G Veikos Prosokratikoi

July 23, 2018 | Author: markos | Category: N/A
Share Embed Donate


Short Description

nitse 2...

Description

Θεόϕιλος Βέικος

ΟΙ ΠΡΟ ΡΟΣ Σ Ω Κ ΡΑΤΙ ΤΙΚ ΚΟΙ

GutenberG

 ᾽Α θ ή ν α 2016

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.  ᾽Απὸ Απὸ τὸν µύθο στὸ λόγο

Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ, ὡς ἐκδήλωση ἐ κδήλωση τοῦ ἀνθρώινου νεύµατος, δὲν ὑῆρξε οτὲ αὐτονόητη. ᾽Αντίθετα, ντ ίθετα, αὐτὴ ἀαιτο ἀα ιτοῦσε ῦσε ἀὸ τὴν ἀρχὴ καὶ ἀαιτεῖ άντοτε άντοτ ε ἐξήγηση ἐξήγηση τῆς τ ῆς γέννησής της, τῆς ἀνάτυξ ἀνά τυξης ης καὶ κ αὶ τῆς ὅλης σταδιοδρ σταδιοδροµίας οµίας της διαµέσου δια µέσου τῆς ἱστορίας.  ῾Η ϕιλοσοϕία, ϕιλοσοϕία, ὅως αρουσιάζεται στὴν ἱστορία τοῦ ἑλἑλληνικοῦ ληνικοῦ καὶ κ αὶ τοῦ δυτικοῦ δυτ ικοῦ ολιτισµοῦ, ολιτισµοῦ, δὲν ἦρθε ἦ ρθε στὸν κόσµο σὰν ἕνα ξαϕνικὸ ξέσασµα τῆς ἀνθρώινης σκέψης, σκ έψης, σὰν µιὰ ἐαναστατικὴ καινοτοµία, ριζοσαστικὴ καὶ ξαϕνικὴ ἀλλαγή, αρὰ σὰν ἀοτέλεσµα ἀοτ έλεσµα µιᾶς βαθµιαίας ἀνάτυξ ἀνάτ υξης ης οὺ ἄρχισε ἀὸ αλιά. Εἶναι σὰν νὰ ροηγήθηκε µιὰ ερίοδος κύησης καὶ κάοτε γεννήθηκε ἡ ϕιλοσοϕία σὰν σὰν ἕνας καινο κα ινούργι ύργιος ος ζωνζωντανὸς ὀργανισµὸς γεµάτος δίψα γιὰ ζωὴ καὶ ἀνάτυξη. ἀνά τυξη.  ᾽Αὸ Αὸ οιές ἀρχὲς ἀρχὲς λοιὸν λοιὸν ξεήγασε ἡ ϕιλοσοϕία ϕιλοσοϕία στὴν ῾Ε λλάδα; Ποιά Ποιά εἶναι εἶνα ι ἡ καταγωγὴ κ αταγωγὴ τοῦ τοῦ ϕιλοσοϕικοῦ ϕιλοσοϕικοῦ νεύµατος ν εύµατος στὴν αράδοση  αράδοση τοῦ ἑλληνικοῦ καὶ τοῦ εὐρωαϊκοῦ ολιτισµοῦ; ολιτισµοῦ; Εἶναι Εἶνα ι ὁ µύθος µύθος καὶ ἡ θρησκε θρησκεία ία ἀ ᾽ ὅου ὅου ἀναδύεται βαθµιαῖα βαθµιαῖα ὁ ϕωτεινὸς λόγος, εἶναι ἡ λαµρότητα, ἡ εὐκινησία καὶ ἡ λαστικότητα στικότη τα τοῦ ἑλληνικοῦ ἑλληνικοῦ νεύµατος στὰ εὐρύτερα λαίσια τῆς ὅλης ροηγµένης ροηγµένης οἰκονοµικῆς καὶ ολιτιστικῆς ολιτιστ ικῆς ἀνάτυἀνάτ υξης, οὺ ἐξηγοῦν τὸ ζωηρὸ θεωρητικὸ ἐνδιαϕέρον τῶν ἀρἀρ χαίων ῾ Ελλ Ελ λήνων γιὰ τὸν κόσµο, κόσµο, ἢ τὸ ρακτικὸ καὶ ὀρθολοὀρθολογιστικὸ νεῦµα, ν εῦµα, ἡ τάση γιὰ ὀργανωµένη ὀργανωµένη καὶ συστηµατικ συστη µατικὴ ὴ γνώση; Εἶναι ἀλήθεια ὼς οἱ ῞Ελληνες ῞Ε λληνες δὲν ἀέβλεαν ἀέβλεαν ἁλὰ

16

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

καὶ µόνο σὲ ρακτικοὺς σκοούς, σ κοούς, ὅως .χ. οἱ Βαβυλώνιοι, Β αβυλώνιοι, ἀλλὰ ἐιζ ἐ ιζητοῦσαν ητοῦσαν γνώση ὀρθολογικὰ καὶ συστηµατικὰ συστ ηµατικὰ ὀργανωµένη, ράγµα οὺ ἐξηγεῖ ἐξηγεῖ γιατί στὴν ῾ Ελλάδα Ελ λάδα καλλιεργήκαλ λιεργήθηκε βαθµιαῖα ἐιστηµονικὴ ἐιστηµονικὴ γνώση καὶ δὲν συσσωρεύτηκε συ σσωρεύτηκε (ὅως .χ. στοὺς Βαβυλώνιους Β αβυλώνιους καὶ στοὺς Αἰγύτιους) Αἰγύ τιους) ἀσυστηµατοοίητη τεχνικὴ καὶ ρακτικὴ γνώση (κυρίως µαθηµατικὴ καὶ ἀστρονοµική). ῎Ετσι στὴν ῾Ελλάδα ἡ ἀνάτυξη τῆς ϕιλοσοϕίας ϕιλοσοϕίας συνυϕάνθηκε µὲ τὴν ἀνάτυξ ἀνάτ υξη η τῆς ἐιστήἐ ιστήµης, γιατὶ ἀκριβῶς ὑῆρξε ὑ ῆρξε µεγάλο ἐνδιαϕέρον γιὰ ὅσο γίνεται θεµελιωµένη, θ εµελιωµένη, ἀκριβολογικὰ ἀκριβολογικὰ καὶ συστηµατικὰ συ στηµατικὰ ὀργανωµένη γνώση.  ᾽Αλλὰ ἡ ρώιµη ρώιµη ϕιλοσοϕικὴ ϕιλοσοϕικὴ καὶ ἐιστηµ ἐιστη µονικὴ σκέψη εἶεἶναι διάχυτη ἀὸ ολλὰ µυθικὰ στοιχεῖα. Αὐτὸ εἶναι βέβαια εὔλογο. Οἱ ρῶτοι-ρῶτοι ῞Ελληνες ῞Ε λληνες στοχαστὲς στοχαστὲς ἦταν ολὺ κονκοντύτερα τύτ ερα ἀὸ ἄλλους ἄλ λους (.χ. (.χ. τὸν Πλάτωνα καὶ τὸν ᾽Αριστοτέλη) στὴ µυθική, µυθική, µαγικὴ καὶ θρησκευτικὴ θρησκευτ ικὴ σκέψη, κι ἐειδὴ αὐτοὶ ἦταν οἱ ρωτοόροι, ρωτοόροι, εἶναι ϕυσικὸ ϕυ σικὸ οἱ ρῶτες ρῶτ ες ϕιλοσοϕικὲς ϕιλοσοϕικὲς δοκιµές, οὺ αὐτοὶ ἐιχείρησαν, νὰ εράσουν µέσα ἀὸ τὴν ἀχλὴ τοῦ µύθου. ᾽Αλλὰ καὶ ὁ Πλάτωνας αρουσιάζει σὲ µεγάλο βαθµὸ βαθµὸ µυθικὴ µυθικὴ καὶ θρησ θρησκευτικὴ κευτικὴ σκέψη. σκ έψη. ῾Ο ῾ Ο ἴδιος µάλιστα ὁ  ᾽Αριστοτέλ Αριστοτέλης ης ρόβαλε ρόβαλε ὁρισµένες ὁρισµένες ἀόψεις οὺ ϕαντάζουν ϕαντάζουν ὁλότελα µυθικές, ὅως .χ. ὅτι τὰ οὐράνια σώµατα εἶναι εἶνα ι ζωνταζωντανὰ λάσµατα, ὅτι ὁ ἀριθµὸς 3 ἔχει ροτεραιότητα κ.λ. ῞Οταν λοιὸν λέµε ὼς τὸ έρασµα  έρασµα ἀὸ τὸν µύθο στὸ λόγο, ἢ ἀὸ τὴ θρησκεία θρησ κεία στὴ στ ὴ ϕιλοσοϕία, ἀοτελεῖ τὴ τ ὴ ληξιαρχικὴ ληξιαρχικὴ ράξη ράξη γέννησης τῆς τ ῆς ἑλληνικῆς καὶ εὐρωαϊκῆς ϕιλοσοϕίας, ϕιλοσοϕίας, ἐννοοῦἐννοοῦµε κανονικὰ ἕνα βαθµιαῖο έρασµα. Εἶναι λάθος νὰ ϕανταζόµαστε τὴ ϕιλοσοϕία νὰ ἀναδύεται ξαϕνικὰ σὰν ἕνας ϕωτεινὸς τε ινὸς κόσµος τοῦ λόγου µέσα ἀὸ τὸν κόσµο τοῦ ζοϕεροῦ µύθου. ∆ὲν εἶναι εἶν αι δυνατὸ δυν ατὸ κανένα κανέν α έρασµα ἀὸ τὸν καθαρὸ µύθο στὸν καθαρὸ λόγο. ᾽Αὸ τὸν Παρµενίδη, Παρµεν ίδη, τὸν Πλάτωνα καὶ τὸν  ᾽Αριστοτέλη ριστοτέλη ὣς τὸν Λὸκ καὶ τὸν Βιτγκεν Βιτγ κενστάιν, στάιν, ὁ µύθος ἐξακολουθεῖ νὰ λειτουργεῖ µέσα στὴν ὀρθολογικὴ σκέψη. Μαζὶ λοιὸν λοιὸν µὲ τὸ αρατηρηµένο ἱστορικὸ γεγονὸς ὅτι στὶς ἀαρ-

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

17

χὲς τοῦ ϕιλοσοϕικο ϕιλοσοϕικοῦῦ στοχασµ στοχασµοῦ οῦ µύθος µύθος καὶ λόγος, θρησκεία καὶ ϕιλοσοϕία εἶναι συνδεδεµένα, συνδεδεµέν α, ρέει νὰ λαµβάνουµε ὑόψη ὼς καὶ σὲ ροχωρηµένα ροχωρηµένα ἀκόµη στάδια ἀνάτυξης ἀνά τυξης τῆς ϕιλοσοϕικῆς σκέψης ὁ σύνδεσµος σ ύνδεσµος αὐτὸς οτὲ δὲν λύνετα λύνεταιι ὁλότελα. Τὸ Τὸ σταθερὸ χαρακτηριστικὸ τῆς τ ῆς ϕιλοσοϕικῆς ορείας εἶναι µία συνεχῶς ἀνοιχτὴ ἀνοιχτὴ διαδικασία διαδικασ ία µετασχηµατισµοῦ µετασχηµατισµοῦ τῶν µύθων καὶ µυθικῶν µυθικῶν στοιχείων σὲ τάξεις ἐννοιῶν ἐνν οιῶν καὶ σὲ ὀρθολογικὰ σχήµατα ἑρµηνείας τοῦ κόσµου. κόσµου. Τὸ ζήτ ζήτηµα ηµα ῶς καὶ σὲ οιό µέτρο ἡ γένεση καὶ ἀνάτυἀνάτ υξη τῆς ϕιλοσοϕίας ϕ ιλοσοϕίας αριστάνει µία ορεία ὀρθολογικοοίησης, κι ἑοµένως ἀοµυθοοίησης τῆς εἰκόνας τοῦ κόσµου, µιὰ καὶ αὐτὸ συνεάγεται συν εάγεται ορεία ορε ία κατὰ τὴν ὁοία ἐξουδετερώνον ἐξουδετερώνον-ται ὁρισµένες καθοδηγητικὲς µυθικὲς εἰκόνες εἰκόνες κατανόησης κατανόησης τοῦ κόσµου, θὰ ρέει νὰ ἀντιµετωιστεῖ µὲ ἀϕετηρία τὸν µύθο. ῞Οως λέει ὁ E3/45 C"44*3&3,1 ὁ µύθος «ἀρχίζει «ἀρχίζει µὲ τὴ τὴ θεώρηση τῆς σκόιµ σκό ιµης ης ἐνέργειας – γιατὶ ὅλες οἱ δυνάµεις τῆς ϕύσης ϕύση ς δὲν εἶναι αρὰ  αρὰ δαιµονικὲς δαιµονικὲς ἢ θεϊκὲς βουλητ βουλητικὲς ικὲς ἐκδηλώσεις». Οἱ ἄνθρωοι οὺ ἐργάζονται, ἐργάζονται, νιώθουν ν ιώθουν νὰ βρίσκονβρίσκονται µέσα σ ᾽ ἕναν κόσµο κόσµο ἀὸ ὄντα οὺ δροῦν δροῦν καὶ οὺ µὲ ὁρισµένα µέτρα εἶναι εἶνα ι συνέταιροι συνέτα ιροι τῆς βούλησης βούλησης καὶ τῆς ράξης ράξης τους. ῾Ο ῾ Ο κόσµος κόσµος αριστάνεται αριστάνετα ι ἔτσι σὰν ἕνα αιχνίδι κοινωνικῶν ρόλων, σὰν ἕνα λέγµα ἀὸ κοινωνικόµορϕες συνάσυνάϕειες δράσης. ῾Ο ῾ Ο εριβάλλων κόσµος κόσµος εἶναι «συµαίκτης «συµαίκτη ς τοῦ ἀνθρώου».2 Τὰ «κοινωνικόµορϕα» µ µοντέ οντέλα λα αράστασης αράστ ασης τοῦ κόσµου, σύµϕωνα µὲ τὰ ὁοῖα ὅλα τὰ ράγµατα αριστάνονται νὰ συµµετέχουν µαζὶ µὲ τοὺς τοὺς ἀνθρώους ἀνθρώους σ ᾽ ἕνα αιχνίδι α ιχνίδι κοινωκοινωνικῶν ρόλων καὶ ὁ κόσµος νὰ λειτουργεῖ λειτουργεῖ σύµϕωνα µ ᾽ ἕνα κοινωνικὸ σχῆµα (οἰκογένεια, (οἰκογένε ια, ϕυλή, ϕυλή, οἶκος, ολιτεία), ολιτεία), δὲν εἶναι εἶν αι τὰ µόνα µόνα οὺ λειτουργοῦν λειτουργοῦν στὴ µυθικὴ µυθικὴ σκέψη. σκ έψη. Κοντὰ Κοντὰ σ ᾽ αὐτὰ 06*b,)&0%"+ F,/*"+ II. Da0 *61%&0%" D"+("+ , 1.  P%&),0,%&" !"/ 06*b,)&0%"+ ἔκδ.,, D"345"%5 1969, 64. 3η ἔκδ. U/*"+0% a)0 S%>#"/ , B&3*/ 1942, 84. 2. G. K3"'5,  D"/ U/*"+0%

18

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

λειτουργοῦν λειτουργοῦν «τεχνόµορϕα» µοντ µοντέλα έλα (τέχνη (τ έχνη µὲ τὴν τ ὴν ἑλληνικὴ σηµασία, ὡς ἑτοιµότητα γιὰ γ ιὰ τέχνη µὲ µορϕὲς καὶ εἰκόνες οὺ ξεηδοῦν ἀὸ τὴ τ ὴ δηµιουργικότη δηµιουργικότητα τα τοῦ χεριοῦ), χεριοῦ), σύµϕωνα µὲ τὰ ὁοῖα ὁ κόσµος αριστάνεται σὰν ἕνα ἔργο ὑεράνθρωης η ς τέχνης, τέχνη ς, καὶ ἀκόµα «βιόµορϕα» «βιόµορϕα» µοντ µοντέλα, έλα, µὲ τὰ ὁοῖα ὁ κόσµος κόσµος αριστάνεται αριστάν εται σὰν ζωντανὸς ζων τανὸς ὀργανισµός.3 Βέβαια, ἡ σχέση µύθου µύθου καὶ ὀρθολογικῆς σκέψης δὲν εἶναι εἶν αι ἀντίθεση ἀντ ίθεση λάνης καὶ ἀλήθε ἀλήθειας, ιας, ὅως διδάσκει διδάσκ ει ὁ θετικισµός. Μὲ τὰ λόγια τοῦ D&4$0#&4,4 «ὁ µύθος δὲν εἶναι εἶναι ἕνα ἕν α τραύλισµα τῆς ἐιστήµης, ἐ ιστήµης, ὅως διατείνεται διατείνεται ἡ θεωρία τοῦ συνεχοῦς τῆς ἱστορίας τῶν ἐιστηµῶν. [...] ῾Ο µύθος βρίσκεται στὸ ἐσωτερικὸ τῆς ἐιστήµ ἐιστή µης». ῾Ο ῾ Ο D&4$0.#&4 ροτείνει ροτείνει µιὰν ἀναθεώρηση τῆς ἔννοιας ἔνν οιας τοῦ λόγου. λόγου. «∆ὲν εἶναι εἶνα ι ἀλήθε ἀλήθεια», ια», αρατηρεῖ, «ὼς στὴν ἀρχαία ἀρχαία ῾ Ελλάδα, Ελ λάδα, µὲ µιὰ νικηϕόρα “ἐιστηµολογικὴ τοµή”, ὁ λόγος θριάµβευσε ἐὶ τοῦ µύθου (ὅως καὶ ἡ κοινὴ λογικὴ θριαµβεύει ἐὶ τοῦ αραλη αρα ληρήµατος)». ρήµατος)». ∆ὲν εἶναι εἶν αι λοιὸν µόνο µόνο τὸ ρακτικὸ καὶ κ αὶ ὀρθολογιστικὸ ὀρθολογιστικὸ νεῦµα οὺ συνετέλεσε συν ετέλεσε στὴ γένεση καὶ ἀνάτυξη ἀνάτυξη ϕιλοσοϕικοῦ στοχασµ στοχασµοῦ οῦ στὴν ῾ Ελλάδα Ελ λάδα οὔτε ἡ τάση γιὰ ἑνότητα, ἑνότη τα, σύνθεση καὶ ὀργάνωση τῆς γνώσης οὺ κάνει ττὴν ὴν ἐιστήµ ἐιστή µη, ααρὰ καὶ ἡ µυθικὴ σκέψη οὺ ἐκϕράζεται µὲ εἰκονική, αραστατική, µεταϕορικὴ καὶ ἀναλογικὴ ἀναλογι κὴ γλώσσα.5 Πρόκειται γιὰ γ ιὰ οιητὲς καὶ στοχαστὲς οὺ ὁ ᾽Αριστοτέλης τοὺς ὀνόµασε «θεολόγους», ἀνθρώους δηλαδὴ οὺ βρίσκουµε σὲ µιὰ ροειστηµονικὴ καὶ ροϕιλοσοϕικὴ σκέψη καὶ οὺ ἔτειναν κατὰ 3. Πβ. E. T01*54$),  M61%,0 P%&),0,%&" P,)&1&(, F3&*#63( 1969, 24 κ.ἑ., 79. ῞Ενα λο λούσιο ύσιο ὑλικ ὑλικὸὸ ἀὸ κείµ κείµενα ενα ροσ ροσω ωκρα κρατικῶ τικῶνν στο στοχαστῶ αστῶνν

τὰ ὁοῖ ὁοῖα α δεί δείχνο χνουν ῶς ῶς αὐτοὶ ὐτοὶ αρί αρίσ στανα τανανν τὸν τὸν κόσµ κόσµοο σὰν σὰν ολι ολιτε τεία ία,, σὰν σὰν ζωντ ζωνταν ανὸὸ ὀργα ὀργανι νισµ σµὸὸ καὶ καὶ σὰν σὰν ἔργο ἔργο τέχν τέχνης ης,, αρ αρουσιάζ υσιάζει ει καὶ καὶ ἑρµ ἑρµηνεύ ηνεύει ει ὁ G.E.R. L0:%,  P,)a/&16 a+! A+a),$6 , C"#3*%(& 1966, 210 κ.ἑ. 4.  V. D&4$0#&4, Τὸ ῎Ιδιο καὶ κ αὶ τὸ Αλλο Α ῎ λλο, µτϕρ. Λ. Κασίµη, ᾽Αθήνα 1984, 117. Αλλ ωστε καὶ µέσα στὸν µύθο θὰ µοροῦσε µοροῦσε νὰ καταδειχθεῖ καταδειχθεῖ ὼς 5.  ῎Αλλωστε ὑάρχει, µὲ κάοια µορϕή, ἐιστηµο ἐιστη µονικὴ νικὴ γνώση.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

19

κάοιον τρόο τρόο νὰ ροαναγγέλλουν ροαναγ γέλλουν κάοια ὀρθολογικὴ θεώρηση τοῦ κόσµου. Εἶναι ὁ ῞Οµηρος καὶ ὁ ῾Ησίοδος, αλιὲς ὀρϕικὲς κοσµογονίες, κοσµογονίες, ὁ ᾽ Ειµενίδης, Ειµε νίδης, ὁ ᾽Ακουσ κουσίλαος, ίλαος, ὁ Φερεκύδης κ.ἄ.

2. Μυθ  Μυ θικὲς κοσµογονίες  ῎Ηδη ρὶν ἀὸ τὸν ᾽Αριστοτέλη Αριστοτέλη6 ἐικρατοῦσε σὲ λατωνικοὺς κύκλους ἡ ἄοψη ὅτι οἱ ρῶτοι ϕιλόσοϕοι ἔχουν ἔχουν µιὰ συγγέσυγ γένεια νε ια µὲ τοὺς αλιότερους οιητές, τὸν ῞Οµηρο ῞Οµηρο καὶ τὸν ῾Ησίο῾ Ησίοδο.7 Παρατηρήθηκε Παρατηρήθηκ ε ἰδιαίτερα ὅτι σὲ ὁµηρικοὺς στίχους ἀνευρίσκονται ροανακρούσµατα τῆς ὑοτιθέµενης ἄοψης τοῦ Θαλῆ ὅτι ὅτ ι ηγὴ η γὴ ὅλων τῶν ραγµάτων εἶναι τὸ νερό. ν ερό. ΠραγΙλιάδα λέγεται «ἐν μύθου σχήματι», κατὰ τὴν µατικά, στὴν  ᾽Ιλιάδα ἀριστοτελικὴ ἔκϕραση:8 Ξ 200 εἶμι γὰρ ὀψομένη πολυφόρβου πείρατα γαίη�,

᾽Ωκεανόν τε, θεῶν γένεσιν, καὶ μητέρα Τηθύν [...] Ξ 244 ἄλλον μέν κεν ἔγωγε θεῶν αἰειγενετάων  ῥεῖα κατευνήσαιμι, καὶ ἂν ποταμοῖο ῥέεθρα ᾽Ωκεανοῦ, ὅ� περ γένεσι� πάντεσσι τέτυκται

 ῾Η ίστη  ίστη αὐτή, αὐτ ή, ὅτι δηλαδὴ ὁ ᾽ Ωκεανὸς εἶναι εἶν αι ἡ ρωταρχικὴ ηγὴ τῶν θεῶν καὶ ὅλων τῶν ραγµάτων, ἐκϕράζει οιητικὰ τὴ τ ὴ βασικὴ ἀρχὴ µιᾶς κοσµογονίας κοσµογονίας καὶ µαζὶ τὴν τ ὴν κοσµολογικὴ ἀρχὴ ἀρχὴ τῆς καθολικῆς ροῆς. 9  ῾Ο ῾Ησίοδος σ ίοδος δὲν ἐκϕράζει ἁλὰ τὴν ἀλήθε ἀλήθεια ια του µὲ µυµυθικοὺς τρόους, ἀλλὰ ἐκϕράζεται µυθικὰ µὲ συγκροτηµένα 6. ΜτΦ Α 3, 983#27. 7. Πβ. Θεαίτ., 181#, καὶ τὰ χωρία οὺ σηµειώνει ὁ  W.D. R044,  A/&01,1)"0 M"1a%60&0 M"1a%60&0 , O9'03% 1970, Ι 130. 8. ΜτΦ Λ 8, 1074#1. 9. Πβ. Θεαίτ., 152&.

20

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ροβλήµατα ροβλήµατα καὶ ροσαθεῖ νὰ κερδίσει κερ δίσει δικές του, ροσωιροσωικὲς λύσεις. ῎Ηδη µέσα στὸν ἴδιο τὸν µύθο διαγράϕεται ἡ ορεία ορε ία γιὰ ἀοµυθοοίηση ἀοµυθοοίηση τῆς σκέψης, σ κέψης, ράγµα οὺ ἀοτελεῖ βέβαια χαρακτηριστικὸ τῆς ρώτης ϕιλοσοϕίας καὶ ἐιστήµης. Στὴν ἀρχὴ τῆς Θεογονίας, οἱ Μοῦσες λένε στὸν οιητὴ ὼς ξέρουν νὰ διηγοῦντα διηγοῦνταιι «ψεύδεα πολλὰ ἐτύμοισιν ὁμοῖα»10 καὶ ὼς ξέρουν ὡστόσο, ὅταν θέλουν, θέλουν, νὰ λένε ἐίσης ἐ ίσης τὴν ἀλήθεια.11 ῾Ο ῾Ησίοδος ῾ Ησίοδος ροβαίνει ροβαίνει σὲ µιὰν ἀνακατασκευὴ τῶν µύθων εἰσάγοντας νέα στοιχεῖα στο ιχεῖα καὶ νέους συνδυασµοὺς συν δυασµοὺς µεταξύ µεταξύ τους, ὥστε ὥστε νὰ εῖ τὴν ἀλήθεια γιὰ τὴ τ ὴ γένεση τῶν θεῶν καὶ µαζὶ γιὰ ὅλον τὸν κόσµο κόσµο καὶ τὴ τ ὴ διάταξή διάταξή του. ᾽ Εδῶ ἡ γένεση ροϋοτίθεται σὰν µιὰ βιολογικὴ ἀνάτυξη, κι αὐτὸ ἰσχύει ὄχι µόνο µόνο γιὰ γ ιὰ τοὺς θεούς, οὺ σχηµατίζουν µιὰ κανονικὴ γενεαλογία, ἀλλὰ γιὰ ὅλο τὸ κοσµικὸ γίγνεσθαι. Βέβαια, καθαρὰ ϕυσικὲς δυνάµεις, δυν άµεις, ὅως οὐρανὸς καὶ γῆ, δὲν εἶναι ἐδῶ ἀκόµα ἀντιλητὲς αρὰ σὰν ροσωικὲς θεϊκὲς ὀντότητες.  ᾽ Ειλέον, ὁ Οὐρανὸ� καὶ ἡ Γῆ θεωροῦνται σίγο σ ίγουρα υρα ἀὸ τὸν  ῾Ησίοδο σίοδο σὰν τὰ δύο βασικὰ στοιχειακὰ στοιχειακὰ σύνολα τοῦ ὁρατοῦ ὁρατοῦ κόσµου, σµου, ἀλλὰ δὲν δ ὲν ἀοτελοῦν τὶς ρωταρχικὲς ηγὲς  ηγὲς τοῦ κόσµου. Προηγεῖτα Πρ οηγεῖταιι µία καὶ µόνη ρώτιστη ρώτιστ η ἀρχή, µιὰ µάζα ἄµορϕη, ἄµετρη, χωρὶς ἐσωτερικὴ διάρθρωση, ἕνας ἀδιακόσµητος χῶχῶρος ἢ ἄβυσσος ἀνάµεσα στὴ στ ὴ Γῆ καὶ στὸν Οὐρανό: τὸ Χάο�. Αὐτὸ ἀοτελεῖ τὴν τ ὴν ἀρχὴ τοῦ τοῦ κόσµου. κόσµου. ῞Οτι ῞Οτ ι ὅµως τὸ Χάος δὲν ὑῆρχε ροαιώνια ροαιώνια ἀλλὰ γεννήθηκε γεννήθη κε κι αὐτὸ κάοτε ἀοτελώνἀοτελώντας τὴν ρώτη ϕάση τῆς τ ῆς κοσµογονικῆς κοσµογονικῆς λειτουργίας, ροκύτει ἀὸ τὸ ἴδιο τὸ ἡσιόδειο ἡσιόδειο κείµενο: κείµεν ο: Θεογ., 116 ῏ Η τοι μὲν πρώτιστα Χάο� γένετ᾽ αὐτὰρ αὐτὰρ

ἔπειτα ἔπειτα [...] (Γῆ, Τάρταρο�, Τάρταρο�, Ἔρω�). Ἔρω�).

∆ὲν λέγεται ὅτι στὴν στ ὴν ἀρχὴ ἀρχὴ ἦταν τὸ Χάος ἀλλ ᾽ ὅτι στὴν ἀρχὴ ἔγινε τὸ Χάος, µετὰ ἡ Γῆ κ.λ. ῾Ο ῾ Ο ῾Ησίοδος σ ίοδος λοιὸν ἐνδιαϕεἐνδιαϕ ε10. Πβ. Ξενοϕ., Β 35: «ἐοικότα τοῖ� ἐτύμοισι». 11. Θεογ., 27.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

21

ρόταν νὰ δώσει ἀάντηση στὸ ἐρώτηµα τί τ ί ἔγινε ρῶτα καὶ ὄχι τί ἦταν ρωταρχικά. ρωταρχικά.12 ∆ὲν ὑάρχει ὑ άρχει ἐδῶ θέση γιὰ τὸ ἐρώἐρώτηµα τη µα ἂν ρέει νὰ ὑάρχει µιὰ ἀρχὴ ἀρχὴ τοῦ γίγνεσθαι, οὺ εἶναι ἡ ἴδια ἀγέννητη. ἀγέννητη. ῾Ο ῾Ησίοδος ἀϕήνει ἀϕήνει ἕνα τέτοιο τέτοιο ἐρώτηµα ἀναάντητο13 ὄχι γιατὶ τὸ αρέκαµψε, αρέκ αµψε, ἀλλὰ γιατὶ γ ιατὶ δὲν εἶχαν εἶχαν σχηµατιστεῖ τὰ κατάλληλα λαίσια σκέψης γιὰ γ ιὰ νὰ τεθεῖ αὐτὸ τὸ ἐρώτηµα. Στὶς αλιὲς κοσµογονίες δὲν ὑάρχει ρίν: ὁ κόσµος σµος ἦταν ροαιώνια, εἶναι εἶν αι καὶ θὰ θ ὰ εἶναι. εἶνα ι. Τὸ ἐρώτηµα λοιὸν τί ἦταν ρὶν ἀὸ τὸ Χάος δὲν ἔχει ἐδῶ κανένα νόηµα, καὶ δὲν ἦταν ἀνάγκη νὰ ἔχει ὁωσδήοτε ἐξετάσει ὁ ῾Ησίοδος αὐτὸ τὸ ἐρώτηµα. ᾽Ανάλογα καὶ στὴ Γένεση τῆς Παλαιᾶς ∆ιαθήκης14 δὲν δικαιολογεῖται δικαιολογεῖται νὰ ρωτήσει κανεὶς κ ανεὶς τί ὑῆρχε ρὶν ἀ ᾽ αὐτὸ οὺ ὁ ∆ηµιουργὸς ∆ηµιουργὸς κατασκεύασε κατασκεύασε ρῶτο, γιατὶ ἡ ἐρώτηση τί ὑῆρχε ρὶν ἀὸ τὸ ρῶτο συµβὰν δὲν ἔχει νόηµα. Στὸν ῾Ησίοδο σ ίοδο βέβαια, καθὼς καὶ σὲ ὅλες τὶς ἑλληνιἑλληνικὲς κοσµογονίες, κοσµογονίες, δὲν νοεῖται µιὰ ροαιώνια ροα ιώνια ροσωικὴ θεϊθεϊκὴ βούληση οὺ «ἐν ἀρχῇ ἐποίησε [...]», ἀλλὰ αὐτὸ οὺ γίνεται ρῶτα καὶ ὅ,τι ἐξακολουθεῖ ἐξακολουθεῖ νὰ γίνεται καθ ᾽ ὅλη ὅλη τὴν κοσµογονικὴ σµογονικὴ ορεία γίνετα γίνεταιι αὐτοδύναµα. αὐτοδύνα µα. Πρώτιστα λοιὸν ἔγινε τὸ Χάος. Γιὰ τὴν ἀκρίβεια, τὸ «ρώτιστα» «ρώτιστα » δηλώνει δηλών ει ὄχι µόνο τὸν χρόνο χρόνο οὺ ροηγε ροηγεῖτο ῖτο τοῦ σχηµατισµοῦ τοῦ κόσµου, κόσµου, ἀλλὰ καὶ κ αὶ τὸ ρῶτο-ρῶτο ρῶτο -ρῶτο µέλος ἀνάµεσα ἀνά µεσα σὲ ρῶτα µέλη µιᾶς σειρᾶς σειρᾶς κοσµογονικῶν κοσµογονικῶν αραγόαραγό ντων οὺ ὁδήγησαν ὁδήγη σαν στὴ στ ὴ διαµόρϕωση τοῦ κόσµου. κόσµου. Μετὰ τὸ ρώτιστο αὐτὸ γεγονὸς ἀκολουθοῦν ἀκολουθοῦν ἄλλα, σύµϕωνα µὲ µιὰ ὁρισµένη σειρά: Θεογ., 123 ἐκ Χάεο� δ᾽ Ἔρεβό� τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο·

Νυκτὸ� δ᾽ αὖτ᾽ Αἰθήρ τε καὶ Ἡμέρη ἐξεγένοντο, ἐ ξεγένοντο, ἐ ιχειρεῖ µιὰ διεξοδικὴ καὶ ρο12. ῾Ο G*(0/, U/0/2+$ , 23, ἂν καὶ ἐιχειρεῖ σεκτικὴ γενικὰ ἀνάλυση τῆς σκέψης τοῦ ῾Ησίοδου, σίοδου, ὡστόσο σκέϕτεται σ ᾽ αὐτὸ τὸ σηµεῖο σηµεῖο ὡσὰν στὸ κείµενο νὰ ὑῆρχε «ἦν». 13. Πβ. J"&(&3, 23.  Γέ ν. Α, 1, «ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ θεὸ� τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν ». 14. Γέν

22

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

οὓ� τέκε κυσαμένη ᾽Ερέβει φιλότητι μιγεῖσα. Γαῖα δέ τοι πρῶτον μὲν ἐγ ἐγείνατο είνατο ἴσον ἑαυτῇ Οὐρανὸν ἀστερόενθ᾽, ἀστερόενθ ᾽, ἵνα μιν περὶ πάντα καλύπτοι, ὄφρ᾽ εἴη μακάρεσσι θεοῖ� ἕδο� ἀσφαλὲ� αἰεί. ( ᾽Ακολουθεῖ κολουθεῖ ἡ γένεση τῶν ᾽ Ορέων, τοῦ τοῦ Πόντου, Πόντου, τοῦ ᾽Ωκεανοῦ, τῶν Τιτάνων).

Οἱ τρεῖς ρωταρχικοὶ κοσµογονικοὶ κοσµογονικοὶ αράγοντες αράγον τες εἶναι εἶνα ι τὸ Χάος, ἡ Γῆ καὶ ὁ ῎ Ερως. Τὸ ρώτιστο, ρώτιστο, τὸ Χάος, εἶναι εἶνα ι ἡ ὑοδοχὴ ὑοδοχὴ κάθε γένεσης γένεση ς καὶ ἡ Γῆ τὸ στερεὸ θεµέλιο, θεµέλιο, τὸ ἀδιάσαστο βάθρο ὅλων ὅλων τῶν ραγµά ραγµάτων των καὶ τῶν ζωντανῶν ὄντων. ῾Ο ῾ Ο ῎ Ερως εἶναι κάτι ἄλλο: εἶναι ἡ δύναµη οὺ οὺ κάνει τὰ ράγµατα ράγµατα νὰ βρίσκονται ἀδιάκοα άνω  άνω στὸ δρόµο δρόµο τῆς τ ῆς γένεσής τους. ∆ὲν ρόκειται βέβαια µόνο µόνο γιὰ τὸν κοσµογονικὸ κοσµογονικὸ ῎ Ερωτα. ῾Ο ῾ Ο ῎ Ερως ἐδῶ εἶναι βασικὸς αράγο  αράγοντας ντας τόσο τῆς τ ῆς ἀνθρώινης ζωῆς ὅσο καὶ τῆς τ ῆς ζωῆς τοῦ εὐρύτερου κοσµικοῦ κοσµικοῦ συνόλου. συν όλου.15 Γιατὶ Γιατὶ ὁ ἄνἄν θρωος δὲν νοεῖται στὴν στ ὴν ρώιµη ρώιµη ἑλληνικὴ σκέψη σὰν ἕνα ἀοσασµένο µέρος τοῦ σύµαντος, ἀλλὰ σὰν ἕνα λειτουργικὸ λειτουργικὸ καὶ ἀναόσαστο ἀναόσ αστο µέλος µ έλος τοῦ ὅλου κοσµικοῦ ὀργανισµοῦ. ὀργανισµοῦ.  ῞Οως ἀναϕέρεται ἀναϕ έρεται σὲ ἄλλον ἄλλον στίχο στίχο τῆς Θεογονίας,16 τὸ Χάος εἶναι συγκ σ υγκεκριµένα εκριµένα τὸ µεσοδιάστηµα µεσοδιάστη µα τοῦ χώρου χώρου (τόος)17 οὺ χάσκε χάσκειι ἀνάµεσα στὸν Οὐρανὸ καὶ στὴ Γῆ. Γι Γι ᾽ αὐτὸ λοιὸν ἡ Νύχτα Νύχτα καὶ ἡ Μέρα αρουσιάζο αρουσ ιάζοντα νταιι στοὺς αραάνω στίχους στίχους νὰ γεννιῶνται γεννιῶν ται ἀὸ τὸ Χάος.18 Γιατὶ Γιατὶ ἀνάµεσα ἀν άµεσα στὸν Οὐρανὸ καὶ στὴ στ ὴ Γῆ ἁλώνεται ὁ ἄµορϕος ἄµορϕος καὶ ἀδιαϕοροοίητος χῶρος, χῶρος, οὺ ἀοτελεῖ τὸ ὑόστρωµα τῶν συνεχῶν σ υνεχῶν ἀµοιβαίων µετασχηµατισµῶν ἀὸ τὴ Νύχτα στὴ Μέρα. ῾Ο ῾ Ο χῶρος αὐτὸς εἶναι εἶνα ι κάτι τὸ ἀροσδιόριστο, ἀροσδιόριστο, χωρὶς ἐσωτερικὴ διάρ-

15. Πβ. G*(0/, U/0/2+$ , 26. 16. Θεογ., 700. Χάος εἶναι χῶρος εἶχε διατυωθεῖ  17. 17.  ῾Η ἄοψη ὼς τὸ ἡσιόδειο Χάος κιόλας ἀὸ τὸν ᾽Αριστοτέλη, ριστοτέλη, Φυσ. ∆ 1, 208#28. 18. Θεογ., 123-124.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

23

θρωση, ἕνας ἀχανὴς ἀχανὴς χῶρος οὺ δὲν ἐιδέχεται ἐ ιδέχεται οιοτικοὺς ροσδιορισµο ροσδιορισµούς. ύς. Μὲ µιὰν ἁλὴ ἔκϕραση, ὁ ῾Ησίοδος θὰ ρέει ε ι νὰ ϕανταζόταν τὸ Χάος του σὰν µιὰ χαίνουσα χαίνουσα ἄβυσσο χωχωρὶς ὁρατὰ ὅρια καὶ µαζὶ µαζὶ σὰν οιοτικὰ ἀροσδιόριστο. Στὴ Θεογονία δὲν συναντᾶµε συν αντᾶµε ἄλλη ἄλ λη ἔννοια ιὸ ἀϕηρηµέἀϕηρηµένη ἀ ἀ ᾽ αὐτήν. αὐτήν.19 Τὸ Χάος εἶναι ἕνα δυναµικὸ µηδὲν ἀὸ τὸ ὁοῖο γεννιῶνται γεννιῶντα ι τὰ άντα. Αὐτὸ Αὐτὸ δὲν σηµαίνει βέβαια ὅτι ρόκειται ἐδῶ γιὰ «δηµιουργία» ἐκ τοῦ µηδενός – µιὰ τέτοια ἰδέα εἶναι ἐντελῶς ξένη ρὸς τὴν ἑλληνικὴ ἑλληνικὴ κοσµογονία. κοσµογονία.20 Γιὰ τὴν ἀκρίβεια, ἀκρίβε ια, τὸ Χάος µορεῖ νὰ ὁριστεῖ σὰν µηδὲν µόνο µόνο µὲ τὸ νόηµα ὅτι αὐτὸ εἶναι κενὸ ἀὸ οιότητες καὶ ἀροσδιόριστο. Μ ᾽ αὐτὸ µόνο µόνο τὸ νόηµα ν όηµα ροαναγγέλλει ροαναγγέλλει τὸ ἄειρο τοῦ  ᾽Αναξίµανδρο ναξίµαν δρου. υ. Τὸ Χάος, σὰν τὸ ιὸ ἄµορϕο καὶ ἀροσδιόριστο, γεννᾶ κάτι ι  ιὸ συγκεκριµένο συγ κεκριµένο ἢ ι  ιὸ λίγο ἄµορϕο: ἄµορϕο: τὴ Νύκτα. ῾Η Νὺξ  ἔξυνα ὅτι ὅτ ι τὸ Χάος εἶναι 19. ῾Ο G*(0/, U/0/2+$ , 29-30, αρατηρεῖ ἔξυνα ἕνα ἀὸ τὰ ολὺ λίγα ράγµατα στὴ Θεογονία οὺ γραµµατικὰ εἶναι ἕνα οὐδέτερο. Τὰ Τὰ διαϕοροοιηµένα διαϕοροοιηµένα ἀρσενικὰ ἀρσεν ικὰ καὶ θηλυκὰ θη λυκὰ γεννιῶνται ρῶρῶτα ἀ ᾽ αὐτό. Τὸ ἑόµενο µεγάλο βῆµα γίνεται ἀὸ τὸν ᾽Αναξίµανδρο, ὅου τὸ ἄειρο δὲν εἶναι ἁλὰ οὐδέτερο ἀλλὰ καὶ ἀρνητικό. Ακόµα καὶ ὁ δηµιουρ δηµιουργὸς γὸς τοῦ Πλάτωνα Πλάτωνα δὲν ἐνεργεῖ ἐνεργεῖ αρὰ ἐάνω 20. ᾽Ακόµα σὲ µιὰ ροϋάρχο ροϋ άρχουσα υσα ὕλη ( Τίµ., 28" κ.ἑ.), τὸ ἀρχέγονο δηλαδὴ χάος, τὸν ροαιώνιο χῶρο, οὺ ροηγεῖται ροηγεῖται ἀκριβῶς τῆς γένεσης γέν εσης τοῦ κόσµου, δικαιολογώντας δικαιολογώντας ἔτσι τὴν τ ὴν ίστη ὅτι ὁ κόσµος κόσµος δὲν δηµιουργήθηκε δηµιουργήθηκε ἀὸ τὸ µηδέν. ᾽Ενῶ ᾽ Ενῶ στὶς ρῶτες κοσµογονίες κοσµογονίες αὐτὸ εἶναι αὐτονόητο, ἡ ερίτωση τοῦ Πλάτωνα Πλάτωνα ἔχει ἰδιαίτερη σηµασία, γιατὶ αὐτὸς ἔρεε ἔρε ε νὰ ἀντιµετωίσει τωίσε ι τὸ δυσάρεστο συµέρασµα συµ έρασµα τοῦ Παρµεν Παρµενίδη ίδη ὅτι ἀὸ τὸ µηδὲν µηδὲν δὲν γεννιέται αρὰ µηδέν. Τὸ αρµενίδειο ὅµως αὐτὸ ἀξίωµα δὲν δεσµεύει, ὅως θὰ ερίµενε ἴσως κανείς, κανε ίς, τὴν αραέρα ορεία τῆς τ ῆς ἑλληνικῆς κοκοσµολογίας. σµολογίας. Καὶ τὸ τελευταῖο τελευτ αῖο µεγάλο κοσµολογικὸ ἐίτευγµα τῆς τ ῆς ροσωκρατικῆς ϕιλοσοϕίας, ϕιλοσοϕίας, ἡ ἀτοµικὴ θεωρία, ἀοτελοῦσε µιὰ διάψευση τῆς τ ῆς ἄοψης τοῦ Παρµενίδη. Μετὰ τὶς τελευταῖες τ ελευταῖες µεγάλες ροσάθειες (τοῦ  ᾽ Εµεδοκλῆ, τοῦ ᾽Αναξαγόρα, τῶν ἀτοµικῶν) νὰ ὑερνικηθεῖ ὑερνικηθ εῖ ἡ κριτικὴ τοῦ Παρµενίδη καὶ νὰ ἐξουδετερωθεῖ ἡ ἀνασταλτικὴ ἐίδρασή της στὴν εριοχὴ εριοχὴ τῆς ϕυσικῆς ἔρευνας, ἔρευν ας, ρῶτος ὁ Πλάτωνας ἐκτιµᾶ οὐσιαστικὰ οὐσιαστ ικὰ καὶ ἔµρακτα τὸν διορθωτικὸ διορθωτικὸ ρόλο τῆς αρµενίδειας αρµεν ίδειας ἀνάσχεσης. ἀνάσχεση ς.

24

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

γεννᾶ µὲ τὴ σειρά της τὴν Ἡμέραν. Γιὰ Γιὰ ρώτη ϕορὰ ϕο ρὰ αρουσιάζεται ἐδῶ ἕνα ἕν α κοσµολογικὸ κοσµολογικὸ ζευγάρι ἀντιθέτων, οὺ ἐναλλάσσονται λάσσοντα ι συνεχῶς συν εχῶς µὲ τὸ γύρισµα τοῦ χρονικοῦ χρονικοῦ κύκλου. ΚαΚαθὼς θὰ δοῦµε, ὁ Παρµεν Παρµενίδης ίδης θεµελιώνει θεµελιών ει ἀργότερα ὅλη τὴν κοσµολογία σµολογία του άνω στὸ κοσµολογικὸ κοσµολογικὸ αὐτὸ ζευγάρι: φάο� ἢ ἐιλέον τὰ ἀντίθετα ἀντ ίθετα ῎ Ερεἡμέρα-νύξ . Στὸν ῾Ησίοδο ἔχουµε ἐιλέον ρε βο�-Αἰθήρ, στὰ ὁοῖα ἀντιστοιχοῦν τὰ ἀντίθετα Νὺξ-῾ Ημέ ρα. Τὸ ῎ Ερεβος εἶναι κάτω ἀὸ τὴ Γῆ καὶ ἀϕήνει νὰ ηγάζει ἀ ᾽ αὐτὴν τὸ σκοτάδι. σκοτάδι. ῾Ο Αἰθέρας εἶναι κάτω ἀὸ ἀὸ τὸ οὐράνιο στερέωµα καὶ ἀϕήνει νὰ ξεροβάλλει ξεροβάλλ ει τὸ ϕῶς.  ῾Η κατασκευὴ τοῦ κόσµου κόσµου συνεχίζεται µὲ τὴ γέννηση τοῦ ἔναστρου ἔναστρου Οὐρανοῦ ἀὸ τὴ Γῆ, ἴσου ἴσου µ ᾽ αὐτήν, ὥστε νὰ τὴν τ ὴν καλύτει ὁλόκληρη, ὁλόκληρη, καὶ µὲ µὲ τὴ γέννηση τῶν ᾽ Ορέων καὶ τῆς Θάλασσας ἀὸ τὴν ἴδια τὴ Γῆ. 21  ῾Η ἰσότητα ἰσότη τα Οὐρανοῦ Οὐραν οῦ καὶ Γῆς δικαιολ δικα ιολογεῖται ογεῖται βέβαια ἀὸ τὸν ἴδιο τὸν οιητ οιητὴ ὴ µὲ ἀναἀναϕορὰ στὴν ἔννοια τοῦ χώρου: χώρου: ἡ Γῆ γεννᾶ γε ννᾶ τὸν Οὐρανὸ ἴσο µὲ τὸν ἑαυτό της γιὰ νὰ τὸν ἔχει σὰν ροστατευτικὸ κάλυµµα άνω σ ᾽ ὅλη ὅλη τὴν ἔκτασή ἔκτασή της. ῎Ισως θὰ ἦταν ἦταν ὑερβολικὸ ὑερβολικὸ ἀλλ᾽ ἀλλ ᾽ ὄχι ἀδικαιολ ἀδικα ιολόγητο όγητο νὰ οῦµε ὼς ἔχουµε ἐδῶ κάοια ἔννοια ἰσορροίας ἰσορροίας θεµελιακῶν θεµελιακῶ ν στοιχειακῶν µαζῶν τοῦ ὁρατοῦ κόσµου. κόσµου.  ῾Η ϕιλοσο ϕιλοσοϕικ ϕικὴ ὴ σηµασία σηµασία τῆς ἡσιόδεια ἡσιόδειαςς κοσµογο κοσµογονίας νίας ἔγκειται βασικὰ στὸ γεγονὸς γεγονὸς ὅτι γιὰ ρώτη ϕορὰ συλλαµβάνεται συλλα µβάνεται µιὰ ρωταρχικ ρωταρχικὴ ὴ ηγὴ η γὴ καὶ ἀ ᾽ αὐτὴν διαµορϕώνεται διαµορϕώνεται ὁ κόσµος κόσµος σὰν σύνολο, χωρὶς κενὰ καὶ κ αὶ χάσµατα.22 Μέσα ἀὸ τὸν ἴδιο ἴδ ιο τὸν τὸν µύθο ἀρχίζει κιόλας κιόλας νὰ διαγράϕεται διαγράϕ εται ἡ τάση γιὰ γ ιὰ ἀοµυθοοίηση τοῦ κόσµου. κόσµου. Τὸ Τὸ µοτίβο µάλιστα µάλ ιστα µιᾶς ρωταρχικῆς γεννηγε ννητικῆς ἀρχῆς ἀὸ τὴν ὁοία ηγάζο η γάζουν υν καὶ µὲ τὴν ὁοία συγσ υγγενεύουν τὰ άντα θὰ ἀοβεῖ καθοδηγητικὸ στὴν ορεία τῆς συνέχε ια σχηµατίζονται σχηµατίζονται τρία γενεαλογικὰ γενεα λογικὰ δέντρα: τῆς Νύ21. Στὴ συνέχεια χτας, τοῦ ζεύγους Οὐρανὸς-Γῆ καὶ τῆς Θάλασσας. 22. Μιὰ εἰκόνα τοῦ Χάους ὡς χαίνουσα ἄβυσσος ὑάρχει καὶ σὲ ρογενέστερες ἀνατολικὲς ἀν ατολικὲς κοσµογονίες, κοσµογονίες, ἀλλ ᾽ αὐτὸ δὲν ἐµοδίζει ἐµοδίζει τὴ θέση ὅτι ἡ εἰκόνα τοῦ Χάο Χάους υς λάστηκε λάστηκ ε ἀὸ τὸν ἴδιο τὸν ῾Ησίοδο. σ ίοδο.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

25

ἑλληνικῆς κοσµολογίας. κοσµολογίας. ῎ Ετσι διασϕαλίζεται διασϕαλίζετα ι ἡ ἑνότητα ἑνότ ητα τοῦ κόσµου: κόσµου: τὰ άντα συλλαµβάνοντα συλ λαµβάνονταιι σὰν ἕνα διακοσµηµένο διακοσµηµένο καὶ κ αὶ τακτοοιηµένο τακτοοιηµένο σύνολο, σ ύνολο, µέσα στὸ ὁοῖο ὅλα συνδέονται µὲ ὅλα (κόσµος). Μιὰν ἀνάλογη ἀνά λογη ρὸς τὸ ἡσιόδειο Χάος ρωταρχικὴ ρωταρχικὴ αράσταση αρουσιάζεται ἀργότερα στὴν στ ὴν «ὀρϕικὴ» λεγόµενη κοσµογονία, σµογονία, ἐκείνη δηλαδὴ οὺ οὺ ἀοδίνεται στὸν ᾽ Ορϕέα µὲ οικίλες µορϕές. Σὲ µιὰ µορϕὴ αὐτῆς τῆς τ ῆς κοσµογονίας κοσµογονίας τοοθετοοθ ετεῖται στὴν στ ὴν ηγὴ ὅλων τῶν ραγµάτων ἡ Νύξ, ἡ τροφὸ� τῶν θεῶν 23 καὶ ἡ ὑοδοχὴ τῶν άντων.24  ῞Οως στὸν ῾Ησίοδο σ ίοδο τὸ Χάος, ἡ Γῆ καὶ ὁ Οὐρανὸς εἶναι εἶνα ι (µαζὶ µὲ τὸν ῎Ερωτα) τὰ ρωταρχικὰ γεγονότα µὲ ρώτιστο γεγονὸς τὸ Χάος, ἀνάλογα ἀνά λογα κι ἐδῶ αρουσιάζοντα αρουσιάζονταιι τρεῖς ρωταρχικὲς αραστάσεις, Νύξ , Γῆ καὶ Οὐρανό�, καὶ ρώτη-ρώτη ἀνάµεσά τους ἡ Νύξ , οὺ ἀναλογεῖ στὸ ἡσιόδειο Χάος: εἶναι εἶνα ι αὐτὴ ἡ ι  ιὸ ἀϕανής, ἡ ι  ιὸ ἄµορϕη ἄµορϕη καὶ ἀροσδιόριστη οιοτικὰ αράσταση γιὰ νὰ δικαιολογεῖται ἀκριβῶς σὰν ρωταρχικὴ ηγὴ ὅλου τοῦ συγκεκριµένου καὶ διαϕοροοιηµένου κόσµου. Μιὰ ἄλλη ρωταρχικὴ ηγὴ ροβάλλεται µὲ τὸ ὄνοµα «Χρόνο�» καὶ ἀοτελεῖ τὴ τ ὴ βάση σὲ οικίλα ὀρϕικὰ κοσµογοκοσµογονικὰ σχήµατα.25 Πρόκειται ρόκειτα ι γιὰ σχήµατα σ χήµατα οὺ δὲν ἀοδίνουν βέβαια µορϕὲς τῆς ἀρχαιότερης ὀρϕικῆς θεογονίας θεογονί ας καὶ κοσµογονίας, ἀλλ᾽ ἀλλ ᾽ ὁωσδήοτε ὁωσδήοτε ἀντανακλοῦν ἀν τανακλοῦν,, ἔστω καὶ θαµὰ ἢ συγκεχυµένα, ἕνα µυθικὸ µυθικὸ κλίµα σκέψης σ κέψης ροειστη ροειστηµ µονικό. Κοντὰ στὶς ἀνώνυµες ἀνώνυµ ες κοσµογονίες κοσµογονίες οὺ ἀοδίνονται στὸν  ᾽Ορϕέα  ᾽ Ορϕέα αρουσ αρουσιάζο ιάζοντα νταιι καὶ ἐώνυµα κοσµογονικὰ κοσµογονικὰ σχήµατα, ὅως τοῦ τοῦ ᾽ Ειµενίδη ἀὸ τὴν Κρήτη, Κρήτη, τοῦ ᾽Ακουσιλάου Ακουσιλάου ἀὸ τὸ ῎Αργος, Αργος, καὶ κυρίως τοῦ τοῦ Φερεκύδη Φερε κύδη ἀὸ τὴ Σύρο. ῞Οµ. , Ξ 258. 23. K&3/, '3. 106. Πβ. ῞Οµ., Γιὰ τὴ Νύκτ ύκτα σὲ οικίλες λες ἀρχαῖες κοσµ οσµογο24.  K&3/, '3. 109. – Γι νίες, βλ. K*3, - R"7&/, 19 κ.ἑ. 25. VS, 1 Β 12, Β 13.

26

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

 ῾Ο ᾽ Ειµενίδης Ειµενίδης (7ος/  ος / 6ος αἰ.) συλλαµβάνει µιὰ δυάδα ρωταρχικῶν ηγῶν: η γῶν: ᾽Αὴρ καὶ Νύξ . ᾽Α ᾽ αὐτὲς αὐτὲς γεννιέται ὁ Τάρταρο�, ὁ χῶρος δηλαδὴ τοῦ κόσµου οὺ εἶναι γεµάτος ἀὸ σκοτάδι καὶ κ αὶ χαοτικὴ ὕλη. ὕλη. Μὲ τὴ σειρὰ γεννιῶντα γενν ιῶνταιι δύο Τιτάἀϕήνουν νὰ γεννηθεῖ γεννηθ εῖ ἕνα ᾠόν, κι αὐτὸ δίνει δίνει τὴν τ ὴν νε�, οἱ ὁοῖοι ἀϕήνουν αραέρα συνέχεια συν έχεια στὴ γενεαλογικ γεν εαλογικὴ ὴ σειρά.26 Λίγο ἀργότερα ἀργότερα τοοθετοῦνται τοοθετοῦν ται οἱ Γενεαλογίες τοῦ ᾽Ακουσιλάου, οὺ δίνει δίνει µιὰ ιὸ ἁλὴ αράσταση τῆς ἡσιόδειας κοσµογονίας.27 Σύµϕωνα µὲ τὸ δικό του κοσµογονικὸ κοσµογονικὸ σχῆµα, σ χῆµα, τὸ Χάος γεννᾶ γεννᾶ τὸν ῎ Ερεβο καὶ τὴ Νύχτα. ῾Ο ῎ Ερ ἀρΕρεβ εβο� ο� εἶναι ἡ ἀρσενικὴ καὶ ἡ Νὺξ ἡ θηλυκὴ ἀρχή. ἀρχή. ᾽Αὸ τὴν ἕνωσή τους γενγε ννιέται ὁ Αἰθήρ, ὁ ῎ Ερ Ερω ω� καὶ ἡ Μῆτι�, δηλαδὴ τὸ ϕῶς, ἡ γενεσιουργικ νεσιουργικὴ ὴ ἑνότητα καὶ ἡ δύναµ δύνα µη τῆς σκέψης. σ κέψης. Κοντὰ στὸν ῾Ησίοδο σίοδο καὶ στὶς ἀρχαιότερες ἀρχαιότερες ὀρϕικὲς κοσµογονίες βρίσκεται ἡ διδασκαλία τοῦ Φερεκύδη. Φερεκύ δη. Σὰν ηγὴ η γὴ ἀέναντι στὸ µυθικὸ ζευγάρι Οὐρανὸ�-Γῆ ὁρίζεται ὁ Χρόνο� .28  ῾Ο  ῾ Ο Χρόνος ρέει νὰ σηµαίνει σηµαίνε ι ἐδῶ τὸ κοινὸ ὑόστρωµα τῶν µεταλλαγῶν µεταλ λαγῶν τῆς µέρας καὶ κ αὶ τῆς νύχτας. Πρόκειται λοιὸν γιὰ µιὰ αράσταση οὺ µᾶς ροσεγγίζει ροσεγγί ζει στὸ ἡσιόδειο Χάος.29 Γιὰ Γιὰ τὴν ἀκρίβεια, ὁ Φερεκύδης θέτει δίλα στὸ Χρόνο καὶ δύο ἄλλα ὀνόµατα, ἔτσι οὺ νὰ σχηµατίζεται µιὰ ρωταρχικὴ ρωταρχικὴ 26. VS, 3 Β 5. 27. 27. VS, 9 Β 1. 28. VS, 7 Β 1. ῾Ο F3?/,&, 19, ὑοθέτει ὅτι Χρόνο� στὸ κείµενο τοῦ Φερεκύδη εἶναι µεταγενέστερη αραλλαγὴ αραλ λαγὴ τοῦ Κρόνο�. ῾Ο K")/, 171 171, 1,

τοῦ αρατηρεῖ ὅτι ὁ Φερεκύδης Φ ερεκύδης «θὰ µοροῦσε νὰ ἔχει γράψει καὶ τοὺς δύο τύους (ὅως Γῆ καὶ Χθονίη) ἀλλὰ σὲ τέτοια ζητήµατα ὁ ∆ιογένης Λαέρτιος Λαέρτιος εἶναι µιὰ καλύτερη καλύτερη ηγὴ ἀὸ τὸν “ ῾Ε ρµεία” (VS, 7 Α 9). ᾽Ακόµα κι ἂν ὁ Φερεκύδης Φερεκύ δης εἶχε γράψει “ Κρόνος”, αὐτὸς ροϕανῶς ροϕανῶς τὸν ἐνἐννοοῦσε νὰ γίνεται καταλητὸς ἀλληγορικὰ ἀὸ ”ἐκείνους ”ἐ κείνους οὺ ξέρουν”». ξέρουν”». Πβ. Πινδ., ᾽Ολ. Ολ. ΙΙ 17, «Χρόνο� ὁ πάντων πατήρ»· 70, «παρὰ Κρόνου τύρσιν»· 77, «πόσι� ὁ πάντων Ῥέα�. [...] ». 29. Πβ. G*(0/, U/0/2+$ , 30, καὶ J"&(&3, 83. ῾Ο J"&(&3 ὑοθέτει ὅτι ὁ Φερεκύδης Φερεκύ δης ροβαίνει σὲ µιὰ διόρθωση τῆς ἄοψης τοῦ ῾Ησίοδο σ ίοδουυ γιὰ τὸ Χάος.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

27

τριαδικὴ τριαδικὴ ηγή:  ηγή: Ζεὺ�-Χρόνο�-Χθονίη . ῾Ο ῾ Ο Ζεὺς ἀεικονίζει τὴν ὕψιστη γενεσιουρ γεν εσιουργικὴ γικὴ δύναµη, τὴν ηγὴ η γὴ τῆς ζωῆς (Ζά�, Ζὴ�ταβορωταρχικὸς αράγοντας κάθε µεταβοΖήν). Χρόνος εἶναι ὁ ρωταρχικὸς λῆς καὶ κ αὶ Χθονίη ἡ ρωταρχικὴ ὕλη. ὕλη. ῾Η ἀρχὴ τῆς ζωῆς ζευγαρώνεται µὲ τὴν ρωταρχικὴ ὕλη, ὕλη, κι αὐτὸ τὸ ζευγάρωµα ὁ Φερεκύδης Φερε κύδης τὸ εριγράϕει ερ ιγράϕει µὲ µιὰ ολὺ γραϕικὴ εἰκόνα: εἰκόνα: ὁ Ζὰ� καὶ ἡ Χθονίη τελοῦν τοὺς γάµους τους καὶ ὁ γαµρὸς γα µρὸς ϕιλοτεχνεῖ τεχν εῖ καὶ δωρίζει στὴ νύϕη τὸ φᾶρο�, ἕνα έλο µεγάλο καὶ ὡραῖο, άνω στὸ ὁοῖο ζωγραϕίζει ζωγραϕίζει τὴ γῆ καὶ τὴ θάλασσα καθὼς ἐίσης τὶς ηγὲς τοῦ ᾽ Ωκεανοῦ κ.λ. κ.λ.30

Προετοιµασί α τοῦ λόγου λό γου 3. Προετοιµασία  ῞Ολες αὐτὲς οἱ µυθικὲς µυθικὲς κοσµογονικὲς κοσµογονικὲς συλλήψεις ἔχουν ἔχουν ροϕα ροϕανῶς ἀλλοιωθεῖ, µιὰ καὶ αραδίνονται ἀὸ ολὺ µεταγενέστερους, κυρίως νεολατωνικούς, συγγραϕεῖς. συγγραϕ εῖς. Φαίνεται Φαίνετα ι µάλιστα ὅτι ἀοτελοῦν ἀοτ ελοῦν ὑοκατάστατα τῆς ἡσιόδειας κοσµογονίας. κοσµογονίας. ῾Η ῾Η κοσµογονία κοσµογονία τοῦ ῾Ησίοδο σ ίοδουυ ϕαίνεται ὅτι ὅτ ι λειτούργησε λειτούργησε οικιλότροα ὡς ρότυο γιὰ γ ιὰ τὶς µεταγενέστερες µυθικὲς κοσµογοκοσµογονίες, ἂν καὶ διακρίνονται διακρίνονται σ ᾽ αὐτὲς καὶ νέες αραστάσεις οὺ οὺ δὲν ἐξηγοῦνται ἐξηγοῦνται ἁλὰ σὰν ἀνατύγµατα ἀνατ ύγµατα ἀὸ τὴν ἡσιόδεια κοσµογονία, σµογονία, ὅως λ.χ. λ.χ. οἱ αραστάσεις αραστάσε ις ᾽Αήρ, ᾠὸν µὲ βιολογικὴ λειτουργία, Χρόνο�.31 ῾Η ἐιρροὴ ἐιρροὴ ὅµως τοῦ ῾Ησίοδου σίοδου ἐκτείνεἐκτε ίνεται λειτουργικὰ λειτουργικὰ ὣς τὴν ρώιµη ρώιµη ἑλλη ἑλ ληνικὴ νικὴ κοσµολογία.32 Γενικά, τέτοιες τ έτοιες ροσάθειες ἐξήγησης τοῦ κόσµου, κόσµου, ὁσοδήοτε ἀϕελεῖς καὶ κ αὶ ἁλοϊκὲς ἁλοϊκὲς κι ἂν ϕαίνονται σήµερα, σηµειώνουν ὡστόσο τὰ ἀναγκαῖα ἀναγκ αῖα καὶ ολύτιµα βήµατα, οὺ 30. VS, 7 Β 1 καὶ 2, $0. 1. 31. Πβ. H4$)&3, 68-69. ξιόλογη ροσάθεια ροσάθε ια νὰ σταθµιστεῖ σταθµιστεῖ ἡ θέση τοῦ ῾Ησίοδου σ ίοδου στὴ 32. ᾽Αξιόλογη

γένεση τῆς ἑλληνικῆς ϕιλοσοϕίας εἶναι τοῦ H. D*&3,  H"0&,! 2+! !&"  A+#;+$" !"/ $/&"%&0%"+ $/ &"%&0%"+ P%&),0,%&": P%&),0,%&": A+1&(" 2+! Ab"+!)a+!  II , H"#63( 1946, 140-151.

28

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

χωρὶς αὐτὰ δὲν θὰ ἦταν εὔκολο εὔκο λο νὰ δηµιουργηθοῦν εἰκόνες τοῦ κόσµου κόσµου σὰν ἐκεῖνες ἐκεῖν ες τοῦ ᾽Αναξίµανδρου, ναξίµ ανδρου, τοῦ τοῦ ῾Ηράκλειτου, τοῦ Παρµενίδη, τοῦ ᾽Αναξαγόρα, τοῦ ∆ηµόκριτου. Τὰ µυθικὰ µυθικὰ αὐτὰ σχήµατα, οὺ θέλουν νὰ δείξουν δ είξουν ῶς ξεκίνησε καὶ ῶς λειτο λ ειτουργεῖ υργεῖ ὁ κόσµος, ἀϕήνουν ἀϕήνουν νὰ διαϕαίνονται διαϕα ίνονται βιόµορϕα βιόµορϕα καὶ κοινωνικόµορϕα κοινωνικό µορϕα κυρίως µοντέ µοντέλα λα σκέψης: σκέψ ης: ὁ κόσµος αριστάνεται αριστάν εται µὲ τὶς ἀναλογίες ἀν αλογίες ζωντανοῦ ζων τανοῦ ὀργανισµοῦ ὀργανισµοῦ οὺ ξεκινᾶ ἀὸ µιὰ γενετικὴ γενετ ικὴ ἀρχὴ ἀρχὴ ἢ ἀὸ ἕνα ζευγάρι γεννητόρων καθὼς καὶ µὲ τὶς τ ὶς ἀναλογίες µιᾶς ολιτείας ἢ ϕυλῆς οὺ κυβερνᾶται µ᾽ µ ᾽ ἕναν ὁρισµένο τρόο, συνήθως ἀὸ ἕναν θεϊκὸ µονάρχη. ῾Ο ῾ Ο ∆ίας .χ. .χ. εἶναι εἶν αι ἕνας ἕνα ς µονάρχης µονάρχης ἢ δικτάτορας οὺ συχνὰ καταστρατηγεῖ κ αταστρατηγεῖ τὴν τ ὴν τάξη τάξη τοῦ κόσµου κόσµου κατὰ τὴ τ ὴ βουλή βουλή του. Τὰ ὁµηρικὰ ὁµηρικὰ ἔη, ροϊὸν ροϊὸν τῆς ᾽ Ιωνίας, τῆς ρώτης κοιτίδας τοῦ ϕιλοσοϕικοῦ στοχασµ στοχασµοῦ, οῦ, ροβάλλουν τὸ κύρος µιᾶς ἀριστοκρατικῆς τάξης τάξης ραγµάτων. ῞Ενα ῞Εν α ἀριστοκρατικὸ ἰδανικὸ εἶναι εἶν αι αὐτὸ οὺ κυριαρχεῖ ἐδῶ στὴν ὀργάνωση τῶν ραγµάτων. Οἱ θεοὶ εἶναι εἶνα ι ολὺ ἀνθρώινοι καὶ κ αὶ στὴν ραγµατικότητα λίγο ἐνδιαϕέρονται γιὰ τὴ διακυβέρνηση τοῦ κόσµου.  ῾Αλὰ ϕαίνονται ϕαίνονται νὰ κατάκτησαν κατάκτησαν τὸ τὸνν κόσµο κόσµο καὶ ὕστερα νὰ ζοῦν ολυτελῶς καὶ νὰ γλεντοκοοῦν γλε ντοκοοῦν σὲ βάρος τῶν ὑηκόων τους.  ᾽Ενῶ  ᾽ Ενῶ ὁ ῾Ησίοδος σίοδος εἶχε διακηρύ διακηρύξει ξει τὴν καθησυχαστικὴ καθησυχαστικὴ ἰδέα ὼς ὁ ἀνώτατος ἄρχων τοῦ τοῦ κόσµου, κόσµου, ὁ ∆ίας, ἀντιροσωεύε ἀν τιροσωεύειι τὴν ὕψιστη δικαι δικα ιοσύνη, ὁ ἴδιος αὐτὸς βασιλιὰς τοῦ κόσµου κόσµου καθὼς καὶ τὰ ὄργανά του εἶχαν τὴ δύναµη νὰ καταστρατηγοῦν τὴ ϕυσικὴ ϕυσ ικὴ τάξη τάξη καὶ νὰ διαράττουν αὐθαιρεσίες. ῞Οως µᾶς λέει ὁ ᾽Αρχίλοχος,33 ὁ ∆ίας δὲν εἶχε κανέναν ἐνδοιασµὸ νὰ ἐεµβαίνει ραξικοηµατικὰ στὴν τάξη τάξη τοῦ κόσµου κόσµου καὶ νὰ ν ὰ κάνει, κάν ει, .χ., ὥστε µέρα-µεσηµέρι νὰ κρυϕτεῖ ὁ ἥλιος καὶ νὰ γίνει νύχτα. Καὶ στὸν ῞Οµηρο αρουσιάζονται εριτώσεις οὺ θεότητ θεότ ητες ες ἔχουν ἔχουν τὸ δικαίωµα δικα ίωµα νὰ ἀναστέλλουν κάοια στιγµὴ στιγµὴ τὴ ϕυσικὴ ϕυ σικὴ τάξη τάξη σύµϕωνα µὲ τὴ βουλή βουλή τους (ἡ ῞Η ῞Ηρα ρα .χ. κά-

33.  F3. 74.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

29

νει τὸν ἥλιο νὰ δύει νωρίτερα, ἢ ἡ ᾽Αθηνᾶ αρατείνει αρατε ίνει αὐθαίρετα τὴ διάρκεια τῆς τ ῆς ἡµέρας). ἡµέρας).34  ᾽ Ενάντια Ενάντ ια σ ᾽ αὐτὸ τὸ µυθικὸ µυθικὸ βασίλειο τῆς αὐθαιρεσίας καὶ τοῦ τρόµου οὺ ἐνέδρευε ίσω ἀὸ τὴ ϕαινοµενικὴ κανονικότητα κότη τα καὶ τάξη τάξη τοῦ κόσµου, κόσµου, οἱ ρῶτοι στοχαστὲς στοχαστὲς ἀντέταἀντ έταξαν λογικὲς ἐξηγήσεις τοῦ κόσµου. κόσµου.

4.  ᾽Αρχὴ Αρχὴ τοῦ ϕιλοσοϕικοῦ στο σ τοχασ χασµοῦ µοῦ  ᾽Αρχίζ Αρχίζοντας οντας κανεὶς νὰ σουδάζει ϕιλοσοϕία, ϕιλοσοϕία, εἶναι καλὸ νὰ ξεκινᾶ ἀὸ ἀὸ τὶς ἀρχικὲς ἀρχικὲς ηγές της. τη ς. ᾽ Ερωτήµατα οὺ ἀναϕέρον ἀναϕέρον-ται στὴν στ ὴν ρώτη ἀρχὴ καὶ ἀνάτυξη ἀνά τυξη τοῦ τοῦ ϕιλοσοϕικοῦ στοχαστοχασµοῦ ἔχουν ἕνα θεµελιακὸ νόηµα: Πῶς ἐξηγεῖται νὰ µαίνουν στὴν ῾Ε λλάδα τοῦ τοῦ 6ου καὶ 5ου αἰώνα τὰ ρῶτα θεµέλια τοῦ ϕιλοσοϕικοῦ καὶ κ αὶ ἐιστη ἐ ιστηµο µονικοῦ νικοῦ στοχασµοῦ; στοχασµοῦ; Γιατί τὰ ἀοτελέσµατα τῆς ρώτης αὐτῆς ϕιλοσοϕικῆς δραστηριότητας, οὺ ὀνοµάζουµε γενικὰ «ροσωκρατικὸ «ροσωκρ ατικὸ στοχασµό», στοχασµό», ὑῆρξαν τόσο αρωθητικὰ αρωθητ ικὰ καὶ γόνιµα γιὰ αραέρα ϕιλοσοϕικὴ δηµιουργία; µιουργία; Ποιά Ποιά εἶναι εἶνα ι ἡ σηµασία τῆς τ ῆς ροσωκρατικῆς ροσωκρατικῆς σκέψης σκ έψης γιὰ µᾶς σήµερα; Τὸ γεγονὸς γεγονὸς ὅτι οἱ ῞Ελληνες ῞Ε λληνες ρῶτοι θεµελίωσαν θεµελίωσαν τὴ ϕιλοσοϕία καὶ τὴν τ ὴν ἐιστήµη, ἐιστ ήµη, δηλαδὴ δηλαδὴ τὴν ὀρθολογικὴ ἐξήγηση ἐξήγηση τοῦ κόσµου, εἶναι σίγουρα γεγονὸς µοναδικῆς σηµασίας, τὸ ιὸ ξεχωριστό, ἀοϕασιστ ἀοϕασιστικὸ ικὸ καὶ ἐκληκτικὸ γεγονὸς στὴν ἱστορία τῆς εὐρωαϊκῆς σκέψης. σ κέψης. ῾Η εριγραϕ  εριγραϕή, ή, λοιόν, λοιόν, καὶ ἐξήἐξήγηση τῆς διαδικασίας µὲ τὴν τ ὴν ὁοία γεννήθηκε καὶ κ αὶ ἄρχισε ἄρχισε νὰ ἀνατύσσεται ἀνατ ύσσεται ὀρθολογικὴ ὀρθολογικὴ σκέψη στὴν ῾Ε λλάδα καὶ στὸν στὸν κόσµο σµο εἶναι εἶνα ι µιὰ δουλειὰ ξεχωριστὰ σηµαντικὴ γιὰ τὴ τ ὴ ϕιλοσοϕιλοσοϕία. Μ ᾽ αὐτὴν δὲν συµληρώ συµληρώνει νει ἁλὰ κανεὶς καν εὶς τὴ ϕιλοσοϕική ϕιλοσοϕική του αιδεία αιδε ία αρὰ τὴν ἀρχίζει. Γιατὶ Γιατὶ θέλοντας νὰ δώσουµε µιὰ εριγραϕὴ τοῦ ροσωκρατικοῦ νεύµατος, εἶναι σὰν νὰ θέ34. Βλ. αρακάτω, σ. 87.

30

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

λουµε νὰ εριγράψουµε τὰ ἀρχικὰ στάδια διαµόρϕωσης τοῦ δικοῦ µας σηµερινοῦ ϕιλοσοϕικοῦ νεύµατος. ᾽Αρχὴ Αρχὴ τῆς ϕιϕ ιλοσοϕίας δὲν σηµαίνει ἁλῶς τὴν τ ὴν ἔναρξη, ἔναρξη, τὴ γενετικὴ γεν ετικὴ ἀρχὴ τῆς ϕιλοσοϕίας, ϕιλοσοϕίας, ἀλλὰ καὶ τὴν ηγὴ η γὴ35 ἀὸ τὴν ὁοία ἀντλεῖ  καὶ τρέϕεται ἡ ϕιλοσοϕία στὴ µεταγενέστερη ορεία ἀνάτ ἀνάτυυξής της. Στὴν ερίτωση ερί τωση ἀκριβῶς τῆς ροσωκρατικῆς σκέψης ρόκειται γιὰ ἀρχὴ τῆς ϕιλοσοϕίας καὶ µὲ τὶς δύο αὐτὲς σηµασίες σηµα σίες:: ἡ ροσωκρατικὴ ροβληµατικὴ εἶναι εἶνα ι ἀρχὴ ἀρχὴ καὶ µήµήτρα, ηγὴ η γὴ καὶ τροϕὸς τροϕὸς τοῦ ϕιλοσοϕικοῦ ϕιλοσοϕικοῦ καὶ ἐιστηµονικο ἐ ιστηµονικοῦῦ νεύµατος στὴν αραέρα ἀνάτυξή του. Τὸ ἐρώτηµα ὅµως γιὰ τὴν καταγωγὴ κ αταγωγὴ τοῦ εὐρωαϊκοῦ ϕιλοσοϕικοῦ λοσοϕικοῦ καὶ ἐιστηµονικοῦ ἐ ιστηµονικοῦ νεύµατος εἶναι ἀὸ τὴν τ ὴν ἐοχὴ ἐοχὴ ἀκόµα τοῦ ᾽Αριστοτέλη ἀαιτητικὸ ἀαιτητ ικὸ καὶ ἐίµαχο: ἀὸ οιές ἀρχὲς ξεήγασε ξεή γασε ἡ ϕιλοσοϕία στὴν ῾ Ελλάδα Ελ λάδα καὶ ῶς ἐξηγεῖ ἐξηγεῖ-ται ἡ γένεσή της; τη ς; Εἶναι Εἶνα ι ὁ µύθος µύθος καὶ ἡ θρησκεία θρησκε ία ἢ τὸ ὀρθολοὀρθολογιστικὸ καὶ κ αὶ ρακτικὸ νεῦµα αὐτὸ οὺ ροκάλεσε τὴν ἐµϕάνιση τῆς ϕιλοσοϕικῆς ϕ ιλοσοϕικῆς σκέψης σκέψη ς µέσα στὸν ἑλληνικὸ ἑλληνικὸ χῶρο ἀὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 6ου αἰώνα; Στὰ ἐρωτήµατα αὐτὰ δόθηκαν οικίλες ἐξηγήσεις, ἐξηγήσεις, οὺ ὅµως δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ ν ὰ θεµελιωθοῦν άνω σὲ ἱκανοοιητικὰ ἱκανοοιητ ικὰ ἱστορικὰ τεκµ τεκ µήρια ἀλλὰ άνω σὲ ληληροϕορίες µόνο µετασωκρατικῶν συγγραϕέων οὺ εἶχαν λόγους νὰ ροβάλλουν τὴ µία ἢ τὴν ἄλλη ἄ λλη ἄοψη.  ῾Ο  ῾ Ο ϕιλοσοϕικὸς στοχασµ στοχασµὸς ὸς δὲν εἶναι τὸ εἶδος ἐκεῖνο τῆς σκέψης οὺ ροκόβει αντοῦ καὶ άντοτε. ῍Αν κοιτάξουµε ίσω στὸν κόσµο καὶ ζητ ζητήσουµε ήσουµε νὰ µάθουµε σὲ οιές χῶρες καὶ ἐοχὲς έτυχε ἡ ϕιλοσοϕία ἕναν ὑψηλὸ βαθµὸ ἀνάτυξης, καλλιεργήθη κα λλιεργήθηκε κε καὶ κ αὶ ἔδωσε γόνιµους γόνιµους καρούς, θὰ βροῦµε ὼς µόνο µόνο στὴν ἀρχαία ἀρχαία ῾Ε λλάδα καὶ στὴ νεότερη νεότ ερη Εὐρώη συνέβη αὐτό. Μεγάλοι ολιτισµοί, ολιτισµοί, ὅως εἶναι εἶνα ι ὁ αἰγυτιακός, αἰγυτ ιακός, ὁ κινεζικός, ὁ ἰνδικός, ὁ ἀσσυριακός, αρήγαγαν σουδαῖα ἔργα στὴν εριο ερ ιοχὴ χὴ τῆς θρησκείας θρησκε ίας καὶ τῆς τέχνης, τ έχνης, ὄχι ὅµως ϕιλοσοϕία συστηµατικῆς συστ ηµατικῆς δοµῆς. ῾Η ἰνδικὴ ἰν δικὴ σκέψη, οὺ συχνὰ µνηµνη35. Πβ. K. J"41&34,  E&+#?%/2+$ &+ !&" P%&),0,%&", M/$)&/ 1958, 134.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

31

µονεύετα µονεύεταιι σὰν ἰδιαίτερα ἀξιόλογη στὴν ἀρχαία ϕιλοσοϕία, ἔχει µᾶλλον θρησκευτικὸ θρησκευτ ικὸ χαρακτήρα. Αὐτὴ ὀϕείλεται ὀϕείλετα ι βασικὰ σὲ καθηµερινὲς ρακτικὲς ἀνάγκες καὶ κυρίως στὸν όθο τῶν ἀνθρώων νὰ λυτρωθοῦν ἀὸ ἀὸ τὰ κακὰ καὶ τὶς τ ὶς δυστυχίες δυστ υχίες τῆς ζωῆς. ᾽ Εκϕράζεται µὲ αραστατική, µεταϕορικὴ µεταϕορικὴ καὶ συµβολικὴ γλώσσα καὶ ὄχι µὲ λογικὰ ἐιχειρήµατα. ἐιχειρήµατα. ῎ Ετσι µοιάζει  ιὸ ολὺ σὰν ϕιλοσοϕικὴ ϕ ιλοσοϕικὴ οίηση ἢ οιητικὸς ο ιητικὸς στοχασµός, στοχασµός, µυµυθικὴ καὶ θρησκευτικὴ σκέψη. Εἶναι Εἶν αι ἀλήθεια ὼς ὁ ἑλληνικὸς ολιτισµὸς ολιτισµὸς ὀϕείλει ολλὰ σὲ ἐιδράσεις ἀὸ ἀνατολικοὺς ολιτισµούς, ὅως ἀὸ τὸν αἰγυτιακὸ αἰγυτ ιακὸ ολιτισµό, ἰδιαίτερα ἰδιαίτερα στὴν στ ὴν εριοχὴ εριοχὴ τῶν µαθηµατικῶν καὶ κ αὶ τῆς ἀστρονοµίας. ᾽Αλλὰ ἡ ἑλλη ἑλ ληνικὴ νικὴ ϕιλοσοϕία δὲν ἦρθε ἀὸ τὴν ᾽Ανατολή. Πολλὲς ὁµοιότη ὁµοιότητες τες µοροῦν νὰ βρεθοῦν, καὶ ραγµατικὰ ἔχουν αρατηρηθεῖ αρατηρηθ εῖ ὁµοιότητ ὁµοιότητες ες καὶ ἀναλογίες ἀνάµεσα στὴν ἑλλ ἑλ ληνικὴ ϕιλοσοϕία ἀὸ τὴ µιὰ καὶ στὶς ϕιλοσοϕίες τῆς ᾽Ανατολῆς ἀὸ τὴν ἄλλη. ἄλ λη. ᾽Αλλὰ Αλ λὰ ἡ θεωρία ὼς ἡ ϕιλοσοϕία στὴν ῾ Ελλάδα Ελ λάδα ἦρθε ἀὸ τὴν ᾽Ανατολή, λ.χ. ἀὸ τὴν ᾽ Ινδία, βασίστηκε στὴν ὑοτιθέµενη ὁµοι ὁµοιότητα ότητα ἀνάµεσα σὲ ὁρισµένες ἑλληνικὲς καὶ σὲ ὁρισµένες ἀνατολικὲς ἰδέες. 36 Τὸ δόγµα τῆς µετενσάρκωση µετε νσάρκωσης, ς, .χ., .χ., οὺ βρίσκουµε στοὺς υθαγόρειους, θαγόρειους, στὸν στὸν ᾽ Εµεδοκλῆ καὶ στὸν Πλάτωνα, Πλάτωνα, αρουσιάζεται σὰν δόγµα τυικὰ ἰνδικό. ∆ὲν ὑάρχει γενικὰ γεν ικὰ θέµα νὰ ἀναρωτηθοῦµε ἀὸ οῦ «εἰ «εἰ-σήχθη» στὴν ῾Ελλάδα ἡ ϕιλοσοϕία, ὅως δὲν ρωτᾶµε ἀὸ οῦ εἰσήχθη ἡ θρησκεία ἢ ἡ τέχνη. ῾Η ἑλληνικὴ ϕιλοσοϕία διαµορϕώθηκε ἀὸ τὴν ἀρχὴ στὴν ῾ Ελλάδα. Ελ λάδα. Μὲ τὰ ἐλάχιστα ἔστω τεκ τ εκµ µήρια λόγου οὺ ἔχουµε, ἔχουµε, αρακολουθοῦµε καὶ ροσαθοῦµε νὰ αραστήσουµε τὶς ἀαρχὲς τῆς ἑλληνικῆς ϕιλοσοϕίας. Οἱ ρῶτες σκέψεις, σκέψε ις, ἄλλωστε, ἄλλωστ ε, εἶναι τόσο ἄγουρες καὶ ἀσχηµάτιστες, οὺ εἶναι ἀνόητο νὰ ὑοθέσουµε ὼς οἱ 36. Βλ. T&*$)&3,  N"2" S12!&"+ 72/ G"0%&%1" !"/ B"$/&##" B"$/ &##" , Ι καὶ ΙΙ (G05)" 1876 καὶ 1878).  A. F"63&,  LE$61" "1 )"0 P/
View more...

Comments

Copyright ©2017 KUPDF Inc.
SUPPORT KUPDF