ένεκεν ο Νήαρχος θα λέγεται Ναύαρχος και το πλωτό του Τοσίτσα... Ν. Άσιμος: ...Ωνάσης σημαίνει να πας στα μπουζούκια να τα σπας αγκαλιά με τον Τέλη Σαβάλας και να κάθεσαι μετά στο Κολωνάκι... και να τρως σκορδαλιά... Ο Άσιμος κι ο Κάλας, δύο διαφορετικοί κόσμοι έφυγαν 26

από τη ζωή την ίδια χρονιά, το 1988. Ο ένας στα λασπόνερα κι ο άλλος στους διεθνείς χώρους της τέχνης. Κι οι δυο ήσαν επαναστάτες με τα γραφτά τους. Σαρκάζουν εαυτούς και τους πέριξ αυτών. Αντιστέκονται στις ιδεολογίες και παθιάζονται με την άνευ ορίων και όρων ελευθερία, είτε αυτή γράφεται με μελάνι στο χαρτί, είτε με αίμα στους τοίχους. Παραμένουν παντοτινά πιστοί σε ό,τι αυτοί δημιούργησαν ως «πιστεύω» τους. Τώρα οι αναλυτές «ψάχνουν» τον Κάλας, αύριο θ' αναζητήσουν — για να τον ανασύρουν απ' εκεί που τον πέταξαν — τον Νικόλα Άσιμο. Αλλά ας επανέλθουμε, στον Άσιμο να σατιρίζει τα διεθνή και μη γεγονότα όπως ο Γ. Σουρής. Ν. Άσιμος: Σε τιμούνε όλοι Μόρο και σου απονέμου φόρο φόρο για τον θάνατο σου κουβαλάν το φέρετρο σου Μόρο!!... (από το ποίημα ΜΟΡΟ)

...Δέσποινα μου προεδρίνα σ' έφαγαν Νοέμβρη Μήνα (ο στίχος προστέθηκε επί βασιλείας Ιωαννίδη) Η Γαλανόλευκος (Μάρτης '78 Κρήτη) Α' Χορωδιακό: Γεννήθηκες, βαφτίστηκες Χριστιανός ορθόδοξος και πολιτογραφήθηκες ως 27

Έλληνας υπήκοος. Το παιδικό σου σύμβολο ήταν η γαλανόλευκος.

(Ο Άσιμος είναι ένας από τους λιγοστούς Έλληνες που κατάφερε να του εκδώσουν ταυτότητα με επίθετο ΑΣΙΜΟΣ και όχι ΑΣΗΜΟΠΟΥΛΟΣ και στην ένδειξη ΘΡΗΣΚΕΥΜΑ: Άνευ θρησκεύματος. Την προηγούμενη ταυτότητά του την έχασαν όταν κρατήθηκε στην Ασφάλεια). Στα «Τραγούδια μετά τριπλής κασέτας» βρίσκουμε το

«Βαρέθηκα». ... Βαρέθηκα τη μιζερή μου φύση κανένας πια δε λέει να ξεκουνήσει... (Μα κι ο Σουρής δεν σατίρισε την μιζερή του όψη;) Όταν ένας φίλος του του διηγείται μια ιστορία στο Άμστερνταμ ο Ν. Άσιμος την κάνει τραγούδι. Δωμάτιο στο Άμστερνταμ Δωμάτιο στο Άμστερνταμ χασίς και μια γυναίκα γρουσούζης ήσουν άνθρωπε και σου 'κλεβα πακέτα.

(Ζεϊμπέκικο)

Αλλά εσύ αντί να θες να πας να τα καπνίσεις εσύ τα μοσχοπούλαγες, να πας για να γαμήσεις. Δωμάτιο στο Άμστερνταμ ρηχά τα όνειρα σου 28

όπως αυτοί που βίδωσαν τη μαλθακή καρδιά σου. Κι ήθελες όλο το φαΐ, λαγούς με πετραχήλια και νόμιζες πως θα 'πιανες και τον παπά απ' τ' αρχίδια. Κι ο Νικόλας της σιγής σαν να 'θελε να γίνει τέλειος Πυθαγόρειος, ο Νικόλας που κατηγορήθηκε ως βιαστής χωρίς ν' αποδειχθεί, που χλευάστηκε όπως οι υπερρεαλιστές της γενιάς του «'30» που αυτοκτόνησε όπως κι ο Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι αφήνοντας ένα σημείωμα που έλεγε: «... Τα αρχινισμένα ποιήματα δώστε τα στους Μπρικ. Αυτοί θα βρουν την άκρη», ο Νικόλας, που τα δικά του τ' άφησε φαίνεται στους τραγουδιστές για να τα αξιολογήσουν και να τα τραγουδήσουν. Ο Νικόλας που ξάπλωνε στη μέση του δρόμου σταματώντας την κυκλοφορία (κάτι που έκανε με ένα καναπέ κι ο επαναστάτης χωρίς αιτία Τζέημς Ντην). Ο Νικόλας που βρισκόταν στις παρέες και τις συνεργασίες του πότε με την Φλέρυ Νταντωνάκη και πότε με τον Γιώργο Ζωγράφο, ο Νικόλας που άκουγε τον κτύπο — ντούκου, ντούκου — της γραφομηχανής της Κατερίνας Γώγου, της Κατερίνας που έγραφε: Ένα πρωί θ' ανοίξω την πόρτα και θα χαθώ. Ο Νικόλας που χάθηκε ανοίγοντας κι αυτός την ίδια πόρτα για να φύγει, μας άφησε στο τέλος ένα σκίτσο του 29

που έμοιαζε σαν να το 'χαν ζωγραφίσει ο Ηγησίας, ο Καρυωτάκης, ο Κάλας, ο Μαγιακόφσκι κι ο Σουρής. Ωστόσο ο Άσιμος ήταν όλοι και κανένας. «Απ' την κρισάρα της ζωής πέρασε τον ανέφελο ουρανό» όπως έγραψε ο Πωλ Ελυάρ. Αφού τραγούδησε τη μοναξιά του και μοναξιά μας, αφού επαναστάτησε για όλους μας, αφού αρνήθηκε τη ζωή για να μας αρνηθεί όλους, μας άφησε τελικά στίχους και ήχους, σ' ένα κουβάρι για να ψάχνουμε να βρούμε την άκρη του. ... Μόνος θα τη βρω όλους σας, σας παρατώ Θάνατος! Θάνατος στην εξουσία θάνατος Θάνατος! Θάνατος στην αναρχία θάνατος Μα και σε 'μένανε ταιριάζει θάνατος Μαλλιά άφησε μακριά κόντρα στη Μαμά Θα το 'θελες μαμάκα μου να είχα πάει στρατιώτης Να είχα τα πτυχία μου, να γίνω κι εργοδότης... Αλήτη μ' ανεβάζανε φρικιό με κατέβαζαν 30

Μονάχος μου θα τη βρω όλους σας, σας παρατώ (αποσπάσματα από ποιήματα του Ν. Άσιμου) Και για να φθάσουμε στο τέλος αυτής της προσωπικής προσέγγισης στην ψυχή του Άσιμου θα καταγράψουμε τρεις στίχους του Κ. Ουράνη από το ποίημα του «Δον Κιχώτης».

Ω ποιητή! παρόμοια στο διάβα σου οι κοινοί οι άνθρωποι χασκαρίζουνε. Άσε τους να γελάνε: οι Δον Κιχώτες παν μπροστά κι οι Σάντσοι ακολουθάνε.

31

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

0 Θεόφιλος, του Εμπειρίκου, του Τεριάντ και του Ελύτη, σήκωσε στις πλάτες του όλη την καταφρόνια της εποχής του. Ο Άσιμος της δεκαετίας του '70 και της ημιτελούς δεκαετίας του '80, με στίχους και ήχους συμπλήρωσε ό,τι άρχισε ο Θεόφιλος με χρώματα πάνω σε τοίχους ταβερνίων και ξύλινες επιφάνειες, μισό αιώνα πριν. Για την αρτιότερη παρουσίαση του Νικόλα Άσιμου ανέτρεξα σε όλες τις εφημερίδες για να καταγράψω πώς αντέδρασε ο Τύπος στο θάνατο του. Η αυλαία είχε πέσει. Ο προαναγγελθείς θάνατος είχε συντελεστεί. Τόπος για τον Άσιμο δεν υπήρχε μέχρι τη μέρα του θανάτου του. Την επομένη (18-3-88) ο Τύπος σχεδόν στο σύνολο του τον αντιμετωπίζει με τρυφερότητα και σε-

βασμό. Ο άνθρωπος που γύρευε «ανυπότακτες ματιές» και ήθελε να ξαναφτιάξει τις αρχαίες τριήρεις, που αισθανότανε «πολέμαρχος» μέσα στη ζωή αλλά που ποτέ του δεν είχε ούτε νεροπίστολο μέσα στην παράγκα του, ο άνθρωπος αυτός που προσπαθούσε να προσαρμόσει την κοινωνία στα πιστεύω του και όχι ο ίδιος να ενσωματωθεί με αυτήν, θα πρέπει να ήταν οραματιστής. Γιατί ήταν ποιητής. Τον άνθρωπο αυτόν, τον οραματιστή του μέλλοντος μας, τον ασυμβίβαστο τον αποδελτιώνει στο γράμμα «του οραματιστή» ο Arthur Rimbaud: 32

«... ο ποιητής γίνεται οραματιστής με μια διαρκή, απέραντη και λογική αποδιοργάνωση όλων των αισθήσεων. Όλες οι μορφές της αγάπης, του πόνου, της τρέλας' αναζητά τον εαυτό του, εξαντλεί μέσα του όλα τα δηλητήρια, για να φυλάξει μόνο τις πεμπτουσίες. Ανείπωτο βασανιστήριο όπου έχει ανάγκη όλη την πίστη, όλη την υπεράνθρωπη δύναμη, όπου γίνεται ανάμεσα σ' όλους ο μεγάλος άρρωστος, ο μεγάλος εγκληματ'ιας, ο μεγάλος καταραμένος — και ο υπέρτατος Σοφός! — Γιατί φτάνει στο άγνωστο!...» Έτσι και ο Άσιμος που ως μαθητής αλληλογραφεί με τα περιοδικά της νεολαίας της γενιάς του, αποφασίζει να σπουδάσει, μετέχει στις εξετάσεις, επιτυγχάνει, και στη συνέχεια αρχίζει να πετάει από πάνω του τις ρόδες του συρμού που θα τον έβαζαν να ακολουθήσει μια προδιαγεγραμμένη πορεία όπως εκείνη που ακολουθεί ένα τρένο στις γραμμές του, φαίνεται πως συνειδητά είχε αποφασίσει να φθάσει στο άγνωστο, εκεί που ταξιδεύουν μόνον οι ψυχές.

Δημήτρης Μπαγέρης

33

Παραθέτω εδώ το ποίημα-τραγούδι της Μ. Λ. Σίνα που γράφτηκε για τον Ν. Άσιμο.

ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΟ ΝΙΚΟΛΑ Κουκουβάγια εξουσία σου 'στρίψε και σένα η βίδα πασχαλιάτικη την έβλεπες δυο κιλά χειροβομβίδα. Δυο Βουλγάρες τρεις Ρωσσίδες κι άλλη μια στην Κακαβιά πάρε βίζα, δώσε μίζα να χορτάσουν τα παιδιά. Νυχτερίδα Εξουσία τα πρεζόνια καταγράφεις κι όταν λάχει σα μαφία με γραμμάρια τα φουμάρεις. Δε σ' αντέχω Εξουσία κι όλο γύρω μου βολτάρεις η ψυχή μου δεν νικιέται χειροπέδες κι αν της βάζεις. Μαριοννέτες υπουργεία μέσ' στο λάκκο των λεόντων σεις τον επετάξατε κι η ΣΙΑ γιατί ήταν αρχηγός των «παρανόμων». Μ.Λ. ΣΙΝΑ

34

ΛΕΞΙΛΟΓΙΟΝ ΑΣΙΜΟΥ

— Καυσαεριώδεις θυμιάσεις — Ο μέγας λεμονάτος (από το «Παράνοϊα λε») — γαμώ τα μπρίκια, γαμώ τη φτσέλα (από το «Σε γουστάρω κι έτσι») — Τώρα ρογχάνω ροχάλα (Τώρα που μπόχω σα μπόχα) Με χαχαμπαχανιστές δεν κάνω παρέα — ΕΠΑΝΤΖΟΥΡΟΚΩΛΤΘΗ ΤΡΙΤΗ 18 ΔΕΚ. 79 — Ρομποτανθρωπομήχανση και ξυπνοπνευματύπνωση ...να έχουμε χαότη και πλέρια ανομοιότητα — ο φαιδροπαιδαράς (είμαστε τρομοκράτες) — Βάρα και ψυχοσορροπεί (« ») — Είμαι... και άρρωστη σχιζοφρενοβλαβίωση — Μη χάσετε όλοι σας το υπνοστάρι σας (σχιζοφρενοβλαβίωση) — Γιατί σώνει και καλά την πουτσοκρατία Να την αντιστρέψουμε σε μουνοκρατία Σας καταδίκασαν σε ομοιόστατη Ευμωρολίανση... ...φτωχά μου ανδρείκελα φριχτά, μ' εγκεφαλοαλλοιωτικά τρυπάτε (σχιζοφρενοβλαβίωση) — — — —

«Πουτσομουνοσονάτα... Ανάμες μουνακόπουτσα» (τίτλος) Θλιβερής μνημοκληρονομιάς... Υποχρεωτική αγορά ΩΤΟΑΘΠΙΔΩΝ (από προκήρυξη) παράτο το στρατό το προβατοποιείο... 35

— Την αλλαγή μας την φέραν οι Πινέζοι. — Ιατρέ αιματολήπτα. — Οφθαλμιάκιας Ιατρός. Αυτές τις λέξεις και φράσεις τις αντλήσαμε από το βιβλίο του και όχι βέβαια για να τον φέξουμε αλλά για να καταγράψουμε τη διαφορετική γλώσσα που μίλαγε. Ένα από τα κοριτσόπουλα που σύχναζαν στα μαγαζιά που τραγουδούσε ο Νικόλας Άσιμος ήταν και η κα Δέσποινα Μπόγρη. Οι μνήμες της είναι δυνατές και στέρεες από όλη εκείνη την περιπέτεια. Είχε την καλοσύνη να καταγράψει αυτό το μικρό οδοιπορικό του Άσιμου, έτσι όπως το έβλεπε μια κοπέλα που καθόταν από την εδώ πλευρά. Δηλαδή την πλευρά των αμώνων, έχοντας απέναντι της τον Επαναστάτη Τραουδιστή».

36

ΝΙΚΟΛΑΣ ΑΣΙΜΟΣ

Μου είπανε να γίνω ρεβιζιονιστής για να γυρίσω δίσκο... Έτσι γνώρισα τον Νικόλα τον Άσιμο, ήταν η πρώτη ματιά ο πρώτος στίχος, η πρώτη συνάντηση επί σκηνής, στο υπόγειο της Πλάκας «Σούσουρο». Κι από κείνο το βράδυ και για 14 βράδυα όλη τη χειμερινή σαιζόν δυο τρεις φορές την εβδομάδα, πηγαίναμε στο Σούσουρο. Το «Σούσουρο» ήταν ένα μουσικό καφενείο αλλοιώτικο απ' τ' άλλα. Ήταν μια θεατρική σατιρική σκηνή, ήταν ο βωμός που κατέθεταν την ψυχή τους, οι: Γ. Ζουγανέλης, Σ. Μπουλάς, Φιλίνη, Π. Χαρβάς, ο Θ. Ανδριανός κ.ά. Μα εκείνος που ξεχώριζε στα μάτια μας και στην ψυχή μας, εκείνος που οικοδομούσε πράγματα μέσα μας ήταν ο Νικόλας ο Άσιμος. Έτσι ήθελε να τον λες: Νικόλα. Όψη ταλαιπωρημένη μα και ευχάριστη, σκυφτός, με μάτια που δε σε κοίταγαν, αλλά ταυτόχρονα σε περνούσαν ακτινογραφία. Δεν ήταν ο τύπος που στην πρώτη γνωριμία σου έλεγε: Χαίρω πολύ, ούτε σου 'δίνε το χέρι. Χαιρόταν όμως με το δικό του τρόπο και σου 'δίνε την ψυχή του, με απλότητα και σοβαρότητα. 37

Όσες φορές μιλήσαμε, εντός και εκτός μαγαζιού σε τυχαίες συναντήσεις στο δρόμο, τότε που γύριζε για να πουλήσει την κασέτα του, ήταν σα να είχες μεγαλώσει μαζί του. Σου χάριζε απ' το χρόνο του, αλλά δεν ήταν τυπικός, δεν θα καθόσουν εύκολα μαζί του, σε μια καφετέρια, αλλά θα στεκόταν ακούραστος επί ώρα πολύ όρθιος, για να γκρεμίζει μύθους. Και το περίεργο ήταν πως όσους κατέβαζε από το θρόνο τους, δεν το έκανε με σκοπό να σου προτείνει άλλους. Αυτό ήταν ελευθερία και σεβασμός στον άνθρωπο και στον συνάνθρωπο για τον Νικόλα τον Άσιμο. Δεν γούσταρε τους επαΐοντες. Και ο ίδιος δεν τον έπαιζε αυτό τον άχαρο ρόλο. Απλός, ευαίσθητος, πονεμένος και κουρασμένος ήταν. Μα πάνω απ' όλα τολμηρός, αληθινός, διαισθητικός, έντιμος και αξιοπρεπής ήταν. Απλά δεν είχε φράγκα. Είμαι σίγουρη πως αν είχε χρήματα, δεν θα τα κατανάλωνε σε υλικά αγαθά προβολής του, κασέτες θα 'γράφε, τους φίλους του θα βοηθούσε, βιβλία θ' αγόραζε και καμιά σοκολάτα. Τόσο παιδί και ας είχε μεγαλώσει... Το μαγαζί δεν είχε ποτέ πολύ κόσμο, λίγοι, ελάχιστοι οπαδοί αυτής της δυνατής ομάδας, που μας «βομβάρδιζε» με διαφορετικά μηνύματα, μέσα από στίχους διορατικούς, ευαίσθητους, και ασυμβίβαστους. Μετά την πτώση της χούντας, τραγουδούσαμε όλα τα απαγορευμένα τραγούδια, ελεύθερα. Ωστόσο, μέσα μας, φυσούσε ακόμη πιο δυνατός ο άνεμος της Ελευθερίας. Θέλαμε κάτι παραπάνω, απ' αυτό που βιώναμε, θέλαμε περισσότερα, όλο και περισσότερα... Κι αυτά τα περισσό38

τερα, μας τα χάριζε ο Νικόλας. Σ' έκανε να ονειρεύεσαι, σου 'δίνε ελπίδες. Τις έδωσε όλες σ' εμάς και δεν του έμεινε τίποτε. Έτσι πίστευα όταν έμαθα πως έφυγε. Γρήγορα όμως κατάλαβα, πως έκανα λάθος. Ο Νικόλας ήταν η ελπίδα και πήγε αλλού γιατί ίσως τον χρειάζονταν κι άλλοι, σ' άλλα επίπεδα... Εμάς μας έδωσε. Εμείς δεν του δώσαμε. Γι' αυτό τα τραγούδια του Νικόλα όχι μόνο τα πίστεψα, όχι μόνο τ' αγάπησα, αλλά ακόμα και σήμερα είναι σαν να μου λένε: Ακόμα δεν έγινε τίποτα, εγώ άλλα σας έλεγα, άλλα ζητούσα... «Μου είπανε να γίνω και άλλα πολλά...» θα μπορούσε να τραγουδάει σήμερα ο Νικόλας, αν ζούσε... ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΜΠΟΓΡΗ

39

Ο Ν. ΑΣΙΜΟΣ ΣΤΗ ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ 1975: Δισκάκι 45 στροφών που σήμερα είναι συλλεκτικό και δυσεύρετο. Περιέχει τα τραγούδια «Μηχανισμός» και «Πανηγυρι» που θα τα ξαναβρούμε και στις πρώτες παράνομες κασέτες του (1976-1977). 1982: Ο δίσκος (33 στροφών) «Ξαναπές Ο». 1987: Πέντε τραγούδια στο δίσκο «Χαιρετίσματα» του Β. Παπακωνσταντίνου. Κυκλοφορίες δίσκων μετά τον θάνατο του Ν. Άσιμου 1989: «Το φανάρι του Διογένη» με τη συμμετοχή της Σωτηρίας Λεονάρδου (στο δίσκο όπως και στο CD αναγράφεται εκ λάθους Σοφία Λεονάρδου). 1992: «Γιουσουρούμ — Στο φαλημέντο του κόσμου» με τη συμμετοχή του Β. Παπακωνσταντίνου. Οι παράνομες κασέτες Εννέα κασέτες ήταν η παραγωγή του Ν. Άσιμου που διέθετε ο ίδιος στην πλατεία Εξαρχείων σε Πανεπιστημιακούς χώρους, το Μοναστηράκι και το μαγαζί του. Ο τρόπος αρίθμησης είχε μία ιδιαιτερότητα: η πρώτη πήρε τον αριθμό 000001 (με πέντε μηδενικά μπροστά). Με την Ίδια λογική ακολούθησαν και οι υπόλοιπες μέχρι την 8η (000008). Στην τελευταία, την ένατη, δεν έβαλε αρίθμηση. 41

Σ' αυτές τις παράνομες κασέτες μπορούμε να βρούμε τις πρώτες ηχογραφήσεις των δίσκων «Ξαναπές Ο» και «Φανάρι του Διογένη». Θα ακούσουμε το «Δωμάτιο στο Άμστερνταμ», τα πρώτα του τραγούδια που περιείχε το δισκάκι των 45 στροφών, το «Βενσερέμος», το «Μπλουζ-Μπουζ», την εισαγωγή σε πεζό λόγο που αναφέρεται στο Βαρέλι (το κείμενο το συμπεριλαμβάνει στο βιβλίο του) και οι προσεχτικοί ακροατές θα σημειώσουν ότι ο Πελέ... στέλνεται ποιητική αδεία μέσα από τις κασέτες στη ...Νέα Κρήνη, ενώ στη δισκογραφία ο Β. Παπακωνσταντίνου — πάντα με το υπερρεαλιστικό πατίνι — τον «στέλνει» στη ...Μυτιλήνη. Άλλα τραγούδια που ακούγονται είναι ο «Ιδιαίτερος χαβάς», «Δεν αποκαρδιώθηκα», η «Μάρα», Τα «Αδιέξοδα σου» κ.ά. Οι πρώτες κασέτες είναι πρόχειρα ηχογραφημένες, ενώ στη συνέχεια η κατάσταση, από πλευράς ήχου, γίνεται σαφώς καλύτερη.

Οι κασέτες 1. ΚΑΣΕΤΑ ΜΕ ΤΟ ΒΑΡΕΛΙ (ΠΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΒΓΕΙ ΤΟ ΣΠΑΕΙ) 000001 2. ΕΙΜΑΙ ΠΑΛΙΑΝΘΡΩΠΟΣ 000002 3. ΓΙΑΤΙ ΦΟΡΑΣ ΚΛΟΥΒΙ 000003 4. ΚΛΑΣΤΕ ΕΛΕΥΘΕΡΩΣ 000004 5. Ο ΣΑΛΙΑΓΚΑΣ 000005 6. Η ΖΑΒΟΛΙΑ 000006 7. ΠΑΛΙ ΣΤΗΝ ΞΕΦΤΙΛΑ 000007 8. ΣΤΟ ΦΑΝΑΡΙ ΤΟΥ ΔΙΟΓΕΝΗ 000008 9. Ο ΞΑΝΑΠΕΣ

42

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Σουρρεαλισμός, Πάτρικ Βάλντμπεργκ, Εκδόσεις Υποδομή 1982 2. Νικόλας Άσιμος, ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΚΡΟΚΑΝΘΡΩΠΟΥΣ, Έκδοση ανέκδοτο (1981) 3. Κώστας Καρυωτάκης, Στέλιου Γεράνη, Εκδόσεις Σοκόλη 4. Νικόλαος Κάλας, ΟΔΟΣ ΝΙΚΗΤΑ ΡΑΝΤΟΥ, Εκδόσεις Ίκαρος 1977 5. Τρία Κλικ Αριστερά, Κατερίνας Γώγου, Εκδόσεις Καστανιώτη 1978 6. Μαγιακόφσκι, Ποίηση και Επανάσταση, ΜΝΗΜΗ 1980 7. Απολλώνιος ο Τυανεύς, Κ.Σ. Κιτρινιάρη, Εκάτη 1995 8. Περιοδικό «ΜΕΤΡΟ», Τεύχος 19, Μάιος 1997. Αφιέρωμα στον Νικόλα Άσιμο των Γιώργου Ι. Αλλαμανή και Οδυσσέα Ιωάννου 9. Καρυωτάκη Άπαντα, Εκδόσεις ΑΛΜΩΠΑΣ, Αθήνα 10. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς 11. «Ρεμπώ, 20 πεζά ποιήματα», Μετάφραση Εύα Μυλωνά, Ερμείας 1971

43

ΤΕΣΣΕΡΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΑΑ ΑΣΙΜΟΥ Πώς θες να πάμε μαζί Πώς θες να πάμε μαζί άμα δε έρθεις και συ Σου δωκα τόση ψυχή Μην τη χαλάσεις κι αυτή Πάει καιρός κι απορώ για το λειψό σας εγώ τον τελικό μου σκοπό σας τον κρατάω κρυφό Πώς να κρατήσεις ραβδί Άμα δεν είσαι εσύ Πιάσ' τη δική μου χορδή αλλά τραγουδά κι εσύ Πάει καιρός κι απορώ για το λειψό σας εγώ Τον τελικό μου σκοπό σας τον κρατάω κρυφό Δό πι μοι ό σου ε πα πι σύ ό μου ε έχω σπείρει και θερίζω ώριμα εσείς φρουτάκια Έπιασα και το δρεπάνι και ο Χάρος τα 'χει κάνει Τι ψυχή θα παραδώστε Όλα διό θα τα πληρώστε. 44

45

46

Σταυραϊτέ Σταυραϊτέ. Περήφανε μωρέ τα χρόνια που πετάς και δε μιλάς καλό για μας Αν το σκεφτείς τα λόγια που θα πεις Αν είν' αληθινά θα νάν' βαθειά λαβωματιά Πάντα εδώ σταυραϊτέ να μένεις πάντα εδώ σταυραϊτέ την αλήθεια που και που να μου τη λέγει κι ας πονώ σταυραϊτέ Γιατί σαν φύγεις απ' τον κόσμο τον κακό Σταυραϊτέ μήτε στιγμή δεν το βαστώ χωρίς εμέ χωρίς εσένα κι άλλους δυο δεν απομένει τίποτ' άλλο ζωντανό. Σταυραϊτέ περήφανε μωρέ τα χρόνια που πετάς και δε μιλάς καλό για μας. Μα εγώ ποθώ τον κάθε σου σπασμό κι εσύ δε μου μιλάς και σαν πετάς μας προσπερνάς Πάντα εδώ Σταυραϊτέ να μένεις πάντα εδώ πάντα εδώ Στ' αψηλό θρονί σου ν' ανεβαίνεις 47

48

ν' αγναντεύεις τον καιρό Και σαν με δεις από ψηλά να χαιρετώ Έ λ α και κάθησε κοντά μου να σε ιδώ τα δυο μαζί εγώ και συ εσύ και 'γώ της ερημιάς μας να χαρούμε το χορό.

Στο φαλημέντο του κόσμου αυτού Θυμάμαι που σε κοίταγα στην άκρη του γκρεμού ισορροπώντας τάραζες το λάθος του καιρού Παλλότανε το είναι σου ολόκληρο στο φως την καθαρή ουσία σου ετρόμαζ ο λαός Στο φαλημέντο του κόσμου αυτού ο καβαλάρης εγώ τ' ουρανού με τους ανθρώπους ζητάς επαφή μα έχει σπάσει κι αυτή η κλωστή Τα χρόνια που περάσανε σ' αφήσανε πληγές κουβάλαγες το τώρα σου και σ' άλλες εποχές. 49

50

Ενώθηκες σαν τίποτα με τον ωκεανό και γνώρισες τ' απέραντο στον άλλο εαυτό. Στο φαλημέντο του κόσμου αυτού ο καβαλάρης εγώ τ' ουρανού με τους ανθρώπους ζητάς επαφή μα έχει σπάσει κι αυτή η κλωστή Στο φαλημέντο του κόσμου αυτού ο καβαλάρης εγώ τ' ουρανού της Αριάδνης το μίτο κρατάς κι απ' την αρρώστεια τους και πάλι το σκας

Ο άτριχος πίθηκος Το 'χα τρακάρει, το 'χα αγαπήσει ήσουν παιδούλα, κι ολοζώντανη μα πια σουτάρεις και ποιος να σε γνωρίσει δε φτάνει να 'σαι μοναχά παιδί. Και στα ντουβάρια ακόμα κι αν μιλάω ην αορτή μου βγάζω στο κλαρί Άτριχε μου πίθηκε αχανής είν' η μπαμπεσιά σου ηρωίνωσες το έλ ές ντί μες στην άγνοια σου κι απ' τη δειλία σου μου είσαι δικαστής. 51

Εμείς έχουμ' ιστορία, πολεμήσαμε στην Τροία εσύ μου 'γινες πρεζόνι, κούφια η ώρα που μας ζώνει που πας ξυπόλυτη μωρή στ' αγκάθια. Βρες τη δύναμη σου κι έλα έλεγχο θέλει κι η τρέλα εγώ έχω καθαρίσει και αυτό ίσως βοηθήσει. Στης απουσίας λιώνω την ουσία αναστενάρησά μου μη χαθείς στο πάντρεμα με την ανυπαρξία δε φτάνει να 'σαι μόνο χασικλής. Και μια στιγμή να σπάσεις τα ντουβάρια τη δύναμη σου κράτα σταθερή άτριχε μου πίθηκε η αυγή δείχνει τα τσιμέντα μένει η ύπαρξη σου ορφανή μένει κι η πατέντα που σου επέβαλε να μείνεις αριθμός. Εμείς έχουμ' ιστορία, πολεμήσαμε στην Τροία εσύ μου 'γινες πρεζόνι, και σε πήρε το βαγόνι ανυπερθέτωσαν αι δυσκολίαι.

52

Η επομένη του θανάτου του. Οι εφημερίδες γράφουν. Παρασκευή 18 Μαρτίου 1988 «Θέλω να με ξεχάσετε όλοι» «Δεν σας φοβάμαι, φαντάσματα. Φαντάσματα δε σας φοβάμαι... Εγώ είμαι άνθρωπος. Άνθρωπος όμως φάντασμα μες στους ανθρώπους. Αν υπάρχει ανάμεσα σας φάντασμα Φάντασμα όμως άνθρωπος μες στα φαντάσματα...» (Νικόλας Άσιμος)

Άνθρωποι και φαντάσματα ήρθαν και πέρασαν πολλές φορές στη ζωή του. Κανείς και τίποτα όμως δεν έμεινε. Και ο Νικόλας Άσιμος βρέθηκε χτες και με το σώμα του να αιωρείται στο κενό, όπου μέχρι πριν λίγες ώρες μόνο η ψυχή του είχε αιωρηθεί. Έδεσε το βρόγχο στους σωλήνες του καλοριφέρ που περνούσαν κοντά στην οροφή της καμαρούλας στο πίσω μέρος του μικρού του μαγαζιού στην οδό Καλλιδρομίου 53 και κρεμάστηκε. Μια κοπελίτσα που τον βοηθούσε (πουλούσε τις κασέτες του τα βράδια στις ταβέρνες και τα μπαρ των Εξαρχείων) άνοιξε με το κλειδί της την πόρτα χτες στις 10 το πρωί, μπήκε μέσα και τον βρήκε. Λίγα λεπτά μετά έρχεται η αστυνομία. Βρίσκουν ένα γράμμα που άφησε ο Άσιμος, λίγο πριν αποφασίσει να βάλει τέρμα στη ζωή του. Δεν ανακοίνωσε το περιεχόμε53

νο του γράμματος η αστυνομία. Πληροφορηθήκαμε όμως ότι έγραφε τα εξής: «Αυτοκτονώ γιατί τον τελευταίο καιρό είχα διάφορα προβλήματα. Για την ενέργεια μου αυτή ας μην αναζητήσει η αστυνομία κανένα υπεύθυνο. Οι δημοσιογράφοι να μην ασχοληθούν μαζί μου.» «Θα περιμένω ένα θαύμα» Δεν σεβαστήκαμε την επιθυμία του Νικόλα Άσιμου κι ας μας συγχωρέσει, όπου κι αν βρίσκεται. Δεν είναι δυνατό να μην «ασχοληθεί» κανείς μ' έναν τέτοιο άνθρωπο, ό,τι κι αν ήταν, ό,τι κι αν είχε κάνει στη ζωή του. Από ανθρώπους που τον γνώριζαν πληροφορηθήκαμε ότι χτες γύρω στις 11 το πρωί επρόκειτο να συναντήσει το Βασίλη Παπακωνσταντίνου και το μάνατζερ του Στέλιο Ελληνιάδη, για να συζητήσουν για ένα δίσκο που επρόκειτο να ηχογραφηθεί με τραγούδια που έγραψε ο Άσιμος και θα τραγουδούσε ο Παπακωνσταντίνου. Φαίνεται ότι την απόφαση να πάει να συναντήσει ο ίδιος το θάνατο τη δούλευε μέσα στο μυαλό του κάμποσο καιρό πριν. Την περασμένη εβδομάδα είχε καλύψει τη βιτρίνα του «πιθαριού» του — αφού σαν σύγχρονος Διογένης ζούσε και δούλευε μέσα σε λίγα τετραγωνικά μέτρα τους τελευταίους μήνες — με σελίδες εφημερίδων. Δύο τρεις μέρες πριν έκανε την εμφάνιση του ένα σημείωμα κολλημένο πάνω στην πόρτα του «πιθαριού»: «Θα περιμένω άλλη μια μέρα μήπως γίνει ένα θαύμα», έγραφε. Προχτές, άλλο «μήνυμα στον έξω κόσμο» το αντικατέστησε: «Το θαύμα δεν έγινε. Η ζωή τελειώνει». Η απόφαση είχε παρθεί... Άραγε, μπορούσε να την προβλέψει όταν το χειμώνα του '79 έγραφε και τραγουδούσε: 54

«...Βαρέθηκα τα ίδια και τα ίδια τα δάκρυα να κάνω μπιχλιμπίδια τα λόγια μοναχά μας απομένουν κι οι θεωρίες στην πράξη μας γαμάνε οι θεσμοί...». Μια πνοή κρύου, θανατερού αέρα έπνεε στην πλατεία Εξαρχείων, ήδη από χτες το μεσημέρι, όταν το νέο «κυκλοφόρησε». Τα καφενεία είχαν γεμίσει από «παλιούς» και «καινούριους» θαμώνες και οι εκφράσεις στα μάτια έμοιαζαν πολύ. Όλοι τον ήξεραν το Νικόλα, όμως λίγοι μίλησαν γι' αυτόν. Κι αυτοί ανώνυμα: — Το σύστημα είναι ανίκανο να περιθάλψει τους τραυματίες του. — Τον φάγανε το Νικόλα. Δεν άντεξε. — Σώπα, ρε. Φταίμε όλοι μας. Πήγε κανείς σας να τον δει τον τελευταίο καιρό; — Αφού είχε τρελαθεί τελείως. Λίγες φορές είχε κατεβεί στην πλατεία και την έπεφτε σ' όλους όσους έβρισκε μπροστά του; — Ναι, κι εσείς τον πλακώνατε στο ξύλο... Δεν θυμάστε, ρε, που στην κατάληψη της Βαλτετσίου το '81 κουβάλαγε στα παιδιά νερό με τους κουβάδες κι είχε βάλει μια μπαλαντέζα από το σπίτι του και τους έδινε ρεύμα; — Οι νεκροί πεθάνανε. Εμείς τι κάνουμε... — Ακόμα δεν έγινε τίποτα. Να δεις πόσοι θα πάνε σε λίγο καιρό... Κουβέντες σκόρπιες, αποσπασματικές. Ο καθένας από την πλευρά του. Κατά γενική ομολογία, ο «κόσμος» δεν 55

τον άντεχε εύκολα πια το Νικόλα. Ο Νικόλας είχε «φύγει», είχε «εκτραπεί». «Κάθε Σάββατο πήγαινα και τον έβλεπα. Το περασμένο, βρήκα ένα σημείωμα στην πόρτα. Το 'χε αφήσει για μένα. "Λείπω στη Χαλκίδα και θα γυρίσω", έγραφε. Σήμερα τον περίμενα να 'ρθει να φάμε μαζί. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί το έκανε. Ίσως γιατί όλοι οι φίλοι του τον είχαν εγκαταλείψει». Τα παραπάνω μας είπε αργά το βράδυ ο θείος του, ο Χρήστος Μισιδόπουλος. Για επίλογο: Ο Νικόλας Άσιμος (το Άσιμος είναι «δικό» του όνομα) γεννήθηκε το 1949 στη Θεσσαλονίκη. Αντί «βιογραφικού σημειώματος» παραθέτουμε ένα απόσπασμα από μια «κλήση» για συναυλία, από τις πολλές που είχε απευθύνει κατά καιρούς προς όλες τις κατευθύνσεις, όταν ακόμα είχε το κουράγιο να ψάχνει για ανθρώπους «να κάνουν πράγματα μαζί». Πρόκειται για τη συνάντηση των «Κροκανθρώπων», που έγινε στο μουσικό καφενείο «Σούσουρο» στην Πλάκα, το Δεκέμβριο του '79: «Βρίσκομαι σε αναζήτηση κροκανθρώπων. Μην ταράζετε τον ύπνο του ξύπνου μου». Παρ' όλο που δεν έψαξα καθόλου, άλλον κροκάνθρωπο δεν ανακάλυψα. Ξέρω φυσικά ότι υπάρχουν κροκάνθρωποι. Υπάρχουν έστω ως ανύπαρκτοι. Απλώς δεν ήρθε η στιγμή της συνάντησης». Μέχρι αργά χτες το βράδυ δεν ήταν γνωστό πού και πότε θα γινόταν η κηδεία του. Ντίνα Βαγενά

Ελευθεροτυπία

56

Δεν κατάφερε να κλείσει τις πληγές του «Έχω τρέξει σε εκδηλώσεις για τον κάθε κυνηγημένο κι αδικημένο και δεν έχω ακούσει καλή κουβέντα. Τώρα ο εαυτός μου αγωνίζεται να θεραπεύσει τις τελευταίες του πληγές που έχουν μείνει. Πάντως εξακολουθώ να λέω ή η κοινωνία θα προσαρμοστεί σε μένα ή εγώ σ' αυτήν». Τελικά δεν τα κατάφερε ο Νικόλας Άσιμος, όπως μας είχε πει τον περασμένο Μάιο στην «Ε». Δεν μπόρεσε να επουλώσει τις πληγές της ευαίσθητης καρδιάς του και του πυρακτωμένου μυαλού του, που είχε τραυματιστεί τόσο από το ξύλο της χουντικής και μεταπολιτευτικής εποχής όσο και από τις επισκέψεις του σε ψυχιατρικά ιδρύματα. Έβαλε «πλην» στη ζωή του και στη μοναξιά του, ακολουθώντας το δρόμο των ιδανικών αυτοχείρων. Προικισμένος, αλλά παραγνωρισμένος τραγουδοποιός, συνθέτης («πληνθέτης», όπως έλεγε ο ίδιος) ποικιλόμορφων τραγουδιών (μπαλάντες, ροκ, λαϊκά κ.α.) και στιχουργός με έντονα καυστικό στίχο εναντίον του κατεστημένου, αλλά και σπαραχτικής ερωτικής ευαισθησίας. («Θα νικήσουμε», «Γιουσουρούμ», «Το παπάκι», «Αγαπάω και αδιαφορώ» κ.α.), ο Νικόλας Άσιμος εξέδιδε και ερμήνευε μόνος του τα περισσότερα τραγούδια του σε κασέτες που τις διέθετε ο ίδιος. Τελευταία είχε δώσει πέντε τραγούδια του στο δίσκο του Βασίλη Παπακωνσταντίνου «Χαιρετίσματα» και είχε βγάλει επίσης σε «αυτοπαραγωγή» του την κασέτα «Στο φανάρι του Διογένη», όπου τραγουδούσε μαζί με τη Σωτηρία Λεονάρδου. Επιθετικός («Ο βιασμός μου είναι η βία της απάθειας σας»), τρυφερός («Αξίζει να ζουν σαν παιδιά εκείνοι που 57

έχουν καρδιά»), φιλόσοφος («Κάθε στιγμή είναι τελευταία. Χρειάζεται να κάνεις το καλύτερο: να είσαι άψογος και ταπεινός»), ο Άσιμος ζούσε σαν σύγχρονος Διογένης σ' ένα πιθάρι-δωμάτιο που είχε φτιάξει πίσω από το μικρό βιβλιοπωλείο που είχε στα Εξάρχεια. Περιθωριακός και φευγάτος («Θέλω να ξαναφτιάξω τις αρχαίες μου τριήρεις και να βάλω κωπηλάτες τα πρεζάκια κι όλους τους ψυχοφαρμακωμένους. Τους δε ψυχιάτρους θα τους πετάξω στη θάλασσα σαν σαβούρα»), πικραμένος από τις γυναίκες («Δεν βρέθηκε ποτέ καμιά γυναίκα να μ' αγαπήσει»), ταπεινός λάτρης της γνώσης («Προσπάθησα να καταλάβω τον Ηράκλειτο, τον Διογένη, τον Παρμενίδη, τον Οιδίποδα, τον Διγενή Ακρίτα»). Στην κουβέντα μας εκείνη στην «Ε», είχε πει ακόμη: « Έ χ ω μια τελευταία επιθυμία. Γιατί ένας πολέμαρχος πάντα την έχει: Εάν με σκοτώσει κάποιος, γιατί δεν πρόκειται να σκοτωθώ μονάχος, ούτε ν' αυτοκτονήσω, θέλω να με ξεχάσετε όλοι». Ο «πολέμαρχος» λύγισε από το αβάσταχτο βάρος της γενναίας απελπισίας του. Το τρυφερό κι αντισυμβατικό φανάρι της μουσικής και των τραγουδιών του θα φωτίζει στη μνήμη μας με τις μικρές αναλαμπές του, το πέρασμα αυτού του ιδιόρρυθμου Δον Κιχώτη της εποχής μας.

Άθελα μας... Γ.Ε.Β.

Ελευθεροτυπία

58

Αυτοκτόνησε ο Άσιμος Άφησε μήνυμα: Καταρρέω Ο εκκεντρικός τραγουδοποιός των Εξαρχείων Νικόλας Άσιμος, έδωσε χτες τέλος στη ζωή του, στα 39 του χρόνια. Τη στιγμή που τα τραγούδια του άρχισαν να γίνονται επιτυχίες, ο 39χρονος καλλιτέχνης επέλεξε το θάνατο. «Καταρρέω κι άλλο πλέον δεν μπορώ...» έγραφε ο Άσιμος σε ένα τραγούδι στον τελευταίο δίσκο του Βασίλη Παπακωνσταντίνου. «Κουράστηκα» έγραφε σε ένα σημείωμα που άφησε... «Τα νοσοκομεία δεν με βοήθησαν να ξεπεράσω το πρόβλημά μου, για να μπορέσω να δουλέψω όπως πρώτα. Δεν κρατάω παράπονο σε κανένα. Παρακαλώ οτιδήποτε αξίας να βρεθεί να παραδοθεί στην κόρη μου». Στις 10:15' χτες το πρωί ο Νικόλας Άσιμος βρέθηκε κρεμασμένος από το ταβάνι ενός μικρού μαγαζιού, που είχε νοικιάσει στην οδό Καλλιδρομίου 53-55 στα Εξάρχεια. « Σ τ η ν τρύπα» Σε αυτή την «τρύπα» έμενε ο καλλιτέχνης και πουλούσε κασέτες, βιβλία και φτηνά δώρα για να εξασφαλίζει «τα προς το ζειν». 59

Μια κοπέλα, γνωστή του τραγουδοποιού, που περνούσε τυχαία μπροστά από το ισόγειο μαγαζάκι αντίκρισε πρώτη το ανατριχιαστικό θέαμα. Ανάμεσα από τα φύλλα των εφημερίδων, που ο καλλιτέχνης είχε κολλήσει στο τζάμι, είδε να αιωρείται το πτώμα του Νικόλα Άσιμου. Η κοπέλα έτρεξε στο πιο κοντινό περίπτερο και τηλεφώνησε ανώνυμα στην αστυνομία. Οι αστυνομικοί, που ύστερα από λίγη ώρα έφτασαν έξω από το μαγαζάκι, βρήκαν την πόρτα κλειδωμένη, την παραβίασαν και διαπίστωσαν ότι η άγνωστη που είχε τηλεφωνήσει έλεγε αλήθεια. Ο Νικόλας Άσιμος είχε γεννηθεί στη Θεσσαλονίκη και το πραγματικό του όνομα ήταν Νικόλαος Λαζάρου Ασημόπουλος. Σύμφωνα με πληροφορίες οι γονείς του και τα αδέλφια του ζουν στην Κοζάνη και ασχολούνται με το εμπόριο. Η οικογένεια του θεωρείται οικονομικά ευκατάστατη. Ταλέντο «Ο Νικόλας Άσιμος ήταν ένα μεγάλο ταλέντο και άλλο ένα θύμα των συνθηκών της σημερινής κοινωνίας», δήλωσε ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, φίλος και συνεργάτης του Άσιμου, μόλις πληροφορήθηκε το θάνατο του. Και ο Αχιλλέας Θεοφίλου, παραγωγός της δισκογραφικής εταιρίας «Μίνως», είπε: «Αυτοκτόνησε, όχι επειδή ήταν τρελός, αλλά επειδή ήταν ευαίσθητος. Κάνουν λάθος όσοι νομίζουν ότι ο Άσιμος είναι τρελός». Ήρθε στην Αθήνα, με τη μεταπολίτευση. 60

Τότε ηχογράφησε και ένα μικρό δίσκο στη «Λύρα», με τον τίτλο «Μηχανισμός» που έλεγε «Με πείσανε να γίνω ρεβιζιονιστής και να γυρίσω δίσκο». Έμενε στα Εξάρχεια όπου διατηρούσε μαγαζί με βιβλία, κασέτες και δώρα. Ως αναρχικός είχε φάει ξύλο από την αστυνομία σε διάφορες συγκεντρώσεις και επεισόδια, ενώ πρόσφατα είχε υποβληθεί σε ηλεκτροσόκ. Είχε διάφορα προβλήματα, καθώς τον έδιωχναν οι ιδιοκτήτες από τα σπίτια που έμενε, και οικονομικά. Οι γνωστοί του λένε πως όταν ήρθε το '74 στην Αθήνα, δεν έδειχνε να έχει ψυχολογικό πρόβλημα. Στην πορεία, όμως, άρχισε να συμπεριφέρεται ιδιόρρυθμα. Είχε εκδώσει ένα βιβλίο με τον τίτλο «Οι κροκάνθρωποι». Οι μόνες του συνεργασίες με την επίσημη δισκογραφία ήταν το 1982, που κυκλοφόρησε το δίσκο «Νικόλας Άσιμος - Ξαναπές Ο», με τη συμμετοχή της Χαρούλας Αλεξίου και του Βασίλη Παπακωνσταντίνου και πρόσφατα που έγραψε τραγούδια για το δίσκο του Παπακωνσταντίνου «Χαιρετίσματα» («Καταρρέω», «Αγαπάω κι αδιαφορώ», κ . ά . ) . Είχε δικά του τραγούδια, τα οποία έγραψε σε κασέτες και τις διακινούσε μόνος του. Σύμφωνα με πληροφορίες ο Νικόλας Άσιμος ήταν σε κατάθλιψη τον τελευταίο καιρό. Μάλιστα είχε κάνει άλλη μια απόπειρα αυτοκτονίας. Εκείνος που του συμπαραστεκόταν, τον φρόντισε, του μιλούσε, ασχολούνταν μαζί του, ήταν ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Ο τραγουδιστής θέλοντας να τον δραστηριοποιήσει, συνεννοήθηκε με το συνεργάτη του Σ τ . Ελλη61

νιάδη, να του κάνουν μια παραγωγή δίσκου. Πριν από τρεις μέρες το ανακοίνωσε στον Άσιμο, ο οποίος χάρηκε πολύ. Οι τρεις τους — Άσιμος, Παπακωνσταντίνου και Ελληνιάδης — είχαν ένα ραντεβού για χτες, προκειμένου να συζητήσουν τις λεπτομέρειες της παραγωγής. Ο Άσιμος ζούσε μόνος του στην Αθήνα. Είχε μια κόρη 10 χρονών. - Τραγικό τέλος έδωσε στη ζωή του, στις 8:30 χτες το πρωί, ένας 35χρονος, που είχε ψυχολογικά προβλήματα. Ο Κώστας Ν. Σωτηράκης, κάτοικος Νέας Σμύρνης (Πλαστήρα 86), ιδιωτικός υπάλληλος έπεσε από τον τέταρτο όροφο της πολυκατοικίας της οδού Καποδιστρίου 24, στο κέντρο του Πειραιά και τραυματίστηκε θανάσιμα. Ο 35χρονος μεταφέρθηκε στο Τζάνειο, όπου διαπιστώθηκε ο θάνατος του. - Δύο 26χρονες κοπέλες αυτοκτόνησαν χτες στη Θεσσαλονίκη. Πρόκειται για τις: Ελένη Παπάζογλου, ιδιωτική υπάλληλο, από την Πτολεμαΐδα, η οποία έπεσε στο κενό από τον τρίτο όροφο του διαμερίσματος όπου φιλοξενείτο με τους γονείς της και την Πολυμνία Κυριακούδη από τη Σίνδο Θεσσαλονίκης που έπεσε από την ταράτσα της οικοδομής που έμενε. Και οι δύο κοπέλες, σύμφωνα με πληροφορίες, είχαν ψυχολογικά προβλήματα. Τάκης Τερζής — Ντ. Βασιλάκου

Έθνος

62

65

66

68

70

72

73

74

Δεν είμαι συν-θέτης είμαι... πλην-θέτης «Είμαι πληνθέτης. Όπου οι άλλοι τοποθετούν συν και λέγονται συνθέτες, εγώ τοποθετώ πλην». Νικόλας Άσιμος, 38 χρονών. Γράφει τραγούδια (μουσική και στίχους), τα τραγουδάει σχεδόν όλα ο ίδιος και τα εκδίδει σε δική του παραγωγή σε κασέτες. Πρόσφατη «αυτοπαραγωγή» του η κασέτα «Στο φανάρι του Διογένη», όπου τραγουδά κι η Σωτηρία Λεονάρδου, η πρώτα γωνίστρια του «Ρεμπέτικου» του Κ. Φέρρη. Επίσης πέντε τραγούδια του ακούγονται στον καινούργιο δίσκο του Βασίλη Παπακωνσταντίνου «Χαιρετίσματα». Οργίλος («Ο βιασμός μου είναι η βία της απάθειας σας») και τρυφερός («Αξίζει να ζουν σαν παιδιά εκείνοι που έχουν καρδιά»), φιλόσοφος («Κάθε στιγμή είναι τελευταία. Χρειάζεται να κάνεις το καλύτερο: να είσαι άψογος και ταπεινός») και φιλότρελος («Με κατηγόρησαν ότι είμαι γρήγορος. Αν ήμουν πιο αργός θα τα είχα καταφέρει»), ο Νικόλας Άσιμος είναι — όπως λέει ο ίδιος — αυτοεξόριστος. Διαφορετικός. «Όταν άκουσα τον Παπαδόπουλο να λέει "θα πατάξωμεν την αναρχία" αποφάσισα να γίνω η αναρχία που δεν πατάσσεται ποτέ. Γιατί η αναρχία είναι η αρχή του τέλους και το τέλος της αρχής, και δεν είναι ουτοπία». 75

Συλλέκτης έκτοτε... άγριου ξύλου, χουντικού (φοιτητής ων, με τις καταλήψεις στα υπόγεια της Φιλοσοφικής Σχολής της Θεσσαλονίκης) και μεταπολιτευτικού (επέτειος Πολυτεχνείου, δικτατορίας κ.ά.), επισκέπτης μερικές φορές ευαγών ψυχιατρικών ιδρυμάτων, ο αυτοδίδακτος Άσιμος (έμαθε μουσική μόνος του παίζοντας για ένα διάστημα μέρα-νύχτα κιθάρα) πρωτοεμφανίστηκε το '71 σ' ένα μπαρ στο Λευκό Πύργο. Τραγούδια τολμηρά, αντικομφορμιστικά («Ο παπάς», «Οι τιράντες», «Αχ Μαρία» κ.ά.) τα οποία θα συνεχίσει να λέει και να γράφει, όπως αργότερα στην Πλάκα, στην «Πέμπτη Εποχή», με τον Θανάση Γκαϊφύλια και τον Πάνο Τζαβέλα. Ερέθισμα αυτής της συζήτησης για μας, ήταν το άκουσμα για πρώτη φορά των τραγουδιών του, των καινούριων αλλά και παλιότερων. Ένας ποικιλόμορφος μουσικός ήχος (μπαλάντες, ροκ, λαϊκά, κ.ά.) κι ένας πικρός σαρκαστικός στίχος, που βάλλει εναντίον του κατεστημένου. Υπάρχει ακόμη στον στίχο του μια απελπισμένη γενναιότητα, ένας πληγωμένος ή ανεκπλήρωτος έρωτας. («Είναι πανάκριβο στο λέω ν' αγαπάς», «Παραδόξως αγαπάω εμένα όπως εσένα», «Δεν θέλω καρδιά μου να κλαις», το παλιό τρυφερό «Παπάκι» που τραγούδησε η Χάρις Αλεξίου κ.ά.) Τον Άσιμο, που ζει μόνος του σαν σύγχρονος Διογένης σ' ένα πιθάρι-δωμάτιο 2x3, τον συναντήσαμε στο μαγαζί που έχει φτιάξει τα τελευταία χρόνια μπροστά από το «σπίτι» του (βιβλία, αφίσες, παιχνίδια), στην οδό Καλλιδρομίου, στα Εξάρχεια. Δύο μέρες πριν μας είχε φέρει στην εφημερίδα τη μουσική πραμάτεια του, κρατώντας επίσης μαζί του μια απόχη με τον πλανήτη (μια υδρόγειο 76

σφαίρα) που προσπαθεί από καιρό... να σώσει. Χειμαρρώδης, αχαλιναγώγητος στη συζήτηση, με λογοπαίγνια, χιουμοριστικούς αφορισμούς και εκλάμψεις, τα βάζει με όλους και με όλα. Μη τον πάρετε στα σοβαρά αλλά ούτε και στα αστεία. Αφουγκραστείτε τον. Κι ας φαίνεται ανεξέλεγκτος στην κουβέντα, την οποία άνοιξε μόνος του πριν καν ακούσει το πρώτο ερώτημα. Να διαλύσω το έθνος Αναλαμβάνω την ευθύνη να μου κάνει μήνυση όλος ο ελληνικός λαός, αν υπάρχει. Γιατί; Έ χ ω σκοπό να διαλύσω το έθνος, μπας κι αποκτήσει συνείδηση. Γιατί βγάζεις τα τραγούδια σου σε κασέτες σαν αυτοπαραγωγός; Δεν τα βρίσκεις με τις εταιρίες; Με στήνουν, με κοροϊδεύουν. Όλοι κοιτάνε να φάνε το ζουμί από μένα. Γι' αυτό όλα, ακόμα κι ο μοναδικός δίσκος που έχω βγάλει με σήμα το βουβάλι, δική μου παραγωγή είναι. Τον έδωσα για εκμετάλλευση στο υποκατάστημά μου στη «Μίνως». Μπορεί να μην έχω μία αλλά έχω μέγιστη σοφία και στο εξής εγώ θα κυβερνώ το χρήμα. Γιατί εγώ ξέρω πού θα το δώσω κι έχω σκοπό στο πρόγραμμα μου να ξαναφτιάξω τις αρχαίες μου τριήρεις και να βάλω κωπηλάτες τα πρεζάκια κι όλους τους ψυχοφαρμακωμένους. Τους δε ψυχιάτρους θα τους πετάξω στη θάλασσα σαν σαβούρα. Είσαι περιθωριακός; Αισθάνεσαι λίγο Διογένης, όπως αυτός της κασέτας σου; Κατ' αρχήν δεν υπάρχει περιθώριο. Το 'χει φάει ο... 77

πράσινος πετροφάγος, που θα φάει και το γιο μου το Διονύση, που εκμεταλλεύεται το περιθώριο. Ό,τι λέω το 'χω κάνει. Έ χ ω γίνει ο Ίδιος ο Διογένης. Όχι μονάχα στα λόγια μα στην πράξη και στο είναι. Κι ο Μέγας Αλέξανδρος υπήρξε μπούφος! Θα τον είχα κι αυτόν κωπηλάτη στις αρχαίες μου τριήρεις, αν μπορούσε να λύσει το Γόρδιο Δεσμό με την ψυχή του κι όχι με το σπαθί του. Ένα από τα αρχαία μου ονόματα είναι Πέπλος, Μυστήριος και Γρίφος. Είμαι ο Γόρδιος Δεσμός σας. Πολεμήστε να με λύσετε, αλλά με την ψυχή σας και την καρδιά σας κι όχι με το σπαθί σας. Πιστεύω στο δωδεκάθεο Να μιλήσουμε για ταυτότητα των τρ... Ταυτότητα τώρα έχω βγάλει, τώρα έγινα Έλλην υπήκοος. Μου την είχαν πάρει. Την βλέπεις; Άνευ θρησκεύματος (τη δείχνει). Αυτό που πιστεύω είναι το αρχαίο δωδεκάθεο των Ελλήνων. Τι αμφισβητείς, τι φάχνεις μέσα από τα τραγούδια σου; Γυρεύω «ανυπότακτες ματιές», όπως λέω σ' ένα απ' αυτά. Ακούγονται στο ραδιόφωνο ή στην τηλεόραση; Πολεμάω μ' έναν άνθρωπο που είναι μεγάλος μου εχθρός, τον άνθρωπο που ελέγχει τα δίκτυα. Αλλά όταν τον βρήκα στο δρόμο, κατάλαβα ότι είναι γεννημένος μπούφος κι όχι μπούφος μέσα στον μπούφο όπως είμαι εγώ. Είναι ένας απλός δημόσιος υπάλληλος κι όταν τον ρώτησα γιατί μ' απαγορεύεις και του μίλαγα για τον άνθρωπο που ελέγχει τα δίκτυα αυτός κατάλαβε λάθος και 78

νόμιζε ότι εννοούσα τον τερματοφύλακα της Εθνικής, που έφαγε γκολ εκείνη τη στιγμή... Δεν αφήνουν τραγούδια μου στο ραδιόφωνο όπως το «Καταρρέω», ο «Σάλια γκας» ή το «Βενσερέμος» που λέει ο Παπακωνσταντίνου. Υπάρχουν διάφορα είδη μουσικής στα τραγούδια σου. Πώς τα συνδυάζεις όλα αυτά; Όλες οι μουσικές είναι ένα κι ένας καλλιτέχνης όταν είναι τίμιος και καθαρός έχει δικαίωμα να περνάει μ' οποιαδήποτε μουσική θέλει — αν μπορεί και να τη φτιάξει — μηνύματα στον κόσμο. Απλώς δεν έχω τα μέσα να τα κάνω όπως θέλω. Έχεις τόσα όργανα, τόσους μουσικούς σ' αυτά. Τους πληρώνεις ή έρχονται αφιλοκερδώς; Τους έχω πληρώσει και με το παραπάνω εκτός από δύο τρεις που είναι εντάξει παιδιά, έρχονται αφιλοκερδώς, όπως π.χ. ο Θύμιος Παπαδόπουλος. Μια τέτοια παραγωγή σε λεφτά, άσε τον κόπο και την υπερεργασία, την πληρώνω δέκα φορές παραπάνω από οποιαδήποτε εταιρία. Δεν εξαπάτησα κανένα, ό,τι έχω πει το έχω κάνει. Χαμαλίκια Επιβιώνεις με τη μουσική; Πώς τη βγάζεις; Με εκατομμύρια χαμαλίκια από άλλες δουλειές. Μέχρι φούσκες για τα πιτσιρίκια πουλάω. Στους στίχους σου υπάρχει σαρκασμός αλλά και τρυφερότητα. Πέρα από την εξουσία υπάρχει κι ο έρωτας. Πώς συνδυάζεται στην ψυχοσύνθεσή σου; Δεν βρέθηκε ποτέ καμία γυναίκα να μ' αγαπήσει κι ούτε να μου κάνει καμιά δουλειά. 79

Τι δουλειά; Ένα αυγό τηγανητό, ας πούμε. Μ' έχουν εκβιάσει όλες μέχρι θανάτου. Γιατί όλες είναι σκλάβες γεννημένες, προτιμάνε τα χαρέμια. Γι' αυτό πάνε απ' τη μια με τους παπάδες και την άλλη με τους δερβισάδες. Είναι πουλημένες, ειδικά οι φεμινίστριες. Γιατί ειδικά οι φεμινίστριες; Όταν πήγα το '81 να κάνω κατάληψη στο Άγιον Όρος είχα μαζί μου 15 φεμινίστριες. Αυτές πήγαν με τους καλόγερους και μένα κόντεψαν να με σκοτώσουν. Σ' ενοχλεί ότι είσαι άγνωστος στο ευρύ κοινό;... Άσημος εμπορικά; Είμαι ο πιο εμπορικός απ' όλους. Αν υπάρχει μια συνωμοσία γύρω μου, είναι γιατί φοβούνται τη δύναμη μου. Όλοι είναι βολεμένοι και με νομίζουν ίδιο μ' αυτούς, μπας και τους φάω τη θέση. Η συνέντευξη που δίνω δεν απευθύνεται σε κομπλεξικούς. Δεν θα φάω τη θέση κανενός. Τον πλανήτη προσπαθώ να ελευθερώσω. Να διαλύσω όλες τις πολεμικές βιομηχανίες, να γκρεμίσω τα τρελάδικα και να κάνω τις εκκλησίες μαγειρεία. Αυτοσαρκάζομαι Εκτός από κριτική κάνεις και αυτοκριτική; Πάντα αυτοσαρκάζομαι. Όταν με λέω μπούφο, πατάτα, σκόρδο και κρεμμύδι. Όταν με λέω γυναικά, αλλά ποτέ γυναικωτό. Τον εαυτό μου τον έχω αυτοκρίνει όσο κανένας άλλος. Σε τι πιστεύεις; Στη γενεσιουργό αιτία που τη θυμήθηκε κι εκείνος ο Παρμενίδης που έχει πει: «Εν το παν». Όλα τα γενεα80

λογικά δέντρα Εβραίων, Πόντιων, Θιβετιανών, Ινδών, όλες οι θρησκείες, ανατολικές και δυτικές, βόρειες και νότιες, που βασίζονται όμως σε γενεαλογικά δέντρα και σε φοβερή αλληλεγγύη, προσπαθούσαν να βρουν τον έναν, τον ελευθερωτή. Είτε Χριστός λεγόταν, είτε Βέγγος. Αλλά είμαι πιο αρχαίος απ' αυτούς, γιατί ξέρω ότι το σύμπαν είναι μια τελεία, η οποία γέννησε γραμμή. Γι' αυτό μια τελεία να τελειώνει, μία γραμμή τα ξαναρχίζει. Η γενεσιουργός αιτία δεν είναι καν η Εύα, ούτε ο Αδάμ. Γιατί υπήρξαν κότες κι όχι ελευθερωτές. Υπάρχουν κάποιοι σημαντικοί άνθρωποι που σε επηρέασαν; Προσπάθησα να καταλάβω τον Ηράκλειτο, τον Διογένη, τον Παρμενίδη, τον Οιδίποδα, τον Διγενή Ακρίτα. Κι ο πατέρας του αναρχισμού, ο Μπακούνιν; Μπακούνιν, Μαρξ, Λένιν είναι μούμιες, όπως όλοι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι Φαραώ. Αυτά που ονειρεύεσαι τα έχεις ποτέ βιώσει; Έ χ ω γίνει γήπεδο και παίξανε όλοι στο κορμί μου και στο είναι μου όλα τα παιχνίδια των αιώνων, αλλά η πνοή μου θα γενεί το ηφαίστειο της βροχής. Κι έχω μια τελευταία επιθυμία. Γιατί ένας πολέμαρχος πάντα την έχει: Αν με σκοτώσει κάποιος, γιατί δεν πρόκειται να σκοτωθώ μονάχος, ούτε ν' αυτοκτονήσω, όπως προσπάθησαν μερικοί να με δηλητηριάσουν πληρώνοντας τους απατεώνες γιατρούς τους, θέλω να με ξεχάσετε όλοι. Κι ούτε ποτέ ν' αναφέρετε το όνομα μου, γιατί δεν θέλω καμία στρέβλωση και καμία δολοφονία στο όνομα μου. Νιώθεις ριγμένος, ξένος με τους συνανθρώπους σου; Σε εκατό μαγαζιά έχω δουλέψει και δεν έχω πάρει 81

φράγκο. Έ χ ω τρέξει σε εκδηλώσεις για τον κάθε κυνηγημένο κι αδικημένο και δεν έχω ακούσει καλή κουβέντα. Τώρα ο εαυτός μου αγωνίζεται να θεραπεύσει τις τελευταίες του πληγές που έχουν μείνει. Πάντως, εξακολουθώ να λέω ή η κοινωνία θα προσαρμοστεί σε μένα ή εγώ σ' αυτήν! Συνέντευξη 11-5-87 στην Ελευθεροτυπία στο Γιώργο Βιδάλη 10 μήνες πριν φύγει

82

Νικόλα γεια σου σ΄ αγαπάμε Με χειροκροτήματα κηδεύτηκε χτες το απόγευμα στο νεκροταφείο της Καλλιθέας ο τραγουδοποιός των Εξαρχείων Νικόλας Άσιμος. Διακόσιοι φίλοι και συγγενείς του νεκρού καλλιτέχνη — ανάμεσα τους ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και η Χάρις Αλεξίου — συνόδεψαν τον Άσιμο στην τελευταία του κατοικία. Τραγικές φιγούρες οι γονείς του, που ήρθαν από την Κοζάνη για να αποχαιρετίσουν το παιδί τους. Δίπλα τους η 10χρονη κόρη του Νικόλα, Λίλιαν με τη μητέρα της. Συντετριμμένη η μάνα του Νικόλα, μόλις που στεκόταν στα πόδια της. Υποβασταζόμενη από τον άνδρα της και κάποιο συγγενή τους, έκλαιγε με λυγμούς. Παράμερα, σχεδόν στο τέλος της νεκρικής πομπής, ήταν ο τραγουδιστής Βασίλης Παπακωνσταντίνου, που δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα δάκρυα του. Κοντά του η Χάρις Αλεξίου με μαύρα γυαλιά, ο Θέμης Ανδρεάδης, η δικηγόρος Κατερίνα Ιατροπούλου. Ανάμεσα στους φίλους που κρατούσαν στον ώμο το φέρετρο του Νικόλα ήταν ο Γιάννης Φελέκης, γνωστό στέλεχος της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. 83

«Ο Νικόλας ήταν ευαίσθητος αλλά η σημερινή κοινωνία δεν σηκώνει ευαισθησία... Νικόλα γεια σου... Σ' αγαπάμε...». Με τα λόγια αυτά αποχαιρέτισε τον τραγουδοποιό ένας φίλος του. Ξέσπασαν Ο κόσμος ξέσπασε σε χειροκροτήματα και όταν το φέρετρο κατέβηκε στον τάφο άρχισαν να φωνάζουν: «Αντίο Νικόλα...». Ο Νικόλας Άσιμος έδωσε τέλος στη ζωή του προχτές το πρωί, μέσα στο μικρό του μαγαζί στα Εξάρχεια. Πουλούσε βιβλία και μικρά δώρα, για να εξασφαλίζει τα απαραίτητα. Στην Αθήνα είχε έρθει για να σπουδάσει. Σύντομα εγκατέλειψε τις σπουδές του και άρχισε να γράφει τραγούδια. Έχει εκδώσει ένα βιβλίο με τον τίτλο «Οι κροκάνθρωποι». Με την επίσημη δισκογραφία συνεργάστηκε το 1982. Ο δίσκος κυκλοφόρησε με τον τίτλο «Νικόλας Άσιμος Ξαναπές Ο». Συμμετείχε η Χάρις Αλεξίου και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου. Πρόσφατα είχε γράψει για το δίσκο του Παπακωνσταντίνου «Χαιρετίσματα», τα τραγούδια «Καταρρέω», «Αγαπάω και αδιαφορώ» και άλλα. Τον τελευταίο καιρό, όπως λένε οι φίλοι του, είχε πέσει σε κατάθλιψη και είχε κάνει μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας. Έθνος, Σάββατο 19-3-88 84

88

95

97

98

100

101

102

103

105

View more...

Comments

Copyright ©2017 KUPDF Inc.
SUPPORT KUPDF