111075096-Andreas-Lontos.pdf

April 6, 2018 | Author: φιλιππος φιλιππος | Category: N/A
Share Embed Donate


Short Description

Download 111075096-Andreas-Lontos.pdf...

Description

1985 ★ Το έργο τούτο του Τάκη Σταματόπουλου εκόόθηκε σε λίγα αντίτυπα από τον ίδιο το έτος 1960. Το 1961 βραβεύτηκε παραδόξως — για το κλίμα που επικρατούσε ιδιαίτερα τότε εκεί — από την Ακαδημία της Αθήνας. Χαρακτηριστικό ήταν το δ ημοσίευμα της εφημερίδας «Ακρόπολις» ό τι:«Ο ι ερυθροί κατέλαβαν την Ακαδημία»... ★ Η σημερινή δεύτερη έκδοση έγινε με τη στοιχειοθέτηση του κειμένου από την αρχή και τη διόρθω ση των λαθών της πρώτης έκδοσης, που έγινε από τον συγγραφ έα , όταν εκείνος ζούσε ακόμα.

ΤΑ ΚΗ Σ ΑΡΓ. Σ Τ Α Μ Α Τ Ο Π Ο Υ Λ Ο Σ

Ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΝΤΟΣ Ο ΓΛΕΝΤΖΕΣ ΑΡΧΙΚΟΤΖΑΜΠΑΣΗΣ ΜΕ ΤΟ ΤΡΑΓΙΚΟ ΤΕΛΟΣ

καλβος 1985

Π Ρ Ο Λ Ο Γ Ο Σ

Το Έ θ νο ς πρέπει να μάθει να θεωρεί εθνικόν ό,τι είναι Αληθές. Σ ολω μ ός

Αν για την Επανάσταση του 1821, μας φαίνεται σήμερα υπερβο­ λικός ο λόγος του Παλαμά, ότι δεν έχουμε ακόμα παρά τη μυθιστορία της, σίγουρα όμως αληθεύει για τα πρόσωπα που έλαβαν μέρος. Και είναι πολύ φυσικό. Γιατί με τα πρόσωπα, ώς τώ ρ' ασχολήθηκαν τοπικοί ιστοριογράφοι, που υποχρέωσή τους θεωρούσαν να εξιδανικεύσουν τους συμπατριώτες τους, εξαλείφοντας κάθε σκιερό σημείο. Και δεν είναι πολύς καιρός, που αυτή, η στενά τοπικιστική αντίληψη, ο εύκολος εξηρωισμός, η συστηματική απόκρυψη κάθε δυσάρεστου, η παραποίηση της αλήθειας πολλές φορές για να εξαρθεί ο'τοπικός ήρωας και το χειρότερο σε βάρος άλλων, άρχισε να υποχωρεί και μια νηφαλιώτερη και αντικειμενικώτερη αντίληψη να κυριαρχεί. Δηλαδή ν ’ αποκατασταθεί η αλήθεια χωρίς συμπάθειες ή προκαταλήψεις από τοπικιστικές μικροφιλοτιμίες και να διαγραφούν τα πρόσωπα, όπως ήταν με τα προτερήματα και τα ελαττώματα και να πάρει το καθένα τη θέση που του ταιριάζει. Γιατί δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε, ότι και οι ήρωες της μεγάλης εκείνης εποχής, ήσαν κι αυτοί άνθρωποι, που δε ζούσαν βέβαια στον ουρανό «εκτός τόπου και χρόνου», αλλ ’ αντίθετα μέσα σε φριχτή σκλαβιά, που βάσταξε 4 αιώνες και ήταν πολύ φυσικό να πάθουν διάβρωση από τη διαφθορά και τη σκληρότητά της και να διαποτισθούν και αυτοί με βίαια πάθη. Κω πλάι στα μεγάλα προτερήματα να φανερώνουν και μεγάλα ελαττώματα. Με την πεποίθηση λοιπόν, ότι η ολοκλήρωση, η αποκατάστασή τους, όπως ήταν στην πραγματικότητα, δεν μειώνει καθόλου την εκτίμηση και το θαυμασμό μας προς τους ήρωες της μεγάλης και τρικυμισμένης εκείνης εποχής, επιχειρήσαμε πριν την σκιαγραφία του 77. 77. Γερμανού και τώρα του Αντρέα Λόντου (που είναι ο πιο αντιπροσωπευτικός τύπος αρχικοτζάμπαση), έχοντας ως βάση προ πάντων τα ανέκδοτα αρχεία. Είναι πιθανό βέβαια, να έρθουν σε φως 5

και άλλα στοιχεία. Δεν νομίζουμε όμως, ότι θα μεταβάλουν τη γενικότερη αντίληψη για τα ιστορούμενα πρόσωπα. Μπορείμόνο, να διευκρινίσουν μερικά δευτερεύοντα σημεία. Ίσως μερικοί, έχοντας σχηματίσει διαφορετικήν εικόνα σε πολλά, από τις ώς τώρα μονόπλευρες και με πολλές ανακρίβειες βιογραφίες του, να δυσφορήσουν, αλλά τονίζουμε, ότι η προσπάθειά μας δεν αποβλέπει παρά στο να αποκατασταθεί, όσο είναι δυνατό, η αλήθεια, η ιστορική αλήθεια, που τυχαίνει συχνά να είναι δυσάρεστη. Βέβαια τελευταία, έχει καθιερωθεί, και με πολλήν επιτυχία μάλιστα, η μυθιστορηματική βιογραφία, που δεν κουράζει τον αναγνώστη. Ωστό­ σο, επροτιμήσαμε τήν παλαιά μορφή με την αντίληψη, ότι πρέπει να αποκατασταθούν πρώτα ιστορικά τα πρόσωπα των ηρώων του 1821 και να επακολουθήσει η φιλολογική απόδοσή τους. Τέλος, επιθυμούσε να ευχαριστήσουμε θερμά, τον κ. Κ. Διαμάντη (των Γενικών Αρχείων του Κράτους) και τον κ. Α. Αθανασόπουλο (των Αρχείων της Εθνικής Βιβλιοθήκης), για την προθυμία τους να μας εξυπηρετήσουν. Δυστυχώς όμως, η διεύθυνση του «Μουσείου Μπενάκη» μας εταλαιπώρησε με διάφορες κάθε φορά προφάσεις κι εδυσχέρανε τη συστηματική μελέτη του «Αρχείου του Αόντου». Και με την ευκαιρία διατυπώνουμε την απορία μας, αν είναι σωστό ν ’ αχρηστεύονται έτσι τα αρχεία και να γίνεται το Μουσείο κατά ένα τρόπο νεκροταφείο τους! Τ.Σ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ A'

Ο ΑΠΟΚΕΦΑΛΙΣΜΟΣ ΤΟΥ Σ. ΛΟΝΤΟΥ ΚΑΙ I. ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗ

Στα 1809, το μεγάλο αρχοντικό του Λόντου στο Αίγιο (το καλύτερο του Μόριά), βρισκόταν σε μεγάλη κίνηση. Οι πιο σημαντικοί πρόκριτοι, ήταν συγκεντρωμένοι εκεί, γιατί ο κοτζάμπασης Αντρέας Λόντος είχε την εξαιρετική τιμή να φιλοξε­ νεί τον περίφημο ποιητή Λόρδο Βύρωνα και το φίλο του Χομπχάουζ. Η θερμή υποδοχή, που του επιφύλαξαν οι προεστοί και ο τόσο φιλόξενος προύχοντας, σίγουρα θα ευχαρίστησαν το Βύρωνα κι απάνω στο δείπνο ενθουσιασμένος θ ’ απήγγειλε στροφές από τα ποιήματά του. Γ ι’ αυτό κι ο Α. Λόντος δε θέλησε να υστερήσει. Επιθυμώντας φαίνεται να τονίσει, ποιός ήταν ο πόθος που φλόγιζε τις ψυχές των Ελλήνων, ανέβηκε σ ' ένα παληό κάθισμα (επειδή ήταν πολύ κοντός), κι άρχισε να τραγουδάει «περιπαθώς και ερρίνως» τον ύμνο στην Ελευθερία του Ρήγα. Ό μω ς ο νεαρός κοτζάμπασης, με τη πιθηκόμορφη ν όψη του, τραγουδούσε με τέτοιο πάθος και τόσο έντονα, ώστε ο τούρκος κατής, που κατά τύχη περνούσε κάτω από το αρχοντι­ κό, ακούοντας τις φωνές του παραξενεύτηκε και ρώτησε τι συμβαίνει. — Αχ! (του απάντησε κάποιος ντόπιος Τούρκος), είναι το αρχοντόπουλο, ο Λόντος, που εμέθυσε και ψάλλει ύμνους στη νέα Παναγία των Ελλήνων, που ονομάζουν Ελευθερία!1 I. Κατά το Χομπχάουζ, τ ' ανάστημα του Λόντου ήταν πέντε πόδια και το καλπάκι. που φορούσε στο κεφάλι του το ένα τρίτο α π ' το ανάστημά του. Τα ονόματα των -βουτηγμένων στο χρυσάφι προυχόντων», που αναφέρουνται στην «Ιστορία του Αιγίου», ότι έλαβαν μέρος στην υποδοχή του Βύρωνα, είναι βέβαια όλα φανταστικά. Ας σημειωθεί, ότι ο Αργύρης Παπασταθόπουλος, που αναφέρεται κι αυτός πως έλαβε μέρος, ως προύχοντας της Κουνινάς, ήταν τότε όλως διόλου παιδί (16-17 χρόνων), αφού γεννήθηκε στα 1792. Α. Σταυροπούλου, «Ιστορ. Αιγίου» σελ. 337, 483. Ά τσλεϋ, «Ο Βύρων εν Ελλάδι». Μένδελσον, -Ιστορ. Ελλην. Επαναστάσεως»(μετάφραση Η. Οικονομοπούλου), τ. Α ', 283. Α. Μωρουά, «Λόρδος Βύρων» κλπ.

7

Ό μω ς, παρ’ όλο που τα συχνά του ξεφαντώματα, πασίγνω­ στα σε Τούρκους και Ρωμηούς, του δημιούργησαν τη φήμη ό τ’ ήταν ακόλαστος και μέθυσος, ως τόσο, ο νεαρός Αντρέας, που σαν πρεσβύτερος αναπλήρωνε το μεγάλο του πατέρα, τον πανί­ σχυρο Σωτηράκη Λόντο, που ήταν πρωθυπουργός (Λογοθέτης), του Μόρα-Βαλεσή, του Βελή (γυιού του Αλή - Πασά), στην Τρίπολη,2 διοικούσε «ως νέος εχέφρων, ενεργητικός και γενναί­ ος», και οι πατριώτες του ομολογούσαν, ότι δεν είχαν το παραμικρό παράπονο από την εξάχρονη προεστία του και ότι ήσαν «κατά πάντα ευχάριστοι».1 Μα η ξέγνοιαστη και χαρούμενη ζωή δε βάσταξε πολύ. Γιατί, όταν στα 1812 παύτηκεν ο Βελή - Πασάς, προστάτης του πατέρα του και τον διαδέχτηκεν ο αιμοβόρος Ιντζελί - Αχμέτ Πασάς, ο μεγαλοκοτζάμπασης I. Δεληγιάννης, αντίζηλος του Σωτηράκη, θέλοντας να καλύψει τις δικές του κλεψιές, μαζί με τους πιο ισχυρούς Τούρκους, που τους είχε παραγκωνίσει ο Βελής, κατηγόρησαν τον εξαιρετικά έντιμο Σωτηράκη, τάχα για 2. Οι Λονταίοι δεν κατάγονταν, όχως θέλει ο ευφάνταστος βιογράφος τους, αχό «Βυζαντινούς Στρατολάταις», αλλά κατέβηκαν και εγκαταστάθηκαν στο Α(γιο (Βοστίτσα), αχο τον Κάλανο, έν' αχό τα Νεζεροχώρια, που κατά τον Ζερλέντη, είναι και από τα μοναδικά μέρη στο Β. και Ν. Μόριά, όπου έμειναν οι Ιλαΰοι. Γενάρχης τους ήταν ο Γκολφίνος Λόντος, πλούσιος κτηματίας και προεστός στον Κάλανο (όχου σώζουνται ερείχια του χύργου του). Ο έγγονάς του Ιωτηράκης αναδείχτηκε η χιο σημαντική πολιτική φυσιογνωμία της Τουρκο­ κρατίας. Άνθρω πος μ ' εξαιρετικήν ευφυΓα, ευγλωττία και ικανή μόρφωση, έγινε ισόβιος προεστός της Βοστίτσας, Βεκίλης, Μωραγιάνης και πρωθυπουργός του Βελή. Ο μεγαλύτερος γιός του Αντρέας γεννήθηκε στα 1784 κι εφοίτησε στο σχολείο της Βοστίτσας. Ζερλέντης: «Μήλιγγοι και Εζερίται Σλαύοι εν Πελοχοννήσω». Βλέχε και το πολύτιμο «Ιστορικόν Λεξικόν των Πατρών», του Κ.Ν. Τριαντάφυλλου (σελ. 350, 418 και χέρα), που κυκλοφόρησε τελευταία. Α. Φραντζή «Επιτομή Ιστορ. Ελλ. Εχαναστάσεως», τ. Α ’ 47, και 3-4, σελ. 126-127 κλχ. 3. Ο βιογράφος του Λόντου Α. Σταυρόχουλος, στην «Ιστορία του Αιγίου» (σελ. 333-334), γράφει ότι «μετά την σύλληψιν και τον αχοκεφαλισμό του Βελή» στα 1812, αχοκεφαλίστηκε και ο Σωτηράκης. Ο Βελής όμως τότε δεν αποκεφαλί­ στηκε, αλλ’ απλώς μετατέθηκε στο χασαλίκι της Λάρισας και ο αποκεφαλισμός του έγινε στα 1822, ενώ ο Σωτηράκης αποκεφαλίστηκε στα 1812, δηλ. δέκα (10) ολόκληρα χρόνια πριν! Είμαστε υποχρεωμένοι να σημειώσουμε παρόμοιες

8

καταχρήσεις.4 Και ο «χριστιανομάχος» Ιντζελί - Πασάς, πρό­ θυμος και χωρίς να εξετάσει καθόλου, πρόσταξε και τον αποκε­ φάλισαν τον Οκτώβρη του 1812. Ο τόσο τραγικός θάνατος του πριν πανίσχυρου Σωτηράκη, που διαφέντευε Τούρκους και Ρωμηούς, αναστάτωσε το Μόριά και κλόνισε συθέμελα το μεγάλο αρχοντικό της Βοστίτσας. Ο γυιός του ο Αντρέας για να σωθεί αναγκάστηκε να φύγει για την Κωνσταντινούπολη. Ό μω ς δεν ήταν από τους ανθρώπους, που εύκολα λυγίζουν με τις καταδρο­ μές της τύχης. Εύθυμος κι ασυλλόγιστος γλεντζές από γεννησι­ μιού του, δεν άργησε να παρηγορηθεί και ν ’ αρχίσει πάλι τη χα­ ρούμενη κι άσωτη ζωή του. Στην Προποντίδα, όπου παραθέριζε μ ’ άλλους κοτζαμπάσηδες και τον Π.Π. Γερμανό, κάθε βράδυ τόριχνε στο γλεντοκόπι. Γελαστός πάντα κι ασυναγώνιστος πο­ λυλογάς, μπροστά στην πόρτα του μοναστηριού (στο νησί Αντι­ γόνη), έβανε τους φουστανελλοφόρους σωματοφυλακές του, κα­ θώς και των άλλων προυχόντων και το έσταιναν στο χορό και το ξεφάντωμα, όλη τη νύχτα. Το ένα τραγούδι διαδέχονταν το άλ­ λο: Κάτω στου Βάλτου τα χωριά και στα πέντε βιλαέτια φάτε, πιέτε μωρ’ αδέρφια! Κ ι’ όταν το γλέντι φούντωνε πιο πολύ, τα παλληκάρια χαλού­ σαν τον κόσμο τραγουδώντας και σβουρίζοντας: Να σας δείξω, βρέ παιδιά, πως το τρίβουν το πιπέρι του διαβόλου οι καλογέροι...5 Να μη θαρρούμε όμως, πως έχαν’ άσκοπα τον καιρό το,υ στα γλέντια μονάχα. Αντίθετα, επωφελήθηκε ν ’ ανανεώσει τη φιλία ανακρίβειες για ν ' αποκατασταθεί η αλήθεια και να μη παραπλανιούνται οι αναγνώστες. 4. Βλ. χςιρόγραφο Πειραιώς. 5. Ν. Δραγούμη, «Ιστορικοί αναμνήσεις», τ. Β \ 71. Ν. Σπηλιάδη, «Απομνη­ μονεύματα», τ. Β \ 260.

9

και να εξασφαλίσει την υποστήριξη των ισχυρών Τούρκων κοντά στο Ντιβάνι, που ήσαν γνώριμοι του πατέρα του, καθώς και των δεσποτάδων του Πατριαρχείου, που πολλούς είχ ’ εξυπη­ ρετήσει ο πατέρας του Σωτηράκης με το μεγάλο προνόμιό του να εγκρίνει τις εκλογές των αρχιερέων του Μόριά. Κι αυτοί τον διευκόλυναν πολύ να ταχτοποιήσει τη ζωή του, να πλουτίσει την πείρα του και να προσαρμοστεί στις συνήθειες, που επικρατού­ σαν εκεί, με τις δωροδοκίες και ραδιουργίες. Έ τσ ι, τα τρία χρόνια της παραμονής του στην Πόλη, στάθηκαν τα πιο σημαν­ τικά της ζωής του. Γιατί, όχι μόνο συμπλήρωσε την αναγκαστι­ κά περιορισμένη μόρφωσή του, αλλά εκεί στην Πόλη «των ραδιουργών και των πολιτικών δολοπλοκιών», διαμορφώθηκ’ ο χαραχτήρας του, όπως εκδηλώνετ’ αργότερα περσότερο με τα ελαττώματα παρά με τα προτερήματα. Δεν άργησε μάλιστα να δώσει άμεση και συνταραχτικήν απόδειξη για τις νέες του συνήθειες και την καταπληχτική πρόοδο και την πείρα που απόχτησε. Γιατί, μόλις εγύρισε στα 1815 στο Αίγιο (Βοστίτσα), με την υποστήριξη πάλι κι αυτός ισχυρών Τούρκων6, ανάπτυξ’ εξαιρετική δραστηριότητα κοντά στο νέο πασά Σακήρ - Αχμέτ (που είχ ’ αντικαταστήσει τον Ιντζελι' - Αχμέτ) και πέτυχε τον αποκεφαλισμό του Δεληγιάννη, το Φλεβάρη του 1816...7 6. Βλ. για τη μεγάλην υποστήριξη των Τούρκων στο Λόντο, καθώς και το συμφωνητικό Τούρκων και κοτζαμπάσηδων -περί αμοιβαίας υποστηρίζεως». «Αρχ. Λόντου», τ. Α. σ. 89. «Ιστ. Αρχειον», I. θεοφανίδη, τεύχος Α ', 214. 7. « Ό τα ν ανεκλήθη εκ της Πελοπονήσου ο Ίτζελ ι - Πασάς — γράφουν τ' ανέκδοτα απομνημονεύματα του Πετιμεζά — η φατρία του Ανδρέου Λόντου προσεπάθησε να ελκύση και είλκυσε προς το μέρος της πρώτον με τους μπέηδες ως τον Αρναούτογλουν, Κιαμήλμπεην και άλλους, κατόπιν δε και το νέον Πασσάν. Αφού δε κατόρθωσε τούτο, εκατηγόρησε τον αρχηγόν της αντιθέτου Γιάννην Δεληγιάννην και ο Πασσάς αποστείλας δημίους απεκεφάλισεν αυτόν εντός της εν τω χωρίω Λαγκαδίοις οικίας του, κατά το έτος 1816, την δε κεφαλήν του έφερον οι φονείς εις Τριπολιτζάν εκτεθείσαν εις την χλεύην και την περιφρόνησιν των θεατών. Τοιούτω τω τρόπω η φατρία του Λόντου εξεδικήθη...··. Βλέπε και λεπτομερέστερη περιγραφή σ τ' ανέκδοτα χειρόγραφα Π. Παπατσώνη. που παραβρέθηκεν ο ίδιος στο φοβερό δράμα: «Κατά το 1816, άλλαξεν ο βεζίρης της Τριπολιτζάς και ήλθεν άλλος, Ια κίρ πασιάς λεγόμενος, από την Κιουτάγια καταγόμενος, αιμοβόρος εις το άκρον. Η εναντία φατρία

10

Ο φόνος ενός τόσο σημαντικού άρχοντα, που έγινε με τον πιο άγριο τρόπο στο κρεβάτι, όπου ήταν κατάκοιτος ένα χρόνο, και μπροστά στα ίδια του τα παιδιά, κατατρόμαξεν όλο το Μόριά. Τα παιδιά του Δεληγιάννη, άλλα έφυγαν στη Κωνσταντι­ νούπολη ζητώντας σωτηρία και δικαιοσύνη κι όσα έμειναν βρήκαν καταφύγιο στους Πλαπουταίους. Ενώ, οι άλλοι προε­ στοί του Μόριά τρομαγμένοι από την τύχη, που είχαν οι δύο ισχυρότερες οικογένειες του Μόριά, συνέρχουνται μετά τον αποκεφαλισμό του Δεληγιάννη, ορκίζονται και υπογράφουν πραχτικό «ομονοίας και αδελφότητος»*.

των Δεληγιανναίων, όπου ήτον ο Ασημ. ΖαΓμης και ο Ανδρέσς Λόντος καίτοι συγγενείς, διέβαλαν εις τον πασιάν τούτον ότι ο γερο Ντεληγιάννης. όστις τότε ασθενούσεν από αποπληξίαν... εστραβώθη από το ένα μάτι και κουφός... και ήτον κλινήρης και είχεν ιατρόν επί τούτω χροναίον τον Δ. Μανσόλαν... Η ραδιουργία εκατόρθωσεν ώστε να αποσταλή στρατιά εξ εκατόν καβάζηδων του Πασιά με την εντολήν δήθεν ότι υπάγουν προς καταδίωξιν του Αλή Μουλά εις το φανάρι., αλλά νυκτός κινηθέντες άλλαξαν την οδόν δια τα Λαγκάδια... τον εύρον επί της κλίνης και μη δυνάμενον να σηκωθή τον εστύλωσεν ο δούλος του ο Χρύσανθος όπισθεν και ο τζελάτης επήγεν ξιφήρης, λέγοντας του περιφρονητικώς ότι του έφερεν την υγεία του, αυτός δε κύψας επρόφθασε και είπεν «μνήσθητι μου. Κύριε», και έκαμε τον σταυρόν του' και ευθύς του έκοψαν την κεφαλήν παρόντων των υιών αυτού Δημητρίου και Πανάγου και εμού ευρισκομέ­ νου ως μουσαφίρης τότε εκεί. και είδον ιδίοις οφθαλμοίς τα γεγονότα ταύτα. Την δε κεφαλήν επήρεν ένας Τάταρης και την εκόμιζεν εις Τρίπολιν κλπ». Και το υπόλοιπο σώμα του, το επέταξαν σε γειτονική αυλή (Συλλογή I. Βλαχογιάννη, «Κλέφτες του Μόριά», 288). Βλ. και Οικονόμου: «παρά τοις προεστώσι τα πάντα και καθήκον και συγγένεια και φιλία και τα λοιπά τιμαλφή υπετάσσοντο εις το πνεύμα της χαμερπούς φιλαρχίας και φιλοδοξίας των κλπ». «Ιστορικά Ελληνι­ κής Παλιγγενεσίας», 424. Εφημ. «Χρόνος» 14-10-1872. 8. Βλ. πραχτικό «Ομονοίας και αδελφότητος», των κοτζαμπάσηδων: Εφημ. «Αιών» 27-2-1884.

11

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β '

ΠΡΟΕΣΤΟΣ ΤΗΣ ΒΟΣΤΙΤΣΑΣ

Με την πτώση των Δεληγιανναίων και την εύνοια πολλών ισχυρών Τούρκων, άρχισε σιγά-σιγά να ξαναποχτάει δύναμη το Λοντέϊκο σπίτι. Δεν μπόρεσε όμως ποτέ να ξαναφτάσει τη φήμη και την αίγλη, που είχε, όσο ζούσε ο Σωτηράκης. Κι ενώ οι Δεληγιανναίοι ανάχτησαν σύντομα την παληά τους δύναμη κι ο Θόδωρος Δεληγιάννης διορίστηκε Μωραγιάνης στα 1818, ο Α. Λόντος μόνον ύστερ’ από τρία χρόνια, πού γύρισ’ από την πόλη, πήρε τη διοίκηση του Καζά της Βοστίτσας. Γιατί, οι αντίπαλοί του είχαν επωφεληθεί από την απουσία του και παρασύροντας και το λαό μαζί τους κρατούσαν την εξουσία. Τέλος στα 1818 οι Βοστιτσιάνοι του ανάθεσαν παλι τη διοίκηση του Καζά τους, εκφράζοντας τη μετάνοιά τους, γιατί «εξ αγνοίας απατηθέντες και nap' άλλων παρακινηθέντες» τον αγνόησαν τρία ολόκληρα χρόνια9. Μα και ο Α. Λόντος, δεν ήταν πια ο ίδιος. Ο αποκεφαλισμός του πατέρα του και η αχαριστία των συμπατριωτών του τον επίκραναν και η παραμονή του στην .Πόλη, η εξοικοίωσή του με τις νέες συνήθειες, με ραδιουργίες και δολοπλοκίες και άλλα παρόμοια μέσα τον μετέβαλαν σιγάσιγά, του έπνιξαν τον άδολο νεανικόν ενθουσιασμό και τις καλές του ιδιότητες, του άλλαξαν όλως διόλου τον χαρακτήρα και τον έκαμαν να γυρίσει άλλος άνθρωπος. Τον βάραινε ακόμα, ο άγριος θάνατος του γέρο-Δεληγιάννη και τον έκανε να είναι δύσπιστος κ ι’ επιφυλαχτικός. Μα το σπουδαιότερο ήταν, που ο κατατρεγμός του σπιτιού του και το αναγκαστικό ταξίδι του στην Πόλη, η με δωροδοκίες εξασφάλιση της προστασίας των ισχυρών, η σπάταλη και άσωτη ζωή του, η αδυναμία των χωρικών να πληρώνουν υπέρογκους φόρους, οι σπουδές του δευτερότοκου αδερφού του Αναστάση στην Ιταλία κι οι φιλονι­ κίες του με τον πανίσχυρο Κιαμήλμπεη10, του εστοίχισαν πολλά 9. «Αρχείον στρατηγού Α. Λόντου», τ. Λ", 6. 10. Βλ. αναλυτικά για τις φιλονικίες Λόντου, ΖαΓμη — Κιαμήλμπεη, Τάκη

12

χρήματα. Και το χειρότερο, το εμπόριο που έκανε μαζί με τους Τούρκους (ενοικίαση φόρων, ναύλωση πλοίων για τη μεταφορά σιτηρών κλπ.), Από την οικονομική κρίση που είχε ξεσπάσει, δε πήγαινε καλά." Βρισκόταν λοιπόν στην ανάγκη, για ν ’ αντιμετωπίσει τις μεγάλες οικονομικές στενοχώριες, «τα σικλέτια από μετρητά» που είχε, να δανείζεται συχνά και με μεγάλους τόκους12 Κι ήταν τόσο μεγάλη, η ανάγκη του για χρήματα, που δανείζεται όχι μόνο από Ρωμηούς, αλλά και Τούρκους και από γυναίκες τούρκισες ακόμα, όπως βλέπουμε στο γράμμα της Υευσέ Χανούμ (1818), που με τόση στοργική λεπτότητα του γυρεύει τα δανεικά: «Ευγενέστατε ειέ μου Κύρ Ανδρέα φιλικώς σας χερετώμεν ερωτώμεν τω χατίρι σας και μετά τον χερετισμόν μας σας φανερόνωμεν ότι επιδίς και έχωμεν να ειπανδρέψωμεν την εγκόνα μας και μας έκαμαν ειχτιζές τα γρόσια χίλια οκτακόσια: 1800: ο που σας έχωμεν δανεισμένα να κάμεις γαϊρέτι πεδί μου να μου τα στήλης ομου με τα διαφορά τους καθώς διαλαμβάνει ει ομολογίας σου και πρέπη πεδί μου να μου τα προφθάσεις όσον τάχειστα κλπ»15 Α. Σταματόπολου «Ο Εσωτερικός Αγώνας πριν και κατά την Επανάσταση τοι> 1821». σελ. 117-121. 11. Για την οικονομική κρίση, γράφει ο Α. Καρτζιώτης από τη Τεργέστη στον Α. Λόντο: «...το νυν πάσχον εμπόριον... το οποίον έφθασεν είπερ άλλοτε ποτε εις τον έσχατον βαθμόν της στάσεως εν μέσω της ανανδρίας και εξωτερικών χρεωκοπημάτων κείττονται δια τούτο τα είδη σχεδόν όλα ακαταζήτητα κλπ». Βλέπε και για τη στενή εμπορική συνεργασία Τούρκων. Α. Λόντου και λοιπών κοτζαμπάσηδων -Αρχ. Α. Λόντου». τ. Α ' 35-38.47, 50-57, 232. Μ. Γούδα. «Βίοι Παράλληλοι», τ. Σ τ' 415. Μ. Σακελλαρίου, «Η Πελοπόννησος κατά την Β' Τουρκοκρατίαν», 218. Σπηλιάδου, τ. Α ', 323. Τ. Κανδηλώρου, «Φιλική Εται­ ρία». 289. 12. Ο Ασημάκης ΖαΤμης, αναγκάστηκε να εγγυηθεί για λογαριασμό του Λόντου ότι θα πληρώσει 2075 γρόσια, που χρωστούσε. Ο τρομερός τοκογλύφος Ν. Ταμπακόπουλος, που τον εδάνειζε με τόκο 30% (!). του υπενθυμίζει διαρκώς να ξεπληρώσει τα χρέη του, ενώ οι ισχυροί προστάτες του από την Κωνσταντινού­ πολη εξακολουθούσαν να ζητούν χρήματα, καθώς και ο φίλος του δραγουμάνος του πασά της Τριπολιτσάς, ο Σταυράκης Ιωβίκης. «Αρχ. Α. Λόντου», τ. Α" 22-23, 30-32, 48. 57. 80, 90, 111, 120, 207-209, 236, 259, 262, 264. 13. «Αρχ. Λόντου», τ. Α ', 23-24. Οι Λονταίοι είχαν απέραντη κτηματική

13

Μα ενώ, οι φίλοι του Λόντου δημογέροντες της Βοστίτσας, υπόσχονταν μ ’ έγγραφά τους, για λογαριασμό του κοσμάκη, να τον συντρέχουν στα έξοδά του με το «πουγγί τους και με καλήν γνώμην και ευχαρίστησιν», όμως η αντοχή των χωρικών της Βοστίτσας ήταν μικρότερη από την καλή τους πρόθεση και γρήγορα εξαντλήθηκε κι άρχισαν τα παράπονα. Τα οικονομικά του Καζά, δεν πήγαιναν καθόλου καλά και ο Λόντος αναγκαζό­ ταν να κάνει δάνεια για λογαριασμό του Καζά και δικό του με βαρειούς τόκους και βρισκόταν σε αδυναμία να τα ξεπληρώσει. Οι φορολογίες μεγάλωναν κι όπως ήταν φυσικό μεγάλωναν και τα παράπονα και οι δυσαρέσκειες των Βοστιτσιάνων, που ήσαν αναγκασμένοι να πληρώνουν «υπέρογκα» βάρη. Ιδιαίτερα οι αγρότες, είχαν φτάσει σ ’ απόγνωση και βρίσκονταν στην ανάγκη να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να κρύβουνται στους λόγγους για να μη πληρώνουν «φόρους δυσβαστάκτους και απανθρώπους»14 Η κατάσταση, φαίνεται, χειροτέρεψε σε τέτοιο ση­ μείο, που απογοητευμένοι από το συμπατριώτη τους Λόντο και τη διοίκησή του οι Βοστιτσιάνοι, φτάνουν στο έσχατο και απελπισμένο μέτρο, που φανερώνει τη φοβερή κατάστασή τους, δηλ. να καταφύγουν στους Τούρκους, στον Πασά της Τριπολιτσάς, να καταγγείλουν τα βασανιστήρια που τραβούσαν με «άλυσσον και κούτζουρον»15 ελπίζοντας ναύρουν δικαιοσύνη και να περιουσία στα χωριά Ζευγολατειό, Τέμενη, Κουλούρα και Κούμαρι. Κι όμως στα 1819 βρίσκουνται στην ανάγκη να δανειστούν από τον Χαρ. Βαριούκα 2844 γρόσια -δια χρείαν του οσπηίον τους», όπως βλέπουμε σ ' ανέκδοτο έγγραφο, που βρί­ σκεται στα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Φάκελλος 243/3-9-1819 (Συλλογή 1. Βλαχογιάννη). Στα έγγραφα, διατηρούμε την ορθογραφία τους. Οι υπογραμμί­ σεις είναι δικές μας. 14. Π. Πιπινέλη «Πολιτική Ιστορία της Επαναστάσεως», 24, 25. Ο Βοεβόδας Βοστίτσας Χαλήλ Αγάς γράφει στο Λόντο: -Τα χωριά μας στέκονται επί ποδός να φύγουν. Προχθές έστειλα εις την Κουνινάν ένα σεϊμένην δια τριακόσια γρόσια και ήλθε πίσω λέγωντας ότι έφυγαν μέσα εις τον λόγγον οι ραγιάδες κλπ». Βλ. και τα απαγορευτικά μέτρα, που έλαβεν ο Λόντος για τους Καλαβρυτινούς που εφύτευαν σταφίδες στον κάμπο της Βοστίτσας, χωρίς να πληρώνουν φόρους. «Αρχ. Λόντου», τ. Α \ 17, 28-26, 209-210. 13. Να, κι ένα χαρακτηριστικό δείγμα της εφαρμογής της δικαιοσύνης στην επαρχία του Λόντου, που θυμίζει Αλη-Πασά: «του Κωνσταντίνου αδαμό-

14

βελτιώσουν την τραγική τους θέση. Χαμένη όμως προσπάθεια! Γιατί εκεί, παρακολουθούσε άγρυπνος, ο φίλος του Λόντου ο δραγουμάνος Σταυράκης, ο «λάτρης του Οθωμανικού γένους»16 που εξουδετερώνει όλες τις κατηγόριες, κι έτσι τα παράπονα των ραγιάδων ή δεν φτάνουν καθόλου σ τ’ αυτιά του Πασά ή και όταν φτάνουν δε γίνουνται πλέον πιστευτά.

πουλου η γυνή — γράφει ο δραγουμάνος ο το Λόντο — ήλθεν ενταύθα (Τρίπολη) εις εμέ, από τον οποίον (Αδαμόπουλον) μοι έφερε και γράμμα κλαίοντα το χάλι και το βάσανον. οπού του έκαμαν αυτού (στη Βοοτίτσα) με άλυσσον και κούτζουρον δια τα γρόσια οπού χρεωστεί τω παπαρηγόπουλω, και ότι δια το χισμέτι του μπουμπασίρη γρόσια διακόσια κατέχεται το μουλάρι του εμμανέτι κλπ.». «Αρχ. Λόντου», τ. Α", 226-227. 16. Ο δραγουμάνος Σ. Ιωβίκης, ο «λάτρης του Οθωμανικού γένους», που κατά τον Π.Π. Γερμανό κατασκόπευε και πρόδινε τους Έ λληνες, ήταν φίλος στενός και προστάτης του Λόντου. Ή τα ν άγρυπνος φρουρός για τις υποθέσεις του Λόντου στην Τρίπολη κι έχοντας πυκνήν αλληλογραφία μαζί του τον ενημερώνει σε όλα, τον καθησυχάζει και ματαιώνει καθ' εχθρική ενέργειαν, από όσους έφταναν παραπονούμενοι από τον Καζά της Βοστίτσας για το Λόντο και τη διοίκησή του, ώστε -να μη τους δοθή ακρόασις παρ1 ουδενός». Του εξασφαλίζει την εξουσία και φροντίζει «να μη τύχη και όιορισΟή άλλος προεστός εις ΒοστΙτζαν». Ό λ ες όμως αυτές οι φροντίδες τιου δραγουμάνου γίνονται με το αζημίωτο, γιατί ο Λόντος δεν παραλείπει να τον φιλοδωρήσει με το σημαντικό ποσό S.000 γρόσια «δια τους υπέρ πατρίδος (!) αγώνας του», που φυσικά έπεφταν στη ράχη των φτωχών χωρικών, γιατί αυτοί τελικά τα επλήρωναν... «Αρχ. Λόντου». τ. A ' 18-19, 23. 84,91-103. 107-111. 116-118, 226-234. Π. Π. Γερμανού «Απομνημονεύματά^ Ί\.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ '

Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

Μα τα πράγματα δεν άργησαν ν ' αλλάξουν στο μεταξύ. Δεν ήταν πια η παληά εποχή, που τέτοια παροδικά ξεσπάσματα των ραγιάδων καταπνίγονταν εύκολα με τις καταπραϋντικές ενέργει­ ες των δραγουμάνων για τους φίλους' τους κοτζαμπάσηδες. Οι Φιλικοί δούλεψαν καλά. Κι ο βασανισμένος λαός μ ’ ακράτητον ενθουσιασμό δέχτηκε το κήρυγμά τους. Μ ’ αγωνία λοιπόν περίμεναν οι δυστυχισμένοι αγρότες κι ετοιμάζονταν για το μεγάλο ξεκίνημα, που τους έταζαν οι Φιλικοί, γιατ’ είχαν και την ελπίδα μαζί με του ’Εθνους να πετύχουν και την κοινωνική τους απολύτρωση. Κι όσο πλησίαζ’ η μεγάλη στιγμή για την Εξέγερση, τόσ ’ ο αναβρασμός του φτωχού και βασανισμένου λαού μεγάλωνε κι ήταν πια ασυγκράτητος. Κ ι’ επειδή οι Τούρκοι της Πάτρας, είχαν αρχίσει να υποπτεύουνται και βρίσκονταν σ ’ ανησυχία, ο Π.Π. Γερμανός κάλεσε τον Α. Λόντο απ’ τη Βοστίτσα κι επήγαν κι οι δυό τους στο διοικητή της Πάτρας, όπου ευρήκαν γενική συνέλευση των Τούρκων Αγάδων17. Τότε ο Λόντος τους μίλησε με πολύ θάρρος, κατηγόρησε τον Αλή - Πασά για τον αναβρασμό του κόσμου καθώς και την προκλητική στάση των Τούρκων. — Αγάδες (τους είπε). Επανάσταση των ραγιάδων δεν γίνεται, χωρίς να θέλουμ’ εμείς οι πρόκριτοι. Αλλά μήπως κι εμείς, σαν πλούσιοι κτηματίες που είμαστε, όπως κι εσείς οι Αγάδες, δεν έχουμε συμφέρον να θέλουμε την ειρήνη, την τάξη και την ασφάλεια; Εμείς τουλάχιστον οι προεστοί, σας εγγυόμαστε για την ησυχία του τόπου και την πρόθυμη συνδρομή μας 17. Σπ. Τρικούπη. «Ιστορ. Ελλην. Επαναστάσεως(έκδοσιςΙ. Σιδέρη),τ. Α", 47. Είναι πολύ περίεργο, ότι για το περιστατικό αυτό, ούτε ο Π.Π. Γερμανός αναφέρει τίποτε σ τ ' απομνημονεύματά του, ούτε ο Πουκεβίλ, αν και μας δίνουν με μεγάλη λεπτομέρεια τα γεγονότα της Πάτρας.

16

για την είσπραξη των σουλτανικών εισοδημάτων που κινδυνεύ­ ουν να χαθούν. Τα θαρρετά λόγια του Λόντου και προ πάντων η διαβεβαίω­ ση, ότι και οι κοτζαμπάσηδες είχαν συμφέρον κι ήθελαν την ησυχία (που ήταν και το σωστό) και ότι υπεύθυνος της αναταρα­ χής ήταν ο Αλής, έπεισαν και καθησύχασαν τους Τούρκους. Μα ενώ κατάφεραν ν ’ αποκοιμίσουν τους Τούρκους, δεν μπόρεσαν όμως να καταπνίξουν και τις δικές τους ανησυχίες οι κοτζαμπάσηδες, γιατί ένοιωθαν, ότι η ασυνήθιστη τούτη ανατα­ ραχή, δεν ήταν καθόλου ευχάριστο σημάδι για δαύτους και ότι το ηφαίστειο, που έβραζε κάτου από τα πόδια τους, ήταν φόβος να παρασύρει και τους ίδιους στη φοβερή έκρηξή του. Κι η ανησυχία τους κορυφώθηκε πιο πολύ με το φτάσιμο του Παπαφλέσσα στη Βοστίτσα, όπου οι γνώριμοί του Αιγιώτες Φιλικοί συγκεντρωμένοι κοντά του, έκαναν μεγάλο θόρυβο, χωρίς να λογαριάζουν τίποτε ή να παίρνουν καμιά προφύλαξη. Τότες οι δεσποτάδες και οι κοτζαμπάσηδες ανάστατοι κι αφού δεν κατόρ­ θωσαν να εμποδίσουν τον Παπαφλέσσα να περάσει από τήν Ύδρα και να τον φυλακίσουν ή και να τον δολοφονήσουν ακόμα στο Ά ρ γο ς και στα Καλάβρυτα, όπως προσπάθησαν, βρέθηκαν στήν ανάγκη να συγκεντρωθούν από διάφορα μέρη του Μόριά στο Αίγιο, κι ενωμένοι να τον συναντήσουν για να ματαιώσουν με κάθε μέσο την Επανάσταση. Κι όπως έχουμε ιστορήσει στα βιβλία μας «Ο Εσωτερικός Αγώνας πριν και κατά τήν Επανάσταση του 1821» και «ο Π.Π. Γερμανός χωρίς θρύλο», στην περίφημη μυστική σύσκεψη της Βοστίτσας, αφού νόμισαν ότι κατάφεραν να πειθαναγκάσουν τον Παπαφλέσσα ν ’ αναβλη­ θεί γ ι ' αργότερα το κίνημα, έφυγαν για τα Καλάβρυτα, γιατί οι Τούρκοι, ενημερωμένοι πια με την\προδοσία του τριπολιτσιώτη προύχοντα Σωτήρου Κουγιά και του φίλου και προστάτη του Λόντου δραγουμάνου Σταυράκη Ιωβίκη, τους είχαν καλέσει να πάνε στην Τρίπολη. Κι ενώ πολλοί τους συμμορφώθηκαν με τη διαταγή, οι κοτζαμπάσηδες ΑχαΤας, με έξυπνα τεχνάσματα και δικαιολογίες, αντί να πάνε στην Τρίπολη συγκεντρώθηκαν στην Αγία Λαύρα «πεφοβισμένοι» κι έχοντας πάντα στο νού τους να μην επαναστατήσουν «απεφάσισαν (κατά την ομολογία του Π.Π. 17

Γερμανού), να μη δώσουν αιτίαν τίνα» και μόνον αν οι Τούρκοι έκαναν πρώτοι την αρχή, να πάρουν κι αυτοί τα όπλα18 Και με την απόφασ’ αυτή διασκορπίστηκαν σε γειτονικά κι ασφαλι­ σμένα μέρη, χωρίς όμως και να υψώσουν κανένα επαναστατικό λάβαρο στην Ά γ ια Λαύρα, όπως δημιουργήθηκεν αργότερα ο ποιητικός θρύλος19. Κι ενώ στα Καλαβρυτοχώρια μ ’ ενέργειες του φλογερού επαναστάτη Παπαφλέσσα και στη Μεσσηνία είχεν ανάψει το κλέφτικο ντουφέκι, οι Τούρκοι στα Καλάβρυτα κλείστηκαν στο φρούριο και στη Βοστίτσα έφυγαν «αβλαβείς και ανεμπόδιστοι συν γυναιξί και τέκνοις» με τη βοήθεια του Λόντου10 Ό μω ς στην Πάτρα, οι Τούρκοι άρχισαν πρώτοι την Επανά­ σταση, επιχειρώντας να σκοτώσουν το Φιλικό I. Παπαδιαμαντόπουλο και βάνοντας φωτιά στα γειτονικά σπίτια. Ο τσαγκάρης Παναγιώτης Καρατζάς, ο φαρμακοποιός Ν. Γερακάρης και ο Βαγγέλης Λειβαδάς με τους Κεφαλλωνίτες Φιλικούς και οι οπλαρχηγοί Κουμανιωταίοι αντιμετώπισαν πρώτοι τους Τούρ­ κους, φυγάδεψαν τα γυναικόπαιδα κι ειδοποίησαν μαζί με το I. Παπαδιαμαντόπουλο τους κοτζαμπάσηδες για την κατάσταση. Κι οι προύχοντες κι οι δεσποτάδες, που δε μπορούσαν πλέον να κάνουν αλλοιώς γιατί φοβόντουσαν, ότι θα τους έσφαζαν Τούρ­ κοι και Ρωμηοί, επήραν τέλος τα όπλα κι εκίνησαν όλοι τους από διάφορα σημεία για την Πάτρα. Κι από τους πρώτους έφτασε κι ο Αντρέας Λόντος με 200 οπλοφόρους, την κόκκινη σημαία του με το μαύρο σταυρό και πέντε τούρκικα κεφάλια σε κοντούς. Οι Τούρκοι βλέποντας τη σημαία καί νομίζοντας, ότι 18. Τ.Α. Σταματόπουλου, «ο Π.Π. Γερμανός χωρίς θρύλο», σ. 16-20 Π.Π. Γερμανού. 27, 28. 19. Στην Αγια Λαύρα, όπως αποδεικνύουμε και στα βιβλία μας-Εσωτερικός Αγώνας» (σ. 157-158) και «Π.Π. Γερμανός» (20), όχι μόνο δεν ύψωσαν επαναστα­ τική σημαία ο Π.Π.Γ. και οι κοτζαμπάσηδες, αλλά εκεί ακριβώς εκδηλώθηκεν όλος ο φόβος και η αντίθεσή τους στην Επανάσταση. Βλ. και I. Κ. Κορδάτου ΝΠΙ, 227 και Θ. Κατριβάνου, «Ιστορία και θρύλος» — «Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά», τ. Β' 299-300 κλπ. 20. Σπ. Τρικούπη, τ. Α ’ 41 Βλ. και Τ. Λάππα: «Να τα καΓκια πουέρχουνται από τη Βοστίτσα και φέρνουν τους Βοστιτσιάνους Τούρκους οικογενειακώς που κάνανε πάτα με τον Ανδρέα Λόντο και τους χάρισε τη ζωή και τους μπαρκάρισε σύν γυναιξί και τέκνοις», «Ρουμελιώτες στην Επανάσταση». 30. 92-94.

18

ήταν δικοί τους, εχαιρέτησαν την είσοδο του Λόντου στην Πάτρα με κανονιοβολισμούς.21 Την ίδια μέρα (24 Μάρτη), έφτασαν ο Β. Ρούφος, ο Α. Ζαίμης με τον Π.Π. Γερμανό κι αφού ενώθηκαν με το Λόντο και I. Παπαδιαμαντόπουλο, ύψωσαν στην πλατεία τ ’ Αϊ Γιώργη την επαναστατική σημαία. Κι άρχισαν την πολιορκία της Πάτρας, αφού αυτοχειροτονήθηκαν στρατηγοί, οι κοτζαμπάσηδες και δεσποτάδες, κι εσχημάτισαν φατριαστικά το «Επαναστατικόν Διευθυντήριον» με πρόεδρο τον Π .Π . Γερμανό. Γ ιατί, μονοπωλώντας τον αγώνα, απέκλεισαν κι αγνόησαν αμέσως από την πρώτη στιγμή τους άξιους λαϊκούς αρχηγούς, που πρώτοι αντιμετώπισαν τους Τούρ­ κους. Αλλά ο ξαφνικός ερχομός του Γιουσούφ Πασά στο Ρίο (3 Απρίλη), με 300 στρατιώτες, οι προδοτικές ενέργειες του φανατι­ κού φιλότουρκου άγγλου πρόξενου Φ. Γκρήν, οι άκαιρες φιλο­ νικίες του Π. Π. Γερμανού με το Φιλικό Παπαδιαμαντόπουλο και προ πάντων η μεγάλη ανικανότητα των κοτζαμπάσηδων αρχηγών, άλλαξαν μονομιάς τα πράγματα. Ο Γιουσούφ ανεμπό­ διστος προχώρησε στην Πάτρα, διασκορπίζοντας στα Συχαινά τους λιγοστούς Βοστιτσιάνους με το Γ. Ροδόπουλο κι αφού ενώθηκε με τους πολιορκημένους Τούρκους, έτρεψε σε φυγή τους αυτοχειροτόνητους κι ανίκανους στρατηγούς (προύχοντες και Π.Π. Γερμανό), που πανικόβλητοι, τα εγκατέλειψαν όλα (Πατρινούς και πολεμοφόδια) στην τύχη τους...22 Κι έτσι οι Τούρκοι με την ησυχία τους πια κι ανενόχλητοι έκαψαν την Πάτρα και «κατέσφαξαν πάντα χριστιανόν, φρικώδη επιτελέσαντες όργια»23 21. Πρώτος εμπήκε στην Πάτρα ο I. Παπαδιαμαντόπουλος και δεύτερος ο Λόντος. Και κατά τον Φιλήμονα «εις την επικίνδυνον μεταφοράν (7 κανονιών), ο Λόντος κατέβαλε προσωπικόν κόπον με τους Κεφαλληνοζακυνθίους και Βοστιτσιάνους πολεμούμενος από το φρούριον με κανονιοβολισμούς και ψιλόν πυροβολισμόν». 22. «Οι προύχοντες — γράφει ο Πουκεβίλ — ηγουμένου του λαβάρου δίδουσι το σύνθημα της φυγής. Αναίσθητοι! που φέρουσι τα βήματά των; Ο Γιουσούφ ωδήγει μόνον 300 άνδρας». «Ιστ. Ελλην. Επαναστάσεως», μ ' επιμέ­ λεια Α. Κυριάκού, 56.

19

Κ ΕΦΑ Λ Α ΙΟ Δ '

Η ΠΡΩΤΗ ΛΕΗΛΑΣΙΑ ΤΗΣ ΒΟΣΊΊΤΣΑΣ Η «ΤΡΙΑΝΔΡΙΑ ΤΟΥ ΒΟΡΡΑ»

Περίλυπος μετά την διάλυση της πολιορκίας της Πάτρας γύρισ’ ο Α. Λόντος στο Αίγιο. Η πικρία του για την αποτυχία που είχε, αρχίζοντας το στρατιωτικό του στάδιο, ήταν απερίγρα­ πτη. Με βίαιους και πολύ βαρείς χαρακτηρισμούς καταφέρεται κατά των συμπατριωτών του Βοστιτσιάνων, που τον εγκατέλειψαν, αποσιωπώντας ότι, οι αίτιοι της αποτυχίας ήσαν οι ίδιοι αρχηγοί κοτζαμπάσηδες με τις διαφωνίες και την ανικανότητά τους. Ό μω ς, δεν έχασε το θάρρος του και άρχισε πάλι τη στρατολογία για να τοποθετηθεί «ε/ς μέρος αναγκαιότατον δια την ασφάλειαν της Βοστίτζης και των Καλαβρύτων»**. Τον ίδιο καιρό όμως, που ο Λόντος λάβαινε τα μέτρ’ αυτά, ο Μουσταφάμπεης σταλμένος από το Χουρσίτ για να ενισχύσει την πολιορκημένη Τριπολιτσά με 3500 Αλβανούς, έφτασε από το Μεσολόγγι στη Βοστίτσα «την οποίαν κατέλαβε διόλου απροφύλακτον και την κατεπυρπόλησεν»25. Και βρίσκοντας άφθονα τρόφιμα έμειν’ εκεί 23. Ε. Κυριακίδου, «Ιστορία του συγχρόνου Ελληνισμού», τ. Α ' 67. Βλ. ακόμα για τη φοβερή καταστροφή και σφαγή των Πατρινών Τ. Α. Σταματόπουλου, «ο Π.Π. Γερμανός κλπ», 21-28. I. Κ. Κορδάτου, «Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας», τ. Β ' 188. Ν. Μόσχου «Το Χάλασμα της Πάτρας» (απόσπαομ’ από κεφάλαιο της μυθιστορηματικής βιογραφίας «Παναγιώτης Καρατζάς»), — «Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά», τ. Γ. 196-201. Κ. Ν. Τριανταφύλλου, «Ιστ. Λεξ. Πατρών», 188-201. Πουκεβίλ, 61 κλιι. 24. «Αρχ. Λόντου», τ. Α ' 123. Οι Βοστιτσιάνοι, καθώς και όλοι οι Έ λληνες στην αρχή του Αγώνα, άοπλοι και απόλεμοι με 400 χρόνια φοβερή σκλαβιά, ήταν φυσικό να φοβούνται τους εμπειροπόλεμους και καλά οπλισμέ­ νους Τούρκους, όταν μάλιστα τους έλειπε ο ικανός και κατάλληλος αρχηγός. Κι όμως οι ίδιοι Βοστιτσιάνοι πολέμησαν αργότερα ηρωικά στο Μεσολόγγι, Πάτρα, Φοντάνα, Ά μπλια νη , Τσετσεβά, στον Καυκαριά κλπ. 25. Μόνον ο Ζαίμης με 500 Καλαβρυτινούς έπιασε τη Βόβοδα για να εμποδίσει τους Τούρκους ν ’ ανέβουν στα Καλάβρυτα, αλλά ισάριθμοι Τούρκοι τους διασκόρπισαν και λίγο έλειψε να πιάσουν αιχμάλωτο το ΖαΓμη. «Εκ δε των Βοστιτσιάνων ουδέ ψυχή εφαίνετο, επειδή διεσκορπίσθησαν άπαντες ένθεν

20

και κάλεσε τους Βοστιτσιάνους να πάνε να προσκυνήσουν. Α λλ’ από τους Βοστιτσιάνους να πάνε να προσκυνήσουν. Α λλ’ από τους Βοστιτσιάνους κανείς τους δεν προθυμοποιήθηκε παρ’ όλες τις δελεαστικές προτάσεις του Μουσταφάμπεη, τα προσκυνοχάρτια και την προθυμία του να μη τους τιμωρήσει. Οι Βοστιτσιάνοι έμεναν πιστοί κι ακλόνητοι στον Αγώνα. Οι Τούρκοι μένοντας ανενόχλητοι στη Βοστίτσα μιαν ολόκληρη βδομάδα, την λεηλάτησαν, την έκαψαν και πήραν το άφθονο παξιμάδι, που βρήκαν στις αποθήκες και πάρα πολλά ζώα, που μάζεψαν από την πόλη και τους κάμπους. Τέλος, έφυγαν με την ησυχία τους, ακολουθώντας την παραλία, πέρασαν όλα τα στενά χωρίς σοβαρήν αντίσταση κΓ έφτασαν στην Κόρινθο, αφού όπως λέει και το τραγούδι: Έκαψαν χώρες και χωριά, χωριά και βιλαέτια την Πάτρα την περήφανη, Βοστίτσα παινεμένη.26 Ό μω ς τ ’ αλλεπάλληλ’ αυτά ατυχήματα, όσο κι αν ελύπησαν το Λόντο κι εμείωσαν τη φήμη του, ως τόσο δεν τον αποθάρρυναν, ούτε άλλαξαν την απόφασή του να γίνει στρατιω­ τικός και ν ’ αναλάβει την αρχηγία των όπλων της επαρχίας του. Το ίδιο, άλλως τε, έκαμαν και οι άλλοι κοτζαμπάσηδες, θέλον­ τας ν ’ αφαιρέσουν τη δύναμη από τους καπεταναίους, να τους έχουν στην εξουσία τους και προ πάντων το λαό, κι έτσι να είναι απόλυτα κύριοι στις επαρχίες τους «αποκαθιστάμενοι βασι­ λίσκοι» και διατηρώντας την εξουσία, που είχαν πριν με τους κακείθεν». Π.Π. Γερμανού, «Απομνημονεύματα». 40. 26. Τους Αλβανούς αυτούς ο Λόντος, μετά την άλωση της Τριπολιτσάς (που στην πολιορκία της ήταν ο μόνος σχεδόν Πελοποννήσιος που δεν έλαβε μέρος), όταν έφυγαν για την Αλβανία, περνώντας από τα Καλάβρυτα — Βοστίτσα, σύμφωνα με τη συνθήκη που έκαμαν με τον Κολοκοτρώνη και με συνοδό τον Πλαπούτα, θέλησε (ο Λόντος), παραβαίνοντας τις συμφωνίες, να τους επιτεθεί, για εκδίκηση που έκαψαν το Αίγιο και για λαφυραγωγία. Τον εμπόδισε όμως ο Πλαπούτας, που ήρθε σε λόγους μαζί του, και μάλιστα τον απείλησε κι έτσι υποχώρησ' ο Λόντος και δεν έγινε η παρασπονδία. Τ.Α. Σταματόπουλου, «Το Προσκύνημα στο Μόριά» (Οι Τουρκοπροσκυνημένοι), 98. Φωτάκου, «Απομνη­ μονεύματα» τ. Α", 117, 130, 245. Χέρτσμπεργκ, «Ιστ. Ελλ. Επαν.», τ. Α", 178.

21

Τούρκους.27 Και το λαό ακριβώς, κατα κύριο λόγο τους ενδιέφερε (που ξεσήκωσαν οι Φιλικοί με τα επαναστατικά τους κηρύ­ γματα), να κρατήσουν σ ’ άμεσην εξάρτηση και υποταγή, γιατί τους τρόμαξε το ορμητικό ξεσήκωμά του. Και για να πετύχουν, έπρεπε να εκμηδενίσουν πρώτα τους καπεταναίους και να τον αποστερήσουν, μ ’ αυτόν τον τρόπο, από τους φυσικούς του αρχηγούς. Κι αυτό, προ πάντων έγινε στην Αχαΐα, γιατί εκεί «αι κοινωνικοί τάξεις ήσαν περισσότερον διαμορφωμένα και τα συμ­ φέροντα μεγαλύτερα»28. Και αμέσως από την πρώτη στιγμή, ο Π. Π. Γερμανός και οι κοτζαμπάσηδες Α. ΖαΓμης και Α. Λόντος, η περίφημη «τριανδρία του Βορρά», έγιναν στρατιωτικοί αρχηγοί, παρ’ όλο που στον τόπο τους υπήρχαν ονομαστοί οπλαρχηγοί, όπως οι Πετιμεζαίοι, οι Κουμανιωταίοι και ο Παναγιώτης Καρατζάς. ' Ετσι, πριν αρχίσει καλά - καλά ο απελευθερωτικός αγώ­ νας «ανίκυψεν σοβαρά η ταξική αντίθεαις»2* κι άρχισαν οι ανταγωνισμοί κι ο εθνοφθόρος διχασμός. Μα δεν περιορίστηκαν μόνο σ ’ αυτό οι κοτζαμπάσηδες (ΖαΓμης, Λόντος, Νοταραίοι, Σισίνης), αλλά επροχώρησαν ακόμη περσότερο και παρά τις συμ­ βουλές του Κολοκοτρώνη, άρχισαν να μισθώνουν Ρουμελιώτες, για να καταπολεμήσουν τους καπεταναίους, να σφετερίζονται τα εθνικά εισοδήματα και «να επηρεάζουν τους λαούς της Πελοποννήσου».30 Κι από τους πρώτους ο Α. Λόντος εμίσθωσε τον κραβαρίτη οπλαρχηγό Θ. Ξύδη με 300 Ρουμελιώτες και τους ορ­ γάνωσε σε τάγμα με παπάδες υπασπιστές, γραμματικούς, σαλπιχτές και λοιπούς βαθμοφόρους.11 Μ ’ αυτό το σώμα των μισθο­ 27. Σπηλιάδη, τ. Α \ 210. 250, 512, 565. Μένδελσον τ. A ' 371-372. Π.Π. Γερμανού. 85 -Αρχ. Κουντουριώτη». 147-148. 28. Δ. Κόκκινου, -Ιστορικά Ελλ. Επαναστάσεως». τ. Γ ' 38, 335, Τ. Α. Ιταματόπουλου, «Ο Εσωτερικός Αγώνας κλπ», 175, 179, 197-199, 201 κπ. 29. Ιακελλαρίου, «η Πελοπόννησος κλπ», 136. Κόκκινου, τ. Γ ' 143, 417. 30. Κασομούλη, -Στρατιωτικά Ενθυμήματα», τ. Β' 36. Φωτάκου. «Απομνη­ μονεύματα», τ. Α ', 548. 31. Ντόπιους καπετάνιους στο σώμα του ο Λόντος είχε το Δ. Μελετόπουλο από το Αίγιο, το Γ. Ροδόπουλο από τη Μυρόβρυση, το Γ κολφίνο Λουμπιστιάνο από τα Τσετσεβά, το Γιώργο ΜωραΓτη και τον Αργύρη Παπασταθόπουλο από την Κουνινά. Για τον τελευταίο πρώτος δημοσίεψε τ ' ανέκδοτα έγγραφά του ο αείμνηστος θ . Παπαγεωργίου (ο ηρωικός Παπαθόδωρος. που εξετέλεσαν οι

22

φόρων κατόρθωσε να διατηρήσει ώς το τέλος την εξουσία και το κύρος του, παρ ’ όλο που δεν είχε καμιά στρατιωτική ν ικανότητα. Έ τσ ι λοιπόν, η εξουσία του ήταν απόλυτη κι εννοούσε να τη διατηρήσει χρησιμοποιώντας πολλές φορές στην ανάγκη και βίαια μέσα, που είχε διδαχτεί κοντά στους φίλους του Τούρκους Πασάδες, που το έργο τους τώρα συνέχιζε κι αυτός στον τόπο του, όντας ένας μικρός πασάς, ένας δικτατορίσκος τυραννικός, όπως τον αποκαλεί ο Γερβίνος.32 Γ ι’ αυτό, καταδίωξε με πείσμα το νέο Δημήτρη Μελετόπουλο, που ήθελε να γίνει κι αυτός στρατιωτικός κι ήταν ενδεχόμενο να διεκδικήσει μελλοντικά την αρχηγία, (όπως βλέπουμε και σ ’ ανέκδοτο έγγραφο της Πελοποννησιακής Γερουσίας).33 Διαθέτοντας μάλιστα δικό του σώμα, έχει τα έσοδά του από τα εθνικά κτήματα και «στρατεύει όπου και όπως θέλει· και μεταχειρίζεται τους συμπολίτας του ως είλω­ τας και ουδείς αποτολμά ν ’ αντισταθή εις τα θελήματά του».34 Υπέρτατος νόμος είναι η θέλησή του. Δεν επιτρέπει σε κανένα ν ’ αναμιχτεί στην επαρχία του, στο «τιμάριόν του», ούτε όταν έ­ χει διαταγές από την Κυβέρνηση. ΓΓ αυτό, όταν μένοντας στη Γαστούνη έδωσεν η Διοίκηση διαταγή να γίνει στρατολογία στην Γερμανοί στην Πάτρα), στη μελέτη του «η Κουνινά και οι Κουνινιώτες», έφ. “ ' Ερευνα». Με την ευκαιρία σημειώνουμε, ότι για τον πρόγονό μας Α. Παπασταθόπουλο συχνά γίνεται παρανόηση και ότι τον συγχέουν με τον Πΰργιον οπλαρχηγό Αναγνώστη Παπασταθόπουλο. που τη συμμετοχή του σε διάφορες μάχες την αποδίδουν εσφαλμένα στον Αργύρη Παπασταθόπουλο (όπως π.χ. «Ιστ. Αιγίου», σ. 424). 32. «Ιστ. Ελλην. Επαναστάσεως». τ. Β' 60. 33. Η Πελοποννησιακή Γερουσία, σ ' απάντησή της στο Δ. Μελετόπουλο (για τον κατατρεγμό του από τον Λόντο). τον διαβεβαίωνε, ότι «θα διενεργήση τα χρειώδη κατά το δίκαιον» και του συνιστούσε: «επειδή τώρα οι κίνδυνοι επολλαπλασιάσθησαν και οι εχθροί ώρμησαν από Α. και Δ. Ελλάδα εις τρόπον ότι είναι προβληματική ήδη η σωτηρία του Ελληνικού έθνους» να μην αναβάλει «τον καιρόν μήτε μίαν στιγμήν», αλλά να τρέξει με προθυμία «δια την κοινήν σωτηρίαν συμπαραλαβών όσον περισσοτέρους στρατιώτας εμπορέση δια τήν πολιορκίαν της Πάτρας». Ανέκδοτο έγγραφο, από το «Αρχείον Δ. Μελετόπουλου», που βρίσκεται στην Εθνική Βιβλιοθήκη, αρθ. 390/1/18 10-1822. Βλ. και Φωτάκου, τ. Α '. 369. 34. Ιπηλιάδη, «Απομνημονεύματα», τ. Α ' 235, 565, τ. Γ ' 353. Οικονόμου. «Ιστορικά Ελληνικής Παλιγγενεσίας», 745.

επαρχία του, έγραψε στο γραμπρό του Μισσηνέζη χωρίς περι­ στροφές «ν ’ αρχίση το τουφέκι». Είναι η πρώτη απειλή για εμ­ φύλιο πόλεμο, που αργότερα θα γίνει η κυριότερη ασχολία του: «Εάν εισβάλει (γράφει) εις την επαρχίαν αυτήν στρατιωτικόν σώ­ μα και θελήση να στρατολογήση βάλετου ντουφέκι όποιος κι αν είναι και εγώ επλάκωσα ωσάν αετός». Δεν περιορίστηκε όμως μονάχα να μισθώσει τους Ρουμε­ λιώτες. Φρόντισε και για την πολεμικήν οργάνωση της επαρχί­ ας του, εγκαθιστώντας στρατόπεδο στην οχυρή θέση «Σελά». Μα ό λ ’ αυτά, αποδείχτηκαν, ότι καμιά ουσιαστική ωφέλεια δεν είχαν για την Επανάσταση, ούτε για την ιδιαίτερη πατρίδα του τη Βοστίτσα και μόνο το άτομο του Λόντου ωφέλησαν. Οι μισθωτοί του και το περίφημο «Γενικόν Στρατόπεδον των Σελών», που ιδρύθηκεν «εις μέρος αναγκαιότατον (κατά τα λεγόμενα του Λόντου και την ομόφωνη γνώμη των βιογράφων του), δια την ασφάλειαν της Βοστίτζης και Καλαβρύτων», ούτε τις επιδρομές των Τούρκων στη Βοστίτσα μπόρεσαν ποτέ να εμποδίσουν, αλλά και την επαρχία του πιο πολύ καταδυνάστευαν. Η συντήρηση, η μισθοδοσία και η τροφοδοσία τους «εκ των προσόδων της επαρχίας»,}ί εστοίχιζαν πάρα πολλά. Τα εισοδήματα της Βοστίτσας, αντί να πηγαίνουν στο κοινό Εθνικό Ταμείο, που είχε τόσην ανάγκη για την καλύτερη διεξαγωγή του Αγώνα, τα κατακρατού­ σε και τα κατανάλωνε ο Λόντος για τους σωματοφύλακές του, που τις περισσότεσρες φορές αδρανούσαν «μακρυά από το θέα­ τρο του πραγματικού πολέμου»37 και διασκέδαζαν την πλήξη τους με ξυλοδαρμούς των Βοστιτσιάνων κι άλλες ασχήμιες κι αντί για φρουροί τους, είχαν καταντήσει αβάσταγη πληγή. Και τόσο είχαν καλοσυνηθίσει στην καλοπέραση, ώστε όταν τους ζή­ 35. «Αρχ. Λόντου», το Α ' 166. 36. Ο βιογράφος του Π. Ξυνόπουλος, που παραδέχεται, ότι οι μιπίι,,φόροι του Λόντου «συνετηρούντο εκ των προσόδων της Επαρχίας», μας δίνι ι’,.ιιι τόσο μεγαλόστομη και φανταστική περιγραφή για το στρατόπεδο του Λόντου. που μοιάζει σα να μας περιγράφει τουλάχιστο την στρατιωτική οργάνωση της προπολεμικής Πρωσσίας! 37. ΦΙνλεϋ, τ. Α. 413. Γερβίνου, τ. Α ', 349. Σπηλιάδου, τ. Α ', 565.

24

τησε να εκστρατέψουν, αρνήθηκαν με την πρόφαση, ό τ ’ ήσαν άρρωστοι...18

38. «Μ ' όλον που παρήγγειλα — γράφει ο Δ. Μελετόπουλος αργότερα στο Λόντο καταγγέλνοντας τους ξυλοδαρμούς κι άλλες καταχρήσεις των μισθοφό­ ρων του στο Αίγιο — να τεμπιχιάσουν τους ανθρώπους των να μη χαλούν τα οσπήτια. αυτοί δεν παύουν από το να χαλούν μερικαΐς χαμοκέλαις προφασιζόμενοι ότι δεν έχουν ξύλα... Λαμβάνωντας το έξοχόν Σας (δηλ. γράμμα) ωμίλησα των καπεταναίων να νηστεύσουν τούταις ταις ημέραις (σε μια βδομάδα ήταν Χρι­ στούγεννα) μου επρόβαλαν όμως και δια τους συντρόφους τους να μη νηστεύ­ σουν προφασιζόμενοι ότι δεν έχουν τετζερέδες δια φασόλια... Εγώ μ ' όλον οπού τους επρομήθευσα καλά και την τροφήν των ζώων των και του εαυτού των. πάσχων όλαις δυνάμεσι να τους ευχαριστήσω δια να μείνωσι εις την πρέπουσαν ευταξίαν, αυτοί ατακτούν και κάμνει καθένας εκείνο οπού θέλει, χωρίς να εντρέπεται και να στοχάζεται και εκ τούτου εβαργέστησα από τους τοιούτους επειδή δεν υποφέρονται με όσα κΓ αν τους κάμει άνθρωπος., και σας γράφω οπού δ ι' άλλην φοράν, όποιος και αν είναι από τους καπεταναίους και δεν φέρεται με την πρέπουσα ευταξία και κάμνει καταχρήσεις, θέλει του κόβω το ταΐι. επειδή τα τοιαύτα δεν ημπορώ να υποφέρω, μάλιστα εις το κτύπημα αυτών των ανθρώπων οπού έκαμεν ο Πιλάλας εσυγχύσθησαν και οι λοιποί καπεταναίοι λέγοντας ότι προξενεί ατιμίαν του τόπου μας και του μεγαλυτέρου μας δηλ..: της εξοχότητάς σας. οπού να καμνη ο καθένας ότι θέλει·. Βλ. και το γράμμα του Λ. Μεσσηνέζη στο Λόντο: «πριν έλθει η πρόσκλησίς Σας των συντρόφων, ήσαν σχεδόν όλοι υγιείς και δεν εκατάφθαναν τρώγοντας και πίνοντας και αμέσως όπου ήκουσαν ότι τους ζητείτε επροφααίσθησαν ότι είναι άρρωστοι...· «Αρχ. Λόντου». τ. Α \ 163, 192. 193.

25

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε '

Η Β ΛΕΗΛΑΣΙΑ ΤΗΣ ΒΟΣΤΙΤΣΑΣ

Στο μεταξύ, ο πόλεμος κατά του Κάστρου της Πάτρας εγκαταλείφτηκε και μόνον ο Παναγιώτης Καρατζάς και οι Κουμανιωταίοι απασχολούσαν τους Τούρκους. Με την είσοδο όμως των Αλβανών του Λάλα στην Πάτρα, ενισχύθηκαν πολύ οι Τούρ­ κοι κι άρχισαν να λεηλατούν τα γύρω χωριά.39Τότε, οι κοτζαμπά­ σηδες ΑχαΓας και Ηλείας έπιασαν διάφορες μακρυνές θέσεις (ο Λόντος από τα Σελά), κάνοντας τάχα πολιορκία. Μα η περίεργη αυτή πολιορκία «σποράδην και εκ του μακρόθεν», όπως ήταν επόμενο, δεν εμπόδιζε καθόλου τους Τούρκους, που «ελεύθε­ ροι όντες εξήρχοντο καθ’ ημέραν σχεδόν» κι ελεηλατούσαν τον τόπο κι έκαψαν και το περίφημο μοναστή ρι του Ομπλού.40 ' Ομως στο Μεγαλοσπηλαιώτικο Μετόχι (Ηλείας), όπου επροχώρησαν οι Τούρκοι, αντιστάθηκαν ηρωικά, ο Αντώνης Μανωλαδίτης με 40 και ο Σπηλαιώτης Νεόφυτος Ρούβαλης με τους καλόγερους, ώς ότου έτρεξε σε βοήθειά τους ο Κωσταντής Πετιμεζάς κι ανα­ γκάστηκαν να φύγουν οι Τούρκοι, χωρίς ως τόσο να φανεί που­ θενά κανείς από «τους πολιορκητάς» κοτζαμπάσηδες. Και στη νίκη και κατάληψη του Γηροκομειού, όπου διέπρεψεν όπως πάντα ο Π. Καρατζάς, έχοντας μαζί το Γρίβα, το Ν. Γερακάρη, το Γ. Φωκά με τους Κεφαλλωνίτες, μόνος τότε α π’ όλους τους κοτζαμπάσηδες ο Λόντος από τα Σελά ήρθε στις Αποστομιές και μαζί με το Δ. Μελετόπουλο, έτρεξαν με προθυμία και γενναιό­ τητα να τους βοηθήσουν.41 Μα και οι επιτυχίες αυτές έμειναν α­ νεκμετάλλευτες, επειδή τους κοτζαμπάσηδες απασχολούσαν τώρα σπουδαιότερα ζητήματα, δηλ. όχι ο πόλεμος με τους Τούρκους, αλλά η πολιτική επικράτησή τους. Γιατί ο ερχομός 39. Γ. Π. Κουρνούτοιι: «Έ γγραφα και Χρονολογικές διορθώσεις στα περί του Λάλα» — «Πελοποννησιακή Πρωποχρονιά». τ. Γ ' 33-38 (1959). 40. Π.Π. Γερμανού, 44, 63. 41. -Ηρίστευσε δε εις τον πόλεμον τούτον ο καπ. Καρατζάς» Π.Π. Γερμ. 69. Ο Λόντος είχε στείλει 50 στρατιώτες με το Δημάκη Λαλικωστίτη.

26

του Υψηλάντη και η ένωσή του με τους καπεταναίους και το λαό, τους είχε βάλει σε μεγάλην ανησυχία, επειδή φοβόντουσαν, ότι θα έχαναν την εξουσία στις επαρχίες τους. ' Ετσι, η περίφημη «τριανδρία τοι/Βορρά», δηλ. ο Π.Π. Γερμανός, ο Ζαΐμης και ο Λόντος, που είχαν οργανώσει το «Αρχοντικόν Κόμμα» (όπως το έλεγ’ ο ΖαΓμης), με αριστοκρατικόν Οργανισμό42 όταν έμαθαν, ότι ήρθε ο Μαυροκορδάτος στο Μεσολόγγι, τον εκάλεσαν στην Πάτρα κ ι’ άρχισαν τις μυστικές συνεννοήσεις για ν ’ ανατρέ­ ψουν τον Υψηλάντη. Κι ενισχυμένοι με τον ερχομό και τη φιλία του Μαυροκορδάτου, έδιωξαν από το στρατόπεδο τους ανεπι­ θύμητους καπεταναίους Κουμανιωταίους και Πετιμεζαίους. Μετά την άθλια δολοφονία του ηρωικού Καρατζά και το διώ­ ξιμο των καπεταναίων, το «Αρχοντικόν Κόμμα» των κοτζαμπάση­ δων Αχαΐας, απασχολημένο με τις πολιτικές μηχανορραφίες, παραμέλησ’ ολότελα την πολιορκία, που όπως ήταν φυσικό περιήλθε πάλι «εις αθλίαν κατάστασιν».43 Μα το χειρότερο ήταν, που στις 7 του Σεπτέμβρη, τουρκικά καράβια, έφεραν νέαν ενί­ σχυση στους πολιορκημένους Τούρκους και από εκεί «μετέβησαν εις τον λιμένα της Βοστίτζης, κι ευθύς — γράφει ο Π. Π. Γερ­ μανός — απέβησαν εις την ξη ράν οι εχθροί, εισήλθον εις την Βοστίτζαν με το να μη εύρον καμμίαν ανθίστασιν, και κατέκαυσαν είτι λείψανον εκ της προτέρας πυρκαϊάς- έπειτα διεσπάρησαν εις τα χωρία του κάμπου και εκυρίευσαν όσα ζώα επρόφθασαν».44 Κι αφού έμειναν στη Βοστίτσα δέκα ολόκληρες ημέρες, 42. Οι κοτζαμπάσηδες είχαν οργανώσει το «Αρχοντικόν Κόμμα» ή «Αχαϊ­ κή Εταιρία ή Ιυμμαχία» των μεγαλονοικοκυραίων μ ' αριστοκρατικόν οργανι­ σμό, αρχηγό τον Π.Π. Γερμανό και πολλούς κλάδους στις επαρχίες Πατρών, Βοστίτσας και Καλαβρύτων, Φωτάκου, τ. Α '. 511. Κολοκοτρώνη, «Διήγησις κλπ». «Αρχ. Λόντου», τ. Β" 521. Φίνλεϋ, ΙΕΕ μ ' επιμέλεια Τάσου Βουρνά, τ. Α ', 321. 43. «Την 16 Σεπτεμβρίου εδολοφονήθη ο ανδρείος και φιλόπατρις Καρατζάς ένεκα της αγρίας προς αυτόν αντιζηλίας τινων προκρίτων», Χέρτσμπεργκ. τ. Α 170. 1. Κ. Κορδάτου. «Ιστορ. Νεώτερης Ελλάδας», τ. Β ', 189. Δ. Φωτιάδη. «Μεσολόγγι», 34. Γ. Λαμπρινού, «Μορφές του 21», 139. Φιλήμων, ΔΙΕΕ, τ. Γ ’, 19. 44. Π.Π.Γερμανού, 77-79. Είναι αληθινά περίεργη κι ακατανόητη, η αδρά­ νεια κ ι- η αφάνεια του Λόντου και σ ’ αυτήν την επιδρομή και λεηλασία της

27

ανενόχλητοι έφυγαν για τη Βιτρινίτσα και το Γαλαξείδι, που το κατάστρεψαν και πήραν τα καράβια του. Επειδή όμως η κατοχή του Κάστρου της Πάτρας από τους Τούρκους εδημιουργούσε μεγάλες δυσχέρειες στην Επανάστα­ ση κι ανυπολόγιστες καταστροφές στις γειτονικές επαρχίες, αποφασίστηκε να σταλεί ο Κολοκοτρώνης μετά το θρίαμβό του στην Τρίπολη, να πολιορκήσει την Πάτρα, με τη βεβαιότητα, ότι θα την κυρίευε, γιατί οι Τούρκοι ήταν φοβισμένοι και οι γνώριμοί του Λαλιώτες πρόθυμοι να του την παραδώσουν.45 Ό μ ω ς η «Τριανδρία του Βορρά», με τη ραδιουργική πρωτοβουλία του αρ­ χηγού Π.Π. Γερμανού, όχι μόνο την μετάβαση του Κολοκοτρώνη, αλλά και των Πετιμεζαίων και των Κουμανιωταίων, που έστειλ’ ο Υψηλάντης να πάνε να πολεμήσουν για τον τόπο τους, κατόρ­ θωσε να ματαιώσει με την απειλή, ότι θα τους χτυπήσουν και θ ’ αρχίσει «εμφύλιος μάχη»!**· Βοστίτσας. καθώς και στην προηγούμενη. Στην πολιορκία της Πάτρας έπαιρνε μέρος μακρυά κι ασφαλισμέν' από τα Σελά. Κι ενώ το περίφημ' αυτό «Γενικόν Στρατόπεδον» το ίδρυσεν όπως έλεγ' «εις μέρος αναγκαιότατον δια την ασφά­ λειαν της Βοστίτζης και των Καλαβρύτων- από τις επιδρομές των Τούρκων, και είχε μισθώσει (όπως κι ο ΖαΓμης) τους Ρουμελιώτες σε βάρος του Εθνικού και ιδιωτικού πλούτου, τώρα στην κρίσιμη στιγμή ό λ ' αυτά, αποδείχτηκαν ανώφελα κι άσκοπα και οι δυστυχισμένοι Βοστιτσιάνοι για δεύτερη φορά μέσα σε λίγο χρονικό διάστήμα ληστεύουνται, πυρπολούνται και διασκορπίζουνται. Η αδι­ καιολόγητη αυτή απουσία κι ανικανότητα του Λόντου ν ' αντιδράσει στις επιδρομές των Τούρκων, που έρχονταν μάλιστα σε τόσην αντίφαση με τα μεγαλόστομα λεγόμενό του έδωσαν αφορμή στο Φωτάκο να γράψει: -Ο Α. Λόντος εκάθητο μακράν εις τα Σελά και εκείθεν τάχα επολιόρκει το φρούριον, α λ λ' ήτο πάντοτε έτοιμος να περνά εις τα Τριζόνια της Στερεάς, Έλεγε λόγους μεγάλους και πράγματα μικρά έπραττεν· (Απομνημονεύματα, τ. Α ', 108). Οι κοτζαμπάσηδες μισθώνοντας τους Ρουμελιώτες τους αχρήστευαν, γιατί τους αποσπούσαν από τον πόλεμο και τους κρατούσαν κοντά τους ως σωματοφύλα­ κες. Γ ι' αυτό, «οι καπιταναίοι κατεβόων κατά των προκρίτων ότι εμποδίζουσι τα όπλα ενώ η πατρίς είχε τόσην ανάγκην στρατριωτών» (Π. Π. Γερμ. 151) Βλ. και Φίνλεί): «ο ΖαΓμης και ο Λόντος... σπαταλούσαν τα Εθνικά έσοδα για να διατηρούνε ομάδες ενόπλων οπαδών μακρυά από το θέατρο του πραγματικού πολέμου», 1ΕΕ, τ. Α ' 413. 45. Χέρτσμπεργκ, τ. Α ' 184. Μένδελσον τ, Α ' 365. Κ. Παραρρηγοπ. τ. Σ τ ’. 57. 46. «Οι πρόκριτοι της ΑχαΓας. ων ηγήτορες ήσαν ο Γερμανός και ο Αν-

Κι αντί να προσπαθήσουν να πάρουν την Πάτρα, όπως ισχυ­ ρίζονταν ό τ’ ήσαν ικανοί μόνοι τους (και σε έξη μέρες μάλιστα), οι κοτζαμπάσηδες Αχαίας, εφρόντιζαν μόνο για τις ανατρεπτι­ κές μηχανορραφίες τους με το Μαυροκορδάτο και να διαρπάζουν τα Εθνικά εισοδήματα. Κι έφτασε μόνο η εμφάνιση του Γιουσούφ Πασά στο λιμάνι με 200 στρατιώτες, να τραπούν όλοι τους μαζί με το Μαυροκορ­ δάτο, γυμνοί και πανικόβλητοι, σε τόσο αισχρή κι άναντρη φυγή για το Ά ρ γος, ώστε να κινήσουν «τον γέλωτα και τον καγχασμόν εις πάντας».*1 Με παρόμοιες ραδιουργικές ενέργειες (που έχουμ' εξι­ στορήσει αναλυτικά στα βιβλία μας «Εσωτερικός Αγώνας» και «Π. Π. Γερμανός»), κατάφεραν να διαλύσουν και τον πολιορκη­ τικό στρατό του Κολοκοτρώνη στα 1822, όταν είδαν (κατά την ίδια την ομολογία του Π.Π. Γερμανού), ότι η πολιορκία «επρόβαινε καλώς», μ ’ αποτέλεσμα να μείνει η Πάτρα πάλι στα χέρια των Τούρκων. Κι έτσι, επέτυχαν να έχουν πάντα τη δικαιολογία να κατακρατούν τα Εθνικά εισοδήματα για τους μισθοφόρους των, προ πάντων ο Α. Λόντος κι ο Σισίνης, πολιορκώντας τάχα διαρκώς την Πάτρα!48 δρέας. ο νεώτρος δηλονότι ΖαΤμης, έγραψαν εις τον Δ. Υψηλάντην παρακαλούντες αυτόν να εμποδίση την εις Πάτρας άφιξιν του Κολοκοτρώνη και λέγοντες ότι ήσαν ικανοί μόνοι καθ’ εαυτούς να κατισχύσωσι των ενταύθα πολε­ μίων. απειλούντες μάλιστα ότι εμελλον ν ' αντιταχθώσι μεθ' όπλων εναντίον της του Κολοκοτρώνη προελάσεως.. Οι ανόητοι ραδιούργοι οι κωλύσαντες την προς τα βορειοδυτικά της Πελοποννήσου προέλασιντου Κολοκοτρώνη εφάνησανανά­ ξιοι να εκτελέσωσι τον λόγον αυτών». Χέρτσμπεργκ, -Ιστορ. Ελλ. Επαναστάσεως» (μετάφραση Π. Καρολίδου), τ. Α", 184, 186. Φίνλεϋ, μ ' επιμέλεια Τ. Βουρνά, τ. A ’, 310-311. Τ. Σταματόπουλου, «ο Εσωτερικός Αγώνας κλπ.», 200208 και «Π. Π. Γερμανός χωρίς θρύλο» 39. Κολοκοτρώνη, «Διήγησις» κλπ. 47. Δ. Βερναδάκη. «Επιστολιμιαία Βιβλιοκρισία» — «Ν. Ημέρα», 1874, Βλ. και Φιλημονα: «επί τοσούτον δε συνέβη έμφοβος η φυγή αύτη ώστε οι πλείστοι έφερον ότι εφόρουν». «Δοκίμιον Ιστορ. ελλην. Επαναστάσεως». τ. Δ '. 42S Κ. Παπαρρηγοπούλου, «Ιστορ. Ελλάδος», τ. Σ τ', 57. Π.Π. Γερμανού, 94-95. Σ Τρικούπη, τ. Β", 87, Φίνλεϋ. τ. Α '. 331. 48. «...ότε ο Λόντος και ο Σισίνης της Γαστούνης λόγω της υπ" αυτών ενεργουμένης, καίπερ λίαν κακώς διεξαγομένης, πολιορκίας των Πατρών εκράτησαν τας προσόδους rtui’ επαρχιών αυτών, μεμφόμενοι την Κυβέρνησιν ως αμε­

29

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε Τ ­

Η ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ ΣΤΗΝ ΑΚΡΑΤΑ (ΜΑΧΗ ΑΚΡΑΤΑΣ)

Μα εξόν από τις αποτυχίες, που είδαμε, άρχισαν να διαγράφουνται και πιο σοβαροί κίνδυνοι για την Επανάσταση: η εκστρα­ τεία του Δράμαλη, η επιδρομή του Κιοσέ-Μεχμέτ στα Σάλωνα και η α ' πολιορκία του Μεσολογγιού. Σ ’ αυτή την κρίσιμη περί­ σταση ο Α. Λόντος κινήθηκε με δραστηριότητα. Αμέσως πέρασ’ από τα Τριζόνια στη Στερεά (Φθινόπωρο του 1822) κι όταν ο Μεχμέτ έφυγεν από τα Σάλωνα, θέλοντας (ο Λόντος) να βοηθή­ σει το Μεσολόγγι χτυπώντας α π’ έξω τους Τούρκους, που το πολιορκούσαν, ενώθηκε στο Απόκουρο με το Χρήστο Μακρή και με τους Γιολδασαίους κι άλλους κάπου 2000 και στη Γαβαλού πολέμησαν το Χασάν-Πασά (ανηψιό του Ομέρ-Βρυώνη), που με 400 κάτεχε τα μέρη εκείνα. Επειδή όμως απότυχαν και από τη διαίρεση και αντίδρα­ ση των ντόπιων οπλαρχηγών αναγκάστηκε να επιστρέψει στο Αί­ γιο.49 Π αρ’ ό λ ’ αυτά δεν παράτησε τον αγώνα, ούτε απογοητεύ­ τηκε, αλλά με 400 άνδρες ξαναπέρασε με Υδρέικο πλοίο από το Καραβοστάσι να ενισχύσει το Μεσολόγγι, όπου στις 11Νοέμβρη του 1822 έφτασαν και ο Πετρόμπεης με το ΖαΓμη και τον Κανέλλούσαν της Πελοποννήσου και δαπανώσαν πάντα τα χρήματα εις τον στόλον», Χέρτσμπεργκ, τ. Β." 187. Και στις 26 Νοέμβρη του 1823, ο ΖαΓμης. Λόντος και Σισίνης επήραν την απόφαση να πολιορκήσουν την Πάτρα, «αλλά επί συμφωνία να μη δεχθώμεν στρατιώτας άλλων επαρχιών». Δηλαδή, οι αδιόρθωτοι από τα πριν παθήματά τους κοτζαμπάσηδες, επέμεναν πάντα να θεωρούν την πολιορκία της Πάτρας ιδιωτική τους υπόθεση! «Αρχ. Λόντου», τ. Β ',9 8 . 196,271. Κασομούλη, «Στρ. Ενθυμήματα», τ. Β ', 8. Σπηλιάδη, τ. A ', 209-210. 49. Η εκστρατεία του Λόντου στη Ρούμελη στάθηκεν άτυχη. Κι όπως γράφει ο ίδιος σ ' αναφορά του στον Κολοκοτρώνη: «Ηττήθην επειδή δεν επολέμησα εκ προμελέτης αλλά βιασμένος από την παρεκτροπήν των οδηγιών και χρεών των στρατιωτών... ωφέλησα όμως αρκετά». Από τ ’ ανέκδοτο αρχείο του (Μουσείο Μπενάκη) — Ν. Μεσσηνέζη, «το Αίγιον στον Αγώνα», 38. «Αρχείον Κοινότητος Υδρας», εκδ. Α. Λιγνού, τ. Η ", 596. Σπ. Τρικούπη, τ. Β", 274.

30

λο Δεληγιάννη. Εκεί, ο Λόντος, που ήταν σταθερός, γενναίος και δραστήριος, και ο Μάρκος Μπότσαρης παρατάχτηκαν στο κέν­ τρο, το σπουδαιότερο δηλ. σημείο, όπου ήταν η πύλη του Κά­ στρου. Οι Τούρκοι, νύχτα τα Χριστούγεννα έκαναν αιφνιδιαστικήν επίθεση, αλλά οι ' Ελληνες ειδοποιημένοι από τον κυνηγό του Βρυώνη, το Γούναρη, τους περίμεναν, τους πολέμησαν όλοι τους με την ίδια γενναιότητα και προξενώντας μεγάλη φθορά τους ανάγκασαν να λύσουν την πολιορκία.50 Λίγο πριν, ο λαός του Μόριά εξόντωσε τη μεγάλη στρατιά του Δράμαλη και τα λείψανά της (κοντά 3.500) προσπάθαγαν να σωθούν βαδίζοντας από την κορινθιακή παραλία στην Πάτρα. Στα στενά της Ακράτας (Γενάρης — Φλεβάρης του 1823), τους έκοψαν οι Πετιμεζαίοι το δρόμο και ο προύχοντας Σ. Χαρα­ λάμπης, που ήταν έτοιμοι να χτυπηθούν αναμεταξύ τους. Αλλά, όταν εφάνηκαν ξαφνικά οι Τούρκοι, άφησαν κατά μέρος τις δι­ χόνοιες κι ενώθηκαν όλοι τους να τους πολεμήσουν.51 Σε λίγο 50. «Η ιστορία δεν σημειώνει ονόματα διακριθέντων κατά την μάχην εκείνη (Μεσολογγίου)· όλοι επολέμησαν με γενναιότητα και έκαστος υπήρξεν άξιος του άλλου». Δ. Κόκκιν. τ. Ε" 196. Στο Μεσολόγγι, μ ' απαίτηση του Μαυροκορδάτου συμφιλιώθηκεν ο Λόντος με τους Δεληγιανναίους, οικογενεια­ κούς εχθρούς, που τους χώριζεν αίμα. Κι όπως γράφει ο Σ. Μελάς: -ο φθόνος του Κολοκοτρώνη, το συμφέρον και η αξιωσύνη του Μαυροκορδάτου κατάφεραν την Έ νωση κατά του Κολοκοτρώνη». -Ο Γέρος του Μόριά», τ. Β -, 285. «Ιστορ. Αρχείον», I Θεοφανίδη, τεύχη Β ', 27, Γ". 117. Κανέλλου Δεληγιάννη, -Απομνημονεύματα», (έκδοση Γ. Τσουκαλά), τ. Β ', 185 κπ. 51. Ό πω ς είδαμε, όλοι τους οι κοτζαμπάσηδες, από την αρχή του Αγώνα, εφρόντισαν να πάρουν τα όπλα της επαρχίας τους και να εξουσιάζουν τους καπεταναίους και το λαό. ' Ετσι και στα Καλάβρυτα οι προύχοντες, αφού επήραν την αρχηγία των όπλων, τους ικανώτατους ντόπιους οπλαρχηγούς Πετιμεζαίους. τους είχαν σαν απλούς υποταχτικούς, δεν τους άφησαν να λάβουν μέρος στην πολιορκία της Πάτρας και στο τέλος τους έδιωξαν όλως διόλου από το στρατόπεδο. Επειδή όμως οι Πετιμεζαίοι με την παλληκαριά και την ικανότητά τους στον πόλεμο, δοξάστηκαν κι έγιναν δυνατοί κι ήθελαν να χειραφετηθούν από τους προύχοντες, ο Ασημάκης ΖαΓμης και προ πάντων ο Σωτήρης Χαραλάμ­ πης «φοβήθηκαν το χάαψο του πλούτου και της εζουσίας- κι αποφάσισαν να τους εξοντωσουν. Πρώτα όμως, προσπάθησαν να τους δυσφημίσουν, να μειώσουν τη μεγάλη τους δημοτικότητα, ώστε να τους εξασθενήσουν. Γ ι' αυτό, εκυκλοφόρησαν χιλιάδες προκηρύξεις και τους κατασυκοφαντούσαν, αποκαλώντας τους

31

έφτασαν ο Ζαΐμης και ο Α. Λόντος, που είχαν γυρίσει από το Με­ σολόγγι κι έτρεξαν προς τα εκεί. Συνέπεσε μάλιστα να περνάει και ο Οδυσσέας Ανδρούτσος,' πηγαίνοντας από το Μεσολόγγι στη Συνέλευση του ' Αστρους κι όλοι μαζί τους πολιόρκησαν. Οι Τούρκοι με τον άξιο αρχηγό τους Ντελή — Αχμέτ, έδειξαν μεγά­ λη παλληκαριά και παρ’ όλο που βρίσκονταν σ ’ απελπιστική θέ­ ση, δεν ήθελαν να παραδοθούν. Το κρύο, οι βροχές και η πείνα τους αποδεκάτιζαν. Αναγκάζονταν να ξερριζώνουν τα δέντρα και τις σταφίδες γύρα για να ζεσταθούν και να ψήσουν τ ’ άλογά τους που έτρωγαν. Αλλά σε λίγο, τέλειωσαν τα ξύλα και δεν εί­ χαν με τι να βράσουν τα σκληρά κρέατα των αλόγων. Οι Έ λ λ η ­ νες τους χτυπούσαν και τους εμπόδιζαν να βγουν να κόψουν ξύλα. Τους έβλεπαν, που έπεφταν νεκροί από τις αρρώστειες και την πείνα και την ίδια στιγμή άλλους που ορμούσαν κι άνοιγαν τα κεφάλια των πεθαμένων και ροφούσαν το μυαλό τους... Σ ’ αυτή τη φριχτή θέση οι Τούρκοι αποφάσισαν τέλος να παραδοθούν, δίνοντας όπλα και ό,τι άλλο είχαν και σώζοντας μό­ νο τη ζωή τους. Αλλά πάλι η αντιζηλία και η απληστία των καπεταναίων και κοτζαμπάσηδων έσωσαν τους Τούρκους. Οι Πετιμεζαίοι ήθελαν να παραδοθούν σ ’ αυτούς, γιατί αυτοί κυρίως Πετμ. κλέφτες, εκμεταλλεύτες και άναντρους! Τέλος (το Γενάρη του 1823). ετοίμασαν ισχυρό στρατό κι εκατέβηκαν από τα Καλάβρυτα στα Χάσια (Ακράτας) να χτυπήσουν τους Πετιμεζαίους. Ευτυχώς, ο ξαφνικός ερχομός των Τούρκων τους ανάγκασε την τελευταία στιγμή να συνετισθούν και να ενωθούν όλοι να πολεμήσουν τους Τούρκους. Είναι πολύ χαρακτηριστικό για τη νοοτρο­ πία και την αλληλεγγύη των κοτζαμπάσηδων (που εκδηλώνονται πάντ’ ως χωριστή παράταξη), ότι κι ο πιο διαλλαχτικός α π ' όλους τους Δεληγιανναίους. ο Κανέλλος, στα γεμάτα μίσος για τους καπεταναίους και ιδίως τον Κολοκοτρώνη και με τόσο εξοργιστικές ανακρίβειες απομνημονεύματά του (ξεπερνάει πολλές φορές τον αγαθό ψευδολόγο προύχοντα Α. Γρηγοριάδη), δε δυσκολεύε­ ται να συκοφαντήσει τους Πετιμεζαίους, πως τάχα εσκόπευαν τότε να εξοντώ­ σουν τους προύχοντες! Βλ. και για τη δολοφονική εξόντωση των Πετιμεζαίων πριν από την Επανάσταση, από τους Καλαβρυτινούς προύχοντες. Τ. Α. Σταματόπουλου, «Ο Εσωτερικός Αγώνας», σ. 15-27 και 290-292. Κ. Δεληγιάννη, «Απο­ μνημονεύματα», Τ. Β ', 111. Κ. Καλατζή, «Πετιμεζάδες», 124. Φραντζή, τ. Β '89. Γερβίνου, τ. Α ', 387. Σπηλιάδη τ. Α ', 490 κπ. Φωτάκου, τ. Α ',459. Κολοκοτρώνη», «Διήγησις κλπ.». «Π. Π. Γερμανός», 165.

32

τους πολέμησαν52. Οι κοτζαμπάσηδες, για.ν’ αυξηθεί το γόητρό τους και για νάχουν μεγαλύτερα δικαιώματα στα λάφυρα, ήθελαν σ ’ αυτούς.53 Οι Τουρκαλβανοί προτιμούσαν να παραδοθούν στον Οδυσσέα, που τους ήταν γνωστός, κι έκαναν μυστικές συνεν­ νοήσεις μαζί του. Ο Λόντος όμως παράγγειλε στον αρχηγό τους Ντελή Αχμέτ να μην παραδοθούν στον Οδυσσέα, γιατί θα δυσαρεστηθούν οι ΜοραΤτες και θα τους σφάξουν όλους.54 Βλέποντας οι Τούρκοι την ασυμφωνία τους, αποφάσισαν να μην παραδοθούν και να συνεχίσουν την αντίστασή τους. Κι ώς ότου να συμφωνήσουν οι Έ λληνες, ήρθαν τούρκικα πλοία με το Γιουσούφ, από την Πάτρα και έσωσαν πάνου από 1000 Τούρ­ κους. Ό μω ς κ ι’ αυτοί που σώθηκαν με τα καράβια, κακουχισμένοι, πληγωμένοι και νηστικοί, βγαίνοντας στο Ρίο τόρριξαν στο φαγοπότι κι αρκετοί πέθαναν...

52. «Κανείς δεν δύναται ν ' αρνηθή ως πασιφανώς ομολογούμενον. ότι εις την μάχην της Ακράτας ο Ν. Πετιμεζάς και ο Ν. Ιολιώ της επροξένησαν πολύν αφανισμόν εις τους Τούρκους». Φραντζή, «Επιτομή», τ. Β ’, 27. Κ. Καλατζή, «Πετιμεζάδες», 130. Μένδελσον, τ. Α . 445. 53. «Οι ολιγαρχικοί... εζήτουν να λάβωσι εκτός της αναλογίας των, το δέκατοναπό τα λάφυρα». (Ιπηλιάδη, τ. Β’,491). Ο καυγάς για τα λάφυρα έσωσε τους Τούρκους. Ο Κολοκοτρώνη; ετοίμαζε να στείλει στρατό για ν" αποτελειώ­ σουν τους Τούρκους, αλλά οι Κοτζαμπάσηδες δεν ήθελαν, γιατί θα λιγόστευε η αναλογία τους στα λάφυρα: «οι άρχοντες όμως — διηγείται — γράφουν να τους στείλωμεν πολεμοφόδια και να μη στείλω στράτευμα, και η υπόΟεσις ήτον δια τα λάφυρα. Τους επολιόρκησαν δυο μήνες και οι Τούρκοι έκαναν συμφωνίες χωρίς να τις εκτελούν. Τα καράβια έφτασαν με μεντάτι τους επήραν και τους επήγαν στην Πάτρα». «Διήγησις κλπ». Χέρτσμπεργ, τ. Β", 76. Γερβίνουτ. Α 388. Π.Π. Γερμανού, 166 Σπ. Τρικούπη. τ. Γ ’ 1-2 και 250. 54. Φωτάκου, τ. Α ’, 457.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ζ '

Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΛΟΝΤΟΥ ΣΤΗ ΡΟΥΜΕΛΗ

Τα δυό πρώτα χρόνια ήταν τα πιο «χαρμόσυνα» για την Επα­ νάσταση. Μετά τη συντριβή όμως του Αλή - Πασά, που χωρίς να το θέλει πρόσφερε μεγάλη υπηρεσία στους ' Ελληνες, τα τούρ­ κικα στρατεύματα ελευθερωμένα και ανενόχλητα κατέβαιναν κατά κύματα στην Ελλάδα, γιατί ο επίμονος Σουλτάνος Μαχμούτ εννοούσε να συντρίψει με κάθε τρόπο την Επανάσταση. Έ τσ ι, παρ’ όλη την καταστροφή της μεγάλης στρατιάς του Δράμαλη και την αποτυχία της α ' πολιορκίας του Μεσολογγιού, στα μέσα του 1823, νέος τούρκικος στρατός κατεβαίνει στην Α. και Δ. Ελλάδα. Το σχέδιο των Τούρκων παραμένει το ίδιο με το 1822: Στρατός υποτάσσοντας την Α. και Δ. Σ Ελλάδα, να περάσει στην Πελοπόννησο κι ενισχυμένος με την ταυτόχρονη έξοδο του στόλου να καταπνίξει την Επανάσταση. Το Μάη λοιπόν του 1823, ο Γιουσούφ Περκόφτσαλης και ο Σαλήχ πασάς κατεβαίνουν στην Α. Ελλάδα και λεηλατούν τα Σάλωνα και τη Θήβα και μοίρα τούρκικου στόλου βρίσκεται στον Κορινθιακό για να τους μεταφέρει στην Πελοπόννησο. Στη Δ. Ελλάδα κατέρχεται άλλος στρατός με το Μουσταή πασά της Σκόδρας. Και ο Γιουσούφ πασάς παίρνει διαταγή να στρατολο­ γήσει Αλβανούς και να τους φέρει στο Μόριά. Οι Τούρκοι της Πάτρας μετά τη διάλυση της πολιορκίας, ανενόχλητοι περιτρέ­ χουν και λεηλατούν τις γειτονικές επαρχίες. Η Ελληνική Κυβέρνηση μπρός σ ’ αυτό το μεγάλο κίνδυνο αποφασίζει να συστήσει δυο στρατόπεδα, ένα στα Μέγαρα για τους Τούρκους που κατέβαιναν από την Α. Ελλάδα, και άλλο στην Πάτρα,55 για να την πολιορκήσουν και να εμποδίσουν ενδεχόμενη απόβαση στην Πελοπόννησο κι ακόμ’ αποφάσισε να στείλει και βοήθεια απ’ την Πελοπόννησο στη Δ. Ελλάδα. 55. Την άνοιξη του 1823, η Κυβέρνηση ίδρυσε δύο στρατόπεδα, το ένα στη Μεγαρίδα και τ ' άλλο στην Πάτρα με το Γ ιατρό κο και μ ' ανώτατη εποπτεία τοι> ΖαΤμη. Σπ. Τρικούπη τ. Γ ’.4 9 Κ. Ν. Τριανταφύλλοιι. ΙΛΠ. 218-219.

34

Ο Λόντος με αγωνία παρακολουθούσε τις βραδυκίνητες ενέργειες, που έκανε η Κυβέρνηση μπρός στο μεγάλο κίνδυνο, που απειλούσε το Μόριά και ξεχωριστά την ιδιαίτερη πατρίδα του, την πολύπαθη «παράλιον Βοστίτσαν», που στην κορυφή του Μόριά, ήταν στην άμεση απειλή του τούρκικου στόλου και στρατού. Έ βλεπε και ο ίδιος τώρα, πόσο επιζήμιο ήταν, που η Πάτρα παράμενε ακόμα στα χέρια των Τούρκων και περσότερο στρατιωτικός παρά πολιτικός, ένοιωθε το κακό που έκαναν τα πολιτικά πάθη και οι διχογνωμίες και δυσανασχετούσε με την αδράνεια, που έδειχν’ η Κυβέρνηση: «ΔΓ όνομα του Θεού — έγραφε στο ΖαΓμη και Χαραλάμπη — τι κατάστασις είναι αυτή; τι κάθεσθε καταγινόμενοι περί όνου σκιάς; Αφήσατε τας ακαίρους φιλονεικίας και τρέξατε κλτν». Κι η ανησυχία του ήταν τέτοια, που την ίδιαν ημέρα γράφει και άλλο γράμμα στους ίδιους.56 Με τον ηρωικό θάνατο του Μάρκου, η κατάσταση χειροτέ­ ρεψε πιο πολύ. Ο Σκόντρα - πασάς κατέρχεται νοτιότερα και απειλεί Αιτωλικό και Μεσολόγγι, και ο Λόντος φροντίζει με το φίλο του Ζαΐμη στην Κυβέρνηση να πάνε στη Δ. Ελλάδα Πελοποννήσιοι να βοηθήσουν. Δεν περιορίστηκεν ομως να τονίζει τον κίνδυνο, αλλά προθυμοποιήθηκε και ο ίδιος να περάσει στη Ρούμελη. Ετοίμασε 2000 στρατό και γνωστοποίησε την απόφασή του στον Έ παρχο του Μεσολογγιού Μεταξά και στην Κυβέρνη­ ση. Κι επειδή ο τούρκικος στόλος απόκλεισε τις Αιτωλικές ακτές και ήταν δύσκολο να περάσει τόσος στρατός, ο Λόντος έστειλε αμέσως το Ροδόπουλο με 300 άντρες κι αργότερα επέρασε κι ο 56. «Βλέπετε αδελφοί — έγραφ' ο Λόντος — εις ποίαν αδράνειαν ευρισκόμεθα δια την μεγίστην ποικιλότητα των παθών μας. Ενώ το παν της Γραικίας πάσχει παθήματα οικτρότατα και τραγικώτατα ημείς παίζομεν τους αστραγά­ λους». Αξιοσημείωτο είναι και το ωραίο γράμμα του στο Βασίλη Πετιμεζά: • προχθές έλαβον γράμματα από τους αδελφούς μας στρατιωτικούς αξιωματικούς της Ρούμελης, από τα Ά γραφα έως εις τα Σάλωνα και όλοι με μιαν φωνήν γράφουν ότι η Ρούμελη κινδυνεύει και το βλέπω ότι είναι αληθινόν, βλέπω από το άλλο μέρος ότι ημείς καθήμεθα και πυρωνόμεθα εις την φωτιάν των γειτονικών οσπητίων χωρίς να στοχασθώμεν ότι ύστερα έχει να καταντήση και εις τα ιδικά μας. Εμένα αδελφέ με ετρύπησαν ξεχωριστά δια να προφθάσω εις βοήθειαν τους. δεν μπορώ να το αποφύγω επειδή εκάη η καρδιά μου από τα γράμματά τους». Κ. Καλατζή, «Πετιμεζάδες», 180. Δ. Κόκκινου, τ. Σ τ '. 281. .142.

3S

ίδιος στη Στερεά. Τον ίδιο καιρό, άλλο σώμα με το Β. Πετιμεζά επέρασε στη Ρούμελη και μαζί με το Ροδόπουλο ετράβηξαν για τα στενά της Καλλιακούδας, όπου ενώθηκαν με τους Σουλιώτες του Ζυγούρη Τζαβέλλα, το Ν. Κοντογιάννη, το Σαδήμα και τους Γιολδασαίους.57 Η εκστρατεία είχε άδοξο τέλος. Οι Έ λληνες νικήθη καν (από προδοσία των Γιολδασαίων και του Σαδήμα) και ο Ν. Κοντογιάννης με το Ζυγούρη Τζαβέλλα βρέθηκαν στην ανάγκη να περάσουν ανάμεσ’ από τους Τούρκους και βρήκαν ηρωικό θάνατο κι οι δυό τους. Μετά το φοβερή καταστροφή που έπαθαν στην Καλλιακούδα, οι άλλοι διασκορπίστηκαν.58 Ο Λόντος (που δεν έλαβε μέρος στη μάχη, απέχοντας 4 ώρες)5’ και ο Β. Πετιμεζάς βρέθηκαν σε πολύ δύσκολες στιγ­ μές. Π αρ’ ό λ ’ αυτά, ήσαν αποφασισμένοι να μην εγκαταλείψουν τη θέση τους, αλλά ενωμένοι με το Μήτσο Κοντογιάννη και το Δ. Σκαλτσά, να μείνουν εκεί και « ν’ αποθάνουν πολεμούντες» και την ηρωική τους απόφαση, παρακαλούσαν το ΖαΓμη, να τη γνωστοποιήσει στα «αδέλφια, εξαδέλφια και όλους τους συγγε­ νείς τους». Στο μεταξύ, η κατάσταση ήταν πολύ κρίσιμη για το Μεσο­ λόγγι. Ο Μουσταή με τον Ομέρ ανεμπόδιστοι προχωρούν. Ο πληθυσμός είναι ανάστατος. Ο Έ παρχος Μεταξάς παίρνει δραστήρια μέτρα προστασίας και οργανώνει την άμυνα με τους οπλαρχηγούς Τσόγκα, Μακρή, Κ. Τζαβέλλα, Κ. Μπότσαρη και καλεί και το Λόντο με τους ΜοραΤτες, που ήταν στη Στερεά να τρέξουν στο Μεσολόγγι να τους βοηθήσουν. Ο Λόντος όμως 57. Ο Λόντος στα 1822, είχε στείλει και το Δ. Μελετόπουλο με 350 που επολέμησε στη Φοντάνα και διέπρεψε. Από τη Ρούμελη ο Λόντος εγνωστοποίησε στην Κυβέρνηση τις ενέργειές του και η «Προσωρινή Διοίκησις» του έστειλε, καθώς και στο Β. Πετιμεζά, θερμότατο συγχαρητήριο έγγραφο. «Αρχ. Λόντου», τ. A ' 128-129. «Αρχείον Κοινότητος Ύδρας», υπό Α. Λιγνού, τ. θ ' , 392. 58. Σπ. Τρικούπη, τ. Γ ',4 3 . 59. Στη μάχη της Καλλιακούδας, ο Λόντος δεν έλαβε μέρος, γιατί, όπως γράφει στην αναφορά του στον Κολοκοτρώνη, «ευρέθημεν οδοιπορούντες τέσσαρας (4) ώρες μακράν του πεδίου της μάχης όταν οι ημέτεροι ενικήθησαν». Ανέκδοτα έγγραφα «Αρχ. Λόντου» (Μουσείο Μπενάκη) — Ν. Μεσσηνέζη. 41. Βλ. και 1. Θ. Κολοκοτρώνη, «Ελληνικά Υπομνήματα», 107.

36

δυσαρεστημένος με τον Πανουργιά και τους Γαλαξειδιώτες, που δεν του έδιναν τα καράβια τους να περάσει το στρατό του στο Μόριά κι αντίθετα προς όσα έγραφε παραπάνω με ηρωικά και μεγαλόστομα λόγια στο ΖαΤμη, ότι ήταν αποφασισμένοι «ν' απσθάνουν πολεμούντες», αντί να μείνει να βοηθήσει το Μεσο­ λόγγι που περνούσε τόσο μεγάλο κίνδυνο, έφυγε πάλι για την Πελοπόννησο... Αυτό έδωσ’ αφορμή στους Μεσολογγίτες, που κινδύνευαν, να κατηγορήσουν το Λόντο, ότι όχι μόνον δεν έμεινε να τους βοηθήσει, αφού ήταν εκεί στη Δ. Ελλάδα, αλλά φεύγοντας μαζί με το σώμα του επηρε και τους Σουλιώτες και έτσι ελάττωσε, αντί να ενισχύσει, την άμυνα του Μεσολογγιού!60 Η κατηγορία ήταν βαρειά και ο Λόντος, ίσως θέλοντας να επανορθώσει το σφάλμα του, αμέσως μετά το γυρισμό του στην Πελοπόννησο, δεν εσταμάτησε καθόλου στο Αίγιο, αλλά τράβη­ ξε για τη Γαστούνη, όπου θα συγκεντρωνόταν στρατός με αρχηγό το ΖαΤμη, περιμένοντας τον Ελληνικό στόλο να τους μεταφέρει στο Μεσολόγγι. Από εκεί γράφει στο βουλευτή αδερφό του Αναστάση και απολογείται στην κατηγορία, ότι δεν έμεινε να πολεμήσει στο Μεσολόγγι, αν και βρισκόταν εκεί, και τόνιζε ότι εσκόπευε να περάσει με τα καράβια στο Μεσολόγγι.61 Η βοήθεια όμως, που κατά τόσο περίεργο τρόπο εννοούσε να δώσει στο Μεσολόγγι — φεύγοντας από εκεί όπου βρισκόταν και ξαναγυρίζοντας με τα καράβια πάλιν εκεί — δεν έμελλε να φτάσει ποτέ. Οι Μεσολογγίτες υποδεικνύουν διαρκώς τον κίνδυ­ νο, ζητώντας ενίσχυση. Δραστήριες ενέργειες καταβάλλουνται από παντού. Οι Κουντουριωταίοι προσφέρουν μεγάλα ποσά, 60. «Οι Δυτικοελλαδίται — γράφει το Εκτελεστικόν Σώμα προς τον Α. Λόντο — παραπονούνται προς την Διοίκησιν επιφέροντες, ότι ενώ ήλπιζον βοήθειαν από τους Πελοποννησΐους η Ευγενεία σου πα ρ' ελπίδα τους επήρες και τους ιδικούς των οτρατιώτας όσοι ευρΐσκοντο έξω του Μεσολογγίου και εδύναντο να πολεμήσουν τον εχθρόν και κατά τούτο ευρίσκουν δικαίωμα διότι ενώ κατεγίνετο η Διοίκησις να τους στείλη βοήθειαν Πελοποννησίων εκεί όπου είναι ο κίνδυνος, εξαίφνης ακούει τους Σουλιώτας και άλλους Ηπειρώτας εις τον Μωρέα, όπου δεν είναι κατά το παρόν κίνδυνος-. «Αρχ. Λόντου-, τ. Α", 155 (αρθ. £γρ. 3287/20.10.1823 περίοδος Βα). 61. Βλ. απολογητικό γράμμα του Λόντου στο Αρχείο του, τ. A ’ 157-159.

37

αλλά επειδή δεν ήσαν αρκετά για το ξεκίνημα του στόλου, παρακαλούν τον Αναστάση Λόντο να φροντίσει «να σταλθή και ο δασμός της Κορινθίας και Βοστίτζης».62 Μα κι ο Ανδρέας Λόντος, στην τόσο δύσκολη για τα εθνικά πράγματ’ αυτή περίσταση, είχε μεγάλη ανάγκη και ο ίδιος για χρήματα.63 Τα έξοδά του είχαν αυξήσει με τους νέους μισθοφόρους, τους Σουλιώτες, που επήρε φεύγοντας από τη Δ. Ελλάδα. ΓΓ αυτό γράφει στον αδερφό του: «εις τον λογαριασμόν οπού σου έστειλα βλέπεις ότι δεν έχω παρά, μ ’ όλον τούτο όταν έλθουν τα καράβια δανείζομαι από τους συστρατιώτας μου και δίδω δέ­ κα χιλιάδες γρόσια». Το γράμμ' αυτό χρησίμεψε στους βιογρά­ φους του να εξάρουν την αφιλοκέρδεια, την εντιμότητα και τη γενναιοδωρία του Λόντου, που όχι μόνο συντηρούσε τους μισθο­ φόρους του με δικά του χρήματα, αλλά έφτανε να δανειστεί και από τους στρατιώτες του να ενισχύσει τον Αγώνα.64 Η αλήθεια, δυστυχώς, είναι πολύ διαφορετική και θα την δούμε αμέσως παρακάτω, από αδιάψευστους μάρτυρες, δηλαδή τα γράμματα του ίδιου του Λόντου, του αδερφού του Αναστάση και του ΖαΤμη.

62. «Αρχ. Α. Λόντου», τ. A ’, 151-153. 63. Είναι πολύ χαρακτηριστικό, ότι στη σύσκεψη της Βοστιτσας και στον έρανο που έγινε στα 1822, δεν αναφέρεται καμιά δωρεά του Λόντου. όπως τόσων άλλων Μοραϊτών και μάλιστα του συμπολίτη του Δ. Μελετόπουλου, που πρόσφερε 10.000 γρόσια. Βλ. Εφ. «Εστία». 2.4.1904. Α. Ανδρεάδη. «Ιστορία Εθνικών Δανείων». Π. Ραπτάρχη. «Ιστορ. της Οικονομικής Ζωής της Ελλάδος» 90. 64. Οι βιογράφοι του Λόντου. Α. Αγςπητός και προ πάντων ο Π. Ξυνόπουλος και Αρ. Ιταυρόπουλος από πατριωτική συμπάθεια, όχι μόνο φροντίζουν να παρασιωπούν συστηματικά κάθε δυσάρεστο σημείο, αλλά και παρασύρουνται πολλές φορές σ ' αδικαιολόγητες υπερβολές κι ανακρίβειες, που αδικούν την καλή τους πρόθεση.

38

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Η '

ΔΕΙ ΧΡΗΜΑΤΩΝ... Δημοσθένης

Το μεγάλο δράμα της ζωής του Λόντου ήταν οι ανυπέρβλη­ τες οικονομικές στενοχώριες, που τον βασάνιζαν και πριν από την Επανάσταση και μετά σ ’ όλη του τη ζωή, ώς ότου τον κατάστρεψαν τελικά. Τα περσότερ’ από τα έγγραφα του αρχείου του (γνωστά κι ανέκδοτα), αναφέρουνται σε χρηματικά ζητήματα, σε δάνεια κλπ και η οικονομική ανάγκη προσδιορίζει κι εξηγεί τις πιο πολλές από τις πράξεις του.65 Κι αυτήν ακόμα την πατριωτική του δράση τη συσχετίζει με την οικονομικήν ενίσχυση, που θα του έδιν’ η Κυβέρνηση «δια να επ ’ αυξήση τον ζήλον και την προθυ­ μίαν του Συνηθισμένος σ ’ αμέριμνη και πολυδάπανη ζωή απ’ τα μικρά του χρόνια δεν μπόρεσε ποτέ να χαλιναγωγήσει και να μετριάσει τις αδυναμίες και τα πάθη του και στερημένος ολότελ’ από «πνεύμα οικονομίας», παρά τις δύσκολες περιστάσεις, εξακολουθεί να μένει σπάταλος κι αδιόρθωτος γλεντζές σ ’ όλη του τη ζωή, πράγμα που του δημιούργησε τη φήμη και τη γενική κατακραυγή, ότι ήταν ακόλαστος και μέθυσος.67 Και η απόφασή του να συστήσει και να διατηρεί μόνιμο 65. Αναρίθμητα είναι τ' ανέκδοτα έγγραφα του Λόντου (στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, την Εθνική Βιβλιοθήκη και το Μουσείο Μπενάκη), που αναφέρουνται σε χρηματικά ζητήματα, δάνεια κλπ. και που θα έπιαναν παρά πολύ χώρο και ν* αναφέρουμε απλώς τους αριθμούς και τις χρονολογίες τους (χώρια τ ’ αχρονολόγητα). 66. Βλέπε την αναφορά του Λόντου προς τον πρόεδρο του Βουλευτικού I. Ορλάνδο: «... Η υπερτάτη Διοίκησις αν με εγνωρίζη πρόθυμον και ευπειθή εις τας εκδουλεύσεις της ας φροντίση να με οικονομίση δια να ε π ’ αυξήση τον ζήλον και προθυμίαν μου, ειδέ πάλιν εγώ κινούμαι όσον περισσότερον δυνηθώ. εάν όμως όχι κατά τας ελπίδας της δεν είναι το βάρος ειδικόν μου». -Αρχ. Λόντου-, τ. Α" 268. 269. 67. Χέρτσμπεργκ. τ. Γ ’. 79.

39

στρατιωτικό σώμα από 300 Ρουμελιώτες,.του επαύξησαν ακόμα πιο πολύ τις ανάγκες του. Βρίσκεται λοιπόν αναγκασμένος να δανείζεται από παντού, από το Ζαϊμη, το Μελετόπουλο, τα μοναστήρια Μ. Σπήλαιο και Ταξιάρχες,6* φορολογεί καταθλιπτικά και συνεχώς τους φτωχούς χωριάτες· του Καζά της Βοστίτσας, που (όπως είδαμε), εξαντλημένοι περσότερο από κάθε άλλην επαρχία με τις συχνές φορολογίες και τις επιδρομές και λεηλασίες των Τούρκων, διαμαρτύρονται και κρύβονται στους λόγγους για ν ’ αποφύγουν την πληρωμή.69 Μα και οι πρόκριτοι της Βοστίτσας έχουν αρχίσει κι αυτοί να χάνουν την υπομονή τους, όπως φαίνετ’ από την αναφορά τους στον «παραστάτη» της επαρχίας Σ. Ιωάννου: «ηξεύρεις καλά ότι εξαρχής επάσχομεν δια το ακατάλληλον της Επαρχίας και του υποκειμένου της ευγενείας του (Λόντου) καθότι η μέν επαρχία ως πασίδηλον πολλά μικρά τα δε έξοδα του ανδρός υπέρογκα και δυσβάστακτα, όμως μ ’ όλα ταύτα ημείς αυτοί υπεφέραμε κατ’ ιδίαν κλαίοντες και παραπονούμενοι χωρίς να 68. Γούδα, «Βίοι παράλληλοι κλπ», τ. Η ', 337. Α. Παπαδοπούλου,«Η μονή των Ταξιαρχών», 93. 69. Βλ. για τη δυσχέρεια και τη δυσφορία των χωρικών, στο γράμμα του Δ. Αδαμόπουλου στο Λόντο: «... είδον να αδημονήτε οπού δεν σας εμβάζω συνεχώς χρήματα... Τίκωμαι εις άκρον ακούον την χρηματικήν στενοχώριαν σας μα τι να κάμω; σας στέλλω λοιπόν με τους παρόντος ανθρώπους μου σήμερον γρόσια δύω χιλιάδες δεκα οκτώ... Των Πυργοποροβιτσάνων έκαμα όσην σφίξην απετούσε η περί στάσις και δεν ημπόρεσα να ευγάλω περισσώτερα από όσα εις τον λογαρια­ σμόν και αύριον θέλει ξαναστείλω. Οι Διακοπτήτε θέλουν να κλείουν 200: γρό­ σια... Οι Παντελεϊμονήται κλείουν 60: γρόσια... Οι Φτερέοι αφού τους κλείσω όσα με άλλην σας με προστάζετε μένουν να δώσουν τζήρκα 50: γρόσια ακόμη. Οι Μαυρικιώται δια τα όσα μένουν έχον σταλμένω εις Βοστίτζα προς τον αντιστρά­ τηγον κριθάρη — αγγαλά αυτοί ολίγα μένουν. Οι Κουνινιώτε έδωσαν με πολλούς κόπους 30: γρόσια και δια τα άλλα φωνάζουν, ότι έχουν πολλά εξωδα εις τους λαβωμένους καμομένα. Οι Παρασκευήται τα έδωσαν των χρυσωχώων. Οι Αραχωβήτε εστάθει από τα αδύνατα να δώσουν παρά λέγοντες ότι ή να πληρώσουν όλοι. ή και αυτοί δεν πληρώνουν, δηλαδή να πληρώση και ο Γιώργας και κάμπο­ σους οπού έχετε μαζί σας, επειδή όμως είναι ολήγη η ποσώτητα αυτών δεν τους επαραβίασα. Οι Γληγωρήται 95: γρόσια τα έδωσαν του Γιανακιού εις απουσίαν εδική μου και τα εξώδευσεναυτός κλπ». «Αρχ. Λόντου», τ. A ', 16-17 τ. Β ', 91-92.

αναφερθώμεν και να ενοχλήσωμεν την σεβαστήν διοίκησιν».70 Αλλά δεν περιορίζεται να καταδυναστεύει μόνο τ^υς πατρι­ ώτες του με τα «υπέρογκα και δυσβάστακτα» έξοδά του, παράλ­ ληλα δεν παραλείπει να διαρπάζει τα εθνικά εισοδήματα και από τις γειτονικές επαρχίες: «Κατ’ αυτάς πληροφορείται η Διοίκησις ότι η Γενναιότης σου εμποδίζεις τον Π. Μπουκαήρην, οπού προσδιώρισεν η Διοίκησις να συνάξη τας εθνικάς προσόδους της Επαρχίας Πάτρας, να συνάθροιση τα αυτά εισοδήματα, και από τα χωρία Τζετζεβά και τα παραλαμβάνεις η Γενναιότης σου με λόγον να επαρκέσης εις τα στρατεύματα».71 Τα «στρατεύμα­ τα» ως τόσο του Λόντου, ήσαν αναγνωρισμένα κι επληρωνόντουσαν τους μισθούς των από την Κυβέρνηση.72 Μα και οι στρατιώτες του, ακολουθώντας το παράδειγμα του αρχηγού τους, διαρπάζουν και λεηλατούν στη Βοστίτσα, στη Γαστούνη, στην Κόρινθο, στο Ά ρ γο ς και αλλού, όπως βλέπουμε στα σχετικά έγγραφα, που του έστελν’ η Διοίκηση.73 70. Ν. Μεσσηνέζη, 58. 71. «Αρχ. Λόντου», τ. Β' 1% (αρ. εγ. 2892/19.7.1824 Περδ. Βα). 72. Βλ. σχετικό έγγραφο, «Αρχ. Λόντου», τ. Β", 2 (αρ. εγ. 591 3-1—24 Π. Βα) 73. Βλ. για τις αρπαγές των στρατιωτών του Λόντου: «η Διοίκησις πληρο­ φορείται ότι οι κατά τα χωρία της επαρχίας Ά ργους ευρισκόμενοι στρατιώται κάμνουσι μεγάλος καταχρήσεις, και εκ τούτων προξενούνται από τους χωρικούς παράπονα πικρά, και γογγυσμός δίκαιος. Ό θεν διορίζεστε να διατάξητε τους κατά τα χωρία αρχηγούς των στρατιωτικών σας αποσπασμάτων, να παύσωσι του λοιπού τας καταχρήσεις· διότι όταν λαμβάνωσι το καθ' ημέραν πλήρες οι στρατιώται δεν είναι άδικον να αρπάζωσι τον χωρικού τα θρέμματα βιαίως;» Και αλλού: «Οι κάτοικοι του χωρίου Μπολέτι παρρησιασθέντες εις την Δι«ίκησιν δΓ αναφοράς των, αναφέρουσι δεινοπαθώς ότι στρατιώται εκ των υπό την οδηγίαν σου, διαβαίνοντες εκ του χωρίου των επετέθησαν κατά των Βαλτετζιωτών, έπραξαν εις αυτούς πολλά άτοπα δεν ηρκέσθησαν μ ' όλον τούτο εις αυτάαλ λ ’ ήρπασαν και μεγάλα ζώα καθώς παρατηρείτε εις τον οποίον σας εγκλείετε κατάλογος λεπτομερής. Λοιπόν άμα λάβητε την παρούσαν να εξετάσετε τους στρατιώτας' πρέπει ακριβώς να ευρεθώσι τα ζώα των πτωχών, και να αποδόσωσιν, διότι δεν είναι δίκαιον και πρέπον στρατιώται της Διοικήσεως λαμβάνοντες τους μισθούς των και τα σιτηρέσια των τακτικώς και ανελιηώς όντες τεταγμένοι υπερασπισταί των νόμων και της δικαιοσύνης να πράττωσι παρόμοια». «Αρχ. Λόντου». τ. Β ', 98, 196. 428-429 (αρ. έγ. 978/15.4.1824 και 1501/ 18.5.24). «Αρχ.

41

Απολυταρχικός από χαρακτήρα και πεποίθηση ο Λόντος, αυθαίρετος και βίαιος, καταδυναστεύει τους πατριώτες του, που διαμαρτύρονται για την «αυταρχικότητά του», δεν λογαριάζει, ούτε ακούει κανένα κι έχοντας δικό του στρατιωτικό σώμα εννοεί ν ’ αποτελεί «κράτος εν κράτα» και να κάνει του κεφα­ λιού του. Δεν εκστρατεύει, όταν τον διατάζει η Κυβέρνηση σε μέρος που υπάρχει κίνδυνος, αλλά όπως θέλει και όπως του υπαγορεύουν μόνο τ ’ ατομικά του συμφέροντα και χρησιμοποιεί τους μισθωτούς του για να διαρπάζει τα εθνικά εισοδήματα. Για όλ’ αυτά, δικοί μας και ξένοι μεγάλοι ιστορικοί, όπως ο Γερβίνος, ο Μένδελσον, ο Χέρτσμπεργκ, τον αποκαλούν ανεπιφύλακτα «βάρβάρον, τυραννικόν, άρπαγα..»1* Κι η πιο καταπληχτική από­ δειξη, ήταν τον καιρό, που το Μεσολόγγι περνούσε ώρες αγω­ νίας κι υπήρχε τόση ανάγκη για χρήματα να κινηθεί ο στόλος και να σωθεί. Ο Α. Μαυροκορδάτος, αναγγέλνοντας τη δωρεά (5. 000 τάληρα) των Κουντουριωταίων στον Α. Λόντο, του ετόνιζε το μεγάλο κίνδυνο και τον εξόρκιζε: «.. αδελφέ στείλεται τα της Κορίνθου και Βοστίτσης χρήματα χωρίς αργοπορίαν... αδελφέ κυτάξαται να προφθασθούν χρήματα και πάλιν χρήματα διότι το Μεσολόγγι κινδυνεύει μεγάλως».75 Ο Αντρέας Λόντος όμως, (όπως μας πληροφορεί ο Ζαΐμης), στην τόσο κρίσιμη αυτή περί­ σταση, έπαιρνε για λογαριασμό του και τα χρήματ' ακόμη (30.000 γρόσια), που πρόσφεραν οι σταφιδολόγοι Καλαβρυτινοί για το ξεκίνημα του στόλου!76 Δ. Ρώμα». τ. Α . 226 τ. Β \ 484, 486. (Αρχ. Εθν. Βιβλ. αρθ. 6840). 74. Σπηλιάδη τ. Α". 325, 565. τ. Γ \ 363. Οικονόμου, 745. «Αρχείον Δ. Ρώμα», τ. Β", 484-486 (αρ. 6840 αρχ. Εθν. Βιβλιοθήκης). Γερβίνου, τ. Β", 60. Χέρτσμπεργκ, τ. Γ \ 79 75. «Αρχ. Λόντου-, τ. A ’, 152-153. 76. Βλ. το γράμμα του ΖαΤμη στον Αναστάση Λόντο: «Περί εράνου εκ μεν των Καλαβρύτων εμαζώχθησαν 27 χιλ. γρόσια και Βοστίτζας τα οποία εδόθηαν προ ημερών εις τους παραστάτας της νήσου· 30 όμως χιλιάδες οπού εόόθηοαν από σταφιδολόγους Καλαβρυτινούς δια τήν αυτήν υπόθεσιν (ξεκίνημα του στόλου) τας εκράτηαεν ο στρατηγός αδελφός σου λέγων ότι θέλει αναφερθή εις την Διοίκησιν και ίσως έως τώρα να έγραψεν. Δεν είναι αμφιβολία όμως ότι θέλει τα εξοδεύσει εις σωτηριώδη έργα». Στο αρχείο του Λόντου όμως, πουθενά δεν φαίνβται τέτοια αναφορά του. («Αρχείον Α. Λόντου», τ. Α" 132). Στον έρανο, καθώς

42

Παράλληλα εκδήλωνε την αρπαχτική του διάθεση και για τα εισοδήματ’ άλλων μακρυνών επαρχιών για να μη βρεθεί στη δυσάρεστην ανάγκη να ξοδέψει από τη δική του περιουσία: «Θεώρησον την διάθεσιν της Διοικήσεως — γράφει στον αδερ­ φό του Αναστάση — και γράψε μου αν είναι καιρός να αναφέρω να μου σταλθή διαταγή να μου δώσουν από τας προσόδους της Γαστούνης ή του Πύργου τα όσα έχω να λάβω δια να μη δόσω ακολούθως εις τους στρατιώτας μου την πατρικήν ιδιοκτησίαν».11 Ο αδερφός του Αναστάσης, πολύ νέος, σπουδασμένος στην Ευρώπη, διατηρούσε ακόμη αισθήματ’ αγνά και πατριωτισμόν άδολο και δε συμφωνούσε με τον αδερφό του Αντρέα, τον διαπαιδαγωγημένο στη μεγάλη σχολή της διαφθοράς της Πό­ λης. Οι αντιρρήσεις του Αναστάση για την απληστία του αδερφού του, την κατακράτηση των «εθνικών χρημάτων» και τη μοιρασιά των εθνικών σταφίδων μεταξύ συγγενών και φίλων, ήσαν πολύ ζωηρές. Κι ακόμα δε δυσκολευόταν να δίνει μαθήματ’ αρετής και πατριωτισμού στον κατά πολύ μεγαλύτερον αδερφό του Αντρέα.78 Γ ι’ αυτό, αναγκάστηκε να παρέμβει ο συγγενής τους Α. ΖαΤμης, ν ’ αναλάβει την υπεράσπιση και τη δικαιολογία του Αντρέα Λόντου, να προσγειώσει τον ιδεολόγο, αισθηματία και άπειρο νέο και να του δώσει μαθήματα Μακιαβελλισμού... Τέλος πάντων, με 40.000 γρόσια, που στάλθηκαν από τη βλέπουμε στο «Αρχείον Κοινότητος Ύδρας», οι Καλαβρυτινοί και οι Βιστιτσιάνοι πρόσφεραν 27.640 γρόσια. τ. 9 (έκδ. Α. Λιγνού), 365, 410. 509, τ. 10ος, 22. 77. «Αρχείον Α. Λόντου», τ. Α '. 158. 78. Ο Αναστάσης Λόντος, κοντά σ τ ' άλλα, έγραφε στον αδερφό του Αντρέα: «ο γαμβρός μας (Λ. Μεσσηνέζης) δεν μου έστειλε χρήματα και με λέγετε ότι θα είναι από τις σταφίδες μας και ότι ύστερα τα πέρνομεν. Αυτά είναι χρήματα της Πατρίδος καθώς και ημείς αυτοί και αν η Πατρίς υπάρξει υπάρχωμεν, έχομεν και χρήματα, τουναντίον ούτε θα υποφέρωμεν να επιζήσωμεν, ούτε τότε χρήματα μας χρειάζονται». Για τη μοιρασιά των εθνικών σταφίδων, γράφει και ο γαμπρός του Μεσσηνέζης στον Αντρέα Λόντο: «Σας ευχαριστώ δια την φροντίδα, που ελάβετε και με εδώσατε μέρος εις τας εθνικάς σταφίδας. Μου εγράφετε προλαβόντως να δώσω προς τον Θεόδωρον Ζωγράφον μιαν από τας εθνικάς σταφήδας κλπ». «Αρχ. Α. Λόντου».τ. Α ', Ι63Φ-Ι64, 171,τ. Β '. 329-330.

43

Σαλαμίνα, κινήθηκεν ο στόλος κι έφτασε στο Μεσολόγγι, χωρίς όμως να παραλάβει τους Πελοποννήσιους με το Λόντο, που περίμεναν στη Γαστούνη. Οι Τούρκοι είχαν στο μεταξύ λύσει την πολιορκία του Αιτωλικού κ ι’ έτσι αποσοβήθηκεν ο κίνδυνος, που απειλούσε το Μεσολόγγι.

44

ΚΕΦΑΛΑΙΟ θ '

ΤΟ ΑΠΟΤΡΟΠΑΙΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΕΓΚΛΗΜΑ, Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Ο ΠΡΩΤΟΣ ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ

Ό τα ν η Ολιγαρχία του Μόριά, επήρε αυθαίρετα την εξουσία συσταίνοντας τη «Γερουσία των Καλτεζών», χωρίς να λόγιαριάσει τη θέληση του λαού, ο Α. Λόντος απασχολημένος με τα στρατιωτικά δεν έλαβε μέρος σ ’ αυτή. Κι όταν ακόμη τον εκάλεσαν, δεν επήγεν ο ίδιος, αλλά έστειλ’ αντιπρόσωπό του τον Κ. Δημητρίου.79 Εκεί όμως, που ο Λόντος έλαβ’ ενεργό μέρος και μάλιστα διεδραμάτισε το θλιβερότερο ρόλο, ήταν η Α ' Εθνική Συνέλευ­ ση της Πιάδας, όπου για να ευχαριστήσει τους οικοκυραίους της Ύδρας, φάνηκε πρόθυμος κι εδολοφόνησε με τους μισθωτούς του Ρουμελιώτες το μεγάλο πατριώτη Αντώνη Οικονόμου, που φεύγοντας από το μοναστήρι του Φονιά, όπου τον είχαν φυλακί­ σει οι προύχοντες, ερχόταν να λάβει μέρος στη συνέλευση. Η άγρια κι άδικη αυτή δολοφονία του ήρωα Α. Οικονόμου, που επαναστατώντας την Ύ δρα (παρά την αντίδραση των νοικοκυραίων), εξασφάλισε την επιτυχία του απελευθερωτικού αγώνα και ιδιαίτερα στο Μόριά, παραμένει πάντα το μεγάλο κι ανεξάλειπτο στίγμα όλης της ζωής του Α. Λόντου."0 Κι αφού με 79. Βλ. για τον ολιγαρχικό χαρακτήρα της Γερουσίας: Κ. Παπαρρηγόπουλου, «Ιστ. Ελλ. Έθνους», τ. Στ' 36. Π. Π. Γερμανού, 51.73. Οικονόμου. 152-154. 193. Φίνλευ,
View more...

Comments

Copyright ©2017 KUPDF Inc.
SUPPORT KUPDF