o Aoratos Anthropos AP to Salem-_-christoffer Carlsson-_-greekleech

April 13, 2017 | Author: silmoril | Category: N/A
Share Embed Donate


Short Description

Download o Aoratos Anthropos AP to Salem-_-christoffer Carlsson-_-greekleech...

Description

Ο Κρίστοφερ Κάρλσον είναι συγγραφέας και εγκληματολόγος. Ο Αόρατος Άνθρωπος από το Σάλεμ είναι το τρίτο του έργο και το πρώτο μιας σειράς μυθιστορημάτων που πρόκειται να εκδοθούν, με κεντρικό ήρωα τον αστυνομικό Λέο Γιούνκερ.

OAoratosAnthroposApoToSalemEx_Layout 1 05/11/2014 10:47 ΠΜ Page 1

Φωτογραφία: Anna-Lena Ahlström

Μια νέα γυναίκα βρίσκεται δολοφονημένη σε ένα κέντρο φιλοξενίας για απόκληρους και για ανθρώπους με παρεκκλίνουσα συμπεριφορά στη Στοκχόλμη. Στην ίδια πολυκατοικία, δύο ορόφους πιο πάνω, ξυπνά ο αστυνομικός Λέο Γιούνκερ από τα γαλάζια φώτα των φάρων των περιπολικών. Ξεκινά η έρευνα για την ανεύρεση του δολοφόνου, αλλά κάθε βήμα προς τα εμπρός οδηγεί πιο βαθιά στο λαβύρινθο που έχει δημιουργήσει ο άφαντος δράστης. Είκοσι χρόνια πριν, την εποχή που ο Λέο ήταν έφηβος, γνώρισε δύο πρόσωπα που έμειναν για πάντα στην καρδιά του. Ήταν ο Τζον, που έγινε πολύ καλός του φίλος, και η αδελφή του Τζον, η Τζούλια, που έγινε κάτι παραπάνω από φίλη του. Ο άνθρωπος όμως που θα αλλάξει τα πάντα είναι αυτός που καραδοκεί στο σκοτάδι.

Β1208 ISBN 978-960-14-2895-6

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΘΟΠΟΥΛΟΣ

Μετάφραση από τα σουηδικά

ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ A.A.

ΛΙΒΑΝΗ

http://www.livanis.gr

ΛΙΒΑΝΗ

ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ A.A.

ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ A.A.

ΛΙΒΑΝΗ

«Απομακρύνθηκα από την πόρτα του παλιού σου σπιτιού κι έφυγα. Κρύβομαι. Ταξιδεύω τώρα που σου γράφω. Κινούμαι. Δε μου άρεσε να ταξιδεύω όταν ήμουν παιδί, τώρα όμως το γουστάρω. Δεν μπορείς να αιχμαλωτίσεις έναν άνθρωπο που κινείται. Το έμαθα καλά αυτό. Ο άνθρωπος που κινείται δεν είναι ορατός – δεν είναι παρά μόνο μια σκιά, μια θολή παρουσία. Θα με έπαιρνες είδηση αν ταξιδεύαμε στο ίδιο βαγόνι; Θα με έβλεπες και θα καταλάβαινες πως είμαι εγώ; Δεν το πιστεύω. Δε θυμάσαι. Δε θυμάσαι τίποτα. Σου γράφω επειδή πρέπει να θυμηθείς, αλλά τα πράγματα δε μου βγαίνουν όπως τα σκέφτομαι. Είμαι διχασμένος. Είμαι έρμαιο. Οδηγώ το αυτοκίνητο και περνώ πάνω από τα πεσμένα φύλλα των δέντρων. Σε μια γωνία κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό βλέπω κάποιους περιθωριακούς τύπους και σκέφτομαι πως ήμασταν κι εμείς έτσι κάποτε. Είμαστε ακόμα;»

ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΕΠΙΣΗΣ ΓΙΟΥΣΙ ΑΝΤΛΕΡ-ΟΛΣΕΝ

Ο Φύλακας των Χαμένων Υποθέσεων Βεβήλωση Ματωμένο Μήνυμα ΜΑΣ ΠΕΔΑ ΝΟΑΜΠΟ

Ο Λαβύρινθος του Όντιν Α. ΤΖΕΪ ΚΑΖΙΝΣΚΙ

Ο Τελευταίος Καλός Άνθρωπος ΛΕΕΝΑ ΛΕΧΤΟΛΑΪΝΕΝ

Πικρά Πάθη ΣΙΣΕΛ-ΓΙΟ ΓΚΑΣΑΝ

Το Φτερό του Δεινόσαυρου ΑΡΝΑΛΔΟΥΡ ΙΝΔΡΙΔΑΣΟΝ

Φορμόλη

aoratos001s010.indd 2

11/3/14 2:18:19 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

aoratos001s010.indd 3

11/3/14 2:18:19 PM

aoratos001s010.indd 4

11/3/14 2:18:20 PM

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

Μετάφραση από τα σουηδικά: ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΘΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΛΙΒΑΝΗ ΑΘΗΝΑ

aoratos001s010.indd 5

11/3/14 2:18:20 PM

Σειρά: ΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Tίτλος πρωτοτύπου: DEN OSYNLIGE MANNEN FRÅN SALEM Συγγραφέας: CHRISTOFFER CARLSSON Γλωσσική επιμέλεια: ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΡΒΟΥΝΗ Copyright © Christoffer Carlsson, 2013 Μετά από συμφωνία με το Pontas Literary & Film Agency. Copyright © 2014 για την ελληνική γλώσσα: EKΔOTIKOΣ OPΓANIΣMOΣ ΛIBANH ABE Σόλωνος 98 – 106 80 Aθήνα. Tηλ.: 210 3661200, Fax: 210 3617791 http://www.livanis.gr Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση, η αναπαραγωγή, ολική, μερική ή περιληπτική, ή η απόδοση κατά παράφραση ή διασκευή του περιεχομένου του βιβλίου με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια του εκδότη. Nόμος 2121/1993 και κανόνες του Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Eλλάδα. Παραγωγή: Εκδοτικός Οργανισμός Λιβάνη ISBN 978-960-14-2895-6

aoratos001s010.indd 6

11/3/14 2:18:20 PM

Στον Καρλ, τον Μάρτιν και τον Τομπίας

aoratos001s010.indd 7

11/3/14 2:18:20 PM

aoratos001s010.indd 8

11/3/14 2:18:20 PM

Strange highs and strange lows, Strangelove, That’s how my love goes. DEPECHE MODE, «Strangelove»

aoratos001s010.indd 9

11/3/14 2:18:20 PM

aoratos001s010.indd 10

11/3/14 2:18:20 PM

ΓΥΡΟΦΕΡΝΩ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΣΟΥ όπως έκανα κάποτε. Αλλά

δεν είναι η πόρτα σου, όχι, δεν είσαι εδώ. Κύλησε πολύς καιρός από τότε που ήσουν εδώ. Το ξέρω επειδή σε παρακολουθώ. Μό­ νο εγώ είμαι εδώ. Και στην πραγματικότητα ούτε εγώ είμαι εδώ. Δε με γνωρίζεις. Κανένας δε με γνωρίζει πια. Κανένας δεν ξέρει ποιος είμαι. Αισθάνεσαι πως κάτι πάει στραβά, πως κάτι συμβαίνει. Θυμά­ σαι την εποχή για την οποία θέλω να σου γράψω, αλλά επιλέγεις να τη σβήσεις από τη μνήμη σου, έτσι δεν είναι; Το ξέρω επειδή είμαι ακριβώς σαν εσένα. Κάποιες φορές τα περασμένα κάνουν αισθητή την παρουσία τους στην καθημερινότητά σου και το νιώ­ θεις. Το νιώθεις, αλλά δεν είσαι βέβαιος τι είναι αλήθεια και τι δεν είναι, αφού ο χρόνος θολώνει τα πάντα. Γράφω για να σου πω ότι όλα όσα πιστεύεις είναι αλήθεια. Από την άλλη μεριά όμως, τα πράγματα δεν είναι καθόλου όπως τα νομίζεις. Γράφω σκοπεύοντας να αφηγηθώ τα πάντα.

aoratos011s099.indd 11

11/3/14 2:25:26 PM

aoratos011s099.indd 12

11/3/14 2:25:26 PM

I

Η ΣΟΥΗΔΙΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΘΑΝΕΙ.

Λέξεις γραμμένες στον τοίχο της σήραγγας με κεφαλαία, χο­ ντρά μαύρα γράμματα. Από ένα κατάστημα εκεί κοντά ακούγε­ ται μουσική. Κάποιος τραγουδά Don’t make me bring you back to the start κι έξω απ’ τη σήραγγα ο ήλιος λάμπει ζεστός. Εδώ μέσα όμως είναι ήσυχα και δροσερά. Μια γυναίκα με αλογοουρά και ακου­ στικά στα αφτιά κάνει τζόκινγκ. Περνά από μπροστά μου. Την ακολουθώ με το βλέμμα ώσπου χάνεται. Από κάπου έρχεται τρέχοντας ένα παιδί μ’ ένα μπαλόνι στο χέ­ ρι. Το μπαλόνι τινάζεται απότομα ψηλά από το τράβηγμα του σπάγκου, αγγίζει κάτι αιχμηρό στην οροφή της σήραγγας και σπάει. Το αγόρι τρομάζει από τον κρότο και βάζει τα κλάματα. Αλλά μάλλον δε φταίει ο κρότος. Κοιτάζει ολόγυρά του μήπως και δει κάποιον, αλλά δεν υπάρχει ψυχή. Είμαι στο Σάλεμ, ένα προάστιο της Στοκχόλμης. Επισκέπτης. Πάει πολύς καιρός από την τελευταία φορά που ήμουν εδώ. Το καλοκαίρι τελειώνει. Σηκώνομαι από το παγκάκι, περνώ μπροστά από το παιδί και βγαίνω από τη σκοτεινιά της σήραγγας για να βρεθώ στο δυνατό φως του ήλιου.

aoratos011s099.indd 13

11/3/14 2:25:26 PM

II

ΞΥΠΝΩ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΣΚΟΤΑΔΙ. Ξέρω πως κάτι έχει συμβεί. Πιάνω μια

λάμψη με την άκρη του ματιού μου. Στους τοίχους των απέναντι σπιτιών πέφτει αναβοσβήνοντας ένα δυνατό γαλάζιο φως. Σηκώ­ νομαι απ’ το κρεβάτι και πάω στη γωνιά όπου έχω την κουζίνα. Πίνω ένα ποτήρι νερό και ακουμπώ στη γλώσσα μου ένα ηρεμι­ στικό χάπι. Είδα στον ύπνο μου τον Βίκτορ και τη Σαμ. Προχωρώ με το άδειο ποτήρι στο χέρι και πηγαίνω να ανοί­ ξω την μπαλκονόπορτα. Ο αέρας είναι ζεστός αλλά υγρός και με πιάνει ρίγος. Κοιτάζω τον κόσμο που περιμένει κάτω, στο δρόμο. Μπροστά από την είσοδο είναι σταθμευμένα ημικυκλικά δύο πε­ ριπολικά κι ένα ασθενοφόρο. Κάποιος ξετυλίγει μια γαλανόλευ­ κη κορδέλα ανάμεσα σε δύο ηλεκτρικούς στύλους. Ακούω υπόκω­ φες φωνές, το βούισμα ενός αστυνομικού ασυρμάτου, και βλέπω το βουβό αναβόσβημα των φάρων των περιπολικών. Πίσω τους, μακριά, ακούγεται το βουητό ενός εκατομμυρίου ανθρώπων, ο θόρυβος μιας μεγαλούπολης που βρίσκεται σε προσωρινή ανά­ παυλα. Γυρνώ μέσα και φορώ ένα τζιν παντελόνι, κουμπώνω το που­ κάμισό μου και στρώνω τα μαλλιά μου με τα δάχτυλα. Στο κλιμα­ κοστάσιο ακούγεται ένας εξαεριστήρας πίσω από έναν τοίχο, θρόι­ σμα ρούχων και το μουρμουρητό μιας φωνής. Κάποιος καλεί το παλιό ασανσέρ, που αρχίζει να κινείται με τριγμούς, προκαλώ­ ντας δονήσεις μέσα στο φρεάτιο.

aoratos011s099.indd 14

11/3/14 2:25:26 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

15

«Δεν μπορεί να κλείσει κάποιος μια για πάντα το καταραμένο το ασανσέρ;» φωνάζει ένας ένοικος. Το ασανσέρ καλύπτει τον ήχο των βημάτων μου καθώς κατε­ βαίνω τη σκάλα του κλιμακοστασίου, που τυλίγεται γύρω από το φρεάτιο. Σταματώ στο δεύτερο όροφο και αφουγκράζομαι. Κάτι έχει συμβεί κάτω, στον πρώτο. Δεν είναι η πρώτη φορά. Πριν από μερικά χρόνια μια μη κερδοσκοπική οργάνωση αγό­ ρασε το μεγάλο διαμέρισμα του πρώτου βοηθούμενη από τη δω­ ρεά ενός ανθρώπου που είχε περισσότερα χρήματα από όσα χρεια­ζόταν. Η οργάνωση μετέτρεψε το διαμέρισμα σε κέντρο φι­ λοξενίας για απόκληρους και για ανθρώπους με παρεκκλίνουσα συμπεριφορά και την ονόμασε «Στέγη Τσάπμαν». Όσοι μένουν εκεί δέχονται επίσκεψη τουλάχιστον μία φορά τη βδομάδα από κάποιους κουρασμένους γραφειοκράτες της Υπηρεσίας Κοινωνι­ κής Πρόνοιας. Δεν είναι σπάνιες και οι επισκέψεις της αστυνο­ μίας. Η Στέγη διευθύνεται από μια πρώην κοινωνική λειτουργό, τη Ματίλντα ή Μαρτίνα, δε θυμάμαι ακριβώς το όνομά της. Εί­ ναι ηλικιωμένη, αλλά εμπνέει περισσότερο σεβασμό απ’ όσο οι περισσότεροι αστυνομικοί. Σκύβω πάνω από το κιγκλίδωμα και βλέπω πως η βαριά ξύλι­ νη πόρτα της Στέγης είναι ανοιχτή. Το φως μέσα είναι αναμμένο. Η εκνευρισμένη φωνή ενός άντρα μετριάζεται από την πιο απα­ λή φωνή μιας γυναίκας. Το ασανσέρ περνά από μπροστά μου κα­ θώς κατεβαίνει. Κατεβαίνω τη σκάλα και φτάνω στον πρώτο όρο­ φο. Οι δύο αστυνομικοί, ο άντρας και η γυναίκα, παγώνουν μόλις με βλέπουν. Είναι νέοι, πολύ νεότεροι από μένα. Το ασανσέρ στα­ ματά στο ισόγειο και επικρατεί σιωπή. «Πρόσεχε πού πατάς», λέει η γυναίκα. «Βάλε την κορδέλα», της λέει ο άντρας πιάνοντας το ρολό της δίχρωμης ταινίας. Η γυναίκα τού ρίχνει μια επίμονη ματιά. «Να τη βάλεις εσύ. Εγώ θα αναλάβω αυτόν».

aoratos011s099.indd 15

11/3/14 2:25:26 PM

16

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Έχει βγάλει το πηλήκιό της και το κρατά στο χέρι. Η σφιχτο­ δεμένη αλογοουρά της κάνει το πρόσωπό της να δείχνει τσιτωμέ­ νο. Ο άντρας έχει τετράγωνο σαγόνι και ευγενικά μάτια, αλλά νο­ μίζω πως είναι και οι δυο τους αναστατωμένοι, αφού κοιτάζουν διαρκώς τα ρολόγια τους. Στις επωμίδες τους έχουν χρυσές κορό­ νες. Κανένα σιρίτι. Είναι αστυφύλακες. Ο άντρας προχωρά προς τη σκάλα με το ρολό στο χέρι. Προ­ σπαθώ να χαμογελάσω. «Έχουμε ένα συμβάν εδώ», λέει η γυναίκα απευθυνόμενη σ’ εμένα. «Θα ήθελα να παραμείνετε στην πολυκατοικία». «Δε θα βγω έξω». «Και τότε τι κάνετε εδώ;» Κοιτάζω προς το παράθυρο του κλιμακοστασίου. Είναι μεγά­ λο και βλέπει στο σπίτι που βρίσκεται στην απέναντι πλευρά του δρόμου. Οι λάμψεις του γαλάζιου φωτός εξακολουθούν να κυμα­ τίζουν πάνω στους τοίχους του. «Ξύπνησα». «Ξυπνήσατε απ’ το φως;» Νεύω καταφατικά χωρίς να είμαι σίγουρος τι σκέφτεται. Δεί­ χνει έκπληκτη. Αναδίνει μια έντονη μυρωδιά και ξαφνικά παρα­ τηρώ τα κατακόκκινα μάτια της και το πόσο χλομή είναι. Ξέρα­ σε πρόσφατα. Γέρνει ελαφρά, σχεδόν αδιόρατα το κεφάλι της στο πλάι και συνοφρυώνεται. «Έχουμε ξανασυναντηθεί;» «Δε νομίζω». «Είστε σίγουρος;» «Είμαι αστυνομικός», της λέω, «αλλά δεν... Όχι, δε νομίζω πως έχουμε ξανασυναντηθεί». Με κοιτάζει παρατεταμένα. Βγάζει ένα σημειωματάριο από την μπροστινή τσέπη της στολής της και το φυλλομετρά ψάχνο­ ντας να βρει κάτι. Σημειώνει με το στιλό της. Ο συνάδελφός της βρίσκεται πίσω μου και μ’ εκνευρίζει έτσι όπως ξετυλίγει αδέξια

wWw.Greekleech.info

aoratos011s099.indd 16

11/3/14 2:25:26 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

17

την ταινία, κάνοντάς τη να θροΐζει. Κοιτάζω την πόρτα πίσω από τη γυναίκα. Δε βλέπω σημάδια διάρρηξης. «Δεν είχα πληροφορηθεί πως κατοικεί ένας αστυνομικός εδώ. Πώς ονομάζεστε;» «Λέο», αποκρίνομαι. «Λέο Γιούνκερ. Τι συνέβη;» «Σε ποιο τμήμα υπηρετείς, Λέο;» Ο τόνος της φωνής της απο­ καλύπτει πως δεν έχει πειστεί καθόλου ότι λέω την αλήθεια. «ΔΕΥ». «ΔΕΥ;» «Στη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθ...» «Ξέρω τι σημαίνει. Μπορώ να δω την υπηρεσιακή σου ταυτό­ τητα;» «Είναι στο σακάκι μου, πάνω, στο διαμέρισμά μου», της λέω και το βλέμμα της πέφτει πάνω και πίσω από τον ώμο μου, ίσως αναζητώντας οπτική επαφή με το συνάδελφό της. «Το πτώμα... Γνωρίζετε ποια είναι;» «Εγώ...» αρχίζει να λέει, αλλά προσθέτει: «Ξέρεις λοιπόν τι συ­ νέβη;» Δεν είμαι ιδιαίτερα παρατηρητικός, αλλά ξέρω πως σπάνια φι­ λοξενούνται άντρες στη Στέγη. Οι άντρες έχουν άλλα μέρη να πά­ νε. Οι γυναίκες δεν έχουν να επιλέξουν ανάμεσα σε πολλούς ξε­ νώνες φιλοξενίας, αφού στους περισσότερους χώρους αυτού του είδους αρνούνται την είσοδο είτε στους χρήστες ναρκωτικών είτε σε όσους εκδίδονται. Οι γυναίκες επιτρέπεται να κάνουν το ένα από τα δύο, αλλά όχι και τα δύο συγχρόνως. Το πρόβλημα είναι πως εκδίδονται οι περισσότερες ναρκομανείς. Η Στέγη Τσάπμαν αποτελεί εξαίρεση κι έτσι πολλές γυναίκες καταφεύγουν εδώ. Η Στέγη θέτει έναν και μοναδικό περιοριστικό όρο: απαγορεύεται να οπλοφορείς. Συμπαθητική στάση. Επομένως θα πρόκειται πιθανότατα για γυναίκα, κι αν κρίνει κανείς από την όλη αναστάτωση, για μια γυναίκα που δεν είναι πια ζωντανή.

aoratos011s099.indd 17

11/3/14 2:25:26 PM

18

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Λέω στην αστυνομικό «Μου επιτρέπεις;» και κάνω ένα βήμα προς το μέρος της. «Περιμένουμε τη Σήμανση», μου λέει ο συνάδελφός της, που στέκεται πίσω μου. «Είναι μέσα η Μαρτίνα;» «Ποια;» Η αστυνομικός κοιτάζει το σημειωματάριό της μπερ­ δεμένη. «Η διευθύντρια της Στέγης», αποκρίνομαι. «Είμαστε φίλοι». Διστάζει. «Εννοείς... η Ματίλντα;» «Ναι, ακριβώς». Βγάζω τα παπούτσια μου, τα παίρνω στο χέρι και την προ­ σπερνώ για να μπω στη Στέγη. «Εδώ», λέει κοφτά η αστυνομικός, αδράχνοντάς με γερά από το μπράτσο. «Εδώ θα μείνεις». «Θέλω απλώς να δω πώς είναι η φίλη μου», της λέω. «Ούτε το όνομά της δεν ξέρεις». «Ξέρω πώς κινούμαστε σ’ έναν τόπο εγκλήματος. Θέλω μόνο να δω αν είναι καλά η Ματίλντα». «Δεν έχει σημασία. Δεν μπαίνεις εδώ μέσα». «Δυο λεπτά». Η αστυνομικός με καρφώνει με το βλέμμα. Μου αφήνει το μπράτσο και κοιτάζει ξανά το ρολόι της. Στο ισόγειο κάποιος χτυ­ πάει με ιδιαίτερη επιμονή την εξώπορτα. Η αστυνομικός κοιτά­ ζει να δει πού βρίσκεται ο συνάδελφός της, ο οποίος έχει ανεβεί τις σκάλες και δε φαίνεται πια. «Περίμενε εδώ», μου λέει. Νεύω καταφατικά και της χαμογελώ προσπαθώντας να δείχνω ειλικρινής.

Μέσα στη Στέγη Τσάπμαν επικρατεί μια απόκοσμη ηρεμία – το νιώθεις. Ο χώρος είναι χαμηλοτάβανος, το ξύλινο δάπεδο άσχη­

aoratos011s099.indd 18

11/3/14 2:25:26 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

19

μο και καταχτυπημένο. Το διαμέρισμα αποτελείται από ένα με­ γάλο χολ, μια αίθουσα αναψυχής που διαθέτει και κουζίνα, μια τουαλέτα με ντους, ένα γραφείο και μια αίθουσα στο βάθος, που υποθέτω πως εκτελεί χρέη υπνοδωματίου. Ο χώρος μυρίζει σαν ντουλάπα ηλικιωμένου. Μόλις μπαίνεις από την πόρτα βλέπεις ένα μεγάλο καλάθι τοποθετημένο στο πάτωμα και δίπλα του ένα χειρόγραφο σημείωμα: Χειμωνιάτικα ρούχα. Κάτω από μια κάπα εξέχει ένα ζευγάρι γάντια. Τα παίρνω. Λίγο πιο μέσα, δεξιά από το χολ, βρίσκεται μια τακτοποιημέ­ νη κουζίνα με ολοκάθαρα σκεύη, ένα τετράγωνο ξύλινο τραπέζι και δυο ξύλινες καρέκλες. Μπροστά στο τραπέζι και απέναντι από έναν ένστολο αστυνομικό κάθεται η Ματίλντα, μια γυναίκα σαν γέρικο πουλί, με σουβλερό προφίλ και ασημένια φουντωτά κα­ τσαρά μαλλιά. Απαντά στις ερωτήσεις του ήρεμα και χαμηλόφω­ να. Με κοιτάζουν καθώς περνώ από δίπλα τους και χαιρετώ τη Ματίλντα με μια κλίση του κεφαλιού. «Είσαι από το Ανθρωποκτονιών;» με ρωτά ο αστυνομικός. «Βέβαια». Ρίχνει μια ματιά στα γάντια που κρατώ στο ένα χέρι. Κοιτάζω το πάτωμα. Υπάρχουν σαφή αποτυπώματα παπουτσιών. Δεν εί­ ναι από μπότες, μάλλον πρόκειται για αθλητικά παπούτσια. Βά­ ζω το πόδι μου δίπλα στο αποτύπωμα για να κάνω μια σύγκριση και διαπιστώνω πως τα πόδια του ανθρώπου που πάτησε εδώ εί­ ναι του ίδιου μεγέθους με τα δικά μου. «Πού είναι οι άλλες γυναίκες;» «Ήταν ολομόναχη εδώ», αποκρίνεται η Ματίλντα. «Την αναγνωρίζετε;» «Το καλοκαίρι ήρθε πολλές φορές. Νομίζω πως τη λένε Ρεμπέ­ κα». «Με ένα κάπα;» «Δεν ξέρω. Νομίζω με ένα». «Και το επώνυμό της;»

aoratos011s099.indd 19

11/3/14 2:25:26 PM

20

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Η Ματίλντα κουνά το κεφάλι της αρνητικά. «Όπως είπα, δεν ξέρω καν πώς γράφεται το μικρό της όνομα». Προχωρώ πιο μέσα στο χολ και μπαίνω στο υπνοδωμάτιο. Οι τοίχοι είναι λευκοί και φιλοξενούν πίνακες. Ένα μισάνοιχτο πα­ ράθυρο αφήνει την αυγουστιάτικη νύχτα να εισχωρεί, ψυχραίνο­ ντας αφύσικα το δωμάτιο. Υπάρχουν οκτώ κρεβάτια μοιρασμένα κατά μήκος των δύο μακρύτερων τοίχων. Δεν υπάρχει ομοιότητα στα παπλώματα, κάποια είναι λουλουδάτα σαν τις ταπετσαρίες στους τοίχους των διαμερισμάτων της δεκαετίας του 1970, άλλα είναι μονόχρωμα σε έντονες αποχρώσεις του μπλε, του πράσινου, του πορτοκαλί. Μερικά έχουν άσχημα σχέδια που δε λένε απολύ­ τως τίποτα. Κάθε κρεβάτι είναι μαρκαρισμένο μ’ έναν αριθμό αδέξια γραμμένο κατευθείαν πάνω στο ξύλο. Στο κρεβάτι που φέ­ ρει τον αριθμό επτά, το προτελευταίο στο βάθος, υπάρχει ένα πτώμα που κείτεται στο πλάι με την πλάτη προς το μέρος μου. Φορά ξεθωριασμένο τζιν παντελόνι και πλεκτό πουλόβερ. Φαίνο­ νται τα μαλλιά, σκούρα και απεριποίητα. Αφήνω τα παπούτσια μου πάνω σ’ ένα κρεβάτι και φορώ τα γάντια. Οι άνθρωποι πυροβολούν, χτυπούν, κλοτσάνε, κομματιάζουν, πνίγουν, ρίχνουν βιτριόλι, σκοτώνουν με το αυτοκίνητο. Οι ενέρ­ γειές τους αυτές είτε είναι διακριτικές και αποτελεσματικές σαν χειρουργική επέμβαση είτε τσαπατσούλικες. Αυτή τη φορά μια ζωή βυθίστηκε στην ανυπαρξία ξαφνικά και κόσμια, σχεδόν απα­ ρατήρητα. Θα έλεγες πως κοιμάται αν δεν υπήρχε το μικρό σκούρο κόκ­ κινο λουλούδι που κοσμεί τον κρόταφό της. Είναι νέα, είκοσι με εί­ κοσι πέντε χρονών, αλλά ίσως δείχνει μέχρι και πέντε χρόνια με­ γαλύτερη – μια σκληρή ζωή αφήνει ίχνη στο πρόσωπο ενός ανθρώ­ που. Σκύβω από πάνω της για να εξετάσω καλύτερα την οπή εισό­ δου. Είναι λίγο μεγαλύτερη από κεφάλι πινέζας. Το μέτωπο της γυ­ ναίκας έχει κηλίδες αίματος και πυρίτιδα. Ο δολοφόνος είχε στα­ θεί πίσω της και χρησιμοποίησε πιστόλι μικρού διαμετρήματος.

aoratos011s099.indd 20

11/3/14 2:25:26 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

21

Ψάχνω προσεκτικά τις τσέπες της. Είναι άδειες. Τα ρούχα της μοιάζουν ανέπαφα. Η φανέλα της εξέχει λίγο κάτω από το πλε­ κτό πουλόβερ, αλλά δεν υπάρχει ένδειξη πως έχουν ψάξει το σώ­ μα της αναζητώντας κάτι. Της ψηλαφώ τα πλευρά, τους ώμους και την πλάτη αγγίζοντάς την προσεκτικά και ελπίζοντας να βρω κάτι που φυσιολογικά δε θα έπρεπε να υπάρχει εκεί. Ανασηκώνω το μανίκι του πουλόβερ και βλέπω ένα σημάδι από ένεση στην εσωτερική μεριά του μπράτσου, αλλά δε δείχνει και τόσο άσχη­ μο. Η γυναίκα είχε ασκηθεί στην τέχνη του να βαράει ενέσεις με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια. Ακούω τα βήματα της Ματίλντα πίσω μου. Στέκεται στο άνοιγ­ μα της πόρτας σαν να φοβάται να μπει μέσα. «Το παράθυρο», της λέω. «Είναι πάντα ανοιχτό;» «Όχι. Συνήθως το έχουμε κλειστό. Ήταν κλειστό όταν ήρθα». «Πουλούσε ναρκωτικά;» «Νομίζω ναι. Έφτασε εδώ πριν από μία περίπου ώρα και εί­ πε πως χρειαζόταν κάπου να κοιμηθεί. Οι περισσότερες γυναίκες δεν έρχονται παρά μόνο ύστερα από πολύ καιρό στη γύρα». «Δεν είχε τίποτα μαζί της; Ρούχα, τσάντα;» «Μόνο τα ρούχα που φοράει». «Είναι δικά της;» «Νομίζω». Ρουφάει τη μύτη της. «Πάντως δεν πήρε από μας ρούχα». «Είχε παπούτσια;» «Είναι δίπλα στο κρεβάτι». Μαύρα Converse με λευκά κορδόνια υπερβολικά χοντρά για τα παπούτσια αυτά. Αντικατέστησε τα αρχικά κορδόνια με τα λευκά που αγόρασε. Είναι τραχιά και φαγωμένα και μέσα τους φύλαγε κάψουλες. Σηκώνω το ένα παπούτσι και παρατηρώ τη σόλα, μια σκούρα γκρίζα σόλα που δε λέει τίποτα. Αφήνω προ­ σεκτικά το παπούτσι στη θέση του. Βγάζω το κινητό μου, το κα­ τευθύνω προς το πρόσωπό της και τη φωτογραφίζω. Το φλας

aoratos011s099.indd 21

11/3/14 2:25:26 PM

22

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

προσδίδει στιγμιαία στην επιδερμίδα της μια οδυνηρή λευκό­ τητα. «Πώς φαινόταν όταν ήρθε απόψε;» «Ήταν φτιαγμένη και κουρασμένη όπως όλοι όσοι έρχονται εδώ. Είπε πως είχε περάσει άσχημη βραδιά και πως ήθελε μόνο να κοιμηθεί». «Πού ήσασταν τη στιγμή του συμβάντος;» «Έπλενα τα πιάτα και στεκόμουν με την πλάτη γυρισμένη προς την πόρτα. Ούτε είδα ούτε άκουσα τίποτα. Εκείνη την ώρα κάνω πάντα τη λάντζα. Τότε μόνο έχω χρόνο». «Πώς ανακαλύψατε ότι ήταν νεκρή;» «Μπήκα για να δω αν είχε αποκοιμηθεί. Όταν πήγα να κλεί­ σω το παράθυρο, διαπίστωσα πως ήταν...» Δεν ολοκληρώνει τη φράση της. Προχωρώ κυκλικά γύρω από το πτώμα και φτάνω στο παρά­ θυρο. Βρίσκεται αρκετά ψηλά και θα απαιτούσε ένα δύσκολο και προσεκτικό άλμα από κάποιον που θα ήθελε να πηδήξει κάτω, στο πεζοδρόμιο της οδού Τσάπμαν. Κοιτάζω ξανά το πτώμα. Στο φως του ηλεκτρικού στύλου διακρίνεται κάτι που γυαλίζει στο ένα της χέρι. Μοιάζει με λεπτή αλυσίδα. «Έχει κάτι στο χέρι της», λέω στη Ματίλντα, που με κοιτάζει ερωτηματικά. Από το χολ ακούγεται μια φωνή που την αναγνωρίζω. Παρα­ τηρώ μια τελευταία φορά το πτώμα της γυναίκας, παίρνω τα πα­ πούτσια μου και βγαίνω από το υπνοδωμάτιο ακολουθώντας τη Ματίλντα. Αντικρίζω τον Γκάμπριελ Μπιρκ. Έχω πολύ καιρό να τον δω, αλλά δεν έχει αλλάξει καθόλου – ηλιοκαμένο πρόσωπο και σκούρα κοντά σγουρά μαλλιά. Αν δεις τα μαλλιά του Μπιρκ, σε πιάνει η επιθυμία να αλλάξεις σαμπουάν. Φορά ένα διακριτι­ κό μαύρο κουστούμι, σαν μόλις να τον έχουν πάρει με το ζόρι από μια γιορτή. «Λέο», κάνει έκπληκτος. «Τι στο καλό γυρεύεις εδώ;»

aoratos011s099.indd 22

11/3/14 2:25:26 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

23

«Ξύπνησα...» «Δεν είσαι σε διαθεσιμότητα;» «Είμαι σε άδεια». «Το σήμα σου», μου λέει και σουφρώνει τα χείλη του. «Αν δεν έχεις το σήμα σου, πρέπει να φύγεις από δω». «Είναι στο πορτοφόλι μου, στο διαμέρισμά μου». «Να το φέρεις». «Θα έφευγα τώρα», λέω σηκώνοντας τα παπούτσια μου ψηλά. Ο Μπιρκ με κοιτάζει σιωπηλός και σκυθρωπός. Αφήνω τα γά­ ντια στη θέση τους, προχωρώ προς την πόρτα και βγαίνω στο κλι­ μακοστάσιο. Η αστυνομικός δείχνει να εκπλήσσεται καθώς περ­ νώ από μπροστά της. Το τελευταίο πράγμα που ακούω από το εσωτερικό της Στέ­ γης είναι: «Πώς στο διάολο μπήκε αυτός εδώ μέσα;» Αντί να γυρίσω στο διαμέρισμά μου, κατεβαίνω τα σκαλιά και φτάνω στο ισόγειο. Βγαίνω στην άδεια και σκοτεινή εσωτερική αυλή. Αισθάνομαι το κρύο έδαφος κάτω από τις πατούσες μου και τότε μόνο αντιλαμβάνομαι πως κρατώ στο χέρι τα παπούτσια μου. Τα φοράω κι ανάβω τσιγάρο. Οι τοίχοι της πολυκατοικίας φτιά­ χνουν από πάνω μου ένα σχήμα που πλαισιώνει ένα κομμάτι ου­ ρανού. Στέκομαι για λίγο, τραβώντας πότε πότε ρουφηξιές και τρώγοντας το νύχι του αντίχειρά μου. Διασχίζω την εσωτερική αυ­ λή και ξεκλειδώνω μια πόρτα για να ξαναμπώ στην πολυκατοι­ κία, αν και σε άλλο τμήμα της. Το κλιμακοστάσιο εδώ είναι μι­ κρότερο και πιο παλιό, πιο ζεστό. Προχωρώ προς την εξώπορτα και βγαίνω στην οδό Ποντονιέρ. Ζούμε σε μια εποχή που αισθανόμαστε ανασφαλείς ανάμεσα σε ξένους. Από κάπου κοντά ακούγεται ο ρυθμικός ήχος μιας βα­ ριάς μουσικής κλαμπ. Μπροστά μου βρίσκεται το πάρκο Ποντο­ νιέρ, σιωπηλό και γεμάτο σκιές. Ακούγεται το μακρινό στρίγκλι­ σμα φρένων αυτοκινήτου και στη συνέχεια ένας ήχος από κινητή­ ρα που κατεβάζει στροφές. Στη διασταύρωση στέκονται ένας

aoratos011s099.indd 23

11/3/14 2:25:26 PM

24

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

άντρας και μια γυναίκα. Καβγαδίζουν. Πριν προχωρήσω, προ­ φταίνω να δω πως ο ένας από τους δύο κάνει μια χυδαία κίνηση σηκώνοντας το χέρι του. Σκέφτομαι πόσο κακό κάνουν ο ένας στον άλλο, φέρνω στο νου μου τη νεκρή γυναίκα στο κρεβάτι με τον αριθμό επτά, στο μικρό αντικείμενο που είχε στο χέρι της, στις λέξεις που είδα πρωτύτερα γραμμένες στον τοίχο της σήραγγας, στο γεγονός πως κάποιος θεωρεί ότι η Σουηδία πρέπει να πεθά­ νει και σκέφτομαι πως όποιος και να το έχει γράψει, είτε άντρας είναι είτε γυναίκα, ίσως να έχει δίκιο.

Ξαναβγαίνω στην οδό Τσάπμαν κι ανάβω κι άλλο τσιγάρο. Μου είναι αναγκαίο να απασχολώ με κάτι τα χέρια μου. Το βουβό γα­ λάζιο φως ρίχνει φευγαλέα τη λάμψη του στον τοίχο ξανά και ξα­ νά. Τώρα είναι περισσότεροι οι ένστολοι αστυνομικοί που γυρο­ φέρνουν έξω από την πολυκατοικία. Αρχίζουν να αποκλείουν τμή­ ματα της οδού, ρυθμίζουν την κυκλοφορία στέλνοντας προς άλλη κατεύθυνση τα αυτοκίνητα και παροτρύνουν τους πεζούς να πε­ ράσουν από αλλού. Κουνάνε απότομα και νευρικά τα χέρια τους. Η άσφαλτος φωτίζεται από το δυνατό λευκό φως των προβολέων. Ξεφορτώνουν μια μεγάλη τέντα από ένα αυτοκίνητο για να είναι έτοιμη σε περίπτωση βροχής. Το ανοιχτό παράθυρο της Στέγης Τσάπμαν ανοιγοκλείνει από τον αέρα, κάνοντας έναν ελαφρύ θόρυβο. Εκεί μέσα διακρίνω κε­ φάλια να πηγαινοέρχονται. Είναι ο Γκάμπριελ Μπιρκ, ένας ειδι­ κός της Σήμανσης και η Ματίλντα. Κάτω από το παράθυρο περι­ μένει το πεζοδρόμιο και πραγματικά θα ήθελα να το εξετάσω από κοντά, αλλά μου το κρύβει το αδιάκοπο πηγαινέλα των αστυνομι­ κών μπροστά από την πολυκατοικία. Ρίχνω μια ματιά στο κινητό μου. Πριν από μισή ώρα ξεκίνη­ σε μια νέα μέρα. Ακούω το βουητό που βγαίνει από το ανοιχτό παράθυρο ενός μπαρ που βρίσκεται αρκετά κοντά. Μουσική. Μια

aoratos011s099.indd 24

11/3/14 2:25:26 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

25

φωνή τραγουδά: Every time I see your face I get all choked up inside. Σβήνω το τσιγάρο και γυρνώ την πλάτη μου στην οδό Τσάπμαν.

Μια μικρή λωρίδα ασημόλευκης ασφάλτου συνδέει δύο από τις με­ γαλύτερες οδούς της συνοικίας Κούνσχολμ. Δεν ξέρω πώς ονομάζε­ ται ο δρόμος αυτός, αλλά αν σταθείς στη μια του άκρη και κλοτσή­ σεις μια μπάλα, θα φτάσει άνετα στην άλλη άκρη του. Σ’ ένα από τα οικήματα που βρίσκονται κατά μήκος του κολλημένα το ένα δίπλα στο άλλο, υπάρχει μια κόκκινη πόρτα. Πάνω της βλέπεις μία μόνο λέξη: «Bar». Είναι γραμμένη με κιτρινωπή μπογιά. Ανοίγω την πόρ­ τα και βλέπω ένα ξανθό αναμαλλιασμένο κεφάλι να αναπαύεται στην μπάρα. Η πόρτα κλείνει πίσω μου και το κεφάλι σηκώνεται αργά αργά, με τα κυματιστά μαλλιά να ξεχύνονται αποκαλύπτοντας μια χωρίστρα στη μέση. Η Άννα με κοιτάζει με μισάνοιχτα βλέφαρα. «Επιτέλους», μουρμουρίζει και περνά τα δάχτυλά της μέσα από τα μαλλιά της. «Ένας πελάτης». «Έχεις μεθύσει;» «Πλήττω». «Μια διαφήμιση στην πόρτα θα έφερνε περισσότερο κόσμο εδώ». «Ο Πέτερ δε θέλει διαφημίσεις. Θέλει απλώς να ξεφορτωθεί το μέρος». Ο ιδιοκτήτης του «Bar» είναι ένας αδιάφορος επιχειρηματίας καμιά τριανταριά χρονών. Το χώρο αγόρασε ο πατέρας του στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και έφτιαξε το μπαρ, που παρέμει­ νε στην ιδιοκτησία του μέχρι το θάνατό του. Το κληρονόμησε ο Πέτερ και σύμφωνα με την επιθυμία του μακαρίτη –που εκφρα­ ζόταν ρητά στη διαθήκη– δεν μπορούσε να το πουλήσει παρά μό­ νο πέντε χρόνια μετά το θάνατο του πατέρα του. Έχουν περάσει τεσσεράμισι χρόνια κι αν δεν καταστραφεί η γη, η Άννα θα βρί­ σκεται για έξι ακόμα μήνες πίσω από την μπάρα.

wWw.Greekleech.info

aoratos011s099.indd 25

11/3/14 2:25:26 PM

26

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Το «Bar» είναι από τα στέκια που τα βρίσκεις μόνο όταν τα ψά­ χνεις. Τα πάντα εδώ μέσα είναι από ξύλο: η μπάρα, το δάπεδο, η οροφή, τα άδεια τραπέζια, που είναι τοποθετημένα ολόγυρα με τις καρέκλες τους. Ο κιτρινωπός φωτισμός προσδίδει ζεστασιά και λόγω αυτού η επιδερμίδα της Άννας δείχνει πιο σταράτη απ’ όσο είναι. Η κοπέλα διπλώνει προσεκτικά την άκρη μιας σελίδας του χοντρού βιβλίου που διαβάζει και το κλείνει. Βγάζει από ένα ντου­ λάπι ένα μπουκάλι αψίνθιο, αφήνει μπροστά της ένα ποτήρι και μου το γεμίζει με δύο εκατοστόλιτρα – τουλάχιστον τόσο επιτρέ­ πεται να μου βάλει, διαπιστώνω όμως πως πρόκειται για πολύ με­ γαλύτερη ποσότητα. Απαγορεύεται να σερβίρεις τόσο πολύ αλκο­ όλ, αλλά τα μπαρ έτσι κι αλλιώς επιδίδονται σε παρανομίες. «Είναι ήσυχα εδώ», λέω. «Θες να βάλω μουσική; Την έκλεισα γιατί μ’ ενοχλούσε». Δεν ξέρω τι θέλω. Κάθομαι σ’ ένα σκαμπό μπροστά από την μπάρα και πίνω. Το αψίνθιο είναι το μοναδικό ποτό που αντέχω. Πίνω σπάνια αλκοόλ, αλλά όποτε το κάνω προτιμώ να πίνω αψίν­ θιο. Ανακάλυψα το «Bar» στις αρχές του καλοκαιριού καθώς γυρ­ νούσα στο σπίτι μεθυσμένος. Είχα σταθεί για ν’ ανάψω τσιγάρο και αναγκάστηκα να στηριχτώ στον τοίχο για να καταφέρω να μεί­ νω ακίνητος. Τα πάντα γύρω μου έλκονταν διαρκώς προς τα αρι­ στερά και μου ήταν αδύνατον να συγκεντρώσω κάπου το βλέμμα μου. Όταν στο τέλος τα κατάφερα, είδα τη λέξη «Bar» στο απέ­ ναντι πεζοδρόμιο, γραμμένη στη βαριά κόκκινη πόρτα. Ήμουν σίγουρος πως επρόκειτο για παραίσθηση, παρ’ όλα αυτά προχώ­ ρησα τρεκλίζοντας κι άρχισα να χτυπώ δυνατά την πόρτα. Ύστε­ ρα από λίγο μου άνοιξε η Άννα κρατώντας στο χέρι της ένα μπα­ στούνι του μπέιζμπολ. Δε γνωρίζω την ηλικία της. Ίσως είναι είκοσι χρονών. Οι γο­ νείς της είναι ιδιοκτήτες ενός κτήματος με μια μεγάλη έπαυλη στην παραδοσιακή επαρχία Ούπλαντ, λίγο βορειότερα από την πόλη Νορτέλιε. Πριν από δεκαπέντε χρόνια ο πατέρας της Άννας

aoratos011s099.indd 26

11/3/14 2:25:26 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

27

ίδρυσε μια διαδικτυακή εταιρεία. Ήταν η σωστή εποχή. Την πού­ λησε λίγο πριν σκάσει η φούσκα. Επένδυσε τα χρήματα σε νέες εταιρείες και τις άφησε να αναπτυχθούν. Με τέτοιου είδους μα­ νούβρες πλουτίζουν οι άνθρωποι στις μέρες μας. Η Άννα αμφιτα­ λαντεύεται ανάμεσα στο να αισθάνεται βαθιά περιφρόνηση για τον πατέρα της και στη μεγάλη ανάγκη της για επιβεβαίωση. Σπουδάζει ψυχολογία και δουλεύει στο «Bar» για να συμπληρώ­ νει το εισόδημά της, αλλά ποτέ δεν την έχω δει να μελετά πανε­ πιστημιακά μαθήματα. Διαβάζει μόνο ογκώδη βιβλία με σκούρα εξώφυλλα. Αυτά είναι όλα κι όλα που γνωρίζω για την Άννα. Σχε­ δόν αρκετά για να μοιάζει η σχέση μας με φιλία. Κοιτιέμαι στον καθρέφτη που κρέμεται πίσω από την μπάρα. Τα ρούχα μου πλέουν πάνω μου. Έχω χάσει κιλά. Για την εποχή, είμαι κάτασπρος – σημάδι αποτραβηγμένου ανθρώπου. Η Άννα ακουμπά τους αγκώνες της στην μπάρα και κρατά το κεφάλι της με τις παλάμες της. Μου χαρίζει ένα δροσερό βλέμμα με τα γα­ λανά μάτια της. «Φαίνεσαι σκυθρωπός», μου λέει. «Είσαι παρατηρητική». «Δεν είμαι καθόλου παρατηρητική. Το μαρτυρά το πρόσωπό σου». Πίνω μια γουλιά αψίνθιο. «Πυροβόλησαν μια γυναίκα στην πολυκατοικία μου», λέω κι αφήνω κάτω το ποτήρι. «Υπάρχει κάτι σ’ αυτή την ιστορία που... μ’ ενοχλεί». Η Άννα σηκώνει τα φρύδια της. «Στην πολυκατοικία όπου μένεις;» «Σε μια στέγη φιλοξενίας στον πρώτο όροφο. Η γυναίκα πέ­ θανε». «Αλλά κάποιος τη σκότωσε, έτσι δεν είναι;» «Αν σ’ αυτή την πόλη υπάρχουν κάποιοι που έχουν την τάση να πεθαίνουν, αυτοί είναι οι ναρκομανείς και οι πόρνες». Κοιτάζω το

aoratos011s099.indd 27

11/3/14 2:25:26 PM

28

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

ποτήρι που έχω μπροστά μου. «Συνήθως όμως είτε αυτοκτονούν εί­ τε πεθαίνουν από υπερβολική δόση. Οι ελάχιστοι που δολοφονού­ νται είναι σχεδόν πάντοτε άντρες. Εδώ όμως πρόκειται για γυναί­ κα. Είναι ασυνήθιστο». Ξύνω το μάγουλό μου και διαπιστώνω πως θέλω ξύρισμα. «Φάνηκε... απλό. Διακριτικό και καθαρό, πράγμα ακόμα πιο ασυνήθιστο, κι αυτό είναι που μ’ ενοχλεί περισσότερο». Στην εσωτερική αυλή της πολυκατοικίας μου συχνά κάποια παιδιά, μάλλον αδέλφια, παραβγαίνουν στο τρέξιμο από τη μια άκρη του χώρου ως την άλλη. Τα γέλια και οι φωνές τους αντη­ χούν ανάμεσα στους τοίχους. Δεν ξέρω για ποιο λόγο το σκέφτο­ μαι αυτό τώρα, αλλά υπάρχει κάτι στην όλη εικόνα, στο πώς φαί­ νονται, στο πώς ακούγονται τα παιδιά, που για μένα έχει μεγάλη σημασία. Είναι μια εικόνα από κάτι που έχει χαθεί οριστικά. «Δεν είναι ο τομέας σου», λέει η Άννα. «Εννοώ το να ερευνάς βίαια εγκλήματα. Έτσι δεν είναι;» Νεύω αρνητικά. «Ποιος είναι λοιπόν ο τομέας σου;» «Δε σου έχω πει;» Η Άννα γελάει. Το στόμα της είναι συμμετρικό. «Δε λες πολλά όποτε είσαι εδώ. Αλλά δεν πειράζει», προσθέ­ τει. «Μια χαρά μού φαίνεται κι έτσι». «Δουλεύω στη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων». Πίνω μια γουλιά και νιώθω πως θέλω να καπνίσω πάλι. «Κάνεις έρευνες σχετικά με τις πράξεις άλλων αστυνομικών;» «Ναι». «Νόμιζα πως μόνο εξηντάρηδες κύριοι έχουν την τιμή να κά­ νουν αυτή τη δουλειά. Πόσο χρονών είσαι; Τριάντα;» «Τριάντα τριών». Η Άννα κοιτάζει τον καθαρό σκούρο πάγκο. Σμίγει τα φρύδια της, παίρνει ένα πανί και τον τρίβει για να τον κάνει καθαρότερο. «Δε συνηθίζεται να δουλεύουν τριαντάρηδες στη ΔΕΥ, αλλά συμβαίνει καμιά φορά», της λέω.

aoratos011s099.indd 28

11/3/14 2:25:26 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

29

«Μάλλον είσαι ικανός αστυνομικός», λέει η Άννα κι αφήνει το πανί στη θέση του. Γέρνει πάνω στην μπάρα. Φοράει μαύρο πουκάμισο ξεκούμπωτο στο στήθος κι έχει ανα­ σηκωμένα τα μανίκια. Από μια λεπτή αλυσίδα γύρω από το λαι­ μό της κρέμεται ένα μαύρο κόσμημα. Το κοιτάζω κι ύστερα το βλέμμα μου πέφτει στο ποτήρι μου. Τα φώτα του μπαρ αναβο­ σβήνουν για λίγο. Δεν υπάρχουν παράθυρα εδώ. «Όχι ακριβώς. Έχω κάποια αδύνατα σημεία». «Όλοι μας έχουμε», λέει η Άννα. «Είσαι στ’ αλήθεια τριάντα τριών;» «Ναι». «Νόμιζα πως ήσουν νεότερος». «Λες ψέματα». Μου χαμογελά. «Ναι. Πάρ’ το σαν κομπλιμέντο». Κοιτιέμαι ξανά στον καθρέφτη και για μια στιγμή βλέπω το είδωλό μου να χάνεται, να γίνομαι διάφανος. Φοράω πολιτικά εδώ και πολύ καιρό. Είναι σαν να μη βρίσκομαι εδώ. «Γιατί έγινες αστυνομικός;» «Γιατί έγινες μπαργούμαν;» Σκέφτεται τι θα μπορούσε να μου αποκριθεί. Φέρνω στο νου μου την αλυσιδίτσα που είδα στο χέρι της νεκρής γυναίκας. Ανα­ ρωτιέμαι τι να ήταν. Ήταν άραγε ένα φυλαχτό που το χρειαζόταν για να καταφέρνει να κοιμάται; Ίσως. Το πιθανότερο όμως είναι να μην επρόκειτο για φυλαχτό. Έχω την αίσθηση πως κάποιος έβαλε την αλυσίδα σκόπιμα στο χέρι της. Βγάζω το κινητό μου και ανοίγω τη φωτογραφία του προσώπου της. Το κοιτάζω προ­ σεκτικά, σαν να περιμένω να ανοίξει τα μάτια της από στιγμή σε στιγμή. «Υποθέτω πως όσο οι άνθρωποι προσπαθούν να βρουν τι πραγ­ ματικά θέλουν να κάνουν, πρέπει να ασχολούνται με κάτι», λέει η Άννα τελικά.

aoratos011s099.indd 29

11/3/14 2:25:26 PM

30

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Ακριβώς». Πίνω μια γουλιά αψίνθιο. Κοιτάζω τη φωτογραφία στο κινητό και τη δείχνω στην Άννα. «Μήπως την αναγνωρίζεις;» Η Άννα παρατηρεί τη φωτογραφία. «Όχι. Δεν την έχω δει ποτέ». «Μάλλον τη λένε Ρεμπέκα». «Με δύο κάπα ή με ένα;» «Γιατί ρωτάς;» «Απλώς αναρωτιέμαι». «Δεν έχει διευκρινιστεί, αλλά νομίζω πως είναι με ένα κάπα». Κουνά το κεφάλι της αρνητικά. «Δεν τη γνωρίζω». «Άξιζε η προσπάθεια».

Σηκώνομαι να φύγω τη στιγμή που η Άννα τοποθετεί ανάποδα την πρώτη καρέκλα πάνω σ’ ένα τραπέζι. Ακούγεται ο χαρακτηριστι­ κός ήχος του παλιού ρολογιού που κρέμεται στον τοίχο. Αν εξαι­ ρέσω το ρολόι, τίποτα άλλο μέσα στο «Bar» δε φανερώνει σε κα­ μία περίπτωση πως κοντεύει τρεις το πρωί. «Μπορείς να μου τηλεφωνήσεις, ξέρεις», μου λέει η Άννα κα­ θώς στέκομαι με το χέρι στο πόμολο της πόρτας. Γυρνώ προς το μέρος της. «Δεν ξέρω το τηλέφωνό σου». «Θα το ανακαλύψεις μόνος σου». Σηκώνει και δεύτερη καρέ­ κλα για να την τοποθετήσει πάνω σ’ ένα τραπέζι. Είναι σκληρός ο ήχος του ξύλου που χτυπά πάνω σε ξύλο. «Αλλιώς θα ξανασυνα­ ντηθούμε σύντομα. Είμαι σίγουρη». Τα φώτα αναβοσβήνουν και πάλι. Κατεβάζω το πόμολο και βγαίνω από το «Bar». Το κεφάλι μου λικνίζεται ευχάριστα. Η νύχτα στη Στοκχόλμη είναι υγρή και ψυχρή μ’ έναν απρόσμε­ νο τρόπο. Αν το ρολόι τοίχου που υπήρχε πίσω από την Άννα έλε­ γε τη σωστή ώρα, το σκοτάδι θα διαρκέσει αρκετές ώρες ακόμα.

aoratos011s099.indd 30

11/3/14 2:25:26 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

31

Κάτι τρεμοσβήνει στην άκρη του οπτικού μου πεδίου. Μια σκιά. Σταματώ απότομα και γυρνώ να κοιτάζω. Είμαι σίγουρος πως κά­ ποιος με ακολουθεί. Ερευνώ με το βλέμμα το δρόμο, αλλά δεν εί­ ναι κανένας. Μόνο ένας σηματοδότης που αλλάζει από το κόκκι­ νο στο πράσινο, ένα αυτοκίνητο που στρίβει σε μια διασταύρωση δυο δρόμους παρακάτω και το βουητό μιας πόλης που μεγαλώνει με το σκοτάδι και καταπίνει τους μοναχικούς.

Επιστρέφω στην οδό Τσάπμαν. Υπάρχουν τώρα περισσότερα οχήματα σταθμευμένα κατά μήκος της ταινίας αποκλεισμού του δρόμου: ένα περιπολικό, αυτοκίνητα τηλεοπτικών σταθμών και της εφημερίδας Αφτονμπλάντετ κι ένα αστραφτερό ασημί βαν με φιμέ τζάμια και με τη φίρμα του γραφείου τελετών Audacia ολό­ μαυρη πάνω στο ασημί χρώμα του αυτοκινήτου. Στο δρόμο, μπρο­ στά από την κορδέλα που απαγορεύει την πρόσβαση, στέκονται άνθρωποι που φαίνονται σαν μαύρες σιλουέτες, καθώς βρίσκο­ νται έξω από το χώρο που φωτίζουν οι προβολείς ενός περιπολι­ κού. Εδώ κι εκεί ανάβουν φλας φωτογραφικών μηχανών. Κάποιος στερεώνει ένα χοντρό ύφασμα στο ύψος του βαν και τα φλας αρ­ χίζουν να ανάβουν με καταιγιστικό ρυθμό. Διακρίνω ένα φορείο κι ένα χέρι που σφίγγει μια χειρολαβή του, τίποτα άλλο. Τα γαλάζια φώτα σβήνουν. Τα σημάδια του θανάτου δεν υπάρ­ χουν πια. Δεν έχουν απομείνει παρά μόνο τα φλας των φωτογρά­ φων κι ο αναστεναγμός όσων στέκονται κατά μήκος της κορδέλας, αναστεναγμός που ίσως φανερώνει ταραχή. Το πιθανότερο είναι ότι δείχνει απογοήτευση. Το ύφασμα που κρατούν δύο ένστολοι αστυνομικοί κρύβει όλα όσα θα ήθελαν να δουν ερχόμενοι εδώ. Δύο άντρες του γραφείου τελετών μπαίνουν στο ασημί βαν, που ύστερα από λίγο απομακρύνεται μαλακά από τον αποκλεισμένο χώρο. Μπαίνω στο νούμερο 6 της οδού Τσάπμαν από τον πίσω δρό­ μο. Καθώς περνώ από τον πρώτο όροφο, ακούω από την ανοιχτή

aoratos011s099.indd 31

11/3/14 2:25:26 PM

32

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

πόρτα τη φωνή του Γκάμπριελ Μπιρκ. Η κορδέλα που έχει ήδη τοποθετήσει η αστυνομία θα παραμείνει εκεί για πολλές μέρες, ίσως και περισσότερο. Βρίσκομαι έξω από την ιστορία αυτή, βρί­ σκομαι μακριά από τα πάντα. Ανεβαίνω στο διαμέρισμά μου και ξαπλώνω στο κρεβάτι λες κι έχουν κυλήσει ελάχιστα λεπτά από την ώρα που ξύπνησα.

Είναι παράξενο το πώς το δωμάτιο κατακλύζεται από το ρίγος που νιώθω πριν από το ξημέρωμα.

aoratos011s099.indd 32

11/3/14 2:25:26 PM

ΙΙΙ

ΠΩΣ ΗΤΑΝ ΝΑ ΜΕΓΑΛΩΝΕΙΣ ΣΤΟ ΣΑΛΕΜ;

Θυμάμαι το εξής: Ο πρώτος αστυνομικός που αντίκρισα στη ζωή μου ήταν πολύ καιρό αξύριστος. Ο δεύτερος που είδα ήταν πολλές μέρες άυπνος. Ο τρίτος στεκόταν σε μια διασταύρωση στο Σάλεμ και ρύθμιζε την κυκλοφορία των αυτοκινήτων έπειτα από ένα ατύχημα. Είχε τσιγάρο στα χείλη. Ο τέταρτος αστυνομικός, αδιάφορα και εντελώς απρόκλητα, έχωσε ένα κλομπ ανάμεσα στα σκέλια ενός φίλου μου ενώ δύο συνάδελφοί του στέκονταν παρα­ δίπλα εξίσου ασυγκίνητοι και κοίταζαν αλλού. Ήμουν δεκαπέντε χρονών. Δεν ήξερα αν αυτό που είχα δει ήταν καλό ή άσχημο. Απλώς ήταν κάτι που συνέβη.

Έζησα εκεί μέχρι τα είκοσι. Στο Σάλεμ οι πολυκατοικίες ορθώ­ νονταν πανύψηλες, με οκτώ, εννιά, δέκα ορόφους, αλλά ποτέ τό­ σο κοντά στο Θεό ώστε να αντέχει αυτός να απλώσει το χέρι του και να τις αγγίξει. Στο Σάλεμ οι άνθρωποι ήταν παρατημένοι στην τύχη τους. Μεγαλώσαμε γρήγορα και ενηλικιωθήκαμε πριν την ώρα μας γιατί αυτό απαιτούσαν οι συνθήκες. Ήταν απόγευμα και κατέβηκα από τις σκάλες από τον όγδοο στον έβδομο όροφο. Εκεί πάτησα το κουμπί του ασανσέρ. Με το ασανσέρ μπορούσες να ανεβείς μόνο μέχρι τον έβδομο ή να κα­ τεβείς από τον έβδομο. Κανένας δεν ήξερε το λόγο. Το θυμάμαι

aoratos011s099.indd 33

11/3/14 2:25:26 PM

34

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

αυτό κάθε φορά που σκέφτομαι το Σάλεμ. Κάθε πρωί κατέβαινα έναν όροφο και κάθε απόγευμα ανέβαινα από τις σκάλες από τον έβδομο στον όγδοο για να φτάσω στο σπίτι. Και θυμάμαι πως πο­ τέ δεν είχα σκεφτεί για ποιο λόγο συνέβαινε αυτό ή για ποιο λό­ γο ένα πράγμα ήταν όπως ήταν. Δε μεγαλώναμε έχοντας στο νου μας να αμφισβητούμε την κατάσταση των πραγμάτων. Μεγαλώ­ ναμε γνωρίζοντας πως κανένας δε θα μας έδινε τίποτα αν δεν ήμα­ σταν προετοιμασμένοι να του το αποσπάσουμε. Περίμενα στον έβδομο ενώ το ασανσέρ ανέβαινε θορυβωδώς μέσα στο φρεάτιο. Ήμουν δεκάξι χρονών και δεν πήγαινα που­ θενά συγκεκριμένα, απλώς έβγαινα έξω. Από πίσω από την πόρ­ τα ενός διαμερίσματος ακούγονταν οι υπόκωφοι ήχοι βαριάς μουσικής χιπ-χοπ. Άνοιξα την πόρτα του ασανσέρ και με χτύπη­ σε στη μύτη η αψιά μυρωδιά καπνού από τσιγάρο. Έξω στο δρό­ μο ο ουρανός κρεμόταν πολύ χαμηλά – ψυχρός και λευκός. Οι ηλεκτρικοί στύλοι άναψαν τα φώτα τους καθώς περνούσα μπρο­ στά από το Σπίτι της Νεολαίας. Η ομίχλη άρχιζε την προέλασή της. Κι αυτό το θυμάμαι: όποτε έπεφτε η ομίχλη στο Σάλεμ, κα­ τάπινε τα πάντα. Ξεχυνόταν πάνω μας, αγκάλιαζε σπίτια, δέντρα, ανθρώπους. Μακριά, ανάμεσα στα δέντρα, είδα τον ψηλό υδατόπυργο που το σχήμα του έμοιαζε με μανιταριού. Το σκούρο γκρίζο μπετόν ήταν μια μαύρη σιλουέτα στο φόντο του ψυχρού ουρανού, κι ανα­ ρωτήθηκα αν ήταν ακόμα αποκλεισμένη η περιοχή του πύργου. Είχαν περάσει ελάχιστες μέρες από τότε που κάποιος είχε πέσει από εκεί. Δεν ήξερα το όνομά του, ήξερα μόνο πως πηγαίναμε στο ίδιο σχολείο. Κάποιοι έλεγαν πως την τελευταία μέρα της ζωής του είχε γράψει με κεφαλαία γράμματα ΔΕΝ ΕΧΩ ΤΙΠΟΤΑ ΝΑ ΧΑΣΩ στο ντουλάπι του στο σχολείο. Ήταν ένα μήνυμα, κατά κά­ ποιο τρόπο. Μία μέρα μετά το θάνατό του, όταν όλοι είχαν γυρί­ σει στα σπίτια τους και οι διάδρομοι του σχολείου ήταν άδειοι, πέρασα μπροστά από τα ντουλάπια ψάχνοντας για πολλή ώρα να

aoratos011s099.indd 34

11/3/14 2:25:27 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

35

βρω το μήνυμά του, αλλά δεν το βρήκα. Όση ώρα έψαχνα ακου­ γόταν ένα σιντί να παίζει, από κάποια συσκευή εν λειτουργία αφη­ μένη μέσα στο ντουλάπι του. Ο υδατόπυργος ήταν ένα μέρος που οι ενήλικοι του Σάλεμ θα ήθελαν να αστυνομεύεται διαρκώς αν υπήρχαν διαθέσιμοι πόροι για το σκοπό αυτό. Τα πρωινά πήγαιναν εκεί παιδιά για να παί­ ξουν, ενώ τα βράδια και τις νύχτες γίνονταν πάρτι και ξεκαθαρί­ σματα λογαριασμών. Τα παιδιά έπαιζαν κάτω, στο έδαφος. Τα περισσότερα πάρτι γίνονταν εκεί, κάτω, αλλά καμιά φορά σκαρ­ φαλώναμε στον πύργο. Μερικές φορές τύχαινε να πέσει κάποιος και συνήθως επρόκειτο για ατύχημα. Άλλες φορές δεν ήταν ατύ­ χημα κι επειδή ο υδατόπυργος είναι ψηλός, όσοι έπεφταν δεν επι­ ζούσαν. Προχώρησα μέσα στο δασύλλιο που περιβάλλει τον πύργο και στάθηκα δίπλα του. Ερεύνησα το χαλικοστρωμένο έδαφος για να ανακαλύψω ίχνη όσων είχαν πάει εκεί πριν από μένα. Δε βρήκα τίποτα. Ούτε κονσέρβες ούτε προφυλακτικά. Τίποτα. Ίσως κά­ ποιος να είχε καθαρίσει το έδαφος μετά την πτώση του αγοριού. Αναρωτήθηκα σε ποιο ακριβώς σημείο να είχε πέσει. Άκουσα έναν κρότο που συνοδεύτηκε από θρόισμα στις κορυ­ φές των δέντρων. Πρόφτασα να δω με την άκρη του ματιού μου κά­ τι να πέφτει με γδούπο στο έδαφος. Κοίταξα ψηλά και περίμενα να δω αν θα συνέβαινε κάτι ακόμα. Αλλά δεν έγινε τίποτα άλλο κι έτσι προχώρησα για να δω τι ήταν αυτό που είχε πέσει. Ήταν ένα ασπρόμαυρο πουλί, με το ράμφος του μισάνοιχτο και τις φτερού­ γες του απλωμένες και τσακισμένες. Είδα κόκκινες κηλίδες σε κά­ ποια από τα λευκά φτερά του. Το ένα μάτι του έλειπε και στη θέ­ ση του υπήρχε μια πορτοκαλοκόκκινη πληγή, λες και κάποιος εί­ χε αφαιρέσει με κουτάλι ένα μέρος του μικρού κεφαλιού. Στάθη­ κα εκεί και κοίταξα το πουλί. Άναψα τσιγάρο κι ύστερα από κά­ μποσες ρουφηξιές είδα το ένα του φτερό και το ένα του πόδι να τινάζονται σπασμωδικά.

aoratos011s099.indd 35

11/3/14 2:25:27 PM

36

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Έψαξα να βρω κάτι βαρύ για να σκοτώσω το πουλί. Δε βρήκα τίποτα. Κοίταξα την κυκλική κορυφή του πύργου κι όταν το βλέμ­ μα μου ξανάπεσε στο πουλί είδα πως ήταν εντελώς ακίνητο. Έριξα το τσιγάρο μου στο έδαφος και το πάτησα για να σβή­ σει. Προχώρησα προς τη στενή κατακόρυφη σκάλα του υδατό­ πυργου. Η σκάλα άρχισε να τρέμει μόλις πάτησα και ξεκίνησα να ανεβαίνω γραπώνοντας γερά τη σιδερένια κουπαστή. Από την έντονη προσπάθεια με πόνεσε το μπράτσο μου. Φτάνοντας στα μισά της σκάλας άκουσα κι άλλο κρότο. Ήταν πυροβολισμός. Ολόγυρα από τον υδατόπυργο προβάλλει μια οριζόντια προ­ εξοχή που δημιουργεί ένα είδος στενού εξώστη. Από εκεί ξεκινά μια δεύτερη, μικρή σκάλα που οδηγεί λίγα μέτρα ψηλότερα, σε έναν άλλο εξώστη ακριβώς κάτω από τη μανιταρόσχημη στέγη. Όπως ανέβαινα, άκουσα θρόισμα ρούχων. Άναψα με θόρυβο κι άλλο τσιγάρο. Το θρόισμα έπαψε μόλις ακούστηκε ο ήχος του αναπτήρα. Κοίταξα με μισόκλειστα μάτια τον ουρανό και μου φά­ νηκε αφύσικα φωτεινός και πυκνός. Άκουσα μια φωνή. «Ποιος είναι;» «Κανένας», απάντησα. «Εσύ πυροβόλησες;» «Γιατί το λες αυτό;» Η φωνή ήταν επιφυλακτική αλλά όχι απειλητική. «Απλώς αναρωτιέμαι». «Έλα πάνω. Τρομάζεις τα πουλιά». Προσπάθησα να τον δω όπως καθόταν σκαρφαλωμένος στον επάνω εξώστη, αλλά δεν τα κατάφερα. Ο επάνω εξώστης δεν ήταν σαν αυλακιά στο τσιμέντο όπως ο κάτω, αλλά ξύλινος. «Μπορείς να κρατήσεις το τσιγάρο μου;» Ανέβηκα ψηλότερα στη σκάλα και κράτησα το τσιγάρο μου πάνω από το δάπεδο του εξώστη. Ένα χέρι το πήρε από τα δά­ χτυλά μου. Πιάστηκα από ένα δοκάρι που προεξείχε και ανέβη­ κα. Σκέφτηκα πως αν έπεφτα θα σκοτωνόμουνα. Υπήρχε αρκετός χώρος για να κάθεσαι με την πλάτη ακουμπι­

aoratos011s099.indd 36

11/3/14 2:25:27 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

37

σμένη στον πύργο και τα πόδια τεντωμένα προς το προστατευτι­ κό κιγκλίδωμα χωρίς να φαίνεσαι από το έδαφος. Το κιγκλίδω­ μα έφτανε ως τους μηρούς. Εκεί πάνω ο άνεμος ήταν πιο δυνα­ τός και το Σάλεμ απλωνόταν μπροστά μου. Διακρίνονταν οι ογκώ­ δεις πολυκατοικίες με τα μικρά τους παράθυρα, οι χαμηλές βί­ λες με τις λοξές στέγες και τα θερμά τους χρώματα, οι σκόρπιες περιοχές πρασίνου και το γκριζόμαυρο βαρύ μπετόν. Από εκεί το τοπίο έμοιαζε πολύ πιο παράξενο απ’ όσο όταν βρισκόσουν στο έδαφος. Κοίταξα το χέρι του τη στιγμή που μου ξανάδινε το τσιγάρο μου. Δεν το κρατούσε όπως οι καπνιστές, αλλά αδέξια, με τρία δάχτυλα από την άκρη του φίλτρου. «Εσύ πυροβολείς;» τον ρώτησα. «Τι σε κάνει να πιστεύεις κάτι τέτοιο;» Τον αναγνώρισα. Πήγαινε στο λύκειο του Ρένινιε –μιας γειτο­ νιάς του Σάλεμ– αλλά σε άλλο τμήμα. Τα μαλλιά του ήταν κοντά και ξανθά, το πρόσωπό του ήταν λεπτό και τετράγωνο. Φορούσε τζιν μπάγκι παντελόνι, κόκκινα Converse και γκρίζο πουλόβερ με κουκούλα τραβηγμένη πίσω. Τα μάτια του ήταν πράσινα και φω­ τεινά. Κρατούσε ένα βαρύ σκούρο καφέ αεροβόλο και δίπλα του βρισκόταν ένα ανοιχτό κουτί με σφαίρες. Έγειρε πίσω το κεφάλι του και έκλεισε τα μάτια του. «Τι κάνεις;» «Σουτ. Ν’ ακούσουμε». «Τι πράγμα;» «Τα πουλιά». «Δεν ακούω τίποτα». «Δεν ακούς με προσοχή». Τράβηξα μια ρουφηξιά απ’ το τσιγάρο μου. Δεν άκουγα παρά μόνο το θρόισμα της φυλλωσιάς των δέντρων. Από κάπου εκεί κο­ ντά μας ακούστηκε η κόρνα ενός αυτοκινήτου. «Με λένε Τζον», είπε τελικά.

aoratos011s099.indd 37

11/3/14 2:25:27 PM

38

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Λέο». «Μείνε ακίνητος». Άνοιξε τα μάτια του και σήκωσε το αεροβόλο. Κοίταξε μέσα από το μαύρο στόχαστρο ενώ εγώ παρατηρούσα την κάννη προ­ σπαθώντας να δω προς τα πού σημάδευε. Στα δέντρα γύρω μας επικρατούσε ησυχία. Ο Τζον πήρε μια βαθιά ανάσα κι εγώ σφί­ χτηκα και μαζεύτηκα ασυναίσθητα με την πλάτη κολλημένη στον τοίχο. Μόλις το αεροβόλο εκπυρσοκρότησε, ακούστηκε νέο θρό­ ισμα από κάποιο δέντρο. Ένα πουλί έπεσε στο έδαφος, αλλά δεν μπόρεσα να το δω. «Γιατί τα πυροβολείς;» Ο Τζον άφησε κάτω το αεροβόλο. «Δεν ξέρω. Ίσως επειδή μπορώ, ίσως επειδή είμαι καλός σ’ αυ­ τό». Έριξε μια ματιά στο δεξί μου μπράτσο. «Σε πονάει;» Πονούσα πολύ εξαιτίας του σκαρφαλώματος κι έκανα μαλά­ ξεις στο μπράτσο μου. Θυμήθηκα τον Βλαντ και τον Φρεντ, δυο αγόρια μεγαλύτερά μου από το Σάλεμ. Είχαν βαρύ χέρι. Με χτυ­ πούσαν πάντοτε στο ίδιο σημείο, πάνω στο νεύρο, και στην αρχή το μπράτσο μου μούδιαζε. Μετά το ξεμούδιασμα επέστρεφε ο πό­ νος. Πήγαινε πολύς καιρός που είχαν πάψει να με ξυλοφορτώ­ νουν, αλλά μερικές φορές που ζόριζα τα χέρια μου το δεξί μου μπράτσο πονούσε κι έτσι τους ανακαλούσα στη μνήμη μου. «Σήμερα χτύπησα σε ένα κάγκελο». «Σε ένα κάγκελο», επανέλαβε ο Τζον. «Ναι. Έρχεσαι συχνά εδώ;» «Όποτε θέλω την ησυχία μου», αποκρίθηκε. «Χρειάζεται να πηγαίνεις κάπου όταν δεν μπορείς να πας στο σπίτι σου». «Θες να φύγω;» «Δεν εννοούσα κάτι τέτοιο». Κάπνισα το τσιγάρο μέχρι την καύτρα και το πέταξα πάνω από τα κάγκελα. Παρακολούθησα την τροχιά του μέχρι που χάθηκε. «Τζον... Το επώνυμό σου;»

aoratos011s099.indd 38

11/3/14 2:25:27 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

39

«Γκρίμπεργ». Ο Τζον Γκρίμπεργ είχε πλάι του έναν αθλητικό σάκο σαν αυ­ τούς που κουβαλούσαν συνήθως οι αθλητές της ομάδας ποδοσφαί­ ρου του σχολείου του Ρένινιε. Τον άνοιξε κι έβαλε μέσα το αερο­ βόλο. Έβγαλε έναν υφασμάτινο μπόγο κι άρχισε να τον ξετυλίγει: ήταν ένα μπουκάλι βότκα καλυμμένο με ένα πουλόβερ. Ξεβίδω­ σε το πώμα και κατέβασε μια γουλιά χωρίς να μορφάσει. Σκέφτη­ κα σε πόσο μεγάλο ύψος βρισκόμασταν. Το Σάλεμ κάτω άρχισε να το τυλίγει αργά αργά η ομίχλη. «Ο κόσμος συνήθως με φωνάζει Γκριμ», είπε. «Ή μάλλον όσοι με γνωρίζουν», διόρθωσε. Κοίταξε το μπουκάλι που κρατούσε. «Δεν είναι και πολλοί». «Το ίδιο ισχύει και για μένα». «Λες ψέματα». Έριξε άλλη μια ματιά στο μπουκάλι και μάλ­ λον σκεφτόταν αν θα με κερνούσε ή όχι. «Σ’ έχω δει στο σχολείο. Ποτέ δεν είσαι μόνος». «Μπορείς κάλλιστα να είσαι μόνος ακόμα κι αν σε περιβάλλει κόσμος». Ο Τζον φάνηκε να σκέφτεται κατά πόσον αλήθευε αυτό που είχα πει. Ύστερα ανασήκωσε τους ώμους του – κι ήταν μια κίνη­ ση που απευθυνόταν πιο πολύ στον ίδιο παρά σ’ εμένα. Ήπιε άλ­ λη μια γουλιά και μου έδωσε το μπουκάλι. Το πήρα και ήπια λί­ γο. Η βότκα μού έκαψε το λαιμό και έβηξα. Ο Τζον γέλασε. «Μπούφε», είπε. «Είναι δυνατό». «Το συνηθίζει κανείς». Μου τράβηξε το μπουκάλι απ’ το χέρι, ήπιε και κοίταξε προς το Σάλεμ. Η ομίχλη έπεφτε αγκαλιάζοντας τα πάντα. «Έχεις αδέλφια;» Του έκανα την ερώτηση χωρίς να ξέρω το λόγο. «Μια αδελφή, μικρότερή μου. Εσύ;» «Ένα μεγαλύτερο αδελφό».

aoratos011s099.indd 39

11/3/14 2:25:27 PM

40

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Στο ύψος του εξώστη, μόλις μισό μέτρο από το κάγκελο, πέ­ ρασε με ταχύτητα, κρώζοντας, ένα μαύρο πουλί. Ακολούθησε κι άλλο κι ύστερα πέρασε ένα σμήνος, σχηματίζοντας μπροστά μας μια θολή μελανή γραμμή. Κοίταξα το ελεύθερο χέρι του Τζον, το χέρι που δεν κρατούσε το μπουκάλι. Δεν τον είδα να το απλώνει για να πιάσει το αεροβόλο. «Αυτός είναι η αιτία που σε πονάει το μπράτσο σου;» με ρώτη­ σε όταν πια τα πουλιά είχαν χαθεί. «Ο αδελφός σου;» Αιφνιδιάστηκα. «Όχι». Έγειρε ξανά πίσω το κεφάλι του και ήπιε μια γουλιά. «Πόσο χρονών είναι η αδελφή σου;» τον ρώτησα. «Δεκαπέντε. Θα έρθει στο λύκειο του Ρένινιε το φθινόπωρο». Έστρεψε το κεφάλι του προς το μέρος μου με τα μάτια πάντα κλειστά κι οσμίστηκε τον αέρα εισπνέοντας τρεις τέσσερις φορές από τη μύτη. «Μένεις στο Τριάντ, έτσι δεν είναι;» Ένευσα καταφατικά. Το συγκρότημα πολυκατοικιών Τριάντ αποτελείται από τρεις πανομοιότυπους κύβους από μπετόν που περιβάλλονται από τις οδούς Σεμπιτόρι και Σέντερμπι. Οι οδοί αυτοί είναι όλο στροφές και διασταυρώνονται σχηματίζοντας έναν ατελή κύκλο γύρω από τις τρεις πολυκατοικίες. «Στην πολυκατοικία που βρίσκεται στ’ αριστερά όπως έρχεσαι από το Ρένινιε. Πώς το ήξερες;» «Αναγνωρίζω τη μυρωδιά του κλιμακοστασίου. Μένω στη με­ σαία πολυκατοικία. Έτσι μυρίζει κι η πολυκατοικία μου». «Πρέπει να έχεις γερή όσφρηση. Και ακοή». «Ναι». Αργότερα επιστρέψαμε μαζί στο σπίτι. Βαδίζαμε φλυαρώντας και γελώντας μέσα στην ομίχλη του Σάλεμ και νιώθαμε πως μας ένωνε ένας δεσμός, πως ο καθένας μας μοιραζόταν τα μυστικά του άλλου. Ένας χρόνος κυλά γρήγορα στις γειτονιές του Σάλεμ, αλλά οι συγκεκριμένοι δώδεκα μήνες μού φάνηκαν ατελείωτοι.

wWw.Greekleech.info

aoratos011s099.indd 40

11/3/14 2:25:27 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

41

Θυμάμαι πως στις παρυφές του Σάλεμ υπήρχαν ωραίες βίλες και μικρές μονοκατοικίες με περιποιημένο γκαζόν και πως όταν περ­ νούσα από εκεί το καλοκαίρι μού ερχόταν η μυρωδιά του κρέα­ τος που ψηνόταν στις σχάρες. Όσο πλησίαζες στο σταθμό του προαστιακού του Ρένινιε τόσο αραίωναν τα μικρά σπίτια, για να αντικατασταθούν με τα βαριά τσιμεντένια κτίρια, με την άσφαλ­ το και με τα γκραφίτι. Γύρω από το σταθμό μαζεύονταν μεγάλοι και μικροί, έφηβοι με το ένα πόδι στην παρανομία, χούλιγκαν, λάτρεις του σινθεσάιζερ, της ρέιβ και της χιπ-χοπ. Θυμάμαι που μια διαπεραστική φωνή τραγουδούσε: Head like a hole, black as your soul, head like a hole. To άκουγα συχνά. Καθόμασταν στα παγκά­ κια και στα πεζοδρόμια, πίναμε αλκοόλ, αναποδογυρίζαμε τους αυτόματους πωλητές αναψυκτικών και γλυκών και τους βάφαμε με σπρέι. Η αστυνομία έπιανε αρκετούς νεαρούς με την κατηγο­ ρία πως είχαν απειλήσει ή κακοποιήσει ανθρώπους ή καταστρέ­ ψει ξένη περιουσία. Αλλά εμείς σχεδόν πάντα τη σκαπουλάραμε, χωνόμασταν τρέχοντας στα σκοτεινά μέρη, που τα γνωρίζαμε πο­ λύ καλύτερα από τα όργανα της τάξης. Στα μάτια των ενηλίκων ήμασταν όλοι μας επίδοξοι γκάνγκστερ. Έλεγαν πως η κατάστα­ ση στο Σάλεμ ήταν άσχημη εδώ και πολλά χρόνια, αλλά πως μ’ εμάς είχε χειροτερέψει ακόμα περισσότερο. Η αστυνομία δεν κα­ τάφερνε να μας ελέγξει πια. Κάποιοι είχαν φτάσει στο σημείο να σπάσουν την πόρτα της εκκλησίας του Σάλεμ για να κάνουν πάρ­ τι μέσα. Δεν ήμουν ο ίδιος εκεί, αλλά το είχα ακούσει στο σχολείο. Ήξερα ποιοι συμμετείχαν – ήταν συμμαθητές μου στην τάξη των σουηδικών. Λίγες βδομάδες αργότερα έγινε κι άλλη διάρρηξη στην εκκλησία. Οι εισβολείς κρέμασαν μέσα μια σουηδική ση­ μαία σε μέγεθος κινηματογραφικής οθόνης και σχεδίασαν πάνω της ένα μεγάλο μαύρο αγκυλωτό σταυρό. Κανείς δεν κατάλαβε το νόημα αυτής της πράξης επειδή μάλλον δεν υπήρχε νόημα. Σάλεμ. Στο σχολείο μάθαμε πως κάποτε λεγόταν Σλάεμ – λέ­ ξη που αποτελούσε σύνθεση δύο άλλων λέξεων, από τις οποίες η

aoratos011s099.indd 41

11/3/14 2:25:27 PM

42

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

πρώτη σήμαινε «άγρια κορομηλιά» και η δεύτερη «σπίτι». Το Σλάεμ έγινε Σάλεμ το 15ο αιώνα και κανείς δεν ήξερε για ποιο λό­ γο, αλλά οι κυρίες της κοινότητας και όσοι εντρυφούσαν στην το­ πική ιστορία προτιμούσαν να συνδέουν την κοινότητα με το βι­ βλικό Σαλήμ, που είναι το προγενέστερο όνομα της Ιερουσαλήμ. Κι έτσι το Σάλεμ έγινε ένας τόπος ειρηνικός, μια και Σαλήμ στα εβραϊκά σημαίνει «ειρήνη». Ένας τόπος στον οποίο εγκαταστά­ θηκαν κάποτε οι γονείς μας για να ζήσουν μια ευτυχισμένη ζωή, πολύ πριν χειροτερέψουν οι συνθήκες. Εκεί, στα σπίτια του προαστίου μας, στεκόμασταν εμείς οι φί­ λοι πίσω από τα παράθυρα και κοιταζόμασταν από απόσταση όποτε δεν μπορούσαμε να βγούμε έξω. Όταν ήμασταν έξω, απο­ φεύγαμε όσους θα μπορούσαν να μας βλάψουν και προσεγγίζα­ με όσους ήταν σαν εμάς. Όταν δεν είχαμε πού να πάμε, γυρο­ φέρναμε έξω απ’ τις πόρτες των φίλων μας επειδή δεν είχαμε κα­ μιά διάθεση να επιστρέψουμε στο δικό μας σπίτι. Οι φωνές, τα γέλια και οι συναγερμοί των αυτοκινήτων τη νύχτα ακούγονταν μέχρι πολύ μακριά.

aoratos011s099.indd 42

11/3/14 2:25:27 PM

IV

ΒΓΑΙΝΩ ΣΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΙ ΜΟΥ με το ελαφρύ βουητό του ηρεμιστι­

κού χαπιού στους κροτάφους μου και βλέπω την κορδέλα απο­ κλεισμού να πλαταγίζει στον αέρα. Λίγο παρακάτω μια γυναίκα διασχίζει το δρόμο μαζί με ένα αγόρι σε αναπηρικό καρότσι – ίσως το γιο της. Το αγόρι κάθεται ακίνητο σαν κέλυφος και διά­ φοροι σωλήνες καταλήγουν στο σώμα του. Ένα γαλανόλευκο περιπολικό είναι σταθμευμένο έξω από την πολυκατοικία μου και δύο αστυνομικοί βηματίζουν βαριεστημέ­ νοι πάνω κάτω κατά μήκος των ορίων του χώρου που έχει απο­ κλειστεί. Τους παρακολουθώ με το βλέμμα ώσπου ο ένας σηκώ­ νει το κεφάλι του προς το μέρος μου, αναγκάζοντάς με να ξανα­ μπώ μέσα σαν τρομαγμένο ζώο. Στην εφημερίδα υπάρχει μια σύντομη αναφορά στο συμβάν: Μια γυναίκα 25 ετών βρέθηκε νεκρή από πυροβολισμό σε οίκημα φιλοξενίας αστέγων στο κέντρο της Στοκχόλμης. Όταν γραφόταν το άρθρο, η έρευνα των ειδικών της Σήμανσης ήταν ακόμα σε εξέλιξη. Η αστυνομία εργάζεται πυρετωδώς προκειμένου να επεξεργαστεί τις ήδη υπάρχουσες πληροφορίες, αλλά πολλή δουλειά απομένει να γί­ νει ακόμα. Όλοι όσοι αντιλήφθηκαν κάτι σχετικά με την υπόθεση ισχυρίζονται ότι είδαν ένα μαυροντυμένο άντρα να δια­φεύγει τρέχο­ ντας από το σημείο.

aoratos011s099.indd 43

11/3/14 2:25:27 PM

44

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Το μικρό αυτό άρθρο αρκεί για να με πάει πίσω σε όσα συνέ­ βησαν την άνοιξη. Κι όσα συνέβησαν την άνοιξη ίσως να είναι μια ιστορία που ξεκίνησε πολύ πιο πριν, δεν ξέρω. Το μόνο που ξέρω είναι πως με επέλεξε μια γριά αλεπού, ο αξιωματικός Λέβιν, για να μπω στη Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων. Προηγουμένως ήμουν αστυφύλακας του Τμήματος Ανθρωποκτονιών της Διεύθυν­ σης Αστυνομίας Στοκχόλμης. Ο στόχος δεν ήταν να ενταχθώ στο προσωπικό της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων, δηλαδή της υπηρεσίας που διεξάγει έρευνες σχετικά με αστυνομικούς που εί­ ναι ύποπτοι τέλεσης εγκληματικών πράξεων. Ο στόχος ήταν να ασχοληθώ με κάτι πιο προωθημένο: να ελέγχω την υπηρεσία έσω­ θεν. Ο Λέβιν υποψιαζόταν πως οι έρευνες που διεξάγονταν από τη ΔΕΥ ήταν φτιαχτές και χαλκευμένες, ειδικότερα όσες σχετίζο­ νταν με δραστηριότητες πληροφοριοδοτών και εγκάθετων. Υπήρ­ χε σοβαρό πρόβλημα στο Σώμα, όλοι το ήξεραν, αλλά μόνο ο Λέ­ βιν είχε την τόλμη να το εντοπίσει: βρισκόταν στον εσωτερικό έλεγχο και στην έρευνα για την πιο ριψοκίνδυνη αποστολή του Σώματος, εκεί όπου η αστυνομία συνεργαζόταν με εγκληματίες και μερικές φορές εξωθούσε σε εγκληματικές πράξεις διά προβο­ κάτσιας. Επισήμως απλώς επάνδρωνα το Τμήμα Διοικητικής Υποστή­ ριξης της υπηρεσίας, αλλά τα εργασιακά μου καθήκοντα ήταν να ελέγχω εμπεριστατωμένα το πρωτόκολλο ερευνών της ΔΕΥ, να εντοπίζω τις παραλείψεις, τη δικαιολόγηση μιας πράξης, τις πλά­ γιες οδούς που ακολουθούσαν οι αστυνομικοί της ΔΕΥ ή τα οφθαλ­ μοφανή ψέματα που έλεγαν υποκύπτοντας σε πιέσεις υψηλά ιστά­ μενων προσώπων όταν ερευνούσαν τα του οίκου τους. Οι συνηθι­ σμένοι φάκελοι ήταν κόκκινοι. Οι ξεχωριστοί εκείνοι φάκελοι τους οποίους μελετούσα είχαν μπλε χρώμα και τους τοποθετούσε στο γραφείο μου ο ίδιος ο Λέβιν. Κάθε έρευνα της ΔΕΥ εξεταζό­ ταν από τον Λέβιν κι όταν κάτι φαινόταν εξαιρετικά απλό ή χα­ ρακτηριζόταν από υπερβολική διαφάνεια, το έβαζε σε έναν μπλε

aoratos011s099.indd 44

11/3/14 2:25:27 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

45

φάκελο και μου το έδινε για να το ελέγξω και να το ερευνήσω εις βάθος. Πολλές φορές ήταν εύκολο να βρω τα κενά. Τα περισσότερα περιστατικά ονομάζονταν «συμβάντα»· ήταν μια βολική λέξη που τη χρησιμοποιούσαν κατά κόρον. Οι αναφορές ακολουθούσαν ένα χαρακτηριστικό πρότυπο:

wWw.Greekleech.info

Η συμπεριφορά του συλληφθέντος προκάλεσε το συμβάν στον ανελ­ κυστήρα υπ’ αριθμόν 4. Κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του οι αστυνομικοί έκριναν ότι η συμπεριφορά του ήταν εριστική και τον ανάγκασαν να ξαπλώσει πρηνηδόν στο δάπεδο του ανελκυστήρα. Τοιουτοτρόπως επήλθε τραυματισμός στο πρόσωπό του (αριστερή παρειά και δεξί φρύδι), στη θωρακική χώρα (εκχυμώσεις μεταξύ δεύ­ τερης και τέταρτης πλευράς και στην αριστερή κλείδα) και στην οπι­ σθία επιφάνεια της δεξιάς άκρας χειρός (κάταγμα). Ο επί των μαλα­ κών ιστών τραυματισμός του συλληφθέντος επήλθε λόγω της πτώσης του, αφού είχε προηγηθεί προσπάθεια των αστυνομικών να τον ηρε­ μήσουν καθώς τον βοηθούσαν να σηκωθεί.

Ο συλληφθείς τοξικομανής ισχυριζόταν πως οι μαλακοί ιστοί του είχαν υποστεί αυτό που οι ίδιοι οι αστυνομικοί ονομάζουν «σό­ λο ταμπούρλο»: αλλεπάλληλα χτυπήματα με το κλομπ στα γεννη­ τικά όργανα. Ο τοξικομανής δεν έκανε πίσω, υποστήριζε πως ήταν αθώος. Η υπόθεση έφτασε στη δικαιοσύνη. Στη δικαστική αίθουσα δύο άψογα χτενισμένοι αστυνομικοί κατέθεσαν εναντίον ενός ανθρώπου που ήταν οπιομανής δεκαπέντε ολόκληρα χρόνια. Οι αστυνομικοί φυσικά κέρδισαν, αλλά επειδή οι δικαστές είχαν κάποιες επιφυλάξεις επέβαλαν τη διενέργεια έρευνας από τη Διεύ­ θυνση Εσωτερικών Υποθέσεων. Η έρευνα ολοκληρώθηκε ένα μή­ να αργότερα και στη σχετική αναφορά διάβαζες πως δεν μπορού­ σε να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ο τραυματισμός να επήλθε εξαι­ τίας της πτώσης. Στο μεταξύ δεν είχε ερωτηθεί κανένας ειδικός

aoratos011s099.indd 45

11/3/14 2:25:27 PM

46

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

γιατρός. Απευθύνθηκα σε ένα γιατρό και αποδείχτηκε πως τέτοιου είδους τραύματα δεν ήταν δυνατόν να προκλήθηκαν από την πτώ­ ση του συλληφθέντος. Παρόμοιες υποθέσεις αποτελούσαν συχνό φαινόμενο, ειδικότερα με νεαρούς στο κέντρο της πόλης ή στα προάστια. Άλλες φορές ήταν εξαιρετικά δυσκολότερο να αποφαν­ θεί κανείς για ποιο λόγο τα εγκλήματα ήταν σοβαρότερα, οι αστυ­ νομικοί που ενέχονταν ήταν πολύ πιο επιτήδειοι και τα γεγονότα περιπλοκότερα. Μάθαινα γρήγορα κι έγινα καλός στη δουλειά μου. Τα πάντα γίνονταν σιωπηρά, πίσω από τον καθρέφτη και από προπετάσμα­ τα καπνού που δημιουργούσε εντέχνως ο Λέβιν. Έκανα τη βασι­ κή δουλειά, έβρισκα τα κενά και έδινα το φάκελο, που ήταν πά­ ντα μπλε και άτιτλος, στον Λέβιν. Με τον ερχομό της άνοιξης πέ­ ντε μεγάλες έρευνες της ΔΕΥ κατέρρευσαν και οι ψίθυροι έδιναν κι έπαιρναν στους διαδρόμους του Αστυνομικού Μεγάρου, που έμοιαζε με κάστρο. Στην πράξη εγώ ήμουν ο αρουραίος του Λέ­ βιν και το χειρότερο είδος αστυνομικού. Τότε ήταν που τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν την κάτω βόλτα.

Αργότερα αποκάλεσαν την όλη ιστορία «Υπόθεση Γκότλαντ». Ορι­ σμένοι την ονόμασαν «Υπόθεση Λάσκερ», από το όνομα του Μαξ Λάσκερ, του πληροφοριοδότη που πέθανε. Πέθαναν και δύο δρά­ στες κι ένας αστυνομικός, αλλά ο θάνατος εκείνων δεν προσέλα­ βε τη συμβολική σημασία που είχε ο θάνατος του Λάσκερ. Ο Λά­ σκερ ήταν ένας πανούργος τύπος με υγρό βλέμμα και βρόμικα νύ­ χια και κουβαλούσε στην πλάτη του πολλά χρόνια εξάρτησης από τα ναρκωτικά. Δεν ήταν από τους ανθρώπους που θα επέλεγες για μια τέτοια δουλειά, αλλά είχε τις επαφές του, τις πληροφορίες του και μπόλικο ρευστό. Επομένως ήταν πολύτιμος. Ήταν ο σημαντι­ κότερος σύνδεσμος ανάμεσα στο οργανωμένο έγκλημα και στους

aoratos011s099.indd 46

11/3/14 2:25:27 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

47

τοξικομανείς της Στοκχόλμης. Τον ήξερα από την εποχή που δού­ λευα στο Τμήμα Ανθρωποκτονιών και νομίζω πως με εμπιστευό­ ταν. Την άνοιξη έμαθε πως ένα μεγάλο φορτίο όπλων θα άλλαζε χέρια στο νησί Γκότλαντ. Ήρθε σε επαφή μαζί μου ερχόμενος ο ίδιος στην οδό Τσάπμαν για να αφήσει στο γραμματοκιβώτιό μου ένα χαρτί όπου απλώς είχε σημειώσει έναν αριθμό κινητού τηλε­ φώνου. Είχα συνηθίσει τη δουλειά μου στη ΔΕΥ. Καθόμουν σ’ ένα γρα­ φείο, διάβαζα αναφορές και τηλεφωνούσα για να διασταυρώσω στοιχεία. Τις πληροφορίες που μου έδωσε ο Λάσκερ τις διαβίβα­ σα στο κατώτερο προσωπικό της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών χωρίς να ενημερώσω πρώτα τον Λέβιν. Δεν καταλάβαι­ να σε τι θα χρησίμευαν οι πληροφορίες αυτές στη ΔΕΥ. Ο Λέβιν πάντως το έμαθε και λίγες μέρες αργότερα η ξερακιανή κορμο­ στασιά του εμφανίστηκε στο γραφείο μου. Ήταν προβληματισμέ­ νος. Με πήγε στα υπόγεια του κτιρίου μας, μπήκαμε στις τουαλέ­ τες και μου ζήτησε να εποπτεύσω την αστυνομική επιχείρηση στο Γκότλαντ. Εκεί στο νησί τα όπλα θα άλλαζαν χέρια και θα μετα­ φέρονταν στη Στοκχόλμη για να πουληθούν σε δύο αντίπαλες συμ­ μορίες των νοτίων προαστίων. «Θα γίνει μεγάλη επέμβαση», μου είπε ο Λέβιν. «Επιτόπου θα βρίσκονται πληροφοριοδότες μαζί με τους συνδέσμους τους, δη­ λαδή με δικούς μας. Αυτό σημαίνει πως κάποιος –μάλλον όχι ο ίδιος ο γενικός αστυνομικός διευθυντής Στοκχόλμης, αλλά σίγου­ ρα ο άμεσος υφιστάμενός του– θα τοποθετήσει εκεί ένα δυο άντρες της ΔΕΥ ώστε κανείς τους να μην επωμιστεί τις ευθύνες αν η ιστορία πάει κατά διαόλου». Ήταν η νέα τάση που επικρατούσε στο Σώμα: προληπτική δραστηριότητα της ΔΕΥ, που σήμαινε ότι ήμασταν εξαρχής στις αστυνομικές επιχειρήσεις παρακολουθώντας και δίνοντας συμ­ βουλές. Όλα συνοψίζονταν στο ότι έπρεπε να έχουμε τα νώτα μας καλυμμένα. Το γεγονός αυτό πιθανότατα θα φαινόταν ανησυχη­

aoratos011s099.indd 47

11/3/14 2:25:27 PM

48

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

τικό σε έναν εξωτερικό παρατηρητή, αλλά για εμάς που βρισκό­ μασταν εντός των τειχών ήταν μια αλλαγή πρακτικής φύσεως. «Θέλετε λοιπόν να έχω τα μάτια μου πάνω στους άντρες της ΔΕΥ». Ο Λέβιν χαμογέλασε χωρίς να πει τίποτα. Ακούμπησα την πλά­ τη μου στα κρύα πλακάκια του τοίχου της τουαλέτας και έκλεισα τα μάτια μου. «Το ξέρετε πως έχουν αρχίσει να ακούγονται διάφοροι ψίθυ­ ροι εδώ στο κτίριο σχετικά με το γεγονός πως κάτι πάει στραβά;» τον ρώτησα. «Τι πιστεύεις για μένα;» είπε ο Λέβιν τρίβοντας τη μύτη του που θύμιζε ράμφος γερακιού. «Είναι προφανές πως γνωρίζω τι ψιθυρίζεται. Θα κάνεις την αναφορά σου μόνο σ’ εμένα. Αν σε πλησιάσει άλλος, θα πρόκειται για προσπάθεια να σε ξεσκεπά­ σουν». Αποστολή μου ήταν να παρακολουθώ τους ερευνητές της ΔΕΥ. Θα παρέμβαινα μόνο σε εξαιρετική περίπτωση προκειμένου να σώσω την επιχείρηση. Κανείς εκτός από τον Λέβιν δε γνώριζε όλο το επιχειρησιακό σχέδιο ή ότι θα βρισκόμουν στο Γκότλαντ. Λίγες μέρες πριν από την αστυνομική επιχείρηση πήγα στο Γκότλαντ και βρήκα ένα μέρος για να μείνω έξω από το Βίσμπι, την πρωτεύουσα. Δεν είχα ξαναπάει στο νησί και ήταν αναγκαίο να γνωρίσω την περιοχή. Ήταν Μάιος κι ο καιρός ήταν συννεφια­ σμένος, φυσούσε κι έκανε κρύο. Τα πουλιά πετούσαν στις ακτές σαν κυνηγημένα. Ίσως και να ήταν. Έκανα περιπάτους, απομνη­ μόνευα δρόμους και πεζόδρομους, κάπνιζα και περίμενα να συμ­ βεί κάτι. Όσο πλησίαζε η μέρα της επιχείρησης τόσο μεγάλωνε η αναστάτωσή μου, χωρίς πραγματικά να κατανοώ γιατί αισθα­ νόμουν έτσι. Τη νύχτα έβλεπα εφιάλτες – ονειρευόμουν τη Σαμ και τον Βίκτορ. Μερικές φορές στο δωμάτιο του ξενοδοχείου όπου έμενα στεκόμουν ασυναίσθητα μπροστά στον καθρέφτη του μπά­ νιου και κοιταζόμουν.

aoratos011s099.indd 48

11/3/14 2:25:27 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

49

Αργά ένα βράδυ καθόμουν και ατένιζα τον ουρανό στο λιμάνι του Βίσμπι, μόλις δυο βήματα από το σημείο όπου θα γινόταν η επιχείρηση. Ξαφνικά άκουσα πίσω μου μια φωνή. Στράφηκα για να δω ποιος ήταν και διέκρινα έναν άντρα με καλυμμένα χαρα­ κτηριστικά να μου γνέφει. Φορούσε κασκέτο, πουλόβερ με κου­ κούλα, φαρδύ τζιν παντελόνι. Ήταν ο Λάσκερ. «Τι στο διάολο γυρεύεις εδώ πέρα;» μου είπε τραβώντας με από το μπράτσο για να κρυφτώ στις σκιές που έριχναν τα ογκώ­ δη κτίρια του λιμανιού. «Κάνω διακοπές». «Σήκω και φύγε από δω τώρα που μπορείς, Γιούνκερ. Κάτι δεν πάει καλά». «Τι εννοείς;» «Κάτι θα στραβώσει». Μου άφησε το μπράτσο κι άρχισε να απομακρύνεται. «Τα πάντα θα στραβώσουν». Τον κατάπιε το σκοτάδι κι έμεινα πάλι μόνος να καπνίζω. Ένιωσα να με διαπερνά ένα ρίγος. Γινόταν άραγε, όπως είχε πει ο Λέβιν, μια προσπάθεια αποκάλυψής μου; Μου πέρασε απ’ το νου, αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω ποιος ήταν ο ρόλος του Λά­ σκερ – υποτίθεται πως δούλευε για μας. Δύο μέρες αργότερα έφτασε το πλοίο με το εμπόρευμα. Μέ­ χρι τότε φυλαγόμουν – έφυγα απ’ το ξενοδοχείο και πήγα να μεί­ νω σε ένα μοτέλ, όπου έκλεισα δωμάτιο με άλλο όνομα. Ήταν ση­ μαντικό να βρίσκομαι σε κίνηση. Αντιλήφθηκα την παρουσία των ερευνητών της ΔΕΥ και των αντρών της αστυνομικής δύναμης όταν έφτασαν στο Βίσμπι, παρακολούθησα την αποβίβαση των συμ­ βατικών αυτοκινήτων της αστυνομίας από το φέριμποτ της γραμ­ μής και είδα ποιοι αστυνομικοί κατέβηκαν, πού έμειναν και τι έκαναν. Τα στοιχεία που συνέλλεγα τα σημείωνα αποκλειστικά σ’ ένα μαύρο σημειωματάριο που το είχα διαρκώς στην εσωτερική τσέπη του σακακιού μου. Ένιωθα έτσι πως είχα τα πάντα υπό έλεγχο.

aoratos011s099.indd 49

11/3/14 2:25:27 PM

50

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Οι ερευνητές της ΔΕΥ δε θα πήγαιναν στο λιμάνι. Θα συνα­ ντιούνταν σ’ ένα διαμέρισμα εκεί κοντά και θα δέχονταν αναφο­ ρές από τον αρχηγό της μονάδας κρούσης. Στη συνέχεια οι ερευ­ νητές θα διαβίβαζαν τις αναφορές στη Στοκχόλμη. Αναρωτιόμουν ποιοι να περίμεναν στην άλλη άκρη της γραμμής, πόσο ψηλά στην ιεραρχία βρίσκονταν οι ασχολούμενοι με την υπόθεση και τι θα συνέβαινε αν κάτι πήγαινε στραβά. Το σκάφος ήταν ένα μικρό μηχανοκίνητο πλοιάριο και γλί­ στρησε στα νερά μέσα στη νύχτα χωρίς καθόλου φώτα. Ήμουν κρυμμένος μπροστά από το κτίριο όπου είχαμε μιλήσει με τον Λά­ σκερ λίγες μέρες νωρίτερα. Στο μόλο κινούνταν σκιές και πάσχι­ ζα να ακούσω κουβέντες. Οι άντρες της ομάδας κρούσης περίμε­ ναν σε σεβαστή απόσταση. Θα επενέβαιναν μόνο μετά την παρά­ δοση του εμπορεύματος. Είχα πάνω μου το υπηρεσιακό μου πε­ ρίστροφο, παρόλο που δεν ήθελα να το κουβαλάω. Το σκάφος άραξε και οι σκιές κινήθηκαν ταχύτατα στη σιγα­ λιά της νύχτας. Το λιμάνι ήταν άδειο από κόσμο. Από το σκοτά­ δι εμφανίστηκε ένα μεγάλο τζιπ και άρχισε να πλησιάζει με χα­ μηλή ταχύτητα στο σκάφος, ώσπου σταμάτησε. Κατέβηκε ένας άντρας και άνοιξε το πορτμπαγκάζ. Συριστικές φωνές. Οι αγορα­ στές συναντούσαν τους πωλητές. «Θέλω να τα δω», είπε ένας άντρας. «Άνοιξε ένα κασόνι». «Δεν προφταίνουμε», είπε ένας άλλος που στεκόταν πλάι του. Τον αναγνώρισα από τη φωνή. Ήταν ο Μαξ Λάσκερ. «Ας συντομεύουμε». «Θέλω να τα δω», επανέλαβε ο πρώτος. «Άνοιξέ το». «Όπως θες», αποκρίθηκε κάποιος. Ακούστηκε ο ήχος ενός κασονιού που άνοιγε. Κύλησαν αρκε­ τές στιγμές προτού μιλήσει κάποιος. «Με δουλεύεις;» είπε ο άντρας που είχε μιλήσει στην αρχή. Ο άντρας που είχε ανοίξει το κασόνι παρατήρησε προσεκτικά το εσωτερικό του.

aoratos011s099.indd 50

11/3/14 2:25:27 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

51

«Τι;» Έχωσε μέσα το χέρι του και βάλθηκε να ψάχνει. «Αυτό εδώ... Δεν ξέρω τι...» Κάπου πίσω τους άναψε ένας τεράστιος προβολέας κι έλουσε το λιμάνι με το εκτυφλωτικό λευκοκίτρινο φως του. Οι ψηλές σι­ λουέτες των αντρών ήταν πια εκτεθειμένες. Από πίσω από τον προβολέα ακούστηκαν φωνές: «Αστυνομία!» Έτσι ξεκίνησαν όλα. Όλοι ήταν οπλισμένοι, ακόμα και ο Λάσκερ, που όρμησε να ξε­ φύγει με σπασμωδικές κινήσεις. Ο άντρας που είχε κοιτάξει μέ­ σα στο κασόνι τράβηξε το πιστόλι του, έριξε μια ματιά προς τη μεριά του προβολέα κι ύστερα έτρεξε να κρυφτεί πίσω από το τζιπ. Δεν τον έβλεπα. Το κασόνι έπεσε με κρότο στο έδαφος. Έβγαλα το περίστροφό μου από τη θήκη και κράτησα την ανά­ σα μου. Οι άντρες της ομάδας κρούσης εμφανίστηκαν ορμητικοί με όπλα και ασπίδες λες και είχαν προετοιμαστεί για πόλεμο. Δεν ξέ­ ρω ποιος άρχισε να πυροβολεί, ούτε από ποια πλευρά, αλλά από κάπου ακούστηκε ένας πρώτος πυροβολισμός. Ο Λάσκερ ύψωσε το πιστόλι του, αλλά χτυπήθηκε από σφαίρα στο μηρό και δεν πρόλαβε να πυροβολήσει. Το αίμα εκτοξεύτηκε κατάμαυρο μέσα στο φως του προβολέα. Τα γόνατά του λύγισαν και το πρόσωπό του συσπάστηκε. Το πιστόλι έπεσε από το χέρι του και έσφιξε γε­ ρά το μηρό του ουρλιάζοντας. Κάποιος έβαλε μπρος τον κινητήρα του σκάφους, μάλλον για να προσπαθήσει να βγει από το λιμάνι. Τα όπλα κροτάλιζαν. Όπου υπήρχαν τζάμια έγιναν θρύψαλα. Με την άκρη του ματιού μου είδα έναν αστυνομικό να πέφτει στο έδαφος κι αναρωτήθη­ κα ποιος να ήταν. Η στολή τούς έκανε απρόσωπους, δε σου επέ­ τρεπε να τους αναγνωρίζεις. Πιο πίσω αναβόσβηναν οι φάροι των περιπολικών και ούρλια­ ζαν οι σειρήνες τους. Με τραβηγμένο το περίστροφο βγήκα από τις σκιές του κτιρίου χωρίς να είμαι βέβαιος τι ήθελα να κάνω. Μάλλον με πρόσεξε ο άντρας που είχε καλυφθεί πίσω από το τζιπ,

aoratos011s099.indd 51

11/3/14 2:25:27 PM

52

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

γιατί μια σφαίρα σφύριξε περνώντας πλάι μου και μ’ έκανε να πα­ γώσω και να οπισθοχωρήσω ξανά στο σκοτάδι. Ένας άντρας άνοιξε την μπροστινή πόρτα του τζιπ, μπήκε μέσα κι έβαλε μπρος. Ο εσωτερικός χώρος του αυτοκινήτου φω­ τίστηκε στιγμιαία κι ύστερα η πόρτα έκλεισε κι ο άντρας πάτη­ σε γκάζι. Κοίταζα το τζιπ μέχρι που χάθηκε απ’ τα μάτια μου. Τα χέρια μου έτρεμαν. Δεν έπαψαν οι πυροβολισμοί, απλώς έγιναν πιο σποραδικοί. Ένα περιπολικό ακολούθησε το τζιπ. Αναρωτήθηκα πόσοι αστυ­ νομικοί βρίσκονταν εκεί, πόσοι κρύβονταν μέσα στο σκοτάδι. Έφτασα κοντά στον Λάσκερ. Κείτονταν ακίνητος, με τα χέρια του να αγκαλιάζουν τον τραυματισμένο μηρό του. Τον γύρισα για να τον κοιτάξω και διαπίστωσα πως τον είχαν πυροβολήσει και στο κεφάλι. Το στόμα του ήταν μισάνοιχτο και το άδειο βλέμμα του ατένιζε το άπειρο. Αρκετοί αστυνομικοί κατάφεραν να ανεβούν στο σκάφος και αφόπλισαν όσους είχαν καλυφθεί μέσα στην καμπίνα. Άκουσα έναν πυροβολισμό, αλλά δεν κατάλαβα από ποια μεριά ερχόταν και μ’ έπιασε πανικός. Πυροβόλησα στα τυφλά, σημαδεύοντας μια σκιά ανάμεσα σε δύο σειρές κοντέινερ που ήταν στοιβαγμέ­ να το ένα επάνω στο άλλο. Είχα τραυματίσει ανθρώπους στο παρελθόν, αλλά ποτέ δεν εί­ χα πυροβολήσει κανέναν. Ήταν μια συγκλονιστική αίσθηση: τα πάντα πέτρωσαν γύρω μου ενώ το χέρι μου και ο δείκτης του χε­ ριού μου που είχε πιέσει τη σκανδάλη πάλλονταν. Αισθανόμουν λες κι είχα σε όλο μου το σώμα αισθητήρες που έστελναν δονή­ σεις προς το χέρι μου. Ο δείκτης μου έκαιγε όπως αν είχα πάθει έγκαυμα. Κοίταξα το δάχτυλό μου απορημένος. Προχώρησα όσο πιο γρήγορα μπορούσα ώσπου έφτασα στο σημείο όπου βρισκόταν ο άνθρωπος που είχα πυροβολήσει. Είδα μπροστά μου δυο ογκώδεις μπότες. Με την αίσθηση πως κάτι εί­ χε πάει εντελώς στραβά, έβγαλα το κινητό μου για να το χρησι­

aoratos011s099.indd 52

11/3/14 2:25:27 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

53

μοποιήσω σαν φακό. Αυτό που θυμάμαι εντονότερα σήμερα είναι το πόσο αφύσικα σκοτεινό ήταν το λιμάνι. Φώτισα το έδαφος μπροστά μου και είδα το αίμα που χυνόταν από ένα μεγάλο τραύ­ μα στο λαιμό του. Ήταν ακίνητος. Η επωμίδα του ήταν γαλάζια και κίτρινη. Ήταν αστυνομικός.

aoratos011s099.indd 53

11/3/14 2:25:27 PM

V

ΓΙΝΑΜΕ ΦΙΛΟΙ ΜΕ ΤΟΝ ΤΖΟΝ ΓΚΡΙΜΠΕΡΓ κι άρχισα να τον φωνάζω

Γκριμ. Διαφέραμε αρκετά ο ένας από τον άλλο. Σύντομα διαπί­ στωσα πως ορισμένες στιγμές ήταν γεμάτος αντιφάσεις, επιφα­ νειακά τουλάχιστον. Ισχυριζόταν πως πελάγωνε με τις κοινωνικές συναναστροφές, παρ’ όλα αυτά, χρησιμοποιώντας τα κατάλληλα λόγια, μπορούσε συνήθως να αντεπεξέρχεται όταν ερχόταν σε δύ­ σκολη θέση. Πρόβαλλε τότε διάφορες δικαιολογίες ή ζητούσε συ­ γνώμη με φαινομενικά αφοπλιστική ειλικρίνεια. Τα έβρισκα σκούρα σε παρόμοιες καταστάσεις και ποτέ δεν κατάλαβα πώς τα κατάφερνε ο Γκριμ. Κι έδειχνε μάλιστα να μην έχει πρόβλημα να κουβεντιάζει με τον κόσμο. Τον ρώτησα κάποτε πώς γινόταν να ισχυρίζεται ότι ήταν ακοινώνητος από τη στιγμή που είχε τό­ σο καλή επικοινωνία με τους ανθρώπους. «Ξέρεις... όλα έχουν σχέση με τις μάσκες που φοράμε», μου αποκρίθηκε αδιάφορα. «Όταν κάποιος μου μιλά, ουσιαστικά δεν είμαι εκεί μαζί του». Δεν κατάλαβα τι εννοούσε. Ο Γκριμ ήταν όμορφος. Με το γωνιώδες πρόσωπό του, τα πλού­ σια ξανθά μαλλιά του και το λοξό του χαμόγελο σου θύμιζε τους ομορφάντρες των καλοκαιρινών τηλεοπτικών διαφημίσεων. Εγώ ήμουν ψηλότερος, αλλά άχαρος και δεν είχα τις φαρδιές πλάτες που διέθετε ο Γκριμ. Έκανα προσπάθεια για να τα καταφέρνω στο σχο­ λείο, ενώ ο Γκριμ αδιαφορούσε για οτιδήποτε είχε σχέση μ’ αυτό.

aoratos011s099.indd 54

11/3/14 2:25:27 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

55

Ήταν ένα χρόνο μεγαλύτερός μου, αλλά πηγαίναμε στην ίδια τά­ ξη – είχε χάσει μια χρονιά στο σχολείο, γιατί στην τρίτη γυμνα­ σίου δεν είχε καταφέρει να πάρει τη βαθμολογία που θα του επέ­ τρεπε να συνεχίσει στο λύκειο. Παρ’ όλα αυτά ήταν πιο ξύπνιος από μένα κι έκανε λιγότερες κοπάνες. Ίσως είχε αντιληφθεί πως μπορούσε να διαθέτει το χρόνο του σε σημαντικότερες ασχολίες. Το μόνο που συμπέρανα από τη στάση του ήταν πως το σχολείο αποτελούσε το μοναδικό μέρος στο οποίο σύχναζε ο Γκριμ – δεν είχε πού αλλού να πάει. Τα λίγα πράγματα που επιχειρούσε να κάνει τα έκανε με εξαιρετική επιμέλεια και προσοχή. Είχε μια μικρή βιντεοκάμερα και δημιουργούσαμε μαζί ται­ νίες μικρού μήκους. Κάναμε το μοντάζ σ’ έναν ηλεκτρονικό υπο­ λογιστή στο σχολείο μας. Ήταν εξαιρετικά απλές ταινίες από άποψη περιεχομένου και αρκετά συχνά οι ιστορίες μας διαδρα­ ματίζονταν γύρω από τον υδατόπυργο. Πίναμε αλκοόλ και τρα­ βούσαμε σκηνές, γράφαμε σενάρια, σκηνοθετούσαμε και παίζα­ με μόνοι μας όλους τους ρόλους. Ο Γκριμ έμπαινε στο πετσί του ρόλου του, όποιος κι αν ήταν αυτός. Το καμουφλάζ ήταν το στοι­ χείο του. Ύστερα από κάποιο διάστημα άρχισα να βελτιώνομαι σ’ αυτό, αλλά ποτέ δεν έγινα τόσο καλός όσο ο Γκριμ.

wWw.Greekleech.info

Σαν το μελάνι που δημιουργεί κηλίδες στο λευκό χαρτί – έτσι ήταν ο ουρανός πάνω από το Σάλεμ. Ήταν μόλις λίγες βδομά­ δες που γνωριζόμασταν με τον Γκριμ. Κουβαλούσα μπίρες και πήγαινα σ’ ένα πάρτι. Είχα αργήσει. Έκανα βιαστικά το γύρο της πολυκατοικίας μας κι ενώ περνούσα μπροστά από την πο­ λυκατοικία όπου κατοικούσε η οικογένεια Γκρίμπεργ κοίταξα προς τα μικρά τετράγωνα παράθυρα της πρόσοψης. Κάποια ήταν σκοτεινά, υπήρχαν όμως και πολλά φωτισμένα. Σ’ ένα από τα δωμάτια του τελευταίου ορόφου άναψε ένα φως και λίγες στιγμές αργότερα κάποιος άνοιξε το παράθυρο και πέταξε κάτι.

aoratos011s099.indd 55

11/3/14 2:25:27 PM

56

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Το αντικείμενο ακολούθησε μια καμπύλη τροχιά και κατέληξε στο έδαφος, όπου και έσπασε. Από τον ήχο κατάλαβα πως ήταν φτιαγμένο από σκληρό πλαστικό. Κοίταξα προς το σημείο όπου είχε πέσει κι ύστερα έριξα μια ματιά προς το παράθυρο. Η σιλου­ έτα είχε εξαφανιστεί, αλλά το φως δεν είχε σβήσει. Συνέχισα την πορεία μου, όμως σταμάτησα και πάλι όταν είδα την εξώπορτα της πολυκατοικίας να ανοίγει. Βγήκε κάποιος τρέχοντας και η πόρτα έκλεισε πίσω του με κρότο. Ήταν ο Γκριμ. Σήκωσε το σπα­ σμένο αντικείμενο και με κοίταξε εκεί όπου στεκόμουν, δίπλα σε έναν ηλεκτρικό στύλο. «Λέο;» «Είσαι καλά;» τον ρώτησα κάνοντας ένα βήμα προς το μέρος του. «Είναι η συσκευή μου για να ακούω σιντί». Έτσι όπως την κρατούσε ο Γκριμ μπροστά του, πρόσεξα πως το περίβλημα είχε ξεχαρβαλωθεί, αλλά τα ακουστικά εξακολου­ θούσαν να κρέμονται από το λεπτό καλώδιο. «Μου φαίνεται πως έσπασε», είπα. «Ναι». Ο Γκριμ έξυσε το ξανθό κεφάλι του και πίεσε το πλή­ κτρο που άνοιγε το καπάκι της συσκευής. Το καπάκι πετάχτηκε στον αέρα κι έπεσε στο χώμα. Ο Γκριμ ήταν απαρηγόρητος. «Θα μου το πληρώσει ακριβά αυτό». «Ποιος;» Έβγαλε το σιντί που είχε μέσα η συσκευή και το έβαλε στην κωλότσεπη του σακουλιασμένου τζιν που φορούσε. Ύστερα πέ­ ταξε τη συσκευή σ’ ένα θάμνο πίσω από τα παγκάκια που υπήρ­ χαν κατά μήκος του τοίχου της πολυκατοικίας. Κοίταξε τη σακού­ λα που κρατούσα. «Έχουμε πάρτι;» «Έτσι νομίζω. Εδώ όλο και κάποιο πάρτι θα έχουμε». «Έτσι λέω κι εγώ», είπε ο Γκριμ συλλογισμένος. Μου έδειξε μ’ ένα νεύμα τα παγκάκια. «Θες να καθίσουμε για λίγο;»

aoratos011s099.indd 56

11/3/14 2:25:27 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

57

«Έφευγα τώρα», του αποκρίθηκα, αλλά μόλις πρόσεξα πόσο αποκαρδιωμένος ήταν κάθισα σε ένα παγκάκι, έβγαλα δυο μπί­ ρες από τη σακούλα και του έδωσα τη μία. «Να είχαμε και λίγη μουσική...» είπε ο Γκριμ γελώντας. Άνοι­ ξε την μπίρα του. Τη δική μου μπίρα την άνοιξα αφού πρώτα χτύπησα δύο φο­ ρές την πάνω μεριά του κουτιού με το δείκτη μου. «Τι έκανες;» ρώτησε ο Γκριμ. «Τι εννοείς;» «Γιατί χτύπησες το κουτί;» «Για να φύγει το περίσσιο ανθρακικό, αν βέβαια βρίσκεται συ­ γκεντρωμένο πολύ κοντά στο άνοιγμα». «Και διορθώνεις το πρόβλημα χτυπώντας το κουτί;» «Έτσι νομίζω. Δεν ξέρω». «Δεν έχει νόημα», μουρμούρισε ο Γκριμ και ήπιε λίγη μπίρα. Τον μιμήθηκα. Συνειδητοποιώ σήμερα πως ο μοναδικός λόγος που χτυπούσα το κουτί ήταν επειδή είχα δει τον αδελφό μου να κάνει το ίδιο. Καθίσαμε εκεί και κουβεντιάσαμε. Ύστερα από λίγη ώρα ακούσαμε μουσική και ξεφωνητά. Στο απέναντι πεζοδρόμιο περ­ νούσαν κάποιοι νεαροί κουρεμένοι γουλί. Ένας τους είχε μια σου­ ηδική σημαία ριγμένη στους ώμους του. Είχαν βάλει Ultima Thule* κι έψαχναν να βρουν εκείνους που θα ήταν διατεθειμένοι να αντιδράσουν και να τα βάλουν μαζί τους. Υπήρχαν τέτοια φαι­ νόμενα εκείνη την εποχή, και μάλιστα είχαμε και στο δικό μας λύκειο εθνικιστές. Οι περισσότερες συμπλοκές γίνονταν κοντά στο Σάλεμ. Πριν από λίγες βδομάδες κάποιοι είχαν σπάσει τα δόντια ενός μετανάστη είκοσι οκτώ χρονών. * Σουηδικό συγκρότημα που συνδυάζει τη λαϊκή και παραδοσιακή μουσική με τη μουσική ροκ, πανκ και με άλλα είδη. Θεωρείται από αρκετούς ως συγκρότημα της White Power. Ultima Thule στα λατινικά σημαίνει «απώτατος βορράς». (Σ.τ.Μ.)

aoratos011s099.indd 57

11/3/14 2:25:27 PM

58

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Δε σκεφτόμουν πια το πάρτι στο οποίο είχα σκοπό να πάω. Ένιωθα άνετα με τον Γκριμ, ίσως επειδή κουβεντιάζαμε για απλά πράγματα: για μουσική, για το σχολείο μας, για τις ταινίες που βλέπαμε και για τις φήμες που ακούγαμε για τα μεγαλύτερα αγό­ ρια του Σάλεμ που είχαν πάρει το απολυτήριό τους. Ορισμένοι από τους νεαρούς του Σάλεμ είχαν κιόλας παιδιά. Κάποιοι εργά­ ζονταν με κανονικό ωράριο, ενώ άλλοι ταξίδευαν. Υπήρχαν και κάποιοι που σπούδαζαν. Ελάχιστοι ήταν σε αναμορφωτήριο. Και ένας είχε σπάσει πρόσφατα τα δόντια του σε έναν καβγά. «Ξέρεις κανέναν που να έχει κάνει φυλακή;» ρώτησα τον Γκριμ. «Εκτός από τον πατέρα μου, όχι». «Γιατί μπήκε φυλακή;» «Οδήγηση σε κατάσταση μέθης και κακοποίηση». Ο Γκριμ χα­ σκογέλασε με πικραμένο ύφος. «Οδηγούσε μεθυσμένος μια μέρα και λίγο έλειψε να χτυπήσει έναν άντρα που διέσχιζε απρόσεκτα το δρόμο. Ο πατέρας μου φρέναρε και βάλθηκε να τον βρίζει. Τον γρονθοκόπησε στο πρόσωπο κι εκεί τελείωσε ο καβγάς. Ο άνθρω­ πος χτύπησε το κεφάλι του στο έδαφος και λιποθύμησε. Έπαθε διάσειση». «Καταλήγεις στη φυλακή για κάτι τέτοιο;» «Αν δεν έχεις τύχη. Αλλά έφαγε μόνο έξι μήνες». Ο Γκριμ ήπιε μια γουλιά μπίρα και έβγαλε ένα πακέτο τσιγά­ ρα από την τσέπη του. Το άνοιξε και μου πρόσφερε τσιγάρο. Ο ίδιος δεν κάπνιζε, αλλά όποτε τύχαινε να βρίσκει τσιγάρα τα φύ­ λαγε για μένα. Το πήρα και το άναψα κι έπιασα να σκέφτομαι τι θα έκανα αν ο πατέρας μου ήταν στη φυλακή. Ξαφνικά αισθάν­ θηκα μια νευρικότητα, μια ανάγκη να σηκωθώ και να φύγω, να πάω στο πάρτι. «Έρχεται η Τζούλια», είπε ο Γκριμ γνέφοντας σε μια κοπέλα που πλησίαζε μέσα στο σκοτάδι. «Ποια;»

aoratos011s099.indd 58

11/3/14 2:25:27 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

59

«Η αδελφή μου». Είχε σκούρα μακριά μαλλιά, θυσανωτά, και φορούσε ένα λευ­ κό φόρεμα που κρεμόταν κάτω από το ξεκούμπωτο τζιν μπουφάν της. Από μια τσέπη του μπουφάν έβγαινε ένα καλώδιο. Μπροστά από το πιγούνι της χωριζόταν σε δύο λεπτότερα, που κατέληγαν σε δύο λευκά ακουστικά στα αφτιά της. Από το λαιμό της κρεμό­ ταν μια μικρή αλυσίδα με ένα κόσμημα. Το μαύρο καλσόν της αναδείκνυε τα λεπτά, ψηλά πόδια της. Αντίθετα με τον Γκριμ, που το παρουσιαστικό του ήταν κάπως παράξενο, η Τζούλια Γκρί­ μπεργ ήταν μια ύπαρξη που δε θα αντιμετώπιζε σοβαρά προβλή­ ματα όταν θα ερχόταν στο λύκειο του Ρένινιε το φθινόπωρο. Είχε πιο σταράτη επιδερμίδα από τον αδελφό της, αλλά είχε το ίδιο λεπτό πρόσωπο με τα έντονα ζυγωματικά. Χαμογέλασε μόλις τον είδε. «Πού ήσουνα;» τη ρώτησε ο Γκριμ. Η Τζούλια έβγαλε τα ακουστικά κι από μέσα τους ξεχύθηκε η φωνή ενός τραγουδιστή: Our lives have come between us, but I know you just don’t care. Έβγαλε τη συσκευή από την τσέπη του μπου­ φάν της και την έκλεισε. «Έξω». «Ναι, αλλά πού;» Ανασήκωσε τους ώμους της και με κοίταξε. «Γεια». Μου άπλωσε το χέρι και σάστισα. Η Τζούλια συμπεριφερόταν περισσότερο σαν γονιός παρά σαν μικρή αδελφή. Μου χαμογέ­ λασε. Τα μπροστινά της δόντια ήταν μεγάλα, σχεδόν τετράγωνα σαν παιδιού, αλλά το βλέμμα της έδειχνε δυσπιστία κι ήταν από­ μακρο σαν των ενηλίκων. Θυμάμαι σήμερα, μετά τόσο καιρό, πως η Τζούλια Γκρίμπεργ συνδύαζε παιδικότητα και ωριμότητα και πως μπορούσε να μετατοπιστεί από τη μια κατάσταση στην άλλη στη στιγμή. Της έσφιξα το χέρι. Ήταν μικρό αλλά ζεστό και δυνατό.

wWw.Greekleech.info

aoratos011s099.indd 59

11/3/14 2:25:28 PM

60

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Τζούλια», μου συστήθηκε. Κατέβασα μια γουλιά μπίρα. «Λέο». «Υπάρχει κι άλλη μπίρα στη σακούλα;» «Ναι», είπα και κοίταξα αβέβαιος τον Γκριμ, αλλά το βλέμμα του ήταν αλλού. Δε φαινόταν να μας ακούει. Η Τζούλια κάθισε πλάι μου στο παγκάκι και σταύρωσε τα πό­ δια της. Φορούσε βαριές μαύρες μπότες με άδετα κορδόνια. Μο­ σχοβολούσε. Στο δρόμο μπροστά από το κτιριακό συγκρότημα πέρασε κάποιος με μακρύ μαύρο παλτό και με μεγάλα ακουστι­ κά περασμένα γύρω από το λαιμό του. Τον κοίταζα μέχρι που πή­ ρε άλλο δρόμο και χάθηκε από τα μάτια μας. «Δε θα πάμε πουθενά;» ρώτησε η Τζούλια. «Ο Λέο ετοιμαζόταν να πάει σ’ ένα πάρτι». «Νομίζω πως είναι πολύ αργά», είπα. Ήταν ψέμα. Άναψα τσι­ γάρο. «Το πάρτι θα τελειώνει όπου να ’ναι». «Θες να πάμε σπίτι σου;» με ρώτησε ο Γκριμ.

Οι γονείς μου έλειπαν το Σαββατοκύριακο κι ο αδελφός μου είχε πάει κάπου. Κι αυτός ήταν ο μοναδικός λόγος που συμφώνησα να πάμε στο σπίτι μου. Το διαμέρισμά μας είχε τέσσερα δωμάτια και μια μικρή κουζίνα. Δεν ήταν η πρώτη φορά που δεχόμουν φί­ λους, αν και συνέβαινε πολύ σπάνια. Ήταν όμως η πρώτη φορά που έβλεπα το σπίτι μου με τα μάτια των άλλων. Είδα το άσχημο χαλί στο χολ, μύρισα την τσιγαρίλα που ανάδιναν τα μανίκια των ρούχων που κρέμονταν πίσω από την πόρτα. Άκουσα το βούισμα του εξαεριστήρα, είδα τη φωτογραφία των γονιών της μητέρας μου και πρόσεξα πόσο στραβά κρεμόταν πάνω από τον καναπέ στο καθιστικό μας. Στην κουζίνα μας η βρύση του νεροχύτη έστα­ ζε ανέκαθεν, αλλά είχα πάψει να το προσέχω, όπως συμβαίνει με τους περισσότερους ήχους που μας περιβάλλουν μόνιμα. Εκείνο

aoratos011s099.indd 60

11/3/14 2:25:28 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

61

το βράδυ όμως ο ήχος που έκαναν οι σταγόνες πέφτοντας μου φαι­ νόταν πολύ έντονος. Ο πατέρας μου ήταν χειριστής φορτοεκφορτωτικού μηχανή­ ματος σε μια μεγάλη αποθήκη στο προάστιο Χάνινιε. Στα νιάτα του ήταν μποξέρ και κατά την άποψή του αυτός ήταν ο λόγος που δεν είχε λάβει καμία εκπαίδευση. Το σώμα του τα κατάφερνε να δουλεύει και ήταν πολύ καλύτερα απ’ το να χρησιμοποιεί το μυα­ λό του. Ήθελε να αφήνει το μυαλό του στην ησυχία του για να νοιάζεται για άλλα πράγματα. Μου άρεσε αυτή η σκέψη. Η μη­ τέρα μου δούλευε ως υπάλληλος υποδοχής σε ένα ξενοδοχείο στα περίχωρα, στη Σεντερτέλιε. Οι γονείς μου ήταν συνομήλικοι και γνωρίστηκαν στα δεκαεννιά τους σε μια ταβέρνα στο κέντρο, στη συνοικία Σέντερμαλμ. Στα είκοσι δύο τους χώρισαν γιατί δεν ήταν έτοιμοι για δεσμεύσεις. Ξαναβρέθηκαν στα είκοσι πέντε τους και στα είκοσι εφτά τους έκαναν τον αδελφό μου. Υπήρχε ένας ρομα­ ντισμός στο γεγονός πως χώρισαν, αναζήτησαν άλλους συντρό­ φους και ξανάσμιξαν όταν συνειδητοποίησαν πως ταίριαζαν. Ο πατέρας μου δούλευε τη μέρα, ενώ η μητέρα μου δούλευε συχνά τη νύχτα και το σπίτι ήταν πολύ σπάνια συγυρισμένο. «Τι είναι αυτό που ακούγεται;» με ρώτησε ο Γκριμ. «Το νερό στο νεροχύτη. Δεν κλείνει καλά η βρύση». Η Τζούλια έβγαλε τις μπότες της και κοίταξε ολόγυρα. «Ποια είναι η δική σου πόρτα;» «Η κοντινότερη στην εξώπορτα, αριστερά». Στο δωμάτιό μου υπήρχε ένα κρεβάτι και μια βιβλιοθήκη μι­ σογεμάτη με σιντί και ταινίες και με ένα βιβλίο που μου είχε χα­ ρίσει κάποτε ένας συγγενής. Απέναντι από το κρεβάτι ήταν το γρα­ φείο, αλλά ποτέ δε σπαταλούσα το χρόνο μου εκεί. Στο πάτωμα ήταν πεταμένα ρούχα και παπούτσια, ενώ στους τοίχους υπήρχαν αφίσες από τις ταινίες Reservoir Dogs και Οι Λευκοί δεν Μπορούν να Πηδήξουν. «Πολύ ωραίο», είπε ο Γκριμ χωρίς να μπει μέσα.

aoratos011s099.indd 61

11/3/14 2:25:28 PM

62

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Οι τρεις πολυκατοικίες του συγκροτήματος Τριάντ ήταν πα­ νομοιότυπες. Το δικό τους διαμέρισμα θα ήταν σαν το δικό μας, αλλά ίσως με κατοπτρική κάτοψη. Άνοιξα κι άλλη μπίρα και κά­ θισα σε μια πολυθρόνα στο καθιστικό. Άφησα σ’ ένα τραπεζάκι τις δύο μπίρες που μου είχαν απομείνει για να τις πιουν ο Γκριμ και η Τζούλια. Ο Γκριμ πήγε στο μπάνιο κι η Τζούλια άνοιξε το στερεοφωνικό. Έψαξε τους δίσκους των γονιών μου, αλλά δε βρή­ κε τίποτα που να της αρέσει κι έβαλε το ραδιόφωνο. «Διάλεξε έναν απ’ τους δικούς μου δίσκους», της είπα όταν κά­ θισε απέναντί μου στον καναπέ. «Αν βρεις κάτι που να σ’ αρέσει». «Δε θέλω να μπω στο δωμάτιό σου. Είναι πολύ προσωπικός χώ­ ρος», είπε. «Μπορείς, αν θες». «Κι όμως το εννοώ». Ο Γκριμ βγήκε από το μπάνιο και κάθισε κοντά μου. Πίναμε μπίρα μέχρι που αρχίσαμε να γελάμε με τον εκφωνητή και να μι­ μούμαστε τη μακρόσυρτη, νυσταλέα φωνή του. Άνοιξα την τηλε­ όραση και είδαμε την εκπομπή του MTV. Όταν ξεμείναμε από μπίρες, έφερα από το υπόγειο ένα μπουκάλι με δυνατό ποτό και το ήπιαμε αφού πρώτα βάλαμε και αναψυκτικό. Ύστερα από λί­ γη ώρα η Τζούλια αποκοιμήθηκε στον καναπέ. Την κοίταζα όσο συχνότερα τολμούσα, προσέχοντας να μη με πάρει είδηση ο Γκριμ. Τα βλέφαρά της ήταν κλειστά και τόσο απαλά και το στό­ μα της ήταν μισάνοιχτο. Ασυναίσθητα στον ύπνο της έλυσε με το ένα χέρι τα μαλλιά της. «Πίνετε μαζί συνήθως;» ρώτησα τον Γκριμ. «Είναι προτιμότερο να πίνει μαζί μου παρά με οποιονδήποτε άλλο». Γέλασα. Είχα μεθύσει. «Μου φαίνεται πως είσαι υπερπροστατευτικός». «Ίσως». «Δεν το θεωρεί καταπιεστικό;»

aoratos011s099.indd 62

11/3/14 2:25:28 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

63

«Ιδέα δεν έχω», είπε απότομα ο Γκριμ. «Μήπως χρειάζεσαι χρήματα;» «Γιατί ρωτάς;» «Επειδή ξέρω πού είναι». «Πώς το ξέρεις;» Πασπάτεψε τη μύτη του. «Απ’ τη μυρωδιά τους». «Τα χρήματα δεν έχουν μυρωδιά». «Τα πάντα έχουν μυρωδιά», είπε ο Γκριμ και σηκώθηκε από τον καναπέ, μπήκε στην κουζίνα και στάθηκε μπροστά στο ντουλάπι που βρισκόταν πάνω από το νεροχύτη και την ηλεκτρική κουζίνα. Στο επάνω μέρος του ντουλαπιού είχαμε τα καλά ποτήρια του κρασιού, μερικά βάζα, μια αλουμινένια κανάτα του νερού κι ένα βαρύ γουδί που κάποτε ήταν του παππού μου. Ο Γκριμ βάλθηκε να τα παρατηρεί οσφραινόμενος τον αέρα. «Σ’ αυτό εδώ», είπε δείχνοντας ένα βάζο. «Σε ποιο;» «Στο λουλουδάτο, το προτελευταίο από αριστερά». «Είναι άδειο». Τον κοίταξα απορημένος. «Είδα τη μητέρα μου να το καθαρίζει χτες». «Πάμε στοίχημα;» «Πόσα;» τον ρώτησα. «Τα μισά απ’ όσα έχει μέσα». «Και τι θα κερδίσω αν κάνεις λάθος;» Ο Γκριμ δίστασε για λίγο. «Το αεροβόλο μου». «Δε θέλω το αεροβόλο σου». «Τότε θα το πουλήσω και θα σου δώσω τα χρήματα». Γέλασα κοροϊδευτικά με την τόση αυτοπεποίθησή του, τράβη­ ξα μια καρέκλα κι ανέβηκα πάνω της. Σήκωσα το χέρι μου και το έβαλα μέσα στο βάζο. Ακούστηκε θρόισμα χαρτονομισμάτων. Έδειξα τα χρήματα στον Γκριμ. Δεν εξεπλάγη.

aoratos011s099.indd 63

11/3/14 2:25:28 PM

64

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Πόσα είναι;» Κατέβηκα από την καρέκλα και τα μέτρησα. «Χίλιες εξακόσιες κορόνες». Άπλωσε το χέρι του. «Σκάσε μου τα μισά». Τον κοίταξα και κατάλαβα πως το εννοούσε. Περίμενε να του τα δώσω. Είχαμε βάλει στοίχημα. Όμως ήταν χρήματα που οι γο­ νείς μου τα έβαζαν στην άκρη για να τα χρησιμοποιήσουν για κά­ ποιο συγκεκριμένο σκοπό. «Δεν μπορώ να σου τα δώσω». Ο Γκριμ σκυθρώπιασε. «Βάλαμε στοίχημα». «Ναι, αλλά... είναι των γονιών μου. Δεν μπορώ να σου τα δώ­ σω». «Στοιχηματίσαμε και δε γίνεται να χαλάσουμε τη συμφωνία». Τον κοίταζα για πολλή ώρα και φανταζόμουν τι μούτρα θα έκανε η μητέρα μου και πόσο θα πληγωνόταν. Του έδωσα ένα χαρτονόμισμα των πεντακοσίων κορονών και τρία των εκατό. «Σχεδόν μου φτάνουν για μια καινούρια συσκευή για σιντί», εί­ πε ο Γκριμ. Δίπλωσε τα χαρτονομίσματα και τα έβαλε στην κω­ λότσεπη.

aoratos011s099.indd 64

11/3/14 2:25:28 PM

ΑΡΧΙΣΑ ΝΑ ΕΧΩ ΠΑΡΑΙΣΘΗΣΕΙΣ. Είναι από την έλλειψη ύπνου. Με­

ρικές φορές καταφέρνω να κοιμηθώ, αλλά μπορεί και να τραβή­ ξω πολλές μέρες άυπνος. Αυτό που κατέληξα να γίνω ήταν άραγε ό,τι καλύτερο μπορούσα να καταφέρω; Ίσως. Αλλά θα μπορού­ σα και να είχα πάρει υπερβολική δόση και να είχα τελειώσει εκεί. Αναγνωρίζω τώρα πως η λύση της υπερβολικής δόσης θα ήταν προτιμότερη. Μήπως θα έπρεπε να το κάνω τώρα; Μόνο που εί­ μαι δειλός. Απομακρύνθηκα από την πόρτα του παλιού σου σπιτιού κι έφυγα. Κρύβομαι. Ταξιδεύω τώρα που σου γράφω. Κινούμαι. Δε μου άρεσε να ταξιδεύω όταν ήμουν παιδί, τώρα όμως το γουστά­ ρω. Δεν μπορείς να αιχμαλωτίσεις έναν άνθρωπο που κινείται. Το έμαθα καλά αυτό. Ο άνθρωπος που κινείται δεν είναι ορατός – δεν είναι παρά μόνο μια σκιά, μια θολή παρουσία. Θα με έπαιρ­ νες είδηση αν ταξιδεύαμε στο ίδιο βαγόνι; Θα με έβλεπες και θα καταλάβαινες πως είμαι εγώ; Δεν το πιστεύω. Δε θυμάσαι. Δε θυ­ μάσαι τίποτα. Σου γράφω επειδή πρέπει να θυμηθείς, αλλά τα πράγματα δε μου βγαίνουν όπως τα σκέφτομαι. Είμαι διχασμένος. Είμαι έρ­ μαιο. Τρέμω – ίσως εξαιτίας της μεθαδόνης. Οδηγώ το αυτοκίνη­ το και περνώ πάνω από τα πεσμένα φύλλα των δέντρων. Σε μια γωνία κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό βλέπω κάποιους περιθω­ ριακούς τύπους και σκέφτομαι πως ήμασταν κι εμείς έτσι κάπο­ τε. Είμαστε ακόμα; Έπρεπε να σου είχα γράψει εδώ και πολύ καιρό.

aoratos011s099.indd 65

11/3/14 2:25:28 PM

VI

ΕΙΧΑ ΠΥΡΟΒΟΛΗΣΕΙ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ στο λιμάνι του Βίσμπι κι ο

αστυνομικός που είχα πετύχει στο λαιμό είχε πεθάνει. Μαζί μ’ αυ­ τόν τέσσερα ήταν τα θύματα της αποτυχημένης αστυνομικής επι­ χείρησης. Οι άλλοι τρεις ήταν ο Μαξ Λάσκερ και δύο κακοποιοί – ένας από κάθε ομάδα. Θυμάμαι τα ονόματά τους. Από τότε έχω δει τόσο πολλές φορές φωτογραφίες τους, που θα μπορούσα να σκιτσάρω το πορτρέτο τους. Τα κασόνια που υποτίθεται πως θα περιείχαν όπλα ήταν γεμάτα με παλιές εφημερίδες, κίτρινα και κόκκινα πλαστικά αυτοκινητάκια, γκρι και μαύρα σπαθάκια και μικρές ασπίδες, μπλε και ροζ κούκλες που παρίσταναν αγόρια και κορίτσια αντιστοίχως και πλαστικά παιδικά τουβλάκια. Δεν ήταν δουλειά της αστυνομίας και κανείς δεν ήξερε ποιος είχε εξαπα­ τήσει ποιον. Όταν το σκάνδαλο έφτασε στα μέσα ενημέρωσης, άρχισαν όλοι να αναζητούν έναν αποδιοπομπαίο τράγο. Οι μέθοδοι της αστυνομίας θεωρήθηκαν ριψοκίνδυνες και παράνομες. Στο Σώ­ μα ο καθένας καλυπτόταν πίσω από κάποιον άλλο – εκτός από μένα, που δεν είχα να κρυφτώ πίσω από την πλάτη κανενός. Εί­ παν πως είχα πάθει νευρική κατάρρευση και με έθεσαν υπό αυ­ στηρή επιτήρηση. Στην αρχή με κράτησαν στο Βίσμπι κι ύστερα επιβιβάστηκα σε ένα πλοίο με τη συνοδεία δύο ειδικών φρουρών και κατέληξα στη Στοκχόλμη, όπου με έκλεισαν στο νοσοκομείο Σανκτ Γέραν. Είχα ζητήσει τσιγάρο από τον Τομ, τον έναν από

aoratos011s099.indd 66

11/3/14 2:25:28 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

67

τους φρουρούς, και με είχε κοιτάξει καλά καλά λες και του είχα πει να μου δώσει το ηλεκτρικό κλομπ του. Στο πλοίο πήγα στην τουαλέτα, όπου κλειδώθηκα κι έμεινα εκεί μέσα σχεδόν σε όλο το ταξίδι, με το κεφάλι μου μέσα στα χέρια μου. Ήμουν γεμάτος αβεβαιότητα – δεν ήξερα τι θα μου συνέβαινε. Το πλοίο κουνού­ σε διαρκώς, με έπιασε ναυτία, ξέρασα και το αποτέλεσμα ήταν πως οι φρουροί έσπασαν την πόρτα. Νόμιζαν πως είχα αποπει­ ραθεί να αυτοκτονήσω. Με έβγαλαν σηκωτό από το πλοίο, με έβα­ λαν σε ένα αυτοκίνητο της Ασφάλειας και με πήγαν στο Σανκτ Γέ­ ραν. Κάποιος μου ψιθύρισε στο αφτί, ίσως ένας συνάδελφος, να μη μιλήσω σε κανέναν. Είχα μονόκλινο δωμάτιο στο νοσοκομείο. Το παράθυρο δεν είχε κουρτίνες επειδή υπήρχε φόβος να τις χρησιμοποιήσει κά­ ποιος ασθενής για να κρεμαστεί. Σ’ ένα τραπεζάκι δίπλα μου υπήρχε ένα πλαστικό ποτήρι και μια πλαστική κανάτα. Το ταβά­ νι ήταν λευκό σαν φρέσκο χιόνι. Ο Λέβιν με επισκέφθηκε το ίδιο απόγευμα για να μου εκφρά­ σει τη λύπη του. Έσυρε μια καρέκλα κοντά στο κρεβάτι, σταύρω­ σε τα πόδια του κι έσκυψε προς το μέρος μου. «Πώς τα πας, Λέο;» «Με φλόμωσαν με χάπια». «Σε κάνουν να αισθάνεσαι καλύτερα;» «Νιώθω σαν καινούριος». Ο Λέβιν γέλασε. «Ωραία. Καλά». «Τι συνέβη εκεί;» ρώτησα. «Είχα σκοπό να σε ρωτήσω το ίδιο». «Δεν υπήρχαν καθόλου όπλα», μουρμούρισα. «Μόνο παιχνίδια και εφημερίδες. Δεν ξέρω ποια από τις δύο πλευρές ξεκίνησε τους πυροβολισμούς, αλλά από τη στιγμή που κάποιος άρχισε να ρί­ χνει...» Τον κοίταξα διστακτικά. «Είχα κατεβεί στο λιμάνι ένα από τα προηγούμενα βράδια».

aoratos011s099.indd 67

11/3/14 2:25:28 PM

68

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Α, μάλιστα». «Ήταν εκεί ο Λάσκερ». Ο Λέβιν παρέμεινε ανέκφραστος. «Με παρότρυνε να σηκωθώ και να φύγω από κει», συνέχισα. «Μου είπε πως κάτι πήγαινε στραβά». «Κι εσύ τι είπες;» «Τίποτα». Έγλειψα τα χείλη μου, που είχαν στεγνώσει. «Το μό­ νο που σκέφτηκα ήταν πως φοβόταν. Αλλά προφανώς ήξερε ότι η ιστορία θα στράβωνε». «Μπορεί και να μην ήξερε τίποτα. Ο Λάσκερ ήταν παρανοϊ­ κός, το ξέρεις. Ίσως να σου είχε πει τα ίδια ακόμα κι αν τα πράγ­ ματα είχαν κυλήσει ομαλά». «Ποια θα θεωρούσαμε ομαλή εξέλιξη;» «Αναρωτιέσαι αν σου την έστησαν κάποιοι». «Μου την έστησαν;» «Όχι». Τον κοίταξα επίμονα. Προσπάθησα να μην παίξω τα βλέφα­ ρα, αλλά δεν τα κατάφερα και κοίταξα αλλού. «Για ποιο λόγο δεν υπήρχαν όπλα;» με ρώτησε. «Δεν έχω ιδέα». «Σίγουρα κάποιος θα ξέρει. Πάντα υπάρχει κάποιος που ξέ­ ρει. Μόνο που δεν ξέρω ποιος είναι». Δεν τον πίστεψα. Κάτι δεν κολλούσε στην όλη υπόθεση. Μεί­ ναμε σιωπηλοί και οι δύο. Ο Λέβιν κοίταξε το ρολόι του. Έβαλε νερό από την κανάτα και ήπιε. Μου έβαλε κι εμένα να πιω, αλ­ λά αρνήθηκα. «Χρειάζεσαι νερό». «Δε διψάω». Έβγαλε ένα σημειωματάριο απ’ την τσέπη του σακακιού του κι έγραψε κάτι. Μου το έδωσε να το διαβάσω. Νομίζω πως έχουν βάλει κοριό στο δωμάτιο. Τον κοίταξα επίμονα.

aoratos011s099.indd 68

11/3/14 2:25:28 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

69

«Και μου το λέτε τώρα;» Είναι καλό να ακούσουν τη δική σου εκδοχή. «Ποιοι είναι αυτοί;» Ο Λέβιν δεν απάντησε. Έγειρα ξανά στο κρεβάτι και αναστέ­ ναξα. Το δωμάτιο έγειρε κι αυτό με τη σειρά του και αισθάνθη­ κα πως κυλούσα προς το παράθυρο. Ήμουν τόσο κουρασμένος, που δεν μπορούσα ούτε να κουνηθώ. Νομίζω πως φοβόντουσαν ότι θα μιλούσα, παρά τις οδηγίες να μην το κάνω. Ήταν ασαφές ποιοι ήταν αυτοί που φοβόντου­ σαν. Καταλάβαινα μόνο ότι επρόκειτο για αστυνομικούς. Βρίσκο­ νταν σε μια κατάσταση όπου ο έλεγχος των πληροφοριών αποτε­ λούσε κυρίαρχο ζήτημα γι’ αυτούς. Ήθελαν να γνωρίζουν τι έλε­ γα και σε ποιον. Ο Λέβιν έγραψε κάτι ακόμα και άφησε το σημειωματάριό του πάνω στο στήθος μου. Το πήρα και το κράτησα μπροστά στα μά­ τια μου, προσπαθώντας να εστιάσω το βλέμμα μου. Δεν μπορώ πια να σε σώσω, Λέο.

wWw.Greekleech.info

Χρειάζονταν έναν αποδιοπομπαίο τράγο και τον είχαν βρει. Η επίσημη ανακοίνωση, που δημοσιοποιήθηκε από το Γραφείο Τύ­ που, έλεγε πως θα έπαιρνα αναρρωτική άδεια μέχρι το τέλος του έτους και πως στη συνέχεια θα γινόταν η μετάθεσή μου, αν επι­ θυμούσα να συνεχίσω να εργάζομαι στην αστυνομία. Υπήρξε μια ικανοποίηση, όχι μόνο στο Σώμα αλλά και στα μίντια. Ανεπίση­ μα είχα τεθεί σε διαθεσιμότητα. Μου έριξαν όλο το φταίξιμο για την αποτυχία της αστυνομικής επιχείρησης εκμεταλλευόμενοι την απειρία μου στη ΔΕΥ. Ήταν γι’ αυτούς η απλούστερη και ασφα­ λέστερη οδός. Δεν ήμουν σε θέση να αποταθώ σε κανέναν, αφού την έρευνα για τον τρόπο δράσης της αστυνομίας θα διεξήγε η υπηρεσία μου. Ήμουν πια ένας ασθενής που έπαιρνε ηρεμιστικά χάπια επειδή έπασχε από κρίσεις άγχους. Κατάπινα κι ένα χάπι

aoratos011s099.indd 69

11/3/14 2:25:28 PM

70

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

για να μπορώ να κοιμάμαι και για να μετριάζεται η ανησυχία μου – έτσι μου είπε ο γιατρός. Τηλεφωνούσα στον Λέβιν, αλλά δεν απαντούσε. Νομίζω πως δεν τολμούσε να ασχοληθεί μαζί μου. Έφευγε η άνοιξη όταν πήρα εξιτήριο και πέρασα το καλοκαίρι μέσα στη θολούρα. Οι νύχτες ήταν ατελείωτες. Δεν ξέρω αν τα χάπια με έκαναν παρανοϊκό ή αν με βοήθησαν να δω τι πραγματικά συνέβη. Δεν έχω σιγουρευτεί ακόμα τι από τα δύο ισχύει. Άρχισα να υποψιάζομαι πως δε με έστειλαν στο Γκότλαντ για να ελέγχω και να επιτηρώ τους αστυνομικούς της Δι­ εύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων. Σκεφτόμουν πως ο ρόλος μου στο νησί ήταν άλλος και πως οι υψηλά ιστάμενοι με είχαν του χε­ ριού τους από την πρώτη στιγμή. Προστάτευαν ο ένας τον άλλο και με άφησαν ολομόναχο γνωρίζοντας πως τα φλας της δημοσιό­ τητας δε θα έπεφταν πάνω τους αν κάτι πήγαινε στραβά κατά τη διάρκεια της αστυνομικής επιχείρησης.

Είμαι κάπου στην Κούνσχολμ και στέκομαι μπροστά σε μια βι­ τρίνα γεμάτη με φωτογραφίες εξοχικών σπιτιών. Κοιτάζω τα μι­ κρά κόκκινα σπίτια με τις λευκές κόχες. Σε μερικές φωτογρα­ φίες φαίνεται και η σουηδική σημαία, που κρέμεται από τη στέ­ γη. Φαντάζομαι ανθρώπους να τσουγκρίζουν ποτήρια και να πί­ νουν ο ένας στην υγειά του άλλου, να χαμογελούν ή να ξεκαρδί­ ζονται στα γέλια, φαντάζομαι παιδιά με στεφάνι στο κεφάλι. Τα πάντα είναι όπως άλλοτε, σαν ο χρόνος να έχει παγώσει. Φαντά­ ζομαι πως στην αυλή πίσω από ένα μικρό εξοχικό σπίτι υπάρχουν ποτήρια πάνω σ’ ένα τραπέζι και πως είναι άδεια σαν κούφιες λέ­ ξεις. Και πως στο γρασίδι είναι αφημένο ένα σκισμένο πουλόβερ λεκιασμένο από κόκκινες κηλίδες, αθέατο από τους περαστικούς. Οι φωτογραφίες με καθηλώνουν και περνούν αρκετές στιγμές μέ­ χρι να καταλάβω πως τα εξοχικά είναι προς πώληση και πως στέ­ κομαι μπροστά σε ένα μεσιτικό γραφείο. Σφίγγω τα δόντια και

aoratos011s099.indd 70

11/3/14 2:25:28 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

71

γέρνω προς τη βιτρίνα – το μέτωπό μου απέχει ελάχιστα από το τζάμι. Τα σύννεφα κυνηγιούνται στον ουρανό.

Χτυπάει το κινητό μου τη στιγμή που φτάνω στο ασανσέρ. Έχω μπει στην πολυκατοικία από την πίσω πλευρά, αφού πρώτα πα­ ρατήρησα προσεκτικά τον αποκλεισμένο χώρο μπροστά στην εί­ σοδο, επί της οδού Τσάπμαν 6. Ο αριθμός του προσώπου που με καλεί δεν εμφανίζεται στην οθόνη. «Παρακαλώ;» Είναι ο Γκάμπριελ Μπιρκ. Θέλει να μου μιλήσει για το χτεσι­ νό συμβάν. «Πίστευα πως έχεις άλλους να δουλεύουν για σένα», του λέω πατώντας το κουμπί του ασανσέρ. «Αναλαμβάνω ο ίδιος τη διενέργεια μίας τουλάχιστον προκα­ ταρκτικής συζήτησης». Μιλάει με σοβαρότητα και επαγγελματισμό, σαν να μην έχει τίποτα εναντίον μου, σαν να έχει ξεχάσει πως μπήκα αναπάντεχα στον τόπο ενός εγκλήματος πριν από δώδεκα ώρες. Κι έτσι εκ­ φράζομαι κάπως επιφυλακτικά. «Εντάξει», του λέω. «Τηλεφωνώ σε ακατάλληλη στιγμή;» «Όχι». Στέκομαι μπροστά στην πόρτα του διαμερίσματός μου και πα­ ρατηρώ την κλειδαριά. Υπάρχουν χαραγματιές ολόγυρά της. Πρώτη φορά τις βλέπω. Κάνω ένα βήμα πίσω και παρατηρώ το πάτωμα μπροστά στην πόρτα. Κανένα ίχνος. Ψηλαφώ τις χαραγ­ ματιές. Άραγε έχουν γίνει πρόσφατα; Κατεβάζω το πόμολο. Η πόρτα είναι κλειδωμένη. Χρειάζομαι οπωσδήποτε ένα χάπι. Ανοί­ γω την πόρτα και πάω στον πάγκο της κουζίνας. Παίρνω ένα ηρε­ μιστικό και γεμίζω ένα ποτήρι με νερό. «Λέο;»

aoratos011s099.indd 71

11/3/14 2:25:28 PM

72

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Τι;» «Άκουσες τι είπα;» «Όχι, συγνώμη, δεν... δεν τρέχει τίποτα». Βάζω το χάπι στη γλώσσα μου και το καταπίνω με μια γουλιά νερό. «Συνέχισε». «Πρέπει να μαγνητοφωνήσω τη συνομιλία μας. Είσαι σύμφωνος;» Ανασηκώνω αδιάφορα τους ώμους μου παρόλο που δεν μπο­ ρεί να με δει. «Εμπρός; Μ’ ακούς;» «Δέχομαι να με μαγνητοφωνήσεις». Ο Μπιρκ πατά ένα πλήκτρο στο τηλέφωνό του κι ακούγεται ένα ασθενικό αλλά χαρακτηριστικό σφύριγμα. Η μαγνητοφώνη­ ση έχει αρχίσει. «Μπορείς να μου πεις τι έκανες χτες;» «Ήμουν στο σπίτι. Όχι, το απόγευμα πήγα στο Σάλεμ με το αυτοκίνητο». «Τι έκανες στο Σάλεμ;» «Επισκέφθηκα τους γονείς μου. Ύστερα γύρισα στο σπίτι». «Τι ώρα γύρισες;» «Δεν ξέρω. Κατά τις πέντε με έξι». «Και τι έκανες στο σπίτι σου;» «Τίποτα». «Όλοι μας πάντα κάτι κάνουμε». «Τίποτα δεν έκανα. Είδα λίγο τηλεόραση, έφαγα, έκανα ντους και κοιμήθηκα γύρω στις έντεκα. Τίποτα». «Πότε ξύπνησες;» «Δε θυμάμαι. Με ξύπνησαν οι φάροι των περιπολικών». «Από τα φώτα ξύπνησες;» ρωτάει ο Μπιρκ απορημένος. «Κάνω ελαφρύ ύπνο... τώρα πια», μουρμουρίζω. «Νόμιζα πως έπαιρνες φάρμακα για την κατάστασή σου». «Δε με βοηθούν ιδιαίτερα», αποκρίνομαι αφηρημένα επειδή νιώθω ότι υπάρχει μέσα στο διαμέρισμα κάτι το ακαθόριστο που μου αποσπά την προσοχή.

aoratos011s099.indd 72

11/3/14 2:25:28 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

73

Προχωρώ προς το μπάνιο και μισανοίγω την πόρτα. Δε βλέ­ πω να έχει πειραχτεί ή μετακινηθεί κάτι. Μπαίνω και αντικρίζω στον καθρέφτη τη συγχυσμένη όψη μου και το χέρι μου που κρα­ τάει το κινητό. Το φως του μπάνιου είναι αναμμένο. Άραγε το άφησα ανοι­ χτό; «Πώς;» ρωτάω, πιστεύοντας ότι ο Μπιρκ έχει πει κάτι. «Αφού ξύπνησες και σηκώθηκες, τι έκανες;» επαναλαμβάνει ανυπόμονα. Έχει εκνευριστεί και το δείχνει. «Ντύθηκα και πήγα να δω τι είχε συμβεί». «Και τι σημαίνει αυτό;» «Ότι κατέβηκα στη Στέγη Τσάπμαν». Με το ελεύθερο χέρι μου ανοίγω το ντουλάπι του μπάνιου. Πα­ ρατηρώ το περιεχόμενό του: είδη ατομικής υγιεινής, βαριά φάρ­ μακα κι ένα μικρό κουτί μ’ ένα δαχτυλίδι μέσα. Κάποτε το φορού­ σα καθημερινά και ήταν ό,τι πιο σημαντικό είχα δικό μου. Κλεί­ νω το ντουλάπι. «Και τι άλλο;» ρωτά ο Μπιρκ. Του αναφέρω με ποιο τρόπο μπήκα στη Στέγη Τσάπμαν, τη συνομιλία μου με τους δύο αστυνομικούς και ότι πέρασα δίπλα από τη Ματίλντα τη στιγμή που μιλούσε μ’ έναν τρίτο αστυνομι­ κό. Ο Μπιρκ με ακούει και μου κάνει διευκρινιστικές ερωτήσεις. Του έχω ξυπνήσει το ενδιαφέρον. Διαισθάνομαι πως πλησιάζω σε κάποιο κρίσιμο σημείο και παύω να μιλώ. «Εξέτασες το πτώμα;» «Όχι ακριβώς». «Πρόκειται για τυπική, πληροφοριακού χαρακτήρα ανάκρι­ ση», λέει ο Μπιρκ. «Να συμπεριφέρεσαι όπως πρέπει». «Δεν το εξέτασα». «Το άγγιξες;» «Όχι. Απλώς παρατήρησα τη γυναίκα προσεκτικά». Σε γενι­ κές γραμμές ήταν αλήθεια. «Γιατί ρωτάς;»

aoratos011s099.indd 73

11/3/14 2:25:28 PM

74

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Το χέρι της», συνεχίζει ο Μπιρκ σαν να μη με έχει ακούσει. «Μήπως πρόσεξες αν είχε κάτι στο χέρι της;» Διστάζω. Κάθομαι άκρη άκρη στο κρεβάτι. «Δε θυμάμαι». «Λες ψέματα. Είχε κάτι στο χέρι της;» «Ναι». «Το άγγιξες;» «Τι;» «Ρωτάω αν άγγιξες αυτό που είχε στο χέρι της». «Όχι». «Είσαι απολύτως βέβαιος;» Ήθελα να ’ξερα τι σκεφτόταν και μου έκανε αυτή την ερώτηση. «Ναι», απαντώ. «Είμαι βέβαιος. Γιατί;» «Ευχαριστώ». Ακούγεται μια βαθιά ανάσα. «Τελειώσαμε». Μετά την ολοκλήρωση της συνομιλίας, συνεχίζω να κάθομαι με το κινητό στο χέρι. Το κεφάλι μου γυρίζει. Προσπαθώ να λύ­ σω το γρίφο, αλλά δεν τα καταφέρνω. Δεν είχα ποτέ καμία ιδιαί­ τερη ικανότητα εξαγωγής συμπερασμάτων. Είμαι πολύ αργός και δεν έχω κανένα λογικό ειρμό. Κοιτάζω ολόγυρα αναζητώντας εν­ δείξεις για το αν έχει μπει κάποιος άγνωστος στο διαμέρισμά μου. Είμαι σίγουρος πως οι ενδείξεις υπάρχουν και πως βρίσκονται μπροστά στα μάτια μου. Όμως δεν μπορώ να τις δω. Ή μπορεί και να παραλογίζομαι. Κοιτάζω ξανά τη λάμπα του μπάνιου. Ίσως να την έσβησα όταν έφυγα. Το χάπι έχει αρχίσει να δρα και αισθάνομαι ένα βούισμα στους κροτάφους. Ανοίγω την μπαλκο­ νόπορτα κι ανάβω τσιγάρο. Ένα επώνυμο. Είναι αναγκαίο να μάθω το επώνυμό της. Αν το μάθω, θα έχω κάνει ένα βήμα μπρος. Καλώ το τηλεφωνικό κέντρο της αστυνομίας και με συνδέουν με το γραφείο του Μπιρκ και στη συνέχεια με το κινητό του. Είναι από τους αστυνομικούς που απα­ ντούν λέγοντας μόνο το επώνυμό τους: «Μπιρκ».

wWw.Greekleech.info

aoratos011s099.indd 74

11/3/14 2:25:28 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

75

«Ο Λέο είμαι». «Ναι, τι θες; Λέο, ακόμα δεν έχω φάει μεσημεριανό, δεν έχω χρόνο για να...» «Ρεμπέκα», του λέω. «Ονομάζεται Ρεμπέκα – νομίζω ότι γρά­ φεται με ένα κάπα». «Ναι, Ρεμπέκα Σάλομον», λέει ο Μπιρκ απορημένος. «Νόμι­ ζες πως δεν το ξέραμε;» «Ωραία», του λέω. «Ήθελα απλώς να σας δώσω κάθε πληρο­ φορία που διαθέτω». Νομίζω πως αντιλαμβάνεται ότι τον ξεγέλασα, αλλά δεν το λέει. Πηγαίνω να σταθώ μπροστά στον καθρέφτη του μπάνιου και βγά­ ζω την ξυριστική μηχανή. Σαστίζω κοιτάζοντας τα μάτια μου. Είναι καθαρά και γεμάτα ζωντάνια λες και ύστερα από μια περίοδο θο­ λούρας πρόσεξαν κάτι με το οποίο μπορούν να ασχοληθούν.

Τον πρώτο καιρό στο Σώμα ήμουν αναγκασμένος να περιπολώ στους δρόμους που βρίσκονται κοντά στην πλατεία Μεντμπόριαρ. Ήταν ατελείωτες νύχτες. Κρατιόμουν ξύπνιος επειδή κατάπινα χάπια καφεΐνης που τα είχα κατασχέσει μαζί με ένα συνάδελφό μου σ’ ένα ρέιβ πάρτι στη Νάκα, ένα δήμο γειτονικό με τη Στοκ­ χόλμη. Ήταν χάπια που μπορούσες να τα αγοράσεις μόνο με ια­ τρική συνταγή. Κάπνιζα τσιγάρα φροντίζοντας να μη με βλέπει κανείς κι έστελνα μηνύματα στην Τες, την κοπέλα με την οποία είχα σχέση τότε. Η Τες είχε τα πιο κόκκινα μαλλιά που έχω δει ποτέ και δούλευε στην γκαρνταρόμπα του μπαρ «Blue Moon». Ο συνάδελφος με τον οποίο περιπολούσα ήταν από τη βόρεια Σου­ ηδία κι όλοι τον φώναζαν Τόσκα επειδή κάποτε είχε προσπαθή­ σει να γίνει τραγουδιστής της όπερας. Ήταν ένας εύρωστος άντρας, αλλά πράος και φιλικός με όλο τον κόσμο. Ψήφιζε το Κε­ ντρώο Κόμμα και διαρκώς μου έλεγε πως τα επιχειρήματά μου ήταν ίδια με των νεοφιλελεύθερων. Ίσως να είχε δίκιο. Δεν είχα­

aoratos011s099.indd 75

11/3/14 2:25:28 PM

76

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

με να κουβεντιάσουμε πολλά πράγματα, αλλά όταν χώρισα με την Τες ήταν ο πρώτος που το έμαθε. Υποθέτω πως έτσι συμβαίνει συνήθως όταν δυο άντρες περνούν τόσες ώρες μαζί μέσα σε ένα αυτοκίνητο περιμένοντας εντολές για να αναλάβουν δράση. Αλλά το πρώτο πράγμα που έμαθα την εποχή εκείνη που είχα αρχίσει τις περιπολίες ήταν πόσο σημαντικό ρόλο παίζουν οι επα­ φές: ναρκομανείς, εκδιδόμενες, μέλη οργανωμένων συμμο­ριών, έφηβοι που τριγυρνούν στους δρόμους των προαστίων, ηλικιωμέ­ νοι κλέφτες που κάθε πρωί κάθονται στα σκαλοπάτια μιας κλινι­ κής για να πάρουν τη μεθαδόνη τους. Δυο τρεις επιλεγμένοι άν­ θρωποι προσφέρουν σε μια έρευνα πιο αξιόπιστες πληροφο­ρίες από όσες αποσπάς από τριακόσιους άλλους. Η πρόκληση είναι το να τους ανακαλύψεις – και σε αυτό είμαι πολύ καλός. Είμαι σε θέση να βρίσκω ποιος είναι αξιόπιστος και ποιος δεν είναι. Δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο χαρακτηριστικό μας που κάνει τους άλλους να μας συμπαθούν, αλλά τέλος πάντων είχα κάτι πά­ νω μου που ενέπνεε συμπάθεια. Από τις περιπολίες πέρασα στο Τμήμα Ανθρωποκτονιών κι έγινα αστυφύλακας της Διεύθυνσης Αστυνομίας Στοκχόλμης. Στο γραφείο μου κατέληγαν τα σοβαρά εγκλήματα κι εκεί γνώρισα τον Τσαρλς Λέβιν, που τότε ήταν προϊστάμενος αστυνομίας. Ήμουν πολλά χρόνια στο Ανθρωποκτονιών και αρκετά από αυτά τα πέρασα συνεργαζόμενος με τον Λέβιν, που με δίδαξε πολύ πε­ ρισσότερα πράγματα από όσα είχα διδαχτεί έως τότε από άλλους. Ο Λέβιν παρακολούθησε την εξέλιξή μου: από καλός αστυνομι­ κός που ήμουν έγινα ικανός ερευνητής. Είχα ήδη γνωρίσει τη Σαμ κι ο Λέβιν είδε τη σχέση μας να δυναμώνει αλλά και να σβήνει. Ο Λέβιν μένει σ’ ένα διαμέρισμα στην οδό Σέπμαν 8, στην Πα­ λιά Πόλη. Καθώς φτάνω εκεί πιάνει μια παγερή βροχή και τα πε­ σμένα φύλλα στροβιλίζονται από τον άνεμο. Μυρίζω τον ερχομό του φθινόπωρου. Στην πρόσοψη της πολυκατοικίας, κοντά στην κεντρική είσοδο, κάποιος έχει γράψει ΞΕΡΩ ΠΩΣ ΕΧΩ ΧΑΣΕΙ με

aoratos011s099.indd 76

11/3/14 2:25:28 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

77

άσπρα κεφαλαία γράμματα. Το κάθε γράμμα έχει μέγεθος αν­ θρώπινου κεφαλιού. Κοιτάζω τη φράση. Προσπαθώ να την ερμη­ νεύσω και να φανταστώ την εικόνα του ανθρώπου που στέκεται μπροστά στον τοίχο και τη γράφει. Ακούω το βουητό του πλήθους των τουριστών που συνωστίζονται στους στενούς δρόμους, ενώ γύ­ ρω μου απλώνεται η μυρωδιά βρεγμένων ρούχων. Παίρνω το ασανσέρ και ανεβαίνω. Χτυπώ το κουδούνι. Ο Λέβιν εκπλήσσεται όταν ανοίγει την πόρτα. Με κοιτάζει κα­ λά καλά. «Λέο! Πότε ξυρίστηκες;» «Πριν από μία ώρα». «Καλά το υποψιάστηκα». Παραμερίζει για να μπω στο χολ. «Μάλλον έρχεσαι για σοβαρό λόγο». «Ναι. Σας ευχαριστώ που με δέχεστε». Ο Τσαρλς Λέβιν έχει μάτι που πιάνει τις λεπτομέρειες. Αυτό είναι το κλειδί της επιτυχίας του, θεμέλιο της οποίας υπήρξε η παιδική του ηλικία, όπως υποστηρίζει ο ίδιος. Ενδιαφερόταν πο­ λύ για το μοντελισμό και τις σιδηροδρομικές γραμμές και τον συ­ νάρπαζαν οι μινιατούρες αεροπλάνων, αυτοκινήτων, τοπίων και ναυαρχίδων. Ήταν οι λεπτομέρειες που έκαναν να ξεχωρίζει ένα καλό μοντέλο από ένα μέτριο. Τα έχει τώρα συγκεντρωμένα μέ­ σα σε μια μεγάλη προθήκη που καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος ενός τοίχου του φωτεινού καθιστικού του. Και μάλιστα είναι τα­ ξινομημένα κατά χρονολογική σειρά, σαν να αποτελούν μια εναλ­ λακτική ιστορία της ζωής του. Επικρατεί ησυχία εδώ πάνω. Αγναντεύω τα σπίτια από το πα­ ράθυρο και διαπιστώνω πως βρίσκονται σε ασφαλή απόσταση. Εδώ ψηλά δεν αισθάνεσαι να σε πνίγει η πόλη. Αν έχεις χρήμα­ τα, αγοράζεις στη Στοκχόλμη την ησυχία σου, την απόσταση από τους άλλους. «Ίσως θέλεις καφέ», λέει ο Λέβιν καθώς κάθομαι σε μια άνε­ τη πολυθρόνα, με την πλάτη στραμμένη προς την προθήκη.

aoratos011s099.indd 77

11/3/14 2:25:28 PM

78

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Και αψίνθιο, αν έχετε». «Αψίνθιο;» «Ναι». «Δυστυχώς δεν έχω», λέει ψυχρά. «Νερό;» «Εντάξει». Ο Λέβιν είναι ψηλόλιγνος, είναι κουρεμένος σύρριζα και φο­ ράει μικρά στρογγυλά γυαλιά στερεωμένα στην άκρη της μύτης του. Φοράει μαύρο τζιν παντελόνι, λευκή φανέλα και ξεκούμπω­ το πουκάμισο. Έλειπε στο εξωτερικό. Πάνω στο τραπέζι βρίσκο­ νται κάποια ταξιδιωτικά έντυπα για την Αργεντινή. Άρχισε να τα­ ξιδεύει μετά το θάνατο της Έλσα, της γυναίκας του, από καρκί­ νο. Η Έλσα αγαπούσε τα ταξίδια, αλλά δεν μπορούσαν ποτέ να φεύγουν μαζί οι δυο τους επειδή η δουλειά του έμπαινε πάντα εμπόδιο. Η Έλσα ταξίδευε μόνη της κι όταν επέστρεφε του έδει­ χνε φωτογραφίες από τα μέρη που είχε επισκεφθεί. Τώρα πια τις φωτογραφίες στα ταξίδια τις τραβά ο Λέβιν. Όταν επιστρέφει, πηγαίνει στο μνήμα της Έλσα και δείχνει τις φωτογραφίες και μι­ λάει γι’ αυτές, όπως συνήθιζε να κάνει εκείνη. Ο Λέβιν μπαίνει στο καθιστικό με δυο φλιτζάνια σκέτο καφέ και μ’ ένα ποτήρι νερό. «Ο προηγούμενος ιδιοκτήτης του σπιτιού μου ήταν αστυνομι­ κός», λέει. «Το ήξερες;» «Όχι». «Ήταν έντιμος αστυνομικός. Υπηρέτησε στην Εθνική Επιτρο­ πή Πρόληψης Ανθρωποκτονιών – ήταν επικεφαλής. Μετακόμισε εδώ όταν χώρισαν με τη γυναίκα του». Παίρνω ένα ηρεμιστικό χάπι από την τσέπη μου, το βάζω στη γλώσσα μου και το καταπίνω με μια γουλιά νερό. «Πρέπει να παίρνω τρία τη μέρα», λέω βλέποντας τον Λέβιν να παρακολουθεί την κίνηση του χεριού μου. «Τα παίρνεις επειδή εξακολουθείς να τα χρειάζεσαι;»

aoratos011s099.indd 78

11/3/14 2:25:28 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

79

«Επειδή κάποιοι με ελέγχουν για να διαπιστώνουν αν τα παίρ­ νω». «Θα μπορούσες να τα πετάς». «Υποθέτω πως ναι». Πίνουμε την πρώτη γουλιά καφέ χωρίς να κοιταζόμαστε, σχεδόν τελετουργικά. Αλλά δεν πρόκειται για τελετή, απλώς προσπαθώ να σκεφτώ τι να του πω. Είχαμε ελάχιστη επαφή μετά την Υπόθεση Γκότλαντ και αντιμετωπίζαμε ο ένας τον άλλο με ψυχρότητα και επι­ φύλαξη. Είμαι σίγουρος ότι ο Λέβιν ξέρει κάτι που δεν ξέρω. «Πώς είσαι, Λέο;» «Τα καταφέρνω». «Και η Σαμ;» «Δε μιλάμε. Η Σαμ επικοινώνησε για να με ρωτήσει πώς είμαι μόνο τότε που γύρισα στο σπίτι από το νοσοκομείο μετά τα γεγο­ νότα στο Γκότλαντ». Κουνάει αργά αργά το κεφάλι του, σαν ψυχολόγος. «Λοιπόν, Λέο». Σηκώνει το φλιτζάνι του και ρουφά θορυβωδώς μια γουλιά καφέ. «Έχεις κάποιο λόγο που έρχεσαι να με δεις». «Ακριβώς». «Έχει σχέση με την Υπόθεση Γκότλαντ;» «Καμία». Ο Λέβιν εκπλήσσεται. Γέρνει στην πλάτη της πολυθρόνας του και βάζει το ένα πόδι πάνω στ’ άλλο. «Πες μου». «Χτες πέθανε μια γυναίκα στην πολυκατοικία μου. Την πυρο­ βόλησαν στον κρόταφο από πολύ μικρή απόσταση. Ο δράστης, απ’ ό,τι φαίνεται, είναι ένας... φαντομάς». Από την έκφραση που παίρνει ο Λέβιν καταλαβαίνω πως είναι ενήμερος για το θλιβερό συμβάν. Παρ’ όλα αυτά περνούν λίγες στιγμές μέχρι να το συνδέσει με τη διεύθυνση κατοικίας μου. «Δυο ορόφους κάτω από το διαμέρισμά σου, έτσι δεν είναι;» λέει μιλώντας αργά.

wWw.Greekleech.info

aoratos011s099.indd 79

11/3/14 2:25:28 PM

80

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Οκτώ με εννιά μέτρα». Ξεροβήχω. «Την έλεγαν Ρεμπέκα Σάλο­ μον. Υπάρχει κάτι στον τρόπο που πέθανε που με προβληματίζει». «Ρεμπέκα Σάλομον», λέει ο Λέβιν. «Ήταν γύρω στα είκοσι πέντε, τοξικομανής, ίσως και εκδιδό­ μενη». «Στα μέρη μας είναι ασυνήθιστο να δολοφονείται μια γυναίκα – και μάλιστα με πυροβολισμό», λέει ο Λέβιν συλλογισμένος. Πί­ νει άλλη μια γουλιά καφέ. «Ακόμα πιο ασυνήθιστο είναι το γεγονός πως σε λίγο θα έχει κλείσει ένα εικοσιτετράωρο και δεν υπάρχει ύποπτος», λέω. «Ού­ τε και κίνητρο, απ’ ό,τι ξέρω. Και κανείς δεν έχει ιδέα πώς έγινε η δολοφονία. Το μόνο που ξέρουν είναι πως ο δράστης μπήκε στη Στέγη Τσάπμαν από την πόρτα και βγήκε από το παράθυρο. Φο­ ράει παπούτσι νούμερο σαράντα τρία και ξέρει να χειρίζεται πυ­ ροβόλα όπλα μικρού διαμετρήματος». «Μερικές φορές αργεί να παρουσιαστεί ο κατάλληλος μάρτυ­ ρας ή καθυστερεί η απαραίτητη εργαστηριακή ανάλυση. Δεν έχει περάσει και πολύς χρόνος». «Είχε κάτι στο χέρι της, ένα κόσμημα. Ίσως ήταν μια αλυσί­ δα απ’ αυτές που φοριούνται στο λαιμό. Κάτι σαν κολιέ». «Α ναι; Και γιατί το αναφέρεις;» με ρωτάει. «Πιστεύω πως είναι σημαντικό». «Στάλθηκε για ανάλυση;» «Ναι». «Τότε λοιπόν;» Ο Λέβιν με κοιτάζει απορημένος. «Το αποτέ­ λεσμα της ανάλυσης θα είναι έτοιμο σε λίγες μέρες». Κοιτάζω τα χέρια μου. «Θέλω να συμμετάσχω στην έρευνα», λέω σχεδόν ψιθυριστά. «Αν σκεφτούμε ότι κατοικείς στην πολυκατοικία όπου έγινε ο φόνος, τότε βρίσκεσαι ήδη μέσα στην έρευνα. Ως πιθανός μάρ­ τυρας». Σηκώνω το βλέμμα στα μάτια του. Έχω την εντύπωση πως φαί­

aoratos011s099.indd 80

11/3/14 2:25:28 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

81

νομαι σαν να τον ικετεύω, δεν ξέρω. Το πρόσωπό μου έχει φου­ ντώσει από την έξαψη. «Αντιλαμβάνεστε τι εννοώ. Αισθάνομαι την ανάγκη να κάνω κάτι... Δεν μπορώ απλώς να κάθομαι στο σπίτι μου καπνίζοντας και καταπίνοντας χάπια. Πρέπει να δράσω». Ο Λέβιν μένει σιωπηλός για αρκετή ώρα, αποφεύγοντας να με κοιτάξει. «Τι ακριβώς ζητάς από μένα, Λέο;» «Θέλω να επανέλθω στην ενεργό υπηρεσία». «Δεν εξαρτάται από μένα». «Ελάχιστα από όσα έχετε κάνει εξαρτιόνταν από εσάς». «Πώς σκέφτεσαι να γίνει;» με ρωτά ήρεμα. Πίνει μια γουλιά καφέ. Διστάζω να απαντήσω και σκέφτομαι πόσο θα ήθελα να τον προκαλέσω. Βρίσκω άλλη οδό προσέγγισης. «Μπορείτε να με βοηθήσετε. Ξέρετε πως είμαι ικανός ερευνη­ τής. Κανείς δε γνωρίζει τι συνέβη πραγματικά στο Βίσμπι. Κανείς δε γνωρίζει ποιος εξαπάτησε ποιον. Ήταν ένα χάος. Αν ήσασταν εκεί θα το καταλαβαίνατε. Δεν έγιναν όλα από δικό μου φταίξιμο». «Ναι, αλλά εσύ ήσουν που έσπασες», λέει ο Λέβιν με απρόσμε­ νη ψυχρότητα. «Εσύ πυροβόλησες τον Γουόλτερσον». «Και το Σώμα με πούλησε», λέω. Ξαφνικά συνειδητοποιώ πως έχω σηκωθεί όρθιος. Τον κοιτάζω όπως κάθεται στην πολυθρόνα του και μου φαίνεται παράξενα μικρόσωμος. Η φωνή μου τρέμει. «Μου το χρωστάτε», του λέω. «Ας μη μιλήσουμε περί χρέους, Λέο. Δεν πρόκειται να βγεις νι­ κητής από μια τέτοια συζήτηση». Αφήνομαι να βουλιάξω ξανά στην πολυθρόνα. «Θέλω απλώς να... Ξέρετε, υπάρχει κάτι πολύ παράξενο με την υπόθεση της Σάλομον». Ο Λέβιν ξύνει σκεπτικός το κεφάλι του στο σημείο όπου η ηλιο­ καμένη επιδερμίδα του έχει αρχίσει να ξεφλουδίζει.

aoratos011s099.indd 81

11/3/14 2:25:28 PM

82

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Ποιος είναι ο υπεύθυνος της έρευνας;» ρωτάει. «Ο Μπιρκ». «Επομένως τα νήματα κινεί ο Πέτερσεν». Ο Όλαφ Πέτερσεν είναι ο μοναδικός Σουηδονορβηγός εισαγ­ γελέας που έχουμε στη Γενική Αστυνομική Διεύθυνση. Είναι ο μο­ ναδικός άνθρωπος τον οποίο υπακούει ο Γκάμπριελ Μπιρκ – δεν αντέχει άλλον. «Αν πιστεύεις πραγματικά πως κάτι δεν πάει καλά με την υπό­ θεση», μου λέει ο Λέβιν, «τότε αξιοποίησε τις ικανότητές σου και πράξε αναλόγως. Αλλά μέχρι στιγμής δεν έχεις πει τίποτα που να υποδηλώνει πως κάτι πάει στραβά – εκτός από το ότι πρόκειται για ασυνήθιστο γεγονός. Ασυνήθιστα γεγονότα συμβαίνουν συνεχώς». «Δεν μπορώ να αξιοποιήσω τις ικανότητές μου χωρίς να δοθεί επίσημη διαταγή». «Αναρωτιέμαι αν έχω υπερεκτιμήσει τις ικανότητές σου». Ο Λέβιν παίρνει ένα ταξιδιωτικό έντυπο και σκίζει ένα κομμάτι από την πρώτη σελίδα. Βγάζει ένα στιλό από την κωλότσεπη του πα­ ντελονιού του και σημειώνει κάτι στο χαρτί. Μου το δίνει. «Χρη­ σιμοποίησε τη φαντασία σου. Κι αν χρειαστείς βοήθεια, κάλεσε αυτό τον αριθμό». Κοιτάζω το χαρτί. «Ποιανού είναι;» «Ενός ανθρώπου τον οποίο γνωρίζω πολύ καλά», αποκρίνεται, αλλά δε λέει τίποτα περισσότερο.

aoratos011s099.indd 82

11/3/14 2:25:28 PM

VII

ΠΕΡΝΟΥΣΑ ΠΟΛΥ ΧΡΟΝΟ ΜΟΝΟΣ. Δεν ξέρω γιατί συνέβαινε αυτό.

Είχα φίλους, αλλά για κάποιο λόγο σπανίως κάναμε παρέα εκτός σχολείου. Ο Βλαντ κι ο Φρεντ με χτυπούσαν. Η κατάσταση αυτή ξεκίνη­ σε όταν ήμουν δέκα χρονών και κράτησε μερικά χρόνια. Στην αρ­ χή δεν αμυνόμουν, αλλά όταν άρχισα να τους χτυπάω κι εγώ οι γροθιές τους έπεφταν πάνω μου πιο βαριές από πριν επειδή η στά­ ση μου τους φαινόταν προκλητική. Κι έτσι έπαψα να αμύνομαι κι ήταν πολύ καλύτερα και για τις δύο πλευρές. Ο Βλαντ ήταν χει­ ρότερος από τον Φρεντ. Μερικές φορές ο Φρεντ με κοίταζε με έναν τρόπο που θύμιζε συμπόνια – δυσκολευόμουν να καταλάβω τι είδους συναίσθημα ήταν ακριβώς. Αλλά ο Βλαντ ήταν ανελέη­ τος. Με μισούσε. Δεν αποκάλυψα σε κανέναν το γεγονός της κακοποίησής μου. Ντρεπόμουν. Με ξυλοφόρτωναν πάντα σε εξωτερικούς χώρους κι όταν δεν υπήρχε σχεδόν κανείς τριγύρω. Απέφευγα σκόπιμα να περνάω από ορισμένα μέρη και παρ’ όλα αυτά με έβρισκαν. Εί­ χα την εντύπωση πως ανακάλυπταν τα ίχνη μου με τη μυρωδιά. Μου έκλεβαν τους σκούφους και τα χρήματα που είχα πάνω μου. Αφού πρώτα μου αποσπούσαν με τη βία τα χρήματα, με χτυπού­ σαν στην κοιλιά ή στα μπράτσα. Δε με γρονθοκοπούσαν στο πρό­ σωπο για να μη φαίνομαι χτυπημένος. Στους γονείς μου έλεγα πως τους σκούφους μου τους έχανα και πως τα χρήματα τα ξόδευα για

aoratos011s099.indd 83

11/3/14 2:25:28 PM

84

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

σοκολάτες και καραμέλες. Πως πονούσα στην κοιλιά επειδή έπε­ φτα άτσαλα στο σχολείο και πως τα μπράτσα μου ήταν σε μαύρο χάλι επειδή έκανα μπρα ντε φερ μ’ ένα συμμαθητή μου. Δεν κα­ ταλάβαινα γιατί συνέβαινε αυτό, ούτε για ποιο λόγο είχαν διαλέ­ ξει εμένα. Θεωρούσα πως είχα κάνει κάποιο λάθος και πως έτσι ήταν η ζωή. Μια μέρα στις αρχές της άνοιξης –θα ήμουν δεκατριών ή δε­ κατεσσάρων χρονών– είχα σχολάσει νωρίς, αλλά είχα ξεχάσει ένα βιβλίο στο ντουλάπι μου στο σχολείο. Η μητέρα μου επέμενε να πάω να το πάρω κι έτσι πήρα το λεωφορείο, κατέβηκα στη στά­ ση κι άρχισα να βαδίζω στην οδό Ρένινιε. Καθώς κατευθυνόμουν προς το γυμνάσιο, άκουσα έναν πνιχτό ήχο. Ήταν η κοφτή ανά­ σα ενός ανθρώπου που πονούσε. Το σχολείο του Ρένινιε έμοιαζε με μεγαθήριο ανάμεσα στις μονοκατοικίες και στα δέντρα με τις νεαρές φυλλωσιές. Κοίταξα ολόγυρα προσπαθώντας να καταλάβω από πού ακουγόταν ο ήχος. Απείχα λίγα μέτρα από το πίσω μέρος του σχολείου κι από την εί­ σοδο εφοδιασμού με την αποβάθρα της. Τις νύχτες σύχναζαν εκεί έφηβοι κι έβαζαν βαριά μουσική δύσπεπτη στους πολλούς, κου­ βέντιαζαν, γελούσαν, άνοιγαν μπίρες και κάπνιζαν, κι άκουγες συ­ νέχεια το χαρακτηριστικό ήχο από το άναμμα των αναπτήρων. Κι αν πλησίαζες αρκετά κοντά, σου ερχόταν η γλυκιά μυρωδιά του χασισιού. Αλλά εκείνη τη μέρα ακουγόταν ένας αλλιώτικος ήχος. Στην αποβάθρα στέκονταν δυο αγόρια με την πλάτη γυρισμέ­ νη προς το μέρος μου. Μάλλον ήταν μαθητές λυκείου, αλλά πρέ­ πει να πήγαιναν σε άλλο σχολείο. Δεν τους ήξερα. Κρύφτηκα πί­ σω από ένα δέντρο και κοίταξα να δω τι έκαναν. Είχαν στριμώξει κάποιον και στέκονταν οι δυο τους πλάι πλάι, στηριγμένοι με το ένα χέρι στον τοίχο. Το θύμα τους δεν είχε οδό διαφυγής. «Είσαι μουνάκι». Ο ένας από τους δύο τον χτύπησε ξαφνικά. Άκουσα την ψιλή

aoratos011s099.indd 84

11/3/14 2:25:29 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

85

κραυγή του αγοριού καθώς του κοβόταν η αναπνοή. Διπλώθηκε στα δύο ανάμεσά τους. Ήταν ο Βλαντ. Μόρφαζε με πρόσωπο κα­ τακόκκινο, προσπαθώντας να πάρει ανάσα. «Ρίξε του άλλη μια», είπε ο δεύτερος. Ο φίλος του έσπρωξε τον Βλαντ κι αφού τον κόλλησε στον τοί­ χο τον χτύπησε στην κοιλιά, κάνοντάς τον να διπλωθεί ξανά από τον πόνο. Παρέμεινα κρυμμένος και παρακολουθούσαν ενόσω συνέχιζαν να τον χτυπούν. Ο Βλαντ θα είχε κάνει έρωτα ή απλώς θα χαϊδολογιόταν με ακατάλληλο πρόσωπο ή θα είχε δανειστεί χρήματα και δε θα μπορούσε να τα επιστρέψει. Αλλά αμφέβαλ­ λα και για τα δύο. Όλοι μας βλέπαμε παρόμοιες καταστάσεις. Οι άνθρωποι αντιμετώπιζαν έτσι ο ένας τον άλλο μόνο και μόνο επει­ δή ήταν σε θέση να το κάνουν. Επειδή έπλητταν. Επειδή κανένας δε νοιαζόταν. «Το πορτοφόλι σου», είπε ο ένας απλώνοντας το χέρι του. «Τι στο διάολο κάνεις;» φώναξε ο άλλος. Ο πρώτος στράφηκε και κοίταξε τριγύρω. Έκανα ένα βήμα πίσω για να κρυφτώ ξανά πίσω από το δέντρο. «Μπορούμε μια χαρά να του το πάρουμε», είπε στο φίλο του. «Μη φαντάζεσαι πως θα μας καταγγείλει. Δεν το έχει κάνει ποτέ, γιατί να το κάνει τώρα;» «Δεν έχουμε βουτήξει ποτέ τίποτα δικό του». «Και ποτέ δεν το έπαιξε τόσο ψηλομύτης όσο σήμερα». «Μουνιά», τους πέταξε ο Βλαντ. «Και μάλιστα μας παρακαλάει. Του αξίζει να τον ξαλαφρώ­ σουμε απ’ το πορτοφόλι του». Τους άκουσα να του τραβάνε τα ρούχα. Του πήραν το πορτο­ φόλι και μετά ο ένας του έριξε μια γονατιά στην κοιλιά, ενώ ο άλ­ λος κοίταζε ανήσυχος ολόγυρα. Ο Βλαντ έπεσε στο δάπεδο της αποβάθρας. Τα δυο αγόρια πήδηξαν αθόρυβα στο έδαφος και απομακρύνθηκαν με το πάσο τους και ήρεμα. Κι έφτασε η μέρα που ο Φρεντ κι ο Βλαντ προσπάθησαν και

aoratos011s099.indd 85

11/3/14 2:25:29 PM

86

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

πάλι να με στριμώξουν για να με χτυπήσουν. Θύμισα τότε στον Βλαντ με ποιο τρόπο είχε φάει ξύλο από τα δύο αγόρια. Δε θυμά­ μαι τι του είπα. Ίσως να του είπα πως είναι δειλός. Ο Φρεντ κοί­ ταξε με κατάπληξη τον Βλαντ, ο οποίος με κάρφωσε με το βλέμ­ μα κι αφού τα μάτια του τρεμόπαιξαν μία φορά άρχισε να με κυ­ νηγάει στις γειτονιές του Σάλεμ.

Είχαν περάσει χρόνια, αλλά θυμήθηκα το γεγονός όταν βγήκαμε με τον Γκριμ από το λεωφορείο και προχωρήσαμε προς την είσο­ δο εφοδιασμού του σχολείου του Ρένινιε. Ο Βλαντ κι ο Φρεντ είχαν στο μεταξύ φύγει από το Σάλεμ. Το εγκατέλειψαν όταν έκλεισαν τα δεκαοκτώ. Συνέβαινε συχνά αυτό· ο κόσμος έφευγε, χανόταν. Προσπαθούσα να θυμηθώ αν με είχαν πιάσει οι δυο τους τό­ τε που είχα αποκαλύψει στον Βλαντ όσα είχα δει κι αν με είχαν πάρει στο κυνήγι. Ήταν μια σκηνή από τη ζωή μου που γινόταν ένα με άλλες σκηνές. Ίσως να τους είχα ξεφύγει εκείνη τη φορά, ίσως όχι. «Φαίνεσαι πολύ σκεπτικός», είπε ο Γκριμ ενώ βαδίζαμε πλάι πλάι. «Θυμήθηκα κάτι». «Δυσάρεστο;» «Γιατί το λες αυτό;» Χαμήλωσε το βλέμμα στα χέρια μου. «Βλέπω τα χέρια σου. Δυο σφιγμένες γροθιές». Απέφυγα να τα κοιτάξω και προσπάθησα να χαλαρώσω. «Δεν είναι σφιγμένα». Ο Γκριμ κοίταξε πάλι τα χέρια μου. Κρέμονταν άγαρμπα γιατί έκανα προσπάθεια για μη σφίξω τις γροθιές μου πάλι. Φτάσαμε στην αποβάθρα και ανεβήκαμε μ’ ένα πήδημα. Ακούμπησα με την πλάτη στον τοίχο, στο σημείο όπου κάποτε είχαν στριμώξει τον Βλαντ. Καθίσαμε να περιμένουμε την Τζούλια, που πήγαινε

aoratos011s099.indd 86

11/3/14 2:25:29 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

87

ακόμα στο γυμνάσιο του Ρένινιε κι είχε λίγο καιρό μπροστά της για να το τελειώσει. Αναρωτιόμουν πώς ήταν δυνατόν να μην την είχα δει μέχρι τότε. Είχε πάει στο γυμνάσιο μια χρονιά ύστερα από μένα και θα έπρεπε να την είχα δει στους διαδρόμους. Η Τζούλια ήταν μια ύπαρξη που θα έπρεπε να την είχα προσέξει. Ο Γκριμ καθόταν κουνώντας μπρος πίσω τα πόδια του. Από τα αριστερά μας ακούστηκε ένας μεταλλικός ήχος και το σιδερένιο ρολό της πύλης άρχισε να ανοίγει τρίζοντας. Όταν έφτασε στο ύψος της μέσης μου, σταμάτησε και βγήκε η Τζούλια. Φορούσε ανοιχτόχρωμο τζιν παντελόνι και μαύρη μπλούζα με μια στάμπα που έγραφε THE SMASHING PUMPKINS με απαλά, κίτρινα κε­ φαλαία γράμματα. «Μπορείς να κάνεις το γύρο», της είπε ο Γκριμ. «Δε χρειάζεται να βγαίνεις στα κρυφά». «Η επόπτρια στέκεται στη γωνία. Θα με έβλεπε». Η Τζούλια κάθισε μαζί με τον Γκριμ στην αποβάθρα κι εγώ πήγα να καθίσω πλάι της. Δεν ήμουν βέβαιος αν αυτό φάνηκε πα­ ράξενο στον Γκριμ. Τα πόδια της άγγιζαν τα δικά μου. Ο Γκριμ έβγαλε από την τσάντα του ένα σημειωματάριο και το ξεφύλλισε ώσπου βρήκε μια λευκή σελίδα. Οι περισσότερες σελίδες ήταν γε­ μάτες από διάφορα πράγματα που δεν είχαν σχέση με σχολική εργασία. Ήταν σκίτσα και μικρά σχεδιαγράμματα και μερικά από αυτά ήταν γεμάτα από σημειώσεις που τις κοίταζες και δεν έβγαζες άκρη. «Τι πρέπει να γράφει το χαρτί;» ρώτησε ο Γκριμ την αδελφή του. «Δεν ξέρω», αποκρίθηκε η Τζούλια. «Θα μπορούσε να γράφει πως θα πάω ταξίδι». «Θα πάτε ταξίδι;» τη ρώτησα. «Όχι. Η τάξη μας θα πάει εκδρομή για να ενισχυθούν οι δε­ σμοί μεταξύ των συμμαθητών. Αν δε θες να πας, χρειάζεται υπο­ γραφή απ’ τους γονείς σου».

aoratos011s099.indd 87

11/3/14 2:25:29 PM

88

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Δεν μπορείς να τους παρακαλέσεις να υπογράψουν;» Η Τζούλια κούνησε το κεφάλι της αρνητικά. «Σήμερα είναι η τελευταία μέρα για να παραδώσουμε τη δή­ λωση. Το είχα ξεχάσει. Άσε που οι γονείς μας δε θα ήθελαν να υπογράψουν». «Γιατί;» Η Τζούλια κοίταξε τον Γκριμ, αλλά εκείνος δε μίλησε. Στο με­ ταξύ είχε γράψει ένα σύντομο κείμενο με γραφικό χαρακτήρα που δεν ήταν ο δικός του. Απέμενε μόνο η υπογραφή του γονιού. Ο Γκριμ γύρισε σε μια άλλη σελίδα, όπου η ίδια υπογραφή επανα­ λαμβανόταν σε τρεις στήλες. Στη σελίδα ήταν κολλημένο ένα υπο­ γεγραμμένο σημείωμα που απ’ ό,τι κατάλαβα αργότερα ήταν το πρωτότυπο. Ο Γκριμ το κοίταξε προσεκτικά κι ύστερα γύρισε στην προηγούμενη σελίδα και υπέγραψε το κείμενο κάνοντας με το χέ­ ρι του δυο τρεις κοφτές κινήσεις. Έκοψε το φύλλο και έδειξε το σημείωμα στην αδελφή του. «Είναι εντάξει;» Ήταν ακριβές αντίγραφο του πρωτοτύπου. «Τέλειο», αποκρίθηκε η Τζούλια. Ο Γκριμ δίπλωσε το φύλλο στη μέση και της το έδωσε. «Έχουν καταλάβει πως κάνουμε πλαστογραφία», είπε η Τζού­ λια κοιτάζοντάς με. «Και μάλιστα η τάξη μας έκανε συνέλευση ει­ δικά για το ζήτημα αυτό. Αν θέλουμε να τη γλιτώσουμε, πρέπει η υπογραφή να είναι καλοφτιαγμένη». «Σοβαρά;» «Σοβαρά». Σηκώθηκε, δίπλωσε άλλη μια φορά το φύλλο και το έβαλε στην κωλότσεπή της. «Πρέπει να φύγω. Σε λίγο έχω μά­ θημα». «Θα τα πούμε στο σπίτι», της είπε ο Γκριμ. «Τα λέμε», της είπα προσπαθώντας να χαμογελάσω. «Ναι, τα λέμε», είπε η Τζούλια και πέρασε κάτω από το ρολό της πύλης.

aoratos011s099.indd 88

11/3/14 2:25:29 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

89

Πυροβολούσε πουλιά με το αεροβόλο του, οσμιζόταν κυριολεκτι­ κά το χρήμα και πλαστογραφούσε τις υπογραφές των γονιών του. Και τον έλεγαν Γκριμ. Έμοιαζε με κινηματογραφικό ήρωα ή με πρωταγωνιστή τηλεοπτικού σίριαλ όσο περνούσε ο καιρός. Αλλά δεν ήταν ούτε το ένα ούτε το άλλο. Ήταν ένα πραγματικό, συνη­ θισμένο αγόρι. «Χρειάζεται κάποιος να πληρώνει τους λογαριασμούς και να υπογράφει τα χαρτιά», μου είπε μέσα στο λεωφορείο καθώς επι­ στρέφαμε στο λύκειο του Ρένινιε. «Έτσι γίνεται με όλες τις οικο­ γένειες. Και μ’ εσάς, υποθέτω. Δεν είναι και τόσο παράξενο». Ανα­ σήκωσε τους ώμους του. «Στη δική μου οικογένεια αναλαμβάνω εγώ αυτή την ευθύνη, μια και δεν υπάρχει κανείς άλλος που να νοιάζεται». Η ιστορία είχε ξεκινήσει όταν η μητέρα του είχε ξεχάσει κά­ ποτε να υπογράψει ένα έγγραφο του Ταμείου Κοινωνικών Ασφα­ λίσεων. Ο Γκριμ το είχε βρει πάνω στο τραπέζι της κουζίνας. Ο πατέρας του ήταν άρρωστος, είχε πάρει αναρρωτική άδεια από τη δουλειά του και το έγγραφο αφορούσε την οικονομική ενίσχυ­ ση της οικογένειας. Δίπλα υπήρχε κι ένα άλλο έγγραφο, από την Υπηρεσία Κοινωνικής Πρόνοιας. Ήταν κι αυτό ανυπόγραφο. Ο Γκριμ βρήκε σε κάποιο χαρτί την υπογραφή της μητέρας του κι έκανε εξάσκηση αντιγράφοντάς τη δυο τρεις φορές. Ύστερα υπέ­ γραψε με προσοχή και τα δύο έγγραφα και τα ταχυδρόμησε. Αρ­ γότερα επαναλήφθηκαν παρόμοιες καταστάσεις και τελικά ο Γκριμ το εκμυστηρεύτηκε στην Τζούλια, που το είπε στον πατέ­ ρα τους. «Ήταν φυσικό να εξοργιστεί ο πατέρας μας. Στο κάτω κάτω, είναι παράνομο. Δεν ξέρω. Αλλά πριν περάσει πολύς καιρός είχα καλύτερη εικόνα για τα οικονομικά τους από αυτή που είχαν οι ίδιοι. Ο πατέρας μου δεν έχει πια αντοχές κι η μητέρα μου είναι άρρωστη. Με τα φάρμακα που παίρνει δυσκολεύεται να κρατά μια τάξη σε οτιδήποτε. Το κάνω εγώ λοιπόν. Φροντίζω να εξοφλώ

aoratos011s099.indd 89

11/3/14 2:25:29 PM

90

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

τους λογαριασμούς... και τελικά το κάνω για το χατίρι της αδελ­ φής μου, για να μην ανησυχεί». Ο οδηγός του λεωφορείου είχε ανοιχτό το ραδιόφωνο και μέσα στη σιωπή που ακολούθησε ανάμεσά μας ακούσαμε το τραγούδι που παιζόταν εκείνη τη στιγμή. «Τι αρρώστια έχει;» τον ρώτησα. «Τι εννοείς;» «Είπες πως η μητέρα σου είναι άρρωστη». «Δε σου έχω πει;» «Δε νομίζω». Αναστέναξε και κοίταξε έξω από το παρμπρίζ. «Όταν γεννήθηκε η Τζούλια, η μητέρα μας έπαθε κατάθλιψη. Και μάλιστα για κάποιο διάστημα ήταν ψυχωτική. Είπαν τότε πως αυτό οφειλόταν στον τοκετό. Η μητέρα μας ήταν... προσπάθησε να...» Ο Γκριμ δίσταζε να συνεχίσει κι έμεινε σιωπηλός αρκετή ώρα. «Θύμωσα πολύ όταν γεννήθηκε η Τζούλια. Έτσι τουλάχι­ στον μου είπαν αργότερα. Ήμουν πιτσιρίκι, δύο χρονών και κά­ τι. Είχα θυμώσει επειδή το μωρό αποσπούσε όλη την προσοχή τους. Η μητέρα μας είχε ήδη γίνει ψυχωτική και μια μέρα που κα­ θόμουν στο πάτωμα άκουσα την Τζούλια να στριγκλίζει. Λένε πως είναι αδύνατον να έχεις μνήμες από τόσο μικρή ηλικία, αλλά εί­ μαι σίγουρος πως συνέβησαν όλα αυτά, επειδή τα θυμάμαι ολο­ κάθαρα. Μπήκα στο καθιστικό, όπου προηγουμένως η μητέρα μου καθόταν και θήλαζε την Τζούλια. Η αδελφή μου βρισκόταν στο πάτωμα. Η μητέρα μας την είχε παρατήσει ή ίσως να της εί­ χε πέσει από την αγκαλιά της. Μπορεί και να την είχε αφήσει επί­ τηδες να πέσει, πού να ξέρω. Ο πατέρας μας ήταν στη δουλειά κι έτσι πήρα το μωρό στην αγκαλιά μου και κάθισα στον καναπέ πε­ ριμένοντας να πάψει να κλαίει. Έκλαιγε πολλή ώρα, έτσι τουλά­ χιστον μου φάνηκε τότε. Θυμάμαι πως είχα κατατρομάξει. Όταν η μικρή σταμάτησε το κλάμα, η μητέρα μου γύρισε και μου είπε: “Tώρα μπορώ να την ξαναπάρω αγκαλιά”». Ο Γκριμ κούνησε το

wWw.Greekleech.info

aoratos011s099.indd 90

11/3/14 2:25:29 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

91

κεφάλι του αργά αργά. «Δεν ήθελα να της τη δώσω. Παρανοϊκή κατάσταση. Σχεδόν δε μιλούσα ακόμα, τόσο μικρός ήμουν. Ένιω­ θα όμως πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Στο τέλος η μητέρα μου ση­ κώθηκε, πήρε τη μικρή από την αγκαλιά μου και την έβαλε να θη­ λάσει ξανά. Εγώ έμεινα εκεί. Δεν έφυγα επειδή φοβόμουνα πως κάτι κακό θα συνέβαινε. Νομίζω πως ο πατέρας μας δεν το έμα­ θε ποτέ». Ο Γκριμ δεν ήξερε πώς ακριβώς να συνεχίσει. «Πέρασαν πολλά χρόνια κι ακόμα δεν ήξερα αν η αδελφή μου είχε χτυπήσει άσχημα εκείνη τη μέρα ή αν την είχε ρίξει κάτω η μητέρα μου και πώς την είχε ρίξει κι άρχισα να ανησυχώ μήπως της είχε μείνει κάποιο κουσούρι. Είχα το νου μου συνέχεια για να δω αν παρουσίαζε συγκεκριμένα συμπτώματα». «Δηλαδή; Τι είδους συμπτώματα;» «Θα μπορούσε, ας πούμε, να είχε πάθει εγκεφαλική βλάβη. Και ήξερα πως ίσως να περνούσε καιρός μέχρι να βρεθεί μια τέτοια βλάβη – αν την έβρισκε ποτέ κανείς. Την παρατηρούσα για να διαπιστώσω αν είχε δυσκολίες στην ομιλία, αν είχε προ­ βλήματα μνήμης ή αν δυσκολευόταν να μάθει καινούρια πράγ­ ματα». Ο Γκριμ μού είπε πως δεν είχε αρρωστήσει ποτέ όταν ήταν μι­ κρός. Γεννήθηκε υγιέστατος και δεν κόλλησε ποτέ καμία από τις παιδικές ασθένειες. Η Τζούλια όμως προσβλήθηκε από ανεμο­ βλογιά, κοκίτη, διφθερίτιδα κι από όλες τις άλλες αρρώστιες της παιδικής ηλικίας. Ήταν φιλάσθενη κι όταν πήγε στο δημοτικό εί­ χε όψη παιδιού που δεν τρέφεται σωστά και που ίσως υποσιτίζε­ ται. Η νοσοκόμα του σχολείου είχε ανησυχήσει πολύ για την Τζού­ λια. Ήταν μια ηλικιωμένη γυναίκα που την έλεγαν Μπεάτε, ήταν καπνίστρια και είχε πασπατέψει τους όρχεις όλων των αγοριών του σχολείου –φυσικά και τους δικούς μου και του Γκριμ– για να διαπιστώσει αν όλα τα αγόρια του δημοτικού σχολείου του Σάλεμ είχαν δύο όρχεις κι όχι έναν ή τρεις.

aoratos011s099.indd 91

11/3/14 2:25:29 PM

92

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Τα συμπτώματα που πίστευα πως έβλεπα ήταν απλώς οι παι­ δικές αρρώστιες της Τζούλια». Ο Γκριμ γέλασε. «Παράλογο, αν μάλιστα σκεφτείς πως σήμερα είναι το υγιέστερο μέλος της οικο­ γένειάς μας. Δεν της είχε συμβεί τίποτα κακό. Αλλά η μητέρα μας ποτέ δε θεραπεύτηκε απ’ την κατάθλιψη. Έχει καλύτερες και χει­ ρότερες μέρες, όπως λέμε, αλλά ποτέ πραγματικά καλές μέρες. Κι έτσι δυσκολεύεται να φροντίσει για τα οικονομικά μας ή για οτιδήποτε άλλο. Ο πατέρας μας δεν έχει το κουράγιο να ασχολη­ θεί μ’ αυτά». Ο Γκριμ πρόσθεσε πως η Μπεάτε είχε πεθάνει. Ο πατέρας του είχε πει πως η νοσοκόμα ήταν μητέρα ενός συναδέλφου του. «Α, μάλιστα», είπα. Με ενδιέφερε η Τζούλια και δεν ήθελα να αλλάξουμε θέμα συ­ ζήτησης, αλλά ο Γκριμ δεν ήθελε να μιλήσει άλλο για την αδελ­ φή του. Κοίταξα το τοπίο που άφηνε πίσω του το λεωφορείο. Πράσι­ να δέντρα, γκρίζος ουρανός, κιτρινωπά σπίτια.

Αργότερα το ίδιο βράδυ χτύπησε το τηλέφωνο. Στο διαμέρισμά μας είχαμε τρεις τηλεφωνικές συσκευές. Μία στο δωμάτιο του αδελφού μου, μία στην κρεβατοκάμαρα των γονιών μας και μία ασύρματη, που ποτέ δεν ήταν εκεί που νομίζαμε πως ήταν. Όσο κι αν έψαχνες δεν την έβρισκες ή την πετύχαινες στο πιο απίθα­ νο σημείο κι ο πατέρας μας φώναζε πως μια μέρα θα τον τρέλαι­ νε αυτή η κατάσταση. Το τηλέφωνο κουδούνιζε, αλλά δεν πήγα να το σηκώσω. Κα­ θόμουν και ξεφύλλιζα τα παλιά σχολικά άλμπουμ κι έψαχνα να βρω την Τζούλια Γκρίμπεργ στις φωτογραφίες. Δυσκολευόμουν να τη βρω γιατί το σχολείο ήταν μεγάλο κι οι τάξεις είχαν πολλά τμήματα. Τελικά απάντησε η μητέρα μου κι αμέσως μου χτύπη­ σε την πόρτα.

aoratos011s099.indd 92

11/3/14 2:25:29 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

93

«Λέο, για σένα είναι». «Ποιος είναι;» «Τη λένε Τζούλια». Σηκώθηκα, άνοιξα την πόρτα και η μητέρα μου μου έδωσε το τηλέφωνο. Έκλεισα την πόρτα χωρίς να πω τίποτα, έκλεισα το σχολικό άλμπουμ, το έβαλα πάνω στα άλλα άλμπουμ και τα έσπρωξα όλα μαζί σε μια γωνιά. «Ναι;» «Γεια σου. Η Τζούλια είμαι». «Γεια σου». «Τι κάνεις τώρα;» «Τίποτα το ιδιαίτερο». Πέρα από τη φωνή της δεν ακουγόταν τίποτα άλλο. Ήταν άρα­ γε μόνη της; Ήταν εκεί και ο Γκριμ; «Ωραία», είπε. «Μήπως συνέβη κάτι;» «Όχι... Τίποτα». Ένιωσα πως ήθελα να ρίξω χαστούκι στον εαυτό μου – δεν το πίστευα ότι είχα κάνει μια τόσο χαζή ερώτηση. «Ήθελα απλώς να... Δεν ξέρω», συνέχισε η Τζούλια. «Είδα τον αριθμό του τηλεφώνου σας στο δωμάτιο του Τζον». «Παίρνεις όλα τα νούμερα που βλέπεις στο δωμάτιό του;» Η Τζούλια γέλασε. «Είναι η πρώτη φορά που το κάνω αυτό». Ξάπλωσα ανάσκελα στο κρεβάτι μου κι έκλεισα τα μάτια μου. Κουβεντιάσαμε για λίγο χωρίς να πούμε τίποτα το ουσιαστικό. Αναρωτιόμουν για ποιο λόγο μού είχε τηλεφωνήσει, αλλά φοβό­ μουν να τη ρωτήσω. «Βλέπεις τηλεόραση;» με ρώτησε. «Όχι». «Στο τρίτο κανάλι έχει την Επιστροφή στο Μέλλον. Την έχεις δει αυτή την ταινία;»

aoratos011s099.indd 93

11/3/14 2:25:29 PM

94

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Όχι». Δεν την είχα δει. Άνοιξα την τηλεόραση, αλλά έκλεισα τον ήχο. Πέτυχα τον Μάικλ Τζέι Φοξ στη σκηνή όπου προσπαθεί να απο­ φύγει μια κοπέλα που τον έχει ερωτευτεί. «Είναι η μητέρα του», είπε η Τζούλια. «Ο τύπος έχει γυρίσει στο παρελθόν για να φροντίσει να τα φτιάξουν ο πατέρας του και η μητέρα του, ώστε να γεννηθεί ο ίδιος. Το πρόβλημα είναι πως τον έχει ερωτευτεί η ίδια του η μητέρα. Αλλά δεν ξέρει πως είναι ο γιος της». Η Τζούλια γελούσε πότε πότε καθώς βλέπαμε την ταινία. Ήταν υπέροχο το γέλιο της και μου θύμιζε το γέλιο του Γκριμ. «Πού θα ήθελες να πας αν μπορούσες να κάνεις ένα ταξίδι στο χρόνο;» με ρώτησε. «Α, δεν ξέρω. Δεν το έχω σκεφτεί ποτέ». «Θα ταξίδευες στο παρελθόν ή στο μέλλον;» «Στο παρελθόν. Όχι, στο μέλλον θα πήγαινα. Όχι, στο παρελ­ θόν θα ταξίδευα». Η Τζούλια είχε λυθεί στα γέλια. «Δεν ξέρω. Μου είναι δύσκολο να αποφασίσω. Υποτίθεται πως επιτρέπεται να τα­ ξιδέψω μόνο μία φορά;» «Ναι». «Είναι απαίσια η μηχανή του χρόνου αν μπορείς να ταξιδέψεις μόνο μία φορά», είπα. «Μα δεν έχει νόημα να μπορείς να ταξιδεύεις ένα σωρό φορές». «Στην εποχή των δεινοσαύρων θα πήγαινα». Η Τζούλια γέλασε. «Γιατί;» με ρώτησε. «Έχω ακούσει πως εξαφανίστηκαν εξαιτίας της πτώσης ενός τεράστιου μετεωρίτη. Αλλά δεν ξέρουμε στα σίγουρα. Θα ήθελα να δω με τα ίδια μου τα μάτια αν αληθεύει». «Έχεις πολύ πλάκα, Λέο. Μπορείς να ταξιδέψεις οπουδήποτε θες και να δεις ό,τι θες κι εσύ επιλέγεις να δεις τους δεινόσαυρους. Άσε που ίσως να πέθαινες κιόλας. Μπορούσε ένας άνθρωπος να

aoratos011s099.indd 94

11/3/14 2:25:29 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

95

αναπνεύσει τότε; Δεν ήταν δηλητηριώδης και επικίνδυνη η ατμό­ σφαιρα εκείνη την εποχή;» «Για καλό και για κακό θα είχα μαζί μου και μια φιάλη οξυ­ γόνου». «Και τι θα έκανες;» με ρώτησε η Τζούλια. «Θα στεκόσουνα σε μια μεριά και θα τους κοίταζες; Θα τους χάιδευες μήπως;» «Με ειρωνεύεσαι». «Λιγάκι». «Εσύ πού θα ταξίδευες;» «Εύκολη απόφαση. Στο μέλλον θα πήγαινα». «Για ποιο λόγο;» «Για να δω πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα. Για να πάψω να ανησυχώ. Και μετά θα γύριζα στη δική μου εποχή και θα ήμουν ήσυχη, αφού θα είχα τη βεβαιότητα πως όλα θα πάνε καλά – αν φυσικά θα έχω διαπιστώσει πως όλα θα είναι μέλι γάλα στο μέλ­ λον. Τότε όμως υπάρχει η πιθανότητα να μην κάνω όλα αυτά που απαιτούνται για να γίνει το μέλλον όπως πρέπει. Καταλα­ βαίνεις;» «Νομίζω... ναι». Δεν είχα καταλάβει τι εννοούσε. «Ίσως είναι σημαντικό να μην ξέρεις πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα. Ίσως λοιπόν να πήγαινα στο παρελθόν. Από την άλλη μεριά, αν όλα είναι στραβά κι ανάποδα εκεί στο μέλλον και τα έχεις δει, τότε έχεις και μια πιθανότητα να τα διορθώσεις, αρκεί να ξέρεις τι πρέπει να διορθώσεις». Έμεινε σιωπηλή για λίγες στιγ­ μές. Μάλλον το σκεφτόταν. «Θα ήθελα να δω τι θα γίνει με τη μη­ τέρα μου και τον πατέρα μου... και με τον Τζον... και μ’ εμένα». «Ανησυχείς για το μέλλον;» «Όλος ο κόσμος ανησυχεί, έτσι δεν είναι;» Έμεινε σιωπηλή και πάλι κι εγώ αφουγκραζόμουν την ανάσα της. «Νομίζω πως γύ­ ρισε ο πατέρας μου». «Δεν επιτρέπεται να μιλάς στο τηλέφωνο;»

wWw.Greekleech.info

aoratos011s099.indd 95

11/3/14 2:25:29 PM

96

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Μπορώ να μιλάω, αλλά δε θέλω να ακούει. Η κρεβατοκάμα­ ρά τους είναι ακριβώς δίπλα στο δωμάτιό μου». Η σιωπή που απλώθηκε και πάλι ανάμεσά μας με έκανε να νιώθω ζεστασιά. Με ηρεμούσε. Ύστερα συνεχίσαμε την κουβέ­ ντα, είπαμε τι θα κάνουμε το καλοκαίρι, μιλήσαμε για μουσική, για ταινίες και για το σχολείο. Με ρώτησε αν ήξερα την ταινία Ο Άγιος. «Με πρωταγωνιστή τον Βαλ Κίλμερ;» «Ναι». «Παίζεται στο σινεμά τώρα;» «Ναι. Σκεφτόμουν να πάω να τη δω, αλλά κανένας φίλος μου δε θέλει να έρθει μαζί μου. Εσύ θέλεις να έρθεις;» «Μαζί σου;» ρώτησα με μάτια ορθάνοιχτα από έκπληξη. «Αν θες». Κόμπιασε. «Δεν είναι ανάγκη να έρθεις, αλλά βαριέ­ μαι να πάω μόνη μου». «Όχι, απλώς... Και βέβαια θα έρθω». «Μην το πεις στον Τζον».

Θυμάμαι ότι σκεφτόμουν διαρκώς την οικογένεια Γκρίμπεργ: πώς ζούσαν, πώς τα περνούσαν και τι ήταν αυτό που είχε πάει τόσο στραβά στη ζωή τους. Ένας εξωτερικός παρατηρητής θα έβλεπε πως ήταν μια συνηθισμένη οικογένεια του Σάλεμ. Πολλές οικο­ γένειες που γνώριζα ζούσαν σε παρόμοιες συνθήκες. Νομίζω ότι πότε πότε στην οικογένεια Γκρίμπεργ ξέσπαγε βία. Η Τζούλια βρισκόταν στο κέντρο της θύελλας, ανάμεσα στον πατέρα της και στη μητέρα της, ενώ ο Γκριμ φυλαγόταν όσο μπορούσε. Έτσι συ­ νέβαινε με όλους μας στο σχολείο, στο σπίτι, στον ελεύθερο χρό­ νο μας: κάποιοι τα κατάφερναν να ξεφεύγουν, ενώ άλλοι εγκλω­ βίζονταν στη γραμμή του πυρός. Εκείνο που έκανε τον Γκριμ να ξεχωρίζει ήταν πως προστάτευε υπερβολικά την Τζούλια. Υπήρ­ χε στη σχέση τους κάτι που δεν κατανοούσα. Προσπαθούσα να

aoratos011s099.indd 96

11/3/14 2:25:29 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

97

ψυχανεμιστώ τι συνέβαινε – μια προσπάθεια που συνεχίζεται μέ­ χρι σήμερα, υποθέτω. «Μερικές φορές, όταν είμαι μόνος, έχω την αίσθηση πως εξα­ φανίζομαι», έλεγε ο Γκριμ. Τότε δεν καταλάβαινα τι εννοούσε, σήμερα όμως έτσι νιώθω κι εγώ. Θέλω να κρατήσω μέσα μου τον Γκριμ και την Τζούλια, να διατηρήσω τις τόσο ιδιαίτερες εικόνες που έχω γι’ αυτούς, ώστε να μην εξαφανιστούν. Η εποχή που ήμασταν παιδιά και έφηβοι γίνεται όλο και πιο θαμπή όσο περνά ο καιρός και μου φαίνεται πως ο Γκριμ και η Τζούλια ανήκουν πια σ’ έναν κόσμο μυστηριακό. Ίσως πάντα να ανήκαν εκεί.

Πίστευα πως μου ήταν όλα απαγορευμένα. Δε γνωριζόμασταν πολύ καιρό με τον Γκριμ, αλλά είχαμε δεθεί αρκετά μεταξύ μας, έτσι τουλάχιστον αισθανόμουν εγώ. Δυσκολευόμουνα να καταλά­ βω πώς ένιωθε εκείνος. Με τον Γκριμ δεν είχαμε ποτέ επικοινω­ νήσει τηλεφωνικά. Όσο για μένα και την Τζούλια, ύστερα από εκείνη την πρώτη μας συνομιλία αρχίσαμε να τηλεφωνιόμαστε καθημερινά και να μιλάμε τουλάχιστον μία ώρα, ενώ ήμουν αρα­ χτός στο κρεβάτι μου. Ήταν ένα πλησίασμα που με γέμιζε ζεστα­ σιά κι ένιωθα ένα όμορφο ρίγος. Αισθανόμουν ζωντανός με τρό­ πο που δεν είχα βιώσει ποτέ ξανά. Πριν την Τζούλια τα συναι­ σθήματά μου ήταν σαν τα μάτια ενός τυφλού. Η Τζούλια έκανε τα πάντα να στροβιλίζονται, να μεγαλώνουν, να φαίνονται ατε­ λείωτα. «Τι φοράς;» με ρώτησε στο τηλέφωνο ένα βράδυ πριν πάμε στο σινεμά. Γέλασα. «Γιατί ρωτάς;» «Θέλω να ξέρω».

aoratos011s099.indd 97

11/3/14 2:25:29 PM

98

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Γιατί;» «Επειδή απλώς θέλω να ξέρω». Δε μίλησα μέχρι να βεβαιωθώ ότι ήταν κλειστή η πόρτα του δωματίου μου. «Μποξεράκι». «Σώβρακο το λένε». «Είναι άσχημη λέξη». «Έτσι το λένε όμως». «Εσύ τι φοράς;» «Κιλότα. Μήπως είναι κι αυτή άσχημη λέξη;» «Όχι». «Μ’ αρέσουν τα εσώρουχα των αγοριών», είπε η Τζούλια και μου φάνηκε πως την άκουσα να τεντώνεται και να ανασαίνει βαθιά. «Είσαι παρθένα;» Ήταν μια αυθόρμητη ερώτηση, αλλά σάστισα αμέσως μόλις την ξεστόμισα. Ήθελα να την πάρω πίσω. «Όχι», μου αποκρίθηκε. «Εσύ είσαι παρθένος;» «Όχι». Ήταν ψέμα κι ήμουν σίγουρος πως δε με πίστεψε. «Πόσο χρονών ήσουν όταν έκανες έρωτα πρώτη φορά;» με ρώ­ τησε. «Δεκαπέντε. Εσύ;» «Δεκατεσσάρων». Την άκουσα να παίρνει μια βαθιά ανάσα. «Τι κάνεις;» τη ρώτησα. «Εσύ τι νομίζεις πως κάνω;» ψιθύρισε. Πολύ σύντομα η αναπνοή της έγινε πιο έντονη. Ήταν ένας μα­ γευτικός ήχος κι αφουγκράστηκα όλες τις αποχρώσεις του. «Άγγιξε το πουλί σου», μου είπε με μια βραχνή φωνή που δεν είχα ξανακούσει. «Ναι», της είπα, αν και το έκανα ήδη. «Πώς νιώθεις;»

aoratos011s099.indd 98

11/3/14 2:25:29 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

99

Δεν ήξερα τι να της πω. «Όμορφα», ψιθύρισα. «Να σκέφτεσαι πως σε αγγίζει το δικό μου χέρι». Κόντευα να εκραγώ. Η Τζούλια λαχάνιαζε όλο και πιο έντονα, ώσπου ξαφνικά άφησε ένα βαθύ αναστεναγμό κι αμέσως μετά άλ­ λον έναν. «Δάγκωσα τα χείλη μου», είπε γελώντας όταν είχε ηρεμήσει. «Μου φαίνεται πως μάτωσα». Ένιωσα να γυρίζει το κεφάλι μου. Δεν είχα ξαναζήσει ποτέ κά­ τι παρόμοιο.

aoratos011s099.indd 99

11/3/14 2:25:29 PM

VIII

Ο ΝΤΙΛΕΡ ΕΙΝΑΙ ΜΙΚΡΟΣΩΜΟΣ σαν σπίνος, με μάτια σχεδόν κολ­

λημένα το ένα με το άλλο, με σουβλερή μύτη και με σπασμωδι­ κές κινήσεις. Τα χτενισμένα προς τα πίσω μαλλιά του αποκαλύ­ πτουν ένα μεγάλο κάτωχρο μέτωπο. Φοράει μακρύ μαύρο παλτό που ανεμίζει πίσω του. Έχει τατουάζ και στα δυο χέρια – από ένα διαμάντι σε κάθε ράχη της παλάμης. Σηκώνω το κινητό μου στο ύψος των ματιών του για να δει τη φωτογραφία. «Την αναγνωρίζεις;» «Είναι πεθαμένη;» «Την αναγνωρίζεις;» Χαμογελάει αποκαλύπτοντας τα στραβά δόντια του. «Είσαι ακόμα σε διαθεσιμότητα, έτσι; Δεν είμαι υποχρεωμέ­ νος να σου μιλήσω». «Επανήλθα σε ενεργό υπηρεσία». «Τότε δείξε μου το σήμα σου». Ρίχνω μια ματιά τριγύρω. Στεκόμαστε στη γωνία ενός δρόμου κοντά στο ναό της Παρθένου στη Σέντερμαλμ. Από ένα ζαχαρο­ πλαστείο εκεί κοντά μυρίζει φρέσκο ψωμί. Πιο μακριά ακούγε­ ται το βουητό της οδού Χορν. Είναι μια όμορφη μέρα. Κάνω ένα βήμα προς το μέρος του. «Πόσα λεφτά μού χρωστάς;» Το χαμόγελό του εξαφανίζεται. Με κοιτάζει. «Δεν ξέρω».

aoratos100s185.indd 100

11/3/14 2:34:42 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

101

«Είναι πάρα πολλά». «Θα σου τα δώσω». «Δώσε μου την πληροφορία που σου ζητώ και δε μου χρωστάς τίποτα». Ο Φελίξ είναι τέως πληροφοριοδότης. Πριν από λίγα χρόνια είχαμε διακόψει τη συνεργασία μας και είχε αναγκαστεί να φύγει από τη Σουηδία επειδή δεν έβγαζε πια τα προς το ζην. Όταν επέ­ στρεψε του πρόσφερα τη δυνατότητα να ξεκινήσει από την αρχή. Ασχολήθηκε με την παλιά του δουλειά κι έφτιαξε κομπόδεμα. Υπάρχει αμοιβή για το κεφάλι του και είναι θαύμα που παραμέ­ νει ζωντανός. Είναι από τα ζωύφια που επιβιώνουν. «Αλήθεια λες;» «Αλήθεια». Ο Φελίξ στρέφει το βλέμμα του προς την οθόνη του κινητού μου. «Πρέπει να είναι σημαντική, έτσι;» Τον υποχρεώνω να προχωρήσει λίγο και πηγαίνουμε να στα­ θούμε σ’ ένα σκιερό, προστατευμένο σημείο δίπλα στο καμπανα­ ριό της εκκλησίας. «Ξέρεις το όνομά της;» Ο Φελίξ γλείφει τα χείλη του με την άκρη της γλώσσας του. Κοιτάζει τη φωτογραφία. «Ρεμπέκα». «Ρεμπέκα... τι;» «Σίμονσον, νομίζω. Όχι... Σάλομον;» Με κοιτάζει. «Ναι, Σάλο­ μον. Ρεμπέκα Σάλομον. Αυτή ήταν στη Στέγη Τσάπμαν, έτσι δεν είναι; Το διάβασα στην εφημερίδα». «Από πού την ήξερες;» «Πουλούσε διάφορα». «Τι πουλούσε;» «Εσύ τι νομίζεις πως πουλούσε;» «Ο κόσμος πουλάει οτιδήποτε», λέω.

aoratos100s185.indd 101

11/3/14 2:34:42 PM

102

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Ο Φελίξ νεύει σε επιβεβαίωση. «Έτσι είναι. Αλλά η Ρεμπέκα πουλούσε μόνο ναρκωτικά και το κορμί της». «Κι εσύ πώς τη γνώρισες και πού;» Χαμηλώνει το βλέμμα συλλογισμένος. Το μέτωπό του αρχίζει να ιδρώνει. «Ξέρω πως βρομάει άσχημα η φάση, αλλά, γαμώτο, σου το ορ­ κίζομαι, Γιούνκερ, δεν το έκανα εγώ». «Πες μου». Ρίχνει ματιές τριγύρω και σκύβει προς το μέρος μου με τα γουρλωμένα μικρά μάτια του να γυαλίζουν. «Εγώ της προμήθευα τα χρειαζούμενα». «Και τι έχει η φάση για να βρομάει;» «Δε σου σπάω τα νεύρα, οπότε μη μου τα σπας ούτε εσύ», λέει εκνευρισμένος. Μόλις ηρεμεί, συνεχίζει: «Καταλαβαίνεις τι εννοώ. Τέτοια πράγματα συμβαίνουν για δύο λόγους. Είτε η γυναίκα χρω­ στούσε λεφτά –και το ζήτημα είναι πως χρωστούσε σ’ εμένα– εί­ τε είδε κάτι που δεν έπρεπε να δει. Το πιθανότερο είναι το πρώ­ το. Κι έτσι...» συνεχίζει βγάζοντας ένα τσιγάρο από την εσωτερι­ κή τσέπη του παλτού του «...η φάση βρομάει». Παρατηρώ τα παπούτσια του καθώς ανάβει το τσιγάρο του. Converse μικρού μεγέθους, αρκετά νούμερα μικρότερα από τα δικά μου παπούτσια. Και αρκετά νούμερα μικρότερα από το πα­ πούτσι που άφησε ίχνος στο πάτωμα της Στέγης Τσάπμαν. Αν ήταν ο Φελίξ ο δράστης, φόρεσε εκείνη τη μέρα μεγαλύτερα πα­ πούτσια, αλλά μου φαίνεται μάλλον απίθανο. «Θέλεις;» με ρωτά προσφέροντάς μου τσιγάρο. «Έχω τα δικά μου. Πες μου τι ξέρεις για τη Ρεμπέκα». Ο Φελίξ τραβά μια ρουφηξιά και βγάζει τον καπνό από τα ρου­ θούνια. Κοιτάζει διαρκώς γύρω του για να είναι σίγουρος πως δεν υπάρχει κανένας που να τον βλέπει να συγχρωτίζεται μ’ εμένα. «Δεν ήταν από δω. Νομίζω πως ήταν από τη Νισέπινγ ή από

aoratos100s185.indd 102

11/3/14 2:34:42 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

103

την Εσκιλστούνα – ή, τέλος πάντων, από κάποια άλλη πόλη. Τα τελευταία δυο τρία χρόνια ζούσε εδώ, στη Στοκχόλμη. Ταλαιπω­ ρημένη γυναίκα. Ήρθε για να βρει δουλειά ή για να σπουδάσει, αλλά σύντομα βρέθηκε σε λάθος κύκλους. Άρχισε να κάνει παρέα μ’ ένα πρεζόνι, έναν Γιουγκοσλάβο που έμενε σε προάστιο, στο Νόρσμποργ. Ο τύπος πέθανε από υπερβολική δόση, αλλά στο με­ ταξύ την είχε τραβήξει στο βάλτο όπου τσαλαβουτούσε κι ο ίδιος. Μετά το θάνατό του η Ρεμπέκα ήρθε να με βρει». «Τότε άρχισε να κάνει το βαποράκι;» Ο Φελίξ τραβάει μια ρουφηξιά. «Ακριβώς». «Τι πουλούσε;» «Οτιδήποτε της έδινα. Αλλά η ίδια βαρούσε μόνο ηρωίνη». «Και τι της έδινες;» «Αφού με ξέρεις», λέει ο Φελίξ χαμογελώντας. «Της έδινα απ’ όλα. Δεν είναι δυνατόν να ειδικεύεσαι σε κάτι – δε λειτουργεί πια έτσι το πράγμα. Είσαι αναγκασμένος να έχεις απ’ όλα. Ηρωίνη, μορφίνη, αμφεταμίνες, κρακ, Μάριο, όλα τα σκατά». «Τι είναι το Μάριο;» «Δεν ξέρεις τον Σούπερ Μάριο; Τη φιγούρα από το Nintendo;» «Ναι, τον ξέρω. Λοιπόν;» Με κοιτάζει με μια έκφραση που σημαίνει πως θα έπρεπε να είχα καταλάβει τι εννοεί. «Το παιχνίδι είναι γεμάτο μανιτάρια. Δε σου λέει τίποτα αυτό; Γιούνκερ, είσαι πολύ καιρό μακριά απ’ τους δρόμους και έχεις χάσει την επαφή με τα πράγματα». «Παρ’ όλα αυτά διέθεσα λιγότερο από ένα απόγευμα για να σε βρω». Ανάβω τσιγάρο και φυσάω ένα συννεφάκι καπνού που σμί­ γει με του Φελίξ. «Είχε διαφορές με κάποιον;» «Όλοι μας έχουμε διαφορές με κάποιους». «Καταλαβαίνεις τι εννοώ».

aoratos100s185.indd 103

11/3/14 2:34:42 PM

104

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Τραβάει μια ρουφηξιά και γλείφει ξανά τα χείλη του. «Απ’ όσο ξέρω, όχι. Έκανε τη δουλειά της. Δεν καθυστερούσε σχεδόν ποτέ να με πληρώσει. Δεν ξέρω αν έκανε δουλειές με άλ­ λους. Είχε ελάχιστους φίλους, αφού δεν ήταν από δω». «Πού έμενε;» «Πουθενά και παντού». «Πού έμενε πρόσφατα;» «Τον τελευταίο καιρό δεν είχε σταθερή κατοικία. Γι’ αυτό κοι­ μόταν στη Στέγη Τσάπμαν». «Στη Στέγη Τσάπμαν δεν είχε πάει προσωπικά της αντικείμε­ να. Δε θα έπρεπε να είχε εκεί έστω ένα σακίδιο με διάφορα πράγ­ ματα;» «Υποθέτω πως ναι, πού να ξέρω;» λέει κάνοντας μια αόριστη χειρονομία. Βήχει κι αμέσως μετά τραβάει άλλη μια ρουφηξιά από το τσιγάρο του. «Έπαιρνε το τρένο και πήγαινε νότια, ακό­ μα και μετά το θάνατο του φίλου της. Ίσως γνώριζε κάποιον εκεί κάτω, ίσως έμενε κάπου». «Μήπως ξέρεις ονόματα φίλων της;» «Όχι». «Πώς έλεγαν το φίλο της;» «Μίροσλαβ...» «Μίροσλαβ Τζούκιτς;» Νεύει καταφατικά και κουνιέται σαν νευρόσπαστο. «Ναι, έτσι τον έλεγαν». Ο Φελίξ διστάζει για μια στιγμή κι έπειτα γέρνει το κεφάλι του στο πλάι και χαμογελά πλατιά λες και μόλις θυμήθηκε κάτι. Είναι αλλόκοτη η έκφραση του προσώπου του, αλλά έτσι κι αλ­ λιώς όλες οι κινήσεις και οι εκφράσεις του είναι απρόβλεπτες, λες και ξεχνά εντελώς ποια είναι η έκφραση που ταιριάζει με τα λό­ για του. «Μπορώ να φύγω τώρα;» Τον αποδεσμεύω με μια γρήγορη χειρονομία.

aoratos100s185.indd 104

11/3/14 2:34:42 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

105

«Ξέρεις με ποια πρέπει να κουβεντιάσεις, έτσι δεν είναι;» λέει καθώς απομακρύνεται με το παλτό του να ανεμίζει πίσω του. Βγαίνει ξανά στον ήλιο και κοιτάζει γύρω του. «Όχι». «Σίγουρα ξέρεις». «Όχι». Όμως ξέρω πολύ καλά. Ο Φελίξ στρίβει σε μια γωνία και μέ­ νω μόνος, με το τσιγάρο στο χέρι. Πρέπει να μιλήσω με τη Σαμ.

Τώρα πια η Σαμ τα έχει φτιάξει με τον ιδιοκτήτη του «Pierced», που είναι το γνωστότερο στούντιο πίρσινγκ νοτίως της λίμνης Μέ­ λαρεν. Ονομάζεται Ρίκαρντ, αλλά τον φωνάζουν Ρίκι κι είναι ένας τύπος με αμέτρητα πίρσινγκ στο κορμί του. Η Σαμ, μάλιστα, του χτύπησε στην πλάτη ένα τατουάζ με το λατινικό, πρωτότυπο κεί­ μενο του «O Fortuna» του Καρλ Ορφ. Ο Ρίκι είναι ένα πρόσωπο το οποίο δεν μπορώ να πάρω στα σοβαρά για τους δικούς μου, μάλλον ευνόητους λόγους, αν και τον γνωρίζω μόνο εξ ακοής. Γνωριστήκαμε με τη Σαμ σε μια γιορτή σ’ ένα σπίτι της οδού Νιτόρι. Μόλις είχα αρχίσει να δουλεύω με προϊστάμενο τον Λέ­ βιν στη Διεύθυνση Αστυνομίας Στοκχόλμης. Είχα πάει στη γιορ­ τή για να ξαναδώ παλιούς φίλους με τους οποίους δεν είχα πια τί­ ποτα κοινό. Δεν είχε νόημα, αλλά το είχα θεωρήσει καθήκον μου. Η Σαμ ήταν εκεί για παρόμοιους λόγους. Ήταν καλοκαίρι κι η επιδερμίδα της ήταν ηλιοκαμένη. Τα μαλλιά της ήταν ανοιχτό­ χρωμα, γεμάτα ανταύγειες, και μεριές μεριές ξεπετάγονταν τού­ φες. Είχε έναν άτσαλα φτιαγμένο χαμηλό κότσο, που παρέμενε στη θέση του με τη βοήθεια ενός χοντρού μολυβιού από κάρβου­ νο. Οι ώμοι της ήταν καλυμμένοι με τατουάζ – λεπτές γραμμές σε χρώμα μαύρο, ψυχρό μπλε και γκρίζο του ατσαλιού. Στεκόταν όρ­ θια και ήταν μόνη. Κρατούσε στο χέρι ένα ποτό στο χρώμα του

aoratos100s185.indd 105

11/3/14 2:34:42 PM

106

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

γάλακτος κι είχε ένα βλέμμα που δεν αποκάλυπτε άλλο από την επιθυμία της να βρισκόταν αλλού. Αργότερα το ίδιο βράδυ με πλησίασε στην κουζίνα τη στιγμή που ετοίμαζα ένα κοκτέιλ για μένα. Αρχίσαμε να κουβεντιάζου­ με, αφού το αλκοόλ τής είχε φτιάξει τη διάθεση. Ήταν ομιλητι­ κή και συγκεντρωμένη και άκουγε με προσοχή όσα της έλεγα. Μου ανοίχτηκε και μπορώ να πω ότι μαζί της έχω κάνει τις καλύ­ τερες και πιο ωραίες συζητήσεις της ζωής μου. Η Σαμ έχει την ικανότητα να βγάζει στην επιφάνεια τον καλύτερό μου εαυτό. Το δυστύχημα είναι πως μου βγάζει και τον χειρότερο. «Έχω ένα στούντιο τατουάζ», μου είπε εκείνο το βράδυ. «Στην οδό Κοκ». «Στην οδό Κοκ», επανέλαβα και ήπια το ποτό μου μονορού­ φι. «Πρέπει να πάω εκεί τώρα». «Αυτή τη στιγμή; Θα πας τώρα στη δουλειά;» Ήταν περασμένα μεσάνυχτα. «Ξέχασα τα κλειδιά του σπιτιού εκεί», είπε, μπερδεύοντας τα λόγια της. «Έχω δύο μπρελόκ – ένα με τα κλειδιά του σπιτιού κι ένα με της δουλειάς». «Καθόλου... πρακτικό». Άθελά μου μπέρδευα κι εγώ τα λόγια μου. Εκείνη τη νύχτα κάναμε έρωτα στο στούντιο τατουάζ – όρθιοι, στηριγμένοι στον καφέ καναπέ που είχε για τους πελάτες, με τα παντελόνια μας κατεβασμένα μέχρι τους αστραγάλους. Με το ένα μου χέρι έπιανα το στήθος της, με το άλλο το μηρό της, και τα νύ­ χια της βυθίζονταν στο δέρμα μου. Είχα το πρόσωπο χωμένο στα μαλλιά της κι απολάμβανα την ευωδιά τους, που ανακατευόταν με τη μυρωδιά των μελανιών του στούντιο. Είχα πολύ καιρό να νιώσω έτσι – ήταν μια πρωτόγνωρη αίσθηση. Γίναμε ζευγάρι δυο βδομάδες αργότερα. Με ρώτησε η Σαμ αν ήθελα, κι εγώ γέλασα επειδή ο τρόπος της μου φάνηκε παιδικός

aoratos100s185.indd 106

11/3/14 2:34:42 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

107

και αθώος. Πολύ σύντομα μοιραζόμασταν τα πάντα εκτός από το σπίτι μας. Ήταν ελάχιστες οι νύχτες που δεν ήμασταν μαζί. Όσο συχνότερα μπορούσαμε μέναμε μέσα και βλέπαμε ταινίες ή σί­ ριαλ της συμφοράς. Βγαίναμε έξω για να δειπνήσουμε και για να πάμε σινεμά. Κάναμε μακρινούς περιπάτους στην οδό Σέντερ Μέ­ λαρστραντ. Κάναμε έρωτα πρωί, μεσημέρι, βράδυ. Στο κρεβάτι, στο μπάνιο, στο πάτωμα, στο τραπέζι της κουζίνας, στο στούντιό της, στις τουαλέτες του κινηματογράφου «Σέργκελ», στο μεγάλο ανελκυστήρα Καταρίνα* και κάποιες νύχτες ακουμπισμένοι στο φράχτη της οδού Μοντέλιους, με τη Στοκχόλμη να απλώνεται από κάτω. Πέρασαν μήνες και μια μέρα ανταλλάξαμε κλειδιά. Πολύ σύντομα μετακόμισα στο σπίτι της στη Σέντερμαλμ και υπενοικί­ ασα το διαμέρισμά μου στην οδό Τσάπμαν. Η Σαμ έμαθε πως ήμουν αστυνομικός μια βδομάδα μετά τη γνωριμία μας. Δεν της το είχα πει αμέσως επειδή φοβόμουνα πως θα με παρατούσε. Βέβαια το είχε υποψιαστεί από την αρχή, όπως μου είπε αργότερα. Έπρεπε να το είχα καταλάβει. Της είχα πει πως ήμουν πωλητής – δεν είχα βρει τίποτα πιο έξυπνο. Ήταν γε­ λοίο εκ μέρους μου. Η Σαμ κινούνταν στα όρια του υποκόσμου. Οι επικίνδυνοι άντρες εκτιμούν ιδιαίτερα τα καλά τατουάζ κι η Σαμ είναι επιδέ­ ξια στη δουλειά της. Ο καλλιτέχνης του τατουάζ είναι το αντίστοι­ χο του κομμωτή της γειτονιάς επειδή λόγω του επαγγέλματός του γνωρίζει πολλά για τη ζωή των πελατών του. Η Σαμ δεν είχε τίποτα εναντίον του υποκόσμου, αλλά δεν ήθελε και να μπλέξει. Είχε το δικό της πλαίσιο ζωής κι εγώ επίσης, όμως διατηρούσαμε καλή ισορροπία και γι’ αυτό αναπτύχθηκε η έλξη μεταξύ μας. Ύστερα έμεινε έγκυος. Αποφασίσαμε να κρατήσουμε το παι­ δί, παρότι στην αρχή είχαμε κάποιες αμφιβολίες. Αγοράσαμε βέ­ * Μεγάλος ανελκυστήρας στη Στοκχόλμη, που συνδέει την κεντρική περιοχή Σλούσεν με τα υψώματα της συνοικίας Σέντερμαλμ. (Σ.τ.Μ.)

aoratos100s185.indd 107

11/3/14 2:34:42 PM

108

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

ρες όχι για να αρραβωνιαστούμε, αλλά για να αισθανόμαστε πως υπήρχε ένας χειροπιαστός δεσμός που μας ένωνε μέχρι να έρθει το παιδί στον κόσμο. Ήταν το ξεκίνημα των ευτυχέστερων επτά μηνών της ζωής μου. Θα γεννιόταν ένα αγόρι και θα του δίναμε το όνομα του παππού της Σαμ από την πλευρά της μητέρας της: Βίκτορ. Ένα βράδυ ύστερα από μια γιορτή μπήκαμε στο αυτοκί­ νητο και οδήγησε η Σαμ. Καθόμουν δίπλα της κι ακούγαμε στο ραδιόφωνο κάποιον να τραγουδάει: If I had the chance I’d ask the world to dance. Ήταν χειμώνας κι ο οδηγός του προπορευόμενου αυτοκινήτου είχε πιει τόσο πολύ αλκοόλ, που θα έπρεπε να είχε πέσει αναίσθη­ τος. Ύστερα συνέβη κάτι που κατατρόμαξε τη Σαμ, με αποτέλε­ σμα να στρίψει απότομα το τιμόνι – ακόμα δεν ξέρω για ποιο λό­ γο. Το οδόστρωμα ήταν ολισθηρό και σε πολλά σημεία ο πάγος ήταν σαν κρύσταλλο. Το αυτοκίνητο ντεραπάρισε κι ο κόσμος γύ­ ρισε ανάποδα. Τα πάντα σκοτείνιασαν κι όταν κάποια στιγμή άνοιξα τα μάτια μου ο ουρανός ήταν γεμάτος αστέρια, ήμουν ξα­ πλωμένος ανάσκελα σ’ ένα φορείο κι ένιωθα αφόρητο πόνο στο κεφάλι. Με κάθε ανάσα που έπαιρνα αισθανόμουν σουβλιές στο σώμα μου, όπως αν κάποιος μου έμπηγε βελόνες. Είχα υποστεί κάταγμα σε τέσσερα οστά των πλευρών μου. Την επόμενη φορά που ξύπνησα βρισκόμουν κάτω από ένα δυνατό λευκό φως στο νο­ σοκομείο της Σέντερμαλμ. Ρώτησα να μάθω πώς ήταν η Σαμ και μου είπαν πως ήταν ακόμα στο χειρουργείο. Θα ζούσε, αλλά προ­ σπαθούσαν να σώσουν τον Βίκτορ. Δεν τα κατάφεραν. Η Σαμ είχε χάσει πάρα πολύ αίμα κι ο Βί­ κτορ είχε ακατάσχετη εσωτερική αιμορραγία. Η Σαμ δεν ήταν κο­ ντά μου όταν το έμαθα. Την είχαν υπό παρακολούθηση στην εντα­ τική. Θυμάμαι το εκτυφλωτικό φως, το ψυχρό δωμάτιο και τη μι­ κρή, ξύλινη, γαλάζια και κίτρινη σημαία δίπλα μου στο τραπέζι. Ο οδηγός του προπορευόμενου αυτοκινήτου είχε χάσει τον έλεγχο του οχήματός του. Καταδικάστηκε για βαριά αμέλεια σε

aoratos100s185.indd 108

11/3/14 2:34:42 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

109

φυλάκιση έξι μηνών με αναστολή. Πέρασε ένας χρόνος και μια μέρα έψαξα να τον βρω, χτύπησα την πόρτα του σπιτιού του κι όταν άνοιξε τον χτύπησα με μια σιδερογροθιά. Δεν πρόβαλε αντί­ σταση. Δεν ανέφερα την πράξη μου σε κανέναν. Ο Βίκτορ δεν υπήρχε πια κι ο θάνατός του δημιούργησε ένα αγεφύρωτο ρήγμα ανάμεσα σ’ εμένα και τη Σαμ. Η σχέση μας άντεξε έναν ακόμα χρόνο. Αρχίσαμε τους καβγάδες επειδή όσο περνούσε ο καιρός νιώθαμε πως όλα πήγαιναν προς το χειρότε­ ρο, πως η ύπαρξή μας, η ψυχή μας, είχε γεμίσει αγκάθια. Εκσφεν­ δονίζαμε φλιτζάνια, σκάβαμε ο ένας το λάκκο του άλλου και βα­ δίζαμε στο σκοτάδι της μοναξιάς μας. Θεαματικές αψιμαχίες για το τίποτα, αλλά και για όλα τα σημαντικά ζητήματα. Προσπαθή­ σαμε να μειώσουμε τις προστριβές κάνοντας έρωτα, αλλά αυτό απλώς χειροτέρεψε την κατάσταση. Η Σαμ ήταν ο πρώτος άνθρωπος στον οποίο έβρισκα καταφύ­ γιο όταν κάτι πήγαινε στραβά και το ίδιο ίσχυε και για εκείνη. Γνωρίζει τα μύχια της καρδιάς μου. Αλλά τη γνωρίζω κι εγώ πο­ λύ καλά. Ξέρω ότι φοβάται το σκοτάδι. Στους τοίχους του στού­ ντιο έχει κρεμάσει αφίσες κινηματογραφικών ταινιών: Ο Νονός, Fight Club, Pusher. Αγαπημένη της ταινία όμως είναι το Μερικοί το Προτιμούν Καυτό. Ξέρω ότι έχει ένα τατουάζ που απεικονίζει δυο περιστέρια κι είναι τόσο ψηλά στο μηρό της, που η μία φτερού­ γα φτάνει βαθιά στα σκέλια της. Ξέρω πως ο πατέρας της κακο­ ποιούσε τη μητέρα της. Ενόσω το φάντασμα του Βίκτορ έκαιγε τα σωθικά μας, είχα­ με πέσει με τα μούτρα στη δουλειά. Δεν είχαμε αποκαλύψει τη σχέση μας σε πολύ κόσμο, κάτι που στην αρχή λειτουργούσε μια χαρά. Σιγά σιγά όμως η κατάσταση αυτή δημιούργησε κι άλλες προστριβές. Λόγω του επαγγέλματός της η Σαμ ερχόταν έμμεσα σε επαφή με τον υπόκοσμο κι άκουγε διάφορες ιστορίες. Όταν μαθεύτηκε πως είχε σχέση με αστυνομικό, δεν άρχισε μόνο να χά­ νει την πελατεία της, αλλά και να δέχεται απειλές. Αντιμετώπιζε

aoratos100s185.indd 109

11/3/14 2:34:42 PM

110

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

την κατάσταση με φαινομενική ψυχραιμία, όμως έβλεπα πως ήταν ταραγμένη. Ήμουν κι εγώ ταραγμένος. Ένιωθα πως όλα ήταν δικό μου λάθος. «Πρέπει να αλλάξεις δουλειά», της είπα μια μέρα. «Κάνε κά­ τι άλλο». «Γιατί να αλλάξω εγώ δουλειά κι όχι εσύ;» «Για σένα είναι πιο εύκολο». «Δεν είναι καθόλου πιο εύκολο», μου είπε απότομα. «Εσένα δε σου αρέσει να είσαι αστυνομικός. Εγώ αγαπώ τη δουλειά μου». «Σου αρέσει να κάνεις τατουάζ σε εγκληματίες;» της φώναξα. «Τίμια δουλειά, Σαμ!» «Διαστρεβλώνεις οτιδήποτε λέω», είπε με φωνή που έτρεμε από οργή κι από το πικρό αίσθημα προδοσίας. Και συνεχίσαμε έτσι για μήνες. «Θα χωρίσετε;» μας ρώτησε μια φίλη της όταν είχαμε βγει για καφέ. «Όχι σήμερα», αποκρίθηκε η Σαμ. Χωρίσαμε δυο βδομάδες μετά τη μέρα που της έκανα δώρο ένα κολιέ με μαύρους κύβους σε μια απόπειρα να συμφιλιωθώ μα­ ζί της. Στο λαιμό της έδειχνε περισσότερο σαν θηλιά, αλλά της άρεσε. Μετακόμισα ξανά στην Κούνσχολμ, στην οδό Τσάπμαν. Ένα χρόνο αργότερα μπλέχτηκα στην Υπόθεση Γκότλαντ. Η Σαμ μού τηλεφώνησε όταν το άκουσε στις ειδήσεις για να με ρωτήσει πώς αντιμετώπιζα την κατάσταση. Εκείνη τη στιγμή δεν ήθελα να της μιλήσω, αργότερα όμως της τηλεφώνησα για να τα πούμε. Η συνομιλία μας ήταν γεμάτη σιωπές και συγκαλυμμέ­ να λόγια. Ίσως γι’ αυτό το λόγο τής τηλεφώνησα και πάλι λίγες μέρες αργότερα. Ήμουν όμως φτιαγμένος κι η Σαμ δεν ήθελε να μιλήσουμε και μου το έκλεισε. Άφησα να περάσουν λίγες μέρες και της τηλεφώνησα ξανά – δεν ξέρω γιατί, νομίζω πως ήθελα να ακούσω τη φωνή της. Η φωνή της μου θύμιζε πόσο απλά και ελ­ πιδοφόρα φαίνονταν όλα κάποτε. Είχα συμπληρώσει τριάντα

aoratos100s185.indd 110

11/3/14 2:34:42 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

111

χρόνια ζωής χωρίς να μου έχει συμβεί τίποτα εξαιρετικό, αλλά ίσως είχε φτάσει η μέρα που έπρεπε να αντιμετωπίσω τα επακό­ λουθα της ενηλικίωσης. Τις νύχτες εξακολουθώ να ονειρεύομαι τον Βίκτορ.

«Σαμ», λέει κοφτά όταν απαντάει στο τηλέφωνο. Δεν ξέρω τι να πω. Κι έτσι δε λέω τίποτα και νιώθω ντροπή. «Εμπρός;» λέει κουρασμένα. «Λέο, πάψε να μου τηλεφωνείς. Είσαι φτιαγμένος;» «Όχι». «Κλείνω». «Όχι, περίμενε». «Τι είναι, Λέο; Τι θες;» Κάποιος μάλλον μετακινείται πίσω της στο κρεβάτι. Ένας γυ­ μνός άντρας που προσπαθεί να πείσει τη σύντροφό του να πάψει να μιλά με τον άντρα που ίσως εξακολουθεί να την αγαπά. Πεί­ θω τον εαυτό μου πως κάτι τέτοιο θα της λέει. «Σε πεθύμησα», λέω χαμηλόφωνα. Δε λέει τίποτα και με πιάνει πόνος απ’ τη στενοχώρια. «Μην το λες αυτό», ψιθυρίζει. «Ναι, αλλά σε πεθύμησα». «Όχι». «Πώς το ξέρεις;» «Πάψε να τηλεφωνείς εδώ, Λέο». «Δεν είμαι φτιαγμένος. Σταμάτησα τα χάπια». Η Σαμ καγχάζει. «Δεν τα σταμάτησες». «Κι όμως λέω αλήθεια». «Τι θες;» «Σου είπα. Σε πεθύμησα». «Δε σκοπεύω να πω το ίδιο».

aoratos100s185.indd 111

11/3/14 2:34:42 PM

112

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Αναστενάζουμε κι οι δυο ταυτόχρονα. Αναρωτιέμαι τι να ση­ μαίνει αυτό. «Είναι μεγάλη ανάγκη να σε δω», της λέω. «Για ποιο λόγο;» «Χρειάζομαι τη βοήθειά σου». «Σε τι;» Διστάζω. «Έμαθες για τη γυναίκα που πυροβόλησαν στη Στέγη Τσάπ­ μαν;» «Ναι». «Κάτι δεν πάει καλά μ’ αυτή την ιστορία. Πιστεύω πως μπο­ ρείς να με βοηθήσεις». «Μιλάς σοβαρά;» «Πιο σοβαρά δε γίνεται». «Αύριο κατά τις δώδεκα;» λέει διστάζοντας. «Έχω πελάτη στις δέκα και δεν προφταίνω νωρίτερα». «Ωραία. Σ’ ευχαριστώ». «Ωραία». Τι να σκέφτεται άραγε; «Είσαι ευτυχισμένη;» τη ρωτώ στο τέλος. Η Σαμ κλείνει το τηλέφωνο και δεν κάνω καμιά προσπάθεια να την ξαναπάρω.

wWw.Greekleech.info

wWw.Greekleech.info

Κοντεύει να νυχτώσει. Γύρω μου όλα είναι σκοτεινά. Από το μπαλκόνι μου βλέπω το κτίριο που στεγάζει το «Bar» και φέρ­ νω στο νου μου την Άννα. Μου είχε ζητήσει να της τηλεφωνή­ σω. Ίσως πρέπει να το κάνω. Ίσως να μου κάνει καλό. Θα έπρε­ πε να ξαναπάω στο Σάλεμ, αλλά αποθαρρύνομαι και μόνο που το σκέφτομαι. Ακούω τις ειδήσεις στο ραδιόφωνο. Δίνουν κά­ ποια στοιχεία σχετικά με την έρευνα. Οι γονείς της Ρεμπέκα Σάλομον ενημερώθηκαν στην Εσκιλστούνα για το θάνατό της.

aoratos100s185.indd 112

11/3/14 2:34:42 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

113

Αναρωτιέμαι πώς να το πήραν – είναι οδυνηρό να χάνεις δικό σου άνθρωπο. Κάνει κρύο στο μπαλκόνι. Καπνίζω ένα τελευταίο τσιγάρο. Κα­ θώς μπαίνω μέσα, το κινητό μου δονείται στην τσέπη μου: μήνυ­ μα από έναν αριθμό που μου είναι άγνωστος. Σε βλέπω, Λέο. Βουλιάζω στον καναπέ και απαντώ στο μήνυμα. Ποιος είσαι; Έμαθα πως κυνηγάς ένα δολοφόνο. Πες μου ποιος είσαι. Βγάζω ένα χάπι από το πακέτο που έχω πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού και το καταπίνω. Παίρνω βαθιές ανάσες. Μάντεψε, απαντά ο άγνωστος. Πρόκειται για αστείο; Όχι. Κάτω στο δρόμο ακούγεται ένα αυτοκίνητο να παίρνει μπρος. Βγαίνω στο μπαλκόνι και το βλέπω να ξεκινά. Τα φώτα της πό­ λης αντανακλώνται στη γυαλιστερή μαύρη επιφάνειά του. Βλέπω τα κόκκινα πίσω φώτα του και το απαλό, λευκό φως της οθόνης ενός κινητού τηλεφώνου στο εσωτερικό του.

aoratos100s185.indd 113

11/3/14 2:34:42 PM

ΕΙΜΑΙ ΔΩΔΕΚΑ ΧΡΟΝΩΝ. Ο πατέρας μου λέει πως είμαι ο καλύτε­

ρός του φίλος, πως όλος ο υπόλοιπος κόσμος είναι εναντίον του. Η τηλεόραση παίζει τα «Χτυποκάρδια στο Μπέβερλι Χιλς». Ο πα­ τέρας μου λέει πως μοιάζω με τον Ντίλαν. Δεν καταλαβαίνω τι εν­ νοεί, αλλά νιώθω όμορφα. Έχει το μπράτσο του στους ώμους μου. Είμαστε μόνοι μας στο σπίτι. Ύστερα μπαίνουμε στο αυτοκίνη­ το. Δεν πάμε πουθενά συγκεκριμένα, απλώς κάνουμε βόλτα με το αυτοκίνητο. Ακούμε μουσική κι ο ήλιος λάμπει. Είναι άνοιξη. Λί­ γο αργότερα ένας τροχονόμος μάς κάνει νόημα να σταματήσου­ με στην άκρη του δρόμου. Ο πατέρας μου φυσάει σ’ ένα επιστό­ μιο. Ύστερα αφήνουμε το αυτοκίνητο και γυρνάμε στο σπίτι με το περιπολικό. Ο πατέρας μου πείθει τον τροχονόμο να σταματή­ σει αρκετά πριν από το σπίτι και να συνεχίσουμε με τα πόδια. Δεν ξέρω για ποιο λόγο. Η μητέρα μου δε βάζει τις φωνές. Δε λέει τίποτα. Ποτέ δε λέει κουβέντα. Κι έρχεται η επόμενη άνοιξη κι ο πατέρας μου πηγαί­ νει εθελοντικά κάπου για μια θεραπεία που υποτίθεται πως θα δι­ αρκέσει ένα εξάμηνο. Επιστρέφει στο σπίτι ύστερα από τρεις μή­ νες και μας λέει πως έχει γίνει καλά. Δεν κουβεντιάζουμε πια μα­ ζί γιατί δεν τον πιστεύω – και ξέρει πως δεν τον πιστεύω. Αλλά μια μέρα τού το λέω. Πιάνει μια καρέκλα και την πετάει προς το μέ­ ρος μου. Μπαίνω τρέχοντας στο δωμάτιό μου και κλειδώνομαι. Ο πατέρας μου στέκεται απέξω. Μου λέει πως θέλει να μπει, να κου­ βεντιάσουμε. Δεν του ανοίγω. Θυμώνει. Ανοίγω το στερεοφωνικό και δυναμώνω την ένταση για να μην ακούω τη φωνή του. Χτυ­ πάει την πόρτα με τη γροθιά του. Τη χτυπάει δυνατά και το φτη­

aoratos100s185.indd 114

11/3/14 2:34:42 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

115

νιάρικο ξύλο βουλιάζει σε μια μεριά. Οι σκλήθρες τον τραυματί­ ζουν στο χέρι, αρκετά βαθιά. Πάει με ταξί στο νοσοκομείο για να του το ράψουν. Τι έκανες όταν ήμουν με τον πατέρα μου στο αυτοκίνητο; Πού ήσουν; Ήσουν μόνος; Τώρα πια το κάνω συχνά αυτό: διαλέγω μια παλιά ανάμνηση και φέρνω στο νου μου το γεγονός. Σκέφτομαι εκείνα τα πρώτα χρόνια πριν γνωριστούμε. Όταν ήμασταν ακό­ μα ξένοι μεταξύ μας.

aoratos100s185.indd 115

11/3/14 2:34:42 PM

IX

ΠΡΩΙ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ. Είμαι άυπνος, με κατακόκκινα μάτια. Μια

πρωινή εκπομπή έχει βάλει μια παράφορη μουσική τζαζ για να αναστηθούν οι πεθαμένοι που ξέχασαν ανοιχτό το ραδιόφωνο πριν φύγουν για τον άλλο κόσμο. Είναι ένα βαρύ μουσικό κομμάτι, μα­ νιασμένο, και δε λέει να τελειώσει – φτάνει σ’ ένα κρεσέντο, πέ­ φτει ξανά στα μαλακά, για να δυναμώσει και πάλι. Θα συναντη­ θώ με τη Σαμ. Η φωνή της ηχούσε στο κεφάλι μου αρκετή ώρα με­ τά το χτεσινό μας τηλεφώνημα. Είχα ξεχάσει σχεδόν τον ήχο της φωνής της, τις απαλές και ταυτόχρονα τραχιές αποχρώσεις του. Κοιτάζω το κινητό μου. Έμαθα πως κυνηγάς ένα δολοφόνο. Κάποιος θέλει να δηλώσει την παρουσία του. Θέλει να ξέρω πως με παρακολουθεί.

Ο ψυχολόγος τον οποίο επισκέπτομαι εδώ και κάμποσο καιρό εί­ ναι γνωστός και εμφανίζεται συχνά στα μίντια. Δεν ξέρω πώς κα­ τέληξα να πηγαίνω σ’ αυτόν, ξέρω μόνο πως δεν πληρώνω εγώ το λογαριασμό. Σε πρώτη φάση με είδε ένας ψυχολόγος ειδικευμέ­ νος στην αντιμετώπιση των ψυχικών τραυμάτων των αστυνομικών. Αργότερα με έστειλαν σε άλλον. Ο ψυχολόγος που έχω τώρα εί­ ναι ηλιοκαμένος, έχει γκριζαρισμένο μούσι και τετράγωνο σαγό­ νι. Μιλάει πολύ για τα επερχόμενα σχέδιά του: για την εμφάνισή

aoratos100s185.indd 116

11/3/14 2:34:42 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

117

του σε μια σειρά τηλεοπτικών εκπομπών για την ψυχική υγεία, για τις διαλέξεις του σε διάφορα λύκεια, για το βιβλίο που προτίθεται να γράψει για την παιδική του ηλικία. Και στο τέλος μού λέει: «Πώς τα πας;» «Έχω την εντύπωση πως είμαι καλά». «Το καλοκαίρι τελειώνει σε λίγο καιρό». «Ναι». «Έρχεται το φθινόπωρο». «Έτσι φαίνεται», λέω κοιτάζοντας το κινητό μου. Κοιτάζω τη φωτογραφία του γαλήνιου προσώπου της Ρεμπέκα Σάλομον, ρί­ χνω μια ματιά στο μήνυμα του αγνώστου και κοιτάζω ξανά τη φω­ τογραφία της. «Περιμένεις κάτι;» «Τι;» Κοιτάζει το κινητό μου. «Μπορείς να το αφήσεις κάτω;» «Όχι». Ανοίγει διάπλατα τα χέρια του και χαμογελά. Ακουμπά στην πλάτη της πολυθρόνας του. Ακολουθεί το δικό μου ρυθμό. Ισχυ­ ρίζεται πως μόνο έτσι θα προχωρήσουμε. Η αλήθεια είναι πως εδώ και πάνω από ένα μήνα δεν έχω πει τίποτα σημαντικό. Στην αρχή ενδιαφερόταν για μένα, μάλλον επειδή γνώριζε την ιστο­ ρία μου. Ήταν ένα ενδιαφέρον που ατόνησε γρήγορα. Σε κάθε συνεδρία καπνίζω και πίνω νερό. Μερικές φορές τού φωνάζω ή κλαίω, αλλά συνήθως δε βγάζω άχνα. Η ώρα κυλάει συχνά μέσα στη σιωπή. Μερικές φορές είμαι καθιστός σε όλη τη διάρκεια της συνεδρίας, άλλες φορές σηκώνομαι και φεύγω χωρίς να πω τίποτα. Αυτή τη φορά εγκαταλείπω το γραφείο του ψυχολόγου ύστερα από σαράντα πέντε λεπτά.

wWw.Greekleech.info

aoratos100s185.indd 117

11/3/14 2:34:42 PM

118

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Συμβαίνει κάτι το παράξενο μ’ αυτή την πόλη. Κάτι που έχει σχέ­ ση με το γεγονός πως ο κουστουμαρισμένος μπουφετζής που σερ­ βίρει εσπρέσο χαμογελά μόνο στους καλοντυμένους κυρίους και σε κανέναν άλλο. Κάτι που έχει σχέση με τους διαγκωνισμούς μέ­ σα στο μετρό. Κάτι που έχει σχέση με το ότι αποφεύγουμε το βλέμμα των άλλων, με το ότι ποτέ δεν καταφέρνουμε να κοιτα­ χτούμε. Όλοι μας περιμένουμε να εφεύρει ο Θεός κάτι νέο, κάτι που θα μας κάνει να αντέχουμε τη ζωή. Τα περισσότερα πράγματα στη Στοκχόλμη πατούν σε κάτι πα­ μπάλαιο. Τα πάντα μπορούν να χρησιμοποιηθούν εκ νέου και να ανανεωθούν. Δεν υπάρχει τίποτα που να έχει πυρήνα. Οι χώροι που ήταν διαμερίσματα έγιναν καταστήματα και αντιστρόφως. Το εστιατόριο που βρίσκεται λίγο πιο πέρα από το Αστυνομικό Μέγαρο της οδού Κούνσχολμ ήταν κάποτε κομμωτήριο. Ένα κα­ τάστημα με γκόθικ ρούχα στην οδό Ρινγκ ήταν κάποτε στριπτιζά­ δικο. Ένα στριπτιζάδικο στην οδό Μπίργκερ Γιαρλ ήταν κάποτε παλαιοβιβλιοπωλείο. Είμαι κάπου στη Σέντερμαλμ και βλέπω πως η μεσημεριανή κοσμοσυρροή έχει παραλύσει την οδό Γέτα, προκαλώντας μποτι­ λιάρισμα. Σε κάθε κόκκινο φανάρι συνωστίζονται πεζοί για να πε­ ράσουν απέναντι. Φορώ γυαλιά ηλίου επειδή αυτό κάνω συνήθως πριν και μετά την επίσκεψη στον ψυχολόγο. Πηγαίνω από τους μι­ κρότερους δρόμους στα ανατολικά της οδού Γέτα και μόλις αντι­ κρίζω την πινακίδα του «S Tattoo» παίρνω ένα ηρεμιστικό χάπι. Το στούντιο τατουάζ της Σαμ στεγάζεται στο χώρο όπου λειτουρ­ γούσε ένα παντοπωλείο που είχε ανοίξει τη δεκαετία του 1950. Έχει τοποθετηθεί μια καινούρια μαύρη πόρτα με ενσωματω­ μένο τζάμι από πλεξιγκλάς προστατευμένο πίσω από χοντρά κά­ γκελα. Η πόρτα είναι κλειστή, αλλά όχι κλειδωμένη. Κοιτάζω μέ­ σα και βλέπω πως στη διάσημη καρέκλα της Σαμ κάθεται ένας νεαρός με πίρσινγκ στο πρόσωπο και με μαλλιά που έχουν μια εμετική απόχρωση του πράσινου. Είναι γυμνός από τη μέση και

aoratos100s185.indd 118

11/3/14 2:34:42 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

119

πάνω και γερμένος προς τα εμπρός με τα μάτια κλειστά, σαν να κοιμάται. Η Σαμ δε φαίνεται πουθενά. Κάποια στιγμή βγαίνει από μια μικρή εσοχή του τοίχου που υπάρχει στο βάθος του στούντιο. Κρατάει μια φιάλη με κόκκινο μελάνι. Αμέσως μόλις τη βλέπω παίρνω ασυναίσθητα μια βαθιά ανάσα και σηκώνω το χέρι μου για να χτυπήσω την πόρτα. Η Σαμ εμφανίζεται μπροστά μου με το ένα χέρι στο πόμολο της ανοιχτής πόρτας και το άλλο ακουμπισμένο στο πλαίσιό της. Το βλέμμα της σκοτεινιάζει. Σφίγγει τα δόντια. Ο τύπος με τα πράσινα μαλλιά σηκώνει το κεφάλι του και μας κοιτάζει με μια έκφραση περιέργειας. «Γεια σου», μου λέει η Σαμ. «Γεια». «Θα συνεχίσεις να τα φοράς;» «Ποια;» Ξαφνικά θυμάμαι ότι φοράω ακόμα τα γυαλιά ηλίου και τα βγάζω. «Όχι. Ήμουν στον ψυχολόγο μου». «Καλά», λέει κάπως συγχυσμένη και χαμηλώνει το βλέμμα στο μικρό κομμάτι του τσιμεντένιου δαπέδου ανάμεσα στα πόδια μας. Αφήνει το πόμολο και κάνει ένα βήμα πίσω. «Έχω πελάτη. Θα περιμένεις». «Δεν πειράζει. Δεν είναι επείγον. Τουλάχιστον έτσι νομίζω». Στο στούντιο υπάρχει μια έντονη μυρωδιά αποστειρωτικού υγρού και μελανιού. Βυθίζομαι στο μεγάλο, καφέ δερμάτινο κα­ ναπέ. Έχει ξεφτίσει. Βρίσκεται σε μια γωνιά του στούντιο, δίπλα στην εσοχή του τοίχου όπου η Σαμ αποθηκεύει τα μελάνια, τις βε­ λόνες, τους επιδέσμους, τα αντισηπτικά σαπούνια, τα λογιστικά της βιβλία και οτιδήποτε άλλο της είναι αναγκαίο. Οι τοίχοι είναι διακοσμημένοι με φωτογραφίες μελών του σώματος. Τατουάζ που έχει δημιουργήσει η Σαμ σε πλάτες, ώμους, σβέρκους, πρόσωπα, χέρια, κοιλιές, στήθη και μηρούς. Φοράει σκούρο τζιν παντελόνι και λευκό πουκάμισο. Στον ένα βραχίονά της φαίνεται η ουρά ενός φιδιού που τυλίγεται στο

aoratos100s185.indd 119

11/3/14 2:34:42 PM

120

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

μπράτσο της – αθέατο εξαιτίας του πουκαμίσου. Βάζει καινούρια λαστιχένια γάντια και συνεχίζει να χτυπά το τατουάζ στην πλάτη του νεαρού, γεμίζοντάς το με μελάνι. Παριστάνει ένα υποχθόνιο πλάσμα με κεφάλι ταύρου και φτερά δράκου και έχει μαύρο, κόκ­ κινο και κίτρινο χρώμα. Η ηλεκτρική βελόνα μοιάζει και ακούγε­ ται σαν οδοντιατρικός τροχός καθώς η Σαμ ελέγχει την ταχύτητα με το ποδόπληκτρο. Ο νεαρός χλομιάζει κι ύστερα κοκκινίζει και χλομιάζει ξανά. Αρπάζεται γερά από την καρέκλα λες και προσπαθεί να αποτρέ­ ψει την ανύψωσή του προς τον ουρανό. «Πιστεύω πως θα χρειαστεί να έρθεις άλλη μία φορά», του λέει η Σαμ ήρεμα. «Απομένει να γεμίσω το ένα φτερό». «Μμ», κάνει ο νεαρός. Το πρόσωπό του είναι κάτασπρο, τα χείλη του είναι στεγνά και τα μάτια του γουρλωμένα. «Εντάξει», της λέει ντροπιασμένος. Ο νεαρός φεύγει και η Σαμ μού γυρνά την πλάτη και τον κοι­ τάζει καθώς απομακρύνεται – έτσι τουλάχιστον δείχνει, αλλά δεν το πιστεύω. Παίρνει μια βαθιά ανάσα και γυρνά προς το μέρος μου. Με προσπερνά, πηγαίνει στη γωνιά όπου αποθηκεύει όλα τα αναγκαία και ξανάρχεται με δύο αναψυκτικά. Κάθεται στον κα­ ναπέ, όσο πιο μακριά μου γίνεται. Ανοίγει το αναψυκτικό της και πίνει μια γουλιά. Θα στοιχημάτιζα πως είναι πιο όμορφη απ’ όσο πριν από ένα χρόνο. «Χρειάζομαι τη βοήθειά σου», της λέω. «Το έχω καταλάβει». Ρίχνει μια ματιά στο ρολόι τοίχου. «Έχω δέκα λεπτά στη διάθεσή μου». Βγάζω το κινητό μου και πιέζω ένα πλήκτρο για να προβληθεί η φωτογραφία. «Μήπως αναγνωρίζεις αυτή τη γυναίκα;» Η Σαμ κοιτάζει τη φωτογραφία κι ύστερα εμένα. «Δεν το πιστεύω αυτό που κάνεις. Πώς είναι δυνατόν να μου δείχνεις το πρόσωπο μιας νεκρής έτσι απροειδοποίητα;»

aoratos100s185.indd 120

11/3/14 2:34:42 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

121

«Συγνώμη». Παίρνω μια βαθιά ανάσα. «Είμαι... Συγνώμη. Μπορείς να την κοιτάξεις και να μου πεις αν την αναγνωρί­ ζεις;» Απλώνει το χέρι της και καθώς της δίνω το κινητό τα δάχτυλά μας αγγίζονται. «Κοκκίνισες», της λέω. «Ζεσταίνομαι. Και δεν αισθάνομαι καθόλου καλά βλέποντας αυτό εδώ». Κοιτάζει προσεκτικά τη φωτογραφία ανοιγοκλείνοντας τα μά­ τια της, με μια πεισματική έκφραση στο πρόσωπό της. Συνοφρυώ­ νεται. Είναι πολύ δύσκολο να κοιτάζεις έναν νεκρό. Μου δίνει το κινητό και καταλαβαίνω από την έκφρασή της πως δεν τολμά να παραδεχτεί ότι έχει αναγνωρίσει τη νεκρή. Τα δάχτυλά μας αγγί­ ζονται και πάλι. «Είναι η Ρεμπέκα, αυτή δεν είναι;» μου λέει. Την πλησιάζω. Στο πρόσωπό της βλέπω αναλαμπές του πα­ ρελθόντος: θυμάμαι πώς μοιάζει όταν γελά· όταν κλαίει· όταν κοι­ μάται. Στον ύπνο το πρόσωπο της Σαμ έχει μια γαλήνια έκφραση παιδιού. «Πώς τυχαίνει να ξέρεις το όνομά της;» «Τη συνάντησα πριν από λίγους μήνες σ’ ένα πάρτι. Προσπα­ θούσε να πουλήσει ό,τι είχε πάνω της. Τότε δεν ήξερα το όνομά της. Χτες το έμαθα». «Ποιος σου το είπε;» «Ξέρεις πως δεν μπορώ να σου πω. Και μόνο που βρίσκεσαι εδώ είναι πολύ ριψοκίνδυνο». Οι απειλές ξεκίνησαν όταν μαθεύτηκε πως η Σαμ Φαλκ είχε δεσμό με αστυνομικό. Αργότερα μειώθηκε και η πελατεία της. Έρχονταν όμως στη Σαμ και νέοι πελάτες που παλαιότερα πήγαι­ ναν αλλού για να κάνουν τατουάζ. Όταν πια ηρέμησαν τα πράγ­ ματα, το εισόδημα της Σαμ αυξήθηκε και πάλι στα προηγούμενα επίπεδα. Ύστερα χωρίσαμε και δεν ξέρω τι συνέβη από τότε,

aoratos100s185.indd 121

11/3/14 2:34:42 PM

122

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

εκτός από το ότι κάποιοι εξακολουθούν να της λένε διάφορα ενο­ χλητικά πράγματα. «Σαμ, η γυναίκα πέθανε στην πολυκατοικία μου», της λέω κοι­ τάζοντάς την κατάματα. «Το ξέρω». «Τα είχε φτιάξει με τον Μίροσλαβ Τζούκιτς. Σου λέει κάτι αυτό το όνομα;» Η Σαμ σηκώνει τα φρύδια της. «Ήταν ζευγάρι; Νόμιζα πως ο Μίροσλαβ έχει πεθάνει». «Πεθαμένος είναι. Ξέρεις ποιος ήταν;» «Ελάχιστα πράγματα. Ένας απόκληρος από το Νόρσμποργ». «Ο Φελίξ μού είπε πως η Ρεμπέκα μάλλον έμενε στο σπίτι ενός φίλου του Μίροσλαβ». «Δε γνωρίζω πια τέτοιου είδους ανθρώπους». Κατανεύω, αν και δεν πιστεύω πως μου λέει την αλήθεια. «Μπορείς να μου πεις κάτι παραπάνω για τη Ρεμπέκα; Οτιδή­ ποτε». Η Σαμ δαγκώνει μαλακά το κάτω χείλι της, κάτι που πάντα αποσπούσε την προσοχή μου. Το καταλαβαίνει όμως όταν βλέπει πως έχω καρφώσει το βλέμμα μου στα χείλη της και σταματά να το κάνει. «Ξέρεις πού έμενε;» τη ρωτώ. «Όχι. Ξέρω μόνο πως δεν έμενε στη Στέγη Τσάπμαν». «Και πώς το ξέρεις;» «Πριν από δύο μήνες είχα μια πελάτισσα που περνούσε πότε πότε τις νύχτες της εκεί όταν ο άντρας της γινόταν βίαιος. Μου εί­ πε πως η Στέγη Τσάπμαν δεν είναι χώρος όπου μπορείς να κατοι­ κήσεις. Μπορείς να κοιμηθείς εκεί και να σου δώσουν φαγητό και ρούχα, αλλά δεν είναι ακριβώς... σπίτι». Ξύνω το μάγουλό μου – έτσι κάνω όταν σκέφτομαι. Τουλά­ χιστον αυτό μου είχε πει κάποτε η Σαμ, που το είχε παρατηρή­ σει.

aoratos100s185.indd 122

11/3/14 2:34:42 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

123

«Κάτι δεν κολλάει σ’ αυτή την ιστορία, αλλά δεν μπορώ να κα­ ταλάβω τι είναι». Της λέω όσα ξέρω για τη Ρεμπέκα Σάλομον, πόσο παράλογος μοιάζει ο θάνατός της και πόσο αποτελεσματικός ήταν ο δρά­ στης. «Και σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του Φελίξ», λέει η Σαμ, «δεν υπήρχε κανένας που να ήθελε το κακό της;» «Ο Φελίξ δεν ήξερε να μου πει. Φυσικά, ήταν επιφυλακτικός. Μου είπε πως δεν ήταν δυνατόν να ξέρει τα πάντα για τη Ρεμπέ­ κα». «Σου πέρασε απ’ το μυαλό πως...» Συγκρατείται και δεν ολοκληρώνει τα λόγια της. Δαγκώνει ξα­ νά το κάτω χείλι της. Χαμηλώνω το βλέμμα. «Τι πράγμα;» τη ρωτάω. «Ίσως να μην έχει σχέση μ’ αυτήν». «Τι εννοείς;» «Ίσως να μην έχει σχέση με ένα πρόσωπο, αλλά με ένα μέρος». «Εννοείς πως ίσως έχει σχέση με τη Στέγη Τσάπμαν;» «Υπάρχουν ένα σωρό σκοτεινά κι απόμερα σημεία σ’ αυτή την πόλη, σε εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους. Σοκάκια, πάρκα, γειτονιές όπου γίνεται διακίνηση ναρκωτικών, υπόγεια. Σε τέτοια μέρη συχνάζουν άνθρωποι σαν τη Ρεμπέκα Σάλομον. Αν το θέμα ήταν απλώς να σκοτώσουν εκείνη, γιατί δεν το έκαναν σε κάποιο απ’ αυτά τα μέρη; Γιατί να επιλέξουν τη Στέγη Τσάπμαν, όπου θα υπήρχε πολύ μεγαλύτερος κίνδυνος να αποκαλυφθούν;» «Ίσως βιάζονταν», λέω. «Ίσως την κυνηγούσαν». «Ξαπλώνεις να κοιμηθείς όταν σε κυνηγούν;» Νεύω αρνητικά. «Δεν πας να κοιμηθείς σ’ ένα χώρο που είναι ανοιχτός στον κα­ θένα», λέω. «Στη Στέγη Τσάπμαν μπαίνεις όποτε θέλεις». Το ερώτημα ίσως να μην είναι γιατί πέθανε, αλλά γιατί πέθα­

aoratos100s185.indd 123

11/3/14 2:34:42 PM

124

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

νε στη Στέγη Τσάπμαν. Ή μάλλον γιατί κάποιος –όποιος κι αν εί­ ναι αυτός– πεθαίνει με αυτό τον τρόπο στη Στέγη Τσάπμαν. Κά­ τι αναδύεται από τις σκοτεινές γωνιές του νου μου. Είναι μια αί­ σθηση την οποία αναγνωρίζω: το πρόβλημα δεν έχει λυθεί και το ερώτημα δεν έχει απαντηθεί· το πρόβλημα απλώς έχει μετατοπι­ στεί. Είναι ένας συλλογισμός που χρειάζεται επεξεργασία. Πρέ­ πει να δουλέψω πάνω σ’ αυτό το συλλογισμό. Να δουλέψω: αυτό είναι το ρήμα που μου έρχεται στο νου και αισθάνομαι καλά που το σκέφτομαι έτσι. Ανοίγει η πόρτα του «S Tattoo» και μπαίνει μια γυναίκα. Κοι­ τάζει ολόγυρα. «Μου έκαναν ένα δώρο γενεθλίων – έκλεισα τα σαράντα», λέει διστακτικά. «Αν θυμάμαι καλά, θα είναι ένας κινέζικος δράκος», λέει η Σαμ. «Μμ». «Ίσως θα μπορούσαμε να αρχίσουμε με κάτι μικρότερο». Η γυναίκα χαμογελά με ευγνωμοσύνη. «Μισό λεπτό», της λέει η Σαμ και στρέφεται ξανά προς το μέ­ ρος μου. «Δεν έχεις νέα για την Υπόθεση Γκότλαντ;» «Γιατί ρωτάς;» «Απλώς αναρωτιέμαι». «Κάπου στα μέσα Ιουλίου έπαψα να ψάχνω να βρω τι συνέβη. Κανείς δεν ξέρει για ποιο λόγο υπήρχαν παιχνίδια μέσα στα κα­ σόνια. Κανείς δεν ξέρει τι συνέβη. Με το τζιπ που εξαφανίστηκε... δε βρέθηκε άκρη, απ’ ό,τι ξέρω. Εκτός κι αν ο στόχος τους ήταν να με παγιδέψουν». Η Σαμ σηκώνει τα φρύδια της. «Για ποιο λόγο θα ήθελαν να σε παγιδέψουν;» «Δεν έχω ιδέα». «Μου φαίνεται απίθανο». «Το ξέρω. Κι εμένα».

aoratos100s185.indd 124

11/3/14 2:34:42 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

125

«Κι εσύ;» με ρωτάει. «Τι εννοείς;» «Τι κάνεις;» «Θα επιστρέψω στην υπηρεσία με το νέο έτος». «Είναι πολύς καιρός μέχρι τότε». «Ναι». Νιώθει συμπόνια, αλλά υπάρχει και κάτι άλλο στο βλέμμα της. Δείχνει ευάλωτη. «Έχεις γνωρίσει κάποια γυναίκα;» «Όχι», της λέω. «Αλλά θα μπορούσα αν ήθελα». Προσπαθώ να μην την πληγώσω, όμως όταν βλέπω στα μάτια της το ίχνος των τύψεων δεν μπορώ να μην αισθανθώ πως θα της άξιζε. «Καταλαβαίνω», μου λέει. «Είσαι ευτυχισμένη μαζί του;» «Ναι, είμαι». Σηκώνεται από τον καναπέ. «Φύγε τώρα. Πρέπει να δουλέψω». Δυσκολεύομαι να καταλάβω τι σκέφτεται. Κάποιος με καλεί στο κινητό. Άγνωστος αριθμός. Αναρωτιέμαι μήπως μου τηλεφω­ νεί ο άνθρωπος που έστειλε τα παράξενα μηνύματα και πατώ το πλήκτρο αποδοχής της κλήσης. «Λέο». «Σε χρειάζομαι στην Αστυνομική Διεύθυνση το συντομότερο». Είναι ο Μπιρκ. Γαμώτο! Η Σαμ με κοιτάζει με ερωτηματική έκφραση και γυρνά προς τον τοίχο. Ρίχνει μια ματιά στο ρολόι. Έτσι όπως έχει σταυρώσει τα χέρια της κάτω από τα μικρά στή­ θη της, το πουκάμισό της τσιτώνεται πάνω τους. «Είμαι σε άδεια». «Είσαι σε διαθεσιμότητα. Προέκυψαν όμως αρκετά ζητήματα και θα θέλαμε να σε ανακρίνουμε ξανά». «Τι ζητήματα;» «Ξέρεις πώς δουλεύουμε, Λέο. Θα τα δούμε εκείνη τη στιγμή».

aoratos100s185.indd 125

11/3/14 2:34:43 PM

126

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Κοιτάζω το ρολόι μου. «Μπορώ να είμαι εκεί σε μισή ώρα». «Σε περιμένουμε πώς και πώς», λέει ο Μπιρκ με σαρκαστικό τόνο. «Τηλεφώνησέ μου», λέω στη Σαμ φεύγοντας. «Εννοώ... αν μά­ θεις κάτι», προσθέτω μόλις τη βλέπω να συγχύζεται. Κοκκινίζει και κατανεύει.

aoratos100s185.indd 126

11/3/14 2:34:43 PM

Χ

Η ΤΑΙΝΙΑ Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΙΖΟΤΑΝ στο σινεμά «Ριγκολέτο». Θα προτι­

μούσα να πηγαίναμε στους κινηματογράφους του Χάνινιε ή της Σεντερτέλιε, αλλά η Τζούλια υποστήριζε πως μόνο στο «Ριγκολέ­ το» άξιζε να δεις ταινίες, και μάλιστα στη μεγάλη του αίθουσα. Όταν καθίσαμε αντίκρυ στην οθόνη, κατάλαβα τι εννοούσε. Η οθόνη ήταν μεγάλη και πλατιά σαν γήπεδο του τένις. Όταν συναντηθήκαμε έξω από το σινεμά, δεν ήξερα ποια στά­ ση όφειλα να κρατήσω, ούτε τι έπρεπε να πω. Η Τζούλια χαμογέ­ λασε μόλις με είδε, ενώ εγώ άρχισα να ξεροκαταπίνω. Με αγκά­ λιασε με θέρμη και τα χείλη της άγγιξαν το λοβό του αφτιού μου. Ήθελε ποπκόρν και της το κέρασα, παρόλο που ήθελε να το πληρώσει η ίδια. Κατά τη διάρκεια της ταινίας κρατούσε το χω­ νί αγκαλιά και για να παίρνω ποπκόρν άπλωνα το χέρι μου από το κάθισμά μου. Και μόνο αυτή η απλή κίνηση με έκανε να νιώ­ θω οικειότητα μαζί της. Σκέφτηκα τότε πως τέτοιες στιγμές θα τις θυμόμουν για πά­ ντα. Οι δάσκαλοι και οι γονείς μας ισχυρίζονταν πως ορισμένα πράγματα που εμείς τα θεωρούσαμε καθοριστικά για τη ζωή μας ύστερα από λίγα χρόνια θα μας φαίνονταν υπερβολικά και γελοία. Υπήρχε όμως κάτι που τους διέφευγε. Είχαν ξεχάσει πώς αισθά­ νεται ένας έφηβος στα δεκάξι του. Δε μας κατανοούσαν, ούτε μι­ λούσαμε την ίδια γλώσσα. Μας ένιωθαν ξένους κι όλοι τους φο­ βόντουσαν τη γενιά μας.

aoratos100s185.indd 127

11/3/14 2:34:43 PM

128

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Σκεφτόμουν την ταινία που είχαμε γυρίσει με τον Γκριμ λίγες μέρες πριν από το ραντεβού μου με την Τζούλια. Στο γύρισμα δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ και δυσκολευόμουν να μη χαμογελώ διαρκώς. «Είσαι υπερβολικά χαρούμενος», μου είχε πει ο Γκριμ, απο­ σπώντας για λίγο το βλέμμα του από τη βιντεοκάμερα. «Δεν πρέ­ πει να είσαι χαρούμενος στη σκηνή αυτή. Να φαίνεσαι βαρύς, το ’πιασες; Όπως ήμουν εγώ προηγουμένως». «Καταλαβαίνω». Αλλά όσο κι αν προσπάθησα, η σκηνή ήταν σκέτη συμφορά. Επειδή ήμουν πράγματι χαρούμενος. Δεν ήμουν ποτέ ολιγόλογος ή αποτραβηγμένος από τον κόσμο, παρ’ όλα αυτά παλαιότερα αι­ σθανόμουν πως ήμουν και τα δύο. Αλλά είχα πάψει πια να νιώθω έτσι κι έβρισκα τον εαυτό μου ακατανίκητο. Η Τζούλια με κοίταζε επίμονα. Ύστερα πήγε να πει κάτι, αλ­ λά δεν το έκανε επειδή εκείνη τη στιγμή έσβησαν τα φώτα της αί­ θουσας. Τα κόκκινα ριντό άνοιξαν και ξεκίνησε η ταινία. Αργό­ τερα δε θυμόμουν τίποτα από το πρώτο μισό της ταινίας επειδή το μόνο που απασχολούσε τη σκέψη μου ήταν το τι σκόπευε να μου πει η Τζούλια. Δεν τολμούσα να τη ρωτήσω.

Κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της ταινίας η Τζούλια με άγγι­ ξε στο μηρό και αναρίγησα. Τράβηξε απότομα το χέρι της κι έμει­ νε ακίνητη. Ύστερα έσκυψε προς το μέρος μου κι ένιωσα την ανά­ σα της στο αφτί μου. «Συγνώμη. Ήθελα να σου πιάσω το χέρι». Άπλωσα το χέρι μου μέσα στο σκοτάδι κι η Τζούλια έβαλε την παλάμη της πάνω στη ράχη του χεριού μου. Έτσι όπως αγγιζόμα­ σταν, μου ήταν ακόμα πιο δύσκολο να σκεφτώ και να δω την ται­ νία. Άρχισε να με αγγίζει και να με χαϊδεύει με τα ακροδάχτυλά της, να αγγίζει τις λεπτές φλέβες, το χνούδι και τις αρθρώσεις των

aoratos100s185.indd 128

11/3/14 2:34:43 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

129

δαχτύλων μου. Δεν ήξερα πώς να ανταποκριθώ και πήρα μια βα­ θιά ανάσα ελπίζοντας πως δε θα το πάρει είδηση. Η καρδιά μου πήγαινε να σπάσει.

Μετά το σινεμά περπατήσαμε προς τον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό διασχίζοντας μια Στοκχόλμη που ανάδινε ζέστη. Πιαστή­ καμε χέρι χέρι. «Μου αρέσεις», της είπα στην αρχή του περιπάτου μας. «Πόσο καιρό σου αρέσω;» Δεν ήταν το είδος της ανταπόκρισης που περίμενα. «Ε... δεν ξέρω. Κάμποσο». «Κάμποσο», με μιμήθηκε η Τζούλια γελώντας. «Δεν πρόκειται να πω το ίδιο για μένα». «Γιατί όχι;» Μ’ έπιασε ξανά χτυποκάρδι. «Δε σου αρέ...» «Δε μου είναι εύκολο να το πω». Τη φίλησα μέσα στον προαστιακό. Γεύτηκα το αλάτι του ποπ­ κόρν στα χείλη της και τη γλύκα που είχε αφήσει το αναψυκτι­ κό στη γλώσσα της. Δε με φίλησε εκείνη πρώτη. Τη φίλησα εγώ και περίμενα πως θα με χαστούκιζε. Η Τζούλια Γκρίμπεργ ήταν μια κοπέλα που θα μπορούσε κάλλιστα να αντιδράσει έτσι. Αλ­ λά δεν το έκανε. Έσμιξε το στόμα της με το δικό μου και πολύ σύντομα ένιωσα και πάλι το χέρι της στο μηρό μου. Τη φορά αυ­ τή δεν το τράβηξε. Ήθελα να της χαϊδέψω τα μαλλιά, αλλά δεν τολμούσα να σηκώσω το χέρι μου από φόβο μήπως τελειώσει αυ­ τή η υπέροχη αίσθηση. Ο κόσμος ανέβαινε στις στάσεις και χα­ σκογελούσε αντικρίζοντάς μας – έτσι τουλάχιστον μου φαινόταν. Δε μ’ ένοιαζε. Χωριστήκαμε όταν φτάσαμε στο συγκρότημα των τριών πολυ­ κατοικιών που ορθώνονταν ψηλές και κάτασπρες μπροστά μας. Την κοίταξα. Ήταν προβληματισμένη. «Θα σου δώσω εκατό κορόνες αν μου πεις τι σκέφτεσαι».

aoratos100s185.indd 129

11/3/14 2:34:43 PM

130

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Γέλασε. «Πρέπει να μου δώσεις πολύ περισσότερα για να πω τι σκέ­ φτομαι», είπε αφήνοντας το χέρι μου. «Θα βρεθούμε σύντομα».

Είδα τον Γκριμ να έρχεται προς το μέρος μου στο προαύλιο του σχολείου. Δε ντρεπόμουν, αντιλαμβανόμουν όμως πως θα έπρεπε να του πω ψέματα. Η αδελφή του ήταν ό,τι σημαντικότερο υπήρ­ χε στη ζωή του και δε θα τον χαροποιούσε το γεγονός πως την εί­ χα φιλήσει. Φανταζόμουν τα μούτρα που θα έκανε αν του έλεγα πως κρατιόμασταν χέρι χέρι με την Τζούλια. «Τι έκανες το Σαββατοκύριακο;» με ρώτησε. «Τίποτα το ιδιαίτερο. Είδα έναν ποδοσφαιρικό αγώνα». «Ποδοσφαιρικό αγώνα; Σ’ αρέσει το ποδόσφαιρο;» «Όχι. Πήγα παρέα με τον πατέρα μου στη Σέντερ. Του έκανα το χατίρι». Το ψέμα είχε ειπωθεί πια. Νόμιζα πως θα μου ήταν δύσκολο, αλλά τελικά ήταν πανεύκολο. Έφερνα στο νου μου το πρόσωπο της Τζούλια. Είχα μελαγχολήσει γιατί είχα να τη δω από την Πα­ ρασκευή και δεν είχα ακούσει ούτε τη φωνή της. «Εσύ τι έκανες;» μουρμούρισα χωρίς να τον κοιτάζω. «Αυτό εδώ». Μου έδειξε μια πλαστική κάρτα και την πήρα στα χέρια μου. «Είναι η πρώτη μου». Τον κοίταξα και είδα πως τα μάτια του έλαμπαν. «Ποια είναι η γνώμη σου;» Ήταν η αστυνομική του ταυτότητα. Της έριξα μια ματιά κι απ’ τις δύο μεριές. Δεν είχε τίποτα το ιδιαίτερο. «Πλάκα μού κάνεις;» «Τι νομίζεις πως είναι;» με ρώτησε και χαμογέλασε περήφανα. «Μια ταυτότητα». «Πολύ σωστά». Ήρθε να σταθεί πλάι μου. «Κοίτα την ημερο­

aoratos100s185.indd 130

11/3/14 2:34:43 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

131

μηνία», είπε αγγίζοντας με το δείκτη του ένα συγκεκριμένο ση­ μείο της ταυτότητας. Τότε ήταν που κατάλαβα τι εννοούσε. «Γεννήθηκες το 1979, σωστά; Εδώ γράφει 1979». «Σύγκρινέ τη μ’ αυτήν εδώ», είπε ενθουσιασμένος. «Βλέπεις καμιά διαφορά;» Μου έδειξε μια ταυτότητα πανομοιότυπη μ’ εκείνη που κρα­ τούσα. Ίδιο τύπος, ίδια στοιχεία, ίδια φωτογραφία, όπου ο Γκριμ με κοντό ξανθό μαλλί και με σφιγμένα χείλη κοίταζε ανέκφρα­ στος το φακό. «Η ημερομηνία», είπα. «Εδώ λέει ’78, εκεί λέει ’79». «Ναι. Κατά τα άλλα όμως; Υπάρχει διαφορά;» «Όχι». «Τέλεια». «Την έχεις δείξει αλλού;» Κούνησε το κεφάλι του αρνητικά. «Ήθελα να τη δείξω πρώτα σ’ εσένα». Σήκωσα το βλέμμα από την ταυτότητα και τον κοίταξα κατά­ ματα. Φαινόταν πολύ περήφανος, αλλά εγώ δεν ήξερα τι να πω. Δεν μπορούσα να του πω ψέματα για μένα και την Τζούλια, αλλά ούτε την αλήθεια. «Ξεκίνησα να ασχολούμαι μ’ αυτά πριν από μισό χρόνο», εί­ πε. «Έσβησα ένα ελάχιστο τμήμα μιας παλιάς ταυτότητας και πρόσθεσα μια πολύ μικρή γραμμή στο εννιά. Αν έριχνες μια βια­ στική ματιά, δε φαινόταν πως στην πραγματικότητα έγραφε 1979. Αλλά αν έσερνες το δάχτυλό σου πάνω στο συγκεκριμένο σημείο, ήταν σαν να είχε κολλήσει εκεί ένα μικρό ψίχουλο. Έστυψα το μυαλό μου να δω πώς θα μπορούσα να το τελειοποιήσω. Πειρα­ ματίστηκα με διάφορα, ώσπου βρήκα τον τρόπο να φτιάχνω μια ολόκληρη ταυτότητα». Ψηλάφισα την ταυτότητα και άγγιξα τις αυλακώσεις του σκλη­ ρού πλαστικού.

aoratos100s185.indd 131

11/3/14 2:34:43 PM

132

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Δεν είναι εντελώς λεία», είπα. «Πρέπει να κόψεις πολύ προσεκτικά το πλαστικό για να τα κα­ ταφέρεις. Αυτό μου πήρε τον περισσότερο χρόνο. Έφαγα όμως πολύ χρόνο και για να βρω ένα πλαστικό που να έχει αρκετό πά­ χος. Είναι ίδιο μ’ αυτό που χρησιμοποιούν αυτοί». «Ποιοι;» «Η Ταχυδρομική Υπηρεσία. Εκεί φτιάχνουν τις κανονικές ταυ­ τότητες». Πήρε από τα χέρια μου τις ταυτότητες και τις έβαλε στην τσέπη του. «Πιστεύω πως θα βγάλω λεφτά έτσι». «Πολύ πιθανό», είπα σκεπτόμενος πως όλοι όσοι γνωρίζαμε ήθελαν πάρα πολύ να πάνε σε κλαμπ, αλλά απαγορευόταν να μπεις αν ήσουν κάτω από μια συγκεκριμένη ηλικία και στην εί­ σοδό τους στέκονταν με ύφος αφεντικού ηλίθιοι πορτιέρηδες που δεν είχαν καταφέρει να γίνουν αστυνομικοί. «Θέλεις κι εσύ μία;» «Ε... ναι, βέβαια». «Δώσε μου την ταυτότητά σου. Θα μου πάρει μόνο καμιά βδο­ μάδα». Του την έδωσα. Την παρατήρησε προσεκτικά από τόσο κο­ ντά, που λίγο έλειψε να την αγγίξει με τη μύτη του. «Είναι η πρώτη φορά που θα το κάνω αυτό για κάποιον άλλο», είπε γυρνώντας την κι από την άλλη μεριά. «Αναρωτιέμαι αν θα γίνει εξίσου καλή». «Γκριμ, εγώ...» «Τι είναι;» Έμοιαζε με την αδελφή του, αν και δεν το καταλάβαινες με την πρώτη ματιά. Είχαν τις ίδιες εκφράσεις του προσώπου. «Τίποτα». Χαμήλωσα το βλέμμα και κοίταξα τα παπούτσια μου. «Τίποτα». Συμφωνήσαμε και κάποια αμοιβή για την ταυτότητα. Ήταν χαμηλότερη απ’ όσο περίμενα, αλλά δεν είχα την παραμικρή ιδέα πού θα έβρισκα τα λεφτά.

aoratos100s185.indd 132

11/3/14 2:34:43 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

133

Υπήρχαν τα χαρτονομίσματα που είχε βρει ο Γκριμ από τη μυ­ ρωδιά. Θα τα χρησιμοποιούσα – δεν τα είχα αγγίξει. Το διάλειμμα τελείωσε κι άφησα τον Γκριμ για να κατευθυν­ θώ προς την αδιάφορη είσοδο του σχολείου.

Η Τζούλια με περίμενε πίσω απ’ τον υδατόπυργο. Ήταν σκοτάδι όταν έφτασα και μαύρα πουλιά πετούσαν κρώζοντας λες και ενθάρ­ ρυναν κάποιον να βουτήξει από την κορυφή του πύργου στο κενό. Είχα τα χέρια στις τσέπες και τα έβγαλα ελπίζοντας να ξεϊδρώσουν. Η Τζούλια φορούσε τζιν παντελόνι, κόκκινη αμανίκωτη μπλού­ ζα και μαύρα Converse. Στα χέρια της κρατούσε μια μαύρη, χο­ ντρή μάλλινη ζακέτα. Αναρωτήθηκα μήπως κρύωνε, αλλά όταν την πλησίασα διαπίστωσα πως εκεί όπου στεκόταν έκανε ζέστη κι ακουγόταν ένα υπόκωφο βουητό. Κάποιο μηχάνημα μέσα στον υδατόπυργο, ίσως μια γεννήτρια, θέρμαινε υπερβολικά το σημείο όπου με περίμενε. «Ήρθες νωρίς», μου είπε. «Κι εσύ». Σηκώθηκε στις μύτες των ποδιών της και μ’ αγκάλιασε σφίγ­ γοντάς με πάνω στο λιγνό κορμί της. Ένιωσα τα απαλά στήθη της στο στέρνο μου ενώ τα χέρια της τυλίγονταν στο λαιμό μου και το πρόσωπό μου χανόταν μέσα στα μαλλιά της. «Κάνει πολλή ζέστη εδώ», ψιθύρισε, με τα χείλη της να αγγί­ ζουν το αφτί μου. «Θα μπορούσες να περιμένεις κάπου αλλού». «Δεν ήθελα επειδή μπορεί να μη μ’ έβρισκες». Με άφησε κι έκανε λίγο πίσω. Κοιταχτήκαμε στα μάτια. «Ο Γκριμ έχει την ταυτότητά μου», είπα μόνο και μόνο επειδή θεωρούσα πως κάτι έπρεπε να πω. «Το ξέρω. Μου την έδειξε». Η Τζούλια γέλασε. «Φαίνεσαι πο­ λύ αστείος σ’ εκείνη τη φωτογραφία. Σαν αγοράκι».

aoratos100s185.indd 133

11/3/14 2:34:43 PM

134

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Ύστερα από λίγο σκαρφαλώσαμε στον πύργο και καθίσαμε στο στενό εξώστη. Το χέρι της μου φάνηκε πολύ μικρό όπως το κρατούσα μέσα στη χούφτα μου. «Όποτε κάθομαι εδώ ψηλά, μπαίνω σε σκέψεις», είπε. «Γιατί;» Έγνεψε προς τη μεριά των σπιτιών. «Γνώριζα κάποιον που ζούσε σ’ ένα από εκείνα τα σπίτια, αυ­ τό με την κόκκινη στέγη. Βλέπω από δω τα παμπάλαια παράθυ­ ρά του. Είναι μια αφορμή για να χάνομαι σε σκέψεις». Είπε πως πήγαινε στο ίδιο νηπιαγωγείο με το αγόρι που έμε­ νε στο σπίτι με την κόκκινη στέγη, πως είχαν την ίδια ηλικία και πως φόραγαν τα ίδια παπούτσια. Η φιλική τους σχέση ξεκίνησε όταν κάποια παιδιά κορόιδεψαν το αγόρι επειδή φορούσε ίδια παπούτσια με της Τζούλια. Τον βοήθησε λέγοντας σ’ εκείνα τα παιδιά πως τα παπούτσια δεν ήταν κοριτσίστικα, αλλά ότι αυτή φορούσε αγορίστικα παπούτσια. Ήταν ήρεμο κορίτσι, όπως μου εξήγησε, προσθέτοντας πως ήταν σαν τη νηνεμία πριν από τη θύελλα. Γέλασε μ’ αυτό που είχε πει και συνέχισε λέγοντάς μου πως και το αγόρι εκείνο ήταν ήρεμο και συχνά έπαιζαν μαζί και πήγαιναν στην παιδική χαρά. Έγιναν καλοί φίλοι, πήγαν στο ίδιο δημοτικό κι άρχισαν να ακούνε μουσική μαζί. Ύστερα πήγαν σε διαφορετικά τμήματα και δεν ήταν πια κολλητοί, παρέμειναν όμως φίλοι. «Αλλά δεν ξέρω...» συνέχισε η Τζούλια, «κάτι δεν πήγαινε κα­ λά μ’ αυτόν. Όταν ήμασταν έντεκα με δώδεκα χρονών, κατάλαβα πως μου έκρυβε κάτι. Στην αρχή ήμουν σίγουρη πως με είχε ερω­ τευτεί. Αλλά δεν ήταν αυτό. Ποτέ δεν είχαμε τέτοιου είδους σχέ­ ση, ήμασταν σαν αδέλφια, καταλαβαίνεις;» Η Τζούλια μίλησε στην οικογένειά της για το φίλο της, αλλά μίλησε και στους κοινωνικούς λειτουργούς της Υπηρεσίας Κοινω­ νικής Πρόνοιας όταν έμαθε πως κάποιοι τον απειλούσαν και τον παρενοχλούσαν.

aoratos100s185.indd 134

11/3/14 2:34:43 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

135

«Δεν είναι παράξενο που δε μου είχε πει τίποτα;» «Ναι», αποκρίθηκα. Κι άρχισαν να ξεμακραίνουν οι δρόμοι τους ακόμα περισσό­ τερο, παρόλο που πήγαιναν στο ίδιο σχολείο. Αντάλλασσαν ένα χαιρετισμό όποτε βλέπονταν τυχαία στους γκρίζους διαδρόμους, αλλά τίποτα παραπάνω. Κύλησε το καλοκαίρι, ζεστό και πλούσιο σε γεγονότα, όπως συνέβαινε πάντα στο Σάλεμ. Η Τζούλια είδε τον παλιό της φίλο τον Ιούνιο, τη μέρα που γιορταζόταν η λήξη του σχολικού έτους στο γήπεδο ποδοσφαίρου. Στο τέλος του καλοκαιριού ήταν άφα­ ντος, αλλά η Τζούλια αντιλήφθηκε την απουσία του μόνο στο τέ­ λος της πρώτης βδομάδας του νέου σχολικού έτους. Δεν τον έβλε­ πε πουθενά και ανησύχησε για λόγους που δεν μπορούσε να εξη­ γήσει ούτε στον εαυτό της. Τηλεφώνησε στο σπίτι του, αλλά δεν απάντησε κανείς. Η οικογένειά του δεν έμενε πια εκεί και η Τζού­ λια δεν ήξερε πού είχαν πάει. «Έχω να τον δω από τότε», μου είπε. «Και δεν ξέρω γιατί... αλ­ λά με βαραίνει πολύ που εξαφανίζονται έτσι οι άνθρωποι. Δυσκο­ λεύομαι να το αντιμετωπίσω. Ακόμα κι αν δεν είναι κολλητοί φί­ λοι σου, όταν τους χάνεις νιώθεις πως... κάτι σου λείπει». «Πώς τον λένε;» «Δεν τον ξέρεις». «Ναι, αλλά ποιο είναι το όνομά του;» «Τιμ», είπε η Τζούλια. «Τιμ Νορντίν». Στο άκουσμα του ονόματός του αισθάνθηκα σαν να με χτύπη­ σε μια γροθιά στο στομάχι. Μου κόπηκε η ανάσα. «Έχεις δίκιο. Δεν τον ξέρω».

Είχε έρθει και πάλι το καλοκαίρι κι ήταν απ’ τα καλοκαίρια που παραλύουν ολόκληρη την πόλη. Ο πατέρας μου κι εγώ βοηθήσαμε τον Μίκαελ, τον αδελφό μου, να μετακομίσει αλλού. Είχε κλείσει τα

aoratos100s185.indd 135

11/3/14 2:34:43 PM

136

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

δεκαοκτώ και δούλευε από τις οκτώ το πρωί μέχρι τις τέσσερις το απόγευμα στο φανοποιείο μιας εταιρείας, όπου γαλβάνιζε και έβα­ φε μεταχειρισμένα αυτοκίνητα. Δέχτηκα να τους βοηθήσω επειδή μου είχαν υποσχεθεί πως θα μου έδιναν χαρτζιλίκι, αλλά όταν τε­ λειώσαμε μου φάνηκε δυσάρεστο να δεχτώ χρήματα. Ένιωθα όμορ­ φα που είχαμε κάνει κάτι μαζί, αφού βρισκόμασταν σπάνια. Όταν ήμασταν πιτσιρίκια κάναμε με τον αδελφό μου εκδρομές το καλο­ καίρι και πηγαίναμε σε ζωολογικούς κήπους και σε υπαίθριους χώ­ ρους αναψυχής. Οδηγούσαμε go-kart και παίζαμε ποδόσφαιρο σ’ ένα γήπεδο έξω από το Σάλεμ. Είχα καιρό να πάω στο γήπεδο και σκέφτηκα πως θα πήγαινα με τον Γκριμ και πως θα του άρεσε. Κατά τη διάρκεια της μετακόμισης κατεβήκαμε και στο υπόγειο. Ψάχναμε διάφορα πράγματα στις κούτες και σε μια απ’ αυτές βρή­ καμε ένα καδραρισμένο άρθρο από εφημερίδα. Ήταν του 1973 και η φωτογραφία που το συνόδευε έδειχνε ό,τι είχε απομείνει από ένα παλιό βενζινάδικο κοντά στη γειτονιά Φρουένιεν. Στο φόντο έβλε­ πες πεσμένα ηλεκτροφόρα καλώδια υψηλής τάσης. «Τρελή Κούρ­ σα Καταλήγει σε Καταστροφή», έγραφε ο τίτλος. Στον πατέρα μας άρεσε πολύ να αφηγείται αυτή την ιστορία. Ήταν την εποχή που έπαιζε χρηματικά στοιχήματα στις ιπποδρομίες, λίγο καιρό πριν επανασυνδεθεί με τη μητέρα μας. Κάποτε κέρδισε ένα μεγάλο χρη­ ματικό ποσό στον ιππόδρομο και αγόρασε ένα λευκό Volvo Ρ1800 «σαν αυτό που οδηγεί ο Σάιμον Τέμπλαρ στον Άγιο», όπως έλεγε. Έτρεχε πολύ και το ζόριζε όσο δεν έπαιρνε στους δρόμους έξω από το Φρουένιεν. Μια μέρα έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου σε μια διασταύρωση δίπλα σε ένα βενζινάδικο κι έπεσε πάνω σε δύο αντλίες καταστρέφοντάς τες και σε μία από τις κολόνες που στήρι­ ζαν τη στέγη του. Το Volvo συνέχισε ακάθεκτο την πορεία του κα­ θώς η στέγη του βενζινάδικου κατέρρεε. Λίγο πιο κάτω ο πατέρας μας έπεσε πάνω σε έναν ηλεκτρικό στύλο με καλώδια υψηλής τά­ σης και το τελευταίο πράγμα που είδε ήταν κάτι σαν αστραπή πά­ νω από το καπό. Έγινε διακοπή ρεύματος στην περιοχή κι όταν

aoratos100s185.indd 136

11/3/14 2:34:43 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

137

γραφόταν το άρθρο δεν είχε ακόμα αποσαφηνιστεί αν ο «τρελός» (αυτό το είχε πει ο γιατρός κι όχι ο ρεπόρτερ) θα επιβίωνε. Ο πατέ­ ρας νοσηλεύτηκε δύο μήνες στο νοσοκομείο και στο τέλος έλαβε μια επιστολή με την οποία απαιτούσαν από αυτόν να καταβάλει αποζη­ μίωση. Ήταν αρκετές χιλιάδες κορόνες, αλλά ήμουν σίγουρος πως ο πατέρας μας πίστευε ότι η εμπειρία του αυτή άξιζε τον κόπο. Ο πατέρας μάς αφηγήθηκε αυτή την ιστορία κατά τη διάρκεια της μετακόμισης. Την είχαμε ακούσει και άλλοτε, αλλά τον αφή­ σαμε να μας την ξαναπεί. Και ήταν όμορφα, σαν μια ηχώ από την παιδική μας ηλικία. «Είναι τόσο παράξενο...» μου είπε ο πατέρας μου καθώς οδη­ γούσε για να επιστρέψουμε στο σπίτι μας. «Έφυγε ο Μίκε από την οικογένεια και σύντομα θα έρθει κι η σειρά σου». «Θα περάσει αρκετός καιρός ακόμα, πατέρα». «Το ξέρω...» Ήθελε να πει κάτι, αλλά δίσταζε. «Δε σκέφτηκες να βρεις καμιά δουλειά;» «Τι θες να πεις;» «Μια καλοκαιρινή δουλειά... κάπου. Δε νομίζεις πως είναι και­ ρός; Αρκετά παιδιά της ηλικίας σου δουλεύουν το καλοκαίρι». «Είναι πολύ αργά τώρα». «Ίσως να είναι αργά, αλλά δεν το έχεις σκεφτεί καν;» Δε μου είχε περάσει από το νου. Η σκέψη και μόνο της δου­ λειάς μ’ έκανε να πλήττω. «Ναι», είπα. «Το σκέφτηκα, αλλά δεν ξέρω πού θα μπορούσα να δουλέψω». «Στην ηλικία σου δέχεται κανείς οποιαδήποτε δουλειά υπάρ­ χει». Τελείωσε το δελτίο ειδήσεων που ακούγαμε από το ραδιόφω­ νο του αυτοκινήτου κι ο πατέρας μου δυνάμωσε την ένταση μόλις άκουσε κάποιον να τραγουδάει: Well I can dance with you honey, if you think it’s funny. Όταν τελείωσε το τραγούδι, με κοίταξε χαμο­ γελώντας.

aoratos100s185.indd 137

11/3/14 2:34:43 PM

138

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Με το κομμάτι αυτό χορεύαμε με τη μητέρα σου». «Σοβαρά;» «Ναι. Είναι ένα τραγούδι των Abba, το “Does Your Mother Know”». Έμεινε σιωπηλός για λίγες στιγμές. «Περνούσε όμορφα στο σπίτι μας, έτσι δεν είναι;» «Τι εννοείς;» «Για τον Μίκε μιλάω». «Α, ναι. Περνούσε όμορφα». Με κοίταξε χαμογελώντας. «Σ’ ευχαριστώ». Συνεχίσαμε την πορεία μας αμίλητοι. Ξαφνικά ο πατέρας μου ξερόβηξε. Αυτό έκανε πάντα όποτε ήθελε να μιλήσει για κάτι σο­ βαρό. «Για τα χρήματα που είχαμε στο βάζο... δε με νοιάζει», είπε. «Δε μ’ ενδιαφέρει για ποιο λόγο τα πήρες, ούτε τα θέλω πίσω. Αν τα έχεις ήδη ξοδέψει, δε σου τα ζητάω. Αλλά μην το ξανακάνεις. Μην παίρνεις ποτέ πράγματα που δε σου ανήκουν. Είναι άσχημη και ανήθικη πράξη. Αν χρειάζεσαι χρήματα, δανείσου από εμάς ή, ακόμα καλύτερα, βρες μια δουλειά». Δεν ήξερα τι να του πω κι έτσι έμεινα σιωπηλός.

Ο Γκριμ έφτιαξε την πλαστή ταυτότητα και μου την έδωσε. Μπο­ ρούσα πια να λέω πως είχα γεννηθεί το 1978 κι όχι το 1980. Η ταυτότητα ήταν άψογη, κάτι που δε με εξέπληξε. Την έβαλα στο κομοδίνο, δίπλα στο κρεβάτι μου. Ένα απόγευμα στις αρχές Ιουνίου συναντηθήκαμε με τον Γκριμ μπροστά στο Τριάντ. Ερχόταν από το κέντρο της πόλης και φορού­ σε τα ακουστικά της καινούριας του συσκευής για τα σιντί. Σήκωσε το χέρι του και χαμογέλασε όταν με είδε, κι έβγαλε τα ακουστικά. «Είσαι χαρούμενος», του είπα. «Ναι, είμαι».

aoratos100s185.indd 138

11/3/14 2:34:43 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

139

«Γιατί;» «Έβγαλα λίγα χρήματα». Τα μάτια του τρεμόπαιξαν. «Θα πάω στον υδατόπυργο. Θες να έρθεις;» «Όχι», απάντησα αυθόρμητα. Σήκωσε τα φρύδια του με απορία. «Γιατί;» «Έχω... μια δουλειά να κάνω». Άρχισα να βαδίζω προς την κα­ τεύθυνση του κέντρου του Σάλεμ, ενώ ο Γκριμ με κοίταζε επίμο­ να. «Θα έρθω λίγο αργότερα». Είχε απογοητευτεί. Με αποχαιρέτησε γνέφοντάς μου και ξεκί­ νησε να φύγει. «Λέο». Γύρισα προς το μέρος του. «Τι είναι;» Η χαρά του είχε εξανεμιστεί. Με κοίταξε αποκαρδιωμένος. «Μετά τη γιορτή του Μεσοκαλόκαιρου* θα λείψω για ένα μήνα». «Τι πράγμα;» «Εμ... Ξαλάφρωσα το ταμείο του σχολείου. Ήταν χρήματα που προορίζονταν για το ταξίδι που θα πάει το σχολείο. Δεν ήταν η πρώτη φορά, αλλά τώρα η υπόθεση μαθεύτηκε από την Υπηρε­ σία Κοινωνικής Πρόνοιας. Θα με στείλουν κάπου». «Πλάκα μού κάνεις;» Κούνησε το κεφάλι του αρνητικά. «Ήταν πολύ το ρευστό που βούτηξα. Το χρειαζόμουν για να φτιάξω τις ταυτότητες». «Γιατί δε μου το είπες;» * Από τις σημαντικότερες γιορτές στη Σκανδιναβία. Στη Σουηδία λαμβάνει χώ­ ρα μεταξύ 19 και 26 Ιουνίου. Έχει τις ρίζες της σε προχριστιανικές τελετές της γονιμότητας της φύσης και του θερινού ηλιοστασίου και συμβολίζει μεταξύ άλ­ λων τη χαρά που νιώθουν οι άνθρωποι για τη μεγαλύτερη μέρα του έτους. Σύμ­ φωνα με τη λαϊκή δοξασία, τη νύχτα της γιορτής του Μεσοκαλόκαιρου εκδηλώ­ νονται ευκολότερα οι υπερφυσικές δυνάμεις της φύσης. (Σ.τ.Μ.)

aoratos100s185.indd 139

11/3/14 2:34:43 PM

140

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Σήκωσε τους ώμους του χωρίς να απαντήσει και χαμήλωσε το βλέμμα. «Πού σε στέλνουν;» «Στο Γιούμκιλ, αλλά στην κατασκήνωση. Πιστεύουν πως είναι η καλύτερη λύση. Στην αρχή σκέφτηκα να φύγω, να κρυφτώ κά­ που για ένα διάστημα... για να μη με βρουν. Αλλά έτσι θα χειρο­ τέρευε η κατάσταση». «Μάλλον». Κατάλαβα πως ήθελε να μου πει κάτι ακόμα, αλλά δίσταζε. «Μήπως μπορείς να... προσέχεις την Τζούλια όσο θα λείπω; Για να μην της συμβεί κάτι... Απλώς πρόσεχέ τη λίγο αφού εγώ δε θα μπορώ». «Βέβαια». Με κοίταξε κατάματα, παρατεταμένα. «Άντε, φύγε», είπε γνέφοντάς μου να προχωρήσω. «Θα τα πούμε». «Ναι. Προφταίνουμε να ιδωθούμε πολλές φορές μέχρι να φύ­ γεις. Θα γυρίσω σε λίγο». «Σίγουρα θα βρεθούμε». Θα ήταν ένα ατελείωτο καλοκαίρι.

Η κατασκήνωση του Γιούμκιλ ήταν έξω από την κωμόπολη Γιούμ­ κιλ, στην κομητεία Ουψάλας, δίπλα σε ένα από τα χειρότερα ιδρύ­ ματα που υπήρχαν για τους εφήβους. Το είχα ακουστά επειδή εί­ χαν κλείσει εκεί για αναμόρφωση ένα φίλο του αδελφού μου που είχε αποπειραθεί να κλέψει ένα αυτοκίνητο. Φρόντιζαν να βελτιώ­ νουν τους νέους που είχαν παραστρατήσει και τους άφηναν και πάλι ελεύθερους στην οδό της νομιμότητας. Μόνο που συνήθως συνέβαινε το αντίθετο. Η κατασκήνωση δεν είχε πολύ καλύτερη φήμη και η Τζούλια ανησυχούσε πώς θα επηρέαζε τον Γκριμ η κατάσταση εκεί.

aoratos100s185.indd 140

11/3/14 2:34:43 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

141

«Θα τα καταφέρει», της είπα. Ήμασταν ξαπλωμένοι μπροστά στον πύργο. Το χέρι της ανα­ ζήτησε το δικό μου. Ήταν η πρώτη Δευτέρα μετά τη γιορτή του Μεσοκαλόκαιρου. Τη μέρα της γιορτής είχα πάει με τους γονείς μου στο Μπλόσουτ, τη γειτονιά της Στοκχόλμης όπου έμενε ο παπ­ πούς μου. Ο Άρτουρ Γιούνκερ αστειευόταν πολλά χρόνια λέγο­ ντας ιστορίες για το Αλτσχάιμερ, αλλά όταν τον άδραξε αυτή η αρρώστια έπαψε τα αστεία και βυθίστηκε στην εσωστρέφεια και στη μελαγχολία. Τη μητέρα μου τη φώναζε Σάρα, που ήταν το όνομα της γυναίκας του. Κατά τη διάρκεια του δείπνου υπήρξαν στιγμές που δεν αναγνώριζε ούτε εμένα ούτε τον αδελφό μου. Με­ τά το δείπνο πήγα με τον Γκριμ σε μια γιορτή κοντά στην εκκλη­ σία του Σάλεμ. Ο Γκριμ δεν είχε διάθεση για συναναστροφές, αλ­ λά ήρθε μαζί μου για να μου κάνει το χατίρι. Κάθισε σε μια γω­ νιά κι ήταν σαν να τα είχε χαμένα. Λίγες μέρες αργότερα έφυγε για το Γιούμκιλ. «Θυμάσαι που μετά το σινεμά μού είπες πως δυσκολεύεσαι να πεις σε κάποιον ότι σου αρέσει;» «Μμ». «Γιατί συμβαίνει αυτό;» Η Τζούλια ανασηκώθηκε και στηρίχτηκε στους αγκώνες της. «Απλώς δεν έχω μεγάλη εμπειρία από τα αγόρια». «Γιατί;» «Ήμουν μόνο με... τρία αγόρια. Κάθε φορά πληγωνόμουνα κι ο Τζον εξοργιζόταν». Ξάπλωσε και πάλι και κοίταξε τον ουρανό. «Πριν από ένα χρόνο είχα πάει σ’ ένα πάρτι και ήπια πολύ. Ήμουν ερωτευμένη μ’ ένα αγόρι που πήγαινε στην τελευταία τάξη του λυ­ κείου στο Ρένινιε. Στο τέλος σωριάστηκα στο πάτωμα. Δε θυμά­ μαι ακριβώς πώς έγινε. Όταν συνήλθα ήμουν ξαπλωμένη σ’ ένα κρεβάτι, πάνω από το πάπλωμα, χωρίς κιλότα. Δεν πονούσα που­ θενά κι έτσι... δεν μπορώ να πω ότι εκμεταλλεύτηκαν την ανημπό­ ρια μου. Αργότερα όμως έμαθα πως με είχε βάλει εκεί το αγόρι

aoratos100s185.indd 141

11/3/14 2:34:43 PM

142

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

που αγαπούσα. Με πασπάτευε ώσπου μπήκαν κάποιοι στο δωμά­ τιο για να πάρουν τα ποτά τους, που τα είχαν αφήσει εκεί για να μην τους τα βουτήξουν. Ήταν εντελώς τυχαίο που μπήκαν εκείνη τη στιγμή. Ο τύπος τρόμαξε και την κοπάνησε. Τέτοιου είδους εμπειρίες έχω από τα αγόρια. Ξέρω πως εσύ δεν είσαι έτσι. Δε σε θεωρώ αγροίκο, αλλά μου είναι πάρα πολύ δύσκολο να αλλάξω γνώμη για τα αγόρια». «Το είπες στον Γκριμ;» «Τζον τον λένε. Όχι, δεν του το είπα. Δεν πρόκειται ποτέ να το πω, τρελάθηκες; Ο Τζον θα τον σκότωνε».

Εκείνο το βράδυ έλειπαν οι γονείς της και με πήγε για πρώτη φο­ ρά στο σπίτι της. Ήταν ένα διαμέρισμα πανομοιότυπο με το δι­ κό μας. Μόλις μπήκαμε μας ήρθε η ξινή μυρωδιά των σκουπιδιών από τη σακούλα που βρισκόταν ακουμπισμένη στον τοίχο. Η Τζούλια ένιωσε αμήχανα. Πήρε τη σακούλα και την πέταξε στον αγωγό ρίψης απορριμμάτων. Με οδήγησε γρήγορα στο δωμάτιό της και μετά βίας πρόλαβα να ρίξω μια ματιά στο υπόλοιπο σπίτι. Ήταν πολύ πιο συγυρισμέ­ νο απ’ όσο φανταζόμουν. Στην κρεμάστρα του χολ υπήρχαν κάποια ρούχα του Γκριμ. Η κουζίνα ήταν λιτή, όπως η δική μας, μόνο που δεν είχε πλυντήριο πιάτων. Σκέφτηκα πως η οικογένεια Γκρίμπεργ δεν μπορούσε να διαθέσει τα απαιτούμενα χρήματα, ενώ εμείς εί­ χαμε ήδη αγοράσει ένα. Ίσως όμως και να μην τους ένοιαζε να πλένουν τα πιάτα τους στο χέρι. Η πόρτα του δωματίου του Γκριμ ήταν βαθουλωμένη σ’ ένα σημείο, σαν κάποιος να την είχε χτυπή­ σει με τη γροθιά του ή να την είχε κοπανήσει με μια πέτρα. Η Τζούλια έκλεισε την πόρτα της. Ήμασταν όρθιοι στο δω­ μάτιό της κι έβλεπα ότι δεν ήξερε τι να κάνει τα χέρια της από την αμηχανία. Άρχισε να χαϊδεύει τη μικρή αλυσίδα με το κό­ σμημα που κρεμόταν από το λαιμό της. Μια βιβλιοθήκη γεμάτη

aoratos100s185.indd 142

11/3/14 2:34:43 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

143

βιβλία και ταινίες κάλυπτε τη μια πλευρά του δωματίου και απέ­ ναντι βρισκόταν το μονό κρεβάτι της. Πάνω στο γραφείο της υπήρχε ένας καθρέφτη κι ένα νεσεσέρ που ξεχείλιζε από είδη μα­ κιγιάζ. Τους τοίχους διακοσμούσαν πίνακες και φωτογραφίες. «Σ’ αρέσουν;» με ρώτησε. «Οι φωτογραφίες;» «Ναι». Ήταν κυρίως πορτρέτα ανθρώπων της ηλικίας μας. Δε γνώρι­ ζα κανέναν τους. Υπήρχαν και δυο φωτογραφίες με ουρανοξύστες τραβηγμένες από τέτοια γωνία ώστε να φαίνεται ο ουρανός. «Ναι», της είπα. Κούνησε το κεφάλι της ικανοποιημένη και παράτησε το κό­ σμημα. Μου χαμογέλασε και κόλλησε σφιχτά πάνω μου. «Είναι η πρώτη φορά που έρχεται ένα αγόρι στο δωμάτιό μου». «Είναι η πρώτη φορά που βρίσκομαι στο δωμάτιο μιας κοπέ­ λας». Με φίλησε. Μ’ έπιασε τόσο δυνατό χτυποκάρδι, που μου φά­ νηκε ότι άκουγα την καρδιά μου με τα ίδια μου τα αφτιά. «Θα δούμε ταινία;» με ρώτησε.

Της είχα πει ψέματα, αλλά δεν ήξερα αν είχε σημασία. Δεν είχα ξανακάνει έρωτα. Η επιδερμίδα της ήταν κατάλευκη και αφάντα­ στα απαλή, λες και δεν την είχε δει ποτέ το φως του ήλιου. Καθώς τη χάιδευα, ένιωσα να φουντώνω από τη ζεστασιά της. Αναρίγη­ σα. Εκείνη κάθισε καβάλα πάνω μου χωρίς να ξεντυθεί. Πάνω από τον ώμο της έβλεπα την οθόνη της τηλεόρασης που λαμπύ­ ριζε καθώς η ταινία εξακολουθούσε και το ένα πλάνο διαδεχόταν το άλλο. «Γδύσου», μου είπε. «Τελείως;»

aoratos100s185.indd 143

11/3/14 2:34:43 PM

144

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Τελείως». Δεν είχα γυμνωθεί ποτέ μπροστά σε άνθρωπο. Μ’ έπιασε με­ γάλη ντροπή όταν βρέθηκα γυμνός μπροστά της. Το κατάλαβε, γιατί με τράβηξε προς το μέρος της και μου χάιδεψε τους ώμους και τα μπράτσα. «Είσαι όμορφος», ψιθύρισε. Το άγγιγμά της ήταν τόσο ιδιαίτερο, που μ’ έκανε να χαλαρώ­ σω. «Κι εσύ είσαι όμορφη. Αλλά...» «Τι;» «Σου είπα ψέματα». Η Τζούλια μαζεύτηκε. «Για ποιο πράγμα;» «Ξέρεις... δεν έχω ξανακάνει έρωτα». «Και λοιπόν;» «Τι εννοείς με το “και λοιπόν”;» «Όλα τα αγόρια λένε ψέματα σ’ αυτό το θέμα. Δεν μπορώ να πω ότι εκπλήσσομαι. Γιατί; Μήπως προτιμάς να κάνεις έρωτα με άλλη;» «Όχι. Εσύ μου είπες ψέματα;» «Όχι». Ένιωσα κάτι μέσα μου να φτερουγίζει. «Δεν έχω προφυλακτικό. Έχεις;» «Ηρέμησε. Παίρνω αντισυλληπτικά». Αναρωτήθηκα αν το ήξερε ο Γκριμ και συνειδητοποίησα πό­ σα λίγα πράγματα ήξερα ο ίδιος.

aoratos100s185.indd 144

11/3/14 2:34:43 PM

XI

Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΗΡΘΑ στην Αστυνομική Διεύθυνση ήταν

στις αρχές Ιουνίου. Βρίσκομαι και πάλι εδώ και για κάποιο λόγο δεν εκπλήσσομαι που δεν έχει αλλάξει τίποτα. Με συνοδεύει στο διάδρομο ένας αστυφύλακας με σκληρή όψη. Μου είναι άγνω­ στος. Περνάμε μπροστά από ένα γραφείο κι ακούω Oh baby don’t hurt me, don’t hurt me no more από ένα ραδιόφωνο, ενώ εκεί κοντά ένας εκτυπωτής ξερνά με θόρυβο διάφορα έγγραφα. Κοιτάζω έξω από το παράθυρο και σκέφτομαι πόσο μεγάλη είναι η απόσταση που με χωρίζει από τους άλλους. «Ο Γκάμπριελ θα έρθει πολύ σύντομα», λέει ο αστυφύλακας ανοίγοντας την πόρτα μιας αίθουσας ανακρίσεων. «Θέλεις κάτι;» «Καφέ». Ο αστυφύλακας φεύγει και μένω μόνος στην αίθουσα, που είναι ένας μικρός τετράγωνος χώρος μ’ ένα τραπέζι και δυο καρέκλες. Ουσιαστικά δεν είμαι μόνος, αφού μια αθέατη κάμερα στραμμένη προς το μέρος μου καταγράφει την οποιαδήποτε κίνησή μου. Σ’ έναν τοίχο υπάρχει μια βιβλιοθήκη γεμάτη ντοσιέ. Δεν έχει λόγο ύπαρξης σε μια αίθουσα ανακρίσεων. Ίσως ανακαινίζουν κάποιο από τα διπλανά γραφεία και την έχουν φέρει εδώ προσωρινά. Οι υπόλοιποι τοίχοι είναι βουβοί και ψυχροί. Ο φωτισμός είναι πιο έντονος απ’ όσο θυμάμαι και αναδίνει μια σχεδόν ευχάριστη ζεστα­ σιά. Με λίγη προσπάθεια ακούγεται μέχρι εδώ ακόμα και το ραδιό­ φωνο. Κοιτάζω τα μηνύματα στο κινητό μου. Ο αστυφύλακας επι­

aoratos100s185.indd 145

11/3/14 2:34:43 PM

146

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

στρέφει με μια γαλάζια κούπα. Πίνω μια γουλιά καφέ και είναι ακριβώς αυτή η γεύση που με κάνει να θέλω να γυρίσω στη δουλειά. Ακούω βήματα. Μπαίνει ο Μπιρκ χωρίς να με κοιτάξει. Έχει ένα ντοσιέ κάτω από τη μασχάλη του και το αφήνει στο τραπέζι. Χτυπά το κινητό του. «Μπιρκ». Σύντομη σιωπή. «Πώς;» Ξύνει το μάγουλό του. «Πού τον βρήκατε αυτό τον αριθμό;» ρωτά το συνομιλητή του ρίχνοντάς μου μια κλεφτή ματιά. «Κανένα σχόλιο». Ξεροβήχει, πηγαίνει προς την πόρτα και την κλείνει. «Όχι, δεν μπορώ να σας απαντή­ σω σ’ αυτό. Κανένα σχόλιο». Η γυναικεία φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής διακόπτεται απότομα όταν ο Μπιρκ κλείνει το κινητό του. «Μια καλή φίλη;» ρωτώ ψαρεύοντάς τον. «Εφημερίδα Εξπρέσεν». «Ήταν η Ανίκα Λιούνμαρκ;» «Ναι». Τραβάει την καρέκλα του, κάθεται και ψάχνει στο σα­ κάκι του να βρει κάτι. Δεν το βρίσκει. «Αυτή ήταν που τα είχε βά­ λει μαζί σου, σωστά;» ρωτάει συνεχίζοντας το ψάξιμο. «Μετά τα γεγονότα στο Γκότλαντ». «Ναι. Τι ήθελε;» «Να επιβεβαιώσει μια πληροφορία». «Σχετικά με τι;» Βγάζει μια συσκευή μαγνητοφώνησης από την τσέπη του και την τοποθετεί ανάμεσά μας. Το ντοσιέ παραμένει κλειστό. Περ­ νά την παλάμη του στα σκούρα μαλλιά του. «Λοιπόν, Λέο». Με κοιτάζει. «Έχουμε κι άλλες ερωτήσεις σχε­ τικά με τη Ρεμπέκα Σάλομον». «Το έχω καταλάβει. Ποια είναι η πληροφορία που πρέπει να επιβεβαιώσω;» «Τώρα εγώ κάνω τις ερωτήσεις. Να συμπεριφέρεσαι όπως πρέπει». «Θα κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ».

aoratos100s185.indd 146

11/3/14 2:34:43 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

147

Με αγριοκοιτάζει. Σκύβει προς τη συσκευή μαγνητοφώνησης και λέει βαριεστημένα ώρα και ημερομηνία. Ύστερα λέει το όνο­ μά του, το δικό μου όνομα και τον αριθμό πρωτοκόλλου της έρευ­ νας που σχετίζεται με την υπόθεση της Ρεμπέκα Σάλομον. «Λέο, μπορείς να μαζέψεις το κινητό σου;» Βάζω το κινητό στην τσέπη μου και πίνω μια γουλιά καφέ. Ο Μπιρκ είναι ασυνήθιστα σφιγμένος. «Έχεις την ευγενή καλοσύνη να μου περιγράψεις τι έκανες από τη στιγμή που μπήκες στη Στέγη Τσάπμαν;» Του αφηγούμαι τι έκανα χρησιμοποιώντας απλές, σύντομες φράσεις, με τρόπο ώστε να μην παρερμηνευτούν τα λόγια μου. Του λέω πώς μπήκα στη Στέγη, πού βρισκόταν η Ματίλντα όταν συζητούσε με τον αστυνομικό και πώς πλησίασα το πτώμα. «Άγγιξες το πτώμα, σύμφωνα με όσα μας είπε η Ματίλντα», λέει ο Μπιρκ διακόπτοντάς με. «Έχει καταθέσει πως το άγγιξες». «Α, ναι. Το άγγιξα. Αλλά φορούσα γάντια». Ο Μπιρκ εκπλήσσεται. «Δικά σου γάντια;» «Όχι. Τα βρήκα σ’ ένα καλάθι μόλις μπήκα στο χολ». «Με ποιο τρόπο άγγιξες το πτώμα;» «Όπως συνηθίζεται. Δεν έκανα τίποτα ιδιαίτερο». «Όπως συνηθίζεται στην...» «Τι συμβαίνει;» τον ρωτώ. «Σε τι αποσκοπείς; Πες μου για να με διευκολύνεις να σου εξηγήσω...» «Λέο, απάντησε στις ερωτήσεις μου». Ο Μπιρκ συνοφρυώνεται μόλις με βλέπει να γυρίζω τα μάτια μου επάνω. «Κοίταξα μήπως είχε κάποιο σημάδι», λέω. «Και μήπως είχε κάτι στις τσέπες της». «Γιατί το έκανες αυτό;» «Για να βουτήξω ό,τι είχε και να το πουλήσω στο λιμάνι του Χάμαρμπι».

aoratos100s185.indd 147

11/3/14 2:34:43 PM

148

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Γαμώτο, Λέο!» «Δεν ξέρω. Ήθελα να δω μήπως κάποιος... Έπληττα, εντάξει; Και με ενοχλούσε το γεγονός πως ένας άνθρωπος πέθανε ακριβώς δυο ορόφους κάτω από εμένα». Ο Μπιρκ αποδέχεται την εξήγησή μου, ίσως επειδή όσα λέω είναι αλήθεια. «Αυτά δε μου τα είπες χτες». «Τι;» «Χτες που μιλήσαμε, δε μου ανέφερες πως άγγιξες το πτώμα. Γιατί είπες ψέματα;» «Δεν ξέρω. Δε με ρώτησες. Ήταν μια απλή λεπτομέρεια». Ακουμπά και τις δύο παλάμες του στο τραπέζι. «Σε ρώτησα. Είναι ουσιαστική λεπτομέρεια, γαμώτο! Βρέθη­ κε στον τόπο του εγκλήματος ένας αναρμόδιος να σκαλίζει δε­ ξιά κι αριστερά πριν φτάσουμε εμείς. Ξέρεις τι μπορεί να κάνει στο δικαστήριο ένας ικανός συνήγορος με τη μικρή αυτή λεπτο­ μέρεια;» «Δεν είχε τίποτα στις τσέπες της», λέω. «Είχε όμως κάτι στο χέ­ ρι της». «Πώς το ξέρεις;» «Το είδα. Έμοιαζε με κολιέ». «Και το άγγιξες». «Όχι», λέω τόσο ειλικρινά, που ο Μπιρκ δεν καταφέρνει να ανακαλύψει κανένα ψέμα κοιτάζοντας το πρόσωπό μου, όσο κι αν προσπαθεί. «Δεν το άγγιξα. Το πρόσεξα τη στιγμή που μπήκες». «Επομένως δεν το ακούμπησες καθόλου», λέει. «Κατάλαβα σωστά;» Κατανεύω. Ο Μπιρκ μού δείχνει τη συσκευή μαγνητοφώνησης. «Ναι», λέω γέρνοντας μπροστά. «Σωστά κατάλαβες. Δεν της άγγιξα το χέρι, ούτε ακούμπησα το αντικείμενο που είχε στο χέ­ ρι της». Ο Μπιρκ ανοίγει το ντοσιέ. Πάνω πάνω βρίσκεται μια πλαστι­

aoratos100s185.indd 148

11/3/14 2:34:43 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

149

κή σακούλα μεγέθους μιας κόλλας Α4. Στη μία γωνία της υπάρ­ χει ένα μικρό ασημένιο αντικείμενο. Πάνω στη σακούλα είναι κολλημένο ένα χαρτί με κακογραμμένες σημειώσεις σχετικά με το είδος του περιεχομένου και τον αριθμό πρωτοκόλλου. «Αφού δεν το άγγιξες», λέει εκνευριστικά αργά, «πώς γίνεται μετά την ανάλυση που έγινε να βρίσκουμε πάνω του τρία δακτυ­ λικά αποτυπώματα, εκ των οποίων το ένα ανήκει σ’ εσένα με βε­ βαιότητα που αγγίζει το ενενήντα πέντε τοις εκατό;» Σηκώνει τη σακούλα και την αφήνει μπροστά μου. Κοιτάζω το κολιέ και αισθάνομαι ένα σφίξιμο στο στομάχι. Με πιάνει ζάλη. «Αυτό είχε στο χέρι της η Ρεμπέκα;» ρωτάω χωρίς να αφήσω το κόσμημα από τα μάτια μου. «Ναι». «Καλώς». Είναι ένα κολιέ που το έχω ξαναδεί, που το έχω αγγίξει. Μια φορά μάλιστα το κράτησα ανάμεσα στα χείλη μου. «Αισθάνεσαι καλά;» Ο Μπιρκ χαμογελά. «Σε βλέπω κάπως τα­ ραγμένο». «Όχι... απλώς... ήθελα να δω πώς είναι. Είπες πως βρέθηκαν τρία δακτυλικά αποτυπώματα. Ποιων είναι τα άλλα δύο;» «Απάντησε στην ερώτησή μου». «Θα σου απαντήσω αν απαντήσεις εσύ στη δική μου». «Δεν είναι παιχνίδι!» Ο Μπιρκ σηκώνεται τόσο απότομα, που η καρέκλα του ξύνει με θόρυβο το ψυχρό πάτωμα. Ρίχνει ματιές πότε στη συσκευή μα­ γνητοφώνησης και πότε σ’ εμένα και μάλλον εξετάζει την πιθανό­ τητα να την κλείσει ώστε να μην καταγραφεί αυτό που ετοιμάζε­ ται να ξεστομίσει. «Η Ανίκα Λιούνμαρκ της Εξπρέσεν», μου εξηγεί, «πληροφορή­ θηκε ότι η έρευνα που διενεργούμε εστιάζεται και σ’ έναν αστυ­ νομικό. Έναν αστυνομικό με κακόφημο παρελθόν, ας πούμε. Αν δεν πάψεις το παιχνίδι σου κι αν δε μου πεις με απόλυτη σαφή­

aoratos100s185.indd 149

11/3/14 2:34:43 PM

150

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

νεια τι έκανες, τότε θα επιβεβαιωθεί η πληροφορία και δεν πρό­ κειται ποτέ να επανέλθεις στην ενεργό υπηρεσία. Αλλά ακόμα κι αν, παρά τις προσδοκίες μας, υπηρετήσεις ξανά στο Σώμα, θα φροντίσω προσωπικά να σε χώσουν σε μια τρύπα στη μέση του πουθενά». Κάθεται πάλι στην καρέκλα του. «Τι προτιμάς;» Παριστάνω πως σκέφτομαι όσα μου λέει, αλλά στην πραγματι­ κότητα εξακολουθώ να παρατηρώ το κολιέ. Είναι ένα φτηνό κολιέ και υπάρχουν χιλιάδες παρόμοια, αλλά τα δικά μου δακτυλικά αποτυπώματα δεν μπορεί παρά να βρίσκονται σε ένα μόνο κολιέ. Στο δικό της. Πρέπει να είναι το κολιέ της. Δεν μπορώ να το αποκαλύψω αυ­ τό στον Μπιρκ. Αποκλείεται. «Εντάξει λοιπόν», λέω. «Το άγγιξα. Πρόσεξα πως είχε κάτι στο χέρι της και ήθελα να δω τι είναι. Το κοίταξα από κοντά και το ξανάβαλα στο χέρι της». «Δε φορούσες γάντια;» «Έπρεπε να τα βγάλω», του λέω για να σώσω το ψέμα μου. «Έπρεπε να τα βγάλω επειδή ήταν μεγάλα και χοντρά. Ήταν αυ­ τά που είχα βρει στο καλάθι. Δεν μπορούσα να πιάσω και να ανα­ σηκώσω το χέρι της φορώντας αυτά τα γάντια». Ο Μπιρκ με κοιτάζει κατάματα προσπαθώντας να καταλάβει αν του λέω την αλήθεια. «Θα κάνουμε περισσότερες αναλύσεις, Λέο. Αν αραδιάζεις ψέ­ ματα, θα το καταλάβουμε». «Δε λέω ψέματα». Όμως ψεύδομαι και προσπαθώ να χαμογε­ λάσω. «Καταλαβαίνεις τι σημαίνει αυτό;» Έκανα τον Μπιρκ να πιστέψει πως το δακτυλικό μου αποτύ­ πωμα στο κολιέ είναι πρόσφατο, επομένως καθίσταμαι ύποπτος τέλεσης εγκλήματος. Θα μπορούσα κάλλιστα να είχα μπει στη Στέγη Τσάπμαν, να είχα πυροβολήσει τη Ρεμπέκα στον κρόταφο και να είχα βγει από το παράθυρο.

aoratos100s185.indd 150

11/3/14 2:34:44 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

151

«Σε ποιους ανήκουν τα άλλα δύο αποτυπώματα;» «Να μη σε νοιάζει». «Σε παρακαλώ να μου πεις. Ο φόνος έγινε στην πολυκατοικία όπου μένω». «Ακριβώς. Κι αυτός είναι ο λόγος που καθόμαστε εδώ τώρα». «Όχι. Είμαστε εδώ γιατί κάποιος πυροβόλησε και σκότωσε μια γυναίκα. Μένω στην πολυκατοικία αυτή και ίσως θα μπορούσα να βοηθήσω. Δεν την πυροβόλησα εγώ. Πρώτα απ’ όλα, δεν είχα λόγο να το κάνω. Κι έπειτα, ακόμα κι αν είχα κίνητρο, δε θα ήμουν τόσο ηλίθιος ώστε να την πυροβολήσω μέσα στην πολυκατοικία όπου μένω». Ο Μπιρκ με κοιτάζει επίμονα τόση ώρα, που αρχίζω σιγά σι­ γά να πιστεύω ότι τον έχω πείσει. Κλείνει τη συσκευή, τη βάζει στην τσέπη του παντελονιού του και με ξανακοιτάζει. Είναι αξιο­ σημείωτο πόσο πολύ έχει αλλάξει η έκφρασή του. Με εκπλήσσει η συμπόνια που μου δείχνει. Δεν είναι κάτι που θα περίμενα από τον Γκάμπριελ Μπιρκ. «Ένα από τα αποτυπώματα ήταν δικό της. Δεν έχουμε βρει σε ποιον ανήκει το τρίτο. Τα δικά σου αποτυπώματα και του αγνώ­ στου είναι ελλιπή και δυσδιάκριτα». «Δεν είχε μαζί της προσωπικά αντικείμενα – τουλάχιστον εγώ δεν είδα», λέω. «Τα βρήκαμε σήμερα το πρωί. Θέλω να πω... τα βρήκε ένας σκύλος. Τον πήγε ο ιδιοκτήτης του για πρωινή βόλτα στην Κούν­ σχολμ. Βρέθηκαν μέσα σ’ ένα θάμνο στο πάρκο Κρόνομπεργ. Όλα της τα πράγματα ήταν εκεί, εκτός από το κινητό της, τα λε­ φτά της και τα ναρκωτικά της – αν βέβαια είχε ναρκωτικά». «Τη λήστεψαν», είπα. «Την ίδια νύχτα που δολοφονήθηκε». «Ίσως». Ο Μπιρκ σηκώνει τους ώμους του. «Κανείς δεν είδε τίποτα». «Τη ληστεύουν λοιπόν... και μετά πηγαίνει να κοιμηθεί στη Στέγη Τσάπμαν;»

aoratos100s185.indd 151

11/3/14 2:34:44 PM

152

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Τι θα έκανες εσύ στη θέση της αν ήσουν άστεγος και χωρίς υπάρχοντα; Άσε που ίσως να ήταν τόσο φτιαγμένη, ώστε δε θα θυμόταν ούτε το όνομά της. Θα της ήταν σχεδόν ακατόρθωτο να πάει στην αστυνομία. Άνθρωποι που έχουν βρεθεί σε παρόμοια κατάσταση έχουν κάνει πολύ πιο παράξενα πράγματα απ’ το να πάνε για ύπνο. Το ερώτημα είναι αν την ακολούθησε κάποιος σω­ ματέμπορος ή πελάτης της. Αλλά μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν στοιχεία που να το αποδεικνύουν. Όσο για σένα», προσθέτει, «θα σου πω κάτι μόνο και μόνο επειδή σε πιστεύω. Αν κάποιος με ρω­ τήσει, θα του πω ότι είσαι ακόμα ο βασικός μου ύποπτος». Αναρωτιέμαι αν πράγματι με πιστεύει. Ίσως να με πιστεύει αλλά να υποψιάζεται ότι ξέρω πολύ περισσότερα από όσα απο­ καλύπτω. Έτσι διαισθάνομαι. Οι αστυνομικοί, και ιδιαίτερα όσοι είναι σαν τον Γκάμπριελ Μπιρκ, έχουν την πονηριά στο αίμα τους. Έχουν εκπαιδευτεί να παίζουν με τους ανθρώπους, να χρησιμο­ ποιούν μικρά τεχνάσματα που να σε κάνουν να νομίζεις ότι θέ­ λουν το καλό σου. Ο Μπιρκ μπορεί να μου μίλησε έτσι ελπίζοντας να του αποκαλύψω περισσότερα πράγματα. Αλλά ίσως και να με πιστεύει. Δεν ξέρω. «Εντάξει», του λέω με τα μάτια χαμηλωμένα στο τραπέζι. Συνεχίζει να με παρατηρεί κι εγώ συνεχίζω να αποφεύγω το βλέμμα του. Πέφτει τόσο βαθιά σιωπή, που ακούω μέχρι και τους χτύπους της καρδιάς μου. «Ωραία», λέει ο Μπιρκ άχρωμα. «Φύγε».

Στέκομαι στην οδό Κούνσχολμ κάτω από το συννεφιασμένο ου­ ρανό. Ανασαίνω βαθιά. Ζαλίζομαι και με πιάνει δύσπνοια. Έχει περάσει πολύς καιρός από την τελευταία φορά που σκέφτηκα την Τζούλια Γκρίμπεργ. Μόνο κάποιες λίγες νύχτες την έβλεπα μπρο­ στά μου σαν οπτασία. Το κολιέ της Τζούλια βρέθηκε στο χέρι της Ρεμπέκα Σάλομον.

aoratos100s185.indd 152

11/3/14 2:34:44 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

153

Είναι αδύνατον να γνωριζόντουσαν. Το κολιέ τοποθετήθηκε εκεί από τον άνθρωπο που σκότωσε τη Ρεμπέκα.

Μόλις το κινητό μου δονείται, μου καρφώνεται η ιδέα πως κά­ ποιος με παρακολουθεί. Δε θα μαντέψεις; γράφει ο άγνωστος αποστολέας. Τι να μαντέψω; απαντώ και κοιτάζω πίσω μου μήπως τυχόν δια­ κρίνω κάποιον που να ξεχωρίζει μέσα στο πλήθος. Μάντεψε ποιος είμαι, απαντά. Εσύ τη σκότωσες; Όχι. Ξέρεις ποιος το έκανε; Ίσως. Ποιος ήταν; Σε βλέπω, Λέο.

aoratos100s185.indd 153

11/3/14 2:34:44 PM

XII

ΑΝΑΒΩ ΤΣΙΓΑΡΟ. Στέκομαι κοντά σε μια είσοδο του μετρό και γρά­

φω ένα μήνυμα στο κινητό. Τι κάνω αυτή τη στιγμή; Από μπροστά μου περνούν άνθρωποι και αυτοκίνητα. Το κι­ νητό μου δονείται ξανά. Στέκεσαι στο δρόμο και καπνίζεις. Μπορεί να είναι οποιοσδήποτε. Τα παράθυρα των διαμερισμά­ των στις προσόψεις των πολυκατοικιών είναι σκοτεινά. Μου είναι αδύνατον να διακρίνω κάποιον πίσω από τα τζάμια. Είμαι περικυ­ κλωμένος από τη μυρωδιά των καυσαερίων και των αναθυμιά­σεων. Η ατμόσφαιρα είναι βαριά, όπως συμβαίνει συνήθως λίγο πριν ξε­ σπάσει καταρρακτώδης βροχή. Κοιτάζω το μήνυμα και συνειδητο­ ποιώ ότι φοβάμαι για πρώτη φορά ύστερα από πολύ καιρό. Ποιος τη σκότωσε; γράφω και κοιτάζω επίμονα το κινητό μου πε­ ριμένοντας την απάντηση. Κρατώ την ανάσα μου. Τίποτα δε συμβαίνει. Κανένα μήνυμα. Βγάζω το χαρτί με τον αριθμό τηλεφώνου που μου έγραψε ο Λέβιν λέγοντάς μου πως θα μπορούσα να καλέσω εκεί αν έφτανα σε αδιέξοδο. Παρατηρώ τους περαστικούς προσπαθώντας να κα­ ταλάβω ποιος θα μπορούσε να είναι ο άγνωστος αποστολέας των μηνυμάτων, αν είναι άντρας ή γυναίκα, αν θέλει το κακό μου. Σκέ­ φτομαι πως ίσως επιτεθεί εναντίον μου κρατώντας μαχαίρι. Πρέ­ πει να καθίσω κάπου. Να πιω κάτι δυνατό, ολομόναχος.

wWw.Greekleech.info

aoratos100s185.indd 154

11/3/14 2:34:44 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

155

Καλώ τον αριθμό τηλεφώνου του σημειώματος του Λέβιν και αναρωτιέμαι σε ποιον να ανήκει. Ο Λέβιν μού έχει πει μόνο ότι είναι κάποιου τον οποίο γνωρίζει πολύ καλά. Στρέφομαι να κοι­ τάξω το ογκώδες μέγαρο της οδού Κούνσχολμ όπου στεγάζεται η Γενική Αστυνομική Διεύθυνση με τις διάφορες αστυνομικές υπη­ ρεσίες της Στοκχόλμης. Βάζω στο στόμα μου ένα ηρεμιστικό χά­ πι και κάνω μια απότομη κίνηση με το κεφάλι μου για να το κα­ ταπιώ. Το χάπι εξαφανίζεται στα σωθικά μου. Ο αριθμός μάλλον θα ανήκει σε άνθρωπο της αστυνομίας. Βλέπω δυο νεαρούς στο πεζοδρόμιο. Ο ένας είναι μελαχρινός με φουντωτά μαλλιά, ο άλ­ λος έχει κατάλευκο πρόσωπο και μια έκφραση σαν να ντρέπεται. Ο μελαχρινός νεαρός παίζει κιθάρα, ενώ ο άλλος, με το βλέμμα στραμμένο προς το δρόμο, τραγουδά We found love in a hopeless place, we found love in a hopeless place ξανά και ξανά με κρυστάλλι­ νη φωνή. Οι διαβάτες περνούν χωρίς να σταματούν. Μια γυναίκα απαντά από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής. «Άλις». «Γεια σας. Ποια είστε;» «Εσείς ποιος είστε;» «Ο Λέο Γιούνκερ. Μου έδωσε τον αριθμό σας ο Τσαρλς Λέβιν». «Μου έχει αναφέρει το όνομά σας». «Βρίσκεστε στην Αστυνομική Διεύθυνση;» «Ναι». «Είναι ασφαλής η τηλεφωνική γραμμή;» «Είναι ασφαλής». Η Άλις είναι τυπική και αδιάφορη, σαν να ασχολείται ταυτό­ χρονα με κάτι άλλο στο οποίο έχει προσηλώσει την προσοχή της. «Ποια είστε;» «Η Άλις. Δουλεύω για τον Τσαρλς». «Είστε η γραμματέας του;»

aoratos100s185.indd 155

11/3/14 2:34:44 PM

156

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Ακριβώς». «Χρειάζομαι τη βοήθειά σας». «Πείτε μου». «Τζον Γκρίμπεργ. Θέλω να εντοπίσω κάποιον που ονομάζεται Τζον Γκρίμπεργ. Δεν έχω ιδέα πού βρίσκεται. Δεν ξέρω καν αν ζει». «Εντάξει», λέει με κάποιο δισταγμό. «Έχουν περάσει πάνω από δεκαπέντε χρόνια από την τελευ­ ταία φορά που τον συνάντησα», της λέω επειδή αισθάνομαι την ανάγκη να δώσω μια εξήγηση. «Πότε γεννήθηκε;» «Το 1979. Αλλά για να είμαστε σίγουροι, κοιτάξτε και το 1978». «Δύο ημερομηνίες γέννησης;» ρωτά έκπληκτη. «Δεν ξέρω. Ίσως αυτή του 1978 να είναι ψευδής». «Γεννήθηκε στη Στοκχόλμη;» «Στη μητροπολιτική περιφέρεια Στοκχόλμης, στο Σάλεμ». Ακούγονται ήχοι πληκτρολόγησης. Κατεβαίνω στο μετρό από τις κυλιόμενες σκάλες έχοντας στο νου μου πως ίσως κάποιος με ακολουθεί. «Έχω έναν Τζον Γκρίμπεργ που γεννήθηκε το 1979. Αρχική εγγραφή στο δημοτολόγιο του Σάλεμ», λέει η Άλις. «Έχει βεβαρη­ μένο ποινικό μητρώο, με πρώτη καταγραφή το 1997. Η μητέρα του γεννήθηκε το 1956 και πέθανε το 1999. Ο πατέρας του γεννή­ θηκε το 1954 και πέθανε πριν από τρεις βδομάδες». «Τόσο πρόσφατα;» «Αυτά είναι τα στοιχεία που μου δίνει το κομπιούτερ». «Υπάρχει διεύθυνση; Εννοώ του Τζον». «Όχι. Α, περιμένετε». Έχω την εντύπωση πως έχει σαστίσει, κάτι σπάνιο, υποθέτω, για εκείνη αν κρίνω από το ξαφνικό της εν­ διαφέρον. «Έχω μια διεύθυνσή του στη συνοικία Χαγκσέτρα κα­ ταγεγραμμένη πριν από δέκα χρόνια στα πλαίσια της απογραφής του πληθυσμού».

aoratos100s185.indd 156

11/3/14 2:34:44 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

157

Μου λέει τη διεύθυνση και προσπαθώ να την απομνημονεύ­ σω. «Έχει πεθάνει;» «Όχι. Αλλά ούτε στο εξωτερικό βρίσκεται, κρίνοντας από τα στοιχεία που έχω μπροστά μου. Τον βρίσκω όμως στον κατάλο­ γο... ανυπάρκτων». «Στον κατάλογο ανυπάρκτων;» «Δεν είμαι σε θέση να δω περισσότερες λεπτομέρειες. Εκεί τον έχει καταχωρίσει η εφορία. Μπορώ να επικοινωνήσω με την εφορία και να ζητήσω λεπτομερέστερα στοιχεία, αλλά θα χρεια­ στούν λίγες ώρες ακόμα κι αν δώσουν προτεραιότητα στο αίτη­ μά μου». Ο κατάλογος ανυπάρκτων. Εκεί καταγράφονται τα ονόματα των ανθρώπων με τους οποίους οι δημόσιες υπηρεσίες της Σουη­ δίας έχουν αποτύχει να επικοινωνήσουν. Είναι άνθρωποι με σκο­ τεινό παρελθόν, αλλά και εκείνοι που απλώς δε θέλουν να τους βρίσκει ο οποιοσδήποτε. Στον κατάλογο ανυπάρκτων καταγρά­ φονται και τα παλαιά στοιχεία των πολιτών στους οποίους για λό­ γους προστασίας έχουν δοθεί νέα στοιχεία ταυτότητας. Καταγρά­ φονται όμως και τα ονόματα των πολιτών των οποίων η διεύθυν­ ση κατοικίας παραμένει άγνωστη για δύο ή περισσότερα έτη. Τα στοιχεία διατηρούνται στον κατάλογο ακόμα κι αν θεωρηθεί πως τα άτομα έχουν φτάσει σε απίστευτα μεγάλη ηλικία. Το όνομα δια­ γράφεται μόνο αν ο πολίτης δηλωθεί επίσημα νεκρός, αν προκύ­ ψει πως έχει εγκαταλείψει τη Σουηδία, αν θέλει να ανακτήσει την αρχική του ταυτότητα ή αν γίνει γνωστή η διεύθυνσή του. Για τις τρεις τελευταίες περιπτώσεις δεν απαιτείται ιδιαίτερη προσπά­ θεια. Αρκεί να πληρώσει με πιστωτική κάρτα, να διέλθει από κά­ ποιο τελωνείο ή να εκδηλώσει ενδιαφέρον για ένα διαμέρισμα μέ­ σω ενός μεσιτικού γραφείου. Ο Τζον Γκρίμπεργ δεν έχει κάνει τί­ ποτα από όλα αυτά και γι’ αυτό βρίσκεται στον κατάλογο ανυπάρ­ κτων. Σαν να άνοιξε η γη και να τον κατάπιε.

aoratos100s185.indd 157

11/3/14 2:34:44 PM

158

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Θεωρώ δεδομένο πως πρόκειται για κάτι σημαντικό», λέει η Άλις τη στιγμή που πατάω το πόδι μου στην αποβάθρα και βλέ­ πω το γαλάζιο τρένο να βγαίνει θορυβωδώς από τη σκοτεινή σή­ ραγγα. «Ναι», λέω. «Είναι σημαντικό. Έχει σχέση με την αδελφή του Τζον». «Την Τζούλια», λέει η Άλις, προφανώς διαβάζοντας τα στοι­ χεία στην οθόνη της. «Τζούλια Γκρίμπεργ;» «Ναι». «Πέθανε τον Αύγουστο του 1997». Ξεροκαταπίνω. Τα μάτια μου τρεμοπαίζουν και βλέπω μπρο­ στά μου το κολιέ. «Ακριβώς».

Ο ήλιος λάμπει πάνω από τη Χαγκσέτρα. Στην πλατεία τα πιτσι­ ρίκια κλοτσάνε μια μπάλα. Είναι ηλιοκαμένα και μιλούν μια γλώσ­ σα την οποία δεν καταλαβαίνω. Δίπλα στην πλατεία βρίσκεται η τελευταία καταγεγραμμένη από το κράτος διεύθυνση του Γκριμ. Οι φωτεινές πολυκατοικίες με τα μικρά παράθυρα θυμίζουν το Σά­ λεμ. Η εξώπορτα είναι ανοιχτή. Ανεβαίνω από τις σκάλες στο δεύ­ τερο όροφο και χτυπώ το κουδούνι της πρώτης πόρτας που βλέ­ πω. Δεν ανοίγει κανείς. Οι άλλες δύο πόρτες ανοίγουν και συστή­ νομαι ως φίλος του Τζον Γκρίμπεργ. Κανείς δεν τον έχει ακουστά. Τα δικά τους διαμερίσματα τα πήραν μέσω ενός γραφείου στέγα­ σης. Σε ποιο από τα τρία έμενε άραγε; Αισθάνομαι έντονα την ανά­ γκη να τους ρωτήσω αν μου επιτρέπουν να μπω στο σπίτι τους και να ρίξω μια ματιά, να δω πώς ζούσε. Εγκαταλείπω την ιδέα, αφού δε θα μου πρόσφερε τίποτα. Τους ευχαριστώ και φεύγω. Τηλεφωνώ στον Φελίξ, αλλά δεν απαντά. Περνώ το υπόλοιπο απόγευμα προσπαθώντας να βρω τα ίχνη του Τζον Γκρίμπεργ μέσω των επαφών που χρησιμοποιώ συνήθως, αλλά δεν προκύ­

aoratos100s185.indd 158

11/3/14 2:34:44 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

159

πτει τίποτα αξιόλογο. Στην εφορία της Σέντερμαλμ χρησιμοποιώ ένα κομπιούτερ για να συμβουλευτώ τα δημόσια αρχεία τους. Τί­ ποτα. Λες κι ο Γκριμ διέγραψε την ύπαρξή του πριν από δέκα χρόνια. Αρχίζω να αμφιβάλλω για τον ίδιο μου τον εαυτό. Είναι ελάχι­ στοι οι άνθρωποι που γνωρίζουν καλύτερα από μένα πόσο ακρι­ βά μπορεί να την πληρώσει κάποιος που αποκρύπτει πληροφο­ ρίες απαραίτητες για μια αστυνομική έρευνα. Είναι αργά το βρά­ δυ, βρίσκομαι στο διαμέρισμά μου και ετοιμάζομαι να τηλεφω­ νήσω στον Γκάμπριελ Μπιρκ και να του μιλήσω για όλα αυτά, αλ­ λά εκείνη τη στιγμή χτυπά το κινητό μου. Είναι η Σαμ. Οι ταινίες αποκλεισμού που έχει τοποθετήσει η αστυνομία πα­ ραμένουν στην οδό Τσάπμαν. Τις κοιτάζω που πλαταγίζουν και παρατηρώ τους περαστικούς, που όπως πάντα σταματούν και προσπαθούν να αποκτήσουν μια εικόνα του συμβάντος. Κατά μή­ κος του δρόμου βρίσκονται σταθμευμένα αυτοκίνητα. Νομίζω πως κάποιος κάθεται μέσα σε ένα από αυτά. «Ναι;» «Η Σαμ είμαι». «Γεια σου, Σαμ». «Μήπως... ενοχλώ;» «Όχι, δεν ενοχλείς». «Σκέφτηκα να... σου πω κάτι». «Ναι;» λέω πιέζοντας το κινητό στο αφτί μου. «Σ’ ευχαριστώ που μου αφιέρωσες λίγο χρόνο». «Σήμερα, λίγη ώρα αφότου έφυγες, ήρθε στο στούντιο ένας πε­ λάτης. Νομίζω πως τον ξέρεις. Τον λένε Βίγκο». Ξέρω ποιος είναι. Κάνει το βαποράκι για τον Φελίξ. Είναι ένας από αυτούς που συνάντησα σήμερα όταν έφυγα από τη Χαγκσέ­ τρα. Μου είπε πως άκουσε ότι κάποιος λήστεψε μια πόρνη κοντά στο πάρκο Κρόνομπεργ και ότι η Ρεμπέκα δολοφονήθηκε, αλλά δεν ήξερε πως επρόκειτο για το ίδιο πρόσωπο.

aoratos100s185.indd 159

11/3/14 2:34:44 PM

160

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Τον συνάντησα σήμερα», λέω στη Σαμ. «Χωρίς αποτέλεσμα». «Μου το είπε πως τον είδες. Ήξερε για μας και... μου είπε πως τον ρώτησες για κάποιον Γκριμ». «Για τον Τζον Γκρίμπεργ», της λέω και νιώθω να παγώνω. «Τον ρώτησα πράγματι». «Δε μου ανέφερες το όνομά του όταν ειδωθήκαμε. Δε μου εί­ πες πως αυτός ήταν ο άνθρωπος που αναζητούσες». Από τον τόνο της φωνής της αντιλαμβάνομαι πως νιώθει πλη­ γωμένη. «Δεν ήταν της στιγμής», της λέω προσπαθώντας να δικαιολο­ γηθώ. «Προέκυψε αργότερα». «Δεν ξέρω ποιος είναι ο Τζον Γκρίμπεργ, αλλά γνωρίζω το όνο­ μα Γκριμ». Κάτω στο δρόμο ακούγεται ένας κινητήρας που μπαίνει μπρος. Πηγαίνω να κοιτάξω από το παράθυρο. Βλέπω το λευκό φως της οθόνης ενός κινητού τηλεφώνου στο εσωτερικό ενός αυτοκινήτου και μια ακαθόριστη ανθρώπινη φιγούρα. «Πού βρίσκεσαι τώρα;» ρωτάω τη Σαμ. «Γιατί;» «Πρέπει να βρεθούμε». «Λέο, δε νομίζω πως είναι καλή ιδέα. Δεν μπορούμε να...» «Δεν είναι γι’ αυτό που νομίζεις». «Τότε για ποιο λόγο να βρεθούμε;» Παίρνω μια βαθιά ανάσα. Ποιος να βρίσκεται άραγε μέσα στο αυτοκίνητο εκεί έξω; Ίσως γίνομαι παρανοϊκός. Λέω στη Σαμ: «Πιστεύω πως το τηλέφωνό μου παρακολουθείται».

aoratos100s185.indd 160

11/3/14 2:34:44 PM

XIII

ΒΡΑΔΥ. ΒΑΔΙΖΩ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ της Κούνσχολμ πηγαίνοντας προς

το «Bar». Χάλια μέρος για να συναντηθώ με τη Σαμ, αλλά είναι το πιο ουδέτερο που μπορώ να σκεφτώ. Καθώς βαδίζω κοιτάζω συνέχεια ολόγυρα για να δω αν με παρακολουθούν και γυροφέρ­ νω στην περιοχή. Είναι πολύ δύσκολο να αντιληφθώ οτιδήποτε. Η συνοικία είναι γεμάτη από μυστηριώδη δρομάκια και στενά. Υπάρχουν σ’ αυτή γωνιές που με κάνουν να πιστεύω πως αν τρυ­ πώσω μέσα τους δε θα ξαναβγώ ποτέ. Μακριά από τους ηλεκτρι­ κούς στύλους και τις φωτεινές επιγραφές περιμένει ένα πυκνό σκοτάδι που νομίζεις ότι υλοποιείται κι ότι το αισθάνεσαι στη γλώσσα σου όποτε ανοίγεις το στόμα σου. Το αυτοκίνητο που ήταν σταθμευμένο έξω από την πολυκα­ τοικία μου έφυγε και δεν το ξανάδα από τη στιγμή που άρχισα να περπατώ. Το κινητό μου είναι μουγκό. Η Ρεμπέκα Σάλομον είναι νεκρή κι είχε στο χέρι της το κολιέ της Τζούλια, με το δακτυλικό μου αποτύπωμα πάνω του. Κάποιος το έβαλε εκεί. Πρέπει να βρω τον Γκριμ. Έχουμε να συναντηθούμε πάνω από δεκαπέντε χρό­ νια. Σχεδόν όσο η μισή μου ζωή. Σχεδόν όσο η μισή του ζωή. Αλ­ λά ίσως μπορεί να απαντήσει στο ερώτημά μου. Ίσως υπάρχουν μάρτυρες και πιθανόν να δώσουν στον Μπιρκ να καταλάβει πως δεν ήμουν εγώ ο δολοφόνος, πως δεν έχω καμία σχέση με το θά­ νατο της Ρεμπέκα. Το πρόβλημα με τους μάρτυρες είναι η ανα­ ξιοπιστία τους. Προσφέρουν μόνο ενδείξεις, τα νήματα που οδη­

aoratos100s185.indd 161

11/3/14 2:34:44 PM

162

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

γούν με έμμεσο τρόπο στο συμβάν. Δεν υπάρχει αστυνομικός που να δείχνει εμπιστοσύνη σε άνθρωπο, κι αν όλες οι ενδείξεις οδη­ γούν σ’ εμένα, την έχω άσχημα. Ο Γκριμ έχασε τη μητέρα του πολύ νέος. Δεν το ήξερα. Τι να συνέβη άραγε; Ίσως αυτοκτόνησε. Ο πατέρας του... Προσπαθώ να θυμηθώ τι είπε η Άλις. Τρεις βδομάδες, έτσι μου είπε. Ο πα­ τέρας του πέθανε πριν από τρεις βδομάδες. Όποιος κι αν έχει γί­ νει σήμερα ο Γκριμ, όπου κι αν βρίσκεται, έχει χάσει και τους δύο γονείς του. Φέρνω στο νου μου τη Ρεμπέκα Σάλομον. Ποια όνειρα έκανε για τον εαυτό της όταν ήταν παιδί; Έφυγε από τη ζωή χωρίς να καταλάβει πώς και γιατί. Ίσως το μέλλον της να διαγραφόταν ήδη ζοφερό από τα μικρά της χρόνια. Το μέλλον είναι σπάνια λαμπρό για τις τοξικομανείς γυναίκες που εκδίδονται. Ίσως είναι καλύτε­ ρα που εγκατέλειψε έτσι απότομα τη ζωή, όμως μια τέτοια σκέ­ ψη δεν παύει να είναι αποκρουστική.

Η Άννα είναι όρθια στη γωνία της μπάρας και κρατάει ένα μαύ­ ρο μπουκάλι Jim Beam. Γεμίζει ένα ποτήρι. Μόλις μπαίνω με κοι­ τάζει χαμογελώντας. Πίνει μια γουλιά ουίσκι. «Νόμιζα πως θα τηλεφωνούσες», λέει. «Δεν έχω το...» Ενώ προχωρώ προς την μπάρα, ακούγεται ο ήχος των βημάτων μου. «Μόνη σου είσαι;» «Έχουμε δέκα πελάτες όλους κι όλους και κάθονται εδώ μία ώρα τη βδομάδα ο καθένας». Αδειάζει το ποτήρι της μονορούφι. «Είμαι σχεδόν πάντα μόνη εδώ». «Εγώ έρχομαι πιο συχνά». «Εσύ δεν υπολογίζεσαι». Σπρώχνει το ποτήρι της στην άκρη. «Τι θα πάρεις;» «Τίποτα. Έναν καφέ». Τη βλέπω που εκπλήσσεται. Τα ξανθά μαλλιά της είναι άτσα­

aoratos100s185.indd 162

11/3/14 2:34:44 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

163

λα πιασμένα κότσο και στο πρόσωπό της πέφτουν τσουλούφια που φτάνουν μέχρι το λαιμό και τους ώμους της. Το πουκάμισό της είναι πολύ ανοιχτό στο μπούστο. Μοιάζει κάπως της Σαμ. «Σε λίγο θα έρθει μια γυναίκα», της λέω. «Πιστεύω πως η σχέ­ ση μου μαζί της έχει λήξει». «Καταλαβαίνω», λέει η Άννα. Γυρνάει από την άλλη μεριά για να ετοιμάσει την παλιά καφετιέρα που διαθέτει το μαγαζί. «Αν πρέπει να συναντηθείς με μια γυναίκα που νομίζει πως έχεις κό­ ψει το ποτό, το βρίσκεις έξυπνο να δώσεις ραντεβού σε μπαρ;» «Υπάρχει κάποιο πρόβλημα;» ρωτάω διστακτικά. «Όχι. Όλα είναι μια χαρά». «Δεν ξέρω άλλο μέρος που να...» αρχίζω να λέω, αλλά αγνοώ πώς ακριβώς να συνεχίσω. «Μέρος που να... κάνεις τι;» ρωτάει εκείνη έχοντάς μου γυρι­ σμένη την πλάτη. Βάζει σε λειτουργία την καφετιέρα, που αρχί­ ζει σιγά σιγά να βουίζει. «Μέρος όπου να είναι κανείς ασφαλής». «Σε άλλο μέρος δεν είσαι ασφαλής;» «Δε νομίζω». «Είσαι παρανοϊκός». «Το ξέρω». Αντιλαμβάνομαι πως αγγίζω το κινητό μου και τρα­ βάω αμέσως το χέρι μου. «Πώς είναι δυνατόν να πιστεύεις πως εδώ είσαι ασφαλής;» Η καφετιέρα έχει πια αρκετό καφέ για να γεμίσει μια κούπα κι έτσι η Άννα γυρνά προς το μέρος μου για να με σερβίρει. Η έκ­ φρασή της είναι ανεξιχνίαστη. Νόμιζα πως θα πληγωνόταν, αλλά μου φαίνεται μάλλον φοβισμένη. «Έτσι πιστεύω». «Πώς τη λένε;» «Ποια;» «Τη γυναίκα που θα έρθει εδώ». «Σαμ».

aoratos100s185.indd 163

11/3/14 2:34:44 PM

164

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Σαμ;» «Ναι». Διστάζω να συνεχίσω. «Ήμασταν μαζί κάποτε». «Τι συνέβη;» «Ένα δυστύχημα». Η Άννα πάει στην άκρη της μπάρας, βάζει να πιει και επιστρέ­ φει. Αντιλαμβάνεται πως έχω καρφώσει τα μάτια μου στο ποτήρι της και αισθάνεται αμήχανα. «Θα μπορούσα να μην πιω τίποτα αν νιώθεις άσχημα». Νεύω αρνητικά. «Πιες». Ανοίγει η πόρτα και μπαίνει η Σαμ και μαζί της ο ήχος της βροχής. Το σακάκι της στάζει. Τα μαλλιά της έχουν κολλήσει στο μέτωπο και στα μάγουλά της και μοιάζουν με βρεγμένα άχυρα. Πλησιάζει στην μπάρα και βγάζει το σακάκι της. Βλέπει πως κρα­ τώ στο χέρι μου μια κούπα με καφέ και μάλλον προσπαθεί να κα­ ταλάβει τι σημαίνει αυτό. Παραγγέλνει μπίρα. «Σε ξέρω», της λέει η Άννα. «Κάνεις τατουάζ». «Ναι». Η Άννα σερβίρει μπίρα στη Σαμ. Η Σαμ ρίχνει μια ματιά στο κινητό της και μετά κοιτάζει ολόγυρα. «Πολύ ενδιαφέρον μέρος για συνάντηση». «Έχει κάτι το ιδιαίτερο ο χώρος», λέω. Κρυφοκοιτάζω την Άν­ να με νόημα. Κάνει λίγα βήματα πίσω κι αρχίζει να μετρά τα χρή­ ματα που υπάρχουν στο ταμείο σε μια προσπάθεια να είναι δια­ κριτική. Το ταμείο είναι άδειο αν εξαιρέσεις δυο τρία χαρτονο­ μίσματα και ελάχιστα κέρματα. «Τζον Γκρίμπεργ», λέω στη Σαμ κοιτάζοντάς την. Και όπως πάντα, έτσι και τώρα που με κοιτάζει νιώθω πως οτιδήποτε άλλο γύρω μου είναι θολό και σκοτεινό. Δε βλέπω παρά μόνο τη Σαμ. «Ναι». Πίνει λίγη μπίρα και μια μικρή λωρίδα αφρού απλώ­ νεται στο πάνω χείλι της. Σκουπίζει τα χείλη της με το χέρι της. «Τουλάχιστον... νομίζω πως ήταν αυτός».

aoratos100s185.indd 164

11/3/14 2:34:44 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

165

«Νομίζεις;» «Πάνε πολλά χρόνια. Ήταν την εποχή που... ήμασταν μαζί εμείς οι δύο. Τότε δε σου είχα αναφέρει τίποτα». «Για ποιο λόγο;» «Γιατί αυτά τα πράγματα δεν τα λες σε αστυνομικό». Νιώθω ένα σφίξιμο στο στομάχι παρόλο που περίμενα να μου απαντήσει κάτι τέτοιο. «Ήμουν ο σύντροφός σου». «Τέλος πάντων», συνεχίζει η Σαμ. «Ήταν φθινόπωρο, αν θυ­ μάμαι καλά. Μου τηλεφώνησε κάποιος ένα βράδυ τη στιγμή που ετοιμαζόμουν να κλείσω. Δεν ήθελε να μου πει ποιος είναι. Δε δέ­ χομαι πελάτη που δε μου λέει το όνομά του, το ξέρεις αυτό. Άσε που ήταν και πολύ αργά. Αλλά ο άνθρωπος αυτός μου πρόσφερε πολλά χρήματα. Θα μου έδινε τα μισά πριν αρχίσω τη δουλειά, αμέσως μόλις θα ερχόταν στο στούντιο, και τα άλλα μισά μετά». «Πόσα ήταν;» «Πενήντα χιλιάδες». «Θεέ μου!» «Το ξέρω». Η Σαμ πίνει μια γουλιά μπίρα. «Τον ρώτησα τι έπρεπε να κάνω και το μόνο που μου είπε ήταν πως ήθελε να αφαιρέσει ένα τατουάζ. Ουσιαστικά μια τέτοια επέμβαση είναι ιατρικής φύσεως και γι’ αυτό το λόγο τού συνέστησα να πάει σε δερματολογική κλινική. Αρνήθηκε. Είχε ακούσει πως είχα κάνει παρόμοιες επεμβάσεις, κάτι που ήταν αλήθεια, όμως πριν αλλά­ ξουν οι κανονισμοί. Επέμενα και του είπα πως αν έκανα εγώ την επέμβαση θα ήταν πιο επώδυνη και λιγότερο ασφαλής απ’ όσο αν πήγαινε σε εξειδικευμένη κλινική. Ισχυρίστηκε πως δεν είχε εναλ­ λακτική λύση και μάλιστα νομίζω πως γέλασε ακούγοντας τα πε­ ρί κλινικής. Με παρακάλεσε να τον περιμένω κι έκλεισε το τηλέ­ φωνο. Μία ώρα αργότερα είδα κάποιον να στέκεται έξω απ’ την πόρτα του στούντιο. Ήταν ένας κατάξανθος άντρας. Μου πέρα­ σε από το νου πως μάλλον έβαφε τα μαλλιά του, γιατί τα φρύδια

aoratos100s185.indd 165

11/3/14 2:34:44 PM

166

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

του ήταν πολύ πιο σκούρα. Θεώρησα πως ήταν αυτός με τον οποίο είχα μιλήσει. Μου συστήθηκε ως Ντεγιάν, αλλά αμφιβάλλω πως ήταν το πραγματικό του όνομα. Μου είπε πως είχε έρθει για να ξεφορτωθεί το τατουάζ του. “Μ’ εσένα μίλησα στο τηλέφωνο;” τον ρώτησα. Έγνεψε αρνητικά και μπήκε στο στούντιο. Πίσω του στε­ κόταν ένας άντρας του οποίου την παρουσία δεν είχα αντιληφθεί από την αρχή. Ήταν σκοτεινά βέβαια και εξαιτίας της γωνίας του δρόμου, αν κάποιος στέκεται στα δεξιά της εξώπορτας δεν τον βλέπεις. Ο δεύτερος άντρας», λέει η Σαμ χαμηλώνοντας το βλέμ­ μα, «ήταν εκείνος με τον οποίο είχα μιλήσει. Ήταν αρκετά ψη­ λός και ξανθός, αλλά όχι με τον κραυγαλέο τρόπο του Ντεγιάν. Είχε ωραίο πρόσωπο, γωνιώδες, καλοσχηματισμένο και ηλιοκα­ μένο. Ήταν κομψά ντυμένος. Φορούσε σκούρα γκαμπαρντίνα κι έμοιαζε με διαφημιστή που μόλις έχει γυρίσει από διακοπές. Αλ­ λά υπήρχε κάτι στο βλέμμα του... Ήταν κενό». Πίνει μια γουλιά μπίρα. «Δεν υπήρχε τίποτα σ’ εκείνα τα μάτια. Καμία ταυτότητα, καμία ζεστασιά, αλλά ούτε και παγωνιά. Δεν υπήρχε κανένα συ­ ναίσθημα». «Τι χρώμα είχαν τα μάτια του;» «Ήταν γαλανά. Αλλά νομίζω πως φορούσε φακούς επαφής». «Από πού το κατάλαβες;» «Φοράω φακούς επαφής, Λέο, και ξέρω πώς φαίνονται τα μά­ τια σου ύστερα από μια ολόκληρη μέρα όταν τους φοράς». «Σου συστήθηκε;» «“Μπορείς να με λες Γκριμ”, μου είπε. Αυτό ήταν όλο. Με εί­ χε πιάσει νευρικότητα – και ξέρεις πώς είμαι όταν το παθαίνω. Προσπαθώ να κάνω αστεία. Του είπα κάτι για τα παραμύθια των αδελφών Γκριμ. Τον ρώτησα αν ήταν ο κατσούφης ή ο εύθυμος αδελφός... αλλά αυτό τον έκανε μόνο να με ρωτήσει αν θα στρω­ νόμασταν στη δουλειά. Έβαλε το ένα του χέρι στην εσωτερική τσέπη της γκαμπαρντίνας του κι έβγαλε μια δέσμη χαρτονομισμά­ των. “Είκοσι πέντε χιλιάδες”, μου είπε, “τόσο καθαρά, που να

aoratos100s185.indd 166

11/3/14 2:34:44 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

167

μπορείς να τα πας και σε τράπεζα”. Δεν είχα δει ποτέ στη ζωή μου τόσα μετρητά μαζεμένα, και μάλιστα σε δέσμη, κι έτσι απλώς κού­ νησα το κεφάλι μου και τα έβαλα στο ταμείο. “Έχω ακούσει πως είσαι καλή στη δουλειά σου”, μου είπε. “Ο σύμβουλός μου έπαθε κάτι δυσάρεστο και δυστυχώς χρειάζομαι νέο σύμβουλο”. Αν υπάρχει κάτι που ξέρω πολύ καλά να κάνω, αυτό είναι η δουλειά μου. Του είπα: “Ναι, είμαι καλή, αλλά για να φτιάχνω τατουάζ, όχι για να τα αφαιρώ”. Έγειρε προς το μέρος μου και –ξέρω πως θα σου φανεί άρρωστο– με μύρισε». Η Σαμ κοκκινίζει. «Ένιωσα απέχθεια. Δεν ξέρω τι αποκόμισε ο ίδιος απ’ αυτό που έκανε, αλ­ λά πάντως κοίταξε τον Ντεγιάν, του έκανε νόημα και είπε να ξε­ κινήσουμε. Ο Ντεγιάν κάθισε στην καρέκλα και μου έδειξε το τα­ τουάζ: ένας μαύρος δικέφαλος αετός, σε μέγεθος γροθιάς, στο ση­ μείο της καρδιάς. Είναι γνωστό σύμβολο, αλλά στην περίπτωση του Ντεγιάν αντιπροσώπευε την πατρίδα του». «Την Αλβανία». «Ακριβώς». «Ντεγιάν Φρίντριχς», της λέω. «Μήπως τον έλεγαν έτσι;» «Ποτέ δεν άκουσα το επώνυμό του». Ο Ντεγιάν Φρίντριχς. Κάποτε τον είχα κυνηγήσει για τον εμπρησμό μιας ταβέρνας της οδού Σβέα. Ο ταβερνιάρης είχε αρ­ νηθεί την προστασία ενός κακόφημου συνδικάτου και η πυρκαγιά που ξέσπασε στην ταβέρνα του ήταν το τίμημα που κατέβαλε επει­ δή ήθελε να είναι ανεξάρτητος. Δεν ανέκρινα ποτέ τον Ντεγιάν και δεν μπορέσαμε να τον συνδέσουμε με τον εμπρησμό. Διαισθανό­ μουν όμως πως το είχε κάνει αυτός. Ήταν επαγγελματίας δολοφό­ νος κι έβγαζε το ψωμί του δουλεύοντας για τον Σίλβερ, που εκείνη την εποχή έλεγχε μια μερίδα του υποκόσμου της Στοκχόλμης. «Μάλλον αυτός είναι», λέω. Πίνω μια γουλιά καφέ. Της συστήθηκε ως Γκριμ. Για ποιο λόγο; Στη φάση που βρι­ σκόταν θα έπρεπε να είχε ήδη διαλέξει άλλο όνομα. Ίσως χρησι­ μοποιεί ακόμα το παλιό του ανεπίσημα.

aoratos100s185.indd 167

11/3/14 2:34:44 PM

168

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Με την άκρη του ματιού μου βλέπω την Άννα, που βάζει τα δυ­ νατά της για να μην ακούει. Η Σαμ με κάνει να νιώθω ότι βρίσκο­ μαι σε εγρήγορση. Μου ξυπνάει το νου. Πάντα μου συνέβαινε αυ­ τό όποτε την είχα πλάι μου, λες και τα πράγματα έμπαιναν στη σωστή τους θέση. «Ο Γκριμ βολεύτηκε στον καναπέ που έχω για τους πελάτες μου κι άρχισε να ασχολείται με το κινητό του. Εγώ καταπιάστηκα με το τατουάζ – με τον καθαρισμό του, την αναισθησία και όλα τα σχετικά. Ήμουν όμως σίγουρη πως το αποτέλεσμα θα ήταν κακό, πως δε θα άξιζε τις πενήντα χιλιάδες. Κι έτσι όταν είχα φτάσει στη μέση της όλης διαδικασίας είπα στον Γκριμ πως μου έφταναν οι είκοσι πέντε χιλιάδες που μου είχε ήδη δώσει. Ο Γκριμ μού είπε πως είχαμε κάνει συμφωνία κι ότι δεν έπρεπε να τη χαλάσουμε». «Σου φάνηκε πως γνωρίζονταν αρκετά καλά οι δυο τους;» Η Σαμ κούνησε το κεφάλι της αρνητικά. «Μου δόθηκε η εντύπωση πως ο Ντεγιάν ήταν πελάτης. Όσο δούλευα, ο Γκριμ μιλούσε στο κινητό, σχεδόν όλη την ώρα. Σου υπενθυμίζω πως ήμουν απίστευτα κουρασμένη. Όταν είμαι στο στούντιο και δουλεύω εντατικά, συγκεντρώνομαι μεν σ’ αυτό που κάνω, αλλά δε χάνω την επαφή με ό,τι συμβαίνει γύρω μου. Κα­ θόταν στον καναπέ ακριβώς πίσω μου και αναγκαστικά άκουγα τι έλεγε. Προσπαθούσε να κανονίσει πολλά πράγματα ταυτόχρο­ να. Νομίζω πως βοηθούσε τον Ντεγιάν να φύγει από τη Σουηδία. Άκουσα κάτι και για χρήματα. Υπήρχαν κάποια μπλεξίματα και ο Γκριμ εκνευρίστηκε. Διέκοψε απότομα το συνομιλητή του κι αμέσως μετά τηλεφώνησε σε άλλον για να του πει πως η ιστορία θα κόστιζε περισσότερο απ’ όσο είχαν υπολογίσει. Βιαζόταν, το ίδιο και ο Ντεγιάν. Μάλλον θα είχαν περιορισμένα χρονικά περι­ θώρια. Με είχε πιάσει ανησυχία επειδή το τατουάζ δεν είχε γίνει από επαγγελματία. Υποθέτω ότι το είχε φτιάξει κάποιος ερασι­ τέχνης στη φυλακή και η εισαγωγή του μελανιού κάτω από την επιδερμίδα είχε γίνει ανομοιόμορφα. Το έξυνα και το καθάριζα

aoratos100s185.indd 168

11/3/14 2:34:44 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

169

ξανά και ξανά κι είχα ξεθεωθεί. Δε θα ήθελα να ήμουν δίπλα στον Ντεγιάν όταν θα έπαυε η δράση του αναισθητικού. Ο τύπος ήταν πια σαν γδαρμένος, αλλά ο Γκριμ δε φαινόταν να νοιάζεται. Θυ­ μάμαι πως κάποια στιγμή πήρε ένα χάπι από ένα φιαλίδιο που δεν ήταν σαν αυτά που αγοράζουμε απ’ το φαρμακείο. Το θυμά­ μαι πολύ καλά αυτό». Η Σαμ με κοιτάζει κατάματα. Ίσως νομίζει πως είναι σημα­ ντικό αυτό το τελευταίο στοιχείο. «Εντάξει», της λέω. «Τέλος πάντων, περιποιήθηκα την πληγή και τελείωσα γύρω στις δυόμισι τη νύχτα. Ο τύπος ήταν τόσο βαθιά γδαρμένος, που μπορούσες να διακρίνεις το μυϊκό ιστό στο στήθος του, το δια­ νοείσαι; Αρρωστημένη κατάσταση. Έδωσα και στους δύο οδη­γίες για την περιποίηση της πληγής και τους εφοδίασα με όλα τα ανα­ γκαία που θα βοηθούσαν τον Ντεγιάν μέσα στις επόμενες είκοσι τέσσερις ώρες. Ο Γκριμ μού έδωσε τις υπόλοιπες είκοσι πέντε χι­ λιάδες και με ευχαρίστησε για τη συνεργασία. Ελάχιστες στιγμές πριν φύγουν από το στούντιο, έσκυψε και μου ψιθύρισε κάτι στο αφτί. Κάτι που δεν είχα ιδέα πώς να το ερμηνεύσω». «Τι ήταν;» Η Σαμ ξεροβήχει. Πίνει λίγη μπίρα και το βλέμμα της πηγαι­ νοέρχεται ανάμεσα σ’ εμένα και στα πόδια της. «Μου είπε πως μύριζα όπως μύριζε ένας παλιός του φίλος». Μένει σιωπηλή για λίγο. Η Άννα έχει πάψει να ασχολείται με το ταμείο και ξεσκονίζει ένα ένα τα μπουκάλια που καλύπτουν τον τοίχο πίσω της. «Με εμπιστευόταν. Αυτή την εξήγηση έδωσα σ’ αυτό που μου είπε», συνεχίζει η Σαμ. «Σαν να ήμουν ένα από τα πρόσωπα του φιλικού του περίγυρου, καταλαβαίνεις;» «Ναι». Ο Γκριμ δεν εννοούσε αυτό. Για ελάχιστες φευγαλέες στιγμές επιστρέφω στο Σάλεμ. Είμαι δεκάξι χρονών και τον βλέπω με τα

aoratos100s185.indd 169

11/3/14 2:34:44 PM

170

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

μάτια μου να πλαστογραφεί την υπογραφή της μητέρας του. Τον βλέπω ξανά στο προαύλιο του λυκείου μας να μου δείχνει την πρώ­ τη πλαστή ταυτότητα που έφτιαξε, τη δική του. Τον βλέπω να επι­ στρέφει από την κατασκήνωση του Γιούμκιλ και να έχει μάθει να σπάει κωδικούς πιστωτικών καρτών χωρίς να το καταγράφει το μηχάνημα αυτόματων συναλλαγών. Μάλλον έτσι ξεκίνησε η στα­ διοδρομία του. Για περισσότερα από δέκα χρόνια το όνομά του βρίσκεται στον κατάλογο ανυπάρκτων. Δεν έχει πεθάνει, αλλά ού­ τε και υπάρχει. Νιώθω να παραπαίω. Η Σαμ με αρπάζει από το μπράτσο για να με στηρίξει. «Λέο, είσαι καλά;» Ανησυχεί για μένα. «Ήταν πολύ κουραστική μέρα», μουρμουρίζω. Στρέφομαι προς την Άννα και της ζητάω ένα ποτήρι νερό. Έχουν περάσει σαράντα οκτώ ώρες από το θάνατο της Ρεμπέ­ κα Σάλομον. Τα κρίσιμα εικοσιτετράωρα οδεύουν προς τη λήξη τους. Ο δράστης είναι άφαντος. Στο κινητό μου εισέρχεται ένα μήνυμα: Πιστεύω πως θα έπρεπε να δεις τις ειδήσεις.

aoratos100s185.indd 170

11/3/14 2:34:44 PM

XIV

Η ΤΖΟΥΛΙΑ ΗΤΑΝ ΟΡΘΙΑ μπροστά στην τηλεόραση του δωματίου

μου με το τηλεκοντρόλ στο χέρι και διάβαζε τις ειδήσεις στο Teletext: ΔΕΚΑΕΠΤΑΧΡΟΝΟΣ ΔΕΧΤΗΚΕ ΕΠΙΘΕΣΗ ΜΕ ΜΑΧΑΙΡΙ ΣΕ ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΗ. Με είχε φωνάξει κοντά της. Είχα βγει από το μπάνιο τυλιγμένος με μια πετσέτα και είχα σταθεί πλάι της. Έξω ο ήλιος έλαμπε κι ήταν η τελευταία εργάσιμη μέρα των γο­ νιών μου. Ήταν η πρώτη φορά που είχα κάνει ντους μαζί της. «Είναι η κατασκήνωση κοντά στο Γιούμκιλ», είπε η Τζούλια με μια απίθανη ηρεμία. «Σ’ αυτή βρίσκεται ο Τζον». Καθώς διάβαζε, μου έπιασε ασυναίσθητα το χέρι. Όταν άρχι­ σε να μου το σφίγγει, κατάλαβα πως η είδηση ήταν αληθινή. Σε μια κατασκήνωση αγοριών ηλικίας δεκαπέντε έως είκο­ σι χρονών είχαν μαχαιρώσει έναν δεκαεπτάχρονο. Η αστυνο­ μία και το ασθενοφόρο είχαν φτάσει αμέσως εκεί και το αγόρι είχε ήδη μεταφερθεί στο νοσοκομείο της Ουψάλας και νοση­ λευόταν στην εντατική. Η κατάστασή του ήταν σοβαρή αλλά σταθερή. Ένιωσα να σφίγγεται το στομάχι μου και προσπάθησα να πά­ ρω ανάσα. «Θεέ μου...» άκουσα τον εαυτό μου να λέει. «Τηλεφώνησέ τους», με παρότρυνε η Τζούλια. «Τηλεφώνησέ τους. Να ο αριθμός τους». «Δε θα ήταν καλύτερα να...»

aoratos100s185.indd 171

11/3/14 2:34:44 PM

172

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Δεν μπορώ. Δεν τολμώ. Τα πήγαινε μια χαρά ο Τζον... Θα εί­ χαμε ακούσει κάτι. Θα μας είχε τηλεφωνήσει». Κάλεσα τον αριθμό που έβλεπα γραμμένο, αλλά έδινε σήμα κατειλημμένου. Ξανακάλεσα. Τα ίδια. «Πάρε πάλι». Η Τζούλια είχε το βλέμμα της καρφωμένο στην τηλεόραση. Το πρόσωπό της ήταν ανέκφραστο. Κάποιος απάντησε στην πέμπτη μου προσπάθεια. Ήταν ένας άντρας. Του είπα όσο πιο ήρεμα μπορούσα πως είχαμε διαβάσει για ένα συμβάν στην κατασκήνω­ ση και ότι θέλαμε να μάθουμε αν ήταν καλά ο φίλος μας. Είπα το όνομά του και ο άντρας με διαβεβαίωσε πως ο Γκριμ δεν είχε τραυματιστεί, αλλά ότι του είχε κοστίσει πολύ αυτή η ιστορία για­ τί επρόκειτο για ένα φίλο του. «Μαχαίρωσαν κάποιο φίλο του;» ρώτησα. «Ποιον;» «Όχι, όχι», απάντησε ο άντρας. «Ο Τζον είναι φίλος του αγο­ ριού που επιτέθηκε με το μαχαίρι». Σώπασε για λίγο κι ύστερα συνέχισε: «Δεν έπρεπε να το αναφέρω αυτό. Μην το πεις πουθε­ νά. Αυτή τη στιγμή επικρατεί μεγάλη αναστάτωση εδώ».

Η κατασκήνωση δεν εκκενώθηκε λόγω του περιστατικού. Ήταν σημαντικό να συζητηθεί το θέμα με τη συμμετοχή όλων όσων βρί­ σκονταν εκεί, ώστε να γίνει κατανοητό το πώς και το γιατί συνέ­ βη το γεγονός. Την ίδια μέρα η Τζούλια πήγε με τους γονείς της στο Γιούμκιλ για να δουν τον Γκριμ. Η Τζούλια τον ρώτησε αν ήθελε να με δει και την επόμενη μέρα πήγα κι εγώ, μαζί της. Ο Γκριμ το έκανε για μένα, γιατί στην πραγματικότητα δεν είχε δι­ άθεση να με δει. Ένιωθα την ανάγκη να μιλήσω μαζί του και να δω αν αισθανόταν καλά. Τον είχα πεθυμήσει κιόλας. Η Τζούλια μού είχε πει πως ο Γκριμ ήταν πολύ ταραγμένος. Δεν είχε μιλήσει και πολύ με την αδελφή του και τους γονείς του, αλλά ο ψυχολόγος της κατασκήνωσης τους είχε εξηγήσει πως

aoratos100s185.indd 172

11/3/14 2:34:44 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

173

ήταν ακόμα κλονισμένος. Είχαν περάσει μόλις δύο μέρες από το συμβάν. «Ο Τζον δεν είναι ποτέ ιδιαίτερα ομιλητικός», μου είπε η Τζού­ λια όταν ήμασταν στο λεωφορείο και πηγαίναμε στο Γιούμκιλ. «Αλλά δεν ξέρω. Μου φάνηκε πως κάτι έχει αλλάξει μέσα του. Ελ­ πίζω να είναι μόνο από το σοκ». Έκανα μια κίνηση για να της πιάσω το χέρι, αλλά τραβήχτη­ κε και κοίταξε έξω από το παράθυρο. Έπεφτε μια ψιλή καλοκαι­ ρινή βροχή. Όσο πλησιάζαμε στην κατασκήνωση, τα κτίρια πα­ ραχωρούσαν σιγά σιγά τη θέση τους στο καταπράσινο τοπίο. Η Τζούλια χάιδευε το κόσμημα που κρεμόταν από το λαιμό της.

Το ίδρυμα του Γιούμκιλ ήταν ένα γκρίζο, βλοσυρό διώροφο κτίριο. Το είδα φευγαλέα ανάμεσα από τα δέντρα καθώς το λεωφορείο έβγαινε από μια απότομη καμπή του δρόμου. Πρόφτασα όμως να δω το φράχτη του. Αν έκρινε κανείς από το φράχτη, ο χώρος θύμιζε περισσότερο φυλακή. Η στάση του λεωφορείου βρισκόταν καμιά διακοσαριά μέτρα παρακάτω. Μόλις βγήκαμε από το λεωφορείο δεν κατευθυνθήκαμε προς το κτίριο, αλλά κατηφορίσαμε παίρνοντας ένα στενό χαλικόστρωτο δρόμο που οδηγούσε στην κατασκήνωση. Η Τζούλια βάδιζε αφηρημένη, με τα χέρια στις τσέπες της λεπτής ζακέτας της, κοιτάζοντας τον ουρανό και τις κορυφές των δέντρων. Στην κατασκήνωση υπήρχαν πέντε κόκκινα ξύλινα σπιτάκια με λευκές κόχες. Ήταν χτισμένα έτσι που να σχηματίζουν πέτα­ λο. Δεν έδινε την εντύπωση χώρου στον οποίο θα μπορούσε να μαχαιρωθεί κάποιος και να κινδυνέψει η ζωή του. Αλλά έτσι κι αλλιώς τα περισσότερα πράγματα στη ζωή δεν είναι όπως δεί­ χνουν. Την κατασκήνωση διοικούσαν τρεις αρχηγοί. Όλοι τους ήταν δέκα χρόνια μεγαλύτεροί μου και με ζεστό χαμόγελο – τρεις άντρες με φαρδείς ώμους και με τατουάζ στα μπράτσα. Θα ήταν λάθος να πω ότι αποτελούσαν πρότυπο για ένα αγόρι, αλλά όταν

aoratos100s185.indd 173

11/3/14 2:34:44 PM

174

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

τους είδα αυτή ήταν η πρώτη σκέψη που έκανα. Ένας από τους τρεις πλησίασε και μας συστήθηκε κι έπειτα μας συνόδευσε ανέκ­ φραστος σε ένα από τα σπίτια. Υπήρχε μια θαλπωρή στο περιβάλλον της κατασκήνωσης που σ’ έκανε να νιώθεις καλοδεχούμενος, όταν όμως φτάσαμε με την Τζούλια στο κατώφλι του σπιτιού είχα την αίσθηση πως έμπαινα σε μια συμβατική αίθουσα επισκέψεων. Ένιωθες ότι πλανιόταν ένας εξαναγκασμός, αφού ο Γκριμ ήταν υποχρεωμένος να βρίσκε­ ται εκεί και να συμμετέχει ενεργά στις δραστηριότητες της κατα­ σκήνωσης. Ήταν μια στενόχωρη κατάσταση. «Δεν έχουμε ιδιαίτερο χώρο επισκέψεων», μας είπε ο αρχηγός, «αλλά διαρρυθμίσαμε κατάλληλα μια αίθουσα για την περίστα­ ση. Είστε από το Σάλεμ, σωστά;» Κούνησα το κεφάλι μου σε επιβεβαίωση. «Επομένως ξέρετε πώς είναι. Αν είσαι από ένα τέτοιο μέρος, το μόνο θετικό είναι πως όλοι έχουν στραμμένα τα μάτια τους πά­ νω σου. Αν λοιπόν κάνεις τη στραβοτιμονιά, σε βοηθάμε να ανα­ μορφωθείς και να επανέλθεις στον ίσιο δρόμο. Αυτό προσπαθού­ με να κάνουμε εδώ». «Και το κάνετε δίνοντάς τους μαχαίρια;» «Ήταν μαχαίρι φαγητού. Το έκλεψε και το τρόχισε ο ίδιος». Ο αρχηγός σήκωσε τους ώμους του. «Θα μείνω έξω, εδώ κοντά. Πείτε μου όταν θα έχετε τελειώσει». Στην αίθουσα υπήρχαν σκόρπια τραπέζια και καρέκλες, ένα τραπέζι του μπιλιάρδου κι ένας δίσκος για σκοποβολή με βελά­ κια. Φυσικά, βελάκια δεν υπήρχαν ούτε για δείγμα. Στον τοίχο ήταν στερεωμένη μια μεγάλη τηλεόραση που έπαιζε μουσικά βί­ ντεο με τον ήχο εντελώς κλειστό. Σ’ έναν πίνακα ανακοινώσεων έβλεπες φυλλάδια διάφορων οργανισμών. Αναγνώρισα αρκετά από αυτά, επειδή είχαμε και στο λύκειο του Ρένινιε. Έδιναν πλη­ ροφορίες σχετικά με δραστηριότητες κατά του εγκλήματος και των ναρκωτικών.

aoratos100s185.indd 174

11/3/14 2:34:44 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

175

Ο Γκριμ καθόταν μπροστά σ’ ένα τραπέζι και διάβαζε. Είχε αλλάξει μέσα στις τρεις βδομάδες που έλειπε. Ήταν ηλιοκαμέ­ νος, αλλά είχε κόψει σύρριζα τα μαλλιά του. Οι ξανθές τούφες δεν υπήρχαν πια κι έβλεπες ένα κεφάλι με πολύ κοντά μαλλιά που εί­ χαν το χρώμα που έχει το στάχυ της σίκαλης. Όταν μπήκαμε μέ­ σα μας χαμογέλασε κι άφησε το βιβλίο. «Γεια». «Γεια σας». Καθίσαμε με την Τζούλια κοντά στο τραπέζι. Στην ξύλινη επι­ φάνειά του ήταν χαραγμένες διάφορες φράσεις, ορνιθοσκαλί­ σματα φτιαγμένα με κλειδί. Ορισμένες τις είχαν χρωματίσει με στιλό. Τις ψηλάφισα με τα ακροδάχτυλά μου. Ο Γκριμ έμοιαζε με αγόρι που έχει μεγαλώσει απότομα. «Πώς είσαι;» τον ρώτησα. «Καλά». «Έχεις μόνο μια βδομάδα μπροστά σου». «Το ξέρω». «Καλή συμφωνία», είπα επιχειρώντας να αστειευτώ. «Αδειάζεις το ταμείο του σχολείου και σε φέρνουν ένα μήνα στην εξοχή». Ο Γκριμ γέλασε, ήταν όμως ένα γέλιο που δεν έφτασε ποτέ στα μάτια του. «Ναι, νομίζω ότι ήταν καλή συμφωνία». Οσμίστηκε τον αέρα. «Μυρίζεις όμορφα». «Αλήθεια;» «Μου θυμίζει τις μυρωδιές του σπιτιού μας», μου είπε. «Μερικές φορές η όσφρησή σου είναι χειρότερη απ’ όσο πι­ στεύεις», μουρμούρισε η Τζούλια κι ήμουν σίγουρος πως είχε κοκ­ κινίσει, αλλά καθόταν ακριβώς πλάι μου και δε γύρισα να την κοι­ τάξω. «Άλλα λέει ο κόσμος εδώ για μένα», είπε εκείνος. «Σε θεωρούν αυθεντία στην όσφρηση;» τον ρώτησα. «Κάτι τέτοιο».

wWw.Greekleech.info

aoratos100s185.indd 175

11/3/14 2:34:45 PM

176

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Τι σημαίνει αυτό;» τον ρώτησε η Τζούλια. «Τίποτα», αποκρίθηκε χαμογελώντας. «Θέλω μόνο να πω ότι... είναι καλά εδώ». «Μαχαίρωσαν το φίλο σου προχτές», του είπα. «Δεν ήταν εκείνος ο φίλος μου, γαμώτο!» φώναξε απότομα. «Φίλος μου είναι ο Τζίμι», είπε με μελαγχολικό ύφος. «Ο Τζίμι;» είπα. «Ο Τζίμι μαχαίρωσε τον άλλο».

Ο Γκριμ μάς μίλησε για το φίλο του. Ο Τζίμι ήταν ένας αδύνατος και χλομός έφηβος με μακριά καστανά μαλλιά. Ο πατέρας του έπινε πολύ, όμως η μητέρα του ήταν σε χειρότερη κατάσταση. Η μητέρα του δεν έμενε πια μαζί τους, αλλά μ’ έναν Σουηδοφιλαν­ δό από την Μποτσίρκα, ένα προάστιο της Στοκχόλμης. Εκείνος ο άντρας τής έδινε ναρκωτικά. Στο σχολείο ο Τζίμι έπεφτε θύμα κα­ κοποίησης από τους συμμαθητές του. Μια μέρα ένιωσε πως δεν άντεχε άλλο. Άρπαξε ένα συνδετήρα κι άρχισε να βαράει ένα αγό­ ρι στο πρόσωπο. Αυτός ήταν ο λόγος που τον έστειλαν στην κατα­ σκήνωση του Γιούμκιλ. Εκεί είχε σχηματιστεί μια ομάδα πέντε νεα­ρών, με αρχηγό τον Ντράγκομιρ, έναν παίκτη του χόκεϊ από τις δυτικές συνοικίες, από το Βέλινγκμπι. Στην αρχή ο Τζίμι ήταν αμέτοχος, ενώ την ίδια τακτική ακολουθούσε κι ο Γκριμ. Το απο­ τέλεσμα ήταν πως έγιναν φίλοι οι δυο τους – βρήκαν ο ένας τον άλλο, όπως είπε χαρακτηριστικά ο Γκριμ. «Δεν κάναμε και πολλά πράγματα», μας είπε. «Την περισσό­ τερη ώρα κουβεντιάζαμε». Ύστερα από μια βδομάδα φάνηκε πως ο Γκριμ είχε ασυνήθι­ στα καλή όσφρηση. Κατάφερε να βρει το ντουλάπι όπου φυλάσ­ σονταν τα χρήματα που προορίζονταν για την κάλυψη των λειτουρ­ γικών εξόδων της κατασκήνωσης. Τα μοιράστηκε με τον Τζίμι. Σύντομα το έμαθε κι η υπόλοιπη παρέα. Σούφρωσαν το μερτικό

aoratos100s185.indd 176

11/3/14 2:34:45 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

177

του Τζίμι, αλλά επέτρεψαν στον Γκριμ να κρατήσει το δικό του. Ο Γκριμ, κρυφά από τους άλλους, έδωσε ένα μέρος των χρημάτων του στον Τζίμι. «Αλλά δεν του στάθηκα», είπε. Μου φάνηκε ντροπιασμένος. «Δεν τον υποστήριζα μπροστά στους άλλους. Περνούσα περισσό­ τερο χρόνο μαζί τους... Τον έβλεπα σχεδόν στα κρυφά και κουβε­ ντιάζαμε». Ένα βράδυ ο Γκριμ έφυγε από το γυμναστήριο, όπου είχε παί­ ξει μπάσκετ, και διέσχισε τη μεγάλη αυλή της κατασκήνωσης. Άκουσε ανθρώπινες φωνές και κατάλαβε πως πίσω από ένα σπί­ τι ήταν συγκεντρωμένος κόσμος. Παρά την αναστάτωσή του, προχώρησε νυχοπατώντας προς τα εκεί για να μην τον ακούσουν. Είδε τον Ντράγκομιρ και άλλους νεαρούς που στέκονταν δίπλα του. «Πουτανίτσα, έφτασε η ώρα σου». Ο Γκριμ πλησίασε περισσότερο και είδε πως στο κέντρο της ομήγυρης ήταν σκυμμένος ένας νεαρός με ίσια καστανά μαλλιά. Ήταν ο Τζίμι και ήταν τρομοκρατημένος. «Όχι τα μαλλιά μου», ψιθύρισε. «Σε παρακαλώ, όχι τα μαλλιά μου». Ο Ντράγκομιρ είχε στα χέρια του μια κουρευτική μηχανή που άρχισε ξαφνικά να βουίζει. «Θες να κάνεις τον κουρέα;» ρώτησε τον Γκριμ κάνοντας μια κίνηση για να του δώσει τη μηχανή. «Κοίταξα κατάματα τον Τζίμι», μας είπε ο Γκριμ, «και αρνή­ θηκα. Έκανα λίγα βήματα πίσω. Τους γύρισα την πλάτη κι έφυ­ γα. Πρόφτασα ν’ ακούσω το βόμβο της μηχανής καθώς του έκο­ βε τα μαλλιά». Είδα πως ο Γκριμ είχε βουρκώσει και τα έχασα. Η Τζούλια άπλωσε το χέρι της στον αδελφό της, αλλά εκείνος τραβήχτηκε. Κοίταξα το ξυρισμένο κεφάλι του. «Γι’ αυτό έκοψες τα μαλλιά σου;»

aoratos100s185.indd 177

11/3/14 2:34:45 PM

178

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Έτριψε βιαστικά τα μάτια του και συνέχισε την αφήγησή του. «Μια δυο μέρες αργότερα είδα τον Τζίμι στην τραπεζαρία και τον ρώτησα αν ήθελε να καθίσω μαζί του. Σήκωσε αδιά­φορα τους ώμους του, αλλά χάρηκα που δε μου αρνήθηκε. Είχε σκόρπιες τρί­ χες στο κεφάλι του από το άτσαλο ξύρισμα με τη μηχανή. Ήταν χάλια και τον ρώτησα αν ήθελε να του διορθώσω κάπως τα μαλ­ λιά. Με κοίταξε χαμογελώντας και αρνήθηκε. Είχε μια έκφραση που μου φανέρωσε πως δεν έδινε πια σημασία σ’ αυτό. Ήμουν σί­ γουρος ότι είχε μπροστά του μαχαίρι και πιρούνι, αλλά όταν τε­ λειώσαμε το φαγητό είχε μείνει μόνο το πιρούνι. Είχε κρύψει το μαχαίρι χωρίς να τον πάρω είδηση. Λίγες μέρες αργότερα μαχαί­ ρωσε τον Ντράγκομιρ στο ίδιο ακριβώς μέρος όπου εκείνος του είχε κόψει σύρριζα τα μαλλιά». Ο Γκριμ είχε ολοκληρώσει την εξιστόρηση των γεγονότων. Ακολούθησε μια βαριά σιωπή. Το ίδιο βράδυ φύγαμε από το Γιούμκιλ. «Θα ιδωθούμε σε μια βδομάδα», του είπα. «Ναι. Κι όλη αυτή η ηρεμία θα πάρει τέλος», είπε εκείνος. Ήμουν πια σίγουρος πως ήξερε για μένα και την Τζούλια. Εί­ χε οσμιστεί τη μυρωδιά της πάνω μου. Και είχε οσμιστεί τη μυ­ ρωδιά μου πάνω της. Ωστόσο δεν είπε τίποτα – τουλάχιστον δεν τον άκουσα να λέει κάτι. «Θα είναι τόσο ωραία να σ’ έχουμε ξανά στο σπίτι», του είπε η Τζούλια χαϊδεύοντάς του την πλάτη. Ο Γκριμ πάγωσε μόλις η αδελφή του τον άγγιξε, αλλά την άφη­ σε να το κάνει.

«Τι γίνεται όταν έχεις μαζεμένους σ’ ένα μέρος είκοσι νεαρούς που έχουν προβλήματα παρόμοια με του Τζον, αν όχι χειρότερα;» με ρώτησε η Τζούλια καθώς επιστρέφαμε με το λεωφορείο. «Να τι συμβαίνει: κάποιοι κακοποιούνται κι όσοι έχουν ανάγκη από

aoratos100s185.indd 178

11/3/14 2:34:45 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

179

βοήθεια βγαίνουν έξω χειρότεροι. Αρρώστια. Δεν καταλαβαίνω πώς σκέφτονται οι κοινωνικοί λειτουργοί». «Πιστεύω πως ξέρει για μας», μουρμούρισα. «Δεν το ξέρει. Το υποψιάζεται». «Είσαι σίγουρη;» «Αδελφός μου είναι. Ξέρω πώς σκέφτεται». «Τι θα συμβεί αν το καταλάβει; Δε θα έπρεπε να του το πούμε εμείς;» Η Τζούλια δεν απάντησε. Τη ρώτησα αν αισθανόταν καλά. Με κοίταξε στα μάτια και μου χαμογέλασε. Με διαβεβαίωσε πως ήταν μια χαρά, αλλά υποψιαζόμουν πως δεν ήταν. Στο τέλος όμως επέ­ λεξα να πιστέψω το ψέμα της. Ο Γκριμ κι εγώ κουβεντιάζαμε για τα πάντα. Δε μιλούσαμε όμως για την Τζούλια. Πολλές φορές με ρώταγε αν ενδιαφερόμουν για κάποια κοπέλα ή έκανε νύξεις για κοπέλες που γνωρίζαμε και οι δύο. Του αποκρινόμουν πάντα αόριστα. Δεν μπορούσα καθόλου να προβλέψω πώς θα αντιδρούσε αν του έλεγα για την Τζούλια. Δεν ήταν πως το θεωρούσα έγκλημα κατά της φιλίας μας. Εί­ χα δει παρόμοιες ιστορίες στο σινεμά – στις ταινίες τα προβλή­ ματα αυτά συνήθως λύνονται, αλλά μερικές φορές συμβαίνει και κάποια ανεπανόρθωτη ζημιά. Μπορεί ο Γκριμ να το αποδεχόταν αν του το έλεγα. Ίσως να νιώθαμε παράξενα και άβολα στην αρχή, αλλά μετά πιθανόν να έστρωναν τα πράγματα. Αν όμως έβρισκε απαράδεκτη τη σχέση μου με την Τζούλια, δε θα έριχνε σ’ αυτήν το φταίξιμο. Ήταν αδελφή του. Θα αναγκαζόμουν να επιλέξω να είμαι ή μαζί του ή μαζί της. Ίσως, πάλι, ο Γκριμ να απομακρυνόταν από εμένα και να φρόντιζε ώστε να είναι αδύνατον να συναντώ την Τζούλια. Τό­ τε θα τους έχανα και τους δύο. Βέβαια δεν ήμουν πολύ καιρό μαζί της. Είχε περάσει λιγότερο από ένας μήνας, αλλά αισθανόμουν πως ο χρόνος είχε διασταλεί, πως κυλούσε αργά αργά και πως η κάθε μέρα ήταν ξεχωριστή.

aoratos100s185.indd 179

11/3/14 2:34:45 PM

180

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Ήταν η πρώτη μου ερωτική σχέση. Θυμάμαι πως ένας συμ­ μαθητής μου είχε σχέση με μια κοπέλα που έμενε πολύ μακριά του. Την είχε γνωρίσει όταν είχε πάει διακοπές στο Σκόνε –μια περιοχή στο νότιο άκρο της Σουηδίας–, και πήγαινε να τη βλέπει κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο. Σκεφτόμουν τότε πως οι μέρες που βρισκόταν μαζί της θα του φαίνονταν μοναδικές. Θα ήξερε πως ο χρόνος μαζί της ήταν λιγοστός και πως γι’ αυτό το λόγο οι μέρες αποκτούσαν μια ιδιαίτερη σπουδαιότητα. Δε θα τις σπατα­ λούσε αντιμετωπίζοντάς τες σαν να ήταν συνηθισμένες μέρες. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής μας στο Γιούμκιλ δεν αισθαν­ θήκαμε να συμβαίνει κάτι άσχημο μεταξύ μας. Η Τζούλια συμπε­ ριφερόταν όπως πάντα. Πήγαμε για κολύμπι περπατώντας χέρι χέρι. Το κορμί της ήταν εξαιρετικά απαλό και λείο μέσα στη θά­ λασσα. Γυρίσαμε στο Σάλεμ και με ρώτησε αν θα ήθελα ν’ ανεβώ στο σπίτι της. Μου είπε πως ήταν μόνη εκείνες τις μέρες. Όταν όμως ανεβήκαμε κι ανοίξαμε την πόρτα, διαπιστώσαμε πως δεν ήμασταν μόνοι. Μόλις μπήκαμε μας ήρθε μια έντονη μυρωδιά φαγητού. Σ’ έναν καναπέ του καθιστικού καθόταν μια γυναίκα με όμορ­ φο πρόσωπο και με κατσαρά μαλλιά. Δε μας κοίταξε. Από τη με­ ριά της κουζίνας ακούγονταν θόρυβοι πλυσίματος πιάτων. Η Τζούλια μούδιασε από την ταραχή και μου άφησε το χέρι. Ο πατέρα της βγήκε από την κουζίνα. Το πρόσωπό του είχε μια σκληρή έκφραση και τα μάτια του ήταν κόκκινα και πρησμέ­ να, σαν μόλις να είχε ξυπνήσει. Ήταν σαστισμένος. Κρατούσε στα χέρια του ένα πιάτο και μια πετσέτα. «Νόμιζα πως λείπατε», είπε η Τζούλια. «Κι όμως είμαστε εδώ». Ο πατέρας της έκανε μια απόπειρα να χαμογελάσει καθώς με κοίταξε. «Έχουμε γνωριστεί;» «Όχι, δε νομίζω». «Δεν υπάρχει λόγος να είστε μαζί. Δεν είναι ποτέ σταθερή σε τίποτα», είπε η γυναίκα με μια ωραία, ελαφρώς βραχνή φωνή. Αν

aoratos100s185.indd 180

11/3/14 2:34:45 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

181

η φωνή της είχε κάποια ιδιαίτερη χροιά, θα μπορούσε κάλλιστα να δουλέψει σε τμήμα παραπόνων και εξυπηρέτησης πελατών. «Μαμά!» είπε η Τζούλια όσο πιο ευγενικά γινόταν, αλλά σφίγ­ γοντας τα δόντια. «Αλήθεια λέω». «Με λένε Λέο. Μένω στην απέναντι πολυκατοικία». «Λέο», είπε ο πατέρας της Τζούλια κάνοντας μια προσπάθεια να θυμηθεί αν είχε ξανακούσει αυτό το όνομα. «Είμαι φίλος του Γκ... ε... του Τζον. Πηγαίνουμε στο ίδιο σχο­ λείο, αλλά σε άλλο τμήμα. Είμαστε φίλοι εδώ και λίγο καιρό». Δεν μπορούσα να το βουλώσω και αισθάνθηκα να κοκκινίζω. Η Τζούλια μάλλον το πρόσεξε και τη στιγμή που έβγαζε τα πα­ πούτσια της κρατήθηκε από τον ώμο μου και μου τον έσφιξε. «Κατάλαβα». Αυτό ήταν όλο κι όλο το σχόλιο του πατέρα της. Ξαναμπήκε στην κουζίνα με το στεγνό πιάτο στο χέρι. «Θέλετε να φάτε;» ρώτησε. «Το φαγητό θα είναι έτοιμο σε λί­ γα λεπτά». «Ίσως», του αποκρίθηκε η Τζούλια. Μ’ έπιασε απ’ το μπρά­ τσο και με τράβηξε να μπούμε γρήγορα στο δωμάτιό της. «Πώς τους λένε τους γονείς σου;» «Κλας και Ντιάνα. Γιατί;» «Απλώς αναρωτιόμουν. Ούτε ο Γκριμ ούτε εσύ μου έχετε πει τα ονόματά τους». «Συγχώρεσέ με». Κούνησε το κεφάλι της αργά, απογοητευμέ­ νη. «Πραγματικά πίστευα πως δε θα ήταν στο σπίτι. Θα το πουν στον Τζον». «Δε θα το πουν αν τους πούμε πως ήρθα για να πάρω κάτι ή για να μου δείξεις κάτι...» «Θα δεχόσουν να κάνουμε κάτι τέτοιο;» «Ναι». «Δεν είμαι πειστική όταν λέω ψέματα».

aoratos100s185.indd 181

11/3/14 2:34:45 PM

182

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Ούτε εγώ». Είχα ακούσει πολλά για τον Κλας και την Ντιάνα Γκρίμπεργ. «Δεν είναι όπως τους φανταζόμουν». «Η μητέρα μου κι ο πατέρας μου;» «Ναι». «Πώς περίμενες να είναι;» Προσπάθησα να σκεφτώ. Μου είχε δοθεί η εντύπωση πως δε συζητούσαν ποτέ κι ότι πάντα φώναζαν. Ήταν όμως έτσι; Θυμή­ θηκα τότε που είχα δει τη συσκευή που είχε ο Γκριμ για να ακούει τα σιντί του να εκσφενδονίζεται από το παράθυρο και να τσακί­ ζεται πέφτοντας στο έδαφος. «Δεν ξέρω», της είπα. Ακούστηκε ένα διακριτικό χτύπημα στην πόρτα. «Τρώμε», είπε ο Κλας. «Θέλετε να φάτε;» Η Τζούλια με κοίταξε με ερωτηματικό βλέμμα. Σήκωσα τους ώμους μου. Το τραπέζι ήταν λιτά στρωμένο. Ήταν μια συνηθισμένη μέρα και δεν είχε καμιά σημασία που ήμουν κι εγώ εκεί. Δεν προσπαθού­ σαν να προσποιηθούν για τίποτα κι αυτός ήταν ο λόγος που μου άρε­ σε η στάση τους. Οι γονείς μου πάσχιζαν να κάνουν κάτι το εξαιρε­ τικό όποτε είχαμε επισκέπτες, γεγονός που μ’ έκανε να ντρέπομαι. «Σπαγγέτι με κιμά», είπε ο πατέρας της Τζούλια. «Τρως κρέας;» «Φυσικά», είπα. «Δε θεωρείται πια και τόσο φυσικό», μουρμούρισε εκείνος. «Ο κόσμος αποκτά όλο και πιο παράξενες διατροφικές συνήθειες». Ακούστηκαν βήματα από το καθιστικό και η Ντιάνα Γκρίμπεργ ήρθε και στάθηκε μπροστά στην κόρη της. Την κοίταξε χαμογε­ λώντας, της χάιδεψε το μάγουλο και κάθισε απέναντί της. «Έχεις πολύ καθαρό πρόσωπο», της είπε άχρωμα. «Ευχαριστώ». «Κι εσύ», είπε κοιτάζοντάς με, «να θυμάσαι πως η Τζούλια εί­ ναι θησαυρός».

wWw.Greekleech.info

aoratos100s185.indd 182

11/3/14 2:34:45 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

183

Την έπιασε νευρικό τικ και τα χείλη της τραβήχτηκαν απότο­ μα. Φάνηκε έκπληκτη από αυτό. Ύστερα γέλασε, αλλά δεν κατά­ λαβα για ποιο λόγο. «Ο Λέο ήρθε απλώς για να πάρει ένα σιντί», είπε η Τζούλια γε­ μίζοντας το πιάτο της με σπαγγέτι. «Κατάλαβα», είπε ο Κλας. «Αλλά δεν το βρήκα», συνέχισε η Τζούλια χωρίς να τους κοι­ τάζει. «Ίσως είναι στο δωμάτιο του Τζον». «Ναι, ίσως». Σερβιρίστηκα νερό από μια καράφα. Η Τζούλια κι ο πατέ­ ρας της έσπρωξαν τα ποτήρια τους προς το μέρος μου και τους έβαλα νερό. Η Ντιάνα δεν είχε αγγίξει το ποτήρι της. Καθόταν και κοίταζε έξω από το παράθυρο. Της πήρα το ποτήρι, το γέ­ μισα και το άφησα μπροστά της. Τινάχτηκε από το θόρυβο και με κοίταξε. «Ευχαριστώ», είπε. «Συγνώμη, σκεφτόμουν κάτι». «Τι σκεφτόσουν;» τη ρώτησε η Τζούλια. «Τίποτα». «Εσύ και η Τζούλια... πόσο καιρό...» άρχισε να λέει ο Κλας, αλλά σταμάτησε για να μασήσει και να καταπιεί την μπουκιά του. «Πόσο καιρό γνωρίζεστε;» «Δυο τρεις μήνες», είπα. «Περίπου όσο καιρό ξέρω και τον Τζον». «Ο ίδιος λέει πως ονομάζεται Γκριμ», είπε η Ντιάνα. Ήπιε λί­ γο νερό. «Παράξενο. Μήπως είμαι η μόνη που το βρίσκει παρά­ ξενο;» «Όχι. Κι άλλοι το βρίσκουν παράξενο», είπε ο Κλας. «Αλλά εί­ ναι δεκαεπτά χρονών. Ποτέ στη ζωή του ένας άνθρωπος δεν έχει πιο παράξενες ιδέες από αυτές που έχει στα δεκαεπτά του. Έτσι δεν είναι, Λέο;» Χαμογέλασε. Υπήρχε κάτι πίσω από τα λόγια του που δεν ανα­ δύθηκε ποτέ στην επιφάνεια.

aoratos100s185.indd 183

11/3/14 2:34:45 PM

184

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Υποθέτω πως έτσι είναι». «Θα κάνει κάτι ουσιαστικό στη ζωή του», είπε ο Κλας. «Είναι πασιφανές». «Το ερώτημα είναι τι θα κάνει», είπε η Ντιάνα κοιτάζοντάς με. «Μην της προξενήσεις κακό». «Μαμά!» της είπε η Τζούλια απότομα, πιάνοντάς μου το χέρι κάτω από το τραπέζι. «Ντιάνα, ηρέμησε!» «Σας φαίνεται περίεργο που ανησυχώ;» Η Τζούλια άφησε το πιρούνι της δίπλα στο πιάτο της και σή­ κωσε το βλέμμα. «Βρίσκομαι εδώ. Δε χρειάζεται να μιλάς για μένα σαν να μην είμαι εδώ». Η Ντιάνα κοίταξε το ποτήρι του Κλας. «Νερό; Αυτό θα πιεις;» τον ρώτησε. «Τι εννοείς;» «Αφού έχεις διακοπές. Δεν είναι ανάγκη να προσποιείσαι μπροστά τους. Ο Λέο σίγουρα ξέρει για σένα. Έτσι δεν είναι, Λέο;» «Όχι, δεν...» «Πάψε, Ντιάνα». «Να μη φέρω το μπουκάλι;» Κοίταξε τα χέρια του άντρα της. Τότε μόνο πρόσεξα πως έτρε­ μαν ελαφρά. «Αφού σε βλέπω που το θες». «Πίνω νερό». «Όμως...» «Φτάνει πια!» «Εσύ του φταις», συνέχισε η Ντιάνα απευθυνόμενη στην Τζού­ λια με την ίδια μονότονη φωνή που είχε από την αρχή. Στύλωσε και πάλι το βλέμμα της κάπου έξω από το παράθυρο. «Το ξέρεις πως το χρειάζεται για να αντέχει να ζει μαζί μου...»

aoratos100s185.indd 184

11/3/14 2:34:45 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

185

«Ντιάνα», είπε ο Κλας με τόση σκληρότητα και τόσο απότο­ μα, που έσφιξα το πιρούνι μου, ενώ η Τζούλια τράβηξε το χέρι της από το δικό μου και τινάχτηκε. «Φτάνει, σου λέω!» Έφυγα συγχυσμένος από το σπίτι των Γκρίμπεργ – και χωρίς σιντί, πράγμα καθόλου παράξενο.

Αργά το βράδυ πήγαμε με την Τζούλια στον υδατόπυργο. Υψωνό­ ταν προς τον ουρανό και μέσα στο σκοτάδι φαινόταν πιο μαύρος και πιο ογκώδης. Μέχρι τότε πάντα μου θύμιζε μανιτάρι, αλλά εκείνη τη νύχτα έμοιαζε περισσότερο με το ξύλινο σφυρί των δι­ καστών. Η Τζούλια με αγκάλιασε με πρωτόγνωρο τρόπο, με θέρ­ μη και με απελπισία μαζί. Τη ρώτησα κάτι, αλλά δε με άκουσε. «Τι είπες;» ψιθύρισε, με τη ζεστή της ανάσα πάνω στα χείλη μου. «Έτσι είναι πάντα η κατάσταση στο σπίτι σας;» «Κάπως έτσι». Κοίταξε προς την κορυφή του πύργου. «Έλα». Άρχισε να σκαρφαλώνει στα σκοτεινά και την ακολούθησα. Φτάσαμε στον πρώτο εξώστη. «Εδώ συνάντησα για πρώτη φορά τον Γκριμ», της είπα. «Αλήθεια;» Έβαλε τα χέρια της κάτω από το φόρεμά της και κατέβασε τη μαύρη λιλιπούτεια κιλότα της μέχρι τους αστραγάλους της. «Άνοιξε το φερμουάρ σου», ψιθύρισε. «Και κάθισε». Η ανάσα της μου έκαιγε το λαιμό. Πάνω από τον ώμο της έβλε­ πα το Σάλεμ και τον ουρανό που σκοτείνιαζε όλο και πιο πολύ. Προσπάθησα να μην κλείσω τα μάτια μου.

aoratos100s185.indd 185

11/3/14 2:34:45 PM

ΚΑΘΟΜΑΙ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ, μπροστά στην είσοδο της πο­

λυκατοικίας σου. Σε παρατηρώ. Είσαι στο παράθυρο, αλλά δε με βλέπεις. Στενοχωριέμαι που δε με βλέπεις. Θέλω να μάθεις τι συμ­ βαίνει. Οι αστυνομικές κορδέλες πλαταγίζουν στον αέρα. Την πρώτη φορά που τις βλέπεις νιώθεις άσχημα. Το θυμάσαι; Ήμα­ σταν σχεδόν παιδιά τότε και τις βλέπαμε συχνά. Το συνηθίσαμε.

wWw.Greekleech.info Λίγο πριν πεθάνει ο πατέρας μου κουβεντιάζαμε συχνά για τη μη­ τέρα μου. «Τη θυμάμαι σχεδόν μόνο από τις φωτογραφίες», του είχα πει κι είχε θυμώσει παρόλο που ήταν πολύ αδύναμος. Του εξήγησα πως μου άρεσε να τη θυμάμαι έτσι και πως οι άλ­ λες αναμνήσεις ήταν από αυτές που τις απωθείς – αν και θα υπήρ­ χαν και καλές στιγμές. Ο πατέρας μου δεν άκουγε, δεν άντεχε. Σου έχω πει πώς γνωρίστηκαν; Θα έπρεπε να σου είχα πει, για­ τί θυμάμαι ότι εσύ μου είχες διηγηθεί πώς γνωρίστηκαν οι δικοί σου. Οι δικοί μου γνωρίστηκαν σ’ ένα μπαρ της Σεντερτέλιε. Η μητέρα μου δούλευε σ’ ένα δισκάδικο και προφανώς όλοι οι νεα­ ροί που έμπαιναν στο μαγαζί ήθελαν να πλαγιάσουν μαζί της. Αλ­ λά η μητέρα μου είχε κάνει έρωτα μόνο με δύο τύπους πριν γνω­ ρίσει τον πατέρα μου. Ήταν σ’ ένα μπαρ με φίλους και φίλες της από τη μουσική σκηνή της Σεντερτέλιε. Στο ίδιο μπαρ βρέθηκε κι ο πατέρας μου με δυο τρεις φίλους του από τη δουλειά – ήταν όλοι τους οξυγονοκολλητές. Η μητέρα μου τον ρώτησε τι μουσική του αρέσει κι αυτός απάντησε:

aoratos186s285.indd 186

11/6/14 10:17:10 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

187

«Δεν ακούω μουσική». Η μητέρα μου του είπε χαμογελώντας: «Τέλεια». Έτσι τουλάχιστον μου διηγήθηκε ο πατέρας μου την ιστορία. Γεννήθηκα χωρίς προβλήματα και επιπλοκές κι ο πατέρας μου έλεγε πως ήταν ευτυχισμένοι και πως το μόνο τους πρόβλημα ήταν το χρήμα. Από οικονομική άποψη ζούσαν πάντα στο όριο. Ο πα­ τέρας μου έπινε ήδη από τότε. Η μητέρα μου έμεινε ξανά έγκυος, αλλά ήμουν πολύ μικρός και δεν το θυμάμαι. Αργότερα που με­ γάλωσα κατάλαβα κάποια πράγματα. Η μητέρα μου για κάποιο λόγο έπεσε σε κώμα μετά τον τοκετό κι όταν συνήλθε ύστερα από λίγες μέρες είχε αλλάξει. Είχε παγώσει συναισθηματικά και πότε πότε είχε απρόβλεπτα ξεσπάσματα. Ο πατέρας μου είχε πει πως όταν πια πέρασε κάμποσος καιρός άρχισε να φοβάται πως η μη­ τέρα μου δε θα καλυτέρευε κι έκλαιγε κάθε βράδυ γιατί είχε χά­ σει τη γυναίκα που αγαπούσε. «Τουλάχιστον έτσι ένιωθα», μου είχε πει. «Αλλά ίσως είχαμε χάσει ο ένας τον άλλο από πολύ καιρό». Του είπα πως έκανε λάθος, πως δεν είχαν χάσει ο ένας τον άλ­ λο, αν και καταλάβαινα πως δεν ήξερα για ποιο πράγμα μιλούσα. Ο πατέρας μου ένιωθε κι αυτός έτσι, αλλά δεν το είπε. Μου έπια­ σε το χέρι και μου είπε χαμογελώντας πως πολύ δύσκολα βγάζεις άκρη με τις οικογένειες. Έμοιαζαν πολύ η μητέρα και η Τζούλια. Ο πατέρας μας έβα­ ζε τις φωνές στη μητέρα μας και σπάνια την επαινούσε όταν έκα­ νε κάτι καλό. Βασανιζόταν βλέποντας αυτή την κατάσταση επει­ δή ήξερε για ποιο λόγο της φερόταν έτσι. Προσπαθούσε να μην πίνει μπροστά της επειδή δεν εμπιστευόταν τον εαυτό του.

Δεν τα έβαζε μόνο μαζί της. Στράφηκε εναντίον όλων. Δεν μπόρε­ σε ποτέ να την εγκαταλείψει γιατί η μητέρα εξαρτιόταν πολύ από τον πατέρα, τον είχε ανάγκη. Ήταν διαρκώς δυστυχισμένος κι όσο

aoratos186s285.indd 187

11/6/14 10:17:10 AM

188

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

περνούσε ο καιρός δυσκολευόταν όλο και περισσότερο να σηκώ­ νεται το πρωί και να πηγαίνει για οξυγονοκολλήσεις. Ο πατέρας μου αναστέναζε. Μου ζητούσε νερό και του έδινα. Με ρωτούσε πώς είμαι. Του έλεγα πως ήταν ο μοναδικός άνθρω­ πος που μου είχε απομείνει στη ζωή. Χαμογελούσε και μου έλεγε πως έκανα λάθος.

aoratos186s285.indd 188

11/6/14 10:17:10 AM

XV

Η ΣΑΜ ΜΟΥ ΔΕΙΧΝΕΙ από το κινητό της τις τελευταίες ειδήσεις της

εφημερίδας Εξπρέσεν: ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΥΠΟΠΤΟΣ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑΣ. Κοιτάζω και το δικό μου κινητό. Πιστεύω πως θα έπρεπε να δεις τις ειδήσεις. Το άρθρο της Ανίκα Λιούνμαρκ είναι σύντομο αλλά περιεκτι­ κό. Στις δέκα το βράδυ επιβεβαιώθηκε από πολλές αστυνομικές πηγές ότι η έρευνα για τη δολοφονία της Ρεμπέκα Σάλομον δεν ήταν πια σε αδιέξοδο. Η αστυνομία επεξεργαζόταν συγκεκριμένα στοιχεία που εστίαζαν σε έναν αστυνομικό. «Θεωρείται βέβαιη η παρουσία του στον τόπο του εγκλήματος», ισχυριζόταν μια πηγή. Σε ελάχιστες ώρες θα έχει αποκαλυφθεί η ταυτότητα του αστυ­ νομικού. Έτσι γίνεται πάντα. Αφήνω το κινητό και σηκώνω το κε­ φάλι μου. Ακουμπώ στην μπάρα. Ζαλίζομαι. Η Σαμ με κοιτάζει αμήχανα. «Λέο...» «Δεν είμαι εγώ ο δολοφόνος», της λέω. «Το ξέρω πολύ καλά πως δεν είσαι εσύ ο δολοφόνος». Την κοιτάζω. Δεν είμαι σίγουρος ότι έχει καταλάβει τι εννοώ. «Ωραία». Η Σαμ κοιτάζει το κινητό μου. «Τι είναι;» «Κάποιος μου στέλνει μηνύματα». «Ποιος;»

aoratos186s285.indd 189

11/6/14 10:17:10 AM

190

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Δεν ξέρω ακριβώς». Με πιάνει τρυφερά από το μπράτσο. Παράξενο. Είναι όμως μια γνώριμη αίσθηση, κάτι απόλυτα φυσικό. Η Άννα μάς κοιτά­ ζει με ενδιαφέρον. «Να προσέχεις», μου λέει η Σαμ. «Κάνω ό,τι μπορώ». «Δε νομίζω». Συνεχίζει να με κρατά. «Πάντα ήσουν απρόσε­ κτος». Μου αφήνει το μπράτσο. Μάλλον αντιλαμβάνεται τι πάει να συμβεί. Και το διακρίνω στο βλέμμα της. Ξέρω πώς νιώθει: στο πρόσωπό μου βλέπει φευγαλέα την εικόνα του παιδιού που θα μπορούσαμε να είχαμε. «Ήρθε η ώρα να φύγω, αν δεν έχεις κάτι άλλο να μου πεις». Τη συνοδεύω μέχρι την πόρτα. Εξακολουθεί να βρέχει. Οι δρό­ μοι γυαλίζουν μέσα στη μαυρίλα τους κι από πάνω μας κυνηγιού­ νται τα σύννεφα. Η Σαμ απομακρύνεται αμίλητη, αλλά γυρνά να με κοιτάξει. Ανάβω τσιγάρο και την παρακολουθώ με το βλέμμα μέχρι που στρίβει σε μια γωνία. Μπαίνω μέσα στο μπαρ και στέκομαι μπροστά στην μπάρα. «Αψίνθιο, παρακαλώ». «Τι ήταν όλη αυτή η ιστορία;» «Ποια ιστορία;» Η Άννα αφήνει μπροστά της ένα ποτήρι και το γεμίζει για μένα. «Η γυναίκα... Οι δυο σας...» «Ήμασταν ζευγάρι κάποτε». «Μου το είπες». «Θα κάναμε γιο. Του είχαμε δώσει και όνομα». «Τι συνέβη;» Πίνω μια γουλιά αψίνθιο. Η πίεση στους κροτάφους μου αρ­ χίζει να υποχωρεί. «Αυτοκινητικό δυστύχημα».

aoratos186s285.indd 190

11/6/14 10:17:10 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

191

«Πέθανε;» «Ναι». Η Άννα ακουμπά τους αγκώνες της στην μπάρα και τα στήθη της πιέζονται επάνω εκεί. Το μπούστο της προβάλλει ακόμα πιο πλούσιο. «Είσαι ψυχολόγος», της λέω. «Φοιτήτρια ψυχολογίας». «Τι λένε τα βιβλία σου για μένα;» «Δεν έχω ιδέα». Κοιτάζει το ρολόι της. «Μπορώ να κλείσω αν θες». «Γιατί;» «Σου χρειάζεται... να ξεδώσεις». Μου χαμογελά. Έχω πιει πολύ γρήγορα το αψίνθιο κι έχω φτιάξει κεφάλι. Βλέπω θολά. «Έχεις απόλυτο δίκιο», μουρμουρίζω ρίχνοντας μια ματιά προς την πόρτα. «Αλλά... να με συγχωρείς, δε θέλω εσένα...» «Το ξέρω, αλλά δε με νοιάζει». Επιτρέπω στον εαυτό μου να υποχωρήσει, έστω για μια φο­ ρά. Η Άννα πάει στην πόρτα και την κλειδώνει. Καθώς έρχεται προς το μέρος μου, ξεκουμπώνει το πουκάμισό της, το βγάζει και λύνει τα μαλλιά της. Κάθεται σ’ ένα σκαμπό πλάι μου. Την πλη­ σιάζω και βολεύομαι ανάμεσα στα πόδια της. Ακουμπά το χέρι της στο στέρνο μου και το κατεβάζει αργά, χαϊδεύοντάς μου την κοιλιά. Μου ξεκουμπώνει το τζιν. Κλείνω τα μάτια μου και εκ­ πλήσσομαι με το σκούρο κόκκινο χρώμα που αντικρίζω.

Με κατακλύζουν αιφνιδιαστικά οι μνήμες. Έρχονται καταπάνω μου όπως όταν συναντάς απρόσμενα στο μετρό έναν άνθρωπο που έχεις πολύ καιρό να τον δεις, μιλάς για λίγο μαζί του κι αμέσως μετά τη σύντομη συνάντηση θυμάσαι τα περασμένα.

aoratos186s285.indd 191

11/6/14 10:17:10 AM

192

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Είμαι δεκατριών χρονών. Έχω μπουχτίσει να με ξυλοφορτώ­ νουν ο Βλαντ κι ο Φρεντ. Εκδικούμαι χτυπώντας ένα μικρότερό μου αγόρι. Τον λένε Τιμ. Ο ουρανός είναι γκρίζος και βαρύς. Χτυ­ πώ τον Τιμ στην κοιλιά. Είμαι πέντε χρονών και μόλις έχω μάθει να κάνω ποδήλατο. Ο πατέρας μου προσπαθεί να με απαθανατίσει με μια βιντεοκά­ μερα, αλλά πέφτω συνεχώς και το μόνο που φαίνεται τελικά στο πλάνο είναι ο αδελφός μου να ποδηλατεί όλος αυτοπεποίθηση στο βάθος, με μεγαλύτερο ποδήλατο, που έχει περισσότερες ταχύτη­ τες από το δικό μου. Είμαι είκοσι οκτώ στα είκοσι εννιά κι έχω γνωρίσει τη Σαμ πριν από λίγο καιρό. Της λέω κάτι και γελάει. Βρισκόμαστε σ’ ένα πλοίο. Το πρόσωπο ενός επιβάτη μού φαίνεται γνώριμο. Μου θυ­ μίζει τον Γκριμ, αλλά δεν είναι αυτός. Η Σαμ με ρωτά αν είμαι καλά. Της λέω πως είμαι μια χαρά. Είμαι δεκάξι χρονών. Είμαστε με τον Γκριμ στα χαμηλά του υδατόπυργου. Έχει τσακωθεί με τους γονείς του. Η άνοιξη βρί­ σκεται στο τέλος της και ο Κλας Γκρίμπεργ έχει λάβει μια επιστο­ λή από την καθηγήτρια που είναι υπεύθυνη της τάξης του Γκριμ. Του ανακοινώνει πως προσπάθησε ανεπιτυχώς να επικοινωνήσει τηλεφωνικώς μαζί του, πως ο γιος του χτύπησε ένα συμμαθητή του και πως στις περιπτώσεις αυτές ειδοποιείται η αστυνομία. Ο Κλας έγινε τύφλα στο μεθύσι από την οργή και περίμενε το γιο του να γυρίσει από το σχολείο. Ακολούθησε καβγάς. Ο Κλας είπε στον Γκριμ να συμπεριφέρεται κόσμια στο σχολείο, να μην κατα­ ντήσει σαν αυτόν και πως αν δε συνερχόταν θα τον ξυλοφόρτωνε για να του βάλει μυαλό. Σκαρφαλώνουμε στον υδατόπυργο και πυροβολούμε πουλιά. Ο Γκριμ βάζει τα γέλια όταν του λέω πως ένα σύννεφο μοιάζει με κάποιον γνωστό μας, έναν χοντρό νεαρό που τον φωνάζουν Κριάρι. Ένα άλλο σύννεφο μοιάζει με την Τζούλια. Δεν το λέω στον Γκριμ. Την ίδια χρονιά, στις αρχές της άνοιξης, είμαστε με τον Γκριμ

aoratos186s285.indd 192

11/6/14 10:17:10 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

193

στο Χάντεν –μια περιοχή του Χάνινιε– και περιμένουμε κάποιον που θα μας πουλήσει χασίς. Δεν έχουμε δοκιμάσει ακόμα. Ο Γκριμ φοράει μια μπλούζα με μια στάμπα που γράφει MAYHEM. Τριγυρνάμε στη γειτονιά. Τέσσερις άντρες βγαίνουν από τα σκο­ τάδια: μπότες, καρφιά, μακριά μαλλιά. Μας πλησιάζουν και μας ρωτούν για ποιο λόγο κυκλοφορούμε με τέτοιες μπλούζες. Δεί­ χνουν την μπλούζα του Γκριμ, που φαίνεται επειδή το μπουφάν του είναι ξεκούμπωτο. Μας κλοτσάνε. Μας ρίχνουν καταγής. Θα περάσουν βδομάδες μέχρι να μου φύγει ο πόνος στα πλευρά. Μα­ θαίνουμε πως κάποιοι που έχουν σχέση με το νορβηγικό μπλακ μέταλ μουσικό συγκρότημα Mayhem έκαψαν εκκλησίες στη Νορ­ βηγία και στο Γέτεμποργ. Μας πιάνει φόβος κι ο Γκριμ πετάει την μπλούζα του στα σκουπίδια. Δεν το αναφέρουμε σε κανέναν, ού­ τε καν στην Τζούλια. Το ίδιο βράδυ παίρνουμε το τρένο για να επιστρέψουμε στο σπίτι. Ένας επιβάτης ακούει στη διαπασών τους Prodigy και το I’m a firestarter, twisted firestarter. Λίγες μέρες μετά την αποτυχία μας στο Χάντεν, αγοράζουμε χασίς από έναν νεαρό που έρχεται στο Ρένινιε από τη Σεντερτέ­ λιε. Καπνίζουμε λίγο σκαρφαλωμένοι στον υδατόπυργο. Δεν αι­ σθάνομαι να αλλάζει κάτι μέσα μου, ούτε κι ο Γκριμ. Παρ’ όλα αυτά γελάμε γιατί έχουμε ακούσει πως όσοι καπνίζουν χασίς γε­ λάνε. Στο τέλος με πονάει η κοιλιά μου απ’ το γέλιο. Τη δεύτερη φορά που καπνίζουμε χασίς βρισκόμαστε σ’ ένα γήπεδο ποδο­ σφαίρου στις παρυφές του Σάλεμ. Είμαστε αραχτοί στο γρασίδι, έχει βραδιάσει και κάνει ψύχρα. Τον Γκριμ τον πιάνει νύστα, ενώ εγώ ιδρώνω και αισθάνομαι άρρωστος. Ο Γκριμ δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον για την τεχνολογία, αλλά στα μαθηματικά είναι άσχετος. Τον βοηθάω στις ασκήσεις των μαθηματικών μέχρι να κουραστεί ο ένας απ’ τους δυο μας. Είναι πάντα στην ώρα του. Δεν αργοπορεί ποτέ και δεν του αρέσουν οι άνθρωποι που δεν είναι συνεπείς στα ραντεβού τους. Δεν του αρέ­ σουν ούτε οι αστυνομικοί που τριγυρνούν στο Σάλεμ τα βράδια.

aoratos186s285.indd 193

11/6/14 10:17:10 AM

194

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Η όψη του σκοτεινιάζει κάθε φορά που βλέπει περιπολικό. Μόλις έχει μπει το καλοκαίρι του 1997 κι ο Γκριμ μιλάει σπάνια για τον πατέρα του, κι όποτε το κάνει λέει λόγια διόλου κολακευτικά. Αλ­ λά πίσω από τα λόγια του διακρίνω κάτι άλλο. Διαισθάνομαι πως ο Γκριμ ταυτίζεται με τον πατέρα του. Ίσως γι’ αυτό συγκρούστη­ καν με τόση σφοδρότητα. Σκοπεύω να ρωτήσω την Τζούλια, να της παρουσιάσω τη θεωρία μου. Αλλά δεν καταφέρνω να τη ρωτήσω. Δύο μήνες αργότερα γνωρίζομαι με τον Κλας Γκρίμπεργ στο απροσχεδίαστο δείπνο στο σπίτι της Τζούλια. Εντυπωσιάζομαι από το πόσο πολύ μοιάζουν πατέρας και γιος. Σκέφτομαι να το πω στον Γκριμ και στην Τζούλια, αλλά ούτε αυτό το κάνω. «Τι συμβαίνει όταν το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή σου δεν είχε ποτέ προσχεδιαστεί να υπάρχει;» με ρωτά ο Γκριμ ένα από­ γευμα όπως καθόμαστε στο τρένο και πηγαίνουμε στα βόρεια. «Τι εννοείς;» «Σκέψου να υπάρχει ενός είδους πεπρωμένο ή κάτι που δεν ξέ­ ρω πώς να το ονομάσω. Μπορεί η οικογένειά μου να μην είχε υπάρξει ποτέ, σωστά; Άραγε το έφερε η τύχη; Κοίταξέ μας. Αν σκεφτείς την κατάσταση που επικρατεί στο σπίτι μας, θα πεις πως αυτό που ζούμε είναι ατύχημα». «Όλες οι οικογένειες είναι προβληματικές». «Όχι, δεν είναι όλες έτσι».

Είμαι δεκαεπτά χρονών. Η Τζούλια έχει φύγει από τη ζωή εδώ και πολλούς μήνες. Χαμογελώ στο φακό τη στιγμή της φωτογρά­ φησης στο σχολείο. Δε γνωρίζω κανέναν απ’ όσους βρίσκονται γύ­ ρω μου.

aoratos186s285.indd 194

11/6/14 10:17:10 AM

XVI

Ο ΓΚΡΙΜ ΕΠΕΣΤΡΕΨΕ από το Γιούμκιλ μ’ ένα συνηθισμένο λευκό

αυτοκίνητο της Υπηρεσίας Κοινωνικής Πρόνοιας. Είχε κουφόβρα­ ση και λίγες στιγμές πριν από την άφιξή του είχα δει τον Βλαντ και τον Φρεντ να βαδίζουν στον παρακάτω δρόμο. Αναρωτήθηκα τι έκαναν στο Σάλεμ και μου πιάστηκε η ανάσα. Κάθισα σ’ ένα παγκάκι του κοινόχρηστου χώρου του Τριάντ προσπαθώντας να περάσω απαρατήρητος μέχρι να απομακρυνθούν. Το αυτοκίνητο στάθμευσε κι άνοιξε μία από τις πίσω πόρτες. Ο Γκριμ βγήκε κρατώντας την τσάντα του. Ήταν ο μαύρος αθλητικός σάκος όπου είχε το αεροβόλο του τη μέρα της γνωριμίας μας. Αι­ σθανόμουν σαν να είχε περάσει πολύς καιρός από τότε, αλλά στην πραγματικότητα γνωριζόμασταν λιγότερο από έξι μήνες. Σ’ ένα πα­ γκάκι εκεί κοντά καθόταν ένας άντρας με λευκή πυκνή γενειάδα. Φορούσε ένα βρόμικο κασκέτο και κρατούσε μια σακούλα με ποτά. Κοίταξε φοβισμένος το λευκό αυτοκίνητο, σηκώθηκε και απομα­ κρύνθηκε τρεκλίζοντας, προσπαθώντας να έχει αξιοπρεπές ύφος. Ο Γκριμ έκλεισε την πόρτα του αυτοκινήτου και ο οδηγός γύ­ ρισε να κοιτάξει από την άλλη μεριά, έκανε στροφή εκατόν ογδό­ ντα μοιρών και απομακρύνθηκε με ταχύτητα, όπως αν είχε μια νέα αποστολή να φέρει εις πέρας η οποία δεν μπορούσε να περι­ μένει. Σηκώθηκα από το παγκάκι, αλλά η κίνησή μου αυτή αιφ­ νιδίασε τον Γκριμ. Μόλις όμως είδε πως ήμουν εγώ, χαμογέλασε και σήκωσε το χέρι του για να με χαιρετήσει. Χαμογέλασα κι εγώ,

aoratos186s285.indd 195

11/6/14 10:17:10 AM

196

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

αλλά το γεγονός της επιστροφής του μου δημιουργούσε παράξε­ να συναισθήματα. Η ελευθερία που είχα προηγουμένως ήταν προ­ σωρινή. Ένιωθα πολύ στριμωγμένος.

Αργότερα πήγαμε στον υδατόπυργο. Είχε άπνοια και η μέρα ήταν ηλιόλουστη. Στα περισσότερα αυτοκίνητα που περνούσαν επέβαι­ ναν ολόκληρες οικογένειες και ήταν φορτωμένα με εξοπλισμό κά­ μπινγκ. Ήταν τέλη Ιουλίου και οι καλοκαιρινές διακοπές θα δι­ αρκούσαν αρκετό καιρό ακόμα. Ο Γκριμ φορούσε σορτς και κο­ ντομάνικη μπλούζα και παρ’ όλα αυτά σκούπιζε συνέχεια τον ιδρώτα από το μέτωπό του. «Θα πάω στην Ουψάλα αύριο», είπε. «Τι θα κάνεις εκεί;» «Θα συναντηθώ με τον Τζίμι. Είναι ακόμα προφυλακισμέ­ νος». «Ξέρεις πώς είναι;» «Όχι. Αλλά νομίζω πως είναι καλά. Πάντως αισθάνεται καλύ­ τερα απ’ το αγόρι που μαχαίρωσε». Του Γκριμ ήταν η ιδέα να πάμε στον υδατόπυργο. Θα προτι­ μούσα να κάναμε κάτι άλλο, να πηγαίναμε σ’ ένα μέρος που δε θα μου θύμιζε την Τζούλια. Ανεβήκαμε στον πύργο κι ο Γκριμ βο­ λεύτηκε στον εξώστη, στο ίδιο σημείο όπου λίγες μέρες νωρίτερα είχε καθίσει καβάλα απάνω μου η Τζούλια μόλις είχε βγάλει την κιλότα της. Ζούσα μια παράλογη, εξωπραγματική κατάσταση. «Γιατί γελάς;» με ρώτησε. «Τι;» «Γελούσες». «Α, τίποτα. Απλώς σκέφτηκα κάτι παράξενο». «Όταν συναντηθήκαμε στην κατασκήνωση», είπε ο Γκριμ, βγάζοντας ένα μπουκάλι και δύο ποτήρια από το μοβ σακίδιό του, «δεν προφτάσαμε να κουβεντιάσουμε για σένα».

wWw.Greekleech.info

aoratos186s285.indd 196

11/6/14 10:17:11 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

197

«Υπήρχαν σημαντικότερα πράγματα να κουβεντιάσουμε», μουρμούρισα. «Πώς πέρασες το καλοκαίρι;» «Καλά. Ο Μίκε έφυγε απ’ το σπίτι. Τον βοηθήσαμε με τον πα­ τέρα μου στη μετακόμιση και δεν τον ξανάδαμε από κείνη τη μέ­ ρα». Ήθελα να του πω και κάτι άλλο και δίσταζα. «Ήρθα μια μέ­ ρα στο σπίτι σας και έφαγα». Αν το μάθαινε από αλλού, θα του φαινόταν παράξενο που δεν του το είχα αναφέρει. Ο Γκριμ γέμισε τα ποτήρια και μου έδωσε το ένα. Ήπια μια γουλιά κι ύστερα από λίγο ήπιε κι αυτός. «Είναι πολύ δυνατό. Νομίζω πως είναι αψίνθιο». Ήπιε λίγο ακόμα. «Ήρθες στο σπίτι μας;» «Ήθελα να πάρω ένα σιντί». «Ποιο;» Σήκωσα τους ώμους μου. «Δε θυμάμαι». «Α, μεσολάβησαν άλλα πράγματα». «Ναι». «Ο πατέρας μου σ’ έβαλε να φας με το ζόρι». «Ακριβώς». Από μακριά ακούστηκε ένας θόρυβος σύγκρουσης και ένας συ­ ναγερμός αυτοκινήτου. «Δε φταίει η Τζούλια. Η μητέρα μου είναι που... Σου έχω πει πως έχει κάποιο πρόβλημα;» Ήξερα για την κατάσταση της μητέρας του, αλλά δεν ήμουν σίγουρος ότι ο Γκριμ ήξερε πως το είχα μάθει. Εκείνη τη στιγμή δε θυμόμουν αν μου το είχε πει ο ίδιος ή η Τζούλια. Είχε δημι­ ουργηθεί μια περίπλοκη κατάσταση ανάμεσά μας. «Δε θυμάμαι. Ίσως να μου το έχεις πει». «Η μητέρα μου έχει πρόβλημα από πολύ παλιά. Πότε καλυτε­ ρεύει, πότε χειροτερεύει. Όταν με έστειλαν στην κατασκήνωση, χειροτέρεψε. Ο πατέρας μου ασυναίσθητα έριξε το φταίξιμο στην

aoratos186s285.indd 197

11/6/14 10:17:11 AM

198

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Τζούλια. Εμένα μ’ αφήνουν πάντα απέξω, και δε με πειράζει. Μου αρέσει. Είναι καλύτερα έξω από τον κόσμο τους, αν κρίνεις από το πώς περνάει η Τζούλια. Αλλά είναι πολύ βαριά η ατμόσφαιρα στο σπίτι». Ο Γκριμ γέλασε. «Παρ’ όλη τη μιζέρια της κατασκή­ νωσης, αισθανόμουν όμορφα που δεν ήμουν εκεί, με πιάνεις; Δεν είχα καταλάβει πόσο άσχημα είναι στο σπίτι, αλλά τελικά το ένιω­ σα και το συνειδητοποίησα». «Μπορείτε να ζητήσετε βοήθεια». «Από ποιον;» «Δεν ξέρω. Από την Κοινωνική Πρόνοια». «Στο διάολο οι κοινωνικοί λειτουργοί. Έχουν έρθει στο σπίτι. Το μόνο που κάνουν είναι να σκαλίζουν τη ζωή μας». «Από κάπου αλλού λοιπόν». «Από ποιον;» Ήταν πραγματικά θλιμμένος. «Από ποιον ζητάς βοήθεια; Σε ποιους απευθύνεσαι; Και πρέπει να πέσει επάνω μου η ευθύνη;» «Δεν ξέρω», είπα. «Πάψε να μου λες πως δεν ξέρεις». Έγειρε πίσω το κεφάλι του, το ακούμπησε στον τοίχο κι έκλεισε τα μάτια του. «Βρήκα ένα χάος όταν ανέβηκα στο σπίτι για ν’ αφήσω τα πράγματά μου. Η μητέρα μου είχε ξεχάσει να πάρει τα χάπια της κι ο πατέρας μου είχε πιει πολύ. Έχει γυρίσει στη δουλειά, κι όταν δουλεύει πί­ νει περισσότερο απ’ όσο συνήθως. Μάλλον επειδή η δουλειά του είναι φοβερά ανιαρή». Μείναμε σιωπηλοί για λίγο. Ήθελα να φύγω, να πάω να δω πώς ήταν η Τζούλια. Μου έλειπε και ήμουν γεμάτος απογοήτευ­ ση, γι’ αυτό τα χέρια μου ήταν υγρά και κρύα. «Είδα τον Βλαντ και τον Φρεντ». «Τι είπες;» «Είδα τον Βλαντ και τον Φρεντ». «Είναι οι ηλίθιοι που σε βαρούσαν;» «Ναι. Τους είδα νωρίτερα, σήμερα. Πιστεύεις πως...» Ήπια

aoratos186s285.indd 198

11/6/14 10:17:11 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

199

μια γουλιά αψίνθιο. Μου έκαψε το λαιμό και το στομάχι. Έβαλα τα δυνατά μου να μη δείξω το φόβο μου. «Πως μετακόμισαν ξα­ νά εδώ;» «Ποιος ο λόγος να μετακομίσει ξανά ένας άνθρωπος εδώ; Σί­ γουρα θα ήρθαν για επίσκεψη». Έβγαλε από το σακίδιό του τη συσκευή για τα σιντί και μου έδωσε το ένα ακουστικό. Καθίσαμε εκεί κι ακούγαμε μουσική μέ­ χρι που έπεσαν οι μπαταρίες. Αλλά αυτό συνέβη παρά πολύ αρ­ γά. Στο δρόμο για το σπίτι έτρεμα μήπως πέσω πάνω στον Βλαντ και τον Φρεντ.

«Μου φαίνεσαι θλιμμένος, Λέο», μου είπε ο πατέρας μου σηκώ­ νοντας το βλέμμα από την εφημερίδα. Άφησε το φλιτζάνι του στο τραπέζι. «Είμαι κουρασμένος». Τα μάτια μου έτσουζαν κάθε φορά που τα έκλεινα και το κεφάλι μου πονούσε. «Χτες κοιμήθηκα πολύ αργά». «Αργά», είπε συλλογισμένος. «Δε σε άκουσα που γύρισες». «Δεν ξέρω τι ώρα ήταν». «Αν κρίνω απ’ τη μυρωδιά, δεν είναι δύσκολο να καταλάβω τι έκανες». «Δε βρομάω». «Βρομάς». Μάσησα λίγη φρυγανιά. «Μην το πεις στη μητέρα». «Πού το βρίσκετε το αλκοόλ; Λαθραίο είναι;» «Όχι, πατέρα», είπα αναστενάζοντας. «Δεν μπορώ να σ’ εμποδίσω να πίνεις. Ποτέ δεν εμποδίσαμε τον Μίκε. Αλλά...» «Μα και βέβαια τον εμποδίσαμε», φώναξε η μητέρα μου από το μπάνιο. Ήρθε να μας βρει στην κουζίνα και με κοίταξε νευρι­ ασμένη. «Αν ξαναπιείς, δεν ξαναβγαίνεις για βόλτες».

aoratos186s285.indd 199

11/6/14 10:17:11 AM

200

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Άνι», είπε ο πατέρας μου, «δεν είναι...» «Όχι», τον διέκοψε απότομα εκείνη κοιτάζοντάς τον κατάμα­ τα. «Φτάνει πια. Ο Λέο λείπει συνέχεια απ’ το σπίτι». «Άνι, άσε με να του μιλήσω». Εκείνη κοίταξε επίμονα τον πατέρα μου κι ύστερα εμένα. «Σύνελθε και να συμπεριφέρεσαι σωστά από εδώ και πέρα», μου είπε και βγήκε απ’ την κουζίνα. Ο πατέρας μου φαινόταν αρκετά κουρασμένος. Ήπιε λίγο κα­ φέ κι έριξε μια ματιά στη μισοφαγωμένη φρυγανιά που είχα στο πιάτο μου. «Δε θα τη φας;» «Δεν πεινάω». «Πρέπει να τρως. Ξέρεις...» έκανε διστακτικά, «η μητέρα σου κι εγώ θα αισθανόμασταν καλύτερα αν έβρισκες μια δουλειά». «Πατέρα, γαμώτο!» «Ναι, εντάξει», είπε, σηκώνοντας τα χέρια ψηλά. «Ξέρω...» Ακούμπησε τους βραχίονές του στο τραπέζι κι έγειρε προς το μέ­ ρος μου. «Λέο, έχει δίκιο η μητέρα σου. Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο στη ζωή σου, έτσι δεν είναι;» «Τι εννοείς;» μουρμούρισα. «Μου φαίνεσαι θλιμμένος, σου το είπα». Περίμενε να πω κά­ τι, αλλά έμεινα αμίλητος. «Αν νιώθεις την ανάγκη να μιλήσεις, μπορείς να το κουβεντιάσεις μαζί μου». Τον κοίταξα με μια έκφραση αμηχανίας στο πρόσωπό μου. «Πόσο καλά γνωρίζεις τον κόσμο που ζει στις τρεις πολυκα­ τοικίες του συγκροτήματος;» τον ρώτησα. Σήκωσε τα φρύδια του. «Οι άνθρωποι που μένουν στο συγκρότημα δε γνωρίζονται με­ ταξύ τους. Δε γνωρίζουμε καν τις οικογένειες που ζουν στη δική μας πολυκατοικία», αποκρίθηκε. «Καλά». «Ζει κάποιος φίλος σου στην πολυκατοικία μας;»

wWw.Greekleech.info

aoratos186s285.indd 200

11/6/14 10:17:11 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

201

«Όχι». Κοίταξα προς το παράθυρο. «Στην απέναντι πολυκα­ τοικία». Ο πατέρας μου κοίταξε κι αυτός προς την πολυκατοικία όπου έμενε η οικογένεια Γκρίμπεργ. «Κατάλαβα». «Δεν ξέρεις κανέναν που να μένει εκεί;» Κούνησε το κεφάλι του αρνητικά. Ήπιε μια γουλιά καφέ και είπε: «Σου αρέσει μια κοπέλα». «Έτσι λες;» «Οι πατεράδες τα ψυχανεμίζονται αυτά». Ανάσανα βαθιά. Με κοίταξε με χαρμόσυνο ύφος και σκέφτη­ κα πως προσπαθούσε πραγματικά να είναι στο πλευρό μου. Ση­ κώθηκα χωρίς να πω τίποτα και πήγα στο δωμάτιό μου. Έκλεισα την πόρτα και κάθισα μπροστά στο παράθυρο μήπως και δω την Τζούλια να εμφανίζεται σ’ ένα από τα παράθυρα του διαμερίσμα­ τος της οικογένειας Γκρίμπεργ.

Δεν την είδα κι άρχισα να αισθάνομαι πολύ μίζερος. Ο πατέρας μου δεν μπήκε στο δωμάτιό μου. Ξάπλωσα στο κρεβάτι κι έμεινα εκεί όλη την υπόλοιπη μέρα ακούγοντας μουσική. Μου πέρασε από το νου να τηλεφωνήσω στο σπίτι τους, αλλά αν το σήκωνε ο Γκριμ θα καταλάβαινε από τη φωνή μου πως κάτι δεν πήγαινε κα­ λά. Κι αν το σήκωνε η Τζούλια, ο Γκριμ θα τη ρωτούσε ποιος εί­ ναι και θα έπρεπε να του πει ψέματα. Δεν ήταν καθόλου πειστι­ κή όταν έλεγε ψέματα κι αυτό ήταν ένα από τα στοιχεία του χα­ ρακτήρα της που μου άρεσαν. Όμως στην περίπτωση αυτή η ανι­ κανότητά της να ψεύδεται δεν ήταν προς το συμφέρον μας. Τελικά τηλεφώνησα. «Ντιάνα Γκρίμπεργ». «Είμαι... ο Λέο... Μήπως είναι στο σπίτι η...» «Περίμενε», είπε η Ντιάνα. «Τζούλια, τηλέφωνο».

aoratos186s285.indd 201

11/6/14 10:17:11 AM

202

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Θα ήταν μάλλον αδύνατον να ακούσεις τη φωνή της αν δεν ήσουν πλάι της – τόσο σιγά μιλούσε. Όσοι ζουν μ’ έναν άνθρωπο σαν την Ντιάνα πρέπει να αναπτύσσουν μια ιδιαίτερη οξύτητα της ακοής, σκέφτηκα όταν άκουσα τα βήματα της Τζούλια. «Ποιος είναι;» ρώτησε η Τζούλια τη μητέρα της, αλλά δεν πή­ ρε καμία απάντηση. «Ναι;» «Γεια σου», είπα. «Α, γεια. Περίμενε». Άκουσα βήματα, το άνοιγμα και το κλείσιμο μιας πόρτας και μουσική κάπου στο βάθος. Η μουσική σταμάτησε απότομα. Κουβεντιάσαμε όσο αντέχαμε. Σε λίγες μέρες θα έφευγα για την Έλαντ, το δεύτερο μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Σουηδίας. Θα έμενα μια βδομάδα στο σπίτι της οικογένειας ενός θείου μου, αδελφού του πατέρα μου. Πηγαίναμε εκεί κάθε καλοκαίρι προς το τέλος των διακοπών μας και περνούσαμε μια βδομάδα όλοι μα­ ζί. Καμία άλλη εποχή του χρόνου δεν έφευγα από τη Στοκχόλμη. Ο αδελφός μου ερχόταν πάντα μαζί μας, αλλά αυτή τη φορά δού­ λευε και δεν μπορούσε. «Γιατί δε μου το είπες;» με ρώτησε η Τζούλια φανερά στενο­ χωρημένη. «Στην αρχή... σκεφτόμουν να μην πάω μαζί τους». «Γιατί;» «Επειδή υπάρχεις εσύ». «Καλά...» είπε διστακτικά. «Τώρα όμως σκέφτεσαι να πας;» «Μάλλον». «Τι άλλαξε;» «Δεν ξέρω. Τίποτα». «Δεν μπορεί να μην άλλαξε τίποτα...» Έμεινα ξαπλωμένος πολλή ώρα και αφουγκραζόμουν την ανά­ σα της. Αναρωτιόμουν αν μας άκουγε ο Γκριμ από το δωμάτιό του.

aoratos186s285.indd 202

11/6/14 10:17:11 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

203

Έφτασαν οι μέρες των διακοπών μας στο νησί. Μείναμε στην Έλαντ μια βδομάδα και μετά γυρίσαμε στο Σάλεμ. Συναντηθή­ καμε με τον Γκριμ έξω από το Σπίτι της Νεολαίας. Το ένα του μάτι ήταν μελανιασμένο και πρησμένο και προσπαθούσε να το κρύψει, χωρίς επιτυχία, με τα γυαλιά ηλίου που φορούσε. Καθί­ σαμε σ’ ένα παγκάκι στον ήλιο. Μου είπε πως είχε φτιάξει μια ταυτότητα για έναν τύπο που τη χρησιμοποίησε για να μπει σ’ ένα κλαμπ. «Η ταυτότητα ήταν άψογη. Αυτός ο ηλίθιος τα έκανε μούσκε­ μα. Ήθελε να μπαίνει σε μέρη όπου επιτρέπεται η είσοδος αν εί­ σαι δεκαοκτώ και του έφτιαξα ακριβώς την ταυτότητα που χρει­ αζόταν. Και τι κάνει ο ηλίθιος; Πάει να χωθεί σ’ ένα κλαμπ όπου επιτρέπεται να μπεις αν είσαι είκοσι. Φυσικά, του αρνήθηκαν την είσοδο. Και πώς αντιδρά; Έρχεται στο Σάλεμ με δυο φίλους του και ψάχνουν να με βρουν επειδή σκέφτεται πως τον έχω εξαπα­ τήσει. Και μάλιστα ήρθαν στο σπίτι μου. Ο πατέρας μου έμαθε τι είχε συμβεί κι έτυχε να είναι μεθυσμένος. Με κυνήγησε κι έφυγα απ’ το σπίτι. Έξω με περίμενε ο ηλίθιος με την παρέα του. Τους ξέφυγα, αλλά στο μεταξύ είχαν προφτάσει να μου ρίξουν μια γρο­ θιά στο μάτι». Σήκωσε τους ώμους του και πρόσθεσε: «Σκατά». «Γιατί σ’ έδιωξε ο πατέρας σου;» «Δε μ’ έδιωξε, με κυνήγησε. Αλλά προτίμησα να φύγω απ’ το σπίτι παρά να με πιάσει». Φαντάστηκα τον Κλας Γκρίμπεργ να κυνηγάει το γιο του. Όταν είχα φάει στο σπίτι τους, είχα διακρίνει στο βλέμμα του πως ήταν ικανός να πάρει κάποιον στο κυνήγι. Απλώς προσπαθούσε να δείχνει ήρεμος. Εκείνη τη μέρα όμως ήταν νηφάλιος. Ο Γκριμ έβγαλε ένα φάκελο από την εσωτερική τσέπη του μπουφάν του. Εκείνη τη στιγμή ξεπρόβαλε από μια γωνία ένας νεαρός στην ηλικία μας. Φορούσε κασκέτο, μπάγκι τζιν παντελό­ νι, μπλούζα με κουκούλα και μεγάλα αθλητικά παπούτσια. Ήμουν σίγουρος πως δεν πήγαινε στο δικό μας σχολείο.

aoratos186s285.indd 203

11/6/14 10:17:11 AM

204

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Είναι όλα όπως πρέπει;» τον ρώτησε ο Γκριμ όταν εκείνος πλησίασε στο παγκάκι όπου καθόμασταν. «Ναι, μια χαρά», είπε ο νεαρός λοξοκοιτάζοντάς με. «Είναι εντάξει ο φίλος», είπε ο Γκριμ. Ο νεαρός έριξε μια ματιά γύρω του και κούνησε ελαφρά το κε­ φάλι του. Έβγαλε από την τσέπη της μπλούζας του λίγα προσε­ κτικά διπλωμένα χαρτονομίσματα των πεντακοσίων κορονών. Ο Γκριμ πήρε τα χρήματα και του έδωσε το φάκελο. Οι κινήσεις τους ήταν τόσο γρήγορες, που αν εκείνη τη στιγμή είχα ανοιγο­ κλείσει τα μάτια μου δε θα είχα προφτάσει να δω τίποτα. «Έφαγες ξύλο;» ρώτησε κοιτάζοντας τον Γκριμ. «Απλώς ένας τύπος παρεξήγησε κάτι». «Να τον αναλάβω;» «Όχι». Ο Γκριμ κοίταξε ολόγυρα. «Θα βρεθούμε». «Εντάξει». Ο νεαρός γύρισε κι έφυγε βαδίζοντας αργά. Εμείς περπατή­ σαμε μέχρι το Τριάντ. Ο Γκριμ μέτρησε τα χρήματα. «Χίλιες πεντακόσιες κορόνες», είπα. «Γίνομαι όλο και πιο ακριβός», είπε ο Γκριμ.

Ήμασταν διαφορετικοί σε πολλά, αλλά συμπληρώναμε ο ένας τον άλλο. Φτάσαμε στο σημείο να σκεφτόμαστε το ίδιο πράγμα μερι­ κές φορές και να μιλάμε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Χρησιμοποι­ ούσαμε ο ένας τις εκφράσεις του άλλου. Ασυναίσθητα, αγόραζα ρούχα που έμοιαζαν με τα δικά του, ενώ ο Γκριμ είχε ρούχα που θα μπορούσε κάλλιστα να τα είχε βρει στην ντουλάπα μου. Σκεφτόμουν τότε πως αυτές οι αλλαγές συνέβαιναν φυσικά, επειδή ήμασταν πολλές ώρες μαζί, καταλαβαινόμασταν και μοι­ ραζόμασταν πολλά πράγματα. Ίσως όμως και να υπήρχε ένας βα­ θύτερος δεσμός μεταξύ μας. Ήμουν ο μόνος άνθρωπος που γνώ­ ριζε για τη δραστηριότητα του Γκριμ, για τις πλαστές ταυτότητες

aoratos186s285.indd 204

11/6/14 10:17:11 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

205

που έφτιαχνε. Βέβαια το ήξεραν και οι πελάτες του, αλλά στους περισσότερους από αυτούς έλεγε πως ήταν ένας απλός μεσολα­ βητής. Ισχυριζόταν πως ελάχιστοι άνθρωποι θα πίστευαν ότι ένας δεκαεπτάχρονος είχε τέτοιες ικανότητες. Μάλλον είχε δίκιο. Αν τους έλεγε την αλήθεια, θα τον αντιμετώπιζαν με καχυποψία κι αυτό θα υπονόμευε τις μπίζνες του.

Ήμουν ξανά στο Σάλεμ και το καλοκαίρι γινόταν όλο και πιο δρο­ σερό καθώς όδευε προς το τέλος του. Ήταν η τελευταία περίοδος των σχολικών διακοπών. Η Τζούλια θα ερχόταν στο λύκειο του Ρέ­ νινιε, όπου πηγαίναμε ήδη ο Γκριμ κι εγώ. Θα σουλατσάραμε στους ίδιους διαδρόμους κι ίσως να συναντιόμασταν στα διαλείμματα. Μία μέρα μετά την επιστροφή μου, χτύπησε το τηλέφωνο. Απάντησε ο πατέρας μου και ήρθε να μου χτυπήσει την πόρτα. Χαμογελούσε. «Είναι για σένα. Η Τζούλια». Τον έσπρωξα κι αφού βγήκε από το δωμάτιό μου έκλεισα την πόρτα. «Ναι;» είπα. «Γεια». «Γεια». Μου είχε λείψει η φωνή της. «Πώς είσαι;» τη ρώτησα. «Καλά». Ξερόβηξε. «Είμαι ολομόναχη σήμερα στο σπίτι». «Αλήθεια;» «Ο Τζον έφυγε κι οι γονείς μας πήγαν να δουν τον παππού». Αναφερόταν στον πατέρα της μητέρας της, που έμενε σ’ ένα γη­ ροκομείο έξω από το Σκάρπνεκ, μια συνοικία της Στοκχόλμης. Όσοι ζούσαν εκεί απλώς περίμεναν να πεθάνουν, αλλά στο μετα­ ξύ η ζωή κυλούσε κι ένα βράδυ το μήνα οι γέροι δειπνούσαν όλοι μαζί με τις οικογένειές τους. Η Τζούλια είχε πάει μία φορά και μου είχε πει πως ήταν μια αποπνικτική κοινωνική εκδήλωση. Την άπο­ ψή της μοιράζονταν και ο Γκριμ και ο Κλας. Η μόνη που το είχε

aoratos186s285.indd 205

11/6/14 10:17:11 AM

206

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

διασκεδάσει ήταν η Ντιάνα, που τα ’χε καταφέρει να κάνει όσο το δυνατόν πιο άβολες για όλους τις στιγμές γύρω από το τραπέζι. «Θες να έρθεις εδώ;» με ρώτησε η Τζούλια. «Ναι». Βγήκα από το σπίτι διαισθανόμενος πως θα συνέβαινε κάτι που θα είχε καθοριστική σημασία. Δεν μπορούσε να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση που είχε δημιουργηθεί. Η πόρτα των Γκρί­ μπεργ ήταν ξεκλείδωτη. Μπήκα στο χολ. «Τζούλια;» «Έλα μέσα». Καθόταν άκρη άκρη στο κρεβάτι της. Με κοίταξε. «Κάτι έκανες στα μαλλιά σου», της είπα. «Τα κατσάρωσα. Δε σ’ αρέσουν;» με ρώτησε με κάποιο δι­ σταγμό. «Μου...» «Όχι, άσε, μη λες τίποτα. Δε θα έπρεπε να έχει καμιά σημα­ σία, καταλαβαίνεις; Δεν έχει καμιά σημασία τι πιστεύει για τα μαλλιά μου ο χαζός φίλος του χαζού αδελφού μου. Καμιά σημα­ σία. Γι’ αυτό μη λες τίποτα». Κάθισα στο κρεβάτι και της είπα: «Ωραία είναι». «Τι;» «Είναι ωραία τα μαλλιά σου». Η Τζούλια αναστέναξε βαθιά. Το δωμάτιό της ήταν ακατά­ στατο. Μάλλον δεν είχε συγυριστεί από την τελευταία φορά που είχα πάει. «Ένα παιχνίδι είναι μόνο – για μένα τουλάχιστον», είπε. Απέ­ φευγε το βλέμμα μου. «Κάτι που με τράβηξε, ίσως επειδή θεωρεί­ ται απαγορευμένο. Να είμαι δηλαδή μαζί με τον καλύτερο φίλο του αδελφού μου. Καταστάσεις που τις βλέπεις μόνο σε κωμω­δίες της συμφοράς». Γέλασε, αλλά όχι από χαρά. «Ίσως με τραβούσαν πάντα αυτές οι ιστορίες. Πράγματα που, από ηθική άποψη, δεν ξέ­ ρεις αν πρέπει να τα κάνεις ή όχι. Όπως εκείνη η περίπτωση με το

wWw.Greekleech.info

aoratos186s285.indd 206

11/6/14 10:17:11 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

207

μπουφάν και τη μαριχουάνα που βούτηξα στο σχολείο. Σ’ το έχω πει. Θυμάσαι;» Κατένευσα. Θυμόμουν. «Δε μου είχε περάσει απ’ το μυαλό πριν. Το σκέφτηκα τη βδο­ μάδα που έλειπες. Ίσως είναι δικό μου λάθος. Δεν είχα την πρό­ θεση να σοβαρέψει η ιστορία». «Θες να πεις πως σοβάρεψε;» τη ρώτησα χωρίς να είμαι βέ­ βαιος αν έπρεπε να νιώθω χαρά ή λύπη. «Πιστεύω πως ναι». Με φίλησε παθιασμένα κι ύστερα πήρε το τηλεκοντρόλ του στερεοφωνικού και πάτησε ένα πλήκτρο για να το θέσει σε λει­ τουργία. «Τζούλια, πρέπει να μιλήσουμε. Να μιλήσουμε κι άλλο». Εκείνη δυνάμωσε την ένταση. Πέρασαν λίγες στιγμές για να καταλάβω πως ήταν το «Dancing Barefoot» της Πάτι Σμιθ. Ο μο­ ναδικός λόγος που το ήξερα ήταν επειδή κάποτε η Τζούλια μού είχε πει πως ήταν ένα από τα αγαπημένα της τραγούδια. Είχε δυναμώσει την ένταση τόσο πολύ, που δυσκολευόμασταν να ξεχωρίσουμε τα λόγια κι η μουσική δεν ήταν παρά ένας κρα­ δασμός που συγχρονιζόταν με τους χτύπους της καρδιάς μου. Το κολιέ της ταλαντευόταν σαν εκκρεμές πάνω από το πρόσωπό μου. Κι έφτασε μια παράξενη στιγμή που σήκωσα το κεφάλι μου, έπια­ σα το κόσμημα με τα χείλη μου κι αισθάνθηκα με τη γλώσσα μου πόσο κρύο ήταν. Έκλεισα τα μάτια μου. Κάτι έκανε την Τζούλια να σταματήσει. Άνοιξα τα μάτια μου και την είδα να απλώνει το χέρι της και να πιάνει το τηλεκοντρόλ. Ακολούθησε βαθιά σιωπή. Ακούστηκε ο θόρυβος της κλειδαριάς. Κάποιος άνοιξε την πόρτα του διαμερίσματος. «Ο Τζον είναι», μου ψιθύρισε η Τζούλια στο αφτί. Έφυγε βια­ στικά από πάνω μου και το κρεβάτι έτριξε. «Μείνε ακίνητος». Σηκώθηκε όρθια. Είχε εκνευριστεί. Φόρεσε ένα τζιν σορτσάκι κι άνοιξε το παράθυρο.

aoratos186s285.indd 207

11/6/14 10:17:11 AM

208

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Έμεινα ξαπλωμένος στο κρεβάτι. Δεν ήξερα τι να κάνω. Ένα δευτερόλεπτο πριν ο Γκριμ χτυπήσει την πόρτα της, τράβηξε το πάπλωμα και με σκέπασε εντελώς. «Μην κουνιέσαι», μου ψιθύρισε. «Εδώ είσαι;» τη ρώτησε έκπληκτος ο Γκριμ όταν άνοιξε την πόρτα. «Εσύ δεν έχεις διακοπές;» του πέταξε η Τζούλια. «Ναι, αλλά...» Ήθελα να ’ξερα προς τα πού κοίταζε ο Γκριμ. «Όλα καλά;» τη ρώτησε. «Ναι». Ήμουν σχεδόν σίγουρος πως τον άκουσα να ρουθουνίζει. Οσμιζόταν τον αέρα. «Συγύρισε το δωμάτιό σου. Στρώσε το κρεβάτι σου». «Ναι, μπαμπά». Ο Γκριμ βγήκε από το δωμάτιο κι η Τζούλια έκλεισε την πόρ­ τα. Κάθισε στο κρεβάτι αφήνοντας ένα βαθύ αναστεναγμό. «Γαμώτο! Παρά τρίχα», είπε ψιθυριστά. Κατέβασα το πάπλωμα και σήκωσα το κεφάλι μου. «Ναι», είπα. «Σουτ». «Αφού ψιθυρίζω». «Ψιθυρίζεις φωναχτά». «Πώς είναι δυνατόν να ψιθυρίζει κανείς φωναχτά;» «Σουτ». Κάπου έξω ακούστηκαν τέσσερις διαδοχικοί κρότοι. Ήταν από παιδικό πιστόλι με καψούλια. Φυσούσε ένα απαλό αεράκι κι οι κουρτίνες ανέμιζαν. Ήταν απόγευμα ενός καλοκαιριού που δι­ αρκούσε αφύσικα πολύ. Η Τζούλια γύρισε να με κοιτάξει. Έπια­ νε το κόσμημα που κρεμόταν από το λαιμό της και το μετακινού­ σε αριστερά και δεξιά στην αλυσίδα. «Δεν πάει άλλο αυτή η κατάσταση», ψιθύρισε.

aoratos186s285.indd 208

11/6/14 10:17:11 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

209

Είχε δίκιο. «Θα κάνω ένα ντους», ακούστηκε λίγες στιγμές αργότερα η φω­ νή του Γκριμ. Στεκόταν έξω από την πόρτα του δωματίου της. «Τι κάνεις εκεί μέσα;» «Άσε με ήσυχη». «Είσαι μόνη σου;» «Φυσικά». Ο Γκριμ συνέχισε να στέκεται έξω από την πόρτα της, αλλά δε μίλησε άλλο. Η Τζούλια κοίταξε τα χέρια της. Κρατούσα την ανά­ σα μου μέχρι που ακούστηκε το ανοιγοκλείσιμο μιας πόρτας κι η Τζούλια μού έκανε νόημα να φύγω. «Είναι στο μπάνιο. Βγες τώρα». Ήθελα να της μιλήσω, αλλά δεν ήξερα τι να πω. Η Τζούλια χαμήλωσε το βλέμμα και κατάλαβα πως δεν υπήρχε λόγος να πω τίποτα. Σηκώθηκα αθόρυβα και βγήκα από το δωμάτιό της. Εκεί­ νη τη στιγμή ο Γκριμ άνοιξε τη βρύση στο μπάνιο.

aoratos186s285.indd 209

11/6/14 10:17:11 AM

XVII

ΕΙΝΑΙ ΧΑΡΑΜΑ ΚΑΙ Η ΠΟΛΗ ΞΥΠΝΑΕΙ. Με τσούζουν τα μάτια μου.

Είμαι στο μπαλκόνι και βλέπω ένα νεαρό αστυφύλακα να βγά­ ζει τις κορδέλες. Έχει πάρει στα σοβαρά την αποστολή που του έχει ανατεθεί και τυλίγει προσεκτικά την κάθε κορδέλα γύρω από το χέρι του. Νιώθω μια ξαφνική πείνα και μπαίνω μέσα. Τρώω ένα σάντουιτς με κρέας και λαχανικά κοιτάζοντας κάπου στο άπειρο. Πλαστογράφοι. Ο όρος δεν είναι σωστός, αλλά οι αστυνομι­ κοί τούς αποκαλούν έτσι επειδή ξεκινούν την καριέρα τους πλα­ στογραφώντας αστυνομικές ταυτότητες για να τις χρησιμοποιούν οι δεκαεξάχρονοι που θέλουν να μπαίνουν σε κλαμπ και όπου αλ­ λού σερβίρεται αλκοόλ. Η δουλειά των πλαστογράφων είναι δύ­ σκολη κι όσοι δεν αξίζουν εξαφανίζονται από την πιάτσα. Οι ελά­ χιστοι που παραμένουν έχουν τα μέσα και μεγάλες οικονομικές δυνατότητες, αφού ακριβοπληρώνονται για τις υπηρεσίες τους. Δεν υπάρχει τίποτα σ’ αυτή την πόλη που να μην μπορείς να το αγοράσεις αν έχεις χρήμα – και σε μια εποχή που είναι αδύνατον να εξαφανιστείς κατά βούληση, λίγα πράγματα είναι πολυτιμότε­ ρα από μια νέα ταυτότητα. Ο Τζον Γκρίμπεργ τα τελευταία δέκα χρόνια δεν υπάρχει σε κανένα μητρώο, παρ’ όλα αυτά ζει και βγάζει το ψωμί του φτιά­ χνοντας πλαστές ταυτότητες. Αυτό σημαίνει πως έχει και ο ίδιος νέα ταυτότητα, ίσως μάλιστα πολλές ταυτότητες. Πάω στοίχημα

aoratos186s285.indd 210

11/6/14 10:17:11 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

211

πως έχει ένα σωρό. Σίγουρα δε χρησιμοποιεί τη γνήσια αστυνο­ μική του ταυτότητα και δεν είναι καθόλου του χαρακτήρα του να έχει μόνο μία πλαστή ταυτότητα για την αφεντιά του. Χτυπάει το τηλέφωνο. Βλέπω από τον αριθμό πως είναι ο Λέ­ βιν. «Ναι;» «Καλημέρα, Λέο». «Καλημέρα». «Έμαθα πως αναζητάς κάποιον Τζον Γκρίμπεργ». «Πού το μάθατε;» «Από τη γραμματέα μου». «Έχετε δίκιο», είπα. Το είχα ξεχάσει. «Δεν ξέρω πολλά γι’ αυτόν», είπε ο Λέβιν, «αλλά θα σου πω όσα γνωρίζω». «Μπορούμε να συναντηθούμε;» «Γι’ αυτό σου τηλεφωνώ. Κάνε γρήγορα γιατί σε λίγο φεύγω».

Βγαίνω από την πόρτα της πολυκατοικίας μου και για λίγες στιγ­ μές τυφλώνομαι από τα φλας των φωτογράφων. Ακούω τα μουρ­ μουρητά των ρεπόρτερ που με περιτριγυρίζουν και το μικρόφω­ νο του τηλεοπτικού σταθμού TV4 εμφανίζεται αιφνιδιαστικά κά­ τω από το πιγούνι μου. Ανοιγοκλείνω διαρκώς τα μάτια μου για να πάψω να βλέπω τα λευκά στίγματα που κατακλύζουν το οπτι­ κό μου πεδίο. «Η αστυνομία σάς θεωρεί ύποπτο για τη δολοφονία της Ρεμπέ­ κα Σάλομον. Έχετε κάποιο σχόλιο να κάνετε;» «Ήσασταν στην πολυκατοικία όταν πέθανε, σωστά;» «Μήπως εκδικηθήκατε με τον τρόπο αυτό επειδή σας έχουν θέσει σε διαθεσιμότητα;» Οι ερωτήσεις πέφτουν σαν βροχή. Αναζητώ με το βλέμμα τον αστυφύλακα με την ελπίδα πως θα με βοηθήσει, αλλά έχει αλλού

aoratos186s285.indd 211

11/6/14 10:17:11 AM

212

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

στραμμένο το κεφάλι του και εστιάζει το ενδιαφέρον του στις κορ­ δέλες. Η τελευταία ερώτηση τραβά την προσοχή μου και κοιτά­ ζω τη γυναίκα που την έκανε. «Σας γνωρίζω εσάς», της λέω. «Είμαι η Ανίκα Λιούνμαρκ από την Εξπρέσεν. Τι έχετε να πεί­ τε για τις πληροφορίες που έχουμε;» «Δεν έχω κάνει απολύτως τίποτα». Ξαναρχίζουν οι ερωτήσεις, αλλά το μόνο που ακούω είναι ένα συνεχές βουητό μέσα στο οποίο δεν ξεχωρίζουν οι λέξεις. Φου­ ντώνω από θυμό και κάνω ό,τι ακριβώς πρέπει να αποφεύγει να κάνει ένας άνθρωπος σε παρόμοιες περιπτώσεις: στριμώχνομαι ανάμεσα σε δύο ρεπόρτερ κι αρχίζω να τρέχω. Με ακολουθούν για λίγη ώρα και στο τέλος εγκαταλείπουν την προσπάθεια γιατί είναι φορτωμένοι με κάμερες, συσκευές μαγνη­ τοφώνησης και τσάντες. Φτάνω λαχανιασμένος στην οδό Χα­ ντβέρκαρ και κατεβαίνω στο σταθμό του μετρό.

Είμαι στην Παλιά Πόλη, στην οδό Σέπμαν 8. Στέκομαι έξω από την είσοδο της πολυκατοικίας. Πουθενά ρεπόρτερ. Είναι ακόμα νωρίς το πρωί. Ακούω έναν ελαφρύ βόμβο και σπρώχνω τη βαριά πόρτα. Μέ­ σα στην πολυκατοικία έχει δροσιά και μόνο τότε καταλαβαίνω πόσο έχω ζεσταθεί. Μάλλον έχω πυρετό. Στο ασανσέρ ζαλίζομαι και με πιάνει ναυτία. Σκύβω και νιώθω πως θα ξεράσω. Αλλά δε συμβαίνει τίποτα – λαχανιάζω μόνο ενώ περιμένω να ανοίξει η πόρτα του ασανσέρ. Βγαίνω. Ο Λέβιν με βλέπει μπροστά στην πόρτα του. Φοράει μικρά γυα­ λιά και τα μάτια του δείχνουν γουρλωμένα καθώς με κοιτάζει. «Λέο, τι έχεις;» Με πιάνει από το μπράτσο για να με στηρίξει. Διαπιστώνω πως η βοήθειά του μου είναι απαραίτητη, αφού παραπατάω μόλις

aoratos186s285.indd 212

11/6/14 10:17:11 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

213

μπαίνω στο χολ. Στηρίζομαι στην κρεμάστρα και βγάζω τα πα­ πούτσια μου. «Καλά είμαι. Με ζάλισε το ασανσέρ». Του κάνω νόημα να με αφήσει. Μου λέει να καθίσω στην κου­ ζίνα. Βολεύομαι σε μια καρέκλα του μικρού στρογγυλού τραπε­ ζιού. Τρίζει, αλλά είναι άνετη κι αμέσως μου γεννιέται η επιθυ­ μία να κοιμηθώ. Ο Λέβιν παίρνει ένα ποτήρι, ρίχνει μέσα ένα ανα­ βράζον δισκίο και το γεμίζει με νερό. Εμφανίζονται φυσαλίδες που συνοδεύονται από έναν ευχάριστο ήχο. «Έχω κοιμηθεί λίγο», μουρμουρίζω κοιτάζοντας το ποτήρι. «Τι χάπι είναι;» «Για την αντιμετώπιση της κόπωσης». «Ναι, αλλά τι είδους χάπι είναι;» «Είναι σαν να πίνεις είκοσι φλιτζάνια καφέ. Το παίρνουν οι στρατιωτικοί. Μου τα έδωσε ένας καλός φίλος, ένας ταγματάρ­ χης. Δεν το έχω δοκιμάσει ποτέ». Τραβώ το ποτήρι προς το μέρος μου. Ο Λέβιν ισιώνει τα γυα­ λιά του. «Πιες το». Πίνω μια γουλιά. Με ξενίζει η στυφή γεύση του. Είναι σαν ανα­ ψυκτικό με υπερβολική ποσότητα ανθρακικού. Μου καίει τον ου­ ρανίσκο και τη γλώσσα. «Έχει καλή γεύση;» με ρωτάει ο Λέβιν χαμογελώντας αχνά. «Δε θα το έλεγα». «Ο Τζον Γκρίμπεργ λοιπόν...» λέει. «Αν επιτρέπεται, για ποιο λόγο τον ψάχνεις;» Ανασαίνω βαθιά. Η δυσάρεστη γεύση υποχωρεί και σιγά σιγά μαλακώνουν τα σωθικά μου. Νιώθω μια ζεστασιά στην κοιλιά, που απλώνεται αργά αργά στο στήθος και στα δάχτυλά μου. Μπο­ ρώ να προσηλώσω το βλέμμα μου καλύτερα από πριν και οι κι­ νήσεις μου αποκτούν ακρίβεια. Δεν ξέρω τι μου έδωσε ο Λέβιν, αλλά σίγουρα θα φροντίσω να βρω αυτά τα χάπια.

aoratos186s285.indd 213

11/6/14 10:17:11 AM

214

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Θα μου πεις;» με ρωτάει. Του μιλάω για την Τζούλια. Για το θάνατό της. Δεν του εξιστο­ ρώ τα πάντα γιατί δεν αντέχω. Του μιλάω και πάλι για τη Ρεμπέ­ κα Σάλομον και για το κολιέ που είχε στο χέρι της. Για τον Γκριμ και για το ότι κάποτε είχε επισκεφθεί το στούντιο της Σαμ. Γίνο­ μαι όλο και πιο ευάλωτος με κάθε λέξη που ξεστομίζω. Ο Λέβιν κοιτάζει το ποτήρι που κρατώ στο χέρι μου και μετά το βλέμμα του χάνεται κάπου έξω από το παράθυρο. Ύστερα κοιτάζει το σχέδιο της επιφάνειας του ξύλινου τραπεζιού και μετά το ρολόι του για να δει την ώρα. Διορθώνει το λεπτοδείκτη γυρνώντας τον ένα λεπτό πίσω. Θα μπορούσε κάλλιστα να πλήττει, αλλά στην πραγματικότητα μ’ ακούει με προσοχή. Πίνω άλλη μια γουλιά. Η ταραχή μου έχει μετριαστεί, αλλά δεν έχει εξαλειφθεί. «Γι’ αυτό λοιπόν είναι μεγάλη ανάγκη να μου πείτε όλα όσα γνωρίζετε», λέω στο τέλος. «Καταλαβαίνω», λέει ο Λέβιν. «Πολύ φοβάμαι πως πρέπει να με συνοδεύσεις στην Αστυνομική Διεύθυνση». Για μια στιγμή μού δημιουργείται η εντύπωση πως έχω κάνει ένα σοβαρό λάθος. «Όχι, όχι...» προσθέτει ο Λέβιν γρήγορα. «Δεν εννοούσα αυτό που νομίζεις. Αλλά έχω αργήσει. Με περιμένει ένα ταξί λίγο πα­ ρακάτω, στην οδό Σλοτσμπάκεν. Θα σου πω τι ξέρω καθ’ οδόν». Κοιτάζω το ποτήρι μου. «Τι ήταν αυτό;» ρωτάω. «Αν θυμάμαι καλά, είναι αμφεταμίνη». Τον κοιτάζω κατάματα. «Είμαι φτιαγμένος εξαιτίας σας». «Ελάχιστα φτιαγμένος», λέει και σηκώνεται. «Έλα, πάμε».

wWw.Greekleech.info

aoratos186s285.indd 214

11/6/14 10:17:11 AM

XVIII

ΚΑΤΗΦΟΡΙΖΟΥΜΕ ΜΕ ΤΟΝ ΛΕΒΙΝ προς την οδό Σλοτσμπάκεν. Ο

ψηλόλιγνος αστυνομικός φοράει ένα πένθιμο γκρίζο σακάκι και μαύρο τζιν παντελόνι. Κοιτάζω το άτριχο στρογγυλό κεφάλι του. Φυσάει αρκετά και σε μια γωνία του δρόμου κάθεται και ζητια­ νεύει ένας άνθρωπος μισοκρυμμένος πίσω από ένα κοντέινερ. Ίσως να είναι άστεγος. Στο ένα του χέρι κρατάει ένα τσίγκινο κου­ τί και στο άλλο ένα κινητό τηλέφωνο. «Κύριε, σας παρακαλώ». Ο Λέβιν νεύει αρνητικά κι εγώ κάνω μια αόριστη χειρονομία χωρίς να σταματήσω. «Θλιβερή πόλη», μουρμουρίζει ο Λέβιν. «Ζητιανιά υπάρχει και στις μικρότερες πόλεις». «Όχι όπως εδώ». Το ταξί μάς περιμένει με τον κινητήρα στο ρελαντί. Βολευό­ μαστε μέσα. Δίπλα μας ορθώνεται ο βασιλικός πύργος. Τρεις του­ ρίστες, ένα ζευγάρι με το γιο τους, τον παρατηρούν ανέκφραστοι. Φαίνεται πως ο πύργος τούς κοιτάζει εξίσου ανέκφραστος. Μέ­ νουμε σιωπηλοί για λίγη ώρα. Ο Λέβιν κοιτάζει σκυθρωπός έξω από το παρμπρίζ. «Για ένα διάστημα στο παρελθόν πρόσφερα έξτρα υπηρε­σίες», μου λέει καθώς το ταξί στρίβει στην οδό Μιντ για να βγει στη γέ­ φυρα Βάζα. Πιο μακριά φαίνεται το κοινοβούλιο, ενώ το δημαρχείο υψώ­

aoratos186s285.indd 215

11/6/14 10:17:11 AM

216

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

νεται περήφανο, με τις τρεις κίτρινες κορόνες του, το εθνικό έμ­ βλημα της Σουηδίας, να λαμπυρίζουν στο λευκό ουρανό. «Ήθελαν να συμμετέχω στη μονάδα στρατολόγησης. Να επι­ σκέπτομαι τα σχολεία και να λέω στους μαθητές ποια είναι τα προσόντα που απαιτείται να έχει ένας αστυνομικός, πώς γίνονται οι αιτήσεις και ούτω καθεξής. Ευχάριστη απασχόληση. Πήγαινα στα σχολεία όποτε δεν είχα μεγάλο φόρτο εργασίας. Λίγο αργό­ τερα μου ζήτησαν να επισκέπτομαι και διάφορα ιδρύματα και να μιλάω με τους εφήβους. Εκεί δεν προσπαθούσα να τους στρατο­ λογήσω, απλώς τους έδινα πληροφορίες σχετικά με το ρόλο της αστυνομίας και τους έδειχνα μια πλευρά των υπηρεσιών μας που συνήθως τους ήταν άγνωστη. Ήταν άχαρη δουλειά, επειδή οι έφη­ βοι που ζουν σε ιδρύματα έχουν βρεθεί αντιμέτωποι με την κακή πλευρά μας. Ποιος μπορεί να τους κατηγορήσει που τα βάζουν με την αστυνομία; Οι περισσότεροι αστυνομικοί έχουν πάντα κά­ τι εναντίον των νέων. Υπάρχουν πάρα πολλοί συνάδελφοι που όταν έχουν υπηρεσία σπαταλούν το μεγαλύτερο μέρος του ωρα­ ρίου τους κυνηγώντας νεαρούς για ζημιές και μικροκλοπές που έχουν κάνει. Γιατί λοιπόν εκείνοι να μην έχουν πρόβλημα με την αστυνομία;» «Είμαι από το Σάλεμ», λέω. «Ξέρω πώς είναι η κατάσταση». «Φυσικά», μου λέει. «Τέλος πάντων, ένα φθινόπωρο πριν από έντεκα με δώδεκα χρόνια επισκέφθηκα το περίφημο ίδρυμα του Γιούμκιλ. Εκεί μια βδομάδα νωρίτερα ένα αγόρι είχε αποπειρα­ θεί να σκοτώσει ένα άλλο αναποδογυρίζοντας ένα μεγάλο στεγνω­ τήριο ρούχων. Ευτυχώς που το προσωπικό είχε φροντίσει να στε­ ρεώσει τη συσκευή στον τοίχο, αφού είχαν εμπειρία από παλαιό­ τερες απόπειρες. Είχε ξεσπάσει μεγάλη αναταραχή στο ίδρυμα εκείνη τη μέρα και η απόπειρα του αγοριού ήταν ένα μόνο από τα συμβάντα. Όπως αντιλαμβάνεσαι, δεν μπήκα με ιδιαίτερη προθυμία εκεί μέσα. Δε φοβόμουν, αλλά υποψιαζόμουν πως θα με αντιμετώπιζαν ως απειλή ή ότι θα αισθάνονταν πως τους χλεύα­ζα.

aoratos186s285.indd 216

11/6/14 10:17:11 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

217

Αυτό θα έκανα εγώ αν ήμουν στη θέση τους. Είχα προσπαθήσει να μεταθέσω την ημερομηνία της επίσκεψης, αλλά ο Μπένι Σκά­ κε, ο αστυνομικός διευθυντής, είχε αρνηθεί. Μου είπε ότι αυτή ακριβώς ήταν η στιγμή που έπρεπε να είμαστε παρόντες εκεί. Ίσως να είχε δίκιο. Κι έτσι δεν είχα άλλη επιλογή». Το ταξί στρίβει στη γέφυρα Βάζα, όπου η κυκλοφορία έχει ήδη πυκνώσει. Είναι ακόμα νωρίς και η αχλή που υψώνεται πάνω από το λευκό ογκώδες κτίριο του κεντρικού σιδηροδρομικού σταθμού είναι ορατή. Το παράξενο φάρμακο μ’ έχει ζεστάνει και είμαι σε εγρήγορση. Φέρνω στο νου μου την εποχή στην οποία αναφέρε­ ται ο Λέβιν. Τότε ο Γκριμ θα ήταν γύρω στα είκοσι. «Στην αρχή μπήκα σε μια αίθουσα όπου τους έκανα κάποια εισαγωγή και μια παρουσίαση. Ύστερα παρακολούθησα για λί­ γες ώρες τις δραστηριότητες εκείνης της μέρας. Το ότι πήγα μα­ ζί τους, να τους δω από κοντά, δεν ήταν κάτι που είχε προαποφα­ σιστεί, και νομίζω πως του Σκάκε θα του κακοφαινόταν αν το μά­ θαινε. Αλλά σκέφτηκα πως το λιγότερο που θα μπορούσα να κά­ νω ήταν να ανταποκριθώ στην πρόσκληση του διευθυντή του Γιούμκιλ. Με τον τρόπο αυτό θα κατάφερνα να μειώσω το χάσμα που υπήρχε ανάμεσα σ’ εμένα και στους νεαρούς. Και μάλιστα ήμουν στη διάθεση οποιουδήποτε ήθελε να μιλήσει μαζί μου. Υπήρχε εχθρότητα απέναντι σ’ αυτό που αντιπροσώπευα, αλλά όχι στο βαθμό που πίστευα. Αρκετοί ήταν εκείνοι που ενδιαφέρο­ νταν για το επάγγελμα του αστυνομικού. Ένας από τους νεαρούς που δεν είχαν μιλήσει ούτε στην παρουσίαση ούτε αργότερα ήταν ο Τζον Γκρίμπεργ. Όσο μιλούσα στην αίθουσα, τον έβλεπα να κά­ θεται στο βάθος. Την υπόλοιπη μέρα ήταν αποτραβηγμένος. Τον έβλεπα, αλλά δε σκεφτόμουν τίποτα το ιδιαίτερο γι’ αυτόν. Πριν από το μεσημεριανό φαγητό είχα μια σύντομη συνάντηση με τον Περ Βεστίν, το διευθυντή, στο γραφείο του. Έπρεπε να είχαμε συναντηθεί το πρωί, αλλά δεν είχαμε προφτάσει επειδή ήταν απα­ σχολημένος με διάφορα ζητήματα που είχαν προκύψει εξαιτίας

aoratos186s285.indd 217

11/6/14 10:17:11 AM

218

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

των ταραχών της προηγούμενης βδομάδας. Κουβεντιάσαμε για λίγο και ο Βεστίν μού μίλησε για τα προβλήματα που υπήρχαν στο Γιούμκιλ, για τους πελάτες τους –έτσι αποκαλούσε τους νεα­ ρούς που έμεναν εκεί– και για τα διάφορα αδικήματα που διέ­ πρατταν. Ανησυχούσε πολύ για το μεγάλο αριθμό κακοποιήσεων, απειλών και κλοπών. Κανείς δε γνώριζε με βεβαιότητα το μέγε­ θος του προβλήματος, αλλά όσα γνώριζε το προσωπικό δεν ήταν παρά μόνο η κορυφή του παγόβουνου». Το ταξί σταματά στο τέλος της γέφυρας Βάζα και κοιτάζω προς την οδό Φρεντ και προς το τετράγωνο του Ρόζενμπαντ στα δεξιά μου, του μεγάρου που στεγάζει τη σουηδική κυβέρνηση. Σιωπηλά κτίρια, φωτεινά παράθυρα. Εδώ είχα καταδιώξει κάπο­ τε έναν άντρα που ήταν ύποπτος για τη ληστεία ενός υποκατα­ στήματος της τράπεζας Forex. Τελικά δράστης ήταν ο δεκαπε­ ντάχρονος γιος του τραπεζίτη. Του είχε δώσει το όπλο ο πατέρας του. «Πάνω στο γραφείο του Βεστίν υπήρχε ένα κουτί», συνεχίζει ο Λέβιν. «Κοίταξα μέσα και είδα πως περιείχε ταυτότητες, δια­ βατήρια και άλλα έγγραφα. “Τι είναι αυτά;” ρώτησα τον Βεστίν. “Έγγραφα που κατασχέσαμε”, μου απάντησε. “Από ποιον τα κα­ τασχέσατε;” τον ρώτησα. Πήρα στα χέρια μου το κουτί και εξέ­ τασα το περιεχόμενό του. “Από τον Τζον Γκρίμπεργ”, μου απά­ ντησε ο Βεστίν. Μου είπε πως ο Γκρίμπεργ τον είχε διαβεβαιώ­ σει ότι δε σκόπευε να χρησιμοποιήσει ή να πουλήσει τα έγγρα­ φα και πως τα είχε φτιάξει για εξάσκηση και για να περνά ευχά­ ριστα την ώρα του. Τα έγγραφα αυτά ήταν...» Ο Λέβιν μένει σι­ ωπηλός για λίγες στιγμές. «Ήταν μοναδικά στο είδος τους. Εξαι­ ρετικά. Δεν υπήρχαν μόνο δελτία ταυτότητας, αλλά και διάφορα τιμολόγια, πιστοποιητικά, αιτήσεις για επιδόματα από το Τα­ μείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, διαγράμματα ροής εργασιών της εφορίας, κατάλογοι μητρώου και ληξιαρχικές πράξεις γέννησης, κατάλογοι άλλων αρχείων και περιγραφές των προϋποθέσεων

aoratos186s285.indd 218

11/6/14 10:17:11 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

219

εγγραφής σε οποιοδήποτε μητρώο. Ο Γκρίμπεργ είχε φτιάξει ακόμα και αντίγραφα πραγματικών ανακριτικών εγγράφων, με δικές του ακατανόητες σημειώσεις στο περιθώριο. Ένα μεγάλο μέρος κάποιων άλλων σημειώσεων είχε σχέση με το Διαδίκτυο. Και σκέψου πως το Διαδίκτυο ήταν στα σπάργανα τότε. Είχε ανα­ γνωρίσει από τότε πως ήταν επικίνδυνο όπλο. Φαίνεται ότι προ­ σπαθούσε να προσδιορίσει σε ποια δεδομένα μπορούσε να απο­ κτήσει πρόσβαση και να ανακαλύψει τις πηγές τους. Και σου ορ­ κίζομαι, Λέο, πως κρίνοντας από τα όσα είδα, ο Γκρίμπεργ ήδη είχε αρκετές δεξιότητες για να προσληφθεί στο Τμήμα Καταπο­ λέμησης της Απάτης. Ρώτησα τον Βεστίν αν ο Γκρίμπεργ είχε δι­ απράξει άλλα αδικήματα στο Γιούμκιλ. “Κανένα”, μου απάντη­ σε. Δεν μπόρεσα να μη χαμογελάσω. Του είπα πως δεν είχε λό­ γο να ανησυχεί για τους νεαρούς που μπλέκουν σε συμπλοκές ή που κλέβουν στερεοφωνικά. Στο τέλος οι περισσότεροι από αυ­ τούς αρχίζουν να βγάζουν τίμια το ψωμί τους και γίνονται γονείς πριν κλείσουν τα τριάντα τους. Θα έπρεπε να ανησυχεί για τύ­ πους σαν τον Τζον Γκρίμπεργ. Ο Βεστίν με κοίταζε απορημένος όσο του εξέφραζα την άποψή μου. Δεν καταλάβαινε τι ακριβώς του έλεγα. Κατανοούσα την αδυναμία του να αντιληφθεί ορισμέ­ να πράγματα, αλλά είναι ακριβώς αυτή η λανθασμένη στάση μας που δε μας επιτρέπει να εμποδίσουμε τη διάπραξη ορισμένων αδικημάτων». Το ταξί στρίβει στην οδό Χαντβέρκαρ και μπαίνει στους δρό­ μους όπου βρισκόμουν πριν από μία ώρα, όταν κατάφερα να ξε­ φύγω από τους ρεπόρτερ που είχαν στηθεί έξω από την πολυκα­ τοικία μου. Κοιτάζω να δω μήπως έχει ξεμείνει κανένας από δαύ­ τους, αλλά το μόνο που βλέπω είναι κουρασμένους κατοίκους της Στοκχόλμης που περιμένουν να διασχίσουν τις διαβάσεις με τα μάτια τους καρφωμένα στο κόκκινο φως του σηματοδότη, στο οδόστρωμα ή στο άπειρο. Ανοίγουν τα πρώτα καφενεία. Ο θόρυ­ βος της πόλης δυναμώνει.

aoratos186s285.indd 219

11/6/14 10:17:11 AM

220

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Ρώτησα τον Βεστίν αν υπήρχε δυνατότητα να συναντηθώ με τον Τζον Γκρίμπεργ και να του μιλήσω ιδιαιτέρως. Εκείνος αι­ σθάνθηκε κάπως αμήχανα, αλλά δέχτηκε και μου είπε να τον ακο­ λουθήσω. Ο μακρύς διάδρομος με τις κλειστές πόρτες από το ένα και από το άλλο μέρος θύμιζε ανησυχητικά φυλακή. Ο Βεστίν ξε­ κλείδωσε την πόρτα του δωματίου του Τζον, αλλά δεν τον βρήκα­ με εκεί. Μου είπε να περάσω μέσα και τον ρώτησα αν επιτρεπό­ ταν να μπει κάποιος σ’ ένα δωμάτιο χωρίς τη συγκατάθεση του πελάτη. Αυτή τη λέξη χρησιμοποίησα. “Φυσικά”, μου απάντησε». Ο Λέβιν κουνάει αργά αργά το κεφάλι του. «Στα ιδρύματα αυτά δεν υπάρχει σεβασμός στην ακεραιότητα του άλλου. Πιστεύω πως σήμερα η κατάσταση έχει χειροτερέψει. Έχω μάθει ότι σε ορι­ σμένα δωμάτια έχουν εγκαταστήσει κάμερες παρακολούθησης. Πάντως πήγα και κάθισα σε μια καρέκλα δίπλα στο γραφείο του Τζον, με την πλάτη μου γυρισμένη σ’ αυτό. Ο Βεστίν έφυγε για να πάει να τον βρει και να τον φέρει». «Πώς ήταν το δωμάτιό του;» ρωτάω. «Λιτό. Σε τέτοια ιδρύματα τα δωμάτια των νεαρών είναι έτσι κι αλλιώς λιτά, αλλά του Τζον ήταν απίστευτα απλό. Υπήρχαν ελά­ χιστα ρούχα. Το κρεβάτι ήταν ξέστρωτο, αν και αυτό αντέβαινε στους κανόνες. Μου τράβηξε το ενδιαφέρον το γραφείο του, όμως ήταν πολύ προσωπικός χώρος και δεν ήθελα να το εξετάσω από κοντά χωρίς να είναι παρών ο ίδιος. Με την άκρη του ματιού μου έβλεπα πως υπήρχαν αρκετά πράγματα πάνω εκεί, όμως θεώρη­ σα πως κανένα από αυτά δεν είχε ιδιαίτερη αξία για τον Τζον ή για έναν άνθρωπο σαν εμένα. Ο Τζον ήταν πολύ έξυπνος για να την πατήσει στα καλά καθούμενα. Αν εξακολουθούσε να ασχολεί­ ται με κάτι παράνομο, τότε σίγουρα φρόντιζε να αποκρύπτει τη δραστηριότητά του. Ο Βεστίν είχε βρει το κουτί του Τζον εντελώς τυχαία σε μια εσοχή πίσω από την ντουλάπα. Ο Τζον είχε εγκλει­ στεί στο Γιούμκιλ επειδή είχε κριθεί ένοχος πρόκλησης βαρέων σωματικών βλαβών. Αυτό όμως ήταν μόνο το βασικό αδίκημα.

aoratos186s285.indd 220

11/6/14 10:17:12 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

221

Τα υπόλοιπα ήταν απειλή κατά της ζωής, οπλοκατοχή, πλαστο­ γράφηση εγγράφων και απόπειρα διάπραξης σοβαρής απάτης. Απ’ ό,τι κατάλαβα τότε, ο Τζον είχε προσπαθήσει να πουλήσει πλαστά δελτία ταυτότητας. Έγινε καβγάς κι έβγαλε μαχαίρι και απείλησε τον αγοραστή. Η καταδικαστική απόφαση ελήφθη πο­ λύ εύκολα, γιατί υπήρχαν ένα σωρό στοιχεία από τη Σήμανση και αρκετοί μάρτυρες. Κατάλαβα πως ο Τζον δεν έμενε πια στο Σά­ λεμ. Η αδελφή του η Τζούλια είχε πεθάνει λίγα χρόνια νωρίτερα κι ο θάνατός της προφανώς είχε διαλύσει μια ήδη προβληματική οικογένεια. Φιλοξενούνταν σε κάποιο σπίτι στη Χαγκσέτρα. Αυ­ τή ήταν η διεύθυνση κατοικίας που είχε δηλώσει. Και μάλιστα έξω από εκείνο το σπίτι είχε διαπράξει το αδίκημα για το οποίο είχε καταδικαστεί». Το ταξί σταματά στη διασταύρωση των οδών Μπεργ και Πό­ λεμ και ο Λέβιν μένει σιωπηλός για λίγες στιγμές. Το μεγάλο πάρ­ κο Κρόνομπεργ είναι καταπράσινο, αλλά μου φαίνεται πως το φάρμακο που μου έδωσε ο Λέβιν μ’ έχει κάνει να βλέπω πολύ ζω­ ντανά τα χρώματα του περιβάλλοντος. Τα πάντα φεγγοβολούν, κάνοντας τον κόσμο να δείχνει πιο χαρμόσυνος. «Ο Τζον μπήκε στο δωμάτιο συνοδευόμενος από ένα βοηθό του ιδρύματος. Εξεπλάγη όταν με είδε, αλλά πολύ σύντομα συ­ νήλθε και με χαιρέτησε με μια κλίση του κεφαλιού. “Μπορώ να καθίσω για λίγο εδώ;” τον ρώτησα. “Ναι, βέβαια”, αποκρίθηκε και κάθισε άκρη άκρη στο κρεβάτι για να είναι έτοιμος να ση­ κωθεί ανά πάσα στιγμή. Ένιωθε ανασφάλεια και ήταν σφιγμέ­ νος. “Πόσο καιρό είσαι εδώ μέσα;” τον ρώτησα. Μου είπε πως δεν ήξερε. “Εδώ χάνεις την αίσθηση του χρόνου”, μου είπε. Εί­ χε πάντως την εντύπωση πως είχε περάσει πάνω από ενάμισης χρόνος από τη μέρα που είχε μπει στο ίδρυμα. Στην πραγματι­ κότητα είχε περάσει ακριβώς ενάμισης χρόνος. Ήξερε πολύ κα­ λά τι του γινόταν, αλλά δεν ήθελε να το δείχνει. Παραξενεύτη­ κα, γιατί σ’ αυτή την ηλικία θα ήταν φυσικό να του αρέσει να

aoratos186s285.indd 221

11/6/14 10:17:12 AM

222

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

επιδεικνύεται, όπως συμβαίνει με τους περισσότερους νέους που παραβιάζουν το νόμο. Θέλουν να μας κάνουν να πιστεύουμε πως είναι πιο έξυπνοι και πιο συνειδητοποιημένοι απ’ όσο είναι στην πραγματικότητα. Του ζήτησα να μου πει για ποιο λόγο βρισκό­ ταν στο ίδρυμα και με ρώτησε αν γνώριζα ήδη το λόγο για τον οποίο τον είχαν κλείσει εκεί μέσα. “Ναι”, του είπα. “Να με συγ­ χωρείς, ήταν χαζή ερώτηση”. Του έδειξα την υπηρεσιακή μου ταυτότητα και τον ρώτησα αν είχε δει ποτέ από κοντά ταυτότη­ τα αστυνομικού. “Μόνο ταυτότητες αστυφυλάκων. Δεν έχω δει ποτέ ταυτότητα προϊσταμένου αστυνομίας”. Την πήρε στα χέρια του και την παρατήρησε εξονυχιστικά κι από τις δύο πλευρές. Μελέτησε το σχέδιο που υπήρχε στο πλαστικό και το τσιπ. Την κράτησε ψηλά, στο φως. Ήξερε πού ακριβώς έπρεπε να κοιτά­ ξει για να παρατηρήσει τις σημαντικές λεπτομέρειες. “Θα μπο­ ρούσες να φτιάξεις μια τέτοια ταυτότητα, έτσι δεν είναι;” τον ρώ­ τησα. “Είναι δύσκολη υπόθεση οι υπηρεσιακές ταυτότητες των αστυνομικών”, μου απάντησε. “Έχουν άλλο πρότυπο, και το τσιπ είναι ένα άχρηστο πλαστικό κομμάτι. Δεν μπορείς να εγγράψεις σε αυτό τα απαραίτητα δεδομένα”. “Πού τα έμαθες όλα αυτά;” τον ρώτησα. “Έχω εξασκηθεί”, μου απάντησε. “Και πώς σκο­ πεύεις να αξιοποιήσεις τα προσόντα που διαθέτεις;” “Ποιος ξέ­ ρει;” μου είπε». Το ταξί σταματά στην οδό Κούνσχολμ έξω από την κεντρική είσοδο του Αστυνομικού Μεγάρου. «Φτάσαμε», λέει ο οδηγός, αναζητώντας το βλέμμα του Λέβιν μέσα στον καθρέφτη του παρμπρίζ. «Πώς;» λέει εκείνος. «Φτάσαμε», του λέω. «Α...» Βγαίνει από το ταξί ενώ ο οδηγός μού δίνει την απόδειξη. Τη δίνω στον Λέβιν, που την κοιτάζει με ανεξιχνίαστο βλέμμα. «Ευχαριστώ».

aoratos186s285.indd 222

11/6/14 10:17:12 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

223

Καθώς ανεβαίνουμε τα σκαλιά, αποφασίζει να καθίσει σ’ ένα σκαλοπάτι. Ισιώνει τα γυαλιά του και ξύνει το κεφάλι του. «Ο Τζον ήξερε πολύ καλά πώς σκόπευε να αξιοποιήσει τις δεξιότητές του – ήταν οφθαλμοφανές. Τον ρώτησα κάτι για τα επίσημα έγγραφα που είχαν βρεθεί στην κατοχή του. Πού τα είχε προμηθευτεί; Από κάπου είχαν διαρρεύσει όλα αυτά τα δεδομένα; Φυσικά, δεν είπε τίποτα. “Ενδιαφέρεσαι για τη δουλειά που κάνει η αστυνομία;” τον ρώτησα. “Ναι”, μου είπε. “Σκέφτηκες ποτέ να γίνεις αστυνομικός;” Ήταν η πρώτη στιγμή που εκδήλωσε κάποιο συναίσθημα. Η ερώ­ τησή μου τον έκανε να γελάσει. Αγνόησα την αντίδρασή του. Του εξήγησα πως με το παρελθόν και με το ποινικό μητρώο που είχε θα χρειαζόταν να περάσει από πολλά τεστ κι από ένα σωρό δοκι­ μασίες και πως θα χρειαζόταν να κινήσω τα νήματα για να κατα­ φέρω να τον δεχτούν στο Σώμα. Του είπα όμως πως δεν ήταν εντε­ λώς απίθανο να τον δεχτούν. “Θα ήσουν πρόθυμος να κάνεις κάτι τέτοιο;” με ρώτησε. Του εξήγησα πως όσα είχα δει μέσα στο κου­ τί πρόδιδαν μια άφθαστη επιδεξιότητα. Του είπα επίσης πως σε γενικές γραμμές ήταν ήδη έτοιμος για να εργαστεί στο Τμήμα Κα­ ταπολέμησης της Απάτης. Δυστυχώς πρέπει να ακολουθείται η πα­ ραδοσιακή οδός, αλλά υπάρχουν κάποιοι που εξελίσσονται πολύ γρήγορα. Με την κατάλληλη εκπαίδευση θα κατάφερνε μέσα σε έξι με επτά χρόνια να δουλεύει πάνω στο αντικείμενο με το οποίο ήδη ασχολιόταν. Του εξήγησα μάλιστα πως παράλληλα με την εκ­ παίδευσή του θα του πρόσφερα τη δυνατότητα να ενημερώνεται στον τομέα που τον ενδιέφερε. Με το τέλος του 20ού αιώνα, συνέ­ βαιναν ένα σωρό πράγματα με τα μητρώα των Σουηδών πολιτών και με τα έγγραφα ατομικών στοιχείων. Ήταν σημαντικό να ενη­ μερώνεται για τις εξελίξεις στον τομέα αυτό». Από ένα μαύρο αυτοκίνητο με φιμέ τζάμια βγαίνει ένας άντρας των Ειδικών Μονάδων της αστυνομίας. Καθώς ανεβαίνει τα σκα­ λιά, χαιρετά τον Λέβιν και με κοιτάζει απορημένος, αλλά δε λέει τίποτα.

aoratos186s285.indd 223

11/6/14 10:17:12 AM

224

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Τώρα θα σκέφτεσαι αν πίστεψα πως είχα έστω και μία πιθα­ νότητα να τον πείσω. Πράγματι το πίστεψα, εφόσον έβλεπα από την έκφρασή του ότι εξέταζε αυτό το ενδεχόμενο. Θα έβγαινε από το Γιούμκιλ λίγες μέρες πριν να έληγε η προθεσμία για την υπο­ βολή αιτήσεων εισαγωγής στην Αστυνομική Ακαδημία. Είχε χρό­ νο για να προετοιμαστεί και για να στείλει την αίτηση. “Αλλά φρό­ ντισε να υπάρχουν τα πραγματικά σου στοιχεία στην αίτηση”, του είπα. Αυτό τον έκανε και πάλι να γελάσει. Μέχρι τότε είχα συνα­ ντήσει ελάχιστους ανθρώπους σαν αυτόν... Και αργότερα γνώρισα έναν ή δύο που είχαν τις δικές του ικανότητες. Μέσα στα σαράντα χρόνια που υπηρετώ στο Σώμα, έχω συναντήσει πέντε ή έξι τέ­ τοιους ανθρώπους. Τον ήθελα στην αστυνομία για δύο λόγους. Ο πρώτος λόγος είχε σχέση με το γεγονός πως είναι κρίμα να χαρα­ μίζεται ένα ξεχωριστό ταλέντο και να υπηρετεί λάθος σκοπούς. Αν ο Τζον συνέχιζε την εγκληματική του δράση, δε θα ζούσε πολύ. Ήθελα να του δώσω μια δεύτερη ευκαιρία. Το να προσφέρω στους ανθρώπους μια ευκαιρία ήταν πάντα η αδυναμία μου και η δύνα­ μή μου ως αστυνομικού. Ο δεύτερος λόγος είχε σχέση με την πρό­ ληψη του εγκλήματος. Ένας άνθρωπος σαν τον Τζον Γκρίμπεργ θα ήταν σε θέση να προξενήσει μεγάλη ζημιά. Θα χρειαζόμασταν πολλά μέσα και χρήματα για να τον αντιμετωπίσουμε». «Του είπατε τους λόγους που τον θέλατε στην αστυνομία;» «Όχι το δεύτερο λόγο. Μόνο τον πρώτο». «Πώς αντέδρασε;» «Δεν αντέδρασε. Δεν είπε τίποτα. Είχε φτάσει η ώρα να φύγω. Του έδωσα την κάρτα μου και του είπα να μου τηλεφωνήσει όταν θα είχε πάρει την απόφασή του. Δεν τηλεφώνησε ποτέ». Στο απέναντι πεζοδρόμιο βαδίζει ένα ηλικιωμένο ζευγάρι. Ο Λέβιν τούς ακολουθεί με το βλέμμα. Φαίνονται κουρασμένοι, μα πιστοί ο ένας στον άλλο. Μάλλον είναι ευτυχισμένοι. «Ένα χρόνο αργότερα», συνεχίζει ο Λέβιν, «το όνομά του εμ­ φανίστηκε κατά τη διάρκεια της έρευνας για μια υπόθεση από­

aoratos186s285.indd 224

11/6/14 10:17:12 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

225

πειρας ληστείας σε τράπεζα. Το πρόβλημα ήταν πως οι δράστες φορούσαν μάσκες κι έτσι δεν ξέραμε ποιοι ήταν. Αλλά υπήρχαν φυσικά οι συνήθεις ύποπτοι κι αρχίσαμε να τους παρακολουθού­ με. Ένας από αυτούς εθεάθη κάπου μαζί με έναν άντρα που μας ήταν άγνωστος. Κοίταξα τη φωτογραφία που είχε ληφθεί και δια­ πίστωσα πως ο άγνωστος ήταν ο Τζον Γκρίμπεργ. Λίγο αργότερα ο ύποπτός μας έγινε καπνός. Ο Τζον ανακρίθηκε, αλλά δε βγήκε τίποτα. Αφέθηκε ελεύθερος και άκουσα πάλι γι’ αυτόν όταν η Άλις μού είπε πως τον αναζητάς». «Χρησιμοποιεί πλαστή ταυτότητα», λέω. «Εδώ και δέκα χρό­ νια το όνομά του βρίσκεται στον κατάλογο ανυπάρκτων». «Μμ», κάνει ο Λέβιν. «Βλέπω πως δεν εκπλήσσεστε». «Όχι. Ορισμένοι άνθρωποι εξαφανίζονται οικειοθελώς. Σαν να παίζουν συνεχώς ένα ρόλο, φορώντας μια μάσκα, για να κρύ­ βονται όχι μόνο από τους άλλους, αλλά και από τον ίδιο τους τον εαυτό. Το να μην έχεις ταυτότητα είναι κάτι που επιδρά στον ψυ­ χισμό σου. Είναι επικίνδυνο, όμως όσοι αλλάζουν τόσο δραστικά συνήθως προσπαθούν να προστατευτούν από κάτι που μάλλον εί­ ναι ακόμα πιο επικίνδυνο. Δεν ξέρω τι ισχύει στην περίπτωση του Τζον Γκρίμπεργ. Σχετικά με αυτό εσύ θα ξέρεις περισσότερα από μένα. Βέβαια το παιχνίδι των ρόλων δεν είναι κάτι το αξιοσημείω­ το. Είναι θέμα ικανοτήτων και εξάσκησης. Πρόκειται για μια δε­ ξιότητα που αποκτάται. Και μάλιστα για σένα και για μένα αποτε­ λεί μέρος της δουλειάς μας. Ο μυστικός αστυνομικός ή ο τυχαίος απατεώνας που δείχνει μια πλαστή ταυτότητα είναι άνθρωποι που μπορούν να επιστρέψουν στον κανονικό τους εαυτό, αλλά ο Τζον Γκρίμπεργ είναι από εκείνους που δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα κι ούτε θέλουν να την έχουν. Με καταθλίβει αυτή η κενότητα που δημιουργεί σκόπιμα ένας άνθρωπος για τον εαυτό του. Μακάρι να μπορούσα να πω ότι ήμουν βέβαιος από τότε για το πώς θα εξελισσόταν ο Τζον. Έβλεπα τον κίνδυνο. Διαισθανόμουν ότι ο

aoratos186s285.indd 225

11/6/14 10:17:12 AM

226

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Τζον θα έχανε το παιχνίδι. Κατά τη διάρκεια της κουβέντας μας υπήρξε μια στιγμή που τον είδα μπροστά μου σαν ανοιχτό βιβλίο. Πίσω από το βλέμμα του, πίσω από τις εκφράσεις του προσώπου του δεν είδα παρά μόνο διαφορετικά βλέμματα και εκφράσεις. Και δεν υπήρξε καμία έκφραση που να ήταν πιο αληθινή ή πιο ψεύτικη από τις άλλες». Ο Λέβιν σωπαίνει κι αμέσως μετά κου­ νάει αργά αργά το κεφάλι του. Σηκώνεται από το σκαλί και τινά­ ζει το παντελόνι του. «Λέο, να με συγχωρείς για το ατελείωτο μουρ­ μουρητό μου», λέει αμήχανα. «Γερνάω». «Όταν ήσασταν στο γραφείο του Βεστίν, βρήκατε μέσα στο κουτί με τα πλαστά έγγραφα οτιδήποτε που να αποτελεί ένδειξη για το ποια είναι σήμερα η ταυτότητα του Γκρίμπεργ ή για το πού βρίσκεται;» Ο Λέβιν νεύει αρνητικά. «Η μνήμη μου με προδίδει, Λέο. Αλλά αμφιβάλλω ότι είδα κάτι το ιδιαίτερο». «Κάποια υπογραφή, κάποια αρχικά ονόματος;» «Τίποτα, απ’ ό,τι θυμάμαι». Ξεροβήχει. «Θυμάμαι το λεκτικό του». «Το λεκτικό του;» «Εκφραζόταν πολύ σωστά, πράγμα ασυνήθιστο για έναν νέο που ζούσε στα προάστια της Στοκχόλμης. Α... και κάτι άλλο...» λέει. Τα μάτια του τρεμοπαίζουν. «Ίσως να μην έχει σχέση με τον Τζον Γκρίμπεργ. Σου μίλησα πριν για μια αποτυχημένη απόπειρα λη­ στείας σε τράπεζα και σου είπα πως είχε εμφανιστεί το όνομά του στην έρευνα». «Ναι. Λοιπόν;» «Οι αστυνομικοί που είχαν αναλάβει την υπόθεση υποψιάζο­ νταν πως η απόπειρα ληστείας είχε σχέση με ναρκωτικά, όπως συμβαίνει με τις περισσότερες παρανομίες που παρατηρούνται στην πόλη μας. Είχαν εξαφανιστεί δύο κιλά ηρωίνης και αυτοί που τα είχαν χάσει χρωστούσαν τα χρήματα στον προμηθευτή.

aoratos186s285.indd 226

11/6/14 10:17:12 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

227

Άρα δεν ήταν και τόσο παράξενο που είχαν βρεθεί σε απελπισία. Συχνά μια ληστεία γίνεται επειδή υπάρχουν απελπισμένοι άνθρω­ ποι που χρειάζονται άμεσα πολλά μετρητά. Η ηρωίνη βρέθηκε αργότερα στο σπίτι μιας γυναίκας που αν θυμάμαι καλά την έλε­ γαν Άνια. Δε σου γέμιζε το μάτι, όπως λέμε, αλλά ήταν ικανή να σε ξαλαφρώσει απ’ το πορτοφόλι σου χωρίς να την πάρεις είδη­ ση. Είχε πάρε δώσε με έναν από τους ληστές που καταδικάστη­ καν, και την εντοπίσαμε μέσω του κύκλου επαφών τους. Η Άνια κατάφερε να βουτήξει την παρτίδα των ναρκωτικών και σκόπευε να κρατήσει μια ποσότητα για δική της χρήση και να πουλήσει τα υπόλοιπα. Θα ανέβαινε έτσι δυο τρεις βαθμίδες στην ιεραρχία. Συνελήφθη με την κατηγορία της παράβασης του νόμου περί ναρ­ κωτικών και καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Δε θυμάμαι αν έφαγε δύο ή τρία χρόνια. Εγκλείστηκε στις φυλακές Χίνσαν». «Πότε έγιναν αυτά;» «Πρέπει να ήταν... το 2002 ή το 2003. Δε θυμάμαι ακριβώς. Οι αστυνομικοί υποψιάζονταν επίσης ότι η Άνια είχε κάποιο συ­ νεργό ή τουλάχιστον έναν άνθρωπο του δικού της περίγυρου. Οι γονείς της είχαν πεθάνει κι η ίδια δεν είχε δημιουργήσει οικογέ­ νεια. Οι αστυνομικοί εξέτασαν τα δεδομένα της κάρτας του κι­ νητού της τηλεφώνου, που ήταν κλεμμένο, φυσικά, και βρήκαν έναν αριθμό τηλεφώνου. Δεν μπόρεσαν να εντοπίσουν σε ποιον ανήκε». «Υποψιάζεστε πως ήταν του Τζον Γκρίμπεργ». «Ακριβώς. Στο φάκελο της Άνια υπάρχει ένας κατάλογος των επαφών της, όπου βρίσκεις σημειωμένα τα αρχικά “Τζ. Γκ.” και ακριβώς δίπλα ένα ερωτηματικό. Εκείνη την εποχή πολλά άτομα που σχετίζονταν με την υπόθεση είχαν τα ίδια αρχικά: Τζον Γκράνμπεργ, Τζόνι Γκόμες, Τζέιν Γκρέτχεν... Άντρες και γυναί­ κες. Είχα όμως την αίσθηση πως ήταν ο Τζον Γκρίμπεργ». «Γιατί είχατε αυτή την αίσθηση;» «Δυσκολεύομαι να πω. Απλώς το διαισθάνθηκα».

aoratos186s285.indd 227

11/6/14 10:17:12 AM

228

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Πού βρίσκεται σήμερα η Άνια;» «Στο κοιμητήριο Σκουγκ της Στοκχόλμης». Ο Λέβιν χαμηλώ­ νει το βλέμμα. «Κρεμάστηκε στο κελί της. Το έγραψαν κι οι εφη­ μερίδες». «Άρχισα να διαβάζω εφημερίδες μετά τα τριάντα μου». Ο Λέβιν γέλασε και γύρισε να με κοιτάξει. «Όλα αυτά θα έπρεπε να τα πεις στον Γκάμπριελ». «Στον Μπιρκ;» «Ναι». «Ίσως θα έπρεπε». Ο Λέβιν σκυθρωπιάζει. «Λέο, ίσως να κινδυνεύεις, και μάλιστα από πολλές μεριές». «Ίσως». Ο Λέβιν σηκώνει το βλέμμα και κοιτάζει μια διαφημιστική αφίσα σ’ έναν τοίχο του κτιρίου: ΑΝΗΣΥΧΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΙ ΚΑΝΕΙ

wWw.Greekleech.info

Ο ΣΚΥΛΟΣ ΣΟΥ; ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΤΟΝ ΑΠΟ ΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΣΟΥ!

«Παρακολούθησέ τον...» λέει συλλογισμένος. «Δεν είναι παρά­ ξενο που οι άνθρωποι θέλουν να εξαφανίζονται. Δεν είναι παρά­ ξενο που ο κόσμος σε μια κοινωνία σαν τη δική μας μισεί την αστυ­ νομία και δεν την εμπιστεύεται. Δεν έχει καμιά σημασία αν έχου­ με δέκα χιλιάδες ή είκοσι χιλιάδες αστυνομικούς. Είναι λάθος δου­ λειά σε λάθος εποχή, σε ελαττωματικό κοινωνικό σύστημα, σε λά­ θος μέρος». Αφήνει ένα βαθύ αναστεναγμό. «Λοιπόν... η αδελφή του πέθανε πολύ νέα», λέει χαμηλόφωνα. «Γνωριζόσασταν;» «Ναι. Ο Γκρίμπεργ πίστευε πως η αδελφή του πέθανε εξαι­τίας μου». «Πέθανε πράγματι εξαιτίας σου;» με ρωτάει ο Λέβιν με επαγ­ γελματικό ύφος και δήθεν αδιάφορα.

aoratos186s285.indd 228

11/6/14 10:17:12 AM

XIX

ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ, κάποιοι έγραψαν με

μαύρο σπρέι ένα σύνθημα σε μια εξώπορτα στο κέντρο του Σάλεμ: ΒΡΟΜΟΞΕΝΟΙ, ΓΥΡΙΣΤΕ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΣΑΣ. Ήταν κακογραμμένο και γύρω γύρω είχαν σχεδιάσει αγκυλωτούς σταυρούς. Την επό­ μενη μέρα ένας γνωστός ρατσιστής σκίνχεντ έφαγε το ξύλο της χρονιάς του κοντά στο λύκειο του Ρένινιε. Οι δράστες δεν ήταν Σουηδοί. Το ήξερα πολύ καλά γιατί έτσι λειτουργούσαν τα πράγ­ ματα. Το συμβάν αναφέρθηκε από τα μίντια, αλλά ξεχάστηκε γρήγορα. Δεν υπήρχε κανένα αποδεικτικό στοιχείο πως ο συγκε­ κριμένος άνθρωπος είχε γράψει το σύνθημα, αλλά αυτό είχε δευ­ τερεύουσα σημασία. Τρεις μέρες αργότερα κάποιοι κλότσησαν στο πρόσωπο έναν νεαρό μαύρο. Τον έλεγαν Μίκαελ Πέρσον, εί­ χε γεννηθεί στη Σουηδία, αλλά ο πατέρας του ήταν από την Αίγυ­ πτο. Ύστερα από λίγες μέρες ξυλοκοπήθηκε ένας νεαρός με ξυ­ ρισμένο κεφάλι κοντά στον υδατόπυργο του Σάλεμ. Δεν ήταν ρα­ τσιστής. Εκείνη τη μέρα φορούσε τζιν μπουφάν και χακί στρα­ τιωτικό παντελόνι. Ήταν μέλος πολλών αντιρατσιστικών οργανώ­ σεων και της Αριστερής Νεο­λαίας, αλλά αυτό δεν το γνώριζαν οι δράστες. Είχαν πιστέψει πως ήταν ναζιστής επειδή θεώρησαν πως έμοιαζε με ναζιστή. Τα γεγονότα αυτά σημάδεψαν το τέλος των καλοκαιρινών δια­ κοπών, αλλά εμένα με άγγιξαν μόνο φευγαλέα. Η σχέση μου με την Τζούλια είχε διακοπεί μετά τη μέρα που ο Γκριμ είχε μπει

aoratos186s285.indd 229

11/6/14 10:17:12 AM

230

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

στο σπίτι όταν εμείς ήμασταν στο κρεβάτι της. Δεν το είχαμε κου­ βεντιάσει με την Τζούλια, ούτε είχαμε αποφασίσει να διακόψου­ με. Ήταν ένα τέλος οριστικό, που είχε αποκρυσταλλωθεί ήσυχα και σιωπηλά. Στην αρχή απομακρύνθηκα και από τον Γκριμ επειδή σκεφτό­ μουν την Τζούλια όποτε ήμουν μαζί του, κι αυτό με καταρράκω­ νε. Ήμουν απαρηγόρητος. Δεν είχα ξανανιώσει τέτοιο πόνο και για τέσσερις μέρες δε μίλαγα σε άνθρωπο, ούτε καν στους γονείς μου. Οι γονείς μου ανησύχησαν και με πήγαν στο σπίτι του αδελ­ φού μου, κάτι που χειροτέρεψε την κατάστασή μου. Την πέμπτη μέρα αναγνώρισα πως δεν μπορούσα να χειριστώ μόνος μου το πρόβλημα. Χρειαζόμουν κάποιον κι ο νους μου πήγε στον Γκριμ. Δεν ήμουν σε θέση να του πω τι είχε συμβεί, αλλά θα με βοηθού­ σε να ξεχαστώ λίγο. Του τηλεφώνησα. Είχε ανησυχήσει για μένα. «Προσπάθησα να σε βρω», είπε. «Γιατί δεν απαντάς στο τηλέ­ φωνο; Συνέβη τίποτα;» «Συγνώμη. Τίποτα δε συνέβη. Ήμουν άρρωστος». «Άρρωστος; Τι είχες;» «Γρίπη. Σήμερα είναι η πρώτη μέρα που δεν έχω πυρετό», εί­ πα. «Θες να βρεθούμε;» πρόσθεσα διστακτικά.

Ο Γκριμ παρατήρησε πως κάτι δεν πήγαινε καλά. Δεν ήταν ανά­ γκη να κάνουμε τίποτα το ιδιαίτερο. Το μόνο που χρειαζόμουν ήταν να τον έχω κοντά μου, να μην είμαι μόνος. Το κατανοούσε. Περνούσαμε πολλές ώρες σε απόμερα πάρκα και σε ξεχασμένα απ’ όλους παγκάκια. Εκεί ο Γκριμ καταπιανόταν με τις ταυτότη­ τες ενώ εγώ διάβαζα ένα βιβλίο ή άκουγα μουσική. Ο Γκριμ εξα­ σκούνταν αδιάκοπα στην τέχνη του, όμως όχι στο σπίτι του, γιατί μετά την επιστροφή του από την κατασκήνωση του Γιούμκιλ ο πα­ τέρας του φρόντιζε να παρακολουθεί τις ασχολίες του. Πολλές φο­ ρές καθόμασταν στο σπίτι μου και για ένα διάστημα το γραφείο

aoratos186s285.indd 230

11/6/14 10:17:12 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

231

μου είχε μετατραπεί σε χώρο εργασίας του Γκριμ. Ο πατέρας μου το πήρε είδηση και μας ρώτησε γεμάτος ανησυχία ποια ακριβώς ήταν η ασχολία μας. Χρησιμοποιήσαμε τις πλαστές μας ταυτότη­ τες για να μπούμε μια Τετάρτη σ’ ένα κλαμπ της Σέντερμαλμ, όπου μεθύσαμε και βάλαμε τα γέλια πίσω από την πλάτη του σερ­ βιτόρου επειδή δεν είχε καταλάβει πως κάναμε κάτι που μας ήταν απαγορευμένο. Αναρωτιόμουν πώς να αισθανόταν η Τζούλια κι αν είχε επη­ ρεαστεί από όσα είχαν συμβεί μεταξύ μας. Ύστερα από λίγο και­ ρό έπεισα τον εαυτό μου, ίσως για να αντιμετωπίσω ευκολότερα το χωρισμό μας, πως γι’ αυτήν ήταν πιο απλά τα πράγματα. Όμως η φιλία μου με τον Γκριμ είχε διασωθεί. Πίστευα πως όλα θα πή­ γαιναν καλά. Σκεφτόμουν ότι η Τζούλια μού είχε πει πως αν μπο­ ρούσε να ταξιδέψει στο χρόνο θα επέλεγε να πάει στο μέλλον για να δει πώς θα εξελίσσονταν τα πράγματα. Άρχιζα να αντιλαμβά­ νομαι τι εννοούσε. Δεν υπήρχε τίποτα χειρότερο από την αβεβαι­ ότητα, από την αίσθηση πως έχεις κάνει κάτι μάταια και πως το έχεις χάσει για πάντα. Μια μέρα που είχα ανοιχτό το παράθυρο του δωματίου μου άκουσα μουσική από τα ηχεία ενός γειτονικού διαμερίσματος: I just want to celebrate! I just want to celebrate! Ήταν του χιπ-χοπ συ­ γκροτήματος N.W.A. Πήγα και στάθηκα μπροστά στο παράθυρο κι άφησα τον ήλιο να με ζεστάνει. Έξω η Τζούλια έκανε βόλτα με μια φίλη της, μια ξανθιά κοπέλα που την έλεγαν Μπέλα. Την εί­ χαμε συναντήσει δυο τρεις φορές το καλοκαίρι μαζί με την Τζού­ λια. Γελούσαν. Η Τζούλια ήταν χαρούμενη. Προσπάθησα να πείσω τον εαυτό μου πως είχα και πάλι τον Γκριμ, αλλά το μόνο που ένιωθα ήταν πως είχα χάσει την Τζούλια. Καιγόμουν μέσα μου. Τότε ήταν, κατά τη διάρκεια μιας από τις τελευταίες μέρες των καλοκαιρινών διακοπών, που παρατήρησα πως ο Τιμ είχε γυρί­ σει στο Σάλεμ.

aoratos186s285.indd 231

11/6/14 10:17:12 AM

232

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Ο Τιμ Νορντίν ήταν ένα χρόνο μικρότερός μου. Την πρώτη φο­ ρά που τον συνάντησα καθόταν μόνος του σε μια παιδική χαρά στις παρυφές του Σάλεμ. Ήμουν δεκατριών χρονών κι είχα βουρ­ κώσει από θυμό. Ο Βλαντ κι ο Φρεντ εκείνη τη μέρα ήταν ιδιαί­ τερα επιθετικοί μαζί μου. Ο θυμός άρχισε να δίνει τη θέση του στην ντροπή και δεν ήθελα να γυρίσω στο σπίτι μου. Ήταν από τις ελάχιστες φορές που είχα αποπειραθεί να ανταποδώσω τα χτυ­ πήματα. Το αποτέλεσμα ήταν πως ο ένας τους μου είχε χώσει μια γονατιά στο στομάχι. Ένιωθα ταπεινωμένος που είχα αποτύχει να αντισταθώ. Ήταν μια επιβεβαίωση του ότι ήμουν πιο αδύναμος από εκείνους. Σκεφτόμουν πως αν δεν είχα αντισταθεί καθόλου, η ταπείνωσή μου θα ήταν μικρότερη. Με είχε πιάσει απελπισία. Τις φορές που δεν είχα προβάλει αντίσταση τουλάχιστον φαντα­ ζόμουν πως θα μπορούσα να τους είχα χτυπήσει αν ήθελα. Φυσι­ κά, ήταν μια παιδαριώδης φαντασίωση. Έφυγα από το μέρος όπου με είχαν ξυλοφορτώσει κι αφού κα­ τάφερα να ξαναβρώ την ανάσα μου άρχισα να περιπλανιέμαι. Έβραζα μέσα μου τη στιγμή που είδα τον Τιμ στην παιδική χα­ ρά. Ήθελα να αντισταθώ στον εξευτελισμό και στην αδυναμία μου, ήθελα να ξεσπάσω. Ο Τιμ δε με πήρε είδηση καθώς τον πλησίαζα. Ήταν μικρό­ σωμος και αδύνατος. Φορούσε κασκέτο με το γείσο γυρισμένο προς τα πίσω και μεγάλα, φαρδιά ρούχα για να δείχνει πιο ρω­ μαλέος απ’ όσο ήταν. «Γεια σου», είπα όταν πια βρισκόμουν λίγα βήματα μακριά του. Δεν αντέδρασε. «Γεια σου», επανέλαβα. Ο Τιμ δε γύρισε να με κοιτάξει. Κοίταξα με θυμό ολόγυρά μου. Ήμασταν μόνοι. Τον πλησίασα κι άλλο και του χτύπησα το κα­ σκέτο, που έπεσε στο έδαφος. Εκείνος αναπήδησε κι έβγαλε τα ακουστικά από τα αφτιά του.

aoratos186s285.indd 232

11/6/14 10:17:12 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

233

«Γιατί δεν απαντάς όταν σου μιλάνε;» «Συγνώμη», είπε δείχνοντας τα ακουστικά. «Δε σε άκουσα». Φοβόταν, το έβλεπα στο βλέμμα του. Έξυπνα μάτια, σκούρα καστανά. Είχε λεπτό πρόσωπο, μικρό και μυτερό πιγούνι και λε­ πτά χείλη και γι’ αυτό τα μάτια του έδειχναν αφύσικα μεγάλα. Στ’ αλήθεια με φοβόταν. «Τι κάνεις εδώ;» τον ρώτησα. «Τίποτα», είπε γέρνοντας πίσω τον κορμό του. «Τι κάνεις τώρα;» Ο Τιμ έμεινε ακίνητος. «Σηκώνω το κασκέτο μου». Χαμογέλασα. «Δεν είναι δικό σου». «Μου το έδωσε...» άρχισε να λέει, αλλά δεν ολοκλήρωσε τη φράση του. «Η μαμά σου;» ρώτησα χλευαστικά. «Η γλυκιά σου μαμά;» Με κοίταξε ανέκφραστος. «Απάντησέ μου!» φώναξα. Ο Τιμ κατένευσε και χαμήλωσε το βλέμμα. Πήρα το κασκέτο του, το δίπλωσα και το έβαλα στην κωλότσεπη του τζιν μου. Δί­ πλα στον Τιμ, πάνω στο παγκάκι, βρισκόταν μια πορτοκαλιά φλούδα. Ήμουν τόσο κοντά του, που μου ήρθε μια μυρωδιά πορ­ τοκαλιού ή μανταρινιού από τα δάχτυλά του. «Μοβ κασκέτο», είπα. «Μοβ! Μπας κι είσαι πούστης;» «Τι;» «Σε ρώτησα αν είσαι πούστης. Δεν ακούς καλά;» Κούνησε το κεφάλι του. «Γιατί κουνάς το κεφάλι σου;» «Καλά ακούω», είπε ο Τιμ χαμηλόφωνα. «Τότε, απάντησέ μου. Είσαι πούστης;» Κούνησε το κεφάλι του και πάλι. «Τι;» είπα σκύβοντας προς το μέρος του. «Μίλα δυνατά».

aoratos186s285.indd 233

11/6/14 10:17:12 AM

234

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Είμαι δώδεκα χρονών... Δεν ξέρω τι είμαι», ψιθύρισε. Γέλασα κοροϊδευτικά.

Δεν τον χτύπησα εκείνη τη φορά. Το έκανα αργότερα. Όταν έφυγα από εκεί πέρασα μπροστά από μια οικοδομή και πέταξα το κασκέ­ το του σ’ ένα ανοιχτό κοντέινερ, φροντίζοντας να καταλήξει σε ένα σημείο όπου δε θα το έφτανε ο Τιμ, αν φυσικά τύχαινε να το δει. Αισθανόμουν ξαλαφρωμένος. Σκεφτόμουν πως είχε αποδοθεί δικαιοσύνη, πως το άξιζα. Ίσως γι’ αυτό φερνόμουν σαν άνθρω­ πος που δεν είχε συνείδηση. Για δύο χρόνια είχα του χεριού μου τον Τιμ Νορντίν για να ξε­ σπάω και για να νιώθω ανώτερος. Υποθέτω πως με αυτό τον τρό­ πο με χρησιμοποιούσαν ο Βλαντ κι ο Φρεντ. Πάντα βρισκόταν κάποιος στο στόχαστρο. Ο καθένας με τη σειρά του στρεφόταν εναντίον ενός άλλου. Δεν ήμουν ούτε καλύτερός τους ούτε χειρό­ τερός τους. Ύστερα συνέβη κάτι κι ο Τιμ Νορντίν έφυγε από το Σάλεμ. Ίσως έφυγε για λόγους που είχαν σχέση με την οικογένειά του, δεν ξέρω. Εξαφανίστηκε. Δεν είπα σε κανέναν τι είχα κάνει στον Τιμ και δεν πιστεύω πως εκείνος το ανέφερε ποτέ σε κάποιον. Σπάνια τον θυμόμουνα και δεν ξανάκουσα τίποτα γι’ αυτόν μέχρι τη μέρα που τον ανέφερε η Τζούλια όταν καθόμασταν στον εξώ­ στη του υδατόπυργου.

Ο Τιμ λοιπόν επέστρεψε στο Σάλεμ. Εξακολουθούσε να είναι αδύ­ νατος, αλλά είχε ψηλώσει. Βάδιζε ανάμεσα στις τρεις πολυκατοι­ κίες του συγκροτήματος την ώρα που ήμουν στην κουζίνα κι έτρω­ γα το πρωινό μου. Ήταν μακριά και στην αρχή δεν τον αναγνώρι­ σα. Εκεί που τον κοίταζα, κατάλαβα πως πάσχιζε να περάσει απα­ ρατήρητος. Πάντα έτσι περπατούσε ο Τιμ. Το πρόβλημα είναι πως

aoratos186s285.indd 234

11/6/14 10:17:12 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

235

όταν βάζεις τα δυνατά σου για να μη σε δουν, όλη αυτή η προσπά­ θεια σε προδίδει και τελικά σε βλέπουν. «Λέο», είπε ο πατέρας μου ενώ έφευγε για να πάει στη δουλειά. «Είσαι καλά; Την τελευταία βδομάδα μού φαίνεσαι κάπως... δια­ φορετικός». «Ναι», απάντησα. «Καλά είμαι». «Σίγουρα;» «Σίγουρα». Κούνησε το κεφάλι του απογοητευμένος, πήρε τα κλειδιά του κι έφυγε. Η ίδια σκηνή επαναλήφθηκε μία ώρα αργότερα με τη μητέρα μου. Στο μεταξύ καθόμουν μπροστά στο παράθυρο της κουζίνας και περίμενα να μου τηλεφωνήσει ο Γκριμ. Ήθελα να τον ρωτήσω πώς ήταν η Τζούλια. Ήθελα να ξέρω πώς αισθανό­ ταν. Υπάρχουν χίλιοι λόγοι για να γελάσει κανείς – και το γεγονός πως την είχα δει να γελάει δε σήμαινε πως ένιωθε καλά. Ο Γκριμ μού τηλεφώνησε μία ώρα αργότερα. Πήραμε μια μπάλα και ξεκινήσαμε για το γήπεδο κλοτσώντας την. Του Γκριμ δεν του άρεσαν τα αθλήματα. Ενδιαφερόταν μόνο για τη σκοπο­ βολή –για ό,τι σχετικό έδειχνε η τηλεόραση–, αλλά με διαβεβαί­ ωνε πως ένιωθε όμορφα όταν κλοτσούσε δυνατά μια μπάλα. Συμ­ φωνούσα μαζί του. Το γήπεδο ήταν άδειο και μας περίμενε. Ο Γκριμ κλότσησε την μπάλα, που καρφώθηκε στα δίχτυα και πήγα να τη μαζέψω. «Ξέρεις τον Τιμ Νορντίν;» τον ρώτησα. «Τον Τιμ...» είπε ο Γκριμ σμίγοντας τα φρύδια του. «Ναι. Ήταν παιδικός φίλος της Τζούλια, αλλά νομίζω πως μετακόμισε αλλού. Κανένας δεν ξέρει γιατί. Ούτε η Τζούλια». Έριξε την μπά­ λα στο έδαφος. «Γιατί ρωτάς;» «Μου φάνηκε πως τον είδα σήμερα». «Τον ξέρεις;» «Όχι, όχι. Απλώς πήγαινε μαζί μ’ ένα φίλο μου στον ίδιο παι­ δικό σταθμό».

aoratos186s285.indd 235

11/6/14 10:17:12 AM

236

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Δεν τον ρώτησα για την Τζούλια. Δεν μπόρεσα. Την επόμενη μέρα θα ξεκινούσε την πρώτη λυκείου στο σχολείο όπου πήγαινα κι εγώ.

wWw.Greekleech.info

Την πρώτη μέρα στο σχολείο δεν είδα πουθενά την Τζούλια, ού­ τε και τον Γκριμ. Έκανα παρέα με τους συμμαθητές μου, αλλά ένιωθα παράξενα. Δεν ήταν πως δεν τους συμπαθούσα, απλώς το καλοκαίρι δεν είχα συναντηθεί σχεδόν καθόλου μαζί τους. Ήταν ένα καλοκαίρι που για μένα είχε διαρκέσει πολύ. Για τρεις ατε­ λείωτους μήνες είχα ζήσει σε μια άλλη διάσταση. Τη δεύτερη μέρα είχα μαθηματικά σε μια αίθουσα που βρι­ σκόταν σ’ ένα κτίριο του σχολείου μας που έμοιαζε με φάμπρικα. Έστριψα σε μια γωνία και προχώρησα στο μεγάλο άδειο διάδρο­ μο. Ήμουν αργοπορημένος και το μάθημα είχε ήδη ξεκινήσει πριν από λίγα λεπτά. Σειρές ντουλαπιών κάλυπταν τους τοίχους και σε πολλά από αυτά έβλεπες γκραφίτι από την πρώτη κιόλας μέρα. Και μάλιστα σε ένα ντουλάπι ήταν ζωγραφισμένος ένας κα­ τάμαυρος αγκυλωτός σταυρός. Είδα την Τζούλια να βγαίνει από μια τουαλέτα κρατώντας ντο­ σιέ και βιβλία παραμάσχαλα. Είχε τα μάτια της καρφωμένα σ’ ένα χαρτί που κρατούσε στο χέρι της. Το χαρτί ανέμιζε καθώς η Τζούλια προχωρούσε. Μόλις με αντίκρισε, τα έχασε. Το βλέμμα που μου έριξε μ’ έκανε να χάσω τη γη κάτω απ’ τα πόδια μου. «Γεια σου», μου είπε χωρίς να σταματήσει. Κοντοστάθηκα. «Γεια σου, πώς είσαι;» τη ρώτησα. «Μπερδεμένη», αποκρίθηκε χαμηλώνοντας το βλέμμα για να κοιτάξει το πρόγραμμα που κρατούσε. Συνέχισε το δρόμο της. Την κοίταξα ελπίζοντας πως θα γυρνούσε το κεφάλι. Δεν το έκανε. Αυτή ήταν η λεπτομέρεια που μ’ έκανε να νιώσω πως είχα

aoratos186s285.indd 236

11/6/14 10:17:12 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

237

παραπλανηθεί, πως ήμουν ανόητος. Εκμηδενισμένος. Ήθελα να κλάψω γιατί ήξερα πως έτσι θα είχαν τα πράγματα από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα. Αργότερα την ίδια μέρα άκουσα πως ο Τιμ Νορντίν είχε γυρί­ σει στο Σάλεμ επειδή είχαν χωρίσει οι γονείς του. Ο πατέρας του δεν ήταν από τους ανθρώπους που θα μπορούσαν να αναθρέψουν ένα παιδί κι έτσι ο Τιμ έμεινε με τη μητέρα του. Εκείνης της έλει­ πε το Σάλεμ και αποφάσισε να γυρίσει πίσω. Ο Τιμ δεν έπρεπε να είχε δεχτεί να γυρίσει.

Εκείνο το Σαββατοκύριακο έγινε ένα μεγάλο πάρτι στο γήπεδο όπου είχα πάει την προηγούμενη βδομάδα με τον Γκριμ. Το μά­ θαμε από σημειώματα που τοποθετήθηκαν στα ντουλάπια του σχολείου ή που μοιράστηκαν κατά τη διάρκεια των μαθημάτων. Πήγαμε στο πάρτι με τον Γκριμ κουβαλώντας ο καθένας ένα πλαστικό μπουκάλι μισογεμάτο με αλκοόλ που βρήκαμε στους μπουφέδες των γονιών μας. Είχα καταφέρει να βρω περίπου ένα τέταρτο του κιλού βότκα κι έτσι αναγκάστηκα να προσθέσω αε­ ριούχο αναψυκτικό, που της έδωσε χειρότερη γεύση από αυτή που είχε. «Ξέρεις αν θα έρθει η Τζούλια;» ρώτησα τον Γκριμ. «Δεν ξέρω», μου απάντησε. «Δεν της το είπα. Ελπίζω να μην έρθει γιατί δεν αντέχω να κάθομαι να την προσέχω». «Για ποιο λόγο να την προσέχεις;» «Επειδή είναι αδελφή μου, γαμώτο! Και φέρεται πολύ παρά­ ξενα τον τελευταίο καιρό». «Δεν καταλαβαίνω ποιο είναι το πρόβλημα», είπα, νιώθοντας να με πιάνει ταραχή. Έβγαλα το πώμα του μπουκαλιού μου και ήπια μια γερή γουλιά. Με έκαψε. «Δεν μπορείς να είσαι τόσο υπερπροστατευτικός. Πολύ σύντομα θα κλείσει τα δεκάξι. Είναι σε θέση να φροντίζει τον εαυτό της», συνέχισα κι επειδή δεν μπό­

aoratos186s285.indd 237

11/6/14 10:17:12 AM

238

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

ρεσα να συγκρατηθώ, πρόσθεσα: «Πάψε να της συμπεριφέρεσαι σαν να είναι παιδί». Ο Γκριμ απέφυγε το βλέμμα μου. «Δεν καταλαβαίνεις, έτσι δεν είναι;» μου είπε. «Τι θα έπρεπε να καταλάβω;» «Χάρη στην Τζούλια παραμένουμε ενωμένοι ως οικογένεια. Η μητέρα μας κι ο πατέρας μας δεν μπορούν να την προστατέψουν». «Γιατί πρέπει κάποιος να την προστατεύει; Και γιατί πρέπει να την προστατεύεις εσύ; Η Κοινωνική Πρόνοια...» «Εξαιτίας της Κοινωνικής Πρόνοιας κατέληξα στο Γιούμκιλ. Αν με μπουζουριάσουν ξανά ή αν πάρουν την Τζούλια, χαθήκαμε». Ήπια άλλη μια γουλιά από το μπουκάλι μου. Σκέφτηκα πως ίσως το πρόβλημα βρισκόταν στις σχέσεις που είχαν διαμορφωθεί μεταξύ τους και όχι ξεχωριστά στο κάθε μέλος της οικογένειάς τους. Το ζήτημα δεν ήταν πως κινδύνευε να διαλυθεί η οικογένειά τους, αλλά ότι έκαναν ατέρμονες προσπάθειες για να τη διατηρήσουν ενωμένη. Ήταν σκέψεις που δυσκολευόμουν να τις εκφράσω. «Είναι όμως τόσο σημαντικό να είστε ενωμένοι; Ίσως να υπάρ­ χει και κάτι άσχημο σε μια τέτοια κατάσταση». «Ο κάθε άνθρωπος έχει μόνο μία οικογένεια», μου είπε ο Γκριμ. «Μόνο όταν είσαι σε μια καλή οικογένεια σκέφτεσαι ότι θα αισθανόσουν καλύτερα χωρίς αυτήν». Με κοίταξε κατάματα. «Γι’ αυτό λοιπόν πάψε. Δεν έχεις ιδέα για τι πράγμα μιλάς». Ήταν η πρώτη φορά που με τρόμαζε ο Γκριμ. Δεν μπορούσα να εξηγήσω το λόγο. Ίσως επειδή είχα αρχίσει να μεθάω. Αλλά μάλ­ λον ήταν το βλέμμα του που μου προξενούσε φόβο και μ’ έκανε να ανατριχιάζω.

Το γήπεδο ήταν γεμάτο κόσμο. Υπήρχαν πολλές παρέες εδώ κι εκεί κι όλοι έπιναν και γελούσαν. Ακουγόταν μουσική από βαριά φορητά κασετόφωνα και κάποιοι ήταν ανεβασμένοι και άραζαν

aoratos186s285.indd 238

11/6/14 10:17:12 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

239

στα οριζόντια δοκάρια των τερμάτων. Καθίσαμε με τον Γκριμ μα­ ζί με λίγους γνωστούς του. Τον ρώτησαν πώς είχε περάσει στην κατασκήνωση και για τον νεαρό που είχε μαχαιρωθεί. Ο Γκριμ σήκωσε τους ώμους του. Δεν ήθελε να μιλήσει γι’ αυτά. Μετά τον ρώτησαν γιατί είχε κουρευτεί έτσι και τους είπε πως είχε κόψει τα μαλλιά του γιατί δεν του άρεσαν μακριά. Εκείνη τη στιγμή είδα την Τζούλια να πλησιάζει. Φορούσε μαύρο τζιν παντελόνι και λευ­ κή μπλούζα με μια στάμπα που έγραφε JUMPER. Κρατούσε ένα πλαστικό μπουκάλι και μάλλον έψαχνε κάποιον. Κοίταξα το μπουκάλι μου. Είχε σκοτεινιάσει και για να δω πό­ σο είχα πιει το σήκωσα ψηλά. Η κίνησή μου αυτή έκανε την Τζού­ λια να γυρίσει να κοιτάξει. Με είδε και σήκωσε κι αυτή ψηλά το μπουκάλι της. Αισθάνθηκα αμήχανα. Νόμιζε πως τη χαιρετούσα. Χαμογελούσε με τον ιδιαίτερο τρόπο που είχε όποτε μεθούσε λίγο. Ο Γκριμ την είδε και αναστέναξε. «Το ήξερα», είπε. Της έκανε νόημα να έρθει να καθίσει πλάι μας. «Τι κάνεις;» του είπα. «Αφού ήρθε, τότε καλύτερα να καθίσει μαζί μας», μουρμού­ ρισε. Η Τζούλια ήρθε κοντά μας και γονάτισε στο έδαφος. «Για τι πράγμα μιλάτε;» μας ρώτησε. Μια κοπέλα πίσω μας άφησε μια κραυγή όταν είδε έναν νεα­ ρό να πέφτει από το δοκάρι ενός τέρματος. Όλοι σωπάσαμε ξαφ­ νικά, αλλά η μουσική συνέχισε. Ο νεαρός άρχισε να γελάει έτσι όπως ήταν πεσμένος ανάσκελα με την μπίρα στο χέρι και φυσικά βάλαμε όλοι μας τα γέλια. Το γόνατο της Τζούλια άγγιζε το δικό μου και με δυσκολία συ­ γκρατούσα τα χέρια μου. Έβλεπα μπροστά μου τις πανέμορφες εικόνες του καλοκαιριού και λαχταρούσα να τις ξαναζήσω. Εκεί­ νη ήπιε μια γουλιά από το μπουκάλι της και μόρφασε. Από ένα κασετόφωνο εκεί κοντά ακούσαμε μια φωνή να τραγουδά: Just for

aoratos186s285.indd 239

11/6/14 10:17:12 AM

240

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

a minute there, I lost myself. Ερχόταν διαρκώς κόσμος στο γήπεδο. Ένα μεγάλο μέρος του το είχαν καταλάβει μαθητές και μαθή­ τριες του σχολείου μας. Ήρθαν και νεαροί μεγαλύτερης ηλικίας, αλλά έφυγαν πολύ σύντομα. Ήθελαν μόνο να πάρουν πίσω τα χρήματα που είχαν ξοδέψει για να αγοράσουν αλκοόλ σε ανηλί­ κους. Ορισμένοι άρχισαν να καβγαδίζουν, αλλά η μπόρα κράτη­ σε ελάχιστα. Αναρωτιόμουν τι να σκεφτόταν η Τζούλια. Ήξερε άραγε πως ο Τιμ Νορντίν είχε επιστρέψει; Θα χαιρόταν αν το μά­ θαινε; Είχε μετανιώσει που είχαμε χωρίσει; Το κεφάλι μου γύρι­ ζε κι οι σκέψεις μου δεν κατέληγαν πουθενά. «Πάω για κατούρημα», είπε ο Γκριμ. Σηκώθηκε και με κοίτα­ ξε. «Έρχεσαι μαζί μου;» «Όχι». Κοίταξε και την Τζούλια κι ύστερα ξανά εμένα. «Εντάξει», είπε και προχώρησε προς τους θάμνους. Μόνο τότε πρόσεξα πως η Τζούλια ήταν ανήσυχη. Έπινε γρή­ γορα και γελούσε υπερβολικά ακούγοντας τους φίλους που κάθο­ νταν μαζί μας. «Ωραίο πάρτι», είπα. «Μμ...» «Ήρθες με φίλους;» «Ναι». Κοίταξε γύρω της. «Αλλά δεν ξέρω πού είναι». «Μ’ αρέσει η μπλούζα σου», είπα. «Αλήθεια;» «Σε όλους αρέσουν οι Jumper».* Η Τζούλια δεν απάντησε. Ήπιε μια γουλιά από το μπουκάλι της. «Στο σχολείο, εκεί που συναντηθήκαμε, μου είπες πως ήσουν μπερδεμένη. Εννοούσες πως ήσουν μπερδεμένη εξαιτίας του σχο­ λείου, έτσι δεν είναι;» Την κοίταξα. * Σουηδικό ροκ συγκρότημα. (Σ.τ.Μ.)

aoratos186s285.indd 240

11/6/14 10:17:12 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

241

«Βέβαια», αποκρίθηκε χαμογελώντας αχνά. «Αφού το λες εσύ». «Δεν το λέω. Σε ρωτάω». «Κι εγώ απαντώ». Έσκυψα προς το μέρος της για να της μιλήσω, αλλά δεν είπα τίποτα γιατί επέστρεψε ο Γκριμ και κάθισε στο έδαφος πλάι μας. Ελάχιστες στιγμές αργότερα τα πάντα άρχισαν να γυρνούν γύ­ ρω μου. Σηκώθηκα για να πάω στους θάμνους για κατούρημα και μου φάνηκε πως ολόκληρο το γήπεδο έγερνε. Έβλεπα σκοτεινές σιλουέτες να κάθονται ολόγυρα κρατώντας μπουκάλια. Σκόντα­ ψα, αλλά κατάφερα να σταθώ στα πόδια μου.

wWw.Greekleech.info

Όταν ξύπνησα διαπίστωσα πως ήμουν ξαπλωμένος ανάσκελα σ’ ένα κρεβάτι. Ήμουν ντυμένος. Έστρεψα λίγο το κεφάλι μου, μή­ πως κατάφερνα να δω τι ώρα ήταν, αλλά η κίνηση αυτή μου προ­ κάλεσε αφόρητο πόνο. Έκλεισα τα μάτια μου. Τουλάχιστον ήμουν στο σπίτι μου. Άπλωσα το χέρι μου για να πάρω το μπουκάλι με το νερό που υπήρχε στο κομοδίνο μου. Ήταν άδειο. Τότε ήταν που κοίταξα το χέρι μου. Είχε κόκκινα στίγματα, σαν από αίμα.

Θυμόμουν πως είχα σηκωθεί για να πάω πίσω από τους θάμνους για κατούρημα. Θυμόμουν πως ένιωθα έναν ανεξήγητο φόβο. Από εκείνη τη στιγμή και μετά τα πάντα θόλωσαν. Ξανακοίταξα το χέ­ ρι μου και προσπάθησα να θυμηθώ αν είχα φάει κάτι πριν γυρί­ σω στο σπίτι. Ίσως να είχα λερωθεί με κέτσαπ. Μύρισα το χέρι μου. Είχε μια ελαφριά μυρωδιά τσιγάρου. Σηκώθηκα απ’ το κρε­ βάτι και προσπάθησα να αισθανθώ το σώμα μου. Εκτός απ’ τον πονοκέφαλο δεν είχα τίποτα άλλο.

aoratos186s285.indd 241

11/6/14 10:17:12 AM

242

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Ξαφνικά θυμήθηκα πως όταν είχα γυρίσει από τους θάμνους δεν είχα βρει τον Γκριμ και την Τζούλια εκεί που τους είχα αφήσει. Ρώτησα κάποιον από την παρέα πού είχαν πάει και μου είπε πως είχαν μαλώσει. «Γιατί μάλωσαν;» «Πού να ξέρω, φίλε;» Άρχισα να τους αναζητώ ανήσυχος. Θυμάμαι το τραγούδι που παιζόταν διαρκώς εκείνο το βράδυ: I just want to celebrate! I just want to celebrate! Έφυγα απ’ το γήπεδο νιώθοντας ναυτία και τρε­ κλίζοντας. Έβλεπα μπροστά μου λάμψεις κι αναρωτιόμουν μή­ πως κάποιος είχε ρίξει κάτι στο ποτό μου.

Άνοιξα το παράθυρο του δωματίου μου κι έκανα ένα ντους. Δεν ήξερα πού ήταν οι γονείς μου, αλλά θυμήθηκα πως στο τραπέζι της κουζίνας υπήρχε ένα χαρτί που έγραφε για μια υπαίθρια αγο­ ρά μεταχειρισμένων ειδών στο Ρένινιε. Έτριψα καλά τα χέρια μου για να φύγει το ξεραμένο αίμα. Η αλήθεια ήταν πως κατάλαβα ότι ήταν αίμα όταν είδα το νερό να γίνεται ροζ καθώς πλενόμουν στην μπανιέρα. Μόλις έτριψα το πρόσωπό μου, πόνεσε το πάνω χείλι μου. Ήταν κάπως πρησμένο. Τότε θυμήθηκα τι είχε συμβεί.

Είχα πάψει να αναζητώ την Τζούλια και τον Γκριμ κι απλώς έψα­ χνα να βρω κάποιον, οποιονδήποτε. Κοντά στο γήπεδο είδα μια κοπέλα ακουμπισμένη σε έναν ηλεκτρικό στύλο και πήγα να της πιάσω κουβέντα. Δε θυμόμουν τι τη ρώτησα, πάντως άγγιξα το κορμί της και κόλλησα πάνω της. Ήταν μικρόσωμη και αδύνατη σαν την Τζούλια. Με έσπρωξε και προσπάθησα πάλι να την αγ­ γίξω, αλλά κάποιος με χτύπησε στο πρόσωπο. Ίσως να με χτύπη­ σε η ίδια, ίσως όχι – δε θυμόμουν τη συγκεκριμένη σκηνή. Έπε­ σα καταγής επειδή δε με κρατούσαν τα πόδια μου κι όχι εξαιτίας

aoratos186s285.indd 242

11/6/14 10:17:12 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

243

του χτυπήματος. Ακολούθησαν χλευαστικά γέλια. Είχα εξευτελι­ στεί κι έβραζα μέσα μου. Παρέμεινα πεσμένος στο έδαφος, ντροπιασμένος, κι όταν έφυ­ γε η κοπέλα με την παρέα της σηκώθηκα για να γυρίσω στο σπί­ τι. Καθώς προχωρούσα είδα μπροστά μου τον Τιμ. Μάλλον πή­ γαινε κι αυτός στο σπίτι του. Δεν ήξερα αν ήταν στο γήπεδο, αφού δεν τον είχα δει εκεί. Τον ανάγκασα να σταματήσει. «Γύρισες εδώ», του είπα ψευδίζοντας από το μεθύσι. Στεκόμασταν σε ένα σκοτεινό σημείο του πεζοδρομίου, που δεν το φώτιζαν οι ηλεκτρικοί στύλοι. Ο Τιμ ήταν νηφάλιος και μύ­ ριζε μαλακτικό ρούχων. «Ναι, γύρισα». «Πού πηγαίνεις;» «Στο σπίτι». Με κοίταξε με μισόκλειστα μάτια. «Τι έπαθαν τα χείλια σου;» «Τίποτα». «Σε χτύπησαν». «Τίποτα δεν έπαθαν», φώναξα. Με κοίταξε κατάματα. «Γνω­ ρίζεις την Τζούλια, έτσι; Την Τζούλια Γκρίμπεργ». Ο Τιμ εξεπλάγη όταν άκουσε το όνομά της. Είδα μια φευγα­ λέα λάμψη στα μάτια του. «Ναι. Γιατί ρωτάς;» Δεν ήξερα τι να του απαντήσω. Τον άδραξα από τον ώμο και τον έσπρωξα. Πισωπάτησε ένα βήμα. «Άσε με ήσυχο», μου είπε. Και πρόσθεσε χαμηλόφωνα: «Θα το μετανιώσεις αν δε με παρατήσεις στην ησυχία μου». «Τι είπες; Αν δε σε...» «Αν δε με παρατήσεις στην ησυχία μου». Έβαλα τα γέλια. Θυμάμαι πως τα γέλια δεν ήταν για τον Τιμ, αλλά για οτιδήποτε άλλο συνέβαινε. Για το πόσο μπερδεμένη και παράλογη ήταν η κατάσταση. Γέλασα επειδή ένιωθα φόβο. Ήταν

aoratos186s285.indd 243

11/6/14 10:17:12 AM

244

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

ένα κοροϊδευτικό γέλιο που στόχο του είχε τον Γκριμ και την Τζού­ λια. Χτύπησα τον Τιμ πολλές φορές. Του έριξα μία στο πρόσω­ πο, τον χτύπησα στην κοιλιά και ανάμεσα στα σκέλια. Δεν αντι­ στάθηκε. Στεκόταν και με κοίταζε με άδειο βλέμμα, κάτι που δυ­ νάμωσε την οργή μου. Το βλέμμα του έμοιαζε πολύ με του Γκριμ. Ήταν ένα πολύ δυσάρεστο αίσθημα.

wWw.Greekleech.info

Διπλώθηκα στα δύο μέσα στην μπανιέρα. Μου είχε κοπεί η ανά­ σα. Ίσως να ένιωθα έτσι από τον πονοκέφαλο, ίσως εξαιτίας της Τζούλια και του Γκριμ. Μπορεί όμως και να έφταιγε ο Τιμ με το ανέκφραστο βλέμμα του και τις χωρίς νόημα απειλές του.

aoratos186s285.indd 244

11/6/14 10:17:13 AM

ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ ΣΤΟ 2000. Η μητέρα μου έχει πεθάνει εδώ κι ένα

χρόνο. Είμαι είκοσι ενός χρονών, έχω φύγει από το ίδρυμα του Γιούμκιλ και ζω στις σήραγγες της πόλης μαζί με άλλους. Είναι άνθρωποι που δε με εμπιστεύονται. Ούτε εγώ τους εμπιστεύομαι. Δεν τολμώ να κοιμηθώ γιατί φοβάμαι πως θα βουτήξουν τα πράγ­ ματά μου. Παίρνω διάφορα διεγερτικά για να κρατιέμαι ξύπνιος. Το ίδιο κάνουν και οι άλλοι. Βγαίνω σπάνια στο φως της μέρας και γι’ αυτό βλέπω θολά. Βγάζω το ψωμί μου πουλώντας τα κινητά τηλέφωνα που σουφρώνω. Τρέχω εδώ κι εκεί με το σακίδιό μου γεμάτο κινητά. Τις φορές που με παίρνει ο ύπνος, ξυπνώ και δια­ πιστώνω ότι τα προσωπικά μου αντικείμενα και τα κινητά έχουν γίνει καπνός. Ξεκινώ πάλι από την αρχή, αφού πρώτα φτιάχνο­ μαι σνιφάροντας κοκαΐνη. Το πράγμα στραβώνει. Ένας άντρας αρνείται να μου δώσει την τσάντα του. Παραλίγο να τον σκοτώ­ σω στο ξύλο. Αμέσως μετά ξεχνώ το συμβάν. Περνά καιρός ώσπου να θυμηθώ αυτές τις εικόνες. Εγκαταλείπω τις σήραγγες και μένω στο σπίτι ενός φίλου στα προάστια, στο Άλμπι. Τον λένε Φρανκ και είναι ντίλερ ηρωίνης. Μου δίνει την πρώτη μου δόση. Τη λατρεύω και παρατώ τις αμ­ φεταμίνες. Κοιμάμαι στρωματσάδα. Στο σπίτι του μένει και μια κοπέλα. Είναι όμορφη και μου φέρεται ευγενικά. Όποτε λείπει ο Φρανκ, κάνω έρωτα μαζί της. Η κοπέλα πρέπει να εγκαταλείψει τη Σουηδία για κάποιο λόγο. Τη βοηθώ. Της φτιάχνω μια πλαστή ταυτότητα. Μπαίνει σ’ ένα τρένο και δεν την ξαναβλέπω ποτέ. Μία μέρα πριν από την αναχώρησή της είμαι καθισμένος στο

aoratos186s285.indd 245

11/6/14 10:17:13 AM

246

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

πάτωμα της κουζίνας με την πλάτη μου ακουμπισμένη σ’ ένα ντου­ λάπι. Είμαι φτιαγμένος με πρέζα, ταξιδεύω μακριά και δεν μπο­ ρώ να συγκεντρώσω πουθενά το βλέμμα μου. Βλέπω μόνο πως ο Φρανκ κρατάει κάτι στο χέρι του. Κάθεται ανακούρκουδα μπρο­ στά μου και με ρωτά αν έχω φτιάξει άλλη φορά ταυτότητες. «Τι πράγμα;» τον ρωτάω. «Έχεις φτιάξει τέτοιες άλλη φορά;» Κουνάει μια ταυτότητα μπροστά στο πρόσωπό μου. «Μερικές φορές». Ο Φρανκ μού λέει πως είμαι πολύ καλός και με ρωτά αν μπο­ ρώ να φτιάξω κι άλλες ταυτότητες και να πληρωθώ σε ηρωίνη. Δέ­ χομαι, αλλά του λέω πως μου χρειάζονται εργαλεία και διάφορα υλικά και πως καταζητούμαι για ληστεία και δεν μπορώ να ξε­ πορτίσω. Ο Φρανκ βρίσκει όλα τα χρειαζούμενα. Τα κλέβει από μια αποθήκη εμπορευμάτων. Πολλές φορές γυρνά στο σπίτι με το λάθος υλικό και το επιστρέφει στην αποθήκη. Μου λέει πως του φαίνεται παράλογο να επιστρέφει τα υλικά. Αργότερα με συστήνει στον Άφωνο Άνθρωπο, τον Γιόζεφ Άμπελ. Ο Άμπελ μού γνωρίζει κάποιον που τον ξέρεις σίγουρα. Τον Σίλβερ. Ο Σίλβερ είναι στην ηλικία μου, αλλά πολύ πιο ισχυ­ ρός άντρας από μένα. Μου ζητά να τον βοηθήσω. Είναι ένας νεα­ ρός, μου λέει, που πρέπει να κρυφτεί για λίγο. Τον εξυπηρετώ. Πληρώνομαι σε ηρωίνη. Ύστερα από λίγο καιρό ο Σίλβερ μού λέει πως η εταιρεία ενός φίλου του πάει για φούντο. Με ρωτά αν θα μπορούσα να αναλάβω την εταιρεία και λέει ότι θα πληρώνο­ μαι για την εξυπηρέτηση. Είναι πολλά τα λεφτά και θα μπορώ να έχω όλη την πρέζα που χρειάζομαι. Λέω ναι στα λεφτά και ανα­ λαμβάνω την εταιρεία. Το μόνο που έχω να κάνω είναι να βρίσκο­ μαι στα γραφεία και να απαντώ σε ερωτήσεις που θα μου κάνει ο κόσμος που θα έρχεται εκεί. Γίνομαι δηλαδή τερματοφύλακας χωρίς να έχω ιδέα περί τί­ νος πρόκειται. Σύμφωνα με το νόμο περί ανωνύμων εταιρειών, λο­

aoratos186s285.indd 246

11/6/14 10:17:13 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

247

γοδοτείς όταν είσαι επικεφαλής μιας εταιρείας. Είμαι υπεύθυνος για την εταιρεία, αλλά δε σκαμπάζω τίποτα από τις δουλειές της. Ύστερα από λίγους μήνες πτωχεύει. Χρωστάω μισό εκατομμύριο κορόνες κι έχω ξεμείνει από πρέζα. Είναι η πρώτη φορά που μου περνά από το μυαλό να αυτοκτονήσω. Είναι εκείνη την εποχή που συνειδητοποιώ πως πρέπει να πραγματοποιήσω το απόλυτο τα­ χυδακτυλουργικό κόλπο: να εξαφανιστώ.

aoratos186s285.indd 247

11/6/14 10:17:13 AM

XX

ΕΙΝΑΙ ΕΛΑΧΙΣΤΟΣ Ο ΧΡΟΝΟΣ που μου απομένει. Με πνίγει αυτή η

αίσθηση και δεν ξέρω τι να κάνω. Ο Λέβιν έχει ήδη μπει στο Αστυ­ νομικό Μέγαρο κι εγώ περιπλανιέμαι στην Κούνσχολμ με τα χέ­ ρια στις τσέπες. Προσπαθώ να βάλω σε τάξη τις σκέψεις μου. Θυμάμαι ξανά τις εικόνες του πρωινού και δεν μπορώ να τις σβήσω από μέσα μου. Οι ρεπόρτερ ήταν έξω από την πολυκατοι­ κία μου. Νιώθω πως είμαι ένας περιζήτητος άνθρωπος και πως με παρακολουθούν. Καθώς προχωρώ, κοιτάζω πίσω μου έχοντας την πεποίθηση πως κάποιος με έχει πάρει στο κατόπι. Τρυπώνω σ’ ένα μικρό καφενείο σε ένα δρόμο κάθετο στην πλατεία Κούν­ σχολμ. Κάθομαι αντικριστά στην πόρτα και στο παράθυρο. Στο δρόμο μια ηλικιωμένη κυρία σέρνει από το χέρι έναν άντρα της ηλικίας της. Δείχνει πολύ βιαστική. Χτυπάει το κινητό μου. Κοιτάζω την οθόνη και βλέπω ένα πο­ λύ γνωστό νούμερο. Από το Σάλεμ. «Ναι;» «Λέο, η μαμά είμαι. Πώς... είσαι;» «Καλά είμαι. Συνέβη τίποτα στον πατέρα;» «Όχι, όχι». Ξεροβήχει. «Όλα είναι όπως τα ξέρεις. Ανησυχή­ σαμε για σένα... Διαβάσαμε τι έγινε και θέλαμε να δούμε αν είσαι καλά». Κλείνω τα μάτια μου. «Μια χαρά είμαι».

aoratos186s285.indd 248

11/6/14 10:17:13 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

249

«Λες αλήθεια; Γιατί...» «Δεν κινδυνεύω. Απλώς δημιουργήθηκε μια παρεξήγηση». «Το σκέφτηκα, μετά από όσα σου συνέβησαν την άνοιξη και...» Τις ελάχιστες φορές που πήγα να τους δω στο Σάλεμ έκτοτε, δεν τους είπα λεπτομέρειες. Και μάλιστα απέφυγα να τους επι­ σκεφθώ, όσο ήταν δυνατόν, γιατί δεν ήθελα να τους μιλήσω για το θέμα. «Και ο Μίκε ανησυχεί για σένα». «Πες του πως όλα πάνε καλά». Η μητέρα μου αναστενάζει. «Μαμά, μια χαρά είναι τα πράγματα, αλήθεια σού λέω». «Ναι, ναι, αφού μου το λες... Χάρηκα πολύ που σε είδα τις προάλλες». Κάνω μια προσπάθεια να κουβεντιάσω μαζί της λίγο παραπά­ νω, αλλά πολύ σύντομα με πιάνει άγχος. Την αποχαιρετώ και κλεί­ νω το κινητό. Πηγαίνω να πιω νερό, αλλά στραβοκαταπίνω και με πιάνει βήχας. Κάποιος λήστεψε τη Ρεμπέκα Σάλομον. Μετά αυτή πήγε στη Στέγη Τσάπμαν για να κοιμηθεί κι εκεί την πυροβόλησαν και πέ­ θανε. Στο χέρι της είχε το κολιέ της Τζούλια. Προσπαθώ να βρω μια πιθανή σύνδεση μεταξύ της ληστείας και του θανάτου της, αλ­ λά δεν καταλήγω πουθενά. Δεν μπορώ να φανταστώ τον Γκριμ ως δράστη του φόνου. Δε θα ήταν ποτέ τόσο απρόσεκτος. Το κινητό μου δονείται. Μήπως άρχισες να καταλαβαίνεις; Διστάζω. Γκριμ; Ναι; Νιώθω να μου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι. Του γράφω: Πρέπει να συναντηθούμε. Ναι. Πού είσαι;

aoratos186s285.indd 249

11/6/14 10:17:13 AM

250

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Σύντομα. Τι εννοείς; Κοιτάζω το κινητό μου: βουβό και με μαύρη οθόνη. Ξαφνικά φωτίζεται και χτυπά. Με καλεί ο Μπιρκ. Δεν απαντώ. Περιμένω. Τίποτα. Γράφω: Έλα. Τίποτα. Ο Μπιρκ με καλεί ξανά. Δε δίνω σημασία. Πίνω νερό. Ένα λεω­ φορείο φρενάρει στη στάση. Τη μία πλευρά του καλύπτει μια με­ γάλη διαφήμιση. Είναι η φωτογραφία ενός άντρα και μιας γυναί­ κας μέσης ηλικίας και άψογης ομορφιάς και το κείμενο: ΧΤΕΣ

wWw.Greekleech.info

ΣΑΣ ΣΥΝΕΧΑΙΡΑΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΣΑΣ – ΑΥΡΙΟ ΔΕ ΘΑ ΕΙΣΤΕ ΠΙΑ ΤΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ – ΣΥΝΕΧΙΣΤΕ ΝΑ ΕΞΕΛΙΣΣΕΣΤΕ ΑΥΞΑ­ ΝΟΝΤΑΣ ΤΑ ΠΡΟΣΟΝΤΑ ΣΑΣ. Σε μια γωνιά του καφενείου κάθε­

ται ένας πατέρας με το γιο του. Το αγόρι λέει κάτι κι ο πατέρας γελάει. Χαμηλώνω το βλέμμα. Ο Βίκτορ θα ήταν στην ηλικία του αγοριού αν ζούσε. Το κινητό μου χτυπά για τρίτη φορά. Απαντώ. «Τι συμβαίνει;» «Γιατί στο διάολο δεν απαντάς;» μου λέει ο Μπιρκ. «Λίγο ακό­ μα και θα σε θεωρούσα καταζητούμενο». «Τι θέλεις;» Έχουν αναφερθεί και καταγραφεί πεντακόσιες τριάντα έξι πληροφορίες για τη δολοφονία της Ρεμπέκα Σάλομον. Για ευνό­ ητους λόγους η αστυνομία χρειάζεται πολύ χρόνο για να ελέγξει μια τέτοια ποσότητα πληροφοριών. Οι άνθρωποι είναι αναξιόπι­ στοι και είναι αναγκαία η επαλήθευση των πληροφοριών που δί­ νουν. Πρέπει να γίνεται σύγκριση των δεδομένων ή επαλήθευση βάσει των αποδεικτικών στοιχείων της Σήμανσης. Είχα εργαστεί στον τομέα αυτό για μια σύντομη περίοδο προς το τέλος της εκ­ παίδευσής μου. Δίνεται πάντα προτεραιότητα σε πληροφορίες σχετικές με δολοφονίες, αλλά η επεξεργασία τους απαιτεί χρόνο.

aoratos186s285.indd 250

11/6/14 10:17:13 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

251

Ο στόχος είναι, μέσα στις κρίσιμες εβδομήντα δύο ώρες από τη διάπραξη του εγκλήματος, να περνούν από κόσκινο οι πληροφο­ ρίες που δίνουν οι μάρτυρες. Έχουν περάσει λίγο παραπάνω από εξήντα ώρες από τη δο­ λοφονία της Ρεμπέκα και μόλις τώρα έχει ολοκληρωθεί η επε­ ξεργασία των πληροφοριών. Ελάχιστες από αυτές έχουν κάποια αξία. «Ο μάρτυρας που μας έδωσε τις πιο ακριβείς πληροφορίες πε­ ριέγραψε έναν άντρα που... σου μοιάζει πάρα πολύ». Ο Μπιρκ ξεροβήχει. «Κάποιος μου την έχει στημένη», λέω. «Νομίζω πως ξέρω ποιος είναι». «Ηρέμησε». «Τι;» «Ήμασταν τυχεροί αυτή τη φορά. Τον άνθρωπό μας τον ανα­ γνώρισε μια μάρτυρας που στο παρελθόν ήταν τοξικομανής και εκδιδόταν. Σήμερα είναι μπαργούμαν και τυχαίνει να δουλεύει συχνά σ’ ένα μπαρ όπου συχνάζει ο Πέτερ Κολ. Του αρέσει να πί­ νει ένα ακριβό ισπανικό λικέρ». «Πώς γράφεται το επώνυμο;» «Με ένα λάμδα». Ο Μπιρκ ξεροβήχει και πάλι. «Είμαστε σχε­ δόν σίγουροι πως αυτός είναι ο δράστης. Αλλά έχουμε ένα πρό­ βλημα». «Τι είδους πρόβλημα;» «Δε γουστάρει να μας μιλήσει». «Φοβερά ασυνήθιστο», λέω ειρωνικά. «Δεν καταλαβαίνεις τι εννοώ. Άκου. Περίμενε μια στιγμή». Ο Μπιρκ καταπιάνεται με το κομπιούτερ του – ακούω ήχους πλη­ κτρολόγησης. «Ωραία, τώρα θα λειτουργήσει. Άκου. Η ηχογρά­ φηση έγινε πριν από μία ώρα». Ακολουθεί ένα ελαφρύ τρίξιμο και το βουητό ενός μικροφώ­ νου. Πιέζω το κινητό στο αφτί μου. Ακούω μια φωνή με ξενική

aoratos186s285.indd 251

11/6/14 10:17:13 AM

252

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

προφορά. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να προσδιορίσω την εθνικό­ τητα του ανθρώπου που μιλάει. «Δε θέλω να συζητήσω μαζί σου». Μετά ακούγεται η φωνή του Μπιρκ: «Με ποιον θέλεις να συζητήσεις;» Καμία απάντηση. Ο Μπιρκ λέει με πιο τραχιά φωνή: «Με ποιον θέλεις να συζητήσεις λοιπόν;» «Έχω λάβει οδηγίες να μιλήσω με ένα μόνο άνθρωπο». «Ποιος είναι;» Καμία απάντηση. «Πρέπει να σου κάνω δυο φορές την κάθε ερώτηση;» «Ο Γιούνκερ». «Ο Λέο Γιούνκερ;» «Ναι». «Και ποιος σου έδωσε τις οδηγίες;» Σιωπή. «Ποιος σου έδωσε τις οδηγίες;» Σιωπή. Ο Μπιρκ πατά ένα πλήκτρο και η μαγνητοφωνημένη συνομι­ λία διακόπτεται. «Έχουμε ένα σωρό πράγματα να πούμε εσύ κι εγώ», μου λέει.

Από εδώ όπου βρίσκομαι η Αστυνομική Διεύθυνση απέχει λίγα λε­ πτά με τα πόδια, αλλά όταν βγαίνω στο δρόμο σταματά ένα ταξί στη διασταύρωση και κατεβαίνει ένας επιβάτης. Κάνω σήμα, μπαίνω στο ταξί και βυθίζομαι στις σκέψεις μου μέχρι να φτάσω στον προορισμό μου. Τώρα πια είμαι περισσότερο συνηθισμένος να απαντώ σε ερω­ τήσεις παρά να τις θέτω. Για να διεξαχθεί σωστά μια ανάκριση, πρέπει να γίνεται με ραφινάτο τρόπο. Στις περισσότερες περιπτώ­

aoratos186s285.indd 252

11/6/14 10:17:13 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

253

σεις μια ανάκριση χρησιμεύει στο να παρέχει στον επικεφαλής της προκαταρκτικής έρευνας ένα μέρος του παζλ που να στέκε­ ται, από γραφειοκρατική άποψη, σε μια δίκη. Είναι απαραίτητο να ακολουθείται το ανακριτικό πρωτόκολλο, να ηχογραφούνται τα πάντα, να καταγράφονται και, τέλος, να υπογράφονται από τον πληροφοριοδότη. Ύστερα αρχειοθετούνται ως τεκμήρια. Στο ψη­ φιακό αρχείο υπάρχουν ηχογραφήσεις πολλών ετών, όπου ακούς και ακούς ανθρώπους να μιλάνε. Δε θα έφτανε μια ολόκληρη ζωή για να ακούσεις όλο το υλικό.

Ο Μπιρκ με συναντά μπροστά στην είσοδο του Αστυνομικού Με­ γάρου και μπαίνουμε στο κτίριο. «Πέτερ Ζόραν Κολ», μου λέει καθώς προχωρούμε. Προπορεύο­ μαι κατά ένα βήμα. «Τριάντα έξι χρονών, γεννημένος στην πρώην Γιουγκοσλαβία. Οι γονείς του εγκατέλειψαν την πατρίδα τους κα­ τά τη διάρκεια του εμφυλίου. Μεγάλωσε στη Γερμανία. Ήρθε στη Σουηδία το 2003 και καταδικάστηκε για πρώτη φορά τον Μάιο του 2004 για παράνομη οπλοκατοχή. Στη συνέχεια ήταν ύποπτος διά­ πραξης τουλάχιστον είκοσι εγκλημάτων, κάθε πιθανής γκάμας, αν εξαιρέσουμε το βιασμό και την προδοσία κατά της πατρίδας. Αλ­ λά καταδικαζόταν μόνο για μικρά αδικήματα κι έτσι έπαιρνε ανα­ στολή ή του έβαζαν ηλεκτρονικό βραχιόλι. Ο Κολ...» Ο Μπιρκ σταματά και με κοιτάζει. Νιώθω την ανάσα του στο πρόσωπό μου. Μυρίζει μέντα και καφέ. «Λέο, μήπως είσαι φτιαγμένος;» «Όχι πια». Τα μάτια μου τρεμοπαίζουν. «Όχι, δε νομίζω». Ο Μπιρκ αναστενάζει. «Δεν μπορώ να έχω μαζί μου στην ανάκριση έναν άνθρωπο που είναι φτιαγμένος». «Αφού σου λέω πως δεν είμαι φτιαγμένος». Με κοιτάζει γεμάτος αμφιβολία.

aoratos186s285.indd 253

11/6/14 10:17:13 AM

254

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Έτσι κι αλλιώς στην ανάκριση δεν μπορείς να έχεις μαζί σου αστυνομικό που βρίσκεται σε διαθεσιμότητα», του υπενθυμίζω. «Υπό την αυστηρή έννοια, θέλω να πω». «Θα μπεις μαζί μου στην ανάκριση», λέει ο Μπιρκ ψυχρά. «Θα καθίσεις εκεί, αλλά δε θα βγάλεις άχνα». Σηκώνω τους ώμους μου. Εκείνος ξαναρχίζει να προχωρά και τον ακολουθώ. «Τον γνωρίζεις;» με ρωτά χωρίς να στραφεί να με κοιτάξει. «Όχι, αλλά τον έχω ακουστά». «Ο Κολ ανήκει στο είδος των εγκληματιών που κάνουν ό,τι τους ζητάς. Αρκεί να έχεις να τους πληρώσεις». «Είναι, ας πούμε... σύμβουλος;» ρωτώ. «Κάτι τέτοιο». Ο Μπιρκ καλεί το ασανσέρ και περιμένει. Είναι πιο χλομός από χτες και κουρασμένος. Έχει μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια. «Λοιπόν», λέει. «Αν δεν ξέρει ποιος είσαι, γιατί να θέλει να σου μιλήσει;» «Του έδωσαν οδηγίες να κάνει ακριβώς αυτό. Να μου μιλήσει». «Ναι», λέει ο Μπιρκ ανυπόμονα, «αλλά ποιος του τις έδωσε;» Ανοίγει η πόρτα του ασανσέρ και βγαίνει μία από τις γραμμα­ τείς του γενικού αστυνομικού διευθυντή. Έχει σοβαρή όψη και ύφος επαγγελματικό και αδιάφορο. «Ξέρω γιατί πέθανε η Ρεμπέκα», λέω στον Μπιρκ. «Σε ακούω. Γιατί πέθανε;» «Εξαιτίας μου». Ο Μπιρκ δε με αφήνει από το βλέμμα του. Προσπαθεί να κα­ ταλάβει αν αστειεύομαι. «Μια πιο κοντινή ανάλυση των δακτυλικών αποτυπωμάτων που βρέθηκαν στο κολιέ», λέει αργά αργά, «έδειξε πως το δικό σου αποτύπωμα ήταν πολύ παλιό».

wWw.Greekleech.info

aoratos186s285.indd 254

11/6/14 10:17:13 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

255

Θυμάμαι έναν καθηγητή που είχα στο μάθημα της ιατροδικαστι­ κής όταν φοιτούσα στην Αστυνομική Ακαδημία. Στο πρώτο μά­ θημα μας είχε μιλήσει για τη Βαβυλωνία και την Κίνα. Εκεί, πολ­ λούς αιώνες προ Χριστού, τα δακτυλικά αποτυπώματα χρησιμο­ ποιούνταν ως υπογραφή. Η χρήση δακτυλικών αποτυπωμάτων έχει πολύχρονη ιστορία, αλλά άργησε να χρησιμοποιηθεί στην αστυνομική έρευνα. Στο τέλος του 19ου αιώνα, ένας Σκοτσέζος γιατρός που μάλλον τον έλεγαν Χένρι Φολντς δημοσίευσε ένα άρ­ θρο που αναφερόταν στα δακτυλικά αποτυπώματα και απευθύν­ θηκε στην αστυνομία του Λονδίνου πιστεύοντας ότι η μέθοδός του θα έβρισκε εφαρμογή. Η αστυνομία του Λονδίνου θεώρησε βλα­ κώδη τη μέθοδο και την απέρριψε. Η ιστορία έμεινε στη μνήμη μου εξαιτίας αυτής της λεπτομέρειας. Οι υπηρετούντες τη δημό­ σια τάξη ήταν από παλιά συντηρητικοί και δύσπιστοι. Ο Φολντς αποτάθηκε στον Κάρολο Δαρβίνο, ο οποίος ήταν πο­ λύ διάσημος και πολύ γέρος για να ασχοληθεί με τις παρατηρήσεις του Φολντς. Αντιλήφθηκε όμως πως ο Φολντς ήταν στα πρόθυρα μιας σημαντικής ανακάλυψης και έδωσε όλες τις σχετικές πληρο­ φορίες στον Φράνσις Γκάλτον, ένα δεύτερο εξάδελφό του ανθρω­ πολόγο. Ο Γκάλτον μάλλον δεν είχε να ασχοληθεί με τίποτα άλλο και βυθίστηκε στη μελέτη των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Ύστε­ ρα από δέκα χρόνια μελετών δημοσίευσε το αριστούργημά του, το βιβλίο Δακτυλικά Αποτυπώματα. Δακτυλικά αποτυπώματα βρίσκονται σχεδόν παντού. Ο Γκάλτον κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα δα­ κτυλικά αποτυπώματα κάθε ανθρώπου είναι στατιστικώς μοναδι­ κά. Ήταν μια επανάσταση για την επιστήμη της ιατροδικαστικής σήμανσης. Θυμάμαι πως κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσής μου διαβάζαμε μικρά αποσπάσματα από το βιβλίο του Γκάλτον. Αλλά θυμάμαι και κάτι άλλο: τα δακτυλικά αποτυπώματα εί­ ναι πλανερά και παραπλανητικά. Το πόσο καιρό θα παραμείνουν σε μια επιφάνεια εξαρτάται από πολλούς παράγοντες: από το εί­ δος της επιφάνειας, από το πόσο εκτίθεται στα στοιχεία της φύ­

aoratos186s285.indd 255

11/6/14 10:17:13 AM

256

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

σης, από το πόσο λίπος, λάδι ή αλάτι έχει πάνω της και από πολ­ λά άλλα πράγματα. Δεν έχουμε ιδέα πόσο μπορούν να διατηρη­ θούν και πότε εξαλείφονται. Ένα δακτυλικό μας αποτύπωμα μπο­ ρεί να επιζήσει περισσότερο από εμάς, κάτω από τις πιο αξιοπε­ ρίεργες συνθήκες. Κοιτάζω τον Μπιρκ. «Δεν απάντησες προηγουμένως», μου λέει. Το δακτυλικό μου αποτύπωμα επάνω στο κολιέ χρονολογείται σε πάνω από δεκαπέντε χρόνια. Αν πράγματι έχει παραμείνει εκεί τόσο καιρό, τότε το κολιέ φυλασσόταν σε ένα χώρο όπου προστα­ τευόταν πολύ καλά. Δεν ξέρω τι να πω στον Μπιρκ. «Δεν ξέρω αν έχω δίκιο, αλλά ο Κολ ίσως μπορεί να βοηθή­ σει...» του λέω. Ανοίγει η πόρτα του ασανσέρ και βγαίνω πρώτος. Ο Μπιρκ αναστενάζει.

Ο Πέτερ Ζόραν Κολ κάθεται στην αίθουσα ανακρίσεων 3, στον ίδιο χώρο και στην ίδια καρέκλα όπου καθόμουν κι εγώ πριν από ένα εικοσιτετράωρο. Είναι πιο κοντός απ’ όσο φανταζόμουν. Έχει γωνιώδες πρόσωπο και τα σκούρα μαλλιά του είναι κομμένα σαν των πρωταγωνιστών των αμερικανικών πολεμικών ταινιών. Είναι ευρύστερνος και με τριγωνική πλάτη. Φορά ανοιχτόχρωμο τζιν παντελόνι, κοντομάνικο ξεκούμπωτο πουκάμισο και μπλούζα από μέσα. Στην αίθουσα βρίσκεται και μια αστυφύλακας με γαλάζιο πουκάμισο και γραβάτα. Κοιτάζει καλά καλά τον Κολ, ο οποίος φαίνεται να το διασκεδάζει, αν κρίνω από το βλέμμα του. Φοράει χειροπέδες κι έτσι όπως κουνάει τα χέρια του η αλυσίδα τους σέρ­ νεται και χτυπάει ελαφρά στην επιφάνεια του τραπεζιού. Ο Μπιρκ έχει φέρει ένα ντοσιέ και μια συσκευή μαγνητοφώνη­ σης από το γραφείο του και κάνει νόημα στην αστυφύλακα. Ο Κολ καρφώνει το βλέμμα του πάνω της καθώς αυτή αποχωρεί.

aoratos186s285.indd 256

11/6/14 10:17:13 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

257

«Βλέπεις κάτι ενδιαφέρον, Κολ;» του λέει ο Μπιρκ τραβώντας μια καρέκλα για να καθίσει. «Έχω συνηθίσει να μην αποστρέφω το βλέμμα από τους αν­ θρώπους». Με κοιτάζει. «Ο Λέο Γιούνκερ». «Πολύ σωστά», λέει ο Μπιρκ ανοίγοντας το ντοσιέ του. Κάθο­ μαι με κάποιο δισταγμό δίπλα στον Μπιρκ. «Ο Λέο είναι τώρα εδώ, μαζί μας. Ας κουβεντιάσουμε». Ο Κολ γελάει κοφτά, χλευαστικά. «Κατάλαβες λάθος». «Τι εννοείς;» «Δε μιλάω μαζί σου. Μόνο μαζί του». «Δεν είσαι εσύ αυτός που αποφασίζει εδώ μέσα», λέει ο Μπιρκ ήρεμα. «Κι όμως εγώ αποφασίζω». «Και τι σε κάνει να το πιστεύεις αυτό;» «Ξέρω κάτι που εσείς δεν ξέρετε». «Και τι είναι αυτό;» Ο Κολ χαμογελά. Τα δόντια του είναι λευκά και καθαρά. «Έλαβα οδηγίες να μιλήσω μόνο μαζί του. Μόνοι μας». Κάνει μια κίνηση για να σταυρώσει τα χέρια του, αλλά δεν τα καταφέρ­ νει επειδή τον εμποδίζουν οι χειροπέδες. Σαστίζει προς στιγμήν, γιατί μάλλον είχε ξεχάσει την ύπαρξή τους. «Να μη γίνει ηχογρά­ φηση». «Ποιος σου έδωσε οδηγίες;» ρωτά ο Μπιρκ. «Θα μιλήσω μόνο με τον Λέο». Ο Μπιρκ τον κοιτάζει παρατεταμένα. Ύστερα ρίχνει μια μα­ τιά και σ’ εμένα. «Πέτερ, θα επιστρέψουμε σε λίγο». Βγαίνουμε και η αστυφύλακας ξαναμπαίνει στην αίθουσα για να τον επιτηρεί. Ο Μπιρκ στηρίζεται στον τοίχο και τρίβει τη γέ­ φυρα της μύτης του. Κλείνει σφιχτά τα μάτια του και τα ξανα­ νοίγει.

aoratos186s285.indd 257

11/6/14 10:17:13 AM

258

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Εντάξει», μου λέει. «Αναλαμβάνεις εσύ. Απαιτούμε όμως να επαναληφθεί κατόπιν η ανάκριση από εμένα και μόνο». «Ναι, αλλά δε συμμετέχω επίσημα στην αστυνομική έρευνα». «Γι’ αυτό και θα μείνει μεταξύ μας. Δε λες κουβέντα σε κανέ­ ναν. Κατάλαβες;» «Ναι». Ο Μπιρκ έχει πεισμώσει. «Ωραία λοιπόν».

«Εντάξει», λέω στον Κολ. «Μίλησέ μου». «Τι θες να σου πω;» «Σου είπαν να μιλήσεις μόνο σ’ εμένα. Ποιος σου έδωσε αυτή την οδηγία;» «Βλέπω ότι αγχώνεσαι», λέει ο Κολ. «Ηρέμησε». «Καλά», λέω. «Ας ξεκινήσουμε με κάτι άλλο. Δεν έχω καταλά­ βει με τι ακριβώς ασχολείσαι και πώς βγάζεις το ψωμί σου». «Κάνω πράγματα που μου ζητάνε να κάνω». «Και ποια είναι αυτά;» «Ό,τι μπορείς να φανταστείς». «Όπως, ας πούμε... να σκοτώνεις κόσμο;» «Όχι, δε μου αρέσει να σκοτώνω», λέει ο Κολ. «Τη φορά αυτή όμως σκότωσες, έτσι δεν είναι;» «Ναι». «Γιατί;» «Η οικογένειά μου βρίσκεται στην Τουρκία. Έχω έρθει σε επα­ φή με έναν αστυνομικό διευθυντή εκεί. Αν τον πληρώσω καλά, θα στείλει την οικογένειά μου στη Σουηδία». «Δωροδοκείς έναν Τούρκο αστυνομικό διευθυντή; Αυτό μου λες τώρα; Κατάλαβα σωστά;» Ο Κολ σκυθρωπιάζει. «Όχι ακριβώς. Επικοινώνησα μαζί του πριν από λίγα χρόνια

aoratos186s285.indd 258

11/6/14 10:17:13 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

259

και τον ρώτησα πόσα χρήματα θα έπρεπε να ξοδέψω για να φέ­ ρω την οικογένειά μου στη Σουηδία». Ξεροβήχει. «Τέσσερα εκα­ τομμύρια κορόνες ανά άτομο». «Δεν είσαι από τη Γιουγκοσλαβία;» «Τι σχέση έχει αυτό;» «Αναρωτιέμαι πώς γίνεται οι συγγενείς σου να βρίσκονται στην Τουρκία». «Πήγαν να ζήσουν εκεί. Έχουν φίλους στην Τουρκία. Αλλά ο αδελφός μου έκανε ένα έγκλημα και μπήκε στη φυλακή». «Και οι υπόλοιποι συγγενείς σου; Είναι κι αυτοί φυλακισμένοι;» «Όχι». «Δεν μπορούν να βοηθήσουν τον αδελφό σου;» «Δεν είναι σε θέση να το κάνουν. Δεν έχουν τα απαιτούμενα χρήματα». «Κι έτσι λοιπόν μαζεύεις λεφτά λίγα λίγα». «Ναι». «Διαπράττοντας εγκλήματα». «Ναι». «Στη Σουηδία υπάρχουν ευκολότεροι τρόποι για να αποκτήσει κανείς χρήματα. Δε χρειάζεται να γίνεις εγκληματίας». «Υπάρχουν πράγματι;» λέει ο Κολ σηκώνοντας τα φρύδια του. «Ποιοι είναι αυτοί οι τρόποι;» Δεν έχω καμία πειστική απάντηση να του δώσω. «Πόσα χρήματα έχεις;» «Τώρα πια έχω αρκετά. Γι’ αυτό και δέχτηκα να κάνω ό,τι έκα­ να». «Ο άνθρωπος που σου ανέθεσε την αποστολή γνώριζε την κα­ τάστασή σου;» «Πιστεύω πως ήξερε κάτι για μένα. Όμως δεν είμαι σίγουρος». «Τι σε κάνει να το πιστεύεις;» «Ήταν παράξενο που με προσέγγισε για να μου προσφέρει αυτό ακριβώς που χρειαζόμουν».

aoratos186s285.indd 259

11/6/14 10:17:13 AM

260

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Ήταν πράγματι παράξενο. «Λοιπόν. Ας ανακεφαλαιώσουμε», λέω. «Κάποιος σου αναθέτει μια αποστολή, που την εκτελείς και παίρνεις όλα τα χρήματα που χρειάζεσαι για να φέρεις την οικογένειά σου στη Σουηδία. Σωστά;» «Πολύ σωστά». «Και σου λέει πως μπορείς να μιλήσεις μόνο σ’ εμένα». «Ακριβώς». «Η σύλληψή σου αποτελεί μέρος των οδηγιών που σου έδωσε;» Ο Κολ χασκογελά. «Όχι. Αλλά μου εξήγησε πως αν με μπουζούριαζε η αστυνο­ μία, θα απαιτούσα να μιλήσω αποκλειστικά μαζί σου κι έτσι θα κέρδιζα περισσότερα χρήματα». «Ήταν μέρος της συμφωνίας σας;» «Ναι». «Δε βλέπω να σε αναστατώνει ιδιαίτερα το γεγονός ότι συνε­ λήφθης». «Σίγουρα νιώθω αναστατωμένος, αλλά ξέρω πως θα αποζη­ μιωθώ με το παραπάνω». Δείχνει κάπως προβληματισμένος. «Για να πω την αλήθεια, δε γουστάρω να σκοτώνω κόσμο». Ο Κολ έχει μαλακώσει, το νιώθω, αλλά θα ήταν πολύ πρόωρο να τον ρωτήσω ποιος είναι ο άνθρωπος που του ανέθεσε τη διά­ πραξη του εγκλήματος. Είναι σαν να υπάρχει μια σιωπηρή συμ­ φωνία μεταξύ μας. «Η αποστολή σου ήταν να σκοτώσεις τη Ρεμπέκα Σάλομον στη Στέγη Τσάπμαν». Ο Κολ με κοιτάζει ανέκφραστος. «Δεν άκουσα καμία ερώτηση». «Είναι αλήθεια πως σκότωσες τη Σάλομον;» «Πέθαναν κι άλλοι την ίδια νύχτα;» «Όχι. Εκείνη τη νύχτα δεν πέθανε κανένας άλλος άνθρωπος στη Στέγη Τσάπμαν». «Τότε σίγουρα αυτή σκότωσα».

aoratos186s285.indd 260

11/6/14 10:17:13 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

261

Ομολογία. Έχει περάσει πολύς καιρός από την τελευταία φο­ ρά που έχω ανακρίνει δράστη εγκλήματος, αλλά το συναίσθημα που μου προκαλεί το γεγονός πως έχω αποσπάσει μια ομολογία είναι απίστευτα γνώριμο. Είναι σκέτη ευχαρίστηση. «Πες μου πώς έγινε». «Τι θες να σου πω;» «Η Ρεμπέκα Σάλομον πέθανε λίγο μετά τα μεσάνυχτα, σωστά;» «Δεν κάθισα να βεβαιωθώ πως είχε πεθάνει, αν αναρωτιέσαι σχετικά με αυτό. Δε θέλω να σκοτώνω κόσμο, ξέρω όμως με ποιους τρόπους μπορώ να σκοτώσω έναν άνθρωπο». Χαμογελά. Θέλω πολύ να του ρίξω γροθιά στα μούτρα. «Πες μου τι έκανες εκείνη τη νύχτα». «Γύρω στις έντεκα μπήκα σ’ ένα διαμέρισμα που βρίσκεται απέ­ ναντι από τη Στέγη Τσάπμαν. Ήξερα πως η γυναίκα ήταν από τις πρώτες που πήγαιναν εκεί κι έτσι φρόντισα να βρίσκομαι έγκαιρα στο πόστο μου. Το διαμέρισμα είναι στο δεύτερο όροφο κι έχει δυο παράθυρα που βλέπουν στο δρόμο, χωρίς κουρτίνες. Άραξα εκεί και περίμενα κοιτάζοντας προς τα παράθυρα της Στέγης. Έβλεπα το υπνοδωμάτιο κι ένα μέρος των υπόλοιπων χώρων. Περίμενα να γυρίσει η Ρεμπέκα και να πάει να ξαπλώσει σ’ ένα κρεβάτι». «Ποιος είναι ο ιδιοκτήτης του διαμερίσματος;» «Δεν ξέρω. Δεν υπήρχαν έπιπλα. Μου δημιουργήθηκε η εντύ­ πωση πως ο ένοικος έφυγε πρόσφατα. Υπάρχει ακόμα το όνομα στην πόρτα». «Ποιο είναι το όνομα;» «Κ. Ίγκρεν». «Με ύψιλον ή με γιώτα;» «Με γιώτα». «Πώς κατάφερες να μπεις στο διαμέρισμα;» «Ήταν μέρος της δουλειάς. Πήρα τα χρήματα, πήρα και το κλειδί».

aoratos186s285.indd 261

11/6/14 10:17:13 AM

262

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Από πού πήρες το κλειδί;» «Από μια ταχυδρομική θυρίδα. Ανέκαθεν χρησιμοποιούσα τα­ χυδρομικές θυρίδες». «Πόση ώρα έμεινες στο διαμέρισμα;» «Έμεινα ώσπου είδα τη Ρεμπέκα να επιστρέφει στη Στέγη. Πε­ ρίμενα μέχρι να ξαπλώσει». «Είχε μαζί της τσάντα ή κάτι άλλο;» Ο Κολ κουνά το κεφάλι του αρνητικά. «Παρακολουθούσα την είσοδο της πολυκατοικίας και έλεγχα ποιοι μπαινόβγαιναν. Δεν ήταν και πολύ δύσκολο να καταλάβω ποιοι πήγαιναν στη Στέγη και ποιοι όχι: οι πρεζάκηδες κι οι που­ τάνες φαίνονται από μακριά. Τις προηγούμενες μέρες είχα κάνει αναγνώριση εδάφους, όπως λέμε. Ήξερα πως η γυναίκα αυτή κοι­ μόταν συνήθως εκεί, ήξερα ότι η πόρτα ήταν ξεκλείδωτη κι ότι το παράθυρο άνοιγε μ’ ένα απλό τράβηγμα του σύρτη. Ήξερα πως η κυρά που φροντίζει τη Στέγη ξεκινά τη νύχτα της πλένοντας πιά­ τα και επομένως θα καλύπτονταν οι θόρυβοι. Η Ρεμπέκα έφτασε εκεί νωρίτερα απ’ όσο περίμενα. Αποκλείεται να ήταν μετά τα με­ σάνυχτα. Ήταν τόσο λιώμα, που δεν μπορούσε να σταθεί στα πό­ δια της. Μάλλον της ερχόταν να ξεράσει, γιατί την είδα να σκε­ πάζει με το χέρι το στόμα της και να τρέμει. Μετά ξάπλωσε σ’ ένα κρεβάτι. Περίμενα λίγη ώρα πριν φύγω από το διαμέρισμα. Δεν ήθελα να αργήσω πολύ επειδή ήθελα να γίνει η δουλειά πριν πλα­ κώσουν κι άλλοι στη Στέγη. Κατάλαβες;» «Κατάλαβα». «Το μόνο που είχα να κάνω ήταν να βγω έξω, να διασχίσω το δρό­ μο και να μπω στη Στέγη. Η κυρά ήταν στην κουζίνα κι έκανε τη λά­ ντζα. Πέρασα από πίσω της, μπήκα στο υπνοδωμάτιο, φύτεψα μια σφαίρα στον κρόταφο της γυναίκας κι έβαλα το κόσμημα στο χέρι της. Βγήκα από το παράθυρο και πήδηξα κάτω, στο δρόμο». «Πες μου για το κόσμημα». «Εκνευριστική φάση. Δεν ήξερα για το κόσμημα από πριν. Το

aoratos186s285.indd 262

11/6/14 10:17:13 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

263

βρήκα την ίδια μέρα στην ταχυδρομική θυρίδα, μέσα σε ένα φά­ κελο μ’ ένα κίτρινο χαρτί κολλημένο πάνω του. Ήταν ένα σημείω­ μα που έγραφε να βάλω το κόσμημα στο χέρι της γυναίκας». «Έχεις κρατήσει το φάκελο;» «Όχι βέβαια». «Τι κόσμημα ήταν;» «Κολιέ. Δεν έδωσα ιδιαίτερη σημασία». «Όταν έφυγες από τη Στέγη Τσάπμαν, συνάντησες κανέναν στο δρόμο;» «Στη Στοκχόλμη βρισκόμαστε. Σίγουρα συνάντησα κόσμο». «Ποιους;» «Δεν ξέρω. Δεν μπορώ να πω ότι παρατηρούσα τον κόσμο που έβλεπα στο δρόμο». «Τι ρούχα φορούσες;» «Τι πράγμα;» «Πώς ήσουν ντυμένος;» «Γιατί ρωτάς;» «Απάντησέ μου». «Μαύρο τζιν παντελόνι, μαύρο σακάκι, γκρίζο πουκάμισο». Σύμφωνα με τις καταθέσεις των μαρτύρων, λέει την αλήθεια. Ο Κολ με παρατηρεί καθώς κουνώ αλλεπάλληλες φορές το κεφά­ λι. Σταματώ να το κάνω. «Τι έκανες όταν έφυγες από τη Στέγη Τσάπμαν;» «Γύρισα στο σπίτι μου». «Πού είναι το σπίτι σου;» «Έχω μια γκαρσονιέρα στο Βέστρα Σκουγκ». «Ήσουν λοιπόν στην Κούνσχολμ, αλλά μένεις στα προάστια, στο Βέστρα Σκουγκ. Πήγες με συγκοινωνία στο σπίτι σου; Πήρες το μετρό;» «Ναι». «Από ποιους δρόμους πέρασες όταν έφυγες από τη Στέγη Τσάπμαν;»

aoratos186s285.indd 263

11/6/14 10:17:13 AM

264

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Έχει σημασία;» «Ναι». «Πήγα στην οδό Νορ Μέλαρστραντ και πήρα τον πρώτο δρό­ μο αριστερά. Νομίζω πως είναι η οδός Πόλεμ». «Ακριβώς». «Ύστερα μπήκα σ’ έναν άλλο δρόμο, που δεν ξέρω πώς λέγε­ ται, και μετά πήρα την οδό Πιλ και προχώρησα ώσπου έφτασα στην οδό Μπεργ. Μετά πήγα προς τα δεξιά κι έφτασα στο σταθ­ μό του μετρό στο δημαρχείο». Ο Μπιρκ μού έχει πει ότι ένας σημαντικός για την υπόθεση μάρτυρας είδε τον Κολ στη διασταύρωση των οδών Μπεργ και Πιλ. Αυτό σημαίνει πως ο Κολ πέρασε πράγματι από εκεί. «Πηγαίνεις συχνά στο μπαρ “Marcus”, στην οδό Πιλ;» «Έχουν καλά ισπανικά λικέρ. Έπινα με τον πατέρα μου ισπα­ νικό λικέρ. Στην πόλη όπου γεννήθηκα υπήρχε ένα μπαρ που εί­ χε πολλά τέτοια λικέρ κι ο πατέρας μου αγόραζε κι έφερνε στο σπίτι. Μου αρέσει το ισπανικό λικέρ». «Αυτό σημαίνει ναι;» «Ναι». «Ξέρεις την μπαργούμαν;» «Όχι». «Εκείνη όμως σε αναγνώρισε. Για ποιο λόγο άραγε;» «Τι στο διάολο νομίζεις; Με αναγνώρισε επειδή προφανώς συ­ χνάζω εκεί». «Ξέρει και το όνομά σου». Ο Κολ σηκώνει τους ώμους του. «Πληρώνω πάντα με μετρητά. Αλλά κάποια στιγμή θα της εί­ πα το όνομά μου». Αυτές ακριβώς τις λεπτομέρειες χρειάζεται ο Μπιρκ. Έχει πια απαντηθεί το ερώτημα του ποιος δολοφόνησε τη Ρεμπέκα Σάλο­ μον. Από τυπική άποψη, η αστυνομία έχει στα χέρια της όλα τα αποδεικτικά στοιχεία. Παραμένει όμως το ερώτημα του ποιος εί­

aoratos186s285.indd 264

11/6/14 10:17:13 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

265

ναι ο ηθικός αυτουργός. Κι έτσι βρίσκομαι σε σύγχυση αντί να αι­ σθάνομαι την έξαψη και το ξαλάφρωμα της επιτυχίας, όπως μου συνέβαινε πιο παλιά σε παρόμοιες περιπτώσεις. «Ο άνθρωπος που σου έδωσε τις οδηγίες για το κολιέ είναι ο ίδιος που σου ανέθεσε να σκοτώσεις τη Ρεμπέκα Σάλομον». «Πολύ σωστά». «Για ποιο λόγο;» «Τι εννοείς;» «Για ποιο λόγο σού ανέθεσε να τα κάνεις όλα αυτά;» «Δε συνηθίζω να κάνω τέτοιες ερωτήσεις. Γι’ αυτό και με προ­ σλαμβάνουν άλλωστε. Όμως αυτή τη φορά... κάτι μου βρομούσε. Πιστεύω πως η Ρεμπέκα είδε κάτι που δεν έπρεπε να είχε δει ή άκουσε κάτι που δεν έπρεπε να είχε ακούσει». «Τι σε κάνει να το πιστεύεις;» «Έκανα κάποιες ερωτήσεις δεξιά κι αριστερά. Υπήρχε μεγά­ λη διακριτικότητα και εχεμύθεια για το ζήτημα. Οι περισσότεροι δεν είχαν ιδέα». «Κατάλαβες πως η γυναίκα ήξερε κάτι. Για ποιο θέμα;» «Δεν ξέρω». «Δε σε πιστεύω. Κάτι ξέρεις. Γιατί μου το κρύβεις;» «Δεν μπορεί να μιλάει κανείς για τέτοια ζητήματα, εντάξει; Καταλαβαίνεις τι εννοώ;» «Όχι». Ο Κολ κουνάει το κεφάλι του κι αφήνει ένα βαθύ αναστεναγ­ μό. «Έχω την εντύπωση πως η Ρεμπέκα έμαθε με κάποιο τρόπο το πραγματικό του όνομα. Έμαθε ποιος είναι». «Έμαθε ποιος είναι ο άνθρωπος που σου ανέθεσε τη δουλειά;» «Ναι. Κυκλοφόρησε μια φήμη, και είμαι σχεδόν σίγουρος πως αυτή είναι η αλήθεια, ότι η γυναίκα γνώριζε έναν άντρα που είχε βοηθηθεί πριν από λίγο καιρό από τον άνθρωπο που μου ανέθεσε να τη σκοτώσω. Μη με ρωτάς πώς το έμαθε η Ρεμπέκα. Και ξέρεις

aoratos186s285.indd 265

11/6/14 10:17:13 AM

266

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

πώς είναι οι πουτάνες που καταλήγουν στη Στέγη Τσάπμαν. Δεν έχουν ούτε χρήματα ούτε τίποτα. Πιστεύω λοιπόν πως τον απείλη­ σε, πως του είπε ότι θα αποκάλυπτε το πραγματικό του όνομα». «Του είπε πως θα πήγαινε στην αστυνομία;» «Πού αλλού θα πήγαινε;» Ο Κολ τινάζει νευρικά τα χέρια του. «Μιλάω πάρα πολύ. Δε θέλω να πω τίποτα άλλο». «Μόνο ένα πράγμα ακόμα», του λέω. «Γιατί σου έδωσε οδη­γίες να μιλήσεις αποκλειστικά μαζί μου;» «Μου είπε πως θα καταλάβεις για ποιο λόγο». «Δεν καταλαβαίνω», του λέω, αλλά ταυτόχρονα αισθάνομαι ανακούφιση: αν ο Κολ έχει δίκιο σ’ αυτά που λέει, τότε η Ρεμπέ­ κα δεν πέθανε εξαιτίας μου. «Το αν καταλαβαίνεις ή όχι είναι δικό σου πρόβλημα». «Πώς είπε ο ίδιος πως τον λένε;» «Ντάνιελ Μπέργκρεν». «Αυτό είναι το όνομα που έμαθε η Σάλομον;» «Όχι, όχι. Το Μπέργκρεν είναι ψευδώνυμο. Αν κατάλαβα σω­ στά, η Ρεμπέκα έμαθε το πραγματικό του όνομα». Ντάνιελ Μπέργκρεν. Είναι αρκετά συνηθισμένο ώστε να υπάρ­ χουν πολλοί με το ίδιο ονοματεπώνυμο και επομένως να δυσκο­ λεύεσαι να βρεις τον άνθρωπο που γυρεύεις. Αλλά δεν είναι τόσο συνηθισμένο ώστε να έχεις την εντύπωση ότι είναι ένα όνομα που το επέλεξε συνειδητά ένας άνθρωπος που προσπαθεί να κρυφτεί. Είναι διαλεγμένο ύστερα από σκέψη. Κομψά διαλεγμένο. Φέρει την υπογραφή του Γκριμ. «Έμαθε το πραγματικό του όνομα;» «Ναι». «Εσύ... δεν το ξέρεις;» «Δεν έχω ιδέα ποιο είναι». Δεν μπορεί να χρησιμοποιεί το Τζον Γκρίμπεργ. Αυτό το έχει αφήσει στα αζήτητα εδώ και πολλά χρόνια. Πρέπει να χρησιμο­ ποιεί ένα τρίτο όνομα, ένα όνομα που δε γνωρίζω.

aoratos186s285.indd 266

11/6/14 10:17:13 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

267

«Τι ξέρεις γι’ αυτόν;» «Ελάχιστα πράγματα. Κινείται πολύ υπόγεια. Βοηθά ορισμέ­ νους να αποκτήσουν νέο όνομα. Τους φτιάχνει ταυτότητες». «Θα σου έφτιαχνε κι εσένα μία;» «Όχι. Προσφέρθηκε, αλλά εγώ είχα ανάγκη από χρήματα. Γι’ αυτό άλλωστε έκανα τη δουλειά». Σκύβει προς το μέρος μου. «Δεν τον γούσταρα τον τύπο. Και βλέπω τώρα φόβο στο βλέμμα σου. Είμαι καλός σ’ αυτά. Δε μου αρέσει όταν τα πράγματα δεν κυλά­ νε σύμφωνα με το σχέδιο. Όλα πρέπει να ξεκαθαρίζονται από την αρχή, γιατί αλλιώς η φάση είναι αντιεπαγγελματική. Είχα υπολο­ γίσει και την παραμικρή λεπτομέρεια και ξαφνικά μου εμφανίζε­ ται το γαμημένο το κολιέ. Με καθυστέρησε. Αν δεν υπήρχε το κο­ λιέ στη μέση, δε θα με είχαν συλλάβει. Γι’ αυτό και έχω να σου δώσω ένα μικρό στοιχείο». Σωπαίνει. «Θα μου το πεις;» «Δεν πρόκειται να τον βρεις. Υπάρχουν πάμπολλοι Ντάνιελ Μπέργκρεν. Λοιπόν...» λέει, συνεχίζοντας ψιθυριστά, «βρες τον Γιόζεφ Άμπελ. Ένας γέρος είναι. Θα σε βοηθήσει». Ρίχνει μια φευ­ γαλέα ματιά προς την πόρτα πίσω μου. «Αλλά αυτό δε θα το πω στο συνάδελφό σου. Είναι κάτι που δεν πρέπει να ηχογραφηθεί». «Γιόζεφ Άμπελ», λέω. «Πώς θα τον βρω;» «Πήγαινε στο Άλμπι. Ρώτα εκεί στη γύρα. Υπάρχει μόνο ένας Γιόζεφ Άμπελ. Είναι ο Άφωνος Άνθρωπος». Ο Κολ δείχνει ένα στιγμιαίο δισταγμό. «Και σου το λέω αυτό γιατί δε γουστάρω τον Ντάνιελ Μπέργκρεν. Με πιάνεις;» Τον κοιτάζω κατάματα. «Μήπως ο Μπέργκρεν σε δασκάλεψε να μου δώσεις αυτή ακρι­ βώς την πληροφορία; Μήπως αποτελεί μέρος του σκηνικού;» Ο Κολ χαμογελά. «Δεν είσαι χαζός», μου λέει. «Αυτό σημαίνει πως έχω δίκιο;»

aoratos186s285.indd 267

11/6/14 10:17:13 AM

268

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Το να είσαι έξυπνος δε σημαίνει πως έχεις και δίκιο». «Δεν έχω δίκιο στη συγκεκριμένη περίπτωση;» «Είναι τόσο σημαντικό να έχεις δίκιο;» Ναι, σκέφτομαι. Αισθάνομαι πως υπάρχει ένας άνθρωπος που με παρακολουθεί διαρκώς. Είναι σαν να ακολουθώ ένα αόρατο νήμα που με οδηγεί σε παγίδα. Ο Κολ έχει δίκιο. Μ’ έχει κυριεύ­ σει ο φόβος. «Δεν έχω δίκιο;» ρωτάω ξανά, προσπαθώντας να κρύψω το τρέ­ μουλο των χεριών μου. «Τον προδίνεις ή απλώς πρόκειται για άλ­ λη μία οδηγία που σου έχει δώσει;» «Ποιος ξέρει», αποκρίνεται ο Κολ. Συνεχίζω να τον πιέζω, αλλά αρνείται να πει οτιδήποτε άλλο. Τον αρπάζω απ’ το πουλόβερ και σηκώνω τη γροθιά μου μπρο­ στά στο πρόσωπό του για να τον ζορίσω. Αλλά δεν προφταίνω να κάνω τίποτα άλλο. Η πόρτα πίσω μου ανοίγει διάπλατα. Ο Μπιρκ μπαίνει μέσα ακάθεκτος και μ’ αρπάζει. Είναι πολύ πιο δυνατός από μένα.

aoratos186s285.indd 268

11/6/14 10:17:13 AM

XXI

ΤΗ ΔΕΥΤΕΡΑ ΕΚΕΙΝΗ, τέλη Αυγούστου, ήμουν έξω από την καγκε­

λόπορτα του λυκείου του Ρένινιε και περίμενα τον Γκριμ. Ήταν όμορφη μέρα. Ο Γκριμ μού είχε πει πως θα ερχόταν στο μάθημα που είχαμε την πρώτη ώρα. Άκουσα μια φωνή πίσω μου. «Λέο...» Ήταν η Τζούλια. «Γεια σου, Τζούλια». «Σου τηλεφώνησα χτες». «Αλήθεια;» έκανα έκπληκτος. «Δεν απάντησε κανείς». Δε θυμόμουν να είχε χτυπήσει το τηλέφωνο, αλλά έτσι κι αλλιώς το Σαββατοκύριακο για μένα είχε κυλήσει μέσα στη θολούρα. «Παράξενο», είπα. Αρχίσαμε να περπατάμε σιωπηλοί. Η σιωπή με βοηθούσε να ελέγχω την κατάσταση, να νιώθω πως όλα ήταν μια χαρά. «Θυμάσαι τον Τιμ;» με ρώτησε η Τζούλια. «Σου έχω ξαναμι­ λήσει γι’ αυτόν. Τον είδα την Παρασκευή». «Πού;» «Στο Σάλεμ, καθώς γυρνούσαμε στο σπίτι. Αλλά ήταν μακριά κι ήμουν μεθυσμένη». «Πώς ένιωσες που... τον είδες; Εννοώ... ύστερα από τόσο και­ ρό...»

aoratos186s285.indd 269

11/6/14 10:17:14 AM

270

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Καλά ένιωσα, νομίζω. Αισθάνομαι όμορφα που γύρισε στο Σάλεμ, παρόλο που δεν ήμασταν και τόσο κολλητοί το τελευταίο διάστημα της φιλίας μας». «Ωραία λοιπόν», είπα. «Πρέπει να σου μιλήσω», είπε η Τζούλια σταματώντας απότο­ μα. «Θέλω να σου μιλήσω για δύο λόγους. Ο ένας είναι πως ο Τζον ξέρει ήδη για μας. Τουλάχιστον έτσι πιστεύω. Ο άλλος λόγος εί­ ναι πως...» Κοίταξε το ρολόι της. «Έχω αγγλικά τώρα». «Εγώ έχω θρησκευτικά. Μπορούμε να πάμε μαζί προς τα εκεί;» Καθώς συνεχίσαμε να προχωράμε, είδα τον Τιμ, που βρισκό­ ταν λίγο πιο μπροστά μας κι έμπαινε εκείνη τη στιγμή στο σχο­ λείο. Πρέπει να ήταν η πρώτη του μέρα στο σχολείο μας. Μου φά­ νηκε πολύ νευρικός, αλλά μάλλον ήταν αγχωμένος επειδή είχε αρ­ γήσει. Αισθάνθηκα σφίξιμο στο στομάχι βλέποντάς τον. Υπέθεσα πως το ένα του μάτι θα ήταν μελανό από τη γροθιά μου, αλλά σί­ γουρα θα πονούσε και στην κοιλιά. Θα τον πονούσαν τα πλευρά του και τα αχαμνά του. Αλλά θα υπήρχε κι ο αόρατος πόνος της καρδιάς. Η Τζούλια δεν τον είδε. Όταν φτάσαμε στη μέση του προαυ­ λίου, μου έπιασε το χέρι και δε μου το άφησε παρά μόνο όταν χω­ ρίσαμε στο διάδρομο. Μας είδαν πολλοί συμμαθητές, αλλά όχι ο Γκριμ. Εκείνη τη στιγμή, βέβαια, δεν έδινα δεκάρα για το αν θα μας έβλεπε ο Γκριμ.

Μερικές φορές το διάλειμμα για το μεσημεριανό φαγητό δεν κρα­ τούσε πάνω από σαράντα πέντε λεπτά. Συνήθως όμως κρατούσε μιάμιση ώρα. Δε γευματίζαμε στο σχολείο, αλλά σε μια καντίνα ένα τετράγωνο μακριά από το σχολείο. Εκεί καπνίζαμε κιόλας κι ακούγαμε μουσική. Εκείνη τη μέρα πήγαμε με την Τζούλια και φάγαμε στην καντίνα. Κουβεντιάσαμε για το πάρτι στο γήπεδο. Η Τζούλια μού είπε πως είχε αρχίσει να νιώθει ναυτία όταν έλειπα

aoratos186s285.indd 270

11/6/14 10:17:14 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

271

κι ήθελε να με περιμένει, αλλά ο Γκριμ την πήρε με το ζόρι και γύ­ ρισαν στο σπίτι τους. Σ’ όλο το δρόμο η Τζούλια ξερνούσε. «Έπινες πολύ γρήγορα», της είπα. «Ήμουν νευρική», μουρμούρισε. «Τι έγινε αφότου φύγαμε;» «Τίποτα», αποκρίθηκα. Ήπια μια γουλιά από το αναψυκτικό μου. «Γύρισα κι εγώ στο σπίτι». Το ντουλάπι μου στο σχολείο βρισκόταν σε διαμετρικά αντί­ θετο σημείο από το ντουλάπι της Τζούλια. Πήγαμε προς το δικό μου ντουλάπι. Στο διάδρομο κυκλοφορούσαν πολύ λίγοι μαθητές. Ήταν μια ηλιόλουστη μέρα κι είχαμε ακόμα μπροστά μας είκοσι λεπτά διά­ λειμμα. Μερικοί μαθητές στέκονταν μπροστά στα ντουλάπια τους, ενώ άλλοι κάθονταν στους φθαρμένους ξύλινους πάγκους. Η τη­ λεόραση στην αίθουσα αναμονής ήταν σπασμένη. Η οθόνη της είχε γίνει θρύψαλα κατά τη διάρκεια ενός καβγά την άνοιξη. Έδειξα στην Τζούλια το ντουλάπι μου. Κοίταξε το νούμερό του για να το μάθει απέξω και με παρακάλεσε να το ανοίξω. «Γιατί;» τη ρώτησα. «Θέλω να δω τι έχεις μέσα». «Δεν είναι τακτοποιημένο». «Δεν πειράζει». Ξεκλείδωσα το λουκέτο και το έβγαλα. Άνοιξα το ντουλάπι και κοίταξα μέσα για να δω πόσο ασυγύριστο ήταν. Εκείνη τη στιγμή άκουσα μια κραυγή και τη φωνή της Τζούλια. «Πρόσεχε, Λέο!» Με άρπαξε βίαια από τον ώμο για να με σπρώξει. Πρόφτασα να δω τα μάτια της έτσι όπως στράφηκα απότομα –ένα κρυστάλ­ λινο ζεστό βλέμμα– κι αμέσως μετά ακούστηκε ένας εκκωφαντι­ κός κρότος. Η Τζούλια σφίχτηκε πάνω μου, αλλά μέσα σε λίγες στιγμές τα χέρια της χαλάρωσαν κι άφησε έναν αδύναμο αναστε­ ναγμό. Οι μαθητές γύρω μας φώναζαν. Άκουσα ένα μεταλλικό ήχο.

aoratos186s285.indd 271

11/6/14 10:17:14 AM

272

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Σήκωσα το βλέμμα και είδα λίγα μέτρα πιο πέρα τον Τιμ Νορ­ ντίν να στέκεται με άδεια άτονα χέρια. Στο πάτωμα μπροστά του ήταν πεσμένο ένα πιστόλι. Ο Τιμ με κοίταζε. Το μωλωπισμένο μάτι του φαινόταν από μακριά. Μου γύρισε την πλάτη κι έφυγε τρέχοντας. Τον είδα να απομακρύνεται στο διάδρομο και να κα­ τεβαίνει τα σκαλιά. Κοίταξα ολόγυρα προσπαθώντας να καταλά­ βω τι είχε συμβεί. Δεν είχα συνδέσει το πιστόλι με τον κρότο που είχα ακούσει. Η Τζούλια σωριάστηκε στο δάπεδο. Όλοι πάγω­ σαν. Μου ήρθε στη μύτη μυρωδιά καπνού. Δεν μπορούσα να μιλήσω και δεν ήξερα τι να κάνω. Σήκωσα την Τζούλια και την αγκάλιασα. Της πίεσα όσο πιο πολύ μπορού­ σα το τραύμα που είχε στην πλάτη, προσπαθώντας να σταματή­ σω την αιμορραγία. Το αίμα της κυλούσε κυματιστά ανάμεσα από τα δάχτυλά μου. Αφουγκράστηκα την καρδιά της. Στην αρχή χτυ­ πούσε γρήγορα και δυνατά, αλλά μέσα σε λίγες στιγμές άρχισε να εξασθενεί. Νομίζω πως δεν έκλαψα.

Δε θυμάμαι τι έγινε αμέσως μετά. Δεν ξέρω πώς βρέθηκα στο νο­ σοκομείο της Σεντερτέλιε, πάντως δεν έφτασα εκεί με ασθενοφό­ ρο. Η Τζούλια είχε πυροβοληθεί στην πλάτη, στην περιοχή της καρδιάς. Έτσι μου είχε φανεί εμένα, αλλά ήταν δύσκολο να πεις πού ακριβώς ήταν το τραύμα μ’ όλη αυτή την πλημμύρα αίματος. Το ασθενοφόρο έφτασε στο σχολείο μέσα σε ελάχιστα λεπτά κι αυτό ακριβώς ήταν που έδωσε σε όλους μας ελπίδες. Μας το είπε μάλιστα και η Ουλρίκα, η σχολική νοσοκόμα. Είχε έρθει εκεί που ήμουν με την Τζούλια πριν φτάσει το ασθενοφόρο. Η Ουλρίκα πήρε την Τζούλια από την αγκαλιά μου κι αμέσως μετά ακούσαμε τη σειρήνα του ασθενοφόρου. Η Τζούλια ανέπνεε με δυσκολία και το πρόσωπό της ήταν κατάχλομο. Το παντελόνι μου ήταν γεμάτο αίματα.

aoratos186s285.indd 272

11/6/14 10:17:14 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

273

Βρισκόμουν στο νοσοκομείο όταν άνοιξα τα μάτια μου. Κάπου εκεί κοντά ήταν ο Γκριμ. Ήταν και η Ντιάνα με τον Κλας. Η Τζούλια ήταν στο χειρουργείο. Η σφαίρα δεν την είχε πετύχει στην καρδιά, αλλά είχε κόψει κεντρικές αρτηρίες. Οι χειρούργοι έβαζαν τα δυνατά τους, όμως η Τζούλια είχε χάσει πολύ αίμα και δεν ήταν καθόλου σίγουρο πως θα άντεχε. Ήθελε να μου μιλήσει μια αστυνομικός που ονομαζόταν Τζέ­ νιφερ Ντέιβιντσον και ήταν προϊσταμένη αστυνομίας του Τμήμα­ τος Ανθρωποκτονιών. Με ρώτησε αν μπορούσε να μου κάνει ορι­ σμένες ερωτήσεις. Ελάχιστες λεπτομέρειες θυμάμαι από αυτή τη συνομιλία. Της είπα πως η αστυνομία είχε φτάσει πολύ γρήγορα. Η Ντέιβιντσον είπε πως ο Τιμ Νορντίν είχε φύγει από το σχολείο και είχε πάει μόνος του να παραδοθεί στο αστυνομικό τμήμα του Ρένινιε. Είχε ομολογήσει την πράξη του λέγοντας στους αστυνο­ μικούς πως είχε πυροβολήσει λάθος άνθρωπο. «Ο Νορντίν είπε πως προσπάθησε να πετύχει... εσένα», άρχι­ σε να λέει διστακτικά η Ντέιβιντσον. «Ξέρεις για ποιο λόγο;» «Τον παρενοχλούσα και τον χτυπούσα», της εξήγησα. Μέσα μου ήξερα πως του είχα κάνει κάτι ακόμα χειρότερο, αλλά εκείνη τη στιγμή δεν είχα το κουράγιο να το αναφέρω. «Αυτό όμως δε δικαιολογεί τη δική του πράξη», είπε η Ντέιβι­ ντσον. Έβαλε το χέρι της στον ώμο μου, στο ίδιο σημείο όπου με είχε πιάσει η Τζούλια για να με σπρώξει. Της το χτύπησα ελαφρά και μ’ άφησε. «Θα δω μήπως μπορώ να σου βρω άλλα ρούχα να φορέσεις», είπε χαμηλόφωνα. Φορούσα ακόμα το τζιν παντελόνι και το πουλόβερ μου, και τα δύο με ξεραμένο αίμα πάνω τους. Η Ντέιβιντσον με κοίταξε κατάματα. «Μάλλον σου έσωσε τη ζωή η Τζούλια. Και ίσως να έχεις σώ­ σει τη δική της». Δεν πρόσθεσε τίποτα άλλο.

aoratos186s285.indd 273

11/6/14 10:17:14 AM

274

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Ύστερα από εκείνη τη μέρα δεν κατάφερα ποτέ να συμφιλιωθώ με τα φώτα και τους ήχους των νοσοκομείων. Καθόμουν και πε­ ρίμενα τους γονείς μου σε μια αίθουσα αναμονής και μου φαινό­ ταν παράλογο που το νοσοκομείο αποτελούσε συνηθισμένο χώρο εργασίας. Έρχονταν εργαζόμενοι, άλλαζαν ρούχα, δούλευαν, άλ­ λαζαν ξανά ρούχα και γυρνούσαν στα σπίτια τους για να μαγειρέ­ ψουν φαγητό στα παιδιά τους και να δουν τηλεόραση. Ένα συνη­ θισμένο εργοστάσιο. Μου φαινόταν παράλογο που είχαν στα χέ­ ρια τους ανθρώπινες ζωές. Η αστυνομικός μού βρήκε παντελόνι, ένα ζευγάρι μαλακά αθλη­ τικά παπούτσια και μια πολύ φαρδιά μπλούζα. Έμαθα πως το σχο­ λείο είχε κλείσει. Υπήρχε μια διάχυτη ανησυχία – νόμιζαν πως ο Τιμ Νορντίν μπορεί να είχε συνένοχο και πως υπήρχε κίνδυνος να πε­ θάνει κόσμος. Η αστυνομία διαβεβαίωσε τους πάντες πως δεν υπήρ­ χαν ενδείξεις για κάτι τέτοιο. Παρ’ όλα αυτά το σχολείο έκλεισε. Μια νοσοκόμα με οδήγησε σε μια αίθουσα ιατρικών εξετά­ σεων, μου μέτρησε το σφυγμό και την πίεση κι έκανε ένα γενικό έλεγχο για να δει αν ήμουν σωματικά καλά. Ύστερα μου είπε πως θα ερχόταν σύντομα κάποιος να μου μιλήσει. «Για ποιο θέμα;» «Θα σε πληροφορήσει για κάποια πράγματα που χρειάζεται να ξέρεις ώστε να διευκολυνθεί η ζωή σου έπειτα από όσα συνέ­ βησαν και από όσα πέρασες». «Ναι... εντάξει». Δε σηκώθηκα από την πολυθρόνα. Η νοσοκόμα έφυγε. Η Τζούλια βρισκόταν ήδη δύο ώρες στο χειρουργείο. Ύστερα από λίγο άνοιξε η πόρτα και μπήκαν φουριόζοι μέσα οι γονείς μου μα­ ζί με τον αδελφό μου. Με ρώτησαν τι είχε συμβεί. Δεν τους είπα και πολλά πράγματα. Η πόρτα άνοιξε και πάλι και μπήκε ένας ασπρομάλλης κύριος. Τους παρακάλεσε να με αφήσουν προσω­ ρινά στην ησυχία μου και να μιλήσουν με τους αστυνομικούς. Βε­ βαιώθηκαν πως δεν ήμουν τραυματισμένος και βγήκαν έξω.

wWw.Greekleech.info

aoratos186s285.indd 274

11/6/14 10:17:14 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

275

Ο κύριος ήταν ψυχολόγος και μου έκανε κάποιες διακριτικές ερωτήσεις. Του απάντησα όσο καλύτερα μπορούσα γιατί μου άρε­ σε η στάση του. Μου έδωσε ορισμένα ενημερωτικά φυλλάδια και μου είπε πως θα επέστρεφε αργότερα να με δει. «Μήπως ξέρετε πώς είναι η Τζούλια;» τον ρώτησα. «Όχι». Αναρωτήθηκα αν τον είχα ξαναρωτήσει. Ρωτούσα όλους όσους έβλεπα μπροστά μου.

Και πάλι στην αίθουσα αναμονής. Είχαν περάσει τρεις ώρες από τη στιγμή που είχε ξεκινήσει η εγχείρηση της Τζούλια και δεν είχαμε τίποτα νεότερο. Περνούσαν διαρκώς μπροστά από τα μάτια μου οι σκηνές που είχαν εκτυλιχθεί στο διάδρομο του σχολείου. Ο πυροβολισμός αντηχούσε ξανά στο κεφάλι μου. Μου είχε μείνει η αίσθηση της ζεστασιάς του αίματός της στα χέρια μου. Κάποιος κάθισε αθόρυβα στη διπλανή καρέκλα. Γύρισα να κοιτάξω. «Γεια σου», είπε ο Γκριμ. «Άκουσες κάτι;» τον ρώτησα. «Όχι για την Τζούλια». Η φωνή του ήταν απόμακρη, είχε μια σχεδόν μεταλλική χροιά. Σήκωσε το βλέμμα να κοιτάξει το ρολόι στον τοίχο. «Είναι ακόμα στο χειρουργείο. Έμαθα όμως κάτι άλ­ λο». Απέφευγε να με κοιτάξει. «Πως ο Νορντίν ήθελε να πυροβο­ λήσει εσένα». Χαμήλωσα το βλέμμα μου στα χέρια του. Ήταν σφιχτά κλει­ σμένα, δυο γροθιές. «Είναι αλήθεια;» «Νομίζω ναι». «Γιατί ήθελε να σε σκοτώσει;» Δεν του απάντησα.

aoratos186s285.indd 275

11/6/14 10:17:14 AM

276

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Αν αποδειχτεί πως ο Νορντίν έκανε ό,τι έκανε εξαιτίας σου και η Τζούλια πεθάνει, δεν πρόκειται να σε συγχωρέσω ποτέ». «Το καταλαβαίνω», είπα κοιτάζοντας τα χέρια μου. «Εσύ και η Τζούλια... είχατε σχέση, έτσι δεν είναι;» «Ναι». Κούνησε το κεφάλι του. Μιάμιση ώρα αργότερα η Τζούλια Γκρίμπεργ έφυγε από τη ζωή πάνω στο χειρουργικό τραπέζι. Στις πέντε και είκοσι επτά το απόγευμα, όπως δηλώθηκε επίσημα.

aoratos186s285.indd 276

11/6/14 10:17:14 AM

XXII

Ο ΤΙΜ ΝΟΡΝΤΙΝ ΗΘΕΛΕ να σκοτώσει εμένα και είχε αστοχήσει.

Καταδικάστηκε για απόπειρα δολοφονίας, ανθρωποκτονία και οπλοκατοχή. Ο εισαγγελέας ζήτησε ποινή φυλάκισης με το σκε­ πτικό πως επρόκειτο για προμελετημένο έγκλημα, αλλά το δικα­ στήριο αποφάσισε ότι τη φροντίδα του Νορντίν θα αναλάμβανε η Υπηρεσία Κοινωνικής Πρόνοιας. Τις μέρες του δικαστηρίου καλύπτει ένα πέπλο ομίχλης. Ως ενάγων βρέθηκα στο στόχαστρο του συνηγόρου της υπεράσπισης και στο τέλος ήμουν σχεδόν σίγουρος πως θα λιποθυμούσα. Η δί­ κη έγινε κεκλεισμένων των θυρών γιατί ήμασταν ανήλικοι και επειδή το έγκλημα ήταν εξαιρετικά σοβαρό. Όμως μέσα στη δι­ καστική αίθουσα ξετυλίχτηκε όλο το παρελθόν μας. Οι δικαστές και οι συνήγοροι έμαθαν πως παρενοχλούσα τον Τιμ Νορντίν για δύο χρόνια. Και πως τον έδερνα. Τελικά το έμαθαν όλοι εκτός από την Τζούλια, που είχε χαθεί για πάντα. Είχα χάσει και τον καλύτερό μου φίλο. Ο Γκριμ δε μου επέτρεψε να παρευρεθώ στην κηδεία της. Δεν τραβήχτηκαν φωτογραφίες κατά τη διάρκεια της τελετής κι έτσι δεν έμαθα ποτέ πώς έγινε και ποιοι πήγαν. Μόνο ύστερα από πολ­ λές βδομάδες, όταν το σοκ άρχισε να καταλαγιάζει, συνειδητοποίη­ σα πως δε θα την αντίκριζα ποτέ ξανά. Μου ήταν αδύνατον να συνεχίσω να πηγαίνω στο ίδιο σχολείο

aoratos186s285.indd 277

11/6/14 10:17:14 AM

278

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

και γράφηκα σ’ ένα άλλο στη συνοικία Χούντινιε. Ο Γκριμ άλλα­ ξε κι αυτός σχολείο, αλλά επέλεξε ένα στη Φίτια, μια περιοχή της Μποτσίρκα. Δεν πέρασε πολύς καιρός και η οικογένεια Γκρίμπεργ άφησε το διαμέρισμα στο Τριάντ και έφυγε από το Σάλεμ. Δεν έμαθα πού πήγαν. Ίσως να εγκαταστάθηκαν στη Χαγκσέτρα. Λί­ γο πριν φύγουν προσπάθησα να τα ξαναβρώ με τον Γκριμ, αλλά δεν τα κατάφερα. Όταν τηλεφώνησα στο σπίτι τους, ο μοναδικός άνθρωπος που μου μίλησε ήταν η Ντιάνα. «Καταλαβαίνεις τι συμβαίνει», μου είπε. «Ο Τζον αυτή τη στιγμή σε μισεί». Θυμάμαι πως ακουγόταν απίστευτα φυσιολογική. Ίσως να ήταν ο κλονισμός της απώλειας που έκανε την Ντιάνα να ξεφύγει από την κατάθλιψη και να συνεχίσει τη ζωή της. Ήταν μια απε­ χθής σκέψη. Όμως είχα πέσει έξω, γιατί αργότερα έμαθα πως η Ντιάνα Γκρίμπεργ αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει και νοσηλευόταν σε ένα κέντρο ψυχικής υγείας στη Σεντερτέλιε. Πιθανότατα θα έμε­ νε πολύ καιρό εκεί μέσα. Ο πατέρας του Γκριμ έπινε όλο και πε­ ρισσότερο, ώσπου τον απέλυσαν κι έμεινε άνεργος.

Αμέσως μετά ήρθε η οργή. Ήθελα να προξενήσω κακό στον Τιμ Νορντίν. Ήθελα να τσακίσω τον Βλαντ και τον Φρεντ που με εί­ χαν χτυπήσει τόσες και τόσες φορές. Ένιωθα πως εξαιτίας τους είχα αναγκαστεί να ξεσπάσω σ’ έναν άνθρωπο, κι αυτός έτυχε να είναι ο Τιμ. Ήθελα να βλάψω όσους με είχαν βλάψει. Ύστερα από λίγο καιρό συνειδητοποίησα πως δεν υπήρχε λόγος να κάνω κάτι τέτοιο, πως η αλυσίδα των αιτίων και των αποτελεσμάτων που είχαν προκύψει ήταν ατελείωτη. Δε θα έβρισκα ποτέ την άκρη του νήματος. Ίσως να μην υπήρχε καν η πρωταρχική δύναμη που είχε θέσει τα πάντα σε κίνηση. Αντιλαμβανόμουν πως δεν ήθελα απλώς να βλάψω κάποιον, ήθελα να κάνω κακό στους πάντες.

aoratos186s285.indd 278

11/6/14 10:17:14 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

279

Προσπάθησα να μάθω πού έμεναν ο Βλαντ κι ο Φρεντ. Πολ­ λά βράδια τριγυρνούσα μ’ ένα μαχαίρι κρυμμένο στο μπουφάν μου κι έψαχνα να τους βρω. Τους αναζητούσα σε όλα τα προά­ στια, μα δεν τους βρήκα. Από τη μια μεριά αισθανόμουν απέρα­ ντη ντροπή και ενοχή, από την άλλη όμως θεωρούσα και αισθα­ νόμουν πως είχα αδικηθεί ανεπανόρθωτα. Είχαν γίνει όλα από δι­ κό μου λάθος; Μήπως είχα την αποκλειστική ευθύνη; Όμως το πιστόλι το κρατούσε ο Τιμ, όχι εγώ. Η Τζούλια μπήκε μπροστά μου για να με προστατέψει. Δεν είχα κάνει τίποτα, ήμουν όμως αθώος; Εγώ είχα βάλει στο μάτι τον Τιμ. Αν δεν τον είχα πειρά­ ξει, δε θα είχε φτάσει σε αυτό το σημείο. Και στο κάτω κάτω, η Τζούλια ήταν ερωτευμένη μαζί μου. Εμένα ήθελε να προστατέ­ ψει. Εγώ ήμουν ο συνδετικός κρίκος. Αν δεν υπήρχε ο Βλαντ... κι αν δεν υπήρχε ο Φρεντ... Κλείστηκα στον εαυτό μου. Το αναμά­ σημα των σκέψεων δεν έλεγε να πάρει τέλος. Κατάλαβα πως χρειαζόμουν βοήθεια. Ήρθα σε επαφή με τον ασπρομάλλη κύριο που μου είχε μιλήσει στο νοσοκομείο της Σε­ ντερτέλιε. Τον έλεγαν Μαρκ Λέβιν και όταν με είδε αντιλήφθηκε πως είχα ανάγκη από ψυχοθεραπεία και ψυχολογική στήριξη. Με ανέλαβε ο ίδιος. Έξι μήνες μετά το θάνατο της Τζούλια άρχισα να νιώθω καλύτερα, αλλά δεν είχα επισκεφθεί το μνήμα της ακό­ μα. Ο Μαρκ Λέβιν υποστήριζε πως ήταν ένα απαραίτητο βήμα ώστε να μπορέσω να προχωρήσω στη ζωή μου.

Την ονειρευόμουν σχεδόν κάθε νύχτα. Θα περνούσαν πολλά χρό­ νια μέχρι να πάψω να τη βλέπω στον ύπνο μου. Με εξέπληττε που κατάφερνα να στέκομαι στα πόδια μου με όλο αυτό το ψυχικό βά­ ρος που κουβαλούσα και σκεφτόμουν πως οι άνθρωποι είναι ικα­ νοί να ζουν σέρνοντας ένα βαρύ φορτίο. Ήταν όμως μια σκέψη που με τρόμαζε. Ίσως να στομώνει ο νους όποτε γίνεται ανυπό­ φορος ο πόνος, κι έτσι η θλίψη βρίσκει διέξοδο στον ύπνο, όπου

aoratos186s285.indd 279

11/6/14 10:17:14 AM

280

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

τα τείχη του νου είναι πιο λεπτά και πιο χαμηλά. Με το θάνατο της Τζούλια ήταν σαν να χάθηκε από τη ζωή μου κάτι θεμελιώ­ δες. Η Τζούλια ήταν για μένα όπως ένα στοιχείο της φύσης. Ασφυ­ κτιούσα επειδή ένιωθα πως είχε χαθεί ο αέρας που ανάσαινα. Ήταν τέλη Φεβρουαρίου όταν πήγα στο μνήμα της. Έκανε ψοφόκρυο. Άκουγες καθημερινά στις ειδήσεις τα νέα ρεκόρ πα­ γωνιάς. Στη Στοκχόλμη πέθαιναν άστεγοι που δεν είχαν προφτά­ σει να βρουν καταφύγιο και δεν είχαν αντέξει στο κρύο. Ψοφού­ σαν και πολλά αδέσποτα ζώα. Παρ’ όλα αυτά δεν υπήρχε παρά μόνο ένα λεπτό στρώμα χιονιού στο έδαφος όταν διάβηκα την κα­ γκελόπορτα και μπήκα στο κοιμητήριο. Είδα φρέσκα ίχνη βημά­ των στο χιόνι και ένιωσα ασφαλής που δεν ήμουν ολομόναχος. Ήταν μια παράξενη αίσθηση. Ήταν μεσημέρι κι ο ουρανός από πάνω ήταν σαν από χαρτί, μουντός και λευκός. Διέκρινα από μα­ κριά μια ανθρώπινη φιγούρα να στέκεται μπροστά σ’ ένα μνήμα. Ήταν μια γυναίκα με κάτασπρα μαλλιά που φορούσε καφετί παλ­ τό. Πέρασα από δίπλα της και είδα πως στο βάθος του κοιμητη­ ρίου υπήρχε άλλος ένας άνθρωπος. Τα ίχνη στο χιόνι οδηγούσαν προς το μέρος του. Είχε ξυρισμένο κεφάλι και φορούσε ένα χο­ ντρό μαύρο μπουφάν με γούνινη κουκούλα. Στεκόταν με τα χέρια στις τσέπες και κοίταζε το μνήμα. Ρου­ φούσε τη μύτη του. Ήταν η πρώτη και μοναδική φορά που είδα τον Γκριμ να κλαίει. Βγήκα από το δρομάκι και στάθηκα πίσω από ένα δέντρο. Δεν είχα αποφασίσει τι θα έκανα. Ξεκούμπωσα το μπουφάν μου, αφού είχα ζεσταθεί. Ένιωσα αμέσως τον κρύο αέρα. Τα χέρια μου έτρεμαν. Δεν πίστευα πως θα αντιδρούσα με τέτοιο τρόπο. Ο Γκριμ πέρασε από πολύ κοντά μου κατευθυνόμενος προς την έξοδο. Τα μάτια του ήταν πρησμένα από το κλάμα, αλλά ήταν ήρεμος. Πήρα μια βαθιά ανάσα και περίμενα μέχρι να απομακρυνθεί και να μην τον βλέπω. Ύστερα βγήκα στο δρομάκι και ακολού­

aoratos186s285.indd 280

11/6/14 10:17:14 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

281

θησα τα ίχνη των βημάτων του στο χιόνι. Έφτασα μπροστά στο μνήμα της Τζούλια. Ήταν μικρότερο απ’ όσο φανταζόμουν. Ίσως να περίμενα κάτι ξεχωριστό. Τζούλια Μαρίκα Γκρίμπεργ 1981-1997 Πάνω στο μνήμα υπήρχαν λουλούδια που τα είχε ξεράνει η παγωνιά κι ένα σβηστό φανάρι. Η επιτύμβια στήλη ήταν αψιδω­ τή και τη σκέπαζε ένα λεπτό στρώμα χιονιού. Έσκυψα και πλη­ σίασα το χέρι μου στην ταφόπετρα, αλλά ένιωσα μια φευγαλέα αντίσταση, σαν να υπήρχε μια παράξενη δύναμη ανάμεσα στην πέτρα και σ’ εμένα. Ακούμπησα πάνω της την παλάμη μου κι έδιωξα το χιόνι. Ίσως και να ψιθύρισα κάτι. Τα χείλη μου σάλεψαν, αλλά δεν ήξερα τι ακριβώς έλεγα. Μου φαινόταν αδιανόητος ο χαμός της. Ήταν το χονδροειδές αστείο κάποιου που έπαιζε άσχημο παιχνί­ δι. Ένιωθα πως η Τζούλια ήταν εκεί κοντά και πως θα μπορούσα κάλλιστα να την αγγίξω. Έμεινα για λίγο εκεί και νομίζω πως της ζήτησα να με συγχω­ ρέσει. Της είπα πως το φταίξιμο ήταν δικό μου. Ύστερα κούμπω­ σα το μπουφάν μου κι έφυγα. Πίσω από τα δέντρα και τις στέγες των σπιτιών ορθωνόταν ο υδατόπυργος, γκρίζος και βουβός.

Ο Γκριμ στεκόταν με τα χέρια στις τσέπες του μπουφάν του και με το βλέμμα καρφωμένο στον πύργο. Ίσως να κοίταζε προς την κορυφή του, προς τα εκεί όπου είχαμε συναντηθεί την πρώτη φο­ ρά. Είχε περάσει λιγότερο από ένας χρόνος από τότε. «Άρχισες τώρα να παρακολουθείς τον κόσμο στα κρυφά;» εί­ πε χωρίς να γυρίσει να με κοιτάξει.

aoratos186s285.indd 281

11/6/14 10:17:14 AM

282

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Τι θες να πεις;» «Στο κοιμητήριο». «Α... εκεί. Να με συγχωρείς». «Δεν πειράζει». Μιλούσε ήρεμα και χαμηλόφωνα. «Πηγαίνεις συχνά;» «Στο μνήμα της;» «Ναι». «Όσο πιο συχνά μπορώ. Είναι αρκετή απόσταση από τη Χα­ γκσέτρα. Εσύ;» «Ήταν η πρώτη φορά». «Εγώ θα κάνω πολύ καιρό να ξαναπάω». «Γιατί;» «Έχω καταδικαστεί για κακοποίηση και για κατοχή ναρκωτι­ κών. Βάσει του νόμου περί κοινωνικής μέριμνας των νέων, με στέλνουν αύριο στο Χαμαργκόρντεν». Όπως το ίδρυμα του Γιούμκιλ, έτσι και το ίδρυμα του Χα­ μαργκόρντεν, στα βόρεια προάστια της Στοκχόλμης, λειτουρ­ γούσε ως κέντρο εγκλεισμού. Μόνο που του Χαμαργκόρντεν δεν ήταν τόσο διαβόητο όσο του Γιούμκιλ – όχι πως διέφερε πολύ. Διαδίδονταν φήμες ότι ορισμένοι νοσηλευτές εκεί ήταν εγκλη­ ματίες που έβγαζαν χρήματα προμηθεύοντας όπλα και ναρκω­ τικά σε εγκλείστους. Κατοχή ναρκωτικών και κακοποίηση. Δεν ήταν καθόλου του χαρακτήρα του. «Με τι ήσουν φορτωμένος;» «LSD. Έπρεπε να το πουλήσω για να αγοράσω υλικά και ερ­ γαλεία». «Τι εργαλεία;» «Για να φτιάξω ταυτότητες και τα σχετικά». «Δεν ξέρουν πως φτιάχνεις ταυτότητες;» «Όχι». Χαμήλωσε το βλέμμα. «Δεν έχουν ιδέα».

aoratos186s285.indd 282

11/6/14 10:17:14 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

283

«Πώς είναι η ζωή στη Χαγκσέτρα;» «Θα μετακομίσω όταν γυρίσω από το Χαμαργκόρντεν». «Και πού θα πας;» «Στο Άλμπι. Έχω ένα φίλο εκεί που με φιλοξενεί μερικές φο­ ρές. Θα μπορούσα κάλλιστα να μετακομίσω εκεί μια και καλή. Μου το πρότεινε ο ίδιος. Κι έτσι θα έχω πού να μείνω μόλις βγω από την τρύπα του Χαμαργκόρντεν. Δεν αντέχω πια να μένω στο σπίτι μας. Ο πατέρας μου κάθε μέρα γίνεται στουπί στο μεθύσι. Φροντίζω οτιδήποτε έχει σχέση με λογαριασμούς, αλλά δεν υπάρ­ χουν πια χρήματα για να τους εξοφλούμε. Έχω πληρώσει αρκετά πράγματα από την τσέπη μου. Και η μητέρα μου... δε μένει πια στο σπίτι μας». Κοίταξε ξανά προς τον υδατόπυργο. «Κατέστρε­ ψες τα πάντα. Δεν έφταιγε ο Τιμ. Εσύ τον ώθησες να κάνει ό,τι έκανε. Εσύ είσαι το κωλόπαιδο που τον ξυλοφόρτωνε. Είχαμε κά­ νει τόσες κουβέντες περί κακοποίησης και ξαφνικά αποδεικνύε­ ται πως κι εσύ είσαι φτιαγμένος από την πάστα των κωλόπαιδων. Έκανες την Τζούλια να... Η Τζούλια ήταν έξυπνη και ποτέ δε θα το τραβούσε τόσο μακριά». «Τι εννοείς πως της έκανα; Την πίεσα να τα φτιάξει μαζί μου;» «Και δεν είπες τίποτα», συνέχισε ο Γκριμ χωρίς να δώσει ση­ μασία στα λόγια μου. «Δεν είπες τίποτα ούτε για τον Τιμ ούτε για την Τζούλια». Γέλασε πικρόχολα. «Έλεγες ένα σωρό ψέματα. Δεν μπορώ θυμηθώ όλες τις φορές που ξεφούρνισες κάποιο ψέμα, τό­ σο πολλές είναι...» «Ούτε η Τζούλια είπε τίποτα για τη σχέση μας». Ένιωσα ένα χτύπημα στο στέρνο μου καθώς ο Γκριμ με άρπα­ ξε από το μπουφάν και με σήκωσε στον αέρα. Με έριξε ανάσκε­ λα στο παγωμένο έδαφος και χτύπησα το σβέρκο μου. Αισθάνθη­ κα έναν αφόρητο πόνο στο κεφάλι. Ο Γκριμ σχεδόν κόλλησε το πρόσωπό του στο δικό μου και μου έσφιξε το λαιμό. Δεν μπορού­ σα να κουνηθώ κι έβλεπα μόνο το σκοτεινιασμένο βλέμμα του.

aoratos186s285.indd 283

11/6/14 10:17:14 AM

284

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Μη ρίχνεις στην Τζούλια το φταίξιμο», είπε. «Κατάλαβες;» Το επανέλαβε άλλη μια φορά, κραυγάζοντας. «Συγχώρεσέ με», του είπα με τρεμάμενη φωνή. Με έσφιγγε τόσο πολύ, που δυσκολευόμουν να πάρω ανάσα. Ύστερα τα μάτια του τρεμόπαιξαν, με άφησε και σηκώθηκε όρ­ θιος. Σηκώθηκα κι εγώ από κάτω. Ο αυχένας μου πονούσε. Ο Γκριμ μού είχε γυρίσει την πλάτη και απομακρυνόταν. Σταμάτη­ σε όμως και στράφηκε προς το μέρος μου. Ήθελε μάλλον να μου πει κάτι ακόμα. Αναστέναξε. Στεκόμουν λαχανιασμένος και τον κοίταζα. «Ίσως να ιδωθούμε κάποτε, Λέο», είπε τελικά.

wWw.Greekleech.info

Εκείνη ήταν η τελευταία φορά που τον συνάντησα. Δεν έχω μάθει νέα του από τότε. Έφτασε το καλοκαίρι και κατάφερα να βρω μια δουλειά με μειωμένο ωράριο σε μια εταιρεία καθαρισμού στο Σά­ λεμ. Οι γονείς μου ήταν ευχαριστημένοι με αυτή την εξέλιξη, αλ­ λά δεν είπαν τίποτα. Συνέχισα τη θεραπεία με τον ίδιο ψυχολόγο, τον Μαρκ Λέβιν. Άφησα κι άλλους ανθρώπους να έρθουν κοντά μου και πάλι. Ήταν μια διαδικασία που πήρε χρόνο, αλλά έμει­ να έκπληκτος όταν κατάλαβα πως μπορούσα να συνεχίσω τη ζωή μου. Εξακολούθησα να βλέπω την Τζούλια στον ύπνο μου και να επισκέπτομαι συχνά το μνήμα της. Κάθε φορά που έμπαινα στο κοιμητήριο περίμενα πως θα έβρισκα τον Γκριμ εκεί. Αλλά δεν τον συνάντησα ποτέ ξανά. Έμαθα από άλλους πως είχε μεταφερ­ θεί από το Χαμαργκόρντεν στο Γιούμκιλ, όμως τη φορά αυτή δεν ήταν στην κατασκήνωση, αλλά στο κτιριακό συγκρότημα του ιδρύματος. Τον έκλεισαν εκεί επειδή μαχαίρωσε κάποιον σε έναν καβγά με έναν άλλο που είπε στον Γκριμ να πάει να πηδήξει την αδελφή του.

aoratos186s285.indd 284

11/6/14 10:17:14 AM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

285

Όταν έγινα είκοσι χρονών έφυγα από το Σάλεμ. Τον επόμενο χει­ μώνα κάποιος έκοψε το λαιμό ενός νεαρού νεοναζί, του Ντάνιελ Βρέστρεμ, που είχε επισκεφθεί την πρωτεύουσα. Είχα αναρωτη­ θεί τότε αν ήταν τυχαίο που το περιστατικό είχε συμβεί στο Σά­ λεμ. Πίστευα πως δεν ήταν τυχαίο. Γνώριζα εξ ακοής πολλούς από τους δράστες. Ήταν οι μικρότεροι αδελφοί κάποιων παλιών μου φίλων. Δεν ξανάδα ποτέ τον Τιμ, αν και σκέφτηκα αρκετές φορές να τον επισκεφθώ. Έμαθα πως αποπειράθηκε επανειλημμένως να αυτοκτονήσει. Έκανε την πρώτη του απόπειρα την πρώτη νύχτα μετά την καταδίκη του. Πήρε χάπια. Η δεύτερη απόπειρα έγινε λίγες βδομάδες αργότερα με ένα ξυράφι που το έμπασε λαθραία στη φυλακή. Ένα μήνα αργότερα έκανε κι άλλη απόπειρα αυτο­ κτονίας. Νομίζω πως πέθανε ένα χρόνο αργότερα από υπερβολι­ κή δόση. Φέρνω στο νου μου όλους όσους έφυγαν από το Σάλεμ. Δεν ξέρω πού βρίσκονται σήμερα ο Βλαντ κι ο Φρεντ. Δεν ξέρω καν αν ζουν. Το ίδιο συμβαίνει με πολλά παιδιά που γνώριζα στο Σάλεμ. Όσο περνά ο καιρός, χάνονται από προσώπου γης.

aoratos186s285.indd 285

11/6/14 10:17:14 AM

ΜΕΡΙΚΕΣ ΦΟΡΕΣ ΒΛΕΠΩ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ να βαδίζουν κρατημένοι χέρι

χέρι. Φαίνονται ευτυχισμένοι. Γελούν λες και δεν έχουν σκοτούρες στη ζωή τους, σαν να μην έχουν χάσει ποτέ τίποτα, σαν να μην πρό­ κειται να χάσουν ποτέ ο ένας τον άλλο. Να ήξεραν πόσο γρήγορα μπορούν να χάσουν τα πάντα... Εγώ ξέρω. Κι εσύ ξέρεις, έτσι δεν είναι; Θυμάσαι. Αλλά εκείνη τη φορά δεν επρόκειτο για σένα. Όταν λοιπόν τους βλέπω πλάι πλάι, με πιάνει μερικές φορές η επιθυμία να κάνω κάτι δραστικό – να αποσπάσω τον έναν από τον άλλο και να τους χωρίσω. Ίσως επειδή με καταλαμβάνει ζη­ λοφθονία ή επειδή θέλω να κατανοήσουν πως τίποτα δεν κρα­τάει για πάντα. Έχω το δικαίωμα άραγε να κάνω κάτι τέτοιο; Ξέρω πως αργά ή γρήγορα θα χτυπηθούν από τη ζωή, έχω όμως το δι­ καίωμα να τους το πω από πριν;

Υπήρχε κάποτε μια γυναίκα που αγαπούσα. Η Άνια. Γνωριστή­ καμε στο σπίτι ενός φίλου. Ξεκινήσαμε με καβγά γιατί θέλαμε και οι δύο το τελευταίο γραμμάριο ηρωίνης που είχε ο φίλος μας. Στο τέλος η Άνια με χτύπησε στο πρόσωπο και μου πήρε το σκονάκι. Την έπιασαν όμως τύψεις κι ήθελε να το μοιραστούμε. Ήταν όμορφο αυτό που έκανε και πολύ σύντομα βίωσα μαζί της μια πρωτόγνωρη κατάσταση. Η Άνια έβλεπε βαθιά μέσα στην ψυχή μου. Την ερωτεύτηκα σφοδρά και κρατήσαμε μυστική τη σχέση μας για να μην μπουν άλλοι ανάμεσά μας και την καταστρέψουν. Δε σου θυμίζει αυτό κάτι από τη δική σου ζωή; Πιστεύω πως σου θυμίζει.

aoratos286s366.indd 286

11/3/14 2:47:55 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

287

Μια μέρα πήγα στο σπίτι της, αλλά δεν τη βρήκα εκεί. Δεν υπήρχαν στο διαμέρισμα παρά μόνο τα έπιπλά της κι η ακατα­ στασία που είχαν αφήσει πίσω τους οι αστυνομικοί που είχαν μπει με ένταλμα έρευνας. Προφυλακίστηκε στις φυλακές Κρόνομπεργ και καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο χρόνων για παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών. Την έκλεισαν στις γυναικείες φυλακές Χίνσεμπεργ. Δεν τόλμησα να την επισκεφθώ εκεί γιατί φοβόμουν πως θα ανακάλυπταν ποιος ήμουν. Δοκιμάσαμε να μιλήσουμε τη­ λεφωνικά, αλλά ήταν πολύ δύσκολο επειδή από τη μια μεριά πρό­ σεχα πολύ, από την άλλη η Άνια γινόταν όλο και πιο απόμακρη. Ήταν ασταθής χαρακτήρας και πριν μπει στη φυλακή, αλλά η στέρηση της ελευθερίας την εξαντλούσε ψυχικά. Έμαθα πως κρεμάστηκε στο κελί της. Είχε προσπαθήσει να μου στείλει γράμμα, αλλά ο διευθυντής δεν το άφησε να βγει από τη Χίνσεμπεργ. Το έκαψαν. Αυτά έγιναν το 2002. Δεν έμαθα πο­ τέ τι ήθελε να μου πει η Άνια. Ήταν το γεγονός αυτό που με έκα­ νε να πάρω το ρίσκο να εξαφανιστώ.

Μερικές φορές θέλω να κάνω κακό στους ευτυχισμένους ανθρώ­ πους που βαδίζουν χέρι χέρι, γιατί απλούστατα έχουν ο ένας τον άλλο. Θέλω να τους βλάψω επειδή ο κόσμος μας δεν είναι δί­καιος. Αναρωτιέμαι αν θα μπορούσα να φτάσω στα άκρα. Αναρωτιέσαι άραγε κι εσύ;

aoratos286s366.indd 287

11/3/14 2:47:55 PM

XXIII

Ο ΟΥΡΑΝΟΣ ΚΡΕΜΕΤΑΙ ΠΟΛΥ ΧΑΜΗΛΑ πάνω από τα πανύψηλα κτί­

ρια του Άλμπι και μοιάζει να προσπαθεί να κρατηθεί στη θέση του για να μην πέσει στο έδαφος. Είναι αργά το βράδυ και πολλά μικρά παράθυρα φαίνονται από μακριά σαν φωτισμένοι κύβοι. Βγαίνω από το σταθμό του μετρό και κοιτάζω ολόγυρα λες και θα εμφανιστεί ξαφνικά μπροστά μου ο Γιόζεφ Άμπελ κατόπιν πα­ ραγγελίας.

wWw.Greekleech.info

Μετά την ανάκριση του Κολ, ο Μπιρκ με έβγαλε με το ζόρι από την αίθουσα ανακρίσεων και μου ζήτησε να του εξηγήσω τι είχε διαδραματιστεί εκεί μέσα. Του είπα πως δεν είχα χρόνο να του εξηγήσω γιατί έπρεπε να φύγω. «Θα μείνεις εδώ», μου είπε πιάνοντάς με από τον ώμο. «Πόσα πρόφτασες να ακούσεις;» «Από ποια;» «Από όσα είπε». «Δεν άκουσα και πολλά, αλλά όσα άκουσα μου έφτασαν για να καταλάβω ότι τον απείλησες». Με κοίταξε κατάματα. «Γιατί πή­ γες να τον χτυπήσεις;» «Δεν ξέρω», μουρμούρισα. «Έχασα την αυτοκυριαρχία μου». «Είναι άσχημη η κατάσταση, Λέο. Η φάση αυτή...» Κούνησε αργά το κεφάλι του. «Δεν ξέρω τι πρέπει να κάνουμε».

aoratos286s366.indd 288

11/3/14 2:47:55 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

289

«Δεν μπορούμε να το συζητήσουμε αργότερα;» Ο Μπιρκ με κοίταξε ψυχρά. «Θέλω να μάθω, Λέο, πώς βρέθηκε το δακτυλικό σου αποτύ­ πωμα στο κολιέ». «Θα σου πω αύριο. Πρέπει να βρεις κάποιον που ονομάζεται Ντάνιελ Μπέργκρεν. Να επικοινωνήσεις με τις Ειδικές Μονάδες της αστυνομίας». «Μη μου λες τι να κάνω». Πήρε μια βαθιά ανάσα. «Θα το αφή­ σουμε για αύριο». «Γιατί;» «Αν μπουν στο παιχνίδι οι Ειδικές Μονάδες, η ιστορία θα έχει άσχημη εξέλιξη. Άσε που έχουν έλλειψη προσωπικού. Είναι απα­ σχολημένοι με τη ληστεία μιας χρηματαποστολής». «Αύριο μπορεί να είναι πολύ αργά», είπα και άρχισα να απο­ μακρύνομαι. «Λέο», είπε ο Μπιρκ τραχιά. «Πήγαινε στο σπίτι σου και περί­ μενε. Θα ανακρίνω ξανά τον Κολ. Θα τον κάνω να μιλήσει τον πα­ λιάνθρωπο. Θα ήθελα πολύ να ήσουν εδώ, αλλά πρέπει να ακο­ λουθήσω τους κανόνες. Εκτός αυτού, θα μας πάρει η ώρα. Έλα αύ­ ριο να μου πεις ό,τι έχεις να μου πεις». Κοίταξε το ρολόι του. «Θα στείλω ένα περιπολικό έξω από την πολυκατοικία σου. Θέλω να ξέρω πού βρίσκεσαι». «Μην το κάνεις. Ο κόσμος στην οδό Τσάπμαν έχει βαρεθεί να βλέπει περιπολικά». «Ο κόσμος έχει βαρεθεί να βλέπει πτώματα», είπε ο Μπιρκ άχρωμα. «Θέλω να πάψει να βλέπει πτώματα. Ειδικότερα... δε θέ­ λω να δει το δικό σου». Το κεφάλι μου γύριζε καθώς επέστρεφα στο σπίτι. Εκείνες τις στιγμές ήταν που συνειδητοποίησα πως ο άνθρωπος πίσω από όλα αυτά ήταν ο Γκριμ. Ένιωσα ανάμεικτα συναισθήματα, και το ση­ μαντικότερο από αυτά ήταν η θλίψη. Ο Γκριμ είχε φτάσει στα άκρα για να μην αποκαλυφθεί το πραγματικό του όνομα, για να

aoratos286s366.indd 289

11/3/14 2:47:55 PM

290

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

προστατέψει τον εαυτό του. Όμως εξακολουθούσα να μην μπο­ ρώ να εξηγήσω το λόγο για τον οποίο είχε πει στον Κολ να βάλει το κολιέ στο χέρι της Ρεμπέκα. Σκέφτηκα να του στείλω μήνυμα στο κινητό του, αλλά μ’ έπιασαν αμφιβολίες. Ο Γκριμ ήταν περισ­ σότερο απρόβλεπτος από κάθε άλλη φορά. Είδα το περιπολικό να φτάνει και να σταθμεύει στην οδό Τσάπ­ μαν. Ο ένας από τους δύο αστυνομικούς βγήκε, διέσχισε το δρόμο και μπήκε στην πολυκατοικία μου. Πλησίασα στον πάγκο της κου­ ζίνας, πήρα ένα χάπι και το ήπια με ένα ποτήρι νερό. Ύστερα κά­ θισα και περίμενα μέχρι να μου χτυπήσουν την πόρτα. «Είστε εντάξει;» με ρώτησε ο αστυνομικός. Είχε σοβαρή έκ­ φραση και φιλικό βλέμμα. Τα μάτια του ήταν γαλανά. Κοίταξα τις επωμίδες του. «Είστε προϊστάμενος αστυνομίας;» «Εδώ και δύο χρόνια. Γιατί;» «Αφού μου στέλνουν προϊστάμενο, πρέπει να νιώθω πολύ σπου­ δαίο πρόσωπο». Κατάφερα να χαμογελάσω. «Είμαι μια χαρά». Ο αστυνομικός ένευσε και έφυγε. Ύστερα από λίγη ώρα έφα­ γα κάτι, άφησα μια λάμπα αναμμένη κι έφυγα βγαίνοντας από την πλαϊνή πόρτα και όχι από την κεντρική είσοδο της πολυκα­ τοικίας. Το ίδιο είχα κάνει τη μέρα της δολοφονίας της Ρεμπέκα. Δεν είδα κανέναν να με ακολουθεί. Πήγα στη Σέντερμαλμ και πέρασα από το στούντιο της Σαμ. Το φως ήταν αναμμένο κι εκείνη βρισκόταν μέσα. Κοίταξα ολό­ γυρα. Δεν πρόσεξα τίποτα το αξιοπερίεργο. Ο δρόμος ήταν ήσυ­ χος κι η Σαμ έχαιρε άκρας υγείας. Έριξα άλλη μια ματιά. Η Σαμ δεν κοίταξε προς το μέρος μου. Ήταν σκυμμένη πάνω από την πλάτη μιας γυναίκας και κρατούσε στο ένα της χέρι το μηχάνημα με τη βελόνα. Περνάω συχνά από το στούντιο και ιδιαίτερα μετά το χαμό του παιδιού μας και το χωρισμό μας. Δεν το έχω πει σε κανέναν, ούτε καν στον ψυχολόγο μου. Το ξέρει άραγε η Σαμ; Πι­ θανόν.

aoratos286s366.indd 290

11/3/14 2:47:55 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

291

Βλέπω από μακριά μια επιγραφή νέον που αναβοσβήνει: ΠΑΝΤΟ­ ΠΩΛΕΙΟ ΑΛΜΠΙ – ΑΝΟΙΧΤΟ ΟΛΟ ΤΟ 24ΩΡΟ, ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΒΔΟ­ ΜΑΔΑ. Το κατάστημα είναι μικρό και φίσκα από προϊόντα. Υπάρ­

χει διάχυτη μια έντονη μυρωδιά μπαχαρικών και απορρυπαντι­ κών. Ακούω γέλια στο βάθος και ομιλίες σε γλώσσες που δεν κα­ ταλαβαίνω. Η μία από αυτές είναι τα ισπανικά. Όταν μπεις μέ­ σα, το μαγαζί φαίνεται μεγαλύτερο απ’ όσο είναι στην πραγματι­ κότητα, γιατί υπάρχουν ατελείωτες σειρές ραφιών που σχηματί­ ζουν ένα μικρό λαβύρινθο, μέσα από τον οποίο πρέπει να περά­ σω για να φτάσω στο ταμείο. Δύο νεαροί και δύο νεαρές στέκο­ νται σε ημικύκλιο και δείχνουν συνεπαρμένοι από το γέρο που βρίσκεται πίσω από τον πάγκο. Με κοιτάζουν. Ο γέρος θα μπορούσε να είναι παππούς τους. Έχει μεγάλα κα­ στανά μάτια, παχιά φρύδια και σγουρά μαλλιά. Κάποτε θα ήταν μαύρα, τώρα όμως είναι εντελώς γκρίζα. Η γενειάδα του είναι πα­ χιά και περιποιημένη. «Δε βρήκες αυτό που θέλεις;» με ρωτά βλέποντας τα άδεια χέ­ ρια μου. «Όχι ακόμα». Ρίχνει μια ματιά στους δύο νεαρούς κι ύστερα με ξανακοι­ τάζει. «Είσαι αστυνομικός;» «Εξαρτάται». «Από τι εξαρτάται;» με ρωτά ο ένας νεαρός. Και οι δύο νεαροί είναι ψιλόλιγνοι. Ο ένας φοράει μαύρο δερ­ μάτινο μπουφάν κι ο άλλος σκούρο μπλε πουλόβερ με κουκούλα. Το πουλόβερ έχει στάμπα: RATW. Ένας θεός ξέρει τι σημαίνει. «Υπολογίζομαι για αστυνομικός αν είμαι σε διαθεσιμότητα;» Ο γέρος με κοιτάζει με μισόκλειστα μάτια. Λέει κάτι γρήγορα στη γλώσσα του απευθυνόμενος στην παρέα του. Η μία νεαρή φο­ ράει καταπράσινη μίνι φούστα, τρύπιο καλσόν, μπότες και κοντό τζιν μπουφάν γεμάτο αλυσίδες, παραμάνες και καρφίτσες. Σταυ­

aoratos286s366.indd 291

11/3/14 2:47:55 PM

292

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

ρώνει τα χέρια της και το μπουφάν της τεντώνεται πάνω στα στή­ θη της. Ο ένας νεαρός τα κοιτάζει με ενδιαφέρον. «Πάψε να με κιαλάρεις», του λέει εκείνη και τα λόγια της συ­ νοδεύονται με ανεπαίσθητους μεταλλικούς ήχους, προφανώς από ένα πίρσινγκ που χτυπάει στα δόντια της. Οι νεαροί γελούν. «Ψάχνω να βρω τον Γιόζεφ Άμπελ», λέω. Η σιωπή που πέφτει είναι πιο βαριά απ’ όσο περίμενα. «Γιατί, φίλε μου, τον ψάχνεις;» λέει ο γέρος με φαινομενική απάθεια. «Και γιατί νομίζεις ότι ξέρουμε πού βρίσκεται;» «Έμαθα πως υπάρχει μόνο ένας Γιόζεφ Άμπελ και πως ο κό­ σμος εδώ γύρω τυχαίνει να τον γνωρίζει». «Τυχαίνει;» Ο γέρος κοιτάζει απορημένος τη νεαρή που φορά το τζιν μπουφάν. Εκείνη του λέει κάτι στα ισπανικά. «Μάλιστα», λέει ο γέρος. «Ναι, πράγματι τυχαίνει να τον γνωρίζει ο κόσμος». Χαμογελά όπως ένας άνθρωπος που έμαθε μια καινούρια λέξη. «Στον Γιόζεφ καταφεύγουν μόνο όσοι χρειάζονται βοήθεια». «Χρειάζομαι βοήθεια». Με ξανακοιτάζει με μισόκλειστα μάτια, ίσως προσπαθώντας να καταλάβει αν του λέω ψέματα. «Οπλοφορείς;» Νεύω αρνητικά. Ο νεαρός με το δερμάτινο μπουφάν με πλησιάζει και μου κά­ νει σωματική έρευνα. Ψηλαφεί ώμους, πλάτη, γλουτούς, κοιλιά, πόδια. Είναι έμπειρος στη σωματική έρευνα. Μυρίζει φτηνή κο­ λόνια. Ολοκληρώνει την έρευνα και γυρνά προς το γέρο. «Είναι καθαρός, παππού». «Είναι δυσάρεστο να ενοχλείς γέρους ανθρώπους τόσο αργά», μου λέει ο γέρος χαϊδεύοντας τη γενειάδα του. «Η υπόθεσή σου θα είναι μάλλον σημαντική». «Ναι. Όμως χρειάζομαι από αυτόν μόνο μια πληροφορία. Ένα όνομα. Τίποτα άλλο».

wWw.Greekleech.info

aoratos286s366.indd 292

11/3/14 2:47:55 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

293

«Είσαι αστυνομικός ανακριτής;» «Όχι». «Πού ξέρεις πως ο Γιόζεφ μπορεί να σου δώσει πληροφορίες;» «Μου το είπε ο Πέτερ Κολ». Ο γέρος χαμηλώνει το κεφάλι και κοιτάζει τον πάγκο του τα­ μείου, που είναι καλυμμένος με αυτοκόλλητα και διαφημιστικά τσιγάρων. Σκέφτεται για λίγες στιγμές και μετά κάνει νόημα στη νεαρή με το τζιν μπουφάν. «Κάριν, οδήγησέ τον». Η Κάριν με κοιτάζει καλά καλά κι ύστερα ρίχνει μια ματιά στη φίλη της, που παραμένει αμίλητη. Τα μάτια της Κάριν είναι καστα­ νά και μάλλον έχουν δει τι είναι ικανοί να κάνουν οι άνθρωποι. «Εντάξει», λέει κοιτάζοντάς με. Βγάζει κάτι από την τσέπη της. «Δεν το χρειάζεσαι αυτό», της λέω μόλις βλέπω το στιλέτο της. «Κι όμως το χρειάζομαι».

Προχωράμε προς τις πολυκατοικίες. Η Κάριν βαδίζει δίπλα μου με το στιλέτο στο ένα χέρι και με το άλλο της χέρι στην τσέπη του μπουφάν της. Είναι καλό στιλέτο, από αυτά που βρίσκεις σε κα­ ταστήματα κυνηγετικών ειδών. Άνετη λαβή με μοχλό που απελευ­ θερώνει τη λάμα στο άψε σβήσε. Άραγε το έχει χρησιμοποιήσει ποτέ; Κάτι μου λέει πως ναι. Αναρωτιέμαι πόσο χρονών να είναι. Σίγουρα δεν είναι πάνω από είκοσι, ίσως να μην έχει κλείσει καν τα δεκαοκτώ. Είναι όμως ψηλή, και πάντα δυσκολευόμουν να προσδιορίσω την ηλικία μιας ψηλής γυναίκας. Οι μπότες της χτυ­ πούν με θόρυβο στην άσφαλτο και τα ρούχα της θροΐζουν. «Από πού ξέρεις τον Γιόζεφ;» τη ρωτάω. «Τον φωνάζουν Πάπι. Ουσιαστικά μόνο ο Ντίνο και ο Λέχελ λένε τον Γκόραν Πάπι, μια και είναι συγγενείς του». «Και τι σημαίνει αυτό το Πάπι; Πατέρας;»

aoratos286s366.indd 293

11/3/14 2:47:55 PM

294

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Ναι. Ο Γιόζεφ είναι σαν πατέρας για μας. Αν και τώρα θα τον έλεγες παππού. Είναι γέρος. Οι δικοί μας πατεράδες μας διηγού­ νται ιστορίες γι’ αυτόν». «Είναι αλήθεια πως τον λένε Άφωνο Άνθρωπο;» «Ναι». «Γιατί;» «Δεν μπορεί να μιλήσει». «Γιατί;» «Κάνεις πολλές ερωτήσεις».

«Να χτυπήσουμε το κουδούνι;» Η Κάριν νεύει αρνητικά με το κεφάλι. Είμαστε στον τελευταίο όροφο μιας πολυκατοικίας. «Ξέρει ήδη πως ερχόμαστε», λέει ανοίγοντας την πόρτα. Είναι μια απλή ξύλινη πόρτα με γραμματοθυρίδα και με το όνομα Άμπελ γραμμένο με μαύρους χαρακτήρες πάνω στο ξύλο. Το χολ είναι μεγάλο και τακτοποιημένο. Ένα χαλί με κόκκινα και καφέ σχέδια μειώνει τον ήχο των βημάτων μας. Εκατέρωθεν του διαδρόμου υπάρχει από ένα δωμάτιο. Στα δεξιά βρίσκεται μια μεγάλη κουζίνα με το τραπέζι και τις καρέκλες της. Στα αριστερά είναι το καθιστικό. Η Κάριν βγάζει τις μπότες της και μου κάνει νόημα να ξεφορτωθώ τα παπούτσια μου. Μπαίνει στο καθιστικό και λέει κάτι στα ισπανικά στους δύο νεαρούς που κάθονται σε πο­ λυθρόνες μπροστά στην τηλεόραση. Κρατούν από ένα χειριστή­ ριο βιντεοπαιχνιδιού στα χέρια τους. Το παιχνίδι είναι ένας ποδο­ σφαιρικός αγώνας. Σε ένα τραπεζάκι ανάμεσά τους βλέπω δύο κα­ τάμαυρα πιστόλια. Ο ένας νεαρός διακόπτει το παιχνίδι, μας κοι­ τάζει και λέει κάτι για τον Πάπι, το οποίο δεν καταλαβαίνω. «Τι λέει;» ρωτάω την Κάριν. «Πως μπορείς να μπεις», μου απαντά. «Αλλά μόνο αν έρθω κι εγώ μαζί σου».

aoratos286s366.indd 294

11/3/14 2:47:55 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

295

Πίσω από τους νεαρούς υπάρχουν δύο κλειστές πόρτες. Ο νεα­ ρός με τον οποίο έχει συνεννοηθεί η Κάριν μάς δείχνει με μια τε­ μπέλικη κίνηση του χεριού του τη μία από τις δύο. Μας ανοίγει ένας άλλος νεαρός, στην ηλικία της Κάριν. Είναι χλομός, με πλούσια σκούρα μαλλιά, γαλανά μάτια και σουβλερή μύτη. Κοιτάζει την Κάριν. «Είναι αργά», της λέει. «Το ξέρουμε. Σ’ ευχαριστώ που άνοιξες», λέει εκείνη. Το δωμάτιο είναι εξοπλισμένο με ένα μονό κρεβάτι, μια πολυ­ θρόνα, μια βιβλιοθήκη και μια τηλεόραση. Το πάτωμα καλύπτεται από ένα χαλί. Στην πολυθρόνα κάθεται ένας άντρας με κιτρινωπή επιδερμίδα και κατάλευκα λαμπερά μαλλιά. Είναι συγκεντρωμέ­ νος στο βιβλίο που διαβάζει. Φορά ένα ξεκούμπωτο λευκό πουκά­ μισο και κομψό γκρίζο παντελόνι με τιράντες. Από τη λαιμόκοψη της φανέλας του βγαίνουν οι άσπρες τρίχες του στήθους του. Έχει παχιά φρύδια και οστεώδη μύτη. Οι ώμοι του δηλώνουν άνθρωπο που κάποτε ήταν παλαιστής ή σήκωνε πιάνα σε μετακομίσεις. «Είστε ο Γιόζεφ Άμπελ;» τον ρωτάω. Η απόσταση που μας χω­ ρίζει είναι μόλις ένα μέτρο. Ο Άμπελ σηκώνει το βλέμμα, βγάζει ένα μαύρο σημειωματά­ ριο από την τσέπη του πουκαμίσου του και παίρνει ένα στιλό. Η αναπνοή του είναι ένα θορυβώδες σφύριγμα. Ενόσω γράφει, πα­ ρατηρώ την ουλή στο λαιμό του, λίγο πιο πάνω από τις κλείδες: μια χοντρή και τεθλασμένη ροζ γραμμή σαν περιδέραιο. Σηκώνει ψηλά το μπλοκ για να διαβάσω τι έχει γράψει: Κάπου σε ξέρω. Ξαφνικά τα μάτια του λάμπουν. Γέρνει ελαφρά το κεφάλι του και κοιτάζει τα πόδια μου, τα χέρια και τους ώμους μου. Προσθέ­ τει δύο λέξεις: Κάπου σε ξέρω, κύριε αστυνομικέ. «Είμαι ο Λέο Γιούνκερ», λέω. Βλέπω ότι ο γέρος εκπλήσσεται. Ήσουν μπλεγμένος στην ιστορία που στράβωσε στο Γκότλαντ.

aoratos286s366.indd 295

11/3/14 2:47:55 PM

296

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Ναι, δυστυχώς. Έχω ανάγκη από τη βοήθειά σας. Σας λέει κάτι το όνομα Ντάνιελ Μπέργκρεν;» Ο Άμπελ σηκώνει το δείκτη του χεριού του και στρέφεται να κοιτάξει γύρω του. Παίρνει ένα βιβλίο από το πάτωμα και βγάζει από μέσα ένα φάκελο. Είναι λευκός, μεγέθους καρτ ποστάλ και περιέχει κάμποσα χαρτιά. Πάνω στο φάκελο είναι γραμμένο ένα σκέτο όνομα: Λέο. Δεν αναγνωρίζω το γραφικό χαρακτήρα. «Είναι από τον Ντάνιελ;» Ο Άμπελ νεύει καταφατικά. Είναι λοιπόν ένας φάκελος που καίει. Σχεδόν το νιώθω στα δάχτυλά μου. «Πότε σας τον άφησε;» Έστειλε κάποιον. Δεν ξέρω τίποτα άλλο. «Δεν το πιστεύω». Είσαι καχύποπτος; Γελάει χλευαστικά. «Να υποθέσω πως έχετε επαφή με τον Ντάνιελ Μπέργκρεν;» Συνέβη κάτι; «Πόσο καλά τον γνωρίζετε;» Το βλέμμα του Άμπελ σκοτεινιάζει. Πες μου σε παρακαλώ πως δεν έρχεσαι με άσχημα νέα. «Δυστυχώς... τα νέα είναι άσχημα». Τα μάτια του γέρου τρεμοπαίζουν. Δεν καταλαβαίνω αν έχει σοκαριστεί ή αν απλώς έχει εκπλαγεί. Η επόμενη λέξη που γρά­ φει προδίδει ένα ελαφρύ τρέμουλο του χεριού του: Αυτοκτονία; «Δολοφονία». Θύμα ή δράστης; «Δράστης», λέω. Κοιτάζω γύρω μου, τραβώ μια καρέκλα και κάθομαι. Λες ψέματα. Αποκλείεται. «Δυστυχώς είναι αλήθεια». Ο Άμπελ αφήνει ένα βαθύ αναστεναγμό. Το νέο τον έχει μου­

aoratos286s366.indd 296

11/3/14 2:47:55 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

297

διάσει. Γυρνάει σελίδα και διαπιστώνει πως δεν υπάρχει άλλο άγραφο φύλλο. Ανοίγει το στόμα του και ρουφάει αέρα στην προ­ σπάθειά του να αρθρώσει μια κουβέντα. Είναι σαν να έχω μπρο­ στά μου ένα στοιχειό. Ακούγεται ένας αποτρόπαιος ήχος που θυ­ μίζει θόρυβο τζαμιού που θρυμματίζεται. Περνούν λίγες στιγμές για να καταλάβω τι έχει πει: «Νέο σημειωματάριο». Ο άντρας που στέκεται πλάι στην Κάριν βγαίνει από το δωμά­ τιο και λίγο αργότερα επιστρέφει φέρνοντας ένα σημειωματάριο. Στο μεταξύ η Κάριν έχει καθίσει οκλαδόν δίπλα στον Άμπελ και του μιλάει. Ο γέρος είναι πολύ χαρούμενος που τη βλέπει. Τα μά­ τια του λάμπουν. Του λέει κάτι κι εκείνος της δίνει ένα χαϊδευτι­ κό μπατσάκι. Η Κάριν κρατά το χέρι του μέσα στα δικά της. Εξα­ κολουθώ να βαστώ το φάκελο, που νοτίζει από τον ιδρώτα των χε­ ριών μου. Ο Ντάνιελ δεν είναι φονιάς, γράφει ο Άμπελ. «Ίσως να μην είναι ακριβώς δολοφόνος, αλλά υπάρχει έμμε­ ση εμπλοκή του σε μια συγκεκριμένη δολοφονία. Πρέπει να μά­ θω όσα ξέρετε γι’ αυτόν. Κάποτε ήταν φίλος μου. Φοβάμαι πως θα βλάψει κόσμο». Τι θες να μάθεις; «Πώς τον γνωρίσατε;» Ήρθε να με βρει. Ο Άμπελ κάνει μια προσπάθεια να θυμηθεί κάτι κι ύστερα γράφει: Μετά το Γιούμκιλ. Με κοιτάζει ερωτηματικά. «Ξέρω για το Γιούμκιλ», λέω. Μας σύστησε ο φίλος του. «Ο φίλος του που τον φιλοξενούσε εδώ, στο Άλμπι;» «Μμ», κάνει ο Άμπελ κουνώντας το κεφάλι του σε επιβεβαίω­ ση. Ξεφυσά σαν ερπετό.

aoratos286s366.indd 297

11/3/14 2:47:55 PM

298

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Ο Ντάνιελ είχε κάποιες ικανότητες. «Το ξέρω». Φρόντισα να τις εκμεταλλευτεί. Βοήθησε πολλούς. «Βοήθησε πολλούς να εξαφανιστούν;» Και πολλούς να έρθουν εδώ από την πατρίδα τους. Ο Άμπελ διστάζει προς στιγμήν και μετά προσθέτει: Έναντι χρημάτων. «Κι εσείς είχατε χρήματα». Τα λόγια μου τον κάνουν να χαμογελάσει πλατιά. Το χαμόγε­ λό του αποκαλύπτει το θλιβερό, ξεδοντιασμένο στόμα του. Τα ελάχιστα δόντια που του έχουν απομείνει είναι στραβά, κίτρινα και χαλασμένα. Ας το πούμε κι έτσι. «Καταλαβαίνω. Ναρκωτικά;» Ο Άμπελ πετρώνει και με κοιτάζει για πολλή ώρα. Είναι μια κρίσιμη στιγμή. Κι απ’ αυτά. Αλλά είναι παλιά ιστορία. Τώρα πια έχω γεράσει. «Δεν ήσασταν νέος πριν από δώδεκα χρόνια». Ήμουν νεότερος, κύριε αστυνομικέ. «Ξέρατε πως το Ντάνιελ δεν είναι το πραγματικό του όνομα; Τον λένε Τζον. Το ξέρατε;» Δε θυμάμαι. «Τζον Γκρίμπεργ». Ο Άμπελ χτυπά ελαφρά με τα δάχτυλά του το φύλλο στο οποίο γράφει για να δώσει έμφαση στα όσα υποστηρίζει, και προσθέ­ τει: Τον λέγαμε Αόρατο. «Γιατί;» Ο Άμπελ γράφει πολλές φράσεις στη σειρά. Είχε σκοτούρες με μια ιστορία και τότε εξαφανίστηκε, δεν τον έβλεπα για ένα διάστημα κι ύστερα γύρισε σαν φάντασμα από το πουθενά. «Ποια ήταν η τελευταία φορά που είδατε τον Ντάνιελ;»

wWw.Greekleech.info

aoratos286s366.indd 298

11/3/14 2:47:55 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

299

Πριν από λίγους μήνες. «Υπό ποιες περιστάσεις;» «Όχου πια!» αναφωνεί η Κάριν πίσω μου, σφίγγοντάς μου τον ώμο. «Ανάκριση του κάνεις;» «Όχι». «Ηρέμησε», μου λέει. «Μη γέρνεις μπροστά. Κάθισε κανονικά στην καρέκλα σου. Δεν του αρέσει να τον πιέζουν». «Δεν αποφασίζεις εσύ αν τον πιέζω ή όχι». Ο Άμπελ χαμογελά σε μια προσπάθεια να τη δικαιολογήσει και της κλείνει το μάτι. Η τηλεόραση παίζει ένα μουσικό βίντεο. Μια τεράστια φάλαινα αιωρείται στο διάστημα και φαίνεται έτοι­ μη να καταβροχθίσει τη γη. Ευχής έργον, που λένε. «Είδατε πριν από λίγους μήνες τον Ντάνιελ. Για ποιο λόγο;» Ήρθε για δουλειές. «Μήπως κάποιος πελάτης ήθελε να γίνει καπνός;» Ο Άμπελ νεύει καταφατικά. «Εξακολουθεί να χρησιμοποιεί το όνομα Ντάνιελ Μπέργκρεν;» Μ’ αυτό το όνομα τον ξέρω από την πρώτη στιγμή. «Πώς επικοινωνείτε μαζί του όταν τον χρειάζεστε;» Στέλνω γράμμα. «Σε ποια διεύθυνση;» Γράφει κάτι, κόβει το φύλλο από το σημειωματάριο και μου το δίνει. Διαβάζω τη διεύθυνση. Είναι ταχυδρομική θυρίδα. «Δεν είναι διεύθυνση κατοικίας». Αυτήν έχω. «Και τι γίνεται κάθε φορά που του γράφετε;» Έρχεται εδώ. «Ύστερα από πόσες μέρες;» Δύο με τέσσερις. Κοιτάζω τη διεύθυνση και σηκώνομαι. Πού να βρίσκεται αυτή η ταχυδρομική θυρίδα; Πιθανότατα κοντά στο σπίτι του Γκριμ. Η ταχυδρομική θυρίδα είναι σημαντικό στοιχείο της ζωής του.

aoratos286s366.indd 299

11/3/14 2:47:55 PM

300

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Σας ευχαριστώ». Δε θα ήθελες να με ευχαριστήσεις. Θα ήθελες να με χώσεις μέσα για εμπόριο ναρκωτικών και για κακοποίηση επειδή πιστεύεις πως έβλαψα τα παιδιά του Άλμπι. «Ναι», του λέω. Θέλω να προσθέσω κάτι, αλλά δεν ξέρω τι. Τον κοιτάζω. Βά­ ζω τα δυνατά μου για να βρω κάτι με το οποίο θα μπορούσα να τον απειλήσω. Δεν τα καταφέρνω. Γυρνάω να φύγω, αλλά ο γέρος γράφει κάτι ακόμα στο σημειωματάριό του και μου κάνει νόημα να το διαβάσω. Πιστεύεις πως δημιουργείς έναν ομορφότερο κόσμο; «Κάποτε το πίστευα. Έχω όμως αλλάξει από τότε», του λέω. Οι άνθρωποι δεν αλλάζουν, κύριε αστυνομικέ. Προσαρμόζονται.

aoratos286s366.indd 300

11/3/14 2:47:55 PM

XXIV

ΚΑΘΟΜΑΙ ΣΤΟ ΒΑΓΟΝΙ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟ κι ανοίγω το φάκελο. Το βαγό­

νι είναι σχεδόν άδειο. Οι λιγοστοί επιβάτες κάθονται σκορπισμέ­ νοι, με το κεφάλι στραμμένο προς το παράθυρο. Το κιτρινωπό φως δίνει στην επιδερμίδα μου μια αρρωστιάρικη όψη. Είναι ένα είδος πολυσέλιδου ημερολογίου, με γραφικό χαρα­ κτήρα που ο Γκριμ μάλλον δε χρησιμοποιεί πια. Σε άλλες περι­ πτώσεις πρέπει να γράφει διαφορετικά, ώστε να αλλοιώνει το γρά­ ψιμό του. Στο ημερολόγιο βλέπω ξανά το συνηθισμένο του γρα­ φικό χαρακτήρα, στον οποίο έχει επιστρέψει προσωρινά. Είναι σαν να προβάρει τα παλιά του ρούχα και να μην ξέρει πώς πρέ­ πει να τα φορέσει. Σαν να μην είναι σίγουρος τι αντιπροσωπεύει αυτό το ντύσιμο.

aoratos286s366.indd 301

11/3/14 2:47:55 PM

ΛΙΓΟ ΚΑΙΡΟ ΠΡΙΝ ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΩ, επισκέπτομαι τακτικά μια ψυχο­

λόγο. Γίνεται όλο και πιο απαθής απέναντί μου όσο περνάει ο και­ ρός και δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο. Θυμάμαι πως ένα από­ γευμα που ήμουν στο γραφείο της με ρώτησε τι ήταν αυτό που πή­ γαινε στραβά στη ζωή μου. Της λέω πως δεν ξέρω, πως ίσως να φταίει κάτι στην οικογένειά μου ή στις σχέσεις μου με τους φίλους μου. Φταίει άραγε το γεγονός του θανάτου της Άνια; Ίσως να φταίνε τα ναρκωτικά. Με ρωτάει πώς είναι η σχέση μου με την οικογένειά μου. Της λέω πως έχει απομείνει μόνο ο πατέρας μου και πως τα πάω καλά μαζί του. «Αλλά εγώ;» τη ρωτάω. «Τι εννοείς;» μου λέει. Δεν ξέρω τι να της πω, αισθάνομαι αποπροσανατολισμένος. «Τι γίνεται μ’ εμένα;» της λέω, νιώθοντας εντελώς αβοήθητος. «Θα στρώσουν τα πράγματα», μου λέει. «Θα βελτιωθεί η κατά­ σταση όταν θα μεγαλώσεις κι άλλο. Θα ξεπεράσεις τις δυσκολίες». «Δεν ξέρω», της λέω. «Δεν το πιστεύω». Με κοιτάζει κλίνοντας το κεφάλι. Με υποτιμά. Δε μου το λέει κα­ τάμουτρα, αλλά ξέρω πως αυτή είναι η αλήθεια. Έχω συναντήσει πολλούς ανθρώπους του ίδιου φυράματος. Όλοι τους ίδιοι είναι.

Είναι μια διαδικασία που παίρνει χρόνο, αλλά τα καταφέρνω. Εξαφανίζομαι. Είναι άλλο πράγμα να φτιάχνεις μια ταυτότητα για κάποιον και να του την παραδίδεις χτυπώντας τον φιλικά στον ώμο κι άλλο να χάνεσαι από προσώπου γης. Κι αυτό ισχύει περισ­

aoratos286s366.indd 302

11/3/14 2:47:55 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

303

σότερο για μένα, που είμαι φακελωμένος σε διάφορα αρχεία και μητρώα. Δεν καταφέρνω να σβήσω τα πάντα, αφού μερικά στοι­ χεία είναι πολύ παλαιά και δεν μπορώ να τα τροποποιήσω. Είναι θαμμένα στα ντουλάπια των σουηδικών κρατικών Αρχών. Δωρο­ δοκώ όσους μπορώ, απειλώ δημοσίους υπαλλήλους, κάνω ψευ­ δείς δηλώσεις αλλαγής διεύθυνσης και τραπεζικών λογαριασμών. Προσπαθώ να βρω για την αφεντιά μου μια ληξιαρχική πράξη θανάτου, αλλά για να γίνει αυτό χρειάζομαι ένα πτώμα και δεν μπορώ να φτάσω στα άκρα. Το 2003 είμαι έτοιμος. Επιλέγω ονο­ ματεπώνυμο με ιδιαίτερη προσοχή. Στα είκοσι τέσσερά του χρό­ νια ο Τζον Γκρίμπεργ γίνεται καπνός. Παίρνω ένα ελαφρύτερο ναρκωτικό γιατί είναι αναγκαίο να έχω πνευματική διαύγεια. Δεν πετυχαίνει η προσπάθειά μου και ξαναγυρνώ στην πρέζα. Αγοράζω φάρμακα στη μαύρη για να μπορώ να στέκομαι στα πόδια μου. Καμία κλινική δε θα μου έδι­ νε υποκατάστατα. Εξακολουθώ και σήμερα να τα παίρνω, αλλά δεν το ξέρει κανένας. Μόνο εσύ τώρα. Παίρνω μεθαδόνη δύο φο­ ρές τη μέρα, και μερικές φορές συχνότερα, ειδικά τον τελευταίο καιρό. Όταν πια καταφέρνω να γίνω κάποιος άλλος, τα πράγματα κυ­ λούν από μόνα τους. Με τη βοήθεια του Άμπελ, εξυπηρετώ κό­ σμο. Φτιάχνω πλαστές ταυτότητες και πλαστά έγγραφα κάθε εί­ δους. Μελετώ το κατά πόσον είναι εφικτή η ολοκληρωτική δια­ γραφή ενός ονόματος από κάθε σύστημα. Είναι ευκολότερο να δι­ αγράψεις τον εαυτό σου παρά έναν άλλο. Μετακινούμαι διαρκώς βοηθώντας κόσμο και κερδίζοντας βρό­ μικο χρήμα. Θα γελούσες αν σου έλεγα τα ποσά. Αλλά όλο αυτό το διάστημα, ακόμα κι όταν η κατάσταση ζορίζει και τα πάντα μου φαίνονται μαύρα, δε σε σκέφτομαι. Δε σε έχω συγχωρέσει, έχω όμως προχωρήσει. Στο κάτω κάτω, δεν ξέρω ούτε ποιος είσαι σήμερα ούτε πού βρίσκεσαι. Το αγνοώ και νιώθω χαρούμενος που το αγνοώ.

aoratos286s366.indd 303

11/3/14 2:47:55 PM

304

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Και ξαφνικά, πριν από τρεις βδομάδες, όλα γκρεμίζονται. Πέ­ ρασε τόσος καιρός από τότε που ήμασταν μαζί, Λέο! Τις τελευ­ ταίες τρεις βδομάδες γράφω απευθυνόμενος σ’ εσένα. Με προσέχεις; Θα φροντίσω να με προσέξεις.

Ο πατέρας μου αρρώστησε κι ύστερα από λίγο καιρό πέθανε. Ακόμα και πριν μπει στο νοσοκομείο, προσπαθούσα να τον βλέ­ πω όσο το δυνατόν περισσότερο. Ξέραμε κι οι δυο πως είχαμε πάρει την κάτω βόλτα, αλλά δεν το κουβεντιάζαμε. Ήξερε με τι ασχολιόμουν, αλλά ούτε και γι’ αυτό έλεγε τίποτα. Παίζαμε χαρτιά, βλέπαμε ταινίες και πηγαί­ ναμε σε μπαρ να παίξουμε βελάκια – τέτοια πράγματα. Είχαμε κάνει μια σιωπηρή συμφωνία, τουλάχιστον έτσι ένιωθα εγώ. Φρο­ ντίζαμε να είμαστε κοντά ο ένας στον άλλο. Το χρειαζόμασταν και οι δύο. Ύστερα μπήκε στο νοσοκομείο και πήγαινα να τον επισκέπτο­ μαι. Χρησιμοποιούσα ήδη ψεύτικο όνομα κι ο πατέρας μου μάλ­ λον με άκουσε, γιατί μια μέρα με φώναξε μ’ αυτό το νέο μου όνο­ μα και τον είδα να χαμογελά. Την τελευταία φορά που τον είδα ήταν πολύ εξασθενημένος και του πήρε λίγη ώρα για να με ανα­ γνωρίσει. Τότε ήταν που παρατήρησα το πρόσωπό του και κάτι σκίρτησε μέσα μου. Είχα κρατήσει τις αποστάσεις μου από οτιδήποτε είχε σχέση με το Σάλεμ. Ήταν απαραίτητο για μένα ώστε να μπορέσω να τα βγάλω πέρα στη ζωή μου. Τον αντίκρισα λοιπόν και ταράχτηκα. Θυμήθηκα τα πάντα. Ήταν σαν να μην είχε περάσει ούτε μια μέ­ ρα από τότε, παρόλο είχαν κυλήσει σχεδόν δεκάξι χρόνια. Ο πα­ τέρας μου ήταν ο μόνος άνθρωπος που μου είχε απομείνει. Πέ­ θανε και δεν ήξερα πια ποιο δρόμο να ακολουθήσω. Άρχισα να βλέπω ένα όνειρο ξανά και ξανά: ένα έντονο κόκκινο χρώμα μέ­ σα στο οποίο ήμουν φυλακισμένος χωρίς να μπορώ να απελευ­

aoratos286s366.indd 304

11/3/14 2:47:56 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

305

θερωθώ. Στην κηδεία του πατέρα μου ήμουν μέσα σε μια παρα­ ζάλη. Κληρονόμησα ό,τι είχαμε, μια και δεν υπήρχε πια άλλος στε­ νός συγγενής. Ο πατέρας μου είχε μεριμνήσει για ό,τι είχαν αφή­ σει πίσω τους η μητέρα μου και η Τζούλια. Μου είχε πει ότι είχε πετάξει όλα τους τα πράγματα. Δεν είχα πάει στην αποθήκη μας κι όταν τελικά κατέβηκα εκεί κάτω σοκαρίστηκα. Όλα τα υπάρ­ χοντά μας ήταν εκεί. Ο πατέρας μου δεν είχε πετάξει ούτε καν τα παλιά μου ρούχα. Δεν καταλαβαίνω γιατί δε μου το είχε πει και γιατί έλεγε πως είχε πετάξει τα πάντα στα σκουπίδια. Όταν βρέθηκα στην αποθήκη, αναρωτήθηκα πώς ήταν δυνατόν να χω­ ράνε τόσα πράγματα εκεί μέσα. Υπήρχαν ακόμα και τα έπιπλα του δωματίου της Τζούλια. Το κρεβάτι της, το γραφείο της, η βι­ βλιοθήκη της. Το κρεβάτι της ήταν ακόμα στρωμένο. Το αντι­ λαμβάνεσαι; Στρωμένο! Το πάπλωμα είχε μουχλιάσει, αλλά οι πολύχρωμες κουκκίδες του φαίνονταν ακόμα. Σήκωσα τα χαρτό­ κουτα που ήταν πάνω στο κρεβάτι και τράβηξα το πάπλωμα. Πά­ νω στο σεντόνι βρίσκονταν λίγα ρούχα της Τζούλια, μουχλιασμένα κι αυτά. Δε φαντάζεσαι πόσες είναι οι μικρολεπτομέρειες της καθημε­ ρινότητάς μας που φέρνουν μπροστά στα μάτια μας εικόνες του παρελθόντος. Και το παρελθόν μάς ρουφά μέσα στη δίνη του. Ξα­ νακύλησα στην πρέζα. Πήγα κι αγόρασα τα σύνεργα κι άρχισα ξανά να σουτάρω. Μέσα στα χαρτόκουτα βρήκα ρούχα που είχα να τα δω πολύ καιρό. Ήταν δικά σου. Βρήκα το σκούρο μπλε πουλόβερ σου με την κουκούλα. Το θυμάσαι; Μάλλον όχι. Βρήκα κι ένα σχολικό τετράδιο της Τζούλια και σε μια σελίδα είχατε γράψει τα ονόμα­ τά σας δίπλα δίπλα. Βρήκα και το παλιό φωτογραφικό άλμπουμ της μητέρας μου, που το είχε φτιάξει σε ευτυχισμένες στιγμές. Θυ­ μάμαι που πρόσεχε να βάζει τις φωτογραφίες με τη σωστή χρο­ νολογική σειρά. Το άλμπουμ άρχιζε με τις φωτογραφίες από την

aoratos286s366.indd 305

11/3/14 2:47:56 PM

306

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

εποχή που οι γονείς μου δεν είχαν αποκτήσει εμάς, και σιγά σιγά εμφανιζόμασταν κι εμείς, πρώτα εγώ και μετά η Τζούλια. Σε πολ­ λές φωτογραφίες η Τζούλια φοράει το κολιέ της. Η αποθήκη αποδείχτηκε ένα ταξίδι σε μια άλλη εποχή όπου τα παλιά στριφογύριζαν γύρω μου. Ο πατέρας μου, η μητέρα μου, όλος ο κόσμος που ήξερα. Τα πράγματα εξελίχθηκαν όπως ακρι­ βώς το είχα προβλέψει. Θυμάσαι που το είχα πει τόσες και τόσες φορές; Πως αν συνέβαινε στην Τζούλια κάτι κακό θα καταστρε­ φόταν η οικογένειά μας; Έτσι έγινε. Νομίζω πως δεν έκλαψα κα­ θόλου. Έμεινα πολλές μέρες στην αποθήκη και η μοναδική μου ασχολία ήταν να ψάχνω ό,τι έβρισκα μπροστά μου. Μη σου πε­ ράσει απ’ το μυαλό να με αναζητήσεις εκεί. Έχω φύγει. Είδα και τα βίντεο που είχαμε φτιάξει μαζί, όπου παίζαμε διάφορους ρό­ λους. Πρώτα είδα ένα που το είχαμε ονομάσει «Ο Δολοφόνος της Αγάπης». Το θυμάσαι; Έκαψα τα πάντα μέσα σ’ ένα βαρέλι στην εσωτερική αυλή. Τα πάντα εκτός από ορισμένα που ήταν πολύ μεγάλα για να χωρέ­ σουν και τα μετέφερα με αυτοκίνητο σ’ ένα σκουπιδότοπο. Δεν έχω τίποτα δικό μου. Είμαι ο κανένας. Μετά το θάνατο του πατέ­ ρα μου, μπορώ να πω πως φαίνομαι καλά μόνο επιφανειακά. Μέ­ σα μου όμως έχω ρημάξει. Αισθάνομαι ολομόναχος. Αόρατος. Για πρώτη φορά στη ζωή μου. Ίσως είναι επειδή μεγαλώνω. Στα είκοσί μου μπορούσα να ζω έτσι και δε σκεφτόμουν πως μου έλειπε κάτι. Δε σκεφτόμουν πως με τον καιρό η ζωή θα γλιστρούσε μέσα από τα χέρια μου. Σκέ­ ψεις που με κρατούν ξάγρυπνο τις νύχτες. Ολοκληρωτική απομό­ νωση. Αισθάνομαι πως δεν έχω καμία ταυτότητα. Τα γεγονότα με έχουν ξεπεράσει. Άρχισα να έχω παραισθήσεις. Μερικές φορές καταφέρνω να κοιμηθώ, αλλά περνώ πολλές νύχτες άυπνος. Η με­ θαδόνη δε με βοηθά πια. Μου λείπει διαρκώς η πρέζα. Ζωή είναι αυτή που ζω; Δεν έρχομαι σε επαφή με κανέναν, δεν έχω τίποτα που να με συνδέει μ’ έναν άνθρωπο.

aoratos286s366.indd 306

11/3/14 2:47:56 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

307

Πώς σε βρήκα ύστερα από τόσο καιρό; Είναι εκπληκτικό να βλέ­ πεις πώς μπαίνουν στη θέση τους τα κομμάτια του παζλ, παρά τα ερείπια που απόμειναν μετά το θάνατο του πατέρα μου. Η ιστορία ξεκίνησε λίγες βδομάδες πριν από το θάνατό του. Ολο­ κλήρωνα μια δουλειά για λογαριασμό ενός ανθρώπου τον οποίο δεν εμπιστευόμουνα. Χρειαζόμουν όμως τα χρήματα. Ο τύπος γνώριζε μια γυναίκα που δεν ήταν να της δείχνεις εμπιστοσύνη. Ήταν η Ρεμπέκα. Αυτή κατάφερε να ανακαλύψει ποιο όνομα χρησιμοποιούσα εκείνη την περίοδο. Έτσι κι αλλιώς πρέπει να κουβαλάω συνέχεια μαζί μου τις ταυτότητες που χρησιμοποιώ. Ένα βράδυ, κατά τη διάρκεια μιας συνάντησης, η Ρεμπέκα έψα­ ξε το σακάκι μου. Είχα τη λανθασμένη εντύπωση πως το έβλεπα συνεχώς. Με είχε πιάσει τρέμουλο κι είχα πάρει μια μεγάλη δό­ ση μεθαδόνης. Έβλεπα τα πάντα γύρω μου θολά κι ένιωθα με­ γάλη ανασφάλεια. Η Ρεμπέκα και ο φίλος της μάλλον κατάφε­ ραν να δουν το όνομά μου. Η Ρεμπέκα άρχισε να με εκβιάζει. Μου είπε πως θα πήγαινε στην αστυνομία να με καταδώσει αν δεν της έδινα χρήματα. Στην αρχή πήγα με τα νερά της. Αλλά τα πράγματα χειροτέρεψαν για­ τί εκείνη χόντρυνε το παιχνίδι. Απαιτούσε όλο και περισσότερα χρήματα. Και μάλιστα ήρθε στην κηδεία του πατέρα μου και δη­ μιούργησε ολόκληρη σκηνή. Φοβόμουν διαρκώς και κοίταζα μή­ πως κάποιος με παρακολουθούσε. Όλα όσα είχα φτιάξει θα κα­ τέρρεαν. Έκανα κάποια σχέδια για να δημιουργήσω για τον εαυ­ τό μου μια νέα ταυτότητα, αλλά στην κατάσταση που ήμουν δεν τα κατάφερα. Έπρεπε να βρω έναν τρόπο να ξεφορτωθώ τη Ρε­ μπέκα. Άρχισα να την παρακολουθώ. Ένα βράδυ την είδα να μπαίνει στην πολυκατοικία όπου βρίσκεται η Στέγη Τσάπμαν. Κα­ θόμουν στο αυτοκίνητο και περίμενα. Λίγα λεπτά μετά την είσο­ δό της βγήκε ένας άντρας από την ίδια πόρτα. Ήσουν εσύ. Ο κόσμος μου πάγωσε. Είχα μια τέτοια αντίδραση μόλις σε εί­ δα, που κατάλαβα ποια κίνηση έπρεπε να κάνω.

aoratos286s366.indd 307

11/3/14 2:47:56 PM

308

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Ξέρω τι σκέφτεσαι. Πως τρελάθηκα. Ίσως να είναι αλήθεια. Αλλά όλοι οι άνθρωποι φτάνουν κάποια στιγμή στα όριά τους και τα ξεπερνούν. Οι περισσότεροι δεν ξέρουν πώς και γιατί γίνεται αυτό. Εγώ όμως ξέρω. Ξέρω πότε άρχισαν να πηγαίνουν όλα κα­ τά διαβόλου. Από τη στιγμή που σε βρήκα, άρχισα να σε παρακολουθώ. Έφτασε κι η δική σου ώρα να πέσεις στη ρουφήχτρα.

aoratos286s366.indd 308

11/3/14 2:47:56 PM

XXV

ΒΓΑΙΝΩ ΑΠΟ ΤΟ ΣΤΑΘΜΟ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟ και ανασαίνω βαθιά. Έχω δια­

βάσει όλο το ημερολόγιο του Γκριμ και προσπαθώ να συνέλθω. Η ταχυδρομική θυρίδα του Ντάνιελ Μπέργκρεν βρίσκεται μέσα σε ένα κτίριο της οδού Ρόντμαν, στη συνοικία Βάζασταν. Πίστευα πως θα χρειαζόμουν πολύ χρόνο για να την ανακαλύ­ ψω, αλλά τελικά τα κατάφερα σχετικά γρήγορα χρησιμοποιώ­ ντας ένα κομπιούτερ σ’ ένα μεγάλο παντοπωλείο. Στη Στοκχόλ­ μη υπάρχουν ταχυδρομικές θυρίδες σε αρκετές περιοχές και για να βρω τη διεύθυνση του συγκεκριμένου ταχυδρομικού παραρ­ τήματος έψαξα στο Διαδίκτυο. Στο τέλος της αναζήτησης –με τη μέθοδο της εις άτοπον απαγωγής– είχαν απομείνει ελάχιστες πι­ θανές διευθύνσεις: μία στη Νάκα, μία στο σταθμό του μετρό Κάρλμπεργ, μία στο κέντρο, στη Βάζασταν, και μία κοντά στον κεντρικό σιδηροδρομικό σταθμό, που ανήκει σε μια μεγάλη εταιρεία. Είναι περασμένα μεσάνυχτα. Είναι η ώρα που η Στοκχόλμη δε μοιάζει με πρωτεύουσα. Οι ρυθμοί της πόλης είναι υποτονικοί κι οι δρόμοι της σχεδόν άδειοι. Τα χέρια μου τρέμουν. Φτάνω στην οδό Ρόντμαν και σταματώ έξω από την είσοδο της μεγάλης ισόγειας αίθουσας του ταχυδρομικού παραρτήμα­ τος. Είναι κλειστό από τα μεσάνυχτα μέχρι τις πέντε το πρωί. Κολλάω το πρόσωπό μου στο τζάμι της πόρτας για να κοιτάξω μέσα. Από την εσωτερική μεριά η πόρτα προστατεύεται με χο­

aoratos286s366.indd 309

11/3/14 2:47:56 PM

310

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

ντρά κάγκελα. Παρατηρώ μία μία τις ατελείωτες σειρές των τα­ χυδρομικών θυρίδων. Καθεμία θυρίδα έχει μέγεθος γραμματο­ κιβωτίου και είναι στοιβαγμένες η μία επάνω στην άλλη. Σε έναν τοίχο διακρίνω το λογότυπο της Εθνικής Αρχής Ταχυδρομείων και Τηλεπικοινωνιών. Σε μια γωνία της οροφής αναβοσβήνει το λαμπάκι μιας κάμερας ασφαλείας. Βλέπω στο τζάμι το είδωλο ενός αυτοκινήτου που σταματά πίσω μου. Σεκιουριτάδες. Βγαί­ νει ένας άντρας που μοιάζει με μπουλντόγκ και κατευθύνεται προς το μέρος μου. «Είμαστε εντάξει ή τρέχει τίποτα;» με ρωτάει. «Δεν τρέχει τίποτα. Κοιτάζω κάτι από απλή περιέργεια», απο­ κρίνομαι. Όταν επιστρέφω στο σπίτι, το περιπολικό είναι ακόμα σταθ­ μευμένο έξω από την πολυκατοικία. Βλέπω τον έναν αστυνομικό. Το πρόσωπό του είναι ωχρό έτσι όπως το φωτίζει αμυδρά η οθό­ νη του κινητού τηλεφώνου του. Ο άλλος αστυνομικός κοιμάται βαθιά.

Πέντε και τέταρτο. Ανοίγω την εξώπορτα του ταχυδρομικού πα­ ραρτήματος της οδού Ρόντμαν. Με πονούν τα μάτια μου από την κούραση κι είμαι σχεδόν βέβαιος πως με έχει αρρωστήσει όλη αυ­ τή η αγρύπνια. Πότε ιδρώνω, πότε κρυώνω. Μάλλον είναι από το σύνδρομο στέρησης, αφού έχουν περάσει μέρες από την τελευ­ ταία φορά που πήρα ηρεμιστικό χάπι. Ψάχνω στην εσωτερική τσέπη του σακακιού μου και βρίσκω ένα. Το καταπίνω. Η ταχυ­ δρομική θυρίδα που αναζητώ είναι η 4746. Οι θυρίδες είναι στοιβαγμένες σε στήλες των δέκα. Καλύπτουν όλο το χώρο της αίθουσας. Αυτές που ακουμπούν στους τοίχους είναι μεγαλύτερες. Ορισμένες χωράνε ολόκληρα καφάσια, αλλά υπάρχουν και μερικές μέσα στις οποίες θα μπορούσες να φυλά­ ξεις και έπιπλα.

aoratos286s366.indd 310

11/3/14 2:47:56 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

311

Βρίσκω τη θυρίδα 4746 σε μια μεριά του λαβυρίνθου και την παρατηρώ προσεκτικά, φροντίζοντας να μην την αγγίξω. Δε δια­ φέρει καθόλου από τις άλλες. Την ανοίγω λίγο με τη μύτη του στι­ λό μου και βάζω μέσα το δάχτυλό μου. Υπάρχουν επιστολές. Αυ­ τό σημαίνει πως κάποιος θα περάσει από εδώ για να τις πάρει επειδή θα τις χρειάζεται. Αναζητώ τριγύρω ένα κατάλληλο μέρος από όπου να μπορώ να βλέπω τη θυρίδα. Ίσως χρειαστεί να πε­ ριμένω αρκετά. Διαλέγω μια γωνιά από την οποία να φαίνεται άνετα η θυρίδα 4746 αλλά και η είσοδος. Ο χρόνος κυλά. Έξω από την είσοδο βλέπω την οδό Ρόντμαν. Η πόλη ξυπνά σιγά σι­ γά. Περνούν διαβάτες με τσάντες, κάποιοι με τα παιδιά τους στην αγκαλιά. Περνούν λεωφορεία. Ο ήλιος ανατέλλει και φωτίζει το δρόμο. Μπαίνουν στο παράρτημα άντρες και γυναίκες και κατευθύνο­ νται βιαστικά ο καθένας προς τη δική του ταχυδρομική θυρίδα. Ανοίγουν τις θυρίδες, παίρνουν τις επιστολές, τις βάζουν στην τσά­ ντα τους και φεύγουν. Τους ακολουθώ με το βλέμμα. Πιθανότατα πρόκειται για επιχειρηματίες, αφού βλέπω ότι οι περισσότερες επιστολές είναι εταιρικές. Αποτελεσματικό καμουφλάζ για τον Γκριμ. Εδώ μέσα θα είναι απλώς ένας από τους πολλούς καλοντυ­ μένους ανεξάρτητους κυρίους που παίρνουν το πρωί την αλληλο­ γραφία τους. Διψάω και με πονούν τα πόδια μου. Τις στιγμές που αδειάζει η αίθουσα, κάνω μια βόλτα ανάμεσα στις θυρίδες προ­ σποιούμενος τον αδιάφορο κάτω από τις κάμερες ασφαλείας. Στις οκτώ και τέταρτο, ύστερα από τρεις ώρες αναμονής, βλέ­ πω στο απέναντι πεζοδρόμιο ένα μαυροντυμένο κύριο. Είναι ψη­ λός και ξανθός. Δε διακρίνω το πρόσωπό του. Διασχίζει το δρό­ μο, φτάνει στην είσοδο και για μια στιγμή χάνεται από το οπτικό μου πεδίο. Κρατώ την ανάσα μου. Η πόρτα ανοίγει και ο κύριος μπαίνει στο παράρτημα. Φοράει μαύρο τζιν παντελόνι, μαύρο σα­ κάκι και μια απλή μπλε μπλούζα. Τα μαλλιά του είναι καλοχτε­ νισμένα. Το πρόσωπό του έχει αδρά χαρακτηριστικά και είναι

aoratos286s366.indd 311

11/3/14 2:47:56 PM

312

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

ήρεμο. Είναι όμως χλομός. Έχει μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια και τα μάγουλά του είναι βαθουλωμένα. Στην αρχή αναρω­ τιέμαι αν είναι πράγματι ο Γκριμ. Σαρώνει με το βλέμμα το χώ­ ρο στα αριστερά του κλίνοντας το κεφάλι, κι αυτή η κίνησή του με πείθει πως είναι αυτός. Είναι σίγουρα ο Γκριμ, αλλά του φαί­ νονται τα χρόνια. Είναι για μένα μια εξωπραγματική αίσθηση και για μια φευγαλέα στιγμή έχω την εντύπωση πως αντικρίζω τον κό­ σμο των νεκρών. Το πρόσωπό του εξακολουθεί να μου θυμίζει την Τζούλια. Προσπαθώ να φανταστώ πώς θα ήταν η Τζούλια σήμερα. Ο Γκριμ προχωρά με τα χέρια στις τσέπες του σακακιού του. Ίσως να με έχει δει ή να με έχει ακούσει. Είμαι κρυμμένος πίσω από μια σειρά θυρίδων και τον παρακολουθώ από ένα μικρό κε­ νό ανάμεσά τους. Ανοίγει τη θυρίδα του, παίρνει κάτι από μέσα –τι άραγε;– και κατευθύνεται προς την έξοδο. Αλλά δε βγαίνει έξω. Αρχίζει να προ­ χωρά στους διαδρόμους ανάμεσα στις σειρές των θυρίδων, ανα­ γκάζοντάς με να μετακινούμαι ώστε να μπορώ να τον παρακολου­ θώ. Το βήμα μου είναι νευρικό, τα αφτιά μου βουίζουν και το κε­ φάλι μου πάει να σπάσει. Ρίχνω φευγαλέες ματιές δεξιά κι αριστε­ ρά με κομμένη την ανάσα. Ο Γκριμ στέκεται μπροστά σε μια άλ­ λη θυρίδα. Την ξεκλειδώνει και παίρνει από μέσα κάτι που μοιά­ ζει με μεταλλική ταμπακέρα. Κλειδώνει τη θυρίδα και προχωρά προς την έξοδο. Θα ήθελα να βγω από την κρυψώνα μου και να τον αντιμετωπίσω, ίσως και να τον ρίξω αναίσθητο, δεν ξέρω. Αλ­ λά δεν μπορώ να το κάνω. Παρατηρώ τη δεύτερη θυρίδα που άνοι­ ξε για να θυμηθώ αργότερα ποια είναι. Βγάζω το κινητό μου. Ο Γκριμ είναι πια έξω στο δρόμο και χάνεται στρίβοντας σε μια γωνία. Φτάνω με ασταθές βήμα μπροστά στη δεύτερη θυρίδα και ση­ μειώνω τον αριθμό της. Τηλεφωνώ στην Άλις, τη γραμματέα του Λέ­ βιν. Απαντά με αδιάφορη φωνή, με το άχρωμο ύφος της γυναίκας

aoratos286s366.indd 312

11/3/14 2:47:56 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

313

που μιλάει στο τηλέφωνο όλο το εικοσιτετράωρο. Της ζητώ να με βοηθήσει. Της λέω πως πρέπει να βρω το όνομα του ιδιοκτήτη μιας ταχυδρομικής θυρίδας της οδού Ρόντμαν. «Πώς είσαι;» με ρωτάει. «Γιατί ρωτάς;» «Ακούγεσαι σαν μόλις να έχεις κλάψει». «Σε παρακαλώ μπορείς απλώς να μου πεις το όνομά του;» «Πες μου το νούμερο της θυρίδας», μου λέει η Άλις πληκτρο­ λογώντας. «Η 5646. Έχεις μπει στα αρχεία της εφορίας;» «Ναι». «Μπορείς να ελέγξεις για άλλη μία θυρίδα;» «Ένα ένα, Λέο». Ξεροβήχει. «Να υποθέσω πως τώρα βρίσκε­ σαι μπροστά στη θυρίδα 5646;» «Ναι». «Δεν έχει καταχωριστεί σε ένα μόνο όνομα. Βλέπω δύο. Είναι μια εταιρεία που ανήκει στους Τομπίας Φρέντρικσον και Τζόνα­ θαν Γκράνλουντ». Η Άλις εξακολουθεί να πληκτρολογεί. «Ο ένας γεννήθηκε το 1979 και ο άλλος το 1980. Και οι δύο με λευκό ποι­ νικό μητρώο. Άγαμοι. Ο ένας μένει στη συνοικία Χάμαρμπιχεϊ­ ντεν, ο άλλος στη Χέγκερστεν κοντά στο σταθμό του μετρό Τελε­ φόνπλαν. Η εταιρεία βρίσκεται στο Τελεφόνπλαν, αλλά σε άλλη διεύθυνση». Η Άλις βήχει. Άραγε είναι καπνίστρια; «Η άλλη θυρίδα;» με ρωτά. «Είναι η 4746». «Είναι κι αυτή στην οδό Ρόντμαν;» «Ναι». Ακολουθεί μια σύντομη σιωπή. «Ντάνιελ Μπέργκρεν. Το βρήκα στο αρχείο απογραφών του πληθυσμού. Γεννήθηκε το 1979, στις 15 Δεκεμβρίου. Απογράφη­ κε στη Στοκχόλμη, στο Μπαντχάγκεν. Για διεύθυνση κατοικίας

wWw.Greekleech.info

aoratos286s366.indd 313

11/3/14 2:47:56 PM

314

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

έχει δώσει μια διεύθυνση ταχυδρομικής θυρίδας. Το έχω ξανα­ δεί αυτό. Προπέτασμα καπνού». «Εκτός από τις διευθύνσεις του Φρέντρικσον και του Γκράν­ λουντ, βρίσκεις άλλα στοιχεία επικοινωνίας;» «Όχι. Ούτε καν αριθμό τηλεφώνου. Να σου δώσω τις διευ­ θύνσεις;» Μου τις λέει και τις σημειώνω. Τα έχω χαμένα. Η ταυτότητα του Γκριμ είναι κρυμμένη μέσα σε ένα λαβύρινθο με ίχνη που δεν οδηγούν πουθενά. «Σ’ ευχαριστώ, Άλις». Μουρμουρίζει κάτι και κλείνει το τηλέφωνο.

Καθώς κατεβαίνω στο σταθμό του μετρό, μου τηλεφωνεί ο Μπιρκ. Με ρωτάει ξεφυσώντας πού στο καλό βρίσκομαι. «Έπρεπε να ήσουν εδώ τώρα. Αφού το συμφωνήσαμε. Σε χρειά­ ζομαι για να μου δώσεις τις πληροφορίες που έχεις». «Πώς τα πήγες χτες με τον Κολ;» «Έλα αμέσως εδώ». «Θα έρθω αν μου πεις πώς τα πήγες μαζί του». Ο Μπιρκ αναστενάζει. «Σε γενικές γραμμές, δε λέει τίποτα. Ισχυρίζεται ότι του έδω­ σαν εντολή να μιλήσει αποκλειστικά μ’ εσένα. Το μόνο που του απέσπασα είναι μεμονωμένες λεπτομέρειες που πιθανόν να συμ­ φωνούν με τα στοιχεία που προέκυψαν από τους ειδικούς της Σή­ μανσης. Ισχυρίζεται επίσης πως το έκανε για τα χρήματα, πως εί­ χε να φέρει εις πέρας μια αποστολή. Τον πίεσα να μου πει περισ­ σότερα για τον άνθρωπο που ανέφερε σ’ εσένα, τον Ντάνιελ Μπέρ­ γκρεν, αλλά αυτός καθόταν και με κοίταζε ερωτηματικά και αρ­ νήθηκε να πει οτιδήποτε. Γι’ αυτό λοιπόν έλα εδώ». «Δεν μπορούμε να τα πούμε τηλεφωνικά;» «Δεν υπάρχει περίπτωση».

aoratos286s366.indd 314

11/3/14 2:47:56 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

315

Προχωρώ στη σήραγγα κάτω από την οδό Σβέα και περνώ μπροστά από τον τοίχο με την απειλητική κόκκινη ζωγραφιά που απεικονίζει τον Άουγκουστ Στρίντμπεργκ. «Του ανέθεσε τη δουλειά ο Ντάνιελ Μπέργκρεν, αλλά πίσω από το όνομα αυτό κρύβονται άλλα δύο ονόματα», λέω στον Μπιρκ. «Ένας Τομπίας Φρέντρικσον που μένει στο Χάμαρμπι­ χεϊντεν κι ένας Τζόναθαν Γκράνλουντ που μένει στο Τελεφόνπλαν. Και οι δύο έχουν την ηλικία που μας ενδιαφέρει. Αυτή είναι πά­ νω κάτω η ηλικία του ανθρώπου που αναζητάμε. Στα χαρτιά, οι δύο κύριοι έχουν μια εταιρεία, αλλά είμαι σίγουρος πως είναι ει­ κονική. Την έχουν για να ρίχνουν στάχτη στα μάτια. Ο άνθρωπός μας ονομάζεται Τζον Γκρίμπεργ, μόνο που το όνομα αυτό το βρί­ σκεις μόνο στον κατάλογο ανυπάρκτων. Δεν πιστεύω πως χρησι­ μοποιεί σήμερα τα ονόματα Γκράνλουντ, Φρέντρικσον και Μπέρ­ γκρεν. Κάποιο άλλο θα χρησιμοποιεί. Η Ρεμπέκα πέθανε επειδή έμαθε το όνομα που χρησιμοποιεί σήμερα ο Γκρίμπεργ». «Έμαθε πρόσφατα το όνομα που έχει σήμερα ο Γκρίμπεργ;» «Ακριβώς. Ήμουν τυχερός που πέτυχα το σωστό Ντάνιελ Μπέργκρεν κι έτσι βρίσκομαι...» «Πώς τα κατάφερες; Υποτίθεται πως είσαι κλεισμένος στο δια­ μέρισμά σου, όπως σε διέταξα», λέει ο Μπιρκ ψυχρά. «Ήμουν τυχερός. Άσε που δεν μπορείς να διατάζεις κάποιον που βρίσκεται σε διαθεσιμότητα». «Δεν καταλαβαίνω πώς έχεις μπλεχτεί σ’ αυτή την ιστορία. Ήρθε η ώρα να μιλήσεις», μου λέει σχεδόν ικετευτικά. «Ο Ντάνιελ Μπέργκρεν ή Τζον Γκρίμπεργ, όπως ονομαζόταν τότε, υπήρξε φίλος μου». Το τρένο βγαίνει από τη σήραγγα με τα φρένα του να στριγκλίζουν. «Πριν αρχίσει να με μισεί». «Γιατί σε μίσησε;» «Δεν παίζει κανένα ρόλο το γιατί με μίσησε». «Το κολιέ ήταν λοιπόν μια προειδοποίηση που απευθυνόταν σ’ εσένα; Ή μήπως μια απειλή;»

aoratos286s366.indd 315

11/3/14 2:47:56 PM

316

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Δεν ξέρω», λέω και σκέφτομαι το ημερολόγιο του Γκριμ. Το έχω ακόμα στην τσέπη μου. Αλήθεια δεν ξέρω. Μπαίνω στο τρέ­ νο και κοιτάζω ολόγυρα στο βαγόνι, βέβαιος πως κάποιος με πα­ ρακολουθεί. «Ο πατέρας του πέθανε πριν από τρεις βδομάδες. Από τότε άρχισε να πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο και πι­ στεύω πως τώρα ενεργεί εντελώς παράλογα. Θα έλεγα πως είναι πολύ επικίνδυνος». «Από πότε τα υποψιάζεσαι όλα αυτά;» «Μόλις από χτες». «Μόλις από χτες», επαναλαμβάνει ο Μπιρκ αναστενάζοντας. «Θα ενημερώσω τον Πέτερσεν και στη συνέχεια θα πιάσουμε τον Γκράνλουντ». «Όχι», λέω. «Τον Φρέντρικσον. Θεωρώ ότι ο Γκράνλουντ εί­ ναι απλώς ένα λανθασμένο ίχνος». «Τζον Γκρίμπεργ», λέει ο Μπιρκ. «Τζόναθαν Γκράνλουντ. Ίδια αρχικά. Οι άνθρωποι που ασχολούνται με τέτοια χρειάζονται ονό­ ματα που να έχουν κάποια σύνδεση μεταξύ τους ώστε να μην πα­ λαβώνουν. Κάτι που να τους θυμίζει ποιοι είναι στην πραγματι­ κότητα. Ίδια αρχικά, για παράδειγμα». «Το ξέρω. Αλλά το ξέρει κι αυτός. Πιστεύω ότι τους έχει σκε­ φτεί αυτούς τους συσχετισμούς». Ακολουθεί μια σιωπή που διαρκεί απίστευτα πολύ. «Θα το πληρώσεις πολύ ακριβά όταν πια θα έχει λήξει αυτή η υπόθεση». «Αδιαφορώ». «Πιστεύεις λοιπόν πως πρέπει να αναζητήσουμε τον Φρέντρικ­ σον;» «Ναι». Ο Μπιρκ αναστενάζει και πάλι. «Τότε ασχολήσου εσύ με τον Φρέντρικσον. Εγώ θα ασχοληθώ με τον Γκράνλουντ. Αν τον βρούμε, θα βρούμε και τη σημερινή ταυτότητα του πρώην φίλου σου. Θα προσπαθήσω να εξασφαλί­

wWw.Greekleech.info

wWw.Greekleech.info

aoratos286s366.indd 316

11/3/14 2:47:56 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

317

σω ενισχύσεις. Θα τον πιάσουμε τον Γκράνλουντ. Να μου τηλε­ φωνήσεις όταν θα φτάσεις στον προορισμό σου». «Δίνεις διαταγές σαν να θεωρείς ότι δεν είμαι σε διαθεσιμό­ τητα». Ο Μπιρκ κλείνει το τηλέφωνο χωρίς να πει τίποτα άλλο.

Κατεβαίνω στο Χάμαρμπιχεϊντεν, λίγες στάσεις νοτιότερα της Σέ­ ντερμαλμ. Ο ήλιος λάμπει και τα φύλλα των θάμνων και των δέ­ ντρων θροΐζουν. Ενώ ψάχνω το χαρτί όπου έχω γράψει τη διεύ­ θυνση του Τομπίας Φρέντρικσον, χτυπάει το κινητό μου. Δεν ανα­ γνωρίζω το νούμερο. «Ο Λέο είσαι;» ρωτάει κάποιος. Είναι φανερά ταραγμένος. «Ποιος είναι;» «Ο Ρίκι. Είσαι ο Λέο Γιούνκερ;» «Ηρέμησε. Ναι, εγώ είμαι». «Είμαι ο σύντροφος της Σαμ Φαλκ. Την ξέρεις καλά, έτσι δεν είναι; Μου είχε πει να σου τηλεφωνήσω αν συνέβαινε κάτι». «Αν συνέβαινε... τι;» «Δεν ήρθε στο σπίτι χτες. Νόμιζα πως θα δούλευε μέχρι αργά. Το πρωί που ξύπνησα δεν ήταν στο σπίτι. Σκέφτηκα πως θα είχε κοιμηθεί στο στούντιο. Έτσι κι αλλιώς κοιμάται εκεί μερικές φο­ ρές. Τώρα όμως βρίσκομαι έξω από το στούντιό της και το βλέπω κλειστό και με τα φώτα σβηστά. Δεν είναι μέσα. Της τηλεφωνώ και το κινητό της είναι απενεργοποιημένο. Και ξέρω πως η Σαμ έχει πάντα το κινητό της ανοιχτό. Φοβάμαι πως κάτι της έχει συμβεί». Το κεφάλι μου γυρίζει. Απλώνω τα χέρια μου για να στηριχτώ στον κοντινότερο τοίχο. Η επιφάνειά του είναι τραχιά. Κλείνω τα μάτια μου. Έτσι όπως τον ακούω, μου δίνει την εντύπωση αδύνα­ μου άντρα. Τον περίμενα πιο αρρενωπό. «Να τηλεφωνήσεις στην αστυνομία. Ζήτα τον Γκάμπριελ Μπιρκ».

aoratos286s366.indd 317

11/3/14 2:47:56 PM

318

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Θα έρθεις εδώ;» «Ναι». Αρχίζω να τρέχω προς το σταθμό του μετρό. «Έρχομαι».

Στέκομαι όρθιος μέσα στο βαγόνι του τρένου που κατευθύνεται προς τη Σέντερμαλμ. Από την ταραχή μου δεν μπορώ να καθίσω. Βλέπω τους επιβάτες να με κοιτάζουν με περιέργεια. Αδιαφορώ. Παίρνω στο κινητό μου ένα μήνυμα από τον Γκριμ. Τρεις ώρες, Λέο. Μέχρι να γίνει τι; Έχεις τρεις ώρες για να με βρεις. Και προσθέτει: Τρεις ώρες μέχρι να πεθάνει η δικιά σου.

aoratos286s366.indd 318

11/3/14 2:47:56 PM

XXVI

Η ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΣΕΝΤΕΡΜΑΛΜ έχει φτάσει στο στούντιο πριν

από μένα. Βλέπω από μακριά τα περιπολικά μόλις βγαίνω από το σταθμό του μετρό τρέχοντας και διασχίζω το δρόμο. Ξέρω ήδη πως η Σαμ δεν είναι εκεί, αλλά μόλις βλέπω το φως των φάρων των περιπολικών να πέφτει στους τοίχους γύρω από το «S Tattoo» νιώθω πως οι χειρότεροί μου φόβοι έχουν επαληθευτεί. Φαντάζο­ μαι πως η Σαμ βρίσκεται εκεί μέσα ακίνητη και παγωμένη. Φτά­ νω μπροστά στο στούντιο και ρίχνω μια ματιά από το τζάμι της πόρτας. Δεν υπάρχει πτώμα. Μέσα βρίσκονται δύο αστυνομικοί που μετακινούνται με μεγάλη προσοχή. Εκείνη τη στιγμή εμφανίζε­ ται ένας ειδικός της Σήμανσης με γαλάζια ολόσωμη φόρμα και με μοβ λαστιχένια γάντια. Είναι ο ίδιος που είχε αναλάβει την έρευνα στην οδό Τσάπμαν. Μπήγει τις φωνές στους αστυνομι­ κούς. Τους λέει να φύγουν από τον τόπο του εγκλήματος. Είναι ανατριχιαστικό το να αποκαλεί κάποιος το στούντιο της Σαμ τό­ πο εγκλήματος. Μέσα στο χώρο αποκλεισμού μια αστυνομικός μιλάει μ’ ένα γενειοφόρο κοντό άντρα με ελάχιστα μαλλιά. Έχει πίρσινγκ στο ένα φρύδι, στη μύτη και στο κάτω χείλι του. Τα μάτια του είναι καστανά. Πρέπει να είναι ο Ρίκι και είναι κάτωχρος. Μόλις με βλέπει μου κάνει νόημα να πάω κοντά του. Η αστυνομικός με αφήνει να περάσω.

aoratos286s366.indd 319

11/3/14 2:47:56 PM

320

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Εσύ είσαι ο Λέο;» «Ναι». «Σε αναγνώρισα από κάποιες φωτογραφίες». Είναι πολύ ταραγμένος. Δε μου λέει πολύ περισσότερα πράγ­ ματα από αυτά που μου είπε στο τηλέφωνο. Με έχει πιάσει απο­ γοήτευση – μόλις πριν από λίγες ώρες είχα περάσει από εδώ. Και είχα δει τη Σαμ. Ήταν καλά. Σώα και αβλαβής. Και μάλιστα εί­ χα προσέξει μήπως με παρακολουθούσε κανείς. Μήπως ο Γκριμ παραφύλαγε εκείνη τη στιγμή κρυμμένος κάπου; Βγάζω ένα χά­ πι και το καταπίνω. Ο άντρας της Σήμανσης τριγυρνά στο στούντιο μουρμουρίζο­ ντας. Ύστερα από λίγη ώρα φτάνει ο Μπιρκ με το δικό του αυτο­ κίνητο. Δεν εκπλήσσεται που με βλέπει. «Υπάρχουν ίχνη μεγάλης αναστάτωσης στο βάθος του στού­ ντιο, στο γραφείο», λέει ο ειδικός της Σήμανσης. «Θα έλεγα πως η Σαμ ήταν εκεί όταν μπήκε ο δράστης. Βρήκε τρόπο να την εξου­ δετερώσει». «Όταν λες ότι την εξουδετέρωσε εννοείς πως τη χτύπησε», λέει ο Μπιρκ χαμηλόφωνα ρίχνοντάς μου μια φευγαλέα ματιά. «Αυτό δεν εννοείς;» «Μάλλον την άγγιξε με ηλεκτρικό κλομπ. Σύμφωνα με τις εν­ δείξεις, όλα συνέβησαν πολύ γρήγορα. Αλλά αυτό, φυσικά, δεν εί­ ναι παρά μια υπόθεση». «Φυσικά», λέει ο Μπιρκ ψυχρά. Στρέφεται προς το μέρος μου. «Σαμ Φαλκ... Ήσασταν ζευγάρι κάποτε εσείς οι δύο». «Ναι». Του δείχνω το μήνυμα που έχω λάβει στο κινητό μου. «Τρεις ώρες έχουμε... Ή μάλλον, μόλις δύο», του λέω. Νιώθω την καρδιά μου να χτυπάει πολύ δυνατά. «Δύο ώρες μέχρι να γίνει τι;» «Μέχρι να τη σκοτώσει. Το γράφει ο ίδιος». «Για ποιο λόγο;» ρωτάει ο Μπιρκ. Με κοιτάζει με ορθάνοιχτα μάτια. «Δεν καταλαβαίνω».

aoratos286s366.indd 320

11/3/14 2:47:56 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

321

Του ξαναδείχνω το τελευταίο μήνυμα λες και αυτό θα μπορού­ σε να εξηγήσει κάτι. Το κοιτάζει με ανεξιχνίαστο ύφος. «Θα δώσω εντολή να την αναζητήσει η αστυνομία», λέει και βγάζει το κινητό του. «Όσο περισσότεροι αστυνομικοί το μάθουν τόσο περισσότερο θα δυσκολευτεί ο δράστης να την κρύψει κά­ που. Αυξάνονται οι πιθανότητές μας να προφτάσουμε...» Μου γυρ­ νά την πλάτη για να μιλήσει στο τηλέφωνο. «Ναι; Είμαι ο Γκά­ μπριελ Μπιρκ». Χαμηλώνει τη φωνή του. Προσπαθώ να μείνω ήρεμος. Δύσκο­ λο. Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που μου μπαίνει η ιδέα να σπάσω στο ξύλο τον Τζον Γκρίμπεργ. Στη σκέψη αυτή, παίρνω κουράγιο. Το κινητό μου δονείται. Μην ανακατεύεις την αστυνομία. Κάθομαι πάνω στο καπό ενός περιπολικού. Είναι ζεστό. Ο κι­ νητήρας δουλεύει στο ρελαντί. Μου είναι αδύνατον να πιστέψω ότι ο Γκριμ σοβαρολογεί. Μου παίζει παιχνίδια. Δε γίνεται. Είναι μια υπόθεση που με ξεπερνά, του γράφω. «Λέο;» Ένα χέρι με ακουμπά στον ώμο. «Ναι;» Είναι ο Μπιρκ, που με κοιτάζει με ειλικρινή ανησυχία, γεγο­ νός που με εκπλήσσει. «Πού και τι ψάχνεις;» με ρωτά. «Πρέπει να βρω τον Τομπίας Φρέντρικσον». Η μοναδική μου έγνοια αυτή τη στιγμή είναι να βρω τον Φρέ­ ντρικσον. Αν τον βρω θα έχω πλησιάσει λίγο πιο κοντά στον Γκριμ. Ο Μπιρκ φαίνεται πολύ συλλογισμένος. Τα μαλλιά του είναι χτε­ νισμένα προς τα πίσω και η μαύρη γραβάτα του ανεμίζει στο δυ­ νατό αέρα. «Αναλαμβάνεις τον Φρέντρικσον», μου λέει. «Εμείς πάμε να τσακώσουμε τον Γκράνλουντ. Αν δεν προφτάσουμε...» «Χρειάζομαι όπλο».

aoratos286s366.indd 321

11/3/14 2:47:56 PM

322

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Θα πας μαζί με κάποιον». «Δεν αρκεί», του λέω. «Θα πάω με περιπολικό, μαζί με αστυ­ φύλακα από το Βεστμπέρια ή από άλλη συνοικία;» Ο Μπιρκ χαμηλώνει το βλέμμα. «Δεν ξέρω», λέει σηκώνοντας τους ώμους. «Χρειάζομαι κάτι για προστασία». «Θα τα καταφέρεις και χωρίς όπλο». «Δε θα τα καταφέρω χωρίς όπλο. Το ξέρεις». «Πάμε στο αυτοκίνητό μου».

wWw.Greekleech.info Είναι ένα απλό πιστόλι, ένα μαύρο Walther. Ο Μπιρκ θα έχει κά­ που αλλού το Sig Sauer που έχει στην κατοχή του. Ζυγίζω το πι­ στόλι στο χέρι μου και το σφίγγω με τα δάχτυλά μου. Ανατριχιά­ ζω. Αγγίζω τη σκανδάλη με το δείκτη μου. Την πιέζω ελαφρά και νιώθω την αντίσταση του ελατηρίου. Το οπτικό μου πεδίο συρρι­ κνώνεται. Η θολούρα που απομένει αφήνει μια στενή σήραγγα στο κέντρο της, μέσα από την οποία βλέπω το τίποτα. Σωριάζομαι στο έδαφος. Ακούω τριγμούς και αισθάνομαι πως κάτι έρχεται κα­ ταπάνω μου, αλλά δεν είναι παρά τα σύννεφα που ταξιδεύουν στον ουρανό. «Λέο». Είναι η φωνή του Μπιρκ. Οι τριγμοί δεν προέρχονται από τα σύννεφα, είναι οι ήχοι της ίδιας μου της αναπνοής. Υπεροξυγόνωση. Είναι η πρώτη φορά που μου συμβαίνει. Ο ψυχολόγος είχε πει πως κάπως έτσι θα βί­ ωνα το ξεκίνημα μιας κρίσης πανικού. «Πάρ’ το», ψελλίζω, προσπαθώντας να δώσω το πιστόλι στον Μπιρκ. Μου γλιστρά από το χέρι. Ο Μπιρκ το σηκώνει από κάτω και το ξαναβάζει στο αυτοκί­ νητό του, στη θέση του οδηγού. Σκύβει από πάνω μου. «Δεν πρόκειται να πας πουθενά. Θα μείνεις εδώ. Θα στείλω περιπολικό στον Φρέντρικσον».

aoratos286s366.indd 322

11/3/14 2:47:56 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

323

«Εντάξει είμαι. Δώσε μου ένα άλλο όπλο». Ανασαίνω και πάλι σχεδόν κανονικά. Προσπαθώ να σηκωθώ από το έδαφος. «Ένα μαχαίρι». Στηρίζομαι στο καπό του περιπολικού. Με πιάνει βήχας. «Αποκλείεται», λέει ο Μπιρκ. «Έχουμε απαγωγή;» ρωτά ένας νεαρός ένστολος. «Υποθέτω. Ναι», λέει ο Μπιρκ. «Αν μου επιτρέπεται να ρωτήσω, τι ζητούν οι απαγωγείς;» «Εμένα», του απαντώ. «Δε θέλει να ανακατευτείτε εσείς». «Δεν ξέρουμε καν πού έχει κρυφτεί το κάθαρμα», λέει ο Μπιρκ. «Πρέπει να επικοινωνήσουμε μαζί του. Δώσε μου το κινητό σου». «Όχι». «Θέλω να του στείλω ένα μήνυμα». «Πες το μου και θα το γράψω εγώ. Δικό μου είναι το κινη­ τό». Ο Μπιρκ αναστενάζει. Τον καταλαβαίνω, αφού νιώθω πως κά­ νω σαν παιδί. «Ζήτησέ του να σου στείλει μια φωτογραφία από το κινητό του που να αποδεικνύει πως η Σαμ είναι ζωντανή. Να δούμε αν πράγ­ ματι την κρατάει αυτός». Γράφω μήνυμα στον Γκριμ και του ζητώ να μου στείλει μια φωτογραφία της Σαμ. Ο Μπιρκ μπαίνει στο στούντιο. Κοιτάζω τον ουρανό. Ο ήλιος λάμπει ανάμεσα στα λευκά σύννεφα. Μας έχουν απομείνει λιγότερες από δύο ώρες. Το κινητό μου δονείται. Στην οθόνη εμφανίζεται η φωτογρα­ φία ενός τατουάζ που έχει η Σαμ στο κορμί της: ένα φυλαχτό σε σχήμα ακτινωτού τροχού. Ο τροχός έχει ένα πολύ ιδιαίτερο σχέ­ διο και το τατουάζ βρίσκεται στον ώμο της. Κανείς εκτός από τη Σαμ δεν έχει τέτοιο τατουάζ.

aoratos286s366.indd 323

11/3/14 2:47:56 PM

324

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Στο τέλος πείθω έναν αστυνομικό, τον Ντανσκ, να τηλεφωνήσει για να μου στείλουν ένα οποιοδήποτε αυτοκίνητο. Στο μεταξύ με αφήνουν να περάσω κάτω από την αστυνομική κορδέλα και να μπω στο στούντιο. Περνώ μπροστά από την καρέκλα της Σαμ και από τον καναπέ και μπαίνω στο μικρό γραφείο της. Νιώθω πα­ ράξενα εκεί μέσα. Η μυρωδιά του κορμιού της υπάρχει ακόμα ολόγυρά μου, λες και μόλις έχει φύγει για να πεταχτεί κάπου. Ένα αόρατο χέρι μού σφίγγει την καρδιά. Ανοίγω ένα συρτάρι του γραφείου. Βρίσκω το στιλέτο της Σαμ. Καλά το θυμόμουν. Μοιάζει λίγο με το στιλέτο της Κάριν, μόνο που είναι κατά πολύ φτηνότερο. Το κρύβω στην τσέπη του σακα­ κιού μου ελπίζοντας να μη με είδε κανείς. Επιτέλους βλέπω να σταθμεύει το αυτοκίνητο που μου διαθέ­ τει η αστυνομία. Είναι ένα βυσσινί Volvo, από αυτά που κυκλο­ φορούσαν πριν από είκοσι χρόνια και θεωρούνταν τα ασφαλέ­ στερα και πιο πληκτικά για οδήγηση αυτοκίνητα στον κόσμο. Το στέλνει το αστυνομικό τμήμα της Σέντερμαλμ. Ο Ντασκ μού κάνει νόημα να πάρω το αυτοκίνητο και φεύγει. Από το Volvo βγαίνει ένας αστυφύλακας και κοιτάζει γύρω του με περιέργεια. Μπαίνω στο αυτοκίνητο και φεύγω από τη Σέντερμαλμ. Κατευ­ θύνομαι προς το Χάμαρμπιχεϊντεν με σκοπό να επισκεφθώ τον Τομπίας Φρέντρικσον. Ο Μπιρκ έχει ήδη φύγει για να πάει στο Τελεφόνπλαν.

Φτάνω τρέμοντας στο Χάμαρμπιχεϊντεν επειδή δεν είμαι και τό­ σο συνηθισμένος να οδηγώ αυτοκίνητο. Πίστευα πως θα τα κατά­ φερνα καλύτερα. Ένα άσπρο BMW περνά από τη διασταύρωση. Πολύ θα ήθελα να ξέρω αν με παρακολουθούν. Ίσως ο Γκριμ να έχει βάλει κάποιον που δε με αφήνει απ’ τα μάτια του. Μακάρι να ’ξερα. Η πολυκατοικία είναι τετραώροφη και βρίσκεται στους πρό­

aoratos286s366.indd 324

11/3/14 2:47:56 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

325

ποδες του λόφου. Έχει μαύρη πόρτα εισόδου και σκοτεινά παρά­ θυρα. Βλέπω ένα σημείωμα: Κωδικός εισόδου 21-06. Ανοίγω την πόρτα. Ο Φρέντρικσον μένει στον τρίτο όροφο. Καλώ το ασαν­ σέρ. Η μηχανή του αγκομαχά. Δεν μπορώ να περιμένω και ανε­ βαίνω από τις σκάλες. Η πόρτα είναι καφέ και πάνω από την ενσωματωμένη γραμ­ ματοθυρίδα είναι γραμμένο το όνομα Φρέντρικσον: άσπρα γράμ­ ματα σε μαύρο φόντο. Είναι κλειδωμένη. Έχω λιγότερη από μιά­ μιση ώρα στη διάθεσή μου. Η πόρτα είναι παλιά και πείθω τον εαυτό μου πως θα μπορέσω να την παραβιάσω. Προσπαθώ να χώσω τη μύτη του στιλέτου της Σαμ στην κλειδαριά, αλλά το μό­ νο που καταφέρνω είναι να γεμίσω με χαραγματιές το ξύλο γύρω από τον αφαλό. Η αδεξιότητά μου με κάνει να θλίβομαι. Με πιά­ νει πανικός κι αρχίζω να κοπανάω την πόρτα. Οι χτύποι αντηχούν σε όλο το κλιμακοστάσιο. Σταματώ τα γρονθοκοπήματα στην πόρτα για να πάρω μια ανάσα. Κάποιος ξεκλειδώνει την πόρτα του πίσω μου. Γυρνώ να κοι­ τάξω. Η πόρτα ανοίγει αργά αργά. Ξεπροβάλλει ένας γέρος. «Μην πυροβολήσεις», μου λέει. «Δεν οπλοφορώ». Ο γέρος στυλώνει το βλέμμα του στο στιλέτο που κρατώ. Δι­ πλώνω τη λάμα και βάζω το στιλέτο στην τσέπη μου. Κοιτάζω την πόρτα του γέρου. Πάνω στο ξύλο είναι γραμμένο το όνομα Μάλ­ μκβιστ. Το διαμέρισμά του αναδίνει τσιγαρίλα. «Είμαι αστυνομικός», του λέω όσο πιο ήρεμα μπορώ. «Είναι ανάγκη να μπω σ’ αυτό το διαμέρισμα. Σας λένε Μάλμκβιστ;» «Λαρς-Πέτερ Μάλμκβιστ. Τι συμβαίνει;» «Μήπως ξέρετε ποιος μένει εδώ;» «Δεν τον βρίσκεις ποτέ στο σπίτι του». «Αυτό σημαίνει πως ξέρετε ποιος μένει εδώ;» «Ο Φρέντρικσον. Το μικρό του όνομα ίσως να είναι... Τούρ­

wWw.Greekleech.info

aoratos286s366.indd 325

11/3/14 2:47:56 PM

326

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

μπιερν». Ο Μάλμκβιστ σφίγγει με όλη του τη δύναμη το πόμολο της πόρτας του για να μη σωριαστεί στο δάπεδο. Τουλάχιστον αυτή την εντύπωση μου δίνει. «Όχι, τον λένε Τομπίας Φρέντρικ­ σον». Το πρόσωπό του είναι πολύ σφιγμένο. Ο γέρος φοβάται. «Συνέβη κάτι;» «Τι γνωρίζετε γι’ αυτόν;» «Μένει... ολομόναχος». Με κοιτάζει ερευνητικά με μισόκλει­ στα μάτια. «Λες αλήθεια πως είσαι αστυνομικός;» «Δεν έχω το σήμα μου, αλλά μπορώ να σας δείξω την πολιτι­ κή μου ταυτότητα και να σας δώσω έναν αριθμό τηλεφώνου. Αν τον καλέσετε και ρωτήσετε, θα σας πουν ότι είμαι αστυνομικός». Το γέρο τον πιάνει ένας δυνατός βήχας. «Ήμουν κάποτε ταγματάρχης της πολεμικής αεροπορίας. Στο δικό μου τον καιρό μαθαίναμε ποιοι ήταν άνθρωποι εμπιστοσύ­ νης και ποιοι όχι». «Καταλαβαίνω», λέω με αφηρημένο ύφος. Πρέπει να βρω ένα εργαλείο για να ανοίξω την πόρτα. «Έχετε λοστό;» Σηκώνει τα φρύδια του. Με εκπλήσσει το γεγονός ότι δεν οπι­ σθοχωρεί για να μπει στο διαμέρισμά του και να κλειδαμπαρώ­ σει την πόρτα. Φαίνομαι άραγε τόσο παλαβός όσο ακούγομαι; «Όχι, αλλά έχω έναν κατάλογο». «Τι κατάλογο;» «Έχουμε ένα στεγαστικό συνεταιρισμό», μου εξηγεί με ύφος ανθρώπου που τον έχουν προσβάλει. «Ο Φρέντρικσον αρνήθηκε να δώσει ορισμένα στοιχεία για το άτομό του. Ο σύλλογος έχει ενοχληθεί με τη στάση του. Το μόνο που έχουμε είναι ένας αριθ­ μός ταυτότητας κι ένας αριθμός τηλεφώνου. Αυτά τα δύο είσαι υποχρεωμένος να τα δώσεις. Μόνο που ο αριθμός ταυτότητας του Φρέντρικσον δεν αντιστοιχεί σε κανένα όνομα. Τον έχουμε ειδο­ ποιήσει πάμπολλες φορές. Μάλλον έκανε κάποιο λάθος όταν συ­ μπλήρωνε τα έντυπα». Ο Μάλμκβιστ δείχνει συλλογισμένος. «Θα μπορούσες μήπως να...»

aoratos286s366.indd 326

11/3/14 2:47:56 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

327

«Έχετε το τηλέφωνό του;» «Δεν απαντάει ποτέ», λέει ο Μάλμκβιστ. Γυρνάει και μπαίνει στο διαμέρισμά του. Τον ακολουθώ με κάποιο δισταγμό. «Θα σου δώσω τον αριθμό αρκεί να βρω τον κατάλογο». Κο­ ντοστέκεται. «Είναι ύποπτος για κάτι;» «Ναι». «Το ψυλλιάστηκα», μουρμουρίζει. Στέκομαι στο χολ με το κινητό μου στο χέρι. Ξαφνικά αρχί­ ζει να χτυπάει. Στην οθόνη εμφανίζεται ο αριθμός τηλεφώνου του Ρίκι. Δεν απαντώ γιατί έτσι κι αλλιώς ο Ρίκι αποζητά μια απά­ ντηση που δεν έχω. Ο Μάλμκβιστ προχωρά στο χολ, χάνεται κά­ που στα αριστερά μου και επιστρέφει με ένα ντοσιέ. Το βάδισμά του είναι ασταθές. Του χρειάζεται ένα μπαστούνι, αλλά μάλλον είναι πολύ ξεροκέφαλος για να παραδεχτεί πως του είναι ανα­ γκαίο. «Εδώ τον έχω», λέει. Μου δείχνει με το δάχτυλο ένα σημείο σε μια σελίδα: 0730652573. Κοιτάζω προσεκτικά τα νούμερα και αποθηκεύω τον αριθμό στο κινητό μου. «Σας ευχαριστώ». «Πες του να επικοινωνήσει μαζί μου. Θέλω να μου δώσει το σωστό αριθμό ταυτότητας». «Θα του το πω», λέω βγαίνοντας από το διαμέρισμά του. «Και μην τριγυρνάς κραδαίνοντας στιλέτα», μου πετάει δείχνο­ ντας προς την τσέπη όπου το έχω φυλαγμένο. «Ο κόσμος θα ανα­ ρωτιέται για τις προθέσεις σου». «Σας ευχαριστώ». Ο Μάλμκβιστ κλείνει την πόρτα του. Καλώ τον αριθμό που μου έδωσε κρατώντας την ανάσα μου. «Ο συνδρομητής έχει το τηλέφωνό του απενεργοποιημένο», λέει μια φωνή που δεν είμαι σίγουρος αν είναι γυναικεία ή αντρική.

wWw.Greekleech.info

aoratos286s366.indd 327

11/3/14 2:47:56 PM

328

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Άλλο ένα αδιέξοδο. Ο αριθμός μπορεί να μην έχει ενεργοποιη­ θεί ποτέ ή να αντιστοιχεί σε καρτοκινητό που δε χρησιμοποιείται πια. Μου τηλεφωνεί ο Μπιρκ. «Και το όνομα Γκράνλουντ είναι προπέτασμα καπνού», μου λέει. «Δεν έχουμε τίποτα στα χέρια μας».

Μας έχει απομείνει μία ώρα. Βρίσκομαι έξω από το διαμέρισμα του Τομπίας Φρέντρικσον. Ο Φρέντρικσον είναι προπέτασμα καπνού. Ο Γκριμ μάς έχει ρίξει στάχτη στα μάτια. Έχει γίνει άφαντος. Όλα έχουν τελειώ­ σει. Δε θα τον πιάσω ποτέ στα χέρια μου κι εδώ ακριβώς βρίσκε­ ται η ουσία του ζητήματος: το να με κάνει να νιώθω ανίσχυρος. Με πνίγει αυτή η σκέψη. Ο Γκριμ δεν είχε ποτέ την πρόθεση να με βοηθήσει να τον βρω και να προφτάσω το κακό. Νίκησες, γράφω στο κινητό και του στέλνω το μήνυμα. Η απάντησή του είναι άμεση. Τι σημαίνει αυτό; Δεν μπορώ να σε βρω, του γράφω. Κρίμα. Κλείνω τα μάτια μου. Ο Γκριμ μπορεί να βρίσκεται οπουδή­ ποτε. Δεν είναι απαραίτητο να κρύβεται σε κάποιο σπίτι. Μπορεί κάλλιστα να έχει σύρει τη Σαμ σε μία από τις αναρίθμητες υπό­ γειες διαβάσεις της Στοκχόλμης. Σε μια σήραγγα βαθιά μέσα στη γη. Υπάρχουν ένα σωρό σήραγγες κάτω από την πόλη. Ο Γκριμ τις ξέρει, αφού έχει ζήσει εκεί κάτω. Ίσως λοιπόν να βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της γης. Ανοίγω τα μάτια μου. Ίσως όμως και να βρίσκεται κάπου ψηλά. Στον υδατόπυργο.

aoratos286s366.indd 328

11/3/14 2:47:56 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

329

Έρχεται ένα μήνυμα στο κινητό μου. Είναι μια φωτογραφία. Ένα κομμένο δάχτυλο. Ο δείκτης ενός χεριού. Είναι της Σαμ.

aoratos286s366.indd 329

11/3/14 2:47:57 PM

XXVII

ΟΔΗΓΩ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ταχείας κυκλοφορίας και λίγο πριν από το

Χούντινιε μου έρχεται στο νου το σύνθημα που είχα δει σε μία από τις σήραγγες του Σάλεμ: Η ΣΟΥΗΔΙΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΘΑΝΕΙ. Το έχουν σβήσει άραγε; Τα συνθήματα και τα γκραφίτι στο Σά­ λεμ συνήθως παραμένουν στους τοίχους για πολύ καιρό. Πατάω γκάζι. Ο κόκκινος δείκτης του κοντέρ πάει στο εκατόν σαράντα και μετά στο εκατόν πενήντα. Δεν τολμώ να οδηγήσω με μεγαλύτερη ταχύτητα. Το αυτοκίνητο θα άντεχε, αλλά εγώ δε θα τα κατάφερνα. Κοιτάζω το ρολόι. Μου απομένουν λίγο παραπά­ νω από είκοσι λεπτά. Θα προφτάσω, σκέφτομαι, και κόβω ταχύ­ τητα. Διασχίζω το Ρένινιε και σε λίγο βλέπω μπροστά μου το Σάλεμ, το μέρος από όπου μάλλον ξεκίνησαν όλα. Ένα λεπτό αργότερα περνώ με ταχύτητα μπροστά από τις τρεις πολυκατοικίες του συ­ γκροτήματος Τριάντ. Μοιάζουν ανέγγιχτες από το χρόνο, ίδιες κι απαράλλακτες. Παρόλο που ο χρόνος κυλά και δεν ξαναγυρνά, υπάρχουν ορισμένα μέρη που μας σκαρώνουν φάρσα, κάνοντάς μας να πιστεύουμε πως τίποτα δεν έχει αλλάξει. Με την άκρη του ματιού μου βλέπω φευγαλέα το παράθυρο του δωματίου της Τζού­ λια. Μου έρχονται στο νου όλες οι φορές που στεκόμουν μπροστά στο παράθυρό μου για να τη δω έστω και για μια στιγμή, οι φο­ ρές που έσκυψα για να μη με δει ο Γκριμ όποτε τύχαινε να στέκε­ ται μπροστά στο παράθυρό της.

aoratos286s366.indd 330

11/3/14 2:47:57 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

331

Βλέπω τον υδατόπυργο από μακριά. Ορθώνεται γκρίζος προς το μουντό ουρανό. Δεκαπέντε λεπτά ακόμα. Παρατηρώ τον πύρ­ γο μήπως και διακρίνω κάτι το ασυνήθιστο, αλλά δε βλέπω τίπο­ τα περίεργο. Σκέφτομαι πως ίσως να έχω κάνει λάθος. Ο Γκριμ μπορεί να έχει πάει αλλού τη Σαμ. Φτάνω στην περιοχή του υδα­ τόπυργου. Ανάμεσα στα δέντρα διακρίνω ένα σκούρο αυτοκίνη­ το. Έχω έρθει στο σωστό μέρος. Είναι το ίδιο αυτοκίνητο, ένα Volvo, που μια σκοτεινή μέρα ήταν σταθμευμένο έξω από το σπί­ τι μου. Είναι παρκαρισμένο κανονικά στο δρόμο και δεν κινεί υποψίες. Παρκάρω και βγαίνω. Πηγαίνω να κοιτάξω από το φι­ μέ παρμπρίζ. Το Volvo είναι τόσο άδειο μέσα, που θα μπορούσε κάλλιστα να περάσει για ολοκαίνουριο και χωρίς ιδιοκτήτη. Χτυ­ πάει το κινητό μου. Είναι ο Μπιρκ. «Ναι;» «Πού είσαι;» «Στο Σάλεμ, μπροστά στον υδατόπυργο. Νομίζω πως ο Γκριμ είναι εδώ». «Μην κάνεις τίποτα μέχρι να φτάσουμε». «Εντάξει». «Μιλάω σοβαρά». «Αφού σου είπα εντάξει». Κλείνω το τηλέφωνο. Βγάζω ένα χάπι και το στραβοκαταπίνω, με αποτέλεσμα να με πιάσει δυνατός βήχας. Διπλώνομαι στα δύο και το χάπι πρώτα χτυπά στα δόντια μου και μετά πετάγεται από το στόμα μου και πέφτει στην άσφαλτο. Γυαλίζει από το σάλιο μου. Το πιάνω. Είναι γλιστερό. Το καταπίνω. Προχωρώ προς τον υδατόπυργο σφίγγοντας στο χέρι μου το στιλέτο που έχω στην τσέ­ πη του σακακιού μου. Δεν υπάρχει ψυχή στη χαλικοστρωμένη έκταση γύρω από τον πύργο. Προχωρώ μετακινούμενος από δέντρο σε δέντρο για να μην είμαι ορατός. Περνούν λίγες στιγμές μέχρι να ακούσω το βόμ­ βο του εξαεριστήρα που βρίσκεται στην άλλη πλευρά του πύργου.

aoratos286s366.indd 331

11/3/14 2:47:57 PM

332

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Εκπλήσσομαι που δε με ξενίζει αυτός ο ήχος έπειτα από τόσα χρό­ νια. Κάνω μια προσπάθεια να θυμηθώ πώς είναι η θέα από εκεί ψηλά – τι φαίνεται και τι δε φαίνεται από την κορυφή. Κοιτάζω με μισόκλειστα μάτια προς τους δύο εξώστες στο επάνω μέρος του πύργου. Περιμένω να δω τον Γκριμ. Θα είναι κάπου εκεί και θα με παρατηρεί. Αλλά στους εξώστες δε φαίνεται ψυχή. Το στό­ μα μου στεγνώνει στη σκέψη πως μπορεί να έχω κάνει λάθος. Το Volvo που είδα θα είναι εκεί από καθαρή σύμπτωση, αν δεν είναι άλλο ένα τέχνασμα του Γκριμ. Κάπου αλλού θα είναι ο Γκριμ με τη Σαμ. Σφίγγω και πάλι το στιλέτο, όσο πιο γερά μπορώ. Εκείνη τη στιγμή βλέπω ένα σκοινί που ξεκινά από την προε­ ξέχουσα στέγη του πύργου και φτάνει μέχρι τον επάνω εξώστη. O Γκριμ θα έχει δέσει το σκοινί σε κάποιο σημείο της στέγης. Για­ τί άραγε; Κοιτάζω τη στέγη που μοιάζει με μανιτάρι και προσπα­ θώ να διακρίνω έστω και μια ελάχιστη κίνηση. Περνούν κάμπο­ σες στιγμές και ξαφνικά διακρίνω ένα κεφάλι και έναν ώμο, όμως για ελάχιστα δευτερόλεπτα. Το κεφάλι εξαφανίζεται για να εμ­ φανιστεί και πάλι λίγο αργότερα. Τρέχω προς τον υδατόπυργο. Φτάνω στον τοίχο του και στηρίζομαι πάνω του. Αφουγκράζομαι. Τίποτα. Ρίχνω μια ματιά στην ελικοειδή σκάλα που φτάνει μέχρι τους εξώστες. Θυμάμαι πολύ καλά ότι όπως κι αν πατήσεις στα σκα­ λιά, η σκάλα θα τρίξει, όσο προσεκτικός κι αν είσαι. Τα βήματά μου θα ακουστούν μέχρι την κορυφή. Σκαρφαλώνω γρήγορα πατώντας όσο πιο ελαφρά γίνεται. Φτά­ νω μέχρι τη μέση της σκάλας και οι μηροί μου καίνε από την κα­ ταπόνηση. Αρχίζω να σκαρφαλώνω πιο αργά. Σταματώ και αφου­ γκράζομαι. Απόλυτη ησυχία. Ανεβαίνω λίγα σκαλιά ακόμα και φτάνω στον πρώτη εξώστη. Για να ανεβώ στο δεύτερο εξώστη πρέπει να φτάσω στην κορυφή της σκάλας και να σκαρφαλώσω ώστε να ανεβώ στην παλιά σιδε­ ρένια σκάλα του υδατόπυργου. Αν στραβοπατήσω, θα πέσω στο

aoratos286s366.indd 332

11/3/14 2:47:57 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

333

έδαφος. Βρίσκομαι ήδη ψηλότερα από τις κορυφές των δέντρων. Θυμάμαι ότι παλιά είχα την αίσθηση πως από την κορυφή του πύργου θα άγγιζα τον ουρανό όταν τα σύννεφα ήταν χαμηλά τις φθινοπωρινές μέρες. Κάνω ένα βήμα, πατάω πάνω στο κιγκλίδω­ μα του εξώστη και αρπάζομαι από τους κατακόρυφους στύλους της παλιάς σκάλας. Βάζω το ένα μου πόδι στο πρώτο σκαλοπάτι και κρατάω την ανάσα μου μέχρι να ανεβώ άλλα δύο σκαλοπά­ τια. Ανεβαίνω στο δεύτερο εξώστη, στο ίδιο σημείο όπου είχαμε γνωριστεί με τον Γκριμ. Διαπιστώνω πόσο πιο θαρραλέος ήμουν στα δεκάξι μου. Σηκώνομαι όρθιος και κοιτάζω γύρω μου. Προχωρώ προς τα εκεί που βρίσκεται το σκοινί. Σκύβω πάνω από το κιγκλίδωμα του εξώστη και τραβώ το σκοινί δοκιμαστικά. Είναι λεπτό και μαύρο. Άραγε ο Γκριμ ανάγκασε τη Σαμ να σκαρφαλώσει στον πύργο; Και πότε έγινε αυτό; Πριν την τραυματίσει; Για να ανεβώ στη στέγη πρέπει να σκαρφαλώσω χρησιμοποι­ ώντας το σκοινί. Σκύβω πάνω από το κιγκλίδωμα και πάλι. Από κάτω δεν υπάρχει παρά μόνο το κενό. Κοιτάζω τα χέρια μου. Εί­ ναι κατακόκκινα από το σφίξιμο των στύλων της σκάλας. Ίσως και να μη με βαστάξει το σκοινί. Ίσως ο Γκριμ να το έχει κόψει λίγο, με αποτέλεσμα να κρέμεται από ελάχιστες ίνες. Το τραβάω πάλι. Δε φεύγει από τη θέση του. Αρπάζομαι από το σκοινί, παίρ­ νω μια βαθιά ανάσα και κρεμιέμαι στο κενό. Αιωρούμαι πάνω από τον εξώστη. Το σκοινί τρίζει κι ύστερα τρίζει μια δεύτερη και μια τρίτη φο­ ρά. Βάζω τα δυνατά μου για να ξαναπατήσω πάνω στο κιγκλίδω­ μα, αλλά είναι μάταιο. Κρέμομαι πολύ πιο έξω από το κάγκελο και δεν μπορώ να το φτάσω. Κλείνω τα μάτια μου περιμένοντας ανά πάσα στιγμή να πέσω στο έδαφος. Ελπίζω να μην πέσω με το κεφάλι.

wWw.Greekleech.info

aoratos286s366.indd 333

11/3/14 2:47:57 PM

334

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Δεν πέφτω. Ανοίγω τα μάτια μου. Κάποιος μαζεύει το σκοινί με απότομα τραντάγματα. Πολύ σύντομα το κεφάλι μου βρίσκεται στο ύψος της στέγης του υδατόπυργου. Δεν είναι παρά ένας στρογ­ γυλός δίσκος από μπετόν. Με ανεβάζουν κι άλλο. Απλώνω το πό­ δι μου και το πατάω γερά πάνω στη στέγη. Εδώ ψηλά φυσάει πιο πολύ. Ο ψυχρός αέρας μού μαστιγώνει το πρόσωπο. «Δε θα τη γλιτώσεις και τόσο φτηνά», λέει κάποιος από πάνω μου αρπάζοντάς με από τα μαλλιά σαν να θέλει να μου τα ξερι­ ζώσει. Μόλις που προφταίνω να δω ένα ανθρώπινο σώμα που κείτε­ ται λίγα μέτρα μακριά μου. Και κηλίδες αίματος. Το χέρι που με τραβά από τα μαλλιά με σηκώνει κι άλλο. Τώρα βλέπω τα πόδια του ανθρώπου που με ανεβάζει στη στέγη. Σκέφτομαι πως προ­ σπαθεί να με βοηθήσει να πατήσω και να σταθώ όρθιος. Με μια αστραπιαία κίνηση με σπρώχνει και μου χτυπάει τα μούτρα στο μπετόν πριν προφτάσω να αντιδράσω. Κάτι σπάει – ίσως η μύτη μου. Τα μάτια μου γεμίζουν δάκρυα. Ζαλίζομαι. Βυθίζομαι σ’ ένα κατάμαυρο και απειλητικό σκοτάδι.

aoratos286s366.indd 334

11/3/14 2:47:57 PM

XXVIII

ΤΑ ΑΦΤΙΑ ΜΟΥ ΒΟΥΙΖΟΥΝ κι έχω την εντύπωση πως έχω τυφλωθεί,

αφού τα μάτια μου είναι ανοιχτά, αλλά δε βλέπω τίποτα. Τα ανοι­ γοκλείνω, όμως το μόνο που αισθάνομαι είναι ένας διαπεραστι­ κός πόνος στους κροτάφους. Μου ξεφεύγει μια κραυγή. Δεν έχω τυφλωθεί. Βλέπω ένα μαύρο τούνελ και στο βάθος υπάρχει ένα άνοιγμα που συνεχώς διευρύνεται και πιέζει τα τοι­ χώματα του τούνελ. Δεν ξέρω πόση ώρα έχει περάσει από τη στιγ­ μή που με τραυμάτισε στο πρόσωπο. Μάλλον δεν έχει περάσει πολλή ώρα. Βλέπω το φως της μέρας, όμως τα πάντα είναι θολά. Ωστόσο σιγά σιγά η όρασή μου επανέρχεται. Τα μάτια μου πο­ νούν από την προσπάθεια να τα κρατήσω κλειστά. Στο τέλος ανα­ γκάζομαι να τα ανοίξω και με διαπερνά πάλι ένας οξύς πόνος, αν και λιγότερο έντονος από πριν. Ο Γκριμ βρίσκεται λίγα μέτρα μακριά μου και καπνίζει με μα­ νία. Κάνει δύο βήματα, γυρνά από την άλλη μεριά, κάνει άλλα δύο βήματα και στρέφεται πάλι. Πίσω του είναι η Σαμ. Δεν είναι πια σωριασμένη στο τσιμεντένιο δάπεδο, αλλά μπορεί και να με γέλασαν τα μάτια μου προηγουμένως. Όλα έγιναν πάρα πολύ γρήγορα. Είναι καθισμένη και κρατάει σφιχτά το καταματωμένο χέρι της. Είναι κατάχλομη. Καταφέρνω να ανακαθίσω, αλλά μόλις ο Γκριμ βλέπει πως κι­ νούμαι, με πλησιάζει και με κοιτάζει βλοσυρά. Κρατάει ένα μαύ­ ρο πιστόλι. Στρέφει το βλέμμα του δεξιά κι αριστερά.

aoratos286s366.indd 335

11/3/14 2:47:57 PM

336

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Πού είναι οι συνάδελφοί σου;» με ρωτά. Προσπαθώ να του πω κάτι, αλλά δεν τα καταφέρνω γιατί με αρ­ πάζει από τον ώμο και πιέζει την κάννη του πιστολιού στον κρότα­ φό μου. Μου κάνει την ίδια ερώτηση, αυτή τη φορά κραυγάζοντας. Τα σάλια του πιτσιλίζουν το μέτωπό μου. Τρέμω ολόκληρος. «Δεν ξέρουν πού είμαι», του λέω. Με αφήνει και οπισθοχωρεί. Λυγίζω το λαιμό μου δεξιά και αριστερά για να δω αν έχω σπάσει κάτι. Σίγουρα θα έχω πάθει κάτι, αλλά ο σβέρκος μου δεν πονάει. Κοιτάζω το σκοινί. Μοιά­ ζει με λεπτό μαύρο φίδι και είναι δεμένο με περίπλοκο κόμπο σ’ ένα άγκιστρο γαντζωμένο στη στέγη. Το άγκιστρο μοιάζει με λυ­ γισμένο δάχτυλο. Το τμήμα του σκοινιού που είναι κοντά στο άγκιστρο είναι λεπτότερο και φθαρμένο από την πολλή χρήση. Ο Γκριμ πρέπει να έχει ανεβεί εδώ πάνω πολλές φορές. «Με υπάκουσες λοιπόν». Σηκώνω τους ώμους μου. Ψαχουλεύω το σακάκι μου για να βρω το στιλέτο. «Είμαι εδώ. Έγινε αυτό που ήθελες». Το στιλέτο δεν υπάρχει πουθενά. Ο Γκριμ με παρακολουθεί, αλλά η έκφρασή του δεν αποκαλύπτει απολύτως τίποτα. Μάλλον έχει πάρει το στιλέτο. Ίσως όμως και να μου έπεσε και να βρίσκε­ ται στο έδαφος. Στην άλλη τσέπη μου έχω το κινητό μου. Η Σαμ σηκώνει το βλέμμα από το χέρι της και με κοιτάζει. Η αλογοουρά της έχει χαλάσει και τα μαλλιά της είναι ανακατωμέ­ να. Ο Γκριμ θα την άρπαξε από τα μαλλιά για να τη σύρει. Στα αριστερά της βρίσκεται το κομμένο της δάχτυλο μέσα σε μια λι­ μνούλα αίματος. Αποφεύγει να το κοιτάξει. Αγγίζω το πρόσωπό μου και διαπιστώνω πως κυλάει αίμα από το μέτωπό μου. Η μύ­ τη μου και ο λαιμός μου έχουν πρηστεί. Σκουπίζω το χέρι μου από τα αίματα στο παντελόνι μου. «Βάλε το δάχτυλο στην τσέπη σου», λέω στη Σαμ. «Μη μιλάς», μου λέει ο Γκριμ.

wWw.Greekleech.info

aoratos286s366.indd 336

11/3/14 2:47:57 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

337

Με χαστουκίζει χωρίς να με πονέσει ιδιαίτερα, αφού οι σου­ βλιές που νιώθω στο μέτωπο είναι πολύ πιο διαπεραστικές. Ίσως να έχω πάθει εσωτερική αιμορραγία. Το κεφάλι μου είναι κατα­ χτυπημένο κι ο πόνος αφόρητος. «Άφησέ τη να φύγει». «Όχι». Τα μαλλιά του Γκριμ είναι ξανθά, όπως το πρωί στο ταχυδρο­ μικό παράρτημα, αλλά δεν είναι πια ντυμένος στα μαύρα. Φο­ράει ανοιχτόχρωμο τζιν παντελόνι και σκούρο πράσινο πουλόβερ με κουκούλα. Είναι ο φίλος που είχα κάποτε, μόνο που δεν είναι πια ο παλιός του εαυτός. Ο άνθρωπος που βλέπω μπροστά μου είναι απρόσωπος. Κάθεται οκλαδόν κοντά στο άγκιστρο και ρεγουλά­ ρει το σκοινί. Λύνει τον κόμπο και φτιάχνει καινούριο. Βγάζει ένα σωληνοειδές φιαλίδιο από την τσέπη του. Τα χέ­ ρια του τρέμουν και τα χάπια κροταλίζουν μέσα στο μπουκαλά­ κι. Βγάζει το πώμα και παίρνει ένα χάπι. Ξανακλείνει το φιαλίδιο και το βάζει στην τσέπη του. Παρατηρώ πως είναι καταϊδρωμέ­ νος. Καίει ολόκληρος. «Προσπάθησα», λέει χαμογελώντας απολογητικά. «Λέο... ειλι­ κρινά... προσπάθησα. Αλλά...» Γελάει σαρκαστικά σαν να οικτί­ ρει τον εαυτό του για τον παραλογισμό του. Τα μάτια του γυαλί­ ζουν και έχει βλέμμα ψυχοπαθούς. «Λέο, δεν τα κατάφερα». «Καταλαβαίνω». «Αλήθεια λες;» «Ναι. Μου έδωσαν το ημερολόγιό σου». Το πρόσωπό του σκοτεινιάζει ξανά. Τα χάνω βλέποντας πόσο παρανοϊκός είναι. «Υπάρχει κάτι βαθιά μέσα μου που με σπρώχνει να κάνω ό,τι κάνω», λέει. «Δεν μπορώ να το εξηγήσω». «Παράτα τα», του λέω. «Παράτα τα και φύγε. Είδα το αυτοκί­ νητό σου κάτω, το Volvo. Μπορείς να το πάρεις και να φύγεις. Δε θα μάθει κανείς τίποτα».

aoratos286s366.indd 337

11/3/14 2:47:57 PM

338

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Πάψε. Ξέρεις τι συνέβη. Νομίζεις πως ήθελα να εξελιχθούν έτσι τα πράγματα; Δεν καταλαβαίνεις πως αισθάνομαι εντελώς... Γιατί πήγαν όλα τόσο άσχημα; Από σένα άρχισαν όλα. Από τη μέ­ ρα που σε γνώρισα». Πρέπει να κερδίσω λίγο χρόνο. Ίσως προφτάσει να έρθει ο Μπιρκ. Πίσω από τον Γκριμ η Σαμ κοιτάζει το δάχτυλό της. Ο Γκριμ τής έχει γυρισμένη την πλάτη και η Σαμ πλησιάζει σιγά σι­ γά προς το σημείο όπου βρίσκεται το κομμένο δάχτυλο. Ο Γκριμ γυρνάει και χωρίς να την κοιτάξει σκύβει και παίρ­ νει το δάχτυλο. Από εκεί όπου κάθομαι βλέπω για μια στιγμή στο χέρι του ένα παραπανίσιο δάχτυλο. Είναι μια εξωπραγμα­ τική εικόνα. Ο Γκριμ το πετάει μακριά. Της Σαμ της κόβεται η ανάσα. «Ηρέμησε», της λέω. «Όλα θα πάνε καλά». Η Σαμ μού γνέφει κουνώντας αργά το κεφάλι της. «Όλα θα πάνε καλά», λέει κι ο Γκριμ γυρνώντας προς το μέ­ ρος μου. Κρατάει χαλαρά το πιστόλι του. «Όλα θα πάνε καλά». Γελάει κοιτάζοντας πέρα από μένα, το Σάλεμ. Κοιτάζω κρυφά τη Σαμ. Βρίσκεται στα πρόθυρα της λιποθυμίας. Τα βλέφαρά της είναι βαριά και το κορμί της τινάζεται ελαφρά. «Μπορείς να καταλάβεις...» αρχίζει να λέει ο Γκριμ μιλώντας αργά αργά και με ιδιαίτερη έμφαση. «Μάλλον... είσαι άραγε σε θέση να με καταλάβεις; Να νιώσεις τι μου έχεις κάνει; Να νιώσεις τι μας έκανες;» «Ναι. Σου είπα πως σε καταλαβαίνω». «Καταλαβαίνεις πως είμαι αναγκασμένος να κάνω αυτό που κάνω;» «Όχι». Υψώνει το πιστόλι του και στοχεύει ένα σημείο πάνω από το κεφάλι μου. Πατάει τη σκανδάλη. Κραυγάζω. Τα χέρια μου τρέμουν κι η καρδιά μου πάει να σπάσει. Ο ισχυρότατος πυροβολισμός αντηχεί σε όλο το Σάλεμ.

aoratos286s366.indd 338

11/3/14 2:47:57 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

339

Η σφαίρα σχίζει τον αέρα, εξοστρακίζεται χτυπώντας στο μπετόν πολύ κοντά μου και χάνεται σφυρίζοντας. Ο Γκριμ κοιτάζει μια εμένα και μια το πιστόλι του. Το έχει ήδη μετανιώσει. Αναγνωρί­ ζει πως δεν έπρεπε να είχε πυροβολήσει. «Δε μ’ ακούς», μου λέει με πιο ήρεμη φωνή. «Σ’ ακούω. Αλλά αυτά που λες δεν έχουν νόημα». Βγάζω το κινητό μου από την τσέπη μου κι αγγίζω την οθόνη για να το ξεκλειδώσω. «Άσε το κινητό σου κάτω». «Όχι». «Άσ’ το κάτω αμέσως». «Άφησε ελεύθερη τη Σαμ και θα το παρατήσω». Ο Γκριμ γελάει. «Δεν αποφασίζεις εσύ». «Το ξέρω». Κοιτάζω το κινητό μου. «Τι κάνεις εκεί; Παράτα το». Το κλειδώνω και το ακουμπώ δίπλα μου. Επιχειρώ να σηκω­ θώ. Στηρίζομαι πρώτα στα γόνατα και μετά σηκώνομαι σιγά σι­ γά. Το κεφάλι μου είναι βαρύ και ζαλίζομαι. Περιμένω τη μονα­ δική εκείνη ευκαιρία που θα μου επιτρέψει να βρεθώ κοντά του για να τον αφοπλίσω. Χρησιμοποιεί μόνο το ένα του χέρι, γιατί με το άλλο κρατάει το πιστόλι. Αλλά ακόμα κι αν αποπειραθώ να κάνω κάτι, δε θα έχω παρά μόνο ελάχιστα δευτερόλεπτα στη διά­ θεσή μου. Φοβάμαι μήπως άθελά μου κάνω κακό στη Σαμ. Ο Γκριμ κοιτάζει το κινητό μου με καχυποψία. Κραδαίνει το πιστόλι. «Σπρώξε το κινητό σου προς τα εδώ». «Αν το θέλεις, έλα να το πάρεις». Δεν το αποτολμά, γιατί θα αναγκαστεί να σκύψει. «Πέφτω έξω αν σου πω πως δεν έχεις καταλάβει τίποτα;» μου λέει. Πλησιάζει τη Σαμ, την αρπάζει από την αλογοουρά και την

wWw.Greekleech.info

aoratos286s366.indd 339

11/3/14 2:47:57 PM

340

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

τραβάει βίαια για να σηκωθεί. Εκείνη δε βγάζει άχνα. Ανασαίνει ασθμαίνοντας. Προσπαθεί να μην πανικοβληθεί. Ο Γκριμ σπρώχνει τη Σαμ προς την άκρη της στέγης. Εκείνη αντιστέκεται, αλλά δεν μπορεί να ελευθερωθεί γιατί ο Γκριμ την κρατάει γερά από τα μαλλιά. Έχει ακουμπισμένο το τραυματι­ σμένο χέρι της στο στήθος της, ενώ με το άλλο της χέρι πιέζει την πληγή. Δεν μπορεί να παλέψει. Το κάτωχρο πρόσωπό της είναι μούσκεμα από τον ιδρώτα. Αποφεύγει να με κοιτάξει. Προχωρούν αργά προς το κενό, ενώ η Σαμ γέρνει όσο μπορεί προς τα πίσω, με τον τρόμο αποτυπωμένο στο βλέμμα της. Ο Γκριμ τη σπρώχνει ξανά. Η μύτη του παπουτσιού της βρίσκε­ ται ήδη στο κενό. Απλώνω ενστικτωδώς το χέρι μου προς το μέρος της με την ψευδαίσθηση πως θα αποτρέψω την πτώση της. Ο Γκριμ με καρφώνει με το βλέμμα και κατεβάζω το χέρι μου. Η μυρωδιά του μου έρχεται στα ρουθούνια. Είναι παρφουμαρισμένος. «Είναι αθώα», του λέω. «Δεν έχει φταίξει σε τίποτα». «Λες κι έχει καμιά σημασία αν είναι αθώα ή όχι. Είτε είναι αθώα είτε δεν είναι, θα πάρω εγώ ποτέ πίσω τη ζωή μου και την οικογένειά μου; Θα πάρω ποτέ πίσω τον εαυτό μου;» Με κοιτάζει κατάματα. «Απάντησέ μου». «Όχι. Αλλά ούτε κι απ’ αυτό που κάνεις έχεις να κερδίσεις τί­ ποτα». «Το μόνο που μετράει είναι οι συνέπειες. Θα υποστείτε ό,τι έχω υποστεί κι εγώ, αφού και οι δυο σας θα χάσετε κάτι». «Είναι άδικο», ψιθυρίζω. «Άδικο;» λέει συγχυσμένος ο Γκριμ. «Πιστεύεις πως ο κόσμος είναι δίκαιος;» Κρατώντας γερά τη Σαμ από τα μαλλιά, της πιέ­ ζει την πλάτη αναγκάζοντάς τη να σκύψει πάνω από το κενό. «Κά­ νε πίσω», μου λέει κοιτάζοντάς με. Οπισθοχωρώ ένα βήμα. Της αφήνει τα μαλλιά.

aoratos286s366.indd 340

11/3/14 2:47:57 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

341

Ο χρόνος κυλάει όλο και πιο αργά, μέχρι που σέρνεται σαν ερπε­ τό που μοχθεί να πάρει ανάσα. Η Σαμ αρχίζει να πέφτει μπροστά, προς το κενό, ενώ ο Γκριμ κάνει πίσω. Ορμώ προς το μέρος της και τη γραπώνω από το σακάκι. Την τραβάω απότομα και πέφτει με το πλευρό στη στέγη. Την καλύπτω με το σώμα μου. Της πιέζω άθελά μου το τραυματισμένο χέρι της, αλλά η αδρεναλίνη μάλλον έχει μπλοκάρει το αίσθημα του πόνου, γιατί η Σαμ δε βγάζει λέ­ ξη. Με κοιτάζει σαστισμένη κι αρχίζει να κλαίει με αναφιλητά. Πίσω μου ο Γκριμ έχει μάλλον καταπιαστεί και πάλι με τα χά­ πια του. Ακούω το χαρακτηριστικό κροτάλισμά τους καθώς κα­ τρακυλούν μέσα στο φιαλίδιο.

aoratos286s366.indd 341

11/3/14 2:47:57 PM

XXIX

Η ΣΑΜ ΠΑΙΡΝΕΙ ΒΑΘΙΕΣ ΑΝΑΣΕΣ προσπαθώντας να πάψει να

κλαίει. «Είσαι άρρωστος άνθρωπος, παρανοϊκός», λέει στον Γκριμ. «Πιθανότατα έχεις δίκιο», της λέει ο Γκριμ σκουπίζοντας το μέτωπό του από τον ιδρώτα. «Κι εσύ θα έπρεπε να έχεις γίνει πα­ ρανοϊκή». Με κοιτάζει. «Κι όλα αυτά συμβαίνουν από δικό σου φταίξιμο». «Σε παρακαλώ, Γκριμ...» αρχίζω να λέω, αλλά εκείνος με δια­ κόπτει. «Λέο, πολύ σύντομα θα έχουν τελειώσει όλα». Ίσως να με αφήσει να ζήσω. Ίσως σκοπεύει να σκοτώσει τη Σαμ μόνο και μόνο για να τη δω να πεθαίνει. Ίσως όμως και να μας αφήσει και τους δύο να ζήσουμε. Μπορεί και να σκέφτεται να αυτοκτονήσει. Πιθανόν να έχει διαλέξει αυτό εδώ το μέρος ώστε να έχει μια διέξοδο: αν κάτι δεν του πάει όπως το έχει υπο­ λογίσει, μπορεί να πηδήξει στο κενό. Ίσως βρισκόμαστε εδώ γι’ αυτό το λόγο, δεν ξέρω. Όλα είναι πιθανά. Ο Γκριμ είναι απρό­ βλεπτος. «Έχεις δίκιο», του λέω. «Είσαι παρανοϊκός». Ο Γκριμ ρίχνει μια ματιά στη Σαμ, που είναι ακόμα πεσμένη ανάσκελα και τον κοιτάζει με απέχθεια. Στρέφω το βλέμμα μου προς το κέντρο του Σάλεμ για να το αντικρίσω μια τελευταία φο­ ρά. Μου φαίνεται πολύ παράξενο να θεωρώ αυτή τη θέα τόσο

wWw.Greekleech.info

aoratos286s366.indd 342

11/3/14 2:47:57 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

343

σημαντική. Ίσως να σημαίνει για μένα κάτι πολύ βαθύτερο απ’ όσο νόμιζα. Γυρνώντας όμως προς τα εκεί, προφταίνω να δω μια γαλάζια λάμψη που χάνεται την αμέσως επόμενη στιγμή. Στο βά­ θος φαίνεται αχνά η πολυκατοικία όπου ζούσα με την οικογένειά μου. «Πώς σε λένε τώρα;» Ο Γκριμ με κοιτάζει. «Τι είπες;» «Ντάνιελ Μπέργκρεν. Τομπίας Φρέντρικσον. Τζόναθαν Γκράνλουντ. Μέχρι εκεί έχω φτάσει». «Α, ναι». Ο Γκριμ σμίγει ελάχιστα τα φρύδια του. Για λίγες στιγμές μού θυμίζει την Τζούλια. Η συγκεκριμένη έκφραση του προσώπου του ήταν κάποτε κι η έκφραση της Τζούλια. «Δε θα προλάβεις να μάθεις το όνομά που έχω τώρα». «Γι’ αυτό σε ρωτάω». Δείχνει να το σκέφτεται. Ύστερα όμως κουνά το κεφάλι του αρνητικά. «Τα σχεδίασες όλα με τρόπο ώστε να κατηγορηθώ για το θά­ νατο της Ρεμπέκα; Αυτός ήταν ο σκοπός σου;» τον ρωτώ. «Τι θες να πεις;» «Δεν καταλαβαίνω τι...» αρχίζω να λέω, αλλά δεν ξέρω πώς να συνεχίσω, γιατί απλούστατα δε βρίσκω άκρη. Το μόνο που ξέρω είναι πως πρέπει να κερδίσω χρόνο. «Με παρακολουθούσες. Μου έστειλες μηνύματα στο κινητό. Φρόντισες να βρεθεί το κολιέ στο χέρι της Ρεμπέκα ώστε να με συνδέσουν με τον τόπο του εγκλή­ ματος... Θα μπορούσες να είχες δράσει διαφορετικά». «Πώς δηλαδή;» «Δεν ξέρω. Θα μπορούσες να είχες δημιουργήσει μια ιστορία χωρίς κενά και λάθη. Όσα έκανες δεν ήταν αρκετά ώστε να κα­ τηγορηθώ για τη δολοφονία της Ρεμπέκα. Από την άλλη μεριά, φαίνεται πως σχεδίασες τα πάντα με μεγάλη προσοχή. Δε βγάζω νόη­μα. Προσπαθούσες να με καταστρέψεις; Δεν καταλαβαίνω».

aoratos286s366.indd 343

11/3/14 2:47:57 PM

344

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Δεν έχω να σου απαντήσω τίποτα», μου λέει ο Γκριμ. Τα μά­ τια του παίζουν προς όλες τις κατευθύνσεις. «Δεν μπορώ να σ’ το εξηγήσω. Για μένα όλα αυτά έχουν νόημα». «Για σένα έχουν. Αλλά για κανέναν άλλο». «Αδιαφορώ. Έτσι κι αλλιώς το θέμα δεν αφορά κανέναν άλλο». «Σιγά σιγά, αυτό αρχίζω να πιστεύω κι εγώ». «Τι εννοείς;» Παίρνω μια βαθιά ανάσα. Ο πόνος στο κεφάλι μου είναι ένα διαρκές σφυροκόπημα. «Θυμάσαι εκείνο το πάρτι στο γήπεδο;» τον ρωτάω. «Πότε;» «Γινόταν πάρτι στο γήπεδο το Σαββατοκύριακο πριν πεθάνει η Τζούλια». «Ναι». «Τρόμαξα τότε με όσα έλεγες για την Τζούλια. Άρχισα να σε φοβάμαι. Νομίζω πως ήταν η πρώτη φορά που αισθάνθηκα έτσι απέναντί σου. Και όλη η ψυχική πίεση που ένιωσα με έκανε να ξεσπάσω στον Τιμ, που τον συνάντησα στο δρόμο για το σπίτι. Αυτός ήταν ο λόγος που αντέδρασε έτσι ο Τιμ. Όλα αυτά δε θα είχαν συμβεί αν δεν ήσουν υπερπροστατευτικός κι αν δεν προσπα­ θούσες να παίρνεις πάνω σου όλες τις οικογενειακές ευθύνες». Τον κοιτάζω κατάματα και βάζω τα δυνατά μου να μη χαμηλώσω το βλέμμα. «Η Τζούλια πέθανε από δικό σου φταίξιμο. Αν η ζωή σου στράβωσε, είναι από δικό σου λάθος. Κι αν θες να αφαιρέσεις τη ζωή κάποιου, τότε να αυτοκτονήσεις. Έτσι έγραψες εσύ ο ίδιος στο ημερολόγιό σου». Ο Γκριμ με κοιτάζει με άδειο βλέμμα. Τι να σκέφτεται άραγε; Πόση ώρα έχει περάσει; «Κάνεις λάθος», μου λέει. «Δεν καταλαβαίνω πώς μπόρεσες να το τραβήξεις τόσο πολύ μ’ αυτή την ιστορία που ξεκίνησες. Απλώς και μόνο για να πεις πως έκανες κάτι; Δεν το πιστεύω. Οι πράξεις σου δεν πρόκειται

wWw.Greekleech.info

aoratos286s366.indd 344

11/3/14 2:47:57 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

345

να διορθώσουν τα πράγματα. Οδηγείσαι από μόνος σου στο χα­ μό. Δεν ξέρω τι είναι αυτό που έχεις οικοδομήσει στη ζωή σου, αλλά θα το γκρεμίσεις με τη στάση που κρατάς. Δε θα σου απο­ μείνει τίποτα». «Ωραία», λέει ο Γκριμ σχεδόν κραυγάζοντας. «Καλύτερα έτσι. Δεν το καταλαβαίνεις; Καλύτερα να μην έχω τίποτα! Τίποτα από όσα έχω οικοδομήσει δεν είναι σημαντικό. Το μοναδικό πράγμα που σήμαινε κάτι για μένα το έχω χάσει εδώ και καιρό. Γι’ αυτό και η ζωή μου κατέληξε έτσι». «Τότε για ποιο λόγο αποφάσισες να ξεφορτωθείς τη Ρεμπέκα Σάλομον; Γιατί δεν την άφησες να πάει στην αστυνομία;» «Της άξιζε να πεθάνει». «Ό,τι κάνεις στρέφεται ενάντια στον ίδιο σου τον εαυτό. Δεν είμαι εγώ ο στόχος. Ξέρεις πολύ καλά τι σημαίνει να κατηγορη­ θείς για πρόκληση εγκληματικών πράξεων. Δε θα μπορέσεις πο­ τέ να ξεφύγεις. Αυτή η ιστορία δεν έχει σχέση με την Τζούλια. Αφορά μόνο εσένα. Δεν έχεις πουθενά καμία διέξοδο. Για τη ση­ μερινή κατάληξη ευθύνεσαι αποκλειστικά εσύ». «Κάνεις λάθος!» φωνάζει ο Γκριμ και σκύβει για να αρπάξει τη Σαμ ξανά από τα μαλλιά. Καθώς κινείται με το ένα του χέρι απλωμένο προς το κεφάλι της Σαμ και με το πιστόλι στο άλλο χέρι, κάνω ένα βήμα στο πλάι και ορμώ καταπάνω του. Ο Γκριμ προσπαθεί να στοχεύσει τον κρόταφο της Σαμ, αλλά τον χτυπώ με τον ώμο μου στα πλευρά. Παραπατάει. Πέφτουμε και οι δύο στην τσιμεντένια στέγη. Εκεί­ νος βρίσκεται από κάτω μου. Το σώμα του είναι σφιχτό και οστεώ­ δες. Μυρίζω το άρωμά του. Είναι το άρωμα που χρησιμοποιούσε πάντα. Μυρίζω όμως και τον ιδρώτα του, κι είναι η πρώτη φορά που μου βρομάει ο Γκριμ. Όπως είναι ανάσκελα από κάτω μου, με αρπάζει από τα μαλ­ λιά. Προσπαθώ να του πάρω το πιστόλι από το χέρι. Μου αφήνει τα μαλλιά και μου ρίχνει μια γροθιά στα πλευρά. Μου κόβεται η

aoratos286s366.indd 345

11/3/14 2:47:57 PM

346

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

ανάσα. Συστρέφεται δεξιά κι αριστερά. Είναι πιο δυνατός από μέ­ να και ξέρω πως από στιγμή σε στιγμή θα με ανατρέψει, θα με πυροβολήσει και θα πεθάνω. Πατάει τη σκανδάλη κατά λάθος, χωρίς να το ’χει σκοπό. Η σφαίρα περνά από δίπλα μου και χάνεται στον ουρανό. Ενώ εξα­ κολουθώ να είμαι πεσμένος πάνω στον Γκριμ, πιάνω μια κίνηση με την άκρη του ματιού μου. Βλέπω το σκοινί να τεντώνεται. Ο Γκριμ μένει για μια στιγμή ακίνητος κι έπειτα γυρνά το κεφάλι του προς τα εκεί. Κάποιος ζυγώνει στη στέγη σκαρφαλώνοντας.

wWw.Greekleech.info Όλα συμβαίνουν μέσα σε λίγες στιγμές. Μια μαύρη αρβύλα προ­ βάλλει στην άκρη της στέγης. Ο άνθρωπος που προσπαθεί να ανε­ βεί αναζητά σημείο στήριξης. Το ένα του πόδι εμφανίζεται σιγά σιγά. Ο Γκριμ με σπρώχνει βίαια και σωριάζομαι ανάσκελα. Ο σβέρκος μου τραντάζεται και νιώθω ένα σουβλερό πόνο στο κε­ φάλι και στους ώμους. Ο Γκριμ σηκώνεται όρθιος με την κάννη του πιστολιού του στραμμένη καταπάνω μου – μια σκοτεινή τρύπα· ένα μαύρο τού­ νελ· ένα ατελείωτο σκοτάδι. Προσπαθώ να κρατήσω τα μάτια μου ορθάνοιχτα. Εκείνος πυροβολεί. Παράξενος ήχος, σαν μιας καρδιάς που χτυπάει δύο φορές απανωτά. Δε με βρίσκει η σφαίρα του, άγνω­ στο για ποιο λόγο. Χτυπάει στο μπετόν δίπλα στο αφτί μου και με ξεκουφαίνει. Ο πόνος είναι αφόρητος. Ο Γκριμ μένει ξαφνι­ κά ακίνητος και πιάνει το μπράτσο του. Ακούγεται κι άλλος κρό­ τος, αλλά έτσι όπως έχω σχεδόν κουφαθεί δεν μπορώ να προσδι­ ορίσω την προέλευσή του. Βλέπω όμως το ένα πόδι του Γκριμ να λυγίζει. Κάποιος φωνάζει. Καθώς ο Γκριμ πέφτει, καταφέρνει να στη­ ριχτεί στο άλλο του πόδι και με γραπώνει από τον ώμο. Τα μάτια

aoratos286s366.indd 346

11/3/14 2:47:57 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

347

του γυαλίζουν. Η ξινή μυρωδιά του που ποτίζει τα ρουθούνια μου είναι ένα μείγμα αρώματος και οσμής ιδρώτα. Καταλαβαίνω ξαφ­ νικά πως καθώς γλιστράει προς την άκρη της στέγης με παρασύ­ ρει στην πτώση του. Αφήνει το πιστόλι του και το βλέπω να πέ­ φτει στο κενό.

Τον αρπάζω με το ένα μου χέρι από τη μασχάλη του και με το άλ­ λο από τον τραυματισμένο ώμο του. Όπως είμαι πεσμένος μπρού­ μυτα στην άκρη της στέγης, τον βλέπω να κρέμεται στο κενό από κάτω μου και να με κοιτάζει σαστισμένος. Το πρόσωπό του είναι κατακόκκινο. Η ακμή της στέγης μού πιέζει αφόρητα το στέρνο καθώς προσπαθώ να τον συγκρατήσω. Ο Γκριμ μ’ έχει γραπώσει απ’ τα ρούχα κι όπως γλιστρά σιγά σιγά προς το κενό, το σακάκι μου τραβιέται και μου ανεβαίνει ως το λαιμό. «Άσε με», μου λέει. Αντιλαμβάνεται πως έχει χάσει το παιχνίδι κι ότι δεν πρόκειται να πέσω. Αφήνεται να γλιστρήσει προς το έδαφος και το μόνο πράγ­ μα που εμποδίζει την πτώση του είναι τα δυο μου χέρια. Είναι πο­ λύ βαρύς. Δε θα καταφέρω να τον κρατήσω για πολύ ακόμα. «Άσε με να πέσω», φωνάζει. Προσπαθώ να τον τραβήξω επάνω, αλλά μου είναι αδύνατον. Με πιάνει κράμπα στα χέρια και δυσκολεύομαι να πάρω ανάσα. Με το ένα του χέρι ο Γκριμ προσπαθεί να απαλλαγεί από το κρά­ τημά μου. Δεν τα καταφέρνει. Τινάζει απότομα το κεφάλι του, ανοίγει το στόμα του και με δαγκώνει στον καρπό. Διακρίνω μια σκιά με την άκρη του ματιού μου. Είναι ένας άντρας που εκείνη τη στιγμή λυγίζει τα γόνατα για να στηριχτεί στα δάχτυλα των ποδιών. Δυο χέρια απλώνονται κι ακούω τη φω­ νή του άντρα να με παρακινεί να μην αφήσω τον Γκριμ. Είμαι πληγωμένος στον καρπό από τη δαγκωνιά του. Δεν μπο­ ρώ να δω το τραύμα μου, αλλά βλέπω αίμα στα χείλη του Γκριμ.

aoratos286s366.indd 347

11/3/14 2:47:57 PM

348

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Δεν αισθάνομαι κανέναν πόνο πια. Δυο χέρια αρπάζουν τον Γκριμ και τον τραβούν επάνω. «Όχι», φωνάζει εκείνος με σπασμένη φωνή. «Όχι, όχι», ξανα­ λέει σπαραξικάρδια, λες κι έχει ξαναγυρίσει στην εφηβική του ηλι­ κία. Φωνάζει κι άλλο, μέχρι που δεν ξεχωρίζω πια τα λόγια του. Κοιτάζω τη λέξη που είναι κεντημένη με χρυσά κεφαλαία γράμματα στο μανίκι του μαυροντυμένου άντρα: ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ.

aoratos286s366.indd 348

11/3/14 2:47:57 PM

XXX

Ο ΝΤΑΝ ΛΑΡΣΟΝ ΚΑΙ Ο ΠΕΡ ΛΕΪΦΜΠΙ ήταν οι πρώτοι αστυνομικοί

που έφτασαν στον υδατόπυργο. Οι δυο άντρες αποτελούσαν ένα απίθανο δίδυμο που δεν ταίριαζε καθόλου στις περιστάσεις της συγκεκριμένης αποστολής. Ο Λάρσον είναι από τη Βετλάντα –μια πόλη της νότιας Σουηδίας– και μετά την εκπαίδευσή του ο πατέ­ ρας του τον έστειλε στη Στοκχόλμη. Ο πατέρας του, ένας συντα­ ξιούχος προϊστάμενος αστυνομίας, θεωρούσε το γιο του ανεπρό­ κοπο και χαραμοφάη. Ο Λάρσον έχει υψοφοβία. Ο Περ Λέιφμπι γεννήθηκε στη Στοκχόλμη και μένει στο Χάμαρμπι. Νιώθει πολύ άβολα με τους μετανάστες παρόλο που δεν είναι ρατσιστής – αλ­ λά έτσι κι αλλιώς αυτό είναι ένα γενικότερο πρόβλημα που αγγί­ ζει όλη την αστυνομία. Ο Λέιφμπι είναι άνθρωπος που πανικο­ βάλλεται όταν ακούει πυροβολισμό. Κι έτσι, όταν έφτασαν στον υδατόπυργο, ο Λάρσον δεν ήθελε να ανεβεί. Ο Λέιφμπι ανέβαινε την ελικοειδή σκάλα όταν έπεσε ο πρώτος πυροβολισμός. Ήταν τη στιγμή που ο Γκριμ πυροβόλησε για να με τρομάξει. Ο Λέιφμπι πάγωσε, χλόμιασε και κατέβηκε στο έδαφος. Οι δυο αστυνομικοί αποφάσισαν να περιμένουν την ομάδα των συναδέλφων τους. Αργότερα εξήγησαν στον Μπιρκ πως δεν ήταν σίγουρες οι συνθήκες για τη σύλληψη του δράστη και πως τα αλεξίσφαιρα γιλέκα τους ήταν στο περιπολικό, που το είχαν αφήσει κοντά σε ένα παράνομα σταθμευμένο Volvo. Ο Λάρσον και ο Λέιφμπι περιπολούσαν στο Χούντινιε και βρέ­

aoratos286s366.indd 349

11/3/14 2:47:57 PM

350

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

θηκαν τυχαία στο Ρένινιε γιατί πήραν λάθος στροφή καθώς έβγαι­ ναν από τον αυτοκινητόδρομο. Εκείνη την ώρα έλαβαν σήμα από τον Γκάμπριελ Μπιρκ, που τους ανέφερε πως κάποιος κρατούσε ομήρους στον υδατόπυργο του Σάλεμ. Τα περιπολικά, σύμφωνα με τις εντολές του Μπιρκ, θα έφτα­ ναν εκεί με τις σειρήνες τους βουβές για να μην πανικοβληθεί ο δράστης. Η ομάδα εφόδου προετοιμαζόταν, αλλά η πιθανότερη εξέλιξη ήταν να μην έφτανε έγκαιρα στον πύργο. Ο Λάρσον και ο Λέιφμπι χρειάστηκαν μόλις δύο λεπτά για να φτάσουν. Το δεύτερο δίδυμο που έφτασε στον πύργο ήταν το άκρως αντί­ θετο του πρώτου. Ήταν δυο ρωμαλέοι και ικανότατοι προϊστάμε­ νοι αστυνομίας από το αστυνομικό τμήμα της Σεντερτέλιε, ο Σά­ ντκβιστ και ο Ροντρίγκες. Είχαν και οι δυο τους προϋπηρεσία στην Αστυνομική Διεύθυνση Στοκχόλμης. Όταν έλαβαν το σήμα στον ασύρματο του περιπολικού, μόλις είχε λήξει η βάρδιά τους. Βρί­ σκονταν σ’ ένα σχολείο του Σάλεμ, όπου συμμετείχαν σε μια ημε­ ρίδα ενημέρωσης των μαθητών σε ζητήματα πρόληψης του εγκλή­ ματος και της χρήσης ναρκωτικών. Χρειάστηκαν τρεισήμισι λεπτά για να φτάσουν στον υδατόπυργο. Ενημερώθηκαν από τον Λάρσον και τον Λέιφμπι και ανέβηκαν τη σκάλα με τα όπλα προτεταμένα. Στη στέγη έφτασε πρώτος ο Ροντρίγκες και πυροβόλησε τον Γκριμ με μοναδικό σκοπό να τον τραυματίσει για να τον εξουδετερώσει. Θα είχε ανεβεί νωρίτερα, αλλά ήθελε πρώτα να βεβαιωθεί πως το σκοινί που θα χρησιμοποιούσε για να καλύψει τα τελευταία μέτρα θα άντεχε το βάρος του. Ο Ροντρίγκες ήταν που με τράβηξε πιο μέ­ σα στη στέγη και μαζί μ’ εμένα ανέβασε τον Γκριμ, που αιωρού­ νταν στο κενό. Είχε πυροβολήσει ένα κλάσμα του δευτερολέπτου πριν από τον Γκριμ, γι’ αυτό δε με είχε πετύχει εκείνος. Όσο για μένα, οι δυο απανωτοί πυροβολισμοί μού είχαν φανεί σαν χτύποι καρδιάς. Ο Μπιρκ ήταν εκείνη τη στιγμή στα χαμηλά του υδατό­ πυργου και τους άκουσε, αλλά δεν ήξερε ποιος είχε πυροβολήσει. Όλα αυτά τα έμαθα αργότερα από τον ίδιο τον Μπιρκ.

aoratos286s366.indd 350

11/3/14 2:47:57 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

351

Ξυπνώ και το μόνο που θυμάμαι είναι πως είχα γυρίσει ανάσκε­ λα στη στέγη και ότι λίγο πριν λιποθυμήσω με είχε ξαναπιάσει ένας αφόρητος πονοκέφαλος. Είμαι ξαπλωμένος σ’ ένα μεγάλο κρεβάτι και φοράω μια λευκή ρόμπα που δεν είναι δικό μου ρούχο. Από τη μέση και κάτω με έχουν σκεπάσει με μια πορτο­ καλί κουβέρτα. Οι λάμπες της οροφής είναι σβηστές, αλλά από κάπου έρχεται φως. Στρέφω το κεφάλι μου κι αμέσως με χτυπά ένας πόνος στον αυχένα. Το πορτατίφ δίπλα μου είναι αναμμέ­ νο. Βρίσκομαι σε νοσοκομείο. Γυρνώ να κοιτάξω από το παρά­ θυρο του θαλάμου. Βρίσκομαι στο νοσοκομείο της Σεντερτέλιε – τουλάχιστον έτσι νομίζω. Η τελευταία φορά που βρέθηκα εδώ ήταν τη μέρα που πέθανε η Τζούλια. Σε μια γωνιά του δωμα­ τίου βλέπω καθισμένο τον Μπιρκ. Είναι βυθισμένος στη μελέ­ τη ενός φακέλου. «Εγώ...» Προσπαθώ να πω κάτι, αλλά το στόμα μου έχει στε­ γνώσει. «Τι είναι;» Ο ουρανός έχει πάρει μια σκούρα μπλε απόχρωση. Δεν ξέρω αν σουρουπώνει ή αν χαράζει. «Τι ώρα είναι;» «Τέσσερις και μισή». «Το πρωί;» Ο Μπιρκ νεύει καταφατικά. Αφήνει το φάκελο στην άκρη, ση­ κώνεται και πλησιάζει στο τραπέζι που είναι δίπλα στο κρεβάτι. Γεμίζει ένα πλαστικό ποτήρι με νερό και μου το δίνει. «Θέλω ένα ηρεμιστικό χάπι», του λέω. Κουνά το κεφάλι του αρνητικά. «Δυστυχώς δε γίνεται. Σου έχουν δώσει μορφίνη και ο συνδυα­ σμός τους δε θα σου κάνει καλό». Πίνω νερό από το πλαστικό ποτήρι. Είναι δροσερό. Ευπρόσ­ δεκτο. «Τι μέρα έχουμε;» τον ρωτάω. Έχω χάσει τις μέρες.

aoratos286s366.indd 351

11/3/14 2:47:57 PM

352

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Ηρέμησε. Κοιμήθηκες δώδεκα ώρες και κάτι. Θα γίνεις κα­ λά, μην ανησυχείς. Ήσουν απερίσκεπτος, αλλά τη γλίτωσες φτηνά». Ο Μπιρκ έχει εγκαταλείψει τη συνηθισμένη τραχύτητά του. Δε μου μιλάει πια με μπάσα φωνή, αλλά απρόσμενα απαλά και χα­ μηλόφωνα. Ίσως και να με γελούν τ’ αφτιά μου. Η ακοή μου έχει επανέλθει, αλλά το ένα μου αφτί το έχουν καλύψει με έναν ειδικό επίδεσμο. Τον αγγίζω με τα δάχτυλά μου. Η τραχιά επιφάνειά του είναι στεγνή. «Σου έχουν επιδέσει τα τραύματα στο κεφάλι», μου λέει ο Μπιρκ παίρνοντας το ποτήρι μου. «Τι σ’ έπιασε και δεν περί­ μενες;» «Δε θα προφταίναμε», του εξηγώ. «Πού είναι η Σαμ;» «Στο διπλανό δωμάτιο. Θα γίνει καλά. Εννοώ, από άποψη σω­ ματικής υγείας, αν εξαιρέσεις το δάχτυλο. Το βρήκαμε, αλλά ήταν πολύ αργά πια. Είχε περάσει πολλή ώρα». «Πόση ώρα;» Ο Μπιρκ χαμηλώνει το βλέμμα. «Τουλάχιστον μία ώρα. Θα γίνει καλά, Λέο, αλλά... έχει πάθει νευρικό κλονισμό. Θα της πάρει χρόνο για να συνέλθει ψυχολο­ γικά. Ο σύντροφός της είναι εδώ, αν θες να του μιλήσεις». Παρά τον πόνο που νιώθω, γυρνώ το κεφάλι από την άλλη πλευρά. Δε θέλω να ακούσω τίποτα άλλο. Ο Μπιρκ δε φεύγει από κοντά μου. Ίσως να καταλαβαίνει πώς νιώθω. «Κι ο Γκριμ;» ρωτώ χωρίς να τον κοιτάζω. «Δεν είναι εδώ». «Πού είναι;» «Στο νοσοκομείο του Χούντινιε. Υπό διαρκή αστυνομική φρού­ ρηση. Επέλεξα ο ίδιος τους αστυνομικούς για τις βάρδιες. Είναι πολύ καλοί στη δουλειά τους. Χειρουργήθηκε και μόλις πάρει εξι­ τήριο θα μεταφερθεί στις φυλακές Κρόνομπεργ». Ο Μπιρκ ξερο­ βήχει. «Ήταν εδώ η οικογένειά σου. Κάθισαν για λίγο δίπλα σου.

wWw.Greekleech.info

aoratos286s366.indd 352

11/3/14 2:47:57 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

353

Ο Λέβιν πέρασε από εδώ γύρω στις έντεκα κι έφυγε πριν από λί­ γο. Ενημερώσαμε τους πάντες». «Και τον... πατέρα μου;» «Ναι». Τον κοιτάζω και αναρωτιέμαι τι ξέρει, αν έχει καταλάβει τι συμβαίνει. Ίσως. «Ήταν εδώ κι ο ψυχολόγος σου», λέει ο Μπιρκ διστακτικά. «Τον κάλεσαν από το νοσοκομείο γιατί το όνομά του είναι κατα­ γεγραμμένο στο ιατρικό ιστορικό σου. Τον έδιωξα». «Σ’ ευχαριστώ». Χαμογελάει αχνά χωρίς να μιλήσει. «Μεγάλη κούραση», του λέω. «Χρειάζεσαι ύπνο». «Εννοώ πως εσύ φαίνεσαι ψόφιος από κούραση». «Μίλησα με αρκετούς δημοσιογράφους και ασχολήθηκα με όλες τις επίσημες αναφορές που αφορούσαν στην υπόθεση». «Θα ήθελα το κινητό μου». Το θέλω οπωσδήποτε, μόνο που δεν ξέρω για ποιο λόγο. Ίσως για να ξαναδώ τη φωτογραφία της Ρεμπέκα Σάλομον. Το πρόσω­ πό της. «Προς το παρόν δεν μπορώ να σου το επιστρέψω γιατί είναι το κινητό στο οποίο έστειλε τα μηνύματα ο Μπέργκρεν... Τέλος πάντων, αυτός ο Γκρίμπεργ. Και μάλιστα είχε τη φαεινή ιδέα να φωτογραφίσει τα τραύματα που προξένησε στη Σαμ και να στεί­ λει τις φωτογραφίες στο κινητό σου. Πρόκειται για αποδεικτικά στοιχεία. Αλλά, ειλικρινά, δε θα ήθελες καινούριο κινητό;» «Μη διαγράψεις τις φωτογραφίες», του λέω. «Κοιμήσου». Στρέφει το βλέμμα του δεξιά κι αριστερά. «Ο Λέ­ βιν είπε πως θα προσπαθήσει να σε ξαναφέρει κοντά μας. Θα δου­ λεύεις μαζί μου». «Μαζί σου;» Θα ήθελα πολύ να έβλεπα την έκφρασή μου αυτή τη στιγμή. «Γαμώτο!»

aoratos286s366.indd 353

11/3/14 2:47:57 PM

354

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Το υποψιαζόμουν πως θα αντιδρούσες κάπως έτσι». Χαμογελάει αχνά. «Σ’ ευχαριστώ», του λέω. Ο Μπιρκ βγαίνει από το δωμάτιο.

Ξυπνώ. Νομίζω πως είναι η ώρα του μεσημεριανού φαγητού. Μου βγάζουν τον ορό, τρώω σάντουιτς και πίνω ένα χυμό. Πη­ γαίνω στην τουαλέτα με διστακτικά βήματα. Μου κάνει εντύπω­ ση που δεν τρεκλίζω καθόλου. Λίγο αργότερα με επισκέπτεται ο εισαγγελέας Όλαφ Πέτερσεν, ο επικεφαλής της προκαταρκτικής έρευνας. Είναι κοντός, με αχλαδόσχημο σώμα και μασάει συνέ­ χεια τσίχλα για να αποσπά τη σκέψη του από τη λαχτάρα του να καπνίσει. «Πρέπει να σου κάνω μερικές ερωτήσεις», μου λέει χαμηλό­ φωνα. «Αν συμφωνείς...» «Θα ήθελα να μου τις κάνει ο Μπιρκ». «Δε γίνεται. Είναι δική μου δουλειά. Άσε που ο Γκάμπριελ χρει­ άζεται ξεκούραση». Βγάζει μια συσκευή μαγνητοφώνησης και την τοποθετεί ανά­ μεσά μας. Οι ερωτήσεις ξεκινούν και κάθε μου απάντηση προκα­ λεί νέο κύκλο ερωτήσεων. Ο Πέτερσεν ζητάει κάποια στιγμή συ­ γνώμη και πάει στην τουαλέτα. Επιστρέφει, πετάει την τσίχλα του κι αρχίζει να μασάει άλλη, κι αυτό γίνεται άλλες τρεις φορές.

Το βράδυ παίρνω εξιτήριο. Φοράω τα ρούχα μου, που μπήκαν για πλύσιμο μέσα στο τελευταίο εικοσιτετράωρο. Παρ’ όλα αυτά με πιάνει η ψυχή μου που τα βλέπω. Ο επίδεσμος γύρω από το κεφάλι μου έχει αντικατασταθεί με ένα λευκό έμπλαστρο στο μέ­ τωπο. Στο αφτί μου έχω ένα παρόμοιο επίθεμα. Η μύτη μου δεν είναι σπασμένη. Έχει ένα μικρό τραύμα που θα επουλωθεί από

aoratos286s366.indd 354

11/3/14 2:47:58 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

355

μόνο του. Τις πρώτες μέρες θα συνεχίσουν να μου κάνουν ενέσεις μορφίνης. Ρωτάω αν μου επιτρέπουν να επισκεφθώ τη Σαμ. «Κοιμάται», απαντάει η νοσοκόμα. «Μήπως είναι κανείς εκεί;» «Είναι μόνη της. Ο σύντροφός της έφυγε πριν από λίγο». Ο σύντροφός της; Μένουν μαζί άραγε; Μου επιτρέπουν να καθίσω για λίγο στο δωμάτιό της. Η Σαμ είναι ξαπλωμένη σ’ ένα κρεβάτι ίδιο με το δικό μου. Τα πόδια της είναι σκεπασμένα με μια πορτοκαλί κουβέρτα. Φοράει μια λευ­ κή ρόμπα ίδια μ’ αυτήν που είχαν φορέσει και σ’ εμένα. Τα μαλ­ λιά της είναι λυτά. Ανασαίνει βαθιά και ρυθμικά. Η καρέκλα επι­ σκεπτών είναι δίπλα στο κρεβάτι της. Κάθομαι. Έχει ένα χοντρό επίδεσμο στο τραυματισμένο χέρι της. Το άλ­ λο της χέρι, σώο και αβλαβές, αναπαύεται με την παλάμη προς τα επάνω και με τα δάχτυλα ελαφρά λυγισμένα. Ταράζομαι που τα κοιτάζω και κυλούν λίγες στιγμές μέχρι να αναγνωρίσω το λό­ γο της ταραχής μου. Εγώ ευθύνομαι γι’ αυτή την κατάληξη. Όσο παράλογο κι αν φαίνεται, όλα ξεκίνησαν από μένα. Κι αυτό ισχύει ανεξάρτητα από την αλληλουχία των γεγονότων των τελευταίων ημερών κι από τα αίτια που προκάλεσαν στο παρελθόν μια αλυσιδωτή αντί­ δραση. Γιατί εγώ ήμουν που κατέστρεψα τον Τιμ Νορντίν και τον έκανα να παραφρονήσει. Εγώ ήμουν που πρόδωσα τον Γκριμ. Κι ίσως να είχε δίκιο ο Γκριμ, ίσως να ήμουν εγώ που παρέσυρα την Τζούλια. Και δεν την έφαγε μόνο αυτήν το μαύρο σκοτάδι, αλλά κι εμένα. Απλώνω το χέρι μου και αγγίζω με μεγάλη προσοχή το χέρι της Σαμ. Το ακουμπώ απαλά. Είναι ζεστή. Το άγγιγμά μου την κάνει να αντιδράσει. Στρέφει το κεφάλι της προς το μέρος μου. «Ρίκι;» λέει μουδιασμένα. Τα μάτια της εξακολουθούν να εί­ ναι κλειστά. «Ο Λέο είμαι».

aoratos286s366.indd 355

11/3/14 2:47:58 PM

356

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Λέο», επαναλαμβάνει διστακτικά, σαν να δοκιμάζει μια νέα αίσθηση. Χαμογελά αμυδρά. Μου σφίγγει τρυφερά το χέρι.

Οι γονείς της Ρεμπέκα Σάλομον ενημερώθηκαν για τα πραγματι­ κά αίτια του θανάτου της κόρης τους. Αυτός που τη λήστεψε κο­ ντά στο πάρκο Κρόνομπεργ δεν έχει συλληφθεί ακόμα. Ίσως να βρίσκεται κάπου στη Στοκχόλμη. Δεν αποκλείεται να είναι ακό­ μα στην Κούνσχολμ, γιατί ένας εγκληματίας σπάνια απομακρύ­ νεται από την περιοχή δράσης του. Απ’ ό,τι ξέρω, τα μίντια αγνοούν προς το παρόν το σύνολο των γεγονότων που κατέληξαν στο ασυνήθιστο συμβάν που εκτυλίχθη­ κε στη στέγη του υδατόπυργου. Οι εφημερίδες το αναφέρουν χω­ ρίς να γράφουν τίποτα για τη δική μου ανάμειξη. Αλλά ξέρω πως αν δεν υπάρξει κάποια σοβαρή εξέλιξη, το ενδιαφέρον του Τύπου θα στραφεί ξανά προς το μέρος μου. Είναι πιθανό να γράψουν για τη φιλική μου σχέση με τον Γκριμ και για τη σχέση μου με την Τζούλια, ξετυλίγοντας έτσι όλο το παρελθόν μας. Δεν ξέρω. Αδια­ φορώ. Μου έρχεται στο νου η περίπτωση της Άνια, της γυναίκας που αγαπούσε κάποτε ο Γκριμ και που αυτοκτόνησε όπως τόσοι και τόσοι άλλοι. Ίσως μια μέρα καταλάβω τι προσπαθούσε να κάνει ο άνθρω­ πος που κάποτε ήταν φίλος μου, ίσως και όχι. Έτσι συμβαίνει με πολλά πράγματα που αποδεικνύονται καθοριστικά για τη ζωή μας: δεν τα κατανοούμε.

wWw.Greekleech.info

Φεύγω από το νοσοκομείο της Σεντερτέλιε και παίρνω τον προ­ αστιακό προς τα βόρεια. Αισθάνομαι όμορφα που είμαι μόνος ανάμεσα σε χιλιάδες άλλους εξίσου μόνους ανθρώπους. Φοράω σκούφο για να μη φαίνονται οι επίδεσμοι, αλλά έτσι κι αλλιώς

aoratos286s366.indd 356

11/3/14 2:47:58 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

357

κανείς δε μου δίνει σημασία. Μόνο η πρησμένη και κατακόκ­ κινη μύτη μου θα είναι αξιοπερίεργο θέαμα, αλλά και πάλι κα­ νείς δε με κοιτάζει. Ο προαστιακός περνά ανάμεσα από τις πο­ λυκατοικίες που χτίστηκαν κάποτε από το κράτος. Κάπου στην αποβάθρα κάποιος παίζει με τρακατρούκες. Τρομάζω από τους κρότους τους. Παγώνω και με πιάνει καρδιοχτύπι. Με έχουν συμβουλέψει να μην πάρω το συνηθισμένο μου ηρεμιστικό χά­ πι. Μου έχουν δώσει μια συνταγή για ένα άλλο αγχολυτικό φάρ­ μακο, για την αντιμετώπιση μιας επείγουσας κατάστασης. Δεν ξέρω αν ο κρότος της τρακατρούκας θεωρείται επείγουσα κατά­ σταση, αλλά μάλλον θα είναι. Βγάζω τα χάπια από την εσωτερι­ κή τσέπη του σακακιού μου και παίρνω ένα. Λιώνει γρήγορα στο στόμα μου. Αντί να πάρω το λεωφορείο από το Ρένινιε, προτιμώ να περ­ πατήσω. Περνώ μπροστά από μια αφίσα του πρωθυπουργού. Στο πρόσωπό του έχουν ζωγραφίσει έναν αγκυλωτό σταυρό με μαύρο σπρέι. Θυμάμαι πως όποτε γυρνούσα από το κέντρο της Στοκχόλμης στο σπίτι, κοίταζα τον υδατόπυργο για να δω πόση απόσταση εί­ χα ακόμα να διανύσω. Ο πύργος φαίνεται από μακριά. Τώρα όμως αποφεύγω να τον κοιτάξω. Το βλέμμα μου είναι στυλωμένο στο έδαφος και στα παπούτσια μου. Αναρωτιέμαι πόσοι από τους παλιούς γνωστούς μου εξακολουθούν να ζουν εδώ. Δε θα έχουν μείνει και πολλοί, αν και δεν ξέρω στα σίγουρα. Οι άνθρωποι έχουν την τάση να κολλάνε σε προάστια τύπου Σάλεμ, Άλμπι και Τούμπα. Είτε φεύγεις από εδώ και εξαφανίζεσαι είτε υπάρχει κά­ τι που σε κρατάει και μένεις. Ρεμπέκα Σάλομον. Βλέπω το πρόσωπό της από την οπτική γωνία που θα το κοίταξε ο Πέτερ Κολ. Από πάνω και λοξά. Τη φαντάζομαι να παραπατά μέσα στο σκοτάδι λιώμα από την πρέ­ ζα, με το χέρι της μπροστά στο στόμα της, αγνοώντας πως της απέμεναν ελάχιστα λεπτά ζωής. Ο Κολ νόμιζε πως η Ρεμπέκα

aoratos286s366.indd 357

11/3/14 2:47:58 PM

358

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

ένιωθε ναυτία, ίσως όμως έκλαιγε επειδή της είχαν κλέψει την τσάντα. Θα χρειαστεί να ξαναδώ τον Γκριμ, το ξέρω. Τώρα όμως προ­ σπαθώ να τον βγάλω απ’ το μυαλό μου. Έχουν περάσει δεκάξι χρόνια από το θάνατο της Τζούλια. Βάζω τα δυνατά μου να θυ­ μηθώ τι έκανα τη μέρα του χαμού της, τι έκανα εκείνες τις στιγ­ μές. Δεν τα καταφέρνω. Δε θυμάμαι πια την έκφρασή της όταν γε­ λούσε. Μου έρχεται όμως φευγαλέα στο νου το άγγιγμά της, η επι­ δερμίδα της. Το σώμα θυμάται. Στην εσωτερική τσέπη του σακακιού μου έχω ακόμα το ημε­ ρολόγιο του Γκριμ. Ψηλαφώ το φάκελο. Ανακαλύπτω στην τσέπη μου κι άλλο ένα χαρτί, διπλωμένο και τραχύ στην αφή. Γνωρίζω μόνο έναν άνθρωπο που επικοινωνεί χώνοντας σημειώματα σε τσέπες. Είναι ο Λέβιν και θα το έβαλε στην τσέπη μου όταν ήμουν στο νοσοκομείο. Χαίρομαι που κάθομαι δίπλα σου κι ακούω την αναπνοή σου. Είσαι ζωντανός όπως και τότε, μετά τα γεγονότα στο Γκότλαντ. Ο χειρι­ σμός της υπόθεσής σου είχε εμένα ως αφετηρία. Είχα λάβει ένα υπό­ μνημα στο οποίο αναφερόταν ότι έπρεπε να τοποθετηθείς στη δική μας μονάδα. Η υπηρεσία χρειαζόταν έναν άνθρωπο που θα ήταν υπόλογος αν το απαιτούσαν οι περιστάσεις. Είχαν κάνει την έρευνά τους και είχαν βρει εσένα. Σε θεώρησαν κατάλληλο υποψήφιο για τη θέση. Το υπόμνημα ήταν όλο υποθέσεις: «Εάν συμβεί αυτό», «Στη χειρότερη περίπτωση», «Σε περίπτωση που διακυβεύεται μια αστυ­ νομική επιχείρηση». Προήλθε από υψηλά ιστάμενα πρόσωπα, από κάποιους παρανοϊκούς ανώτερους αξιωματικούς. Δεν είχα περιθώ­ ρια επιλογής. Με απείλησαν λέγοντας πως θα έβγαζαν στη φόρα ορι­ σμένα στοιχεία για το παρελθόν μου. Συνεχίζουν μέχρι σήμερα να με εκβιάζουν. Δεν μπορώ να σου πω περισσότερα. Όχι τώρα. Συγχώρεσέ με, Λέο Τσαρλς

aoratos286s366.indd 358

11/3/14 2:47:58 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

359

Τώρα ξέρω τι συνέβη. Μόνο που δυσκολεύομαι να προσδιορί­ σω πώς αισθάνομαι. Θα έπρεπε να νιώθω ανακούφιση, αλλά δε νιώθω τίποτα. Οι άνθρωποι προδίνουν τους συνανθρώπους τους. Και τα πάντα ρημάζουν. Ξέρω ελάχιστα πράγματα για το παρελ­ θόν του Λέβιν. Άραγε τι έχουν στα χέρια τους που τον αναγκάζει να τους υπακούει; Βρίσκομαι μπροστά στο κτιριακό συγκρότημα Τριάντ. Οι τρεις πολυκατοικίες είναι ίδιες και απαράλλακτες. Σαν να είμαι και πά­ λι δεκάξι χρονών, τότε που γυρνούσα από το κέντρο και στεκόμουν για λίγο μπροστά στην πολυκατοικία μας. Έτσι νιώθω. Όλα έχουν παραμείνει ίδια. Ορισμένα πράγματα αλλάζουν μόνο μέσα μας. Παίρνω το ασανσέρ για τον έβδομο όροφο και από εκεί ανε­ βαίνω από τις σκάλες στον όγδοο και τελευταίο όροφο. Βλέπω όπως πάντα το όνομα Γιούνκερ στην εξώπορτα και την ανοίγω κατεβάζοντας απαλά το πόμολο. «Γεια σας», λέω διστακτικά, αν και δε βλέπω ψυχή. Το χαλί του χολ είναι ζαρωμένο και τα παπούτσια είναι πετα­ μένα εδώ κι εκεί. Κατά τα άλλα το χολ είναι τακτοποιημένο κι έχει την ίδια μυρωδιά που είχε κάποτε. Κοιτάζω στην κουζίνα να δω αν είναι κανείς. Βλέπω τη μητέρα μου. Τα κοντοκουρεμένα μαλ­ λιά της είναι γκρίζα. Αφήνει στο νεροχύτη το πορσελάνινο σκεύος που κρατάει και έρχεται να μ’ αγκαλιάσει χωρίς να στεγνώσει πρώτα τα χέρια της. Νιώθω αμήχανα. Δε θυμάμαι πότε ήταν η τελευταία φορά που με αγκάλιασαν οι γονείς μου. «Ήρθα... ήρθαμε στο νοσοκομείο, αλλά μας είπαν πως κοιμό­ σουν. Αχ, Θεέ μου... Μιλήσαμε μ’ έναν αστυνομικό. Ταραχτήκα­ με...» «Είμαι καλά, μητέρα». Με κοιτάζει. Πάντα πίστευα πως είχα τα μάτια του πατέρα μου, αλλά όσο μεγαλώνω βλέπω στον καθρέφτη πως τα μάτια μου είναι ίδια με της μητέρας μου.

aoratos286s366.indd 359

11/3/14 2:47:58 PM

360

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

«Πεινάς;» «Όχι. Πώς είναι ο πατέρας;» «Καλά είναι. Κάθεται μέσα». «Αλήθεια μού λες πως ήρθε κι αυτός στο νοσοκομείο;» Νεύει καταφατικά. «Σίγουρα δεν πεινάς;» «Δεν πεινάω καθόλου». «Είσαι αδύνατος». Αναστενάζω γιατί με κάνει να νιώθω σαν δωδεκάχρονος. Βγά­ ζω τα παπούτσια μου και το σακάκι μου. Η μητέρα μου επιστρέ­ φει στην κουζίνα. Μπαίνω στο δωμάτιο που ήταν κάποτε δικό μου. Το έχουν μετατρέψει σε ένα είδος γραφείου, με ένα τραπέζι ερ­ γασίας, κομπιούτερ, βιβλιοθήκη και ντουλάπια. Ο πατέρας μου κάθεται σκυμμένος μπροστά στο τραπέζι και κοιτάζει σαστισμέ­ νος ένα τηλεχειριστήριο. Τον τελευταίο καιρό έχει επιδεινωθεί δραματικά η ικανότητά του να συγκεντρώνεται σ’ αυτό που κάνει. Τον έχει χτυπήσει η άνοια. Φο­ράει καρό πουκάμισο. Τα γκρίζα μαλλιά του είναι αχτένιστα. «Το καταραμένο», μουρμουρίζει. «Πού είναι τώρα, πού τις έβαλα;» «Πατέρα», λέω ακουμπώντας τον στον ώμο. «Λέο;» Με κοιτάζει. Το βλέμμα του φανερώνει συγκίνηση, αλ­ λά τα μάτια του γυαλίζουν παράξενα. Φταίνε τα φάρμακα που παίρνει. «Εσύ είσαι;» «Ναι, εγώ είμαι». «Λέο». Ξαναλέει αμήχανα το όνομά μου, σαν να ψάχνει να βρει τι σημαίνει γι’ αυτόν. «Ο γιος σου». Τον πιάνει στενοχώρια. Συνοφρυώνεται και γυρνά ξανά προς το τηλεχειριστήριο. «Χρειάζομαι βοήθεια. Δε θυμάμαι πώς γίνεται». Το τηλεχειριστήριο είναι ανάποδα πάνω στο τραπέζι, με

wWw.Greekleech.info

aoratos286s366.indd 360

11/3/14 2:47:58 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

361

ανοιχτή τη θήκη των μπαταριών. Γύρω του βρίσκονται τρεις μπα­ ταρίες. «Πραγματικά δε θυμάσαι πώς μπαίνουν;» «Υπάρχει... κάτι στο βάθος της θήκης». Ανοιγοκλείνει συνεχώς τα μάτια του. Κοιτάζει το άνοιγμα και τα μεταλλικά σπιράλ. «Λί­ γο ακόμα και θα το θυμηθώ». Με κοιτάζει. Δεν είναι πια θλιμμέ­ νος. Χαμογελάει. «Μ’ ακούς; Λίγο ακόμα...» «Να σε βοηθήσω;» «Άφησέ τον να το κάνει μόνος του», λέει η μητέρα μου, που στέκεται στο άνοιγμα της πόρτας. «Θυμάται, αλλά πρέπει να βά­ λει τα δυνατά του». Της ρίχνω μια ματιά και ξανακοιτάζω τον πατέρα μου. «Μητέρα, νομίζω πως δε θα τα καταφέρει». «Θα τα καταφέρει». Πριν από λίγα χρόνια ο πατέρας μου άρχισε να ξεχνάει διά­ φορα πράγματα. Δε θυμόταν πού είχε βάλει τα κλειδιά του, δε θυ­ μόταν τι είχε φάει, δε θυμόταν πότε είχε μιλήσει μ’ εμένα ή με τον αδελφό μου στο τηλέφωνο. Στην αρχή δε δώσαμε σημασία. Και μάλιστα εκνευριζόμασταν που δε θυμόταν αν είχε φτιάξει καφέ ή όχι. Όποτε έφτιαχνε καφέ, δε θυμόταν αν είχε κλείσει το διακό­ πτη της καφετιέρας. Η κατάστασή του χειροτέρεψε πολύ γρήγο­ ρα. Μια μέρα κάποιος τηλεφώνησε στην αστυνομία για να ανα­ φέρει πως ένας άντρας καθόταν μέσα σε ένα αυτοκίνητο έξω από ένα σχολείο και κοίταζε περίεργα τα παιδιά. Ο πολίτης είπε πως ανησυχούσε για τα παιδιά. Οι αστυνομικοί που έφτασαν εκεί βρή­ καν τον πατέρα μου μέσα στο αυτοκίνητό του και κατάλαβαν πως τους έλεγε την αλήθεια όταν τους εξήγησε πως είχε ξεχάσει πώς να πάει στη δουλειά του. «Καταλαβαίνει τι του συμβαίνει;» «Καταλαβαίνει πως κάτι δεν πάει καλά», μου λέει η μητέρα μου. «Σε λίγο θα πάρει τα φάρμακά του και θα αισθανθεί πολύ καλύτερα».

aoratos286s366.indd 361

11/3/14 2:47:58 PM

362

ΚΡΙΣΤΟΦΕΡ ΚΑΡΛΣΟΝ

Κοιτάζω την πλάτη του πατέρα μου. Η εξώπορτα ανοίγει και μπαίνει ο αδελφός μου φορώντας ακόμα τα ρούχα της δουλειάς. Με αγκαλιάζει σφιχτά κι αυτή τη φορά ανταποκρίνομαι όπως πρέπει. «Πώς είσαι;» με ρωτάει. «Η ακοή μου δεν είναι και τόσο καλή». «Καλό αυτό. Δε θ’ ακούς τις βλακείες που λέει ο κόσμος». Με χαϊδεύει στον ώμο. Γελάω. Στο γραφείο μια μπαταρία πέφτει στο πάτωμα και κυ­ λάει κάτω από τη βιβλιοθήκη. Ο αδελφός μου πηγαίνει να βοη­ θήσει τον πατέρα μας. «Λέο;» κάνει εκείνος διστακτικά κοιτάζοντάς τον. «Ο Λέο είναι στο χολ, πατέρα», λέει ο αδελφός μου αφηρημέ­ να ψάχνοντας την μπαταρία. «Μμ», κάνει ο γέρος. Κοιτάζει από το παράθυρο με θολό βλέμ­ μα. Σφίγγει με τα χέρια του τα μπράτσα της πολυθρόνας του λες και φοβάται μήπως τον παρασύρει ο άνεμος. «Ο Λέο είναι στο χολ», λέει χαμογελώντας και γυρνά προς το μέρος μου για να με κοιτάξει. «Ωραία».

wWw.Greekleech.info

Αργά το βράδυ αποφασίζω να φύγω από το Σάλεμ. Ο αέρας εί­ ναι δροσερός και καθώς προχωρώ βλέπω με την άκρη του μα­ τιού μου την είσοδο της πολυκατοικίας όπου έμενε η οικογένεια του Γκριμ και της Τζούλια. Η πόρτα είναι πάντα στη θέση της, ήσυχη και ακίνητη μέσα στο σκοτάδι. Χασομερώ για λίγο έξω από την πόρτα τους, περνώντας ξανά και ξανά από μπροστά της, όπως έκανα κάποτε. Και για μια φευγαλέα στιγμή μεταφέρομαι νοερά σ’ ένα καλοκαίρι χαμένο στο παρελθόν. Για μια στιγμή μόνο. Βαδίζω προς τη στάση του λεωφορείου. Θα πάω στο Ρένινιε κι ύστερα ξανά προς τα νότια. Θέλω να πάω να δω τη Σαμ στο

aoratos286s366.indd 362

11/3/14 2:47:58 PM

Ο ΑΟΡΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΣΑΛΕΜ

363

νοσοκομείο και να καθίσω πλάι της. Διασχίζω τον τόπο όπου με­ γάλωσα και ξέρω πως έχω πολύ δρόμο για να φτάσω στο σπίτι μου. Το Σάλεμ είναι ασυνήθιστα ήσυχο απόψε. Πέφτει η ομίχλη σιγά σιγά και τα νότια προάστια της Στοκχόλμης βυθίζονται στη γαλήνη.

aoratos286s366.indd 363

11/3/14 2:47:58 PM

aoratos286s366.indd 364

11/3/14 2:47:58 PM

Επίμετρο Ένας συγγραφέας παίρνει την ελευθερία να παρουσιάσει πολλά πράγματα διαφορετικά από ό,τι είναι. Έτσι έκανα κι εγώ σε αυτό το μυθιστόρημα. Για παράδειγμα, ο υδατόπυργος του Σάλεμ δεν έχει σχήμα μανιταριού. Έχω περιγράψει ένα μπαρ, μια στέγη φι­ λοξενίας και ένα συγκρότημα τριών πολυκατοικιών τοποθετώντας τα σε διάφορα άσχετα μέρη και ούτω καθεξής. Θέλω να ευχαριστήσω τη Μέλα, τη μητέρα μου, τον πατέρα μου, το μικρό μου αδελφό, τον Καρλ, τον Μάρτιν, τον Τομπίας, τον Τζακ, τη Λότα, την Τζέρζι, τον Τούβε, τον Φρέντρικ και τις φλογερές ψυχές των Εκδόσεων Pirat. Έχετε όλοι σας συμβάλει, ο καθένας με το δικό του τρόπο, στο να δουν το φως της μέρας ο Λέο Γιούνκερ και ο Αόρατος Άνθρωπος από το Σάλεμ. Δεν είναι εύκολη η συγγραφή, αλλά είναι πολύ πιο δύσκολο να είσαι σύντροφος, φίλος, γονιός ή συνάδελφος του συγγραφέα. Εί­ στε εκπληκτικοί. Κρίστοφερ Χαγκσέτρα, Ιούνιος 2013

aoratos286s366.indd 365

11/3/14 2:47:58 PM

aoratos286s366.indd 366

11/3/14 2:47:58 PM

aoratos001s010.indd 1

11/3/14 2:18:19 PM

Ο Κρίστοφερ Κάρλσον είναι συγγραφέας και εγκληματολόγος. Ο Αόρατος Άνθρωπος από το Σάλεμ είναι το τρίτο του έργο και το πρώτο μιας σειράς μυθιστορημάτων που πρόκειται να εκδοθούν, με κεντρικό ήρωα τον αστυνομικό Λέο Γιούνκερ.

OAoratosAnthroposApoToSalemEx_Layout 1 05/11/2014 10:47 ΠΜ Page 1

Φωτογραφία: Anna-Lena Ahlström

Μια νέα γυναίκα βρίσκεται δολοφονημένη σε ένα κέντρο φιλοξενίας για απόκληρους και για ανθρώπους με παρεκκλίνουσα συμπεριφορά στη Στοκχόλμη. Στην ίδια πολυκατοικία, δύο ορόφους πιο πάνω, ξυπνά ο αστυνομικός Λέο Γιούνκερ από τα γαλάζια φώτα των φάρων των περιπολικών. Ξεκινά η έρευνα για την ανεύρεση του δολοφόνου, αλλά κάθε βήμα προς τα εμπρός οδηγεί πιο βαθιά στο λαβύρινθο που έχει δημιουργήσει ο άφαντος δράστης. Είκοσι χρόνια πριν, την εποχή που ο Λέο ήταν έφηβος, γνώρισε δύο πρόσωπα που έμειναν για πάντα στην καρδιά του. Ήταν ο Τζον, που έγινε πολύ καλός του φίλος, και η αδελφή του Τζον, η Τζούλια, που έγινε κάτι παραπάνω από φίλη του. Ο άνθρωπος όμως που θα αλλάξει τα πάντα είναι αυτός που καραδοκεί στο σκοτάδι.

Β1208 ISBN 978-960-14-2895-6

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΘΟΠΟΥΛΟΣ

Μετάφραση από τα σουηδικά

ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ A.A.

ΛΙΒΑΝΗ

http://www.livanis.gr

ΛΙΒΑΝΗ

ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ A.A.

ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ A.A.

ΛΙΒΑΝΗ

«Απομακρύνθηκα από την πόρτα του παλιού σου σπιτιού κι έφυγα. Κρύβομαι. Ταξιδεύω τώρα που σου γράφω. Κινούμαι. Δε μου άρεσε να ταξιδεύω όταν ήμουν παιδί, τώρα όμως το γουστάρω. Δεν μπορείς να αιχμαλωτίσεις έναν άνθρωπο που κινείται. Το έμαθα καλά αυτό. Ο άνθρωπος που κινείται δεν είναι ορατός – δεν είναι παρά μόνο μια σκιά, μια θολή παρουσία. Θα με έπαιρνες είδηση αν ταξιδεύαμε στο ίδιο βαγόνι; Θα με έβλεπες και θα καταλάβαινες πως είμαι εγώ; Δεν το πιστεύω. Δε θυμάσαι. Δε θυμάσαι τίποτα. Σου γράφω επειδή πρέπει να θυμηθείς, αλλά τα πράγματα δε μου βγαίνουν όπως τα σκέφτομαι. Είμαι διχασμένος. Είμαι έρμαιο. Οδηγώ το αυτοκίνητο και περνώ πάνω από τα πεσμένα φύλλα των δέντρων. Σε μια γωνία κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό βλέπω κάποιους περιθωριακούς τύπους και σκέφτομαι πως ήμασταν κι εμείς έτσι κάποτε. Είμαστε ακόμα;»

View more...

Comments

Copyright ©2017 KUPDF Inc.
SUPPORT KUPDF