ΜΟΛΙΕΡΟΣ - ΔΟΝ ΖΟΥΑΝ

December 28, 2016 | Author: efipalaiol | Category: N/A
Share Embed Donate


Short Description

Moliere - Don Zuan...

Description

Copyright: Ερρίκος Μπελιές & Εκδόσεις Ηριδανός

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΗΡΙΔΑΝΟΣ Ζωοδόχου Πηγής 79, 114 73 ΑΘΗΝΑ Τηλ./ Fax: 210 88.39.957, Τηλ.: 210 38.47.660

ISBN 978-960-335-096-5

ΜΟΛΙΕΡΟΣ

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ (ή η πανδαισία του αγάλματος) ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΕΡΡΙΚΟΣ ΜΠΕΛΙΕΣ

ΗΡΙΔΑΝΟΣ

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ TOΥ ΕΡΓΟΥ

Ντον Ζουάν: Γιος του Ντον Λουί Σγκαναρέλ: Προσωπικός υπηρέτης του Ντον Ζουάν

Ντόνα Ελβίρα: Σύζυγος του Ντον Ζουάν Γκουσμάν: Ακόλουθος της Ντόνα Ελβίρα Ντον Κάρλος: Αδελφός της Ντόνα Ελβίρα Ντον Αλόνσο: Ομοίως Ντον Λουί: Πατέρας του Ντον Ζουάν Φρανσίσκο: Ένας φτωχός Σαρλότ: Χωρική Ματουρίν: Ομοίως Πιερρό: Χωρικός Άγαλμα: Του Ιππότη Λαβιολέτ: Υπηρέτης του Ντον Ζουάν Ραγκοτέν: Ομοίως Κύριος Ντιμανς: Έμπορος Λαραμέ: Πληρωμένος δολοφόνος Φάντασμα Ακόλουθοι: Του Ντον Κάρλος και του Ντον Αλόνσο

Η Σ τ η

Σ Κ Η Ν Η Σ ι κ ε λ ί α

Π Ρ Ω Τ Η

Π Ρ Α Ξ Η

(Μπροστά σε ένα ανάκτορο)

ΣΚΗΝΗ 1

(Σγκαναρέλ, Γκουσμάν) ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

(Κρατώντας ένα κουτάκι/ταμπακέρα με θρυμματισμένα φύλλα καπνού) Ας λένε ό,τι θέλουν ο Αριστοτέλης κι όλοι οι φιλόσοφοι: το καλύτερο πράμα στον κόσμο είναι ο καπνός. Το πάθος κάθε τίμιου ανθρώπου. Όποιος μπορεί και ζει χωρίς καπνό δεν είναι άξιος να ζει. Ο καπνός όχι μόνο ευφραίνει και καθαρίζει το μυαλό του ανθρώπου, αλλά διδάσκει και τις ψυχές να είναι ενάρετες, άρα ο καπνός μας κάνει τίμιους. Δεν το 'χεις δει; Μόλις ρουφήξουμε μια πρέζα καπνό, αρχίζουμε τις ευγένειες και προσφέρουμε αριστερά και δεξιά, όπου και να βρισκόμαστε. Δεν προλαβαίνουν να μας ζητήσουν — προλαβαίνουμε την επιθυμία τους. Άρα, φτάνουμε στο ασφαλές συμπέρασμα πως όποιος ρουφάει από τη μύτη καπνό γίνεται τίμιος κι ενάρετος. Όμως, αρκετά ασχοληθήκαμε μ' αυτό το θέμα. Ας έρθουμε σ' αυτό που συζητούσαμε πριν. Είπες, αγαπητέ μου Γκουσμάν, πως η κυρία σου, η Ντόνα Ελβίρα, ξαφνιάστηκε που φύγαμε τόσο απότομα κι έρχεται από πίσω μας. Κι ακόμα είπες ότι η καρδιά της, που τόσο την τάραξε ο κύριος μου, δεν άντεχε να ζει μακριά του κι έρχεται να τον βρει εδώ. Μεταξύ μας, θέλεις να σου πω τι πιστεύω εγώ; Φοβάμαι πως θα πληρώσει πολύ ακριβά αυτό τον έρωτα της, πως το ταξίδι της εδώ δεν θα 'χει αποτέλεσμα και πως καλύτερα να μένατε εκεί που ήσασταν παρά να 'ρθείτε εδώ που ήρθατε. ΓΚΟΤΣΜΑΝ

Μα, γιατί τα λες αυτά, Σγκαναρέλ; Τι φοβάσαι και βλέπεις έτσι μαύρα τα πράγματα; Σου άνοιξε την καρδιά του ο αφέντης σου; Έχει κάτι με την κυρία μου κι έφυγε τόσο ξαφνικά; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Τίποτα απολύτως. Αλλά, επειδή ζω καιρό μαζί του, ξέρω πού καταλήγουνε συνήθως τα πράματα. Εκείνος δεν μου έχει πει ούτε λέξη ακόμα, αλλά εγώ πιστεύω πως κάτι τρέχει. Μπορεί να κάνω λάθος, όμως η πείρα μου αυτό μου λέει.

ΓΚΟΤΣΜΑΝ

Τι εννοείς; Που φύγατε έτσι ξαφνικά, λες να σημαίνει κάποια απιστία του Ντον Ζουάν; Τον έχεις ικανό να προσβάλει έτσι τον αγνό έρωτα της Ντόνα Ελβίρα; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Όχι, γιατί είναι πολύ άγουρος ακόμα και του λείπει το θάρρος. ΓΚΟΤΣΜΑΝ

Ένας άνθρωπος της τάξης του θα έκανε ποτέ τέτοια ατιμία; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Ναι, σιγά μην τον εμποδίσει η τάξη του! ΓΚΟΤΣΜΑΝ

Μα, θα πρέπει να σεβαστεί τους ιερούς δεσμούς του γάμου. ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Ποιος, μωρέ Γκουσμάν; Ο Ντον Ζουάν; Αχ, εσύ δεν μπορείς ακόμα να ξέρεις τι άνθρωπος είναι! ΓΚΟΤΣΜΑΝ

Φυσικά και δεν μπορώ να ξέρω αν μας έκανε τέτοια παλιοδουλειά. Και τότε, γιατί τα έκανε όλα εκείνα; Γιατί τόσος έρωτας, τόση λαχτάρα, τόσες επίμονες εκδηλώσεις λατρείας, τόσοι αναστεναγμοί, τόσα δάκρυα, τόσα φλογερά γράμματα, τόσοι όρκοι; Και γιατί να παραβιάσει το ιερό άσυλο του μοναστηριού για να κλέψει τη Ντόνα Ελβίρα και να την παντρευτεί; Μετά από όλα εκείνα, πώς βρήκε καρδιά ν' αθετήσει το λόγο του; Απορώ. ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Εγώ που τον ξέρω, δεν απορώ καθόλου. Αν ήξερες ποιος είναι πραγματικά, τι μέρος του λόγου είναι, όλα όσα κάνει θα σου φαίνονταν φυσιολογικά γι' αυτόν. Πάντως, δεν μπορώ να σου πω με σιγουριά ότι άλλαξαν τα αισθήματα του για τη Ντόνα Ελβίρα, γιατί αυτό δεν το ξέρω. Εμένα μου είπε να φύγω πριν απ' αυτόν και, από την ώρα που έχω φτάσει εδώ, δεν καταδέχτηκε να μου μιλήσει. Όμως, πρόσεχε τον! Ο Ντον Ζουάν, ο αφέντης μου, είναι ο μεγαλύτερος αλήτης σ' όλη την οικουμένη, σκύλος λυσσασμένος, σατανάς, Τούρκος, θεομπαίχτης! Αυτός δεν πιστεύει ούτε σε Θεό ούτε σε δαίμονα, ούτε καν σε φαντάσματα! Κτήνος, γουρούνι, Σαρδανάπαλος: κλείνει τ' αφτιά του σ' όλες τις συμβουλές και κοροϊδεύει όσα πιστεύουμε εμείς οι άλλοι! Μου λες, παντρεύτηκε την κυρά σου. Αυτός, για να χορτάσει το πάθος του, θα πανδρευότανε μαζί κι εσένα και το σκύλο της και τη γάτα της. Ο

γάμος είναι γι' αυτόν μια πολύ απλή κι έξυπνη παγίδα για να πιάνει τις όμορφες. Κυρίες και δεσποινίδες, αστές και χωριατοπούλες, τις έχει πάρει σβάρνα όλες! Κι αν άρχιζα να σου λέω πως έχει παντρευτεί εδώ κι εκεί και παραπέρα, θα νύχτωνε ακόμα και θα 'λεγα ονόματα. Καλά, ντε, γιατί χλόμιασες τόσο; Το σκίτσο του σου έκανα, θέλω πολλή δουλειά ακόμα για να τελειώσω το πορτρέτο του! Πάντως, μεταξύ μας, κάποια μέρα θα πέσει φωτιά και θα τον κάψει. Κι εγώ, καλύτερα να υπηρετούσα το Σατανά αυτοπροσώπως, παρά αυτόν. Βλέπω τόσες βρομιές του, που συχνά εύχομαι να πρησκότανε κι εγώ δεν ξέρω πού, πάντως μακριά μου. Άρχοντας κακός στην ψυχή ποτέ να μη σου τύχει! Κι όμως, εγώ πρέπει να του είμαι πιστός, παρά τη σιχαμάρα που νιώθω. Ο φόβος μ' αναγκάζει να κρύβω όσα έχω μέσα μου και να δείχνω πως μ' αρέσουν όλες οι αηδίες του... Ωχ, να τος! Βγήκε να κάνει τη βόλτα του μπροστά σε τούτο το παλάτι. Εμείς πρέπει να χωρίσουμε τώρα. Άκου, σου άνοιξα την καρδιά μου με κάθε ειλικρίνεια και δεν κράτησα τη γλώσσα μου σε τίποτα. Όμως, αν κάτι φτάσει στ' αφτιά του, θα τ' αρνηθώ όλα και θα σε βγάλω ψεύτη.

ΣΚΗΝΗ 2 (Ντον Ζουάν, Σγκαναρέλ) ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Με ποιον μίλαγες; Μου φάνηκε σαν τον Γκουσμάν, τον ακόλουθο της Ντόνα Ελβίρα. ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Καλά έκανε και σας φάνηκε. ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Τι, αυτός ήτανε; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ Αυτόματος. ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Και πότε έφτασε εδώ; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ Χτες βράδυ. ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Τι γυρεύει εδώ; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Ξέρετε πολύ καλά τι γυρεύει. ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Επειδή φύγαμε χτες; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Ακριβώς. Απορούσε και με ρώταγε το γιατί. ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Κι εσύ τι του απάντησες; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Ότι εγώ δεν ξέρω τίποτα, γιατί εσείς δεν μου είπατε τίποτα. ΝΤΟΝ ΖΟΤΑΝ

Μπράβο. Για πες μου, εσύ τι φαντάζεσαι; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Εγώ; Χωρίς να σας αδικώ, νομίζω πως κάποια καινούργια ερωτοδουλειά έχετε στο μυαλό σας. ΝΤΟΝ ΖΟΤΑΝ Έτσι

λες;

ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ Έτσι

λέω. ΝΤΟΝ ΖΟΤΑΝ

Ε, λοιπόν, δεν έπεσες έξω. Μάθε πως κάποιο άλλο πλάσμα έδιωξε απ' το μυαλό μου την Ελβίρα. ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Ήμουνα σίγουρος. Τον Ντον Ζουάν τον ξέρω σαν να τον έχω γεννήσει. Ξέρω πόσο σας αρέσουν οι γυναίκες και πόσο αρέσει στην καρδιά σας να πετάγεται από τον έναν έρωτα στον άλλο χωρίς να στεριώνει πουθενά. ΝΤΟΝ ΖΟΤΑΝ

Καλά δεν κάνω; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ Ε... ΝΤΟΝ ΖΟΤΑΝ

Τι; Μίλα καθαρά. ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Καλά κάνετε, αν σας αρέσει. Καμία αντίρρηση. Αλλά, αν δεν σας αρέσει, αλλάζει το πράμα. ΝΤΟΝ ΖΟΤΑΝ

Μίλα ελεύθερα και πες μου τι σκέφτεσαι. ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Ελεύθερα; Ε, λοιπόν, αφεντικό, είναι λιγάκι γαϊδουρινό, ελάχιστα, να τρέχετε από έρωτα σε έρωτα. ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Τι, δηλαδή; Να δεθώ με το πρώτο θηλυκό που με ξελόγιασε και να μην ξανακοιτάξω γύρω μου ποτέ; Να φορτωθώ μια κάλπικη τιμή εν ονόματι της πίστης; Τι ωραίο πράγμα, έντιμος, πιστός και θαμμένος μέσα στον ίδιο έρωτα, νεκρός προτού γεράσω, τυφλός μπροστά στις τόσες ομορφιές που είναι γύρω μου! Ε, όχι δα! Πιστοί είναι μόνο οι γελοίοι και οι ηλίθιοι! Όλες οι καλλονές πλάστηκαν για να μας γοητεύουνε και μια γυναίκα που μας συγκλόνισε, για λίγο βέβαια, δεν

έχει το δικαίωμα ν' αποκλείει τις άλλες από την καρδιά μας. Εμένα η ομορφιά με ξετρελαίνει και, όπου την πετυχαίνω, δεν φέρνω καμία αντίσταση και παραδίνομαι στη γλυκιά και βίαιη γοητεία της. Όταν είμαι ερωτευμένος με κάποια, αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει ν' αδικήσω τις άλλες. Έχω μάτια, βλέπω, κρίνω την αξία καθεμιάς και της προσφέρω αυτό που η φύση μού υπαγορεύει. Δηλαδή, θα δω ένα πλάσμα αξιαγάπητο και θα τ' αρνηθώ; Χίλιες καρδιές αν είχα, εύκολα θα τις χάριζα στο πρώτο νόστιμο προσωπάκι. Στο κάτω-κάτω, η καλύτερη στιγμή του έρωτα είναι όταν αυτός γεννιέται κι η μεγαλύτερη απόλαυση είναι όταν αυτόν τον έρωτα με άλλον τον αλλάζεις. Είναι υπέροχο να πολιορκείς μια γυναίκα με γλυκόλογα, να τη βλέπεις μέρα τη μέρα να ενδίδει, να πολεμάς τη φυσική της συστολή με αναστεναγμούς, όρκους και δάκρυα και, τέλος, να νικάς τους δισταγμούς της και να τη φέρνεις γλυκά-γλυκά εκεί που θέλεις. Όμως, όταν την κατακτήσεις, δεν έχεις τίποτα πια να πεις, τίποτα να ποθήσεις, γιατί το πάθος έχει ξεθυμάνει και η καρδιά πέφτει σε χειμερία νάρκη, ωσότου κάποια καινούργια καλλονή σου ξυπνήσει τον πόθο της επόμενης κατάκτησης. Τελικά, η μεγαλύτερη απόλαυση είναι να νικάς την αντίσταση μιας γυναίκας. Σ' αυτό εγώ μοιάζω με τους φιλόδοξους στρατάρχες που πετάνε από νίκη σε νίκη, κι ο πόθος τους για νέες κατακτήσεις δεν ξεδιψάει ποτέ. Έτσι κι εγώ: δεν θέλω τίποτα να χορτάσει τον πόθο μου. Νιώθω πως έχω καρδιά που χωράει ν' αγαπήσει όλη την οικουμένη. Σαν Μέγας Αλέξανδρος, θέλω να υπάρχουνε συνέχεια καινούργιοι τόποι για να κατακτώ. ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Τι ωραία που τα λέτε! Σαν να τα 'χετε μάθει απέξω ή σαν να τα διαβάζετε από βιβλίο! ΝΤΟΝ ΖΟΤΑΝ

Άκουσες όσα είπα. Ποια είναι η γνώμη σου; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Μα την πίστη μου, η γνώμη μου είναι ότι δεν έχω γνώμη. Τα λέτε όλα σαν να 'χετε δίκιο, αλλά το σίγουρο είναι ότι δεν έχετε δίκιο. Εγώ είχα στο μυαλό μου να σας πω τα καλύτερα πράματα του κόσμου, κι εσείς

με τα λόγια σας μου τα μπερδέψατε όλα. Γι αυτό, τέρμα σήμερα η συζήτηση. Την άλλη φορά θα κάτσω να γράψω αυτά που σκέφτομαι και μετά θα έρθω να μιλήσουμε — εσείς θα λέτε κι εγώ θ' απαντάω απ' το χαρτί μου. ΝΤΟΝ ΖΟΤΑΝ Ωραία

ιδέα. ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Πάντως, αφεντικό, με την άδεια σας, βλέπω τη ζωή που κάνετε και ντρέπομαι. ΝΤΟΝ ΖΟΪΑΝ

Γιατί; Τι ζωή κάνω; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Για ζωή, μια χαρά! Παντρεύεστε κάθε μήνα. ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Ναι, το καλύτερο! ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Ναι, κύριε, και το καλύτερο και τ' ωραιότερο, και μακάρι να το έκανα κι εγώ. Τώρα, να παίρνετε ένα μυστήριο εκκλησιαστικό και να το επαναλαμβάνετε κάθε μήνα... ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Και τι σε νοιάζει εσένα; Αυτά θα τα βρούμε ο Θεός κι εγώ — εσύ τι ανακατεύεσαι; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Μα, είναι αμαρτία να κοροϊδεύετε ολόκληρο Ύψιστο! Όποιος κοροϊδεύει τους πολύ ανώτερους του δεν έχει καλό τέλος. ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Ανόητε, πάλι κουταμάρες λες. Και ξέρεις πόσο βαριέμαι την κατήχηση. ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Μα, δεν μιλούσα για σας, Θεός φυλάξοι! Εσείς ξέρετε πάντα τι κάνετε. Και που δεν πιστεύετε σε τίποτα, έχετε τους λόγους σας. Γι' άλλους μιλούσα: κάτι αλήτες, κάτι παλιόμουτρα, που είναι ακόλαστοι και άθρησκοι —δήθεν προοδευτικά μυαλά!— γιατί έτσι τους ήρθε. Αν είχα

εγώ έναν απ' αυτούς για αφεντικό, θα του έλεγα κατάμουτρα, «Συγγνώμη, κύριε, πώς κοροϊδεύετε ολόκληρο Παντελεήμονα και Παντεπόπτη; Εσείς, σε σύγκριση μ' αυτό τον Παντοτινό είσαστε και σκουλήκι κι ερπετό...» Πάντα υποθετικά μιλάω, για το άλλο αφεντικό! Θα του έλεγα, «Εσείς δεν μπορείτε να τα βάλετε με τον Πανταχού Παρόντα, που όλος ο κόσμος προσκυνάει. Νομίζετε ότι, επειδή σας θεωρούν αριστοκράτη και φοράτε ξανθιά περούκα κι έχετε στο καπέλο σας φτερά κι έχετε ρούχα κεντημένα και κορδέλες κόκκινες...» Στον άλλο τα λέω πάντα! «Νομίζετε ότι εσείς είσαστε ο έξυπνος κι οι άλλοι οι ηλίθιοι που δεν καταλαβαίνουν την αλήθεια; Μάθετε από μένα, τον υπηρέτη σας, ότι, αργά ή γρήγορα, ο παντογνώστης ρίχνει φωτιά σ' όποιον δεν τον σέβεται ως Παντοκράτορα και τον τιμωρεί με θάνατο κακό, γιατί Παντοδύναμος είναι, ό,τι θέλει κάνει, και...» ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ Σκάσε

πια! ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Τι λέγαμε; Κάτι λέγαμε. ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Έλεγα! Ότι έχω στην καρδιά μου μια όμορφη, που για χατίρι της ήρθα σ' αυτήν εδώ την πόλη. ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Μα, σ' αυτήν εδώ την πόλη σκοτώσατε πριν έξι μήνες εκείνο τον Ιππότη. Δεν φοβάστε; ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Τι να φοβάμαι; Αφού τον σκότωσα! ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Εντελώς. Τόσο εντελώς, που δεν μπορεί να παραπονεθεί! ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Άλλωστε, γι' αυτό το συγκεκριμένο ατυχές περιστατικό, πήρα χάρη· ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Πήρατε χάρη από το κράτος. Αλλά μπορεί οι συγγενείς κι οι φίλοι του να σας την έχουνε στημένη...

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Πάντα στο κακό το μυαλό σου εσένα. Εγώ θέλω να σκέφτομαι μόνο τις απολαύσεις που μας περιμένουν. Αυτή η μικρούλα που σου λέω είναι αρραβωνιασμένη και την έχει φέρει εδώ ο μέλλων σύζυγος της. Κατά τύχη συνάντησα αυτό το ερωτευμένο ζευγαράκι τρεις-τέσσερις ημέρες πριν απ' το ταξίδι τους. Δεν έχω δει πλάσματα τόσο ευτυχισμένα κι αγαπημένα. Η τρυφερότητα που δείχναν μεταξύ τους κι η φανερή φλόγα του πάθους τους με τάραξε τόσο που, από ζήλια, άρχισα να ερωτεύομαι τη νεαρή θεά. Δεν άντεχα να τους βλέπω τόσο καλά μαζί, το πείσμα άρχισε να γεννάει μέσα μου πόθο κι άρχισα να φαντάζομαι πόσο μεγάλη ηδονή θα ήταν να ταράξω την αρμονία τους και να διαλύσω το δεσμό τους, που τόσο πλήγωνε τη λεπτεπίλεπτη καρδιά μου. Όμως, δυστυχώς, δεν έχω καταφέρει τίποτα ως τώρα, γι' αυτό σκέφτομαι άλλη τακτική. Το απόγευμα οι δύο ερωτευμένοι θα πάνε βαρκάδα. Θα τους ακολουθήσω με μια άλλη βάρκα, που θα είναι γεμάτη ανθρώπους δικούς μου, κι εύκολα θ' αρπάξω την ωραία. ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ Μα,

κύριε...

1 4

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Τι; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Μα, πάλι σκεφτήκατε σωστά! Πάνω απ' όλα η απόλαυση σας! ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Έτσι! Φυσικά, θα έρθεις κι εσύ μαζί μου και θα φέρεις τα όπλα μου, μην τύχει και... (Βλέπει τη Ντόνα Ελβίρα) Ορίστε! Το κακό συναπάντημα! Προδότη, γιατί δεν μου είπες πως ήρθε κι αυτή εδώ; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Δεν με ρωτήσατε, αφεντικό. ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Μα, καλά, είναι τελείως τρελή; Ήρθε εδώ με τα ρούχα του ταξιδιού;

ΣΚΗΝΗ 3 (Ντόνα Ελβίρα, Ντον Ζουάν, Σγκαναρέλ) ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ

Ντον Ζουάν, ελπίζω να μου κάνεις την τιμή να με αναγνωρίσεις. Κι ελπίζω να καταδεχτείς να με κοιτάξεις. ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Κυρία, με ξαφνιάζεις! Δεν σε περίμενα εδώ. ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ

Ναι, το βλέπω ότι δεν με περίμενες. Σε ξαφνιάζω, ναι, αλλά όχι ευχάριστα, όπως προσδοκούσα. Ο τρόπος σου με πείθει γι' αυτό που αρνιόμουν να πιστέψω. Απορώ με την αφέλεια μου και την ανικανότητα της καρδιάς μου να πιστέψει μια προδοσία που τόσες ενδείξεις τη μαρτυρούσαν. Υπήρξα αρκετά αθώα, τ' ομολογώ, και τόσο ανόητη που ξεγελούσα τον εαυτό μου ρίχνοντας στάχτη στα ίδια μου τα μάτια και διαψεύδοντας την κρίση μου. Έψαξα να βρω αφορμές για να δικαιολογήσω την ψυχρή σας στάση και σκαρφίστηκα χίλιες δυο βάσιμες αιτίες για την αναπάντεχη αναχώρηση σας. Ναι, ήθελα να σου βρω ελαφρυντικά, ναι, ήθελα να σε αθωώσω! Καθημερινά μου μιλούσαν οι δίκαιες υποψίες μου κι εγώ σιχαινόμουν τις φωνές που σ' έδειχναν στα μάτια μου εγκληματία, ενώ, αντίθετα, άκουγα μ' ευχαρίστηση τις χιλιάδες γελοίες χίμαιρες που σε περιγράφανε σαν αναμάρτητο. Όμως, η τωρινή υποδοχή σου δεν μου επιτρέπει ν' αμφιβάλλω και το βλέμμα σου όταν με είδες μου έμαθε πολλά περισσότερα απ' όσα ήθελα να μάθω. Αλλά, βεβαίως, ήθελα ν' ακούσω από σένα τον ίδιο τους λόγους που σ' έκαναν να φύγεις. Μίλησε, Ντον Ζουάν, να δούμε πώς θα καταφέρεις να δικαιολογηθείς. ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Κυρία, ο Σγκαναρέλ ξέρει γιατί έφυγα. ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ (Χαμηλόφωνα, στον Ντον Ζουάν) Τι ξέρω εγώ; ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ

Ωραία. Μίλα, Σγκαναρέλ. Δεν έχει σημασία από ποιο στόμα θ' ακούσω τη δικαιολογία.

ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ (Γνέφει στον Σγκαναρέλ να πλησιάσει) Έλα, εξήγησε στην κυρία. ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ (Χαμηλόφωνα, στον Ντον Ζουάν) Τι να της εξηγήσω; ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ

Λοιπόν, ακούω: γιατί φύγατε έτσι ξαφνικά; ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ Πες

της. ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ (Χαμηλόφωνα, στον Ντον Ζουάν) Όχι, δεν της λέω, γιατί δεν έχω τίποτα

να της πω. Και πάψτε να με κοροϊδεύετε! ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Απάντησε της, είπα! ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Κυρία... ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ

Μάλιστα; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ (Στρέφει στον Ντον Ζουάν) Κύριε... ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Αν... ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Κυρία, που φύγαμε φταίει ο Μέγας Αλέξανδρος και οι φιλόδοξοι στρατάρχες. Αφεντικό, της απάντησα! ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ

Ντον Ζουάν, έχεις την καλοσύνη να μου εξηγήσεις αυτό το γρίφο; ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Κυρία, για να είμαι ειλικρινής... ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ

Εσύ, ένας αυλικός, που θα έπρεπε να τα έχεις έτοιμα τα ψέματα! Η αμηχανία σου μου προκαλεί θλίψη. Γιατί δεν επιστρατεύεις το θράσος

που διαθέτουν όλοι οι αριστοκράτες; Γιατί δεν μου ορκίζεσαι πως τα αισθήματα σου παραμένουν αναλλοίωτα, πως μ' αγαπάς ακόμα με πάθος ασυγκράτητο και πως μόνον ο θάνατος μπορεί να μας χωρίσει; Γιατί δεν μου λες πως κάποιες υποθέσεις σου πολύ σημαντικές σε αναγκάσανε να φύγεις χωρίς να μου το πεις, πως, παρ' όλο που σου είναι δυσάρεστο, πρέπει να μείνεις εδώ μερικές μέρες και πως εγώ πρέπει να γυρίσω σίγουρη ότι θα έρθεις κι εσύ το συντομότερο; Γιατί δεν μου ορκίζεσαι πως φλέγεσαι από τον πόθο να ξαναβρεθούμε και πως μακριά μου βασανίζεσαι όπως κορμί που το χωρίσανε απ' την ψυχή του; Αυτά έπρεπε να μου πεις, κι όχι να με κοιτάς έτσι, σαν χαμένος. ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Κυρία, σου ομολογώ ότι δεν έχω κανένα ταλέντο στην υποκριτική και ότι η καρδιά μου λέει πάντα την αλήθεια. Δεν μπορώ να ισχυριστώ πως τα αισθήματα μου για σένα είναι αναλλοίωτα και πως φλέγομαι από τον πόθο να ξαναβρεθούμε, αφού είναι ξεκάθαρο πως έφυγα για να σε αποφύγω. Αλλά, όχι για τους λόγους που νομίζεις. Η μόνη αιτία είναι η συνείδηση μου: αυτή δεν μου επέτρεψε ν' αμαρτάνω άλλο μαζί σου. Με βασάνιζαν τύψεις, άνοιξαν τα μάτια της ψυχής μου και είδα τι είχα κάνει. Για να σε παντρευτώ, κυρία, σ' έκλεψα απ' το μοναστήρι και σ' έκανα να παραβείς τους όρκους πως θα μείνεις πιστή αλλού. Ξέρεις, ο Ουρανός είναι ζηλόφθονος σε κάτι τέτοια. Με κυρίεψε έντονη μετάνοια και μεταμέλεια, γιατί φοβήθηκα την οργή τ' Ουρανού, όταν σκέφτηκα πως στην ουσία ο γάμος μας ήταν συγκαλυμμένη μοιχεία και πως, αργά ή γρήγορα, η δυσμένεια του Θεού θα μιας τιμωρούσε. Έτσι αποφάσισα να σε ξεχάσω και να σου δώσω την ευκαιρία να γυρίσεις στα προηγούμενα ιερά δεσμά σου. Κυρία, μπορείς να εναντιωθείς σε μια σκέψη τόσο ευλαβική και να μ' εκθέσεις ανεπανόρθωτα στην οργή του Κυρίου; ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ

Κάθαρμα! Τώρα καταλαβαίνω ποιος στ' αλήθεια είσαι και, δυστυχώς, βλέπω ότι είναι και πολύ αργά να κάνω κάτι. Η τωρινή μου γνώση μόνο σ' απελπισία μπορεί να με ρίξει. Όμως, ξέρε το: αυτό το έγκλημα

σου θα το πληρώσεις πολύ ακριβά! 0 Ουρανός, που τον εμπαίζεις, θα σε τιμωρήσει για την αδικία που μου έκανες. ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Ακούς, Σγκαναρέλ, τι θα μου κάνει ο Ουρανός; ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ

Εσείς, αφεντικό, ό,τι είναι μακριά από σας δεν το φοβάστε. ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ

Κυρία... ΝΤΟΝΑ ΕΛΒΙΡΑ

Πάψε! Δεν θέλω ν' ακούσω άλλα — και, μάλιστα, κατηγορώ τον εαυτό μου ότι άκουσα πάρα πολλά. Είναι ολιγωρία ν' αφήνεις τον άλλο να σου εξηγεί τη ντροπή σου. Σε τέτοια θέματα, η ευγενική καρδιά πρέπει από την πρώτη λέξη να παίρνει την απόφαση της. Μην περιμένεις να ξεσπάσω εδώ σε κατηγορίες και βρισιές — θα ήταν μάταιο. Όχι, η οργή μου δεν θα ξεθυμάνει με λόγια περιττά, γιατί θέλει να κρατήσει όλη την αψάδα της εκδίκησης. Σου ξαναλέω, από τον Ουρανό θα τιμωρηθείς, δόλιε, για την προσβολή που μου κάνεις! Και, αν δεν φοβάσαι τον ουρανό, μάθε να τρέμεις την οργή γυναίκας προδομένης! (Βγαίνει) ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ (Μόνος) Ας τον πιάνανε, τουλάχιστον, οι τύψεις! ΝΤΟΝ ΖΟΥΑΝ (Σκέφτεται για λίγο) Άντε, πάμε να οργανώσουμε τη νέα ερωτική μας

επιχείρηση. ΣΓΚΑΝΑΡΕΛ (Μόνος) Πω, πω! Σ' εμένα έπρεπε να τύχει τέτοιο αισχρό υποκείμενο γι'

αφέντης!

Δ Ε Υ Τ Ε Ρ Η

Π Ρ Α Ξ Η

(Ανοιχτός χώρος κοντά στη θάλασσα)

ΣΚΗΝΗ 1 (Σαρλότ, Πιερρό) ΣΑΡΛΟΤ

Ο Χριστός κι η Παναγία! Καλά που βρέθηκες εκεί εσύ, Πιερ-ρο! ΠΙΕΡΡΟ

Παρά λίγο να πνιγόντουσαν κι οι δυο τους, όλο το ζευγάρι! ΣΑΡΛΟΤ

Μα, τι έγινε; Έπιασε μπουρίνι και τους γύρισε τη βάρκα; ΠΙΕΡΡΟ

Ναι, Σαρλότ μου. Και Θα σου εξηγήσω πώς έγινε το περιστατικό και το συμβάν. Εγώ ήμουνα ο πρώτος που τους πήρα είδηση και τους αντιλήφθηκα. Να σου τα πω απ' την Αρχή για να δεις πως αρχίσαν όλα. Ήμασταν εδώ, στην παραλία, εγώ και ο χοντρός μου φίλος, ο Λουκάς. Και μιας που ήμασταν, είπαμε να παίξουμε κάτι. Και αρχίσαμε να πετάμε χώματα ο ένας στον άλλο για παιχνίδι. Γιατί του Λουκά του αρέσει να παίζει, κι εμένα μου αρέσει να παίζω, αλλά λίγο πιο αραιά. Και πάνω στο παιχνίδι, εγώ είδα κάτι να σαλεύει μέσα στο νερό και να 'ρχεται καταπάνω μας και προς το μέρος μας. Και τη μια στιγμή το είδα, αλλά την άλλη δεν το είδα. Και είπα στο Λουκά, «Εκεί μέσα στο νερό είδα ανθρώπους και μετά δεν τους είδα». Και ο Λουκάς μου είπε, «Μπα, δεν είδες τίποτα, αφού λες πως τους είδες και μετά λες πως δεν τους είδες». Κι εγώ του είπα, «Θα είναι άνθρωποι που προσπαθούνε να μην πνιγούνε, αλλά πνίγονται». Και ο Λουκάς μου είπε, «Μπα, δεν ξέρεις τι λες και δεν ξέρεις τι βλέπεις» Κι εγώ του είπα, «Είναι δύο άνθρωποι, ένα ζευγάρι, που παλεύουνε και αγωνίζονται να βγούνε στη στεριά». Κι ο Λουκάς μου είπε, «Βάζω στοίχημα δέκα φράγκα πως δεν είδες τίποτα». Κι εγώ του είπα, «Τα βάζω κι εγώ, γιατί ούτε στραβός ήμουνα, ούτε τυφλός, ούτε μεθυσμένος, ούτε πιωμένος. Εγώ ξέρω πάντα τι λέω, άμα το λέω. Και για να μην πολυλογώ και λέω φλυαρίες, μόλις είχαμε

βάλει κάτω τα λεφτά, είδαμε δύο ανθρώπους να μας κουνάνε τα χέρια και να μιας ζητάνε βοήθεια με χειρονομίες για να τους βγάλουμε από τη θάλασσα και από το νερό. Κι εγώ άρπαξα πρώτα τα λεφτά που είχαμε βάλει στοίχημα και μετά του είπα, «Πάμε Λουκά, να τους διασώσουμε!» Κι ο Λουκάς μου είπε, «Τρελός είμαι να διασώσω αυτούς που με κάνανε να χάσω τα λεφτά μου;» Κι εγώ του είπα, «Να τους διασώσουμε, γιατί αλλιώς θα πνιγούνε και θα πεθάνουνε». Και τον έφερα στο φιλότιμο, και αρπάξαμε μια βάρκα, και πήγαμε δίπλα τους, και τους διασώσαμε ζωντανούς. Και μετά τους πήγαμε στο σπίτι, να ζεσταθούνε στη φωτιά και στη θερμότητα. Κι εκείνοι ξεβρακωθήκανε και μείνανε όπως τους γέννησε η μάνα τους για να στεγνώσουνε τα ρούχα τους και να μην είναι βρεμένα. Και μετά από λίγο ήρθανε κι άλλοι δύο, που φαινόντουσαν παρέα τους και συντροφιά τους, αλλά εκείνοι είχανε σωθεί μόνοι τους και οικειοθελώς. Και μετά ήρθε η Ματουρίν, που εκείνοι αρχίσαν να της κάνουν γλύκες. Και τώρα σου εξήγησα αυτό που έπρεπε να σε διαφωτίσω, Σαρλότ. ΣΑΡΛΟΤ

Και μου είπες ότι ένας απ' αυτούς είναι πολύ ωραίος άντρας. ΠΙΕΡΡΟ

Ναι,
View more...

Comments

Copyright ©2017 KUPDF Inc.
SUPPORT KUPDF