Graham Masterton - To Manitou
December 24, 2017 | Author: Christos Papadopoulos | Category: N/A
Short Description
Graham Masterton - To Manitou...
Description
Graham Masterton
Το Μανιτού (1975) Μετάφραση: Πόπη Κοντού, 1980
Πρελούδιο Το φωτάκι του τηλεφώνου αναβόσβησε. Χωρίς να σηκώσει τα μάτια του ο Δόκτωρ Χιούζ, δίπλωσε το χέρι του πάνω από ένα σωρό χαρτιά ψάχνοντας για το ακουστικό. Το χέρι του ψαχούλευε διάφορα πράγματα, μπουκάλια με μελάνι, παλιές εφημερίδες και τσαλακωμένα πακέτα από σάντουιτς. Βρήκε τέλος το τηλέφωνο και το σήκωσε. Ο Δρ. Χιούζ το έβαλε στο αυτί του. Φαινότανε ανήσυχος και τα μάτια του πηγαινοερχόντουσαν γρήγορα, σαν το σκίουρο που προσπαθεί να φυλάξει όσο πιο πολλά καρύδια μπορεί. - Εσύ είσαι Χιούζ; Εδώ Μακ Εβόυ. - Α! Συγγνώμη Δρ. Μακ Εβόυ, είμαι πολύ απασχολημένος. - Δεν ήθελα να σε διακόψω από τη δουλειά σου Δρ. Χιούζ, αλλά έχω μια άρρωστη εδώ κάτω που η περίπτωση της θα σ' ενδιέφερε. Ο Δρ. Χιούζ πήρε βαθιά ανάσα και έβγαλε τα γυαλιά του. - Τι είδους περίπτωση; ρώτησε. Άκουσε Δρ. Μακ Εβόυ, είναι πολύ ευγενικό εκ μέρους σου που σκέφτηκες να μου τηλεφωνήσεις αλλά έχω τόση γραφική δουλειά να τελειώσω, που πραγματικά δεν μπορώ... Ο Μακ Εβόυ δεν το 'βαλε κάτω. Όχι, ειλικρινά, πιστεύω πως θα σ' ενδιέφερε πολύ Δρ. Χιούζ. Σ' ενδιαφέρουν οι όγκοι δεν είναι έτσι; Ε, λοιπόν έχουμε έναν όγκο εδώ που τύφλα να 'χουν όλοι οι όγκοι μαζί. - Τι το τόσο τρομερό έχει αυτός ο όγκος; - Έχει βγει στο πίσω μέρος του λαιμού. Η ασθενής είναι Καυκάσια, είκοσι τριών χρόνων. Δεν έχει ποτέ ξαναβγάλει όγκο κακοήθη ή καλοήθη. - Και; - Αυτός ο όγκος κινείται, είπε ο Δρ. Μακ Εβόυ. Ο όγκος κινείται πραγματικά σαν να υπάρχει κάτι κάτω από το δέρμα, που είναι ζωντανό. Ο Δρ. Χιούζ ζωγράφιζε λουλούδια με το στυλό του. Σούφρωσε τα φρύδια του για ένα λεπτό και μετά είπε:
- Βγάλατε ακτινογραφίες; - Θα έχουμε τ' αποτελέσματα σε είκοσι λεπτά. - Τον ψηλαφίσατε; - Είναι όπως κάθε άλλος όγκος. Μόνο που αυτός στρίβει, κουνιέται. - Προσπαθήσατε να το ανοίξετε; Μπορεί να είναι μια φλεγμονή. - Θα περιμένω πρώτα να δω τις ακτινογραφίες. Ο Δρ. Χιούζ πιπίλισε σκεπτικά την άκρη του στύλου του. Το μυαλό του ξεφύλλιζε όλες τις σελίδες από όλα τα ιατρικά βιβλία που είχε ρουφήξει ως τότε, ψάχνοντας να βρει μια παρόμοια περίπτωση ή κάποιο προηγούμενο ή έστω κάτι που αμυδρά να συνδέεται με την ιδέα ενός κινούμενου όγκου. Ίσως να ήταν κουρασμένος, αλλά κατά κανένα τρόπο δεν μπορούσε να οδηγηθεί κάπου από αυτή την ιδέα. - Δρ. Χιούζ; - Ναι, εδώ είμαι ακόμα. Ακουστέ, τι ώρα έχετε; - Τρεις και δέκα. - Εντάξει, Δρ. Μακ Εβόυ. Έρχομαι κάτω. Έβαλε στη θέση του το τηλέφωνο και ακούμπησε πίσω στην καρέκλα του, τρίβοντας τα μάτια. Ήταν η γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου. Έξω στους δρόμους της Νέας Υόρκης η θερμοκρασία είχε πέσει στους δεκατέσσερις βαθμούς κάτω από το μηδέν και υπήρχαν έξι ίντσες χιόνι στο έδαφος. Ο ουρανός ήταν συννεφιασμένος και η κυκλοφορία γινόταν με αλυσίδες στους τροχούς. Από το όγδοο πάτωμα του Νοσοκομείου «Οι Αδελφές της Ιερουσαλήμ» η πόλη είχε μαγευτική θέα, ολοφώτιστη, έτσι που ποτέ του δεν την είχε ξαναδεί. Είναι σαν να βρίσκεσαι στη Σελήνη, σκέφτηκε ο Δρ. Χιούζ. Ή στο τέλος του κόσμου. Ή στον αιώνα των Παγετώνων. Υπήρχε πρόβλημα με την κεντρική θέρμανση και γι' αυτό φορούσε το παλτό του μέσα στο γραφείο. Κάθισε εκεί κάτω από το μαλακό φως της λάμπας του γραφείου του, εξουθενωμένος, με μια σουβλερή μύτη σαν σκαρπέλο, τριάντα τριών χρόνων, με σκούρα καστανά μαλλιά που κατέβαιναν στο σβέρκο. Έμοιαζε περισσότερο μ' αυτούς τους νεαρούς με τα μηχανάκια παρά σαν ειδικός στους κακοήθεις όγκους.
Η πόρτα του γραφείου άνοιξε διάπλατα και μια παχουλή με άσπρα μαλλιά κυρία, με σηκωμένα στο κεφάλι τα κόκκινα γυαλιά της μπήκε μέσα κρατώντας ένα δέμα χαρτιά και ένα φλιτζάνι καφέ. - Λίγη ακόμα γραφική εργασία Δρ. Χιούζ. Σκέφτηκα επίσης πως ίσως να θέλατε κάτι να σας ζεστάνει. - Σ' ευχαριστώ Μαίρη. Άνοιξε τον καινούργιο φάκελο, που του έφερε και πήρε μια πιο βαθιά αναπνοή. - Χριστέ μου, τα είδες όλα τούτα; Εγώ υποτίθεται πως είμαι γιατρός και όχι υπάλληλος αρχείου. Άκουσε, πάρ' το αυτό πίσω και δοσ’ το στον Δρ. Ριτζγουαίη. Αυτουνού του αρέσουν τα χαρτιά. Του αρέσουν πιο πολύ από τις σάρκες και το αίμα. Η Μαίρη σήκωσε τους ώμους. - Ο Δρ. Ριτζγουαίη τα έστειλε σε σας. Ο Δρ. Χιούζ σηκώθηκε. Με το παλτό του έμοιαζε σαν τον Τσάρλυ Τσάπλιν στο έργο «Ο Χρυσοθήρας». Κούνησε το φάκελο με τα χαρτιά με μια έκφραση απελπισίας και τα χτύπησε πάνω στη μοναδική κάρτα που του είχαν στείλει για την ήμερα της Αγίου Βαλεντίνου και που ήξερε πως του την είχε στείλει η μητέρα του. - Καλά άφησε τα, θα τα κοιτάξω αργότερα. Πάω κάτω να δω το Δρ. Μάκ Εβόυ. Έχει μια άρρωστη που θέλει να της ρίξω μια ματιά. - Θ' αργήσετε Δρ. Χιούζ; ρώτησε η Μαίρη. Έχετε ένα συμβούλιο στις τέσσερις και μισή. Ο Δρ. Χιούζ την κοίταξε αφηρημένα σα να μην τη γνώριζε. - Ν' αργήσω; Όχι. Δεν πιστεύω. Δε θα μου πάρει πολύ. Βγήκε από το γραφείο του στο διάδρομο, που ήταν φωτισμένος με νέον. «Οι Αδελφές της Ιερουσαλήμ» ήταν ένα ακριβό ιδιωτικό νοσοκομείο και ποτέ δεν μύριζε, όπως συνήθως όλα τα άλλα, χλωροφόρμιο ή ανθρακικό οξύ. Ο διάδρομος ήταν όλος στρωμένος μ' ένα παχύ κόκκινο χαλί και σε κάθε γωνιά υπήρχαν φρεσκοκομμένα λουλούδια. Ήταν σαν ξενοδοχείο από εκείνα που οι μεσόκοποι προϊστάμενοι παίρνουν τις γραμματείς τους για ένα Σαββατοκύριακο αμαρτωλής δραστηριότητας.
Ο Δρ. Χιούζ κάλεσε το ασανσέρ και χτύπησε το δέκατο πέμπτο πάτωμα. Κοιτάχτηκε μέσα στον καθρέφτη του ασανσέρ και διαπίστωσε ότι φαινόταν πολύ πιο άρρωστος από μερικούς από τους ασθενείς του. Ίσως θα έπρεπε να πάρει λίγες μέρες άδεια. Η μητέρα του πάντα αγαπούσε τη Φλώριδα ή ίσως να πήγαιναν να δούνε την αδελφή του στο Σαν Ντιέγο. Πέρασε μέσα από δυο κουνιστές πόρτες και έφτασε στο γραφείο του Δρ. Μακ Εβόυ, που ήταν ένας κοντόχοντρος άντρας. Οι άσπρες μπλούζες του ήταν πάντοτε πάρα πολύ στενές στις μασχάλες του. Έμοιαζε με χειρουργημένο λουκάνικο. Το πρόσωπο του ήταν μεγάλο και στρογγυλό σαν φεγγάρι με λεκέδες και μια μικρή, κολοβή, ιρλανδέζικη μύτη. Κάποτε έπαιζε ποδόσφαιρο με την ομάδα του νοσοκομείου, μέχρι που έπαθε κάταγμα στο γόνατο του σε μια απότομη κλωτσιά. Τώρα περπατάει και κουτσαίνει ελαφρά. - Χαίρομαι που ήρθατε κάτω, είπε χαμογελώντας. Πράγματι αυτό είναι κάτι πολύ περίεργο και ξέρω πως είσαστε ο μεγαλύτερος ειδικός του κόσμου. - Όχι και ο μεγαλύτερος! είπε ο Δρ. Χιούζ. Ωστόσο σας ευχαριστώ για τη φιλοφρόνηση. Ο Δρ. Μακ Εβόυ έχωσε το δάχτυλο του μέσα στο αυτί του στριφογυρίζοντας το με πολύ μεγάλη σκέψη και προσοχή. - Οι ακτινογραφίες θα είναι εδώ σε δέκα λεπτά. Εν τω μεταξύ δεν μπορώ να σκεφτώ τι άλλο θα μπορούσα να κάνω. - Μπορείτε να μου δείξετε την ασθενή; ρώτησε ο Δρ. Χιούζ. - Βεβαίως. Είναι στη δική μου αίθουσα αναμονής. Αν ήμουνα στη θέση σας θα έβγαζα το παλτό μου. Μπορεί να νομίσει πως σας έφερα από έξω. Ο Δρ. Χιούζ κρέμασε το τσαλακωμένο μαύρο παλτό του και ακολούθησε τον Δρ. Μακ Εβόυ μέσα στην κατάφωτη αίθουσα αναμονής. Υπήρχαν πολυθρόνες, περιοδικά, λουλούδια και ένα ενυδρείο γεμάτο με τροπικά ψάρια που έλαμπαν. Μέσα από τις γρίλιες ο Δρ. Χιούζ διέκρινε την παράξενη μεταλλική ακτινοβολία του απογευματινού χιονιού. Σε μια γωνιά του δωματίου καθότανε ένα λεπτό κορίτσι με μαύρα μαλλιά και διάβαζε το Σάνσετ. Είχε ένα μάλλον τετράγωνο λεπτό πρόσωπο, λίγο πονηρό, σκέφτηκε ο Δρ. Χιούζ. Φορούσε ένα απλό καφέ φόρεμα, που έδειχνε τα μαγουλά της πιο βαθουλωτά. Η μόνη απόδειξη της
νευρικότητας της ήταν ένα τασάκι γεμάτο αποτσίγαρα και ένα σύννεφο καπνού στον αέρα. - Δεσποινίς Τάντυ, είπε ο Δρ. Μακ Εβόυ, να σας συστήσω τον Δρ. Χιούζ. Ο Δρ. Χιούζ είναι ειδικός σε περιπτώσεις σαν τη δική σας και θα ήθελε να σας ρίξει μια ματιά και να σας κάνει μερικές ερωτήσεις. Η δις Τάντυ άφησε στην άκρη το περιοδικό και χαμογέλασε. - Βεβαίως, είπε με μια ξεκάθαρη προφορά από το Νιου Ίνγκλαντ. Από καλή οικογένεια σκέφτηκε ο Δρ. Χιούζ. Δεν χρειαζότανε να το μαντέψει αν ήταν πλούσια ή όχι. Δεν καταφεύγεις για θεραπεία στο νοσοκομείο των Αδελφών της Ιερουσαλήμ αν δεν σου περισσεύουν αρκετά μετρητά. - Σκύψτε προς τα εμπρός, είπε ο Δρ. Χιούζ. Η δεσποινίς Τάντυ έσκυψε και ο Δρ. Χιούζ σήκωσε τα μαλλιά της στο πίσω μέρος του λαιμού της. Ακριβώς στο κοίλωμα του λαιμού ήταν ίνα μαλακό στρογγυλό εξόγκωμα, όσο είναι το μέγεθος ενός βάρους που βάζουν πάνω στα χαρτιά. Ο Δρ. Χιούζ το ψαχούλεψε με τα δάχτυλα του και του φάνηκε πώς είχε την κανονική υφή ενός καλοήθους ινώδους εξογκώματος. -
Πόσον καιρό το έχετε αυτό; ρώτησε ο Δρ. Χιούζ.
- Δύο ή τρεις μέρες, είπε η δις Τάντυ. Ήρθα για εξετάσεις, μόλις άρχισε να μεγαλώνει. Φοβήθηκα μήπως είναι καρκίνος ή κάτι τέτοιο! Ο Δρ. Χιούζ κοίταξε απέναντι του τον Δρ. Εβόυ και ζάρωσε τα φρύδια του. - Δυο ή τρεις μέρες; Είσαστε σίγουρη; - Ακριβώς, είπε η δις Τάντυ. Σήμερα είναι Παρασκευή, δεν είναι; Λοιπόν το αισθάνθηκα για πρώτη φορά όταν ξύπνησα την Τρίτη το πρωί. Ο Δρ. Χιούζ ζούληξε τον όγκο απαλά με το χέρι του. Ήταν σταθερός και σκληρός, αλλά δεν παρατήρησε καμιά κίνηση. - Σας πονάει; ρώτησε. - Έχω την αίσθηση πώς με αγκυλώνει. Αλλά αυτό είναι όλο. Ο Δρ. Μακ Εβόυ είπε:
-Ένιωσε το ίδιο πράγμα όταν το ζούληξα. Ο Δρ. Χιούζ άφησε τα μαλλιά της δεσποινίδας Τάντυ να πέσουν πάλι και της είπε πως μπορεί να καθίσει κανονικά. Τράβηξε μια πολυθρόνα, βρήκε στην τσέπη του ένα τσαλακωμένο κομμάτι χαρτί και άρχισε να σημειώνει ορισμένα πράγματα καθώς της μιλούσε. - Πόσο μεγάλος ήταν ο όγκος όταν τον προσέξατε για πρώτη φορά; - Πολύ μικρός. Όσο ένα φασόλι, πιστεύω. - Μεγαλώνει συνεχώς ή μόνο ειδικές ώρες; - Φαίνεται πως μεγαλώνει μόνο τη νύχτα. Θέλω να πω πως κάθε πρωί πού ξυπνάω είναι πιο μεγάλο. Ο Δρ. Χιούζ έκανε ένα λεπτομερές γραμμωτό σχέδιο πάνω στο χαρτί του. - Το αισθάνεστε κανονικά; Θέλω να πω το αισθάνεστε τώρα; - Δεν μοιάζει να είναι τίποτα χειρότερο από οποιοδήποτε άλλο πρήξιμο. Αλλά καμιά φορά μου δίνει την αίσθηση ότι μετακινείται. Τα μάτια του κοριτσιού ήταν μαύρα και πολύ πιο φοβισμένα από ότι άφηνε να φαίνεται στη φωνή της. - Συνέχισε την περιγραφή. Είναι σχεδόν όπως όταν κάποιος προσπαθεί να βολευτεί στο κρεβάτι του. Ξέρετε γυρίζει τριγύρω και μετά μένει ακίνητο. - Συμβαίνει συχνά αυτό; Είχε αρχίσει να ανησυχεί. Αισθανόταν τις υπεκφυγές του Δρ. Χιούζ και άρχισε να στενοχωριέται. - Δεν ξέρω. Ίσως τέσσερις με πέντε φορές την ήμερα. Ο Δρ. Χιούζ σημείωσε μερικά πράγματα ακόμα και δάγκωσε τα χείλη του. - Δις Τάντυ, έχετε παρατηρήσει τίποτε αλλαγές στην κατάσταση της υγείας σας τις τελευταίες μέρες, από τότε δηλαδή που παρουσιάστηκε αυτός ο όγκος;
- Μόνο λίγη κούραση. Είναι ίσως που δεν κοιμάμαι τόσο καλά τη νύχτα. Αλλά δεν έχω χάσει βάρος ή κάτι τέτοιο. - Μμμ! Ο Δρ. Χιούζ έγραψε κάτι ακόμα για λίγο και μετά κοίταξε αυτά που είχε γράψει. Καπνίζετε πολύ; - Συνήθως μόνο μισό πακέτο την ήμερα. Δεν είμαι μεγάλη καπνίστρια. Τώρα συμβαίνει να είμαι νευρική γι' αυτό... Ο Δρ. Μακ Εβόυ είπε: - Δις Τάντυ ζείτε μόνη σας; Που μένετε; - Μένω με τη θεία μου στην 82η οδό. Δουλεύω για μια εταιρία δίσκων. Βοηθός προσωπικού. Ήθελα να βρω ένα διαμέρισμα να μένω μόνη, αλλά οι γονείς μου σκέφτηκαν πως θα ήταν καλύτερα αν εμένα με τη θεία μου για ένα διάστημα. Είναι εξήντα δύο χρόνων. Είναι μια θαυμάσια γυναίκα. Τα πάμε φίνα μαζί. Ο Δρ. Χιούζ κατέβασε το κεφάλι. - Μη με παρεξηγήσετε που θα σας κάνω αυτή την ερώτηση δις Τάντυ, αλλά νομίζω πως θα καταλάβετε γιατί πρέπει να την κάνω. Ή κατάσταση της θείας σας είναι καλή και το διαμέρισμα είναι καθαρό; Μήπως υπάρχει κίνδυνος για την υγεία σας εκεί, δηλαδή κατσαρίδες, βουλωμένα λούκια ή βρώμικα φαγητά; Η δις Τάντυ χαμογέλασε με ένα μορφασμό για πρώτη φορά από την ώρα που την είδε ο Δρ. Χιούζ. - Η θεία μου είναι μια γυναίκα γεμάτη υγεία Δρ. Χιούζ. Έχει γυναίκα κάθε μέρα που της καθαρίζει και μια κοπέλα που μαγειρεύει και της κρατάει συντροφιά. Ο Δρ. Χιούζ κούνησε το κεφάλι του. - Ωραία, θα το αφήσουμε έτσι όπως είναι προς το παρόν. Ελάτε, πάμε πάνω να δούμε αυτές τις ακτινογραφίες, Δρ. Μακ Εβόυ. Πήγαν πίσω στο γραφείο του Δρ. Μακ Εβόυ και κάθισαν. Ο Δρ. Μακ Εβόυ πήρε ένα κομμάτι τσίχλα και άρχισε να το μασάει. - Τι βγάζετε από αυτό που είδατε Δρ. Χιούζ; Ο Δρ. Χιούζ αναστέναξε.
- Για την ώρα δεν βγάζω τίποτα απολύτως. Αυτό το εξόγκωμα μεγάλωσε έτσι σε δυο τρεις μέρες και μέχρι σήμερα ποτέ δεν έχω δει έναν όγκο να μεγαλώνει έτσι. Ύστερα υπάρχει αυτή η αίσθηση ότι κινείται. Εσείς το αισθανθήκατε να κινείται; - Μα βέβαια είπε ο Δρ. Μακ Εβόυ. Έτσι ελαφρά σαν να αλλάζει θέση, σαν να υπάρχει κάτι, κάτω από κει. - Ίσως αυτό να το προξενεί η κίνηση του λαιμού. Αλλά δεν μπορούμε να πούμε τίποτα αν δεν δούμε τις ακτινογραφίες. Κατόπιν στάθηκαν σιωπηλοί για λίγα λεπτά ενώ οι διάφοροι θόρυβοι του νοσοκομείου έφταναν αμυδρά μέχρις εκεί. Ο Δρ. Χιούζ αισθανότανε αποκαμωμένος, κρύωνε και δεν έβλεπε την ώρα να γυρίσει σπίτι του. Ήταν στο πόδι από τις δύο το πρωί της προηγούμενης μέρας πνιγμένος μέσα στα χαρτιά και τις στατιστικές και από ότι έδειχναν τα πράγματα θα έμενε και απόψε πολύ αργά. Ανάπνευσε βαθιά και κοίταξε τα γδαρμένα καφέ παπούτσια του πάνω στο χαλί. Μετά από πέντε ή έξι λεπτά, η πόρτα του γραφείου άνοιξε και η ακτινολόγος μπήκε μέσα με έναν μεγάλο καφέ φάκελο. Ήταν νέγρα, ψηλή, με κοντά μαλλιά και χωρίς καθόλου χιούμορ. - Τι έβγαλες από αυτά Σελένα; ρώτησε Δρ. Μακ Εβόυ, καθώς έπαιρνε το φάκελο για να τον πάει στο κουτί με το φως. - Δεν είμαι καθόλου βέβαιη, Δρ. Μακ Εβόυ. Είναι αρκετά καθαρό, αλλά δεν μπορώ να δώσω καμιά εξήγηση. Ο Δρ. Μακ Εβόυ έβγαλε τις μαύρες ακτινογραφίες και τις στερέωσε πάνω στο κουτί με το φως. Έσβησαν όλα τα φώτα και είχαν μπροστά τους την πλάκα με το πίσω μέρος του κρανίου της δεσποινίδας Τάντυ, παρμένο από το πλάι. Φαινότανε καθαρά ο όγκος - ένα μεγάλο σκοτεινό σημάδι. Αλλά μέσα σ' αυτό, αντί για το συνηθισμένο ινώδες εξόγκωμα, φαινότανε πως υπήρχε ένας μικρός μπερδεμένος κόμπος από μεμβράνη και οστά. - Κοίταξε εδώ, είπε ο Δρ. Μακ Εβόυ, δείχνοντας με το στυλό του. Εδώ είναι σαν να υπάρχουν ρίζες από κόκαλο που κρατάνε το εσωτερικό του όγκου πλάι στο λαιμό. Τώρα τι διάβολο νομίζεις πως είναι αυτές; - Δεν έχω την παραμικρή ιδέα, είπε ο Δρ. Χιούζ. Μέχρι σήμερα δεν έχω δει τίποτα που να μοιάζει μ' αυτό. Αυτό δεν μοιάζει καθόλου με όγκο.
Ο Δρ. Μακ Εβόυ σήκωσε τους ώμους του. - Σύμφωνοι, ας πούμε ότι δεν είναι όγκος. Τότε τι είναι; Ο Δρ. Χιούζ περιεργάστηκε από κοντά την ακτινογραφία. Ο μικρός κόμπος από μεμβράνες και οστά ήταν τόσο άμορφος και μπερδεμένος, που δεν μπορούσε κανείς να δώσει μιαν εξήγηση. Μόνο ένα πράγμα έμενε να γίνει να εγχειριστεί. Να το κάψουνε και να το εξετάσουνε ανοίγοντας το. Με το ρυθμό που μεγάλωνε καλύτερα θα ήτανε η εγχείρηση να γινότανε το γρηγορότερο. Ο Δρ. Χιούζ σήκωσε το τηλέφωνο που ήταν πάνω στο γραφείο του Δρ. Μακ Εβόυ. - Μαίρη, άκουσε, είμαι ακόμα κάτω εδώ με τον Δρ. Μακ Εβόυ. Θα μπορούσες να δεις πότε ο Δρ. Σνάιθ έχει διαθέσιμο χώρο στο χειρουργείο; Έχω κάτι εδώ που χρειάζεται άμεση επέμβαση. Ακριβώς. Ναι, όγκος. Αλλά είναι κακοήθης και ίσως υπάρξει πρόβλημα αν δεν εγχειριστεί αμέσως. Ακριβώς. Ευχαριστώ. - Κακοήθης; είπε ο Δρ. Μακ Εβόυ. Πως το ξέρουμε πως είναι κακοήθης; Ο Δρ. Χιούζ κούνησε το κεφάλι του. - Δεν το ξέρουμε, αλλά μέχρι ν' ανακαλύψουμε αν είναι επικίνδυνος ή ακίνδυνος θα το χειριστώ σαν να είναι επικίνδυνος. - Μακάρι να ήξερα τι στο διάβολο είναι, είπε άκεφα ο Δρ. Μακ Εβόυ. Έψαξα το ιατρικό λεξικό, αλλά δεν υπάρχει τίποτα σαν κι αυτό. Ο Δρ. Χιούζ χαμογέλασε κουρασμένα μ' ένα μορφασμό. - Ίσως είναι καμιά καινούργια αρρώστια. Μπορεί να της δώσουν τ' όνομά σου. Η ασθένεια του Μακ Εβόυ! Να επιτέλους δόξα. Πάντα θα ήθελες να γίνεις διάσημος, δεν είναι έτσι; - Αυτή τη στιγμή θα ήθελα ένα φλιτζάνι καφέ και ένα ζεστό σάντουιτς με μοσχάρι. Το βραβείο Νόμπελ ας το αφήσουμε για αργότερα. Το φωτάκι του τηλεφώνου αναβόσβησε. Ο Δρ. Χιούζ έπιασε το ακουστικό. «Μαίρη; Εντάξει. Σύμφωνοι, πολύ ωραία. Ναι, Έτσι, πολύ καλά, θαύμα. Πες στον Δρ. Σνάιθ πως τον ευχαριστώ πολύ». -
Είναι ελεύθερος; ρώτησε ο Δρ. Μακ Εβόυ.
- Αύριο το πρωί στις δέκα. Ας πάω καλύτερα να το πω στη δεσποινίδα Τάντυ. Ο Δρ. Χιούζ έσπρωξε τις διπλές πόρτες και μπήκε στην αίθουσα αναμονής. Η δις Τάντυ καθόταν ακόμα εκεί με ένα μισοκαπνισμένο τσιγάρο και κοιτούσε, χωρίς να βλέπει, το ανοιχτό περιοδικό που ήταν πάνω στα πόδια της. - Δεσποινίς Τάντυ! Κοίταξε προς τα πάνω γρήγορα. «Ορίστε» είπε. Ο Δρ. Χιούζ τράβηξε μια καρέκλα και κάθισε δίπλα της με τα χέρια του σταυρωμένα μπροστά του. Προσπαθούσε να φαίνεται σοβαρός, σταθερός και αξιόπιστος για να καθησυχάσει τον ολοφάνερο τρόμο της, αλλά ήταν τόσο κουρασμένος που δεν κατάφερε να φανεί τίποτα από όλα αυτά, παρά μόνον κακομοίρης. - Ακουστέ δεσποινίς Τάντυ. Νομίζω πως πρέπει να το εγχειρίσουμε. Αυτό το πρήξιμο δεν φαίνεται να είναι κάτι που να μας ανησυχεί, εκτός βέβαια από την ταχύτητα πού μεγαλώνει. Θα ήθελα να βγει το γρηγορότερο δυνατό και μαντεύω πως και σεις το ίδιο θα θέλατε. Σήκωσε το χέρι της και το έβαλε πίσω στο λαιμό της, μετά το άφησε να πέσει και κούνησε το κεφάλι της. - Καταλαβαίνω. Βεβαίως. - Αν μπορείτε, να είσαστε εδώ αύριο το πρωί στις οκτώ. Ο Δρ. Σνάιθ θα σας εγχειρίσει γύρω στις δέκα. Ο Δρ. Σνάιθ είναι ένας πολύ καλός χειρουργός και έχει πολύ μεγάλη πείρα σε όγκους σαν τον δικό σας. Η δις Τάντυ προσπάθησε να χαμογελάσει. - Πολύ ευγενικό εκ μέρους Ο Δρ. Χιούζ σήκωσε τους ώμους.
σας,
γιατρέ,
σας
ευχαριστώ.
- Μη μ' ευχαριστείτε. Τη δουλειά μου κάνω μόνο. Αλλά ακούστε, δεν νομίζω πως πρέπει να στενοχωριέστε για τίποτα. Δεν ισχυρίζομαι πως η περίπτωσή σας είναι συνηθισμένη, γιατί δεν είναι. Αλλά ένα μεγάλο μέρος του επαγγέλματος μας έχει να κάνει με περιπτώσεις που δεν είναι συνηθισμένες. Πάντως ήρθατε στο σωστό μέρος. Η δις Τάντυ έσβησε το τσιγάρο της και μάζεψε τα πράγματα της.
- Θα χρειαστεί τίποτα το ιδιαίτερο; ρώτησε. Ένα - δυο νυχτικά, υποθέτω, και μια ρόμπα. Ο Δρ. Χιούζ κούνησε το κεφάλι του. -
Φέρτε και ένα ζευγάρι παντόφλες επίσης. Δεν θα είσαστε κλινήρης.
-
Εντάξει, είπε και ο Δρ. Χιούζ τη συνόδευσε στην έξοδο.
Την παρατηρούσε να φεύγει περπατώντας γρήγορα στο διάδρομο για το ασανσέρ και σκεφτότανε πόσο λεπτή και νέα ήτανε και πόσο πονηρούλα φαινότανε. Δεν ήτανε από τους ειδικευμένους γιατρούς, που βλέπανε τους αρρώστους τους μόνο κάτω από τις συνθήκες της παθολογικής τους κατάστασης και τίποτα άλλο. Δεν ήταν σαν τον Δρ. Πόουσον, τον πνευμονολόγο, που μπορούσε να θυμάται αδιαθεσίες ατόμων πολύ καιρό μετά, αφού είχε τελείως ξεχάσει τα πρόσωπα που υπέφεραν από αυτές. Η ζωή είναι κάτι περισσότερο από μια ατέλειωτη παρέλαση από όγκους και πρηξίματα, σκέφτηκε ο Δρ. Χιούζ. Τουλάχιστον το ελπίζω. Στεκότανε ακόμα στο διάδρομο, όταν ο Δρ. Μακ Εβόυ έχωσε το σαν φεγγάρι πρόσωπο του στο άνοιγμα της πόρτας. - Δόκτωρ Χιούζ; -
Ναι;
Ελάτε μέσα ένα λεπτό, να ρίξετε μια ματιά σ' αυτό. Ακολούθησε κουρασμένα τον Δρ. Μακ Εβόυ στο γραφείο του. Την ώρα που μιλούσε στη δεσποινίδα Τάντυ, ο Δρ. Μακ Εβόυ ξεφύλλιζε τα ιατρικά του βιβλία που ανέφεραν περιστατικά και πάνω στο γραφείο του είχε απλώσει ένα σωρό ακτινογραφίες. -
Βρήκατε τίποτα; ρώτησε ο Δρ. Χιούζ.
- Δεν ξέρω. Φαίνεται τόσο γελοίο, όσο καμιά άλλη παρόμοια περίπτωση. Ο Δρ. Μακ Εβόυ του έδωσε ένα χοντρό βιβλίο, ανοιγμένο σε μια σελίδα, που ήταν σκεπασμένη από διαγράμματα και πίνακες. Ο Δρ. Χιούζ σούφρωσε τα φρύδια του και τα εξέτασε προσεκτικά και μετά πήγε στο κουτί με το φως και περιεργάστηκε ξανά τις πλάκες του κρανίου της δεσποινίδας Τάντυ. - Αυτό είναι τρέλα, είπε.
- Ο Δρ. Μακ Εβόυ στεκόταν εκεί με τα χέρια του στους γοφούς και κουνούσε το κεφάλι του. - Έχετε απόλυτο δίκιο. Είναι τρέλα. Αλλά πρέπει να το παραδεχτείτε, μοιάζει πολύ με ένα τέτοιο πράγμα. Ο Δρ. Χιούζ έκλεισε το βιβλίο. - Αλλά έστω και αν έχετε δίκιο - σε δυο μέρες; - Να σας πω, αν κάτι τέτοιο είναι δυνατόν, όλα είναι δυνατά. - Αν αυτό είναι δυνατόν τότε οι Red Sox θα κερδίσουν την επόμενη φορά. Οι δυο γιατροί, χλωμοί και χαμένοι, στέκονταν στο γραφείο τους στο δέκατο πέμπτο όροφο του νοσοκομείου και κοιτούσαν τις ακτινογραφίες και δεν ήξεραν τι άλλο να πουν. - Ίσως είναι απάτη, είπε ο Δρ. Μακ Εβόυ. Ο Δρ. Χιουζ κούνησε το κεφάλι του. - Αποκλείεται. Πως είναι δυνατόν; Και για ποιο λόγο; - Δεν ξέρω. Οι άνθρωποι ονειρεύονται απάτες για διάφορους λόγους. Εσείς μπορείτε να βρείτε Ο Δρ. Μακ Εβόυ έκανε έναν μορφασμό.
κάποιο
λόγο
γι'
αυτό;
- Μπορείτε να το πιστέψετε ότι είναι αληθινό; - Δεν ξέρω απάντησε ο Δρ. Χιούζ. Ίσως είναι. Ίσως είναι η μόνη περίπτωση στο εκατομμύριο, που είναι αληθινή. Ανοιξαν ξανά το βιβλίο και μελετήσανε τις ακτινογραφίες ξανά και όσο περισσότερο συνέκριναν τα διαγράμματα με τον όγκο της δεσποινίδας Τάντυ, τόσο πιο πολύ ανακάλυπταν ομοιότητες. Σύμφωνα με την ΚΛΙΝΙΚΗ ΓΥΝΑΙΚΟΛΟΓΙΑ, ο κόμπος από μεμβράνες και οστά που η δεσποινίς Τάντυ είχε στο πίσω μέρος του λαιμού της, ήταν ένα ανθρώπινο έμβρυο, σε τέτοιο μέγεθος, που θα μπορούσε να υπολογιστεί πως ήταν περίπου οκτώ εβδομάδων.
Κεφάλαιο Ένα Έξω από τη Νύχτα Αν νομίζετε πως είναι εύκολη ζωή να είσαι μυστικιστής, τότε προσπαθήστε καθημερινά να λέτε την τύχη σε δεκαπέντε διαφορετικά πρόσωπα για είκοσι πέντε δολάρια τη φορά και μετά ελάτε να μου πείτε αν σας άρεσε αυτή η δουλειά. Την ίδια στιγμή που η Κάρεν Τάντυ συμβουλευότανε τον Δρ. Χιούζ και τον Δρ. Μακ Εβόυ στο νοσοκομείο των Αδελφών της Ιερουσαλήμ, εγώ έλεγα στην κυρία Γουίνκονις την τύχη της για τα άμεσα σχεδία της με τη βοήθεια της τράπουλας Ταρό. Καθόμαστε γύρω από το πράσινο τσόχινο τραπέζι στο διαμέρισμα μου, που βρισκότανε στη 10η Λεωφόρο, με τις κουρτίνες τραβηγμένες καλά και τα λιβάνια να καπνίζουν ακατάπαυστα στη γωνία, με την αληθινή απομίμηση αντίκας λάμπα πετρελαίου να χύνει όμορφες σκιές γεμάτες μυστήριο. Η κυρία Γουίνκονις ήταν μια ρυτιδιασμένη γριά και το παλιό από αλεπού παλτό της μύριζε ένα μουχλιασμένο άρωμα. Ερχότανε σε μένα κάθε Παρασκευή βράδυ για μια λεπτομερειακή πληροφοριοδότηση των επτά ήμερων που ήταν μπροστά της. Καθώς άπλωσα τα χαρτιά σε σχήμα Κελτικού σταυρού αυτή άρχισε να κουνιέται, πήρε μια βαθιά αναπνοή και άρχισε να με περιεργάζεται σα νυφίτσα, που μυρίζεται τη λεία της. Ξέρω πως πεθαίνει από ανυπομονησία να με ρωτήσει τι βλέπω αλλά ποτέ δεν έκανε καμιά νύξη μέχρι που να στρώσω όλη την τράπουλα πάνω στο τραπέζι. Όσο περισσότερο μυστήριο υπήρχε τόσο το καλύτερο. Έπρεπε να δώσω όλη μου την παράσταση, από το σούφρωμα των φρυδιών, τους αναστεναγμούς, το δάγκωμα των χειλιών και να παραστήσω πώς ερχόμουνα σε επαφή με τις δυνάμεις από το υπερπέραν. Άλλωστε για όλα αυτά πλήρωνε τα είκοσι πέντε δολάρια της. Δεν μπόρεσε όμως ν' αντισταθεί στον πειρασμό. Καθώς το τελευταίο χαρτί έπεσε κάτω, έσκυψε προς τα μπρος και ρώτησε: - Τι είναι κύριε Έρσκιν; Τι βλέπετε; Είναι τίποτα για τον Πατερούλη;
«Πατερούλης» ήταν το χαϊδευτικό για τον κύριο Γουίνκονις, έναν χοντρό γέρο πεισματάρη, που είχε σούπερ - μάρκετ, που κάπνιζε συνεχώς πούρα και που δεν πίστευε σε τίποτα πιο μυστηριώδες από τους τρεις πρώτους δρομείς του Ακουεντάκτ. Η κυρία Γουίνκονις ποτέ δεν είχε πει τίποτα, αλλά από τον τρόπο που μιλούσε καταλάβαινες, ότι η πιο μεγάλη ελπίδα στη ζωή της ήταν να τα τινάξει ο Πατερούλης και να έρθει όλη η περιουσία των Γουίνκονις στα χέρια της. Κοίταγα τα χαρτιά με τη συνηθισμένη μου περίτεχνη αυτοσυγκέντρωση. Από την τράπουλα Ταρό ήξερα όσα και οποιοσδήποτε άλλος, που είχε διαβάσει τον οδηγό «Εύκολη Χειρομαντεία με την Ταρό», αλλά ήταν ο τρόπος, το στυλ, που είχε σημασία. Αν θέλεις να κάνεις το μυστικιστή, πράγμα που είναι πολύ πιο εύκολο από το να είσαι κειμενογράφος σε διαφημιστική εταιρία ή αρχηγός σε οργανωμένες εκδρομές ή φύλακας σε κάμπινγκ το καλοκαίρι, τότε πρέπει να μοιάζεις σαν μυστικιστής. Μια λοιπόν και κατάγομαι από το Κλήβελαντ του Οχάιο και είμαι τριάντα δύο χρόνων με μαύρα μάτια και κάτω από το καστανό μου μαλλί, που είναι σα βούρτσα, άρχισε να φαίνεται ένα μονοπατάκι φαλάκρας, με μια όμορφη αλλά τεράστια μύτη στο ωραίο αλλά χλωμό μου πρόσωπο, μπήκα στον κόπο να βάψω τα φρύδια μου σαν σατανικές καμάρες, να φορέσω μια σμαραγδί σατέν ρόμπα με φεγγάρια και άστρα ραμμένα επάνω της και να τοποθετήσω στο κεφάλι μου ένα τριγωνικό πράσινο καπέλο. Το καπέλο αυτό είχε πριν μια κορδέλα διαφημιστική, που την έβγαλα όμως για ευνόητους λόγους. Αγόρασα λιβάνια, μερικούς δερματόδετους τόμους της Βρετανικής Εγκυκλοπαίδειας, ένα φανταστικό κρανίο από δεύτερο χέρι από ένα μαγαζί στο Βίλλατζ, και μετά έβαλα μια αγγελία στις εφημερίδες που έλεγε: «Ο Απίθανος Έρσκιν -- Διαβάζει την Τύχη. Προβλέπει το Μέλλον. Αποκαλύπτει τη Μοίρα». Μέσα σε δύο μήνες είχα τόση πολλή δουλειά, που δεν πρόφταινα. Για πρώτη φορά στη ζωή μου ήμουνα σε θέση ν' αγοράσω μια καινούργια Μέρκουρυ Κούγκαρ και ένα μεγάλο στέρεο, με ακουστικά για τ' αυτιά. Αλλά καθώς σας έλεγα, δεν ήταν εύκολο. Το συνεχές κύμα από μεσόκοπες κυρίες που ερχότανε, με ένα ηλίθιο χαμόγελο στο διαμέρισμα μου, πεθαίνοντας από αγωνία να μάθουν τι θα τους συνέβαινε στις ανιαρές μεσόκοπες ζωές τους, ήταν σχεδόν αρκετό για να με πνίγει στο πηγάδι της ανθρώπινης απελπισίας.
- Λοιπόν; είπε η κυρία Γουίνκονις, πιάνοντας με τα ρυτιδιασμένα της δάχτυλα την ατζέντα της από κροκόδειλο. Λοιπόν; Τι βλέπετε κύριε Έρσκιν; Κούνησα το κεφάλι μου αργά και με θαυμασμό. - Τα χαρτιά είναι σήμερα πάρα πολύ επίσημα, με σοβαρά μηνύματα και γεμάτα προειδοποιήσεις. Λένε πως βιάζεστε πολύ, πάρα πολύ για τις μελλοντικές καταστάσεις, για ένα μέλλον γενικά, που όταν έρθει και περάσει ίσως δεν χαρείτε τόσο πολύ όσο το φανταζόσαστε. Βλέπω έναν σωματώδη κύριο με ένα πούρο. Θα πρέπει να είναι ο Πατερούλης. Κάτι λέει και είναι πολύ λυπημένος. Κάτι λέει για χρήματα. - Τι λέει; Λένε τα χαρτιά τι λέει; ψιθύρισε η κυρία Γουίνκονις. Κάθε φορά πού μνημόνευα «χρήματα» άρχιζε να κουνιέται και να πηδάει σαν το σάλιο πάνω σε καυτή σόμπα. Έχω δει πολλούς άπληστους στον καιρό μου, αλλά αυτή η απληστία για λεφτά στις ηλικιωμένες αυτές γυναίκες σου φέρνει αναγούλα. - Λέει πως κάτι είναι πολύ ακριβό, συνέχισα με βαθιά φωνή. Κάτι είναι πολύ ακριβό. Ξέρω τι είναι. Το βλέπω τι είναι. Λέει πως ο σολομός σε κονσέρβα είναι πάρα πολύ ακριβός. Νομίζει, πως ο κόσμος δε θα θελήσει να τον αγοράσει σ' αυτή την τιμή. - Ω! είπε η κυρία Γουίνκονις ενοχλημένη. Εγώ όμως ήξερα τι έλεγα. Είχα διαβάσει την ανατίμηση των τροφίμων στη στήλη του περιοδικού «Τα Νέα των Σούπερ - Μάρκετ» και ήξερα πως ο σολομός κονσέρβας είχε ανατιμηθεί. Την άλλη βδομάδα, όταν ο Πατερούλης θ' άρχιζε να διαμαρτύρεται γι' αυτό, η κυρία Γουίνκονις θα θυμότανε τα λόγια μου και θα εντυπωσιαζότανε τρομερά με τις απίστευτες προβλέψεις μου και το ταλέντο μου. - Τι βλέπετε για μένα; ρώτησε η κυρία Γουίνκονις. Τι θα συμβεί σε μένα; Κοίταζα μελαγχολικά τα χαρτιά. - Φοβάμαι πως η βδομάδα αυτή δεν φαίνεται πολύ καλή. Καθόλου καλή μάλιστα. Τη Δευτέρα θα έχετε ένα ατύχημα. Όχι βέβαια τίποτα σοβαρό, ίσως κάποιο βαρύ αντικείμενο να πέσει πάνω στο πόδι σας αλλά θα είναι οδυνηρό και δε θα μπορέσετε να κοιμηθείτε τη Δευτέρα το βράδυ. Την Τρίτη θα παίξετε μπριτζ με τους φίλους σας, ως συνήθως. Κάποιος θα σας κλέψει στα χαρτιά, αλλά δεν θα τον ανακαλύψετε. Γι' αυτό να ποντάρετε λίγα και να μην διακινδυνεύετε το χαρτί σας. Την Τετάρτη θα
έχετε ένα δυσάρεστο τηλεφώνημα, κάτι τέλος πάντων που θα σας αηδιάσει. Την Πέμπτη θα φάτε κάτι που θα σας πειράξει και θα ευχόσαστε να μην το είχατε φάει. Η κυρία Γουίνκονις με είχε καρφώσει με τα ηλίθια γκρίζα μάτια της. - Είναι αλήθεια τόσο άσχημα; ρώτησε. - Α! Δεν είναι απαραίτητο να συμβούν. Μην ξεχνάτε πως τα χαρτιά προειδοποιούν επίσης όπως και προλέγουν. Αν πάρετε τα μέτρα σας και αποφύγετε αυτές τις κακοτοπιές δεν είναι απαραίτητο η βδομάδα σας να είναι τόσο κακή. - Α, ωραία. Σ' ευχαριστώ Θεέ μου! είπε. Αξίζει τα χρήματα μόνο και μόνο αφού μπορείς να ξέρεις πως να προφυλαχτείς. - Τα πνεύματα είναι ευνοϊκά σε σας κυρία Γουίνκονις, είπα βάζοντας την ειδική φωνή μου. Σας συμπαραστέκονται και δεν θέλουν να σας δουν στενοχωρημένη ή να πάθετε κανένα κακό. Αν μεταχειρίζεστε καλά τα πνεύματα, σας μεταχειρίζονται καλά κι αυτά. Σηκώθηκε. - Κύριε Έρσκιν, δεν έχω λόγια να σας ευχαριστήσω. Ας φύγω τώρα αλλά θα σας ξαναδώ την ερχόμενη βδομάδα, σύμφωνοι; Χαμογέλασα μ' εκείνο το κρυφό μου χαμόγελο. - Βεβαίως, κυρία Γουίνκονις, και μην ξεχνάτε τον ξορκισμό γι' αυτή τη βδομάδα. - Ω, όχι, βεβαίως όχι. Ποιος είναι ο ξορκισμός γι' αυτή τη βδομάδα, κύριε Έρσκιν; Άνοιξα ένα κουρελιασμένο παλιό βιβλίο, που το είχα πάνω στο τραπέζι δίπλα μου. - Το απόκρυφο μοτίβο σας γι' αυτή τη βδομάδα είναι: «Φύλαξε καλά τα κουκούτσια και τα φρούτα, θα μεγαλώσουν χωρίς εμπόδια». Στάθηκε εκεί για ένα λεπτό, μ' ένα απόκοσμο χαμόγελο στο μαραμένο γέρικο πρόσωπο της.
- Όμορφο που είναι! κύριε Έρσκιν. Θα το επαναλαμβάνω κάθε πρωί μόλις ξυπνάω. Σας ευχαριστώ για την τόσο ωραία, πραγματικά υπέροχη συζήτηση. - Η ευχαρίστηση είναι όλη δική μου, είπα. Τη συνόδευσα μέχρι το ασανσέρ, προσέχοντας να μην με δει κανείς από τους γείτονες με τη γελοία πράσινη ρόμπα και το καπέλο, και την αποχαιρέτησα πάλι από μακριά γνέφοντας με το χέρι. Μόλις χάθηκε από μπροστά μου, γύρισα πίσω στο διαμέρισμα μου, άναψα το φως, έσβησα τα λιβάνια και έβαλα την τηλεόραση. Αν ήμουνα τυχερός δεν θα είχα χάσει και πολύ από τον Κότζακ. Τη στιγμή που πήγαινα στο ψυγείο να πάρω μια μπύρα, χτύπησε το τηλέφωνο. Κράτησα το ακουστικό με το σαγόνι μου και μίλησα ανοίγοντας τη μπύρα. Η φωνή από την άλλη άκρη ήταν γένους θηλυκού (βεβαίως) και νευρική (βεβαίως). Μόνο τα νευρικά θηλυκά ζητάνε τις υπηρεσίες ενός ανθρώπου σαν τον Απίθανο Έρσκιν. - Ο κύριος Έρσκιν; - Έρσκιν τ' όνομά μου, ωροσκόπος το επάγγελμα μου. -
Κύριε Έρσκιν, θα μπορούσα άραγε να έρθω να σας δω;
- Βεβαίως, βεβαίως. Η αμοιβή μου είναι είκοσι πέντε δολάρια, για μια συνηθισμένη ματιά στο άμεσο μέλλον σας, τριάντα δολάρια για ενός έτους πρόβλεψη και πενήντα δολάρια για μια μυστικιστική μελέτη ολόκληρης της ζωής σας. -
Θέλω μόνο να μάθω τι θα μου συμβεί αύριο.
Η φωνή έμοιαζε νεανική και πάρα πολύ στενοχωρημένη. Είχα την υποψία ότι θα επρόκειτο για μια έγκυο, εγκαταλελειμμένη γραμματέα. - Πολύ καλά κυρία μου. Σ' αυτό είμαι άφθαστος. Τι ώρα θέλετε να έρθετε; - Γύρω στις εννιά. Μήπως είναι αργά; - Στις εννιά θα είμαι δικός σας, όλη η ευχαρίστηση θα είναι δική μου. Μπορώ να έχω το όνομα σας, παρακαλώ;
- Τάντυ. Κάρεν Τάντυ. Σας ευχαριστώ κύριε Έρσκιν. Θα σας δω στις εννιά. Μπορεί να σας φανεί παράξενο που ένα έξυπνο κορίτσι, σαν την Κάρεν Τάντυ, ζητάει βοήθεια από έναν τρομερό αγύρτη σαν και μένα αλλά μόνον αν έχεις ανακατευτεί με τη μαγεία για ένα διάστημα, μόνον τότε μπορείς να καταλάβεις πως αισθάνονται ορισμένα αδύνατα άτομα, όταν τους τρομάζουν πράγματα που δεν καταλαβαίνουν. Αυτό συμβαίνει κυρίως στην αρρώστια και στο θάνατο. Οι περισσότεροι από τους πελάτες μου όλο και κάτι ρωτάνε γύρω από το τέλος της ζωής τους. Δεν έχει σημασία πόσο πειστικός ή πόσο ικανός είναι ο χειρουργός αφού δεν μπορεί να δώσει στους ανθρώπους κάποια απάντηση για το τι πρόκειται να συμβεί αν ξαφνικά σβήσει η ζωή τους. Είναι δύσκολο σ' έναν γιατρό να πει: «Λοιπόν ακουστέ εδώ κυρία μου, αν ο εγκέφαλος σας σταματήσει να δίνει οποιαδήποτε κινητήρια μηνύματα, θα πρέπει να θεωρήσουμε, πως είσαστε χαμένη, πως φύγατε για πάντα». Ο θάνατος φοβίζει πολύ τους ανθρώπους, είναι τελείως ολοκληρωτικός, πάρα πολύ απόκρυφος για κείνους που θέλουν και πιστεύουν ότι δεν έχει σχέση με τα γεγονότα της ιατρικής και της χειρουργικής. Αυτοί θέλουν να πιστεύουν πώς υπάρχει ζωή μετά το θάνατο ή τουλάχιστον ένας κόσμος πνευμάτων, όπου τα πένθιμα φαντάσματα των προγόνων τους, που έχουν πεθάνει εκατοντάδες χρόνια πριν, περιφέρονται μέσα στο ουράνιο θόλο φορώντας τις μεταξωτές πυτζάμες τους. Στο πρόσωπο της Κάρεν Τάντυ διάβασα αμέσως τον τρόμο του θανάτου, όταν χτύπησε την πόρτα μου. Πράγματι ήταν τόσο έντονα ζωγραφισμένος, που αισθάνθηκα πολύ άσχημα με την πράσινη ρόμπα μου και το αστείο πράσινο καπελάκι μου. Ήταν πολύ λεπτοκαμωμένη, με μυτερό μουτράκι, ο τύπος του κοριτσιού που πάντα κερδίζει στις κούρσες και στα ματς αθλητισμού στο γυμνάσιο. Μιλούσε με μια σοβαρή ευγένεια, που με έκανε να νιώσω τόσο πολύ απατεώνας όσο ποτέ άλλοτε. - Είστε ο κύριος Έρσκιν; ρώτησε. - Ολόκληρος. Διαβάζει την Τύχη. Προλέγει το Μέλλον... Τα υπόλοιπα τα ξέρετε. Έκανε μερικά αθόρυβα βήματα μέσα στο δωμάτιο μου και κοίταξε τριγύρω, το θυμιατό που έκαιγε το λιβάνι, το κιτρινισμένο κρανίο και τις κατάκλειστες κουρτίνες. Ξαφνικά αισθάνθηκα πως ολόκληρο το σκηνικό ήταν πολύ ψεύτικο και γελοίο, αλλά αυτή δεν έδειξε πως το πρόσεξε.
Τράβηξε μια καρέκλα για να καθίσει και της πρόσφερα τσιγάρο. Όταν της το άναβα είδα πώς τα χέρια της έτρεμαν. - Λοιπόν, δεσποινίς Τάντυ; τη ρώτησα. Ποιο είναι το πρόβλημα σας; - Δεν ξέρω, αλήθεια, πως να το εξηγήσω. Είχα πάει στο νοσοκομείο και αύριο το πρωί θα με χειρουργήσουν. Αλλά υπάρχουν ένα σωρό πράγματα που δεν μπόρεσα να τους πω. Ακούμπησα πίσω ενθαρρυντικά. -
στην
πολυθρόνα
μου
και
της
χαμογέλασα
Γιατί δεν προσπαθείτε να μου τα πείτε εμένα;
Είναι πολύ δύσκολο, είπε με την απαλή, χαμηλή φωνή της. Διαισθάνομαι πως είναι κάτι πολύ περισσότερο από ότι φαίνεται. - Ωραία, είπα σταυρώνοντας τα πόδια μου κάτω από την πράσινη ρόμπα μου. Θα θέλατε να μου πείτε γιατί ακριβώς πρόκειται; Σήκωσε το χέρι της ντροπαλά στο πίσω μέρος του λαιμού της. - Εδώ και τρεις μέρες, άρχισα να αισθάνομαι έναν ερεθισμό εδώ νομίζω πως ήταν την Τρίτη το πρωί - να, εδώ στο πίσω μέρος του λαιμού μου. Άρχισε να πρήζεται και επειδή φοβήθηκα μήπως ήταν κάτι σοβαρό πήγα στο νοσοκομείο να του ρίξουν μια ματιά. - Μάλιστα, καταλαβαίνω, είπα με κατανόηση, που καθώς μαντεύετε, είναι το ενενήντα οκτώ τοις εκατό της επιτυχίας ενός μάντη. Και τι σας είπαν οι γιατροί; - Είπαν, πως δεν ήταν κάτι που θα έπρεπε να ανησυχώ αλλά συγχρόνως τους έβλεπα πολύ ανήσυχους για να θελήσουν να το βγάλουν. - Τι θέλετε από μένα στην περίπτωση αυτή; ρώτησα χαμογελώντας. - Ξέρετε, η θεία μου, η κυρία Κάρμαν, σας έχει επισκεφτεί μια - δυο φορές, είναι αυτή που μένω μαζί της. Δεν ξέρει πως είμαι εδώ αλλά πάντοτε λέει πόσο καλός είσαστε και γι' αυτό σκέφτηκα να έρθω κι εγώ. Είναι λοιπόν ωραίο να μαθαίνεις, πως οι μαντικές υπηρεσίες σου χαίρουν εκτιμήσεως έξω στον κόσμο. Η κυρία Κάρμαν είναι μια αξιαγάπητη γριούλα πού πιστεύει πως ο πεθαμένος σύζυγος της προσπαθεί πάντα να επικοινωνήσει μαζί της από τον κόσμο των πνευμάτων. Ερχότανε να με δει δυο - τρεις φορές το μήνα, κάθε φορά που ο κύριος Κάρμαν της
έστελνε μήνυμα από το υπερπέραν. Μου έλεγε πάντα, πως αυτό συνέβαινε στο όνειρο της. Τον άκουγε να της ψιθυρίζει σε μια παράξενη γλώσσα, μέσα στη νύχτα και αυτό την έκανε να ξεκινήσει για τη 10η Λεωφόρο και να ξοδέψει λίγα δολάρια σε μένα. Ήταν μια πολύ καλή πελάτισσα η κυρία Κάρμαν. - Θέλετε να σας πω τα χαρτιά; τη ρώτησα σηκώνοντας μία από τις διαβολικές καμάρες των φρυδιών μου. Η Κάρεν Τάντυ κούνησε το κεφάλι της. Φαινότανε πιο σοβαρή και πιο μετρημένη από οποιαδήποτε άλλη πελάτισσα που είχα δει μέχρι τώρα. Ευχόμουνα να μη μου ζητήσει να κάνω τίποτα που να χρειαζότανε αληθινό μυστικιστικό ταλέντο. - Είναι το όνειρο, κύριε Έρσκιν. Από τότε που αυτό το εξόγκωμα άρχισε να μεγαλώνει, έβλεπα τρομερά όνειρα. Την πρώτη νύχτα, νόμιζα πως ήταν ένας συνηθισμένος εφιάλτης, αλλά έβλεπα το ίδιο όνειρο κάθε νύχτα και κάθε φορά γινότανε όλο και πιο ξεκάθαρο. Δεν ξέρω πια αν θέλω να πέσω στο κρεβάτι μου απόψε, γιατί ξέρω πως θα ξαναδώ το ίδιο όνειρο και θα είναι ακόμα πιο ζωντανό και πολύ, πάρα πολύ χειρότερο. Έτριψα την άκρη της μύτης μου με βαθιά σκέψη. Ήταν μια συνήθεια που την είχα κάθε φορά που κάτι με ανησυχούσε ή που ήθελε μεγάλη σκέψη. Ίσως γι' αυτό να είχε μεγαλώσει τόσο πολύ η άκρη της. Μερικοί ξύνουν το κεφάλι τους όταν σκέπτονται και κάνουν πιτυρίδα. - Δεσποινίς Τάντυ, πολύς κόσμος έχει όνειρα που ξαναγυρίζουν. Αυτό συνήθως εξηγείται, πως οι άνθρωποι αυτοί στενοχωριούνται συνεχώς για κάποιο πράγμα. Δεν νομίζω πως είναι κάτι που να σας τρομάζει τόσο πολύ. Με κοίταξε μ' αυτά τα μεγάλα βαθιά, σοκολατένια μάτια της. - Μα δεν είναι τέτοιο όνειρο, κύριε Έρσκιν, είμαι σίγουρη γι' αυτό. Είναι εντελώς πραγματικό. Με τα συνηθισμένα όνειρα αισθάνεσαι πως αυτά συμβαίνουν μέσα στο κεφάλι σου. Μ' αυτό εδώ όμως, νομίζω πως συμβαίνει γύρω μου, έξω από μένα, καθώς επίσης και μέσα στο μυαλό μου. -
Καλά, είπα, θα θέλατε να μου το διηγηθείτε;
- Αρχίζει πάντοτε με τον ίδιο τρόπο. «Ονειρεύομαι πως στέκω σ' ένα έρημο νησί. Είναι χειμώνας και φυσάει πολύ παγωμένος αέρας. Τον νιώθω αυτόν τον αέρα αν και τα παράθυρα του δωματίου μου είναι πάντα
κλειστά. Είναι νύχτα και το φεγγάρι είναι ψηλά πίσω από τα σύννεφα. Σε απόσταση, πίσω από τα δάση, βλέπω ένα ποτάμι ή ίσως να είναι θάλασσα. Λάμπει κάτω από το φως του φεγγαριού. Κοιτάζω τριγύρω μου και μου φαίνεται πως βλέπω σειρές από σκοτεινές καλύβες. Μοιάζουν σαν κατασκήνωση, σαν ένα πρωτόγονο χωριό. Το γεγονός είναι πως μέσα μου ξέρω πως είναι χωριό, αλλά δεν φαίνεται να υπάρχει κανείς εκεί γύρω. » Μετά αρχίζω να περπατάω στο γρασίδι, προς το μέρος του ποταμού. Ξέρω το δρόμο, γιατί έχω την αίσθηση ότι έχω ζήσει σ' αυτό το παράξενο χωριό όλη μου τη ζωή. Νιώθω, πως είμαι ταραγμένη αλλά συγχρόνως αισθάνομαι πως έχω μέσα μου κάποιες κρυφές δυνάμεις και πως μπορώ μόνη μου να ξεπεράσω το φόβο. Είμαι ταραγμένη για το άγνωστο, για πράγματα που δεν καταλαβαίνω. » Φτάνω στο ποτάμι και στέκομαι στην όχθη. Κάνει ακόμα πολύ κρύο. Κοιτάζω απέναντι μου το νερό και βλέπω ένα σκοτεινό πλοίο με κατάρτια αραγμένο βαθιά. Δεν υπάρχει τίποτα στο όνειρο μου, που να μου λέει πως είναι άλλο από ένα συνηθισμένο πλοίο με πανιά, αλλά συγχρόνως το φοβάμαι. Φαίνεται σαν κάτι άγνωστο και παράξενο, σχεδόν σα να είναι κάποιος ιπτάμενος δίσκος από κάποιον άλλον κόσμο. » Στέκομαι στην όχθη για πολλή ώρα και βλέπω μια μικρή βάρκα να φεύγει από το πλοίο με τα πανιά και να έρχεται με τα κουπιά στην όχθη. Δεν μπορώ να δω ποιος είναι μέσα στη βάρκα. Αρχίζω να τρέχω πάνω στο γρασίδι πίσω στο χωριό και μπαίνω μέσα σε μια καλύβα. Ή καλύβα μου φαίνεται γνωστή, ξέρω πως έχω ξαναπάει εκεί πριν. Αλήθεια, μέσα μου πιστεύω πως η καλύβα αυτή είναι δική μου. Υπάρχει μέσα εκεί μια παράξενη μυρωδιά σαν από βότανα ή λιβάνι ή κάτι τέτοιο. » Υπάρχει ένα απελπιστικά βιαστικό συναίσθημα πως πρέπει κάτι να κάνω. Αλλά δεν ξέρω τι είναι αυτό. Ωστόσο πρέπει να το κάνω, ότι κι αν είναι. Έχει κάποια σχέση μ' αυτούς τους φοβερούς ανθρώπους της βάρκας, έχει κάποια σχέση με το σκοτεινό πλοίο με τα πανιά. Ο φόβος όλο και μεγαλώνει μέσα μου. Κάτι θα βγει από το πλοίο που θα έχει κάποιο φρικτό αποτέλεσμα. Υπάρχει κάτι μέσα σ' αυτό το πλοίο που είναι ξένο, κάτι σαν μια μαγική δύναμη κι εγώ νιώθω απελπισμένη. Τότε ακριβώς ξυπνάω». Η δεσποινίς Τάντυ στριφογύριζε ένα μαντηλάκι στα χέρια της. Η φωνή της ήταν απαλή και λεπτή, αλλά είχε μια τρομερή πειστικότητα που με έκανε να μην νιώθω άνετα. Την κοιτούσα, καθώς μιλούσε, και φαινότανε να πιστεύει, πως αυτό που ονειρεύτηκε δεν θα μπορούσε να συμβεί σε κανέναν άλλον παρά μόνο σ' αυτήν.
Έβγαλα το καπέλο μου. Δεν πήγαινε καθόλου με τις παρούσες συνθήκες. - Δεσποινίς Τάντυ, αυτό είναι πολύ παράξενο όνειρο. Είναι πάντα το ίδιο - σε κάθε λεπτομέρεια; -Ακριβώς. Είναι πάντα το ίδιο. Υπάρχει πάντα αυτός ο τρόμος, γι' αυτό που θα έρθει από το πλοίο. - Μμμ! Και λέτε πως είναι ένα πλοίο με πανιά: Σαν γιωτ, ας πούμε, κάτι τέτοιο; Κούνησε το κεφάλι της. - Όχι δεν είναι γιωτ. Μοιάζει με γαλέρα - μια από κείνες του παλιού καιρού. Ξέρετε, τρία κατάρτια και πλήθος από ξάρτια και σχοινιά. Έσπρωξα τη μύτη μου προς τα πάνω και προσπάθησα να σκεφτώ βαθιά. - Υπάρχει τίποτα σ' αυτό το πλοίο, που να σας βοηθάει να βρείτε τι είναι; Μήπως έχει πάνω του κανένα όνομα; - Είναι τόσο μακριά και είναι πάρα πολύ σκοτεινά. - Μήπως βλέπετε τίποτα σημαίες επάνω; - Υπάρχει μια σημαία, αλλά δε θα μπορούσα να την περιγράψω. Σηκώθηκα και πήγα στη βιβλιοθήκη με τα βιβλία τσέπης γύρω από το μυστικισμό. Τράβηξα ένα με τίτλο «Εξήγηση σε δέκα χιλιάδες όνειρα» και κάτι άλλα ακόμα. Τα έστρωσα πάνω στο πράσινο τσόχινο τραπέζι και κοίταξα σε διάφορα κομμάτια γύρω από νησιά και πλοία. Δεν βοήθησαν σε τίποτα. Τα βιβλία γύρω από το μυστικισμό δε βοηθούν ποτέ σε τίποτα και πολλές φορές μάλιστα συγχέουν τα πάντα. Αλλά αυτό δε με σταμάτησε βέβαια από το να βγάλω ορισμένα σκοτεινά και μυστηριώδη συμπεράσματα για τα νυχτερινά πετάγματα της πελάτισσας μου. - Τα πλοία συνδέονται, συνήθως, με ένα είδος ταξιδιών ή σημαίνουν νέα που φτάνουν σε κάποιον. Στην περίπτωση σας το πλοίο είναι σκοτεινό και σας τρομάζει, που κατά τη γνώμη μου τα νέα δεν θα είναι καλά. Αυτό το νησί εκπροσωπεί τα συναισθήματα σας, που είναι φόβος και απομόνωση, δηλαδή το νησί εκπροσωπεί εσάς την ίδια. Οποιαδήποτε και αν είναι αυτά τα νέα απειλούν εσάς την ίδια σαν πρόσωπο. Η Κάρεν Τάντυ κούνησε το κεφάλι της. Δεν ξέρω γιατί, αλλά αισθάνθηκα ένοχος που της αράδιασα αυτές τις κουταμάρες. Υπήρχε κάτι
το πραγματικά αληθινό πάνω σ' αυτήν, φαινότανε τόσο απροστάτευτη, όμως με μια ένταση μέσα της, καθώς την έβλεπα να στέκει εκεί με τα σκούρα καστανά μαλλιά της, που έπεφταν πάνω στο χλωμό διαβολικό πρόσωπο της, τόσο σοβαρή μα και τόσο χαμένη, πού άρχισα να αναρωτιέμαι αν τα όνειρα της ήταν αληθινά. - Δις Τάντυ, είπα, μπορώ να σας φωνάζω Κάρεν; - Βεβαίως. Φωνάζετε με κι εσείς Χάρρυ. Η γιαγιά μου με φώναζε Χένρυ, αλλά κανείς άλλος, μόνο η γιαγιά μου. - Όμορφο όνομα. - Σ' ευχαριστώ. Κοίταξε, Κάρεν, άκουσε με. Θα είμαι ειλικρινής μαζί σου. Δεν ξέρω γιατί, αλλά υπάρχει κάτι στην περίπτωση σου, που δεν μου χτυπάει τα ίδια κουδούνια με τις συνηθισμένες πελάτισσες μου, που έρχονται εδώ. Ξέρεις σαν κι αυτές τις γριές κυρίες, που θέλουν να έρθουν σε επαφή με το πεκινουά τους που βρίσκεται στους χαρούμενους κόσμους του ουρανού και τέτοιες αηδίες. Υπάρχει κάτι στα όνειρά σου που είναι -πως να το πω - αυθεντικό. Αυτό δεν την καθησύχασε καθόλου. Το τελευταίο πράγμα, που θέλουν οι άνθρωποι είναι να τους πεις πως οι φόβοι τους έχουν κάποια βάση. Ακόμα και οι έξυπνοι, οι μορφωμένοι άνθρωποι ζητάνε να νιώσουν μιαν ανακούφιση με τη σκέψη, πως οι νυχτερινοί επισκέπτες τους είναι όλοι ένα είδος αυταπάτης ή απωθημένου. Θέλω να πω, μα το Χριστό, αν οι μισοί από τους εφιάλτες που έχουν οι άνθρωποι, ήταν πραγματικά αληθινοί θα τρελαινότανε κατευθείαν. Μέρος της δουλειάς μου ήταν να καταπραΰνω τους φόβους των πελατών μου και να τους λέω, πως τα όνειρα που βλέπουν δεν πρόκειται ποτέ να συμβούν. - Τι εννοείτε αυθεντικό; Της πρόσφερα ένα ακόμα τσιγάρο. Αυτή τη φορά, όταν το άναψε, τα χέρια της δεν έτρεμαν τόσο πολύ. - Πρόκειται για το εξής, Κάρεν. Μερικοί άνθρωποι αν και δεν το ξέρουν, έχουν μια ισχυρή δύναμη σαν μέντιουμ. Με αλλά λόγια είναι πολύ επιδεκτικοί, είναι δέκτες, ας πούμε, μυστικιστικών καταστάσεων και πνευμάτων, που κινούνται μέσα στην ατμόσφαιρα. Ένα μέντιουμ είναι σαν το ραδιόφωνο ή σαν την τηλεόραση. Με τον τρόπο που έχει φτιαχτεί αυτός ή εκείνη μπορεί ν' αρπάξει μηνύματα, που άλλοι άνθρωποι δεν
μπορούν, και να τα μεταδώσει, όπως ακριβώς το ραδιόφωνο τα μεταδίδει ηχητικά και ή τηλεόραση οπτικά. - Τι μηνύματα; είπε και κατσούφιασε. Δεν καταλαβαίνω. - Υπάρχουν πολλά είδη, είπα. Εσύ μπορείς να δεις αυτή την στιγμή ένα τηλεοπτικό μήνυμα, δεν μπορείς; Υπάρχουν όμως χιλιάδες τέτοια μηνύματα γύρω μας, συνεχώς. Αυτό το δωμάτιο είναι γεμάτο από εικόνες και φαντάσματα, ταινίες του Ντέιβιντ Μπρίνκλεϋ και διαφημιστικά μηνύματα του κόρν – φλάουερ Κέλλογκ. Για να το πιάσεις, λοιπόν, δεν χρειάζεται παρά τον κατάλληλο δέκτη. Η Κάρεν Τάντυ φύσηξε τον καπνό από το τσιγάρο της. - Θέλετε να πείτε, πως το όνειρό μου είναι ένα μήνυμα; Όμως τι είδους μήνυμα; Και από που θα μπορούσε να έρθει; Και γιατί άρπαξε εμένα για να έρθει; Κούνησα το κεφάλι μου. - Δεν ξέρω γιατί διάλεξε εσένα να έρθει και ούτε ξέρω από που έρχεται. Θα μπορούσε να έρθει από οπουδήποτε. Υπάρχουν αναφορές, αυθεντικές, ανθρώπων στην Αμερική που ονειρεύτηκαν, ότι τους έδιναν λεπτομερείς πληροφορίες για πρόσωπα άλλα που βρίσκονταν σε άλλες χώρες πολύ μακριά. Ήταν ένας αγρότης στην Αϊόβα, που ονειρεύτηκε πως πνιγόταν σε μια πλημμύρα στο Πακιστάν και εκείνο το ίδιο βράδυ έγινε μια τρομερή βροχή με αέρα στο Πακιστάν, που σκότωσε τετρακόσια άτομα. Ο μόνος τρόπος να βρεις μιαν εξήγηση σ' αυτά τα πράγματα είναι να πιστέψεις πως υπάρχουν κύματα σκέψεων, που έρχονται σαν μηνύματα. Ο αγρότης έπιασε το μήνυμα, μέσα στο υποσυνείδητο του, από κάποιο παιδί Πακιστανό, που πνιγότανε. Είναι αφύσικο, το ξέρω, αλλά συνέβηκε. Η Κάρεν Τάντυ με κοίταξε με βλέμμα παρακλητικό. - Πως θα μπορέσω, λοιπόν, ποτέ να βρω τι σημασία έχει το όνειρό μου αυτό; Ας υποθέσουμε πως είναι ένα μήνυμα από κάποιον, κάπου στον κόσμο που χρειάζεται βοήθεια, πως θα μπορέσω να βρω ποιος είναι; - Λοιπόν, αν πραγματικά ενδιαφέρεσαι να μάθεις τι είναι αυτό, υπάρχει ένας τρόπος, της είπα.
- Σας παρακαλώ, πείτε μου τι να κάνω. Πραγματικά θέλω να μάθω. Θέλω να πω, είμαι σίγουρη, πως είναι κάτι που έχει να κάνει μ' αυτόν τον όγκο και θέλω να μάθω τι είναι. Κούνησα το κεφάλι μου με κατανόηση. - Εντάξει, Κάρεν, τότε άκουσε τι θα κάνεις. Απόψε θέλω να πας να κοιμηθείς, όπως συνήθως, και αν δεις το ίδιο όνειρό πάλι, θέλω να προσπαθήσεις να θυμηθείς όσες περισσότερες λεπτομέρειες μπορείς, λεπτομέρειες πραγματικές, όσες μπορείς. Κοίταξε καλά τριγύρω το νησί. Κοίταξε αν μπορείς να εντοπίσεις κανένα τοπίο ή κάτι τέτοιο. Όταν πας στο ποτάμι, προσπάθησε να σου εντυπωθεί το σχήμα της παραλίας, αν υπάρχει κάποιος κόλπος ή κάτι τέτοιο, προσπάθησε να θυμηθείς το σχήμα. Αν υπάρχει τίποτα πέρα από το ποτάμι, τίποτα βουνά, κανένα λιμάνι ή κάτι τέτοιο, κράτησε το καλά στο μυαλό σου. Τώρα υπάρχει και κάτι άλλο που είναι ενδιαφέρον. Προσπάθησε να ξεχωρίσεις αυτή τη σημαία, που είδες, πάνω στο πλοίο. Κράτησε την στη μνήμη σου. Μετά μόλις ξυπνήσεις σημείωσε το κάθε τι με όσο πιο μεγάλη λεπτομέρεια μπορείς και ζωγράφισε όσα περισσότερα εικονογραφημένα σχέδια μπορείς από το κάθε τι που είδες. Μετά έλα πάλι να με βρεις. Έσβησε το τσιγάρο της στο τασάκι. - Πρέπει να είμαι στο νοσοκομείο αύριο το πρωί στις οκτώ. - Ποιο νοσοκομείο; - Οι Αδελφές της Ιερουσαλήμ. - Λοιπόν, κοίταξε, επειδή είναι ολοφάνερο πως είναι κάτι πολύ σημαντικό, θα πεταχτώ εγώ στο νοσοκομείο και συ μπορείς ν' αφήσεις εκεί τις σημειώσεις σ' ένα φάκελο για μένα. Πως το βρίσκεις αυτό; - Κύριε Έρσκιν - Χάρρυ, είναι θαυμάσιο. Επιτέλους αρχίζω να αισθάνομαι πως μπήκα σε κάποιο δρόμο. Πήρα το χέρι της στο δικό μου. Ήταν χαριτωμένη και πικάντικη. Αν δεν ήμουνα τελείως επαγγελματίας και μακριά από τους πελάτες μου, αν κι αυτή δεν πήγαινε στο νοσοκομείο την άλλη μέρα, νομίζω πως θα την καλούσα να φάμε το βράδυ έξω. Θα κάναμε μια φιλική βόλτα με την Κούγκαρ και μετά θα γυρίζαμε στα μυστικά διαμερίσματα του Έρσκιν για μια νυχτερινή γήινη δραστηριότητα. - Πόσα σας χρωστάω; είπε διακόπτοντας τη μαγεία της σκέψης μου.
- Με πληρώνεις την άλλη βδομάδα, της απάντησα. Πάντοτε ανεβάζει το ηθικό των ανθρώπων που πάνε στα νοσοκομεία όταν τους λένε «μας πληρώνετε μετά την εγχείρηση σας». Ξαφνικά πιστεύουν πως θα ζήσουν παρόλα αυτά. - Εντάξει, Χάρρυ, σ' ευχαριστώ, είπε απαλά και σηκώθηκε να φύγει. - Δεν σε πειράζει να μη σε συνοδεύσω μέχρι έξω, σε πειράζει; τη ρώτησα και της έδειξα την πράσινη ρόμπα μου για εξήγηση. - Οι γείτονες... ξέρεις. Νομίζουν πως είμαι τραβεστί ή κάτι τέτοιο. Η Κάρεν Τάντυ χαμογέλασε και με καληνύχτισε. Αναρωτιόμουνα πως θα πήγαινε αυτή η κατάσταση. Μετά που έφυγε κάθισα στην πολυθρόνα μου και άρχισα να σκέφτομαι. Κάτι δεν πήγαινε καλά με όλα αυτά. Συνήθως οι πελάτισσες μου έρχονται συγχυσμένες να μου διηγηθούν τα όνειρά τους· είναι πάντα σαν τις έγχρωμες περιπετειώδεις ταινίες ανικανοποίητου σεξ και ερωτικής δυστυχίας. Υπάρχουν όνειρα που βλέπει κανείς πως πετάει ή πως τρώει και όνειρα με δυστυχήματα και ακατονόμαστους τρόμους αλλά κανένα από τα όνειρα δεν είχε ποτέ την παράξενη φωτογραφική διαύγεια και την ί-δια ολοκληρωτική λογική συνέπεια, όπως το όνειρο της Κάρεν Τάντυ. Σήκωσα το τηλέφωνο και πήρα έναν αριθμό. Χτύπησε ένα -δυο λεπτά πριν μου απαντήσουν. - Εμπρός, είπε μια ηλικιωμένη φωνή. Ποιος είναι; - Κυρία Κάρμαν, εδώ Χάρρυ Έρσκιν. Σας ζητώ συγγνώμη που σας ενοχλώ τόσο αργά. - Μπα, τι λέτε, κύριε Έρσκιν. Πολύ χαίρομαι που σας ακούω. Ήμουνα στη μπανιέρα ξέρετε, αλλά τώρα έχω κουκουλωθεί με το μπουρνούζι μου. - Ω, λυπάμαι πολύ, κυρία Κάρμαν, θα σας πείραζε να σας κάνω μιαν ερώτηση; Η γλυκεία γριούλα είπε ναζιάρικα. - Αρκεί να μην είναι πάρα πολύ προσωπική, κύριε Έρσκιν.
- Όχι, όχι, κυρία Κάρμαν. Ακουστέ με. Κυρία Κάρμαν θυμόσαστε, αλήθεια, καθόλου, ένα όνειρο που μου είχατε πει πριν από δυο - τρεις μήνες; - Ποιο ήταν, κύριε Έρσκιν; Εκείνο με το σύζυγο μου; - Ακριβώς. Εκείνο που ο σύζυγος σας σας ζητούσε βοήθεια. - Ναι, σταθείτε να το θυμηθώ, είπε η κυρία Κάρμαν. Αν θυμάμαι καλά, στεκόμουνα σε μια παραλία, μέσα στη νύχτα και έκανε τρομερό κρύο. Θυμάμαι πως σκέφτηκα να φορέσω τη ρόμπα μου πριν βγω έξω. Τότε άκουσα το σύζυγο μου να μου ψιθυρίζει. Πάντα μου ψιθυρίζει ξέρετε. Ποτέ δεν μιλάει δυνατά, ούτε φωνάζει ποτέ. Ψιθύριζε κάτι που δεν μπορούσα να καταλάβω καθόλου αλλά ήμουνα βέβαιη πως μου ζητούσε βοήθεια. Αισθάνθηκα πραγματικά παράξενα και στενόχωρα. Δεν με νοιάζει να μπερδεύονται τα πράγματα, όταν τα πνεύματα συμπεριφέρονται καλά, όταν όμως αρχίζουν να ενεργούν και να δρουν τότε αρχίζει να με πιάνει μια ανατριχίλα. - Κυρία Κάρμαν, είπα, θυμόσαστε να είδατε κάτι άλλο στο όνειρό σας, εκτός από την παραλία; Μήπως υπήρχε κανένα πλοίο ή καμιά βάρκα εκεί γύρω; Μήπως είδατε τίποτα καλύβες, κανένα χωριό; - Δε θυμάμαι να υπήρχε τίποτα άλλο, απάντησε η κυρία Κάρμαν. Υπάρχει κάποιος ιδιαίτερος λόγος που θέλετε να ξέρετε; - Πρόκειται για κάποιο άρθρο που γράφω πάνω στα όνειρα, για κάποιο περιοδικό, κυρία Κάρμαν. Τίποτα το αξιόλογο. Να, μόνο σκέφτηκα, πως θα μου άρεσε να συμπεριλάβω ένα ή δύο από τα δικά σας όνειρα, επειδή είχαν πάντα ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Σχεδόν μπορούσα να δω τη γριά κυρία να χτυπάει τις βλεφαρίδες ανοιγοκλείνοντας τα μάτια της. - Ω, κύριε Έρσκιν, αυτό είναι πάρα πολύ ευγενικό εκ μέρους σας. - Ω, κάτι άλλο ακόμα, κυρία Κάρμαν, και αυτό είναι σημαντικό. - Ναι, τι πράγμα, κύριε Έρσκιν; - Μην πείτε σε κανέναν άλλον γι' αυτή μας τη συζήτηση. Σε κανέναν απολύτως. Με καταλαβαίνετε;
Αναστέναξε, λες και το τελευταίο πράγμα επί της γης που θα της συνέβαινε, θα ήταν να πάει ν' αρχίσει το κουτσομπολιό. - Ούτε ψίθυρος, κύριε Έρσκιν, σας τ' ορκίζομαι. - Σας ευχαριστώ, κυρία Κάρμαν. Με βοηθήσατε αφάνταστα, είπα και ακούμπησα κάτω το τηλέφωνο τόσο αργά και προσεκτικά, όσο ποτέ άλλοτε στη ζωή μου. Ήταν ποτέ δυνατόν δυο άνθρωποι να έχουν ταυτόσημα όνειρα; Αν ναι, τότε ίσως όλη αυτή ή ιστορία με τα μηνύματα από το υπερπέραν να μην ήταν και τόσο ψεύτικη. Ίσως και οι δύο, η Κάρεν Τάντυ και η θεία της, η κυρία Κάρμαν, να ήταν σε θέση να δέχονται ένα μήνυμα από εκεί πέρα, κάπου μακριά και να το μεταδίδουν ξανά διαμέσου του μυαλού τους. Φυσικά, δεν έδωσα σημασία στο γεγονός, πως η κυρία Κάρμαν υποστήριζε πως ήταν ο σύζυγος της, που προσπαθούσε να έρθει σε επαφή μαζί της. Όλες οι γριές χήρες νομίζουν πως οι σύζυγοι τους πετάνε τριγύρω τους στον αιθέρα και με πολλή στενοχώρια προσπαθούν να τους πουν κάτι που είναι ζωτικής σημασίας ενώ ίσως το φάντασμα του νεκρού συζύγου θα βρίσκεται κάπου εκεί στη χώρα των πνευμάτων και θα παίζει γκολφ, βάζοντας ίσως χέρι και σφίγγοντας τα στηθάκια κάποιας νέας φάντασμα, που θα είναι της παντρειάς και θα χαίρονται μερικά χρόνια γαλήνης και ησυχίας πριν οι πρώην συμβίες τους έρθουν να τους ανταμώσουν. Εκείνο που εγώ σκεφτόμουνα ήταν πως το ίδιο πρόσωπο προσπαθούσε να έρθει σε επαφή και με τις δυο τους, προσπαθώντας να τους μεταδώσει έναν ανείπωτο φόβο. Μάντευα πως ίσως να ήταν γυναίκα αλλά ποτέ δεν ξέρεις με τα πνεύματα. Υποτίθεται, πως τα περισσότερα δεν έχουν γένος και υποθέτω πως θα είναι πάρα πολύ δύσκολο να προσπαθήσεις να κάνεις έρωτα μ' ένα γλυκύτατο πνεύμα - γυναίκα με τίποτα πιο ουσιαστικό από ένα αιδοίον εκτοπλασματικόν. Καθόμουνα στο διαμέρισμα μου και σκεφτόμουνα όλες αυτές τις ανευλαβικές σκέψεις, όταν ξαφνικά είχα την πιο παράξενη αίσθηση, ότι κάποιος στεκότανε δίπλα μου, έξω από το πεδίο της ορατότητας μου. Δεν ήθελα να γυρίσω γιατί αυτό θα σήμαινε παραδοχή ενός γελοίου φόβου, ωστόσο ένιωθα μια φαγούρα στη μέση της πλάτης μου και δεν μπόρεσα να μην ρίξω κάποιες ματιές δεξιά και αριστερά, για να δω μήπως υπήρχαν τίποτα ασυνήθιστες σκιές στον τοίχο. Τελικά σηκώθηκα και έριξα μια γρήγορη ματιά πίσω μου. Βέ-βαια δεν υπήρχε τίποτα εκεί. Αλλά δεν μου έφευγε η ιδέα ότι κάτι ή κάποιος ήταν εκεί - κάποιος σκοτεινός, σιωπηλός, κάτι σαν μια μοναχική φιγούρα ας
πούμε. Άρχισα να σφυρίζω δυνατά και πήγα να βάλω στο ποτήρι μου δυο - τρία δάχτυλα ουίσκι. Το πνεύμα του ποτού, ήταν το μόνο πνεύμα, που θα μπορούσα να δεχτώ ευχαρίστως. Η δυνατή γεύση της μαγιάς και του λυκίσκου με ξανάφεραν με μιας πίσω στη γη. Αποφάσισα να ρίξω τα χαρτιά με την Ταρό, να δω τι θα μου έδειχναν για όλα αυτά. Τώρα εκτός από όλες αυτές τις ανοησίες για μαντείες και πνευματισμούς, εγώ προσωπικά έχω κάποιο σεβασμό στην Τράπουλα Ταρό, έστω κι αν δεν θέλω να το παραδεχτώ· αλλά έχει έναν ιδιαίτερο τρόπο να σου λέει ακριβώς σε τι κατάσταση βρίσκεσαι, άσχετα με το πόσο προσπαθείς να το κρύψεις. Κάθε χαρτί σου δίνει μια παράξενη αίσθηση, λες και είναι μια στιγμιαία εικόνα, από ένα όνειρο που ποτέ δεν το θυμάσαι εντελώς. Ανακάτεψα τα χαρτιά και τα έστρωσα πάνω στο τσόχινο τραπέζι. Έκανα το στρώσιμο του Κέλτικου σταυρού με τα δέκα χαρτιά γιατί είναι πιο εύκολο. «Πάνω, κάτω, δεξιά, αριστερά...» Ρώτησα την Ταρό μιαν απλή ερώτηση, ακολούθησα όλους τους κανόνες και είχα την ερώτηση σταθερά στη σκέψη μου. Η ερώτηση ήταν: «Ποιος μιλάει στην Κάρεν Τάντυ από το υπερπέραν;» Καθώς έστρωνα τα χαρτιά ένα - ένα, κατσούφιασα. Ποτέ στη ζωή μου δεν είχα τέτοια παράξενη εικόνα. Μερικά από τα χαρτιά της Ταρό ποτέ δεν έρχονται στην επιφάνεια και αν έρχονται καμιά φορά, επειδή δεν συνδυάζονται μεταξύ τους, τα πετάω αμέσως έξω. Η πρόβλεψη στα χαρτιά των περισσότεροι ατόμων άφορα χρήματα, έρωτες, καυγάδες στο σπίτι και τα τέτοια. Τα πιο μικρά δείχνουν γράμματα, διάφορες ειδήσεις, κάποιο χαρτί, επιτυχία κλπ. Σπάνια βλέπεις συνδυασμό χαρτιών, που να υποδηλώνουν φοβερές καταστροφές, όπως ο Πύργος που δείχνει ανθρωπάκια να ξεχύνονται από ένα φρούριο κυνηγημένα από μιαν αστραπή και ποτέ δεν γύρισα το χαρτί που υποδηλώνει Θάνατο. Τώρα όμως βγήκε ο Θάνατος με τη μαύρη του αρματωσιά και το μαύρο του άλογο με τα κόκκινα μάτια και με τους επισκόπους και τα παιδιά να υποκλίνονται μπροστά του. Βγήκε και ο Διάβολος, μαλλιαρός και φριχτός με τα μυτερά του κέρατα, που στο θρόνο του ήταν αλυσοδεμένοι γυμνοί άνθρωποι. Βγήκε ακόμα και ο Μάγος, ανάποδα μάλιστα. Όταν βγαίνει έτσι το χαρτί σημαίνει ανησυχία και πνευματική αρρώστια. Κάθισα κοιτάζοντας τα χαρτιά μισή ώρα περίπου. Ο Μάγος; Τι στο διάβολο να σημαίνει αυτό; Μήπως ήθελε να πει πως η Κάρεν Τάντυ δεν ήταν καλά στο μυαλό της; Ίσως αυτός ο όγκος στο
λαιμό της να είχε επηρεάσει το μυαλό της. Το πρόβλημα μ' αυτά τα χαρτιά ήταν πως δεν σου έδιναν ακριβώς αυτό που ήθελαν να πουν. Σου έδιναν τέσσερις ή πέντε εξηγήσεις κι έπρεπε εσύ να μαντέψεις ή ν' αποφασίσεις ποια λύση θα δεχτείς. Ο Μάγος; Τα ανακάτεψα πάλι και έβαλα το Μάγο κάτω σαν ερώτηση. Για να το κάνω αυτό βάζω το χαρτί του Μάγου στη μέση, το σκεπάζω με ένα άλλο χαρτί και τα ξαναστρώνω στο σχήμα του Κέλτικου σταυρού. Τα χαρτιά τώρα θα μου έδιναν μια πιο λεπτομερή εξήγηση για το Μάγο. Εννιά χαρτιά στρώθηκαν κάτω και γύρισα το δέκατο. Ένιωσα ένα κενό κάτω χαμηλά στο στομάχι μου και άρχισα να αισθάνομαι πως κάποιος με παρακολουθούσε. Αυτό ήταν αδύνατο. Το δέκατο χαρτί ήταν ο Μάγος. Σήκωσα το χαρτί που σκέπαζε την ερώτηση μου και από κάτω ήταν ο Θάνατος. Ίσως να είχα κάνει λάθος. Όμως ήμουν αρκετά σίγουρος, πως είχα βάλει κάτω πρώτα το Μάγο. Ξαναπήρα όλα τα χαρτιά κι έβαλα ξανά κάτω, σταθερά, εκεί πάνω στο τραπέζι το Μάγο και τον σκέπασα ξανά με δύο από τα μικρά χαρτιά και συνέχισα να στρώνω τα υπόλοιπα μέχρι και το τελευταίο. Όταν σήκωσα εκείνο που σκέπαζε το Μάγο δεν βρήκα από κάτω τίποτα, ήταν βέβαια ένα χαρτί, αλλά ήταν άσπρο. Εγώ δεν πιστεύω στις μαντείες και στις τύχες αλλά είχα θετικά την αίσθηση πως κάποιος, κάπου έξω, μακριά, μου φώναζε δυνατά και αποφασιστικά να κοιτάξω τη δουλειά μου και να μην ανακατεύομαι. Κοίταξα το ρολόι μου. Ήταν μεσάνυχτα. Καλή ώρα για φαντάσματα και πνεύματα αλλά και καλή ώρα για ύπνο. Αύριο θα πήγαινα οπωσδήποτε να ρίξω μια ματιά σ' αυτά που η Κάρεν Τάντυ είχε βάλει στο φάκελο για μένα.
Κεφάλαιο Δύο Μέσα στο Σκοτάδι Την άλλη μέρα το πρωί ήταν Σάββατο, ο ήλιος βγήκε χρυσαφένιος γύρω στις δέκα και μισή και οι χιονισμένοι δρόμοι άρχισαν να μεταβάλλονται σε σωρούς από καφετιά λάσπη. Ήταν ακόμα παγωνιά και η Κούγκαρ μου έσβησε δυο φορές στο δρόμο για το νοσοκομείο των Αδελφών της Ιερουσαλήμ. Οι διαβάτες λασπωνόντουσαν πάνω στα βρώμικα πεζοδρόμια τυλιγμένοι με τα παλτά τους και τις κουκούλες τους, απρόσωπες, μαύρες φιγούρες, που είχαν βγει από ένα χειμωνιάτικο όνειρο. Παρκάρισα ακριβώς έξω από το νοσοκομείο και μπήκα στην αίθουσα υποδοχής. Ήταν ζεστά και όμορφα εκεί μέσα με τα χοντρά χαλιά, τις φοινικιές μέσα σε γλάστρες και τις μουρμουριστές κουβέντες. Έμοιαζε περισσότερο με κέντρο διακοπών, παρά με ίδρυμα για αρρώστους. Με υποδέχτηκε μια έξυπνη νέα κυρία με μια κάτασπρη ατσαλάκωτη στολή και με κάτασπρα γερά δόντια. - Μπορώ να σας βοηθήσω; - Ναι, πιστεύω πως μπορείτε. Κάποιος θα άφηνε έναν φάκελο για μένα σήμερα το πρωί. Ονομάζομαι Έρσκιν. - Ένα λεπτό παρακαλώ. Πήγε σ' ένα σωρό από πράγματα και κάρτες και τελικά γύρισε με έναν μικρό άσπρο φάκελο. - Ο απίθανος Έρσκιν; διάβασε με το ένα της φρύδι σηκωμένο. - Έβηξα λίγο αμήχανος. - Απλώς ένα υποκοριστικό. Ξέρετε... - Έχετε καμιά ταυτότητα πάνω σας κύριε; - Έψαξα στις τσέπες μου. Η άδεια οδηγήσεως ήταν στο σπίτι, το ίδιο και οι πιστωτικές μου κάρτες. Τέλος βρήκα μια κάρτα επαγγελματική και της
την έδειξα. Η κάρτα έγραφε: «Ο απίθανος Έρσκιν. Διαβάζει την τύχη. Προβλέπει το μέλλον. Εξηγεί τα όνειρα». - Πιστεύω πως είσαστε ο ίδιος, είπε με χαμόγελο και μου έδωσε το γράμμα. Περίμενα να φτάσω πρώτα στο διαμέρισμα μου για να εξετάσω το φάκελο. Τον έβαλα στο τραπέζι και άρχισα να τον κοιτάζω από κοντά. Είχε ακριβώς το γραφικό χαρακτήρα που περίμενες από ένα μορφωμένο κορίτσι, όπως ήταν η Κάρεν Τάντυ, σταθερός, καθαρός και θαρραλέος. Μου άρεσε ιδιαίτερα ο τρόπος που είχε γράψει το Απίθανος. Βρήκα ένα ψαλίδι για τα νύχια μέσα στο συρτάρι του τραπεζιού και έκοψα το φάκελο στο μάκρος του. Μέσα υπήρχαν τρία - τέσσερα φύλλα με γραμμές, που έμοιαζαν σαν να τα είχαν σκίσει από ένα μπλοκ από αυτά που έχουν οι γραμματείς. Υπήρχε ένα σύντομο γράμμα μαζί μ' αυτά με το γραφικό χαρακτήρα της Κάρεν Τάντυ: «Αγαπητέ κύριε Έρσκιν. Είδα το ίδιο όνειρο χτες βράδυ, πολύ πιο ζωντανό από πριν. Προσπάθησα να θυμηθώ κάθε λεπτομέρεια και δύο πράγματα ήταν πολύ εντυπωσιακά. Η παραλία είχε ένα περίεργο σχήμα, που το έχω ζωγραφίσει εδώ. Επίσης ζωγράφισα το πλοίο με τα πανιά και όσο μπορούσα να θυμηθώ, τη σημαία. Το αίσθημα του φόβου ήταν πολύ πιο έντονο και η αίσθηση πως έπρεπε να δραπετεύσω τρομερά δυνατή. Μόλις συνέρθω από την εγχείρηση θα σας επισκεφτώ για να δούμε τι σκέπτεστε πάνω σ' αυτό. Η φίλη σας Κάρεν Τάντυ». Άνοιξα τα φύλλα από το σημειωματάριο και τα εξέτασα προσεκτικά. Ο αυτοσχέδιος χάρτης της ακτής δεν βοηθούσε σε τίποτα. Ήτανε απλώς λίγο πιο κυματιστή η γραμμή της, κάτι που θα μπορούσε να υπάρχει οπουδήποτε στον κόσμο. Το σκίτσο όμως του πλοίου ήτανε πολύ πιο ενδιαφέρον. Είχε πολλές λεπτομέρειες. Η σημαία ήταν επίσης πολύ καλή. Θα υπήρχαν πολλά βιβλία για ιστιοφόρα στη βιβλιοθήκη καθώς και βιβλία για σημαίες. ίσως, αν ήμουνα τυχερός να μπορούσα ν' ανακαλύψω τι είδους πλοίο ήτανε πραγματικά αυτό. Αν πραγματικά ήτανε πλοίο και όχι δημιούργημα της φαντασίας, που το προκαλούσε ο όγκος της Κάρεν Τάντυ.
Κάθισα εκεί αρκετή ώρα μελετώντας ξανά και ξανά την παράξενη περίπτωση της «φίλης μου Κάρεν Τάντυ». Ήθελα να τρέξω στη βιβλιοθήκη να ψάξω για το πλοίο αλλά ήταν σχεδόν έντεκα και μισή και η κυρία Χέρτζ, μια άλλη ηλικιωμένη κυρία με περισσότερα χρήματα από μυαλό, θα ερχόταν από στιγμή σε στιγμή. Η κυρία Χέρτζ ενδιαφερόταν ιδιαίτερα αν θα είχε τίποτα φασαρίες με τους εκατοντάδες συγγενείς της, που όλους τους ανάφερε στη διαθήκη της. Μετά από κάθε συνεδρίαση που είχαμε, πήγαινε στο δικηγόρο της και άλλαζε το κληροδότημα του καθενός. Ο δικηγόρος της έχει κάνει τόσα πολλά λεφτά από τις κωδικοποιήσεις και τροποποιήσεις, που τα Χριστούγεννα που μας πέρασαν μου έστειλε ένα κιβώτιο ουίσκι Johnnie Walker -Black Label. Άλλωστε τόσο αυτός όσο κι εγώ κάνουμε σχεδόν την ίδια δουλειά. Στις έντεκα και μισή ακριβώς χτύπησε το κουδούνι της πόρτας. Κρέμασα το σακάκι μου στη ντουλάπα, πήρα τη μακριά μου πράσινη ρόμπα, έβαλα το καπέλο μου ψηλά στο κεφάλι κι ετοιμάστηκα να υποδεχτώ την κυρία Χέρτζ με το συνηθισμένο μυστικιστικό μου τρόπο. - Περάστε, κυρία Χέρτζ. Σήμερα είναι ένα θαυμάσιο πρωινό για κάθε τι το μυστηριακό. Η κυρία Χέρτζ θα έπρεπε να είναι πάνω από εβδομήντα πέντε χρόνων. Ήταν χλωμή, ρυτιδιασμένη, με χέρια και νύχια σαν της κότας και μεγεθυντικούς φακούς στα μάτια της, που ήταν σαν όστρακα μέσα σε γυάλα με χρυσόψαρα. Μπήκε μέσα τρέμοντας και στηριγμένη στο μπαστουνάκι της. Μύριζε ναφθαλίνη και λεβάντα. Κάθισε στην πολυθρόνα μ' έναν τρεμουλιαστό αναστεναγμό. - Πώς είσαστε, κυρία Χέρτζ, τη ρώτησα κεφάτα τρίβοντας τα χέρια μου. Πως πάνε τα όνειρα; Δεν είπε λέξη γι' αυτό κι εγώ προχώρησα, μ' ένα σήκωμα των ώμων, να πάρω την τράπουλα Ταρό. Καθώς την ανακάτευα, προσπαθούσα να βρω τη λευκή κάρτα που είχα γυρίσει το περασμένο βράδυ, αλλά δεν υπήρχε ούτε ίχνος της. Οπωσδήποτε θα είχα κάνει κάποιο λάθος από την πολλή μου κούραση, χωρίς όμως να έχω απόλυτα πειστεί γι' αυτό. Παρόλο που εξασκώ αυτό το επάγγελμα, δεν παραδίνομαι εύκολα σε τέτοιες μυστικιστικές εμπειρίες. Απλωσα τα χαρτιά στο τραπέζι και ζήτησα από την κυρία Χέρτζ να σκεφτεί μια ερώτηση, που θα ήθελε να μου κάνει. - Πάει καιρός από τότε που μελετούσαμε την περίπτωση του ανιψιού σας, του Στάνλεϋ, της υπενθύμισα. Τι θα λέγατε να ερευνήσουμε λίγο τα
σούρτα - φέρτα αυτού του σπιτικού; Ή μήπως θέλετε να δούμε για τη νύφη σας την Αγνή; Εκείνη δεν απάντησε. Ούτε καν με κοίταξε. Έμοιαζε σα να κοίταζε πέρα σε μια γωνιά του δωματίου, χαμένη μέσα σ' ένα από τα όνειρα της. -Κυρία Χέρτζ; είπα και σηκώθηκα. Κυρία Χέρτζ, έστρωσα τα χαρτιά για την υπόθεση σας. Πήγα κοντά της και έσκυψα να δω το πρόσωπο της. Φαινότανε εντάξει. Ανάπνεε τουλάχιστον. Το τελευταίο πράγμα που μου χρειαζότανε, ήτανε να μου αφήσει εκεί το φάντασμα της μια γριά την ώρα που της έλεγα την τύχη της. Η δημοσιότητα θα ήτανε καταστρεπτική. Ίσως όμως και να συνέβαινε το αντίθετο! Πήρα το γέρικο σαν ερπετό χέρι της μέσα στο δικό μου και είπα ευγενικά: - Κυρία Χέρτζ; Αισθάνεστε καλά; Μήπως θέλετε ένα ποτήρι μπράντυ; Τα μάτια της πλανήθηκαν παράξενα πίσω από τα γυαλιά της, που έμοιαζαν σαν μπουκάλι της κόκα - κόλα. Φαινότανε να κοιτάζει προς τη δική μου κατεύθυνση, αλλά συγχρόνως ήταν σαν να μη με έβλεπε καθόλου. Λες και η ματιά της πέρναγε μέσα από το σώμα μου. Δεν μπόρεσα να μην γυρίσω να δω μήπως ήταν κανείς άλλος μέσα στο δωμάτιο. - Κυρία Χέρτζ, είπα πάλι. Μήπως θέλετε ένα από τα χάπια σας; Κυρία Χέρτζ; Μ' ακούτε; Κυρία Χέρτζ; Ένας αχνός συριστικός ψίθυρος ξέφυγε μέσα από τα μισάνοιχτα χείλη της. Είχα την αίσθηση, πως προσπαθούσε να πει κάτι, αλλά δεν μπορούσα να καταλάβω τίποτα. Η λάμπα του πετρελαίου άρχισε να φτερουγίζει, να τρίζει και δεν μπορούσα να καταλάβω αν κάποιες σκιές, που περνούσαν πάνω από το πρόσωπο της, ήταν παράξενες εκφράσεις δικές της ή όχι. - Μπούουοο, είπε σβησμένα. - Κυρία Χέρτζ, της φώναξα απότομα. Αν αυτό είναι κάποιο αστείο παιχνίδι, καλύτερα να το σταματήσετε. Μη με στενοχωρείτε. Κυρία Χέρτζ, αν δεν συνέρθετε αμέσως τώρα θα φωνάξω ένα ασθενοφόρο. Με καταλαβαίνετε, κυρία Χέρτζ;
- Μπούουου... ψιθύρισε πάλι. Τα χέρια της άρχισαν να τρέμουν και το μεγάλο σμαραγδένιο δαχτυλίδι της έτρεμε κι αυτό καθώς είχε το χέρι της πάνω στο μπράτσο της πολυθρόνας. Τα μάτια της στριφογύριζαν γύρω γύρω και το σαγόνι της έμοιαζε κολλημένο, ορθάνοιχτο. Έβλεπα τη χλωμή λεπτούλα γλώσσα της και μια γέφυρα στα δόντια της, που θα στοίχισε 4.000 δολάρια. - Εντάξει, είπα. Αυτό είναι. Θα φωνάξω ένα ασθενοφόρο, κυρία Χέρτζ. Με βλέπετε; Πάω στο τηλέφωνο. Παίρνω τον αριθμό, κυρία Χέρτζ. Το τηλέφωνο καλεί. Ξαφνικά η γριά πετάχτηκε πάνω. Πήγε ν' αρπάξει το μπαστούνι της, που όμως της έπεσε με κρότο κάτω στο πάτωμα. Άρχισε να κουνιέται και να στριφογυρίζει πάνω στο χαλί, σαν να χόρευε στο ρυθμό κάποιου σκοπού, που εγώ δεν μπορούσα ν' ακούσω. Η τηλεφωνήτρια είπε: - Ορίστε, μπορώ να σας βοηθήσω; Αλλά έβαλα κάτω το ακουστικό και πήγα κοντά στη γριά πελάτισσα μου που πηδούσε σα να χόρευε βαλς. Προσπάθησα να βάλω το χέρι μου γύρω της αλλά με χτύπησε με τα ψωραλέα χέρια της. Πηδούσε, χόρευε, μουρμούριζε και σιγοτραγουδούσε συνέχεια. Δεν ήξερα τι στο διάβολο να κάνω με δαύτη. Θα έπρεπε να είχε ένα είδος παροξυσμού. Αλλά ποτέ μου δεν είδα παροξυσμό σε άρρωστο, που να μοιάζει με κόνγκα γύρω - γύρω στο πάτωμα. - Μπούουου, ψιθύρισε πάλι. Χόρευα κι εγώ τριγύρω της προσπαθώντας να την ακολουθήσω στο ξέφρενο βαλσάκι της. - Τι θέλετε να πείτε με το «Μπούουου...»; τη ρώτησα. Κυρία Χέρτζ δεν κάθεστε σας παρακαλώ κάτω να ηρεμήσετε και να μου πείτε τι στο διάβολο σημαίνει αυτό: Απότομα, όπως άρχισε να χορεύει, έτσι και σταμάτησε. Οι δυνάμεις της φαινότανε να την εγκαταλείπουν σαν ασανσέρ που βουλιάζει προς το ισόγειο. Άπλωσε το χέρι της για να βρει κάτι να στηριχτεί και ευτυχώς της το άρπαξα γιατί αλλιώς θα είχε πέσει ανάσκελα. Οδήγησα απαλά το άκαμπτο γέρικο κορμί πίσω στην πολυθρόνα και γονάτισα δίπλα της. - Κυρία Χέρτζ, δεν θέλω να φωνάζω και να κάνω τον έξυπνο στις πελάτισσες μου αλλά νομίζω πώς πρέπει να σας δει κάποιος γιατρός. Πείτε μου, δε συμφωνείτε πως είναι λογικό και απαραίτητο;
Με κοίταξε σαν να μη με έβλεπε πάλι, το στόμα της τεντώθηκε και άνοιξε ξανά ορθάνοιχτο. Παραδέχομαι πως δεν μπορούσα να την βλέπω κι έστριψα το κεφάλι μου. Το εξωτερικό σ' αυτές τις γριούλες είναι συμπαθητικό, αλλά το εσωτερικό τους, δεν μπορώ να πω πως μ' ευχαριστεί να το βλέπω. - Μπούτ, ψιθύρισε. Μπούτ. - Μπούτ; τη ρώτησα. Τι δουλειά έχουν τα πλοία με όλα αυτά; - Μπούτ, είπε με τρεμουλιαστή φωνή, πολύ πιο διαπεραστική τώρα. Μπούτ. Μπούουουτ! - Θεέ μου, είπα. Κυρία Χέρτζ. Ηρεμήστε παρακαλώ και θα φωνάξω ένα ασθενοφόρο αμέσως. Προσέξτε τώρα, μην κινείστε, κυρία Χέρτζ, Έτσι, πολύ ωραία, πάρα πολύ ωραία, θα περάσει, θα είσαστε μια χαρά, μια χαρά. Σηκώθηκα, πήγα στο τηλέφωνο και πήρα τις πρώτες βοήθειες. Η κυρία Χέρτζ έτρεμε, κουνιότανε και όλο μουρμούριζε για κάποιο «πλοίο, πλοίο» και οι πρώτες βοήθειες έκαναν ένα χρόνο ν' απαντήσουνε. - Μπορώ να σας βοηθήσω; είπε επιτέλους η τηλεφωνήτρια. - Βεβαίως μπορείτε. Κοιτάξτε, χρειάζομαι ένα ασθενοφόρο αμέσως. Έχω μια γριά κυρία εδώ, που έχει ένα είδος παροξυσμού. Είναι πολύ πλούσια, γι' αυτό πείτε τους πως δεν χρειάζεται να φέρουν γύρα ολόκληρο το Μπρόνξ πριν φτάσουν εδώ. Σας παρακαλώ γρήγορα, φοβάμαι πως θα πεθάνει. Έδωσα τη διεύθυνση μου, τον αριθμό τηλεφώνου μου και ξαναγύρισα στην κυρία Χέρτζ. Φαίνεται πως οι σπασμοί της είχανε σταματήσει, προς στιγμήν και καθότανε εκεί ήρεμη και παράξενη σαν να σκεφτότανε. - Κυρία Χέρτζ..., είπα. Αυτή γύρισε προς το μέρος μου. Το πρόσωπο της ήταν παράξενο, ακίνητο και αυστηρό. Τα νερουλά μάτια της κοιτούσαν ίσια στα δικά μου. - Ντιμπούουτμιζνίιρ, είπε απότομα. Ντιμπούουτ.
- Κυρία Χέρτζ, κοιτάξτε, σας παρακαλώ, δεν είναι ανάγκη να στεναχωριέστε. Το ασθενοφόρο έρχεται. Καθίστε εκεί σας παρακαλώ και ηρεμήστε. Η κυρία Χέρτζ άρπαξε το μπράτσο της καρέκλας και σηκώθηκε. Δεν μπορούσε να σταθεί όρθια, λες και περπατούσε πάνω σε πάγο. Για μια στιγμή τεντώθηκε και στάθηκε όρθια με τα χέρια της να κρέμονται στα πλάγια, πιο ψηλή και πιο σταθερή από ότι την είχα δει να στέκει ποτέ. - Κυρία Χέρτζ, νομίζω, πως θα ήτανε καλύτερα... Αυτή όμως με αγνόησε και άρχισε να γλιστράει πάνω στο χαλί. Ποτέ πριν δεν είχα δει κανέναν να περπατάει έτσι. Τα πόδια της έμοιαζαν σα να είχαν παγοπέδιλα και γλιστρούσαν πάνω στο πάτωμα σαν να μη το άγγιζαν καθόλου. Γλίστρησε ήσυχα μέχρι την πόρτα και την άνοιξε. - Θα ήταν καλύτερα να περιμένετε, είπα με δυσκολία. Να σας πω την αλήθεια είχα ανατριχιάσει με όλα αυτά και δεν ήξερα καθόλου τι να της πω. Δε φαινότανε να με ακούει ή αν με άκουγε δεν έδινε καμιά σημασία. - Ντιμπούουτ, είπε ξανά με μια τραχιά φωνή. Και μετά γλίστρησε έξω από την πόρτα, στο διάδρομο. Φυσικά πήγα από πίσω της. Αυτό όμως που είδα ήταν τόσο ξαφνικό και τόσο παράξενο, που σχεδόν είπα πως καλύτερα θα ήταν να μην το είχα δει. Σε ένα δευτερόλεπτο ήταν έξω από την πόρτα. Είχα απλώσει το χέρι μου για να την πιάσω αλλά τότε γλίστρησε προς τα κάτω περνώντας όλο το διάδρομο τόσο γρήγορα σαν να έτρεχε. Δεν έτρεχε όμως καθόλου. Έφευγε τρέχοντας μακριά από μένα χωρίς ούτε καν να κουνάει τα πόδια της. - Κυρία Χέρτζ! φώναξα, αλλά η φωνή μου βγήκε παράξενη και πνιγμένη. Ένιωσα έναν απερίγραπτο τρόμο μέσα μου, λες και είδα ένα κάτασπρο πρόσωπο στο παράθυρο μες τη νύχτα. Γύρισε μια φορά όταν έφτασε στο τέλος του διαδρόμου. Στεκότανε στο κεφαλόσκαλο. Φαινότανε σα να προσπαθούσε να με καλέσει μ' ένα της νεύμα ή να σηκώσει το χέρι της - μάλλον σαν να προσπαθούσε να διώξει κάτι παρά να φωνάξει να την βοηθήσω. Μετά εξαφανίστηκε κάτω στα σκαλοπάτια και άκουσα το ξερό γέρικο κορμί της να πέφτει χτυπώντας από σκαλοπάτι σε σκαλοπάτι.
Έτρεξα σαν τρελός εκεί που τελείωνε ο διάδρομος. Πόρτες ανοίγανε η μία πίσω από την άλλη. Περίεργες και ανήσυχες φάτσες ξεπρόβαλαν από τις πόρτες. Κοίταξα κάτω στα σκαλοπάτια. Η κυρία Χέρτζ ήτανε ξαπλωμένη εκεί και το σώμα της είχε στρίψει παράξενα, ενώ τα πόδια της είχανε σχηματίσει κάποιες περίεργες γωνίες. Έτρεξα κάτω, γονάτισα δίπλα της και έπιασα τον καρπό του χεριού της, πού ήτανε σαν καλαμάκι. Τίποτα, καθόλου σφυγμός. Σήκωσα το κεφάλι της και από το στόμα της ξεχύθηκε ένα ρυάκι από άφθονο αίμα. - Είναι καλά; είπε κάποιος από τους γείτονες μου, πάνω από τα σκαλιά. Τι συνέβη; - Έπεσε, του είπα. Είναι εβδομήντα πέντε χρόνων. Δεν την κρατούσαν καλά τα πόδια της. Νομίζω πως είναι νεκρή. Έχω φωνάξει ήδη ένα ασθενοφόρο. - Ω, Θεέ μου! είπε μια γυναίκα. Δεν μπορώ να βλέπω πεθαμένους. Σηκώθηκα επάνω, τράβηξα με μανία την πράσινη μακριά μου ρόμπα. Δεν μπορούσα να πιστέψω τίποτα από όλα αυτά· νόμισα πως ξύπνησα για μια στιγμή, πως ήταν ακόμα πρωί, πως ήμουνα ξαπλωμένος στο κρεβάτι μου και φορούσα τις μεταξωτές τουρκουάζ πυτζάμες μου. Κοίταξα όμως κάτω και είδα την κυρία Χέρτζ ζαρωμένη, γριά και σβησμένη, σαν ένα χλωμό ξεφουσκωμένο μπαλόνι και μ' έπιασε αναγούλα. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο της Ομάδας Ανθρωποκτονίας, ήταν ατσίδα. Έβγαλε το συμπέρασμα, πως ή κυρία Χέρτζ μου είχε αφήσει κάτι στη διαθήκη της αλλά επειδή δεν το βρήκα αρκετό για μένα, την έσπρωξα από τις σκάλες. Ο επιθεωρητής κάθισε μονοκόμματα στην πολυθρόνα μου, φορώντας το σκληρό, μαύρο αδιάβροχο του, με τα μαύρα σαν βούρτσα κομμένα μαλλιά του, κολλημένα στις γωνιές και προσπαθούσε να διαβάσει ένα τσαλακωμένο κομμάτι χαρτί. - Εδώ λέει ότι δικαιούστε ένα ζευγάρι βικτοριανά βάζα, είπε ρουφώντας τη μύτη του. Έχουμε κάποιον για να ελέγξει την αξία τους τώρα αμέσως, αν και δεν φαίνεστε να είσαστε από αυτό το είδος των ανθρώπων που θα καθάριζαν μια γριά γυναίκα για ένα βάζο. Σήκωσα τους ώμους μου.
- Οι γριές σαν του λόγου της είναι το ψωμοτύρι μου και δεν πετάς το ψωμοτύρι σου κάτω από τις σκάλες. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο σήκωσε το κεφάλι του. Είχε ένα πλατύ κεφάλι σαν κολοκύθι, σαν τραγουδιστής της όπερας, που τα φέρνει δύσκολα. Έξυσε τ' αγκαθωτά μαλλιά του σκεφτικός και έριξε μια ματιά γύρω στο δωμάτιο. - Είστε από αυτούς τους χειρομάντεις, αν δεν απατώμαι. - Ακριβώς. Δεν απατάστε. Χαρτιά Ταρό, φύλλα τσαγιού, να τέτοια πράγματα. Οι περισσότερες από τις πελάτισσες μου είναι ηλικιωμένες κυρίες σαν την κυρία Χέρτζ. Δάγκωσε τα χείλη του και είπε: - Φυσικά. Είπατε πως δεν συμπεριφερότανε καλά όλο το διάστημα που ήταν εδώ; - Ναι, θέλω να πω, πώς κάτι δεν πήγαινε καλά από τη στιγμή που μπήκε εδώ μέσα. Είναι αρκετά γριά κι αδύνατη αλλά συνήθως τα καταφέρνει να κουβεντιάζει αρκετά και να μου λέει πως τα πάει. Αυτή τη φορά όμως όταν μπήκε μέσα, κάθισε και δεν είπε λέξη. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο κοίταξε το κομμάτι του χαρτιού. - Της λέτε συχνά την τύχη της; Αυτό που θέλω να πω είναι μήπως υπήρχε κάποιος λόγος που να ήθελε να αυτοκτονήσει; Τίποτα άσχημα νέα στα φύλλα του τσαγιού; - Ούτε κατά διάνοια. Δεν είχα ακόμη στρώσει τα χαρτιά. Μόλις μπήκε μέσα κάθισε κάτω και άρχισε να μουρμουρίζει για Μπουτς. - Μπούτς; Τι θέλετε να πείτε μ' αυτό; - Δεν ξέρω. Αυτή όλο έλεγε μπούτ, μπούτ'. Μη με ρωτάτε εμένα. - Μπούτ; σούφρωσε τα φρύδια του ο υπαστυνόμος Μαρίνο. Με τι τρόπο το έλεγε; Ακουγότανε σαν όνομα; Μήπως ακουγότανε σαν να προσπαθούσε να σας πει για κανέναν νέο που να λεγότανε Μπούτ; Προσπάθησα να σκεφτώ ζουλώντας τη μύτη μου. - Δε νομίζω. Θέλω να πω δεν ακουγότανε σαν όνομα. Αλλά φαινότανε πολύ στεναχωρημένη γι' αυτό, ότι και να ήτανε.
Ο υπαστυνόμος Μαρίνο έδειχνε να τον ενδιαφέρει πολύ. - Στεναχωρημένη; Πως στεναχωρημένη; - Τι να σας πω, δεν είναι και τόσο εύκολο, ειλικρινά. Μπήκε μέσα, κάθισε και άρχισε όλα αυτά τα μπούτ και μετά βγήκε από την πόρτα και έτρεξε στο διάδρομο. Προσπάθησα να τη σταματήσω αλλά ήταν πάρα πολύ πιο γρήγορη από μένα. Έκανε σαν ένα νεύμα με το χέρι της για λίγο και μετά έπεσε από τα σκαλοπάτια. Ο επιθεωρητής σημείωσε κάνα δυο πράγματα. Μετά είπε: - Έτρεξε; Άνοιξα διάπλατα τα χέρια μου. - Μην με ρωτήσετε πως, γιατί ούτε κι εγώ μπόρεσα να το καταλάβω. Αλλά μπορώ να σας πω, πως έτρεχε στο διάδρομο σαν κορίτσι δεκαπέντε χρόνων. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο έσμιξε τα φρύδια του. - Κύριε Έρσκιν, η νεκρή ήταν εβδομήντα πέντε χρόνων. Περπατούσε με μπαστούνι. Και προσπαθείτε να μου πείτε πως έτρεχε στο διάδρομο; Έτρεχε; - Αυτό ακριβώς σας είπα. - Ελατέ τώρα, κύριε 'Έρσκιν, δεν νομίζετε πως αφήνετε τη φαντασία σας να οργιάζει; Δεν πιστεύω, πως τη σκοτώσατε, αλλά σίγουρα δεν πιστεύω και πως έτρεχε. Κοίταξα κάτω στο πάτωμα. Θυμήθηκα τον τρόπο που η κυρία Χέρτζ γλιστρούσε βγαίνοντας από το δωμάτιο και πως χανότανε έξω στο διάδρομο σαν να έτρεχε πάνω σε σιδηροδρομικές γραμμές. - Για να είμαι ειλικρινής, δεν εννοώ ακριβώς, πως έτρεχε, του είπα. - Τότε τι έκανε; ρώτησε υπομονετικά ο υπαστυνόμος Μαρίνο. Περπατούσε μήπως; Σερνότανε; -Όχι, δεν περπατούσε, ούτε σερνότανε. Γλιστρούσε. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο ήταν έτοιμος να το σημειώσει, αλλά η πέννα του σταμάτησε ένα όγδοο της ίντσας από το χαρτί. Έβγαλε ένα χαμηλό
μουγκρητό, γέλασε μ' ένα μορφασμό και έχωσε το χαρτί στο παλτό του. Σηκώθηκε απάνω και ήρθε κοντά μου με ένα χαμόγελο επιείκειας στο πρόσωπο του. Ακουστέ, κύριε Έρσκιν, πάντα υπάρχει ένα σοκ, όταν πεθαίνει κάποιος. Δημιουργεί διάφορα τρυκ στο μυαλό. Εσείς θα έπρεπε να το ξέρετε, είναι η δουλειά σας. Ίσως να νομίζετε, πως είδατε κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που πραγματικά συνέβη. Μάλιστα, είπα βλακωδώς. Μπορεί να είναι Άπλωσε το χοντρό του χέρι στον ωμό μου με ένα φιλικό σφίξιμο.
έτσι.
- Θα γίνει νεκροψία για να προσδιορίσουν την αίτια του θανάτου, αλλά αμφιβάλλω, αν θα βγάλουν τίποτα περισσότερο. Μπορεί να σας στείλω ξανά κανέναν για να σας ρωτήσει ένα - δυο ακόμα ερωτήσεις. Πάντως να ξέρετε ότι δεν σας βαραίνει τίποτα. Θα σας ζητούσα να μην φύγετε από την πόλη αυτή για μια - δυο μέρες, αλλά μη νομίζετε πως είσαστε υπό κράτηση ή κάτι τέτοιο. Κούνησα το κεφάλι μου. - Εντάξει υπαστυνόμε. Καταλαβαίνω. ξεκαθαρίσατε τόσο γρήγορα.
Σας
ευχαριστώ
που
τα
- Χαρά μου. Λυπάμαι μόνο που η πελάτισσα σας έφυγε για τον κόσμο των πνευμάτων μ' αυτόν τον τρόπο. Κατάφερα να χαμογελάσω αμυδρά μ' ένα μορφασμό. - Είμαι σίγουρος, πως θα έρχεται σε επαφή μαζί μου, είπα. Δεν μπορείς να κρατήσεις κάτω ένα καλό πνεύμα. Είμαι σίγουρος πως ο υπαστυνόμος Μαρίνο σκέφτηκε πως ήμουνα εντελώς για δέσιμο ή τουλάχιστον πως άρχισα να τρελαίνομαι. Έβαλε το καπέλο πάνω στα μαλλιά του, που ήταν σα φράχτης, και προχώρησε στην πόρτα. - Γεια σας, λοιπόν, κύριε Έρσκιν. Αφού έφυγε, κάθισα και σκέφτηκα για λίγο. Μετά πήρα στο τηλέφωνο το Νοσοκομείο των Αδελφών της Ιερουσαλήμ. - Εμπρός, είπα, θα ήθελα πληροφορίες για μία ασθενή σας. Τη δεσποινίδα Κάρεν Τάντυ.
Ήρθε σήμερα το πρωί για εγχείρηση. - Μην κλείσετε παρακαλώ. Είσαστε συγγενής της; - Μάλιστα είπα ψέματα. Είμαι θείος της. Μόλις έφτασα στην πόλη και άκουσα πως είναι άρρωστη. - Ένα λεπτό παρακαλώ. Έπαιζα ταμπούρλο τα δάχτυλα μου πάνω στο τραπέζι, καθώς περίμενα. Οι αμυδροί θόρυβοι του νοσοκομείου έφταναν μέσα από τη γραμμή και μπορούσα ν' ακούω κάποιον που καλούσε... ο δόκτωρ Χιούζ παρακαλώ, δόκτωρ Χιούζ. Μετά από ένα ή δύο λεπτά μια άλλη φωνή είπε: - Μην κλείσετε παρακαλώ, και με συνέδεσαν με κάποια άλλη γραμμή. Τελικά μια ένρινη γυναικεία φωνή είπε: - Μπορώ να σας βοηθήσω; Αν κατάλαβα καλά, θέλετε πληροφορίες για τη δεσποινίδα Κάρεν Τάντυ. - Ακριβώς. Είμαι ο θείος της. Άκουσα πως έκανε εγχείρηση σήμερα το πρωί και θα ήθελα να ρωτήσω αν είναι καλά. - Ξέρετε, λυπάμαι κύριε, αλλά ο Δρ. Χιούζ μου είπε πώς υπάρχει μια μικρή ανωμαλία. Η δεσποινίς Τάντυ βρίσκεται ακόμα υπό νάρκωση και πρόκειται να έρθει ένας άλλος ειδικός να την κοιτάξει. - Ανωμαλία; είπα. Τι είδους ανωμαλία; - Λυπάμαι κύριε, αλλά δεν μπορώ να σας πω από το τηλέφωνο. Αν θέλετε να περάσετε από δω, θα μπορούσα να σας κλείσω ένα ραντεβού με τον Δρ. Χιούζ. - Μμμ, είπα, όχι, δεν πειράζει. Ίσως τηλεφωνήσω αύριο να δω πως είναι. - Πολύ καλά κύριε. Στη διάθεση σας. Κατέβασα το ακουστικό. Ίσως δεν έπρεπε να στεναχωριέμαι, αλλά δεν μπορούσα να το αποφύγω. Ο παράξενος τρόπος που έπεσαν τα χαρτιά χτες τη νύχτα και αυτό το εκνευριστικό επεισόδιο με την κυρία Χέρτζ, μαζί με τα παράξενα όνειρα της Κάρεν Τάντυ και της θείας της, όλα αυτά με έκαναν να αισθάνομαι αναγούλα αφ' ενός και να μου δημιουργούν
υπόνοιες αφ' ετέρου. Λες να υπάρχει κάτι εκεί πέρα, κάποιο ισχυρό και εχθρικό πνεύμα; Πήγα πίσω στο πράσινο τσόχινο τραπέζι και έβγαλα ξανά το γράμμα και τα σχέδια της Κάρεν Τάντυ. Η ακτή, το πλοίο και η σημαία. Τρία σκίτσα που απεικόνιζαν ακτές μέσα στη νύχτα. Τρία φανταστικά κλειδιά σ' ένα πρόβλημα που ίσως να μην υπήρχε καθόλου. Τα έχωσα στην τσέπη μου, πήρα τα κλειδιά του αυτοκινήτου μου και πήγα να ρίξω μια ματιά γι' αυτά στη βιβλιοθήκη. Ήτανε σχεδόν η ώρα που έκλεινε, όταν έφτασα στη βιβλιοθήκη και παρκάρισα τη Κούγκαρ μου σ' ένα μικρό μέρος γεμάτο λάσπη. Ο ουρανός είχε ένα σκουροπράσινο μολυβί χρώμα, πράγμα που προμηνούσε ότι ερχότανε περισσότερο χιόνι, ενώ ένας τσουχτερός αέρας γλιστρούσε μέσα από το παλτό μου. Κλείδωσα το αμάξι, τσαλαβούτηξα μέχρι τον αστράγαλο στις λάσπες μέχρι που έφτασα στις ξύλινες πόρτες της ζεστής βιβλιοθήκης. Το κορίτσι πίσω από το γραφείο έμοιαζε περισσότερο σαν γυναίκα συνταξιούχο παρά σαν βιβλιοθηκάριος. Φορούσε ένα στενό κόκκινο βελούδο κοτλέ με τα μαύρα της μαλλιά σηκωμένα ψηλά και με δόντια αλογίσια. - Ψάχνω για πλοία, της είπα, δίνοντας μια κλωτσιά στα παπούτσια μου να πετάξω το χιόνι. - Γιατί δεν πάτε στα λιμάνια; Εδώ έχουμε μόνο βιβλία. - Χα! χα! απάντησα ψυχρά. Θα μου πείτε τώρα που είναι τα πλοία; - Επάνω στο πέμπτο ή στο έκτο ράφι. Κάτω από τα γράμματα ΠΛ, όπως λέμε Π λα φι. Την κοίταξα κατάπληκτος. - Δεν μου λέτε, σκεφτήκατε ποτέ να παίξετε σε κωμειδύλλιο; τη ρώτησα. - Το κωμειδύλλιο έχει πεθάνει, απάντησε αυτή. - Το ίδιο και τ' αστεία σας, της είπα εγώ και έφυγα για να ψάξω για τα πλοία. Ξέρετε κάτι; Ποτέ μου δεν φανταζόμουνα πώς υπήρχαν τόσα διαφορετικά είδη πλοίων. Νόμιζα πως υπήρχαν δυο - τρεις ποικιλίες,
μεγάλα, μικρά και αεροπλανοφόρα. Αλλά όταν άρχισα να ξεφυλλίζω γύρω στα δέκα πέντε βιβλία για το ναυτικό εξοπλισμό και τις μηχανές, άρχισα να έχω μια ιδιαίτερη εκτίμηση στο μέγεθος της αποστολής μου. Υπήρχαν οι Αραβικές γολέτες και τα κουρσάρικα πλοία, βάρκες και τρεχαντήρια, φρεγάτες και κορβέτες, καταδρομικά και καϊκάκια, σκούνες και πλοιαράκια πρωτόγονα φτιαγμένα από δέρμα, μαούνες και ρυμουλκά και άντε να τα ονομάσεις όλα αυτά. Σχεδόν τα μισά από αυτά έμοιαζαν ακριβώς σαν της Κάρεν Τάντυ το μικρό σκίτσο. Πέτυχα από τύχη σχεδόν, το σωστό. Είχα ξεχωρίσει ένα αριθμό από έξι επτά βιβλία, όταν μου έπεσαν όλα και έσκασαν στο πάτωμα με θόρυβο. Ένας ηλικιωμένος κύριος με γυαλιά, που μελετούσε έναν πελώριο τόμο για σφραγίδες (στα γράμματα ΣΦ) γύρισε και με κοίταξε καθώς είχα σκύψει στο πάτωμα. - Με συγχωρείτε, είπα, με φανερή στεναχώρια και τα μάζεψα. Και νάτο, βρισκόταν εκεί, κάτω από τη μύτη μου. Το ίδιο ακριβώς πλοίο. Κατά τη γνώμη μου όλα τα παλιά ιστιοφόρα ήσαν «γαλέρες» και έμοιαζαν μεταξύ τους, αλλά υπήρχε κάτι το διακριτικό στο σχήμα αυτού του σκάφους και στα πανιά του έτσι όπως ήσαν βαλμένα. Ήμουνα σίγουρος ότι ήταν το πλοίο που η Κάρεν Τάντυ είχε δει στο όνειρο της. Κάτω από τη φωτογραφία ήταν ή εξήγηση: Ολλανδέζικο πολεμικό πλοίο γύρω στα 1650. Μια ανατριχίλα ανέβηκε στο λαιμό μου. "Ολλανδέζικο! Μα τι μουρμούριζε η κυρία Χέρτζ εκεί στο διαμέρισμα μου; «Ντί μπούτ μινζίιρ, ντίμπούουτ». Έβαλα το βιβλίο με τα πλοία κάτω από τη μασχάλη μου και πήγα κάτω στον ξενόγλωσσο τομέα. Έβγαλα ένα Αγγλικό - Ολλανδέζικο λεξικό, ξεφύλλισα τις σελίδες και να, η λέξη Ν τ ί μπούουτ, το πλοίο. Τώρα κοιτάξτε, είμαι λογικός και δίκαιος, όπως ο διπλανός μου, αλλά αυτό είναι παραπάνω από σύμπτωση. Η Κάρεν Τάντυ είχε εφιάλτες για κάποιο Ολλανδέζικο πλοίο του 17ου αιώνα και μετά η γριά κυρία Χέρτζ άρχισε να έχει φαντασιώσεις ή ο Θεός ξέρει τι, για το ίδιο ακριβώς πράγμα. Πως και γιατί ήσαν ασφαλώς ερωτήσεις, στις όποιες δεν μπορούσα να απαντήσω, αλλά μου φαίνεται, πως η κυρία Χέρτζ σκοτώθηκε από αυτό που ενέσκηψε σ� αυτήν, ότι και να ήταν αυτό. Ίσως το ίδιο πράγμα μπορούσε να συμβεί και στην Κάρεν Τάντυ.
Πήγα πίσω στο τραπέζι και κοίταξα το βιβλίο με τα πλοία. Εκείνη με τα αλογίσια δόντια και τα μαύρα μαλλιά που έμοιαζε πιο πολύ με παλιογυναίκα, μου έστειλε ένα απαίσιο σαν μορφασμό χαμόγελο, που με έκανε να αισθανθώ χειρότερα. Μια γυναίκα σαν κι αυτή και μόνο έφτανε να σου δώσει εφιάλτη τέτοιο, που να μην χρειάζεται να ανησυχείς πια για τα μυστηριώδη ιστιοφόρα ενός άλλου αιώνα. - Καλό διάβασμα, μου χαμογέλασε μ' εκείνο το φριχτό της χαμόγελο και της γύρισα τα μούτρα. Έξω, βρήκα ένα τηλεφωνικό θάλαμο, αλλά έπρεπε να περιμένω μέσα στον παγωμένο αέρα και το χιόνι, όση ώρα μια χοντρή κοντή γυναίκα τηλεφωνούσε στην άρρωστη αδελφή της στη Μιννεζότα. Ήταν· από εκείνες τις συνδιαλέξεις που τραβάνε σε μάκρος, και εκεί που νομίζεις πως τελειώνει, αρχίζει ξανά από την αρχή. Τέλος αποφάσισα να της χτυπήσω το τζάμι, η γυναίκα με κοίταξε και επιτέλους τελείωσε τον επικό της διάλογο. Μπήκα στον τηλεφωνικό θάλαμο κι έριξα μέσα στη σχισμή το νόμισμα μου. Σχημάτισα τον αριθμό του Νοσοκομείου των Αδελφών της Ιερουσαλήμ και ζήτησα τον Δρ. Χιούζ. Έπρεπε να περιμένω τέσσερα ως πέντε λεπτά, χτυπώντας τα παγωμένα πόδια μου στο πάτωμα, για να διευκολύνω την κυκλοφορία, όταν επιτέλους ο γιατρός απάντησε. - Δρ. Χιούζ εδώ, μπορώ να σας βοηθήσω; - Δεν με γνωρίζετε Δρ. Χιούζ, είπα. Λέγομαι Χάρρυ Έρσκιν και είμαι ωροσκόπος. - Τι είσθε; - Ωροσκόπος, μάντης. Ξέρετε λέω την τύχη, ρίχνω τα χαρτιά, τέτοια πράγματα... - Λυπούμαι, κύριε Έρσκιν, αλλά... - Σταθείτε σας παρακαλώ, τον διέκοψα. Ακουστέ με, παρακαλώ, ένα λεπτό. Χτες με επισκέφτηκε κάποια δική σας ασθενής, μια κοπέλα, η Κάρεν Τάντυ. - Αλήθεια;
- Δρ. Χιούζ, η δεσποινίς Τάντυ μου είπε, πως από τότε που αισθάνθηκε για πρώτη φορά αυτόν τον όγκο, είχε συνεχώς τον ίδιο εφιάλτη, που ξαναερχότανε στον ύπνο της. - Αυτό δεν είναι ασυνήθιστο, είπε ο Δρ. Χιούζ με ανυπομονησία. Πολλοί ασθενείς μου έχουν υποσυνείδητα μια διαταραχή εξαιτίας της καταστάσεως τους. - Μα είναι κάτι περισσότερο από αυτό Δρ. Χιούζ. Ο εφιάλτης ήταν πολύ ειδικός και πολύ λεπτομερής, έβλεπε ένα πλοίο. Δεν ήταν ένα οποιοδήποτε παλιό πλοίο. Μου έκανε ένα σκίτσο αυτού του πλοίου και ανακάλυψα, πως είναι ένα πολύ ειδικό πλοίο. Ένα Ολλανδέζικο πολεμικό του 1650 περίπου. - Κύριε Έρσκιν, είπε ο Δρ. Χιούζ. Είμαι πολύ απασχολημένος και δεν ξέρω αν μπορώ να... - Σας παρακαλώ Δρ. Χιούζ, ακουστέ με, του είπα. Σήμερα το πρωί κάποια άλλη πελάτισσα μου, που με επισκέφτηκε άρχισε να μιλάει Ολλανδέζικα για ένα πλοίο. Ήταν ο τύπος της γυναίκας, που δεν θα μπορούσε να καταλάβει έναν Ολλανδό, έστω και αν είχε έρθει φορώντας τα ολλανδέζικα τσόκαρα, για να της προσφέρει ένα μπουκέτο τουλίπες. Ξαφνικά αναστατώθηκε πάρα πολύ, την έπιασε σαν υστερία και μετά είχε ένα ατύχημα. - Τι είδους ατύχημα; - Να, έπεσε από τα σκαλιά. Ήταν εβδομήντα πέντε χρόνων και σκοτώθηκε. Έγινε μια παύση. - Δρ. Χιούζ, είπα. Είσαστε ακόμα εκεί; - Ναι, εδώ είμαι ακόμη. Ακουστέ, κύριε Έρσκιν, γιατί μου τα λέτε όλα αυτά; - Γιατί νομίζω πώς έχει κάποια σχέση με την Κάρεν Τάντυ, κύριε Χιούζ. Μου είπαν σήμερα το πρωί, πως είχε κάποια επιπλοκή. Αυτό το όνειρο έχει ήδη σκοτώσει μία από τις πελάτισσες μου. Ανησυχώ μήπως το ίδιο πράγμα συμβεί ξανά. Άλλη μία παύση, πιο μεγάλη αυτή τη φορά.
Τέλος ο Δρ. Χιούζ είπε: - Κύριε Έρσκιν, αυτό είναι πολύ περίεργο. Δεν θέλω να πω ούτε για μια στιγμή, πως καταλαβαίνω που προσπαθείτε να φτάσετε, αλλά φαίνεται, πως έχετε κάποια ιδέα για την κατάσταση της ασθενούς μου. Θα μπορούσα άραγε να σας πείσω να έρθετε στο νοσοκομείο και να το κουβεντιάσουμε; Ίσως να μην υπάρχει τίποτα σε όλα αυτά, αλλά για να σας πω την αλήθεια, είμαστε σε τρομερό αδιέξοδο με την Κάρεν Τάντυ και οτιδήποτε, έστω σαι το πιο ασήμαντο στοιχείο, ίσως μπορούσε να μας βοηθήσει να καταλάβουμε τι συμβαίνει μ' αυτήν. - Τώρα μιλάτε σωστά, του είπα. Δώστε μου δέκα πέντε λεπτά καιρό και θα είμαι εκεί. Να ζητήσω εσάς; - Ακριβώς, είπε, ο Δρ. Χιούζ κουρασμένα. Να ζητήσετε εμένα. Ώσπου να φτάσω, η λάσπη είχε παγώσει πάλι και οι δρόμοι ήταν γλιστεροί και επικίνδυνοι. Παρκάρισα στο υπόγειο του νοσοκομείου και πήρα το ασανσέρ για την αίθουσα υποδοχής. Το κορίτσι με το χαμόγελο της Κολγκέιτ είπε: - Ώ! γεια σας... Εσείς δεν είστε ο Απίθανος Έρσκιν; - Βεβαίως ο ίδιος, της είπα. Έχω ένα ραντεβού με τον Δρ. Χιούζ. Πήρε το εσωτερικό τηλέφωνο του γραφείου του και μετά με οδήγησε στον 18ο όροφο. Ανέβηκα με το ζεστό, αθόρυβο ασανσέρ και βγήκα σ' ένα διάδρομο με παχύ χαλί. Μία πινακιδούλα πάνω από την πόρτα μπροστά μου έγραφε Δρ. Τζ. Χ. Χιούζ και χτύπησα. Ο Δρ. Χιούζ ήταν ένας κοντός και τόσο εξαντλημένος άνθρωπος, που φαινότανε σα να χρειαζότανε ένα Σαββατοκύριακο στα βουνά. - Κύριε Έρσκιν; είπε σφίγγοντας ασθενικά το χέρι μου. Καθίστε. Θέλετε καφέ; Μήπως προτιμάτε κάτι πιο δυνατό; - Ο καφές είναι ότι πρέπει. Χτύπησε στη γραμματέα του για να μας φέρει τους καφέδες και μετά κάθισε στη μεγάλη περιστροφική μαύρη πολυθρόνα του και έδεσε τα χέρια του πίσω από το κεφάλι του. - Ασχολούμαι με όγκους εδώ και πάρα πολλά χρόνια, κύριε Έρσκιν, και τους ξέρω όλους καλά. Υποτίθεται, πως είμαι ειδικός στον τομέα μου.
Αλλά μπορώ να σας το πω ξεκάθαρα, ότι ποτέ μου δεν έχω δει μία περίπτωση σαν της Κάρεν Τάντυ και είμαι ειλικρινά αναστατωμένος. Άναψα ένα τσιγάρο. - Τι το ιδιαίτερο έχει; - Ο όγκος δεν είναι φυσιολογικός. Χωρίς να μπω σε πάρα πολλές φρικιαστικές λεπτομέρειες, δεν έχει κανένα από τα συνηθισμένα χαρακτηριστικά των στιβάδων του όγκου. Αυτό που έχει η Κάρεν εκεί είναι ένα πρήξιμο, που μεγαλώνει πολύ γρήγορα και που η σύσταση του είναι από σάρκα και οστά. Θα μπορούσε, κατά κάποιο τρόπο, να περιγράψει κανείς τον όγκο αυτό σαν έμβρυο. - Θέλετε να πείτε... ένα μωρό; Θέλετε να πείτε πως έχει ένα μωρό ... πίσω στο λαιμό της; Δεν σας καταλαβαίνω. - Ο Δρ. Χιούζ σήκωσε τους ώμους του. - Ούτε κι εγώ, κύριε Έρσκιν. Υπάρχουν χιλιάδες περιπτώσεις που αναφέρονται σε έμβρυα, που αναπτύσσονται σε λανθασμένο μέρος, όπως στις σάλπιγγες, ή σε διάφορες προσαρτήσεις της μήτρας. Αλλά δεν υπάρχει κανένα προηγούμενο για έμβρυο, που να μεγαλώνει στο λαιμό και σίγουρα δεν υπάρχει προηγούμενο για οποιοδήποτε έμβρυο, που να μεγαλώνει τόσο γρήγορα όσο αυτό. - Την εγχειρήσατε σήμερα το πρωί; Νομίζω πώς επρόκειτο να το βγάλετε. Ο Δρ. Χιούζ κούνησε το κεφάλι του. - Αυτή ήταν η πρόθεση μου. Την είχαμε μάλιστα στο χειρουργικό τραπέζι και τα πάντα ήσαν έτοιμα για την αφαίρεση του. Αλλά αμέσως μόλις ο χειρουργός Δρ. Σνάιθ άρχισε να της κάνει μια τομή, ο σφυγμός της και η αναπνοή της αδυνάτισαν τόσο πολύ, πού αναγκάστηκε να σταματήσει. Θα μπορούσε να έχει πεθάνει μέσα σε δύο - τρία λεπτά. Και αναγκαστήκαμε να περιοριστούμε σε μερικές ακόμα ακτινογραφίες. - Υπήρχε κάποια αίτια γι' αυτό; τον ρώτησα. Θέλω να πω, γιατί αυτή η επιπλοκή; - Δεν ξέρω, είπε ο Δρ. Χιούζ. Κάνω μία σειρά από διάφορα τεστ τώρα, τα όποια ίσως μας δώσουν κάποια απάντηση. Ποτέ μου όμως μέχρι σήμερα
δεν αντιμετώπισα κάτι τέτοιο. Έχουμε όλοι μας πέσει έξω και δεν μπορούμε να δώσουμε μια εξήγηση. Η γραμματεύς του Δρ. Χιούζ μας έφερε δύο φλιτζάνια καφέ και μερικά μπισκότα. Ρουφήξαμε τον καφέ μας, χωρίς να λέμε λέξη για ένα διάστημα και μετά ρώτησα τον Δρ. Χιούζ μια ερώτηση, που θα άξιζε εκατομμύρια. - Δρ. Χιούζ, είπα. Πιστεύετε στη μαύρη μαγεία; Με κοίταξε σκεπτικός. - Όχι, είπε. Δεν πιστεύω. - Ούτε κι εγώ, απήντησα. Αλλά υπάρχει κάτι σ' αυτήν όλη την υπόθεση, που μου χτυπάει σαν κάτι μαγικό. Βλέπετε η θεία της Κάρεν Τάντυ είναι πελάτισσα μου και αυτή επίσης είχε δει το ίδιο είδος ονείρου, όπως η Κάρεν. Όχι, βέβαια, με τόσες πολλές λεπτομέρειες, όχι τόσο τρομαχτικό, αλλά θετικά το ίδιο είδος ονείρου. - Λοιπόν; ρώτησε ο Δρ. Χιούζ. Τι σας λένε όλα αυτά εσάς, πού είσαστε μάντης; Κοίταξα κάτω στο πάτωμα. - Θα σας εξομολογηθώ, τώρα εδώ, Δρ. Χιούζ, ότι δεν είμαι σοβαρός μάντης. Ζω από αυτό, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ. Συνήθως έχω πολλούς ενδοιασμούς για τα πνεύματα και τη μαγεία. Αλλά μου φαίνεται, πως υπάρχει ένα είδος απόκοσμης επίδρασης, που προκαλεί την κατάσταση της Κάρεν. Με άλλα λόγια, κάτι την κάνει να ονειρεύεται αυτά τα όνειρα και ίσως είναι το ίδιο πράγμα, που επηρεάζει τον όγκο της και την υγεία της. Ο Δρ. Χιούζ τον κοίταξε με καχυποψία. - Προσπαθείτε να μου πείτε, πως είναι δαιμονισμένη; Όπως στον Εξορκιστή ή κάτι τέτοιο; - Όχι, δεν νομίζω κάτι τέτοιο. Δεν πιστεύω σ' αυτό το είδος των δαιμόνων. Αλλά πιστεύω θετικά, πως ένα πρόσωπο μπορεί να δεσπόζει με τη δύναμη του ένα άλλο, δια μέσου του μυαλού του, με τη δύναμη της σκέψης του. Και νομίζω, πως κάποιος ή κάποια κυριαρχεί δεσποτικά πάνω στην Κάρεν Τάντυ. Κάποιος της μεταδίδει ένα πνευματικό μήνυμα, ένα μήνυμα που είναι τόσο δυνατό, ώστε να την αρρωσταίνει.
- Αλλά τι σχέση έχει αυτό με τη θεία της και εκείνη τη γριά κυρία, την πελάτισσα σας, εκείνη που έπεσε από τα σκαλιά σήμερα το πρωί; Κούνησα το κεφάλι μου. - Δεν νομίζω πως αυτός ο κάποιος θέλει πραγματικά να τη βλάψει. Είναι όμως, όπως και κάθε άλλο ισχυρό μήνυμα, που στέλνεται από κάποια σημαντική απόσταση και όποιος δέκτης συμβεί να βρίσκεται στην περιφέρεια των κυμάτων μεταφοράς, μπορεί να το πιάσει. Η κυρία Κάρμαν και ή κυρία Χέρτζ ήταν κοντά στην Κάρεν Τάντυ ή σε μέρη που αυτή βρισκόταν και άρπαξαν τα απόνερα, θα έλεγα, από την κυρίως μεταβίβαση. Ο Δρ. Χιούζ έτριψε τα μάτια του και μετά με κοίταξε μισοκλείνοντας τα. - Ωραία... ας υποθέσουμε ότι κάποιος στέλνει ένα μήνυμα στην Κάρεν Τάντυ, με την πρόθεση να την κάνει να αρρωστήσει. Τι είναι αυτό και γιατί τα κάνει αυτά; - Η σκέψη σας δεν είναι μακριά από τη δική μου. Αλλά δεν νομίζετε πως ίσως θα ήταν καλό να κουβεντιάζαμε με την ίδια την Κάρεν; Ο Δρ. Χιούζ άνοιξε διάπλατα τα χέρια του. - Είναι σε πολύ κακή κατάσταση. Οι γονείς της έρχονται αεροπορικώς απόψε για την περίπτωση, που δεν θα ξέρουμε τι να κάνουμε. Αλλά πιστεύω, πως δεν θα χειροτέρευε την κατάσταση της, αν προσπαθούσαμε. Σήκωσε το τηλέφωνο και μίλησε στη γραμματέα του. Σε λίγα λεπτά εκείνη μας τηλεφώνησε και είπε πως είχε τακτοποιήσει την επίσκεψη μας στην Κάρεν. - Φοβάμαι πως θα πρέπει να φορέσετε μια χειρουργική μάσκα, κύριε Έρσκιν, είπε ο Δρ. Χιούζ. Είναι πάρα πολύ αδύνατη και δε θέλουμε να μπούνε στον οργανισμό της τίποτα άλλα μικρόβια. -
Δε με πειράζει.
Κατεβήκαμε στο 10ο πάτωμα και ο Δρ. Χιούζ με οδήγησε σ' ένα δωμάτιο, πού θα μπορούσα να αλλάξω. Καθώς δέναμε τις πράσινες χειρουργικές φόρμες και τις μάσκες, μου εξήγησε, πως ίσως θα χρειαζότανε να μου ζητήσει να φύγω στην περίπτωση, που η κατάσταση της χειροτέρευε.
- Σας αφήνω να τη δείτε, γιατί έχετε κάποια δική σας θεωρία, κύριε Έρσκιν, και οποιοσδήποτε έχει κάποια θεωρία θα μπορούσε να μας βοηθήσει. Αλλά σας προειδοποιώ, πως όλα αυτά είναι εντελώς ανεπίσημα, και δεν έχω να δώσω λογαριασμό σε κανένα για πιο λόγο βρίσκεστε εδώ. - Σας καταλαβαίνω, είπα, και τον ακολούθησα κάτω στο διάδρομο, προς το δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ. Ήταν ένα μεγάλο γωνιακό δωμάτιο, με θέα έξω στη χιονισμένη νύχτα. Οι τοίχοι είχαν αυτό το ανοιχτό φιστικί χρώμα, που έχουν όλα τα νοσοκομεία και δεν υπήρχαν λουλούδια ή άλλη διακόσμηση, εκτός από ένα μικρό πίνακα, που έδειχνε φθινόπωρο στο Νέο Χαμσάιρ. Το κρεβάτι της Κάρεν Τάντυ ήταν περιτριγυρισμένο από χειρουργικά εργαλεία, καθώς ένας ορός έπεφτε σιγά - σιγά στο δεξιό της χέρι. Είχε κλειστά τα μάτια της και φαινότανε τόσο άσπρη και τόσο χλωμή, σαν το μαξιλάρι, πού ακουμπούσε το κεφάλι της. Υπήρχαν μαύροι κύκλοι γύρω από τα μάτια της και μου ήταν πολύ δύσκολο να αναγνωρίσω στο πρόσωπο της το κορίτσι, που είχε έρθει στο διαμέρισμα μου την προηγούμενη νύχτα. Αλλά το πιο φοβερό ήταν ο όγκος της. Είχε μεγαλώσει και πρηστεί και ήταν κιτρινωπός και περιτριγυρισμένος από φλέβες. Θα έπρεπε να είχε το διπλό μέγεθος από την προηγούμενη νύχτα και σχεδόν άγγιζε τους ώμους της πίσω στην πλάτη. Κοίταξα απέναντι μου τον Δρ. Χιούζ και αυτός απλώς κούνησε το κεφάλι του. Τράβηξα μια καρέκλα δίπλα της και άπλωσα το χέρι μου στο μπράτσο της. Ήτανε πολύ κρύο. Κουνήθηκε λίγο και άνοιξε ελαφρά τα μάτια της. - Κάρεν; είπα απαλά. Εγώ είμαι... ο Χάρρυ Έρσκιν. - Γεια, ψιθύρισε. Γεια σου, Χάρρυ Έρσκιν. Έσκυψα πιο κοντά. - Κάρεν, είπα βρήκα το πλοίο. Πήγα στη βιβλιοθήκη, έψαξα και το βρήκα. Τα μάτια της φτερούγισαν και με κοίταξε. - Το βρήκατε...; - Είναι ένα Ολλανδέζικο πλοίο, Κάρεν. Κατασκευασμένογύρω στα 1650. - Ολλανδέζικο; είπε αδύνατα. Δεν ξέρω τι θα μπορούσε ναείναι.
- Είσαι σίγουρη Κάρεν; Είσαι σίγουρη, πως δεν το έχεις συναντήσει ποτέ πριν; Προσπάθησε να κουνήσει το κεφάλι της, αλλά ο εκτεταμένος όγκος την εμπόδιζε. Ήταν ένα τεράστιο εξόγκωμα εκεί πίσω στο λαιμό της, σαν ένα τρομερό κιτρινισμένο φρούτο. Ο Δρ. Χιούζ άπλωσε το χέρι του στον ωμό μου. - Δεν νομίζω, πως προχωρούμε καθόλου, κύριε Έρσκιν. Νομίζω, πως πρέπει να τ' αφήσουμε. Έπιασα το χέρι της Κάρεν πιο σταθερά. - Κάρεν, είπα. Πες μου για το μπούουτ. Τι ξέρεις για το μπούουτμιζνίιρ; - Ποιο; ψιθύρισε. - Ντίμπούουτ, Κάρεν, ντίμπούουτ. Έκλεισε τα μάτια της και νόμιζα, πως ξανακοιμήθηκε, αλλά τότε κάτι φάνηκε να στριφογυρίζει και ν' ανασηκώνεται στο κρεβάτι της. Ο εξογκωμένος άσπρος όγκος ξαφνικά κουλουριάστηκε λες και υπήρχε κάτι ζωντανό μέσα του. - Χριστέ μου, είπε ό Δρ. Χιούζ. Κύριε Έρσκιν καλύτερανα... - Ααααχχχ! μούγκρισε η Κάρεν, Ααααχχχ! Τα δάχτυλα της άδραξαν τα σεντόνια και προσπάθησε να τινάξει το κεφάλι της. Ο όγκος κουνιότανε και κουλουριαζότανε, σαν να είχε αδράξει το πίσω μέρος του λαιμού της και το έσφιγγε. - ΑΑΑΑΑΑΑΑΧΧΧΧΧΧΧ! στρίγκλισε. ΝτίΜΠΟΥΟΥΤΤΤΤΤΤΤ! Τα μάτια της γύρισαν προς εμένα και για ένα παράξενο τρομερό λεπτό, μοιάζανε με τα μάτια κάποιου αλλού - γεμάτα αίμα, άγρια και απόκοσμα. Τότε ο Δρ. Χιούζ χτύπησε το κουδούνι για τη νοσοκόμο και ενώ αυτή ετοίμαζε μια σύριγγα με ηρεμιστικό, εγώ έφυγα τρέχοντας από δίπλα της, στο διάδρομο. Στάθηκα εκεί, ακούγοντας την να στριγκλίζει και να παλεύει εκεί μέσα. Ένιωθα τόσο αβοήθητος και μόνος, όσο δεν ένιωσα ποτέ άλλοτε στη ζωή μου.
Κεφάλαιο Τρία Μέσα από τις Σκιές Λίγα λεπτά αργότερα ο Δρ. Χιούζ βγήκε από το δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ, τραβώντας τα γάντια του και τη μάσκα του με κουρασμένη ανοχή. Πήγα αμέσως κοντά του. - Με συγχωρείτε, του είπα. Δεν περίμενα να έχει αυτό το αποτέλεσμα. Έτριψε το σαγόνι του. - Δεν είναι δικό σας το λάθος. Ούτε και δικό μου. Της έδωσα ένα ελαφρύ ηρεμιστικό που θα την βοηθήσει να καλμάρει. Πήγαμε μαζί στο δωμάτιο, για να βγάλουμε τις χειρουργικές μας φόρμες. - Αυτό που με στενοχωρεί, κύριε Έρσκιν, είπε ο Δρ. Χιούζ, είναι που αντέδρασε τόσο βίαια σ' αυτές τις λέξεις πού προφέρατε. Μέχρι τότε ήταν ήρεμη ή τουλάχιστον όσο θα μπορούσε να είναι κανείς μ' αυτό το είδος του όγκου. Αλλά φάνηκε, σαν να σκαλίσατε κάτι εκεί πέρα. - Έχετε δίκιο, συμφώνησα. Αλλά τι είναι αυτό ακριβώς; Γιατί ένα φυσιολογικό και έξυπνο κορίτσι σαν την Κάρεν Τάντυ, να αναστατωθεί τόσο πολύ με την ιδέα μιας παλιάς Ολλανδέζικης γαλέρας; Ο Δρ. Χιούζ μου άνοιξε την πόρτα και με οδήγησε στο ασανσέρ. - Μην ρωτάτε εμένα, είπε. Εσείς υποτίθεται, πως θεωρείστε ειδικός στο μυστικισμό. Πίεσε το κουμπί για το δέκατο όγδοο πάτωμα. - Τι δείχνουν τώρα οι ακτινογραφίες; ρώτησα. Εκείνες, που πήρατε στο χειρουργείο; - Τίποτα το πολύ καθαρό, απήντησε ο Δρ. Χιούζ. Όταν είπα, πως φαινόταν σαν να υπήρχε ένα έμβρυο σ' αυτό τον όγκο, θα έπρεπε ίσως να πω κάτι, που έμοιαζε με έμβρυο, όχι όμως ακριβώς ένα μωρό με τη
συνηθισμένη έννοια. Υπάρχει ένα εξόγκωμα από σάρκα και οστά, που φαίνεται, πως έχει ένα συστηματικό υπόδειγμα αναπτύξεως, κατά τον ίδιο τρόπο, που έχει και ένα μωρό, αλλά αν είναι ανθρώπινο ή όχι, δεν μπορώ να το πω. Κάλεσα έναν ειδικό γυναικολόγο, αλλά δεν μπορεί να έρθει, παρά μόνον αύριο. - Αλλά αν υποθέσουμε πως αύριο είναι αργά; Φαίνεται, θέλω να πω, είναι σα να πρόκειται να πεθάνει. Ο Δρ. Χιούζ κοίταξε τα φωτεινά νούμερα του ασανσέρ. - Ναι, έτσι είναι. Και μα την πίστη μου δεν υπάρχει τίποτα, που να μπορώ να κάνω γι' αυτό. Το ασανσέρ έφτασε στο δέκατο όγδοο πάτωμα και βγήκαμε. Ο Δρ. Χιούζ με οδήγησε στο γραφείο του. Πήγε κατευθείαν στο ντουλάπι με τους φακέλους του και έφερε ένα μπουκάλι ουίσκι. Έριξε αρκετό σε δυο μεγάλα ποτήρια. Καθίσαμε και αρχίσαμε να πίνουμε χωρίς να μιλάμε. Μετά από λίγο, είπε: - Ξέρετε κάτι, κύριε Έρσκιν; Είναι γελοίο, ίσως και τρέλα, αλλά πιστεύω, πως αυτός ο εφιάλτης έχει κάποια σχέση με αυτό τον όγκο. - Από ποια άποψη; - Να, αυτά τα δύο φαίνονται πολύ στενά συνδεδεμένα. Μαντεύω, πως οι πνευματιστές σας θα πίστευαν, πως ο εφιάλτης δημιουργεί τον όγκο, ενώ εγώ θα το έλεγα αντίστροφα, ότι δηλαδή ο όγκος δημιουργεί τον εφιάλτη. Αλλά, όποιο και να είναι από τα δύο, εγώ νομίζω, πως όσα περισσότερα μπορέσουμε να ανακαλύψουμε για τον εφιάλτη, τόσα περισσότερα θα ανακαλύψουμε γι' αυτή την κατάσταση. Κατάπια μια γουλιά καθαρό ουίσκι, που μου έκαψε το λαρύγγι. - Έκανα ότι μπορούσα, Δρ. Χιούζ. Προσδιόρισα το πλοίο και το τοποθέτησα χρονικά. Αυτό το πλοίο φαίνεται, πως προκαλεί μιαν αρκετά σοβαρή αντίδραση. Αλλά που μας οδηγεί αυτό; Σας το είπα. Είμαι ένας κομπογιαννίτης, όταν έχω να κάνω με αληθινή μαγεία. Δεν νομίζω, πως μπορώ να κάνω τίποτα άλλο. Ο Δρ. Χιούζ φαινότανε σκεφτικός.
- Ας υποθέσουμε, πως κάνατε αυτό που κάνω κι' εγώ. Ας υποθέσουμε, πως ζητάτε τη βοήθεια κάποιου άλλου ειδικού. - Τι θέλετε να πείτε; - Να, ασφαλώς όλοι οι χαρτομάντες δεν είναι... κομπογιαννίτες όπως εσείς. Μερικοί από αυτούς πρέπει να έχουν γνήσιο, πραγματικό ταλέντο για τη διερεύνηση τέτοιων πραγμάτων. Έβγαλα τα γυαλιά μου και τα ακούμπησα στο τραπέζι. - Δρ. Χιούζ, μιλάτε σοβαρά; Πιστεύετε στ' αλήθεια, πώς υπάρχει εδώ κάτι το μαγικό; Ο Δρ. Χιούζ κούνησε το κεφάλι. - Δεν είπα αυτό, κύριε Έρσκιν. Αυτό που θέλω είναι να εξερευνήσω κάθε πιθανότητα. Έμαθα εδώ και πάρα πολλά χρόνια, ότι στην ιατρική, μπορεί ν' αποδειχτεί μοιραίο αν αφήσεις ανεξερεύνητη έστω και μια οδό. Δεν πρέπει να είσαι στενοκέφαλος, όχι δεν πρέπει, όταν η ζωή ενός ανθρώπινου όντος βρίσκεται σε κίνδυνο. - Τι προτείνετε λοιπόν; τον ρώτησα. - Μόνο αυτό, κύριε Έρσκιν. Αν ενδιαφέρεστε, να προσπαθήσετε να σώσετε την Κάρεν Τάντυ, από οτιδήποτε κι αν είναι αυτό, που την αρρωσταίνει έτσι βαριά, πηγαίνετε να βρείτε έναν πραγματικό μάντη, ένα μέντιουμ, που να μπορέσει να μας πει τι πράγμα είναι αυτό το διαβολεμένο πλοίο και όλα γύρω από αυτό. Σκέφτηκα για λίγο και μετά δέχτηκα. Έξαλλου δεν είχα τίποτα να χάσω ή τουλάχιστον δεν το σκέφτηκα, πως είχα τίποτα να χάσω. Ποιος ξέρει, ίσως όταν τελείωνε ή όλη υπόθεση, να είχα μάθει κι εγώ κάτι για την πραγματική μαγεία. - Εντάξει, είπα, καταπίνοντας την τελευταία γουλιά από το ουίσκι μου. Φεύγω. Όταν γύρισα στο διαμέρισμα μου, πήγα κατευθείαν στην κουζίνα και έφτιαξα τέσσερις φέτες τοστ με τυρί. Δεν είχα φάει τίποτα όλη τη μέρα και ένιωθα χάλια. Άνοιξα ένα κουτί μπύρα Σλίτς και πήρα το γεύμα μου στο λίβινγκ ρούμ. Δεν μπόρεσα να μη ρίξω μια ματιά γύρω μου μυρίζοντας τον αέρα για να δω, αν το κακό πνεύμα, που είχε μπει στην κυρία Χέρτζ, παραμόνευε ακόμα στη σκιά της, αλλά δεν υπήρχε καμιά
μαρτυρία, ότι βρισκότανε κανείς εκεί. Μην ξεχνάτε, πως ξέρω τουλάχιστον, πως τα πνεύματα δεν αφήνουν ίχνη. Καθώς μασούσα το τοστ μου, τηλεφώνησα στη φίλη μου Αμέλια Κρούζο. Η Αμέλια διηύθυνε ένα μικρό μαγαζάκι με παιχνίδια στο Βίλλατζ και ήξερα, πως ανακατευότανε με τον πνευματισμό και αυτού του είδους τα πράγματα. Ήταν ψηλή, μελαχρινή, με μακριά καστανά μαλλιά και πολύ ζωντανά μάτια. Ζούσε με ένα νέο με γένια, που τον έλεγαν Μακ Άρθουρ και πουλούσε πολυτελείς πινακίδες αυτοκινήτων. Στο τηλέφωνο απάντησε ο Μακ Άρθουρ. - Ποιος είναι; είπε γκρινιάρικα. - Χάρρυ Έρσκιν. Πρέπει να μιλήσω στην Αμέλια. Είναι αρκετά επείγον. - Ο Απίθανος Έρσκιν! είπε ο Μακ Άρθουρ. Πως πάει η δουλειά εκεί στα ανώτερα στρώματα με το ξεπουπούλιασμα των γηραιών κυριών; - Αρκετά καλά. Και η βιομηχανία υψηλής χαρακτικής πινακίδων πως πάει; - Όχι και τόσο άσχημα, απάντησε. Δεν είναι βέβαια, αυτό που λέμε καριέρα κλάσεως, αλλά όσο να 'ναι φέρνει στο σπίτι το μπέικον. Στάσου, η Αμέλια είναι εδώ. Η φωνή της Αμέλιας ήταν όπως πάντα απαλή και ήρεμη. - Χάρρυ; Αυτό είναι έκπληξη! - Φοβάμαι, πως αυτό είναι δουλειά Αμέλια και δεν ξέρω αν θα μπορούσες να με βοηθήσεις. - Δουλειά; Από πότε εσύ ενδιαφέρεσαι για δουλειά; - Κόψε την ειρωνεία Αμέλια, αυτό είναι πολύ σημαντικό. Έχω μια πελάτισσα, που είναι πολύ άρρωστη, δηλαδή πραγματικά άρρωστη, στα τελευταία της. Είχε κάτι τρομερούς εφιάλτες. Μίλησα με τους γιατρούς και αυτοί νομίζουν, πως όλα αυτά έχουν κάποια σχέση με τον πνευματισμό. Σφύριξε με απορία. - Οι γιατροί; Δεν ήξερα, πως οι γιατροί πιστεύουν στα πνεύματα.
- Δεν νομίζω κι εγώ, πως πιστεύουν, της είπα. Είναι μόνο επειδή τα έχουν τελείως χαμένα και προσπαθούν να δοκιμάσουν το κάθε τι για να τη σώσουν. Άκουσε Αμέλια, χρειάζομαι να έρθω σε επαφή με κάποιον, που πραγματικά ξέρει από αυτά. Χρειάζομαι έναν μάντη, που να είναι πραγματικός και καλός μαζί. Ξέρεις κανέναν εσύ; - Χάρρυ, αυτό μοιάζει με ανωτέρα διαταγή. Θέλω να πω, πως υπάρχουν πολλοί, αλλά οι περισσότεροι από αυτούς είναι το ίδιο καλοί όσο και εσύ. Και χωρίς να θέλω να σε προσβάλλω, είναι με άλλα λόγια ψωριάρηδες. - Δεν το παίρνω για προσβολή. Ξέρω μέχρι που φτάνω. Η Αμέλια έκανε μερικά μ μ μ και ά α χ για ένα λεπτό, και πήγε να ψάξει την ατζέντα της με τις διευθύνσεις, αλλά αφού έψαξε για πέντε λεπτά περίπου, δεν βρήκε κανένα όνομα. Τέλος τα παράτησε. - Δεν μπορώ να σε βοηθήσω Χάρρυ. Μερικοί από αυτούς είναι εντάξει, όταν πρόκειται για χειρομαντεία ή έστω για να σε φέρουν σε επαφή με το χαμένο από καιρό θείο Χένρυ, αλλά δε θα μπορούσα να τους εμπιστευτώ για τίποτα σοβαρό. Δάγκωσα το νύχι από το μεγάλο μου δάχτυλο. - Τι θα έλεγες για σένα; τη ρώτησα. - Εγώ; Δεν είμαι ειδική. Ξέρω λίγο από ψυχισμό, αλλά δεν έχω σχέση και ούτε φτάνω τα μυστήρια και τα τέτοια. - Αμέλια, της είπα, πρέπει να το κάνεις. Τουλάχιστον εσύ είσαι πραγματικό μέντιουμ, έχεις μια πλευρά που εγώ δεν την έχω καθόλου. Το μόνο που έχεις να κάνεις, είναι να βρεις τα ίχνη αυτού του μηνύματος ή του εφιάλτη ή οτιδήποτε είναι αυτό. Δώσε μου μόνο ένα κλειδί, που να μου πει από που έρχεται τουλάχιστον. Τα υπόλοιπα θα τα κάνω μόνος μου. Η Αμέλια αναστέναξε. - Χάρρυ, είμαι πνιγμένη. Απόψε είμαι καλεσμένη σε δείπνο, αύριο υποσχέθηκα να πάρω τα παιδιά της Τζάνετ στο πάρκο και τη Δευτέρα πρέπει να ανοίξω το μαγαζί, δεν μου μένει ούτε λεπτό. - Αμέλια, είπα, η ζωή ενός κοριτσιού κινδυνεύει. Αυτό το κορίτσι βρίσκεται στο Νοσοκομείο των Αδελφών της Ιερουσαλήμ, ακριβώς τώρα
που σου μιλάω, και πεθαίνει. Έκτος και αν βρούμε τι είναι αυτοί οι εφιάλτες, αλλιώς δεν είναι δυνατόν να αντέξει. - Χάρρυ, δεν μπορώ να είμαι υπεύθυνη για κάθε κορίτσι που πεθαίνει. Αυτή η πόλη είναι απέραντη. Τα κορίτσια πεθαίνουν συνεχώς. Έστριβα το τηλέφωνο στα χέρια μου, σα να ήθελα να πιέσω την Αμέλια να με βοηθήσει. - Αμέλια, σε παρακαλώ. Μόνο γι' απόψε. Μόνο για κάνα δύο ώρες. Αυτό σου ζητάω μόνο. Έβαλε το χέρι της πάνω στο τηλέφωνο και κάτι είπε στον Μακ Άρθουρ. Σιγομουρμούρισαν για λίγο και μετά μου είπε: - Εντάξει, Χάρρυ, θα Κοίταξα το ρολόι μου.
έρθω.
Που
θέλεις
να
συναντηθούμε;
- Έλα πρώτα στο σπίτι μου. Μετά νομίζω, πως θα πρέπει να πάμε στο διαμέρισμα της κοπέλας. Φαίνεται, πως εκεί πρώτο-άρχισαν οι εφιάλτες. Έχει και η θεία της τους ίδιους εφιάλτες, μόνο που δεν είναι τόσο φοβεροί. Αμέλια, το ξέρω, πως είναι κουραστικό για σένα και δεν έχω λόγια να σ' ευχαριστήσω. - Θα σε δω σε λίγο, είπε και έκλεισε το τηλέφωνο. Το επόμενο πράγμα που έκανα, ήταν να τηλεφωνήσω στην κυρία Κάρμαν, τη θεία της Κάρεν Τάντυ. Σίγουρα θα καθότανε δίπλα στο τηλέφωνο, περιμένοντας νέα της Κάρεν, γιατί απάντησε σχεδόν αμέσως. - Κυρία Κάρμαν; Εδώ Χάρρυ Έρσκιν. - Κύριε Έρσκιν; Ω, συγγνώμη, νόμιζα, πώς ήταν από το νοσοκομείο. - Ακουστέ κυρία Κάρμαν, πήγα να δω την Κάρεν σήμερα. Είναι αρκετά αδύνατη, αλλά οι γιατροί νομίζουν, πως οι πιθανότητες της για καλυτέρευση θα αυξάνανε, αν ήξεραν λίγα περισσότερα πράγματα γι' αυτήν. - Δεν καταλαβαίνω. - Να, θυμόσαστε, που σας τηλεφώνησα χτες για κείνο το όνειρό σας; Εκείνο με την παραλία; Η Κάρεν ήρθε να με δει και μου είπε, πως είδε κι αυτή ένα όνειρο σαν το δικό σας. Οι γιατροί νομίζουν ότι είναι δυνατόν
να υπάρχει κάτι στο όνειρο αυτό - ένα κλειδί π.χ. ή κάτι άλλο, που θα μπορούσε να τους βοηθήσει να θεραπεύσουν την Κάρεν. - Ακόμα δεν καταλαβαίνω, που θέλετε να φτάσετε, κύριε Έρσκιν. Γιατί δεν μου τηλεφώνησε ο ίδιος ο Δρ. Χιούζ; - Δε σας τηλεφώνησε, γιατί δεν μπορούσε, της εξήγησα. Αυτός έχει ιατρική ειδικότητα κι αν κανείς από τους ανωτέρους του ανακάλυπτε, ότι ανακατεύεται με τον πνευματισμό, θα τον έβαζαν στο μαύρο πίνακα. Θέλει όμως να δοκιμάσει τα πάντα για να κάνει πάλι καλά την Κάρεν, γι' αυτό θέλουμε να μάθουμε περισσότερα γι' αυτό το όνειρο, που είδατε και οι δυο σας. Η κυρία Κάρμαν φαινότανε στεναχωρημένη και αναστατωμένη. - Μα πως γίνεται αυτό; Πως είναι δυνατόν ένα όνειρο να δημιουργήσει σε κάποιον έναν όγκο; - Κυρία Κάρμαν, υπάρχουν πολλές αποδεδειγμένες σχέσεις ανάμεσα στο μυαλό των ανθρώπων και στην κατάσταση της υγείας τους. Δεν λέω πως ο όγκος της Κάρεν είναι ψυχοσωματικός, αλλά είναι δυνατόν η πνευματική της στάση απέναντι σ' αυτόν να φέρνει μεγαλύτερη δυσκολία στους γιατρούς για να την θεραπεύσουν. Δεν τολμούν να την εγχειρήσουν μέχρι να καταλάβουν τι είναι αυτό και γιατί επιδρά πάνω της τόσο άσχημα. - Λοιπόν, κύριε Έρσκιν, είπε ήρεμα. Τι θέλετε να γίνει; - Ήρθα ήδη σε επαφή με μία φίλη μου, που είναι ένα είδος μέντιουμ, της είπα. Εκείνο που θα ήθελα είναι να κάνουμε μία συγκέντρωση στο διαμέρισμα σας, έτσι ώστε η φίλη μου να δει, αν υπάρχουν εκεί γύρω τίποτα παλμικές δονήσεις. - Παλμικές δονήσεις; Τι είδους παλμικές δονήσεις; - Οτιδήποτε, κυρία Κάρμαν. Οτιδήποτε. Δεν ξέρουμε τι προσμένουμε, εκτός και αν βρεθεί κάτι. Η κυρία Κάρμαν αναμάσησε για λίγο όλα αυτά και μετά είπε: - Καλά, κύριε Έρσκιν, αλλά δεν είμαι σίγουρη. Δε μου φαίνεται σωστό να γίνει κάτι τέτοιο τώρα που η Κάρεν είναι άρρωστη. Δεν ξέρω τι θα έλεγαν οι γονείς της, αν το ανακάλυπταν.
- Κυρία Κάρμαν, είπα. Αν οι γονείς της Κάρεν ήξεραν ότι προσπαθείτε τα πάντα με τη δύναμη που διαθέτετε για να βοηθήσετε την κόρη τους, τότε δεν βλέπω γιατί θα είχαν αντιρρήσεις. Σας παρακαλώ, κυρία Κάρμαν, είναι πολύ σημαντικό αυτό. - Καλά, εντάξει τότε, κύριε Έρσκιν. Τι ώρα θέλετε να έρθετε; - Δώστε μας μία ώρα καιρό. Σας ευχαριστώ κυρία Κάρμαν. Είστε πραγματικά σπουδαία γυναίκα. H κυρία Κάρμαν ρουθούνισε λίγο. - Αυτό το ξέρω ήδη, κύριε Έρσκιν. Ελπίζω τουλάχιστον να ξέρετε τι κάνετε. Ήταν δέκα και μισή, όταν όλοι συγκεντρωθήκαμε στο διαμέρισμα της κυρίας Κάρμαν στο Ήστ 82. Ήταν ένα μεγάλο ζεστό σπίτι, διακοσμημένο με πλούσιο, αλλά ανώνυμο στυλ, με μεγάλες ταπετσαρισμένες πολυθρόνες και καναπέδες, χοντρές κόκκινες βελούδινες κουρτίνες, τραπέζια αντίκες και πίνακες. Μύριζε κάτι παλιό. Η κυρία Κάρμαν. φαινόταν σαν να ήταν έτοιμη να σπάσει, σαν κάτι εύθραυστο με κάτασπρα φουσκωτά μαλλιά, με πρόσωπο μαραμένο, που κάποτε θα ήτανε ωραίο, και μ' ένα μακρύ μεταξωτό φόρεμα με δαντελένια εσάρπα. Μου έδωσε το απαλό και γεμάτο δαχτυλίδια χέρι της, καθώς μπήκα με την Αμέλια και τον Μακ Άρθουρ και έκανα τις συστάσεις. - Εύχομαι, αυτό που θα κάνετε να μην χειροτερέψει τα πράγματα για την Κάρεν, είπε. Ο Μακ Άρθουρ, με το μεγάλο, γεμάτο γένια, πρόσωπο του και με τα φθαρμένα ρούχα του, έφερε γύρω το διαμέρισμα, δοκιμάζοντας όλες τις καρέκλες και τις πολυθρόνες για να δει πόσο μαλακές ήταν. Η Αμέλια, που ήταν επίσημα ντυμένη για το δείπνο, με ένα μακρύ κόκκινο εμπριμέ καφτάνι, στεκότανε ήσυχη και αποτραβηγμένη. Είχε λεπτά τραβηγμένα χαρακτηριστικά, με μεγάλα μαύρα μάτια και ένα χλωμό κραγιοναρισμένο στόμα, που την έκανε να μοιάζει σαν να επρόκειτο από στιγμή σε στιγμή να βάλει τα κλάματα. - Έχετε ένα στρογγυλό τραπέζι, κυρία Κάρμαν; ρώτησε με την απαλή φωνή της.
- Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το τραπέζι της τραπεζαρίας, είπε η κυρία Κάρμαν. Αρκεί να μην το γρατσουνίσετε. Είναι γνήσια αντίκα από ξύλο κερασιάς. Μας οδήγησε στην τραπεζαρία. Το τραπέζι ήταν μαύρο και λουστραρισμένο, με μια βαθιά γυαλάδα, που θα μπορούσες να πνιγείς μέσα της. Από πάνω κρεμότανε ένας κρυστάλλινος πολυέλαιος με κρύσταλλα σαν δάκρυα, που πέφτουν. Οι τοίχοι των δωματίων ήταν διακοσμημένοι με σκούρο πράσινο χαρτί με σχήματα. Υπήρχαν επίσης επιχρυσωμένοι καθρέφτες και ελαιογραφίες τριγύρω. - Αυτό είναι τέλειο, είπε η Αμέλια. Νομίζω πως πρέπει ν' αρχίσουμε αμέσως. Καθίσαμε και οι τέσσερις γύρω από το τραπέζι και κοιτούσαμε ο ένας τον άλλον, μάλλον σα να είμαστε επηρεασμένοι από κάτι. Ο Μακ Άρθουρ ήταν συνηθισμένος στον πνευματισμό της Αμέλιας, αλλά τώρα ήταν πολύ πιο σκεπτικός, περισσότερο από κάθε άλλη φορά και όλο έλεγε: - Είναι κανείς εκεί πέρα; Είναι κανείς εκεί πέρα; - Ησυχία, είπε η Αμέλια. Χάρρυ μπορείς να σβήσεις τα φώτα σε παρακαλώ; Σηκώθηκα και έσβησα τα φώτα και η τραπεζαρία βυθίστηκε στο μαύρο σκοτάδι. Γύρισα πίσω στο κάθισμα μου, ψάχνοντας ψηλαφιστά το δρόμο μου και άπλωσα στα τυφλά να βρω τα χέρια της κυρίας Κάρμαν και του Μακ Άρθουρ. Στα δεξιά μου ένα απαλό γερασμένο γυναικείο χέρι. Το σκοτάδι ήταν τόσο βαθύ, που ένιωθα σα να μου είχαν ρίξει στο πρόσωπο μια μαύρη κουβέρτα. - Τώρα συγκεντρωθείτε, είπε η Αμέλια. Συγκεντρώστε το νου σας στα πνεύματα που βρίσκονται μέσα σ' αυτό το δωμάτιο. Σκεφτείτε τις ψυχές τους, πού πλανώνται στον αιθέρα. Σκεφτείτε τις ανάγκες τους και τις λύπες τους. Προσπαθήστε να τα φανταστείτε, καθώς πετάνε γύρω μας, για τα πνευματικά τους θελήματα. - Τι στο διάβολο είναι αυτά τα πνευματικά θελήματα; είπε ο Μακ Άρθουρ. Μη μου πείτε πως έχουν και παιδιά φαντάσματα για να τους πηγαίνουν τις εφημερίδες τους;
- Ησυχία, είπε η Αμέλια, ευγενικά. Έχουμε δυσκολία γιατί δεν ξέρουμε με ποιόν προσπαθούμε να έρθουμε σε επαφή. Προσπαθώ να βρω ένα φιλικό πνεύμα, που θα μας πει αυτά που χρειαζόμαστε να μάθουμε. Καθόμαστε σφιγμένοι με τα χέρια μας μέσα στα χέρια του άλλου, καθώς η Αμέλια μουρμούριζε τα μάγια της. Προσπαθούσα απελπισμένα να σκεφτώ τα πνεύματα που κινιόταν μέσα σ' αυτό το δωμάτιο, αλλά όταν δεν πιστεύεις αληθινά στα πνεύματα, δεν είναι και πολύ εύκολο. Άκουγα την κυρία Κάρμαν να ανασαίνει δίπλα μου και το χέρι του Μακ Άρθουρ να κινείται ανήσυχα μέσα στο δικό μου. Είχε τουλάχιστον τη λογική να μην το τραβήξει. Απ' ότι έχω ακούσει, είναι επικίνδυνο να σπάσεις τον κύκλο, όταν έχει αρχίσει ή πνευματιστική συνεδρίαση. - Καλώ οποιοδήποτε πνεύμα μπορεί να με βοηθήσει, είπε η Αμέλια. Καλώ οποιοδήποτε πνεύμα μπορεί να με καθοδηγήσει. Σιγά - σιγά κατάφερα να συγκεντρώνομαι όλο και περισσότερο, οδηγώντας το μυαλό μου στην ιδέα ότι υπήρχε πραγματικά κάτι ή κάποιος εκεί γύρω, κάποια δόνηση μέσα στο δωμάτιο, που θα μας απαντούσε. Ένιωθα το σφυγμό ολόκληρου του κύκλου να περνάει από τα χέρια μου, ένιωθα, πως είχαμε ενωθεί όλοι μαζί σ' ένα πλήρες κύκλωμα μυαλού και σωμάτων. Φαινότανε, σαν να υπήρχε ένα ρεύμα, που έτρεχε γύρω - γύρω από το τραπέζι και που περνούσε μέσα από τα χέρια μας, από το μυαλό μας και από τα κορμιά μας, συσσωρεύοντας δύναμη και ηλεκτρισμό. - Καλέμ έστραντίμ άικόνα πουρίστα, ψιθύρισε η Αμέλια. Βενόρα, βενόρα, όπτου λουμινάρι. Το σκοτάδι παρέμεινε εντελώς μαύρο και δεν υπήρχε τίποτα, παρά η παράξενη αίσθηση, που περνούσε ανάμεσα από μας τους τέσσερις, σαν σφυγμός που παλλότανε μέσα στα χέρια μας. - Σπίριτα χαλέστιμ, βενόρα σουίμ, έλεγε σαν πνοή η Άμέλια. Καλέμ έστραντίμ, άικον πουρίστα βενόρα. Ξαφνικά αισθάνθηκα σαν κάποιος ν' άνοιξε το παράθυρο. Ένα παγωμένο ρεύμα έμοιαζε να φυσάει μέσα στο δωμάτιο, γύρω από τους αστραγάλους μου. Και δεν ήταν μόνο αυτό, που σε έκανε να νιώθεις άσχημα, αλλά υπήρχε ακόμα μια αίσθηση, πως ο αέρας στροβιλιζόταν. - Βενόρα, βενόρα, όπτου λουμινάρι, έψελνε η Αμέλια απαλά. Βενόρα, βενόρα, σπίριτα. χαλέστιμ.
Η αντίληψη ότι μπορούσα να δω κάτι μέσα στο σκοτάδι ήρθε τόσο αργά, τόσο σιγά, που στην αρχή νόμιζα, πως ήταν τα μάτια μου, που συνήθιζαν στο σκοτάδι. Οι σκιές της Αμέλιας, του Μακ Άρθουρ και της κυρίας Κάρμαν πήζανε σε σχήματα μέσα στη μαυρίλα. Μπορούσα να δω τα μάτια τους να ακτινοβολούν. Το τραπέζι ανάμεσα μας ήταν σα λιμνούλα χωρίς πυθμένα. Τότε κοίταξα πάνω και είδα, πως ο πολυέλαιος έκαιγε μ' ένα αμυδρό πρασινωπό φως. Τα τρίχινα συρματάκια στους γλόμπους ζωήρευαν ή έπεφταν από κάποιο ρεύμα, σαν τις πυγολαμπίδες σε μια καλοκαιριάτικη νύχτα. Ήταν όμως πολύ πιο κρύο, όχι σαν να ήταν καλοκαίρι και το ρεύμα γινόταν όλο και πιο ψυχρό. - Είσαστε εκεί; ρώτησε ήρεμα η Αμέλια. Καταλαβαίνω τα σημάδια σας. Είσαστε εκεί; Τότε ακούσαμε ένα παράξενο ψιθυριστά ήχο, σα να υπήρχε και κάποιος άλλος μέσα στο δωμάτιο, που μετακινιόταν σα να έψαχνε κάτι. Μπορούσα να ορκιστώ, πως άκουσα μια ανάσα, βαθιά, κανονική ανάσα, που δεν ήταν κανενός από μας. - Ήρθατε; ρώτησε η Αμέλια. Σας ακούω τώρα. Είσαστε εδώ; Έγινε μια μεγάλη σιωπή. Ο πολυέλαιος συνέχιζε να καίει αμυδρά μέσα στο σκοτάδι και άκουγα την ανάσα πιο δυνατά τώρα. - Μίλησε, επέμενε η Αμέλια. Πες μας ποιος είσαι. Σε διατάζω να μιλήσεις. Η ανάσα φάνηκε σα να άλλαξε. Έγινε πιο τραχιά, πιο δυνατή, και με κάθε αναπνοή ο πολυέλαιος παλλόταν και φτερούγιζε. Έβλεπα τις πράσινες αναλαμπές του μέσα στη σκοτεινή λιμνούλα του τραπεζίου, που ήταν από ξύλο κερασιάς. Το χέρι της κυρίας Κάρμαν έσκαβε βαθιά το δικό μου, αλλά ούτε που το αισθανόμουνα. Υπήρχε μια μόνιμη παγωνιά μέσα στο δωμάτιο και το ρεύμα φυσούσε απαίσια κάτω στα πόδια μου μέχρι ψηλά. - Μίλησε, επανέλαβε η Αμέλια. Μίλησε και πες μας ποιος είσαι. - Χριστέ μου, είπε ο Μακ Άρθουρ ανυπόμονα, αυτό είναι... - Σσσσ, του είπα εγώ. Περίμενε Μάκ Άρθουρ, έρχεται. Και πράγματι ερχότανε. Κοίταξα στο κέντρο του τραπεζιού και έμοιαζε σα να ήταν κάτι που έτρεμε στον αέρα, μερικές ίντσες πάνω από την
επιφάνεια. Ένιωσα τις τρίχες του λαιμού μου να σηκώνονται και να ανατριχιάζω, καθώς ο αέρας στριφογύριζε και διαλυότανε σαν καπνός, για να αρχίσει να παίρνει μια μορφή από μόνος του και ένα κάποιο σχήμα. Η ανάσα έγινε βαθιά, δυνατή και κοντινή, λες και κάποιος πράγματι ανάσαινε μέσα στο αυτί μου. Το αμυδρό φως του πολυέλαιου έσβησε τέλειος, αλλά ο αέρας που είχε πάρει ένα σχήμα φιδιού εκεί μπροστά μας έφεγγε από μόνος του. Κάτω από αυτό, η ξύλινη επιφάνεια του τραπεζιού, αυτή η ίδια, άρχισε να φουσκώνει, να δημιουργεί έναν όγκο. Δάγκωσα τη γλώσσα μου τόσο δυνατά, που μια υπόξινη γεύση αίματος γέμισε το στόμα μου. Είχα παγώσει από τον τρόμο μου, αλλά δεν μπορούσα να γυρίσω το πρόσωπο μου, δεν μπορούσα να μην κοιτάζω. Η δύναμη του κύκλου μας κρατούσε πάρα πολύ δυνατά και το μόνο που μπορούσαμε να κάνουμε, ήταν να καθόμαστε εκεί και να βλέπουμε αυτό το φριχτό θέαμα μπροστά μας. Το μαύρο γυαλιστερό ξύλο στη μέση του τραπεζιού πήρε το σχήμα ενός ανθρώπινου προσώπου, ενός άντρα με τα μάτια του κλειστά σαν μάσκα θανάτου. - Θεέ μου, είπε ο Μακ Άρθουρ, τι είναι αυτό; - Ησυχία, ψιθύρισε η Αμέλια. Έβλεπα την κάτασπρη έκφραση της, γεμάτη ένταση, μέσα στο αφύσικο φως του αέρα. - Αφησε το σε μένα. Η Αμέλια έσκυψε μπροστά, στο παγωμένο ξύλινο πρόσωπο. - Ποιος είσαι; ρώτησε σχεδόν χαϊδευτικά. Τι θέλεις από την Κάρεν Τάντυ; Το πρόσωπο έμεινε ακίνητο. Ήταν ένα πρόσωπο άγριο, με βαθιές γραμμές, το πρόσωπο ενός ισχυρού άντρα, γύρω στα τριάντα, με μια ξεχωριστά καμπυλωτή μύτη και πλατιά χοντρά χείλια. - Τι θέλεις; ρώτησε ξανά η Αμέλια. Τι ζητάς; Μπορεί να έκανα και λάθος, αλλά μου φάνηκε, πώς είδα τα μαύρα ξύλινα χείλια να κινούνται σ' ένα ήρεμο χαμόγελο ικανοποίησης. Το πρόσωπο έμεινε για ένα λεπτό έτσι και μετά το ξύλο άρχισε να φουσκώνει και να λυγίζει και τα χαρακτηριστικά να διαλύονται. Σε λίγο δεν υπήρχε τίποτα εκεί, παρά το επίπεδο γυαλιστερό τραπέζι.
Το μαγικό φως έσβησε και βρεθήκαμε ξανά στο σκοτάδι. - Χάρρυ, είπε η Αμέλια. Για όνομα του Θεού, άναψε τα φώτα! Άφησα το χέρι του Μακ Άρθουρ και της κυρίας Κάρμαν και σηκώθηκα. Αυτήν ακριβώς τη στιγμή άκουσα έναν θόρυβο σαν σπάσιμο. Είδα μια λαμπερή άσπρη αστραπή και τα παράθυρα έγιναν κομμάτια, σαν να είχε εκραγεί βόμβα. Ο τόπος γέμισε γυαλιά. Οι κουρτίνες ανέμισαν και φούσκωσαν από τον παγωμένο αέρα, που μπήκε μέσα από τη χιονισμένη νύχτα και ή κυρία Κάρμαν έβγαλε μια κραυγή τρόμου. Πήγα και άναψα τα φώτα. Όλα μέσα στην τραπεζαρία ήταν πεταμένα κάτω, λες και πέρασε σίφουνας και τα σάρωσε. Το πάτωμα ήταν γεμάτο από ποτήρια και καράφες, οι πίνακες είχαν στραβώσει στα κρεμαστάρια τους και οι καρέκλες ήταν αναποδογυρισμένες. Το τραπέζι από ξύλο κερασιάς είχε κοπεί στα δύο από τη μιαν άκρη ως την άλλη. Ο Μακ Άρθουρ σηκώθηκε, και πέρασε μέσα από τα σπασμένα γυαλιά, που έτριζαν καθώς τα πατούσε. - Αρκετά ως εδώ. Από δω και στο έξης θα κοιτάζω μόνον τις πινακίδες μου και τίποτα άλλο. - Χάρρυ, φώναξε η Αμέλια. Βοήθησε με να πάρω την κυρία Κάρμαν έξω από το λίβινγκ-ρούμ! Πήραμε μαζί τη γριά κυρία στο διπλανό δωμάτιο και την ξαπλώσαμε σ' ένα καναπέ. Ήταν κάτασπρη και έτρεμε, αλλά δεν φαινότανε χτυπημένη. Πήγα στο ντουλάπι με τα ποτά και έβαλα σ' ένα μεγάλο ποτήρι μπράντυ, που η Αμέλια το κρατούσε για να τη βοηθήσει να το πιει. - Τελείωσε; είπε κλαψουρίζοντας. Τι συνέβη; - Φοβάμαι, πως έγινε κάποια ζημιά, κυρία Κάρμαν, της είπα. Τα παράθυρα έσπασαν και μερικά από τα γυαλικά σας έγιναν θρύψαλα. Φοβάμαι, πως και το τραπέζι άνοιξε στη μέση. Το άνοιγμα όμως είναι ίσιο και ίσως να φτιάχνεται. - Μα τι ήταν αυτό; είπε. Εκείνο το πρόσωπο! Η Αμέλια κούνησε το κεφάλι της. Ο Μακ Άρθουρ βρήκε κάτι τσιγάρα μέσα σ' ένα ασημένιο κουτί και της έδωσε ένα. Εκείνη το άναψε με χέρια που έτρεμαν και φύσηξε τον καπνό με μια διακεκομμένη μακρόσυρτη εκπνοή.
- Δεν ξέρω, κυρία Κάρμαν. Δεν είμαι τόσο ειδική σαν μέντιουμ, αλλά ότι και να ήταν, ήταν πολύ ισχυρό. Συνήθως ένα πνεύμα κάνει αυτό που του λένε να κάνει. Τούτο ήθελε να μας δείξει, πως δεν δίνει δεκάρα γι' αυτά που σκεφτόμαστε εμείς για λογαριασμό του. - Όμως Αμέλια, είπα, είναι άραγε αυτό που δίνει στην Κάρεν Τάντυ όλους τους εφιάλτες; Κούνησε το κεφάλι της. - Έτσι νομίζω. Θέλω να πω, πως είναι τόσο δυνατό, που μπορεί να προξενεί ένα είδος παλμικής δόνησης μέσα σ' αυτό το διαμέρισμα. Και ίσως να είναι αυτό που δέχτηκε η Κάρεν στα όνειρά της. Όταν είσαι κοιμισμένος, είσαι πολύ δεκτικός στις παλμικές δονήσεις, όσο κι αν είναι αδύνατες και αυτές εδώ είναι πολύ πιο ισχυρές από οποιεσδήποτε έχω συναντήσει μέχρι τώρα. Υπάρχει κάτι εδώ, που εξουσιάζεται από πραγματικά μαγική δύναμη. Άναψα ένα τσιγάρο και σκέφτηκα για ένα λεπτό. - Είπες, μαγική; ρώτησα την Αμέλια. - Βεβαίως. Οποιοδήποτε πνεύμα μ' αυτό τον έλεγχο πάνω στον εαυτό του, θα πρέπει να είναι το πνεύμα κάποιου, που ήξερε από μαγεία όταν ζούσε. Μπορεί ακόμα να είναι ένα πρόσωπο, που να ζει ακόμα και σήμερα και που μπορεί να περιφέρεται γύρω σαν πνεύμα, όταν οι άλλοι κοιμούνται. Έχει ξανασυμβεί αυτό. - Για μένα αυτά είναι τρίχες, είπε ο Μακ Άρθουρ. Αν ήμουνα η κυρία Κάρμαν, θα πήγαινα το τραπέζι πίσω σ' αυτούς που το αγόρασα και θα τους ζητούσα τα ρέστα. Χαμογέλασα. Ωραία ήταν να έχεις κοντά σου έναν άνθρωπο με ενδοιασμούς, έστω και αν αυτό δεν βοηθούσε και πολύ. - Αμέλια, είπα. Αν θέλεις να πεις, πώς αυτό πού είδαμε απόψε ήταν το πνεύμα κάποιου μάγου, τότε υπάρχει κάποια συνοχή πολύ ενδιαφέρουσα. Χτες βράδυ είχα ρίξει τα χαρτιά Ταρό και όλο έβγαινε ο Μάγος. Όπως και να τα έστρωνα, όσο και να τα ανακάτευα, πάντα τελείωνα με το ίδιο χαρτί, που ήταν ο Μάγος. Η Αμέλια τράβηξε τα καστανά μακριά μαλλιά της από τα μάτια της. - Σ' αυτή την περίπτωση, πιστεύω, πως θα είναι σωστό, αν υποθέσουμε, ότι όποιος και να είναι αυτός, που κάνει αυτά τα πράγματα, ζωντανός ή νεκρός, πρέπει να είναι μάγος ή κάποιος που να μοιάζει με μάγο.
- Γιατρός μάγος; ρώτησε ο Μακ Άρθουρ. - Μπορεί. Θέλω να πω, πως έμοιαζε σαν Αφρικανός. Όχι μόνο επειδή το ξύλο ήταν μαύρο, αλλά από τα χείλη του, θυμόσαστε; Η κυρία Κάρμαν ανασηκώθηκε αρπάζοντας το ποτήρι με το μπράντυ. - Λοιπόν, θα σας πω τι μου θυμίζει, είπε με αδύνατη φωνή. Μου θυμίζει έναν Ινδιάνο που είχα δει σ' ένα κατάστημα πούρων. Ο Μακ Άρθουρ χτύπησε τα δάχτυλα του. - Αυτό είναι... Ινδιάνος. Η καμπυλωτή μύτη, σωστά, τα χείλια και τα ψηλά ζυγωματικά. Δεν είναι μάγος - γιατρός. Είναι γιατρός, γιατρός των Ινδιάνων. Η Αμέλια ένιωσε σα να φωτίστηκε ξαφνικά. - Ακουστέ, είπε. Έχω ένα σωρό βιβλία για Ινδιάνους. Γιατί δεν πάμε σπίτι μου να δούμε τι μπορούμε να βρούμε γι' αυτούς τους γιατρούς; Κυρία Κάρμαν, αισθάνεστε καλύτερα τώρα; - Ω, ναι, πηγαίνετε, είπε. Θα μείνω με τη γειτόνισσα μου απέναντι, την κυρία Ρούτλιτζ και αργότερα θα έρθουν και οι γονείς της Κάρεν. Αν νομίζετε, πως κάτι από αυτά μπορεί να βοηθήσει την καημένη την Κάρεν, τότε όσο γρηγορότερα πάτε, τόσο το καλύτερο. - Κυρία Κάρμαν, είπε η Αμέλια, είσαστε ένας άγγελος. - Όχι, ακόμα, ελπίζω, είπε χαμογελώντας η Κυρία Κάρμαν. Όχι ακόμα! Γυρίσαμε στο ακατάστατο διαμέρισμα της Αμέλιας, στο Βίλλατζ. Περιτριγυρισμένοι από βιβλία, περιοδικά, ταπετσαρίες, πίνακες, παλιά καπέλα και μισό ποδήλατο, ψάχναμε μια ντουζίνα τόμους Ινδιάνικης γνώσης. Παραδόξως δεν υπήρχαν πολλά για τους γιατρούς, εκτός από μαγείες με άγρια βουβάλια, χορούς της βροχής και πολεμικές κραυγές. Από τα έντεκα βιβλία κανένα δεν μας έδωσε μια εξήγηση για την ξύλινη μάσκα θανάτου πάνω στο τραπέζι της κυρίας Κάρμαν. - Ίσως πέσαμε έξω εντελώς, είπε η Αμέλια. Ίσως το πνεύμα να είναι κάποιου που ζει σήμερα. Θέλω να πω, πως μια καμπουριαστή μύτη δεν πρέπει οποιοδήποτε να είναι χαρακτηριστικό Ινδιάνου, μπορεί να είναι και Εβραίου.
- Στάσου ένα λεπτό, της είπα. Έχεις τίποτα άλλα Ιστορικά βιβλία, ή κάτι άλλο σχετικό, που να έχει κάποια παραπομπή για Ινδιάνους ή για γιατρούς των Ινδιάνων; Η Αμέλια έψαξε σε κάτι ράφια με βιβλία και ήρθε με μια ιστορία των πρώτων αποίκων στις Ηνωμένες Πολιτείες και με τον πρώτο τόμο από μια τρίτομη μελέτη της Νέας Υόρκης. Άνοιξα στα περιεχόμενα και κοίταξα για Ινδιάνους. Το βιβλίο των πρώτων άποικων δεν περιελάμβανε τίποτα περισσότερο από τις συνηθισμένες γενικότητες πάνω στον Ινδιάνικο πολιτισμό. Εκείνο τον πρώτο καιρό, οι άνθρωποι ενδιαφερότανε περισσότερο να αρπάξουν τη γη, παρά να μελετηθούνε τον πολιτισμό των Ιθαγενών. Αλλά το βιβλίο για τη Νέα Υόρκη είχε μια φωτογραφία, που μου έδωσε μεγαλύτερη συγκίνηση από εκείνη, που αισθάνθηκα, όταν ανακάλυψα το πλοίο του εφιάλτη της Κάρεν Τάντυ, στη βιβλιοθήκη. Είχα ξαναδεί το σχέδιο αυτό και άλλοτε, σε σχολικά και ιστορικά βιβλία, αλλά μόνον τότε, εκείνη τη νύχτα στο διαμέρισμα της Αμέλια Κρούζο, κατάλαβα τη σημασία του. Ήταν το σκίτσο της άκρης ενός νησιού. Στην ακτή ήταν ένα μικρό σύμπλεγμα από σπίτια, ένα νερόμυλο και ένα κάστρο με ψηλό τοίχο, που είχε το σχήμα του σταυρού της Λορένης. Υπήρχαν πλοία αραγμένα βαθιά, κάνω, και δερμάτινες βάρκες με κουπιά στο πρώτο πλάνο. Το μεγαλύτερο από τα πλοία ήταν πανομοιότυπο με το σκάφος, που είχε δει η Κάρεν Τάντυ στους εφιάλτες της και στην παραπομπή διάβασα: «Αποψη του Νέου Άμστερνταμ, 1651. Ο γενικός διευθυντής της Εταιρίας Dutch West India, έζησε σ' αυτή τη μικρή αλλά πολύ σημαντική αποικία». Έδωσα το βιβλίο στην Αμέλια. - Κοίταξε αυτό, είπα. Αυτό είναι ακριβώς το πλοίο που ονειρεύτηκε η Κάρεν Τάντυ και κοίταξε, υπάρχουν μισή ντουζίνα Ινδιάνοι σ' αυτό το κανό. Έτσι ήταν ή Νέα Υόρκη τριακόσια είκοσι χρόνια πριν. Μελέτησε την εικόνα προσεχτικά. - Χάρρυ, είπε, μπορεί να είναι αυτό. Μπορεί να είναι αυτό ακριβώς που ψάχνουμε. Ας υποθέσουμε, πως υπήρχε ένας Ινδιάνος γιατρός στη Νέα Υόρκη ή στο Νέο Άμστερνταμ, τόσους αιώνες πριν, και ας υποθέσουμε, πως η Κάρεν δέχτηκε τους κραδασμούς του, στο ίδιο μέρος που ζούσε αυτός κάποτε.
- Σωστά, είπε ο Μακ Άρθουρ, ξύνοντας τα γένια του. Θα ήτανε κανένα ινδιάνικο χωριό στην 82η οδό στο Ήστ. Καμιά φορά μου φαίνεται πώς είναι ακόμα εκεί. Σηκώθηκα και τέντωσα την πλάτη μου, που πονούσε. - Τότε αυτή η υπόθεση για το «ντί μπούουτ» ταιριάζει. Αν αυτός ο νέος ήταν γιατρός, όταν οι Ολλανδοί ήρθαν στο Μανχάταν, τότε οι μόνες Ευρωπαϊκές λέξεις που θα έπρεπε να μάθει θα ήταν Ολλανδικές. «Ντί μπούουτ μιζνίιρ» Θα ήταν έκφραση, που θα έλεγε για κάποιο πλοίο. Και κρίνοντας από το όνειρο της Κάρεν, αυτός φοβότανε το πλοίο. Η ίδια μου είπε, πως της φαινόταν σαν ξένο πλοίο, σαν κάτι από τον Άρη. Και υποθέτω, πως κάπως έτσι θα είχε φαντάξει σ' έναν Ινδιάνο. Η Αμέλια βρήκε ένα τσιγάρο σ' ένα τσαλακωμένο πακέτο και το άναψε. - Αλλά γιατί είναι τόσο κακοήθης; ρώτησε. Θέλω να πω, τι σχέση έχει με όλα αυτά ο όγκος; Χωρίς να το περιμένει κανείς ο Μακ Άρθουρ είπε: - Το βρήκα. Κοίταζε τόση ώρα μια μεγάλη σκονισμένη εγκυκλοπαίδεια, σημείωσε τη σελίδα και μου την έδωσε. - Οι γιατροί, διάβασα δυνατά, ήταν πολύ συχνά ισχυροί μάγοι, που έλεγαν, ότι ήταν Ικανοί για φανταστικές, υπερφυσικές πράξεις. Πίστευαν πως ήταν αθάνατοι και δεν τους απειλούσε κάτι, μπορούσαν να αυτοκαταστραφούν, πίνοντας φλεγόμενο πετρέλαιο και να ξαναγεννηθούν σε οποιοδήποτε χρόνο ή τόπο στο μέλλον ή στο παρελθόν, γονιμοποιούμενοι στο κορμί ενός άντρα, γυναίκας ή ζώου. Τα μάτια της Αμέλιας άνοιξαν διάπλατα. - Αυτό είναι όλο που λέει; με ρώτησε. - Αυτό είναι όλο, της είπα. Μετά από αυτό προχωρεί στους χορούς της βροχής ξανά. - Τότε σημαίνει πως η Κάρεν είναι... - Έγκυος, είπα κλείνοντας το βιβλίο. Δηλαδή πρόκειται να γεννήσει έναν πρωτόγονο άγριο. - Μα Χάρρυ, είπε η Αμέλια. Τι διάβολο μπορούμε να κάνουμε;
Ο Μακ Άρθουρ σηκώθηκε και πήγε στο ψυγείο να βρει μια μπύρα. - Αυτό πού μπορείτε να κάνετε, είπε, είναι να περιμένετε μέχρι να εκκολαφθεί ο γιατρός και μετά να του δώσετε φλεγόμενο πετρέλαιο. Αυτό θα σας απαλλάξει απ' αυτόν. - Αυτό είναι αδύνατον! του είπα. Ώσπου να γεννηθεί ο γιατρός η Κάρεν θα έχει πεθάνει. - Το ξέρω, είπε ο Μακ Άρθουρ, σκυθρωπός, ρουφώντας τη μπύρα του. Δεν βρίσκω όμως τι άλλο θα μπορούσατε να κάνετε. Πήγα στο τηλέφωνο. - Να σας πω, το πρώτο πράγμα που θα κάνω είναι να τηλεφωνήσω στο Νοσοκομείο. Ίσως ο Δρ. Χιούζ να έχει τίποτα άλλες ιδέες. Τουλάχιστον έχουμε μια θεωρία γι' αυτό τώρα, που από κάποια άποψη είναι κάτι περισσότερο από αυτό που είχαμε πριν δυο ώρες. Πήρα τον αριθμό του Νοσοκομείου των Αδελφών της Ιερουσαλήμ, και ζήτησα τον Δρ. Χιούζ. Όταν απήντησε, ακουγότανε τόσο κουρασμένος, όσο ποτέ άλλοτε. Ήταν σχεδόν μία η ώρα το πρωί και θα έπρεπε να ήταν στο πόδι όλη τη μέρα. - Δρ. Χιούζ; Εδώ Χάρρυ Έρσκιν! - Τι θέλετε κύριε Έρσκιν; Έχετε τίποτα νέα από τα φαντάσματα σας; - Βρήκα ένα μέντιουμ, Δρ. Χιούζ, και κάναμε μια συγκέντρωση απόψε στο διαμέρισμα της Κάρεν. Παρουσιάστηκε κάτι, Δρ. Χιούζ. Ένα πρόσωπο. Όλοι μας το είδαμε. Έμοιαζε με Ινδιάνο. Ψάξαμε διάφορα βιβλία πάνω στην Ιστορία των Ινδιάνων και τέτοια πράγματα, και νομίζουμε, πως μπορεί να είναι ένας Ινδιάνος γιατρός του 17ου αιώνα. Σύμφωνα μ' αυτά που γράφει ένα από τα βιβλία - σταθείτε - οι Ινδιάνοι γιατροί αν τους απειλούσε κάτι, μπορούσαν να αυτοκαταστραφούν πίνοντας φλεγόμενο πετρέλαιο και να ξαναγεννηθούν σε οποιοδήποτε χρόνο και τόπο, στο μέλλον ή στο παρελθόν, γονιμοποιούμενοι στο κορμί ενός άντρα, γυναίκας ή ζώου. Νομίζετε πως ταιριάζει αυτό, Δρ. Χιούζ; Έγινε μια μεγάλη παύση από την άλλη άκρη του τηλεφώνου. Ύστερα ο Δρ. Χιούζ είπε: - Κύριε Έρσκιν, δεν ξέρω τι να πω. Αυτό ταιριάζει και πολύ καλά μάλιστα. Όμως αν είναι αλήθεια, τι μπορεί να κάνει ο οποιοσδήποτε για να καταστρέψει ένα τέτοιο πράγμα; Ο Δρ. Σνάιθ έκανε περισσότερα τεστ
σήμερα το απόγευμα και είναι ξεκάθαρο, πως αν κάνουμε κάτι για να βγάλουμε ή να σκοτώσουμε αυτό το έμβρυο, η Κάρεν Τάντυ θα πεθάνει. Το πράγμα αυτό έχει γίνει ένα αναπόσπαστο μέρος του νευρικού της συστήματος. - Πως είναι τώρα γιατρέ; Βρήκε τις αισθήσεις της; - Σχεδόν, αλλά δεν ανταποκρίνεται πάρα πολύ καλά. Αν αυτό το έμβρυο συνεχίσει να μεγαλώνει με την ίδια ταχύτητα, το μόνο που μπορώ να πω είναι πως θα πεθάνει μέσα σε δύο ή τρεις μέρες. Ο Δρ. Σνάιθ νομίζει, πως θα πεθάνει την Τρίτη. - Τι είπε ο ειδικός γυναικολόγος; - Τα έχει τόσο χαμένα όσο κι εμείς οι άλλοι, είπε ο Δρ. Χιούζ. Μας διαβεβαίωσε, ότι το έμβρυο δεν είναι ένα φυσιολογικό παιδί, αλλά συμφώνησε μαζί μου, ότι έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός παρασιτικού οργανισμού με ταχύτατη ανάπτυξη. Αν πιστεύετε, πως αυτό είναι ένας γιατρός. Κύριε Έρσκιν, τότε η γνώμη σας είναι το ίδιο έγκυρη όσο και κάθε γνώμη που έχει εκφραστεί εδώ μέσα. Η Αμέλια ήρθε και στάθηκε δίπλα μου και σήκωσε τα φρύδια της ερωτηματικά. - Πως είναι; ρώτησε. Έβαλα το χέρι μου πάνω στο τηλέφωνο. - Άσχημα. Οι γιατροί δεν πιστεύουν, πως θ' αντέξει μέχρι την Τρίτη. - Και τι γίνεται εκείνο το πράγμα, ο γιατρός; ρώτησε η Αμέλια. Τι νομίζει; Μπορεί αυτό να μεγαλώσει και να επιζήσει; Θέλω να πω... Χριστέ μου!... Μίλησα ξανά στον Δρ. Χιούζ. - Δρ. Χιούζ, η φίλη μου εδώ ρωτάει, τι θα γίνει με το έμβρυο. Τι θα συμβεί στο έμβρυο. Ας υποθέσουμε, πω εξακολουθεί να ζει, όταν η Κάρεν Τάντυ πεθάνει. Τι θα το κάνετε; Ο Δρ. Χιούζ δεν δίστασε καθόλου. - Κύριε Έρσκιν, σ' αυτή την περίπτωση θα κάνουμε, αυτό που κάνουμε πάντα. Αν είναι παιδί και είναι φυσιολογικό και υγιές, θα κάνουμε το
κάθε τι να το σώσουμε. Αν βγει τέρας, έχουμε ενέσεις, που μπορούν να το ξεκάνουνε ήσυχα και γρήγορα. - Και αν είναι ένας γιατρός Ινδιάνος; ρώτησα άχαρα. Δεν απήντησε αμέσως. - Τι να σας πω, αν είναι γιατρός Ινδιάνος... δεν ξέρω. Αλλά δεν καταλαβαίνω, πως θα μπορούσε να είναι, κύριε Έρσκιν. Θέλω να στραφώ με κάποιον τρόπο προς τη μαγεία, αλλά πως γίνεται να γεννήσει έναν γερό Ινδιάνο τριακοσίων ετών; Θέλω να πω... ελάτε τώρα... ας σοβαρευτούμε. - Δρ. Χιούζ, εσείς είσαστε εκείνος, που πρότεινε να προσπαθήσουμε να βρούμε, αν υπήρχε κάποια μαγεία σε όλα αυτά. Και εσείς είπατε, πως η γνώμη μου είναι το ίδιο έγκυρη, όπως και κάθε άλλου. Ο Δρ. Χιούζ αναστέναξε. - Το ξέρω, κύριε Έρσκιν. Λυπάμαι, αλλά πρέπει να το παραδεχτείτε, πως είναι αρκετά παράλογο. - Παράλογο ή όχι, νομίζω πως πρέπει να προσπαθήσουμε να κάνουμε κάτι γι' αυτό. - Τι προτείνετε; είπε κουρασμένα, ο Δρ. Χιούζ. - Κάτι που είχατε συστήσει κάποτε, είχε αποτελέσματα, Δρ. Χιούζ. Είπατε ότι έπρεπε να φέρω έναν ειδικό και το έκανα. Τώρα νομίζω, πως πρέπει να ψάξω για έναν άλλον ειδικό..., κάποιον που να ξέρει περισσότερα από μας για τον Ινδιάνικο μυστικισμό και την Ινδιάνικη γνώση. Δώστε μου λίγο καιρό και κάποιον θα ξετρυπώσω. Πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχει κάποιος στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ ή του Γιέιλ, που να ξέρει. - Μπορεί, είπε ο Δρ. Χιούζ. Εντάξει, κύριε Έρσκιν. Σας ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σας και τη βοήθεια σας. Μην διστάσετε να μου τηλεφωνήσετε, αν υπάρχει κάτι άλλο που να θέλετε να μάθετε. Ακούμπησα το ακουστικό του τηλεφώνου αργά. Η Αμέλια και ο Μακ Άρθουρ στεκότανε δίπλα μου χαμένοι κι αυτοί όσο κι εγώ, αλλά με μεγάλη όρεξη να βοηθήσουν και με πραγματικό ενδιαφέρον. Είχαν δει το πρόσωπο πάνω στο τραπέζι από ξύλο κερασιάς και είχαν πιστέψει, ότι κι αν ήταν το πνεύμα, είτε ένας Ινδιάνος γιατρός είτε ένα κακό φάντασμα του παρόντος, ήθελαν να με βοηθήσουν να το χτυπήσω.
- Αν με ρωτήσεις, είπε ο Μακ Άρθουρ, ο Ολλανδός θα κρατούσε τα είκοσι τέσσερα δολάρια του και θα άφηνε το Μανχάταν στους Ινδιάνους. Φαίνεται, πως οι αρχικοί ιδιοκτήτες ήρθαν να πάρουν την εκδίκηση τους. Κάθισα και έτριψα τα μάτια μου. - Έτσι φαίνεται, Μακ Άρθουρ. Τώρα ας πάμε να κοιμηθούμε. Έχουμε πολλά να κάνουμε αύριο.
Κεφάλαιο Τέσσερα Μέσα από το Λυκόφως Κάναμε τέσσερις ώρες να βρούμε τα ίχνη του Δρ. Έρνεστ Σνόου. Ένας φίλος της Αμέλιας ήξερε κάποιον στο Χάρβαρντ, που γνώριζε κάποιον άλλον, που ήτανε φοιτητής της ανθρωπολογίας και στη συνέχεια ο φοιτητής της ανθρωπολογίας μας γνώρισε τον Δρ. Σνόου. Τα διαπιστευτήρια του ήταν εντυπωσιακά. Είχε γράψει πέντε μελέτες πάνω στις θρησκευτικές και τις μαγικές ιεροτελεστίες των Ινδιάνων και ένα βιβλίο με τίτλο «Τελετουργικές παραδόσεις των Χιντάτσα». Ευτυχώς, που έμενε κοντά στο Αλμπανυ, της Νέας Υόρκης. - Λοιπόν, είπε ο Μακ Άρθουρ, μ' ένα χασμουρητό, εκείνο το σκοτεινό, συννεφιασμένο Κυριακάτικο πρωινό. Θα του τηλεφωνήσετε; - Έτσι νομίζω, του είπα. Σκέφτομαι αν πράγματι έχουμε ακολουθήσει τα σωστά ίχνη σ' αυτή την υπόθεση. - Τι θέλεις να πεις; ρώτησε η Αμέλια. - Να, όλη αυτή η υπόθεση με τους Ινδιάνους. Δεν έχουμε στην πραγματικότητα καμιά μαρτυρία να τη στηρίξουμε. Επειδή το πρόσωπο στο τραπέζι έμοιαζε κάπως σαν ερυθρόδερμος, δεν σημαίνει, πως είναι λογική η σκέψη, πως θα πρέπει οπωσδήποτε να είναι. Η Αμέλια σήκωσε τους ωμούς της.
- Μα τότε, τι άλλο έχουμε για να προχωρήσουμε; Και μετά απ' όλα αυτά, δηλαδή ότι ξαναγεννιόνται! Έλα τώρα Χάρρυ, ας δοκιμάσουμε. - Εντάξει, λοιπόν, ας προχωρήσουμε, είπα και πήγα στο τηλέφωνο. Κάλεσα τον αριθμό του Δρ. Σνόου και το άκουγα που καλούσε. Πήρε αρκετή ώρα για ν' απαντήσει. - Εδώ Σνόου, είπε μια ξερακιανή σκληρή φωνή. - Δρ. Σνόου, με συγχωρείτε που σας ενοχλώ Κυριακάτικα, αλλά όταν σας πω γιατί σας τηλεφωνώ, ελπίζω να με καταλάβετε. Λέγομαι Χάρρυ Έρσκιν και είμαι επαγγελματίας χαρτομάντης. - Τι είπατε; είπε ο Δρ. Σνόου. Δεν φαινόταν και πολύ κεφάτος. - Λέω την τύχη. Εργάζομαι στη Νέα Υόρκη. Έγινε μια παύση όλο αναμονή και μετά ο Δρ. Σνόου είπε: - Κύριε Έρσκιν, πολύ ευγενικό εκ μέρους σας να μου τηλεφωνείτε Κυριακή πρωί, για να μου πείτε αυτά τα πράγματα. Αλλά δεν καταλαβαίνω τι το ιδιαίτερα βιαστικό υπάρχει με το να είναι κανείς χαρτομάντης. - Πρόκειται για το έξης, Δρ. Σνόου. Έχω μια πελάτισσα που τώρα βρίσκεται στο νοσοκομείο, μια νέα κοπέλα, και είναι πολύ άρρωστη. Έχει ένα είδος όγκου στο πίσω μέρος του λαιμού της και οι γιατροί τα έχουν χαμένα. - Λυπάμαι που τ' ακούω, είπε ο Δρ. Σνόου, αλλά δεν καταλαβαίνω καθόλου τι σχέση μπορεί να έχει αυτό μ' εμένα. Είμαι καθηγητής της Ανθρωπολογίας, όχι της ιατρικής. - Γι' αυτό ακριβώς σας τηλεφωνώ, Δρ. Σνόου. Βλέπετε, πιστεύω, πως η πελάτισσα μου έχει χρησιμοποιηθεί σαν μέσο για να βοηθήσει στη μετενσάρκωση ενός Ινδιάνου γιατρού. Νομίζω, πώς αυτός ο όγκος στο λαιμό της είναι το έμβρυο κάποιου Ερυθρόδερμου. Έχετε ακούσει γι αυτούς, δεν έχετε; Γι' αυτούς που πίνουν φλογισμένο πετρέλαιο και ξαναγεννιόνται στο παρελθόν ή στο μέλλον. Αυτή τη φορά έγινε μια παύση μεγαλύτερη. Μετά ο Δρ. Σνόου είπε: - Μιλάτε σοβαρά, κύριε... - Έρσκιν.
- Κύριε Έρσκιν, ξέρετε καλά τι λέτε; Θέλετε να μου πείτε, πως υπάρχει κάποιος στη Νέα Υόρκη σήμερα, ζωντανός τώρα, που κυοφορεί έναν Ινδιάνο γιατρό σε μετενσάρκωση; - Έτσι ακριβώς είναι, κύριε Σνόου. - Δεν μου λέτε, φάρσα μου κάνετε; Οι φοιτητές μου, μου κάνουν συχνά τέτοιες φάρσες. - Το καταλαβαίνω αυτό, κύριε. Αλλά αν μπορείτε να μου δώσετε την ευκαιρία να έρθω να κουβεντιάσουμε για μισή ώρα...νομίζω, πως θα καταλάβετε, πως δεν αστειεύομαι. Αν θέλετε πληροφορίες για μένα, μπορείτε να τηλεφωνήσετε στον Δρ. Χιούζ στο Νοσοκομείο των Αδελφών της Ιερουσαλήμ. Ότι κάνουμε, το κάνουμε με την έγκριση του. - Κάνουμε; - Μάλιστα, εγώ και δυο φίλοι. Η μία είναι γυναίκα και είναι μέντιουμ. Μπορούσα σχεδόν να δω τον Δρ. Σνόου από την άλλη άκρη της γραμμής να είναι αναστατωμένος. Η Αμέλια και ο Μακ Άρθουρ με κοιτούσαν με νευρικότητα καθώς περίμενα την απάντηση του. - Εντάξει, είπε αποφασιστικά. Υποθέτω, πως θα θέλετε να έρθετε να με δείτε σήμερα κιόλας. - Όσο το δυνατόν γρηγορότερα, Δρ. Σνόου. Καταλαβαίνω, πως σας αναστατώνω πραγματικά, αλλά το κορίτσι πεθαίνει. - Ω, δεν με αναστατώνετε. Σήμερα έρχεται η αδελφή της γυναίκας μου και όσο λιγότερο την δω, τόσο το καλύτερο. Ελάτε, όποτε θέλετε. - Σας ευχαριστώ, Δρ. Σνόου. Έκλεισα το τηλέφωνο. Ήταν πολύ απλό. Πάντοτε απορούσα, για το πόσο γρήγορα οι άνθρωποι δέχονται τη μαγεία και το υπερφυσικό, μόλις έχουν κάποια μαρτυρία μπροστά στα μάτια τους. Ίσως ο Δρ. Σνόου να είχε διαβάσει για χρόνια γύρω από τους Ινδιάνους γιατρούς και τη μετενσάρκωση, χωρίς στην πραγματικότητα να πιστεύει, πως ήταν δυνατόν να συμβεί κάτι τέτοιο, αλλά μόλις κάποιος παρουσιαζότανε και του έλεγε πως συνέβη αυτό στα αλήθεια, ήταν έτοιμος να το δεχτεί χωρίς ενδοιασμούς.
Εν πάσει περιπτώσει, άρπαξα τα κλειδιά του αυτοκινήτου μου και φόρεσα το παλτό μου. - Ποιος θα έρθει μαζί μου στο Άλμπανυ; ρώτησα. Η Αμέλια και ο Μακ Άρθουρ σηκώθηκαν και οι δυο να ετοιμαστούν. - Δεν θέλω να το παραδεχτώ, είπε ο Μακ Άρθουρ, αλλά αυτή η διαβολεμένη δουλειά, έχει πολύ πιο ενδιαφέρον από το να πουλάς πινακίδες. Ο Δρ. Σνόου έμενε σ' ένα μικρό, συμμαζεμένο σπίτι από τούβλα, στα περίχωρα του Άλμπανυ. Ήταν περιτριγυρισμένο από σκούρα πένθιμα κυπαρίσσια και στα παράθυρα του κρεμότανε κιτρινωπές δαντέλες. Ο ουρανός ήταν απειλητικός και μολυβένιος, καθώς οδηγούσα πάνω στο παχύ λασπωμένο χιόνι και φυσούσε ένας επίμονος παγωμένος αέρας από τα βορειανατολικά. Μια παράξενη σιωπή βασίλευε γύρω, σαν τη σιωπή που κάνουν τα παιδιά που περιμένουν ένα δάσκαλο, που τον φοβούνται. Σταθήκαμε στην εξώπορτα τρίβοντας τα χέρια μας για να κυκλοφορήσει το αίμα και χτύπησα το κουδούνι. Ακούστηκε ένα βαθύ ντίνγκ - ντόνγκ μέσα στα άδυτα του παλιού σπιτιού. Η πόρτα άνοιξε και ο Δρ. Σνόου στάθηκε μπροστά μας. Ήταν ίνας ψηλός, κυρτός άντρας με άσπρα κοντά κομμένα μαλλιά και με χρυσά γυαλιά. Φορούσε ένα καφέ κουστούμι με ξεχειλωμένες τσέπες και φαρδιές, μαλακές παντόφλες. - Ο κύριος Έρσκιν; είπε. Περάστε μέσα παρακαλώ. - Χωθήκαμε στο σκοτεινό διάδρομο. Στην ατμόσφαιρα υπήρχε μια δυνατή μυρωδιά από βερνίκι λεβάντας και κάπου εκεί σε μια γωνιά ήταν ένα ξύλινο εκκρεμές που χτυπούσε. Βγάλαμε τα παλτά μας και ο Δρ. Σνόου μας οδήγησε μέσα σ' ένα παγωμένο δωμάτιο. Στους τοίχους ήταν κρεμασμένες άγριες Ινδιάνικες μάσκες, που έρχονταν σε μεγάλη αντίθεση με την Εγγλέζικη φινέτσα μερικών γυάλινων μπιμπελό. - Καθίστε, είπε ο Δρ. Σνόου. Παρακαλώ εξηγείστε μου περί τίνος πρόκειται. Η σύζυγος μου θα σας φέρει σε λίγο καφέ. Λυπάμαι, αλλά δεν πίνουμε ποτέ οινοπνευματώδη ποτά σ' αυτό το σπίτι. Ο Μακ Άρθουρ μόλις τ' άκουσε αυτό κατσούφιασε. Μέσα στο αυτοκίνητο υπήρχε ένα μπουκάλι ουίσκι, αλλά από ευγένεια δεν ζήτησε να του επιτρέψουν να βγει και να πάει να το πάρει.
Ο Δρ. Σνόου κάθισε σε μια σκληρή καλαμένια καρέκλα και σταύρωσε τα χέρια του. Η Αμέλια κι εγώ μοιραστήκαμε ένα σκληρό καναπέ και ο Μακ Άρθουρ βολεύτηκε σ' ένα κάθισμα κοντά στο παράθυρο, για να μπορεί να βλέπει έξω τα χιονισμένα δέντρα. Όσο πιο σύντομα μπορούσα, εξήγησα στον Δρ. Σνόου την κατάσταση της Κάρεν Τάντυ και του είπα για τη συγκέντρωση, που είχαμε την προηγούμενη νύχτα. Άκουγε με πολύ ενδιαφέρον. Που και που με ρωτούσε για την Κάρεν, τη θεία της και για τη μορφή πού παρουσιάστηκε στο τραπέζι από ξύλο κερασιάς της κυρίας Κάρμαν. Όταν τελείωσα, κάθισε για ένα διάστημα με τα χέρια του σφιγμένα και σκεφτότανε. Μετά είπε: - Από αυτά που μου είπατε κύριε Έρσκιν, η περίπτωση της άτυχης αυτής κοπέλας μοιάζει για πραγματική. Νομίζω, πως έχετε δίκιο. Υπάρχει μόνο μία ακόμη περίπτωση που αναφέρει πως ένα πρόσωπο είχε εκλεγεί για να φιλοξενήσει το ξαναγέννημα ενός τέτοιου Ινδιάνου γιατρού κι αυτό συνέβη το 1851 στο Φόρτ Μπέρτχολντ, στο άνω Μιζούρι, σ' αυτή τη φυλή των Ινδιάνων Χιντάτσα. Μια μικρή Ινδιάνα είχε ένα πρήξιμο στο μπράτσο της, που σύντομα έγινε τόσο μεγάλο πού κόντεψε να την σκεπάσει ολόκληρη και πέθανε. Από το πρήξιμο βγήκε ένας κανονικός και τέλεια μεγαλωμένος άντρας, που είπαν πως ήταν μάγος στην ίδια φυλή πριν πενήντα χρόνια. Δεν υπάρχουν πολλά ντοκουμέντα για να υποστηρίξουν αυτή τη μαρτυρία και το αληθινό της ιστορίας- έτσι μέχρι σήμερα θεωρείται μύθος ή ιστορία φανταστική. Ακόμα κι εγώ έτσι το έχω ονομάσει στο βιβλίο μου για τους Χιντάτσα. Οι παράλληλοι όμως της δικής σας δεσποινίδος Τάντυ, φαίνεται να σμίγουν κάπου και δεν μπορώ να καταλάβω τι άλλο θα μπορούσε να είναι. Υπάρχουν επίσης ιστορίες στη φυλή των Κιόβα που λένε, πως οι γιατροί αυτοί μπορούσαν να παρουσιάζονται σαν δέντρα και να μιλάνε στους ανθρώπους της φυλής. Φαίνεται, πως τα δέντρα και το ξύλο έχουν μια κρυφή δύναμη ζωής εντελώς δική τους, που οι γιατροί ήτανε σε θέση να χρησιμοποιούν για τους δικούς τους τους σκοπούς. Γι' αυτό, λοιπόν, πιστεύω την ιστορία σας, του τραπεζιού από ξύλο κερασιάς. Στην αρχή νόμιζα, πως θέλατε να μου κάνετε φάρσα, αλλά η μαρτυρία σας είναι συντριπτικά πειστική. - Λοιπόν, εσείς το πιστεύετε; ρώτησε η Αμέλια, σηκώνοντας τα μαλλιά της που είχαν πέσει στα μάτια της. Ναι, είπε ο Δρ. Σνόου, κοιτάζοντας την διαπεραστικά μέσα από τα γυαλιά του. Βεβαίως και το πιστεύω. Μάλιστα μπήκα στον κόπο να κάνω αυτό που μου ζητήσατε και τηλεφώνησα στον Δρ. Χιούζ στο Νοσοκομείο. Μου επιβεβαίωσε αυτά που μου είπατε. Μου είπε, επίσης,
πως η κατάσταση της δεσποινίδος Τάντυ είναι κρίσιμη και ότι οτιδήποτε μπορούσε να κάνει ο οποιοσδήποτε για να την σώσει, θα ήταν πολύ σημαντικό. - Δρ. Σνόου, είπα. Υπάρχει κανένας τρόπος να χτυπήσουμε αυτόν τον Ινδιάνο γιατρό; Υπάρχει τίποτα που να μπορούμε να κάνουμε για να τον καταστρέψουμε, πριν αυτός σκοτώσει την Κάρεν Τάντυ; Ο Δρ. Σνόου έσμιξε σκεφτικός τα φρύδια του. - Εκείνο που πρέπει να καταλάβετε, κύριε Έρσκιν, είναι, πως η μαγεία των Ινδιάνων ήταν πάρα πολύ ισχυρή και εφικτή από πολύ μεγάλη απόσταση. Δεν ξεχώριζαν το φυσικό από το υπερφυσικό και κάθε Ινδιάνος έβλεπε τον εαυτό του σε διαρκή επαφή με τα πνεύματα που δεσπόζανε και κυβερνούσανε την ύπαρξή του. Οι Ινδιάνοι ξοδεύανε τόσο καιρό σε θρησκευτικές ιεροτελεστίες και πνευματιστικές συγκεντρώσεις, όσο και για να τελειοποιήσουν τις Ικανότητες τους στο κυνήγι. Το θεωρούσανε σημαντικό να μπορούν να κυνηγάνε άγριοβούβαλα με τέχνη και επιδεξιότητα, αλλά συγχρόνως πίστευαν, πως μόνο τα πνεύματα θα τους δίνανε δύναμη και θάρρος για να τα βγάζουν πέρα μέχρι το τέλος του κυνηγιού. Οι Ινδιάνοι επιζητούσανε οράματα, κάνανε τελετουργίες, ήτανε βαθιά αφοσιωμένοι και παρακολουθούσανε τις τελετές τους με μεγάλη ευλάβεια, γιατί πιστεύανε πως μ' αυτό τον τρόπο θα ερχότανε σε επαφή με τον αόρατο κόσμο. Ήταν πράγματι, μία από τις μεγαλύτερες κοινωνίες μαγείας της νέας εποχής. Μεγάλο μέρος των γνωστών μυστικών τους έχει χαθεί στις ήμερες μας, αλλά δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι είχανε αληθινές και εντελώς εξαιρετικές δυνάμεις. Η Αμέλια τον κοίταξε. - Θέλετε να πείτε, Δρ. Σνόου, πως δεν υπάρχει κανείς, που να έχει αρκετή μαγική δύναμη για να μπορέσει να νικήσει αυτόν τον Ινδιάνο γιατρό; Ο Δόκτωρ κούνησε το κεφάλι του. - Φοβάμαι, πως καταλάβατε σωστά. Και αν αυτός ο γιατρός είναι τριακοσίων ετών, τότε έρχεται από μια εποχή, πού ή μαγεία στους Ινδιάνους ήταν εκπληκτικά ισχυρή. Τότε ήταν καθαρά εθνική Τέχνη η μαγεία, ανεπηρέαστη από τις Ευρωπαϊκές προκαταλήψεις και χωρίς καμιά Χριστιανική επίδραση. Τα μαγικά πνεύματα της Νότιας Αμερικής, την εποχή των πρώτων αποίκων, ήταν ένα εκατομμύριο φορές πιο ισχυρά και επικίνδυνα από κάθε δαίμονα ή διάβολο στην Ευρώπη. Βλέπετε ένα πνεύμα μπορεί να πετύχει τη μαγεία του στους ανθρώπους, χρησιμοποιώντας για ενδιάμεσο άντρες και γυναίκες, που πιστεύουν σ'
αυτά ή τα καταλαβαίνουν. Τα πνεύματα έχουν μια ανεξήγητη ύπαρξη, αλλά δεν μπορούν να έχουν υλική δύναμη στο δικό μας υλικό κόσμο, εκτός και αν τα έχουν καλέσει συνειδητά ή υποσυνείδητα. Και αν κάποιος δεν πιστεύει σ' ένα ειδικό πνεύμα, ή δεν το καταλαβαίνει, αυτό το πνεύμα δεν καλείται από πουθενά και έτσι μένει φυλακισμένο, δεν ελευθερώνεται. Οι δαίμονες της Ευρώπης ήταν αξιοθρήνητοι σε σύγκριση με τους δαίμονες των Ερυθρόδερμων. Όλοι ήταν... ή είναι, αν πιστεύετε ακόμα σ' αυτούς, η αντίθεση στα αγαθά και ιερά αξιώματα του Χριστιανισμού. Στον Εξορκιστή, η ιστορία χρησιμοποιεί το δαίμονα Παζούζου, την προσωποποίηση της κακής και αρρωστημένης υγείας. Για τον Ερυθρόδερμο, ένας τέτοιος δαίμονας θα ήταν γελοίος -- δεν θα μπορούσε να τον τρομάξει περισσότερο από ένα κοπρόσκυλο. Η όλη σύλληψη της ζωής και της υγείας, η έννοια της φυσικής υπάρξεως ήταν όλα μαζί συνδεδεμένα ισοδύναμα στο μυαλό του Ερυθρόδερμου και αυτό ήταν που έκανε αυτό το μυαλό, ένα απίστευτο ον με τερατώδεις δυνάμεις. Κατά την αντίληψη μου, η πραγματική παρακμή των Ερυθρόδερμων οφείλεται, όχι τόσο πολύ στο δόλο και την απληστία των λευκών, αλλά στη διάβρωση των μαγικών δυνάμεων αυτών των γιατρών. Όταν οι ερυθρές φυλές είδαν τα επιστημονικά θαύματα των λευκών, εντυπωσιαστήκανε υπερβολικά και χάσανε την πίστη στη δική τους μαγεία. Υπάρχει ή άποψη, πως αυτή η μαγεία, αν είχε χρησιμοποιηθεί κατάλληλα, θα μπορούσε να τους είχε σώσει. Η Αμέλια διέκοψε τον δόκτορα με μιαν ερώτηση. - Όσον όμως αφορά τον Ινδιάνο γιατρό της Κάρεν Τάντυ; Τι υποθέτετε πως έκανε; Θέλω να πω γιατί θέλησε να ξαναγεννηθεί; Ο Δρ. Σνόου έξυσε το αυτί του αμήχανα. - Είναι δύσκολο να το εξηγήσω. Από ότι μου είπατε για το όνειρο που είδε με το Ολλανδέζικο πλοίο, έχω την αμυδρή εντύπωση, πως ο Ινδιάνος γιατρός ή μάλλον η ύπαρξη του γενικά, απειλήθηκε από τους Ολλανδούς αποίκους, που ήρθαν στο Μανχάταν. Ίσως αυτός ο Ινδιάνος γιατρός να προσπάθησε να προφυλάξει την υπόλοιπη φυλή του, για να μην πουλήσουν το νησί τόσο φτηνά. Με το είδος των μαγικών δυνάμεων, που αυτοί οι γιατροί είχαν την κυριότητα τους, μπορεί να ήταν σε θέση να δει πόσο οργανική θα ήταν η κατάκτηση του Μανχάταν από τους λευκούς στην εν γένει εξέλιξη της Αμερικής των λευκών. Είναι επίσης δυνατόν, επειδή οι Ολλανδοί ήταν αυστηρά Καλβινιστές, να θεωρούσαν αυτόν το γιατρό, σαν μια κακή επίδραση και να προσπαθούσανε να τον εξοντώσουν. Ότι και να συνέβη, εν πάσει περιπτώσει, είναι φανερό ότι σκέφτηκε, πως ο μόνος τρόπος για
να ξεφύγει, ήταν να εγκαταλείψει το δέκατο έβδομο αιώνα, στον όποιο ζούσε και να εμφανισθεί ξανά σε κάποια άλλη εποχή. Δεν μπορώ να πιστέψω πως διάλεξε έτσι στην τύχη την Κάρεν Τάντυ. Ίσως αυτή για κάποιο λόγο, να θεωρήθηκε ο κατάλληλος δέκτης να φιλοξενήσει τη μετενσάρκωση και την εκ νέου γέννηση του, στον κατάλληλο χρόνο και τόπο. - Δρ. Σνόου, τον ρώτησα. Αν εμείς δεν είμαστε σε θέση να αγωνιστούμε ενάντια σ' αυτό τον Ινδιάνο γιατρό, τότε μήπως έχετε καμιά Ιδέα ποιος θα μπορούσε να το κάνει; Δηλαδή, υπάρχει κάποιος ή δεν υπάρχει απολύτως κανένας, που θα μπορούσε να συσσωρεύσει τόση δύναμη, ώστε να τον καταστρέψει ολοκληρωτικά; Ο Δρ. Σνόου φάνηκε σκεπτικός. - Αυτή είναι μια τόσο ασυνήθιστη περίπτωση, που θα ευχόμουνα να μην είχε συμβεί στη ζωή μιας νέας κοπέλας. Σκεφτείτε μόνο αυτό, κύριε Έρσκιν, ότι σε διάστημα δύο ή τριών ήμερων θα μπορούσαμε να γνωρίσουμε πραγματικά έναν τέτοιον Ινδιάνο γιατρό, που ζει και αναπνέει σε μια άλλη εποχή, στο πολύ μακρινό παρελθόν της Αμερικής. Θα ήταν εντελώς εγκληματικό, να σκεφτούμε να τον καταστρέψουμε. Ο Μακ Άρθουρ γύρισε απότομα πάνω στο κάθισμα του, που ήταν κοντά στο παράθυρο. - Όλοι ξέρουμε τα θαύματα της ανθρωπολογίας, Δρ. Σνόου, αλλά εδώ προσπαθούμε να σώσουμε μιαν ανθρώπινη ζωή. Η Κάρεν Τάντυ δεν ζήτησε να μεγαλώσει μέσα της αυτό το μάγο γιατρό. Νομίζω, πως είναι δική μας δουλειά να κάνουμε ότι μπορούμε για να τη σώσουμε. - Ναι, το ξέρω, είπε ο Δρ. Σνόου. Υπάρχει μόνο ένας τρόπος για να το πετύχουμε. - Και ποιος είναι αυτός; ρώτησε η Αμέλια. Είναι δύσκολος; - Μάλλον, και επικίνδυνος. Βλέπετε, το μόνο πρόσωπο, που μπορεί να χτυπήσει έναν Ινδιάνο γιατρό, είναι ένας άλλος Ινδιάνος γιατρός. Υπάρχουν ένας - δυο σε μερικές από αυτές τις κατασκηνώσεις, που έχουν ακόμα οι Ινδιάνοι. Κανένας όμως απ' αυτούς δεν μπορεί να είναι τόσο ισχυρός όσο αυτός που έχουμε τώρα. Ίσως να ξέρουν μερικές από τις παλιές τελετουργίες, αλλά είναι αμφίβολο αν θα μπορούν να έχουν τις ίδιες ικανότητες και την ίδια δύναμη. Κι αν δε μπορέσουνε να τον χτυπήσουνε, αν δε μπορέσουνε να τον σκοτώσουνε, αναπόφευκτα θα σκοτωθούν οι ίδιοι.
- Μα, σταθείτε ένα λεπτό, είπα. Αυτός ο Ινδιάνος γιατρός βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη, ως προς την εκ νέου γέννηση του. Δεν έχει ακόμα τελειοποιηθεί σε σχήμα και είναι λογικό να μην είναι τόσο ισχυρός όσο θα μπορούσε να είναι αν είχε αναπτυχθεί εντελώς. Αν μπορούσαμε να βρούμε τώρα έναν άλλον τέτοιο γιατρό, θα μπορούσαμε να τον σκοτώσουμε πριν ακόμα βγει. - Θα είναι πολύ επικίνδυνο, είπε ο Δρ. Σνόου. Όχι μόνο για τους δικούς μας γιατρούς, αλλά και για το κορίτσι. Μπορεί να πεθάνουν και οι δύο. - Δόκτωρ, είπα, αυτή θα πεθάνει έτσι κι αλλιώς. - Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Πως όμως θα πείσουμε ένα φτωχό γέρο Ινδιάνο, που ζει στις κατασκηνώσεις αυτές, να βάλει σε κίνδυνο την ίδια του τη ζωή για ένα λευκό κορίτσι, που ούτε καν το γνωρίζει; - Να τον δωροδοκήσουμε, είπε ο Μακ Άρθουρ. - Με τι; ρώτησε ή Αμέλεια. - Ίσως θα πρέπει να μιλήσουμε στους γονείς της Κάρεν Τάντυ, πρότεινα εγώ. Θα έχουνε φτάσει τώρα. Φαίνεται, πως είναι πολύ πλούσιοι και υποθέτω πως γύρω στα δύο χιλιάδες δολάρια, θα τακτοποιούσαν την υπόθεση. Δρ. Σνόου, πιστεύετε, πως μπορείτε να βρείτε ένα τέτοιον Ινδιάνο γιατρό; Ο Δρ. Σνόου έτριψε το σαγόνι του. - Ω, αυτό δεν θα είναι και πολύ δύσκολο. Έχω ένα φίλο στη Νότιο Ντακότα, που θα μπορούσε ν' ανακαλύψει κάποιον. Θα πρέπει, φυσικά, να πληρώσουμε τα εισιτήρια στο γιατρό να έρθει αεροπορικώς στη Νέα Υόρκη, αν δεχτεί να το κάνει. - Νομίζω, πως το καλύτερο είναι να μιλήσουμε τώρα αμέσως στους γονείς της Κάρεν Τάντυ, είπα. Αλλωστε έχουν το δικαίωμα να μάθουν τι γίνεται και σίγουρα θα χρειαστούμε ορισμένα χρήματα. Δρ. Σνόου, μπορώ να σας ζητήσω μια χάρη; - Βεβαίως, είπε ο Δρ. Σνόου. Αυτή ή περίπτωση με μαγεύει και θα αισθανόμουνα ιδιαίτερα προνομιούχος, αν μπορούσα να βοηθήσω. - Θα μπορούσατε να τηλεφωνήσετε στο φίλο σας στη Νότια Ντακότα και να του ζητήσετε να αρχίσει να ψάχνει για τον πιο ισχυρό ινδιάνο γιατρό, που θα μπορούσε να βρει; Μετά αν οι γονείς της Κάρεν Τάντυ
συμφωνηθούνε να τον φέρουμε, θα είμαστε τουλάχιστον έτοιμοι. Θα μπορούσατε να του τηλεφωνήσετε; - Ευχαρίστως, είπε ο Δρ. Σνόου. Φύγαμε από το σπίτι του Δρ. Σνόου γύρω στις πέντε. Είχε ήδη νυχτώσει και ο αέρας μας χτύπησε το πρόσωπο, σα να άδειασε πάνω μας ένας κουβάς γεμάτος ξυραφάκια. Οδηγούσα μέσα στο παράξενο ημίφως του καταχιονισμένου τοπίου. Ήμασταν κουρασμένοι και παγωμένοι, αλλά περισσότερο αποφασισμένοι να σώσουμε την Κάρεν Τάντυ από το μυστηριώδη εχθρό, που είχε θρονιαστεί στο κορμί της. Το πρώτο πράγμα που ήθελα να κάνω μόλις γυρίσαμε στη Νέα Υόρκη, ήταν να πάω να δω πως είναι και να ρωτήσω τον Δρ. Χιούζ να μου πει πόσο καιρό ζωής της έδινε ακόμα. Ίσως δεν χρειαζότανε να κάνουμε όλα αυτά τα έξοδα να φέρουμε τον Ινδιάνο γιατρό από τη Νότια Ντακότα, αν η Κάρεν είχε πεθάνει ή ήτανε στα τελευταία της. - Ξέρετε κάτι, είπε ο Μακ Άρθουρ και ξάπλωσε τα πόδια του αναπαυτικά στο πίσω κάθισμα της Κούγκαρ. Νομίζω πως υπάρχει μέσα σ' όλα αυτά ιστορική δικαιοσύνη. Θέλω να πω, λυπάμαι για την Κάρεν, αλλά όπως σπέρνει κανείς, θερίζει. Έτσι δεν είναι; Η Αμέλια γύρισε προς τα πίσω και του χαμογέλασε βιασμένα. - Μακ Άρθουρ, είπε, λατρεύω τα γένια σου, λατρεύω το κορμί σου, αλλά η φιλοσοφία σου είναι για τα πανηγύρια. Άφησα την Αμέλια και τον Μακ Άρθουρ στο Βίλλατζ και μετά κατευθύνθηκα στο Νοσοκομείο των Αδελφών της Ιερουσαλήμ για να μάθω για την Κάρεν. Ήμουνα πτώμα όταν έφτασα εκεί και πήγα στην τουαλέτα να πλύνω το πρόσωπο μου και να χτενίσω τα μαλλιά μου. Όταν κοιτάχτηκα στον καθρέφτη, είδα πως ήμουνα χλωμός, κουρασμένος και αδύνατος. Σκεφτόμουνα πως θα έβρισκα τη δύναμη να πολεμήσω έναν Ινδιάνο γιατρό από το χρυσό αιώνα της ινδιάνικης μαγείας. Βρήκα τον Δρ. Χιούζ στο γραφείο του να διαβάζει μία στοίβα από αναφορές στο φως της λάμπας του γραφείου του. - Κύριε Έρσκιν, είπε, γυρίσατε; Πως τα πήγατε; Κατάρρευσα πάνω στην καρέκλα απέναντι του. - Νομίζω, πως ξέρουμε τουλάχιστον τι συμβαίνει. Το αν θα μπορέσουμε να το πολεμήσουμε... αυτό είναι άλλο θέμα.
Άκουγε προσεχτικά, καθώς του εξηγούσα αυτά που είπε ο Δρ. Σνόου. Του είπα, επίσης, πως προσπαθούμε να βρούμε έναν αντίπαλο γιατρό, που να έρθει αεροπορικώς στη Νέα Υόρκη. Ο Δρ. Χιούζ σηκώθηκε από την καρέκλα του και πήγε στο παράθυρο. Κοίταξε κάτω τα φώτα των αυτοκινήτων, που Έφτιαχναν ατέλειωτες γραμμές και τις πρώτες νιφάδες ενός καινούργιου χιονιού που άρχισε να πέφτει. - Εύχομαι στο Θεό να μην διαρρεύσει τίποτα από όλα αυτά στις εφημερίδες, είπε. Είναι δύσκολο, βέβαια, οι ειδικοί και οι χειρουργοί θα το κρατήσουν μυστικό, όσοι τουλάχιστον έχουν ανακατευτεί σ' αυτή την υπόθεση. Για σκέψου το, όμως, ο δεύτερος ή τρίτος στον κόσμο ειδικός στους όγκους, να πρέπει να φέρει έναν ερυθρόδερμο από τις πεδιάδες της Νότιας Ντακότα, κάποιον από αυτούς τους φολκλορικούς αρτίστες, που έχουν ζωγραφίσει επάνω τους σταυρωτά κόκαλα, επειδή δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα ο ίδιος με έναν όγκο! - Μα, το ξέρετε καλά, όσο κι εγώ, πως αυτός δεν είναι ένας συνηθισμένος όγκος, είπα. Και δεν μπορείτε να καταπολεμήσετε ένα μαγικό όγκο με τις συνηθισμένες μεθόδους. Η απόδειξη γι' αυτό που κάνετε θα είναι η θεραπεία του όγκου αυτού. Ο Δρ. Χιούζ κοίταξε μακριά έξω από το παράθυρο. - Κι αν υποθέσουμε, πως δεν θεραπευτεί; Τι θα πω τότε; Έφερα έναν ερυθρόδερμο γιατρό, αλλά και αυτός βγήκε άχρηστος; - Δρ. Χιούζ...! - Εντάξει, κύριε Έρσκιν. Δεν έχω κανένα ενδοιασμό πάνω σ' αυτό. Έχω δει πάρα πολλούς όγκους στη ζωή μου και ξέρω, πως αυτός δεν είναι μια συνηθισμένη περίπτωση. Πιστεύω στη θεωρία σας για τους Ινδιάνους. Δεν ξέρω γιατί το πιστεύω, αλλά δε βρίσκω άλλη λογική εξήγηση. Κανείς από τους συνεργάτες μου δεν έχει ποτέ άλλοτε, ούτε δει, ούτε φανταστεί τέτοια τρομερή κατάσταση. - Πώς είναι τώρα γιατρέ; τον ρώτησα. Ο όγκος συνεχίζει να μεγαλώνει; - Θέλετε να δείτε μόνος σας; είπε. Είναι πολύ χειρότερα από χτες που την είδατε για τελευταία φορά. - Αν μπορώ. Θα προσπαθήσω να μην την αναστατώσω, όπως την τελευταία φορά.
Χωρίς να μιλάμε, πήραμε το ασανσέρ για το 10ο πάτωμα. Φορέσαμε τις μάσκες και τις ρόμπες. Αμίλητοι κατεβήκαμε το διάδρομο για το δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ και ανοίξαμε την πόρτα. Ήταν φρικιαστικό. Η Κάρεν Τάντυ ήταν ξαπλωμένη μπρούμυτα τώρα, το πρόσωπο της ήταν κάτασπρο σαν το σεντόνι, πάνω στο όποιο ήταν ξαπλωμένη. Ο όγκος είχε εξαπλωθεί τεράστιος στην πλάτης της, μια μεγάλη άσπρη κύστη από πρησμένο δέρμα. Ήταν μεγάλος σα μαξιλάρι και στριφογύριζε και κουνιότανε κάθε τόσο, σα να ήθελε να βολευτεί, ένα τεράστιο σάρκινο εξόγκωμα, με μια κακοήθη ζωή γι' αυτό το ίδιο. - Θεέ μου! είπα σιγανά. Αυτό έγινε τεράστιο! - Και μεγαλώνει συνεχώς, είπε ο Δρ. Χιούζ. Έλα εδώ, άγγιξε το. Προχώρησα προσεχτικά δίπλα στο κρεβάτι. Ο όγκος ήταν τόσο μεγάλος, που δεν μπορούσες να πιστέψεις, πως ήταν μέρος του κοριτσιού, που ήταν ξαπλωμένο από κάτω του, κουβαλώντας τον στην πλάτη σαν αηδιαστική καμπούρα. Προσεχτικά άπλωσα το χέρι μου και με τα δάχτυλα μου το πίεσα. Φαινότανε σκληρό και τεντωμένο, αλλά σου έδινε την αίσθηση, πως υπήρχε κάτι ελαφρό, κάτι αδύνατο εκεί μέσα. Στην πραγματικότητα ήταν σα να άγγιζες το στομάχι μιας γυναίκας, που ήταν έγκυος. - Δεν μπορείτε να το σκοτώσετε; ρώτησα τον Δρ. Χιούζ. Θα πρέπει να έχει το μέγεθος ενός μικρού παιδιού τώρα. Δεν μπορείτε να του δώσετε μια μ' ένα τσεκούρι; Ο Δρ. Χιούζ κούνησε το κεφάλι του. - Μακάρι να μπορούσα. Θα ήθελα πολύ να το κάνω κομματάκια μ' έναν μπαλτά, αν θέλετε να ξέρετε την αλήθεια, αλλά κάθε ακτινογραφία δείχνει ότι το νευρικό σύστημα αυτού του πλάσματος είναι αναπόσπαστα δεμένο με το νευρικό σύστημα της Κάρεν. Οποιαδήποτε χειρουργική προσπάθεια να το αφαιρέσουμε, θα την σκότωνε αμέσως. Δεν μοιάζουν σα μάνα και παιδί, μοιάζουν περισσότερο με Σιαμαία δίδυμα. - Μπορεί να μιλήσει καθόλου; - Δεν έχει πει τίποτα για κάμποσες ώρες. Τη σηκώσαμε από το κρεβάτι για να τη ζυγίσουμε σήμερα το πρωί και είπε τότε κάνα - δυο λέξεις, αλλά κανείς μας δεν κατάλαβε τίποτα. - Τη ζυγίσατε; Είναι άσχημα;
Ο Δρ. Χιούζ έχωσε τα χέρια του στις τσέπες της ρόμπας του και κοίταξε θλιμμένα την ετοιμοθάνατη άρρωστη του. - Δεν έχει χάσει καθόλου βάρος, αλλά ούτε και έχει πάρει. Ότι και να είναι αυτός ο όγκος, διατρέφεται απ' ευθείας από αυτήν. Κάθε ουγκιά που παίρνει την παίρνει από την Κάρεν. - Οι γονείς της φάνηκαν καθόλου; - Ήρθαν σήμερα το πρωί. Η μητέρα ήταν πολύ αναστατωμένη. Τους είπα, ότι θα προσπαθήσουμε να κάνουμε μια εγχείρηση, αλλά βασικά δεν είπα τίποτα για τον Ινδιάνο γιατρό και τα τέτοια. Ήταν ήδη πολύ θυμωμένοι μαζί μου, επειδή δεν την είχα εγχειρήσει ακόμα. Αν άρχιζα να τους λέω για τους Ερυθρόδερμους της παλιάς εποχής, θα έλεγαν σίγουρα πως δεν είμαι καλά στο μυαλό μου. Έριξα μια τελευταία ματιά στην Κάρεν Τάντυ, που ήταν ξαπλωμένη χωρίς μιλιά, κάτασπρη, κάτω από την αηδιαστική καμπούρα της και μετά βγήκαμε από το δωμάτιο και πήγαμε πίσω στο γραφείο του Δρ. Χιούζ στο δέκατο όγδοο όροφο. - Νομίζετε, πώς θα είναι δύσκολο να πείσουμε τους γονείς της; τον ρώτησα. Το πρόβλημα είναι πως όλα αυτά θα στοιχίσουν χρήματα. Πρέπει να δωροδοκήσουμε το γιατρό και θα πρέπει να πληρώσουμε το εισιτήριο του και το ξενοδοχείο, χωρίς να υπολογίσουμε τι μπορεί να συμβεί αν τραυματισθεί στη μάχη. Θα ήθελα πολύ να βοηθήσω, αλλά εμείς οι χαρτομάντες δεν είμαστε Ροκφέλλερ. Αμφιβάλλω αν θα μπορούσα να προσφέρω περισσότερα από τριακόσια - τετρακόσια δολάρια. Ο Δρ. Χιούζ φαινότανε σκυθρωπός. - Θα μπορούσα να πάρω τα χρήματα από το νοσοκομείο υπό ομαλές προϋποθέσεις, αλλά δεν ξέρω πως να τα ζητήσω για έναν Ινδιάνο γιατρό. Όχι, νομίζω, πως οι γονείς της έχουν έτσι κι αλλιώς το δικαίωμα να ξέρουν τι συμβαίνει, και να αποφασίσουν μόνοι τους. Άλλωστε η ζωή της κόρης τους βρίσκεται σε κίνδυνο. - Θέλετε να τους μιλήσω εγώ; τον ρώτησα. - Αν θέλετε. Μένουν μαζί με τη θεία της Κάρεν στην 82 οδό. Αν κάτι δεν πάει καλά με τη συζήτηση, πέστε τους να μου τηλεφωνήσουν, για να τους βεβαιώσω, πως έχετε την υποστήριξη μου.
- Εντάξει, είπα. Τώρα τι θα λέγατε για ένα ποτό; - Καλή ιδέα, είπε ο Δρ. Χιούζ και πήγε να πάρει το μπουκάλι με το ουίσκι. Έριξε σε δύο μεγάλα ποτήρια κι εγώ) το κατέβασα μονορούφι, νιώθοντας να με αναζωογονεί και να με ζεσταίνει ύστερα από μια ολόκληρη μέρα οδήγησης στο Άλμπανυ και πίσω. Κάθισα αναπαυτικά και ο Δρ. Χιούζ μου πρόσφερε τσιγάρο. Καπνίσαμε για λίγο χωρίς να λέμε λέξη. Μετά είπα: - Δρ. Χιούζ... Γιατί δεν με φωνάζεις Τζακ; Αυτό το Νοσοκομείο έχει αρκετή επισημότητα. Οι ασθενείς αισθάνονται εμπιστοσύνη όταν ακούνε συνεχώς να φωνάζουν τους γιατρούς «καθηγητά». Αλλά εσείς δεν νομίζω, πως χρειάζεστε τέτοιου είδους εμπιστοσύνη. - Εντάξει Τζακ. Κι εγώ είμαι ο Χάρρυ. - Καλύτερα έτσι. Χαίρομαι για τη γνωριμία Χάρρυ. Ήπια λίγο ακόμα ουίσκι. - Τζακ, είπα, έχεις σταματήσει να σκέφτεσαι τι ακριβώς κάνουμε εδώ και γιατί το κάνουμε; Δεν ξέρω την Κάρεν Τάντυ πολύ καλύτερα, απ' ότι ξέρω εσένα. Μόνο που καμιά φορά σκέπτομαι, τι στο διάβολο θέλω να πάω οδηγώντας τόσες ώρες στο Άλμπανυ και να ξαναγυρίσω για κάποιον που σχεδόν δεν γνωρίζω. Ο Τζακ Χιούζ χαμογέλασε. - Δεν νομίζεις πώς αυτή είναι μία ερώτηση, που κάθε άνθρωπος κάνει στον εαυτό του, όταν βοηθάει άλλους ανθρώπους; Εγώ ο ίδιος ρωτάω τον εαυτό μου δέκα φορές την ημέρα. Όταν είσαι καθηγητής της ιατρικής, είναι απαραίτητη προϋπόθεση. Οι άνθρωποι έρχονται σε σένα όταν είναι άρρωστοι και νομίζουν, πως είσαι καταπληκτικός, αλλά μόλις γίνουν πάλι καλά, παύεις να τους ενδιαφέρεις. Μερικοί ασθενείς είναι ευγνώμονες. Παίρνω Χριστουγεννιάτικες κάρτες κάθε χρόνο από μερικούς απ' αυτούς. Οι υπόλοιποι, όμως, ούτε θα με αναγνώριζαν, αν τύχαινε να σκοντάψω απάνω τους στο δρόμο. - Ναι, έχετε δίκιο, είπα. - Ξέρω, πώς έχω δίκιο, απάντησε ο Τζακ. Νομίζω όμως, πως αυτή ή περίπτωση είναι κάτι το διαφορετικό. Το ενδιαφέρον μου γι' αυτή την
περίπτωση δεν είναι για τους συνηθισμένους λόγους. Ο τρόπος που το βλέπω εγώ, είναι ότι το πράγμα αυτό που μεγαλώνει μέσα στην Κάρεν Τάντυ, εκπροσωπεί ένα ολόκληρο ιατρικό και πολιτιστικό πρόβλημα. - Τι θέλεις να πεις; Ο Τζακ Χιούζ σηκώθηκε. Ύστερα κάθισε πάνω στην άκρη του γραφείου του, δίπλα μου. - Κοίταξε το ως εξής, είπε. Το καταπληκτικό για την Αμερική είναι ότι υποτίθεται πως ήταν ένα εντελώς καινούργιο Έθνος, ελεύθερο από καταπίεση και ελεύθερο από ενοχή. Από τη στιγμή όμως, που ο λευκός άνθρωπος εγκαταστάθηκε εδώ, υπήρξε μια εκρηκτική βόμβα ένοχης. Μέσα στη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας, υπάρχει μια προσπάθεια να δώσουν μιαν εξήγηση σ' αυτή την ενοχή, το θυμάσαι; Ο Τζέφερσον έγραψε για τους ανελέητους Άγριους Ινδιάνους, των οποίων ο γνωστός στρατιωτικός νόμος είναι μία δυσδιάκριτη καταστροφή όλων των χρόνων, των γενεών και των καταστάσεων. Από την αρχή, ο Ινδιάνος, δεν λογαριάστηκε σαν άτομο, το όποιο προικίστηκε από το Δημιουργό του με αυτά τα κάποια αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα. Σιγά-σιγά η ενοχή για ότι κάναμε στους Ινδιάνους, έχει διαβρώσει την αίσθηση του τι είναι δικό μου και τι ανήκει στον άλλον, σ' αυτή την ίδια μας τη Χώρα. Αυτή η γη δεν είναι δική μας, Χάρρυ. Αυτή τη γη την κλέψαμε. Λέμε διάφορα αστεία για τον Πήτερ Μίνουιτ, που αγόρασε το Μανχάταν για είκοσι τέσσερα δολάρια. Σήμερα όμως, αυτό το είδος της συναλλαγής, θα μπορούσε να θεωρηθεί κλοπή. Απάτη πέρα για πέρα. Μετά είναι όλες εκείνες οι Ιστορίες για το Πληγωμένο Γόνατο και για κάθε άλλη Ινδιάνικη σφαγή. Είμαστε ένοχοι Χάρρυ, δεν υπάρχει τίποτα που να μπορούμε ή που θα πρέπει να κάνουμε για το παρελθόν, αλλά εξακολουθούμε να είμαστε ένοχοι. Δεν είχα ακούσει ποτέ τον Τζακ Χιούζ να μιλάει με τόση ευφράδεια. Τον παρατηρούσα να καπνίζει το τσιγάρο του και να τινάζει λίγη στάχτη από τα ζαρωμένα παντελόνια του. - Αυτό είναι που κάνει την περίπτωση αυτή, τόσο ενδιαφέρουσα... και τόσο τρομακτική, είπε. Αν πράγματι είναι αληθινό, αυτό ολόκληρο το κομμάτι του Ινδιάνου γιατρού, τότε για πρώτη φορά από καταβολής κόσμου, λευκοί άνθρωποι με πλήρως ανεπτυγμένο το αίσθημα της ένοχης, θα έρθουν σε επαφή με έναν Ερυθρόδερμο των πρώτων ήμερων του αποικισμού μας. Σήμερα σκεφτόμαστε τους Ινδιάνους με εντελώς διαφορετικό τρόπο. Τότε, τον 17ον αιώνα, ήταν άγριοι και μας ήταν εμπόδιο στις ανάγκες μας για γη και στην απληστία μας για υλικό πλούτο. Σήμερα, τώρα που έχουμε ότι θέλουμε, μπορούμε να είμαστε πιο
μαλακοί και πιο ανεκτικοί. Ξέρω, πως όλοι μας λέμε, να καταστρέψουμε αυτόν τον Ινδιάνο γιατρό, να τον πολεμήσουμε, αλλά πες μου δεν νιώθεις επίσης και κάποιον οίκτο για αυτόν; Έσβησα το τσιγάρο μου στο τασάκι. - Νιώθω κάποιον οίκτο για την Κάρεν Τάντυ. - Ναι, είπε ο Τζακ, βεβαίως νιώθεις. Είναι η άρρωστη μας και η ζωή της είναι σε τρομερό κίνδυνο. Δεν το ξεχνάμε αυτό. Δεν νιώθεις όμως τίποτα γι' αυτόν τον άγριο από το παρελθόν; Κατά κάποιο παράξενο τρόπο ο Τζακ είχε δίκιο. Κάτι ένιωθα. Υπήρχε ένα μικρό σημείο του μυαλού μου, που ήθελε να επιζήσει. Αν υπήρχε τρόπος να μπορούσαν να ζήσουν και η Κάρεν Τάντυ και ο Ινδιάνος γιατρός τότε σίγουρα αυτόν θα διάλεγα. Τον φοβόμουνα, ήμουνα τρομοκρατημένος από τις δυνάμεις του και τη μαγική του μαεστρία, αλλά συγχρόνως ήταν σαν μυθικός ήρωας ενός παραμυθιού και η καταστροφή του σήμαινε και την καταστροφή μέρους της Αμερικάνικης κληρονομιάς. Ήταν ο μόνος επιζών από το ντροπιασμένο παρελθόν της Χώρας μας και σκοτώνοντας τον, θα ήταν σαν να συντρίβαμε την τελευταία σπίθα του πνεύματος, που έδωσε στις Ηνωμένες Πολιτείες, αυτό το γραφικό και μυστικιστικό υπόστρωμα. Ήταν ο τελευταίος εκπρόσωπος της γνήσιας Αμερικάνικης μαγείας. Τότε ακριβώς το φωτάκι του τηλεφώνου αναβόσβησε. Ο Τζακ Χιούζ το πήρε και είπε: - Χιούζ. Κάποιος μιλούσε πολύ ταραγμένος από την άλλη άκρη. Ο Τζακ Χιούζ έσμιξε τα φρύδια του και κούνησε το κεφάλι του λέγοντας: - Πότε; Είστε σίγουρος; Καλά, προσπαθήσατε να την σπρώξετε; Τι εννοείτε ότι δεν μπορείτε; Τελικά άφησε κάτω το ακουστικό. - Συμβαίνει τίποτα; ρώτησα. - Δεν ξέρω. Η Κάρεν. Ο Μακ Εβόυ λέει πως δεν μπορούν ν' ανοίξουν την πόρτα. Κάτι συμβαίνει μέσα στο δωμάτιο και δεν μπορούν ν' ανοίξουν την πόρτα.
Βγήκαμε από το γραφείο και τρέξαμε στο διάδρομο για το ασανσέρ. Ήταν εκεί δυο νοσοκόμες με ένα κυλιόμενο τραπεζάκι γεμάτο από μπουκάλια και νεφροειδή τάσια. Χάσαμε πολύτιμα δευτερόλεπτα, καθώς αυτές προσπαθούσαν να το βγάλουν από το ασανσέρ. Μπήκαμε μέσα, πατήσαμε το κουμπί για το δέκατο όροφο και αρχίσαμε να βυθιζόμαστε προς τα κάτω. - Τι στο διάβολο νομίζεις ότι συνέβη; ρώτησα τον Τζακ γρήγορα γρήγορα. Αυτός κούνησε το κεφάλι. - Ποιος ξέρει; - Ελπίζω στο Θεό, αυτός ο Ινδιάνος γιατρός, να μην άρχισε να χρησιμοποιεί τις δυνάμεις του από τώρα, είπα. Αν όμως άρχισε, τότε είμαστε ολοκληρωτικά χαμένοι. - Δεν ξέρω, απάντησε ο Τζακ Χιούζ. Έλα, φτάσαμε. Οι πόρτες του ασανσέρ άνοιξαν αθόρυβα και τρέξαμε γρήγορα στο διάδρομο προς το δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ. Ο Δρ. Μακ Εβόυ στεκότανε απ' έξω με δύο νοσοκόμους και τη Σελίνα, την ακτινολόγο. - Τι συνέβη; ρώτησε ο Τζακ με ανησυχία. - Την αφήσαμε μόνη για λιγότερο από μερικά δευτερόλεπτα, εξήγησε ο Δρ. Μακ Εβόυ. Οι νοσοκόμοι πήγαν να ετοιμάσουν κάποια αλλαγή. Όταν ο Μάικλ εδώ, προσπάθησε να πάει μέσα πάλι, δεν μπορούσε ν' ανοίξει την πόρτα. Και κοιτάξτε! Κοιτάξαμε μέσα στο δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ από το κρύσταλλο της πόρτας. Ταράχτηκα όταν είδα, πως δεν ήταν πια ξαπλωμένη στο κρεβάτι της. Τα σεντόνια και οι κουβέρτες ήταν ανασηκωμένα και σπρωγμένα στο πλάι. - Εκεί, ψιθύριζε ο Τζακ. Στη γωνία. Γύρισα το κεφάλι μου στη γωνία και είδα την Κάρεν Τάντυ να στέκεται μακριά στην άκρη του δωματίου. Το πρόσωπο της ήταν απελπιστικά λευκό, και τα χείλια της είχαν τραβηχτεί πίσω ξεσκεπάζοντας τα δόντια της, σ' ένα φοβερό και ανατριχιαστικό μορφασμό. Έγερνε προς τα εμπρός κάτω από το βάρος του αηδιαστικού όγκου στην πλάτης της και το μακρύ άσπρο νυχτικό του νοσοκομείου ήταν σχισμένο στους ώμους,
αποκαλύπτοντας το ζαρωμένο στήθος της και τα πλευρά της, που πετούσαν. - Θεέ Μεγαλοδύναμε! είπε ο Τζακ. Χορεύει! Είχε δίκιο. Πηδούσε αργά από το ένα πόδι στο άλλο, στο ρυθμό του ίδιου σιωπηρού βαλς που χόρευε και η κυρία Χέρτζ. Φαινότανε σαν να πηδούσε στο ρυθμό ενός τύμπανου, που δεν χτυπούσε, ενός φλάουτου, που δεν έπαιζε. - Πρέπει να μπούμε μέσα, διέταξε ο Τζακ. Θα μπορούσε να σκοτωθεί έτσι που τρέχει. - Μάικλ, Γούλφ, είπε ο Δρ. Μακ Εβόυ, στους δύο νοσοκόμους. Σπάστε την πόρτα με τους ώμους σας. - Θα προσπαθήσουμε, κύριε, είπε ο Γούλφ, ένας ογκώδης νεαρός Γερμανός με κομμένα τα σκούρα μαλλιά του σαν νεοσύλλεκτος. - Σπάστε γρήγορα την πόρτα, είπε ο Τζακ. Οι δυο νοσοκόμοι πήγαν κάνα - δύο γυάρδες προς τα πίσω και μετά έπεσαν μαζί πάνω στην πόρτα. Κουνήθηκε, έσπασε και το τζάμι έγινε θρύψαλα. Ένα παράξενο κρύο ρεύμα, σαν το ρεύμα που φύσαγε στη συγκέντρωση, στο διαμέρισμα της κυρίας Κάρμαν, φύσηξε παγωμένο από την τρύπα που έχασκε. - Ξανά, είπε ο Τζακ. Ο Μάικλ και ο Γούλφ οπισθοχώρησαν πάλι, και έπεσαν με δύναμη πάνω στην πόρτα. Αυτή τη φορά την πέταξαν τελείως από τους μεντεσέδες της και άνοιξε. Ο Δρ. Χιούζ μπήκε μέσα και πήγε κατ' ευθείαν στην Κάρεν, που πηδούσε πάνω στο χαλί. Η μεγάλη πρησμένη καμπούρα πάνω στην πλάτη της χοροπηδούσε και μετακινιότανε σε κάθε της βήμα. Φαινότανε τόσο αηδιαστικό, που με έπιασε αναγούλα. - Έλα Κάρεν, είπε ο Τζακ Χιούζ μαλακά. Έλα στο κρεβάτι τώρα. Η Κάρεν στάθηκε στο ένα γυμνό της πόδι και τον κοίταξε. Και πάλι τα μάτια δεν ήταν δικά της. Ήταν άγρια, γεμάτα αίμα και όλο δύναμη. Ο Τζακ Χιούζ την πλησίασε με απλωμένα χέρια. Εκείνη απομακρύνθηκε αργά προς τα πίσω με την ίδια λάμψη μίσους στα μάτια της. Η καμπούρα στην πλάτη της στριφογύριζε και τιναζόταν σαν πρόβατο σε σακούλι.
- Αυτός - λέει - ότι - δεν - πρέπει, είπε με διακεκομμένη φωνή. Ο Δρ. Χιούζ στάθηκε. - Αυτός λέει ότι δεν πρέπει τι Κάρεν; Έγλυψε τα χείλια της. - Αυτός - λέει - δεν - πρέπει - να - τον - αγγίξετε. - Μα Κάρεν, είπε ο Δρ. Χιούζ. Αν δεν σε φροντίσουμε, δεν θα ζήσει ούτε κι ούτος. Κάνουμε το καλύτερο που μπορούμε και για τους δυο σας. Εμείς τον σεβόμαστε. Θέλουμε να ζήσει. Οπισθοχώρησε ακόμα περισσότερο, πετώντας έναν δίσκο με εργαλεία στο πάτωμα. - Δεν - σας - πιστεύει. - Μα γιατί Κάρεν; Δεν έχουμε κάνει το πάν για να βοηθήσουμε; Δεν είμαστε ούτε στρατιώτες, ούτε πολεμιστές. Είμαστε γιατροί, όπως κι εκείνος. Θέλουμε να τον βοηθήσουμε. -Πονάει. - Πονάει; Που; - Πονάει - είναι - τραυματισμένος. - Πώς είναι τραυματισμένος. Τι τον τραυμάτισε; - Δεν - ξέρει. Είναι - τραυματισμένος - Πονάει - Ήταν - το - φως. - Το φως; Ποιο φως; - Θα - σας - σκοτώσει - όλους. Η Κάρεν ξαφνικά άρχισε να λυγίζει. Μετά ούρλιαξε, ούρλιαξε και έπεσε στα γόνατα της, ξεσκίζοντας με τα νύχια της την πλάτη της. Ο Μάικλ και ο Γούλφ έτρεξαν κοντά της και την έφεραν γρήγορα στο κρεβάτι της. Ο Τζακ Χιούζ άρπαξε μια υποδόρια ένεση με ηρεμιστικό και χωρίς να διστάσει την έχωσε στο μπράτσο της Κάρεν. Σιγά - σιγά οι φωνές της έσβησαν και βυθίστηκε μέσα σ' ένα ταραγμένο ύπνο, με τα μάτια της ν' ανοιγοκλείνουν, να τρέμει και να στριφογυρίζει συνεχώς. - Το αποφάσισα, είπε ο Δρ. Χιούζ.
- Αποφάσισες τι Τζακ; τον ρώτησα. - Εσύ κι εγώ θα πάμε κατ' ευθείαν στους γονείς της και θα τους πούμε ακριβώς τι συμβαίνει. Θα ζητήσουμε να έρθει αυτός ο άλλος γιατρός από τη Νότια Ντακότα και θα πολεμήσουμε αυτό το τέρας μέχρι θανάτου. - Και δεν θα νιώσεις ενοχή; τον ρώτησα. Ούτε οίκτο; - Βεβαίως νιώθω ενοχή και οίκτο. Και νιώθω οίκτο επειδή αποφάσισα να το κάνω. - Δεν καταλαβαίνω. - Χάρρυ, είπε ο Τζακ. Αυτός ο Ινδιάνος γιατρός πονάει. Δεν ήξερε γιατί, αλλά είπε πως έφταιγε το φως. Αν έχεις κάποια ιδέα από γυναικολογία, θα ξέρεις γιατί δεν βγάζουμε ποτέ ακτινογραφίες στα έμβρυα, εκτός και εάν πιστεύουμε, πως είναι ήδη νεκρά ή ότι απειλούν τη ζωή της μητέρας. Κάθε φορά που ένα ανθρώπινο όν δέχεται τις ακτίνες αυτές, οι ακτίνες καταστρέφουν κύτταρα στο σημείο που κατευθύνονται. Στους μεγάλους δεν είναι και τόσο σημαντικό, γιατί τα κύτταρα τους έχουν πια αναπτυχθεί κανονικά και ή απώλεια μερικών κυττάρων δεν είναι βλαβερή. Σ' ένα μικρό έμβρυο, όμως, η καταστροφή ενός κυττάρου σημαίνει, πως κάποιο δάχτυλο του χεριού ή του ποδιού ή ακόμα και ένας βραχίονας ή ολόκληρο πόδι και ο μηρός μαζί δεν θα αναπτυχθούν ποτέ. Τον κοίταξα έκπληκτος. - Θέλεις να πεις, πως... - Απλώς θέλω να πω, ότι ρίξαμε τόσες πολλές ακτίνες σ' αυτόν τον Ινδιάνο γιατρό, πού θα μπορούσαμε να δούμε δια μέσου του Φόρτ Νόξ και ας ήτανε μια μέρα συννεφιασμένη. Κοίταξα το τυλιγμένο με φλέβες εξόγκωμα, που στριφογύριζε στην πλάτη της Κάρεν Τάντυ. - Με άλλα λόγια, είπα, τώρα αυτός είναι ένα τέρας. Εμείς τον παραμορφώσαμε. Ο Τζακ Χιούζ κούνησε το κεφάλι του. Έξω άρχισε πάλι να χιονίζει.
Κεφάλαιο Πέντε Μέσα στη Σκοτεινιά Δεν ξέρω πως περίμενα να μοιάζει ένας Ινδιάνος γιατρός σήμερα, αλλά ο Βράχος που Τραγουδάει θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ένας ασφαλιστής η ένας επαγγελματίας της αρχαίας Ινδιάνικης τέχνης. Όταν τον συνάντησα την άλλη μέρα το πρωί στο αεροδρόμιο Λα Γκουάρντια, που έφτασε ταξιδεύοντας από το Σιού Φώλλς, φορούσε ένα γυαλιστερό γκρίζο μοχέρ κοστούμι, τα μαλλιά του ήταν κοντά και γυάλιζαν από τολάδι που τους είχε βάλει. Φορούσε γυαλιά με χοντρό σκελετό στην πλακουτσωτή σαν κουκουβάγιας μύτη του. Ήταν πολύ μελαχρινός, με μαύρα σπινθηροβόλα μάτια και το πρόσωπο του είχε περισσότερες ρυτίδες, απ' όσες ενός λευκού πενήντα χρόνων. Κατά τα άλλα όμως ήταν τόσο κοσμικός και τόσο λίγο θεαματικός όσο και οι άλλοι επιχειρηματίας που ταξίδευαν στο ίδιο αεροπλάνο. Προχώρησα προς το μέρος του και του έσφιξα το χέρι. Από ύψος μου έφτανε μέχρι τον ώμο. - Είσαστε ο κύριος Βράχος που Τραγουδάει; Λέγομαι Χάρρυ Έρσκιν. - Ω, χαίρετε. Δεν χρειάζεται να με φωνάζετε ο κύριος Βράχος που Τραγουδάει. Σκέτο Βράχος που Τραγουδάει φτάνει. Ήταν ένα φοβερό ταξίδι. Είχαμε χιονοθύελλα συνέχεια. Πίστευα πως θα αναγκαζόμαστε να κατέβουμε στο Μίλγουωκ. - Το αυτοκίνητο μου είναι έξω, του είπα. Πήραμε τις αποσκευές του και προχωρήσαμε στο πάρκινγκ. Ένας αρρωστιάρικος ήλιος έλιωνε τη χιονισμένη λάσπη και άρχιζε κανείς να νιώθει τον ερχομό της άνοιξης. Ενός καταιγισμός από ψιχάλες που ήρθαν από το κτίριο των γραφείων του αεροδρομίου, έπεσε στο πεζοδρόμιο και μερικές μου έβρεξαν το σβέρκο μου. Σήκωσα το κεφάλι μου να δω. - Καλά, εσείς πως δεν βραχήκατε; ρώτησα.
- Εγώ είμαι Ινδιάνος γιατρός, είπε με πολλή ευγένεια ο Βράχος που Τραγουδάει. Νομίζετε πως μία σταγόνα νερού θα τολμούσε να με αγγίξει; Στοίβαξα τις βαλίτσες του στο πόρτ - μπαγκάζ και μπήκαμε στο αυτοκίνητο. - Σάς αρέσει η Κούγκαρ; ρώτησε ο Βράχος που Τραγουδάει, - Είναι αρκετά όμορφη, απάντησα. Μου αρέσει, - Εγώ έχω μια πράσινη, μου είπε. Την χρησιμοποιώ τα Σαββατοκύριακα, όταν πηγαίνω για ψάρεμα. Για τη δουλειά μου έχω μία Μαρκιζ. - Ω! είπα. Φαίνεται πως οι δουλειές του γιατρού στις Ινδιάνικες κατασκηνώσεις δεν πήγαιναν και τόσο άσχημα αυτό τον καιρό. Καθώς προχωρούσαμε έξω από το Λα Γκουάρντια προς το Μανχάταν, ρώτησα τον Βράχο που Τραγουδάει πόσα ήξερε για την υπόθεση της Κάρεν Τάντυ. - Μου είπαν πως κάποιος αρχαίος Ινδιάνος γιατρός είναι έτοιμος να κάνει την επανεμφάνιση του μέσα από το κορμί της, είπε. - Πέστε μου, δεν σας φαίνεται κάπως απίθανο; - Γιατί να μου φανεί απίθανο; Έχω δει πολύ πιο παράξενα πράγματα από αυτό. Το να μάθεις να δραπετεύεις σε μία άλλη εποχή είναι πολύ δύσκολο πράγμα στην ιατρική. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που έχει συμβεί και είναι γνωστές. - Αν εσείς λέτε πως είναι αλήθεια αυτό, πράγμα που πιστεύει και ο Δρ. Σνόου, τότε και εγώ δεν έχω λόγους να αμφισβητήσω την αλήθεια αυτή. Ξέρετε πως αυτό πρέπει να κρατηθεί άκρως απόρρητο; τον ρώτησα ξεπερνώντας ένα φορτηγό και βάζοντας μπρος τους υαλοκαθαριστήρες για να καθαρίσω το μπροστινό μου τζάμι από τις λάσπες που είχε πετάξει με τους τροχούς του. - Βεβαίως. Δεν θα ήθελα με κανένα τρόπο να γίνει γνωστό, Έχω μία σταθερή επιχείρηση επενδύσεων στη Νότια Ντακότα και δεν θα ήθελα να σκεφτούν οι πελάτες μου πως ξαναγύρισα πίσω στον πρωτογονισμό. - Ξέρετε, επίσης, πως αυτός ο Ινδιάνος γιατρός είναι εξαιρετικά ισχυρός;
Ο Βράχος που Τραγουδάει κούνησε το κεφάλι του: - Οποιοσδήποτε Ινδιάνος γιατρός που μπορεί να προβάλλει τον εαυτό του μέσα από τρεις αιώνες πρέπει να είναι πολύ ισχυρός. Έχω μελετήσει το όλο θέμα και βγαίνει το συμπέρασμα πως όσο περισσότερο χρόνο, ένας Ινδιάνος γιατρός, μπορεί να καταναγκαστεί στην ανυπαρξία, τόσο πιο ισχυρή γίνεται η δύναμη της μαγείας του. - Ανακαλύψατε τίποτα περισσότερο πάνω σ' αυτό; - Όχι πάρα πολλά πράγματα, αλλά αρκετά για να μου δώσουν μία ιδέα για το ζήτημα που πρόκειται να χειριστώ. Έχετε ακούσει για το Γκίτσε Μανιτού, το Μεγάλο Πνεύμα; Λοιπόν, εδώ έχουμε να κάνουμε με το πνεύμα η το μανιτού αυτού του ειδικού Ινδιάνου γιατρού. Είναι φανερό πως είναι πολύ ισχυρό, που σημαίνει πως ακόμα και στην προηγούμενη ζωή του στα 1650 ήταν στην τέταρτη η πέμπτη μετενσάρκωση του. Άλλωστε κάθε φορά που ένα μανιτού ζει στη γη σαν ανθρώπινο ον, κερδίζει περισσότερη γνώση και περισσότερη δύναμη. Όταν φτάσει στην έβδομη η όγδοη μετενσάρκωση, είναι έτοιμο να ενωθεί με το Γκίτσε Μανιτού για πάντα, σαν ένα μόνιμο πια πνεύμα. Είναι όπως όταν παίρνει κανείς το δίπλωμα του. Άλλαξα γραμμή καθώς οδηγούσα. - Υπάρχει ένας πανομοιότυπος τύπος στον Ευρωπαϊκό πνευματισμό. Εκείνο που θέλω να μάθω είναι πως μπορεί να νικήσει κανείς ένατέτοιο μανιτού; Ο Βράχος που Τραγουδάει πήρε από την τσέπη του ένα μικρό πούρο και το άναψε. - Δεν μπορώ να πω πως είναι εύκολο, απάντησε. Στην πραγματικότητα είναι ένα πολύ λεπτό θέμα. Αλλά η βασική αρχή είναι η έξης: Κάθε μαγική επίσκεψη, ανάλογα με τη δύναμη της, μπορεί ν' αλλάζει κατεύθυνση. Δεν μπορείς να τη μηδενίσεις. Δεν μπορείς να σταματήσεις την πορεία της. Έχει τη δική της πνευματική ροή και για να σταματήσεις αυτή τη ροή, θα ήταν σα να προσπαθούσες να σταθείς μπροστά σε μία ταχεία αμαξοστοιχία. Μπορείς όμως να αλλάξεις την κατεύθυνση αυτής της μαγείας και να τη στείλεις πίσω από κει που ήρθε. Αυτό λοιπόν που χρειάζεται είναι αρκετή δύναμη για να της αλλάξεις πορεία τριακοσίων εξήντα μοιρών. - Ίσως να είναι πιο εύκολο απ' ότι νομίζετε, είπα. Οι γιατροί πήραν ακτινογραφίες αυτού του Ινδιάνου γιατρού όταν ήταν ακόμα σε
εμβρυακή κατάσταση και φαίνεται πως τον έχουν παραμορφώσει η τραυματίσει. - Αυτό δεν αλλάζει τίποτα, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Η μαγική επίκληση έγινε όταν ήταν ακέραιος και υγιής κι αυτό είναι που μετράει. - Μπορείτε πράγματι να το κάνετε να εγκαταλείψει την Κάρεν Τάντυ; - Το ελπίζω. Δεν νομίζω πως θα έχω τη δύναμη να τον γυρίσω πίσω στο 1650. Αυτό θα χρειαζόταν έναν πολύ ισχυρό και πολύ πεπειραμένο Ινδιάνο γιατρό, κάποιον πολύ πιο δυνατό από μένα. Αλλά αυτό που μπορώ να κάνω είναι να τον βγάλω από μέσα της και να τον στείλω μέσα σε κάποιον άλλο. Ένιωσα μία ανατριχίλα. - Σε κάποιον άλλον; Μα δεν μπορεί να θέλετε να συμβεί αυτό σε κάποιον άλλο. Τότε ποιος ο λόγος να σώσουμε τη ζωή της Κάρεν Τάντυ αν σκοτώσουμε κάποιο άλλο πρόσωπο; Ο Βράχος που Τραγουδάει φύσηξε τον καπνό του πούρου του. - Λυπάμαι κύριε Έρσκιν. Νόμιζα πως καταλάβατε τα προβλήματα. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να γίνει αυτό. - Αλλά σε ποιόν θα πάει το μανιτού; - Σε οποιονδήποτε. Πρέπει να καταλάβετε πως θα παλέψει για την ύπαρξη του και θα κοιτάξει να βρει έναν αδύνατο και δεκτικό άνθρωπο για να τον φιλοξένησα. Αναστέναξα. Ξαφνικά αισθάνθηκα πολύ κουρασμένος. Δεν είναι καθόλου εύκολο να πολεμάς ενάντια σε κάτι που δεν ξέρει τι σημαίνει φυσική εξουθένωση και που είναι ολοκληρωτικά δοσμένο στην εξασφάλιση της επιβίωσης του. - Αν ότι λέτε είναι αληθινό, τότε θα πρέπει να γυρίσετε πίσω στη Νότια Ντακότα. Ο Βράχος που Τραγουδάει συνοφρυώθηκε. - Σίγουρα όμως δεν θα έχετε αντίρρηση αν μεταφέρουμε το μανιτού σε κάποιον τιποτένιο... σα να πούμε σ' έναν απελπισμένο ναρκομανή ή σε μια πόρνη από το Μπόβερυ ή σ' έναν Νέγρο κατάδικο;
- Ούτε συζήτηση. Δεν το δέχομαι. Όλη αυτή η κατάσταση συνέβη επειδή μία φυλή έβλαψε κάποια άλλη. Αν δηλαδή κάποιος Ολλανδός δεν είχε απειλήσει αυτόν τον Ινδιάνο γιατρό τότε στα 1650, δεν θα βρισκότανε τώρα εδώ απειλώντας εμάς. Δεν βλέπω να υπάρχει καμιά δικαιολογία για να ξανακάνουμε και εμείς το ίδιο πράγμα σε μία άλλη φυλετική μειονότητα, γιατί έτσι θα διαιωνίζαμε το κακό. Ο Ινδιάνος γιατρός με το μοχέρ κοστούμι με κοίταξε περίεργα. - Είναι, λοιπόν, αστείο να ακούει κανείς κάτι τέτοιο από λευκό, είπε. Ο πατέρας μου, ο παππούς μου και ο προπάππους μου, όλοι ένιωθαν το ίδιο για τους λευκούς. Ασυνείδητοι διάβολοι με καρδιές από πέτρα. Τώρα, που τελικά μας διδάξατε πως να γίνουμε σκληροί και χωρίς συμβιβασμούς, τώρα αλλάξατε εσείς και γίνατε τρυφεροί απέναντι μας. Η Κούγκαρ γλιστρούσε πάνω στο βρεγμένο αυτοκινητόδρομο. Μία ακτίνα κίτρινου ήλιου έπεσε πάνω στο στήθος μας. - Ίσως να είναι εύκολο για μας να είμαστε τρυφεροί τώρα, είπα. Τώρα έχουμε τα πάντα, ότι θελήσαμε και αφού το καταφέραμε, μπορούμε να είμαστε ελεήμονες. Αλλά όποιος και να είναι ο λόγος, δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία για να μεταφέρουμε το μανιτού σε κάποιον άλλον, ανεξάρτητα από ποια φυλή είναι η πόσο τιποτένιος είναι. Είναι ενάντια στη φύση. - Εντάξει, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Τότε έχουμε μιαν άλλη εκλογή. Αλλά σας προειδοποιώ, είναι πολύ πιο επικίνδυνη. - Ποια είναι αυτή; - Να περιμένουμε μέχρι ο Ινδιάνος γιατρός να βγει από το κορμί της Κάρεν Τάντυ. - Ναι, αλλά αυτό θα την σκοτώσει - θα πεθάνει. - Σύμφωνα με την απλή λογική, ναι. Αλλά το δικό της μανιτού ή το πνεύμα της, θα συνεχίσει να ζει μέσα σ' αυτόν, έτσι δεν θα έχει χαθεί τελείως. Εν τω μεταξύ, είχαμε μπει για καλά στο Μανχάταν και έκοψα ταχύτητα σταματώντας στο κόκκινο φως. - Δεν καταλαβαίνω.
- Δεν είναι εύκολο, το παραδέχομαι, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Αλλά αφού βγει ο Ινδιάνος γιατρός, θα έχουμε τη δυνατότητα να λογαριαστούμε μαζί του φυσιολογικά, Ίσως μπορέσουμε να τον φυλακίσουμε, αρκεί φυσικά να το κάνουμε με μαγικές επικλήσεις καθώς και με τα σίδερα. Μετά μπορούμε πραγματικά να τον εξαναγκάσουμε να γυρίσει πίσω το μανιτού της Κάρεν Τάντυ στο κορμί της. - Να τον εξαναγκάσουμε; ρώτησα. Πώς; - Επικαλούμενοι τη δύναμη του Γκίτσε Μανιτού. Όλα τα μικρότερα μανιτού υπόκεινται στη μεγάλη επίδραση του Μεγάλου Πνεύματος. - Μα δεν θα μπορούσε να κάνει κι αυτός το ίδιο και να σκοτώσει εσένα; Ο Βράχος που Τραγουδάει πιπίλισε σκεπτικά το πούρο του. - Βεβαίως. Αυτό θα πρέπει να το αποτολμήσω. - Και θα το τολμήσετε; - Αν αξίζει τον κόπο! - Και πόσο θα άξιζε αυτός ο κόπος; - Είκοσι χιλιάδες δολάρια. Έκανα μία γκριμάτσα. - Σωστά. Δεν σας κατηγορώ γι' αυτό. Εγώ θα ήθελα πολύ περισσότερα απ' αυτά για να ριψοκινδυνεύσω τη ζωή μου. - Σ' αυτήν την περίπτωση, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει, πετώντας το πούρο του έξω από το παράθυρο, τριάντα χιλιάδες. Τώρα το παν εξαρτιόταν από τους γονείς της Κάρεν Τάντυ. Κανείς άλλος δεν μπορούσε να πληρώσει το τίμημα της ιατρικής του Βράχου που Τραγουδάει και κανείς άλλος δεν είχε το δικαίωμα να τον αφήσει να εργαστεί πάνω σ' αυτό. Πήρα το Βράχο που Τραγουδάει στο διαμέρισμα μου στη 10η Λεωφόρο. Έκανε ντους και μετά καθώς έπινε τον καφέ του εγώ μιλούσα με τους γονείς της Κάρεν. Τους είπα ποιος ήμουνα και με κάλεσαν να φάμε μαζί. Ήλπιζα να μην τους καθίσει το φαγητό στο λαιμό όταν θα άκουγαν τις προτάσεις του Βράχου που Τραγουδάει. Φτάσαμε στο διαμέρισμα της κυρίας Κάρμαν στη μία ακριβώς. Ο τζαμάς είχε πάει εκείνο το πρωί και τα παράθυρα που είχανε γίνει θρύψαλα κατά
την πνευματική εκείνη συγκέντρωση είχανε διορθωθεί. Η ατμόσφαιρα εκεί μέσα ήταν ζεστή, πολυτελής και άνετη αλλά κάτι παράξενο υπήρχε. Ο Τζέρεμυ Τάντυ ήταν ένας ξερακιανός ανοιχτομάλλης άντρας περίπου πενήντα χρόνων. Φορούσε ένα σκούρο κοστούμι με ένα κάτασπρο, πεντακάθαρο πουκάμισο. Το πρόσωπο του είχε κάτι από τη δαιμονική έκφραση της Κάρεν, αλλά ήταν ώριμο με αδρά χαρακτηριστικά και πιο αυστηρό. Η σύζυγος του, η Έρικα Τάντυ ήταν μία λεπτή ανάλαφρη γυναίκα, με καστανά φλου μαλλιά και αστραφτερά μεγάλα μάτια. Φορούσε ένα μαύρο ταγιέρ του Ντιόρ που έκανε κοντράστ με τα απλά χρυσά της κοσμήματα. Μου έκαναν μεγάλη εντύπωση τα μακριά γυαλιστερά της νύχια και τα ρολόι που φορούσε στο χέρι της, ένα Πιαζέ των 5.000. Ήταν εκεί επίσης και η κυρία Κάρμαν που πηγαινοερχότανε προσπαθώντας να μας κάνει όλους να αισθανθούμε άνετα. Αλλά άδικα κοπίαζε. Όλοι μας νιώθαμε κάπως παράξενα εκεί μέσα και οι μικροκουβέντες που κάναμε δεν βοηθούσαν σε τίποτα. - Είμαι ο Χάρρυ Έρσκιν, είπα, σφίγγοντας το χέρι του Τζέρεμυ Τάντυ, όσο πιο σταθερά μπορούσα, και από εδώ είναι ο κύριος Βράχος που Τραγουδάει, από τη Νότια Ντακότα. - Σκέτο ο Βράχος που Τραγουδάει, χωρίς το κύριος, είπε εκείνος. Καθίσαμε σε καρέκλες και καναπεδάκια και ο Τζέρεμυ προσέφερε σε όλους τσιγάρο. - Ο Δρ. Χιούζ μου είπε πως δείξατε ενδιαφέρον για την περίπτωση της κόρης μου, είπε ο Τζέρεμυ Τάντυ. Αλλά ακόμα δεν μου είπε ποιος είστε και με τι ασχολείστε. Μήπως μπορείτε να με φωτίσετε; Έβηξα. - Κύριε Τάντυ, κυρία Τάντυ, πολλά από αυτά που θα σας πω τώρα θα σας φανούν ίσως απίθανα. Αυτό που μπορώ να σας πω είναι πως κι εγώ όταν ανακάλυψα περί τίνος πρόκειται, είχα ενδοιασμούς, όπως κι εσείς. Αλλά η μαρτυρία είναι τόσο συντριπτική, που όποιος ξέρει οτιδήποτε γύρω από την αρρώστια της κόρης σας, έχει παραδεχτεί ότι αυτό είναι πιθανόν - δεν σας λέω θετικά - η αιτία της αρρώστιας της. Σιγά - σιγά εξήγησα πως η Κάρεν είχε έρθει σε μένα και μου είχε πει για τ' όνειρο της. Τους διηγήθηκα πως βρήκα τα ίχνη του Ολλανδέζικου
πλοίου, και πως η Αμέλια είχε καλέσει το πνεύμα του Ινδιάνου γιατρού. Τους είπα για τη μετενσάρκωση αυτού του γιατρού και την επίσκεψη μας στον Δρ. Σνόου στο Άλμπανυ. Μετά τους είπα για το Βράχο που Τραγουδάει, τι θα προσπαθούσε να κάνει και πόσο θα στοίχιζε. Ο Τζέρεμυ Τάντυ τα άκουγε όλα αυτά με απάθεια. Κάθε τόσο έπινε μια γουλιά μπράντυ και κάπνιζε τα τσιγάρα το ένα πίσω από το άλλο καθώς άκουγε, χωρίς το πρόσωπο του να προδίδει καμιά συγκίνηση. Όταν τελείωσα ακούμπησε στην πολυθρόνα του και κοίταξε τη γυναίκα του. Αυτή φαινόταν αναστατωμένη, χαμένη και δεν την κακίζω γι' αυτό. Όταν τα λες ξερά αυτά και παγωμένα είναι κάτι που δύσκολα μπορεί να το καταπιεί κανείς. Ο Τζέρεμυ Τάντυ έσκυψε προς τα εμπρός και με κοίταξε μέσα στα μάτια. - Συνωμοσία είναι αυτή; ρώτησε ψυχρά. Αν ναι, πέστε το μου τώρα αμέσως και θα δούμε τι μπορεί να γίνει. Κούνησα το κεφάλι μου. - Κύριε Τάντυ, ξέρω πως σας φαίνεται απίστευτο, αλλά αν τηλεφωνήσετε στον Δρ. Χιούζ θα σας πει την ίδια ιστορία. Αυτό θα είναι μια ατράνταχτη εγγύηση ότι δεν είναι συνωμοσία. Δεν χρειάζεται να πληρώσετε τίποτα απολύτως μέχρι να γίνει καλά η Κάρεν. Αν δεν γίνει καλά αυτό θα σημαίνει πως ο Βράχος που Τραγουδάει απέτυχε, και δεν θα χρειαστεί τα χρήματα έτσι κι αλλιώς. Αν αποτύχει θα πεθάνει. Ο Βράχος που Τραγουδάει κούνησε το κεφάλι του σοβαρά. Ο Τζέρεμυ Τάντυ σηκώθηκε επάνω και άρχισε να περπατάει σαν τίγρης στο κλουβί της. - Η κόρη μου είναι άρρωστη, επανάλαβε. Μου λένε πως πεθαίνει. Μετά μου λένε πως θα γεννήσει έναν Ινδιάνο γιατρό τριακοσίων ετών. Μετά μου λένε πως θα χρειαστεί έναν άλλο Ινδιάνο γιατρό για να απαλλαγεί από τον πρώτο και ότι αυτό θα μας στοιχίσει τριάντα χιλιάδες δολάρια. Γύρισε σε μένα. - Τώρα δεν μου λέτε, τι τρίχες είναι αυτές; Προσπάθησα να μην χάσω την ψυχραιμία μου. - Κύριε Τάντυ, είναι πράγματι τρέλα. Αλλά γιατί δεν τηλεφωνείτε στον Δρ. Χιούζ τώρα; Ο Δρ. Χιούζ είναι ειδικός στους όγκους, αναγνωρισμένος απ' όλο τον κόσμο. Ξέρει πιο πολλά πάνω στους όγκους
απ' ότι ξέρω εγώ για το μετρό της Νέας Υόρκης, αν και ταξιδεύω με αυτό από τότε που φορούσα κοντά παντελόνια. Τηλεφωνείστε του για να μάθετε. Μη χάνετε όμως καιρό, γιατί η Κάρεν πεθαίνει και απ' ότι ξέρουμε όλοι δεν υπάρχει άλλος τρόπος να τη σώσουμε. Ο Τζέρεμυ Τάντυ σταμάτησε να πηγαινοέρχεται και με κοίταξε με το κεφάλι γερμένο στο πλάι. - Στα αλήθεια, θέλετε να πείτε πως δεν αστειεύεστε, είπε. - Όχι. κύριε Τάντυ, δεν αστειεύομαι. Μιλώ σοβαρά. Ρωτείστε και την κυρία Κάρμαν. Είδε το πρόσωπο που παρουσιάστηκε στο τραπέζι, δεν είναι έτσι κυρία Κάρμαν; Η κυρία Κάρμαν έγνεψε καταφατικά: - Είναι αλήθεια Τζέρεμυ. Το είδα με το ίδια μου τα μάτια. Εγώ έχω εμπιστοσύνη στον κύριο Έρσκιν. Δεν λέει ψέματα. Η κυρία Τάντυ άπλωσε και έπιασε το χέρι του συζύγου της. - Τζέρεμυ, αγάπη μου, αν αυτός είναι ο μόνος τρόπος... πρέπει να το κάνουμε. Έγινε μία μεγάλη παύση. Ο Βράχος που Τραγουδάει έβγαλε ένα μαντήλι και φύσηξε δυνατά τη μύτη του. Ποτέ μου δεν φαντάστηκα πως οι Ινδιάνοι γιατροί θα είχαν ανάγκη από μαντήλια. Τέλος, ο Τζέρεμυ Τάντυ σήκωσε ψηλά το χέρι του. - Εντάξει, είπε. Κερδίσατε. Το μόνο που θέλω είναι να γυρίσει πίσω η κόρη μου σώα και αβλαβής. Αν το πετύχετε αυτό θα έχετε εξήντα χιλιάδες δολάρια. - Τριάντα είναι εντάξει είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Αυτά τα λόγια νομίζω, έκαναν τον Τζέρεμυ Τάντυ να πιστέψει τελικά πως το μανιτού ήταν αληθινό. Μετά το φαγητό, πήγα το Βράχο που Τραγουδάει να συναντήσει τον Δρ. Χιούζ στο νοσοκομείο των Αδελφών της Ιερουσαλήμ. Η Κάρεν ήταν βαριά ναρκωμένη και υπήρχε ένας νοσοκόμος συνεχώς δίπλα στο κρεβάτι της. Ο Δρ. Χιούζ μας πήρε κάτω να τη δούμε και ο Βράχος που Τραγουδάει είδε ακριβώς ποιον είχε να αντιμετωπίσει. Στάθηκε σε μία
σεβαστή απόσταση από το μανιτού, κοιτώντας το πάνω από τη χειρουργική μάσκα με στενάχωρο βλέμμα. - Φου, είπε απλά. Αυτό είναι για σένα. Ο Τζακ Χιούζ στάθηκε νευρικά δίπλα μου. - Τι σκέφτεστε; - Τι να σας πω Δρ. Χιούζ. Ούτε όλες οι ιατρικές σας γνώσεις μαζί δεν μπορούν να κάνουν τίποτα σ' αυτή την περίπτωση. Έχω δει μαγικά πράγματα ένα σωρό... αλλά αυτό... - Πάμε, είπε ο Τζακ. Ας φύγουμε από εδώ. Γυρίσαμε στο γραφείο του και καθίσαμε. Ο Βράχος που Τραγουδάει τράβηξε ένα χαρτομάντιλο από το κουτί που ήταν πάνω στο γραφείο του Δρ. Χιούζ και προσεκτικά σκούπισε το μέτωπο του. - Λοιπόν, είπε ο Τζακ. Πως σχεδιάζετε να ενεργήσετε; - Το πρώτο πράγμα που θα έλεγα είναι πως δεν έχουμε πολύ καιρό, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Ο τρόπος που μεγαλώνει αυτό το μανιτού, θα χρειαστεί να είμαστε έτοιμοι μέχρι αύριο το αργότερο. Εκείνο που πρέπει να κάνω είναι να σχεδιάσω ένα μαγικό κύκλο γύρω από το κρεβάτι, έτσι ώστε, όταν ο Ινδιάνος γιατρός βγει να μην μπορεί να τον περάσει. Αυτό θα τον κρατήσει αρκετά για να μου δώσει τον καιρό να προσπαθήσω να τον καθυποτάξω με τα δικά μου φάρμακα. Τουλάχιστον ελπίζω πώς θα μπορέσω. Είναι δυνατό να είναι τόσο ισχυρός που να διαβεί οποιονδήποτε μαγικό κύκλο κι αν σχεδιάσω. Λεν ξέρω - και δεν θα ξέρω - μέχρι να παρουσιαστεί πραγματικά. Εξαρτάται από το πόσο οι ακτίνες τον έχουν επηρεάσει. Τα γνήσια μάγια - τα μάγια που χρησιμοποίησε για να ξαναγεννηθεί - είναι τόσο ισχυρά, όσο τότε που τα έκανε το 1650, αλλά ότι καινούργια μάγια προσπαθήσει να ρίξει, ίσως να έχουν μπερδευτεί από αυτά που του έχετε κάνει. Από την άλλη πλευρά μπορεί και τίποτα να μην συμβαίνει από αυτά. Δεν μπορώ να βασιστώ σ' αυτό. Ίσως τον έχουν κάνει ακόμα πιο εκδικητικό και τη μαγεία του πιο φοβερή. Ο Τζακ Χιούζ αναστέναξε. - Δεν φαίνεστε να έχετε πολλές ελπίδες.
- Μα πως μπορώ να έχω; είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Εδώ πρόκειται για αγώνα Δαυίδ και Γολιάθ. Αν μπορέσω να τον χτυπήσω με μία πέτρα με τη σφεντόνα μου, μπορεί να σταθώ τυχερός και να τον σκοτώσω. Αλλά αν αποτύχω θα με λιώσει. - Χρειάζεστε τίποτα; τον ρώτησα. Τίποτα μαγικά βοηθήματα; Ο Βράχος που Τραγουδάει κούνησε το κεφάλι του. - Έφερα μαζί μου όλα τα απαραίτητα. Χάρρυ, αν μπορούμε να πάμε να πάρουμε τη μικρή μου βαλίτσα από το αυτοκίνητο σας, θα μπορούσα να αρχίσω αμέσως να σχεδιάζω τον Ινδιάνικο ιατρικό κύκλο. Τουλάχιστον αυτό θα μου δώσει κάποια προστασία. Ο Δρ. Χιούζ πήρε το τηλέφωνο και ζήτησε έναν αχθοφόρο. Όταν ήρθε τον έστειλε κάτω στο αυτοκίνητο μου, στο υπόγειο, με όλες τις οδηγίες για να φέρει πάνω τη βαλίτσα του Βράχου που Τραγουδάει. - Ότι και να κάνετε, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει, δεν πρέπει να ενοχλήσετε το κορμί της Κάρεν Τάντυ, όταν ο Ινδιάνος γιατρός βγει από μέσα της. Δεν πρέπει να την αγγίξετε σε καμιά περίπτωση. Αν την ενοχλήσετε έστω και αμυδρά, τότε οι προϋποθέσεις για να ξαναγυρίσει το μανιτού της στο κορμί της και να ξαναζωντανέψει θα μηδενιστούν. - Αν υποθέσουμε πως ο ίδιος ο Ινδιάνος γιατρός ενοχλήσει ο κορμί της...; ρώτησα. Ο Βράχος που Τραγουδάει φάνηκε απελπισμένος. - Αν συμβεί αυτό, τότε θα έχουμε χάσει τον καιρό μας. Ο Τζακ Χιούζ είπε: - Αυτό που δεν καταλαβαίνω είναι γιατί να μην μπορούμε να τον πυροβολήσουμε. Είναι ένα ανθρώπινο ον, εν πάσει περιπτώσει, με κανονική σάρκα και αίμα. - Αυτό θα κατέστρεφε ότι προσπαθούμε να κάνουμε, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Αν τον πυροβολήσετε τα πνεύματα του, δηλαδή το πνεύμα του, το πνεύμα της Κάρεν και ότι άλλα πνεύματα έχει μαζέψει στα διαστήματα των διαφόρων μετενσαρκώσεων του θα πάνε εκεί που οι Ινδιάνοι συνηθίζουν να ονομάζουν «Γη του Ευτυχισμένου Κυνηγιού». Αν τον σκοτώσετε με αυτό τον τρόπο, τότε η Κάρεν Τάντυ θα φύγει για
πάντα. Αυτός εξουσιάζει το μανιτού της, και μόνον αυτός μπορεί να το απελευθερώσει, με τη θέληση του ή αν τον αναγκάσουν. - Και δεν νομίζετε πως υπάρχει καμιά ελπίδα να το απελευθερώσει θεληματικά; ρώτησε ο Τζακ Χιούζ. - Ούτε η παραμικρή, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. - Και ποιες νομίζετε ότι είναι οι πιθανότητες να τον εξαναγκάσουμε να το κάνει; Ο Βράχος που Τραγουδάει έξυσε σκεπτικά το μάγουλο του. - Τρία τοις εκατό, είπε. Και αυτό, αν είμαι τυχερός. Εκείνη τη στιγμή ήρθε ο αχθοφόρος με τη βαλίτσα. Ο Βράχος που Τραγουδάει την πήρε, την έβαλε πάνω στο γραφείο του Δρ. Χιούζ και την άνοιξε. Απ' ότι μπορούσα να δω, ήταν γεμάτη από μαλλιά και κόκαλα και πακέτα με σκόνη. - Εντάξει, είπε. Όλα είναι εδώ. Πάμε κάτω να σχεδιάσουμε τον κύκλο. Πήγαμε κάτω ξανά, μέσα στο ιδιαίτερο δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ. Ήταν ξαπλωμένη ακριβώς όπως πριν με κάτασπρο πρόσωπο, με το πρησμένο εξόγκωμα που έφτανε σχεδόν μέχρι τη μέση της. Ο Βράχος που Τραγουδάει, δεν την κοίταξε αλλά ήταν απασχολημένος με το να βγάζει τη σκόνη και τα κόκαλα από τη βαλίτσα του και να τ' απλώνει κανονικά πάνω στο πάτωμα. - Θέλω να καταλάβετε, είπε, ότι αφού πια σχεδιάσω αυτό τον κύκλο δεν πρέπει να τον αγγίξει κανείς ή να τον χαλάσει με οποιονδήποτε τρόπο. Μπορείτε να τον περάσετε αλλά πρέπει να είσαστε εξαιρετικά προσεκτικοί μην τον μουτζουρώσετε ή τον σπάσετε. Αν σπάσει έστω και λίγο τότε είναι άχρηστος. Ο Δρ. Χιούζ είπε; - Εντάξει. Θα κοιτάξω να βεβαιωθώ πως καθένας που μπαίνει εδώ μέσα είναι ενήμερος γι' αυτό. Ο Βράχος που Τραγουδάει έσκυψε στα τέσσερα και άρχισε να χύνει μία κόκκινη σκόνη από ένα χάρτινο πακέτο σχηματίζοντας ένα κύκλο γύρω από το κρεβάτι. Μετά, μέσα απ' αυτόν, έχυσε μία άσπρη σκόνη δημιουργώντας έναν άλλο κύκλο. Σε κανονικά διαστήματα άπλωσε κάτω λευκά ανθρώπινα οστά, λέγοντας μία απαλή μαγική ωδή πάνω σε κάθε
ένα απ' αυτά. Μετά άπλωσε μία γιρλάντα από ανθρώπινα μαλλιά τριγύρω από τον κύκλο, παλιά κρανία από ιστορικά Τοτέμ της φυλής του. - Γκίτσε Μανιτού, προστάτεψε με, προσευχήθηκε. Καθώς είπε αυτές τις λέξεις, αισθάνθηκα μία παγωμένη ανατριχίλα, να γλιστράει πάνω στην πλάτη μου. Η Κάρεν στο κρεβάτι της, είχε ανοίξει το ένα μάτι και κοίταζε σταθερά το Βράχο που Τραγουδάει με μία ήρεμη κακία. Τον φώναξα ψιθυριστά και του έδειξα προς το μέρος της. Ο Βράχος που Τραγουδάει γύρισε και είδε το γεμάτο μίσος μάτι. Έγλειψε νευρικά τα χείλη του και μετά μίλησε στην Κάρεν με μία ήρεμη φωνή γεμάτη ένταση. - Ποιος είσαι; ρώτησε. Από που έρχεσαι; Στην αρχή έγινε μία παύση, αλλά μετά η Κάρεν Τάντυ ψιθύρισε βραχνά: - Είμαι - πολύ - δυνατότερος - από - σένα. Η - ιατρική - σου - είναι ανίσχυρη - για - μένα. Γρήγορα - θα - σε - σκοτώσω -μικρέ - αδελφέ. - Πως σε λένε; είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. - Με - λένε - Μισκαμάκους - θα - σε - σκοτώσω - σύντομα - μικρέ αδελφέ - από - τις - πεδιάδες. Ο Βράχος που Τραγουδάει οπισθοχώρησε νευρικά, κοιτώντας αυτό το ένα μάτι. Ακόμα και όταν το μάτι έκλεισε ξανά, αυτός έτριβε τα χέρια του πάνω - κάτω στη χειρουργική του ρόμπα. - Τι συμβαίνει; τον ρώτησα. - Είναι ο Μισκαμάκους ψιθύρισε, λες και φοβόταν να μην τον ακούσουν. Είναι ένας από τους πιο διάσημους και ισχυρούς Ινδιάνους γιατρούς σε όλη την Ινδιάνικη ιστορία. - Τον ξέρεις: - Κάθε ένας που ξέρει οτιδήποτε γύρω από την Ινδιάνικη μαγεία, τον ξέρει. Ακόμα και οι Σιού ήξεραν γι' αυτόν πολύ πριν έρθουν οι λευκοί άνθρωποι. Τον θεωρούσαν τον μεγαλύτερο από όλους τους Ινδιάνους γιατρούς. Ερχόταν σε επαφή με μανιτού και δαίμονες που κανείς άλλος Ινδιάνος γιατρός δεν τολμούσε να επικαλεστεί. - Τι σημαίνει αυτό, είπε ανήσυχος ο Τζακ Χιούζ, Μήπως σημαίνει πως δεν μπορείτε να τον πολεμήσετε:
Ο Βράχος που Τραγουδάει ήταν ιδρωμένος κάτω από τη χειρουργική του μάσκα. - Ω! μπορώ να τον πολεμήσω μία χαρά. Αλλά δεν έχω πολλές πιθανότητες να τον νικήσω. Ο Μισκαμάκους, έλεγαν πως μπορούσε να κρατάει υπό έλεγχο ακόμα και τα πιο αρχαία και φρικτά Ινδιάνικα πνεύματα. Υπήρχαν μανιτού που ήταν τόσο παλιά και τόσο κακά που όταν οι πρώτοι λευκοί άνθρωποι ήρθαν στην Αμερική, οι περισσότερες φυλές τα ήξεραν μόνο από μύθους και ιστορίες. Αλλά ο Μισκαμάκους τα καλούσε συνήθως για δική του ανάγκη. Αν τα καλέσει αυτά τώρα, σήμερα, ούτε μπορώ να φανταστώ τι θα συμβεί. - Μα τι μπορεί να κάνει ένα πνεύμα; τον ρώτησα. Μπορεί πραγματικά να βλάψει ανθρώπους που δεν το πιστεύουν; - Βεβαίως, μου εξήγησε ο Βράχος που Τραγουδάει. Επειδή δεν πιστεύετε πως μία τίγρης μπορεί να σας κάνει μια χαψιά, δεν σημαίνει πως αύτη δεν μπορεί να το κάνει, κι ούτε την εμποδίζει τίποτα. Δεν είναι έτσι; Κάποτε αυτά τα μανιτού είχαν κληθεί στο φυσικό κόσμο. Είχαν δυνάμεις και φυσική ύπαρξη. - Μεγαλοδύναμε Θεέ, είπε ο Δρ. Χιούζ. Ο Βράχος που Τραγουδάει ρούφηξε τη μύτη του. - Ο Θεός δεν θα σας βοηθήσει. Αυτοί οι δαίμονες δεν έχουν καμιά απολύτως σχέση με το Χριστιανισμό. Μπορείτε να πολεμήσετε τους δαίμονες των Χριστιανών με Σταυρούς και αγιασμό, αλλά αυτοί οι δαίμονες θα γελάσουν μόνο μαζί σας. - Αυτός ο κύκλος, είπα, δείχνοντας τον τεράστιο κύκλο με τις σκόνες και τα οστά. Νομίζετε πως αυτός ο κύκλος θα τον αναχαιτίσει; Ο Βράχος που Τραγουδάει κούνησε το κεφάλι του. - Δεν το νομίζω. Τουλάχιστον όχι περισσότερο από λίγα λεπτά. Μπορεί όμως να μου δώσει καιρό να κάνω μερικά μαγικά καλέσματα πάνω του, κάτι που να τον κρατήσει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Αλλά ο Μισκαμάκους ήταν ένας από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές κύκλων, ο ίδιος. Μπορούσε να σχεδιάζει κύκλους και να αναχαιτίζει τα πιο φοβερά πνεύματα. Αυτός ο κύκλος είναι ο πιο δυνατός που εγώ μπορώ να κάνω, αλλά αυτός θα ξέρει πως να τον σπάσει χωρίς καμία απολύτως δυσκολία.
- Γι' αυτήν που κυρίως στενοχωριέμαι είναι η Κάρεν, είπε ο Τζακ Χιούζ. Αν πρόκειται να έχουμε εδώ στο δωμάτιο της μια μάχη σε όλη της τη λαμπρότητα με μάγους, νομίζετε πως θα είναι δυνατό να επιζήσει; - Δρ. Χιούζ, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Αυτό σημαίνει ή όλα ή τίποτα. Αν κερδίσω αυτή τη μάχη τότε θα επιζήσει. Αν όχι, τότε δεν σας εγγυώμαι ποιος θα επιζήσει. Με έναν Ινδιάνο γιατρό τόσο δυνατό όσο ο Μισκαμάκους, μπορεί όλοι μας να πεθάνουμε. Δεν φαίνεται να καταλαβαίνετε τι είναι αυτά τα μανιτού. Όταν λέω είναι ισχυρά, δεν εννοώ απλώς ότι μπορούν να σκοτώσουν έναν άνθρωπο. Αν είχαν απελευθερωθεί από τη φυλακή τους ανεξέλεγκτοι, θα μπορούσαν να σαρώσουν αυτό το νοσοκομείο, αυτό όλο το τετράγωνο, αυτή την πόλη. - Ω! ελατέ τώρα, είπε ο Δρ. Χιούζ. Ο Βράχος που Τραγουδάει έκανε έναν τελευταίο έλεγχο στο μαγικό του κύκλο, και μετά μας οδήγησε έξω από το δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ. Στο διάδρομο, βγάλαμε τις μάσκες μας και λύσαμε τις ρόμπες. - Το μόνο που μπορώ να πω είναι, περιμένετε και θα δείτε, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Τώρα θα μπορούσα να έχω κάτι να φάω μαζί με μία μπύρα; Υπάρχει πουθενά να φάει κανείς μέσα σ' αυτό το Νοσοκομείο; - Ακολουθείστε με, είπε ο Τζακ Χιούζ. Προβλέπω πως η νύχτα θα είναι πολύ μεγάλη, γι' αυτό μας χρειάζεται ανεφοδιασμός. Κοίταξα την ώρα. Ήταν πέντε και πέντε. Τέτοια ώρα αύριο θα ξέρουμε αν έχουμε νικήσει. Αν δεν έχουμε, ούτε μπορώ να φανταστώ τι θα μπορούσε να φέρει η Τρίτη στις πέντε και πέντε.
Ο υπαστυνόμος Μαρίνο της διώξεως ανθρωποκτονίας με περίμενε στο γραφείο του Δρ. Χιούζ όταν γυρίσαμε από το φαγητό. Καθόταν υπομονετικά με τα χέρια του ακουμπισμένα στα πόδια του, τα μαύρα σαν βούρτσα, κομμένα, μαλλιά του, κολλημένα σαν του Μίκυ Σπίλεϊν, πριν πάει για τη βδομαδιάτικη του επίσκεψη στον κουρέα. - Κύριε Έρσκιν, είπε και σηκώθηκε να με χαιρετήσει δια χειραψίας. Τον κοίταξα με προφύλαξη. - Θέλετε τίποτα, κύριε υπαστυνόμε;
- Ω, διάφορα. Πρέπει να είσαστε ο Δρ. Χιούζ κύριε, είπε στον Τζακ. Είμαι ο υπαστυνόμος Μαρίνο. Και έδειξε την ταυτότητα του. - Από 'δώ, ο Βράχος που Τραγουδάει, είπα συστήνοντας τον. - Χαίρομαι που σας γνωρίζω, απάντησε ο υπαστυνόμος Μαρίνο. Χειραψίες και πάλι. -Υπάρχει κανένα πρόβλημα; είπα. - Θα μπορούσατε να το πείτε έτσι, είπε ο υπαστυνόμος Μαρίνο. Γνωρίζετε την Αμέλια Κρούζο και τον Στιούαρτ Μακ Άρθουρ; - Βεβαίως, είναι παλιοί μου φίλοι. Τι συνέβη; - Είναι νεκροί, είπε ο υπαστυνόμος Μαρίνο. Πήρε φωτιά το διαμέρισμα τους στο Βίλλατζ σήμερα το πρωί και σκοτώθηκαν και οι δύο. Αισθάνθηκα παράξενα και άρχισα να τρέμω ολόκληρος. Βρήκα ένα κάθισμα και κάθισα. Ο Δρ. Χιούζ πήγε και πήρε το μπουκάλι με το ουίσκι και μου έβαλε σε ένα ποτήρι. Καταπιά μια μεγάλη γουλιά. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο μου έδωσε ένα τσιγάρο και μου το άναψε. Όταν μίλησα η φωνή μου ήταν ξερή σαν κρωγμός. - Θεέ μου! είναι τρομερό! είπα. Πώς έγινε αυτό; - Δεν ξέρουμε, απάντησε ο Μαρίνο σηκώνοντας τους ώμους. Είχα την ελπίδα πως ίσως κάτι να ξέρετε εσείς γι' αυτό. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο έσκυψε εμπιστευτικά προς τα εμπρός. Κύριε Έρσκιν, το Σάββατο το πρωί, μία γριά που την έλεγαν κυρία Χερτς έπεσε κάτω από κάτι σκαλοπάτια και πέθανε. Σήμερα είναι Δευτέρα. Δύο άνθρωποι εγκλωβίστηκαν σ' ένα παράξενο είδος πυρκαγιάς που προκλήθηκε από μία αστραπή στο διαμέρισμα τους και πέθαναν. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι έχουν κάτι κοινό. Είναι όλοι φίλοι σας. Τώρα νομίζετε πως έχω το δικαίωμα να κάνω μία ανάκριση ρουτίνας, ή όχι; Ακούμπησα πίσω στο κάθισμα μου. Τα χέρια μου έτρεμαν σαν δύο παράλυτα γεροντάκια. - Πιστεύω πως έχετε δίκιο. Αλλά έχω έναν μάρτυρα που μπορεί να σας πει που ήμουνα σήμερα το πρωί. Ήμουνα στο Αεροδρόμιο Λα Γκουάρντια για να παραλάβω τον Βράχο που Τραγουδάει που ερχόταν αεροπορικώς από τη Νότια Ντακότα.
- Είναι αλήθεια; ρώτησε ο υπαστυνόμος Μαρίνο τον Βράχο που Τραγουδάει. Εκείνος κούνησε καταφατικά το κεφάλι του. Φαινόταν σκεπτικός και σαν κάτι να τον απασχολούσε, θα ήθελα να ξέρω τι άραγε τριγύριζε μέσα στο μυαλό του. - Εντάξει, είπε ο υπαστυνόμος Μαρίνο και σηκώθηκε. Αυτό ήθελα μόνο. Λυπάμαι που σας έφερα τέτοια άσχημα νέα. Ετοιμάστηκε να φύγει αλλά ο Βράχος που Τραγουδάει τον κράτησε από το μπράτσο. - Υπαστυνόμε, είπε, ξέρετε τι συνέβη πραγματικά σ' αυτούς τους δύο ανθρώπους; - Είναι δύσκολο να σας εξηγήσω, απάντησε ο Μαρίνο. Φαίνεται πως η φωτιά ήταν στιγμιαία - μάλλον σαν βόμβα παρά σαν πυρκαγιά. Και τα δύο κορμιά έγιναν στάχτη. Ψάχνουμε για εκρηκτικές ύλες τώρα, αλλά δεν υπάρχουν καταστροφές που να τις έχει προκαλέσει κάποια έκρηξη και γι' αυτό δεν ξέρω αν θα βρούμε τίποτα. Ίσως να προηγήθηκε κάποιο βραχυκύκλωμα στον ηλεκτρισμό. Για δύο - τρεις μέρες δεν θα ξέρουμε τίποτα. - Εντάξει, υπαστυνόμε, είπε ήρεμα ο Βράχος που Τραγουδάει. Σας ευχαριστώ. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο πήγε προς την πόρτα. - Κύριε Έρσκιν, θα με υποχρεώσετε να μην εγκαταλείψετε την πόλη για μία - δύο μέρες. Θα ήθελα να ξέρω που μπορώ να σας βρω σε περίπτωση που θα χρειαστώ τίποτα περισσότερες πληροφορίες. - Βεβαίως, του είπα απλά. Θα βρίσκομαι εδώ.
Μόλις έφυγε, ο Βράχος που Τραγουδάει με πλησίασε και δίπλωσε το χέρι του στον ώμο μου. - Χάρρυ, είπε, λυπάμαι. Αλλά τώρα ξέρουμε ακριβώς εναντίον ποιου πολεμάμε. - Δεν νομίζετε ότι...
- Όχι, δεν το νομίζω, το ξέρω, είπε. Οι φίλοι σας ενόχλησαν τον Μισκαμάκους καλώντας τον σε αύτη τη συγκέντρωση που κάνατε. Ίσως εμφανίστηκε μόνο και μόνο για να ανακαλύψει ποιος ήταν αυτός που τόλμησε να τον καλέσει έξω από τη φυλακή του. Ο Μισκαμάκους είναι ικανός να προκαλέσει τέτοια φωτιά. Στην ιατρική των πεδιάδων την ονομάζουν αστραπή που βλέπει, γιατί μπορούσε να επιλέξει το στόχο της. Χτυπούσε μόνο εκείνους τους ανθρώπους που ο Ινδιάνος γιατρός ήθελε να σκοτώσει. Ο Δρ. Χιούζ συνοφρυώθηκε. Μα ο Χάρρυ. ήταν και αυτός σ' αύτη τη συγκέντρωση. Γιατί ο Μισκαμάκους δεν έκανε το ίδιο με αυτόν; - Από δική μου αίτια, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Ίσως να μην είμαι ο μεγαλύτερος Ινδιάνος γιατρός που έγινε ποτέ, αλλά προστατεύομαι από απλή μαγεία σαν κι' αυτή με τα φυλακτά μου. Όποιος διάκειται φιλικά σε μένα και αυτοί που είναι κοντά μου, προστατεύονται επίσης. Φαντάζομαι πως επειδή ο Μισκαμάκους δεν έχει ξαναγεννηθεί ακόμα κανονικά, δεν είναι σε θέση να βάλει σε ενέργεια όλη του τη μαγεία. Φυσικά το φαντάζομαι μόνο. - Δεν μπορώ να το πιστέψω, είπε ο Τζακ Χιούζ. Τώρα βρισκόμαστε σ' έναν αιώνα τεχνολογικής αξιοποιήσεως και ένα πλάσμα από τετρακόσια χρόνια πριν μπορεί να καταστρέψει κάποιον, μίλια μακριά, στο Βίλλαντζ, με μία αστραπή! Τι στο διάβολο είναι όλα αυτά; - Είναι μαγεία, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Η πραγματική μαγεία, έχει δημιουργηθεί με τον τρόπο που ο άνθρωπος χρησιμοποιεί το περιβάλλον του, τους βράχους, τα δέντρα, το νερό, το χώμα, τη φωτιά και τον ουρανό. Και τα πνεύματα επίσης, τα μανιτού. Σήμερα έχουμε ξεχάσει πως τα καλούμε όλα αυτά τα πράγματα για να μας βοηθήσουν. Έχουμε ξεχάσει να εξασκούμε αληθινή μαγεία. Αλλά μπορεί ακόμα να εφαρμοστεί. Τα πνεύματα είναι ακόμα εκεί, έτοιμα να δεχτούν την επίκληση. Ένας αιώνας για ένα πνεύμα είναι ότι ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου για μας. Είναι αθάνατα και υπομονετικά, αλλά είναι επίσης ισχυρά και πεινασμένα. Χρειάζεται ένας πολύ δυνατός και γενναίος άντρας, να τα καλέσει να βγουν από τη φυλακή τους. Χρειάζεται επίσης ένας ακόμα μα πιο δυνατός για να τα στείλει πίσω εκεί και να σφραγίσει την πύλη από την οποίαν πέρασαν. - Ξέρετε κάτι. είπε ο Δρ. Χιούζ στον Βράχο που Τραγουδάει. Ο τρόπος που τα λέτε με κάνει και ανατριχιάζω. Ο Βράχος που Τραγουδάει τον κοίταξε με κατανόηση:
- Έχετε απόλυτο δίκιο να ανατριχιάζετε. Είναι το πιο ανατριχιαστικό πράγμα που συνέβη ποτέ.
Κεφάλαιο Έξι Πέρα από την Ομίχλη Όλη τη νύχτα της Δευτέρας ο Βράχος που Τραγουδάει κι εγώ κάναμε βάρδιες προσέχοντας την Κάρεν Τάντυ. Συμφωνήσαμε και οι δυο μας πως ο Δρ. Χιούζ έπρεπε να πάει σπίτι του και να πάρει έναν καλό ύπνο όλη τη νύχτα, γιατί αν καταφέρναμε να ξαναφέρουμε πίσω στο κορμί της Κάρεν Τάντυ το μανιτού θα χρειαζόταν να είναι όσο το δυνατόν πιο ξεκούραστος και φρέσκος επειδή ίσως να ήταν απαραίτητο να διαπραγματευτεί ένα είδος νεκρανάστασης. Κρατήσαμε ένα δωμάτιο στο Νοσοκομείο δίπλα στο δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ, και όση ώρα ο Βράχος που Τραγουδάει κοιμότανε εγώ καθόμουνα στο διάδρομο σε μία σκληρή καρέκλα, κοιτώντας την ερμητικά κλεισμένη πόρτα της άρρωστης μας. Ένας νοσοκόμος ήταν μαζί της, σε περίπτωση που θα είχε ανάγκη ιατρικής προσοχής, και που ήξερε πως αν έβλεπε κάτι το τελείως ασυνήθιστο, θα χτυπούσε την πόρτα με δύναμη και θα με φώναζε. Στη βιβλιοθήκη κατάφερα να βρω ένα αντίγραφο από το βιβλίο του Δρ. Σνόου για τους Ινδιάνους Χιντάτσα και το διάβαζα στο αφιλόξενο φως του Νοσοκομείου. Το μεγαλύτερο μέρος του ήταν στεγνό, αλλά κατείχε καλά το θέμα της μαγείας των Ινδιάνων γιατρών. Στις δύο περίπου το πρωί, τα βλέφαρα μου άρχισαν να βαραίνουν και άρχισα να αισθάνομαι σαν να μην υπήρχε τίποτα που θα ήθελα περισσότερο από ένα ζεστό μπάνιο, ένα ποτό και δέκα ώρες ύπνου. Στριφογύρισα στην καρέκλα μου για να ξυπνήσω λίγο, αλλά πριν ακόμα συνέρθω ένιωσα κάτι σαν ένα βαρύ σύννεφο να με πλακώνει. Χωρίς να το καταλάβω άρχισα να ψευτοκοιμάμαι και καθώς κοιμόμουνα άρχισα να ονειρεύομαι πως ένα ζεστό, υγρό σκοτάδι με περιτριγύριζε, αλλά δεν ένιωθα ούτε κλειστοφοβία, ούτε πως με έπνιγε. Ένιωθα σα να βρισκόμουνα μέσα σε μια γυναικεία κοιλιά, πολύ όμορφα και άνετα και σα να μου έδινε δύναμη, σα να με έτρεφε. Ένιωθα σα να περίμενα να συμβεί κάτι την κατάλληλη στιγμή, Όταν ήρθε η στιγμή, γλίστρησα έξω
από το ζεστό σκοτάδι σε ένα άγνωστο παγωμένο μέρος. Κάποιο μέρος τρομακτικό και ξένο. Το αίσθημα του φόβου με ξύπνησε. Αμέσως κοίταξα το ρολόι μου να δω πόση ώρα κοιμόμουν, Ούτε πέντε ή δέκα λεπτά. Σηκώθηκα επάνω και πήγα στο παράθυρο του δωματίου της Κάρεν. Ήταν ακόμα ξαπλωμένη εκεί, σκεπασμένη με ένα ελαφρό σεντόνι, που έκρυβε το περισσότερο μέρος από τον αηδιαστικό όγκο της πλάτης της. Ήταν ακόμα αναίσθητη και το πρόσωπο της ήταν κίτρινο και έμοιαζε σαν νεκροκεφαλή. Τα μάτια της είχαν κόκκινους κύκλους και υπήρχαν βαθιά τραβηγμένες γραμμές στα μαγουλά της. Έμοιαζε σα να ήταν στο χείλος του θανάτου. Μόνον οι βελόνες των ηλεκτρικών μηχανημάτων διαγνώσεως που τρεμόπαιζαν, πίσω από το κρεβάτι της, έδειχναν πως κάτι το ζωντανό υπήρχε μέσα στο σώμα της. Ο Μάικλ, ο νοσοκόμος, καθόταν με σταυρωμένα τα πόδια διαβάζοντας ένα βιβλίο επιστημονικής φαντασίας με τίτλο: «Κορίτσι από τον Πράσινο Πλανήτη». Θα προτιμούσα να ήταν ένα βιβλίο πάνω στη ζωή των Χιντάτσα. Πήγα και κάθισα ξανά στη σκληρή σαν κόκαλο καρέκλα μου. Ο Βράχος που Τραγουδάει θα έπαιρνε τη θέση μου στις τρεις το πρωί και δεν έβλεπα την ώρα για να έρθει. Κάπνιζα και έτριβα τα δάχτυλα μου. Αυτή την ώρα της νύχτας αισθάνεσαι πως ολόκληρος ο κόσμος είναι άδειος και ότι βρίσκεσαι μόνος σου σε κάποιο παράξενο μυστικό χρόνο, έναν χρόνο που ο ρυθμός των σφυγμών επιταχύνεται μέχρι να σβήσει και οι βαθιές ανάσες σε βουλιάζουν κάτω, σ' ένα απύθμενο πηγάδι από τερατώδη όνειρα και εφιάλτες. Τελείωσα το τσιγάρο μου, το έσβησα και κοίταξα ξανά το ρολόι μου. Ήταν δύο και μισή. Η νύχτα περνούσε αργά και το πρωί αργούσε ακόμα να έρθει. Κατά κάποιον τρόπο η ιδέα να αντικρίσω τον Μισκαμάκους νύχτα ήταν πολύ πιο τρομακτική από το να τον αντικρίσω μέρα. Τη νύχια αισθάνεσαι πως τα κακά πνεύματα είναι περισσότερα, έτοιμα να σε επισκεφτούν και ότι ακόμα και οι σκιές ή το παράξενο σχήμα των ρούχων σου που τα έχεις απλωμένα στο ξύλο της καρέκλας, μπορούν να ζωντανέψουν φρικιαστικά μόνα τους. Όταν ήμουνα παιδί, φοβόμουνα τρομερά να πάω στο μπάνιο τη νύχτα, γιατί έπρεπε να περάσω από την ανοιχτή πόρτα του λίβινγκ - ρούμ. Μία νύχτα ειδικά, είχα παγώσει από το φόβο μου, όταν το φως του φεγγαριού που έπεφτε μέσα από τις γρίλιες, μου έδωσε την εντύπωση πως είδα ανθρώπους να κάθονται, σιωπηλοί και ακίνητοι, στις καρέκλες, χωρίς να μιλάνε ή να κουνιούνται ή να ανοιγοκλείνουν τα μάτια τους. Παλιοί
ιδιοκτήτες, πεθαμένοι από χρόνια, καθισμένοι σαν ξεροί στις καρέκλες που κάποτε ήταν δικές τους. Είχα το ίδιο συναίσθημα και τώρα. Συνέχιζα να κοιτάζω πέρα το μακρύ διάδρομο, να δω μήπως κάποιο παράξενο σκοτεινό σχήμα κουνιόταν στο βάθος μακριά. Κοίταξα όλες τις πόρτες, μήπως καμία από αυτές πήγαινε να ανοίξει μόνη της, σιγά - σιγά. Η νύχτα είναι ο χρόνος για μάγια και μάγους, ένας χρόνος που ανήκει σ' αυτούς και η Ταρό τράπουλα μου, μου πρωτοείπε για νύχτες, για θάνατο και για άντρες που δούλευαν πάνω σε πονηρά και κακά θαύματα. Τώρα αντιμετώπιζα την απειλή και των τριών αυτών. Στις τρεις παρά τέταρτο, άναψα ακόμα ένα τσιγάρο και φύσηξα τον καπνό ήσυχα - ήσυχα στην ολοκληρωτική ησυχία του άδειου διαδρόμου. Αυτή την ώρα ακόμα και το ασανσέρ είχε σταματήσει. Τα πόδια του νυχτερινού προσωπικού δεν ακούγονταν καθώς περπατούσαν πάνω στο παχύ, χνουδωτό χαλί. Ένιωθα σα να ήμουνα ολομόναχος σ' ολόκληρο τον κόσμο. Κάθε φορά όμως, που άλλαζα πόδι για ξεκούραση μ' έπιανε τρόμος. Κουρασμένος καθώς ήμουνα άρχισα να συλλογιέμαι αν όλη αυτή η κατάσταση ήταν πραγματική ή μήπως ονειρευόμουν ή την φαντάστηκα. Αν πούμε πως δεν υπήρχε ο Μισκαμάκους, ενώ πως ήξερα το όνομα του και τι έκανα εδώ ξαγρυπνώντας μόνος σ' ένα διάδρομο νοσοκομείου; Κάπνιζα και προσπαθούσα να διαβάσω λίγο ακόμα από το βιβλίο του Δρ. Σνόου, αλλά τα μάτια μου ήταν τόσο θαμπά από την κούραση που το παράτησα. Θα έπρεπε να ήταν ένα μαλακό τρίξιμο πάνω στο τζάμι της πόρτας του δωματίου της Κάρεν Τάντυ που με έκανε να κοιτάξω προς τα εκεί. Ερχόταν ένας λεπτός, σχεδόν αδιόρατος ήχος, σαν κάποιος να έτριβε ασημένια κουτάλια σε κάποιο άλλο μέρος του κτιρίου. Γκρίιν, γκρίιννν... Πήδησα πάνω τρομαγμένος. Υπήρχε ένα πρόσωπο κολλημένο στο τζάμι με φριχτά παραμορφωμένα χαρακτηριστικά. Τα μάτια του ήταν εξογκωμένα και τα δόντια του ήταν γυμνά σ' ένα παρατεταμένο αλλά σιωπηλό μούγκρισμα. Ήταν εκεί μόνο για ένα δευτερόλεπτο, και μετά έγινε ένας θόρυβος σαν βαρύ πιτσίλισμα από λάσπη και ολόκληρο το παράθυρο της πόρτας γέμισε από αίμα. Ακόμα και από την κλειδαρότρυπα άρχισε να κυλάει ένα κόκκινο υγρό και να τρέχει κάτω, έξω από την πόρτα σα να το τρομπάριζε κανείς από μέσα. Μία τρομερή κραυγή βγήκε από μέσα μου και φώναξα το Βράχο που Τραγουδάει ορμώντας στο διπλανό δωμάτιο που κοιμότανε. Άναψα το
φως και τον είδα καθιστό στο κρεβάτι του με το πρόσωπα του συνοφρυωμένο από τον ύπνο και τα μάτια του ορθάνοιχτα από φόβο και προσδοκία. - Τι συνέβη; ρώτησε κατεβαίνοντας από το κρεβάτι και βγαίνοντας τρέχοντας από το δωμάτιο στο διάδρομο. - Υπήρχε μία μορφή εκεί -- στο τζάμι -- για ένα δευτερόλεπτο μόνο. Μετά δεν υπήρχε τίποτα -- εκτός από όλο αυτό το αίμα. - Αυτός είναι, βγήκε..., είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Ή σχεδόν βγήκε. Αυτός που είδατε στο τζάμι θα πρέπει να ήταν ο νοσοκόμος. - Ο νοσοκόμος; Μα τι στο διάβολο του έκανε ο Μισκαμάκους; - Παλιά Ινδιάνικη μαγεία. Είναι πιθανόν να έχει επικαλεστεί τα πνεύματα του σώματος και να τον έχει γυρίσει τα μέσα - έξω. - Τα μέσα - έξω; Ο Βράχος που Τραγουδάει δεν μου έδωσε σημασία. Πήγε γρήγορα πίσω στο δωμάτιο του και άνοιξε τη βαλίτσα του. Πήρε από μέσα χάντρες, φυλαχτά και ένα δερμάτινο μπουκάλι γεμάτο με ένα υγρό. Ένα από τα φυλαχτά, που ήταν ένα άγριο πρόσωπο από πράσινο χαλκό πάνω σ' ένα ακατέργαστο κομμάτι δέρματος το κρέμασε γύρω στο λαιμό του. Πιτσίλισε με κάποια κοκκινωπή σκόνη τα μαλλιά μου και τους ώμους μου και με άγγιξε πάνω από την καρδιά με τη μύτη ενός μακριού άσπρου οστού. - Τώρα είσαι καλά προφυλαγμένος, είπε. Τουλάχιστον δεν θα πεθάνεις σαν τον Μάικλ. - Άκουσε, νομίζω πως πρέπει να πάρουμε ένα πιστόλι, είπα. Ξέρω πως θα σκοτώναμε και την Κάρεν Τάντυ αν ρίχναμε στον Μισκαμάκους. αλλά σε μεγάλη ανάγκη πρέπει να το έχουμε. Ο Βράχος που Τραγουδάει κούνησε αρνητικά το κεφάλι του. - Όχι. Αν χτυπήσουμε τον Μισκαμάκους θα έχουμε το μανιτού του να μας κυνηγάει για να μας εκδικηθεί στο υπόλοιπο της ζωής μας. Ο μόνος τρόπος να τον εξοντώσουμε για πάντα είναι η μαγεία. Μ' αυτόν τον τρόπο δεν θα ξαναγυρίσει ποτέ. Οπωσδήποτε, σε κάθε είδος μαγείας, ότι και να είναι αυτό, το πιστόλι είναι πιο επικίνδυνο για το πρόσωπο που το
χρησιμοποιεί από ότι είναι για το πρόσωπο που πυροβολείται. Έλα τώρα, δεν έχουμε πολύ καιρό για χάσιμο. Με οδήγησε πίσω στην πόρτα του δωματίου της Κάρεν Τάντυ. Το αίμα είχε αραιώσει τώρα στο παράθυρο, αλλά το μόνο που μπορούσαμε να δούμε εκεί μέσα ήταν το αμυδρό φως της λάμπας του κομοδίνου που κοκκίνιζε μέσα από το πηγμένο αίμα του παράθυρου. - Γκίτσε Μανιτού, προστάτεψε μας. Γκίτσε Μανιτού, προστάτεψε μας, μουρμούρισε ο Βράχος που Τραγουδάει και γύρισε το πόμολο της πόρτας. Πίσω από την πόρτα υπήρχε ένα υγρό και πολύ μπερδεμένο πράγμα που ο Βράχος που Τραγουδάει έπρεπε να το σπρώξει δυνατά για να γλιστρήσει και να φύγει από τα πόδια μας. Μύριζε βρώμα από εμετούς και ακαθαρσίες και σου έφερνε ναυτία και τα πόδια μου κολλούσαν στο πάτωμα καθώς περπατούσα. Τα απομεινάρια του Μάικλ ήταν σε μία άκρη, ένας κόκκινος, ωμός σωρός από κρέατα περιτυλιγμένα με νεύρα, αρτηρίες και έντερα, που δεν μπορούσα να τα βλέπω. Μου ερχόταν να ξεράσω. Όλα ήταν πιτσιλισμένα με αίμα, όλα, οι τοίχοι από πάνω μέχρι κάτω, τα σεντόνια και το πάτωμα. Στη μέση αυτού του χάους με το πηγμένο αίμα ήταν ξαπλωμένη η Κάρεν Τάντυ, κουβαριασμένη κάτω από τα σκεπάσματα της. Κουβαριασμένη σαν ένα πελώριο άσπρο μαμούνι που προσπαθεί να βγει από τη χρυσαλίδα. - Είναι πολύ νωρίς, ψιθύρισε ο Βράχος που Τραγουδάει. Θα πάλευε τρομερά και ο Μάικλ θα πήγε να την βοηθήσει. Γι' αυτό τον σκότωσε ο Μισκαμάκους. Καθώς πίεζα το στομάχι μου για να σταματήσει να χοροπηδάει, κοίταζα σαν μαγεμένος από φρίκη όμως, καθώς το πελώριο εξόγκωμα στην πλάτη της Κάρεν Τάντυ, άρχισε να ανασηκώνεται και να στριφογυρίζει. Ήταν τόσο μεγάλο τώρα, που το δικό της σώμα δεν έμοιαζε με τίποτα παραπάνω από μία χάρτινη φιγούρα του καρναβαλιού και τα αδύναμα μπράτσα και τα πόδια της ήταν πεσμένα ολάνοιχτα από τα άγρια τινάγματα του τέρατος που θα γεννιόταν από την πλάτη της. - Γκίτσε Μανιτού, δωσ’ μου δύναμη. Στείλε μου τα πνεύματα του σκότους και της δύναμης. Γκίτσε Μανιτού, άκουσε την επίκληση μου, μουρμούρισε ο Βράχος που Τραγουδάει. Χάραξε διάφορα μπερδεμένα σχέδια στον αέρα με τα μακριά του μαγικά κόκαλα και έριχνε παντού τριγύρω σκόνες. Η μυρωδιά από ξεραμένα βότανα και λουλούδια, ανακατευόταν με τη δυνατή δυσοσμία του αίματος.
Ξαφνικά ένιωσα κάτι σαν να ανέπνεα νιτρικό οξύ στον οδοντογιατρό. Όλη η σκηνή έμοιαζε παράξενα εξωπραγματική κι ένιωθα σαν απόμακρος και ξένος, σαν να τα έβλεπα όλα αυτά μέσα από τα μάτια μου, στο σκοτάδι κάποιου αλλού μέρους, Ο Βράχος που Τραγουδάει μου άρπαξε το μπράτσο σφιχτά και μόνον τότε άρχισε αυτό το συναίσθημα να χάνεται. - Έχει αρχίσει ήδη τα μαγικά του, ψιθύρισε ο Ινδιάνος γιατρός. Ξέρει πως είμαστε εδώ και ξέρει πως θα προσπαθήσουμε να τον πολεμήσουμε. Θα προσπαθήσει να σε κάνει να νιώσεις πως δεν υπάρχεις πραγματικά, έτσι όπως ένιωσες λίγο πριν. Θα προσπαθήσει επίσης να σε κάνει να νιώσεις τρόμο, πως είσαι απελπιστικά μόνος, και πως θέλεις ν' αυτοκτονήσεις. Έχει τη δύναμη να τα κάνει όλα αυτά. Άλλα αυτά είναι όλα κόλπα, εκείνο που πραγματικά πρέπει να προσέξουμε είναι τα μανιτού που θα καλέσει, γιατί αυτά δεν τα σταματάει κανείς. Το κορμί της Κάρεν Τάντυ έπεφτε πάνω στο κρεβάτι εδώ και εκεί. Σκέφτηκα πως θα ήταν ήδη νεκρή ή σχεδόν νεκρή. Το στόμα της άνοιγε πότε - πότε και άφηνε ένα μουγκρητό, αλλά αυτό γινόταν μόνον επειδή ο κουβαριασμένος Ινδιάνος γιατρός που έκρυβε η πλάτη της της πίεζε τους πνεύμονες. Ο βράχος που Τραγουδάει μου άρπαξε το χέρι. - Κοίτα, είπε σιγανά. Το άσπρο δέρμα του πάνω μέρους του όγκου φαινόταν σα να το σπρώχνουν από μέσα μ' ένα δάχτυλο. Το δάχτυλο όλο και το έσπρωχνε δυνατά και πιο δυνατά, προσπαθώντας να ανοίξει δρόμο. Έμεινα σαν ξύλο, παγωμένος και μόλις που ένιωθα τα πόδια μου. Σκέφτηκα πως υπάρχει φόβος να σωριαστώ από στιγμή σε στιγμή. Κοίταζα σχεδόν χωρίς να βλέπω όλα αυτά, καθώς το δάχτυλο στριφογύριζε και κουβαριαζόταν σε μία απελπισμένη προσπάθεια να τρυπήσει. Ένα μακρύ νύχι τρύπησε το δέρμα και ένα νερουλό κίτρινο υγρό ξαφνικά ξεχύθηκε από την τρύπα, ανακατεμένο με αίμα. Μια φοβερή μπόχα γέμισε το δωμάτιο σαν σάπιο ψάρι. Ο σάκος πάνω στην πλάτη της Κάρεν Τάντυ άδειασε και ξεφούσκωσε καθώς τα υγρά του τοκετού του Μισκαμάκους χύθηκαν έξω. πάνω στα σεντόνια. - Φώναξε τον Δρ. Χιούζ – φέρ’ τον εδώ το γρηγορότερο, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει.
Πήγα στο τηλέφωνο του τοίχου, σκούπισα το αίμα με το μαντήλι μου και σχημάτισα τον αριθμό του κέντρου. Όταν η τηλεφωνήτρια απάντησε, η φωνή της ήταν τόσο νεκρή και άχρωμη σαν να μιλούσε από κάποιον άλλο κόσμο. - Εδώ, κύριος Έρσκιν, Μπορείτε να ειδοποιήσετε τον Δρ. Χιούζ να έρθει στο δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ -- όσο πιο γρήγορα μπορείτε. Πέστε του... άρχισε και είναι επείγον. - Εντάξει, κύριε. - Τηλεφωνήσετέ του τώρα αμέσως. Ευχαριστώ. - Παρακαλώ. Γύρισα πίσω στην αηδιαστική πάλη που γινόταν πάνω στο κρεβάτι. Από το σκίσιμο του δέρματος, βγήκε ένα μαύρο χέρι που έσχισε την τρύπα μεγαλώνοντας την όλο και περισσότερο, μ' έναν ήχο σα να έκοβε κάτι πλαστικό. - Δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα τώρα; ψιθύρισα στον Βράχο που Τραγουδάει. Δεν μπορείτε να του κάνετε τίποτα μάγια πριν βγει τελείως έξω; - Όχι, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Ήταν φαινομενικά πολύ ήρεμος αλλά έβλεπα από την ένταση του προσώπου του πως και αυτός ήταν ταραγμένος. Είχε ετοιμάσει τα οστά και τις σκόνες αλλά τα χέρια του έτρεμαν. Ένα μακρύ σχίσιμο, περίπου ένα μέτρο βαθύ, είχε γίνει τώρα στην πλάτη της Κάρεν Τάντυ. Το πρόσωπο της ήταν κατάχλομο και νεκρό πάνω στο κρεβάτι, πασαλειμμένη με πηχτό αίμα και υγρό που κολλούσε. Δεν μπορούσα να πιστέψω πως ήταν δυνατό να υπάρξει τρόπος τώρα να ξαναζωντανέψει. Φαινόταν τόσο κουρελιασμένη, τόσο ακρωτηριασμένη και αυτό το πράγμα που έβγαινε απ' αυτήν φαινότανε τόσο δυνατό και φρικτό! Ακόμα ένα χέρι βγήκε από το σχίσιμο της σάρκας και το δέρμα άνοιξε στα δύο. Σιγά - σιγά ένα λιγδιασμένο κεφάλι και οι ώμοι φάνηκαν από την τρυπά και αισθάνθηκα μια βαθιά ανατριχίλα όταν είδα το ίδιο σκληρό πρόσωπο που είχε παρουσιαστεί στο τραπέζι από ξύλο κερασιάς. Ήταν η Μισκαμάκους, ο αρχαίος Ινδιάνος γιατρός που γύριζε ξανά στον κόσμο ζωντανός. Τα μακριά μαύρα μαλλιά του ήταν κολλημένα πάνω στο πλατύ κρανίο του με λάδι και υγρό. Τα μάτια του ήταν κλειστά σαν κολλημένα και το,
σαν από χρώμα χαλκού, δέρμα του, γυάλιζε από το βρώμικο βόρβοβο του κόλπου του. Τα ζυγωματικά του ήταν πολύ ψηλά και επίπεδα, και η προτεταμένη καμπουρωτή μύτη του ήταν βουλωμένη από βρωμερό λίπος. Μύγες κρέμονταν από τα χείλη του και το σαγόνι του. Ο Βράχος που Τραγουδάει και εγώ είχαμε σταθεί εντελώς άφωνοι καθώς ο Μισκαμάκους τραβούσε από πάνω του τα φλούδια από το μαλακό δέρμα της Κάρεν που είχαν κολλήσει πάνω στο λιπαρό του κορμί. Μετά ο Ινδιάνος γιατρός σήκωσε τα χέρια του και ελευθέρωσε τους γοφούς του. Τα γεννητικά του όργανα ήταν μεγάλο και πρησμένα, το ίδιο όπως στα μικρά αγοράκια όταν γεννιούνται, αλλά είχαν μαύρες πυκνές τρίχες που ήταν κολλημένες πάνω στην πληγιασμένη κοιλιά του. Ο Μισκαμάκους τράβηξε το ένα του πόδι με έναν αηδιαστικό θόρυβο σαν βεντούζα, σαν να τραβούσε μία λαστιχένια μπότα από πηχτή λάσπη. Μετά τράβηξε το άλλο του πόδι και τότε είδαμε το κακό που του είχαν κάνει οι ακτίνες Χ που έπεσαν επάνω του. Αντί για ένα τέλειο πόδι με νεύρα και τένοντες, οι γάμπες του τελείωναν λίγο πιο κάτω από τα γόνατα, σχηματίζοντας μικρά παραμορφωμένα χοντρά πόδια, με σαρκώδη δάχτυλα νάνου. Η μοντέρνα τεχνολογία είχε σακατέψει τον Ινδιάνο γιατρό μέσα στον κόλπο του. Σιγά - σιγά, με τα μάτια του ακόμα κλειστά ο Μισκαμάκους σηκώθηκε και βγήκε από το ξεσχισμένο κορμί της Κάρεν Τάντυ. Γαντζώθηκε από τα σίδερα του κρεβατιού για να στηριχτεί και κάθισε εκεί με τα μικρά, κολοβά πόδια του, ρουφώντας αέρα μέσα στα γεμάτα υγρά πνευμόνια του, αφήνοντας μετά τα πηχτά φλέματα να τρέχουν από την άκρη του στόματος του. Το μόνο που ευχόμουνα εκείνη τη στιγμή ήταν να είχα ένα περίστροφο και να μπορούσα να καταστρέψω αυτό το τερατούργημα, να το κάνω κομματάκια και να τελειώνω μ' αυτό. Είχα δει όμως τόσα από τη μαγική του δύναμη που ήξερα πως αυτά που επιθυμούσα ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθούν. Ο Μισκαμάκους ήταν ικανός να με κυνηγάει σ' όλη την υπόλοιπη ζωή μου· και όταν πέθαινα, το μανιτού του θα έπαιρνε την πιο φοβερή εκδίκηση από το δικό μου πνεύμα. Θα χρειαστώ τη βοήθεια σου, είπε ο βράχος που Τραγουδάει, ήρεμα. Με κάθε μαγική επίκληση, θέλω εσύ να αυτοσυγκεντρώνεσαι βαθιά για την επιτυχία της. Με τους δυο μας εδώ ίσως μπορέσουμε να επιτύχουμε να τον κρατήσουμε κάτω. Λες και τον άκουσε ο σακατεμένος Μισκαμάκους, άνοιξε αργά πρώτα το ένα κίτρινο μάτι του, μετά το άλλο και μας κοίταξε με μία παγωμένη περιέργεια ανακατεμένη με μίσος και περιφρόνηση. Μετά κοίταξε κάτω
στο πάτωμα και είδε τα μαγικό κύκλο γύρω από το κρεβάτι, με τις κοκκινωπές και άσπρες σκόνες και τα κόκαλα. - Γκίτσε Μανιτού, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει δυνατά. Άκουσε με τώρα και στείλε τη δύναμη σου να με βοηθήσει. Άρχισε να στριφογυρίζει και να χορεύει και να χαράζει σχέδια στον αέρα με τα οστά. Προσπάθησα να κάνω αυτό που μου ζήτησε και να συγκεντρώνομαι για να βοηθήσω να πιάσει η επίκληση. Αλλά ήταν δύσκολο να τραβήξω τα μάτια μου από το ψυχρό και πεθαμένο πλάσμα πάνω στο κρεβάτι που μας κοίταζε με φοβερή μηδενικότητα. - Γκίτσε Μανιτού, έψελνε ο Βράχος που Τραγουδάει, στείλε τους αγγελιοφόρους σου με κλειδαριές και κλειδιά. Στείλε τους φύλακες και τους φρουρούς σου. Πάταξε αυτό το πνεύμα, φυλάκισε τον Μισκαμάκους. Κλείδωσε τον με σίδερα και αλυσίδες. Πάγωσε το μυαλό του και σταμάτησε τις μαγείες του. Μετά συνέχισε με μία μεγάλη Ινδιάνικη επίκληση που δεν μπορούσα να παρακολουθήσω, αλλά στεκόμουνα εκεί και παρακαλούσα, όλο παρακαλούσα, να πιάσουν τα μάγια και ο Ινδιάνος γιατρός εκεί στο κρεβάτι να παγιδευτεί από τις δυνάμεις των πνευμάτων. Ένα παράξενο συναίσθημα άρχισε όμως να μπαίνει στο μυαλό μου, ένα συναίσθημα πως ότι κι αν κάναμε ήταν ασήμαντο και άχρηστο και ότι το καλύτερο πράγμα που μπορούσαμε να κάνουμε ήταν να αφήσουμε μόνο του τον Μισκαμάκους, να τον αφήσουμε να κάνει αυτό που ήθελε. Ήταν πολύ πιο ισχυρός από μας και ήταν πιο σοφός. Μου φάνηκε τελείως ανώφελο να συνεχίζουμε να τον πολεμάμε, γιατί θα μπορούσε κάλλιστα να επικαλεστεί έναν από τους Ινδιάνους δαίμονες του και τότε και οι δύο μας θα πεθαίναμε με τον πιο φρικτό θάνατο. - Χάρρυ, είπε αναπνέοντας με δυσκολία ο Βράχος που Τραγουδάει, μην τον αφήσεις να μπει στο μυαλό σου. Βοήθησέ με - έχω ανάγκη τη βοήθεια που. Προσπάθησα να διώξω μακριά αυτή την επίμονη σκέψη της απελπισίας που μου τριβέλιζε το μυαλό. Γύρισα στον Βράχο που Τραγουδάει και είδα να τρέχει ίδρωτας στο πρόσωπο του, που ήταν γεμάτο από βαθιές ρυτίδες αγωνίας και έντασης που του χαράκωναν τα μάγουλα. - Βοήθησε με, Χάρρυ, βοήθησε με. Κοίταξα το σκοτεινό, αηδιαστικό πλάσμα που ήταν πάνω στο κρεβάτι και συγκέντρωνα κάθε ουγκιά από τη θέληση μου για να τον κάνω να
παραλύσει. Γύρισε και με κοίταξε μ' αυτά τα γυαλιστερά κίτρινα μάτια του, σα να με προκαλούσε να τον αντιμετωπίσω, αλλά εγώ προσπάθησα να ξεχάσω τον τρόμο μου και να τον καρφώσω κάτω, με καθαρά πνευματική προσπάθεια. Είσαι απροστάτευτος, σκέφτηκα. Δεν μπορείς να κινηθείς, δεν μπορείς να εξασκήσεις τη μαγεία σου. Αλλά εκατοστό - εκατοστό ο Μισκαμάκους άρχισε να κατεβαίνει από το κρεβάτι. Κρατούσε τα μάτια του πάνω στους δυο μας συνεχώς. Ο Βράχος που Τραγουδάει έριχνε σκόνες και χτυπούσε τα κόκαλα, αλλά τίποτα από όσα έκανε δεν είχαν καμιά επίδραση πάνω στον Μισκαμάκους. Ο Ινδιάνος γιατρός πήδησε ή μάλλον έπεσε βαριά στο πάτωμα και διπλώθηκε στα φρικαλέα ποδαράκια του, μέσα στο μαγικό κύκλο, με το πρόσωπο του σαν μάσκα ανέκφραστου μίσους. Με κόπο, χρησιμοποιώντας τα χέρια του για να προχωρήσει πηγαίνοντας πέρα - δώθε σαν πίθηκος, ο Μισκαμάκους πλησίασε τον κύκλο. Αν αυτός δεν τον κρατήσει σκέφτηκα, θα πεταχτώ έξω από αυτή την πόρτα και θα βρεθώ στο μισά του δρόμου για τον Καναδά πριν προλάβει κανείς να με πει δειλό. Η φωνή του Βράχου που Τραγουδάει γινότανε όλο και πιο διαπεραστική. - Γκίτσε Μανιτού, κράτησε τον Μισκαμάκους μακριά από μένα, φώναξε. Κράτησε τον μέσα στον κύκλο με τα μάγια. Κλείδωσε τον και δέσε τον με αλυσίδες. Ο Μισκαμάκους σταμάτησε και κοίταξε με ένα απαίσιο βλέμμα το μαγικό κύκλο. Για μια στιγμή σκέφτηκα πως θα σηκωνόταν, θα τον περνούσε και θα χιμούσε πάνω μας. Αλλά σταμάτησε και ξανακάθισε στους μηρούς του και έκλεισε ξανά τα μάτια του. Ο Βράχος που Τραγουδάει και εγώ σταθήκαμε χωρίς μιλιά για ένα λεπτό και χωρίς να αναπνέουμε σχεδόν, και μετά ο Βράχος που Τραγουδάει είπε: - Τον έχουμε αναχαιτίσει. - Θέλετε να πείτε πως δεν μπορεί να βγει έξω; - Όχι, μπορεί να τον περάσει μια χαρά. Αλλά όχι ακόμα. Δεν έχει τη δύναμη. Αναπνέει για να ξαναπάρει δύναμη. - Και πόση ώρα θα του χρειαστεί: Πόση ώρα έχουμε;
O Βράχος που Τραγουδάει κοίταζε σαν χαμένος την καμπουριαστή γυμνή μορφή του Μισκαμάκους. - Είναι αδύνατον να πω ακριβώς. Ίσως μερικά λεπτά ίσως μερικές ώρες. Νομίζω πως κάλεσα κάτω αρκετά πνεύματα να επέμβουν, για να μας δώσουν έστω τριάντα η σαράντα λεπτά. - Τώρα τι κάνουμε; - Θα πρέπει να περιμένουμε. Μόλις ο Δρ. Χιούζ έρθει εδώ, νομίζω πως πρέπει ολόκληρο αυτό το πάτωμα του Νοσοκομείου να αδειάσει. Θα ξυπνήσει πολύ σύντομα, και τότε θα είναι επικίνδυνος και εκδικητικός. Θα είναι σχεδόν αδύνατο να τον κάνουμε καλά, και δεν θα ήθελα να πληγωθούν αθώοι άνθρωποι. Κοίταξα την ώρα. - Ο Τζακ θα πρέπει να είναι εδώ από λεπτό σε λεπτό. Ακούστε, νομίζετε στα αλήθεια ότι δεν θα έπρεπε να είχαμε μερικά όπλα; Ο Βράχος που Τραγουδάει, σκούπισε το πρόσωπο του. - Είστε ένας λευκός τυπικός Αμερικάνος. Έχετε μεγαλώσει τρώγοντας κατά κόρον Τηλεοπτικά Γουέστερν και Αστυνομικά και νομίζετε πως το περίστροφο, είναι η απάντηση στο κάθε τι. Θέλετε να σώσετε την Κάρεν Τάντυ ή όχι; - Σοβαρά πιστεύετε πως μπορεί να σωθεί; Μα, για ρίξτε της μια ματιά! Το μαλακό ρυτιδιασμένο κορμί της Κάρεν Τάντυ ήταν ξαπλωμένο σαν ένα άδειο σακί πάνω στο κρεβάτι. Ήταν δύσκολο να αναγνωρίσω σ' αυτή τη μορφή το κορίτσι που είχε έρθει στο διαμέρισμα μου τέσσερις νύχτες πριν, για να μου πει τα όνειρά της για πλοία και φεγγαρόλουστες παραλίες. Ο Βράχος που Τραγουδάει είπε απλά: - Σύμφωνα με αυτά που ξέρουμε για την Ινδιάνικη μαγεία, μπορεί ακόμα να σωθεί. Αν μας δοθεί ακόμα μία ευκαιρία. Νομίζω πως θα πρέπει να προσπαθήσουμε! - Εσείς είστε ο μέγας γιατρός!
Εκείνη τη στιγμή ο Δρ. Χιούζ και ο Γούλφ, ο άλλος νοσοκόμος, ήρθαν τρέχοντας με πάταγο από το διάδρομο. Κοίταξαν το αίμα και μετά την άφωνη μορφή του Μισκαμάκους και οπισθοχώρησαν με φρίκη. - Θεέ μου! είπε ο Τζακ Χιούζ τρέμοντας. Τι στο διάβολο συνέβη εδώ μέσα; Βγήκαμε από το δωμάτιο στο διάδρομο μαζί του. - Σκότωσε τον Μάικλ, είπα. Καθόμουν εδώ έξω όταν συνέβη. Όλα έγιναν τόσο γρήγορα που δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Μετά έσπρωξε τον εαυτό του και βγήκε από την Κάρεν. Ο Βράχος που Τραγουδάει πιστεύει πως τον έχουμε αναχαιτίσει για λίγο με το μαγικό κύκλο, αλλά όχι για πολύ. Ο Δρ. Χιούζ δάγκωσε τα χείλη του. - Νομίζω πως πρέπει να φωνάξουμε την αστυνομία. Δεν με νοιάζει από ποιόν αιώνα έρχεται τούτο το πλάσμα. Έχει σκοτώσει αρκετούς ανθρώπους. Ο Βράχος που Τραγουδάει διαμαρτυρήθηκε έντονα. - Αν φωνάξουμε την αστυνομία, θα τους σκοτώσει και αυτούς. Οι σφαίρες δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα. Δρ. Χιούζ. Έχουμε αποφασίσει να παίξουμε το παιχνίδι αυτό με έναν ιδιαίτερο τρόπο και τώρα είμαστε δεμένοι μ' αυτόν. Μόνο η μαγεία μπορεί τώρα πια να μας βοηθηθεί. - Η μαγεία, είπε ο Δρ. Χιούζ με πικρία. Φαντάσου να τελειώσω τη ζωή μου χρησιμοποιώντας μαγεία! - Ο Βράχος που Τραγουδάει νομίζει πως πρέπει να αδειάσουμε αυτό το πάτωμα του Νοσοκομείου, είπα. Όταν ο Μισκαμάκους ξυπνήσει για καλά, θα χρησιμοποιήσει όλες του τις δυνάμεις για να μας εκδικηθεί. - Δεν χρειάζεται, είπε ο Δρ. Χιούζ. Αυτό το πάτωμα είναι μόνον χειρουργεία. Είχαμε την Κάρεν εδώ κάτω για να είναι κοντά στο χειρουργικό αμφιθέατρο. Δεν υπάρχουν άλλοι ασθενείς στο δέκατο πάτωμα. Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να πω στο υπόλοιπο προσωπικό να φύγει από δω. Τράβηξε μερικές ακόμα καρέκλες στο διάδρομο και κάθισε με το μάτι στυλωμένο πάνω στην ακίνητη μάζα του Μισκαμάκους, Ο Γούλφ, πήγε
στο γραφείο του Δρ. Χιούζ και γύρισε με δύο μπουκάλες ουίσκι, που μας αναζωογόνησε. Ήταν τέσσερις παρά τέταρτο και ακόμα είχαμε μία μεγάλη νύχτα μπροστά μας. - Τώρα που βγήκε, είπε ο Δρ. Χιούζ, πως θα παλέψουμε μαζί του; Πως θα τον κάνουμε να παρατήσει το μανιτού της Κάρεν Τάντυ; Θα μπορούσα να πω πως ενοχλήθηκε όταν αναγκάστηκε να προσβάλει την Ινδιάνικη φυλή για το πνεύμα. - Ο τρόπος που εγώ βλέπω, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει, είναι να πείσουμε κατά κάποιον τρόπο τον Μισκαμάκους πως βρίσκεται σε απελπιστική κατάσταση, κάτι που πραγματικά συμβαίνει. Αν και είναι πολύ ισχυρός, είναι ο ίδιος ένας αναχρονισμός. Η μαγεία και τα μάγια γενικά, μπορεί να είναι επικίνδυνα αλλά σε ένα κόσμο που οι άνθρωποι δεν τα πιστεύουν, έχουν πολύ περιορισμένες χρησιμότητες. Ακόμα και αν ο Μισκαμάκους σκοτώσει όλους εμάς - ακόμα και αν σκοτώσει καθέναν μέσα σ' αυτό το Νοσοκομείο - τι θα κάνει με τον έξω κόσμο; είναι σωματικά σακατεμένος, ανάπηρος. Είναι εντελώς ανίδεος από σύγχρονη επιστήμη και παιδεία, και με τον ένα η με τον άλλο τρόπο θα βρεθεί να πνίγεται. Ακόμα και αν δεν συμβεί ακριβώς εδώ, κάποιος θα του φυτέψει μία σφαίρα αργά η γρήγορα. - Ναι, αλλά πως θα τον πείσουμε; ρώτησα τον Βράχο που Τραγουδάει. - Νομίζω πως ο μόνος τρόπος είναι να του το πούμε, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Ένας από εμάς θα πρέπει να εξηγήσει τις σκέψεις μας στον Μισκαμάκους και να του κάνει έναν πνευματικό γύρο εξηγώντας του πως είναι ο μοντέρνος κόσμος. - Μπορεί να νομίσει πως είναι μαγική παγίδα -- μπλόφα, είπε ο Δρ. Χιούζ. - Πολύ πιθανό. Δεν βλέπω όμως τι άλλο μπορούμε να κάνουμε. - Σταθείτε ένα λεπτό, είπε ο Δρ. Χιούζ, γυρίζοντας σε μένα. Κάτι μου ήρθε στο μυαλό. Θυμάσαι όταν μου είπες για το όνειρο της Κάρεν Τάντυ. εκείνο με το πλοίο και την παραλία και όλα εκείνα τα διάφορα; - Ναι, βεβαίως. - Εκείνο που μου χτύπησε στο όνειρο ήταν πως υπήρχε πολύ μεγάλος φόβος. Ο Μισκαμάκους φοβόταν κάτι. Είναι φανερό πως θα ήταν κάτι που τον τρομοκράτησε τόσο πολύ, ώστε να τον αναγκάσει να κάνα όλη αυτή την ιστορία, με το αναμμένο πετρέλαιο που ήπιε για να
ξαναγεννηθεί. Τώρα τι νομίζετε εσείς πως μπορεί να ήταν αυτό που το φοβόταν τόσο πολύ; - Να μία καλή ιδέα, είπα εγώ. Τι νομίζετε εσείς; είπα απευθυνόμενος στον Βράχο που Τραγουδάει. - Λεν ξέρω, είπε ο Σιού. Ίσως να φοβήθηκε πως θα πέθαινε στα χέρια των Ολλανδών. Το ότι τα μανιτού του συνεχίζουν να ζουν φυλακισμένα μετά το θάνατο δεν σημαίνει πως οι Ινδιάνοι γιατροί δεν νοιάζονται για το αν θα πεθάνουν. Υπάρχουν τρόποι και τρόποι για να σκοτώσουν τους Ινδιάνους γιατρούς, έτσι, ώστε τα μανιτού τους να μην μπορούν ποτέ να ξαναγυρίσουν στη Γη. Ίσως οι Ολλανδοί να ήξεραν κάτι τέτοιο και αυτό να τον τρόμαξε. - Ούτε αυτό το βρίσκω σαν μία λογική εξήγηση, είπε ο Δρ. Χιούζ. Έχουμε ήδη δει πως ο Μισκαμάκους αμύνεται. Κανένας Ολλανδός δεν θα μπορούσε να τον πλησιάσει τόσο πολύ για τον βλάψει και παρόλα αυτά ήταν τρομοκρατημένος. Γιατί άραγε; Τι μπορεί να είχαν οι Ολλανδοί του δεκάτου εβδόμου αιώνα που θα μπορούσε να τρομοκρατήσει έναν Ινδιάνο γιατρό σαν τον Μισκαμάκους; - Πιστεύω πως θα είχαν όπλα, είπε ο Γούλφ. Οι Ινδιάνοι δεν είχαν, είχαν; - Ούτε και αυτό μπορεί να είναι, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Ο Μισκαμάκους είναι τόσο ισχυρός που μπορεί να αντισταθεί στα όπλα. Είδατε τι έκανε στους φίλους του Χάρρυ με την αστραπή που βλέπει; Θα μπορούσαν να τον σημαδέψουν με ένα περίστροφο και αυτός να το κάνει να εκραγεί στο χέρι τους. - Οι Ολλανδοί ήταν Χριστιανοί, είπα εγώ. Νομίζετε πως υπάρχει κάτι στη Χριστιανική Θρησκεία που θα μπορούσε να εξορκίσει τα δαιμόνια του Μισκαμάκους και τα μανιτού; - Αποκλείεται, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Δεν υπάρχει κάτι στο Χριστιανισμό που να εξουδετερώνει τις δυνάμεις των παλιών Ινδιάνικων πνευμάτων. Ο Δρ. Χιούζ έπεσε ξαφνικά σε βαθιά συλλογή, σα να προσπαθούσε να θυμηθεί κάτι που είχε ακούσει χρόνια, πολλά χρόνια πριν. Μετά, ξαφνικά χτύπησε τα δάχτυλα του. - Ξέρω, είπε. Υπήρχε κάτι πολύ σημαντικό που είχαν οι Ολλανδοί άποικοι και που οι Ινδιάνοι δεν είχαν. Κάτι που τρόμαζε τους Ινδιάνους και που δεν μπόρεσαν να το εξηγήσουν και να το πολεμήσουν.
- Τι ήταν αυτό; - Η Αρρώστια, είπε ο Τζακ Χιούζ. Οι Ολλανδοί έφεραν όλα τα είδη από μικρόβια μόλυνσης και μεταδοτικών ασθενειών που ήταν άγνωστες στη Νότια Αμερικάνικη Ήπειρο. Ιδιαίτερα τα μικρόβια της γρίπης. Ολόκληρες φυλές σάρωσαν οι Ευρωπαϊκές αρρώστιες γιατί δεν είχαν αντισώματα και δεν μπορούσαν να αντισταθούν, ούτε και στα πιο απλά κρυολογήματα και στη γρίπη. Οι Ινδιάνοι γιατροί δεν μπορούσαν να τους βοηθήσουν, γιατί δεν γνώριζαν μαγεία που θα μπορούσε να χτυπήσει κάτι για το όποιο δεν ήξεραν τίποτα. Ήταν αόρατο, θανατερό και γρήγορο. Αν θέλετε τη γνώμη μου, αυτό ήταν που ο Μισκαμάκους φοβόταν. Οι Ολλανδοί κατέστρεψαν τη φυλή του με κάποιο φάρμακο που ούτε έβλεπε, ούτε καταλάβαινε. Ο Βράχος που Τραγουδάει φαινόταν αναστατωμένος: - Αυτή είναι έμπνευση Δρ. Χιούζ. Αυτή είναι πραγματική έμπνευση! - Υπάρχει ωστόσο ένα πράγμα, είπα εγώ φωναχτά. είναι σίγουρο τώρα πως ο Μισκαμάκους είναι άτρωτος από το μικρόβιο της γρίπης; Αν γεννήθηκε με φυσιολογικό τοκετό όπως ένα μωρό, θα πρέπει να έχει πάρει αντισώματα από τα αιμοσφαίρια της Κάρεν Τάντυ. - Όχι, δεν το νομίζω, είπε η Δρ. Χιούζ. Το νευρικό του σύστημα είναι συνυφασμένο με της Κάρεν, αλλά τα αιμοσφαίρια του δεν είναι συνδεδεμένα με τον ίδιο τρόπο που το έμβρυο συνδέεται με τη μητέρα του. Η δύναμη που τραβούσε απ' αυτήν ήταν ηλεκτρική δύναμη από τα εγκεφαλικά κύτταρα και από το σύστημα της σπονδυλικής στήλης, του νωτιαίου μυελού. Δεν υπήρχε πραγματική ανάμιξη με τη συνηθισμένη σωματική έννοια. - Αυτό σημαίνει, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει, ότι θα μπορούσαμε να δώσουμε στον Ινδιάνο γιατρό μία δόση γρίπης ή να τον απειλήσουμε πως θα του δώσουμε. - Βεβαίως, είπε ο Δρ. Χιούζ. Σταθείτε ένα λεπτό. Πήγε στο κρεμαστό τηλέφωνο του τοίχου και πήρε γρήγορα ένα νούμερο. - Συνδέστε με με τον Δρ. Γουίνσαμ, είπε, όταν απάντησε η τηλεφωνήτρια. Ο Βράχος που Τραγουδάει κοίταξε το σιωπηλό σχήμα του Μισκαμάκους καμπουριασμένο και φριχτό πάνω στο πάτωμα του δωματίου της Κάρεν Τάντυ που ήταν πιτσιλισμένο με αίματα. Κατά κάποιο τρόπο, το να
δώσεις σ' αυτό το πλάσμα γρίπη δεν φαινόταν σαν μια επαρκής απάντηση. Αλλά έξω από τις μαγείες του Βράχου που Τραγουδάει, δεν είχαμε και πολλά που θα μπορούσαμε να στραφούμε. - Δρ. Γουίνσαμ, είπε ο Τζακ Χιούζ, κοιτάξτε, λυπάμαι που σας ξυπνάω, αλλά έχω ένα επείγον πρόβλημα εδώ και χρειάζομαι επειγόντως μερικά δείγματα μικροβίων. Έγινε μία παύση, όση ώρα ο Δρ. Χιούζ άκουγε τη λεπτή φωνή από την άλλη άκρη του τηλεφώνου. - Ναι, το ξέρω πως είναι τέσσερις το πρωί. Δρ. Γουίνσαμ, αλλά δεν θα σας τηλεφωνούσα αν δεν ήμουνα σε απελπιστική κατάσταση. Σωστά, Χρειάζομαι μικρόβια γρίπης. Πόσο γρήγορα μπορείτε να έρθετε εδώ κάτω; Άκουσε για λίγο ακόμα και μετά κρέμασε το τηλέφωνο. - Ο Δρ. Γουίνσαμ έρχεται αμέσως. Έχει τόσα μικρόβια γρίπης στο εργαστήριο του, που μπορούν να εξολοθρεύσουν όλον τον πληθυσμό του Κλήβελαντ στο Οχάιο. - Ίσως θα έπρεπε να το δοκιμάσει αυτό μία μέρα, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει, με μία χιουμοριστική διάθεση που δεν την περίμενες. Ήταν τώρα τέσσερις και πέντε και ο Μισκαμάκους δεν είχε κουνηθεί. Εμείς οι τέσσερις ήμασταν στο διάδρομο, προσέχοντας από κοντά το σκοτεινό, κουλουριαστό κορμί του, αν και είμαστε όλοι εξουθενωμένοι πια και η βρώμα από το κουφάρι του Μάικλ ήταν αβάσταχτη. - Πως είναι ο καιρός έξω; ρώτησα τον Δρ. Χιούζ. - Παγωνιά. Χιονίζει πάλι, μου απάντησε. Ελπίζω ο Δρ. Γουίνσαμ να μη βρει τίποτα δυσκολίες για να φτάσει εδώ. Πέρασε ακόμα μισή ώρα. Σε λίγο θα ξημέρωνε. Καθόμαστε μαζεμένοι εκεί στις καρέκλες μας, τρίβοντας τα μάτια μας και καπνίζοντας για να μην μας πάρει ο ύπνος. Μόνο μια καθαρά νευρική υπερένταση με κρατούσε για να μην κουτουλήσω από τη νύστα. Δεν είχα κοιμηθεί από τη νύχτα της Κυριακής, και τότε είχα κοιμηθεί μόνον τέσσερις με πέντε ώρες. Στις πέντε παρά τέταρτο ακούσαμε ένα σφυριχτό θόρυβο μέσα από το δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ. Κοιτάξαμε μέσα γρήγορα. Ο Μισκαμάκουςείχε ακόμα κλειστά τα μάτια αλλά φαινόταν σαν να
κουνιόταν. Ο Βράχος που Τραγουδάει σηκώθηκε και άρπαξε τα διάφορα οστά και τις σκόνες. - Νομίζω πως ξυπνάει, είπε. Υπήρχε ένα τρεμούλιασμα στη φωνή του. Αυτή τη φορά ήξερε πως ο αρχαίος θαυματοποιός θα είχε ανανεωμένες όλες τις μαγικές του δυνάμεις. Μπήκε σιγά -σιγά μέσα στο δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ. Εμείς τον ακολουθήσαμε και σταθήκαμε πίσω του για να τον βοηθήσουμε. Αργά ο Μισκαμάκους τέντωσε τα σκληρά μυώδη μπράτσα του, που είχαν σημάδια από μαγικά σχέδια. Σήκωσε το κεφάλι του, με τα μάτια του ακόμα κλειστά, έτσι που να είναι εντελώς απέναντι μας. - Ξύπνησε; ψιθύρισε ο Τζακ Χιούζ. - Δεν ξέρω, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Αλλά θα ξυπνήσει πολύ σύντομα. Ξαφνικά ακούσαμε ένα θόρυβο σαν βαθιά ανάσα από το κρεβάτι, τα μελανιασμένα χείλη της Κάρεν Τάντυ φάνηκαν σα να κουνιούνται, σαν να ρουφούσαν και έβγαζαν τον αέρα. - Είναι ακόμα ζωντανή, είπε ο Γούλφ. - Όχι, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Ο Μισκαμάκους το κάνει αυτό. Νομίζω πως θα μας μιλήσει μέσω αυτής, όπως έκανε πριν. Την χρησιμοποιεί σαν μικρόφωνο, ώστε να μπορεί να μας μιλήσει στη γλώσσα μας. - Μα, αυτό είναι αδύνατο, είπε διαμαρτυρόμενος ο Τζακ Χιούζ. Δεν είναι καθόλου κοντά της. - Μπορεί να είναι αδύνατον επιστημονικά, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Αλλά εδώ δεν πρόκειται για επιστήμη. Εδώ πρόκειται για Ινδιάνικη μαγεία. Στεκόμαστε σαν παγωμένοι καθώς βαθύτερες ανάσες άρχισαν να βγαίνουν, σαν γαργάρες από το λαρύγγι της Κάρεν Τάντυ. Μετά άρχισε να μας ψιθυρίζει, με μία βαθιά βραχνή φωνή που πάγωσε κάθε νεύρο του κορμιού μου. - Προσπαθείτε -- να -- με -- προκαλέσετε -- σσσσσσς, βγήκε, με βαθιές ανάσες, η φωνή. Με -- έχετε -- πληγώσει -- και -- νιώθω -- φοβερό πόνο. Θα -- σας -- τιμωρήσω -- γι' -- αυτό-- σσσσσσσσσ.
Τα νεκρά της πνευμόνια ξεφούσκωσαν και τα χείλη της έπαψαν να κουνιούνται. Γυρίσαμε και κοιτάξαμε τον ίδιο τον Μισκαμάκους. Τα κίτρινα μάτια του άνοιξαν ξαφνικά, και μας κοίταξαν με κακία που γυάλιζε στα μάτια του. Το ίδιο χαμόγελο που είχε στο πρόσωπο του, όταν παρουσιάστηκε πάνω στο τραπέζι από ξύλο κερασιάς, είχε αποτυπωθεί και τώρα στο πρόσωπο του, Ο Βράχος που Τραγουδάει, άρχισε τις μαγικές του επικλήσεις και χτυπούσε απαλά τα οστά με ρυθμό. Αλλά μπορούμε να πούμε πως τα μαγικά του δεν ήταν τίποτα, εν συγκρίσει με αυτά του Μισκαμάκους, γιατί τα φώτα από νέον μέσα στο δωμάτιο άρχισαν να αναβοσβήνουν και να ελαττώνονται και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα βρεθήκαμε σε απόλυτο σκοτάδι. Άπλωσα το χέρι μου, προσπαθώντας να βρω ένα φιλικό χέρι, αλλά δεν εύρισκα κανένα. Είχα πετρώσει από το φόβο μου στη σκέψη ότι μπορεί να άγγιζα το γλοιώδες πρόσωπο του Μισκαμάκους. - Μην κουνιέστε, είπε τσιριχτά ο Βράχος που Τραγουδάει με τρεμάμενη φωνή. Αλλά κάποιος ή κάτι κουνιόταν μέσα στο δωμάτιο και ερχόταν κουλουριασμένο προς τα πάνω μας με ένα αργό, αλλά αποφασιστικό βήμα.
Κεφάλαιο Επτά Πέρασμα Στη Σκοτεινιά Ο Γούλφ άναψε τον αναπτήρα του και γύρισε το γκάζι στο φουλ. Ηψηλή κίτρινη φλόγα φώτισε το δωμάτιο σ' ένα πανηγύρι από φρικιαστικές σκηνές. Ο Μισκαμάκους, ήταν ακόμα κουλουριασμένος μέσα στο μαγικό κύκλο, μ' ένα κτηνώδη μορφασμό στο πρόσωπο του. Μπροστά του ακριβώς, πάνω στο πάτωμα, οι κόκκινες και άσπρες σκόνες, που είχε ρίξει κάτω ο Βράχος που Τραγουδάει σηκώνονταν και χωρίζονταν σαν σύρματα που τα τραβούσε ένας αόρατος μαγνήτης.
- Τον σπάζει, φώναξε ο Τζακ Χιούζ. Για τ' όνομα του Θεού... Κοιτάξτε! Ο Βράχος που Τραγουδάει έκανε ένα βήμα προς τα εμπρός και στάθηκε ακριβώς μπροστά στον Μισκαμάκους, μόνο δύο πόδια μακριά από τον παραμορφωμένο Ινδιάνο γιατρό. Το μόνο που τους χώριζε ήταν οι σκόνες του μαγικού κύκλου που εξανεμίζονταν. Έχυσε και άλλες σκόνες στον Μισκαμάκους και σχεδίασε διάφορα σημεία στον αέρα με τα οστά, αλλά ο Μισκαμάκους απλώς χειρονομούσε και οπισθοχωρούσε σα να έδιωχνε ζωύφια. Από την Κάρεν Τάντυ πάνω στο κρεβάτι ακούσαμε ένα σιγανό, φρικιαστικά γέλιο που έσβηνε σαν ένα σύριγμα μουγκρητού. Το τελευταίο κομμάτι από το μαγικό κύκλο διαλύθηκε και δεν υπήρχε τίποτα πια ανάμεσα σε μας και στον διαβολικά καμπουριασμένο Μισκαμάκους, Δεν ήξερα αν έπρεπε να μείνω ή να το βάλω στα πόδια, αλλά εκείνο που ήξερα ήταν πως ο Βράχος που Τραγουδάει μας χρειαζόταν όλους πάρα πολύ, για να τον βοηθήσουμε στις μαγείες του, και έτσι έμεινα εκεί που ήμουνα τρέμοντας από φόβο. Ο γυμνός Μισκαμάκους σηκώθηκε όρθιος, τόσο ψήλος, όσο μπορούσαν να τον κάνουν τα κολοβά του πόδια και δίπλωσε ο ανοιχτά τα χέρια του. Από τα χείλη του, με μία τραχιά φωνή μέσα υπό το λαρύγγι του, έβγαινε μια μακριά Ινδιάνικη επίκληση, πολύ μπερδεμένη που επαναλαμβανόταν και μετά με το σαν κόκαλο χέρι του έδειξε κάπου απέναντι στο δωμάτιο. Ακολούθησα τη γραμμή του δαχτύλου του. Έδειχνε ακριβώς το κουφάρι του Μάικλ, του νοσοκόμου, που ήταν γεμάτο πηχτό αίμα. Ο Βράχος που Τραγουδάει έκανε ένα βήμα γρήγορα προς τα πίσω: - Βγείτε από 'δώ μέσα, τώρα!, φώναξε και μας έσπρωξε στην πόρτα. Μόλις βγήκα έξω, στο διάδρομο, είδα κάτι που έκανε τα δόντια μου να χτυπούν, Ο ματωμένος σωρός του κορμιού του Μάικλ άρχισε να κινείται. Οι αρτηρίες του που ήταν εκτεθειμένες άρχισαν να πάλλουν, τα γυμνά νεύρα να ζωντανεύουν και οι αναποδογυρισμένοι πνεύμονες του, που ήταν σαν τρύπια μπαλόνια, άρχισαν να γεμίζουν πάλι από αέρα. Στο αδύνατο πορτοκαλί φως του αναπτήρα του Γούλφ, είδαμε τα απομεινάρια του κορμιού του Μάικλ να σηκώνονται φρικιαστικά στα πόδια τους. Βαθιά μέσα στη ματωμένη επιδερμίδα του γυρισμένου ανάποδα προσώπου του, δύο νερουλά μάτια μας κοιτούσαν κατάματα, μάτια καλαμαριού από κάποιον υποβρύχιο εφιάλτη.
Μετά, βήμα - βήμα, αφήνοντας πίσω του μία γραμμή από γλοιώδη μεμβράνη, το κουφάρι του Μάικλ άρχισε να περπατάει προς εμάς, πασαλείφοντας, κάθε τι που άγγιζε με αίμα. - Ω, Θεέ μου, είπε ο Τζακ Χιούζ με απελπισμένη, γεμάτη φρίκη, φωνή. Αλλά ο Βράχος που Τραγουδάει, χωρίς καμιά καθυστέρηση, έψαξε στην τσέπη του για το δερμάτινο μπουκάλι, το ξεβούλωσε και έχυσε λίγο από το περιεχόμενο του μέσα στη χούφτα του. Με πλατιές κινήσεις, σαν να σάρωνε, σχεδίασε ένα μαγικό σχήμα από υγρό μέσα στον αέρα, από πάνω και γύρω από τα ερειπωμένα απομεινάρια του κορμιού του Μάικλ. - Γκίτσε Μανιτού, πάρε τη ζωή από αυτό το πλάσμα, μουρμούρισε. Γκίτσε Μανιτού, αντάμειψε το δούλον σου αυτόν με το θάνατο. Το κορμί του Μάικλ κλονίστηκε και σωριάστηκε στα γόνατα του, με τους γυμνούς μυς του απλωμένους πάνω στα χωρίς σάρκες κόκαλα. Τελικά κατέρρευσε τελείως και έμεινε σαν σωρός πίσω από την πόρτα. Μέσα στα δωμάτιο ο Μισκαμάκους άρχισε πάλι τη δουλειά του. Δεν μπορούσαμε να τον δούμε τώρα, γιατί η φλόγα του αναπτήρα του Γούλφ έσβησε γρήγορα, αλλά μπορούσαμε να τον ακούμε να ψελλίζει, να κουβεντιάζει και να πετάει τα κόκαλα και τα μαλλιά που ο Βράχος που Τραγουδάει είχε χρησιμοποιήσει για να φτιάξει το μαγικό κύκλο. - Γούλφ, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει, πήγαινε να μου φέρεις μερικούς φακούς. Πρέπει να βλέπουμε τι κάνουμε. Ο Μισκαμάκους μπορεί να βλέπει μέσα στο σκοτάδι και είναι ευκολότερο γι' αυτόν να καλέσει τα δαιμόνια του στο σκοτάδι. Σε παρακαλώ, τρέχα όσο πιο γρήγορα μπορείς! Ο Γούλφ μου έδωσε το ζεστό αναπτήρα του με τη μικρή φλογίτσα που διαρκώς λιγόστευε και έτρεξε έξω στο διάδρομο προς το ασανσέρ. Σχεδόν δεν πρόφτασε. Μόλις έστριψε τη γωνία μία άσπρη και μπλε φλογισμένη αστραπή πετάχτηκε. Γέμισε με σπίθες που σέρνονταν πάνω στο πάτωμα και θάμπωσε τα μάτια μου με μία πορτοκαλί σκιά. - Γούλφ, φώναξε ο Βράχος που Τραγουδάει, είσαι καλά; - Καλά είμαι κύριε, φώναξε απαντώντας ο Γούλφ. Θα γυρίσω αμέσως. - Τι στο διάβολο, ήταν αυτό; είπε ο Τζακ Χιούζ.
- Η αστραπή που βλέπει, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Αυτό σκότωσε τους φίλους σου Χάρρυ. Φαίνεται πως ο Μισκαμάκους θέλησε να τον χτυπήσει μόλις έφυγε λίγο από κοντά μου, αλλά τον απώθησα εγώ. - Και το λίγο καμιά φορά, είναι σαν ένα ολόκληρο μίλι, σχολίασα εγώ. Ο αναπτήρας είχε σβήσει σχεδόν τελείως τώρα και προσπαθούσα να πιέσω τα μάτια μου να δουν τι συνέβαινε μέσα στο δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ. Άκουγα σουρσίματα και πηδήματα, αλλά δεν μπορούσα να διακρίνω τίποτα. Το σκοτάδι μας τύλιξε ξανά. Κρατούσαμε ο ένας τον άλλον από τον ώμο για να μην χωριστούμε. Βοηθούσε επίσης να συγκεντρώνουμε τη δύναμη των μαγικών επικλήσεων του Βράχου που Τραγουδάει, όταν τις άρχιζε. Με όλη αυτή τη μαυρίλα να πνίγει τα μάτια μας. κρατούσαμε το αυτί μας τεντωμένο και στον πιο παραμικρό θόρυβο. Μετά από μερικά λεπτά ακούσαμε τον Μισκαμάκους να ψέλνει πάλι. - Τι κάνει; ψιθύρισε ο Δρ. Χιούζ. - Κάτι που φοβόμουν, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Καλεί έναν Ινδιάνο δαίμονα. - Δαίμονα; ρώτησε ο Τζακ. - Όχι ακριβώς δαίμονα με την ευρωπαϊκή ορολογία. Αλλά έναν αντίστοιχο Ινδιάνο. Έναν από τους αρχαίους δαίμονες. - Ξέρετε ποιος είναι αυτός που καλεί; είπα. Ο Βράχος που Τραγουδάει αφουγκράστηκε όσο πιο καλά μπορούσε τη βραχνή μουρμουριστή επίκληση. - Δεν ξέρω. Χρησιμοποιεί ένα όνομα από τη γλώσσα της δικής του φυλής. Αν και οι δαίμονες είναι όλοι ίδιοι παντού σε όλη τη Νότιο "Αμερική, κάθε φυλή έχει διαφορετικό όνομα για αυτούς. Τούτος λέγεται κάπως σαν Καχάλα, νομίζω, ή Κμαλάχ. Δεν είμαι σίγουρος. - Δεν μπορείς να τον πολεμήσεις αν δεν ξέρεις ποιος είναι; είπα. Μπορούσα με τη φαντασία μου να δω το πρόσωπο του Βράχου που Τραγουδάει, με εκείνες τις πένθιμες, μελαγχολικές γραμμές. - Δεν μπορώ. Θα πρέπει να περιμένω να τον δω όταν παρουσιαστεί.
Κολλητά, ο ένας δίπλα στον άλλον, περιμέναμε να κάνει την εμφάνιση της αυτή η αρχαία οπτασία. Μέσα στο σκοτάδι είδαμε κιτρινοπράσινες ανταύγειες να έρχονται από το δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ και κίτρινος καπνός να βγαίνει από κει μέσο και να κουλουριάζεται σαν φίδι. - Πήρε φωτιά το δωμάτιο; ρώτησε ο Δρ. Χιούζ. - Όχι. είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Το μανιτού πήρε τη μορφή καπνού είναι σαν εκτόπλασμα ξέρετε, σύμφωνα με τον ευρωπαϊκό πνευματισμό. Το πράσινο φως έσβησε σιγά - σιγά και μετά ακούσαμε διάφορους θορύβους μέσα στο δωμάτιο. Ήταν ένας ήχος σαν νύχια λεπτά που ξύνουν το πάτωμα, και μετά ακούσαμε τον Μισκαμάκους να κουβεντιάζει. Μιλούσε για δύο λεπτά τουλάχιστον και μετά, με μεγάλο μου τρόμο άκουσα κάποιον να του μιλάει επίσης. Κάποιον που μιλούσε με μία τρομερή, συρτή, εξωγήινη φωνή, μέσα υπό το λαρύγγι. - Λέει στο δαίμονα να μας εξολοθρεύσει, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Τώρα ότι κι' αν κάνετε, να κρατάτε καλά ο ένας τον άλλον και να μην προσπαθήσετε να φύγετε. Αν φύγετε θα βρεθείτε μακριά από την προστασία μου και αυτός θα σας σκοτώσει. Τότε θυμήθηκα δύο σειρές από τον Παλιό ναύτη, για εκείνον τον άνθρωπο που γύρισε πίσω του να δει και δεν ξαναγύρισε το κεφάλι του επειδή ένας φοβερός δαίμονας του κόλλησε από κοντά. Το ξύσιμο των νυχιών πάνω στο πάτωμα του δωματίου της Κάρεν Τάντυ άρχισε να κινείται προς το μέρος μας. Μέσα από το αχνό φως άρχισα να ξεχωρίζω μία ψηλή σκοτεινή σκιά να στέκει μπροστά στην πόρτα απέναντι μας καθώς εμείς στεκόμαστε στο διάδρομο. Έμοιαζε σαν άντρας και όμως σχεδόν σαν να μην ήταν άντρας. Με μεγάλη προσπάθεια μου φάνηκε πως είδα μέσα στο σκοτάδι κάτι πράγματα που έμοιαζαν με τεράστια νύχια και λέπια. - Τι είναι αυτό.... είπε συριχτά ο Τζακ Χιούζ. - Είναι ο δαίμονας που λέγεται «Σαύρα των Δέντρων», είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Είναι το κακό μανιτού των δασών και των δέντρων. Νομίζω πως ο Μισκαμάκους τον διάλεξε επειδή ξέρει πως είμαι καμπίσιος και πως έχω λιγότερο έλεγχο πάνω στα μανιτού του δάσους. Το σκοτεινό ον μπροστά στην πόρτα άρχισε να κινείται προς το μέρος μας, βγάζοντας ένα λεπτό σαν εντόμου σφύριγμα από το λαιμό του. Ο Βράχος που Τραγουδάει έριξε αμέσως σκόνες και υγρό πάνω του και άρχισε να χτυπάει τα μαγικά του οστά.
Θα έπρεπε να ήταν δύο ή τρία πόδια μακριά μας, όταν σταμάτησε. - Το πέτυχες, είπε ο Τζακ. Το σταμάτησες. - Δεν μπορεί να μας σκοτώσει γιατί το φάρμακο μου είναι πολύ δυνατό γι' αυτόν, είπε χωρίς πνοή ο Βράχος που Τραγουδάει, αλλά αρνείται να γυρίσει στη φυλακή του χωρίς κάποια θυσία. - Θυσία; Τι στο διάβολο θέλει; - Ένα μικρό κομμάτι ζωντανής σάρκας, αυτό θέλει μόνο, είπα. - Τι; Μα πως μπορούμε να του δώσουμε κάτι τέτοιο; - Κάτι. Οτιδήποτε, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Ένα δάχτυλο, ή ένα αυτί. - Δεν θα μιλάς σοβαρά; είπα. - Δεν θα φύγει χωρίς αυτό, απάντησε ο Βράχος που Τραγουδάει. Και δεν μπορώ να τον κρατήσω έτσι για πολύ. Ή αυτό ή θα μας κάνει κομματάκια. Αλήθεια το λέω. Αυτό το τέρας έχει πόδια σαν χταπόδι ή σαν τον πτεροδάχτυλο. Μπορεί να σε ξεσχίσει σαν σακί με φασόλια. - Εντάξει, είπε ο Δρ. Χιούζ ήρεμα. Θα Ο Βράχος που Τραγουδάει πήρε μία βαθιά ανάσα:
το
κάνω
εγώ.
- Ευχαριστώ Δρ. Χιούζ. Πρέπει να γίνει όμως γρήγορα. Άπλωσε το χέρι σου προς αυτό. Δώσε του το μικρό σου δαχτυλάκι. Δίπλωσε τα αλλά σου δάχτυλα καλά. Θα προσπαθήσω να κρατήσω τα μεγαλύτερο μέρος του χεριού σου μέσα στο μαγικό κύκλο μου. Μόλις σε δαγκώσει τράβηξε αμέσως πίσω το χέρι σου. Όσο πιο γρήγορα μπορείς. Για να μην στο φάει όλο. Ένιωθα τον Δρ. Χιούζ να τρέμει καθώς άπλωνε το χέρι του προς το σκοτεινό όγκο της Σαύρας των Δέντρων. Άκουγα μια νυχιά σαν ξυράφι να ξύνει το πάτωμα. Καθώς πλησίαζε, αυτό το λεπτό σφύριγμα που έβγαινε από το λαρύγγι του δαίμονα καθώς ανέπνεε ερχόταν όλο και πιο κοντά. Ήταν ένα φριχτά έντονο θρόισμα. Οι άρπαγες απλώθηκαν δαιμονισμένα στο πάτωμα του διαδρόμου και μετά ένα θρόισμα σαν μάσημα, τέτοιο που ποτέ μου δεν θα ήθελα να ξανακούσω στη ζωή μου.
Ααααααααααχχχχχ! στρίγγλισε ο Δρ. Χιούζ. Και απότομα κουλουριάστηκε και έπεσε ανάμεσα μας. Ένιωσα υγρό αίμα να κολλάει πάνω στα πόδια μου και στο χέρι μου καθώς έσκυψα να τον βοηθήσω. - Αααχχ, αααχχ, που να πάρει ο διάβολος, άααχχ, κραύγασε. Ω, Θεέ μου, μου έφαγε το μισό μου χέρι. Χριστέ μου... Γονάτισα δίπλα του και έβγαλα το μαντήλι μου. Όσο πιο γρήγορα μπορούσα μέσα στο σκοτάδι του έδεσα σφιχτά τη δαγκωμένη σάρκα. Απ' ότι κατάλαβα, οι άρπαγες του δαίμονα του είχαν μασήσει τουλάχιστον δύο ή τρία δάχτυλα και το μισό καρπό του χεριού του. Ο πόνος ήταν φανερά αβάσταχτος, και ο Τζακ Χιούζ στριφογύριζε γύρω - γύρω, θρηνώντας με αγωνία. Ο Βράχος που Τραγουδάει γονάτισε και αυτός. - Το τέρας έφυγε. είπε. Χάθηκε και εξαφανίστηκε. Αλλά δεν ξέρω τι είδους πνεύμα θα καλέσει μετά ο Μισκαμάκους. Εκείνο το πράγμα ήταν απλώς ένα κουτότερο πλάσμα. Υπάρχουν πολύ χειρότερα μανιτού απ' αυτό. - Πρέπει να πάρουμε τον Δρ. Χιούζ από 'δώ, είπα στον Βράχο που Τραγουδάει. - Μα δεν μπορούμε να αφήσουμε τον Μισκαμάκους μόνο του τώρα. Δεν ξέρω τι θα κάνει αν τον αφήσουμε μόνον του. - Ο Δρ. Χιούζ πονάει απελπιστικά, αν δεν φροντίσω το χέρι του αμέσως, θα πεθάνει. Καλύτερα να χάσουμε την Κάρεν Τάντυ παρά τον Δρ. Χιούζ. - Δεν είναι αυτό το θέμα, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Αν αφήσουμε τον Μισκαμάκους μόνο τώρα, θα καταστρέψει όλο το μέρος αυτό. Εκατοντάδες άνθρωποι θα πεθάνουν. - Ω Θεέ μου! θρήνησε ο Δρ. Χιούζ. Ω Θεέ μου, το χέρι μου! Θεέ μου!! - Πρέπει να τον πάρω από 'δω. Κοίταξε μήπως μπορείς να κρατήσεις μόνος σου τον Μισκαμάκους για λίγα λεπτά. Και κράτησε αυτή τη φωτιά μακριά μας καθώς θα τον παίρνω εγώ. Θα τον πάω αμέσως σ' έναν γιατρό και θα γυρίσω κατευθείαν εδώ. - Εντάξει, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Αλλά μη καθυστερήσεις. Χρειάζομαι τουλάχιστον ένα πρόσωπο δίπλα μου.
Σήκωσα τον Δρ. Χιούζ όρθιο και έριξα το τραυματισμένο του χέρι στον ωμό μου. Ύστερα βήμα - βήμα τον βοήθησα να περάσουμε το διάδρομο προς το ασανσέρ. Μούγκριζε από τον πόνο σε κάθε κίνηση, και άκουγα το αίμα του να στάζει στο πάτωμα. Αλλά βρήκα καινούργιο κύμα δύναμης να μας σπρώχνει. Ούτε αστραπή, ούτε καμιά άλλη επίθεση από πουθενά δεν μας σταμάτησε. Ίσως αυτό να ήθελε ο Μισκαμάκους - να έχει κατάδικο του και μόνο του τον Βράχο που Τραγουδάει. Αλλά έτσι και αλλιώς δεν υπήρχε άλλη εκλογή. Ο Δρ. Χιούζ ήταν πάρα πολύ άσχημα τραυματισμένος για να μείνει στο διάδρομο και αυτό ήταν το μόνο που έπρεπε να κάνω. Τελικά φτάσαμε στο ασανσέρ. Το κόκκινο φωτάκι του έλαμπε ακόμα μέσα στη νύχτα και χτύπησα το κουμπί της ανόδου. Μετά από μία αβάσταχτη παύση το ασανσέρ έφτασε, οι πόρτες άνοιξαν και εμείς σχεδόν κατρακυλήσαμε μέσα. Το φως ήταν τόσο δυνατό μετά από το σκοτάδι του διαδρόμου που με πόνεσαν τα μάτια μου. Κάθισα τον Δρ. Χιούζ κάτω στο δάπεδο, με το κομμένο του χέρι πάνω στα πόδια του και κουλουριάστηκα δίπλα του. Φτάσαμε με ταχύτητα στο δέκατο όγδοο όροφο και τον βοήθησα να βγει. Υπήρχε μία ολόκληρη ομάδα από ανθρώπους που μας υποδέχτηκε στο γραφείο του όταν πήγα μέσα τον Δρ. Χιούζ. Ο Γούλφ ήταν εκεί, με μερικούς νοσοκόμους και γιατρούς που όλοι κρατούσαν φακούς. Δύο απ' αυτούς είχαν πιστόλια, και οι υπόλοιποι ήσαν αρματωμένοι με λοστούς και μαχαίρια. Ένας κοκκινοπρόσωπος, φαλακρός γιατρός, με άσπρη φόρμα και γυαλιά στεκόταν μαζί τους. Όταν μπήκα μέσα μαζεύτηκαν τριγύρω και σήκωσαν προσεχτικά τον Δρ. Χιούζ από τους ώμους μου, και τον ξάπλωσαν πάνω σε ένα καναπέ στη γωνία του γραφείου. Ο Γούλφ τηλεφώνησε να φέρουν ένα κιβώτιο πρώτων βοηθειών και αντιβιοτικά και έκανε στον Δρ. Χιούζ μία γρήγορη ένεση νοβοκαϊνης για να του καταπραΰνει τον πόνο ναι την αγωνία. Ο κοκκινοπρόσωπος γιατρός ήρθε κοντά μου και συστήθηκε; - Είμαι ο Γουίνσαμ. είμαστε έτοιμοι να έρθουμε κάτω να σας βοηθήσουμε. Τι στο διάβολο γίνεται εκεί κάτω; Απ' ότι λέει ο Γούλφ έχετε κάποιον τρελό ασθενή ή κάτι τέτοιο. Σκούπισα το χοντρό ίδρωτα από το πρόσωπο μου. Εδώ πάνω, στο ήρεμο φως του πρωινού, ότι είχε συμβεί μέσα στο φρικιαστικό σκοτάδι του δεκάτου ορόφου μου φαινόταν ολοκληρωτικάμακριά από την
πραγματικότητα. Αλλά ο Βράχος που Τραγουδάει ήταν ακόμα κάτω, μόνος του και ήξερα πως έπρεπε να γυρίσω για να τον βοηθήσω. - Χαίρομαι που μπορέσατε να έλθετε Δρ. Γουίνσαμ. Δεν μπορώ να σας τα εξηγήσω όλα τώρα, αλλά πράγματι έχουμε έναν πολύ επικίνδυνο ασθενή εκεί κάτω. Δεν πρέπει όμως να έρθετε κάτω με όλους αυτούς τους ανθρώπους και τα όπλα. - Γιατί, όχι; Αν υπάρχει κίνδυνος, πρέπει να προφυλαχτούμε.
- Πιστέψτε με Δρ. Γουίνσαμ, είπα καθώς έτρεμα. Αν έρθετε κάτω με όπλα, πάρα πολλοί αθώοι άνθρωποι θα σκοτωθούν. Το μόνο που χρειάζομαι είναι το μικρόβιο της γρίπης. Ο Δρ. Γουίνσαμ ρούφηξε τη μύτη του. Αυτό είναι γελοίο, είπε. Έχετε έναν τρελό ασθενή κάτω εκεί που τραυματίζει τους γιατρούς μας και εσείς θέλετε ένα μικρόβιο γρίπης; - Αυτό μόνο, είπα. Σας παρακαλώ Δρ. Γουίνσαμ, Όσο πιο γρήγορα μπορείτε. Με κοίταξε με τα μάτια πεταγμένα έξω: - Αν θυμάμαι καλά δεν νομίζω πως έχετε καμιά δικαιοδοσία σ' αυτό το Νοσοκομείο, κύριε. Το μόνο που μου φαίνεται σαν καλύτερη λύση είναι να πάμε αμέσως κάτω εκεί εγώ και οι άλλοι κύριοι, εδώ, και να πιάσουμε αυτόν τον άρρωστο πριν προσπαθήσει να κάνει κομμάτια και άλλους από σας. - Δεν καταλαβαίνετε, φώναξα απελπισμένα. - Έχετε δίκιο, είπε ο Δρ. Γουίνσαμ. Δεν καταλαβαίνω τίποτα. Γούλφ είσαι έτοιμος με τους φακούς; - Έτοιμος Δρ. Γουίνσαμ, είπε ο Γούλφ. - Γούλφ, είπα με μία παράκληση στη φωνή. Εσύ είδες τι συνέβη εκεί κάτω. Πέσ' τους. Ο νοσοκόμος σήκωσε τους ώμους του: - Αυτό που ξέρω είναι πως ο Δρ- Χιούζ τραυματίστηκε από αυτό τον άρρωστο. Πρέπει να πάμε κάτω και να τον πετάξουμε έξω μια για πάντα.
Δεν ήξερα τι να πω. Κοίταξα γύρω μου να δω αν υπάρχει κανείς άλλος να με βοηθήσει, αλλά όλοι στο γραφείο ήταν έτοιμοι για ένα ξαφνικό μπλόκο στο δέκατο όροφο. Τότε από τον καναπέ του ο Δρ. Χιούζ μίλησε. - Δρ. Γουίνσαμ, είπε βραχνά. Δρ. Γουίνσαμ δεν πρέπει να πάτε. Πιστέψτε με, δεν πρέπει να πάτε. Δώστε του μόνο το μικρόβιο. Ξέρει τι κάνει. Ότι και να γίνει, μην πάτε εκεί κάτω. Ο Δρ. Γουίνσαμ προχώρησε στον καναπέ του Δρ. Χιούζ. - Είσαστε σίγουρος, Δρ. Χιούζ; Θέλω να πω, είμαστε όλοι έτοιμοι και οπλισμένοι για να πάμε εκεί. - Δρ. Γουίνσαμ, δεν πρέπει. Αλλά σας παρακαλώ βιαστείτε. Δώστε του το μικρόβιο και αφήστε τον να κάνει όπως πρέπει. Ο Δρ. Γουίνσαμ έξυσε το φαλακρό και κατακόκκινο κεφάλι του, μετά γύρισε και είπε στην ομάδα διασώσεως. - Ο Δρ. Χιούζ είναι υπεύθυνος γι' αυτόν τον άρρωστο. Υποκλίνομαι στην κρίση του. Αλλά θα είμαστε άγρυπνοι στην περίπτωση που μας χρειαστούν. Πήγε στο χειρουργείο και πήρε ένα λεπτό γυάλινο φιαλίδιο με κάποιο υγρό από ένα μικρό, ξύλινο κουτί και μου το έδωσε. - Αυτή η διάλυση περιέχει ισχυρό μικρόβιο γρίπης. Κρατείστε το εξαιρετικά προσεχτικά γιατί υπάρχει φόβος να έχουμε τρομερή επιδημία γρίπης. Πήρα το φιαλίδιο απαλά στο χέρι μου. - Εντάξει Δρ. Γουίνσαμ. Καταλαβαίνω, Πιστέψτε με. Κάνετε αυτό που είναι σωστό. Σχεδόν μου ερχόταν να πάρω μαζί μου ένα περίστροφο αν και ήξερα πως ήταν τρέλα και πολύ επικίνδυνο. Πήρα όμως έναν φακό. Πήγα γρήγορα στο ασανσέρ, χτύπησα το κουδούνι για το δέκατο όροφο και βυθίστηκα πάλι στο σκοτάδι. Όταν άνοιξαν οι πόρτες, κοίταξα προσεχτικά μέσα στο σκοτάδι. Φώναξα τον βράχο που Τραγουδάει. - Γύρισα εδώ. έίμαι ο Χάρρυ Έρσκιν,
Δεν πήρα καμία απάντηση. Ξαναφώναξα πιο δυνατά. - Που είσαι; είσαι εδώ; Άναψα το φακό μου και έστριψα στο διάδρομο, αλλά υπήρχε μία γωνία ανάμεσα σε μένα και στο δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ και δεν μπορούσα να δω πιο μακριά. Ίσως ο Βράχος που Τραγουδάει να μην μπορούσε να με ακούσει. Έπρεπε να προχωρήσω και να ψάξω. Γονάτισα και έβγαλα τα παπούτσια μου και τα έβαλα στο άνοιγμα του ασανσέρ, για να το εμποδίσω να κλείσει. Το τελευταίο πράγμα που μου χρειαζότανε ήταν να περιμένω ένα ασανσέρ να φτάσει από το φουαγιέ, καθώς ένα από τα φρικιαστικά τέρατα του Μισκαμάκους θα με κυνηγούσε. Μετά κρατώντας το φακό αναμμένο μπροστά μου φώτιζα το διάδρομο προς το δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ, στο σημείο που γινόταν η πάλη με τους Ινδιάνους γιατρούς. Ήταν πολύ ήσυχα εκεί κάτω - τόσο ήσυχα που ήταν ανησυχητικό - και σκέφτηκα να μην ξαναφωνάξω τον Βράχο που Τραγουδάει. Φοβόμουν για την απάντηση που θα έπαιρνα. Καθώς πλησίασα την πόρτα του δωματίου της Κάρεν Τάντυ, η πηχτά αρρωστημένη μυρωδιά από αίμα και θάνατο χτύπησε ξανά τα ρουθούνια μου. Διηύθυνα τη δέσμη οπό το φως του φακού μου σ' όλο το διάδρομο μέχρι πολύ μακριά, αλλά δεν υπήρχε σημάδι από τον Βράχο που Τραγουδάει. Ίσως να ήταν μέσα στο δωμάτιο, σ' έναν αγώνα πρόσωπο με πρόσωπο με τον Μισκαμάκους. Ίσως και να μην ήταν καθόλου εκεί. Προχώρησα ήσυχα και προσεχτικά τις τελευταίες λίγες γυάρδες, ρίχνοντας το φακό πάνω στην πιτσιλισμένη από πηχτό αίμα πόρτα του δωματίου της Κάρεν Τάντυ. Άκουγα αμυδρά κάτι να κουνιέται και να στριφογυρίζει εκεί μέσα αλλά τρόμαξα στη σκέψη για το τι μπορούσε να είναι. Πήγα κοντά, όλο πιο κοντά, ακουμπισμένος στον τοίχο του διαδρόμου με προφύλαξη και μετά έτρεξα προς τα εμπρός και έριξα όλο το φως με μιας μέσα στο δωμάτιο. Είδα τον Βράχο που Τραγουδάει. Ήταν πεσμένος στα τέσσερα στο πάτωμα. Στην αρχή νόμιζα πως ήταν καλά, αλλά όταν έριξα το φως πάνω του, αυτός γύρισε αργά προς εμένα και τότε είδα τι του είχε κάνει στο πρόσωπο ο Μισκαμάκους. Ξαφνιασμένος από τρόμο, έριξα το φως γύρω στο δωμάτιο, αλλά δεν υπήρχε ίχνος από τον Μισκαμάκους. Πουθενά. Είχε δραπετεύσει, και ήταν κάπου μέσα στο μαύρο σαν πηγάδι διάδρομο που έστριβε δεξιά και
αριστερά εκεί στο δέκατο όροφο. Έπρεπε να τον βρούμε και να προσπαθήσουμε να τον καταστρέψουμε. Τα μόνα μου όπλα ήταν ο φακός μου και ένας μικρός γυάλινος σωλήνας από μολυσμένα βακτηρίδια. - Χάρρυ, ψιθύρισε η Βράχος που Τραγουδάει. Πήγα κοντά του και γονάτισα δίπλα του. Έμοιαζε σαν κάποιος να του είχε ξεσκίσει το πρόσωπο με ένα σιδερένιο μαστίγιο από επτά βέργες με αγκάθια. Τα μαγουλά του ήσαν σχισμένα, τα χείλη του ανοιγμένα στα δυο και έτρεχε άφθονο αίμα. Έβγαλα το μαντήλι μου και πολύ προσεκτικά τον σκούπισα. - Είσαι τραυματισμένος άσχημα; τον ρώτησα. Τι συνέβη; Που είναι ο Μισκαμάκους; Ο Βράχος του Τραγουδάει σκούπισε το αίμα από το στόμα του. - Προσπάθησα να τον σταματήσω, είπε. Έκανα ότι ήξερα. - Σε χτύπησε; - Μου πέταξε κατάμουτρα όλα τα χειρουργικά εργαλεία. Θαμε είχε σκοτώσει αν μπορούσε. Έψαξα στο ντουλάπι, δίπλα στο κρεβάτι και βρήκα μερικές γάζες και επιδέσμους για τον Βράχο που Τραγουδάει. Όταν σκούπισα τα αίματα, το πρόσωπό του δεν ήταν και τόσο χάλια. Η δική του προστατευτική μαγεία είχε καταφέρει να αλλάξει την τροχιά των νυστεριών και των σκαρπέλων που ο Μισκαμάκους είχε ρίξει πάνω του. Μερικά από αυτά ήταν καρφωμένα στον τοίχο μέχρι τη λαβή. - Πήρες τα μικρόβια; ρώτησε ο Βράχος που Τραγουδάει. Μια στιγμή να σταματήσει αυτή η αιμορραγία και θα τον κυνηγήσουμε μαζί. - Εδώ τα έχω, είπα. Φαίνεται σαν τίποτα. Αλλά ο Δρ. Γουίνσαμ λέει πως αυτό το λίγο μπορεί να κάνει δουλειά χίλιες φορές πιο πολύ. Ο Βράχος που Τραγουδάει κράτησε το φιαλίδιο ψηλά και το κοίταξε λοξά. - Ας προσευχηθούμε να κάνει καλή δουλειά. Δεν έχουμε πολύ καιρό. Πήρα το φακό, προχωρήσαμε αθόρυβα στην πόρτα και αφουγκραστήκαμε. Δεν υπήρχε ο παραμικρός θόρυβος, εκτός από τις ανάσες μας που έβγαιναν βαριές. Οι διάδρομοι ήταν έρημοι και σκοτεινοί
και υπήρχαν πάνω από εκατό δωμάτια που ο Μισκαμάκους θα μπορούσε να έχει κρυφτεί. - Μήπως είδατε προς τα που πήγε; ρώτησα τον Βράχο που Τραγουδάει. - Όχι, αλλά οπωσδήποτε έχουν περάσει πέντε λεπτά. Μπορεί να έχει πάει οπουδήποτε τώρα πια, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. - Υπάρχει μεγάλη ησυχία. Σημαίνει άραγε τίποτα αυτό; - Δεν ξέρω. Δεν ξέρω τι σχεδιάζει να κάνει μετά. Έβηξα. - Εσείς τι θα κάνατε; αν είσαστε εκείνος, από μαγικής απόψεως, εννοώ. Ο Βράχος που Τραγουδάει σκέφτηκε για λίγο σφουγγίζοντας ακόμα το πληγωμένο του μάγουλο μ' ένα κομμάτι αιμοστατικής γάζας. - Δεν ξέρω ακριβώς, είπε. Πρέπει να το κρίνει κανείς από την άποψη του Μισκαμάκους. Μέσα στο μυαλό του υπάρχει η άποψη ότι έφυγε από το Μανχάταν μερικές μέρες πριν, αντί για το 1600. Οι λευκοί άνθρωποι γι' αυτόν είναι ακόμα κάποιοι ξένοι, εχθρικοί επιδρομείς από έναν άλλο κόσμο. Ο Μισκαμάκους είναι πολύ ισχυρός αλλά συγχρόνως είναι παρά πολύ τρομαγμένος, ακόμα περισσότερο επειδή πάσχει από μία σωματική ανικανότητα, πράγμα που δεν βοηθάει πολύ το ηθικό του. Νομίζω πως θα καλέσει όλες τις ενισχύσεις που θα μπορέσουν να τον βοηθήσουν. Έριξα το φακό μου πάνω - κάτω, μέσα στο διάδρομο. - Ενισχύσεις; εννοείτε περισσότερους δαίμονες; - Βεβαίως. Δεν έχουμε δει παρά μόνον την αρχή. - Τότε. τι μπορούμε να κάνουμε; Ο Βράχος που Τραγουδάει κούνησε απλώς και μόνο το κεφάλι του, μέσα στην αντανάκλαση που άφηνε το φως του φακού. - Υπάρχει μόνο ένα πράγμα με το μέρος μας, είπε. Αν ο Μισκαμάκους θελήσει να κουβαλήσει δαιμόνια από το μακρινό υπερπέραν, θα πρέπει να ετοιμάσει πύλες για να τα κάνει να περάσουν από εκεί. - Πύλες; Μα τι είναι αυτά που λέτε;
- Ας το κάνω πιο απλό. Φανταστείτε πως υπάρχει ένας τοίχος ανάμεσα στον κόσμο των πνευμάτων και στο φυσικό κόσμο. Αν ο Μισκαμάκους θελήσει να καλέσει τα δαιμόνια θα πρέπει να βγάλει μερικά τούβλα και να προετοιμάσει μία είσοδο για τα δαιμόνια, ώστε να μπορέσουν να περάσουν από εκεί. Πρέπει επίσης να τα καλοπιάσει. Τα δαιμόνια σχεδόν πάντα ζητούν μία αμοιβή για τις υπηρεσίες τους. Όπως η «Σαύρα των Δέντρων» που ήθελε το κομμάτι της από ζωντανή σάρκα. - Κομμάτι! είπα. Χριστέ μου, τι κομμάτι! Ο Βράχος που Τραγουδάει έπιασε το μπράτσο μου. - Χάρρυ, είπε ήρεμα. Θα είναι περισσότερο από ένα κομμάτι πριν τελειώσουμε με όλα αυτά. Γύρισα και τον κοίταξα. Για πρώτη φορά κατάλαβα σε τι παγίδα είχαμε πέσει, και πως υπήρχε μόνον ένας τρόπος να σωθούμε. - Εντάξει, είπα. Δεν ήθελα βέβαια να πω «εντάξει» αλλά δεν έβλεπα να υπάρχει άλλη λύση. - Πάμε να τον βρούμε. Διασχίσαμε το διάδρομο κοιτάζοντας δεξιά και αριστερά. Η ησυχία σε έπνιγε και άκουγα τα μόρια του αέρα να βομβαρδίζουν τα τύμπανα των αυτιών μου, μαζί με τους χτύπους της καρδιάς μου. Ο συνεχής φόβος πως θα συναντήσουμε τον Μισκαμάκους ή κάποιο από τα δαιμόνια του μας έκανε να ιδρώνουμε, να τρέμουμε και τα δόντια του Βράχου που Τραγουδάει να χτυπούν. Περάσαμε τον πρώτο διάδρομο. Σε κάθε πόρτα ρίχναμε το φως του φακού μέσα από το τζάμι και κοιτούσαμε να δούμε μήπως ο Ινδιάνος γιατρός ήταν κρυμμένος εκεί μέσα. - Αυτές οι πύλες, ψιθύρισα στον Βράχο που Τραγουδάει καθώς στρίβαμε την πρώτη γωνία, με τι μοιάζουν; Ο Βράχος που Τραγουδάει σήκωσε τους ώμους του. - Υπάρχουν πολλά διαφορετικά είδη. Αυτό που χρειάζεται για να φέρει έναν δαίμονα όπως η «Σαύρα των Δέντρων» είναι ένας κύκλος πάνω στο πάτωμα και οι κατάλληλες επικλήσεις και υποσχέσεις. Η Σαύρα των Δέντρων όμως δεν είναι Ιδιαίτερα ισχυρό δαιμόνιο. Είναι μία μειονότητα στην Ιεραρχία των δαιμόνων των
Ερυθροδέρμων. Αν θελήσει να καλέσει έναν δαίμονα σαν τον «Φύλακα του Πόλου» ή το «Φίδι του Νερού», πρέπει να ετοιμάσει το είδος του συνδετικού κρίκου που θα κάνει το φυσικό κόσμο ελκυστικό σ' αυτούς. - Κοιτάξτε αυτήν την πόρτα εκεί, είπα διακόπτοντας τον. Έριξα το φως προς τα εκεί και κοίταξε μέση από το παράθυρό στο δωμάτιο αυτό του Νοσοκομείου. Κούνησε το κεφάλι του. - Πιστεύω να είναι ακόμα σ' αυτόν τον όροφο, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Αν βγει από εδώ θα έχουμε μεγάλες φασαρίες. - Οι πύλες φρουρούνται του είπα. Ο Βράχος που Τραγουδάει χαμογέλασε με σφιγμένα τα χείλη. - Τίποτα δε φρουρείται ενάντια στον Μισκαμάκους. Περπατήσαμε προσεχτικά στο διάδρομο προς τα κάτω, σταματώντας κάθε λίγο και κοιτάζοντας τα δωμάτια, τα ντουλάπια και τις μικρές γωνίες. Άρχισα να αναρωτιέμαι αν υπήρχε ποτέ στην πραγματικότητα ο Μισκαμάκους, ή μήπως ήταν μία παράξενη ψευδαίσθηση. - Έχετε ποτέ καλέσει εσείς ο ίδιος έναν δαίμονα; ρώτησα τον Βράχο που Τραγουδάει. Θέλω να πω δεν μπορούμε να καλέσουμε μερικούς με το δικό μας μέρος; Αν ο Μισκαμάκους πάει για ενισχύσεις γιατί να μην πάμε και εμείς; Ο Βράχος που Τραγουδάει χαμογέλασε και πάλι. - Χάρρυ, δεν νομίζω πως ξέρεις τι λες. Αυτά τα δαιμόνια δεν είναι αστεία. Δεν είναι καλοντυμένοι κύριοι. Το μεγαλύτερο απ' όλα, εκείνο που έχει την ανώτερη θέση στην Ιεραρχία των δαιμόνων των Ερυθροδέρμων μπορεί να πάρει πολλές μορφές. Μερικά από αυτά αλλάζουν σχήμα και υπόσταση συνεχώς. Τη μια στιγμή μοιάζουν με βρομερά βουβάλια και την άλλη με πηγάδι γεμάτο φίδια. Νομίζεις πως η Σαύρα λυπήθηκε τον Τζακ Χιούζ όταν του δάγκωσε το χέρι; Αν θέλεις τα δαιμόνια αυτά στο πλευρό σου θα πρέπει να θέλεις τα δαιμόνια αυτά να κάνουν για σένα κάτι το φοβερά ανελέητο και θα πρέπει να αγνοήσεις τις πιθανές συνέπειες μιας αποτυχίας. - Θέλεις να πεις πως όλα είναι πονηρά πνεύματα; τον ρώτησα.
Έριξα το φως μου πάνω σε ένα σημείο του διαδρόμου γιατί νόμισα πως είδα κάποιο ύποπτο σχήμα. Δεν ήταν παρά ένα από αυτά τα καλάθια για χαρτιά και άχρηστα αντικείμενα. - Όχι. Είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Δεν είναι όλα πονηρά με την έννοια που τους αποδίδουμε. Αλλά πρέπει να καταλάβεις ότι οι δυνάμεις της φύσεως σ' αυτόν τον πλανήτη δεν συμπαθούν το ανθρώπινο είδος. Η Μητέρα Φύση, ανεξάρτητα με το τι λένε στο κατηχητικό σχολείο την Κυριακή, δεν είναι καλοκάγαθη. Κόβουμε τα δέντρα και τα δαιμόνια και τα πνεύματα των δέντρων στερούνται την κατοικία τους. Σκάβουμε ορυχεία, κάνουμε ανασκαφές, και ενοχλούμε τα δαιμόνια των βράχων και του εδάφους. Γιατί νομίζετε πως υπάρχουν τόσες πολλές Ιστορίες για δαιμονισμένους ανθρώπους σε απομονωμένα αγροκτήματα; Έχετε βρεθεί ποτέ στην Πενσυλβανία να δείτε πόσα φυλαχτά και πόσα πένταστρα φορούν οι αγρότες για να διώχνουν τα δαιμόνια; Αυτοί οι αγρότες έχουν ενοχλήσει τα δαιμόνια των δέντρων, των αγρών και πληρώνουν γι' αυτό. Στρίψαμε μία άλλη γωνία. Ξαφνικά είπα: - Τι είναι αυτό; Το μάτι μας τρύπησε το σκοτάδι εξεταστικά. Περιμέναμε δύο - τρία λεπτά χωρίς να βλέπουμε τίποτα. Μετά είδαμε μία γαλαζωπή λάμψη από μία πόρτα. Ο Βράχος που Τραγουδάει είπε: - Αυτός είναι. Ο Μισκαμάκους είναι εκεί. Δεν ξέρω τι κάνει αλλά ότι και να κάνει δεν θα μας αρέσει και πολύ. Έβγαλα το φιαλίδιο με το μικρόβιο της γρίπης από την τσέπη μου. - Έχουμε και αυτό του θύμισα. Και ότι και να έχει μαζέψει για μας ο Μισκαμάκους, δεν θα είναι τόσο κακό όσο αυτό που του έχουμε μαζέψει εμείς. Ο Βράχος που Τραγουδάει ρούφηξε τη μύτη του. - Μην είσαι τόσο σίγουρος, Χάρρυ. Από όσα ξέρουμε ο Μισκαμάκους είναι ανένδοτος. Τον χτύπησα στον ώμο προσπαθώντας να αστειευτώ.
Εντάξει επαναπαύσου στην εμπιστοσύνη που έχεις. Όλη την ώρα όμως ένιωθα ότι κάθε νεύρο του κορμιού μου φτερούγιζε και θα ήθελα τόσο πολύ να πάω στην τουαλέτα να βγάλω τα έντερα μου. Έσβησα το φακό και προχωρήσαμε αργά προς τα εκεί που έβγαινε το γαλαζωπό φως. Φαινότανε σαν κάποιος να συγκολλούσε κάτι, ή σαν να ήταν η αντανάκλαση μιας μακρινής λάμψης. Η μόνη διαφορά ήταν πώς της έλειπε κάτι το γήινο. Επικρατούσε μια παράξενη παγωμάρα που μου θύμιζε τ' αστέρια όταν κοιτάς στον ουρανό μια μοναχική χειμωνιάτικη νύχτα, που λαμπύριζαν παγωμένα σε μακρινές αποστάσεις και ολοκληρωτικά απομακρυσμένα. Φτάσαμε στην πόρτα. Ήταν κλειστή και το γαλαζωπό φως έφεγγε από το μικρό παράθυρο της κορυφής της πόρτας και από κάτω από τη χαραμάδα. Ο Βράχος που Τραγουδάει είπε: - Θα ρίξετε εσείς μια ματιά ή εγώ; Ανατρίχιασα σαν κάποιος να περπάτησε πάνω στον τάφο μου. - Θα πάω εγώ. Έχετε κάνει πάρα πολλά για την ώρα. Πέρασα απέναντι στο διάδρομο και ακούμπησα στον τοίχο δίπλα από την πόρτα. Ο τοίχος ήταν παράξενα ψυχρός εκεί και όταν πήγα πιο κοντά στο παράθυρο της πόρτας, αντιλήφθηκα πως υπήρχαν κομμάτια πάγου πάνω στο τζάμι. Πάγος σε θερμαινόμενο Νοσοκομείο; Το έδειξα με το δάχτυλο μου. Ο Βράχος που Τραγουδάει κούνησε και εκείνος το κεφάλι του. Με μεγάλη προσοχή σήκωσα το πρόσωπο μου στο ύψος του παραθύρου και κοίταξα μέσα στο δωμάτιο. Αυτό που είδα εκεί μέσα έκανε το δέρμα μου να ανατριχιάσει και τα μαλλιά μου να σηκωθούν από το κρανίο μου σαν του σκαντζόχοιρου.
Κεφάλαιο Οκτώ Πάνω Από Τη Μαυρίλα O Μισκαμάκους καθότανε βαριά στη μέση του δωματίου, στηρίζοντας τον παραμορφωμένο όγκο του στο ένα χέρι. Όλα τα έπιπλα του δωματίου - που έμοιαζε σαν θέατρο διαλέξεων - ήταν πεσμένα στην άκρη σα να είχε περάσει άγριος άνεμος. Το πάτωμα ήταν καθαρό και ο Μισκαμάκους το είχε σημαδέψει με μια κιμωλία. Υπήρχε ένας μεγάλος πλατύς κύκλος και μέσα σ' αυτόν ο Μισκαμάκους είχε σχεδιάσει ντουζίνες από κανιβαλιστικά σύμβολα και αριθμούς. Ο μετενσαρκωμένος μάγος είχε σηκωμένο το αριστερό του χέρι πάνω από τον κύκλο και τραγουδούσε κάτι με βραχνούς επίμονους ψίθυρους. Ωστόσο δεν ήταν ο κύκλος ή τα απλωμένα μάγια που με τρομοκράτησαν. Ήταν το αμυδρό ήμιδιαφανές περίγραμμα που παρουσιαζότανε και εξαφανιζότανε στο κέντρο του κύκλου - ένα περίγραμμα από τρεμουλιαστό γαλάζιο φως και σκιές που μετατοπίζονταν. Προφυλάσσοντας με το χέρι του τα μάτια μου, παρατήρησα ένα παράξενο σχήμα σαν βάτραχο, που έμοιαζε σαν να συστρέφεται και να χάνεται, να αλλάζει και να λιώνει. Ο Βράχος που Τραγουδάει προχώρησε στο διάδρομο και ήρθε κοντά μου στο παράθυρο. Έριξε μια ματιά και είπε: - Γκίτσε Μανιτού προστάτεψε μας, Γκίτσε Μανιτού φύλαξέ μας από το κακό. Γκίτσε Μανιτού δίωξε τους εχθρούς μας. - Τι είναι αυτά; είπα συριχτά. Τι γίνεται εκεί; Ο Βράχος που Τραγουδάει τελείωσε την επίκληση του πριν μου απαντήσει. - Γκίτσε Μανιτού δώσε μας βοήθεια. Ω Γκίτσε Μανιτού σώσε μας από τη συμφορά. Δώσε μας την τύχη την καλή και καλούς οίωνούς στα φεγγάρια μας. - Τι είναι αυτό; ξαναρώτησα τον Βράχο που Τραγουδάει. Εκείνος έδειξε με το δάχτυλο του το αηδιαστικό παραμορφωμένο πράγμα, που έμοιαζε με βάτραχο.
- Είναι το Αστέρι - Τέρας, είναι η πιο συγγενική μετάφραση που μπορώ κάνω γι' αυτό το πράγμα. Δεν το έχω ξαναδεί μέχρι σήμερα, μόνο από σκίτσα και από ότι οι πιο παλιοί θαυματοποιοί μου έχουν πει. Δεν πίστευα πως ο Μισκαμάκους θα τολμούσε να επικαλεστεί αυτό το πνεύμα. - Γιατί; ψιθύρισα. Είναι επικίνδυνο; - Το Αστέρι - Τέρας δεν είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο αυτό το ίδιο. Μπορεί βέβαια να σε αφανίσει χωρίς καν να προλάβεις να το σκεφτείς, αλλά δεν είναι ισχυρό ή ας πούμε το ανώτερο από όλα. Είναι περισσότερο σαν υπηρέτης στα ανώτερα όντα. Σαν ταχυδρόμος. - Θέλετε να πείτε πως ο Μισκαμάκους το χρησιμοποιεί σαν αγγελιοφόρο για να συνάξει τα άλλα δαιμόνια; Ο Βράχος που Τραγουδάει είπε: - Κάτι τέτοιο. Θα σας πω αργότερα. Αυτή τη στιγμή, νομίζω, πως το καλύτερο θα ήταν να φύγουμε από εδώ! - Και το μικρόβιο; Τι θα γίνει με το μικρόβιο; Πρέπει να προσπαθήσουμε να το χρησιμοποιήσουμε. Ο Βράχος που Τραγουδάει έφυγε από τον πόρτα. - Άσε το μικρόβιο. Ήταν έξυπνη ιδέα, αλλά δεν θα πιάσει. Πάντως όχι τώρα. Ελάτε. Πάμε. Έμεινα εκεί που ήμουν. Ένιωθα πνιγμένος από τρόμο, αλλά αν υπήρχε μια ευκαιρία να καταστραφεί ο Μισκαμάκους, ήθελα να την δοκιμάσω. - Μπορούμε να τον απειλήσουμε με αυτό το μικρόβιο! Πείτε του, πως αν δεν κλείσει αυτή την πύλη, θα τον σκοτώσου με! Για τ' όνομα του Θεού αξίζει να προσπαθήσουμε! Ο Βράχος που Τραγουδάει ξαναγύρισε στην πόρτα και προσπάθησε να με σπρώξει μακριά από εκεί. - Είναι πολύ αργά, ψιθύρισε. Δεν έχετε καταλάβει τι είναι αυτοί οι δαίμονες; είναι ένα είδος μικρόβια οι ίδιοι. Το Αστέρι -Τέρας θα γελάει με τη γρίπη σας και θα σας κάνει να πεθάνετε με το χειρότερο θάνατο που θα μπορούσατε να σκεφτείτε.
- Ναι, αλλά ο Μισκαμάκους... - Ο Μισκαμάκους μπορεί να φοβηθεί, Χάρρυ, αλλά αφού έχει καλέσει αυτούς τους δαίμονες, είναι πολύ αργά. Είναι πιο επικίνδυνο να τον σκοτώσεις τώρα από ποτέ άλλοτε. Αν ένα από αυτά τα τέρατα περάσει και πεθάνει ο Μισκαμάκους μετά δεν υπάρχει απολύτως κανένας τρόπος να το ξαναστείλεις πίσω. Πρόσεξε το Χάρρυ. Θέλεις να το ριψοκινδυνέψεις αφήνοντας ένα από αυτά τα δαιμόνια ελεύθερα στο Μανχάταν; Το "Αστέρι - Τέρας ζάρωνε και λαμπύριζε από την ίδια του φρικαλέα λάμψη με φθόριο. Άλλοτε φαινότανε παχύ και κολλώδες και άλλοτε φαινότανε σα να είχε γίνει από διάφορα σύννεφα ανακατεμένα και κυματιστά. Δημιουργούσε μια απερίγραπτη ατμόσφαιρα από τρόμο, που σε πάγωνε, σαν λυσσασμένο βρωμερό σκυλί. - Όχι. δεν είναι σωστό, του είπα, πρέπει να προσπαθήσω. Ο Βράχος που Τραγουδάει είπε: - Χάρρυ, δεν μπορώ να σου πω περισσότερα. Δεν ωφελεί σε τίποτα. Αλλά εγώ είχα αποφασίσει. Έβαλα το χέρι μου στο παγωμένο πόμολο της πόρτας και ετοιμάστηκα να την ανοίξω. - Δώσε μου κάτι μαγικό, οτιδήποτε, να με καλύψει, είπα. - Χάρρυ, η μαγεία δεν είναι εξάσφαιρο! Σου λέω μόνο μην πας! Για ένα δευτερόλεπτο, απόρησα κι εγώ με τον εαυτό μου, τι διάολο πήγαινα να κάνω. Δεν είμαι από το υλικό που συνήθως βγαίνουν οι ήρωες. Αλλά είχα τα μέσα να καταστρέψω τον Μισκαμάκους και την ευκαιρία και φαινόταν κάπως ευκολότερο και πιο λογικό να προσπαθήσω να τον σκοτώσω από το να τον αφήσω να φύγει. Αν υπήρχε κάτι χειρότερο από το Αστέρι - Τέρας, δεν ήθελα να το δω και ο μόνος τρόπος να σταματήσω κι άλλες εμφανίσεις ήταν να απαλλαγώ από τον Ινδιάνο γιατρό. Μέτρησα μέχρι τα τρία και άνοιξα την πόρτα. Δεν ήμουνα καθόλου προετοιμασμένος για το τι θα έβλεπα εκεί μέσα. Ήταν τέτοια παγωνιά, που έμοιαζε σάν να ήμουνα μέσα σ' ένα σκοτεινό ψυγείο. Καθώς προσπάθησα να προχωρήσω, τα πόδια μου μπορούσαν να κινηθούν σε αργή κίνηση μόνο και μου φάνηκαν ατέλειωτα τα λεπτά που πέρασαν καθώς περπατούσα σαν υπνοβάτης μέσα από το γλοιώδη αέρα,
με το χέρι μου σηκωμένο ψηλά κρατώντας το γυάλινο φιαλίδιο με το μικρόβιο και με τα μάτια μου ορθάνοιχτα. Ωστόσο αυτό που ήταν το χειρότερο ήταν ο ήχος. Ήταν σαν φριχτός παγωμένος αέρας που ουρλιάζει, πάνω στην ίδια νότα, σαν να βυθιζότανε, σαν να έπρεπε κάπου να τελειώσει και που όμως συνέχιζε στην ίδια πάντοτε μονοτονία. Δεν υπήρχε καθόλου αέρας στο δωμάτιο, αλλά αυτή η ασύλληπτη καταιγίδα ούρλιαζε και μούγκριζε και έσβηνε κάθε αίσθηση χρόνου και χώρου. Ο Μισκαμάκους γύρισε προς εμένα, αργά, σαν άνθρωπος που έβλεπε εφιάλτη. Δεν έκανε καμιά προσπάθεια να με διώξει ή να προστατέψει τον εαυτό του. Το Αστέρι - Τέρας, λίγες μόνο γυάρδες μακρύτερα στο κέντρο της παγωμένης πύλης, άλλαζε θέσεις και φούσκωνε και ξεφούσκωνε σαν βατράχι ή σαν καπνός που μαζεύεται και απλώνεται. - Μισκαμάκους! στρίγγλισα. Οι λέξεις βγήκαν από το στόμα μου σαν αργές στάλες από λιωμένο κερί, που πάγωναν στη μέση του αέρα. Μισκαμάκους! Σταμάτησα μόνο δύο - τρία πόδια μακριά του. Έπρεπε να κρατάω το ένα μου χέρι πάνω στο αυτί μου για να προσπαθήσω να σβήσω το εκκωφαντικό μούγκρισμα του ανέμου που δεν υπήρχε εκεί μέσα. Αλλά στο άλλο μου χέρι είχα καλά γραπωμένο το μολυσμένο φιαλίδιο της γρίπης, που το κρατούσα πάνω από το κεφάλι μου σαν Έσταυρωμένο. - Μισκαμάκους - αυτό είναι το αόρατο πνεύμα που εξαφάνισε το γιο σου! Το έχω εδώ μέσα σ' αυτό το μπουκάλι! Κλείνει τις πύλες - στείλε πίσω το Αστέρι - Τέρας -- αλλιώς θα το αφήσω ελεύθερο! Κάπου πολύ βαθιά στο μυαλό μου, άκουσα τον Βράχο που Τραγουδάει να μου φωνάζει. «Χάρρυ - γύρνα πίσω!» Αλλά η καταιγίδα ήταν τόσο δυνατή και η αδρεναλίνη μου δούλευε τόσο γρήγορα, που ήξερα πως έπρεπε να σπρώξω τον Μισκαμάκους στο χείλος του γκρεμού, αλλιώς δεν θα μπορούσαμε να απαλλαγούμε ποτέ από το θαυματοποιό, ή τους δαίμονες του ή από οποιοδήποτε άλλο φριχτό κληροδότημα από το μαγικό παρελθόν. Αλλά εγώ είμαι μάντης εξ' επαγγέλματος και όχι Ινδιάνος γιατρός και αυτό που συνέβη στη συνέχεια ήταν κάτι που δεν μπόρεσα να αντιμετωπίσω. Αισθάνθηκα κάτι παγερό και κουλουριασμένο μέσα στην παλάμη μου. Όταν κοίταξα το φιαλίδιο, αυτό είχε μεταμορφωθεί σε μια μαύρη κουλουριασμένη βδέλλα. Σχεδόν πήγα να την πετάξω χάμω από αηδία, αλλά μετά μια σκέψη προειδοποιητική μου πέρασε από το μυαλό
που μου έλεγε - είναι μια απάτη, ακόμα ένα από τα τρυκ του Μισκαμάκους - και έσφιξα το χέρι μου πιο δυνατά. Καθώς το κρατούσα σφιχτά, ο θαυματοποιός μου έκανε διάφορα κόλπα. Το φιαλίδιο μου παρουσιάστηκε μέσα στις φλόγες και το μυαλό μου δεν δούλεψε αρκετά γρήγορα για να ειδοποιήσει τα νευρικά μου αισθητήρια και να με καθησυχάσει, ότι πάλι και αυτό ήταν μια απάτη. Πέταξα το φιαλίδιο που βούλιαξε αργά μέσα στο πάτωμα - αφύσικα αργά, σαν πέτρα που βουλιάζει σε διάφανο λάδι. Τρομοκρατημένος, προσπάθησα να γυρίσω και να φύγω τρέχοντας προς την πόρτα. Ο αέρας όμως ήταν βαρύς και διαυγής και κάθε βήμα συνοδευότανε από μια αφάνταστη προσπάθεια. Είδα τον Βράχο που Τραγουδάει στην πόρτα, τα χέρια απλωμένα σε μένα, αλλά φαινότανε σαν να απείχε μίλια, πολλά μίλια μακριά. Ένα σωσίβιο σε μια ακτή που δεν μπορούσα να φτάσω, Το κουλουριασμένο άχρωμο σχήμα του Αστεριού - Τέρατος δημιουργούσε μια ακατανίκητη έλξη από μόνο του. Ένιωσα τον εαυτό μου, το σώμα μου να απομακρύνεται από την πόρτα και να πηγαίνει πίσω στο κέντρο της μαγικής πύλης, παρόλο που χρησιμοποιούσα όλη μου τη δύναμη για να μπορέσω να ξεφύγω. Είδα το φιαλίδιο με το μικρόβιο της γρίπης πλαγιαστά να αλλάζει πορεία στη μέση του πεσίματος του, και να κινείται μέσα στον αέρα προς το Αστέρι - Τέρας, σαν δορυφόρος που πέφτει στριφογυρίζοντας μέσα στο διάστημα. Δυνατή παγωνιά με κουκούλωσε και στο πένθιμο κρότο του ανέμου, που δεν φύσαγε, είδα την ανάσα μου να σχηματίζει σύννεφα ατμού και αστέρια πάγου να μαζεύονται πάνω στο σακάκι μου. Το φιαλίδιο με το μικρόβιο πάγωσε κι έγινε κρύσταλλο από γυαλί και πάγο και έτσι έγινε εντελώς άβλαβες για τον Μισκαμάκους σαν άδειο περίστροφο. Γύρισα - δεν μπορούσα να μην γυρίσω - να κοιτάξω το Αστέρι - Τέρας που ήταν πίσω μου. Αν και αγωνιζόμουνα ακόμα να απομακρυνθώ από την πύλη, τα βήματα μου δεν με οδηγούσαν προς τα εκεί που ήταν η πόρτα. Τα πόδια μου τώρα απείχαν μόνο μερικές ίντσες από το κέντρο του κύκλου και ο τρομερός θόρυβος του αέρα που συνόδευε το Αστέρι Τέρας με έφερνε όλο και πιο κοντά. Ο Μισκαμάκους με το κεφάλι κατεβασμένο και το αριστερό του χέρι υψωμένο, τραγουδούσε ένα μακρύ τραγούδι που σε ξεκούφαινε και που ερέθιζε το Αστέρι - Τέρας ακόμα περισσότερο. Το τέρας ήταν σαν σκοτεινή ακτινογραφία στομάχου, ταραγμένου και με σπασμούς από δυσπεπτική περιστολή. Πάλευα απεγνωσμένα να ξεφύγω, αλλά το κρύο ήταν τόσο τσουχτερό, που ήταν δύσκολο να σκεφτώ για οτιδήποτε άλλο από το πόσο ωραίο θα
ήταν να βρεθεί τρόπος να ζεσταθώ. Οι μυς μου πονούσαν από το παγωμένο άδραγμα της ατμόσφαιρας, που ήταν κάτω από το μηδέν και η προσπάθεια να τρέξω μέσα από την τρικυμία που μούγκριζε και τον πηχτό σαν λάδι αέρα, ήταν πάνω από τις δυνάμεις μου. Ήξερα ότι ίσως θα έπρεπε να παραδοθώ και ότι κι αν είχε μαζέψει ο Μισκαμάκους για μένα, θα έπρεπε να το δεχτώ. Θυμάμαι πως έπεσα στα γόνατα. Ο Βράχος που Τραγουδάει ούρλιαζε στην πόρτα. «Χάρρυ, κρατήσου!» Προσπάθησα να σηκώσω το κεφάλι μου να τον κοιτάξω. Οι μυς του λαιμού μου ήταν σαν παγωμένοι και η πάχνη πάνω στα φρύδια μου και στα μαλλιά μου ήταν τόσο πυκνή, που δεν μπορούσα να δω τίποτα απολύτως. Τα μαλλιά μου ήταν φορτωμένα πάγο και γύρω από τη μύτη και το στόμα μου κρεμόντουσαν σαν γενειάδα κρύσταλλα πάγου από την παγωμένη μου ανάσα. Δεν ένιωθα τίποτα άλλο εκτός από ένα μακρινό αρκτικό μούδιασμα και το μόνο που άκουγα ήταν η τρομακτική ορμή του ανέμου. - Χάρρυ! φώναξε ο Βράχος που Τραγουδάει. Χάρρυ, κουνήσου, Χάρρυ! Κουνήσου! Σήκωσα το χέρι μου. Προσπάθησα να σταθώ στα πόδια μου ξανά. Κατάφερα κάπως να τραβηχτώ λίγες ίντσες μακρύτερα από την πύλη, αλλά το Αστέρι - Τέρας ήταν πολύ πιο δυνατό από μένα και οι μαγγανείες του Μισκαμάκους με κρατούσαν σαν ψάρι που σπαρταράει μέσα στο δίχτυ. Υπήρχε μια ηλεκτρική γραφομηχανή με τα κλειδιά της φορτωμένα πάγο, πεσμένη στο πάτωμα. Ξαφνικά σκέφτηκα, πως αν πετούσα κάτι τέτοιο στον Μισκαμάκους ή ίσως στο ίδιο το Αστέρι - Τέρας, θα μου έδινε μερικά δευτερόλεπτα να ελευθερωθώ, όταν αυτοί θα είχαν αποσπάσει την προσοχή τους από μένα. Αυτό σημαίνει πόσο λίγο ήξερα για τίς δυνάμεις αυτών των μαγικών όντων - εγώ τους μεταχειριζόμουνα ακόμα σαν καουμπόυδες και Ινδιάνους. Άπλωσα τα παγωμένα χέρια μου και σήκωσα τη γραφομηχανή επάνω με τρομερή προσπάθεια. Είχε τόσο πολύ πάγο απάνω, που είχε το διπλό βάρος από το κανονικό της. Γύρισα, έκανα μια απότομη στροφή και πέταξα με ορμή τη γραφομηχανή στη μαγική πύλη και στο Αστέρι - Τέρας, που το διέκρινα σαν αχνό περίγραμμα μόνο. Όπως κάθε τι άλλο μέσα σ' αυτό το μαγικό περιβάλλον πέταξε με μια αργή κίνηση διαγράφοντας ένα τόξο. κάνοντας κύκλους καθώς πετούσε και έμοιαζε σαν να ήθελε εκατό χρόνια για να φτάσει στον κύκλο.
Δεν ήξερα τι επρόκειτο να συμβεί. Βρισκόμουνα εκεί πεσμένος, παγωμένος, ξερός και καμπουριασμένος σαν έμβρυο, περιμένοντας τη στιγμή που η γραφομηχανή, που έπεφτε στριφογυρίζοντας θα έφτανε το Τέρας. Νομίζω, πως έκλεισα τα μάτια μου. Ίσως και να κοιμήθηκα προς στιγμήν. Όταν είσαι ξυλιασμένος από το κρύο, το μόνο που μπορείς να σκεφτείς είναι λίγος ύπνος, λίγη ζεστασιά και παραδίνεσαι. Η γραφομηχανή έφτασε κάποτε το Αστέρι - Τέρας που κουνιότανε συνεχώς και τότε κάτι το εξαιρετικό συνέβη. Με έναν εκκωφαντικό θόρυβο από μέταλλο και πλαστικό η γραφομηχανή έσκασε στον αέρα και για ένα τρομερό δευτερόλεπτο είδα κάτι μέσα σ' αυτή την έκρηξη. Χάθηκε χωρίς ν' αφήσει ούτε ίχνος, μ' έναν άγριο βρυχηθμό. Δεν είχε ούτε σχήμα, ούτε μορφή, τίποτα, αλλά άφησε μια φανταστική εικόνα σαν αντανάκλαση στα μάτια μου, σαν φωτογραφικό φλας μέσα στο σκοτάδι. Το Αστέρι - Τέρας έκανε μία δουλική υπόκλιση. Τα σύννεφα που κουλουριαζόντουσαν και ξετυλιγόντουσαν άρχισαν να μαζεύονται πάλι σαν μια γιγαντιαία ανεμώνη της θάλασσας. Ο πένθιμος αέρας σηκώθηκε και έπεσε ξανά με ένα παράξενο ενοχλητικό σκλήρισμα και ήξερα πως αν κατάφερνα ποτέ να ξεφύγω, η μόνη κατάλληλη στιγμή ήταν τώρα. Προσπάθησα να σηκωθώ στα πόδια μου και σύρθηκα μέχρι την πόρτα. Δεν κοίταξα καθόλου πίσω μου και σχεδόν έπεσα επάνω στον Βράχο που Τραγουδάει. Στο επόμενο λεπτό, εκείνο που ήξερα ήταν ότι βρισκόμουν καθισμένος στα τυφλά έξω στο διάδρομο και ότι η πόρτα ήταν ερμητικά κλεισμένη. Ο Βράχος που Τραγουδάει έκανε προστατευτικά οχήματα πάνω στην πόρτα για να κρατήσει τον Μισκαμάκους προσωρινά φυλακισμένο. - Είσαστε τρελός! είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Είσαστε τελείως τρελός! Σκούπισα τον πάγο που έλιωνε από τα μαλλιά μου. - Ωστόσο είμαι ακόμα ζωντανός και έκανα μια προσπάθεια ενάντια στον Μισκαμάκους. Ο Βράχος που Τραγουδάει κούνησε το κεφάλι του. - Μη νομίζετε πως σταθήκατε τυχερός. Αν δεν είχα βομβαρδίσει τον Μισκαμάκους με προστατευτικά μάγια, τώρα θα είσαστε σαν ψάρι τηγανισμένο. Έβηξα και σήκωσα το κεφάλι μου.
- Το ξέρω αυτό και σ' ευχαριστώ. Έπρεπε όμως να προσπαθήσω. Ιησού Χριστέ! αυτό το Αστέρι - Τέρας είναι τόσο κρύο! Αισθάνομαι σαν να περπάτησα είκοσι μίλια μέσα σε χιονοθύελλα. Ό Βράχος που Τραγουδάει σηκώθηκε και κοίταξε από το τζάμι της πόρτας. - Ο Μισκαμάκους δεν φαίνεται να κουνιέται. Το Τέρας έχει φύγει τώρα. Νομίζω πως θα πρέπει να φυλάμε κι εμείς από δω. - Και τι θα κάνουμε; ρώτησα τον Βράχο που Τραγουδάει, καθώς με βοηθούσε να σταθώ στα πόδια μου. Και ακόμα περισσότερο - τι νομίζετε πως θα κάνει ο Μισκαμάκους; Ο Βράχος που Τραγουδάει έφεξε με το φακό πίσω μας, για μια στιγμή, για να βεβαιωθεί, πως δεν μας ακολουθούσε κανείς. Μετά είπε: - Έχω μια ιδέα για το τι ετοιμάζεται να κάνει ο Μισκαμάκους και νομίζω, πως το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να φύγουμε από δω. Αν κάνει αυτό που σκέφτομαι πως θα κάνει, η ζωή θα γίνει φοβερά ανθυγιεινή εδώ μέσα. - Μα θα τον αφήσουμε έτσι; - Δεν ξέρω τι άλλο μπορούμε να κάνουμε. Βλέπετε δεν κάνει τα μαγικά του με επιμονή και με δύναμη τόση όση θα έπρεπε, αλλά ωστόσο είναι ακόμα πολύ ισχυρός για να τον αγγίξουμε. Περάσαμε γρήγορα τους διαδρόμους προς το ασανσέρ. Ήταν σκοτάδι και βασίλευε απόλυτη ησυχία στο δέκατο όροφο, αλλά τα βήματα μας ήταν πνιχτά σαν να έτρεχαν άνθρωποι πάνω σε μαλακό γρασίδι. Είχα λαχανιάσει, όταν φτάσαμε στην τελευταία γωνία και είδα την πόρτα του ασανσέρ να μας καλωσορίζει ολάνοιχτη ακόμα, περιμένοντας μας. Τράβηξα τα παπούτσια μου που είχα τοποθετήσει στο άνοιγμα της πόρτας για να μην κλείσει και πατήσαμε το κουμπί για το δέκατο όγδοο όροφο. Ακουμπήσαμε την πλάτη μας στους τοίχους του ασανσέρ και νιώθαμε πως μας μετέφερε σε ασφάλεια. Μια ολόκληρη επιτροπή μας υποδέχτηκε περιμένοντας μας, καθώς βγήκαμε στο λαμπερό φως του δεκάτου ογδόου ορόφου. Ο Δρ. Γουίνσομ είχε καλέσει την αστυνομία και υπήρχαν εκεί οχτώ ή εννέα οπλισμένοι αξιωματικοί που στεκόντουσαν γύρω από τους γιατρούς και τους νοσοκόμους. Οι ανταποκριτές των εφημερίδων ήταν εκεί καθώς επίσης και η Τηλεόραση του CBS τοποθετούσε τις κάμερες. Καθώς βγήκαμε
από το ασανσέρ, μια οχλαγωγία από ερωτήσεις, κραυγές και θαυμαστικά μας περιέβαλαν και το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να τους σπρώξω για να περάσω. Ο Τζακ Χιούζ καθόταν σε μια γωνία με το χέρι του βαριά τυλιγμένο σε επιδέσμους. Φαινότανε χλωμός και άρρωστος και ήταν ένας νοσοκόμος δίπλα του, αλλά όπως φαίνεται είχε αρνηθεί να εγκαταλείψει το πεδίον της μάχης. - Πως πάει; με ρώτησε. Τι γίνεται εκεί κάτω; Ο Δρ. Γουίνσομ πιο κόκκινος παρά ποτέ, ήρθε κοντά μας αφού έσπρωξε τους διάφορους εκεί και είπε: - Έπρεπε να καλέσω την αστυνομία κύριε Έρσκιν. Μου φαίνεται, πως η ζωή πολλών ανθρώπων βρίσκεται σε κίνδυνο. Έπρεπε να το κάνω αυτό για την ασφάλεια όλων μας. Είναι εδώ ο υπαστυνόμος Μαρίνο, που νομίζω πως θέλει να σας κάνει μερικές ερωτήσεις. Πίσω από τον Δρ. Γουίνσομ είδα τα τόσο γνώριμο πια πρόσωπο του υπαστυνόμου Μαρίνο με το σκληρό του χαμόγελο και τα σαν βούρτσα κομμένα μαλλιά του. Τον χαιρέτησα με ένα νεύμα του χεριού μου κι εκείνος κούνησε το κεφάλι του. - Κύριε Έρσκιν, είπε πλησιάζοντας με. Υπήρχαν πέντε - έξι ανταποκριτές εφημερίδων που έκαναν κλοιό γύρω μας, με τα σημειωματάρια τους και οι άνθρωποι της Τηλεοράσεως είχαν ανάψει τους προβολείς τους. - Θα ήθελα μόνο μερικές λεπτομέρειες να μάθω κύριε Έρσκιν. - Μπορούμε να μιλήσουμε κάπου ιδιαιτέρως; ρώτησα. Εδώ είναι το χειρότερο μέρος. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο σήκωσε τους ώμους του. - Ο τύπος αργά ή γρήγορα θα τα μάθει όλα. Απλώς πείτε μας τι συμβαίνει. Ο Δρ. Γουίνσομ εδώ, λέει, πως έχετε έναν τρομερά βίαιο άρρωστο. Όπως φαίνεται έχει ήδη σκοτώσει έναν άντρα, τραυμάτισε το γιατρό εδώ και σχεδιάζει να σκοτώσει μερικούς ακόμα. Κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά. - Αυτό είναι αλήθεια κατά κάποιο τρόπο.
- Κατά κάποιο τρόπο; Δηλαδή, σαν τι να σημαίνει αυτό; - Αυτός δεν είναι ακριβώς ασθενής. Και δεν σκότωσε τον άνθρωπο αυτό με τη σωστή έννοια, ότι τον δολοφόνησε. Κοιτάξτε, είναι αδύνατο να σας τα πω τώρα, εδώ. Ας βρούμε ένα ήσυχο, μοναχικό γραφείο ή κάτι τέτοιο. Ο Μαρίνο κοίταξε γύρω του τους ανθρώπους του Τύπου και της Τηλεοράσεως, τους αστυνομικούς και τους γιατρούς και είπε: - Εντάξει, αν αυτό διευκολύνει την κατάσταση. Δρ. Γουίνσομ, υπάρχει κανένα γραφείο που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε; Ένα μουρμουρητό απογοήτευσης βγήκε οπό τους ανθρώπους του Τύπου και άρχισαν να φωνάζουν για το δικαίωμα που έχουν να μάθουν τα γεγονότα, αλλά ο υπαστυνόμος Μαρίνο ήταν ανένδοτος. Φώναξα τον Βράχο που Τραγουδάει και μαζί με τον υπαστυνόμο Μαρίνο και το βοηθό του, το ντέτεκτιβ Νάρρο κλειδωθήκαμε στο γραφείο του νοσοκόμου, που φρουρεί το νοσοκομείο. Οι άνθρωποι του Τύπου είχαν μαζευτεί έξω από την πόρτα και εμείς μιλούσαμε γρήγορα, αλλά σιγανά για να μην ακούνε. - Υπαστυνόμε, είπα, πρόκειται για μια πολύ δύσκολη κατάσταση και δεν ξέρω πως θα μπορέσω να σας την εξηγήσω. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο ακούμπησε τα πόδια του πάνω στο γραφείο κι έβγαλε ένα τσιγάρο. - Έχετε μου εμπιστοσύνη, είπε, ανάβοντας το. - Λοιπόν, τα πράγματα έχουν ως εξής. Ο άντρας αυτός εκεί κάτω στο δέκατο όροφο είναι ένας μανιακός ανθρωποκτόνος. Είναι Ερυθρόδερμος και ζητάει να εκδικηθεί τους λευκούς. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο έβηξε. «Συνεχίστε», είπε υπομονετικά. - Το μόνο πρόβλημα είναι, πως αυτός δεν είναι φυσιολογικός άνθρωπος. Έχει ορισμένες δυνάμεις και ικανότητες που δεν έχουν οι συνηθισμένοι άνθρωποι. - Είναι ικανός να δρασκελίζει ψηλά κτίρια με ένα πήδημα; ρώτησε ο υπαστυνόμος Μαρίνο. Πιο γρήγορα και από μια σφαίρα; Ο Βράχος που Τραγουδάει γέλασε χωρίς να το βρίσκει διασκεδαστικό. - Είσαστε πιο κοντά στην αλήθεια από όσο το φαντάζεστε υπαστυνόμε.
- Θέλετε να πείτε, πως έχετε τον Σούπερμαν εκεί κάτω; Ή καλύτερα θα έλεγα, τον Σοϋπερ - Ερυθρόδερμο; Ανακάθισα, προσπαθώντας να φαίνομαι όσο γίνεται πιο ειλικρινής και πιστευτός. - Θα σας φανεί αστείο, υπαστυνόμε, αλλά σχεδόν κάτι τέτοιο έχουμε. Ο Ερυθρόδερμος εκεί κάτω, είναι ένας Ινδιάνος γιατρός, που χρησιμοποιεί τις μαγικές του δυνάμεις με σκοπό να πάρει εκδίκηση. Ο Βράχος που Τραγουδάει, από δω, είναι ο ίδιος Ινδιάνος γιατρός από τη φυλή των Σιού και προσπαθεί να μας βοηθήσει να τον αντιμετωπίσουμε. Έχει ήδη σώσει πολλές ζωές, και νομίζω, πως πρέπει να ακούσετε αυτά που έχει να σας πει. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο κατέβασε τα πόδια του από το γραφείο και γύρισε να δει τον Βράχο που Τραγουδάει. Ρούφηξε το τσιγάρο του βγάζοντας τον καπνό για μερικά λεπτά και μετά είπε: - Σε μερικούς αστυνομικούς, αρέσουν οι εκκεντρικές ιστορίες, ξέρετε. Θέλω να πω, μερικοί αστυνομικοί βγαίνουν από το δρόμο τους για να λύσουν αυτά τα πραγματικά εκκεντρικά μυστήρια και τέτοιου είδους εγκλήματα. Ξέρετε τι μ' αρέσει εμένα; Έμενα μ' αρέσουν οι καθαρές ανθρωποκτονίες με αρχή και τέλος. Θύμα - αφορμή - όπλο - καταδίκη. Και αντί γι' αυτό ξέρετε τι μου έρχονται; Υποθέσεις μυστηρίου, αυτά μου έρχονται. Ο Βράχος που Τραγουδάει σήκωσε το καταξεσχισμένο του πρόσωπο. - Σας φαίνεται αυτή η ιστορία μυστηριώδης; ρώτησε τον υπαστυνόμο Μαρίνο. Εκείνος δεν είπε τίποτα, μόνο σήκωσε τους ώμους του. Ο Βράχος που Τραγουδάει είπε: - Θα σας τα πω όλα στα ίσα, γιατί δεν έχουμε καιρό και έστω και αν δεν με πιστέψετε τώρα, θα με πιστέψετε όταν θα αρχίσουν να συμβαίνουν αυτά που θα σας πω. Ο φίλος από δω έχει δίκιο. Ο άντρας που είναι κάτω είναι ένας Ερυθρόδερμος μάγος γιατρός. Δεν θα τραβήξω πολύ μακριά τη φαντασία σας για να σας πω, πως έφτασε μέχρις εδώ ή τι κάνει στο δέκατο όροφο ενός ιδιωτικού νοσοκομείου, αλλά αυτό που μπορώ να σας πω είναι ότι η δύναμη του είναι αληθινή και αφάνταστα επικίνδυνη. - Είναι οπλισμένος; ρώτησε ο ντέτεκτιβ Νάρρο, ένας νέος καθαρά ντυμένος αστυνομικός με μπλε κοστούμι και μπλε καρώ πουκάμισο.
- Οπλισμένος, αλλά όχι με όπλα, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Δεν του χρειάζονται. Οι μαγικές του δυνάμεις είναι πολύ πιο αποτελεσματικές από τα όπλα. Ακόμα περισσότερο που τα δικά σας όπλα είναι εντελώς άχρηστα γι' αυτόν και τρομερά επικίνδυνα για σας τους ίδιους. Αν δεν μπορώ να σας εντυπωσιάσω με τίποτα, τουλάχιστον αφήστε με να σας πείσω γι' αυτό. Σας παρακαλώ - τα όπλα σας μακριά. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο σήκωσε τα φρύδια του.
- Τι προτείνετε να χρησιμοποιήσουμε σαν εναλλακτικά όπλα - μήπως τόξα και βέλη; Ο Βράχος που Τραγουδάει κατσούφιασε. - Το πνεύμα σας είναι λίγο εκτός τόπου, υπαστυνόμε, δεν είναι καθόλου αστείο αυτό που συμβαίνει εκεί κάτω και θα χρειαστείτε πολύ σύντομα μεγάλη βοήθεια και πολλές πληροφορίες, όσο γίνεται περισσότερες. - Ωραία λοιπόν, τι συμβαίνει εκεί κάτω; ρώτησε ο υπαστυνόμος Μαρίνο. - Δεν είναι εύκολο να το καταλάβετε, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Ούτε κι εγώ ο ίδιος δεν είμαι βέβαιος. Αλλά η μόνη εξήγηση που μπορώ να δώσω είναι η εξής: Ο Μισκαμάκους, ο Ινδιάνος γιατρός, ετοιμάζει μια μαγική πύλη, για να καλέσει τους δαίμονες των Ερυθροδέρμων, καθώς και τα πνεύματα, από την άλλη πλευρά. - Την άλλη πλευρά τίνος; - Την άλλη πλευρά της φυσικής ύπαρξης. Τον κόσμο των πνευμάτων. Ήδη κατάφερε να καλέσει και να φέρει με τα μάγια του το Αστέρι Τέρας, που είναι ο υπηρέτης και αγγελιαφόρος της Μεγάλης Ιεραρχίας των Ερυθροδέρμων δαιμόνων. Ο κύριος Έρσκιν από δω - είδε το Αστέρι - Τέρας με τα ίδια του τα μάτια και σχεδόν κόντεψε να πεθάνει. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο είπε: - Είναι αλήθεια αυτό, κύριε Έρσκιν; Έγνεψα καταφατικά. - Είναι αλήθεια. Το ορκίζομαι. Κοιτάξτε την κατάσταση των χεριών μου. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο κοίταξε ερευνητικά τα μπλε σαν μπαλώματα σημάδια από τον πάγο, που είχε κάψει τα χέρια μου και δεν είπε λέξη. Ο Βράχος που Τραγουδάει είπε:
- Δεν είναι εύκολο για οποιονδήποτε Ινδιάνο γιατρό να καλέσει και να φέρει όντα από το υπερπέραν. Είναι ανελέητα, επικίνδυνα και ισχυρά. Τα περισσότερα από τα πιο μεγάλα όντα της ιστορίας των Ερυθροδέρμων είναι φυλακισμένα και σφραγισμένα μακριά από μας, με αρχαίες κλειδωνιές και μαγείες, που τους είχαν επιβληθεί πριν ακόμα οι λευκοί πατήσουν σ' αυτή την Ήπειρο. Οι Ινδιάνοι μάγοι γιατροί που τα κλείδωσαν μακριά, στον κόσμο των πνευμάτων, ήταν μοναδικοί σ' αυτή την τέχνη και δεν υπάρχει ούτε ένας πνευματιστής θαυματοποιός που να ζει σήμερα και να τους μοιάζει. Γι' αυτό αυτά τα μανιτού είναι τόσο επικίνδυνα. Αν ο Μισκαμάκους τα απελευθερώσει, δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να τα στείλει πίσω ξανά. Ακόμα δεν είμαι σίγουρος πως και ο ίδιος ο Μιακαμάκους θα μπορούσε να τα ξαναστείλει πίσω. Ο ντέτεκτιβ Νάρρο τα είχε χαμένα. είπε: - Αυτά τα όντα - θέλετε να πείτε πως κρύβονται μέσα στο κτίριο: Ο Βράχος που Τραγουδάει κούνησε το κεφάλι του. - Είναι όλα τριγύρω μας. Μέσα στον αέρα που αναπνέουμε. Μέσα στα δάση, στους βράχους, στα δέντρα. Κάθε τι έχει το δικό του μανιτού, το δικό του πνεύμα. Υπάρχουν τα μανιτού τα φτιαγμένα από τη φύση, τα μανιτού των ουρανών, της γης, της βροχής και υπάρχουν τα μανιτού κάθε πράγματος που φτιάχτηκε ή δημιουργήθηκε από τον άνθρωπο. Κάθε Ινδιάνικο κατάλυμα έχει το δικό του μανιτού. Κάθε Ινδιάνικο όπλο, έχει το δικό του. Γιατί μερικά τόξα σκοπεύουν ίσια και άλλα σπάνε; εξαρτάται οπό την πίστη του άνθρωπου που κρατάει το τόξο και τη συμπάθεια που τρέφει για το μανιτού του όπλου του. Γι' αυτό τα περίστροφα σας μπορεί να είναι τόσο επικίνδυνα για σας. Κάθε περίστροφο έχει ένα μανιτού, που έχει δημιουργηθεί από την πίστη και την τέχνη εκείνου που το έφτιαξε, αλλά οι άνθρωποι σας δεν πιστεύουν σ' αυτά και τα μανιτού των όπλων τους, μπορούν πολύ εύκολα να τα γυρίσουν εναντίον τους. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο άκουγε ακόμα, αλλά γινόταν όλο και περισσότερο δυστυχισμένος με κάθε λέξη που πρόφερε ο Βράχος που Τραγουδάει. Ο ντέτεκτιβ Νάρρο προσπαθούσε να καταλάβει, αλλά ήταν φανερό πως γι' αυτόν ο Μισκαμάκους ήταν ένας μανιακός δολοφόνος με όπλο που το είχε κρυμμένο. Στη ζωή του ντέτεκτιβ Νάρρο τα πνεύματα και τα εξωπραγματικά σχήματα από υποχθόνιους κόσμους, απλώς δεν υπήρχαν. Μακάρι, θα ευχόμουν στο Θεό να μην υπήρχαν και στη δική μου ζωή.
Ο Βράχος που Τραγουδάει είπε: - Από την πύλη που ετοιμάζει ο Μισκαμάκους, νομίζω, πως καλεί το πιο φριχτό από όλα τα πνεύματα, το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο είπε: - Το Μεγάλα Παλιό Πνεύμα; Και ποιο είναι το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα; - Είναι κάτι ανάλογο με το δικό σας το Σατανά, ή το Διάβολο. Ο Γκίτσε Μανιτού είναι το μεγάλο πνεύμα της ζωής και της δημιουργίας των Ερυθροδέρμων, αλλά το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα είναι ο μεγάλος εχθρός του. Υπάρχουν πολλές αναφορές για το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα στις αρχαίες Ινδιάνικες γραφές, αν και καμιά τους δεν συμφωνεί με το πως έμοιαζε ή πως μπορούσε να κληθεί. Μερικές λένε, πως έμοιαζε με πελώριο βάτραχο σε μέγεθος χοίρου και άλλες λένε, πως έμοιαζε με σύννεφο με πρόσωπο φτιαγμένο από φίδια. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο ρούφηξε τη μύτη του. - Είναι δύσκολο να στείλουμε τα στοιχεία του και την περιγραφή του στη σήμανση. Ο Βράχος που Τραγουδάει κούνησε το κεφάλι του. - Δεν θα σας δοθεί αυτή η ευκαιρία υπαστυνόμε. Το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα είναι το πιο αδηφάγο και φρικιαστικό από όλα τα δαιμόνια. Σας είπα, είναι σαν το δικό σας το Σατανά. Ο Σατανάς όμως συγκρινόμενος μαζί του είναι κύριος. Το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα είναι ένα όν με απέραντη κακία και σκληρότητα. Έγινε μια μεγάλη παύση. Τέλος ο υπαστυνόμος Μαρίνο σηκώθηκε και πέρασε το ρεβόλβερ στη ζώνη του. Ο ντέτεκτιβ Νάρρο έκλεισε το σημειωματάριο του και κούμπωσε το σακάκι του μέχρι επάνω. - Σας ευχαριστώ για τις πληροφορίες σας και τη βοήθεια σας, είπε ο υπαστυνόμος Μαρίνο. Τώρα νομίζω, πως ήρθε η ώρα μας να συλλάβουμε εμείς οι ίδιοι τον ανθρωποκτόνο. Ο Βράχος που Τραγουδάει είπε: - Υπαστυνόμε, δεν θα πάρετε βέβαια τα όπλα σας μαζί; Ο Μαρίνο απλώςχαμογέλασε. Οι ιστορίες σας για δαιμόνιαπνεύματα και τα τέτοια είναι γεμάτες με πολλή φαντασία κύριε Βράχε που Τραγουδάει,
αλλά εγώ έχω τη μονάδα κατά της ανθρωποκτονίας για να ενεργήσει. Το νοσοκομείο μας ζήτησε να συλλάβουμε έναν παράφρονα ασθενή, ο όποιος έχει ήδη σκοτώσει ένα νοσοκόμο και έχει τραυματίσει ένα γιατρό. ΕΕΕίναι καθήκον μου να κατέβω κάτω εκεί και να τον πιάσω. Νεκρό ή ζωντανό, καταλαβαίνετε, εξαρτάται από το πως το προτιμάτε. Πως είπατε πως είναι το όνομά του Μίκυ... ή κάτι τέτοιο; - Μισκαμάκους, τον διόρθωσε ήρεμα ο Βράχος που Τραγουδάει. Υπαστυνόμε, σας προειδοποιώ... - Με προειδοποιείς, δε με προειδοποιείς, είπε ο υπαστυνόμος Μαρίνο, εγώ έχω υπηρετήσει το σώμα αυτό περισσότερο από ότι ζει ένα ρακούν και ξέρω τι πρέπει να κάνω σε μια τέτοια κατάσταση. Δεν θα υπάρξει ούτε φασαρία ούτε αναστάτωση. Απλώς καθίστε ήσυχοι μέχρι να τελειώσουμε. Άνοιξε την πόρτα του γραφείου και οι άνθρωποι του Τύπου και της Τηλεοράσεως σπρώχτηκαν να μπουν μέσα. Ο Βράχος που Τραγουδάει κι εγώ στεκόμαστε ανάμεσα τους, χωρίς να λέμε λέξη, απογοητευμένοι και φοβισμένοι καθώς ο Μαρίνο έδωσε μια γρήγορη δίλεπτη ανακεφαλαίωση του τι σχεδίαζε να κάνει. - Θα απομονώσουμε όλο το πάτωμα, μετά θα χτενίσουμε τους διαδρόμους με σκοπευτές και δακρυγόνα. Θα τα κάνουμε όλα αυτά εντελώς συστηματικά και θα προειδοποιούμε σε κανονικά διαστήματα αυτό τον τρελό, πως αν δεν παραδοθεί ήσυχα θα αντιμετωπίσει τρομερό πρόβλημα. Θα στείλω επίσης τρεις άντρες κάτω στο ασανσέρ να του κόψουν το δρόμο προς αυτή την κατεύθυνση. Οι ρεπόρτερς έγραψαν το σχέδιο του Μαρίνο και μετά τον βομβάρδισαν με άλλες ερωτήσεις. Ο Μαρίνο σήκωσε το χέρι του για να τους κάνει να σωπάσουν. - Για την ώρα δεν έχω τίποτα άλλο να σας πω. Μόνο κοιτάξτε πως θα τον ξεκοκκαλήσουμε και μετά τρώμε και το ψαχνό. Ντέτεκτιβ είσαι έτοιμος; - Έτοιμος κύριε, είπε ο Νάρρο. Παρατηρούσαμε απελπισμένοι μια ομάδα από οκτώ ανθρώπους περιπολίας, οπλισμένους, να πηγαίνουν προς στη σκάλα και να εξαφανίζονται. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο στεκότανε δίπλα στο ασανσέρ κρατώντας στο χέρι το μηχάνημα εσωτερικής επικοινωνίας, ελέγχοντας τη στιγμή που η ομάδα έρευνας και καταστροφής θα έφτανε στο δέκατο όροφο. Τρεις άντρες, δύο αξιωματικοί με στολή και ο ντέτεκτιβ Νάρρο,
περίμεναν στο ασανσέρ, με τα ρεβόλβερ έτοιμα να δράσουν πυροβολώντας όταν θα τους δινότανε η διαταγή. Μετά από εννιά ή δέκα λεπτά τρομερής αναμονής, ακούστηκε ένα βούισμα στο μηχάνημα από τους άντρες που είχαν κατέβει κάτω. - Πως τα πάτε εκεί κάτω; ρώτησε ο υπαστυνόμος Μαρίνο μέσα από το μηχάνημα. Ακούστηκε ένας τριγμός με μια στατική λάμψη και μετά μια φωνή είπε: - Είναι σκοτάδι. Τα φώτα δεν ανάβουν. Θα χρειαστούμε μερικούς φακούς. - Είσαστε ακόμα στο διάδρομο; ρώτησε ο υπαστυνόμος Μαρίνο. Βλέπετε τίποτα; - Έχουμε περάσει την πόρτα και είμαστε έτοιμοι να ψάξουμε. Μέχρι τώρα κανένα σημείο ανησυχίας. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο σήκωσε τον αντίχειρα σε ένδειξη ότι όλα πάνε καλά και ο ντέτεκτιβ Νάρρο με τους δυο συνοδούς του, που φορούσαν στολή μπήκαν στο ασανσέρ και χτύπησαν το κουμπί για το δέκατο όροφο. Ο Βράχος που Τραγουδάει κι εγώ δεν κοιταχτήκαμε καθόλου καθώς οι πόρτες έκλεισαν αθόρυβα και ο δείκτης των ορόφων έδειχνε 18 - 17 - 16 - 15 - 14... και συνέχισε μέχρι που σταμάτησε στο 10. - Πώς τα πάτε παιδιά; ρώτησε ο Μαρίνο από το μηχάνημα. - Περίφημα, απάντησε η φωνή του αρχηγού της ομάδας. Μέχρι τώρα δεν υπάρχει τίποτα να αναφέρουμε. Ψάχνουμε κάθε δωμάτιο, το ένα μετά το άλλο και ελέγχουμε τα πάντα. - Να είσαστε άγρυπνοι και προσεχτικοί, είπε ο Μαρίνο. Η φωνή του ντέτεκτιβ Νάρρο έβγαινε παραμορφωμένη από το μηχάνημα, καθώς έλεγε: - Είναι πολύ σκοτεινά. Οι φακοί δεν δουλεύουν καλά. Μήπως ξέρει κανείς τι συμβαίνει με τα φωτά; Ο Δρ. Γουίνσομ είπε: - Τα έχουμε ήδη ελέγξει. Δεν υπάρχει βλάβη που να μπορούμε να την εντοπίσουμε.
Ο υπαστυνόμος Μαρίνο είπε: - Λένε πως έχουν ελέγξει τα φώτα και δεν βρίσκουν τίποτα. Απλώς να προσέξετε και να κρατάτε τους φακούς μακριά από το κορμί σας. Δεν θα θέλετε βέβαια να γίνετε εύκολος στόχος! - Χριστέ μου! ψιθύρισα στον Βράχο που Τραγουδάει κουνώντας το κεφάλι μου. Ακόμα πιστεύουν πως πολεμάνε έναν τρελό δολοφόνο. Ο Βράχος που Τραγουδάει ήταν πολύ χλωμός. - Σύντομα θα καταλάβουν, είπε με ένα μορφασμό. Το μόνο που ελπίζω είναι να μην είναι κάτι πολύ κακό, όταν θα καταλάβουν. Η φωνή του αρχηγού της ομάδας είπε: - Έχω ένα πρόβλημα εδώ. Το σχέδιο των διαδρόμων του ορόφου αυτού δεν μοιάζει εντελώς με το χάρτη. Έχω κάνει δυο φορές τον κύκλο και φαίνεται πως πάμε και για τρίτη φορά. - Φαντασιώσεις, είπε απαλά ο Βράχος που Τραγουδάει. Ένας ανταποκριτής εφημερίδας με μαλλιά σε χρώμα καρότου σήκωσε το κεφάλι του και είπε: - Τι: - Ποια είναι η θέση σας; ρώτησε ο υπαστυνόμος Μαρίνο. Ποιο δωμάτιο είναι πλησιέστερα σε σας; - Δωμάτιο 105, κύριε. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο συμβουλεύτηκε γρήγορα το σχεδιάγραμμα του ορόφου. Μετά είπε: - Σ' αυτή την περίπτωση υπάρχει μια στροφή στ' αριστερά σας και μετά δεξιά και θα βρεθείτε στο επόμενο τμήμα. Μεσολάβησε μικρή σιγή και μετά η φωνή είπε: - Κύριε, δεν υπάρχει στροφή. Θέλω να πώ, δεν υπάρχει άνοιγμα. Είναι ένας λευκός τοίχος εδώ. Δεν βλέπω τίποτα. - Ανοησίες, Πήτερσεν. Υπάρχει στροφή ακριβώς μπροστά σας. - Κύριε, δεν υπάρχει στροφή. Πρέπει να το έχουν αλλάξει το μέρος από τότε που σχεδιάστηκαν αυτοί οι χάρτες.
Ο υπαστυνόμος Μαρίνο γύρισε και κοίταξε τον Δρ. Γουίνσομ, αλλά ο Δρ, Γουίνοομ απλώς κούνησε το κεφάλι του, Ο υπαστυνόμος Μαρίνο είπε: - Οι άνθρωποι του νοσοκομείου λένε πως όχι. Είστε σίγουροι πως είσαστε στο 105; - Απόλυτα, κύριε, - Καλά, συνεχίστε να ψάχνετε. Κάποιο λάθος θα έχει γίνει προφανώς. Ίσως ο ύποπτος να άλλαξε τους αριθμούς των δωματίων. - Κύριε; - Τέλος πάντων δεν ξέρω! Συνεχίστε να ψάχνετε! Την ίδια στιγμή ένα βούισμα ακούστηκε από τον ντέτεκτιβ Νάρρο. Η φωνή του ακουγότανε παράξενα βραχνή και παραμορφωμένη. - Κάτι συμβαίνει εδώ, κύριε. - Τι συμβαίνει; ρώτησε ανήσυχος ο υπαστυνόμος Μαρίνο. Εντοπίσατε τον ύποπτο; - Κύριε, εδώ έχουμε ένα... Νάρρο: Τι - Κύριε, - έχουμ...
έχετε
εκεί,
τί
συμβαίνει,
μίλα!
Το μηχάνημα εσωτερικής επικοινωνίας έκανε μερικά παράσιτα για ένα λεπτό και μετά έμεινε νεκρό. Για μια στιγμή μόνο άκουσα το πένθιμο μονότονο φύσημα του αέρα που δεν φύσαγε καθόλου. Μετά έγινε απόλυτη σιωπή. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο πίεσε το κουμπί κλήσεως. - Νάρρο; Ντέτεκτιβ Νάρρο, με ακούτε; Νάρρο, τι συμβαίνει εκεί κάτω; Ακούστηκε ένα βούισμα Από τη μεριά της ομάδας. Ο Μαρίνο είπε: - Εμπρός; - Κύριε, εδώ κάτι συμβαίνει. Είναι τρομερή παγωνιά εδώ κάτω. Ποτέ μου δεν έχω βρεθεί σε τέτοιο κρύο.
- Κρύο; Για ποιο κρύο μιλάτε; - Κρύο, παγωνιά, κύριε. Είναι τέτοια παγωνιά! Νομίζω πως πρέπει να γυρίσουμε πίσω. Οι φακοί μας δεν δουλεύουν. Είναι πολύ σκοτεινά και πάρα πολύ κρύο κύριε, και δεν νομίζω πως μπορούμε να συνεχίσουμε περισσότερο, Ο υπαστυνόμος Μαρίνο χτύπησε νευρικά το κουμπί και φώναξε: - Να μείνετε εκεί κάτω! Τι στο διάβολο πάθατε όλοι σας; Τι διάβολο γίνεται εκεί κάτω; Έγινε μια παύση. Για πρώτη φορά, μέσα σ' αυτό το δωμάτιο που ήταν γεμάτο από ανταποκριτές εφημερίδων, τεχνικούς τηλεοράσεως και γιατρούς, έγινε τέτοια ησυχία. Ύστερα, σχεδόν χωρίς να το καταλάβουμε, αισθανθήκαμε να σηκώνεται το πάτωμα και να πέφτει, σαν περαστικό κύμα και κάθε φως μέσα στο δωμάτιο αναβόσβησε για λίγο. Υπήρχε μια παράξενη αίσθηση σαν να πέρασε μπροστά οπό τον ήλιο ένα σύννεφο και κάπου ακούστηκε ο μονότονος, γοερός ήχος του πένθιμου άνεμου. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο πήγε στον αξιωματικό με τη στολή, που στεκότανε δίπλα στο ασανσέρ. - Φέρε αυτό το ασανσέρ επάνω εδώ, είπε αυστηρά. Θα πάω ο ίδιος κάτω να κοιτάξω μόνος μου. Ο αξιωματικός χτύπησε το κουμπί και ο δείκτης του ασανσέρ που ανέβαινε έδειχνε 10 - 11 - 12 - 13 - 14... Ο υπαστυνόμος Μαρίνο έβγαλε το περίστροφο από τη ζώνη του και στάθηκε δίπλα στην πόρτα του ασανσέρ έτοιμος να μπει μόλις θα άνοιγε. Το φως του δείκτη κατευθύνσεως έδειξε 18. Σχεδόν αθόρυβα οι πόρτες άνοιξαν. Μια κραυγή φρίκης βγήκε από κάθε έναμέσα στο δωμάτιο. Το εσωτερικό του ασανσέρ έμοιαζε σαν αποθήκη κατεψυγμένου κρέατος, κάποιου κρεοπώλη. Τα κατακρεουργημένα και καταξεσκισμένα απομεινάρια καθενός αστυνομικού της ομάδας ήταν μαζεμένα σ' έναν κόκκινο παγωμένο σωρό. Πλευρά, χέρια, πόδια και σχισμένα πρόσωπα, όλα φορτωμένα με άσπρους κρυστάλλους πάγου. Ο Βράχος που Τραγουδάει, γύρισε αλλού το πρόσωπο του και καθώς απομακρυνότανε ένιωσα το ίδιο απελπισμένος και γεμάτος αγωνία όπως κι εκείνος.
Κεφάλαιο Εννιά Κάτω Από Το Σύννεφο Μισή ώρα αργότερα, καθόμαστε στο γραφείο του Τζακ Χιούζ με τον υπαστυνόμο Μαρίνο και τον Δρ. Γουίνσομ καπνίζοντας γρήγορα και πίνοντας ακόμα πιο γρήγορα, προσπαθώντας να σκεφτούμε πως θα ξεμπλέξουμε από αυτή τη φριχτή υπόθεση. Αυτή την ώρα ο Βράχος που Τραγουδάει, ο Τζακ Χιούζ κι εγώ χωρίς πια να μας εμποδίζει τίποτα εξηγήσαμε στην αστυνομία και στους γιατρούς όλα όσα ξέραμε για τον Μισκαμάκους και τα παράξενα όνειρα της Κάρεν Τάντυ. Ακόμα δεν ξέρω αν ο υπαστυνόμος Μαρίνο ήταν προετοιμασμένος να πιστέψει ότι του λέγαμε, αλλά είχε μπροστά του ένα κατακρεουργημένο αστυνομικό απόσπασμα και δεν ήταν εύκολο να έχει αντιρρήσεις. Τα φώτα είχαν αρχίσει να αναβοσβήνουν πιο τακτικά τώρα και αυτή η παράξενη κίνηση στο πάτωμα που ανεβοκατέβαινε σαν κύμα, γινόταν όλο και πιο συχνά. Ο Μαρίνο είχε τηλεφωνήσει έξω για ενισχύσεις, αλλά από όπου και να ερχότανε, φαίνεται πως δεν βιαζότανε καθόλου. Το μηχάνημα εσωτερικής επικοινωνίας του Μαρίνο όλο και εξασθενούσε και γινότανε όλο και λιγότερο αποτελεσματικό. Υπήρχε ένας συνεχής θόρυβος σε όλα τα τηλεφωνά. Ένας νέος αξιωματικός με στολή βγήκε από το νοσοκομείο με τα πόδια, να ζητήσει βοήθεια, αλλά ούτε και από αυτόν πήρε καμιά είδηση. - Ωραία, είπε ο Μαρίνο με ύφος ξινισμένο. Ας υποθέσουμε πως είναι μαγεία. Ας υποθέσουμε πως όλες αυτές οι σαχλαμάρες είναι αληθινές. Τι κάνουμε λοιπόν γι' αυτό; Πώς μπορούμε να συλλάβουμε ένα Μανιτού; Ο Βράχος που Τραγουδάει έβηξε. Φαινότανε τελείως αποκαμωμένος και δεν ήξερα πόσο ακόμα θα μπορούσε να συνεχίσει. Το πάτωμα ανεβοκατέβαινε κάτω από τα πόδια μας, τα ηλεκτρικά φώτα αναβόσβηναν κι έφεγγαν με μια παράξενη γαλαζωπή φλόγα. Ήταν σαν να ταξιδεύαμε με βαπόρι σε μεγάλη τρικυμία. Ο φρικιαστικά μονότονος τρικυμιώδης θόρυβος, που έκανε το Αστέρι - Τέρας αύξανε ακόμα περισσότερο την αίσθηση ενός απελπισμένου ταξιδιού σε άγνωστες θάλασσες.
- Δεν ξέρω πως μπορούμε να σταματήσουμε τον Μισκαμάκους τώρα, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Αισθάνεστε αυτές τις δονήσεις. είναι τα προκαταρκτικά της εμφάνισης του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος, σύμφωνα με τους θρύλους. Καταιγίδες και αηδιαστικά παράσιτα προπορεύονται του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος. Ο Δρ. Χιούζ μπορεί να σας πει για όλα αυτά! Ο Δρ. Χιούζ, χωρίς να πει λέξη, έδωσε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία του τραυματισμένου χεριού του. Είχε ζητήσει από τη φωτογραφική μονάδα του νοσοκομείου να την τυπώσουν αμέσως. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο την εξέτασε χωρίς συγκίνηση και την επέστρεψε. - Τι νομίζετε ότι μπορούσε να προξενήσει τέτοιον τραυματισμό; ρώτησε ο Δρ. Χιούζ. Αυτά είναι κοφτερά στενά σημάδια από δόντια. Λιοντάρι, λεοπάρδαλη, κροκόδειλος; Ο υπαστυνόμος Μαρίνο τον κοίταξε. Ο Δρ. Χιούζ είπε: - Θα μπορούσε να είναι οποιοδήποτε από αυτά. Αλλά πόσα λιοντάρια και κροκόδειλοι κυκλοφορούν στο κέντρο του Μανχάταν; Ο υπαστυνόμος Μαρίνο κούνησε το κεφάλι του. - Δεν ξέρω γιατρέ και ούτε μ' ενδιαφέρει πραγματικά. Λυπάμαι πολύ για το χέρι σας. Πιστέψτε με, λυπάμαι πάρα πολύ. Αλλά λυπάμαι πολύ περισσότερο για τους έντεκα νεκρούς αστυνομικούς και θέλω να κάνω κάτι για όλα αυτά. Ρέντφερν! Ένας νέος αστυνομικός, με λαμπερά μάτια, έβαλε το κεφάλι στο άνοιγμα της πόρτας. - Μάλιστα κύριε; - Κανένα ίχνος ακόμα από αυτές τις ενισχύσεις; - Με κάλεσαν κύριε με το ραδιοτηλέφωνο. Είπανε πως δεν μπορούνε να μπούνε στο κτίριο. - Δεν μπορούνε τι; - Ήταν ο υπαστυνόμος Ζεογκεγκάν, κύριε, από την δεκαεπτά. Είπε ότι ίσως θα πρέπει να σπάσουν τις πόρτες. Δεν μπορούνε να τις ανοίξουνε!
Ο Βράχος που Τραγουδάει κι εγώ κοιταχτήκαμε. Φαινότανε, πως ο Μισκαμάκους είχε κλείσει ερμητικά τις πόρτες και σφραγίσει το νοσοκομείο από τον έξω κόσμο. Το μόνο που δεν ήθελα να πάθω ήταν να βρεθώ παγιδευμένος μέσα σ' ένα νοσοκομείο τη στιγμή που το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα θα έκανε την εμφάνιση του. Ήταν προτιμότερο να είμαι στο Νιου Τζέρσεϋ ή ακόμα και στο Οχάιο. Έβγαλα το τελευταίο μου τσιγάρο από το πακέτο και το άναψα με χέρια που έτρεμαν. Ξανά το πάτωμα φούσκωσε και τα φώτα χαμήλωσαν τόσο πολύ πουτα στοιχεία άρχισαν να συρίζουν. - Κάλεσε τους πάλι, τον αποπήρε ο Μαρίνο. Πες τους πως η κατάσταση μας είναι απελπιστική και να ξεκουμπιστούν να έρθουν γιατί δεν θα μείνει ρουθούνι απ' όλους μας. - Μάλιστα κύριε. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο γύρισε πίσω στη συνέλευση. Δεν του έκανε καθόλου κέφι αυτή η δουλειά και ούτε υποκρινόταν πως του κάνει. Πήρε τη μπουκάλα με το ουίσκι, έριξε μια γερή δόση στο ποτήρι του και το ήπιε μονορούφι. Σκούπισε το στόμα του με την αντίστροφη του χεριού του και είπε: - Εντάξει. Θέλω να μάθω κάθε τι που θα μπορούσε να μας βοηθήσει να καταστρέψουμε το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα. Όλους τους μύθους, όλες τις ανοησίες, τα πάντα! Ο Βράχος που Τραγουδάει κούνησε το κεφάλι του. - Δεν μπορώ να σας πω, είπε. - Γιατί όχι; - Γιατί δεν υπάρχει τίποτα να σας πω. Δεν υπάρχει τρόπος να καταστρέψουμε το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα. Αν υπήρχε θα είχε αφανιστεί αιώνες πριν από εκείνους τους Θαυματοποιούς που ήταν πολύ πιο επιτήδειοι από μας. Το μόνο που κατάφεραν ήταν να κλείσουν την πύλη. μέσα από την οποία θα ερχότανε στο φυσικό κόσμο. - Και λέτε, πως αυτός ο λεβέντης ο Μισκαμάκους άνοιξε αυτή την πύλη ξανά; Ο Βράχος που Τραγουδάει σήκωσε τους ώμους. - Δεν αισθάνεστε αυτούς τους κυματισμούς; Ξέρετε τι είναι;
- Σεισμός; είπε ο Μαρίνο. Ο Βράχος που Τραγουδάει είπε: - Όχι, υπαστυνόμε. Δεν είναι σεισμός. Είναι η αρχή μιας πελώριας αστρικής ενέργειας που ξεσηκώνεται. Φαντάζομαι, πως τώρα το Αστέρι Τέρας έχει τακτοποιήσει τις συναλλαγές μεταξύ του Μισκαμάκους και του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος και ο συνδετικός κρίκος, δηλαδή η πύλη, είναι έτοιμη. Η πύλη είναι φτιαγμένη από αλλόκοτη ενέργεια και μένει μόνο για πολύ σύντομο διάστημα ανοιχτή. Χρειάζεται ένα ανάλογο ποσό ενέργειας για να στείλει το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα πίσω από εκεί που ξεκίνησε. Και ακόμα περισσότερο, επειδή το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα δεν θα θέλει να φύγει. - Α! τι ωραία! είπε ο Μαρίνο σαρκαστικά. Ο Βράχος που Τραγουδάει συνέχισε. - Δεν μπορούμε να απελπιστούμε εντελώς. Πρέπει να υπάρχει κάποιος τρόπος να περιορίσουμε την κατάσταση, έστω και αν δεν μπορέσουμε να καταστρέψουμε ολοκληρωτικά τον Μισκαμάκους. Έσβησα το τσιγάρο μου σ' ένα τασάκι. Μια σκέψη μου ήρθε στο μυαλό. Είπα: - Εκείνη η γραφομηχανή, που πέταξα στο Αστέρι - Τέρας την είδατε; - Βεβαίως, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει, σου έσωσε τη ζωή. - Λοιπόν, όταν εξερράγη, όταν άγγιξε το περίγραμμα του Τέρατος, είμαι σίγουρος πως ένιωσα κάτι. Δεν ήταν στην πραγματικότητα ένα πρόσωπο ή κάτι ξεκάθαρο σαν πρόσωπο. Ήταν περισσότερο σαν μια έκφραση αποσωματοποίησης. Ο Βράχος που Τραγουδάει κούνησε το κεφάλι του. Είπε: - Αυτό που νομίζατε πως είδατε ήταν το πνεύμα της γραφομηχανής, το ίδιο το μανιτού της γραφομηχανής. Στη σύγκρουση του με το μανιτού του Τέρατος, έγινε στιγμιαία ορατό, καθώς κατανάλωνε την οποιαδήποτε ενέργεια του. Μπορείτε να είσαστε ήσυχοι πως το Αστέρι - Τέρας το κατέστρεψε εντελώς. Συνοφρυώθηκα. - Η γραφομηχανή είχε μανιτού;
- Βεβαίως, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Κάθε πράγμα έχει. Η πένα, το φλιτζάνι, ένα κομμάτι χαρτί. Υπάρχει ένα μεγαλύτερο ή μικρότερο πνεύμα στο κάθε τι. - Νομίζω, πως φεύγουμε από το θέμα, είπε ο υπαστυνόμος Μαρίνο αυστηρά. Αυτό που θέλουμε να μάθουμε είναι: Πώς μπορούμε να απαλλαγούμε από αυτό το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα! - Σταθείτε, είπα. Αυτό ίσως έχει κάποια σχέση. Γιατί το μανιτού της γραφομηχανής ήρθε σε σύγκρουση με το Αστέρι - Τέρας; Τι είναι αυτό πού τα κάνει να μάχονται το ένα το άλλο; Ο Βράχος πού Τραγουδάει έκανε ένα μορφασμό. - Πραγματικά δεν ξέρω. Τα πνεύματα συγκρούονται τόσο πολύ το ένα με το άλλο σαν ανθρώπινα όντα. Τα πνεύματα των βράχων συγκρούονται με τα πνεύματα των ανέμων και των δέντρων. Υποθέτω, πως θα είναι κάτι πού έχει να κάνει με την αρχαία μαγεία ενάντια στη μοντέρνα τεχνολογία. - Τι θέλετε να πείτε; ρώτησε ο Τζακ Χιούζ σκύβοντας προς τα εμπρός. - Απλώς ότι το Αστέρι - Τέρας είναι ένα πάρα πολύ αρχαίο μανιτού, από άγνωστους χρόνους, εξήγησε ο Βράχος που Τραγουδάει. Το μανιτού της γραφομηχανής είναι μέρος του μανιτού της ανθρώπινης ηλεκτρικής τεχνολογίας. Είναι προορισμένα να συγκρουστούν. Ο κόσμος των πνευμάτων αντικατοπτρίζει το φυσικό κόσμο σε σημαντικό βαθμό. Σκέφτηκα για λίγο και μετά είπα: - Ας υποθέσουμε, πως έχουμε με το μέρος μας τα τεχνολογικά μανιτού. Δεν θα μας βοηθούσαν; θέλω να πω, δεν θα είχαν την πρόθεση να μας υποστηρίζουνε απέναντι στον Μισκαμάκους; Τι λέτε; - Υποθέτω, πως ναι, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Που θέλετε όμως να καταλήξετε; - Κοιτάξτε, αν υπάρχει ένα μανιτού σε κάθε κομμάτι μηχανικής και τεχνολογικής ανθρώπινης δημιουργίας, πρέπει να μπορέσουμε να βρούμε ένα μανιτού που θα είναι σε θέση να μας βοηθήσει. Το μανιτού της γραφομηχανής ήταν μικρό και αδύνατο αλλά αν υποθέσουμε, πως βρίσκουμε κάποιο, που είναι ισχυρό και πολύ δυνατό, δεν θα μπορούσε αυτό να νικήσει το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα;
Ο υπαστυνόμος έτριψε τα μάτια του. - Αυτό πάει πολύ, είπε ταραγμένος. Εάν δεν είχα δει με τα ίδια μου τα μάτια τους έντεκα άντρες μου σκοτωμένους και παγωμένους θα σας πήγαινα κατευθείαν στο τρελάδικο. Ο Τζακ Χιούζ είπε: - Αυτό που θέλετε είναι ένα μηχάνημα με τρομερή δύναμη. Κάτι που να συντρίβει. - Ένα σταθμό υδραυλικής ενέργειας; πρότεινα εγώ. Ο Βράχος που Τραγουδάει κούνησε το κεφάλι του. - Πάρα πολύ επικίνδυνο. Τα πνεύματα του νερού θα υπάκουγαν στις διαταγές του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος και θα αναχαίτιζαν τη δύναμη σας. - Τι θα λέγατε για ένα αεροπλάνο ή για ένα πλοίο; - Θα έχουμε το ίδιο πρόβλημα, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Μείναμε σκεφτικοί για λίγα λεπτά. Το πάτωμα άρχισε να κουνιέται πιο δυνατά, ενώ διάφορες πένες και συνδετήριες έπεφταν από το γραφείο του Τζακ Χιούζ και σκορπιζόντουσαν στο πάτωμα. Τα φώτα χαμήλωσαν, έσβησαν και άρχισαν πάλι ν' αναβοσβήνουν. Το πάτωμα όλο και φούσκωνε πιο πολύ και η μοναδική κάρτα που είχε λάβει ο Δρ. Χιούζ για την ήμερα του Αγίου Βαλεντίνου αναπήδησε και χώθηκε κάτω από την καρέκλα του υπαστυνόμου Μαρίνο. Άρχισα ν' ακούω εκείνο το μονότονο θόρυβο του αέρα ακόμα πιο ξεκάθαρα. Ο αέρας μύριζε κλεισούρα και η ατμόσφαιρα ήταν τόσο ασφυκτική, που νόμισα, πως όλοι θα πνιγόμαστε εκεί μέσα. Το σύστημα θερμάνσεως μπορεί να μην δούλευε και πολύ καλά μέσα σ' αυτό το γραφείο από πριν, αλλά τώρα το μέρος αυτό άρχισε να γίνεται ανυπόφορα θερμό. Ο αστυνομικός Ρέντφερν παρουσιάστηκε στην πόρτα. Με κάποια ένταση στη φωνή είπε: - Προσπαθούν ακόμα κύριε, να μπούνε μέσα. Μου μίλησαν από το ραδιοτηλέφωνο, πως προσπαθούν. Ο υπαστυνόμος Ζεογκεγκάν είπε πως όλο το κτίριο μοιάζει σαν να κουνιέται ή κάτι τέτοιο. Λέει πως έχουμε κάτι παράξενα μπλε φώτα στον ένατο και δέκατο όροφο. Να πω στους υπόλοιπους άντρες να αδειάσουν τους ορόφους κύριε;
- Να αδειάσουν τους ορόφους; ούρλιαξε ο Μαρίνο. Για ποιο λόγο; - Μα, κύριε, είναι σεισμός αυτός. Στις ασκήσεις καταστροφών μας λένε, πως πρέπει να αδειάζουμε τα ψηλά κτίρια. Ο υπαστυνόμος χτύπησε την παλάμη του πάνω στο γραφείο. - Σεισμός; είπε με πίκρα. Μακάρι να ήταν. Πάρε δύο - τρεις από τους άντρες και κοίταξε μήπως μπορέσεις να βοηθήσεις αυτόν τον ηλίθιο Ζεογκεγκάν να μπει μέσα. Κατέβα από τις σκάλες και πρόσεχε στο δέκατο όροφο. - Εντάξει κύριε... και ήθελα να σας πω κύριε... - Λέγε Ρέντφερν! - Ο ντετέκτιβ Βουίσμπεκ μου είπε, πως έστειλε το μήνυμα στο κομπιούτερ μέσω του Γιούνιτρακ και απάντησε, πως δεν υπάρχει προηγούμενο. Κανένας εγκληματίας δεν σκοτώνει μ' αυτόν τον τρόπο, κύριε. Ποτέ δεν έχει σκοτωθεί κανείς με κατάψυξη. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο αναστέναξε. - Εντάξει Ρέντφερν. Γύρισε ξανά σε μας και είπε. Αυτό θα πει αστυνομική επάρκεια. Έντεκα άντρες έγιναν κατεψυγμένα κομμάτια και έπρεπε να ζητήσουμε από το κομπιούτερ να μας πει, αν είχε συμβεί ποτέ άλλοτε κάτι τέτοιο. Τι διάβολο, δεν δουλεύει σήμερα το μυαλό των ανθρώπων, να θυμηθούν αν έχει συμβεί κάτι τέτοιο; Ο Ρέντφερν έφυγε μ' ένα σύντομο χαιρετισμό. Το πάτωμα στριφογύριζε πάλι και γι' αυτό ο Ρέντφερν ένιωσε ανακούφιση, που θα πήγαινε κάτω στο δρόμο. Τώρα το μουγκρητό του ανέμου ήταν ακόμα πιο δυνατό. Πως μπορείς άραγε να εξηγήσεις στους ανθρώπους που ακούνε θύελλα να φυσάει ότι δεν υπάρχει θύελλα και ότι ο αέρας είναι αέρας συνθηκών μαγείας και πονηρών πνευμάτων; - Ένα λεπτό, είπε ο Τζακ Χιούζ. Πως ήρθε σ' επαφή ο ντετέκτιβ σας με αυτό το κομπιούτερ; Ο υπαστυνόμος Μαρίνο είπε; - Με το ραδιοτηλέφωνο. Υπάρχουν σε όλα τα αστυνομικά τμήματα της πολιτείας της Νέας Υόρκης. Αν θέλετε να μάθετε οτιδήποτε για
κλεμμένα αυτοκίνητα, πρόσωπα που εξαφανίστηκαν, ίχνη εγκλήματος, οτιδήποτε τέτοιο, μπορούν να σας πουν μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. - Είναι μεγάλο κομπιούτερ; - Βεβαίως. Το Γιούνιτρακ είναι το μεγαλύτερο της Ανατολικής Ακτής. Ο Τζακ Χιούζ γύρισε στο Βράχο που Τραγουδάει. - Νομίζω, πως βρήκαμε το τεχνολογικό μανιτού σας, είπε. Το κομπιούτερ Γιούνιτρακ. Ο Βράχος πού Τραγουδάει κούνησε το κεφάλι του. - Έτσι φαίνεται, είπε. Έχετε τον αριθμό υπαστυνόμε; Ο υπαστυνόμος Μαρίνο φαινότανε αναστατωμένος. - Για σταθείτε ένα λεπτό, είπε. Αυτό το κομπιούτερ είναι αποκλειστικά και μόνο για το εξουσιοδοτημένο προσωπικό της αστυνομίας. Χρειάζεστε κώδικα για να έρθετε σε επαφή. - Έχετε κώδικα; ρώτησε ο Βράχος που Τραγουδάει. - Βεβαίως αλλά... - Αφήστε τα αλλά και ξε-αλλά, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Αν θέλετε να πιάσετε το πράγμα πού σκότωσε τους έντεκα άντρες σας, τότε αυτός είναι ο μόνος τρόπος. - Μα τι λέτε τώρα; απάντησε εκνευρισμένα ο υπαστυνόμος Μαρίνο. Προσπαθείτε να μου πείτε πως μπορείτε να φυλακίσετε ένα καταραμένο πνεύμα με το κομπιούτερ της αστυνομίας; - Γιατί όχι; είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Δεν λέω πως θα είναι εύκολο, αλλά το μανιτού του Γιούνιτρακ είναι μανιτού χριστιανικό και θεοφοβούμενο και πιστό στο νόμο και στην τάξη. Το Γιούνιτρακ φτιάχτηκε γι' αυτό το σκοπό. Το μανιτού μιας μηχανής δεν μπορεί να πάει ενάντια στις προθέσεις εκείνων, που το έφτιαξαν για τέτοιους σκοπούς. Αν μπορέσω να το καλέσω θα ήταν τέλειο. Η ιστορία επαναλαμβάνεται. - Τι θέλετε να πείτε - η ιστορία επαναλαμβάνεται; Ο Βράχος που Τραγουδάει έτριψε το λαιμό του κουρασμένα.
- Αυτή η Ήπειρος και τα πνεύματα των Ερυθροδέρμων της κάποτε νικήθηκαν από τα λευκά μανιτού των νόμων του Χριστιανισμού. Και περιμένω να νικηθούνε πάλι. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο ετοιμαζότανε να βρει την κάρτα με τον κώδικα, όταν ξαφνικά φάνηκε πως ο αέρας σταμάτησε μέσα στο δωμάτιο. Κοιταχτήκαμε με απορία. Το πάτωμα σταμάτησε να κινείται, απλώς κουνιώταν ελαφρά λες και κάποιος μ' ένα τρυπάνι άνοιγε δρόμο από πάτωμα σε πάτωμα από κάτω μας. Πολύ μακριά κάτω στο δρόμο ακούσαμε σειρήνες και κόρνες πυροσβεστικών αυτοκινήτων αλλά και το μουγκρητό του μαγικού άνεμου. Τα φώτα σβήσανε ξαφνικά. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο φώναξε. - Μην κινείστε! Να μην κινηθεί κανείς! πυροβολήσω!
Αν κανείς κινηθεί θα
Μείναμε παγωμένοι σαν αγάλματα. Αφουγκραζόμαστε και περιμέναμε να δούμε αν μας επιτέθηκαν. Αισθάνθηκα σταγόνες ίδρωτα να κυλούν στο πρόσωπο μου και μέσα στο κολάρο μου. Τα δωμάτια στο δέκατο όγδοο όροφο ήταν αποπνιχτικά από την έλλειψη αέρα και ήτανε φανερό πως είχε σταματήσει και το αιρ-κοντίσιον. Εγώ τους άκουσα πρώτος, να τρέχουνε και να κατρακυλάνε στους τοίχους σαν ποταμός φάντασμα. Είδα τον υπαστυνόμο Μαρίνο να σηκώνει το περίστροφο του κατατρομαγμένος, αλλά δεν πυροβόλησε. Παγωμένοι από τον τρόμο κοιτάξαμε ερευνητικά μέσα στα γραφεία καθώς το πηχτό τους σκοτάδι φώτιζε κάποια αναλαμπή. Και τα είδαμε. Ήταν κάτι εφιαλτικοί αρουραίοι, χείμαρροι και χείμαρροι από φοβισμένους εφιαλτικούς αρουραίους, που ξεχύνονταν στους τοίχους. Δεν ξέραμε από που έβγαιναν και εξαφανίζονταν μέσα στο πάτωμα λες και δεν ήταν στέρεο. Θα έπρεπε να ήταν εκατομμύρια από αυτά, με τα γουργουρητά τους και τα σφυριχτά τους, ένα αηδιαστικό κύμα από τριχωτά κορμάκια να χάνονται σαν δαιμονισμένα. - Τι είναι αυτό; είπε βραχνά ο υπαστυνόμος Μαρίνο. Τι είναι αυτά; - Ακριβώς αυτά που βλέπετε, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Είναι τα παράσιτα που συνοδεύουν το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα. Κατά την πνευματιστική έννοια, αυτός είναι ρυπαρός και αυτά είναι ρυπαρά ζωύφια. Φαίνεται πως ο Μισκαμάκους χρησιμοποιεί το νοσοκομείο το ίδιο σαν πύλη για να καλέσει το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα και γι' αυτό ξεχύνονται έτσι στους τοίχους. Περιμένω πως θα συγκεντρωθούν στο δέκατο όροφο. Μετά, τι να σας πω... ποιος ξέρει!!
Ο υπαστυνόμος Μαρίνο δεν είπε λέξη. Έδωσε μόνο την κάρτα με τον κώδικα του κομπιούτερ στον Βράχο που Τραγουδάει με τον αριθμό που είχε επάνω. Έμοιαζε τρομερά ταραγμένος και μουδιασμένος, όπως άλλωστε είμαστε όλοι μας. Ακόμα και οι ανταποκριτές των εφημερίδων και το επιτελείο της Τηλεοράσεως ήταν σιωπηλοί και γεμάτοι κατανόηση και κοιτούσαμε ο ένας τον άλλο με μάτια γεμάτα τρόμο, μάτια ανθρώπων που είναι παγιδευμένοι σ' ένα υποβρύχιο πού βουλιάζει. Ο Βράχος που Τραγουδάει πήγε σ' ένα μικρό γραφείο δίπλα και πήρε το τηλέφωνο. Στεκόμουνα δίπλα του την ώρα που έπαιρνε τον αριθμό και άκουγα το κουδούνισμα και το κλικ που έκανε η ηχογραφημένη απάντηση στο μηχάνημα. Κοιτάζοντας από πολύ κοντά την κάρτα του υπαστυνόμου Μαρίνο ο Βράχος που Τραγουδάει, διάβασε μια σειρά από αριθμούς και περίμενε να τον συνδέσουν με το Γιούνιτρακ. - Τι θα κάνετε; τον ρώτησα. Πως μπορείτε να πείτε σ' ένα κομπιούτερ πως χρειάζεστε βοήθεια από το μανιτού του; Ο Βράχος που Τραγουδάει άναψε ένα τσιγάρο και φύσηξε τον καπνό. - Υποθέτω πως το θέμα έγκειται στη χρησιμοποίηση της σωστής γλώσσας είπε. Καθώς επίσης στο να πεισθούν οι προγραμματιστές πως δεν είμαι εντελώς τρελός. Ακούστηκε ακόμα ένα κλικ και μία θετική λεπτή φωνή είπε: «Γιούνιτρακ. Αναφέρατε την υπόθεση σας παρακαλώ». Ο Βράχος που Τραγουδάει έβηξε. - Μιλάω εκ μέρους του υπαστυνόμου Μαρίνο της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο θα ήθελε να ξέρει αν το Γιούνιτρακ διαθέτει άυλον πνεύμα. Έγινε μια παύση. Μετά η φωνή είπε: - Τι; Μπορείτε να επαναλάβετε παρακαλώ; - Ο υπαστυνόμος Μαρίνο θα ήθελε να του αναφέρει το Γιούνιτρακ αν διαθέτει άυλο πνεύμα. Κι άλλη παύση. Μετά η φωνή είπε: - Δεν μου λέτε τι είναι αυτό; Κάποιο είδος αστείου; - Σας παρακαλώ. Κάνετε αυτή την ερώτηση.
Ακούστηκε ένας αναστεναγμός. - Το Γιούνιτρακ δεν έχει προγραμματισθεί να απαντάει σε τέτοιου είδους ερωτήσεις. Το Γιούνιτρακ είναι ένας προγραμματιστής, που εργάζεται συνεχώς και όχι κανένα από αυτά τα παιχνιδάκια που διαθέτει το Πανεπιστήμιο για να γράφει ποιήματα. Λοιπόν θέλετε τίποτε άλλο; - Σταθείτε, είπε βιαστικά ο Βράχος που Τραγουδάει. Σας παρακαλώ, ρωτείστε το Γιούνιτρακ μια σημαντική ερώτηση. Ρωτείστε το αν έχει τίποτα στοιχεία για το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα. - Ποιο Μεγάλο; - Το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα. Είναι ένα... είδος εγκληματία που δημιουργεί μεγάλη ταραχή. - Σε ποιόν τομέα; Απατη, ανθρωποκτονία, εμπρησμός, τι; Ο Βράχος που Τραγουδάει σκέφτηκε για ένα λεπτό, μετά είπε: - Ανθρωποκτονία. Έγινε μια παύση. Μετά η φωνή είπε: - Το «Μεγάλος» το γράφετε Μ-ε-γ-ά-λ-ο-ς; - Ακριβώς. - Εντάξει. Περιμένετε στο ακουστικό σας. - Μέσα από το δέκτη άκουγα τους μακρινούς ήχους και διάφορα κλικ καθώς η ερώτηση που είχε κάνει ο Βράχος που Τραγουδάει αποτυπωνόταν στις κάρτες. Ο Βράχος που Τραγουδάει κάπνιζε ανήσυχος ενώ πέρα μακριά ακουγόταν αυτός ο φριχτός παράξενος άνεμος. Το πάτωμα κουνήθηκε πάλι και ο Βράχος που Τραγουδάει σκέπασε το τηλέφωνο με το χέρι του και ψιθύρισε: - Δεν νομίζω πως θα βγει τίποτα απ' αυτό. Δεν θα αργήσει πολύ τώρα το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα να περάσει την πύλη. Η φωνή μου απάντησε συριχτή. - Υπάρχει τίποτα άλλο που μπορούμε να κάνουμε; Κανένας άλλος τρόπος να το σταματήσουμε;
Ο Βράχος πού Τραγουδάει είπε: - Πρέπει να υπάρχει κάποιος άλλος τρόπος. Άλλωστε οι αρχαίοι θαυματοποιοί μπορούσαν να φυλακίσουν το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα στο δικό του κράτος, αλλά ακόμα και αν τον ήξερα αυτόν τον τρόπο δεν πιστεύω πως θα μπορούσα να τον εφαρμόσω. Καθώς περιμέναμε την απάντηση του Γιούνιτρακ, αρχίσαμε να αισθανόμαστε μια παράξενη ναυτία. Στην αρχή νόμιζα, πως ήταν το κυματιστό κούνημα του πατώματος του νοσοκομείου, αλλά μετά κατάλαβα πως ήταν μια μυρωδιά βρωμερή, σαπισμένη μυρωδιά, που σου έφερνε αναγούλα, που μου θύμιζε το σάπιο κατεψυγμένο κουνέλι, που είχα αγοράσει κάποτε. Ρούφηξα τη μύτη μου για να μυρίσω καλύτερα, έκανα ένα μορφασμό αηδίας και κοίταξα τον Βράχο που Τραγουδάει. - Έρχεται, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει, χωρίς καταφανή συγκίνηση. Το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα έρχεται. Άκουσα φωνές απ' έξω και άφησα τον Βράχο που Τραγουδάει με το τηλέφωνο στο χέρι και πήγα να δω τι συμβαίνει. Ένα πλήθος από γιατρούς και νοσοκόμους ήταν μαζεμένοι γύρω από την κάμερα του CBS. Τους έσπρωξα και πλησίασα τον Τζακ Χιούζ να τον ρωτήσω τι είχε συμβεί. Φαινότανε κατακίτρινος σαν άρρωστος και το χέρι του ήταν φανερό πως τον πονούσε. Ένας από τους οπερατέρ της Τηλεοράσεως είπε: - Κρατούσε τη μηχανή του και ξαφνικά έπεσε χάμω. Έτρεμε σαν να είχε κάνει ηλεκτροσόκ, αλλά δεν είναι αυτό. Στριμώχτηκα και πλησίασα τον τεχνικό. Ήταν νέος με μαλλιά ανοιχτά σαν το χρώμα της άμμου, φορούσε μπλου - τζην παντελόνι και κόκκινο φανελάκι. Τα μάτια του ήταν κλειστά και το πρόσωπο του ήταν παρά μορφωμένο από συσπάσεις και άσπρο. Το κάτω του χείλος σε μορφασμό φρίκης, έστριβε βγάζοντας ένα παράξενο βογκητό. Ένας από τους εσωτερικούς γιατρούς του σήκωσε το μανίκι και του έκανε μια ένεση ηρεμιστική. - Τι συμβαίνει; είπα. Έπαθε καμιά καρδιακή προσβολή; Ο εσωτερικός γιατρός με πολλή προσοχή έβαλε τη σύριγγα υποδόρια και πίεσε το έμβολο. Μετά από μερικά λεπτά οι σπασμοί του προσώπου και το τρέμουλο έσβησαν αμέσως και εκτός από μερικούς μεμονωμένους σπασμούς ο τεχνικός άρχισε να ησυχάζει.
- Δεν ξέρω τι είναι αυτό, είπε ο εσωτερικός γιατρός κουνώντας το κεφάλι του. Ήταν ένας άπειρος νεαρός γιατρός, με καλοχτενισμένα μαλλιά και φρέσκο στρογγυλό πρόσωπο. Μου φαίνεται σαν κάποιο σοβαρό είδος ψυχολογικού σοκ. Ίσως μια καθυστερημένη αντίδραση για το κάθε τι πού συμβαίνει εδώ. - Ας τον πάρουμε από εδώ και να κοιτάξουμε να τον βάλουμε κάπου πιο αναπαυτικά, είπε ο Δρ. Γουίνσομ. Τρεις η τέσσερις γιατροί πήγαν για ένα φορείο, ενώ εμείς οι άλλοι κατατρομαγμένοι και χωρίς ελπίδες διασκορπιζόμαστε μέσα σε μια σιωπηρή αμηχανία περιμένοντας μια οποιαδήποτε εκδήλωση, που θα έκανε αισθητή την παρουσία του σε μας. Άκουσα τον υπαστυνόμο Μαρίνο να μιλάει θυμωμένα στο τηλέφωνο για τις ενισχύσεις που είχε ζητήσει και ήταν φανερό πως ακόμα δεν είχαν καταφέρει να μπούνε στο κτίριο. Ανακατεμένες με τα βογκητά του ανέμου του Μισκαμάκους, άκουγα όλο και περισσότερες σειρήνες να ουρλιάζουν έξω στους δρόμους. Σε μια -δυο ώρες θα άρχιζε να ξημερώνει, αν θα επιζούσαμε να δούμε το ξημέρωμα! Η σαπισμένη μπόχα του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος ήταν πολύ έντονη τώρα στην ατμόσφαιρα και δυο - τρεις άντρες έκαναν εμετό. Η θερμοκρασία συνέχιζε τις εναλλαγές της από αποπνιχτική ζέστη σε φοβερό κρύο, λες και ολόκληρο το κτίριο έπασχε από έναν δαιμονικό πυρετό, που δεν μπορούσαν να τον ελέγξουν. Πήγα ξανά πίσω στον Βράχο που Τραγουδάει. Έγραφε κάτω ένα σωρό αριθμούς στη γωνία ενός περιοδικού και φαινόταν ανήσυχος και με πολλή εσωτερική ένταση. Τον περίμενα να τελειώσει και τότε του είπα: - Νομίζεις πως τα κατάφερες; Ο Βράχος που Τραγουδάει εξέτασε τους αριθμούς προσεχτικά. - Δεν είμαι σίγουρος, αλλά κάτι υπάρχει εδώ. Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής είπε, πως δεν υπάρχουν στοιχεία στην Αστυνομία για κανέναν που να λέγεται Μεγάλο Παλιό Πνεύμα και χτένισε τους φακέλους δέκα ετών για κάθε γνωστό εγκληματία με άλλο όνομα. Το Γιούνιτρακ απάντησε όμως με μια σειρά από αριθμούς και ένα μήνυμα. - Και τι λέει; - Ο προγραμματιστής μετέφρασε το μήνυμα για μένα καιλέει «Κλήση Πορείας Ακολουθεί Τάχιστα». Και μετά έρχονται οι αριθμοί.
Σκούπισα το μέτωπο μου με το λεκιασμένο μου μαντήλι. - Βοηθάει αυτό σε τίποτα; Έχει καμιά σημασία; - Έτσι νομίζω, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Το Γιούνιτρακ τουλάχιστον απάντησε. Και αν απάντησε - ίσως ξέρει τι είναι αυτό πού θέλουμε. Έδειξε τους αριθμούς. - Θέλετε να πείτε, πως οι αριθμοί αυτοί σας λένε πως να καλέσετε το μανιτού του; - Πιθανόν. Δεν μπορούμε να ξέρουμε αν δεν προσπαθήσουμε. Κάθισα σαν χαμένος. - Νομίζω πως όλα αυτά είναι εντελώς άπιαστα. Ξέρω τι έχω κάνει και τι έχω δει, αλλά μην μου πείτε, πως ένα κομπιούτερ που χρησιμοποιείται δημοσίως θα μας πει πως να αναστήσουμε το πνεύμα του. Δεν είναι λογικό. Ο Βράχος που Τραγουδάκι κούνησε το κεφάλι του. - Το ξέρω Χάρρυ και δεν νομίζω, πως το πιστεύω περισσότερο απ' όσο το πιστεύεις εσύ. Το μόνο πού μπορώ να πω, είναι πως το μήνυμα από το Γιούνιτρακ είναι εδώ και ότι αυτοί οι αριθμοί συμφωνούν με τα ιδιάζον τυπικό, που χρησιμοποιούν για να καλούν τα μανιτού των αντικειμένων, που φτιάχτηκαν από ανθρώπινα χέρια. Στην ουσία είναι το πιο εύκολο τυπικό. Μου το δίδαξε ο Ινδιάνος γιατρός Σαράρα από τη φυλή των Παγιούτ, όταν ήμουνα μόνο δώδεκα χρονών. Έμαθα να ανασταίνω τα μανιτού των παπουτσιών, των γαντιών, των βιβλίων και άλλων πολλών πραγμάτων. Μπορούσα να κάνω ένα βιβλίο να γυρίζουν οι σελίδες μόνες τους χωρίς να τις αγγίζει κανείς. - Αλλά ένα βιβλίο είναι ένα βιβλίο, του είπα εγώ. Τούτο εδώ είναι ένα κομπιούτερ πολλών εκατομμυρίων. Είναι ισχυρό. Θα μπορούσε ακόμα να είναι επικίνδυνο. Ο Βράχος που τραγουδάει ρούφηξε τη μύτη του μυρίζοντας τη δυσωδία του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος, που γέμιζε τώρα το δωμάτιο. - Τίποτα δεν μπορεί να είναι πιο επικίνδυνο από αυτό που πάμε να κάνουμε τώρα, είπε. Τουλάχιστον αν πρέπει να πεθάνουμε, θα πεθάνουμε σαν ήρωες.
- Καθόλου δεν μ' ενδιαφέρει να πεθάνω Ο Βράχος που Τραγουδάει μου έπιασε το χέρι.
σαν
ήρωας.
- Ούτε που το σκέφτηκες αυτό όταν βρέθηκες πρόσωπο με πρόσωπο μόνος με το Αστέρι - Τέρας. - Όχι, αλλά το σκέφτομαι τώρα. Δυο φορές σε μια νύχτα είναι πάρα πολύ, για κάθε άνθρωπο. Ο Βράχος πού Τραγουδάει είπε: - Τι ήταν όλος αυτός ο θόρυβος έξω; Χτυπήθηκε κανείς; Άπλωσα να πάρω ένα τσιγάρο από το πακέτο που ήταν επάνω στο γραφείο. - Δεν νομίζω. Ήταν ένας οπερατέρ από το CBS. Καθώς περπατούσε τραβώντας ταινία έπεσε ξαφνικά. Μάλλον θα είναι επιληπτικός η κάτι τέτοιο. Ο Βράχος πού Τραγουδάει συνοφρυώθηκε. - Τραβούσε ταινία; - Ακριβώς. Φαντάζομαι, πως θα έπαιρνε διάφορα κομμάτια από τον καθένα εδώ πέρα. Έπεσε χάμω σαν να τον χτύπησε κάποιος στο κεφάλι. Μη με ρωτάτε, εγώ δεν τον είδα. Ο Βράχος που Τραγουδάει σκέφτηκε για μια στιγμή. Μετά βγήκε γρήγορα έξω από το γραφείο και πήγε κοντά στους ανταποκριτές του CBS. Στεκότανε έξι ή επτά από αυτούς σε κύκλο καπνίζοντας και προσπαθώντας να σκεφτούν τι θα έκαναν μετά. Ο Βράχος πού Τραγουδάει είπε: - Ο φίλος σας... είναι καλά; Ένας από τους ανταποκριτές, ένας κοντόχοντρος άντρας με πουκάμισο σε χρώμα δαμάσκηνου και βαριά γυαλιά είπε: - Βεβαίως. Είναι ακόμα με τους γιατρούς, αλλά είπαν πως θα είναι εντάξει σε λίγο. Δεν μου λες, μήπως ξέρεις τι στο διάβολο γίνεται εδώ πέρα; Είναι αλήθεια αυτά που λένε για δαιμόνια και τέτοια; Ο Βράχος που Τραγουδάει αγνόησε τις ερωτήσεις του.
- Ο φίλος σας παθαίνει συχνά τέτοιους παροξυσμούς; ρώτησε. Ο ανταποκριτής της Τηλεοράσεως κούνησε το κεφάλι του αργά. - Ποτέ άλλοτε δεν τον έχω δει. Αυτή είναι η πρώτη φορά απ' όσο ξέρω. Ποτέ δεν είπε πως είναι επιληπτικός ή κάτι τέτοιο. Ο Βράχος που Τραγουδάει φαινότανε πολύ σοβαρός. - Μήπως υπήρχε κανείς άλλος που να κοίταζε την ίδια στιγμή από την κάμερα; ρώτησε. Ο ανταποκριτής της Τηλεοράσεως είπε: - Όχι, κύριε. Έχουμε μόνο αυτή την κάμερα εδώ. Έ! μήπως ξέρετε τι είναι αύτη η φοβερή μυρωδιά; Ο Βράχος πού Τραγουδάει είπε: - Μπορώ ναι... και σήκωσε τη φορητή κάμερα της Τηλεοράσεως βγάζοντας την από τη θήκη της. Είχε πέσει εκεί πού σωριάστηκε ο τεχνικός, αλλά δούλευε ακόμα. Ένας από τους άλλους τεχνικούς, λίγο απότομος, με μπλε ρούχα, του έδειξε πως να την τοποθετήσει στον ώμο του και πως να κοιτάξει μέσα από το φακό. Το πάτωμα του δωματίου άρχισε να τρέμει ναι να δονείται, όπως όταν κάποιος τρέμει από φόβο ή όπως το σκυλί την εποχή του οργασμού. Τα φώτα χαμήλωσαν πάλι και ο θόρυβος αυτού του αηδιαστικού ανέμου γινότανε όλο και πιο μεγάλος. Μέσα σε πανικό, χωρίς να ξέρουν πια τι λένε οι είκοσι ή τριάντα γιατροί, οι ανταποκριτές και οι αστυνομικοί είχαν στριμωχτεί μέσα στο δωμάτιο και ο Δρ. Γουίνσομ με πρόσωπο σαν τη στάχτη και γεμάτο ιδρώτα, άφησε τελικά να κρέμονται τα ακουστικά των εσωτερικών τηλεφώνων, που έκαναν ένα παράξενο θόρυβο. Δεν τολμούσαμε να σκεφτούμε τι να συνέβαινε στα αλλά γραφεία και τμήματα του νοσοκομείου και δεν μπορούσαμε ούτε καν να πάμε προς τα εκεί. Ο υπαστυνόμος Μαρίνο περίμενε ακόμα στο τηλέφωνο νέα από τις ενισχύσεις, που είχε ζητήσει, αλλά κάθε αισιοδοξία που είχε μέχρι εκείνη τη στιγμή, τον είχε εγκαταλείψει. Κάπνιζε το ένα τσιγάρο μετά το άλλο και το πρόσωπο του ήταν σκληρό και βλοσυρό. Καθώς πέρασε ο σπασμός του πατώματος, ο Βράχος που Τραγουδάει ακούμπησε το μάτι του στη μαύρη λαστιχένια υποδοχή του φακού της κάμερας, την άναψε και αργά άρχισε να διατρέχει το δωμάτιο. Αυτή η εξέταση έγινε πολύ προσεχτικά με συστηματικές κινήσεις, εξερευνώντας
κάθε γωνία και το πίσω μέρος κάθε πόρτας. Οι άντρες του CBS παρατηρούσαν με δυσαρέσκεια καθώς αυτός έφερνε γύρω το δωμάτιο, σκυμμένος προς τα εμπρός, με το λεπτό του κορμί τεντωμένο, σαν αυτούς που ετοιμάζονται για κατάδυση. - Τι διάβολο κάνει τούτος εδώ; είπε με υποψία ένας από τους τεχνικούς. - Σσσ, είπε ένας από τους συνεργάτες του. Ίσως να ψάχνει να βρει από που έρχεται η μυρωδιά. Μετά από μερικά λεπτά προσεχτικής έρευνας, ο Βράχος που Τραγουδάει άφησε κάτω την κάμερα. Μου έγνεψε από απέναντι να πλησιάσω και άρχισε να μου μιλάει με χαμηλή βιαστική μουρμουριστή φωνή, έτσι που κανείς άλλος να μην μπορεί ν' ακούει. - Νομίζω, πως ξέρω τι συνέβη, είπε μέσα από τα δόντια του. Οι δαίμονες που συνοδεύουν πάντα το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα πέρασαν μέσα από εδώ. Τώρα έχουν φύγει - ίσως είναι κάτω στο δέκατο όροφο για να μαζευτούν γύρω από τον Μισκαμάκους, αλλά πιστεύω, πως ο οπερατέρ τους είδε. - Τους είδε; Μα πως. - Ξέρεις εκείνη την παλιά ιστορία που λέει πως οι Ινδιάνοι πίστευαν, πως δεν έπρεπε ποτέ κανείς να τους φωτογραφίσει, επειδή οι φωτογραφικές μηχανές θα τους έκλεβαν το πνεύμα τους; Λοιπόν κατά κάποιον τρόπο ήταν αληθινό αυτό. Ο φακός μιας μηχανής, ακόμα και αν δεν μπορεί ποτέ να κλέψει το μανιτού ενός άντρα, μπορεί όμως να το αντιληφτεί. Γι' αυτό υπάρχουν τόσες παράξενες φωτογραφίες, στις οποίες φαντάσματα, που ήταν αόρατα όταν τραβούσαν τη φωτογραφία, παρουσιάστηκαν μυστηριωδώς όταν η φωτογραφία τυπώθηκε. Έβηξα. Θέλετε να πείτε, πως ο οπερατέρ είδε αυτά τα δαιμόνια μέσα από το φακό; Και γι' αυτό λιποθύμησε; - Έτσι νομίζω, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Καλύτερα να πάμε να κουβεντιάσουμε, μαζί του αν έχει συνέρθει, Αν μπορέσει να μας πει πιο δαιμόνιο είδε. Ίσως κάτι κάνουμε όταν το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα θα είναι έτοιμο να παρουσιαστεί. Φωνάξαμε τον Τζακ Χιούζ και του εξηγήσαμε τι συνέβαινε. Αυτός δεν είπε τίποτα, αλλά κούνησε το κεφάλι του και συμφώνησα όταν ο Βράχος που Τραγουδάει πρότεινε να πάει να μιλήσει στον τεχνικό. Είπε
κάτι σύντομα με τον Δρ. Γουίνσομ και μας έγνεψε να τον ακολουθήσουμε στο δωμάτιο που του παρέχονταν οι πρώτες βοήθειες. Ήταν απόλυτη ησυχία εκεί μέσα. Ο οπερατέρ ήταν ξαπλωμένος κατάχλομος και με σπασμούς σ' ένα ψηλό νοσοκομειακό καναπέ, καθώς οι γιατροί παρακολουθούσαν από κοντά το σφυγμό του και άλλα ζωτικά σημεία. Χαιρέτησαν τον Τζακ Χιούζ καθώς μπήκε μέσα και παραμέρισαν για να μας αφήσουν τόπο να πλησιάσουμε στο κρεβάτι του οπερατέρ. - Μην τον κουράσετε πολύ, είπε ένας από τους εσωτερικούς. Είχε ένα πάρα πολύ άσχημο σοκ και δεν έχει συνέρθει και πολύ. Ο Βράχος που Τραγουδάει δεν απήντησε. Έσκυψε πάνω στο κάτασπρο πρόσωπο του τεχνικού και ψιθύρισε: - Μπορείς να με ακούσεις; Μπορεί ν' ακούσεις αυτά που σου λέω; Καταλαβαίνεις που βρίσκεσαι; Καμιά απάντηση. Οι εσωτερικοί γιατροί σήκωσαν τους ώμους και ένας από αυτούς είπε: - Φοβάμαι, πως είναι εντελώς αναίσθητος. Οτιδήποτε και να του έτυχε, το μυαλό του φαίνεται να μην δουλεύει καθόλου και δεν επανέρχεται για κανέναν και για τίποτα. Συμβαίνει πολύ συχνά σε περιπτώσεις ισχυρών σοκ. Δώστε του χρόνο να συνέρθει. Σχεδόν μέσα από τα δόντια του ο Βράχος που Τραγουδάει είπε: - Δεν έχουμε χρόνο. Έβγαλε από την τσέπη του ένα περιδέραιο από παράξενα ζωγραφισμένες χάντρες και απαλά το έβαλε πάνω στο κεφάλι του τεχνικού, σαν φωτοστέφανο. Ένας από τους εσωτερικούς γιατρούς πήγε να διαμαρτυρηθεί, αλλά ο Τζάκ Χιούζ του έγνεψε να τον αφήσει. Με τα μάτια κλειστά ο Βράχος που Τραγουδάει άρχισε μια επίκληση. Δεν μπορούσα να ακούσω καθόλου τα λόγια και όσα άκουγα ήταν στη διάλεκτο των Σιού ή τουλάχιστον υπέθεσα πως ήταν στη διάλεκτο των Σιού. Δεν είμαι γλωσσολόγος και ίσως να ήταν και γαλλικά. Η επίκληση δεν φάνηκε να έχει κανένα αποτέλεσμα στην αρχή. Ο οπερατέρ εξακολουθούσε να παραμένει χλωμός και ακίνητος, τα δάχτυλα του έστριβαν που και πού και τα χείλια του κουνιόντουσαν αθόρυβα. Ο Βράχος που Τραγουδάει σχεδίασε στον αέρα έναν αριθμό πάνω από το κεφάλι του και ξαφνικά τα μάτια του τεχνικού άνοιξαν. Ήταν σαν παγωμένα, ανέκφραστα και ψυχρά, αλλά ήταν ανοιχτά.
- Τώρα, είπε απαλά, ο Βράχος που Τραγουδάει. Τι ήταν αυτό που είδες φίλε μου, μέσα από την κάμερα; Ο οπερατέρ τρεμούλιαζε και βγήκαν φυσαλίδες από σάλιο στις γωνίες του στόματος του. Έμοιαζε με άνθρωπο που πεθαίνει από λύσσα ή που βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο της σύφιλης. Στο μυαλό του είχε τυπωθεί κάτι το τόσο τρομερό, που δεν υπήρχε τίποτα που να μπορεί να το εξορκίσει από τη μνήμη του. Ούτε και να πεθάνει δεν μπορούσε. - Ήταν - ήταν... είπε τρεμουλιαστά. - Έλα φίλε μου, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Σε διατάζω να μιλήσεις. Μην φοβάσαι. Ο Γκίτσε Μανιτού θα σε προστατέψει. Δεν θα σε πειράξει άλλο. Ο οπερατέρ έκλεισε τα μάτια του. Νόμισα προς στιγμή ότι ξαναέχασε τις αισθήσεις του, αλλά μετά από μερικά δευτερόλεπτα, άρχισε να μιλάει, πολύ γρήγορα και σχεδόν ακαταλαβίστικα με τρομερή ταχύτητα. - Κολυμπούσε, κολυμπούσε, ήρθε κολυμπώντας από την απέναντι πλευρά του δωματίου, μέσα στο δωμάτιο την ίδια στιγμή και μόλις που του έριξα μια ματιά, μόλις την άκρη του είδα, ήταν σαν καλαμάρι, ένα είδος καλαμάρι, με κυματιστά πλοκάμια, αλλά πάρα πολύ μεγάλο, δεν μπορώ να πω πόσο μεγάλο ήταν. Ήμουνα τόσο τρομαγμένος σαν να υπήρχε κάτι μέσα στον εγκέφαλο μου. Σαν να μου είχαν κλέψει όλη τη φαιά ουσία. Μια ματιά ωστόσο του έριξα, μόνο μια ματιά. Ο Βράχος που Τραγουδάει προσπάθησε ν' ακούσει κι αλλά, αλλά ο οπερατέρ δεν είπε τίποτα πια. Με πολλή προσοχή του έβγαλε οπό το κεφάλι τις χάντρες και είπε: - Λοιπόν, αυτό ήταν. - Είναι καλά; Θέλω να πω δεν είναι... - Όχι, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Όχι, δεν είναι νεκρός. Δεν νοτίζω, πως θα γίνει καλά όπως ήταν πριν, αλλά δεν είναι νεκρός. - Το καλαμάρι, είπα. Ξέρετε τι ήταν αυτό; Ο Βράχος που Τραγουδάει είπε:
- Ναι. Αυτός ο άνθρωπος αξιώθηκε να δει κάτι που έχει εξαφανιστεί από τη γη εδώ και αιώνες. Δεν το είδε όλο και καλύτερα θα έλεγα. Το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα είναι πάλι ανάμεσα μας.
Κεφάλαιο Δέκα Μέσα Στο Φως Ακολούθησα τον Βράχο που Τραγουδάει έξω από το δωμάτιο των Πρώτων Βοηθειών, στο διάδρομο. Τα μαύρα του μάτια άστραφταν πάλι μ' εκείνον το ζήλο που είχα δει να σβήνει σιγά - σιγά, εκείνες τις τρομερές, εφιαλτικές νύχτες. Είπε: - Αυτό είναι, Χάρρυ - θα έρθεις να με βοηθήσεις; - Αυτό είναι; Ποιο; Τι διάβολο πρόκειται να συμβεί; Ο Βράχος που Τραγουδάει έγλυψε τα χείλη του. Η φωνή του έβγαινε χωρίς πνοή και έμοιαζε σα να ήταν άρρωστος με πυρετό. - Το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα, είναι εδώ. Ξέρεις τι σημαίνει για έναν Ινδιάνο γιατρό να παλέψει με το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα; Είναι όπως ένας Χριστιανός που του δίνεται ή ευκαιρία να παλέψει με τον ίδιο το Σατανά αυτοπροσώπως. - Πες μου... - Πρέπει να το κάνουμε, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει. Δεν μας μένει καθόλου χρόνος. Πρέπει να πάμε εκεί κάτω και να το κάνουμε. - Να πάμε κάτω εκεί; Θέλεις να πεις να κατέβουμε στο δέκατο όροφο; Ο Βράχος που Τραγουδάει μου φάνηκε σαν να ψήλωνε, σαν κάποιος μαγικός άνεμος να τον φούσκωνε από μέσα. Έτρεμε από φόβο, προσδοκία και την ύστατη επιθυμία να βάλει σε κίνδυνο τη ζωή του, αντιμετωπίζοντας τη μεγαλύτερη και πονηρότερη ύπαρξη της μυθικής Αμερικής. Όταν πια δεν είπα λέξη γύρισε και άρχισε να περπατάει γρήγορα προς τη σκάλα, τόσο γρήγορα που μου ήταν δύσκολο να τον ακολουθήσω.
Του άρπαξα το μανίκι και αυτός γύρισε να με δει. - Που πάτε; Για όνομα του Θεού. Έντεκα άντρες οπλισμένοι σκοτώθηκαν εκεί κάτω. Είδατε τι συνέβη. Εκείνος προχώρησε. Άνοιξε την πόρτα που οδηγούσε στη σκοτεινή σκάλα και είπε: - Θα έρθεις ή θα μείνεις εδώ; Από τη σκάλα που άνοιγε μπροστά μου σαν σκοτεινό πηγάδι, άκουγα τον αντίλαλο από το μουγκρητό του ανέμου που δεν φύσαγε, και οι τρίχες του κεφαλιού μου σηκώθηκαν όρθιες. Η αηδιαστική βρώμα από το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα γέμιζε τον αέρα και άκουγα θορύβους από κάτω που μου θύμιζαν τις χαλκογραφίες της Κόλασης του Ντόρε. Δαίμονες, τέρατα και ακατονόμαστα όντα που περπατούσαν τη νύχτα. Πράγματα που θα μπορούσαν να τρελάνουν τον άνθρωπο. Πράγματα που πηδούσαν, σέρνονταν και σα να κολυμπούσαν μέσα σε μία σκοτεινή, τρομερή φαντασίωση. Κατάπια με δυσκολία. Παρόλο τον τρόμο που ένιωθα δεν μπορούσα να αφήσω τον Βράχο που Τραγουδάει να πάει κάτω μόνος του. Είπα: - Θα έρθω, και τον έσπρωξα για να περάσω στο κεφαλόσκαλο. Αν δεν πήγαινα τώρα, δεν θα πήγαινα ποτέ. Μόλις η πόρτα έκλεισε πίσω μας, αρχίσαμε να βυθιζόμαστε σ' ένα αποπνικτικό σκοτάδι. Κρατιόμαστε από τη κάγκελο της σκάλας και ψάχναμε το δρόμο μας προς τα κάτω, σκαλί - σκαλί. Κάθε σκιά με γέμιζε με ανατριχιαστικό φόβο και κάθε θόρυβος ή αντίλαλος έκανε την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά. Θα μπορούσα να ορκιστώ ότι άκουσα βήματα να κατεβαίνουν χωρίς να διακρίνουμε τίποτα κάτω από μας. Αλλά δεν είχαμε καιρό να σταματήσουμε και ν' ακούσουμε. - Τι θα κάνουμε; ψιθύρισα στον Βράχο που Τραγουδάει. - Προσπαθώ να σκεφτώ, είπε ο Βράχος που Τραγουδάει ήρεμα. Αλλά δεν μπορώ να κρίνω την κατάσταση μέχρι που να τη δω μόνος μου. Το μόνο που ελπίζω είναι να επικαλεστώ το πνεύμα του Γιούνιτρακ την κατάλληλη στιγμή και με τον κατάλληλο τρόπο. Ελπίζω, επίσης, το Γιούνιτρακ να μην είναι τόσο εχθρικό σε μας όσο θα είναι στο Μεγάλο Παλιό Πνεύμα. Υπάρχει, βλέπεις, πάντα αυτός ο κίνδυνος. Έβηξα.
- Αν υποθέσουμε πως παραδινόμαστε. Δεν θα έσωζε αυτό περισσότερες ζωές; Αν πολεμήσουμε έτσι - ο Θεός μόνο ξέρει πόσοι άνθρωποι θα χαθούν. Ο Βράχος που Τραγουδάει κούνησε το κεφάλι. - Αυτή δεν είναι μάχη με την έννοια που νομίζεις. Αυτή είναι μία πάλη εκδίκησης από έναν μάγο Ερυθρόδερμο εν ονόματι όλου του πόνου, της προδοσίας και της σφαγής που ο γιος του υπέφερε στα χέρια των λευκών. Δεν μπορείς να παραδοθείς σε κάποιον που ζητάει εκδίκηση. Ο Μισκαμάκους θα ευχαριστηθεί μόνον όταν θα είμαστε όλοι νεκροί και όσο για το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα... - Τι θα γίνει με το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα; Ο Βράχος που Τραγουδάει σήκωσε τους ώμους του: - Δεν ξέρω τι παζάρια έχει κάνει ο Μισκαμάκους μαζί του. Αλλά το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα στην ιστορία των Πουέμπλο το αποκαλούν ο Μεγάλος Άπληστος. Οι Πάιγιουτ έχουν άλλο όνομα γι' αυτόν. Το Αδηφάγο Πηγάδι. Βγάλε τώρα τα συμπεράσματα σου. Καθώς κατεβαίναμε μέσα στο σκοτάδι, το πένθιμο μουγκρητό και σφύριγμα του άνεμου που δεν ήταν άνεμος, έγινε ακόμα πιο δυνατό και πιο καταθλιπτικό. Αρχισε να με πιάνει ημικρανία και δεν μπορούσα να δω μπροστά μου. Αισθάνθηκα άσχημα και κάτι σαν φαγούρα, νομίζοντας ότι τα ρούχα μου ήταν γεμάτα από ψείρες. Αν μπορούσα θατα παρατούσα όλα εκείνη τη στιγμή και θα άφηνα το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα - Το Αδηφάγο Πηγάδι, να κάνει όσο μεγαλύτερο κακό μπορεί. Ο Βράχος που Τραγουδάει, είπε: - Πλησιάζουμε. Γι' αυτό αισθάνεσαι τόσο άσχημα. Να, εδώ, πάρε αυτό το κολιέ με τις χάντρες. Δεν είναι τίποτα σπουδαίο αλλά θα βοηθήσει να προστατευθείς από τρυκ και φαντασιώσεις. Ο αέρας που λυσσομανούσε μας είχε σχεδόν ξεκουφάνει, όταν φτάσαμε στο δέκατο όροφο, Ο Βράχος που Τραγουδάει έβγαλε το χαρτί πάνω στο όποιο είχε γράψει τους αριθμούς που του είχε δώσει το Γιούνιτρακ, και τους κοίταξε ερευνητικά μέσα στο ημίφως. Μετά έκανε ένα νεύμα με τον αντίχειρα προς τα πάνω θέλοντας να δηλώσει πως κάτι πάει καλά και έσπρωξε την πόρτα που οδηγούσε στους διαδρόμους όπου ο Μισκαμάκους παραμόνευε και όπου τώρα το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα, το
φριχτό, πονηρό μανιτού των περασμένων αιώνων ερχόταν στη ζωή φρικιαστικά. Η βρώμα σου έφερνε εμετό. Αν και οι διάδρομοι ήταν άδειοι, υπήρχε παντού ένας θόρυβος σαν να τρέχουν ποντίκια, ένας θόρυβος που ακόμα και το μουγκρητό του ανέμου δεν μπορούσε να καταπνίξει. Όλο το μέρος έμοιαζε σα να ήταν ζωντανό, με αόρατα τρωκτικά που στριφογύριζαν και έτρεχαν γύρω από τη σαπισμένη δυσωδία του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος. Ο Βράχος που Τραγουδάει γύρισε να με δει για να ησυχάσει πως ήμουνα ακόμα κοντά του και μετά προχώρησε προς το δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ - το δωμάτιο όπου για πρώτη φορά ο Μισκαμάκους έκανε τη φριχτή του παρουσία. Το ρεύμα του αστρικού ανέμου, του Αστεριού - Τέρατος, μ' έκανε να νιώθω εξουθενωμένος. Καθώς πλησιάζαμε το δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ, ο θόρυβος έγινε μεγαλύτερος, όλο και μεγαλύτερος, μέχρι που τον ένιωθα να πριονίζει όλες μου τις αισθήσεις, με έναν οξύ πόνο σα να με έκοβαν με σκουριασμένο ξυράφι. Τριγύρω μας, καθώς περπατούσαμε, υπήρχαν αυτά τα εφιαλτικά ποντίκια, που έτρεχαν σαν δαιμονισμένα, λες και αυτά τα αηδιαστικά παράσιτα αποτελούσαν τη συνοδεία μας. Κάποια φορά αισθάνθηκα σα να πήδησε στην πλάτη μου ένα από αυτά και άρχισα να τραβάω το πουκάμισο μου από φόβο και αηδία. Ο Βράχος που Τραγουδάει είχε αρχίσει τις επικλήσεις του. Καλούσε τα πνεύματα της φυλής των Σιού για να μας προστατέψουν από το αδηφάγο κακό του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος. Καλούσε τα μανιτού του αέρα, των βράχων και του εδάφους. Καλούσε τους δαίμονες της αρρώστιας και της πανώλης να χτυπήσουν τον Μισκαμάκους. Μόλις που μπορούσα να ακούω αυτά που έλεγε μέσα από τις στριγκλιές αυτού του εξωγήινου ανέμου, ενώ ένιωθα συγχρόνως πως τα ποντίκια που μας συνόδευαν μας μεταχειρίζονταν με ένα είδος σεβασμού που τον συνόδευε ανυπομονησία. Στρίψαμε κάποια γωνία και ξαφνικά ο διάδρομος γέμισε από φωτεινές αστραπές που έσκουζαν και διασκορπίζονταν παντού γύρω μας. Ο Βράχος που Τραγουδάει σήκωσε τα χέρια του με τις παλάμες προς τα έξω, το φως χύθηκε πάνω τους και χάθηκε στο στέρεο πάτωμα. Ήταν η Αστραπή - που βλέπει - πρώτη ένδειξη ότι ο Μισκαμάκους ήξερε πως είμαστε εκεί. Φτάσαμε στο μέρος του διαδρόμου, όπου βρισκόταν το δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ. Η Αστραπή - που - βλέπει, φαίνεται πως είχε διαπεράσει τα περισσότερα από αυτά τα τρωκτικά τέρατα, αλλά το μούγκρισμα του
αέρα συνέχιζε και τώρα ήταν ένας πραγματικός άνεμος που φυσούσε στα πρόσωπα μας σαν άμμος. Ο Βράχος που Τραγουδάει μου έγνεψε να προχωρήσω και με μεγάλο αγώνα πλησιάζαμε όλο και περισσότερο στην αναπόφευκτη αντιμετώπιση που θα είχαμε με τον Μισκαμάκους και το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα. Το σφύριγμα και το ουρλιαχτό του ανέμου δεν μας άφηνε να μιλήσουμε. Έξω από το δωμάτιο της Κάρεν Τάντυ είδαμε κοφτές αστραπές από ένα αστρικό φως - αυτή την ψυχρή μπλε ενέργεια που είχε δημιουργήσει την πύλη για το μεγαλύτερο και το πιο φοβερό από τα μυθικά τέρατα. Μετά, παλεύοντας πάλι με μια καταιγίδα που μας ξέσκιζε το πρόσωπο φτάσαμε στην πόρτα του δωματίου. Πρώτα κοίταξε μέσα ο Βράχος που Τραγουδάει και απότομα γύρισε το κεφάλι του με καταφανή τρόμο, σκεπάζοντας το πρόσωπο του με το χέρι του σαν κάποιος που έπαθε σπασμούς από ηλεκτροπληξία. Κοίταξα και εγώ και πάγωσα από τέτοιο φόβο, τέτοια απερίγραπτη φρίκη, που ένιωθα πως ποτέ δεν θα μπορούσα να ξεκολλήσω πια από το κατώφλι αυτής της πόρτας. Το δωμάτιο είχε πήξει από πονηρά πνεύματα - μύριζε καπνό που έβγαινε ακατάπαυστα από δύο φωτιές που ο Μισκαμάκους είχε ανάψει σε δύο μεταλλικά μπωλ και που τα είχε τοποθετήσει στην κάθε πλευρά της αστρικής του πύλης. Πάνω στο πάτωμα ήταν σχεδιασμένος ο πιο φριχτός και παράξενος κύκλος από αριθμούς και σήματα που τέτοιον δεν είχα δει μέχρι τότε, όλα περίτεχνα σχεδιασμένα και χρωματισμένα λες από το πηχτό αίμα των έντεκα αστυνομικών του υπαστυνόμου Μαρίνο. Υπήρχαν παράξενοι τράγοι και αηδιαστικά πλάσματα σαν τεράστιοι γυμνοσάλιαγκες και γυμνές γυναίκες που από τις κοιλιές τους έβγαιναν πελώρια χοντροκομμένα τέρατα. Ο Μισκαμάκους στεκόταν καμπουριασμένος και παραμορφωμένος πάνω από τον κύκλο, το σκούρο του σώμα ξεχώριζε μέσα στο μαύρο καπνό. Αλλά δεν ήταν ο ίδιος ο Μισκαμάκους που μας πέτρωσε από φόβο - ήταν αυτά που διακρίναμε μέσα στα αμυδρά φωτισμένα σύννεφα του καπνού - ένας συφερτός από φριχτές σκιές που τριγύριζαν σαν να έβραζαν μέσα σ' ένα καζάνι και που όλο μεγάλωναν και μεγάλωναν μέσα στην ανταύγεια που έφεγγε στη σκοτεινιά, σαν καλαμάρι ή σαν μία ακατέργαστη συμπαγής μάζα από φίδια ανακατεμένα με τέρατα και θηρία. Εκείνο που ήταν το πιο τρομαχτικό, ήταν πως αναγνώρισα το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα - κατάλαβα τότε πόσο κοντά μου βρισκόταν πάντα. Ήταν ο τρόμος αυτών των παράξενων σχημάτων πάνω στις ταπετσαρίες του τοίχου και στις κουρτίνες; Ο τρόμος των προσώπων που παρουσιάζονταν
πάνω στις ξύλινες ντουλάπες; Ο φόβος για τις σκοτεινές σκάλες και τις παράξενες αντανακλάσεις μέσα στους καθρέφτες και τα παράθυρα; Εδώ ακριβώς, μέσα στη μορφή του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος που στριφογύριζε, ανακάλυψα από που είχαν έρθει όλοι οι από καιρό θαμμένοι φόβοι μου και ανησυχίες. Κάθε φορά που ακούτε να ανασαίνει μέσα στο δωμάτιο σας τη νύχτα κάτι άυλο, κάθε φορά που τα ρούχα που αφήσατε πεταμένα στην καρέκλα σας δίνουν την εντύπωση πως έχουν πάρει μία φρικιαστική μορφή σαν μαϊμούς, κάθε φορά που νομίζετε πως ακούτε βήματα πίσω σας καθώς ανεβαίνετε τα σκαλιά - είναι η πονηρή παρουσία του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος, που αναγκάζεται με κακία και μίσος να σπάσει τα λουκέτα και τις βουλές, που τον κρατάνε από την άλλη πλευρά! Ο Μισκαμάκους σήκωσε τα χέρια του και ούρλιαξε. ένα παγερό ουρλιαχτό θριάμβου. Τα μάτια του έλαμπαν από μέσα τραγίσια και σατανικά και το σώμα του πάνω στα κολοβά του πόδια, γυάλιζε από ίδρωτα. Πάνω στο σώμα του έβλεπες ίχνη από αίμα καθώς τραβούσε πάνω του για να ξεσχίσει τα ματωμένα κόκαλα από τα κορμιά των αντρών του υπαστυνόμου Μαρίνο που τα χρησιμοποίησε για να σχεδιάσει πάνω στο πάτωμα. Πίσω του, σχεδόν αόρατος μέσα στον καπνό, το αηδιαστικό φρικιαστικό σχήμα του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος στριφογύριζε και συστρεφόταν. - Τώρα, Χάρρυ, κραύγασε ο Βράχος που Τραγουδάει. Βοήθησέ με, τώρα - τώρα - τώρα! Έχωσε το πρόσωπο του στα χέρια του και άρχισε να απαγγέλλει λέξεις και αριθμούς, ατελείωτες επικλήσεις στα δικά του μανιτού και πνεύματα, στο μεγάλο πνεύμα της λευκής τεχνολογίας. Ρίχτηκα πάνω του, κρατώντας τον σφικτά, συγκεντρώνοντας το ρημαγμένο μυαλό μου. - Γιούνιτρακ - Γιούνιτρακ - Γιούνιτρακ. Ο λυσσασμένος άνεμος δεν με άφηνε ν' ακούσω τι έλεγε ο Βράχος που Τραγουδάει, αλλά πίεζα το μυαλό μου να τον βοηθήσω - να τον αγαπώ να τον φυλάω σε ασφάλεια καθώς προσπαθούσε να κατασυντρίψει τον Μισκαμάκους και τη ζοφερή παρουσία του Αδηφάγου Πηγαδιού. Για μια στιγμή νόμιζα πως ο Βράχος που Τραγουδάκι θα το πετύχαινε. Μιλούσε χωρίς ανάσα, γρήγορα, απαγγέλλοντας και τραγουδώντας και κάνοντας κινήσεις όλο και πιο γρήγορα σαν για να ετοιμάσει το μεγάλο κάλεσμα του τεχνολογικού μανιτού, του Γιούνιτρακ. Στο ίδιο διάστημα ωστόσο ο Μισκαμάκους τραγουδούσε και αυτός επίσης και κουνώντας τα χέρια του προς τη δική μας κατεύθυνση σαν για να ενθαρρύνει το
Μεγάλο Παλιό Πνεύμα να μας καταβροχθίσει. Είδα πράγματα να κινούνται μέσα στον καπνό που ήταν απίστευτα φρικτά, σχήματα πιο εφιαλτικά και ανατριχιαστικά από τους χειρότερους εφιάλτες που είδα ποτέ - άρπαγες χταποδιού που άρχισαν να ξεδιπλώνονται από το σκοτεινό σύννεφο του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος. Ήξερα πως είχαμε μόνο δευτερόλεπτα για να επιζήσουμε. Ήμουνα τόσο πολύ σφιγμένος από αγωνία που οι μυς μου είχαν μπλοκαριστεί και δάγκωσα τη γλώσσα μου. Απότομα ο Βράχος που Τραγουδάει άρχισε να λυγίζει. Κουλουριάστηκε και μετά έπεσε στα γόνατα του. Γονάτισα δίπλα του, διώχνοντας τα μαλλιά μου που είχε ρίξει ο ανεμοστρόβιλος στα μάτια μου και του φώναξα να συνεχίσει. Με κοίταξε αλλά στο πρόσωπο του υπήρχε μόνο φόνος. - Δεν μπορώ, μου φώναξε. Δεν μπορώ να καλέσω το Γιούνιτρακ. Δεν μπορώ να το κάνω. είναι το μανιτού λευκού άντρα. Δεν θα έρθει. Δεν θα με υπακούσει. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Κοίταξα πάνω από τον ώμομου και είδα τον Μισκαμάκους να δείχνει προς εμάς με τα δύο του χέρια και τα σκοτεινό φίδια του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος να ξετυλίγονται πάνω από το κεφάλι του. Κατάλαβα πως αυτό ήταν το τέλος. Αρπαξα το τσαλακωμένο κομμάτι χαρτί από τα χέρια του Βράχου που Τραγουδάει και το κράτησα ψηλά στο αστρικό φως της μαγικής και τρομακτικής πύλης, που αναβόσβηνε. - Γιούνιτρακ σώσε με! φώναζα. Γιούνιτρακ σώσε με! Και φώναζα τους αριθμούς ξανά και ξανά. ΓΙΟΥΝΙΤΡΑΑΑΑΚΚΚ! ΓΙΑ Τ' ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ -ΓΙΟΥΝΙΤΡΑΑΑΚΚΚ! Ο Βράχος που Τραγουδάει κουλουριασμένος μέσα στα χέρια μου μούγκριζε από φόβο. Ο Μισκαμάκους με έναν μορφασμό σαν λύκου στο πρόσωπο πετούσε μέσα στον αέρα από πάνω μου με τα χέρια τεντωμένα και τα παραμορφωμένα του πόδια διπλωμένα από κάτω του. Τριγύρω μου οι φρικτές μορφές που συνόδευαν το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα όλο και μεγάλωναν. Έμεινα άφωνος από τον τρόμο για ένα λεπτό. Μετά, επειδή ήταν το μόνο πράγμα που σκέφτηκα να κάνω, σήκωσα τα χέρια μου, ακριβώς όπως ο Μισκαμάκους και άρχισα να λέω μία δική μου επίκληση. - Γιούνιτρακ, στείλε το μανιτού σου να καταστρέψει αυτόν το θαυματοποιό. Γιούνιτρακ, προστάτεψε με από το κακό. Γιούνιτρακ,
σφράγισε την πύλη του μεγάλου υπερπέραν και διώξε αυτό το αηδιαστικό πνεύμα. Ο Μισκαμάκους πετώντας ακόμα πιο κοντά, άρχισε να επικαλείται το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα να κάνει αντίποινα. Τα λόγια του ακούγονταν βαριά και ακατανόητα, μέσα στο βρωμερό ουρλιαχτό του ανεμοστρόβιλου σαν τέρας διψασμένο για εκδίκηση. - Γιούνιτρακ, ικέτευσα. Έλα σε μένα Γιούνιτρακ. Έλα! Ήταν τη στιγμή που ο Μισκαμάκους ήταν ακριβώς από πάνω μου, και τα διαβολικά του μάτια κοιτούσαν καταχθόνια μέσα από το σκοτεινό, γυαλιστερό από τον ίδρωτα πρόσωπο του. Το στόμα του είχε τραβηχτεί προς τα πίσω σ' ένα μορφασμό πόνου και προσπάθειας για εκδίκηση. Συνέχισε να διαγράφει κύκλους και αόρατα διαγράμματα στον αέρα τριγύρω μου, φέρνοντας κάτω τη φρικτή μάζα του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος, συλλαμβάνοντας με τη μαγεία του τον πιο αποτρόπαιο από όλους τους θανάτους που είχε συλλάβει. - Γιούνιτρακ, ψιθύρισα, χωρίς να μπορώ να ακουστώ από το θόρυβο της τρικυμίας. Ω Θεέ μου, που είσαι Γιούνιτρακ! Ήταν τόσο ξαφνικό και απότομο όταν συνέβη που στην αρχή δεν το κατάλαβα. Νόμιζα πως ο Μισκαμάκους με είχε χτυπήσει κάτω με την Αστραπή - που - βλέπει ή ότι ολόκληρο το κτίριο είχε διαλυθεί σε κομμάτια γύρω μας. Ήταν ένας ήχος που σου διαπερνούσε τ' αυτιά και που κάλυπτε ακόμα και το μούγκρισμα του ανεμοστρόβιλου – μία ηλεκτρική εκκένωση από εκατομμύρια των εκατομμυρίων υπερφορτισμένα βολτ - ένας βρυχηθμός σαν χίλια βραχέα κυκλώματα. Το δωμάτιο γέμισε από μία εκθαμβωτική γραμμή από πυρακτωμένα σχήματα και αριθμημένο τετραγωνάκια, σε σειρές τοποθετημένες η μία πάνω στην άλλη σε ένα φωτεινό κύκλο, να σέρνονται με λευκές και μπλε σπίθες, που λαμπύριζαν σε μια συμμετρία που σε θάμπωνε. Ο Μισκαμάκους έπεσε από τον αέρα, απανθρακωμένος, καταμαυρισμένος και γεμάτος αίματα. Έπεσε στο πάτωμα σαν ψόφιο κρέας από μοσχάρι με τα χέρια του κουλουριασμένα από κάτω του και με τα μάτια κλειστά. Τα αριθμημένα τετραγωνάκια, πάλλοντας και λαμπυρίζοντας, σχημάτισαν ένα φράχτη ανάμεσα σε μένα και στον αηδιαστικό όγκο του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος. Έβλεπα το δαιμονικό ον να συσπειρώνεται και να στρίβει σαν να είχε χάσει τις ελπίδες του, σαν χαμένο. Η τάση του ρεύματος από τα αριθμημένα τετραγωνάκια ήταν τόσο μεγάλη που εγώ μόλις που μπορούσα να τα κοιτάξω με τα μάτια μισόκλειστα και μόλις
που μπορούσα να δω τη σκοτεινή μορφή του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος να συστρέφεται. Δεν είχα καμιά αμφιβολία στο μυαλό μου για το ποια μπορούσε να είναι αυτή η εκτυφλωτική εμφάνιση. Ήταν το μανιτού, το πνεύμα, η εσωτερική ουσία του κομπιούτερ Γιούνιτρακ. Η επίκληση μου, η επίκληση ενός λευκού ανθρώπου είχε φέρει τα εκτυφλωτικά αντίποινα ενός δαίμονα του λευκού ανθρώπου. Το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα έβραζε και στριφογύριζε μέσα στα τρομερά σκοτάδια. Άρχισε να του ξεφεύγει ένας βρυχηθμός μαρτυρίου που μετατρεπόταν σ' ένα λυσσασμένο μυκηθμό, όλο και δυνατότερο, μέχρι που ένιωσα ότι θα με κατάπιναν τα εκκωφαντικά δονούμενα βάθη ενός τούνελ που αντηχούσε από άγριες κραυγές που έκαναν τους τοίχους να τρέμουν και το πάτωμα να τραντάζεται. Τα λαμπυρίζοντα στοιχεία του μανιτού του Γιούνιτρακ αναβόσβηναν για ένα λεπτό άλλα μετά άναψαν και έγιναν πιο φωτεινά ακόμα - μία πυρακτωμένη έκρηξη τεχνολογικής ενέργειας που έσβηνε κάθε άλλο όραμα και ήχο. Αισθάνθηκα σαν να με είχαν βουτήξει μέσα σε ένα καζάνι με λιωμένο μολύβι, πνιγμένος από φως και αφανισμένος από θόρυβο. Άκουσα κάτι ακόμα. Ήταν ένας ήχος που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Ήταν σαν κάτι ή κάποιος να πάλευε με αφάνταστη αγωνία, συνέχεια, πιο πολύ από όσο μπορούσα να το αντέξω. Ήταν ο ήχος από νεύρα που ήσαν γυμνά και που τυλίγονταν, πνεύματα που ήσαν γυμνά και τα σκάλιζαν. Ήταν το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα. Το άρπαγμά του στον υλικό κόσμο καψαλίστηκε από την απεριόριστη και μελετημένη δύναμη του Γιούνιτρακ. Το γύριζε πίσω η ιερή φλόγα της σημερινής τεχνολογίας, πίσω στα σκοτεινά και ανεξερεύνητα σκότη των αρχαίων αστρικών πεδιάδων. Έγινε ένας θόρυβος σα να κυμάτιζε και φούσκωνε η θάλασσα, σα να άφριζε και οι πλευρές της πύλης που ο Μισκαμάκους είχε σχεδιάσει πάνω στο πάτωμα άρχισαν να τραβιούνται προς το κέντρο του κύκλου, ρουφώντας συγχρόνως τη σκιερή μορφή του Μεγάλου Παλιού Πνεύματος σαν τον απορροφητήρα που τραβάει τον καπνό. Έγινε μία δυνατή, υπερβολική σε κρότο έκρηξη ενέργειας που με άφησε ζαλισμένο και προσωρινά τυφλό και μετά το δωμάτιο βυθίστηκε σε απόλυτη σιωπή. Βρισκόμουν εκεί πεσμένος, ανίκανος να κινηθώ, ανίκανος να δω για πέντε ή δέκα λεπτά. Όταν κατάφερα να σταθώ στα πόδια μου, υπήρχαν
ακόμα πράσινα σχήματα από τα στοιχεία μέσα στα μάτια μου σαν αντανάκλαση και χρειάστηκε να προχωρήσω με προσοχή καθώς τρίκλιζα και σκουντουφλούσα σαν γέρος πάνω στους τοίχους και στα έπιπλα. Τελικά η δράση μου καθάρισε. Όχι πολύ μακριά πάνω στο πάτωμα ήταν ξαπλωμένος ο Βράχος που Τραγουδάει μέσα σε χαλάσματα από κρεβάτια και σπασμένα έπιπλα, με τα μάτια του ολάνοιχτα να φτερουγίζουν καθώς έβρισκε πάλι τις αισθήσεις του. Το σώμα του Μισκαμάκους βρισκόταν εκεί που είχε πέσει, καμπουριασμένο και καμένο. Οι τοίχοι του δωματίου έμοιαζαν σαν να είχαν καεί από φλόγες, και οι πλαστικές γρίλιες είχαν λιώσει και είχαν γίνει σαν μακριά κορδόνια που έσταζαν. Δεν ήταν πάντως τίποτα από αυτά που με έκανε να νιώσω να με διαπερνάει κάτι σαν ξίφος. Ήταν το χλωμό, αδύνατο πρόσωπο που στεκόταν αθόρυβο στη γωνία του δωματίου - χλωμό και κάτασπρο σαν το φάντασμα κάποιου που ήξερα κάποτε. Δεν είπα τίποτα απολύτως, μόνο άπλωσα τα χέρια μου προς αυτήν - καλωσορίζοντας την ξανά πίσω σε μια ζωή που σχεδόν την είχε χάσει για πάντα. - Χάρρυ, ψιθύρισε. Είμαι ζωντανή, Χάρρυ. Τότε ακριβώς ο υπαστυνόμος Μαρίνο με τραβηγμένο το περίστροφο μπήκε απότομα μέσα στο δωμάτιο για να μας βρει. Καθόμουνα με τον Βράχο που Τραγουδάει στο Λαγκουάρντια. το αεροδρόμιο, καπνίζοντας το τελευταίο μας τσιγάρο πριν πάρει το αεροπλάνο του. Φαινόταν τόσο καθαρός και κομψός όπως πάντα, με το γυαλιστερό του κοστούμι και τη γυαλιά του με τον κοκάλινο σκελετό, χωρίς να δείχνει τίποτα από αυτά που είχε κάνει, ή από αυτά που είχε περάσει, εκτός από ένα τσιρότο που είχε πάνω στο μάγουλο του. Ακούσαμε τις σειρήνες των ταξί που πλησίαζαν και ένα μουρμουρητό από φωνές καθώς ο απογευματινός ήλιος έλαμπε πορτοκαλής στο χειμωνιάτικο ουρανό. - Νιώθω, κατά κάποιο τρόπο λυπημένος είπε. - Λυπημένος; τον ρώτησα. Για ποιο πράγμα. - Για τον Μισκαμάκους. Αν μπορούσαμε τουλάχιστον να του εξηγήσουμε τι συνέβη. "Αν μπορούσαμε τουλάχιστον να επικοινωνήσουμε μαζί του. Τράβηξα μία μεγάλη ρουφηξιά από το τσιγάρο μου:
- Τώρα είναι λίγο αργά πια. Θυμήσου μόνο πως κόντεψε να μας σκοτώσει, τόσο γρήγορα και σίγουρα όσο χρειάστηκε να το κάνουμε εμείς. Ο Βράχος που Τραγουδάει κούνησε το κεφάλι του: - Ίσως τον συναντήσουμε ξανά, κάτω από καλύτερες συνθήκες Τότε ίσως να μπορέσουμε να του κουβεντιάσουμε. Είπα: - Αφού είναι νεκρός, δεν είναι; Τι θέλεις να πεις πως θα τον συναντήσουμε πάλι; Ο Βράχος που Τραγουδάει έβγαλε τα γυαλιά του και τα σκούπισε με ένα καθαρό άσπρο μαντήλι: - Το σώμα του πέθανε, αλλά δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι καταστράφηκε και το μανιτού. Ίσως ελευθερώθηκε και πέταξε σε ψηλότερα στρώματα, έτοιμος να συναντήσει εκείνους που υπάρχουν χωρίς φυσική υπόσταση. Ίσως ξαναγυρίσει στη Γη και ζήσει ξανά στο κορμί κάποιου αλλού. Κατσούφιασα: - Θέλεις να πεις πως αυτή ή ίδια κατάσταση μπορεί να συμβεί ξανά; Ο Βράχος που Τραγουδάει σήκωσε τους ώμους του: - Ποιος ξέρει; Υπάρχουν πολλά μυστήρια στο σύμπαν και εμείς δεν ξέρουμε τίποτα απολύτως. Αυτά που βλέπουμε κατά τη διάρκεια της φυσικής μας ζωής πάνω στη Γη είναι απλώς ένα κομματάκι. Υπάρχουν παράξενοι κόσμοι μέσα στους κόσμους και ακόμα πιο παράξενοι κόσμοι μέσα σ' αυτούς. Δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό. - Και το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα; Ο Βράχος που Τραγουδάει έσκυψε, πήρε το σακίδιο του και σηκώθηκε: - Το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα, είπε, θα είναι πάντα ανάμεσα μας. Όσο υπάρχουν σκοτεινές ευχές και ανεξήγητοι φόβοι, το Μεγάλο Παλιό Πνεύμα θα βρίσκεται πάντα εκεί. Αυτά είπε. Μου πήρε το χέρι και το έσφιξε και μετά έφυγε για να πάρει το αεροπλάνο του.
Πέρασαν σχεδόν τρεις εβδομάδες πριν καταφέρω να φύγω για το Νιου Ίνγκλαντ. Πήγα οδηγώντας. Τα λιβάδια και τα σπίτια ήταν ακόμα σκεπασμένα με χιόνι. Ο ουρανός ήταν γκρίζος και ένας πορτοκαλής ήλιος κρυβόταν χλωμός πίσω από τα δέντρα. Έφτασα ακριβώς πριν σουρουπώσει και σταμάτησα την Κούγκαρ μου μπροστά στο κομψό, βαμμένο άσπρο, σε στυλ αποικιακό σπίτι και βγήκα. Η μπροστινή πόρτα άνοιξε και είδα τον Τζέρεμυ Τάντυ έτσι στεγνό και σβέλτο όπως πάντα που βγήκε να με υποδεχτεί και να πάρει τις αποσκευές μου. - Είμαστε πολύ χαρούμενοι που καταφέρατε να έρθετε κύριε Έρσκιν, είπε πολύ θερμά. Θα είχατε πολύ κρύο στο ταξίδι. Σκούπισα τα πόδια μου στην ψάθα: - Δεν ήταν και πολύ άσχημα. Μ' αρέσουν αυτές οι αλλαγές κλίματος. Όταν μπήκαμε μέσα ή κυρία Τάντυ πήρε το παλτό μου. Ήταν πολύ ζεστά και ευχάριστα καθώς έκαιγε το τζάκι. Το μεγάλο σαλόνι ήταν φορτωμένο με ντόπιες αντίκες, μεγάλες αναπαυτικές καρέκλες και καναπέδες σε στυλ αποικιακό, με μπρούτζινες λάμπες, πολλά στολίδια και πίνακες από αγροτικές σκηνές. - Θα θέλατε ένα ζεστό πιάτο από μύδια, μπέικον και κρεμμύδια; ρώτησε η κυρία Τάντυ και μου ήρθε να την φιλήσω. Κάθισα μπροστά στο τζάκι. Ο Τζέρεμυ Τάντυ μου έβαλε ένα μεγάλο ποτήρι ουίσκι. ενώ η σύζυγος του ήταν απασχολημένη στην κουζίνα. - Πως είναι η Κάρεν; τον ρώτησα. Ο Τζέρεμυ Τάντυ κούνησε το κεφάλι του.
Πάει
καλύτερα;
- Δεν μπορεί ακόμα να περπατήσει, αλλά παίρνει βάρος και είναι πολύ πιο κεφάτη. Μπορείτε να ανεβείτε αργότερα πάνω και να τη δείτε. Σας περίμενε όλη την εβδομάδα. Ήπια μία γουλιά ουίσκι. - Και εγώ το ίδιο, είπα λίγο κουρασμένα. Δεν έχω κοιμηθεί πολύ καλά από τότε που τελείωσε αυτή η ιστορία. Μιλήσαμε για λίγο και μετά η κυρία Τάντυ μου έφερε το ζεστό πιάτο με τα μύδια. Ήταν ωραίο και πηχτό. Κάθισα κοντά στη φωτιά που έτριζε και το έφαγα με μεγάλη ευχαρίστηση.
Αργότερα πήγα πάνω στην Κάρεν. Ήταν χλωμή και φαινόταν άρρωστη, αλλά ο πατέρας της είχε δίκιο. Είχε παχύνει λίγο, και ήταν στην ανάρρωση. Κάθισα στην άκρη του κρεβατιού της Που ήταν από καστανιά με χωριάτικο σκέπασμα ναι μιλήσαμε για το μέλλον της, για τα χόμπι της, για όλα, εκτός από τον Μισκαμάκους. Ο Δρ. Χιούζ, μου διηγήθηκε ιδιαιτέρως πως ήσουνα πάρα πολύ γενναίος, είπε ύστερα από λίγο. Είπε πως αυτό που συνέβη πραγματικά δεν έμοιαζε καθόλου με αυτές τις ιστορίες που διαβάζουμε στις εφημερίδες. Είπε πως κανείς δεν θα τους πίστευε, έστω και αν τους έλεγαν όλη την αλήθεια. Πήρα το χέρι της. - Η αλήθεια δεν έχει και τόση σημασία. Αφού και εγώ ο ίδιος δεν μπορώ να πιστέψω αυτή την αλήθεια. Μου χαμογέλασε με ένα χαμόγελο φιλικό. - Πάντως ήθελα οπωσδήποτε να σε ευχαριστήσω γιατί πιστεύω πως σου χρωστάω τη ζωή μου. Σηκώθηκα. - Πρέπει να πάω κάτω τώρα. Η μητέρα σου μου είπε να μη σε κουράσω. Νομίζω πως πρέπει να αναπαυτείς όσο γίνεται περισσότερο. - Εντάξει, γέλασε, άρχισα να κουράζομαι με όλα αυτά τα χαϊδολογήματα αλλά νομίζω πως πρέπει να περάσω κι από αυτά. - Αν χρειαστείς τίποτα να μου το πεις, είπα. Βιβλία, περιοδικά, φρούτα. Μία σου λέξη φτάνει. Άνοιξα την πόρτα να φύγω και η Κάρεν είπε: - Ντί μπούου μινζίιρ. Πάγωσα. Ένιωσα δύο παγωμένα χέρια πάνω στην πλάτη μου. Γύρισα, την κοίταξα και είπα: -Τι είπες; - Καλό ταξίδι. Αυτό είπα. Καλό ταξίδι.
Έκλεισα την πόρτα του δωματίου της. Έξω στο κεφαλόσκαλο ήταν απόλυτη ησυχία και σκοτεινιά. Το παλιό αποικιακό σπίτι έτριζε κάτω από το βάρος του χειμωνιάτικου χιονιού. - Αυτό νόμιζα κι' εγώ πως είπες, ψιθύρισα μέσα μου, και κατέβηκα κάτω.
View more...
Comments