10. 1821 - Γιατί νίκησε η Ελληνική Επανάσταση
February 11, 2018 | Author: kats61 | Category: N/A
Short Description
Ελλήνων Ιστορικά (εφημ. Ελεύθερος Τύπος)...
Description
SET 978-960-285-113-5 ISBN 978-960-285-124-1
ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ
10
#
1821: ΓΙΑΤΙ ΝΙΚΗΣΕ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
1821
10
#
1821 Γιατί νίκησε η Ελληνική Επανάσταση
Οι ανταγωνισμοί των Μεγάλων Δυνάμεων στα Βαλκάνια
1821
Γιατί νίκησε η Ελληνική Επανάσταση Οι ανταγωνισμοί των Μεγάλων Δυνάμεων στα Βαλκάνια
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
3
περιεχομενα 8-25 ΒΑΛΚΑΝΙΑ, h ταραγμενη γωνια τησ ευρωπησ Η μεγάλη κληρονομιά του Βυζαντίου και η οθωμανική διαδοχή βάρυναν στην αντίληψη της Δύσης για τα Βαλκάνια. Η φυλετική και γλωσσική πανσπερμία συμπληρώνεται από ένα άγριο γεωγραφικό ανάγλυφο και ακραίες κλιματολογικές διαφορές. Η επιδίωξη των Μεγάλων Δυνάμεων για κράτη-προτεκτοράτα. Ο ενοποιητικός χαρακτήρας της θρησκείας για τους χριστιανικούς λαούς. του ΣπυρίδωNΟΣ Σφέτα
26-55 ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΪΟΥΣΑ ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ. Η ΕΝΑΡΞΗ ΤΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ Το πολυσύνθετο πλέγμα σχέσεων των Μεγάλων Δυνάμεων και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που επηρέαζαν τη μοίρα των υπόδουλων χριστιανών. Κλέφτες και κοτζαμπάσηδες, χαϊντούκοι και κνεζ. Οι διομολογήσεις. Ρωσοτουρκικοί και Βενετοτουρκικοί Πόλεμοι αποδυναμώνουν την Πύλη. Η κάθοδος τον Ορλώφ στο Αιγαίο με την επίνευση της Αγγλίας. Το «ελληνοβυζαντινό σχέδιο» της Μεγάλης Αικατερίνης. Ο καταλυτικός ρόλος του Ναπολέοντα. του ΣπυρίδωNΟΣ Σφέτα
56-93 Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ «Ομολογώ στον αυτόν καιρό, πως εμείς δεν είμαστε έθνος που να φορμάρουμε καθ’ αυτό πολιτεία, αλλά είμαστε υποτελείς σε άλλο επικρατέστερο. (…) Ναι, δε μετέχουμε στη διοίκησι της πολιτείας των κρατούντων μας κατά πάντα, μ’ όλον τούτο δεν είμαστε σ’ αυτήνα με την ολότη αμέτοχοι. Οθεν και συνιστούμ’ ένα έθνος που εν ταύτω μας δένουν οι εκκλησιαστικοί μας άρχοντες με τη διοίκησι την ανωτάτη κ’ αναμεταξύ μας, αυτοί και σε πολλά είναι κι’ άρχοντές μας πολιτικοί...» [Επεξηγήσεις Δημητρίου Καταρτζή (1783) γιατί οι Ελληνες αποτελούν έθνος, χωρίς κράτος]. των ΣπυρίδωΝΟΣ Σφέτα και Ιάκωβου Μιχαηλίδη 4
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
περιεχομενα 94-123 Η Ελληνική Επανάσταση Το απόγευμα της 22ας Φεβρουαρίου 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης περνά τον Προύθο ξεκινώντας την Ελληνική Επανάσταση. Στις 6 Ιανουαρίου 1821 ο Κολοκοτρώνης αποβιβάζεται στη Μάνη. Στις 22-25 Μαρτίου ο Μοριάς επαναστατεί. Ο Πανουργιάς πολιορκεί τα Σάλωνα στις 27. Χάνι της Γραβιάς. Στις 7 Ιουνίου στο Δραγατσάνι 205 Ιερολοχίτες πέφτουν νεκροί. Τα νησιά ξεσηκώνονται. Οι ήττες των Ελλήνων σε Μακεδονία, Κρήτη. Η στρατηγική του Κολοκοτρώνη εναντίον του Δράμαλη. Χίος, Ψαρά, Μανιάκι. Η καταστροφική εμφύλια διαμάχη. Από το Μεσολόγγι μέχρι το Ναυαρίνο. ΤΟΥ Ιάκωβου Μιχαηλιδη
124-155 ΟΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΚΩΝ ΛΑΩΝ ΚΑΙ Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ Η εισβολή των Γενίτσαρων στο πασαλίκι του Βελιγραδίου στα τέλη του 18ου αιώνα διαταράσσει τις ισορροπίες. Ο Καραγιώργης τίθεται επικεφαλής της εξέγερσης του 1804 και η Εθνοσυνέλευση το 1811 τον ανακηρύσσει ανώτατο κληρονομικό ηγέτη. Το 1813 το πασαλίκι του Βελιγραδίου επανακαταλαμβάνεται από τους Οθωμανούς. Η δεύτερη σερβική εξέγερση υπό τον Ομπρένοβιτς. Στις 15 Ιανουαρίου 1821 ο Βλαδιμηρέσκου αρχίζει στη Βλαχία την εξέγερση και συνυπογράφει με τους Φιλικούς Γεωργάκη Ολύμπιο και Ιωάννη Φαρμάκη συμφωνία συμμαχίας. του ΣπυρίδωΝΟΣ Σφέτα ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
5
Iδιοκτησία SABD Α.Ε. Εκδότες Δημήτρης Μπενέκος, Αλέξης Σκαναβής Διευθυντής Πάνος Αμυράς Επιμέλεια έκδοσης Αρτέμης Ψαρομήλιγκος, Βασιλική Λάζου Συνεργάτες τεύχους Σπυρίδων Σφέτας, Ιάκωβος Μιχαηλίδης Art directors Νικήτας Φραγκάκης Σοφία Λιβιεράτου Σελιδοποίηση Δημήτρης Πρεντούλης Λευτέρης Γεωργάκης Υπεύθυνη διόρθωσης Κατερίνα Μπεχράκη Εμπορική διεύθυνση Ελσα Σοϊμοίρη Διεύθυνση διαφήμισης Λουκάς Παπανικολάου Υπεύθυνος κυκλοφορίας Κώστας Μπαλής Εκτύπωση Καραπαναγιώτης α.ε. Διανέμεται με τον Τύπο της Κυριακής
6
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
προλογοσ Συχνά η Ελληνική Επανάσταση του 1821 εκλαμβάνεται και ερμηνεύεται ως ένα ιστορικό γεγονός, ανεξάρτητο από το γενικότερο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, τις διεθνείς σχέσεις και τις ισορροπίες των Μεγάλων Δυνάμεων μεταξύ τους αλλά και έναντι της φθίνουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ομως, μόνο μέσα σε αυτό το πολιτικοστρατιωτικό και διπλωματικό πλαίσιο μπορούσε να ανθήσει η ανατρεπτική ιδέα της απαλλαγής των Ελλήνων - αλλά και των άλλων χριστιανικών λαών των Βαλκανίων - από την οθωμανική τυραννία. Μόνο μέσα στο περιβάλλον των διαδοχικών ρωσοτουρκικών πολέμων, των αυστριακών βλέψεων για τη Βαλκανική, της αμφίθυμης και μεταβαλλόμενης βρετανικής πολιτικής και κυρίως της κοσμογονίας που έφερε η Γαλλική Επανάσταση και οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι μπορούσε να αποδώσει καρπούς ο ηρωικός και πολυαίμακτος αγώνας των Ελλήνων επαναστατών. Είναι χαρακτηριστική μια αποτίμηση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη: «Η γαλλική επανάστασις και ο Ναπολέων έκαμε, κατά την γνώμη μου, να ανοίξουν τα μάτια του κόσμου. Πρωτήτερα τα έθνη δεν εγνωρίζοντο, τους βασιλείς τους ενόμιζον ως θεούς της γης και ό,τι και αν έκαμναν, το έλεγαν καλά καμωμένο. Διά αυτό και είναι δυσκολώτερο να διοικήσης τώρα λαόν». Περιγράφονται: ▶ Η βαριά ιστορική κληρονομιά των Βαλκανίων αλλά και η αίσθηση της εθνικής ιδιαιτερότητας. Εχει ιδιαίτερη αξία, σήμερα, μια ρήση του Δημητρίου Καταρτζή, από το 1783, για το αν οι Ελληνες αποτελούν έθνος: «Ομολογώ στον αυτόν καιρό, πως εμείς δεν είμαστε ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
έθνος που να φορμάρουμε καθ' αυτό πολιτεία, αλλά είμαστε υποτελείς σε άλλο επικρατέστερο. (…) Ναι, δε μετέχουμε στη διοίκησι της πολιτείας των κρατούντων μας κατά πάντα, μ' όλον τούτο δεν είμαστε σ' αυτήνα με την ολότη αμέτοχοι. Οθεν και συνιστούμ' ένα έθνος που εν ταύτω μας δένουν οι εκκλησιαστικοί μας άρχοντες με τη διοίκησι την ανωτάτη κ' αναμεταξύ μας, αυτοί και σε πολλά είναι κι' άρχοντές μας πολιτικοί...». ▶ Η αργόσυρτη πνευματική αφύπνιση των Χριστιανών, η οποία απετέλεσε τον πυρήνα της εθνικής τους ταυτότητας. Οι Ελληνες ξέρουμε τον Ρήγα και τον Αδαμάντιο Κοραή αλλά δεν γνωρίζουμε ίσως πως για τους Σέρβους υπήρξε ένας Ντοσιντέι Ομπράντοβιτς, για τους Ρουμάνους ένας Μίκου-Κλάιν, για τους Βούλγαρους ένας Παΐσιος Χιλανδαρινός. ▶ Οι μεγάλες μάχες που σάρωσαν ολόκληρη τη χερσόνησο και έφεραν στο ίδιο χαράκωμα μορφές όπως ο Υψηλάντης και ο Βλαδιμηρέσκου, ο Καραγιώργης και ο Νικοτσάρας, ο Γεωργάκης Ολύμπιος και ο Βλαχάβας, αναδεικνύοντας τον διαβαλκανικό χαρακτήρα του αγώνα. ▶ Καταγράφεται ιδιαίτερα η Ελληνική Επανάσταση. Το πέρασμα του Προύθου από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη και η αποβίβαση του Κολοκοτρώνη στη Μάνη. Η επανάσταση στον Μοριά (22-25 Μαρτίου). Τα Σάλωνα, η Αλαμάνα και το Χάνι της Γραβιάς. Ο θάνατος των Ιερολοχιτών στο Δραγατσάνι. Ο ξεσηκωμός στα νησιά. Οι ήττες των Ελλήνων σε Μακεδονία, Κρήτη. Η στρατηγική του Κολοκοτρώνη εναντίον του Δράμαλη. Η Χίος, τα Ψαρά και το Μανιάκι. Η καταστροφική εμφύλια διαμάχη. Το Μεσολόγγι, το Ναυαρίνο και η συγκρότηση του ελληνικού κράτους. 7
Η βυζαντινή κληρονομιά είναι μέχρι σήμερα αισθητή από την Αδριατική μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα. Δίσκος ο οποίος βρέθηκε στην Ισπανία με ανάγλυφη τη μορφή του Θεοδοσίου Α’ του Μεγάλου. 8
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Σπυρίδων Σφέτας Αναπληρωτής Καθηγητής στον Τομέα Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας, ΑΠΘ
ΒΑΛΚΑΝΙΑ, h ταραγμενη γωνια τησ ευρωπησ Η μεγάλη κληρονομιά του Βυζαντίου και η οθωμανική διαδοχή βάρυναν στην αντίληψη της Δύσης για τα Βαλκάνια. Η φυλετική και γλωσσική πανσπερμία συμπληρώνεται από ένα άγριο γεωγραφικό ανάγλυφο και ακραίες κλιματολογικές διαφορές. Η επιδίωξη των Μεγάλων Δυνάμεων για κράτηπροτεκτοράτα. Ο ενοποιητικός χαρακτήρας της θρησκείας για τους χριστιανικούς λαούς.
«Γ
έφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, σταυροδρόμι πολιτισμών, χώρος σύγκρουσης πολιτισμών, συνονθύλευμα λαών καταδικασμένων στη βία, πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης, χώρος όπου παράγεται περισσότερη Ιστορία απ’ όση μπορεί να καταναλωθεί, η πρώτη Ευρώπη, αλλά και η τελευταία Ευρώπη, κλειστό στρατόπεδο της Ευρώπης, περιφέρεια του Καυκάσου και της Μέσης Ανατολής» είναι μερικοί από τους αντιφατικούς χαρακτηρισμούς που αποτυπώθηκαν για τα Βαλκάνια στο παρελθόν και που, στα τέλη του 20ού αιώνα, υπό την επίδραση του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία και των συνεπειών του, απέκτησαν πάλι επικαιρότητα. Οταν το 1808 ο Γερμανός γεωγράφος August Zeune εισήγαγε τον όρο «Βαλκανική Χερσόνησος», σίγουρα δεν μποΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ρούσε να φαντασθεί τη μεταγενέστερη αρνητική νοηματοδότησή του. Ο Zeune είχε την εσφαλμένη άποψη ότι η οροσειρά του Αίμου (Balkan στα τουρκικά, Stara Planina στα βουλγαρικά) διέσχιζε όλη τη Χερσόνησο, από τις Αλπεις της Σλοβενίας μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα, και είχε την ίδια σημασία όπως η οροσειρά των Απεννίνων για την ιταλική χερσόνησο· τα κριτήριά του δηλαδή για το χαρακτηρισμό «Βαλκανική Χερσόνησος» ήταν αποκλειστικά γεωγραφικά. Οταν διαπιστώθηκε ότι η άποψη αυτή ήταν αστήρικτη, ο όρος «Βαλκανική Χερσόνησος ή Χερσόνησος του Αίμου» υπέστη κριτική. Το 1893 ο Γερμανός γεωγράφος Theobald Fischer πρότεινε την αντικατάσταση του όρου «Βαλκανική Χερσόνησος» με τον όρο «Χερσόνησος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης». Η άποψή του δεν επιβλήθηκε πλήρως, καθόσον το μείζον ζήτημα ήταν τα βόρεια ή βορειοανατολικά σύνορα της Βαλκανικής Χερσονήσου ή της Χερσονήσου της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Οι περιοχές βόρεια του Δούναβη και του Σαύου ανήκουν στη Νοτιοανατολική ή την Κεντρική Ευρώπη; Με άλλα λόγια, οι παραδουνάβιες ηγεμονίες ή η Κροατία ανήκουν στη Βαλκανική Χερσόνησο; Το 1102 η Κροατία απορροφήθηκε από την Ουγγαρία και ταύτισε τη μοίρα της με το δυτικό κόσμο, αλλά η βυζαντινή πολιτιστική κληρονομιά στην Αδριατική είναι μέχρι σήμερα αισθητή, και στις ζώνες της στρατιωτικής Κροατίας (16ος - τέλη 19ου αιώνα) η παρουσία των Ορθόδοξων Σέρβων ήταν έντονη μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα. Η Βλαχία και η Μολδαβία μέχρι το 14ο αιώνα δεν είχαν αυτόνομο πολιτικό βίο, τελούσαν υπό την επικυριαρχία της Ουγγαρίας, αλλά πολιτισμικά συνδέθηκαν με το Βυζάντιο, μετά την ανάδυση των ηγεμονιών της Βλαχίας και της Μολδαβίας, χωρίς ωστόσο η οθωμανική παρουσία να είναι έντονη κατά την Τουρκοκρατία στις αυτόνομες παραδουνάβιες ηγεμονίες. Είναι προφανές ότι το κριτήριο που τέθηκε για το χαρακτηρισμό της ιδιαιτερότητας της Βαλκανικής Χερσονήσου και τη διάκρισή της από την υπόλοιπη Ευρώπη ήταν πολιτισμικής υφής με τις αντίστοιχες κοινωνικοοικονομικές εκφάνσεις. Πρόκειται για την αντίθεση Ανατολής - Δύσης, Ορθοδοξίας - Καθολικισμού και Προτεσταντισμού. 9
Η άποψη ότι η Νοτιοανατολική Ευρώπη αποτελεί μια ιδιαιτερότητα, ότι δεν ανήκει στην Ευρώπη της Αναγέννησης, της Μεταρρύθμισης, του Μπαρόκ, του Διαφωτισμού, του Ορθολογισμού, του Φιλελευθερισμού, της Βιομηχανικής Επανάστασης και της Δημοκρατίας, αλλά στη σφαίρα της «αιρετικής» βυζαντινής παράδοσης, της οθωμανικής κληρονομιάς και της βαρβαρότητας υπάρχει ήδη από το 19ο αιώνα. Το πώς η περιοχή των Βαλκανίων, που στην αρχαιότητα αποτελούσε την «Ευρώπη», κατέληξε να εξαιρείται από τη σύγχρονη Ευρώπη, είναι ένα ζήτημα που συχνά απασχολεί τους ιστορικούς. Πολλοί αναζήτησαν τα αίτια της περιφερειοποίησης του χώρου ήδη στην ύστερη
βυζαντινή περίοδο: Η επιβολή της φεουδαρχίας στη Δύση, με όλες τις συνέπειες για τη μεταγενέστερη κοινωνικοπολιτική της εξέλιξη, η ανάπτυξη των ιταλικών εμπορικών πόλεων και των πρώτων καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, το Σχίσμα των Εκκλησιών (1054), οι ελεύθερες πόλεις και άλλοι παράγοντες καθόρισαν την αντίθεση Ανατολής - Δύσης. Αλλά, παρά τις διαφορετικές αυτές κοινωνικοοικονομικές συνιστώσες, που δεν ήταν ταυτόχρονες σε ολόκληρη την Ευρώπη, υπήρχαν οι κοινές αξίες, η ελληνορωμαϊκή παράδοση και ο Χριστιανισμός. Από την παρακμή και τη συρρίκνωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας αναδύθηκαν δυνάμεις ως πρόδρομες μορφές του εθνικού
Η Δύση έβλεπε πάντα τα Βαλκάνια ως σφαίρα της «αιρετικής» Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και της κληρονόμου της, Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η «Βάπτιση των Σλάβων», μικρογραφία (1344-45) από το Χρονικό του Κωνσταντίνου Μανασσή (Βιβλιοθήκη Βατικανού). 10
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
κράτους. Ο ορθολογισμός, κύριο χαρακτηριστικό της ελληνικής αρχαιότητας, δεν ήταν πλέον ασυμβίβαστος με τη χριστιανική πίστη για μια μεγάλη ομάδα διανοουμένων. Η οικονομική αντεπίθεση της Δύσης στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία δεν ήταν αποτέλεσμα ενός ιδιαίτερου εμπορικού δαιμονίου των Βενετών και των Γενουατών, που δήθεν δεν υπήρχε στους Βυζαντινούς εμπόρους. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, απειλούμενη από πολλούς εχθρούς, παραχωρούσε προνόμια στους Δυτικούς, για την εξασφάλιση της συνδρομής του στόλου των ιταλικών πόλεων κατά των εχθρών της αυτοκρατορίας. Και όμως, μέσα στις αντίξοες αυτές ανταγωνιστικές συνθήκες αναπτύχθηκε μια μεσαία τάξη εμπόρων και επιχειρηματιών που επωφελήθηκε από την οικονομική δραστηριότητα των Ιταλών εμπόρων στα Βαλκάνια και την Ανατολή. Το μεγάλο εξαγωγικό εμπόριο βρισκόταν στα χέρια των ξένων, αλλά οι γηγενείς συμμετείχαν στην οικονομική ζωή, κρατώντας στα χέρια τους τις εσωτερικές αγορές και συνεργαζόμενοι με τους ξένους. Δημιουργήθηκε έτσι μια τάξη πλούσιων εμπόρων που ήρθε σε επαφή με τις περισσότερο αναπτυγμένες μορφές της οικονομίας των ιταλικών πόλεων, επηρεάστηκε από τις πολιτικές τους ιδέες και έθεσε ζήτημα συμμετοχής στην πολιτική ζωή, αμφισβητώντας την παντοδυναμία της βυζαντινής αριστοκρατίας. Βυζαντινοί έμποροι είχαν καταθέσεις σε ιταλικές τράπεζες, κερδοσκοπούσαν στα χρηματιστήρια της Βενετίας και της Γένουας. Η κατεξοχήν διαίρεση της Ευρώπης επήλθε με την οθωμανική κατάκτηση των Βαλκανίων, διότι οι Οθωμανοί προέρχονταν από άλλο πολιτισμικό κύκλο και δεν μπορούσαν να ενταχθούν στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Ο βαλκανικός χώρος αποκόπηκε από τις σημαντικές εξελίξεις της Ευρώπης μετά το 15ο αιώνα, εντάχθηκε στη ζώνη της περιφέρειας και από το 19ο αιώνα αποτέλεσε το πεδίο του ανταγωνισμού των Μεγάλων Δυνάμεων. Ο 19ος αιώνας σημαδεύτηκε από τις εθνοτικές και θρησκευτικές συγκρούσεις, καθώς οι βαλκανικοί λαοί επιδίωκαν την απελευθέρωσή τους από τον οθωμανικό ζυγό μέσω της επαναστατικής οδού και την ίδρυση των εθνικών τους κρατών. Αλλά κανένας βαλκανικός λαός δεν πέτυχε την εθνική του αποκατάσταση έπειτα από ένα νικηφόρο πόλεμο ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
κατά των Οθωμανών και την επιβολή των δικών του όρων. Ο ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων υπήρξε καταλυτικός. Τα αναδυθέντα κράτη ήταν μικρά σε έκταση, προτεκτοράτα των Μεγάλων Δυνάμεων κατά το μάλλον ή ήττον, και αγωνίζονταν αρκετές δεκαετίες για την επέκταση των συνόρων τους και την απελευθέρωση των «αλύτρωτων», όπου οι άλλοτε βαλκανικοί σύμμαχοι μεταλλάσσονταν σε εχθρούς και αναζητούσαν την υποστήριξη μιας Μεγάλης Δύναμης. Ο βαλκανικός χώρος αποτέλεσε ένα ζωτικό χώρο για τις Μεγάλες Δυνάμεις ως ενδιάμεσος χώρος μεταξύ Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής. Η αφορμή του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου δόθηκε με τη δολοφονία στο Σαράγιεβο, αλλά τα αίτια ανάγονται στην ιμπεριαλιστική πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων. Αν και δεν υπάρχει ένας ενιαίος ορισμός της Δύσης για τη «βαλκανιοποίηση», όπως σωστά παρατηρεί η Μαρία Τοντόροβα, φαίνεται ότι η οθωμανική κληρονομιά και η ιδιαιτερότητα που παρουσίασαν οι βαλκανικοί λαοί στην εθνική τους αποκατάσταση -πάντα με γνώμονα τα κριτήρια των Δυτικών- αποτέλεσαν το έναυσμα για την εισαγωγή αυτού του στερεοτύπου της βαλκανιοποίησης στη Δύση: του κατακερματισμού των αυτοκρατοριών και της δημιουργίας μικρών κρατών, εχθρικών μεταξύ τους, οικονομικά μη βιώσιμων, προτεκτοράτων των Μεγάλων Δυνάμεων. Οι βαλκανικοί λαοί αποτυπώθηκαν ως «άγριοι, τραχείς, υστερόβουλοι, απρόβλεπτοι, ανορθολογιστές, με προκαταλήψεις, φανατισμούς και ανεξέλεγκτα πάθη» και με οριενταλιστικές επιδράσεις (διαφθορά, παθητικότητα, επιπολαιότητα, λήθαργο, οκνηρία, αναποτελεσματικότητα, οπισθοδρόμηση, βρομιά, αναρμόδιο γραφειοκρατία, μη αξιοποίηση του χρόνου». Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ο Αμερικανός δημοσιογράφος Mowrer εισήγαγε τον όρο της βαλκανιοποιημένης Ευρώπης. Ξεκινώντας από το βαλκανικό παράδειγμα του 19ου αιώνα, χαρακτήρισε τα κράτη που αναδύθηκαν στην Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη μετά τη διάλυση της Αυστροουγγαρίας και της Γερμανικής Αυτοκρατορίας ως μη βιώσιμα, ως στόχο αναθεωρητικών Δυνάμεων. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος επιβεβαίωσε την πρόβλεψή του. Αλλά ό,τι διέπραξαν οι Βαλκάνιοι ήταν στην ουσία 11
Ο ρόλος των Μεγάλων Δυνάμεων υπήρξε καταλυτικός στην ανάδυση μικρών κρατών, προτεκτοράτων τους. Διακήρυξις των Συμμάχων Αυλών (20 Αυγούστου 1832) που δημοσιεύτηκε στην «Εθνική Εφημερίδα», Ναύπλιο. 12
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
μια μίμηση αυτών που είχαν διαπράξει και οι Ευρωπαίοι στο παρελθόν. Η βαρβαρότητα και οι πόλεμοι δεν αποτελούν προνόμιο των Βαλκανίων. Η αποτίναξη της οθωμανικής κληρονομιάς, μετά τη δημιουργία των εθνικών κρατών, και η αποδοχή των ευρωπαϊκών αξιών, παρ’ όλες τις παλινωδίες και τις αναταράξεις που προκάλεσαν στις βαλκανικές κοινωνίες, ήταν τεκμήρια ότι οι βαλκανικοί λαοί αισθάνονταν ως μέλη της ευρωπαϊκής οικογένειας, η οποία αποτελεί ενότητα, αλλά μέσα στην πολυμορφία της. Κανένας βαλκανικός λαός δεν ήθελε να αποδεχθεί μια υποβολι-
μαία μη ευρωπαϊκή ετικέτα. Ολοι προσπαθούσαν να αποδείξουν ότι προσέφεραν στην υπόθεση της Χριστιανοσύνης και των αξιών της Ευρώπης. Μετά την πτώση του κομμουνισμού όλα τα πρώην κομμουνιστικά βαλκανικά κράτη θεωρούν την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ ή στην Ευρωπαϊκή Ενωση ως επιστροφή στις αρχικές τους ρίζες. Η Ευρώπη αποτελεί ενότητα μέσα στην πολυμορφία της και το ίδιο ισχύει σε μεγαλύτερο βαθμό για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Αν τα γεωγραφικά και κλιματικά δεδομένα (η μακρά διάρκεια, κατά τον
Το γεωγραφικό ανάγλυφο και οι μεγάλες κλιματολογικές διαφορές συνιστούν μία από τις ιδιομορφίες της Βαλκανικής Χερσονήσου. Ακουαρέλα του Εντουαρντ Λιρ από το Αργυρόκαστρο. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
13
Ο Ντράγκος, πρώτος βοεβόδας της Μολδαβίας. 14
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Μπροντέλ) καθορίζουν την ιστορική μοίρα ενός λαού, τον πολιτισμό του και την ψυχοσύνθεσή του, είναι προφανές ότι η Βαλκανική Χερσόνησος παρουσιάζει μεγάλη ανομοιομορφία. Το βουνό κυριαρχεί, η οροσειρά των Καρπαθίων στη Ρουμανία, των Δειναρικών Αλπεων στην πρώην Γιουγκοσλαβία και την Αλβανία, η οροσειρά της Πίνδου και ο Ολυμπος στην Ελλάδα, της Ροδόπης και του Αίμου στη Βουλγαρία. Οι πεδιάδες και οι λεκάνες υστερούν σε σχέση με τα βουνά. Πρόκειται για τη λεκάνη της Παννονίας, μια μεγάλη πεδιάδα που συμπεριλαμβάνει όχι μόνο την Ουγγαρία, αλλά και τμήματα της Ρουμανίας, της Σερβίας (Βοϊβοδίνα) και της Κροατίας, την πεδιάδα της Βλαχίας μεταξύ σερβικών συνόρων, Καρπαθίων και των ποταμών Σιρέτ και Δούναβη, την περίκλειστη από τα βουνά πεδιάδα της Τρανσυλβανίας, την πεδιάδα της Δοβρουτσάς, τη λεκάνη της Σόφιας, ένα συγκοινωνιακό κόμβο περιστοιχισμένο από βουνά, τις πεδιάδες της Θράκης, της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας. Η Αλβανία δεν έχει πεδιάδες· για την επιβίωσή της μεγάλη σημασία έχουν οι ακτές, όπου παράγονται αγροτικά προϊόντα. Το κλίμα της Βαλκανικής Χερσονήσου είναι κυρίως μεσογειακό και ηπειρωτικό. Μερικώς επικρατεί το κλίμα της στέπας και της Μαύρης Θάλασσας. Στην Ελλάδα και τις ακτές της Αδριατικής επικρατεί το μεσογειακό κλίμα. Στις ακτές της Μακεδονίας και της Θράκης υπάρχει μια μίξη μεσογειακού και ηπειρωτικού κλίματος με αποτέλεσμα ψυχρότερους χειμώνες. Στο υπόλοιπο μέρος της Βαλκανικής Χερσονήσου κυριαρχεί το ηπειρωτικό κλίμα. Τα νότια όρια αυτής της κλιματικής ζώνης εντοπίζονται στη Βόρεια Ελλάδα και στα Στενά, τα ανατολικά στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Τα κύρια χαρακτηριστικά είναι ψυχρός χειμώνας, ήπιο ζεστό καλοκαίρι, βροχοπτώσεις σε ολόκληρη τη διάρκεια του έτους. Υπάρχει ωστόσο μια διάκριση ανάμεσα σε ήπιο και σε ακραίο ηπειρωτικό κλίμα, που εκφράζεται στη διαφορά θερμοκρασίας. Ακραίο ηπειρωτικό κλίμα παρατηρείται, για παράδειγμα, πέρα από το τόξο των Καρπαθίων. Κύριο χαρακτηριστικό είναι οι μεγάλες διακυμάνσεις της θερμοκρασίας. Για παράδειγμα, στο Βουκουρέστι η θερμοκρασία μπορεί να φθάσει τους -30 ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
βαθμούς το χειμώνα και τους +40 το καλοκαίρι· το Βελιγράδι αντιμετωπίζει βίαιες χιονοθύελλες που έρχονται σε αντίθεση με τις τρομερές καλοκαιρινές ξηρασίες. Το κλίμα της Μαύρης Θάλασσας επικρατεί κυρίως στις βουλγαρικές ακτές και στην ευρύτερη περιοχή της Κωνσταντινούπολης. Είναι ήπιο κλίμα με υψηλή υγρασία και πολλές βροχοπτώσεις. Ο χειμώνας είναι μαλακός και το καλοκαίρι επικρατεί ήπια θερμοκρασία. Το κλίμα της στέπας επικρατεί κάτω από τον Δούναβη και στη Δοβρουτσά. Αυτή η ακραία μορφή ηπειρωτικού κλίματος έχει ως κύριο χαρακτηριστικό τις μειωμένες υδατοπτώσεις, τη ζέστη το καλοκαίρι, αλλά και τις διακυμάνσεις της θερμοκρασίας. Το δάσος, λόγω έλλειψης νερού, σταδιακά εκλείπει και επικρατεί το χορτάρι. Οι άνεμοι που πνέουν στη Βαλκανική Χερσόνησο είναι διαφορετικής έντασης, ξηροί, θερμοί και ψυχροί, ευχάριστοι και δυσάρεστοι για τους κατοίκους. Στα νότια και τα νοτιοδυτικά της Ρουμανίας φυσάει ο ξηρός άνεμος «Αστρου», στα Καρπάθια και τα οροπέδια της Τρανσυλβανίας φυσάει ο ισχυρός σαρωτικός άνεμος «Βούντουλ Μάρε», που συντελεί στο λιώσιμο του χιονιού. Το χειμώνα ο ψυχρός άνεμος «Κριβέτσι» φέρνει στη Ρουμανία το ψύχος της Σιβηρίας και ο Δούναβης παγώνει· επίσης ο άνεμος «Κοσάβα», ένας ψυχρός άνεμος στα νοτιοανατολικά της χώρας, πνέει με μεγάλη ταχύτητα και προκαλεί απότομη μεταβολή της θερμοκρασίας. Στις ακτές της Αδριατικής φυσάει το χειμώνα ο ψυχρός και θυελλώδης άνεμος «Μπόρα», που προκαλεί καταστροφές (ξερίζωμα δένδρων, ανατροπή αυτοκινήτων). Ευχάριστη δροσιά φέρνει ο άνεμος «Μιστράλ ή Μαέστρο» που φυσάει στη θάλασσα της Αδριατικής και καθιστά υποφερτή τη θερμοκρασία τους καλοκαιρινούς μήνες. Ο «Γιούγκο», ένας θερμός άνεμος, φέρνει το ζεστό αέρα της Σαχάρας στην Αδριατική. Ο «Βαρδάρης», ο δυνατός και ψυχρός βορειοδυτικός άνεμος που φυσάει κατά μήκος της κοιλάδας του Αξιού, είναι ευχάριστος για τους κατοίκους, διότι καθαρίζει την ατμόσφαιρα· τα μελτέμια, οι ισχυροί βόρειοι άνεμοι που φυσάνε στην Ανατολική Μεσόγειο, είναι ευχάριστα και καθιστούν εφικτή τη ναυσιπλοΐα, αλλά, αν η έντασή τους είναι μεγάλη, 15
παραλύει η θαλάσσια συγκοινωνία και οι θερινές διακοπές καθίστανται προβληματικές. η επίδραση των γεωγραφικών παραγόντων στην εξέλιξη των λαών της χερσονήσου του αίμου είναι δεδομένη. Για παράδειγμα, οι πεδιάδες της ρουμανίας συνετέλεσαν αναμφισβήτητα στην επιτυχία των ρωμαίων να εκρωμαΐσουν τους δάκες εντός 170 ετών (106-271 μ.χ.), με αποτέλεσμα η σημερινή ρουμανική γλώσσα να είναι λατινογενής· αντίθετα, τα βουνά της αλβανίας κατέστησαν ανέφικτη την ολοκλήρωση του εκρωμαϊσμού των ιλλυριών. η οθωμανική κυριαρχία ήταν τυπική στο μαυροβούνιο και την αλβανία λόγω των
Οι ρουμανικές πεδιάδες διευκόλυναν τους Ρωμαίους στην υποταγή και τον εκρωμαϊσμό των Δακών. Ανάγλυφο από τη στήλη του Τραϊανού. 16
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ορεινών συγκροτημάτων. Εκεί επιβίωσαν μορφές πατριαρχικής-φυλετικής κοινωνικής οργάνωσης των Αλβανών και των Μαυροβούνιων κατά την Τουρκοκρατία. Οι Ούγγροι στον Μεσαίωνα ίδρυσαν σχετικά νωρίς κράτος, διότι η πεδιάδα της Παννονίας ευνοούσε την κρατική συγκρότηση. Παρόμοια και ο αρχικός πυρήνας του πρωτοβουλγαρικού κράτους, που ιδρύθηκε τον 7ο αιώνα, ήταν η πεδιάδα της Δοβρουτσάς και της Μοισίας. Αντίθετα, ένα συγκεντρωτικό μεσαιωνικό σερβικό κράτος συγκροτήθηκε σχετικά αργά (14ος αιώνας), όταν οι Σέρβοι είχαν διεισδύσει στις πεδιάδες του Κοσόβου και της Μακεδονίας. Η Ρασκία, ο αρχικός πυρήνας του σερβικού μεσαιωνικού κράτους, είναι ορεινή περιοχή. Η γεωγραφία και το κλίμα συνετέλεσαν ώστε οι Ελληνες να κινούνται σε διαφορετικό ιστορικό χρόνο σε σύγκριση με τους βόρειους γείτονές τους. Ενώ οι Ελληνες στην αρχαιότητα, παρόλο που δεν ίδρυσαν ένα συγκεντρωτικό κράτος, ανέπτυξαν έναν υψηλό πολιτισμό και οργανώθηκαν πολιτικά με τη μορφή της πόλης-κράτους, οι γείτονές τους, οι Θράκες, οι Ιλλυριοί και οι Δάκες, δεν ξεπέρασαν το φυλετικό στάδιο της κοινωνικής τους οργάνωσης και, λόγω έλλειψης γραφής, δεν άφησαν γραπτά μνημεία· κατά συνέπεια κινούνταν στην προϊστορία. Ο,τι γνωρίζουμε για τους Θράκες, τους Δακο-Γέτες και τους Ιλλυριούς προέρχεται από την ελληνορωμαϊκή γραπτή παράδοση. Διαφορετικά εξελίσσονται οι άνθρωποι στην ανοιχτή θάλασσα του Αιγαίου, δεχόμενοι επιδράσεις από Ανατολή και Δύση και αναπτύσσοντας μια συνθετική ικανότητα, και διαφορετικά στις κλεισούρες του Αίμου και στις Δειναρικές Αλπεις. Οι Θράκες, οι Ιλλυριοί και οι Δακο-Γέτες εξελληνίστηκαν ή εκλατινίστηκαν κατά το μάλλον ή ήττον· οι Ελληνες υπερίσχυσαν πολιτιστικά των κατακτητών Ρωμαίων και έτσι δημιουργήθηκε η ελληνορωμαϊκή παράδοση. Ποια στοιχεία ωστόσο συνθέτουν την ενότητα του χώρου; Η γεωφυσική όψη της Βαλκανικής Χερσονήσου δυσκόλευε τις επικοινωνίες, αλλά δεν τις καθιστούσε αδύνατες. Τα βουνά δεν είναι αδιαπέραστα. Ποιμενικές νομαδικές ομάδες ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
μπορούσαν να μετακινούνται από τις Δειναρικές Αλπεις στην Πίνδο, το τόξο των Καρπαθίων έχει διαβάσεις ώστε οι κάτοικοι της Βλαχίας και της Μολδαβίας να επικοινωνούν με την Τρανσυλβανία. Οι ποταμοί είναι πλωτοί. Ετσι ο Μοράβας και ο Αξιός συνδέουν την Κεντρική Βαλκανική με το Αιγαίο, ο Δούναβης τη Μαύρη Θάλασσα με την Κεντρική Ευρώπη. Μια πρώτη μορφή ενότητας προσέδωσε στο χώρο η διείσδυση του ελληνικού πολιτισμού με την ίδρυση των αποικιών στη Μαύρη Θάλασσα και τα νησιά της Αδριατικής, με την ίδρυση πόλεων από τους Μακεδόνες και τους Ρωμαίους στο εσωτερικό της Χερσονήσου. Πρόκειται για την επίδραση του Ελληνισμού στους Θράκες, στους Δάκες και, σε μικρότερο βαθμό, στους Ιλλυριούς. Πολιτική ενότητα απέκτησε ο χώρος με την ολοκλήρωση της ρωμαϊκής κατάκτησης (229 π.Χ. - 106 μ.Χ.) Η κατασκευή δύο σημαντικών οδικών αρτηριών, της Via Militaris (Βελιγράδι, Νύσσα, Σόφια, Αδριανούπολη, Κωνσταντινούπολη) και της Via Egnatia (Δυρράχιο Αχρίδα - Θεσσαλονίκη), αρχικά για στρατιωτικούς σκοπούς, διευκόλυνε τις επικοινωνίες στο εσωτερικό της χερσονήσου. Γλωσσικά η Χερσόνησος διαιρέθηκε σε δύο ζώνες, μία ελληνόφωνη στο Νότο και μια λατινόφωνη στο Βορρά. Στα μέσα του 4ου μ.Χ. αιώνα το συμβατικό όριο των δύο ζωνών ήταν, σύμφωνα με τον Τσέχο ιστορικό και βαλκανιολόγο Κωνσταντίντ Γίρετσεκ, η γραμμή Αλέσιο (σημερινή Lezha της Αλβανίας) - Δίβρα Σκόπια - Στόβοι - Κιουστεντήλ - Σόφια και βόρεια του Αίμου μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα. Η διαίρεση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 395 μ.Χ. σε δυτική και ανατολική με όριο τον ποταμό Δρίνο ήταν διοικητική και δεν διέσπασε την πολιτισμική της ενότητα. Το ανατολικό τμήμα εξελίχθηκε στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία (ρωμαϊκή κρατική παράδοση, ελληνική κουλτούρα και χριστιανική πίστη), το δυτικό καταλύθηκε το 476 μ.Χ. από τα γερμανικά φύλα. Η δημογραφική όψη της Βαλκανικής Χερσονήσου μεταβλήθηκε ριζικά τον 7ο αιώνα με τις σλαβικές εγκαταστάσεις, την ίδρυση του πρωτοβουλγαρικού κράτους και τη διάσπαση της ελληνορωμαϊκής συνέχειας. Αλλά ενότητα στο χώρο προσέδωσαν πάλι ο εκχριστιανισμός των Σλάβων από το Βυζάντιο και η ένταξη των 17
νέων λαών στη βυζαντινή κοινοπολιτεία (Βουλγάρων, Σέρβων, Βλάχων, Μολδαβών και άλλων). Ο εκχριστιανισμός ήταν στην ουσία η μετάβαση μιας αρχαϊκής κοινωνίας σε συντεταγμένο κράτος με τη δημιουργία μιας γλώσσας και λογοτεχνίας, την υιοθέτηση της βυζαντινής πολιτικής θεωρίας, νομοθεσίας κ.λπ. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ορθοδοξία αποτέλεσε τη ζύμη για την πολιτισμική ενότητα των βαλκανικών λαών, χωρίς όμως αυτό να αποκλείει αιματηρούς πολέμους μεταξύ Βυζαντινών και Βουλγάρων, Βουλγάρων και Σέρβων ή Βυζαντινών και Σέρβων στο όνομα της αυτοκρατορικής ρωμαϊκής ιδεολογίας. Το πρωτοβουλγαρικό κράτος (681 μ.Χ.) καταλύθηκε οριστικά το 1018 μ.Χ. από τους Βυζαντινούς. Το δεύτερο βουλγαρικό κράτος ανασυστάθηκε το 1186 και καταλύθηκε από τους Οθωμανούς το 1393. Το σερβικό κράτος γνώρισε μια άνθηση στην εποχή του Στεφάνου Ούρος IV Δουσάν (1331-1355), και μετά το θάνατό του διαλύθηκε σε διάφορες τοπικές ηγεμονίες. Οι ηγεμονίες της Βλαχίας και της Μολδαβίας αναδύθηκαν το 14ο αιώνα. Το 1359 ιδρύθηκε η μητρόπολη Μολδαβίας με έδρα της
τη Σουτσάβα. Το Σχίσμα των Εκκλησιών (1054) δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μια ριζική διάσπαση της πολιτισμικής ενότητας του χώρου. Για παράδειγμα, στις ακτές της Δαλματίας διατηρήθηκαν η γλαγολιτική γραφή, δημιούργημα των αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου, και η τέλεση της Θείας Λειτουργίας στην εκκλησιαστική σλαβονική μέχρι το 19ο αιώνα, παρόλο που η επίσημη εκκλησιαστική γλώσσα ήταν η λατινική. Η οθωμανική κατάκτηση της Βαλκανικής Χερσονήσου αποτελούσε μια ρήξη με το παρελθόν των βαλκανικών λαών και οδήγησε στην περιφερειοποίηση του χώρου. Οι εξισλαμισμοί χριστιανικών πληθυσμών και οι εποικισμοί με τουρκογενείς μουσουλμανικούς πληθυσμούς μετέβαλαν την όψη της περιοχής. Κατά την Τουρκοκρατία οι βαλκανικοί λαοί σφυρηλάτησαν μια ορθόδοξη αλληλεγγύη έναντι των καθολικών και των μουσουλμάνων, δημιουργήθηκε μια κοινή βαλκανική νοοτροπία, υπήρξε μια πολιτισμική ώσμωση μεταξύ Χριστιανισμού και σιιτικού Ισλάμ (Μπεκτασισμού), αλλά η οθωμανική κατάκτηση ήταν μια οπισθοδρόμηση.
Η Εγνατία οδός, που αρχικά κατασκευάστηκε για στρατιωτικούς σκοπούς, διευκόλυνε τις επικοινωνίες στο εσωτερικό της χερσονήσου. Τοξωτή γέφυρα στη διαδρομή της Εγνατίας κοντά στον ποταμό Λουδία. 18
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Ο βαλκανικός χώρος απέκτησε μια πολιτική ενότητα, αλλά ήταν μια αρνητική ενότητα· οι Οθωμανοί προέρχονταν από διαφορετικό πολιτισμικό κύκλο και μια σύνθεση του χριστιανικού και του μουσουλμανικού, σουνιτικού κόσμου κατέστη αδύνατη. Οι δυσκολίες προσδιορισμού των ορίων της Βαλκανικής Χερσονήσου ή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης πηγάζουν ακριβώς από το δυτικό στερεότυπο του συμφυρμού Ορθοδοξίας και Ισλάμ και της αντιπαραβολής τους προς τον Καθολικισμό και τον Προτεσταντισμό. Η έννοια της Ευρώπης ταυτίστηκε με τον καθολικό-προτεσταντικό κόσμο και το Στρατιωτικό Σύνορο, το σύνορο της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων και του οθωμανικού κράτους (Δαλματία, Κροατία, Σλαβονία, Βοϊβοδίνα, Τρανσυλβανία), αποτέλεσε το όριο του δυτικού κόσμου με τον ορθόδοξο - βυζαντινό - σλαβικό ισλαμικό κόσμο, ισχυρίζονται ακόμα και σήμερα ιστορικοί στη Δύση. Αναμφισβήτητα υπάρχουν περιοχές όπου η παρουσία του Ισλάμ είναι έντονη, αλλά κάθε διαίρεση του χώρου σε ερμητικές πολιτισμικές ζώνες με απόλυτα κριτήρια είναι επισφα-
λής. Για παράδειγμα, Ορθόδοξοι Σέρβοι υπήρχαν στις κροατικές χώρες· στο Στρατιωτικό Σύνορο ήταν οι ακρίτες της χριστιανικής Δύσης· το ίδιο ισχύει και για τους Ρουμάνους της Τρανσυλβανίας· οι Κροάτες δεν υπήρξαν άμοιροι της βυζαντινής επιρροής· στην Αδριατική είναι αισθητή η βυζαντινή παράδοση· η γλαγολιτική γραφή θεωρήθηκε εθνικό κειμήλιο στην Κροατία. Θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για μια ευέλικτη συμβίωση πολιτισμών, πέρα από εθνοτικά και φυλετικά όρια. Κατά τον Σέρβο γεωγράφο και ανθρωπολόγο Γιόβαν Τσβίγιτς, τέσσερις πολιτισμικές ζώνες διακρίνονται γενικά στην περιοχή: 1) Η πεδιάδα της Παννονίας (Βορειοανατολική Σλοβενία, Βόρεια Κροατία, Σλαβονία, Συρμία, Βοϊβοδίνα) είναι μια ζώνη της κεντροευρωπαϊκής κουλτούρας. 2) Η αδριατική ακτή είναι η ζώνη της ιταλοσλαβικής κουλτούρας με χαρακτηριστικό παράδειγμα την πόλη Ντουμπρόβνικ. 3) Τα βουνά των Δυτικών Βαλκανίων (κυρίως στο Μαυροβούνιο και την Αλβανία) είναι η ζώνη μιας πατριαρχικής κουλτούρας, μιας αρχαϊκής επικής κοινωνίας. 4) Τα υπόλοιπα ανατολικά τμήματα της Βαλκανικής
Μεσαιωνική μικρογραφία που απεικονίζει τους Αποστόλους των Σλάβων, Κύριλλο και Μεθόδιο. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
19
είναι η ζώνη του βυζαντινοβαλκανικού πολιτισμού με έντονα τα ανατολικά χαρακτηριστικά. ο τσβίγιτς εξαιρεί τη ρουμανία από τα βαλκάνια, καθώς θέτει τον δούναβη ως όριο. Ξεκινώντας από τον τσβίγιτς, θα μπορούσε κανείς να επισημάνει ότι η περιοχή των καρπαθίων και ένα μέρος της πεδιάδας της παννονίας είναι μια μεταβατική ζώνη της νοτιοανατολικής ευρώπης προς την κεντρική ευρώπη, και η δαλματία μια μεταβατική ζώνη προς τη δυτική ευρώπη. Για παράδειγμα, η μολδαβία και η βλαχία ήταν μέχρι το 14ο αιώνα υπό την επικυριαρχία της ουγγαρίας, υπήρχε ωστόσο εκκλησιαστική επίδραση των βουλγάρων στη βλαχία και των ανατολικών Σλάβων στη μολδαβία· ως ηγεμονίες η βλαχία και η μολδαβία το 14ο-15ο αιώνα εντάχθηκαν στη
βυζαντινή κοινοπολιτεία, αλλά κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας ως αυτόνομες ηγεμονίες διατήρησαν επαφές με την ευρώπη. ο όρος κροατία ήταν ένας στενός γεωγραφικός όρος. Στη δαλματία, στη στρατιωτική κροατία, στη βοϊβοδίνα και στην τρανσυλβανία συνυπήρχαν για αιώνες ορθόδοξοι Σέρβοι και ρουμάνοι με καθολικούς και προτεστάντες. οι Σλοβένοι δεν είχαν κράτος στην ιστορία, απορροφήθηκαν από τους φράγκους και τους αψβούργους. αλλά πάντα προσπαθούσαν να διαφυλάξουν τη γλωσσική και πολιτισμική τους ταυτότητα από την καταλυτική επίδραση της γερμανικής κουλτούρας· μιλούν μια νοτιοσλαβική (και όχι δυτικοσλαβική) γλώσσα και επέδειξαν πνεύμα συνεργασίας με τους Σέρβους. μετά την ένταξή τους στο βασίλειο των Σέρβων, κροατών και Σλοβένων το 1918 τονώθηκε η σλαβική τους
Η γλαγολιτική γραφή, κληροδότημα της βυζαντινής παράδοσης, θεωρήθηκε εθνικό κειμήλιο για την Κροατία. Χειρόγραφα του 13ου αιώνα. 20
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ταυτότητα. Στην Αδριατική είναι ορατή η επίδραση της ιταλικής κουλτούρας, αλλά ταυτόχρονα συνυπάρχει και το «Αδριατικό Βυζάντιο». Αγιοι της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, όπως οι Κοσμάς και Δαμιανός, ο Αγιος Δημήτριος, η Αγία Παρασκευή, ο Αγιος Βλάσιος, ο προστάτης του Ντουμπρόβνικ, τιμώνται στη Δαλματία. Στις παράλιες πόλεις υπάρχουν πολλές εκκλησίες της Αγίας Σοφίας και του Αγίου Στεφάνου, ενώ στην αρχιτεκτονική και τη ζωγραφική είναι διάχυτη η βυζαντινή τεχνοτροπία. H Ελλάδα, από την άλλη πλευρά, είναι και μια μεσογειακή χώρα, με δυτικές επιδράσεις στο νησιωτικό της κυρίως χώρο. Επομένως, το ζήτημα της οριοθέτησης δεν τίθεται μόνο για τις περιοχές βόρεια του Δούναβη και δυτικά του τόξου των Καρπαθίων, αλλά και για τη Nότια Ελλάδα. Μετά τη διάλυση της Αυστροουγγαρίας και την ένταξη της Τρανσυλβανίας στη Ρουμανία και των σλοβενικών και κροατικών χωρών στη Γιουγκοσλαβία του Μεσοπολέμου καθιερώθηκε μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ο όρος «Νοτιοανατολική Ευρώπη». Η εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία επισημοποίησε τον όρο «Νοτιοανατολική Ευρώπη» ως ένα ζωτικό οικονομικό χώρο και σε αντιδιαστολή με τον όρο «Κεντρική Ευρώπη» - τον αποκλειστικό χώρο της γερμανικής κουλτούρας και του κράτους δικαίου. Ο όρος «Βαλκάνια» ταυτίστηκε με περιοχές όπου ήταν έντονος ο «οριενταλισμός» (Βουλγαρία, Αλβανία, Κόσοβο, Νότιο Σερβία, Σαντζάκι του Νόβι Παζάρ, Βοσνία-Ερζεγοβίνη). Η διάκριση αυτή είναι ωστόσο σχηματική, για να ξεπεραστεί ο σκόπελος του δυτικού στερεότυπου σχετικά με την αρνητική νοηματοδότηση του όρου «Βαλκανική Χερσόνησος». Δεν υπάρχει κανένας ουσιαστικός λόγος η χρήση του όρου «Βαλκάνια» ή «Βαλκανική Χερσόνησος» να προκαλεί αλλεργικό σύνδρομο και να υποκαθίσταται αναγκαστικά με τον όρο «Νοτιοανατολική Ευρώπη». Οι Ελληνες, λαός μεσογειακός και βαλκανικός, πάντα κινείτο σε διαφορετικό ιστορικό χρόνο σε σχέση με τους βόρειους γείτονες. Η πόλη-κράτος της αρχαιότητας και η υψηλή ελληνική κουλτούρα ήταν ο αντίποδας της αρχαϊκής, προϊστορικής κοινωνίας των Θρακών, των Ιλλυριών και των Δακο-Γετών. Το Βυζάντιο αποτέλεσε πρότυπο για ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
τη μεσαιωνική Βουλγαρία, τη Σερβία και αργότερα για τις ηγεμονίες της Βλαχίας και της Μολδαβίας. Οι αρχαίες ελληνικές-λατινικές πηγές και οι βυζαντινές πηγές είναι η βάση για την ιστορία των Θρακών, των Ιλλυριών, των Δακο-Γετών, των Σλάβων γενικά, των Βουλγάρων, των Σέρβων, των Κροατών και άλλων. Πρώτοι οι Ελληνες αφυπνίστηκαν εθνικά, ίδρυσαν ανεξάρτητο εθνικό κράτος και ανέλαβαν μια «εκπολιτιστική αποστολή» στην Ανατολή. Από τους προγόνους κληρονόμησαν μια λαμπρή διανοητική δύναμη, την αγάπη για την ελευθερία και την ενασχόληση με την πολιτική. Κοσμοπολίτες, ριψοκίνδυνοι, θαλασσοκράτορες, με επιχειρηματικό δαιμόνιο και ζωηρή φαντασία, οι Ελληνες είναι οι πλέον οικουμενικοί άνθρωποι, όπως τόνισε ο Μάρκος Ρενιέρης, καθώς η αρχαία ελληνική κληρονομιά τούς συνδέει με τη Δύση, το Βυζάντιο και η Ορθοδοξία με την Ανατολή. Απείθαρχοι και διακατεχόμενοι περισσότερο από ατομικό παρά από συλλογικό πνεύμα, επιδεικνύουν αλληλεγγύη και απαράμιλλη μαχητικότητα, όταν πρόκειται να υπερασπιστούν τα εθνικά τους συμφέροντα. Αποκλεισμένοι μεταξύ του Αίμου και της Μαύρης Θάλασσας, οι Βούλγαροι παρέμειναν κατά βάση χωρικοί και κτηνοτρόφοι με στενό ορίζοντα. Από τους Ελληνες, τους κύριους αντιπάλους τους το 19ο αιώνα, χαρακτηρίστηκαν ως τραχείς, λιτοί, υπομονετικοί, ύπουλοι, πεισματάρηδες, ανθεκτικοί, εργατικοί, οικονόμοι και άπληστοι - σε αντίθεση με το σπάταλο Ελληνα. Οι Ελληνες στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού αιώνα έβλεπαν στους Βούλγαρους τον αντίποδά τους. Οι Βούλγαροι διακρίνονταν για το συλλογικό και οργανωτικό τους πνεύμα, για την έλλειψη πολιτικής κουλτούρας, σε αντίθεση με τον ατομικισμό και την πολιτικοποίηση των Ελλήνων. Το βουλγαρικό κράτος με τη λειτουργικότητα της δημόσιας διοίκησης και τη στρατιωτική του οργάνωση αποτελούσε πρότυπο προς μίμηση για τους Ελληνες και οι Βούλγαροι κρίθηκαν ως επικίνδυνοι αντίπαλοι. Οι Σέρβοι, κατά τον Τσβίγιτς, είναι η ενσάρκωση του δειναρικού ανθρώπινου τύπου. «Δύο ή καλύ21
Ο πύργος Νεμπόισα του Βελιγραδίου, όπου στραγγαλίστηκε ο Ρήγας Φεραίος. Εντοιχισμένη επιγραφή και ανάγλυφο πορτρέτο του πρωτοπόρου της παμβαλκανικής επανάστασης.
22
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
τερα τρεις ιδέες είναι έμφυτες στον Σέρβο. Μαθαίνει να επιδιώκει την προσωπική ελευθερία και την ανεξαρτησία, όπως και την ελευθερία όλων των σερβικών χωρών που γνωρίζει από τις μπαλάντες και την παράδοση ότι κάποτε ήταν τμήματα της χώρας του... Είναι καθήκον του να τις απελευθερώσει με το αίμα του, με τις επαναλαμβανόμενες πράξεις ηρωισμού και αυτοθυσίας... Γενικά η περιοχή των Δειναρικών Αλπεων παρήγαγε ασυνήθιστα ηρωικούς ανθρώπους, αλλά είναι κυρίως οι Σέρβοι που έφθασαν στον ύψιστο βαθμό ηρωισμού. Είναι ετοιμοπόλεμοι από τις ημέρες της μάχης του Κοσόβου... Αλλοι είναι τόσο δίκαιοι όσο ο Θεός, άλλοι πάλι μπορούν να μισήσουν με πάθος και με βιαιότητα. Οι τελευταίοι ανταποκρίνονται στο
πολεμικό προσκλητήριο για ιερή εκδίκηση. Μερικοί απ’ αυτούς χρησιμοποιούν τη δύναμή τους για κακούς σκοπούς, αλλά το βασικό κίνητρο μέχρι σήμερα ήταν η σερβική εθνική ιδέα, και πολλοί απ’ αυτούς έδωσαν μέχρι σήμερα τη ζωή τους χωρίς τον παραμικρό δισταγμό...». Ο Σέρβος του 19ου αιώνα χαρακτηριζόταν στη Δύση κυρίως ως στρατιωτικός, ως άνθρωπος του πάθους· εδώ βρισκόταν η δύναμή του, αλλά και η αδυναμία του - ήταν ικανός για ηρωισμό παρά για συλλογισμό. Σε αντίθεση με τους Βουλγάρους, οι Σέρβοι είχαν πλούσια επική παράδοση. Ο φωτοστέφανος των ηρώων του Κοσόβου με ρευστά
Η πολιτιστική κληρονομιά αποτέλεσε τον καταλύτη για την εθνική αφύπνιση των Ελλήνων. Εκδόσεις του «Ερωτόκριτου» του Βιτσέντζου Κορνάρου (Βενετία, 1817) και της «Ελληνικής Νομαρχίας», Ανωνύμου (Ιταλία, 1806). ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
23
τα όρια μύθου και πραγματικότητας διήγειρε τη φαντασία τους και τους παρακινούσε σε πράξεις ηρωισμού. Αγρότες και κτηνοτρόφοι, οι Ρουμάνοι δικαιούνται να υπερηφανεύονται για τη δακορωμαϊκή τους κληρονομιά. Αλλά η μακροχρόνια ξένη κυριαρχία στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και η διέλευση ποικίλων λαών από τα τέλη του 3ου αιώνα εξασθένισαν τις προγονικές αρρενωπές αρετές. Ηταν κοινές διαπιστώσεις των Ευρωπαίων στο
«Οι Σέρβοι έφτασαν στον ύψιστο βαθμό ηρωισμού. Είναι ετοιμοπόλεμοι από τις μέρες της μάχης του Κοσόβου». Οθωμανική μικρογραφία που απεικονίζει τη δολοφονία του σουλτάνου Μουράτ Α’ από τον Μίλος Ομπιλιτς. 24
δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα η μαλθακότητα, η χαλάρωση ηθών η ραθυμία του τρόπου ζωής των Ρουμάνων και οι αντιφάσεις της ρουμανικής κοινωνίας. Απέναντι στους εξαθλιωμένους χωρικούς στεκόταν μια αριστοκρατία με κοσμοπολίτικο πνεύμα και με εκλεπτυσμένη γαλλική κουλτούρα που ενσάρκωνε την κληρονομιά του λατινικού πνεύματος. Χωρίς κρατική παράδοση και με κοινό σημείο αναφοράς την ιλλυρική τους καταγωγή και το έπος του Σκεντέρμπεη, οι Αλβανοί παρέμειναν στα όρια μιας φυλετικής-πατριαρχικής κοινωνίας με την κουλτούρα της φάρας. Ορεσίβιοι πληθυσμοί με χαρακτηριστικά την οπλοφορία, την οπλοχρησία, την εκδίκηση αίματος, την πίστη στον όρκο και την ανδροπρέπεια εντάσσονται και αυτοί στο δειναρικό τύπο ανθρώπου, με ομοιότητες και διαφορές σε σύγκριση με τους Σέρβους και τους Μαυροβούνιους. Ο εξισλαμισμός τους μάλλον επέδρασε θετικά στη διατήρηση της ταυτότητάς τους, διαφορετικά ίσως να είχαν εξελληνιστεί ή εκσλαβιστεί. Στην Οθωμανική Αυτοκρατορία οι Αλβανοί κατέλαβαν υψηλές θέσεις. Οι θρησκευτικές, φυλετικές και γλωσσικές τους διαφορές κατέστησαν δύσκολη την εθνική τους αφύπνιση. Για τους Ελληνες, η ιστορία των βαλκανικών λαών είναι στην ουσία προέκταση της ελληνικής Ιστορίας· κανένα ζήτημα στα Βαλκάνια δεν έχει μόνο τοπικό χαρακτήρα, αλλά και μια διαβαλκανική διάσταση· είναι αυτή ακριβώς η αλληλοεξάρτηση και η περιπλοκότητα των γεγονότων που καθιστούν τη Βαλκανική Ιστορία εξαιρετικά σύνθετη. Για το λόγο αυτό, παρά την πτώση του Κομμουνισμού, η Ιστορία της Ανατολικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης παραμένει αυτόνομος κλάδος στα πανεπιστήμια της Ευρώπης και δεν απορροφήθηκε από τη γενικότερη Ευρωπαϊκή Ιστορία. Η προσέγγιση της ιστορίας μιας βαλκανικής χώρας προϋποθέτει την εκμάθηση της γλώσσας που ομιλείται για την πρόσβαση στις πηγές και την καλή γνώση του βαλκανικού περίγυρου (για μια ίσως συγκριτική θεώρηση), αλλά και του ευρωπαϊκού χώρου (για την κατανόηση της πολιτικής των Μεγάλων Δυνάμεων). ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Clewing Konrad-Schmitt, Oliver Jens (Ηg), Geschichte Südosteuropas. Vom früheren Mittelalter bis zur Gegenwart, Regensburg 2011. Drace-Francis Alex, «The Prehistory of a Neologism “South-Eastern Europe’’». Balkanologie 3 (1999) 117-127. Goldworthy Vesna, Ruritania, Ανακαλύπτοντας τα Βαλκάνια (επιστημονικός συνεργάτης Σπυρίδων Σφέτας, μτφρ. Ειρήνη Μητούση-Μαρία Ξάνθου), University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2004. Τίτλος πρωτοτύπου, Inventing Ruritania. The imperialism of imagination, Yale University Press-New Haven and London 1998. Hösch Edgar, «Kulturgrenzen in Südosteuropa», Südosteuropa 47 (1998,) 601-623. Kaser Karl, Südosteuropäische Geschichte und Geschichtswissenschaft, 2. Auflage, Böhlau Verlag Wien- Köln- Weimar 2002.
historischer Raum Europas», Geschichte und Gesellschaft 2 5 (1999), 626-653. Todorova Maria, Βαλκάνια. Η δυτική φαντασίωση (μτφρ. Ιουλία Κολοβού, πρόλογος – επιμέλεια Πασχάλη Κιτρομηλίδη), εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2000. Της ιδίας «Der Balkan als Analysekategorie. Grenzen, Raum, Zeit», Geschichte und Gesellschaft 28 (2002), 470-492. Γούναρης Κ. Βασίλειος, Τα Βαλκάνια των Ελλήνων. Από το Διαφωτισμό έως τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2007. Σφέτας Σπυρίδων, Εισαγωγή στη Βαλκανική Ιστορία. Τόμος Α΄. Από την οθωμανική κατάκτηση των Βαλκανίων μέχρι τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο (1354-1918), εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2009.
Mazower Mark, Tα Βαλκάνια (μτφρ. Κωνσταντίνος Κουρεμένος), εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2003. Papacostea Victor, Civilizaţie Romănească și civilizaţie balcanică. Studii Istorice, (Ρουμανικός πολιτισμός και βαλκανικός πολιτισμός. Ιστορικές μελέτες), Βουκουρέστι 1983. Said. W. Edward, Oριενταλισμός (μτφρ. Φώτης Τερζάκης), εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1996. Skendi Stavro, Balkan Cultural Studies, New York 1980. Stoianovich Traian, Ballkan Worlds. The First and Last Europe, New York 1994. Sündhaussen Holm, «Der Balkan als ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
25
Μέσω του παιδομαζώματος οι Οθωμανοί συγκροτούσαν τα επίλεκτα σώματα των Γενιτσάρων. «Το Παιδομάζωμα». Πίνακας (18651875) του Νικολάου Γύζη. 26
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Σπυριδων Σφετασ Αναπληρωτής Καθηγητής στον Τομέα Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας, ΑΠΘ
ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΪΟΥΣΑ ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ. Η ΕΝΑΡΞΗ ΤΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ Το πολυσύνθετο πλέγμα σχέσεων των Μεγάλων Δυνάμεων και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που επηρέαζαν τη μοίρα των υπόδουλων χριστιανών. Κλέφτες και κοτζαμπάσηδες, χαϊντούκοι και κνεζ. Οι διομολογήσεις. Ρωσοτουρκικοί και Βενετοτουρκικοί Πόλεμοι αποδυναμώνουν την Πύλη. Η κάθοδος τον Ορλώφ στο Αιγαίο με την επίνευση της Αγγλίας. Το «ελληνοβυζαντινό σχέδιο» της Μεγάλης Αικατερίνης. Ο καταλυτικός ρόλος του Ναπολέοντα.
Η
ταχεία άνοδος του οθωμανικού κράτους οφειλόταν σε πολλούς παράγοντες: 1) Στην έλλειψη μιας ισχυρής Μεγάλης Δύναμης στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, ικανής να αντιταχθεί δυναμικά στους Οθωμανούς. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία είχε συρρικνωΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
θεί, η σερβική ηγεμονία του Στεφάνου Ούρος ΙV Δουσάν είχε διαλυθεί στα μέσα του 14ου αιώνα, οι βουλγαρικές ηγεμονίες του Τυρνόβου και του Βιδινίου (14ος αιώνας) ήταν ανίσχυρες. Οι Σταυροφορίες της Δύσης ήταν συγκυριακές και ασυντόνιστες, δεν υπήρχε μια ενιαία στρατηγική στη Δύση κατά των Οθωμανών. 2) Στην οργάνωση του οθωμανικού κράτους. Η κεντρική εξουσία παρέμεινε ισχυρή. Το τιμαριωτικό σύστημα, ένα είδος στρατιωτικής φεουδαρχίας, λειτουργούσε διαφορετικά από τη Δύση, οι Σπαχήδες δεν ήταν μια συνεκτική κοινωνική τάξη. Ο Σουλτάνος εκχωρούσε γη σε αξιωματούχους για επικαρπία με την υποχρέωση της συγκρότησης Ιππικού από το φόρο της δεκάτης. Το τιμάριο, η καλλιεργήσιμη γη, δεν ήταν κληρονομικό, μπορούσε να ανακληθεί και οι αγρότες, από νομικής απόψεως, υπάγονταν στο Σουλτάνο. Μέσω του παιδομαζώματος, του θεσμού δηλαδή της στρατιωτικής δουλείας, οι Οθωμανοί συγκροτούσαν τα επίλεκτα σώματα των Γενιτσάρων. Ανάλογα με τις ικανότητές τους, οι Γενίτσαροι μπορούσαν να φθάσουν στην υπηρεσία του Σουλτάνου και να αναλάβουν υψηλά αξιώματα, όπως αυτό του Μεγάλου Βεζίρη. Στους πρώτους αιώνες, οι Οθωμανοί προσπάθησαν να επιβάλουν δίκαιο φορολογικό σύστημα, πολλοί φόροι ανάγονταν στη βυζαντινή εποχή. Στο θέμα της φορολογίας οι Οθωμανοί επέδειξαν μεγάλη ευελιξία, απαλλάσσοντας από φόρους διάφορες επαγγελματικές ομάδες, σημαντικές για την οικονομία της Αυτοκρατορίας. 3) Στις κατακτήσεις των Οθωμανών, κατά τους πρώτους αιώνες, λειτουργούσε η έννοια του ιερού πολέμου, υπήρχε ειδική ομάδα πολεμιστών του Ισλάμ, οι Γαζήδες. Οταν στις αρχές του 16ου αιώνα ο Σουλτάνος έλαβε τον τίτλο του χαλίφη, η Οθωμανική Αυτοκρατορία απέκτησε θεοκρατικό χαρακτήρα. 4) Οι κατακτήσεις των Οθωμανών γίνονταν με μεθοδικό τρόπο. Μετά τις επιχειρήσεις ανίχνευσης των Τουρκομάνων ιππέων, γνωστών ως Ακιντζί, επέλαυνε ο τακτικός στρατός, ακολουθούσαν οι Μπεκτασήδες (μυστικιστική αίρεση του σιιτικού Ισλάμ με χριστιανικά στοιχεία) για προσηλυτισμό στο Ισλάμ και πλήθος Γιουρούκων (νομάδων) και Τουρκομάνων για εποικισμό. Η 27
Εικόνα με τον Σέρβο ηγεμόνα Στέφανο Ούρος IV Δουσάν, η αυτοκρατορία του οποίου παρήκμαζε στα μέσα του 14ου αιώνα (Μοναστήρι Decani). 28
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
παρουσία του Σουλτάνου στο πεδίο της μάχης και η απαγγελία θρησκευτικών και πολεμικών κειμένων, πριν από τη μάχη, συντελούσαν στην τόνωση του ηθικού των στρατιωτών. Ο οθωμανικός στρατός είχε πειθαρχία, διέθετε Πυροβολικό, τη σύγχρονη τεχνολογία του 15ου αιώνα, και δυτικοί ειδήμονες σε θέματα πολεμικής τεχνολογίας προσέφεραν υπηρεσίες στους Οθωμανούς. Η πολεμική τους τακτική συνίστατο στην αναμονή της εκδήλωσης της επίθεσης του αντιπάλου με θέση άμυνας και η πολεμική τους στρατηγική στην κεραυνοβόλα επίθεση. Η Μικρά Ασία ήταν μια ανεξάντλητη δεξαμενή σε ανθρώπινο δυναμικό για τους Οθωμανούς. Η κατάκτηση των Βαλκανίων (14ος-16ος αιώνας) συνέβαλε αποτελεσματικά στη σταθεροποίηση της οθωμανικής κυριαρχίας και στη Μικρά Ασία. Στις κατακτήσεις των Οθωμανών λειτουργούσε το σύνδρομο της νομαδικής τους παράδοσης -κάθε κατάκτηση συμβόλιζε την εξεύρεση ενός νέου βοσκοτόπου. Με τη λεία των κατακτήσεων αυξάνονταν τα οικονομικά του κράτους και αποφεύγονταν επαχθείς φορολογίες προς ανακούφιση των αγροτών. Στο οθωμανικό κράτος υπήρχε μεγάλη κινητικότητα: κάθετη κινητικότητα, δηλαδή πρόσβαση στην κρατική ιεραρχία με αξιοκρατία, και οριζόντια κινητικότητα, δηλαδή συνεχείς μετακινήσεις πληθυσμών, αλλαγή εθνικής και θρησκευτικής ταυτότητας. Η κινητικότητα αυτή είναι το κλειδί για την κατανόηση της ανόδου του οθωμανικού κράτους. Η σουλτανική αυθαιρεσία ήταν όμως απεριόριστη. Στα μέσα του 16ου αιώνα η Οθωμανική Αυτοκρατορία, εκτεινόμενη σε τρεις ηπείρους, ήταν σημαντικός παράγοντας στη διεθνή σκηνή. Στα τέλη του 16ου - αρχές του 17ου αιώνα η Οθωμανική Αυτοκρατορία εισήλθε στην περίοδο της αποσταθεροποίησης, η οποία μακροπρόθεσμα αποδείχθηκε μη αναστρέψιμη. Οι μεγάλες κατακτήσεις ήταν πλέον παρελθόν. Το 18ο αιώνα η αυτοκρατορία ήταν ήδη σε παρακμή. Η επιβίωση της αυτοκρατορίας το 18ο αιώνα δεν ήταν αποτέλεσμα τόσο της αμυντικής της ικανότητας όσο της ανάγκης των ευρωπαϊκών δυνάμεων για εξασφάλιση ισορροπίας στη διεθνή πολιτική. Το τουρκικό ζήτημα εμπλεκόταν στις διμερείς σχέσεις ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
των ευρωπαϊκών δυνάμεων ως Ανατολικό Ζήτημα. Οι σημαντικότεροι παράγοντες που οδήγησαν στην αποσταθεροποίηση ήταν οι εξής: 1) Η ανακάλυψη της Αμερικής και η εκμετάλλευση του αργύρου στη Νότια Αμερική προκάλεσαν αύξηση του όγκου των πολυτίμων μετάλλων και απώλεια της αξίας τους, με συνέπεια να μειωθεί η αγοραστική δύναμη του νομίσματος και να αυξηθούν υπέρμετρα οι τιμές. Στα τέλη του 16ου αιώνα ο πληθωρισμός έπληξε άμεσα και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, που εισήγε ασημένια και αργυρά νομίσματα στις εμπορικές της συναλλαγές με τη Δύση. Θίχτηκαν κυρίως τα κοινωνικά στρώματα που ζούσαν από εισοδήματα και σταθερούς μισθούς. Ετσι, ευνοήθηκε η διαφθορά στον κρατικό μηχανισμό. Τα αξιώματα ήταν πλέον ωνητά και μεγάλη έκταση προσέλαβε το φαινόμενο της δωροδοκίας. Η πληθωριστική κρίση ήταν μόνιμη πληγή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Με την ανακάλυψη της Αμερικής η Μεσόγειος έπαψε να έχει την παλιά της σημασία για το διεθνές εμπόριο, που μετατοπίστηκε τώρα στον Ατλαντικό. Ετσι, η Οθωμανική Αυτοκρατορία απώλεσε εισοδήματα από την έλλειψη των τελωνειακών δασμών που κατέβαλλαν οι Ευρωπαίοι για το διαμετακομιστικό εμπόριο. Στην Ανατολική Μεσόγειο οι Μαμελούκοι της Αιγύπτου επέβαλλαν υψηλούς τελωνειακούς και φορολογικούς δασμούς σε Ευρωπαίους εμπόρους που εισήγαν μπαχαρικά από τις Ινδίες και μετάξι από την Κίνα. Οι Μαμελούκοι μονοπωλούσαν το εμπόριο της Ανατολής. Ανθούσε το λαθρεμπόριο βασικών προϊόντων της αυτοκρατορίας (σιτάρι, μαλλί, χαλκός) προς την Ευρώπη με διακομιστές Ευρωπαίους λαθρέμπορους. 2) Η εξασθένηση της κεντρικής εξουσίας. Μετά το θάνατο του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς (1566) οι διάδοχοι Σουλτάνοι ήταν ανίκανα άτομα. Ο Σελίμ Β΄ ήταν μέθυσος και ο πρώτος Σουλτάνος που δεν συμμετείχε στις εκστρατείες. Την τύχη της Αυτοκρατορίας είχε επωμισθεί ο Μεχμέτ Σοκόλοβιτς. Ο Μουράτ Γ΄ ήταν αδύναμη φύση. Στις αρχές του 17ου αιώνα, μετά το θάνατο του Σουλτάνου Αχμέτ του Α΄ (1603-1617), καθιερώθηκε μια νέα αρχή για τη διαδοχή στο θρόνο – το 29
Μικρογραφία (1522) που απεικονίζει επίθεση Οθωμανών Γενιτσάρων εναντίον Ναϊτών ιπποτών κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Ρόδου (Βιβλιοθήκη Τοπ Καπί, Κωνσταντινούπολη). 30
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
θρόνο κληρονομούσε το αρχαιότερο μέλος του ενεργά στον πολιτικό βίο, όχι για τη σωτηρία της οίκου των Οθωμανών. Μέχρι τότε ίσχυε η αρχή Αυτοκρατορίας, αλλά για τα προσωπικά τους συμτης αδελφοκτονίας. Οποιος από τους γιους του φέροντα. Σουλτάνου ανερχόταν στο θρόνο, με διαφόρους τρόπους εξόντωνε τα αδέλφια του. Η αλλαγή αυτή 3) Το τιμάριο έγινε κληρονομικό και εξέπεσε σε επιβλήθηκε για την αντιμετώπιση καταστάσεων, τσιφλίκι. Ο Σπαχής δεν ενδιαφερόταν τόσο για κατά τις οποίες ο Σουλτάνος είτε άφηνε ανήλικους τη συγκρότηση Ιππικού όσο για την καλλιέργεια γιους ως διαδόχους, όταν απεβίωνε, είτε δεν είχε της γης και για τα εισοδήματα. Καθώς η τιμή των άρρενες απογόνους. Υποψήφιοι για το θρόνο μπο- σιτηρών έπεσε αισθητά στη διεθνή αγορά, καλλιρούσαν να είναι όχι μονάχα οι πρίγκιπες, αλλά εργήθηκε κυρίως βαμβάκι και καλαμπόκι για τις οι θείοι και οι αδελφοί του Σουλτάνου. Οποιος αγορές της Δύσης. Ωστόσο, σε καμιά περίπτωση τελικά κατόρθωνε με ίντριγκες και την εύνοια δεν μπορεί να γίνει λόγος για ανάπτυξη καπιτου στρατού να ανέλθει στο θρόνο, απομόνωνε ταλιστικών σχέσεων και οικονομία της αγοράς. τους υπόλοιπους διεκδικητές στο εσωτερικό του Ο μεγαλοϊδιοκτήτης απαιτούσε απλά από τους παλατιού -στο χρυσωμένο κλουβί των Δυτικών χωρικούς την καταβολή της δεκάτης σε ρευστό, περιηγητών-, όπου ζούσαν με τις γυναίκες τους επιπρόσθετες εισφορές και συχνές αγγαρείες. Η και τους ευνούχους, χωρίς να αποκτούν καμιά θέση των χωρικών επιδεινώθηκε και αυξήθηκε στρατιωτική ή πολιτική πείρα, και μπορούσαν να η φορολογία με την επιβολή έκτακτων φόρων περάσουν ξαφνικά στις ευθύνες της εξουσίας. Η (αβαρίζι), οι οποίοι έπρεπε να καταβάλλονται σε οθωμανική δυναστεία εκφυλίστηκε. Μεγάλη επιρ- ρευστό. Το κράτος αδυνατούσε τώρα να προσταροή απέκτησαν οι γυναίκες του χαρεμιού, οι ευ- τεύσει τους χωρικούς. Ετσι, οι χωρικοί, αντί να νούχοι και η μητέρα του Σουλτάνου. αυξήσουν την παραγωγή, εξαναΠολιτικές σκευωρίες, προδοσίες και γκάζονταν να εγκαταλείψουν τη γη δολοφονίες συνέθεταν τον ιστό της και να συσσωρευτούν στις πόλεις ιστορίας του Σαραγιού. Στο θρόνο ως περιθωριακά στοιχεία. Αλλωστε, ανέρχονταν ανίκανα άτομα που και η συνεχής κατάτμηση του τιδεν μπορούσαν να διαχειριστούν μαρίου για κληρονομικούς λόγους προσωπικά τις υποθέσεις της εκτεεπέφερε την πτώση της αγροτικής ταμένης αυτοκρατορίας και να επιπαραγωγής. Διάφορες ομάδες, που βληθούν. Η προσπάθεια του Οσμάν απολάμβαναν φορολογικών ελαΒ΄ να μειώσει τις αρμοδιότητες των φρύνσεων, απώλεσαν τα προνόμιά Ουλεμάδων (θρησκευτικών νομοματους και μεταβλήθηκαν σε ταραξίες. θών του Ισλάμ) και να εκτουρκίσει Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι βοϊνούκοι πλήρως το στρατό, στρατολογώντας και οι αρματολοί, που αρχικά διατουρκογενείς πληθυσμούς από την σφάλιζαν την τάξη, εξελίχθηκαν το Ανατολία και περιορίζοντας σημα17ο αιώνα σε ληστρικές συμμορίντικά τα υλικά πλεονεκτήματα των ες, ιδίως στη Βόρειο Αλβανία, στη Γενιτσάρων, προκάλεσε την οξεία Βοσνία-Ερζεγοβίνη και το Μαυροαντίδραση των Γενιτσάρων και των βούνιο, με θύματα συνήθως τους Ουλεμάδων που τον εκθρόνισαν και εμπόρους της Ραγούσας και τους αργότερα τον εκτέλεσαν (1622). Ο Εβραίους εμπόρους. Είναι οι πρόΗ προσπάθεια του Οσμάν δρομοι των χαϊντούκων του 18ου Σουλτάνος δεν θεωρείται πλέον ιερό και απαραβίαστο πρόσωπο και, Β’ να περιορίσει τα προνόμια αιώνα. Υπέστη πλήγματα το διακαι Ουλεμάδων όταν δεν καταβάλλει τους μισθούς Γενιτσάρων μετακομιστικό εμπόριο εντός της τού στοίχισε τη ζωή του. στους Γενίτσαρους, αυτοί εξεγείρο- Εκθρονίστηκε και εκτελέστηκε Αυτοκρατορίας, διότι δεν υπήρχε νται. Οι Γενίτσαροι αναμιγνύονται η οδική ασφάλεια. το 1622 από Γενιτσάρους. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
31
«Ο αγώνας των Κλεφτών αποτελεί συνέχεια του αγώνα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου», είπε ο Κολοκοτρώνης στον Γουίλιαμ Χάμιλτον. Πορτρέτο του Αγγλου ναυάρχου (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα). 32
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Η ενοικίαση των φόρων κατέστη προσοδοφόρο επάγγελμα, καθώς με την έλλειψη κρατικού ελέγχου η φορολογική ασυδοσία ήταν ευνόητη. Οι χριστιανικές κοινότητες, για να αποφύγουν την εκμετάλλευση των καιροσκόπων, έκλειναν μια συμφωνία για το ποσό των φόρων που όφειλαν να καταβάλλουν. Οι φόροι προκαταβάλλονταν στο κράτος από εύπορους προκρίτους της κοινότητας -επονομαζόμενους κοτζαμπάσηδες (στην Ελλάδα), κνεζ (στη Σερβία), τσορμπατζήδες (στη Βουλγαρία)-, οι οποίοι στη συνέχεια τους εισέπρατταν από τους κατοίκους. Ηταν ένας τρόπος για τους ορθόδοξους χριστιανούς να αποφύγουν την εκμετάλλευση των μουσουλμάνων ασύδοτων φοροεισπρακτόρων. Αλλά δεν ήταν και λίγες οι περιπτώσεις που ο ίδιοι οι χριστιανοί κοινοτικοί άρχοντες προέβαιναν σε φορολογικές καταχρήσεις. Ο μετέπειτα αρνητικά νοηματοδοτημένος όρος «Αγιάνης», που πρωτοεμφανίζεται στα μέσα του 17ου αιώνα, ταυτίστηκε αρχικά με τον πρόκριτο της κοινότητας. Από το δεύτερο ήμισυ του 18ου αιώνα, όταν ενισχύθηκαν οι φυγόκεντρες τάσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ο όρος εξισώθηκε με τους τοπικούς ηγεμονίσκους που δρούσαν ως ανεξάρτητοι πασάδες - ο Πασβάνογλου στο Βιδίνι, ο Αλή Πασάς στα Ιωάννινα, η οικογένεια (αλβανική ή μαυροβουνιώτικη) των Μποσατλήδων στη Σκόδρα, ο αλβανικής καταγωγής Μωχάμετ Αλη στην Αίγυπτο. Ο θεσμός του «Αγιάνη» εισήχθηκε αρχικά από την Οθωμανική Αυτοκρατορία με σκοπό την ενίσχυση των κεντρομόλων δυνάμεων και την επιβολή της τάξης λόγω της παρακμής του τιμαριωτικού συστήματος. Ο «Αγιάνης» ως περιφερειάρχης όφειλε να ενεργεί ως όργανο της κεντρικής εξουσίας. Αλλά τα αποτελέσματα υπήρξαν εντελώς αντίθετα. Οι «Αγιάνηδες», έχοντας συνείδηση της αδυναμίας της κεντρικής εξουσίας, εξελίχθηκαν σε ισχυρούς τοπάρχες, δημιουργώντας ιδιωτικό στρατό και αφαιμάσσοντας φορολογικά τους πληθυσμούς που ήταν στην επικράτειά τους. Ετσι, επέτειναν την πολιτική αναρχία και όξυναν το κοινωνικο-οικονομικό χάος. Ιδιαίτερα χαρακτηριστική ήταν η περίπτωση του Οσμάν Πασβάνογλου, πασά του Βιδινίου (1799-1807). Στο πασαλίκι του κατέφυγαν οι ληστρικές τουρκικές ομάδες, γνωστές ως Κιρτζαλήδες, που με ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ορμητήριο το Βιδίνι λυμαίνονταν τη Βλαχία, τη βόρειο Βουλγαρία και το πασαλίκι του Βελιγραδίου. Εκεί κατέφυγαν επίσης και οι Γενίτσαροι μετά το Ρωσοτουρκικό Πόλεμο (1787-1791), δυσαρεστημένοι για τη μη καταβολή των μισθών τους. Ετσι, το πασαλίκι του Πασβάνογλου αποτέλεσε ένα κέντρο αναρχίας με την ιδιότυπη συμβίωση Αγιάνη, Κιρτζαλήδων και Γενιτσάρων. Την αντίδραση στην οικονομική αυτή εκμετάλλευση των χωρικών από την πλευρά τόσο των Τούρκων όσο και πλουσίων χριστιανών ενσάρκωσε το κίνημα των Κλεφτών στην Ελλάδα, των χαϊντούκων στις σλαβικές χώρες. Οι Κλέφτες εμφανίζονταν ως προστάτες των φτωχών χωρικών και του Κλήρου και διατηρούσαν ένα επαναστατικό πνεύμα στους αντίποδες του ραγιαδισμού. Μέσω της κουμπαριάς ανέπτυσσαν συγγενικές σχέσεις με το λαό, ο οποίος όφειλε να τους προσφέρει καταφύγιο. Ηταν «ληστές» κατά το καθιερωμένο σύστημα αξιών, αλλά καταξιωμένοι ως ήρωες στη συνείδηση των απλών χωρικών, διότι προάσπιζαν την κοινωνική δικαιοσύνη και διατηρούσαν ζωντανή την ιδέα της απελευθέρωσης. Οι Κλέφτες, χαϊντούκοι ή ουσκόκοι στις σλαβικές χώρες, δρούσαν κατά μικρές, ευκίνητες ομάδες, συνδεμένοι με όρκους πίστης και την αδελφοποίηση, σε τοπική εμβέλεια, χωρίς να υπακούουν σε κάποιο συντονιστικό κέντρο. Δεν μπόρεσαν να αναπτύξουν ένα οργανωμένο κοινωνικό κίνημα με σαφή ιδεολογία. Φαινομενικά τα κίνητρα δράσης των Κλεφτών ήταν κοινωνικά, αλλά στην ουσία ο αγώνας τους ήταν εθνικός. Καθώς δεν μπορούσαν να οργανώσουν ένα απελευθερωτικό κίνημα μεγάλης εμβέλειας, αντιδρούσαν με τον τρόπο τους στο παρηκμασμένο στρατιωτικο-φεουδαρχικό οθωμανικό σύστημα. Ως «ληστές» δεν μπορούν να εξισωθούν με τους Κιρτζαλήδες. «Ο αγώνας των Κλεφτών αποτελεί συνέχεια του αγώνα του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου», είπε ο Κολοκοτρώνης στον Αγγλο ναύαρχο Χάμιλτον. Δεν ήταν απλά ένας κοινωνικός αγώνας για την αποκατάσταση της «παλιάς κοινωνικής τάξης», χωρίς να αμφισβητείται η οθωμανική κυριαρχία. Στην περίπτωση των Βαλκάνιων Κλεφτών ή χαϊντούκων δεν ισχύει η στενή κοινωνιολογική ερμηνεία που δίνει στο φαινόμενο της ληστείας ο Eric Hobsbawn. 33
Πορτρέτο του Γεωργίου Μαύρου (Σβαρτς), προέδρου του συνεταιρισμού των Αμπελακίων, τα οποία κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα αποτελούσαν το σημαντικότερο ίσως κέντρο βαφής βαμβακερών υφασμάτων που διοχετεύονταν στις ευρωπαϊκές αγορές.
4) Ο εκφυλισμός του θεσμού της στρατιωτικής δουλείας. Οι Γενίτσαροι απέκτησαν το δικαίωμα να παντρεύονται στην εποχή του Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς και στράφηκαν προς εμπορικές δραστηριότητες. Εξεγείρονταν όταν δεν τους καταβαλλόταν ο μισθός και σε περίπτωση επιστράτευσης έστελναν αντικαταστάτες στο μέτωπο. 5) Η οικονομική διείσδυση της Δύσης. Εκτός από τους Γάλλους, το δικαίωμα των διομολογήσεων (οικονομική διείσδυση με ευνοϊκούς όρους) απέκτησαν το 1583 οι Αγγλοι και το 1632 οι Ολλανδοί. Η εκμετάλλευση των πηγών του οθωμανι34
κού κράτους περιήλθε σε ξένα χέρια, καθώς δεν υπήρχε μια ουσιαστική προστατευτική πολιτική για την ανάπτυξη εγχώριας οικονομικής ζωής. Ο βαλκανικός βιομηχανικός καπιταλισμός απέτυχε να αξιοποιήσει τις δυνατότητές του, λόγω της μη υποστήριξης των οθωμανικών αρχών, της γενικότερης ανασφάλειας και της πολιτικής της Δύσης. Η χαριστική βολή δόθηκε το 1838: Με την αγγλοτουρκική συμφωνία Balta-Liman απαγορεύτηκαν τα εσωτερικά μονοπώλια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και καθορίστηκαν χαμηλοί τελωνειακοί δασμοί στα εισαγόμενα εμπορεύματα. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία μετατρεπόταν σε προμηθευτή ειδών διατροφής και πρώτων υλών για τη βιομηχανία των ευρωπαϊκών χωρών και ταυτόχρονα σε εσωτερική αγορά για τα ευρωπαϊκά εμπορεύματα. Ετσι, ενώ στην Ευρώπη πραγματοποιήθηκε το 16ο αιώνα μια εμπορική επανάσταση, αναπτύχθηκε το τραπεζικό σύστημα και υπήρχαν οι προϋποθέσεις για τη μεταγενέστερη Βιομηχανική Επανάσταση, η Οθωμανική Αυτοκρατορία περιφερειοποιήθηκε. Οπου αναπτύχθηκαν διάφορα οικονομικά κέντρα, δεν κατάφεραν να μακροημερεύσουν. Για παράδειγμα, στο δεύτερο ήμισυ του 18ου αιώνα τα Αμπελάκια ήταν ίσως το σημαντικότερο κέντρο βαφής βαμβακερών υφασμάτων που κατέκλυζαν τις αγορές της Ευρώπης. Αλλά, μετά τις αναστατώσεις των Ναπολεόντειων Πολέμων, δεν μπόρεσαν να αντέξουν τον ανταγωνισμό του Μάντσεστερ. Στο πρώτο ήμισυ του 19ου αιώνα, πόλεις της Βουλγαρίας (Σλίβεν Κοπρίβστιτσα) αναδείχθηκαν σε σημαντικά κέντρα λαναράδων και αμπατζήδων για την κάλυψη των αναγκών του οθωμανικού στρατού σε ιματισμό. Αλλά η γενικότερη ανασφάλεια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία απέτρεψε την ανάπτυξη πραγματικών καπιταλιστικών σχέσεων. Οι επιχειρηματίες απέφευγαν τις εκτεταμένες επενδύσεις. 6) Η αδυναμία εκσυγχρονισμού του στρατού και του στόλου. Για παράδειγμα, στη ναυμαχία της Ναυπάκτου ο οθωμανικός στόλος αποτελείτο από 500-660 γαλέρες με 150.000 πλήρωμα, ενώ ο χριστιανικός από ιστιοφόρα που προκαλούσαν καταστρεπτικές ομοβροντίες. Οι Οθωμανοί ξανακατασκεύασαν στόλο, αλλά δεν μπορούσαν ούτε ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Απεικόνιση Οθωμανών Γενιτσάρων με τον οπλισμό τους. Στις αρχές του 16ου αιώνα εφοδιάστηκαν με φορητά πυροβόλα όπλα, τα μουσκέτα. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
35
να βρουν εύκολα πληρώματα ούτε να εξασφαλίσουν τον τεχνολογικό εξοπλισμό. Δεν κατάφεραν να ανακτήσουν τον πλήρη έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου, όπου οργίαζε η πειρατεία. Μόλις στα μέσα του 17ου αιώνα άρχισαν οι Οθωμανοί να κατασκευάζουν ιστιοφόρα. Ο στρατός της Δύσης αποτελείτο από πυροβολητές και τυφεκιοφόρους, ενώ οι Σπαχήδες παρέμειναν με τον παραδοσιακό τους οπλισμό - τόξα, βέλη, σπαθιά, ασπίδες. Μόνο οι Γενίτσαροι εφοδιάστηκαν στις αρχές του 16ου αιώνα με φορητά πυροβόλα όπλα, τα λεγόμενα μουσκέτα, με τυφέκια και με πιστόλια, όμως τα οικονομικά του κράτους δεν επέτρεπαν έναν πλήρη εκσυγχρονισμό. Στις αρχές του 17ου αιώνα το Πεζικό των χριστιανικών δυνάμεων αποδείχθηκε υπέρτερο του οθωμανικού Ιππικού. 7) Το Ισλάμ ερμηνεύτηκε με μια τέτοια δογματική ακαμψία που κατέστησε αδύνατη κάθε ανανέωση της κοινωνίας. Ενώ οι Αραβες, ερχόμενοι σε επαφή με τον αριστοτελικό ορθολογισμό, ανέπτυξαν τις επιστήμες και προσπάθησαν να εκλογικεύσουν τα δόγματα του Ισλάμ (9ος-12ος αιώνας), οι Οθωμανοί, που κληρονόμησαν άλλωστε ένα Ισλάμ της παρακμής μετά την καταστροφή της Βαγδάτης από τους Μογγόλους (1258), στάθηκαν ανίκανοι να προβούν σε ανανεωτικές κινήσεις. Το 1716 ο Σεϊχουλισλάμης εξέδωσε μια Fetwa που απαγόρευε την ενασχόληση με τη Φιλοσοφία, την Ιστορία και την Αστρονομία. Η αποσταθεροποίηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε αντανάκλαση στις στρατιωτικές της επιχειρήσεις. Ο Αυστροτουρκικός Πόλεμος του 1593-1606 υπήρξε ατυχής για τους Οθωμανούς, που ταυτόχρονα είχαν ένα δεύτερο μέτωπο με την Περσία. Στη διάρκεια του πολέμου, ο ηγεμόνας της Βλαχίας Μιχαήλ ο Γενναίος ένωσε προσωρινά το 1599 τη Βλαχία με την Τρανσυλβανία και το 1600 με τη Μολδαβία, κινούμενος όχι από την ανύπαρκτη τότε εθνική ρουμανική συνείδηση για την ανάγκη ίδρυσης ενιαίου κράτους, αλλά από στρατηγικούς λόγους. Ωστόσο, τον 20ό αιώνα η μορφή του Μιχαήλ του Γενναίου προσέλαβε στη ρουμανική πολιτική τις μυθικές διαστάσεις ενός προδρόμου της ρουμανικής ενοποίησης του 1918. 36
Το 1606 υπογράφτηκε η συνθήκη ειρήνης. Για πρώτη φορά οι Οθωμανοί διαπραγματεύτηκαν με ίσους όρους με μια χριστιανική δύναμη και ο αυτοκράτορας της Βιέννης αναγνωρίστηκε από τους Οθωμανούς de jure ως αυτοκράτορας, ενώ μέχρι τότε αποκαλείτο άρχοντας της Βιέννης. Εδαφικές μεταβολές δεν επήλθαν. Τα σύνορα παρέμειναν αμετάβλητα, η Τρανσυλβανία αναγνώρισε πάλι την οθωμανική επικυριαρχία, αλλά οι Αψβούργοι δεν πλήρωναν πλέον φόρο για τη βασιλική Ουγγαρία (το τμήμα της Ουγγαρίας που προσαρτήθηκε επίσημα στους Αψβούργους το 1541). Μια προσωρινή ανάκαμψη παρουσίασε η Οθωμανική Αυτοκρατορία κατά την περίοδο 1656-1676, όταν το αξίωμα του Μεγάλου Βεζίρη ανέλαβε η αλβανικής καταγωγής ικανή δυναστεία των Κιοπρολού. Αναλαμβάνοντας το αξίωμα του Μεγάλου Βεζίρη σε ηλικία 75 ετών ο αγράμματος, αλλά ευφυής και δυναμικός Μεχμέτ Κιοπρολού Πασά (το όνομα Κιοπρολού προέρχεται από την πόλη της Ανατολίας Κιοπρολού, όπου έζησε ως Γενίτσαρος ο Μεχμέτ Πασά) με ιδιαίτερη σκληρότητα και ενεργητικότητα προσπάθησε να πατάξει τη διαφθορά στον κρατικό μηχανισμό και να εξυγιάνει το στρατό. Οχι μόνο απέλυε από τις υπηρεσίες όσους ενέχονταν στη διασπάθιση του δημοσίου χρήματος και αντιδρούσαν στη σκληρή οικονομική του πολιτική, αλλά διέταζε και την εκτέλεσή τους. Από τους Σπαχήδες απαίτησε να ανανεώσουν τα βεράτιά τους για να εξακριβωθεί ποιοι τελικά ανήκαν στην τάξη των Σπαχήδων. Οι Σπαχήδες αντέδρασαν, αλλά ο Μεχμέτ Πασά με αποφασιστικότητα κατέστειλε τις εξεγέρσεις τους. Τα θετικά αποτελέσματα υπήρξαν εμφανή. Το 1657 οι Οθωμανοί προσάρτησαν την Τένεδο και τη Λήμνο, βενετικές κτήσεις, και ήραν τον αποκλεισμό των Δαρδανελίων, εξασφαλίζοντας τον ανεφοδιασμό του πληθυσμού της Κωνσταντινούπολης. Ο γηραιός Μεχμέτ Κιοπρολού Πασά ηγήθηκε προσωπικά μιας επιτυχούς εκστρατείας στην Τρανσυλβανία το 1658 για να ματαιώσει τα μεγαλόπνοα σχέδια του Ούγγρου ηγεμόνα της Τρανσυλβανίας, Γεώργιου Ρακόζτσυ, για αποτίναξη της οθωμανικής κυριαρχίας και ίδρυση μιας μεγάλης ηγεμονίας, αποτελούμενης από τις Τρανσυλβανία, Βλαχία, ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Μολδαβία και Πολωνία. Ο οθωμανικός στρατός λεηλάτησε την Τρανσυλβανία. Η αυτονομία της Τρανσυλβανίας περιορίστηκε και εξισώθηκε μ’ αυτήν της Βλαχίας και της Μολδαβίας, η Υψηλή Πύλη είχε πλέον το δικαίωμα να διορίζει και να παύει τον ηγεμόνα. Ο γιος του Μεχμέτ Κιοπρολού, ο Φεζάλ Αχμέτ Πασά, ως Μέγας Βεζίρης, συνέχισε με επιτυχία τις πολεμικές επιχειρήσεις για την κατάληψη της Κρήτης (1669). Ο Κρητικός Πόλεμος (1645-1667) χαρακτηρίστηκε ως ο «πόλεμος του Βιετνάμ του 17ου αιώνα». Για την κατάληψη του νησιού και ιδίως του Ηρακλείου οι Οθωμανοί χρησιμοποίησαν νάρκες και κατασκεύασαν υπονόμους, σε μια προσπάθεια καταπόνησης του αντιπάλου. Οι δυνάμεις των Βενετών εξαντλήθηκαν. Με την κατάλυση της ενετικής κυριαρχίας στην Κρήτη οι Οθωμανοί αποσκοπούσαν τόσο στην αποκατάσταση απρόσκοπτων επαφών με την Αίγυπτο και τη Βόρειο Αφρική όσο και γενικά στην πάταξη της πειρατείας στην Ανατολική Μεσόγειο. Το 1672 οι Οθωμανοί προσάρτησαν και την Ποδολία, νικώντας τους Πολωνούς. Ενθαρρυμένος από τις επιτυχίες αυτές ο νέος Μέγας Βεζίρης, Καραμουσταφά Πασά, τουρκικής καταγωγής, αλλά γαμπρός του Μεχμέτ Πασά και κατά συνέπεια συνδεδεμένος με την οικογένεια των Κιοπρολού, κατέστρωσε το μεγαλεπήβολο σχέδιο της άλωσης της Βιέννης. Για την επιχείρηση αυτή οι Οθωμανοί επιδόθηκαν με πυρετώδεις ρυθμούς σε πολεμικές προετοιμασίες. Ο Καραμουσταφά Πασά δήμευσε ακόμα και την περιουσία κρατικών αξιωματούχων και καρπώθηκε βακουφικά εισοδήματα. Στην εκστρατεία κατά της Βιέννης οι Οθωμανοί εξωθήθηκαν και από τους Γάλλους. Οι Γάλλοι προσδοκούσαν ότι οι Αψβούργοι μπροστά στον επικείμενο κίνδυνο θα ζητούσαν γαλλική βοήθεια, την οποία ο βασιλιάς της Γαλλίας θα ήταν πρόθυμος να παράσχει, εφόσον όμως οι Αψβούργοι παραιτούνταν προς όφελος των Γάλλων από τον αυτοκρατορικό τίτλο. Ο αυτοκράτορας Λεοπόλδος Ι, μόλις ο Καραμουσταφά Πασά με 250.000 στρατό πλησίασε τη Βιέννη, εγκατέλειψε την πόλη σε κατάσταση πανικού. Αλλά από τις 250.000 του οθωμανικού στρατού, μόνο οι 90.000 ήταν μάχιμοι και απ’ αυτούς μόνο 15.000-20.000 εκπαιδευμένοι σε επιχειρήσεις λαγουμιών και σε έφοδο. Η ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
δεύτερη πολιορκία της Βιέννης άρχισε στα μέσα Ιουλίου 1683 και διήρκεσε περίπου δύο μήνες. Η πόλη ήταν εφοδιασμένη επαρκώς με τρόφιμα, όπλα και πυρομαχικά και οι υπερασπιστές της ανέρχονταν μόνο σε 15.000 μαχητές. Καθοριστική σημασία για την αποτυχία της πολιορκίας είχε το Πυροβολικό των αμυνομένων που υπερτερούσε του αντίστοιχου των Οθωμανών. Δεκαοκτώ επιθέσεις των Τούρκων αποκρούστηκαν επιτυχώς από τους υπερασπιστές της ισχυρά οχυρωμένης πόλης, αφήνοντας 48.500 νεκρούς στο μουσουλμανικό στρατόπεδο. Το οθωμανικό Πυροβολικό
Ο Πολωνός βασιλιάς Ιωάννης ΙΙΙ Σομπιέσκι στη μάχη της Βιέννης. Πίνακας του Jan Matejko. O στρατός του έφτασε την κατάλληλη στιγμή, καταφέρνοντας το οριστικό πλήγμα στους Οθωμανούς, ο στρατός των οποίων παρουσίαζε ήδη σημάδια κόπωσης από την πολύμηνη πολιορκία της Βιέννης. 37
δεν μπόρεσε να διαρρήξει τα τείχη της πόλης. Ο οθωμανικός στρατός άρχισε να παρουσιάζει συμπτώματα κόπωσης και πτώσης ηθικού. Την κατάλληλη αυτή στιγμή η άφιξη ενός χριστιανικού στρατού 60.000 μαχητών υπό τον Πολωνό βασιλιά Ιωάννη ΙΙΙ Σομπιέσκυ κατατρόπωσε τους Οθωμανούς. Η ήττα υπήρξε συντριπτική, ο Καραμουσταφά Πασά τράπηκε αμέσως σε φυγή και ο Σουλτάνος διέταξε τον αποκεφαλισμό του.
Οι Συνθήκες Ειρήνης του Κάρλοβιτς (1699), του Προύθου (1711), του Πασάροβιτς (1718) και του Βελιγραδίου (1739) Αμέσως μετά την ήττα των Τούρκων συγκροτήθηκε η Ιερή Λίγκα (Αυστρία, Βενετία, Ρωσία, Πολωνία) κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1683-1699). Η Ρωσία είχε ήδη στα μέσα του 17ου αιώνα προσαρτήσει το Κίεβο και την Ουκρανία ανατολικά από τον Δνείπερο, που μέχρι τότε ήταν πολωνικές περιοχές. Μονάχα η δυτική Ουκρανία παρέμεινε στην Πολωνία. Ετσι, η Ρωσία συνόρευε άμεσα με το οθωμανικό κράτος. Η ενσωμάτωση της Ουκρανίας στο ρωσικό κράτος προκάλεσε ενθουσιασμό στους υπόδουλους της Βαλκανικής και ο Ρώσος τσάρος θεωρείτο πλέον από τους ορθοδόξους της Βαλκανικής ως διάδοχος του βυ-
Ο επικεφαλής των αυστριακών στρατευμάτων πρίγκιπας Οκτάβιο Πικολομίνι. Ο θάνατός του προκάλεσε σύγχυση, καθώς ήταν εκείνος που κατηύθυνε τις επιχειρήσεις στη Βαλκανική. Πίνακας του Anselmus van Hulle. 38
ζαντινού αυτοκράτορα. Οπλο της ρωσικής αντιοθωμανικής πολιτικής ήταν κυρίως η Ορθοδοξία. Κατά τη διάρκεια του πολέμου της Ιερής Λίγκας οι Αυστριακοί, με τη βοήθεια των εξεγερμένων Σέρβων, απελευθέρωσαν τη Βόρεια Σερβία με το Βελιγράδι, κατέλαβαν το Βιδίνι, υποβοηθούμενοι από εξεγέρσεις των Βουλγάρων, διείσδυσαν στην Παλαιά Σερβία (Κόσοβο, Κουμάνοβο Σκόπια), συνεργαζόμενοι με Βούλγαρους χαϊντούκους και εξεγερμένους Σέρβους (1688-1689). Αλλά η υπεροπτική συμπεριφορά των Αυστριακών προς τους Σέρβους και Βουλγάρους, από τους οποίους ζητήθηκε η καταβολή μεγάλων χρηματικών ποσών για τον πόλεμο και τη συντήρηση των αυστριακών στρατευμάτων, προκάλεσε έντονη δυσαρέσκεια. Ο θάνατος του στρατηγού των αυστριακών στρατευμάτων, Πικολομίνι, που κατηύθυνε τις επιχειρήσεις στη νότια Βαλκανική, επέτεινε τη σύγχυση. Ετσι, οι Οθωμανοί πέρασαν επιτυχώς στην αντεπίθεση και με ευκολία εξεδίωξαν τους Αυστριακούς. Με επικεφαλής τον Πατριάρχη του Ιπεκίου (Πετς), Αρσένιο Γ΄ Τσέρνοβιτς, 30.000 σερβικές οικογένειες (ζάντρουγκα), συνολικά περίπου 200.000 άτομα από το Κόσοβο, για να αποφύγουν τα αντίποινα των Τούρκων, μετανάστευσαν με τα οπισθοχωρούντα αυστριακά στρατεύματα στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων. Εγκαταστάθηκαν στη Βοϊβοδίνα και το Κάρλοβιτς απέβη το νέο εκκλησιαστικό κέντρο των Σέρβων, αλλά η
Μετά την ήττα στη Βιέννη ο Σουλτάνος διέταξε τον αποκεφαλισμό του Καραμουσταφά Πασά. Γκραβούρα που απεικονίζει τη θανάτωσή του ως στραγγαλισμό. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ανάμνηση του Κοσόβου ήταν πάντα ζωντανή. Παρόλο που στη σύγχρονη δυτική ιστοριογραφία εκφράζεται η άποψη ότι η μετανάστευση αυτή δεν ήταν τόσο μεγάλη και ότι δεν ήταν μόνο Σέρβοι αυτοί που εγκατέλειψαν το Κόσοβο, αλλά Αλβανοί χριστιανοί και άλλοι, είναι τεκμηριωμένο ότι η μετανάστευση των Σέρβων συντελείτο σε διάφορα στάδια. Το αποτέλεσμα ήταν ο απορφανισμός του Πατριαρχείου του Πετς (που είχε ανασυσταθεί το 1557) από το ορθόδοξο ποίμνιό του. Το Κόσοβο εποικίστηκε με Αλβανούς μουσουλμάνους και έτσι μεταβλήθηκε η δημογραφική όψη της περιοχής. Οι Ρώσοι σημείωσαν επιτυχίες και ο τσάρος Μέγας Πέτρος κατέλαβε το Αζώφ, έχοντας πλέον έξοδο στην Αζωφική Θάλασσα. Επιτυχίες είχαν και οι Βενετοί, που κατέλαβαν την Πελοπόννησο και την Αθήνα (1687), βομβαρδίζοντας τον Παρθενώνα, αλλά γρήγορα εγκατέλειψαν την αρχαία πόλη, προκαλώντας δυσαρέσκεια στον πληθυσμό. Ο πόλεμος της Ιερής Λίγκας έληξε με την υπογραφή της Συνθήκης του Κάρλοβιτς (Sremski Karlovci) το 1699. Η Αυστρία προσάρτησε την τουρκοκρατούμενη Ουγγαρία, την Κροατία, τη Σλαβονία και την Τρανσυλβανία. Η Βενετία προσάρτησε την Πελοπόννησο και το μεγαλύτερο μέρος της Δαλματίας. Η Πολωνία ανακατέλαβε την Ποδολία. Οι Ρώσοι κατοχύρωσαν το Αζώφ, όπου και κατασκεύασαν στόλο. Ηταν πλέον εμφανής η επιδίωξη των Ρώσων για κάθοδο στη Μαύρη Θά-
Γκραβούρα με την κατάληψη του Αζώφ από τον Ρώσο αυτοκράτορα Μεγάλο Πέτρο. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
λασσα και τη Μεσόγειο. Οι τεράστιες εδαφικές απώλειες των Οθωμανών και η παγίωση των συνόρων μεταξύ Αψβούργων και Οθωμανών προκάλεσαν έντονη δυσαρέσκεια στην οθωμανική κοινωνία. Επρόκειτο στην ουσία για μια συνθηκολόγηση των Οθωμανών και εγκατάλειψη του ιερού πολέμου. Ο Οθωμανός χρονογράφος, Μουσταφά Ναϊμά, προσπάθησε ωστόσο να ερμηνεύσει την πράξη των Οθωμανών, επικαλούμενος τον προφήτη Μωάμεθ. Η ειρήνη που είχε συνάψει ο Μωάμεθ με τους ειδωλολάτρες το 627 δεν απέβη τελικά σε βάρος των μουσουλμάνων. Ετσι, και η Συνθήκη του Κάρλοβιτς δεν θα έπρεπε να θεωρείται τραγικό γεγονός. Η προσπάθεια του Μεγάλου Πέτρου να εξασφαλίσει μια διέξοδο στη Βαλτική έφερε τη Ρωσία σε σύγκρουση με τη Σουηδία. Ο βασιλιάς της Σουηδίας, Κάρολος ΧΙΙ, μετέφερε το πεδίο της σύγκρουσης και στην Ουκρανία, συνεργαζόμενος με τους Κοζάκους. Αλλά, μετά την ήττα των Σουηδών στη μάχη της Πολτάβας (1709) στην Ουκρανία, ο Κάρολος ΧΙΙ ζήτησε άσυλο στο γειτονικό οθωμανικό κράτος. Η άρνηση των Τούρκων να εκδώσουν τον Σουηδό βασιλιά στους Ρώσους, όπως απαίτησε ο Μέγας Πέτρος, επέφερε μοιραία τη ρωσοτουρκική σύγκρουση. Στον πόλεμο αυτόν ο Μέγας Πέτρος απηύθυνε μανιφέστο στους ορθόδοξους της Βαλκανικής για εξέγερση κατά των Τούρκων και έστειλε πράκτορες για την κινητοποίηση των Ορθοδόξων. Κυρίως οι Μαυροβούνιοι ανταποκρίθηκαν στο μανιφέστο του και εξεγέρθηκαν κατά των Τούρκων. Ο Μέγας Πέτρος συμμάχησε με τον Δημήτριο Καντεμήρ και τον Κωνσταντίνο Μπρουνκοβεάνου, τους ηγεμόνες της Μολδαβίας και της Βλαχίας. Παρόλο που οι ηγεμονίες είχαν ένα αυτόνομο καθεστώς, η σουλτανική αυθαιρεσία και η κοινή ορθόδοξη χριστιανική πίστη επέδρασαν καταλυτικά ώστε να θεωρηθεί η Ρωσία από τους Μολδαβούς και τους Βλάχους ως η επερχόμενη απελευθερωτική δύναμη. Ο Μπρουνκοβεάνου μέσω του απεσταλμένου του στη Μόσχα είχε ήδη ακόμα από το 1698 εκθέσει τη δεινή θέση της Βλαχίας στους Ρώσους. «Το ουγγροβλαχικό κράτος βρίσκεται σε μεγάλη δυστυχία, ο Αγαρηνός τύραννος απειλεί να το παραδώσει στην 39
Γκραβούρα με τη μορφή του Δημητρίου Καντεμήρ, ηγέτη της Μολδαβίας. Η σουλτανική αυθαιρεσία και η κοινή χριστιανική πίστη επέδρασαν καταλυτικά για τη συμμαχία του Μολδαβού ηγεμόνα με τον Μεγάλο Πέτρο εναντίον των Τούρκων. 40
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
αιχμαλωσία των Τατάρων, αν οι κάτοικοί του δεν εκπληρώσουν τις σκληρές του απαιτήσεις, από την άλλη πλευρά οι Γερμανοί εξαναγκάζουν τους κατοίκους με διάφορα τεχνάσματα να υποταχθούν στον Αυτοκράτορα [των Αψβούργων], λέγοντας ότι τα όπλα τους θα συντρίψουν την τουρκική δύναμη... Παρακαλούμε τον Ρώσο Βασιλιά να μας δεχτεί ως υπηκόους του κράτους του. Είμαστε πρόθυμοι να ενωθούμε και θα δοξάσουμε το όνομα του οικουμενικού αυτοκράτορα, του Ρώσου βασιλιά, και όχι του Αυτοκράτορα [των Αψβούργων]». Ο Δημήτριος Καντεμήρ, γιος του ηγεμόνα Κωνσταντίνου Καντεμήρ, πολυσχιδής διάνοια, ιστορικός, φιλόσοφος και γεωγράφος, γνώστης της ελληνικής, της λατινικής και των ανατολικών γλωσσών, είχε ζήσει πολλά χρόνια στην Κωνσταντινούπολη ως όμηρος για τη φερεγγυότητα του πατέρα του και γνώριζε την οθωμανική κουλτούρα και την οθωμανική ελίτ. Παρ’
όλα αυτά, προτίμησε να μεταπηδήσει στο ρωσικό στρατόπεδο, όταν ο Μέγας Πέτρος τού υποσχέθηκε τη διατήρηση του αυτόνομου καθεστώτος της Μολδαβίας υπό τον κληρονομικό οίκο των Καντεμήρ. Το σχέδιο προέβλεπε να εξεγερθούν οι Βλάχοι ώστε οι Τούρκοι να μη μεταφέρουν στρατό από τον Δούναβη. Το 1711 για πρώτη φορά ρωσικός στρατός εισήλθε στα Βαλκάνια. Διέβη τον ποταμό Προύθο και μπήκε θριαμβευτικά στο Ιάσι. Αλλά ο Μπρουνκοβεάνου υποπτεύθηκε ότι οι Τούρκοι γνώριζαν για τη συμμαχία του με τον Πέτρο και δεν εξεγέρθηκε. Ετσι, οι Τούρκοι διέσχισαν τον Δούναβη και εισήλθαν στη Βλαχία. Ενισχυμένοι με Τατάρους της Κριμαίας περικύκλωσαν τα ρωσικά στρατεύματα. Χωρίς τη δυνατότητα εφεδρειών και αντιμετωπίζοντας μεγάλες δυσκολίες ανεφοδιασμού, καθώς σημειώθηκε σοβαρή έλλειψη τροφίμων και νερού λόγω της ξηρασίας, ο
Ελαιογραφία που απεικονίζει την κατάληψη από βενετσιάνικα στρατεύματα των τουρκοκρατούμενων Βόνιτσας και Πρέβεζας τον Νοέμβριο του 1717 (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα). ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
41
Ο ηγέτης της Βλαχίας, Κωνσταντίνος Μπρουνκοβεάνου, ο οποίος, υποπτευόμενος ότι οι Τούρκοι θα μάθαιναν για τη συμμαχία του με τον Μεγάλο Πέτρο, αποφάσισε να μην εξεγερθεί, διευκολύνοντας έτσι την είσοδο των Ρώσων στη Βλαχία. 42
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Μέγας Πέτρος προτίμησε να σώσει το στρατό του παρά να επιδοθεί σε περιπέτειες. Ετσι, υπέγραψε την ταπεινωτική ειρήνη του Προύθου (1711) και παρέδωσε το Αζώφ. Ο Καντεμήρ κατέφυγε στη Ρωσία, όπου έγραψε στα λατινικά δύο σημαντικά έργα, την «Περιγραφή της Μολδαβίας» και την «Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας». Σύμφωνα με τον Καντεμήρ, η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε πετύχει τις μεγάλες στρατιωτικές της επιτυχίες στα τέλη του 17ου αιώνα και βρισκόταν στο τελευταίο σκαλοπάτι. Με την εκτίμηση αυτή δικαιολογούσε απόλυτα τη μη νομιμόφρονα στάση του προς τους Οθωμανούς και καλλιεργούσε την πεποίθηση ότι η απελευθέρωση της Μολδαβίας ήταν πλέον εφικτή. Στην «Περιγραφή της Μολδαβίας» αποτύπωσε την οκνηρία ως το κύριο χαρακτηριστικό των Μολδαβών. «Σπάνια θα συναντήσεις Μολδαβό που να ασχολείται με το εμπόριο, καθώς η δοξομανία του ή, καλύτερα, η οκνηρία του είναι κάτι το έμφυτο. Για το λόγο αυτό θεωρούν το εμπόριο ως επαίσχυντη ενασχόληση, με εξαίρεση το εμπόριο των καρπών που αποκτούν από τη γη. Οι αλλοδαποί έμποροι -Τούρκοι, Εβραίοι, Αρμένιοι και Ελληνες- έχουν όλο το εμπόριο στα χέρια τους, λόγω της οκνηρίας των δικών μας. Και επειδή οι ευπορότεροι δεν έχουν το δικαίωμα κατοχής γης και κατοικίας στη Μολδαβία, τα περισσότερα χρήματα εξάγονται από τη χώρα». Στη Ρωσία ο Καντεμήρ συνέβαλε στην ίδρυση της Ακαδημίας της Αγίας Πετρούπολης. Εγινε επίσης μέλος της Πρωσικής Ακαδημίας στο Βερολίνο. Ο Μπρουνκοβεάνου και οι γιοι του μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη και εκτελέστηκαν. Ετσι, άρχισε η φαναριώτικη περίοδος στις παρίστριες ηγεμονίες. Μετά την επιτυχία τους στο ρωσικό μέτωπο οι Τούρκοι στράφηκαν κατά της Βενετίας για την κατάληψη της Πελοποννήσου. Το 1715 οι Τούρκοι ανακατέλαβαν την Πελοπόννησο. Καθώς οι Βενετοί δεν έφεραν ενισχύσεις, οι Ελληνες της Πελοποννήσου δεν αντιστάθηκαν στους Τούρκους για την αποφυγή αντιποίνων. Αλλωστε υπήρξε και ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
δυσαρέσκεια από τη βενετική διοίκηση (αποικιοκρατική πολιτική των Βενετών, προώθηση της Ουνίας). Η Αυστρία έσπευσε προς βοήθεια της Βενετίας, ο αυστριακός στρατός τέθηκε υπό τη διοίκηση του πρίγκιπα Ευγένιου της Σαβοΐας. Οι Αυστριακοί, βοηθούμενοι και από εξεγερμένους Σέρβους, απελευθέρωσαν το Βελιγράδι και διείσδυσαν στη Σερβία. Ο πόλεμος έληξε με την υπογραφή της Συνθήκης του Πασάροβιτς (1718). Η Αυστρία προσάρτησε το Βανάτο του Τέμεσβαρ (Τιμισοάρα), τη Δυτική Σέρβία με το Βελιγράδι και τη Μικρή Βλαχία (Ολτένια). Η Βενετία έχασε την Πελοπόννησο, αλλά διατήρησε τα Ιόνια Νησιά και τη Δαλματία. Μετά τη Συνθήκη του Πασάροβιτς άρχισαν και οι εμπορικές συναλλαγές της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Δυτικομακεδόνες Ελληνες και Βλάχοι διεξήγαν με καραβάνια το διαμετακομιστικό εμπόριο ή μετανάστευαν στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων, ιδρύοντας παροικίες (Σεμλίνο, Βιέννη, Βουδαπέστη, Τεργέστη) και εμπορικές κομπανίες, ιδίως στην Τρανσυλβανία (Σιμπίου, Μπρασόβ). Με τις Συνθήκες του Κάρλοβιτς και του Πασάροβιτς η Οθωμανική Αυτοκρατορία έχασε εύφορες και σημαντικές περιοχές, πράγμα που επέτεινε την οικονομική κρίση και προκάλεσε κοινωνική έκρηξη. Οι εξεγέρσεις αστικών στρωμάτων στην Κωνσταντινούπολη το 1703 και το 1730 λόγω της παράλυσης της οικονομικής ζωής της πόλης ήταν μόνο ένα σύμπτωμα.
Οι Συνθήκες Ειρήνης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774) και του Ιασίου (1792) Η τσαρική Ρωσία και η Αυτοκρατορία των Αψβούργων αποτελούσαν τις δύο Μεγάλες Δυνάμεις που ενδιαφέρονταν άμεσα για τα Βαλκάνια. Η Βιέννη βρισκόταν σε πλεονεκτικότερη γεωγραφική θέση, ενώ η Πετρούπολη έπρεπε πρώτα να αποκτήσει διέξοδο στη Μαύρη Θάλασσα και άμεση πρόσβαση στα Βαλκάνια, αλλά είχε το ισχυρό όπλο της Ορθοδοξίας. Ετσι, προτεραιότητα για τη Ρωσία είχαν η Κριμαία και η Βεσσαραβία, στα οχυρά των οποίων (Μπέντερ, Χότιν, Ιζμαήλ, Ακκερμαν) υπήρ43
χαν τουρκικές φρουρές. Οι δύο Δυνάμεις, έπειτα από συμφωνία, επανέλαβαν τις εχθροπραξίες κατά των Οθωμανών το 1736. Οι Ρώσοι κατέλαβαν πάλι το Αζώφ, το Οτσακώφ (μεταξύ Μπουγκ και Δνείστερου), διείσδυσαν στην Κριμαία, απώθησαν τους Τατάρους, αλλά δεν μπόρεσαν τελικά να ελέγξουν τη χερσόνησο της Κριμαίας λόγω των υψηλών θερμοκρασιών και της έλλειψης ανεφοδιασμού. Οι Αυστριακοί είχαν αρχικά επιτυχίες στις Σερβία, Βοσνία, Βλαχία, αλλά οι Οθωμανοί πέρασαν αργότερα στην αντεπίθεση. Στην ατυχή έκβαση των επιχειρήσεων επέδρασαν πολλοί παράγοντες: Η γαλλική πολιτική που διπλωματικά στήριζε την Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι πρόωρες ακόμα, αλλά ωστόσο υπαρκτές, διαφωνίες Αυστριακών
και Ρώσων για σφαίρες επιρροής στα Βαλκάνια και οι ασυντόνιστες ενέργειές τους, ο φόβος των Ρώσων για ένα δεύτερο μέτωπο με τους Σουηδούς και, κατά συνέπεια, η μη συγκέντρωση όλων των δυνάμεών τους στο «τουρκικό» μέτωπο. Με τη Συνθήκη του Βελιγραδίου (1739) η Αυστρία επέστρεψε στους Οθωμανούς τη δυτική Σερβία με το Βελιγράδι και την Ολτένια. Η Ρωσία, στην οποία ο πόλεμος κόστισε 100.000 νεκρούς, όχι μόνο δεν προσάρτησε το Αζώφ και το Οτσακώφ, αλλά δεν απέκτησε ούτε το δικαίωμα ναυσιπλοΐας στην Αζωφική Θάλασσα και τη Μαύρη Θάλασσα. Ηταν ευνόητο ότι η Ρωσία δεν θα αποδεχόταν τη νέα κατάσταση. Η δυναμικότερη κινητοποί-
Η Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή μεταξύ Ρωσίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε σημαντικά εδαφικά οφέλη για τη Ρωσία και προέβλεπε εμπορικά δικαιώματα των υπόδουλων χριστιανών που ύψωναν τη ρωσική σημαία. 44
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ηση των υποδούλων της Βαλκανικής για την υλοποίηση των ρωσικών σχεδίων ήταν πλέον μια βασική παράμετρος της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής. Στον πρώτο Ρωσοτουρκικό Πόλεμο επί Μεγάλης Αικατερίνης (1769-1774) στόχος των Ρώσων ήταν να προκληθεί αντιπερισπασμός στους Τούρκους με ένα νέο μέτωπο στα Βαλκάνια και την υποδαύλιση των υποδούλων σε εξέγερση. Ρωσικός στόλος υπό τους ναυάρχους Ορλώφ και Σπυριδόνωφ ξεκίνησε από τη Βαλτική Θάλασσα, διέσχισε τη Βόρειο Θάλασσα και με τη συνδρομή της Αγγλίας πέρασε το
Γιβραλτάρ και εισήλθε στη Μεσόγειο Θάλασσα. Η Αγγλία στήριξε τη Ρωσία, αλλά απλά ως αντίβαρο στη Γαλλία -ήταν νωπές ακόμα οι μνήμες του Επταετούς Πολέμου (1756-1763)-, και παρακολουθούσε τις κινήσεις του ρωσικού στόλου στη Μεσόγειο. Τον 18ο αιώνα το γαλλικό εμπόριο ανθούσε στην Ανατολική Μεσόγειο με σημαντικά κέντρα τη Θεσσαλονίκη και τη Πορτρέτο του Ρώσου ναυάρχου Αλεξέι Γκριγκορίεβιτς Ορλώφ, ο οποίος με τη συνδρομή της Αγγλίας πέρασε το Γιβραλτάρ και βρέθηκε στη Μεσόγειο.
Επιχρωματισμένη γκραβούρα στην οποία απεικονίζεται η ναυμαχία του Τσεσμέ, στην οποία ο οθωμανικός στόλος καταστράφηκε από το ρωσικό. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
45
Σμύρνη. Οι Αγγλοι είχαν αναπτύξει το 18ο αιώνα στενές οικονομικές σχέσεις με τους Ρώσους. Το εμπόριο της Πετρούπολης βρισκόταν σε αγγλικά χέρια και ο αγγλικός στόλος ναυπηγήθηκε με ρωσική ξυλεία. Μετά την άφιξη του ρωσικού στόλου στο Αιγαίο εξεγέρθηκαν οι Ελληνες της Πελοποννήσου με τη συμμετοχή Χειμαριωτών και Σουλιωτών. Οι Ρώσοι κατάφεραν να καταστρέψουν τον οθωμανικό στόλο στο Τσεσμέ (1770), αλλά τα στίφη των Τουρκαλβανών που επέδραμαν στην Πελοπόννησο κατέπνιξαν την εξέγερση και προέβησαν σε φρικαλεότητες εναντίον των Ελλήνων. Οι Ρώσοι δεν διέθεταν στη Μεσόγειο στρατό για επιχειρήσεις ευρείας κλίμακας. Αλλά το βαλκανικό μέτωπο συντέλεσε στην ευνοϊκή έκβαση των επιχειρήσεων στο «ρωσικό» μέτωπο. Μέχρι το 1771 οι Ρώσοι είχαν θέσει υπό την κατοχή τους τις
46
παραδουνάβιες ηγεμονίες, τα οχυρά Κίλια, Μπεντέρ, Ιζμαήλ, Ακκερμαν και την Κριμαία. Μετά τον πρώτο διαμελισμό της Πολωνίας (1772) και την κατάπνιξη της εξέγερσης των Κοζάκων του Πουγκάτσεφ (1773-1774) οι Ρώσοι ενέτειναν τις πολεμικές επιχειρήσεις, διέβησαν τον Δούναβη και εισήλθαν σε βουλγαρικό έδαφος. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει. Το 1774 υπογράφτηκε η Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή. Η Ρωσία προσάρτησε το Αζώφ, το Κερτς και το Γενίκαλε. Αναγνωρίστηκε η πολιτική ανεξαρτησία των Τατάρων της Κριμαίας και του Κουμπάν. Η Ρωσία διεκδίκησε το δικαίωμα της προστασίας των ορθοδόξων της Βαλκανικής (παρερμηνεύοντας έναν όρο της συνθήκης για την προστασία μιας υπό ανέγερση ορθόδοξης εκκλησίας στην Κωνσταντινούπολη), η Μαύρη
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Θάλασσα και τα Στενά ήταν ανοιχτά σε ρωσικά εμπορικά πλοία, η Ρωσία απέκτησε το δικαίωμα της ίδρυσης προξενείων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία (τοποθετούνταν κυρίως Ελληνες ως πρόξενοι) και επιτράπηκε σε ελληνικά πλοία να ταξιδεύουν υπό ρωσική σημαία. Τα εδαφικά κέρδη της Ρωσίας ήταν σημαντικά. Για την αποκατάσταση μιας ισορροπίας, η Αυστρία, σύμμαχος, αλλά και ανταγωνίστρια της Ρωσίας στα Βαλκάνια, προσάρτησε την Μπουκοβίνα το 1775. Μετά το 1774 Ελληνες μετανάστευσαν στη Νότια Ρωσία για εποικισμό των νέων χωρών. Η συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή και ο μετέπειτα ηπειρωτικός αποκλεισμός της Αγγλίας στη διάρκεια των Ναπολεόντειων Πολέμων ευνόησαν σημαντικά την ανάδυση μιας ελληνικής αστικής τάξης (έμπο-
ροι στη Νότιο Ρωσία, πλοιοκτήτες Υδραίοι κ.λπ.), καθώς το διαμετακομιστικό εμπόριο περιήλθε σε ελληνικά χέρια. Μετά την καταστροφή του οθωμανικού στόλου το 1770 και την ουδέτερη στάση της Ρωσίας στον πόλεμο της ανεξαρτησίας της Αμερικής, η Αγγλία μετέβαλε την πρώην φιλορωσική στάση της. Σταδιακά προσανατολιζόταν (όπως και η Γαλλία) στην πολιτική της διατήρησης της ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, θεωρώντας τη Ρωσία δυναμικά επικίνδυνη. Πρόκειται για την τυπική έναρξη του λεγόμενου Ανατολικού Ζητήματος και της αντίθεσης Αγγλίας-Ρωσίας, καθώς η πρώτη προσπαθούσε να εμποδίσει την έξοδο της δεύτερης στη Μεσόγειο. Επηρεασμένη από το πνεύμα του Διαφωτισμού και του Κλασικισμού, η Μεγάλη Αικατερίνη σε επιστολή της (21.9.1782) προς τον αυτοκράτορα της Αυστρίας, Ιωσήφ Β΄, οραματίστηκε δύο κράτη που θα έπρεπε να ιδρυθούν στη Βαλκανική Χερσόνησο σε περίπτωση διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: H Δακία, αποτελούμενη από τη Μολδαβία και τη Βλαχία, και το ελληνοβυζαντινό κράτος με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, αποτελούμενο από τη Βουλγαρία και την Ελλάδα. Ο θρόνος της Κωνσταντινούπολης προοριζόταν για τον εγγονό της Μεγάλης Αικατερίνης, τον Κωνσταντίνο. Το περίφημο «ελληνικό σχέδιο» της Μεγάλης Αικατερίνης δεν ήταν ένα ρεαλιστικό, συγκεκριμένο σχέδιο εξωτερικής πολιτικής της Ρωσίας, αλλά μια ρομαντική σύλληψη. Ούτε οι Αυστριακοί έδειξαν ιδιαίτερο ενθουσιασμό για το σχέδιο ούτε η Μεγάλη Αικατερίνη πίστευε ότι η διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν υπόθεση χρόνου. Ο ελληνικός παράγοντας χρησιμοποιήθηκε από τη Μεγάλη Αικατερίνη απλώς Πίνακας όπου απεικονίζεται η μάχη των πυραμίδων. Η γαλλική εκστρατεία στην Αίγυπτο με επικεφαλής τον Ναπολέοντα στρεφόταν κυρίως κατά των Μαμελούκων και όχι άμεσα κατά του οθωμανικού κράτους. Η βρετανική παρουσία στις Ινδίες έπρεπε να υπονομευτεί προς όφελος των γαλλικών εμπορικών συμφερόντων.
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
47
στον ψυχολογικό πόλεμο κατά των Οθωμανών. Το 1783 οι Ρώσοι κατέλαβαν την Κριμαία και ίδρυσαν μια ναυτική βάση στη Σεβαστούπολη ως ορμητήριο για την Κωνσταντινούπολη. Το 1787 η Αικατερίνη επισκέφθηκε θριαμβευτικά την Κριμαία. Κατά την επίσκεψή της ο ρωσικός στόλος διοργάνωσε γυμνάσια στη Σεβαστούπολη και στη Χερσώνα στήθηκε αψίδα με επιγραφή στα ελληνικά «Ο δρόμος προς την Κωνσταντινούπολη». Ανήσυχοι οι Οθωμανοί, απαίτησαν με τελεσίγραφο από τη Μεγάλη Αικατερίνη την επιστροφή της Κριμαίας και την ακύρωση της Συνθήκης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή. Ετσι, άρχισε ο δεύτερος Ρωσοτουρκικός Πόλεμος (1787-1792), στη διάρκεια του οποίου δεν έγινε καμιά μνεία του «ελληνικού σχεδίου». Ως σκοπό του πολέμου η Μεγάλη Αικατερίνη έθεσε τη διατήρηση των κεκτημένων, «την άμυνα και την ηρεμία του ρωσικού κράτους». Οι Αυστριακοί ως σύμμαχοι των Ρώσων, με την αθρόα συμμετοχή των Σέρβων, κατέλαβαν το Βελιγράδι και το Βουκουρέστι, οι Ρώσοι, με αυστριακή βοήθεια, το Χότιν. Γρήγορα, ωστόσο, συμπήχθηκε η συμμαχία Πρωσίας - Αγγλίας - Σουηδίας - Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο θάνατος του Ιωσήφ Β΄ (1790), η Γαλλική Επανάσταση, η απροθυμία των Ούγγρων γαιοκτημόνων να επιφορτιστούν τα οικονομικά βάρη του πολέμου και ο πρωσικός κίνδυνος εξανάγκασαν τη Βιέννη να υπογράψει χωριστή ειρήνη με τους Οθωμανούς. Με την Ειρήνη της Σιστόβης (1791) ο νέος αυτοκράτορας Λεοπόλδος Γ΄, αδελφός του Ιωσήφ Β΄, παραιτήθηκε των διεκδικήσεων επί των σερβικών χωρών και αναγνώρισε το Μαυροβούνιο ως τουρκική επαρχία. Η Ρωσία, για να διαπραγματευτεί από πλεονεκτικότερη θέση, απέρριψε τη διαμεσολαβητική προσπάθεια της Αγγλίας και της Πρωσίας και συνέχισε με εντατικούς ρυθμούς τον πόλεμο, καταλαμβάνοντας τα οχυρά Κίλια και Ιζμαήλ. Οι Τούρκοι ζήτησαν τότε ειρήνη. Το 1792 υπογράφτηκε η Συνθήκη του Ιασίου. Οι διατάξεις της συνθήκης του Κιουτσούκ Καϊναρτζή ανανεώθηκαν, η Ρωσία κατοχύρωσε την Κριμαία και προσάρτησε μονάχα την περιοχή Οτσακώφ νότια του ποταμού Δνείστερου. Ιδρύθηκε η Οδησσός και εποικίστηκε από Ελληνες που πολέμησαν στο Αιγαίο υπό τη ρωσική σημαία στη διάρκεια του πολέμου. 48
Οι πόλεμοι του 1736-39 και του 1787-1792 έδειξαν ότι η τύχη των Οθωμανών δεν εξαρτιόταν από τις δυνητικές πολεμικές επιτυχίες των Ρώσων και Αυστριακών, αλλά ότι το οθωμανικό ζήτημα εμπλεκόταν μοιραία στις διακρατικές σχέσεις των ευρωπαϊκών δυνάμεων ως ζήτημα διαμόρφωσης των ισορροπιών στη «γηραιά ήπειρο». Η σύγκρουση αυτή των ευρωπαϊκών συμφερόντων διαιώνιζε την οθωμανική επιβίωση στην Ευρώπη.
Οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι και η Συνθήκη του Βουκουρεστίου. (1812). Ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος (1828-1829) και η Συνθήκη της Αδριανουπόλεως (1829) Η Ρωσία ήταν πλέον ένας άμεσος κίνδυνος για την Οθωμανική Αυτοκρατορία, γιατί, λόγω γειτνίασης, απειλούσε τα Στενά και την Κωνσταντινούπολη και είχε το όπλο της Ορθοδοξίας στην προπαγάνδα της, ενώ η Αυτοκρατορία των Αψβούργων απειλούσε περισσότερο τις περιφέρειες του οθωμανικού κράτους. Η ανάδυση της επαναστατικής Γαλλίας ως νέας μεσογειακής δύναμης
Απεικόνιση της νικηφόρας για τον Ναπολέοντα μάχης του Αούστερλιτς κατά Αυστριακών και Ρώσων, η οποία μετέβαλε τους συσχετισμούς δυνάμεων υπέρ της Γαλλίας. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
μετά την κατάλυση της Βενετικής Δημοκρατίας (1797), η παραχώρηση των Επτανήσων, συμπεριλαμβανομένων και των απέναντι ηπειρωτικών περιοχών (Βουθρωτού, Βόνιτσας, Πάργας, Πρέβεζας) στη Γαλλική Δημοκρατία, η οποιαδήποτε επιρροή που η επαναστατική ιδεολογία της Γαλλίας και η προπαγανδιζόμενη «αρχή των εθνοτήτων» θα μπορούσε να έχουν στους Ελληνες, αλλά και ο αισθητός κίνδυνος γαλλικής απόβασης στα Βαλκάνια μετά την κατάληψη της Μάλτας και της Αιγύπτου από τους Γάλλους (Ιούλιος 1798) ανέτρεψαν το status quo στην Ανατολική Μεσόγειο. Η εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο στρεφόταν κατά των Μαμελούκων και όχι άμεσα κατά του οθωμανικού κράτους, αποσκοπούσε να αποκόψει το δρόμο των Αγγλων προς τις Ινδίες και να παρεμποδίσει το βρετανικό στόλο. Ωστόσο, η Υψηλή Πύλη, παρακινούμενη και από την Αγγλία, είδε τη στρατιωτική παρουσία των Γάλλων στην Ανατολική Μεσόγειο ως απειλή. Ετσι, συγκροτήθηκε προσωρινά μια αγγλο-ρωσο-τουρκική συμμαχία κατά της Γαλλίας του Ναπολέοντα. Για πρώτη φορά το 1798 ρωσικός στόλος διέσχισε τα Στενά, εισήλθε στο Αιγαίο και επιδόθηκε στην κατάλυση της γαλλικής κυριαρχίας στα Επτάνησα. Καθώς η γαλλοκρατία υπήρξε επαχθής, οι Ρώσοι έγιναν δεκτοί ως απελευθερωτές. Το 1800 τα Επτάνησα τέθηκαν υπό την επικυριαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την προστασία της Ρωσίας και απέκτησαν ένα καθεστώς αριστοκρατικής δημοκρατίας κατά το πρότυπο της Ράγουζας. Συγκροτήθηκε το πρώτο ελεύθερο ελληνικό κράτος (Πολιτεία των Επτά Ηνωμένων Νήσων). Ωστόσο, λόγω της έντονης κοινωνικής διαστρωμάτωσης (τάξη ευγενών, αστών, χωρικών) στα Επτάνησα επικρατούσε αναρχία. Για την αποκατάσταση της τάξης στα Επτάνησα η απολυταρχική Ρωσία το 1803 εισήγαγε ένα φιλελεύθερο σύνταγμα, επεξεργασμένο από τον Καποδίστρια, που κατοχύρωνε τα ατομικά δικαιώματα των πολιτών και προέβλεπε τη διάκριση των εξουσιών. Οντας παρούσα στη Μεσόγειο, η Ρωσία προσπάθησε να αυξήσει την επιρροή της στο βαλκανικό χώρο και να αποκλείσει τον Μέγα Ναπολέοντα. Ενίσχυσε τις θέσεις της στο Μαυροβούνιο, συμμάχησε με τους Σουλιώτες κατά του Αλή Πασά, το 1802 συΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
νήψε με την Οθωμανική Αυτοκρατορία μια ευνοϊκή συνθήκη για τις παραδουνάβιες ηγεμονίες (η θητεία των ηγεμόνων παρατάθηκε σε επτά έτη, οι ηγεμόνες μπορούσαν να καθαιρεθούν νωρίτερα, αν διέπρατταν μια εγκληματική πράξη και μονάχα σε συμφωνία με τη Ρωσία, διευρύνθηκε η αυτονομία, καταργήθηκαν ορισμένοι φόροι) και το 1805 μια νέα συνθήκη για την ελεύθερη διέλευση ρωσικών πολεμικών πλοίων από τα Στενά, την κοινή διαφύλαξη των Στενών από Ρώσους και Τούρκους και το κλείσιμο των Στενών σε πλοία μη παρευξείνιων χωρών. Αλλά η νίκη του Ναπολέοντα επί των Αυστριακών και Ρώσων στο Αούστερλιτς (Δεκέμβριος 1805) μετέβαλε την κατάσταση. Η Δαλματία, η Ιστρία και το Κάτταρο (λιμάνι του Μαυροβουνίου) εκχωρήθηκαν στη Γαλλία. Με τη διάλυση της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας του Γερμανικού Εθνους (1806) ο χάρτης άλλαξε ριζικά. Μετά τη νίκη των Γάλλων ο Σουλτάνος Σελίμ Γ΄ αναγνώρισε τον Ναπολέοντα ως κληρονομικό αυτοκράτορα και, υπό την πίεση της Γαλλίας, παραβίασε τη ρωσοτουρκική συνθήκη του 1805 για τα Στενά, προκαλώντας δυσκολίες στον ανεφοδιασμό των Ρώσων στη Μεσόγειο. Η ρωσική διπλωματία επεξεργάστηκε σχέδια για την ίδρυση ανεξάρτητων ή ημιανεξάρ-
Μετά τη νίκη των Γάλλων, ο Σουλτάνος Σελίμ Γ’ αναγνώρισε τον Ναπολέοντα ως κληρονομικό αυτοκράτορα. Πίνακας (1789) με το Σουλτάνο Σελίμ Γ’ (Βιβλιοθήκη Τοπ Καπί). 49
Πορτρέτο του ηγεμόνα Αλέξανδρου Μουρούζη, ο οποίος καθαιρέθηκε, όπως και ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης, από την Υψηλή Πύλη κατά παράβαση της ρωσοτουρκικής συμφωνίας του 1802 για τις παραδουνάβιες ηγεμονίες (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).
Ο Ναπολέων στη Συνθήκη του Τιλσίτ το 1807 με τη Ρωσία. Η Ρωσία εξαναγκάστηκε να εκχωρήσει τα Επτάνησα και το Κάτταρο στη Γαλλία και να αναχωρήσει από τη Μεσόγειο. Πίνακας του Jean-Charles Tardieu (Μουσείο Βερσαλλιών). 50
τητων κρατών στη Βαλκανική υπό την προστασία της Ρωσίας (ενός σερβοσλαβικού και ενός ελληνικού), αλλά η Αγγλία αντέδρασε στο ενδεχόμενο διάλυσης ή εξασθένισης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ταυτόχρονα, η Υψηλή Πύλη, έπειτα από γαλλική πίεση, παραβίασε το 1806 τη ρωσοτουρκική συμφωνία του 1802 για τις παραδουνάβιες ηγεμονίες, καθαιρώντας τους ηγεμόνες Κωνσταντίνο Υψηλάντη και Αλέξανδρο Μουρούζη. Τον Οκτώβριο του 1806 ρωσικός στρατός εισέβαλε στη Μολδαβία και τον Δεκέμβριο η Υψηλή Πύλη κήρυξε πόλεμο εναντίον της Ρωσίας. Η Ρωσία διεξήγε ναυτικές επιχειρήσεις στην Αδριατική κατά των Γάλλων με τη βοήθεια των Μαυροβουνίων, στη Μολδαβία και τον Δούναβη κατά των Τούρκων. Ρωσικό σχέδιο στις αρχές του 1807 για κατάληψη της Κωνσταντινούπολης ή για πυρπόληση της Κωνσταντινούπολης και του οθωμανικού στόλου υπονομεύτηκε από τους Αγγλους με το επιχείρημα ότι ήταν αδύνατη η εκπόρθηση της Πόλης και των Στενών, λόγων των δήθεν ισχυρών οχυρωματικών έργων που κατασκεύασαν οι Γάλλοι. Στην ουσία, οι Αγγλοι δεν ήθελαν συμμετοχή της Ρωσίας σε μια σοβαρή επιχείρηση κατά της Κωνσταντινούπολης και μια ταχεία λύση του Ανατολικού Ζητήματος. Μετά την ήττα της Ρωσίας στο Φρήντλαντ (Ιούνιος 1807) και την υπογραφή της Συνθήκης του Τιλσίτ (Ιούλιος 1807), η Ρωσία εξαναγκάστηκε να εκχωρήσει τα Επτάνησα και το Κάτταρο στους Γάλλους και να αναχωρήσει από τη Μεσόγειο. Τερματίστηκε και ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος. Σκοπός του Ναπολέοντα ήταν τώρα η απομόνωση και η συντριβή της Αγγλικής Αυτοκρατορίας, ενώ της Ρωσίας η συντριβή κυρίως της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Καθώς κατά τις γαλλορωσικές συζητήσεις για πιθανή διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το μείζον εμπόδιο αποτελούσαν τα Στενά και η Κωνσταντινούπολη, που διεκδικούσαν τόσο το Παρίσι όσο και η Πετρούπολη, ο Ναπολέοντας αποφάσισε να εμμείνει στην πολιτική της διατήρησης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αναγνωρίζοντας με τη Συνθήκη της Ερφούρτης (1808) μόνο την προσάρτηση των παραδουνάβιων ηγεμονιών στη Ρωσία. Η άρνηση της Υψηλής Πύλης να εκχωρήσει τις δύο αυτές ηγεμονίες στη Ρωσία οδήγησε στην επανάληψη ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
των ρωσοτουρκικών εχθροπραξιών από την άνοιξη του 1809 μέχρι την άνοιξη του 1812, όταν, εν όψει της επικείμενης εισβολής του Ναπολέοντα στη Ρωσία λόγω της μη τήρησης από τον τσάρο Αλέξανδρο Α΄ του γαλλικού ηπειρωτικού αποκλεισμού εναντίον της Αγγλίας, ο τσάρος συνήψε βιαστικά την Ειρήνη του Βουκουρεστίου (Μάιος 1812), προσαρτώντας μονάχα ένα τμήμα της Μολδαβίας μέχρι τον Προύθο και τις εκβολές του Δούναβη στη Μαύρη Θάλασσα. Μετά την ήττα του Ναπολέοντα, δεν συζητήθηκαν βαλκανικά θέματα στο Συνέδριο της Βιέννης (1815). Η ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν μια ανταμοιβή στον Σουλτάνο για την ουδέτερη στάση του στην εκστρατεία του Ναπολέοντα κατά της Ρωσίας, αλλά και ένας βασικός άξονας της πολιτικής του Μέττερνιχ -αρχή της νομιμότητας-, ο οποίος ζούσε με το φόβο διάχυσης της κρίσης από το οθωμανικό κράτος στην όμορη Αυτοκρατορία των Αψβούργων. Η Ελληνική Επανάσταση
έδωσε στη Ρωσία την ευκαιρία να ανακινήσει και πάλι το Ανατολικό Ζήτημα, αλλά η αγγλική διπλωματία κατάφερε να αποτρέψει το μονοπωλιακό χειρισμό του ελληνικού ζητήματος από τη Ρωσία. Ετσι, στη σύμβαση του Ακκερμαν (1826) δεν έγινε καμία αναφορά στην ελληνική υπόθεση - αναγνωριζόταν η αυτονομία της Μολδαβίας και της Βλαχίας με εγχώριους πλέον ηγεμόνες, η Σερβία αποκτούσε μερική αυτονομία και τα ρωσικά εμπορικά πλοία θα απολάμβαναν το δικαίωμα διέλευσης από τα Στενά. Μετά την ολοκληρωτική καταστροφή του τουρκο-αιγυπτιακού στόλου στο Ναυαρίνο (Οκτώβριος 1827), ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄ έκλεισε τα Στενά στα εμπορικά πλοία των Μεγάλων Δυνάμεων, πλήττοντας το ρωσικό εμπόριο. Ο τσάρος Νικόλαος Α΄ είχε τώρα αφορμή για έναν προ πολλού σχεδιαζόμενο πόλεμο με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το ελληνικό ζήτημα, που είχε μετατραπεί πλέον σε αγγλο-γαλλο-ρωσική υπόθεση (Διάσκεψη του Πόρου), δεν ήταν η κύρια
Μετά την ολοκληρωτική καταστροφή του τουρκοαιγυπτιακού στόλου στο Ναυαρίνο (1827) ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β’ έκλεισε τα στενά στα εμπορικά πλοία των Μεγάλων Δυνάμεων. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
51
αιτία του πολέμου. Το πλήγμα του ρωσικού εμπορίου, οι ρωσικές επεκτατικές βλέψεις στον Καύκασο (Ανάπα, Πότι) και η μετατροπή των παραδουνάβιων ηγεμονιών σε ρωσικό προτεκτοράτο ήταν τα βασικά αίτια του Ρωσοτουρκικού Πολέμου (1828-1829). Στο μανιφέστο του πολέμου δεν έγινε καμιά αναφορά στην Ορθοδοξία και οι Ρώσοι διαβεβαίωσαν τους Αγγλους ότι ο πόλεμος γίνεται λόγω της παραβίασης των συνθηκών από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο πόλεμος άρχισε τον Μάιο του 1828 και ο ρωσικός στρατός, έπειτα από μεγάλες δυσχέρειες, έφθασε στα τέλη Αυγούστου 1829 στην Αδριανούπολη, όπου τον Σεπτέμβριο υπογράφτηκε η ομώνυμη συνθήκη. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία αποδέχτηκε την ίδρυση αυτόνομου ελληνικού κράτους, αναγνωρίστηκε η αυτονομία της Σερβίας και διευρύνθηκε η αυτονομία των παραδουνάβιων ηγεμονιών (οι ηγεμόνες θα διορίζονταν διά βίου), τα Στενά θα ήταν πλέον ανοιχτά σε εμπορικά πλοία, η Ρωσία προσάρτησε το Δέλτα του Δούναβη και είχε το δικαίωμα στρατιωτικής κατοχής των παραδουνάβιων ηγεμονιών μέχρι της καταβολής πολεμικής αποζημίωσης από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Συνθήκη ήταν ιδιαίτερα επωφελής για τη Ρωσία: Οι Ρώσοι από το 1812 κατείχαν τη Βεσσαραβία με τα σημαντικά οχυρά της, τώρα προσάρτησαν το Δέλτα του Δούναβη, κατέλαβαν στρατιωτικά τις παραδουνάβιες ηγεμονίες, οι οποίες το 1834, όταν αποχώρησε ο ρωσικός στρατός, ουσιαστικά μετατράπηκαν σε ρωσικό προτεκτοράτο, είχαν πολιτική επιρροή κυρίως στη Σερβία, αλλά και την Ελλάδα. Εξασφαλίστηκε επίσης η διεξαγωγή του ρωσικού εμπορίου μέσω των Στενών.
Απόπειρες μεταρρυθμίσεων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία Η Οθωμανική Αυτοκρατορία βρισκόταν σε παρακμή. Οι Οθωμανοί είχαν βέβαια γνωρίσει τα επιτεύγματα της Δύσης, αλλά η θρησκευτική ηγεσία και οι συντηρητικοί κύκλοι αντιδρούσαν σε κάθε ουσιαστική μεταρρύθμιση. Σε ολόκληρο τον 18ο αιώνα οι Οθωμανοί δεν προέβησαν σε καμιά ανανεωτική κίνηση, αλλά απομιμήθηκαν 52
εξωτερικά πτυχές του δυτικού τρόπου ζωής: Στις αρχές του 18ου αιώνα εισήχθηκαν τα διακοσμητικά φυτά, οι τουλίπες, κατασκευάστηκε ένα παλάτι κατά το γαλλικό πρότυπο, εγκαινιάστηκε το πρώτο τυπογραφείο (1728) για την εκτύπωση κυρίως γεωγραφικών χαρτών και ποιημάτων στην απλή τουρκική. Ωστόσο, ήταν πολύ περιορισμένες οι γνώσεις των Οθωμανών για τον εξωτερικό κόσμο. Μετά την εξέγερση του 1730 και τις καταστροφές που επακολούθησαν, οι εκτυπώσεις ουσιαστικά παρέλυσαν. Ο Διαφωτισμός δεν επηρέασε καθόλου τους Οθωμανούς. Το μείζον, ωστόσο, πρόβλημα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν η αναδιοργάνωση του στρατού, ιδίως όταν στα τέλη του 18ου η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε να αντιμετωπίσει το διηνεκή ρωσικό κίνδυνο, τις αποσχιστικές κινήσεις των Αγιάνηδων και ταυτόχρονα τις εξεγέρσεις των βαλκανικών λαών στις αρχές του 19ου αιώνα. Ο Σουλτάνος Σελίμ Γ΄ (1789-1807), σύγχρονος της Γαλλικής Επανάστασης, αντιλήφθηκε τη σοβαρότητα της κατάστασης και προσπάθησε να συγκροτήσει νέο τακτικό στρατό, στρατολογώντας άτομα 20-26 ετών, την εκπαίδευση των οποίων είχαν αναλάβει Γάλλοι σύμβουλοι. Για την εξασφάλιση των οικονομικών μέσων, ο Σελίμ Γ΄ κατέφυγε στην υποτίμηση του νομίσματος, στη φορολογία και σε δημεύσεις. Η μεταρρυθμιστική προσπάθεια προκάλεσε την έντονη αντίδραση των Γενιτσάρων και των Ουλεμάδων με αποτέλεσμα την εκθρόνιση του Σελίμ Γ΄ τον Μάιο του 1807. Καθώς ο Σελίμ Γ΄ ήταν άτεκνος, νέος Σουλτάνος ορίστηκε ο Μουσταφά ο τέταρτος. Ωστόσο, το έργο του Σελίμ Γ΄ δεν έμεινε χωρίς απήχηση. Για τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων δραστηριοποιήθηκε ο Αγιάνης του εγιαλετίου του Ρούσε, Μουσταφά Πασά Μπαϊρακτάρ, που είχε αναβαθμιστεί σε βαλή από τον Σελίμ Γ΄. Αρχικά ο Μουσταφά Πασά ως Αγιάνης είχε αρνητική στάση απέναντι στις μεταρρυθμίσεις του Σελίμ Γ΄. Αλλά κατά τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1806-1807 στον Δούναβη συνειδητοποίησε την ανωτερότητα του νέου στρατού του Σελίμ Γ΄ σε σύγκριση με τους Γενιτσάρους στη διάρκεια των επιχειρήσεων κατά των Ρώσων. Σε περίπτωση νίκης των Ρώσων, πρώτο θύμα στον ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Δούναβη θα ήταν ο ίδιος. Ετσι, αναθεώρησε ριζικά τις απόψεις του για τις μεταρρυθμίσεις του Σελίμ Γ΄ και, μετά την εκθρόνιση του πεφωτισμένου Σουλτάνου, έφθασε στην Κωνσταντινούπολη με το στρατό του (οι φίλοι του Ρούσε) με σκοπό την επαναφορά του Σελίμ Γ΄ στο θρόνο. Μέσα στον πανικό του, ο Μουσταφά ο τέταρτος διέταξε το στραγγαλισμό του Σελίμ Γ΄. Στο πτώμα του Σελίμ Γ΄ ο Μουσταφά Πασά Μπαϊρακτάρ ορκίστηκε ότι θα εκδικηθεί τους δολοφόνους. Σύντομα εκθρονίστηκε ο Μουσταφά ο τέταρτος και στο θρόνο ανήλθε ο αδελφός του, Μαχμούτ Β΄ (Ιούλιος 1808). Τη θέση του Μεγάλου Βεζίρη ανέλαβε ο ίδιος ο Μουσταφά Πασά Μπαϊρακτάρ, ο οποίος επιδίωκε τη συνέχιση του μεταρρυθμιστικού έργου του Σελίμ Γ΄. Στα τέλη του Σεπτέμβρη του 1808 συγκάλεσε στην Κωνσταντινούπολη ένα συμβούλιο στο οποίο συμμετείχαν Αγιάνηδες, Ουλεμάδες και ανώτατοι αξιωματούχοι του κράτους. Επειτα από έντονες συζητήσεις υπογράφτηκε τελικά το ιστορικό ντοκουμέντο, «η πράξη συμφωνίας», που προέβλεπε την εξισορρόπηση των σχέσεων του Σουλτάνου με τους Αγιάνηδες: 1) Οι Αγιάνηδες υποχρεώνονται να υπακούουν στον Σουλτάνο και στις εντολές του Μεγάλου Βεζίρη, 2) ο Σουλτάνος δεν θα επιβάλει νέους φόρους και οι έκτακτοι φόροι θα είναι δίκαιοι και ενιαίοι, 3) οι Αγιάνηδες και οι πασάδες δεν θα παρεμποδίζουν την κυβέρνηση να προβαίνει
σε υποχρεωτική στρατολόγηση και ο στρατός των Αγιάνηδων και των πασάδων μπορεί να θεωρηθεί ως τμήμα του κυβερνητικού στρατού, 4) όλοι οι Αγιάνηδες και οι πασάδες να σταματήσουν τις εχθροπραξίες τους και να στηρίξουν τον Σουλτάνο, 4) αν οι Γενίτσαροι της Πόλης στασιάσουν, οι Αγιάνηδες και οι πασάδες να σπεύσουν προς βοήθεια του Σουλτάνου, να καταστείλουν την εξέγερση και να διαλύσουν τα σώματα των Γενιτσάρων, 5) όλες οι πλευρές συμφωνούν ότι είναι αναγκαία η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων στο στρατό. Η «πράξη συμφωνίας» επικυρώθηκε από τον Μαχμούτ Β΄ και τον Σεϊχουλισλάμη. Ηταν μια βεβιασμένη συμφωνία υπό την πίεση των περιστάσεων. Στην ουσία, καμιά πλευρά δεν ήταν ειλικρινής. Οι Αγιάνηδες δεν ήταν πρόθυμοι να υποταχθούν στην κεντρική εξουσία, ενώ ο Μαχμούτ Β΄ δεν ήταν σύμφωνος με τον περιορισμό της απολυταρχίας του Σουλτάνου και την de jure αναγνώριση της επαρχιακής εξουσίας των Αγιάνηδων. Απλά προσπάθησε να κερδίσει χρόνο πριν αναμετρηθεί με τους Γενιτσάρους και τους Αγιάνηδες. Ο Μουσταφά Πασά Μπαϊρακτάρ συνέχισε τη συγκρότηση νέου τακτικού στρατού κατά το πρότυπο του Σελίμ Γ΄, αλλά την τελευταία νύχτα του Ραμαζανιού (14 προς 15 Νοεμβρίου 1808) οι Γενίτσαροι στασίασαν και τελικά εξόντωσαν τον Μουσταφά
Ο Σουλτάνος Σελίμ Γ’ προσπάθησε να αντιμετωπίσει το μείζον πρόβλημα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: την αναδιοργάνωση του τουρκικού στρατού. Οι πόροι θα εξασφαλίζονταν από την υποτίμηση του νομίσματος, τη φορολογία και τις δημεύσεις. Οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες οδήγησαν στην εκθρόνισή του υπό την πίεση των Γενιτσάρων. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
53
Πασά Μπαϊρακτάρ και τους οπαδούς του. Ούτε οι Αγιάνηδες ούτε ο Μαχμούτ Β΄ κινήθηκαν για να σώσουν τον Μουσταφά Πασά Μπαϊρακτάρ, του οποίου η αυταρχική συμπεριφορά και ο υλιστικός ευδαιμονισμός είχαν προκαλέσει επιπρόσθετες αντιδράσεις στους ισλαμικούς κύκλους. Η αποτυχία των πρώτων αυτών μεταρρυθμιστικών προσπαθειών οφειλόταν στην ανωριμότητα της οθωμανικής κοινωνίας να συλλάβει την ανάγκη των μεταρρυθμίσεων. Η αδυναμία των Γενιτσάρων να αντιμετωπίσουν επιτυχώς την Ελληνική Επανάσταση εξανάγκασε τον Σουλτάνο Μαχμούτ Β΄ να καταργήσει οριστικά το 1826 το σώμα των Γενιτσάρων και να εισαγάγει
Ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β’, αδελφός του Μουσταφά Δ’, επικύρωσε βιαστικά την «πράξη συμφωνίας», με την οποία επιδιωκόταν η εξισορρόπηση των σχέσεων του Σουλτάνου με τους Αγιάνηδες. 54
την τακτική στρατολόγηση, αναδιοργανώνοντας το στρατό με Πρώσους και Γάλλους στρατιωτικούς συμβούλους. Τα τάγματα των Μπεκτασήδων, συνδεμένα άμεσα με τους Γενιτσάρους, διαλύθηκαν ως αιρετικά με φέτβα του Σεϊχουλισλάμη. Το 1835 καταργήθηκε οριστικά και το σώμα των Σπαχήδων και έτσι η γη περιήλθε σταδιακά στην κυριότητα του κράτους. Η μεταρρύθμιση αυτή συντελέστηκε σε τρεις φάσεις. Αρχικά στους Σπαχήδες χορηγήθηκε αποζημίωση και τα εισοδήματα της γης περιήλθαν στο κράτος. Στη δεύτερη φάση οι Σπαχήδες απώλεσαν την κυριότητα της γης και παρακράτησαν το ήμισυ των εισοδημάτων που είχαν περιέλθει στο κράτος. Στην τρίτη φάση το κράτος δεν ήταν πλέον δεσμευμένο να καταβάλλει το 50% των εισοδημάτων του τιμαρίου στους Σπαχήδες. Οσοι Σπαχήδες μπόρεσαν να αποδείξουν την κυριότητα της γης τους συνταξιοδοτήθηκαν. Οι άλλοι απώλεσαν κάθε εισόδημα. Μερικά χρόνια πριν από την κατάργηση του σώματος των Σπαχήδων είχε καταργηθεί και η αγγαρεία των χωρικών. Ο Μαχμούτ Β΄ προχώρησε και σε θεσμικές αλλαγές. Η θέση του Μεγάλου Βεζίρη καταργήθηκε και η κυβερνητική εξουσία ασκείτο από τα υπουργεία Εξωτερικών, Εσωτερικών και Οικονομικών. Σημαντικό ήταν επίσης το βήμα του Μαχμούτ Β΄ για τον εξορθολογισμό της διοίκησης. Ορίστηκε οι δημόσιοι υπάλληλοι να αμείβονται ανάλογα με τις ικανότητές τους και τα καθήκοντά τους. Εκδόθηκε ειδικό σουλτανικό φιρμάνι για την πάταξη της διαφθοράς στο Δημόσιο. Οι ένοχοι θα δικάζονταν όχι με βάση τον ιερό νόμο, αλλά το κοσμικό δίκαιο. Καταργήθηκε η ενδυματολογική διάκριση ανάμεσα στα διάφορα Μιλλέτ. Επί Μαχμούτ Β΄ ιδρύθηκαν επίσης στρατιωτικές σχολές με τη χρήση στρατιωτικών εγχειριδίων, μεταφρασμένων από τα γαλλικά, στρατιωτικές ιατρικές σχολές και σχολή διερμηνέων. Νέοι στάλθηκαν στην Ευρώπη για την εκμάθηση των γλωσσών. Εκδόθηκε στα γαλλικά η πρώτη κυβερνητική εφημερίδα και οργανώθηκε η ταχυδρομική υπηρεσία. Οι μεταρρυθμίσεις του Μαχμούτ Β΄ συγκρίνονται με αυτές του Μεγάλου Πέτρου στη Ρωσία. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Anderson Matthew S., The Eastern Question 1774-1923. A Study in International Relations, New York 1965.
(επιμ. έκδοσης), Der westliche Balkan, der Adriaraum und Venedig, 13-18 Jahrhundert, Wien-Venedig 2009.
Eickhoff Ekkehard, Venedig, Wien und die Osmanen, Stuttgart 2008.
Stavrianos L. S., Tα Βαλκάνια από το 1453 και μετά (μτφρ. Ελένη Δελιβάνη, ιστορική επιμέλεια Βασίλης Κ. Γούναρης), εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2007.
Hochedlinger Michael, Austria’s Wars of Emergence. War, State and Society in the Habsburg Monarchy 1683-1797, London 2003. Inalcik Halil, An Economic and Social History of the Ottoman Empire 1300-1914, Cambridge 1994. Του ιδίου, Turkey and Europe in History, 2nd edition, Istanbul 2008. Kadafar Cemal, Ανάμεσα σε δύο κόσμους. Η κατασκευή του οθωμανικού κράτους (μτφρ. Α. Αναστασόπουλος), Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2008.
Stojanovich Trajan, «The Conquering Balkan Orthodox Merchant», Journal of Economic History 20 (1960) 243-313. Sugar Peter, Η Νοτιοανατολική Ευρώπη κάτω από την οθωμανική κυριαρχία 13541804, 2 τόμοι (μτφρ. Παυλίνα Μπαλουξή), εκδόσεις Σμίλη, Αθήνα 1994. Todorov Nikolaj, H Βαλκανική Πόλη 15ος19ος αιώνας, 2 τόμοι (μτφρ. Εφη Αβδελά-Γεωργία Παπαγεωργίου), εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1986.
Karpat Kemal H. (επιμ. έκδοσης), Studies on Ottoman Social and Political History. Selected Articles and Essays, Leiden 2002.
Λάσκαρης Μ.Θ., Το Ανατολικό Ζήτημα 18001923, τόμος Α΄ (1800-1878), εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2006 (επανέκδοση του 1948).
Kurz Marlene u.a.(επιμ. έκδοσης), Das Osmanische Reich und die Habsburgermonarchie. Akten des internationalen Kongresses zum 150-jährigen Bestehens des Instituts für Österreichische Geschichtsforschung, Wien 2225 September 2004, Wien-München 2005.
Τσούρκα-Παπαστάθη Δέσποινα, Η Ελληνική Εμπορική Κομπανία του Σιμπίου Τρανσυλβανίας 1636-1848, Οργάνωση και Διοίκηση, Θεσσαλονίκη 1994.
McGowan Bruce, Economic Life in the Ottoman Empire. Taxation, Trade and the Struggle for Land 1600-1800, Cambridge 1981.
Χασιώτης Ι.Κ., Μεταξύ οθωμανικής κυριαρχίας και ευρωπαϊκής πρόκλησης. Ο ελληνικός κόσμος στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2001.
Matschke Klaus-Peter, Das Kreuz und der Halbmond. Die Geschichte der Türkenkriege, Düsseldorf-Ζürich 2004. Ortalli Gherardo/Oliver Jens Schmitt ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
55
Ο πρωτεργάτης του Νεολληνικού Διαφωτισμού, Αδαμάντιος Κοραής, πίστευε ότι για να ελευθερωθεί το ελληνικό έθνος έπρεπε πρώτα να φωτιστεί μέσω της παιδείας. 56
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Σπυρίδων Σφέτας και Ιάκωβος Μιχαηλίδης Αναπληρωτής Καθηγητής στον Τομέα Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας, ΑΠΘ Επίκουρος καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας, ΑΠΘ
Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ
«Ομολογώ στον αυτόν καιρό, πως εμείς δεν είμαστε έθνος που να φορμάρουμε καθ’ αυτό πολιτεία, αλλά είμαστε υποτελείς σε άλλο επικρατέστερο. (…) Ναι, δε μετέχουμε στη διοίκησι της πολιτείας των κρατούντων μας κατά πάντα, μ’ όλον τούτο δεν είμαστε σ’ αυτήνα με την ολότη αμέτοχοι. Οθεν και συνιστούμ’ ένα έθνος που εν ταύτω μας δένουν οι εκκλησιαστικοί μας άρχοντες με τη διοίκησι την ανωτάτη κ’ αναμεταξύ μας, αυτοί και σε πολλά είναι κι’ άρχοντές μας πολιτικοί...» [Επεξηγήσεις Δημητρίου Καταρτζή (1783) γιατί οι Ελληνες αποτελούν έθνος, χωρίς κράτος].
Η περίπτωση των Ελλήνων Στα μέσα του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα η Δυτική Ευρώπη συγκλονίσθηκε από τις ιδέες και τα κηρύγματα του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Επρόκειτο για ένα κίνημα που έδινε έμφαση στη λογική ικανότητα του ανθρώπου και κήρυττε την απαλλαγή από κάθε δεισιδαιμονία και καταπίεΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ση. Αυτές οι νέες φιλελεύθερες και ριζοσπαστικές ιδέες έφθασαν γρήγορα και στην ελληνική χερσόνησο, ενισχύοντας την πνευματική άνθηση των υπόδουλων Ελλήνων, οδηγώντας σε μια πνευματική αναγέννηση που ονομάσθηκε Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός ανέδειξε μεγάλες μορφές στα ελληνικά γράμματα, όπως ο Φαναριώτης νομικός Δημήτριος Καταρτζής και ο Κερκυραίος κληρικός Ευγένιος Βούλγαρης, που δίδαξε στην Αθωνιάδα Σχολή Φιλοσοφία και Μαθηματικά. Επίσης, δύο ξαδέλφια από τη Θεσσαλία, ο Γρηγόριος Κωνσταντάς και ο Δανιήλ Φιλιππίδης, συνέγραψαν στη δημοτική γλώσσα τη «Γεωγραφία Νεωτερική», ενώ ο Κοζανίτης γιατρός Μιχαήλ Περδικάρης σατίρισε σε πεζά και στίχους πρόσωπα και γεγονότα της εποχής του. Το 1806 εκδόθηκε ανώνυμα στην Ιταλία η «Ελληνική Νομαρχία», ένα σημαντικό κείμενο του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, αφιερωμένο στον Ρήγα Βελεστινλή. Στο έργο αυτό καταδικάζονταν η «αναρχία» και η «μοναρχία» και προβλήθηκε ως ιδανική διοίκηση η «νομαρχία», δηλαδή το πολίτευμα όπου εξουσιάζουν οι νόμοι. Ανάμεσα στους δασκάλους του Γένους ξεχωρίζουν για τη δράση τους ο λόγιος επαναστάτης Ρήγας Βελεστινλής και ο Αδαμάντιος Κοραής, ο πρώτος Ελληνας φιλόλογος με ευρωπαϊκό κύρος. Ο Ρήγας, γιος εμπόρου, γεννήθηκε το 1757 στο Βελεστίνο της Θεσσαλίας, το οποίο στην αρχαιότητα ονομαζόταν Φερές. Νεαρός ακόμη, μπήκε στην υπηρεσία των Φαναριωτών στην Κωνσταντινούπολη και έπειτα μετανάστευσε στο Βουκουρέστι, ως γραμματέας των ηγεμόνων της Βλαχίας. Εκεί επηρεάστηκε από τις ευρωπαϊκές ριζοσπαστικές ιδέες, κάνοντας κύριο στόχο του την απελευθέρωση της πατρίδας. Το 1790 ταξίδεψε στη Βιέννη. Εκεί μυήθηκε στις επαναστατικές οργανώσεις και ξεκίνησε τη δράση του ενάντια στην οθωμανική εξουσία τυπώνοντας φλογερά φυλλάδια εναντίον της. Το συγγραφικό και εκδοτικό του έργο είναι μεγάλο. 57
Ο Ρήγας εξέδωσε γαλλικά μυθιστορήματα μεταφρασμένα στη δημοτική γλώσσα, ένα βιβλίο Φυσικής για σχολική χρήση, έναν τεράστιο χάρτη της Ελλάδας, την περίφημη «Χάρτα της Ελλάδος», μία εικόνα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και πολλά άλλα. Ο «Θούριος» ήταν ένα φλογερός επαναστατικός ύμνος που συγκίνησε πολλούς νέους της εποχής και έγινε σύμβολο του αγώνα για την ελευθερία. Ο Ρήγας Βελεστινλής οραματιζόταν τη συνεργασία των υπόδουλων βαλκανικών λαών για την απελευθέρωσή τους από τον οθωμανικό ζυγό και τη δημιουργία ενός ευνομούμενου δημοκρατικού κράτους, όπου θα κυριαρχούσαν η ελληνική γλώσσα και παιδεία. Ωστόσο, η δράση του έγινε γρήγορα γνωστή και προκάλεσε την αντίδραση της Αυστρίας, η οποία τότε διατηρούσε καλές σχέσεις με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι Αυστριακοί
συνέλαβαν τον Ρήγα και συνεργάτες του τον Δεκέμβριο του 1797. Λίγους μήνες αργότερα, τον παρέδωσαν μαζί με επτά συντρόφους του στους Τούρκους, οι οποίοι τους θανάτωσαν και τους έριξαν στον ποταμό Δούναβη. Ο Αδαμάντιος Κοραής καταγόταν από πλούσια οικογένεια της Χίου, αλλά γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1748. Φοίτησε αρχικά στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης, ενώ αργότερα εγκαταστάθηκε αρχικά στο Αμστερνταμ και στη συνέχεια στη Γαλλία, όπου σπούδασε Ιατρική στο Πανεπιστήμιο του Μονπελιέ. Ακολούθως, μετακόμισε στο Παρίσι, όπου γνώρισε από κοντά τη Γαλλική Επανάσταση και τις φιλελεύθερες ιδέες της. Ασχολήθηκε κυρίως με τα φιλολογικά ζητήματα, αντιγράφοντας χειρόγραφα και ζώντας από την επιμέλεια της έκδοσης αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων.
Ο Κερκυραίος κληρικός, Ευγένιος Βούλγαρης, μεγάλη μορφή του Νεολληνικού Διαφωτισμού. 58
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Ο Κοραής πίστευε ότι για να ελευθερωθεί το ελληνικό έθνος έπρεπε πρώτα να φωτιστεί διαμέσου της Παιδείας, με κατάλληλη όμως μέθοδο διδασκαλίας και με τη χρήση μίας νέας απλής γλώσσας, χωρίς αρχαϊσμούς. Η απήχηση του Κοραή ήταν μεγάλη και πολλοί δάσκαλοι τον συμβουλεύονταν στα ζητήματα των γραμμάτων. Εξίσου σημαντική ήταν και η συνεισφορά του στην προετοιμασία της Μεγάλης Επανάστασης, π.χ. με το ποίημά του «Σάλπισμα Πολεμιστήριον», αλλά και κατά τη διάρκειά της, γράφοντας συμβουλευτικές επιστολές και συντελώντας στην ίδρυση του Ελληνικού Κομιτάτου στο Παρίσι. Ο Αδαμάντιος Κοραής, όπως οι περισσότεροι από τους εκπροσώπους του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, είχε ως βασική φιλοσοφική αρχή την πίστη στη λογική του ανθρώπου.
Τέλος, άσκησε σκληρή κριτική στην Ορθόδοξη Εκκλησία, στηλιτεύοντάς τη για τη στάση της απέναντι στην οθωμανική εξουσία. Το κίνημα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, που είχε σαρώσει τη Βαλκανική μετά το 1750, είχε φροντίσει να προετοιμάσει ιδεολογικά τον ξεσηκωμό του Γένους. Η Επανάσταση του 1821 ήταν ένα κατεξοχήν πολιτικό κίνημα, το οποίο πήγαζε και εμπνεόταν από τα αντίστοιχα κινήματα που εκδηλώνονταν την ίδια περίοδο στη Δυτική Ευρώπη και την Αμερική, ενώ είχε οργανωθεί κατά τα συνωμοτικά πρότυπα των καρμποναρικών οργανώσεων. Οι πρωταγωνιστές του Αγώνα γνώριζαν καλά τόσο το σκοπό όσο και το περιεχόμενο των πρωτοβουλιών τους. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, έχοντας πλήρη συναίσθηση της αποστολής του, έγραφε: «Τα βιβλία οπού εδιάβαζα ήτον η ιστορία
Ο Ρήγας και ο Κοραής ανορθώνουν την Ελλάδα. Πίνακας του Θεόφιλου. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
59
Η «Χάρτα του Ρήγα». 60
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
της Ελλάδος, η ιστορία του Αριστομένη και Γοργώ και η ιστορία του Σκεντέρμπεη». «Η γαλλική επανάστασις και ο Ναπολέων έκαμε, κατά την γνώμη μου, να ανοίξουν τα μάτια του κόσμου. Πρωτήτερα τα έθνη δεν εγνωρίζοντο, τους βασιλείς τους ενόμιζον ως θεούς της γης και ό,τι και αν έκαμναν, το έλεγαν καλά καμωμένο. Διά αυτό και είναι δυσκολώτερο να διοικήσης τώρα λαόν», σημείωνε στα «Απομνημονεύματά» του. Προσέθετε μάλιστα πως η κίνηση των Ελλήνων ήταν δίκαιη, αφού ήταν εθνική και στόχευε στην αποτίναξη της σκλαβιάς: «Η επανάστασις η εδική μας δεν ομοιάζει με καμμιάν απ’ όσαις γίνονται την σήμερον εις την Ευρώπην. Της Ευρώπης αι επαναστάσεις εναντίον των διοικήσεών των είναι εμφύλιος πόλεμος. Ο εδικός μας πόλεμος ήτον ο πλέον δίκαιος, ήτον έθνος με άλλο έθνος, ήτον με ένα λαόν όπου ποτέ δεν ηθέλησε να αναγνωρισθή ως τοιούτος, ούτε να ορκιστή, παρά μόνον ό,τι έκαμνε η βία. Ούτε ο Σουλτάνος ηθέλησε ποτέ να θεωρήση τον ελληνικόν λαόν ως λαόν, αλλ’ ως σκλάβους». Ο ίδιος ήταν γνώστης της επικινδυνότητας του εγχειρήματος που είχαν αναλάβει: «Εκείνος ο πόλεμος εστάθη η ευτυχία της Πατρίδος. Αν εχαλιώμεθα, εκινδυνεύαμε να μη κάμωμε ορδί πλέον». Οι ιδέες και το πνεύμα της Επανάστασης αποτυπώνονται με ενάργεια στις επαναστατικές προκηρύξεις των Ελλήνων αγωνιστών. «Το Ελληνικόν Εθνος, βεβαρυμένον πλέον να στενάζη υπό τον σκληρόν ζυγόν υπό τον οποίον τέσσαρας περίπου αιώνας καταθλίβεται επονειδίστως, τρέχει με γενικήν και ομόφυλον ορμήν εις τα όπλα διά να κατασυντρίψη τας βαρείας αλύσους τας υπό των βαρβάρων Μωαμεθανών περιτεθείσας εις αυτό», υποστήριζαν οι πρόκριτοι της Υδρας, ενώ οι προύχοντες των Σπετσών διεκήρυτταν από την πλευρά τους: «Ομογενείς! Οι προεστεύοντες των ελληνικών νήσων και όλοι οι κάτοικοι αυτών, ο πόλεμος τον οποίον κάμνομεν κατά των ασεβών τυράννων δεν είναι κλέπτικος αλλ’ όλου του Εθνους μας, αποφασισμένος θεόθεν και ωργανισμένος από μεγάλους άνδρας, ζητούμεν την ανεξαρτησίαν του Γένους μας και δι’ αυτήν συνεισφέρομεν όλοι και όπλα και πλοία και σώματα». ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
61
ησαν και ενέπνευσαν τους Ελληνες δύο αιώνες νωρίτερα. Οι ιδέες αυτές, άλλωστε, αποτυπώνονται εύγλωττα στο κείμενο της Διακήρυξης της Πρώτης Εθνικής Συνελεύσεως, που εκδόθηκε στην Επίδαυρο τον Ιανουάριο του 1822: «Ο κατά των Τούρκων πόλεμος ημών, μακράν του να στηρίζηται εις αρχάς τινάς δημαγωγικάς και στασιώδεις ή ιδιωφελείς μέρους τινός του σύμπαντος ελληνικού έθνους σκοπούς, είναι πόλεμος εθνικός, πόλεμος ιερός, πόλεμος του οποίου η μόνη αιτία είναι η ανάκτησις των δικαίων της προσωπικής ημών ελευθερίας, της ιδιοκτησίας και της τιμής, τα οποία, ενώ την σήμερον όλοι οι ευνομούμενοι και γειτονικοί λαοί της Ευρώπης τα χαίρουσιν, από ημάς μόνον η σκληρά και απαραδειγμάτιστος των Οθωμανών τυραννία επροσπάθησε με βίαν ν’ αφαιρέση και εντός του στήθους ημών να τα πνίξη».
Η περίπτωση των Σέρβων
Η πρώτη σελίδα του «Θούριου» του Ρήγα.
Οι Ελληνες καλούνταν στα όπλα, οι Τούρκοι καταγγέλλονταν συλλήβδην ως δυνάστες και απολίτιστοι, ενώ η επίκληση του αρχαίου παρελθόντος σκορπούσε ρίγη συγκίνησης. «Μη δειλιάσετε, απόγονοι του Μιλτιάδου και του Θεμιστοκλέους, μη φανήτε ανάξιοι της ελευθερίας σας, ο πόλεμος γίνεται διά την πίστιν και την πατρίδα, συλλογισθήτε πόσα κακά, πόσας τυραννίας υποφέρετε από τους Τούρκους, συλλογισθήτε πόσα κακά θέλουν κάνει, εάν (ο μη γένοιτο) θριαμβεύσωσι». Ο Αγώνας δινόταν για την πίστη και την πατρίδα, για την ελευθερία του έθνους και την οργάνωση μιας φιλελεύθερης και δημοκρατικής πολιτείας. Αυτές ήταν οι ιδέες και οι αξίες που κινητοποί62
Οι Σέρβοι είχαν εκκλησιαστικό-μητροπολιτικό κέντρο στο Sremski Karlovci (Κάρλοβιτς στη Βοϊβοδίνα) μετά την αποχώρησή τους από το Κόσοβο στα τέλη του 17ου αιώνα και την εγκατάστασή τους στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων. Η Εκκλησία διατηρούσε τη σερβική ορθόδοξη ταυτότητα, την παράδοση του σερβικού μεσαιωνικού παρελθόντος, εφοδιαζόταν με εκκλησιαστικά βιβλία από τη Ρωσία και με τη βοήθεια του τσάρου αντιτάχθηκε σφοδρά στην Ουνία, την οποία προώθησε η Βιέννη στους Σέρβους και Ρουμάνους της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων. Στη Φρούσκα Γκόρα της Βοϊβοδίνας ανεγέρθηκαν ορθόδοξα σερβικά μοναστήρια, πρόκειται για το Αγιον Ορος των Σέρβων. Στο μοναστήρι Ραβανίτσα οι Σέρβοι διαφύλαξαν τα οστά του μάρτυρα του Κοσόβου, του θρυλικού του ηγεμόνα Λάζαρ Χρεμπελγιάνοβιτς που έπεσε στη μάχη του Κοσόβου το 1389. Το 1741, στη Βιέννη εκδόθηκε η «Στεμματογραφία του Ζεφάροβιτς» που περιέχει τα εμβλήματα των μεσαιωνικών σλαβικών κρατών και εικόνες Σέρβων και Βουλγάρων ηγεμόνων του Μεσαίωνα. Το 1763 στο ποίημά του «Θρήνος της Σερβίας» ο Ζαχάριε Ορφελίνι θρήνησε τη μοίρα των Σέρβων ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
«Η γαλλική επανάστασις και ο Ναπολέων έκαμε, κατά την γνώμη μου, να ανοίξουν τα μάτια του κόσμου. Πρωτύτερα τα έθνη δεν εγνωρίζοντο, τους βασιλείς τους ενόμιζον ως θεούς της γης και ό,τι και αν έκαμναν, το έλεγαν καλά καμωμένο. Διά αυτό και είναι δυσκολώτερο να διοικήσης τώρα λαόν». Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
63
Ο Σέρβος ηγεμόνας Λάζαρ Χρεμπελγιάνοβιτς που σκοτώθηκε στη μάχη του Κοσόβου το 1389.
«Το αιώνιο καλεντάρι». Βιβλίο του Ζαχάριε Ορφελίνι. 64
κάτω από ξένη κυριαρχία, ενώ στη Βιογραφία για τον Μεγάλο Πέτρο (1772 στη Βενετία) εξύμνησε τους αγώνες των Ρώσων κατά των Τούρκων και τόνισε τους δεσμούς μεταξύ Σέρβων και Ρώσων. Η ένταξη των περιοχών που κατοικούνταν από Σέρβους στο στρατιωτικό σύνορο της Αυτοκρατορίας -σύνορα Αυτοκρατορίας των Αψβούργων με Οθωμανική Αυτοκρατορία- είχε ως αποτέλεσμα οι Σέρβοι, έναντι στρατιωτικών υπηρεσιών προς τη Βιέννη, να έχουν θρησκευτική ελευθερία και φορολογικές ελαφρύνσεις. Στο Κάρλοβιτς, στο Νόβι Σαντ, στην Τεργέστη, στο Σεμλίνο ιδρύθηκαν σερβικές εμπορικές παροικίες. Σέρβοι σπούδαζαν σε γερμανικά πανεπιστήμια. Τα σύνορα της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων και του Πασαλικίου του Βελιγραδίου, μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Πασάροβιτς, ήταν μια ζώνη εμπορίου. Σέρβοι έμποροι επισκέπτονταν εμποροπανηγύρεις σε διάφορες γερμανικές πόλεις. Λόγω της παραμονής τους στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων και των επαφών του Πασαλικίου του Βελιγραδίου με την Ευρώπη, οι Σέρβοι επωφελήθηκαν της πολιτικής της πεφωτισμένης μοναρχίας. Αποφασιστικής σημασίας υπήρξαν οι μεταρρυθμίσεις της Μαρίας Θηρεσίας (το 1774 αποφασίστηκε η ίδρυση σχολείων με λαϊκούς ως δασκάλους σε περιοχές όπου υπερίσχυαν οι Ορθόδοξοι, το 1776 τα σερβικά σχολεία εντάχθηκαν στο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας, τα σχολικά βιβλία συντάχθηκαν στη ομιλούμενη σερβική και όχι στην εκκλησιαστική σλαβονική) και του Ιωσήφ Β’ (κατάργηση δουλοπαροικίας, διάταγμα ανεξιθρησκίας, κατάργηση μοναχικών ταγμάτων, δήμευση της περιουσίας των μοναστηριών, περιορισμός των εορτών των Ορθοδόξων, τέλεση της Θείας Λειτουργίας στην ομιλούμενη γλώσσα). Η ύπαρξη τυπογραφείων σε Βιέννη, Βενετία, Λειψία βοήθησε σημαντικά στην εκτύπωση σερβικών βιβλίων. Κύριοι εκπρόσωποι του Διαφωτισμού στην περίπτωση των Σέρβων ήταν: α) Ο αρχιμανδρίτης Γιόβαν Ράγιτς από το Κάρλοβιτς. Φοίτησε στη σερβική και ρωσική σχολή του Κάρλοβιτς, σε καθολικό και προτεσταντικό σχολείο και τη Θεολογική Ακαδημία του Κιέβου. Το 1794/95 δημοσίευσε στη Βιέννη την «Ιστορία ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Ο αρχιμανδρίτης Γιόβαν Ράγιτς, ο οποίος δημοσίευσε στη Βιέννη την «Ιστορία διαφόρων σλαβικών λαών, κυρίως των Σέρβων, Κροατών και Βουλγάρων». ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
65
διαφόρων σλαβικών λαών, κυρίως των Σέρβων, Κροατών και Βουλγάρων». Υλικό για τη συγγραφή του έργου αυτού συγκέντρωσε στο Αγιον Ορος και στα σερβικά μοναστήρια της Φρούσκα Γκόρα της Βοϊβοδίνας. Ο Ράγιτς τονίζει τη σημασία της γνώσης του ιστορικού παρελθόντος για την εξαγωγή συμπερασμάτων για το μέλλον και θέλει να αποκαταστήσει τη (διαστρεβλωμένη από τους ξένους συγγραφείς) εικόνα για τους Σέρβους. Ταύτισαν τη γενναιότητα με τη βαρβαρότητα, τις αγαθοεργίες τις παρουσίασαν ως κακουργήματα, ενώ αποσιώπησαν τη δόξα και τα γενναία έργα των Σέρβων. Θεωρεί την άγνοια ως την κύρια αιτία της υποδούλωσης των Σέρβων και των άλλων Σλάβων. Θεωρεί διδακτικό το έργο της Ιστορίας: Οι Σέρβοι, διδασκόμενοι από το παρελθόν, πρέπει να αποφύγουν τις διχόνοιες, τους εγωισμούς και την έλλειψη πειθαρχίας. Το έργο του ιστορικού δεν είναι, κατά τον Ράγιτς, να αποδεικνύει τις προκαταλήψεις, αλλά να παρουσιάζει κατά τέτοιον τρόπο τα γεγονότα ώστε ο αναγνώστης να σχηματίζει δική του κρίση. Ο Ράγιτς τόνισε τη σημασία των πηγών για τη συγγραφή της Ιστορίας, ωστόσο το έργο του δεν είναι παρά ένα συμπίλημα και γράφτηκε στην εκκλησιαστική σλαβονική και όχι στην ομιλούμενη σερβική. β) Ο Δοσίθεος Ομπράντοβιτς (1740-1811) από το Τσάκοβο της Μπάτσκας. Αρχικά εκάρη μοναχός στο μοναστήρι Χόποβο της Φρούσκα Γκόρα, αλλά σύντομα εγκατέλειψε το μοναχικό βίο και ταξίδευσε στο εξωτερικό. Ηταν ένα κοσμοπολίτικο πνεύμα με ελληνική και ευρωπαϊκή κουλτούρα. Σπούδασε Ρητορική και Λογοτεχνία στη Σμύρνη και την Κέρκυρα, Λογική και Μεταφυσική σε Βιέννη, Λειψία, Χάλε, παρέμεινε στο Λονδίνο και το Παρίσι. Από τον Σέρβο πολιτικό του 19ου αιώνα, τον Βλάνταν Τζόρτζεβιτς, συγκρίθηκε με τον Κοραή. Υπήρξε ο κύριος εκπρόσωπος του πνεύματος του Ιωσηφινισμού, υποστηρίζοντας την εκκοσμίκευση της Παιδείας στην ομιλούμενη γλώσσα, ώστε αυτή να γίνει προσιτή στο λαό, και το διαπαιδαγωγικό χαρακτήρα της εκπαίδευσης (για το λόγο αυτό έκανε συχνά χρήση των μύθων του Αισώπου). Συγκρίνοντας τις γερμανικές χώρες με τα Τουρ66
κοκρατούμενα Βαλκάνια έγραφε το 1788 σε μια επιστολή του: «Σύγκρινα αυτές τις χώρες με την ωραία αλλά φτωχή και βάρβαρη Αλβανία, με τη Σερβία, τη Βοσνία και την Ερζεγοβίνη για τις οποίες κλαίω περισσότερο, καθώς μου είναι οικειότερες και προσφιλέστερες. Συχνά αναστέναζα και έχυνα πικρά δάκρυα, καθώς έλεγα πότε θα υπάρξει τέτοιο σχολείο και σ’ αυτές τις όμορφες χώρες, πότε η εκεί νεολαία θα διαποτιστεί από αυτές τις επιστήμες; Οι άθλιοι Τούρκοι περιμένουν να ακούσουν κάτι λογικό από τους δερβίσηδές τους, οι φτωχοί και καταπιεσμένοι χριστιανοί από τους μοναχούς. Αλλά τι μπορούν να τους πουν οι μοναχοί, αν αυτοί οι ίδιοι δεν γνωρίζουν τίποτα εκτός απ’ αυτό: “δώστε ελεημοσύνη και απαρνηθείτε τον καθένα σ’ αυτόν τον κόσμο που δεν έχει την ίδια θρησκεία και τον ίδιο νόμο!”. Oταν είδα τι είδους βιβλία σχεδιάζονταν, γράφονταν και εκδίδονταν καθημερινά σ’ αυτές τις γερμανικές χώρες και εγώ λυπήθηκα βαθιά, καθώς σκέφθηκα τι λένε οι άνθρωποί μου: “Φέρτε μας βιβλία από τη Ρωσία!”. Και τι είδους βιβλία; Δεν υπάρχει ούτε ένας κατάλογος να μας δώσει πληροφορίες για τους τίτλους των βιβλίων που μεταφράζονται στη Ρωσία από άλλες γλώσσες και εκδίδονται στην εκκλησιαστική σλαβονική και τη ρωσική. Αδιάλειπτα σκεπτόμενος αυτά τα προβλήματα, θυμήθηκα την επιθυμία που εξεδήλωσα όταν ακόμα ήμουν στη Δαλματία, και το σχέδιο που είχα αποφασίσει να πραγματοποιήσω, να ικανοποιήσω, δηλαδή, τη σοβαρή και άμεση ανάγκη του λαού μας για βιβλία, γραμμένα και εκδοθέντα στη λαϊκή, ομιλούμενη γλώσσα. Σκέφθηκα καλά τη θύελλα αντιδράσεων που προκαλούν όσοι πρώτοι επιχειρούν να προωθήσουν τέτοιες ιδέες. Αλλά, για όνομα του Θεού, ας αρχίσει κάποτε το καλό έργο!... “Oμως τι θα προκύψει απ’ αυτό;”, ίσως ρωτήσει κάποιος. Στους ανθρώπους που προορίζονται για εκκλησιαστικά αξιώματα είναι απαραίτητο, χωρίς περαιτέρω αναβολή, να χορηγούνται τέτοια βιβλία που να τους καθιστούν περισσότερο μορφωμέΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Ο Σέρβος πρώην μοναχός Δοσίθεος Ομπράντοβιτς υποστήριζε την εκκοσμίκευση της παιδείας στην ομιλούμενη γλώσσα. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
67
νους, όταν τα μελετούν, ώστε να είναι σε θέση να μορφωθούν οι ίδιοι και να μορφώσουν το έθνος τους, οδηγώντας το λαό στο δρόμο της δικαιοσύνης και της διαφώτισης… Και έτσι, αφού αποφάσισα να δημοσιεύσω κάτι, την άνοιξη αναχώρησα για τη Λειψία, καθώς σ’ αυτή την πόλη υπήρχε σλαβικό τυπογραφείο, που τύπωνε ακόμα και μερικά βιβλία για τη Ρωσία, όπως επίσης και πανεπιστήμιο, όπως αυτό του Χάλε. Εδώ γράφτηκα επίσης στο πανεπιστήμιο. Παρακολούθησα τις παραδόσεις της Φυσικής του καθηγητή Μπορν και άρχισα να εκδίδω βιβλία για την ιδιωτική μου ζωή, επιδιώκοντας δύο σκοπούς: πρώτον, να δείξω ότι τα μοναστήρια είναι περιττά στην κοινωνία και, δεύτερον, να δείξω τη μεγάλη ανάγκη για γερή κατάρτιση ως την αποτελεσματικότερη μέθοδο για την απελευθέρωση των ανθρώπων από τη δεισιδαιμονία και τον προσανατολισμό τους στον αληθινό σεβασμό του Θεού, στην εκλογικευμένη θρησκευτικότητα, στις λαμπρές αρετές με τις οποίες ένας λογικός άνθρωπος θα πορευθεί στον αληθινό δρόμο της επίγειας και αιώνιας ευημερίας». Για τον Σέρβο διανοούμενο η χριστιανική ορθόδοξη πίστη δεν ήταν ασυμβίβαστη με το δυτικό ορθολογισμό και, υπό την επίδραση του Προτεσταντισμού, ο Ομπράντοβιτς απέδωσε σημασία στον ειλικρινή και εσωτερικό σεβασμό του Θεού και όχι στις τελετουργίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας. «Εμαθα να κρίνω και να εκτιμώ τη θρησκεία και την πίστη με έναν καλύτερο και λογικότερο τρόπο. Τα βιβλία των λογίων ανδρών μου έδωσαν το μέσο να διακρίνω τη δεισιδαιμονία από την Ορθοδοξία και την καθαρή μελέτη της Γραφής από κάθε ανθρώπινη συνήθεια και προσθήκη… Δεν εξαπατώμαι πλέον από τα φανταχτερά χρώματα, από το όφελος και την εξωτερική λάμψη: Μπορώ να διακρίνω τον αληθινό και εσωτερικό σεβασμό, την ευσέβεια, από τις εξωτερικές συνήθειες, το τυπικό και τη λατρεία… Με ρωτάτε γιατί ξεσηκώθηκα ενάντια στις νηστείες και το μεγάλο αριθμό των γιορτών… Πέρασα 25 χρόνια ανάμεσα σε διάφορους λαούς της πίστης μας σε Ελλάδα, 68
Αλβανία, Βοσνία, Ερζεγοβίνη, Μολδαβία και άλλες περιοχές. Στην πράξη όλοι οι άνθρωποι έχουν συνείδηση ότι είναι χριστιανοί της Ανατολικής Εκκλησίας μόνο κατά την περίοδο της νηστείας και των εορτών. Και πώς νηστεύουν! Αχ αδελφοί μου, ο Θεός βλέπει και ακούει όλα τα πράγματα: Πρέπει να πω την αλήθεια! Νηστεύουν αποκλειστικά οι πτωχοί, αυτοί που ζουν πάνω στην άγονη γη και θαρρούν ότι βρίσκονται σε βασιλική τράπεζα μερικούς μήνες το έτος, φθάνει μονάχα να έχουν ψωμί από σιτάρι ή καλαμπόκι…». Η ανάγκη της καλλιέργειας και της κωδικοποίησης μιας λόγιας σερβικής γλώσσας με βάση την ομιλούμενη διάλεκτο ήταν για τον Ομπράντοβιτς επιτακτική. «Αλλά ας δούμε για λίγο τα πεφωτισμένα ευρωπαϊκά έθνη… Τώρα καθένα από τα έθνη αυτά προσπαθεί να τελειοποιήσει τη διάλεκτό του. Αυτό είναι πολύ χρήσιμο, διότι όταν οι μορφωμένοι άνθρωποι γράφουν τις σκέψεις τους στην κοινή γλώσσα όλου του έθνους, τότε ο φωτισμός της διάνοιας και το φως της γνώσης δεν περιορίζονται μονάχα στους ανθρώπους που καταλαβαίνουν την παλιά λόγια γλώσσα, αλλά διαδίδονται και φθάνουν ακόμα και στους χωρικούς, εκπαιδεύουν και τους πιο δειλούς χωρικούς και ποιμένες, αρκεί μονάχα να γνωρίζουν να διαβάζουν… Μια γλώσσα αποκτά αξία μέσω του καλού που προκαλεί. Και ποια γλώσσα μπορεί να κάνει κάτι καλύτερο από την κοινή γλώσσα όλου του έθνους!». Υπό την επίδραση του Διαφωτισμού ο Ομπράντοβιτς δεν θεωρούσε τη θρησκεία προσδιοριστικό στοιχείο της εθνικής ταυτότητας, αλλά κυρίως τη γλώσσα και την καταγωγή. «Ποιος δεν γνωρίζει ότι ο πληθυσμός του Μαυροβουνίου, της Δαλματίας, της Ερζεγοβίνης, της Βοσνίας, της Σερβίας, της Κροατίας, της Σλαβονίας, της Συρμίας, της Μπάτσκας και του Βανάτου (με εξαίρεση τους Ρουμάνους) ομιλεί την ίδια γλώσσα; Οταν γράφω για το λαό που ζει σ’ αυτές τις ηγεΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Ο Βουκ Κάρατζιτς που αγωνίστηκε για την κωδικοποίηση της σερβικής γλώσσας.
μονίες και επαρχίες, έχω υπόψη μου τόσο την Ελληνική όσο και τη Λατινική Εκκλησία και δεν αποκλείω ακόμα και τους Τούρκους της Βοσνίας, στο βαθμό που η θρησκεία και η πίστη μπορούν να αλλάξουν, ποτέ όμως η εθνότητα και η γλώσσα. Ο Τούρκος στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη ονομάζεται Τούρκος λόγω της θρησκείας του, αλλά όσον αφορά στην εθνότητα και τη γλώσσα, τέτοιοι που ήταν οι προπάτορές του, τέτοιοι θα είναι και οι τελευταίοι απόγονοι: Βόσνιοι και Ερζεγοβίνοι μέχρι της συντέλειας του κόσμου. Θα ονομάζονται ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Τούρκοι όσο οι Τούρκοι θα διοικούν τη χώρα, αλλά όταν οι αληθινοί Τούρκοι επιστρέψουν στο βιλαέτι τους, απ’ όπου ήρθαν, οι Βόσνιοι θα παραμείνουν Βόσνιοι και θα είναι ακριβώς τέτοιοι που υπήρξαν οι πρόγονοί τους». Ετσι, Σέρβοι, Κροάτες και Βόσνιοι μουσουλμάνοι αποτελούν για τον Ομπράντοβιτς ένα ενιαίο σύνολο. Για τα δεδομένα του 18ου αιώνα θα ήταν ατόπημα να εξαχθεί από τη γλωσσική αυτή τοποθέτηση του Σέρβου διανοούμενου το συμπέρασμα 69
για ένα σερβικό ηγεμονισμό. Ο Ομπράντοβιτς είχε συνείδηση της ιστορικής του ευθύνης έναντι του λαού του και έσπευσε στην επαναστατημένη Σερβία, όπου έγινε ο πρώτος υπουργός Παιδείας. γ) Ο Βουκ Κάρατζιτς (1787-1864). Γεννήθηκε στο Τρσιτς, κοντά στα σύνορα με τη Βοσνία. Η οικογένειά του προερχόταν από την Ερζεγοβίνη. Σπούδασε στη Βιέννη και υπήρξε μαθητής του διάσημου Σλοβένου σλαβολόγου Βαρθολομαίου Κόπιταρ. Υπό την επίδραση του Διαφωτισμού και του γερμανικού Ρομαντισμού, συνέλεξε τα σερβικά δημοτικά τραγούδια, συνέταξε γραμματική και λεξικό της ομιλούμενης σερβικής γλώσσας, «αυτού του πανάκριβου θησαυρού». Γνωρίστηκε με τον
Γκαίτε ο οποίος εξεδήλωσε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα σερβικά δημοτικά τραγούδια. Αγωνίστηκε κυρίως για την κωδικοποίηση της σερβικής γλώσσας με βάση την ομιλούμενη στοκαβική διάλεκτο. Υπερασπίστηκε θερμά την ομιλούμενη σερβική γλώσσα, «τη γλώσσα των χοιροβοσκών και των βουκόλων», όπως την αποκαλούσαν εκκλησιαστικοί κύκλοι, που υπερθεμάτιζαν τη σημασία της εκκλησιαστικής σλαβονικής. Οι μεταρρυθμίσεις του υιοθετήθηκαν το 1868 από τη σερβική κυβέρνηση. Ως στοιχεία ταυτότητας θεωρούσε τη γλώσσα και την καταγωγή και όχι τη θρησκεία. Ετσι, δεν θεωρούσε τον Καθολικισμό ως στοιχείο κροατικής ταυτότητας. Οσοι ομιλούσαν τη στοκαβική διάλεκτο ήταν για τον Κάρατζιτς Σέρβοι,
Χάρτης της Τρανσυλβανίας, η οποία υπήρξε λίκνο της ρουμανικής εθνικής κίνησης. 70
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ο όρος Κροάτες δεν είχε τότε καθολική χρήση εθνονυμίου - χρησιμοποιούνταν μονάχα για την περιοχή γύρω από το Ζάγκρεμπ, αλλού οι Καθολικοί Σλάβοι (Κροάτες) αυτοπροσδιορίζονταν ως Δαλματοί, Σλαβόνοι, Κραγινοί κ.λπ. Από τη θέση του Κάρατζιτς το 1836, ότι όλοι όσοι ομιλούν τη στοκαβική διάλεκτο μπορούν να θεωρηθούν Σέρβοι, δεν εξάγεται ένας σερβικός ηγεμονισμός. Ο Κάρατζιτς προσπαθούσε απλά να βρει ένα γλωσσικό κριτήριο προσδιορισμού των Σέρβων. Οι συνθήκες ευνοούσαν συνεπώς μια εξέγερση των Σέρβων. Υπήρχε μια σερβική παροικία στην Αυστρία που επηρεάστηκε από τις ιδέες του Διαφωτισμού, μια σερβική εμπορική τάξη στο πασα-
λίκι του Βελιγραδίου που εξέτρεφε και πουλούσε κυρίως χοίρους στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων και λειτουργούσε το σύστημα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης (κνεζ). Επίσης, οι Σέρβοι είχαν αποκτήσει πολεμική πείρα κατά τους αυστροτουρκικούς πολέμους και ιδιαίτερα μαζική ήταν η συμμετοχή τους στον τελευταίο αυστροτουρκικό πόλεμο (1787-1791). Στην αντίπερα όχθη, στο λεγόμενο Στρατιωτικό Σύνορο, οι Σέρβοι ήταν οι ακρίτες των συνόρων της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων και εύκολα μπορούσαν να μεταβούν στο πασαλίκι του Βελιγραδίου και να παράσχουν στρατιωτικές υπηρεσίες.
3) Η περίπτωση των Ρουμάνων Το λίκνο της ρουμανικής εθνικής κίνησης υπήρξε η Τρανσυλβανία, όπου οι Ρουμάνοι αποτελούσαν βέβαια την πλειονότητα, αλλά ήταν διάσπαρτοι ανά τη χώρα και εξαρτημένοι χωρικοί. Οι Ρουμάνοι δεν είχαν αριστοκρατική τάξη, πράγμα πολύ σημαντικό για το κοινωνικό status στην Αυτοκρατορία των Αψβούργων. Ως επίσημα έθνη (natio = nobilitas) αναγνωρίζονταν οι Ούγγροι, οι Σάξονες και οι Σίκουλοι, ως επίσημες θρησκείες (religiones acceptae) η Ουνία, ο Καθολικισμός, ο Προτεσταντισμός και ο Καλβινισμός. Η Ορθοδοξία ήταν απλά ανεκτή (religio tolerata). H Δίαιτα της Τρανσυλβανίας αποτελούνταν κυρίως από ευγενείς Ούγγρους, Σάξονες και Σίκουλους. Η διαδικασία εθνικής αφύπνισης των Ρουμάνων ήταν περισσότερο αποτέλεσμα εξωτερικών παραγόντων, κυρίως της πολιτικής της Βιέννης που επιδίωκε την ενίσχυση του συγκεντρωτισμού. Στους Ρουμάνους (Βλάχοι ήταν η επίσημη ορολογία της Βιέννης) οι Αυστριακοί διείδαν μια δύναμη εξισορρόπησης των κεντρόφυγων τάσεων των Ούγγρων. Την εθνική αφύπνιση των Ρουμάνων της Τρανσυλβανίας ευνόησαν οι εξής παράγοντες:
Ο ουνίτης επίσκοπος Ινοτσέντσιε Μίκου Κλάιν πρόβαλε ως ιστορικό επιχείρημα τη θεωρία του λατινισμού, δηλαδή την καταγωγή των Ρουμάνων από τους Ρωμαίους. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
α) Η ανακήρυξη της Ουνίας (1699) από τη Βιέννη. Ιδιαίτερη δραστηριότητα ανέπτυξε ο ουνίτης επίσκοπος Ινοτσέντσιε Μίκου-Κλάιν που μετέφερε την έδρα της Ουνιτικής Εκκλησίας στην πόλη Μπλαζ. Οι Ρουμάνοι Ουνίτες απέκτησαν τα ίδια 71
Η πεφωτισμένη πολιτική του αυτοκράτορα των Αψβούργων, Ιωσήφ Β΄, ενθάρρυνε τους Ρουμάνους αγρότες στη διεκδίκηση κοινωνικής ισοτιμίας. Αριστερά, στον πίνακα του Pompeo Batoni ο αδελφός του και μετέπειτα αυτοκράτορας Λεοπόλδος Β΄. 72
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
δικαιώματα με τους Καθολικούς και έτσι άρχισε ένας αγώνας των Ρουμάνων για την αναγνώριση της πολιτικής τους ισοτιμίας με τους Ούγγρους, Σάξονες και Σίκουλους. Μέσω της Ουνιτικής Εκκλησίας δημιουργήθηκε μια τάξη διανοουμένων, καθώς Ρουμάνοι σπούδαζαν Θεολογία στη Βιέννη και τη Ρώμη. Ο Ινοτσέντσιε Μίκου-Κλάιν επιδίωκε επίμονα την αναγνώριση των δικαιωμάτων των Ρουμάνων. Πρόβαλλε ως ιστορικό επιχείρημα τη θεωρία του Λατινισμού (τη συνεχή παρουσία των Ρουμάνων στην Τρανσυλβανία και την καταγωγή τους από τους Ρωμαίους) και υπέβαλλε υπομνήματα στον αυτοκράτορα και τη Δίαιτα για τη βελτίωση της θέσης τους. Αλλά οι προσπάθειές του δεν είχαν επιτυχία, το 1744 εξορίστηκε στη Ρώμη και το 1751 εξαναγκάστηκε να παραιτηθεί. Καθώς πολλοί Ρουμάνοι παρέμειναν πιστοί στην Ορθοδοξία και αρνήθηκαν να προσχωρήσουν στην Ουνία, η Βιέννη αναγνώρισε και Ορθόδοξη Ρουμανική Εκκλησία (1761) που υπαγόταν στη σερβική μητρόπολη του Κάρλοβιτς (Sremski Karlovci). Η έδρα του Ορθόδοξου επισκόπου ήταν στην πόλη Sibiu. Οι Ρουμάνοι της Τρανσυλβανίας διατηρούσαν επαφές με τους Βλάχους και τους Μολδαβούς και προμηθεύονταν εκκλησιαστικά βιβλία από τις παρίστριες ηγεμονίες. β) Η πεφωτισμένη πολιτική του Ιωσήφ Β’. Το διάταγμα της ανεξιθρησκίας (1781) ενθάρρυνε τους Ρουμάνους αγρότες να διεκδικήσουν δυναμικά το αίτημά τους για πολιτική ισοτιμία και κοινωνική απελευθέρωση. Η ένταξη της Τρανσυλβανίας στο στρατιωτικό σύνορο (1762) είχε δημιουργήσει στους Ρουμάνους χωρικούς την προσδοκία ότι θα καταργούνταν η δουλοπαροικία και ότι οι ίδιοι θα μετατρέπονταν σε ελεύθερους αγρότες-συνοροφύλακες, όπως οι Σέρβοι. Τον Νοέμβριο του 1784 εκδηλώθηκε μια αυθόρμητη αγροτική εξέγερση υπό την ηγεσία των χωρικώνδουλοπάροικων Γκρισάν, Χόρεα και Κλόσκα. Η εξέγερση είχε σαφή εθνικό και κοινωνικό χαρακτήρα. Οι εξεγερμένοι Ρουμάνοι χωρικοί λεηλάτησαν τα κτήματα των ευγενών, τους εξανάγκαζαν να προσχωρήσουν στην Ορθοδοξία και να παντρέψουν τις κόρες τους με δουλοπάροικους. Με τις συμβολικές αυτές κινήσεις υπογράμμιζαν τα αιτήΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ματά τους - κατάργηση της φεουδαρχίας, αγροτική μεταρρύθμιση, αναγνώριση της ισοτιμίας των Ορθοδόξων Ρουμάνων. Ο Ιωσήφ Β’ διέταξε την καταστολή της εξέγερσης. Οι Χόρεα και Κλόσκα εκτελέστηκαν στον τροχό, ο Γκρισάν αυτοκτόνησε στη φυλακή. Αλλά η εξέγερση απέβη επωφελής για τους Ρουμάνους. Το 1785 ο Ιωσήφ Β’ κατήργησε τη δουλοπαροικία και οι χωρικοί μπορούσαν να εγκαταλείψουν τη γη. Ετσι, σταδιακά οι Ρουμάνοι άρχισαν να αποκτούν δικαιώματα και να στρατεύονται ως ελεύθεροι χωρικοί στο στρατιωτικό σύνορο της Τρανσυλβανίας. Στο δεύτερο ήμισυ του 18ου αιώνα πνευματική δραστηριότητα ανέπτυξε κυρίως η Σχολή της Τρανσυλβανίας με κύριους εκπροσώπους τους Σαμουήλ Μίκου Κλάιν, Γκεόργκε Σινκάι και Πέτρου Μάγιορ. Οι εκπρόσωποι της Σχολής της Τρανσυλβανίας υπερτόνισαν τη θεωρία του Λατινισμού: οι Ρουμάνοι είναι αυτόχθονες στην Τρανσυλβανία, απόγονοι των ρωμαϊκών λεγεώνων, η ρουμανική γλώσσα προέρχεται από την ομιλούμενη καθαρή λατινική. Προσπάθησαν να κωδικοποιήσουν μια λόγια ρουμανική γλώσσα με χρήση του λατινικού και όχι του κυριλλικού αλφαβήτου, αποβάλλοντας τις σλαβικές λέξεις. Συνέταξαν λεξικά της ρουμανικής και συνέγραψαν Ιστορία των Ρουμάνων. Στο έργο του «Σύντομη επισκόπηση της Ιστορίας των Ρουμάνων» (1805-1806) ο Σαμουήλ Μίκου Κλάιν τόνισε την ένδοξη ρωμαϊκή καταγωγή των Ρουμάνων.
Το Βουκουρέστι σε γκραβούρα των αρχών του 18ου αιώνα. 73
«Μέσω της γλώσσας αποδεικνύεται ότι οι Ρουμάνοι, οι οποίοι σήμερα κατοικούν στη Δακία, προέρχονται από τους αρχαίους Ρωμαίους. Οι Ρουμάνοι της Δακίας διατήρησαν τη λατινική γλώσσα, αν και πολύ φθαρμένη από τα βαρβαρικά φύλα. Και αυτό καθιστά εντελώς πιθανή την υπόθεση ότι οι Ρουμάνοι είναι οι πραγματικοί γιοι και εγγονοί των αρχαίων Ρωμαίων που κυριάρχησαν σε ολόκληρο τον κόσμο. Και δεν υπάρχει τίποτα το παράξενο που οι Ρουμάνοι διέφθειραν τη γλώσσα τους και δέχτηκαν πολλές λέξεις από βαρβαρικά φύλα υπό την εξουσία των οποίων βρέθηκαν, αν έχει κανείς υπόψη του ότι το ίδιο συνέβη και με τους Ρωμαίους στη Ρώμη και με τους Ελληνες… Οι Ρωμαίοι στην Ιταλία δεν καταλαβαίνουν τη λατινική γλώσσα και οι Ελληνες πάλι δεν καταλαβαίνουν τη γλώσσα των αρχαίων Ελλήνων.
Ούγγρους, διότι οι λαοί αυτοί, αν και ξένοι, γειτόνευσαν με τους Ρουμάνους, αναμίχθηκαν μαζί τους και είχαν αμοιβαίες σχέσεις - κάτι που οι μορφωμένοι άνθρωποι γνωρίζουν πολύ καλά και μερικοί ακόμα το κατέγραψαν. Αυτό που θα ήθελα να πω σύντομα είναι να δώσω μερικές πληροφορίες για το ρουμανικό λαό και με τον τρόπο αυτό να του προκαλέσω την επιθυμία να συλλογιστεί και να κατανοήσει από ποιους προγόνους και από ποιο λαό προέρχεται -από λαό που ήταν ισχυρός και ένδοξος και κυριαρχούσε σε όλους τους λαούς- και να δει σε τι κατάπτωση περιήλθε -αγγαρεία και δουλεία, απλοϊκότητα και άγνοια, πενία και δυστυχία (πόσο θλίβομαι όταν το σκέφτομαι)… Βλέποντας όλα αυτά σαν σε καθρέφτη,
Δεν μπορεί καθόλου να λεχθεί ότι οι Ρουμάνοι οικειοποιήθηκαν τη λατινική γλώσσα χάρη στις επαφές τους με τους Ρωμαίους. Οι Ρουμάνοι που τώρα κατοικούν στη Δακία δεν είχαν για αιώνες καμιά ανάμιξη και καμιά σχέση με τους Ρωμαίους της Ιταλίας, καθώς απέχουν πολύ μεταξύ τους και παρεμβάλλονται πολλοί διαφορετικοί λαοί που μιλούν διάφορες γλώσσες. Είναι ορθότερο να λεχθεί ότι οι Ρουμάνοι δανείστηκαν μερικές λέξεις από τους Βούλγαρους, από τους Σλάβους και από τους
Η φυγή του Φαναριώτη πρίγκιπα Μαυρογένη στο Βουκουρέστι, καθώς τα αυστριακά αυτοκρατορικά στρατεύματα πλησιάζουν. Λιθογραφία εποχής. 74
Ο Κωνσταντίνος Μαυροκορδάτος, ηγεμόνας της Βλαχίας και της Μολδαβίας, κατήργησε τη δουλοπαροικία και περιόρισε τις μέρες της αγγαρείας. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
να αρχίσει να αναζητά τρόπους να γίνει πάλι άξιος και μεγάλος, να επιδιώξει τη γνώση και μέσω της γνώσης να γίνει σοφός και μέσω της σοφίας να κατακτήσει την ευδαιμονία, να επιδιώξει την επίτευξη του κοινού καλού και την ευδαιμονία του λαού και ο καθένας να μην επιδιώκει το προσωπικό του καλό, παρακινούμενος από τα εγωιστικά του πάθη». Με μελανά χρώματα περιέγραψε την κατάσταση στις παραδουνάβιες ηγεμονίες μετά την αναγνώριση της οθωμανικής κυριαρχίας. «Αλλά και υπό τον τουρκικό ζυγό οι ηγεμόνες, στον αγώνα τους για εξουσία, συκοφαντούσαν ο ένας τον άλλον και ο καθένας ήθελε να ανέλθει στο θρόνο. Για το σκοπό αυτό συναγωνίζονταν ο ένας τον άλλο στο να υπόσχονται στους Τούρκους μεγαλύτερους φόρους και δώρα. Ούτε σκέφτονταν ούτε προσπαθούσαν να ανορθώσουν το υποδουλωμένο τους κράτος, δεν έκαναν τίποτα για το καλό του λαού, αλλά φρόντιζαν μόνο να τον λεηλατήσουν περισσότερο». Την ίδια πολιτική ασκούσαν και οι Φαναριώτες, αλλά ήταν περισσότερο επικίνδυνοι από τους Μολδαβούς και Βλάχους ηγεμόνες για τη ρουμανική εθνική υπόθεση. «Μερικοί Eλληνες ηγεμόνες έκαναν κάτι για την Παιδεία, στην ελληνική γλώσσα εννοείται - κατά συνέπεια προς όφελος των Ελλήνων και προς ζημία των Ρουμάνων. Eτσι, φθάσαμε στο σημείο οι Ρουμάνοι βογιάροι να ντρέπονται πλέον να ονομάζονται Ρουμάνοι, αποκαλώντας Ρουμάνους μονάχα τους απλούς ανθρώπους του λαού… Και ακόμα χειρότερο, οι Eλληνες ηγεμόνες φέρνουν για αρχιμανδρίτες Eλληνες από την Ελλάδα, οι οποίοι επιδιώκουν μονάχα ένα σκοπό, να καταστήσουν τους Ρουμάνους τυφλούς, για να μη βλέπουν πως τα αγαθά της χώρας μεταφέρονται στην Τουρκία». Πρώτοι οι ιστορικοί της Σχολής της Τρανσυλβανίας εμφύτευσαν το αντιφαναριώτικο σύνδρομο που παρέμεινε στερεότυπο στη ρουμανική ιστοριογραφία του 19ου αιώνα. Πρώτοι ασχολήθηκαν ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
επίσης και με την Ιστορία του Βυζαντίου. Καθώς στις βυζαντινές πηγές μετά τον 11ο αιώνα υπάρχουν αναφορές στους Βλάχους, οι οποίοι θεωρήθηκαν από τους Ρουμάνους απόγονοι των ρωμαϊκών λεγεώνων, οι ιστορικοί της Σχολής της Τρανσυλβανίας αντιμετώπισαν το πρόβλημα της ελληνικότητας και της ρωμαϊκότητας του Βυζαντίου. Κατά τη Σχολή της Τρανσυλβανίας, το Βυζάντιο από τον 7ο αιώνα και κατόπιν ήταν ένα ελληνικό κράτος από την άποψη της κουλτούρας και της κυρίαρχης εθνολογικής ομάδας και ρωμαϊκό μόνο από την άποψη της ιδεολογίας. Βασικοί φορείς της ρωμαϊκότητας υπήρξαν οι Βλάχοι που με την εξέγερσή τους εναντίον των Βυζαντινών-Ελλήνων το 1185-86 συνέβαλαν στην ίδρυση του «βλαχο-βουλγαρικού κράτους» των Ασενιδών. Είναι προφανές ότι οι Ρουμάνοι στην Τρανσυλβανία δέχτηκαν την επίδραση του Διαφωτισμού. Eτσι, άρχισε η διαμόρφωση μιας ρουμανικής εθνικής συνείδησης. Τονίστηκαν η λατινογένεια της ρουμανικής γλώσσας, η ρωμαϊκή καταγωγή των Ρουμάνων, αλλά και η ορθόδοξη θρησκεία, λόγω των ειδικών συνθηκών στην Τρανσυλβανία. Μετά το θάνατο του Ιωσήφ Β’, λόγω ουγγρικών κυρίως πιέσεων, ήρθη η ισοτιμία των Ρουμάνων. Ρουμάνοι διανοούμενοι υπέβαλαν το 1791 ένα υπόμνημα (Supplex Libellus Valachorum) στο νέο αυτοκράτορα Λεοπόλδο. Με αναφορά στο Λατινισμό απαιτούσαν την αποκατάσταση των παλαιών δικαιωμάτων: 1) ισοτιμία των Ρουμάνων ως natio, 2) συμμετοχή στη διοίκηση και τις δημόσιες υπηρεσίες ανάλογα με την πληθυσμιακή τους δύναμη, 3) αναγνώριση της ισοτιμίας της ρουμανικής γλώσσας και της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο Λεοπόλδος παρέπεμψε το υπόμνημα στη Δίαιτα της Τρανσυλβανίας, που το απέρριψε. Οι αγώνες των Ρουμάνων στην Τρανσυλβανία ολόκληρο το 19ο αιώνα αποσκοπούσαν στην αναγνώρισή τους ως ισότιμου έθνους. Ανασταλτικός παράγοντας για τους Ρουμάνους υπήρξε η έλλειψη μιας τάξης ευγενών. Οι αγώνες διεξάγονταν από την Εκκλησία (Ουνιτική και Ορθόδοξη) και τους διανοουμένους. 75
Στις παραδουνάβιες ηγεμονίες ο 18ος αιώνας σημαδεύτηκε από την παρουσία των Φαναριωτών. Η επιλογή των Φαναριωτών ως ηγεμόνων δεν συνιστούσε ρήξη με τον προγενέστερο πολιτικό βίο των ηγεμονιών, αλλά υπήρξε η συνέχεια της ελληνικής παρουσίας του 17ου αιώνα. Για να καταλάβει και να διατηρήσει κάποιος το αξίωμα του ηγεμόνα έπρεπε να καταβάλει μεγάλο ποσό στην Υψηλή Πύλη που εξασφαλιζόταν από τις εισφορές του ντόπιου πληθυσμού. Δαπανηρή ήταν και η συντήρηση των ακολούθων των Φαναριωτών. Ετσι, το 18ο αιώνα αποκορυφώθηκε η οικονομική εκμετάλλευση των ηγεμονιών από την Υψηλή Πύλη ως εντολοδόχοι της οποίας ενεργούσαν οι Φαναριώτες. Ωστόσο, η φαναριώτικη περίοδος είναι η περίοδος των μεταρρυθμίσεων στις ηγεμονίες. Το καθεστώς της δουλοπαροικίας και
η βαριά φορολογία εξανάγκαζαν τους χωρικούς να εγκαταλείψουν τις ηγεμονίες, επωφελούμενοι των πολέμων των ετών 1715-1718 και 17361739. Αντιλαμβανόμενος άριστα τα προβλήματα, ο Κωνσταντίνος Μαυροκορδάτος ως ηγεμόνας της Βλαχίας και της Μολδαβίας κατήργησε τη δουλοπαροικία (1746 στη Βλαχία και 1749 στη Μολδαβία), περιόρισε στις 12 ημέρες την αγγαρεία στη Βλαχία και σε 24 στη Μολδαβία και παγίωσε το ποσό του φόρου των χωρικών. Ταυτόχρονα, ίδρυσε στο Βουκουρέστι και το Ιάσι τις περίφημες Ακαδημίες που εξελίχθηκαν σε φυτώρια του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού (Φιλοσοφία, Φυσικές Επιστήμες, Μαθηματικά). Οι επαφές με την Ευρώπη, που υπήρχαν ήδη από το 17ο αιώνα, δεν διακόπηκαν και από την άποψη αυτή η φαναριώτικη περίοδος δεν συνιστά «οπισθοδρόμηση».
Ο Γκεόργκε Ασάκη, που ίδρυσε το πρώτο ρουμανικό σχολείο το 1813 στο Ιάσιο.
Ο Γκεόργκε Λάζαρ, ο οποίος ίδρυσε στο Βουκουρέστι το πρώτο γυμνάσιο όπου διδασκόταν η ρουμανική Ιστορία.
76
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Ιδρύθηκαν βέβαια ελληνικά σχολεία, η ελληνική γλώσσα ήταν η επίσημη, ένα μέρος των μεγαλοβογιάρων είχε εξελληνιστεί, αλλά τυπώθηκαν και πολλά βιβλία στη ρουμανική γλώσσα. Καθώς το Δίκαιο ήταν εθιμικό, οι Φαναριώτες προσπάθησαν να το κωδικοποιήσουν, με προσαρμογή στην αυστριακή και γαλλική νομοθεσία. Οι Φαναριώτες μπορούν να χαρακτηριστούν ως «εκσυγχρονιστές». Ωστόσο, οι ηγεμονίες ήταν de jure τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και οι Φαναριώτες υπόκειντο στην αυθαιρεσία του σουλτάνου. Οι μεταρρυθμίσεις τους, όπως η κατάργηση της δουλοπαροικίας και η φορολογία, δεν υπαγορεύτηκαν από την ανάγκη της ανάπτυξης καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, αλλά αποσκοπούσαν στο να καταστήσουν το υπάρχον σύστημα περισσότερο εκλογικευμένο και παραγωγικό. Το διαφωτιστικό τους έργο δεν υποστηρίχθηκε από τους Οθωμανούς τους οποίους ελάχιστα ενδιέφερε η κοινωνικοοικονομική κατάσταση των ηγεμονιών. Καθώς δεν υπήρχε ένα καθορισμένο πλαίσιο των κάθε είδους υποχρεώσεων των ηγεμονιών προς τους Οθωμανούς, η αυθαιρεσία των δεύτερων ήταν δεδομένη. Ετσι, η ανάγκη για αύξηση της παραγωγής των αγροτικών προϊόντων, προκειμένου να εξασφαλιστούν οι οικονομικοί πόροι για τις κάθε είδους υποχρεώσεις των ηγεμόνων, των ακολούθων τους και των βογιάρων, οδήγησε σε επιδείνωση της θέσης των χωρικών. Πολλά μέτρα πεφωτισμένων ηγεμόνων στην πορεία ήρθησαν. Για παράδειγμα, στο δεύτερο ήμισυ του 18ου αιώνα αυξήθηκαν οι ημέρες αγγαρείας των χωρικών. Η κατάργηση της δουλοπαροικίας, που αποσκοπούσε στη μείωση της δύναμης των βογιάρων, τελικά αποδείχτηκε χιμαιρική. Οι τάξεις των μεσαίων κυρίως βογιάρων επιθυμούσαν την αντικατάσταση των Φαναριωτών με ντόπιους ηγεμόνες. Από την Τρανσυλβανία ο Λατινισμός μεταλαμπαδεύτηκε στη Βλαχία και τη Μολδαβία. Το 1813, στο Ιάσι ο Γκεόργκε Ασάκη ίδρυσε το πρώτο ρουμανικό σχολείο, το 1818 στο Βουκουρέστι ο Γκεόργκε Λάζαρ ίδρυσε το πρώτο ρουμανικό γυμνάσιο, όπου διδασκόταν και η ρουμανική Ιστορία. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
4) Η περίπτωση των Βουλγάρων Υπήρχαν πολλοί ανασταλτικοί παράγοντες για την εθνική αφύπνιση των Βουλγάρων, η οποία καθυστέρησε σε σύγκριση με τους Ελληνες και Σέρβους: α) Η έλλειψη μιας βουλγαρικής διασποράς στην Ευρώπη που να δεχτεί και να αξιοποιήσει τις επιδράσεις του Διαφωτισμού. Βουλγαρική παροικία υπήρχε κυρίως στην Οδησσό, αλλά οι Βούλγαροι εκεί ήταν αρχικά υπό την επιρροή του Ελληνισμού και συμμετείχαν στη Φιλική Εταιρεία. β) Η έλλειψη μιας Εκκλησίας που να διατηρεί τη μεσαιωνική βουλγαρική παράδοση. Λίγα χρόνια μετά την κατάλυση της βουλγαρικής ηγεμονίας του Τυρνόβου (1393), καταργήθηκε το Βουλγαρικό Πατριαρχείο του Τυρνόβου και υπάχθηκε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Υπήρχε βέβαια η Αρχιεπισκοπή της Αχρίδας μέχρι το 1767. Στη δικαιοδοσία της υπάγονταν όχι μονάχα Σλάβοι, αλλά Ελληνες, Βλάχοι και Αλβανοί. Η ελληνική επιρροή δεν ήταν ευκαταφρόνητη, η Θεία Λειτουργία τελούνταν στα ελληνικά και τα σλαβικά. Επίσης, δεν υπήρχε μια βουλγαρική επική παράδοση. γ) Η παρουσία ισχυρού τουρκικού στρατού στις βουλγαρικές χώρες. δ) Η ισχυρή ελληνική επιρροή μέσω του Οικουμενικού Πατριαρχείου και των ελληνικών κοινοτήτων της Βουλγαρίας. Ο όρος «Ελληνας» σήμαινε το μορφωμένο και τον πλούσιο, ενώ ο όρος «Βούλγαρος» τον άξεστο και απαίδευτο. Οι Βούλγαροι δεν είχαν κάτι αντίστοιχο με τη σερβική Βοϊβοδίνα ή τα Επτάνησα, όπως οι Σέρβοι και οι Ελληνες. Ηταν αποκομμένοι από τη Δυτική Ευρώπη και γνώρισαν το Διαφωτισμό έμμεσα, μέσω των ελληνικών σχολείων. Η πρώτη αντίδραση στην επιρροή του Ελληνισμού εκφράστηκε με τη Σλαβοβουλγαρική Ιστορία (1762) του μοναχού Παΐσιου Χιλανδαρινού από το Μπάνσκο της επαρχίας του Σαμακόφ. Ο Παΐσιος απέδωσε ιδιαίτερη σημασία στη γλώσσα, 77
Η πρώτη σελίδα χειρόγραφων σημειώσεων του Παΐσιου του Χιλανδαρινού για τη Σλαβοβουλγαρική Ιστορία. 78
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
στην καταγωγή, στο ένδοξο ιστορικό παρελθόν και επέκρινε τους Βούλγαρους που ντρέπονταν να μιλούν βουλγαρικά και να αυτοαποκαλούνται Βούλγαροι. Στη σοφία και τον πλούτο των Ελλήνων αντιπαραθέτει την απλότητα, την καλοσύνη, τη φιλοξενία και τη γενναιότητα των Βουλγάρων, αρετές χριστιανικές. Η άγνοια της Ιστορίας είναι η κύρια αιτία της θλιβερής κατάστασης των Βουλγάρων. Για τον Παΐσιο οι Βούλγαροι έχουν όλα τα χαρακτηριστικά του έθνους: γλώσσα, ένδοξο ιστορικό παρελθόν. Λείπει η αυτοσυνειδησία. Ο Παΐσιος κατά την παραμονή του στο Αγιον Ορος ανακάλυψε βουλγαρικά μεσαιωνικά χειρόγραφα και έτσι αντέκρουσε τις κατηγορίες των Ελλήνων και Ρώσων μοναχών ότι οι Βούλγαροι δεν έχουν Ιστορία. Στο έργο του εξήρε τους πολεμικούς αγώνες των Βουλγάρων κατά των Βυζαντινών, Σταυροφόρων και Τατάρων, το πολιτιστικό έργου των Κυρίλλου και Μεθοδίου, δημιουργών της σλαβικής γραφής, την προσφορά της μεσαιωνικής Βουλγαρίας στην άνθηση της σλαβικής κουλτούρας, τη σημαντική θέση της Βουλγαρίας στη μεσαιωνική Ευρώπη. Κατά την παραμονή του στο Κάρλοβιτς μελέτησε το έργο του Ορμπίνι «Το βασίλειο των Σλάβων» (1601), στο οποίο γινόταν αναφορά στους Βούλγαρους ηγεμόνες του Μεσαίωνα και επηρεάστηκε επίσης από το Σέρβο αρχιμανδρίτη Ράγιτς. Οι εμπειρίες του αυτές τον παρακίνησαν να γράψει τη Σλαβοβουλγαρική Ιστορία για να καταπολεμήσει τη γραικομανία των Βουλγάρων και για τους νουθετήσει να μιμηθούν τους Ελληνες. «Αλλά, για ποιο λόγο, ανόητοι άνθρωποι, ντρέπεστε για το λαό σας και σέρνεστε πίσω από μια ξένη γλώσσα; Απαντούν ότι τάχα οι Ελληνες είναι σοφότεροι και περισσότερο πολιτισμένοι, ενώ οι Βούλγαροι είναι απλοϊκοί και ανόητοι και δεν χρησιμοποιούν εκλεπτυσμένο λεξιλόγιο. Γι’ αυτό, λένε, προτιμάμε να ενωθούμε με τους Ελληνες. Αλλά προσέξτε, ανόητοι, υπάρχουν πολλοί σοφότεροι λαοί σοφότεροι και πιο ένδοξοι από τους Ελληνες. Απαρνιέται κανένας Ελληνας τη γλώσσα του, το γένος του και το λαό του, όπως εσείς, ανόητοι, απαρνιέστε τα δικά σας; Και φυσικά δεν κερδίζετε τίποτε, ούτε από την ελληνική σοφία ούτε από τον ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
εκλεπτυσμό τους. Εσείς, Βούλγαροι, μην ξεγελάτε τους εαυτούς σας. Μάθετε το λαό σας και τη γλώσσα σας και μελετήστε τη δική σας γλώσσα. Γιατί ντρέπεσαι να πεις ότι είσαι Βούλγαρος και γιατί δεν διαβάζεις και δεν μιλάς τη δική σου γλώσσα; Ή μήπως νομίζεις ότι οι Βούλγαροι δεν είχαν κάποτε και αυτοί το βασίλειό τους και τη χώρα τους; Πολλά χρόνια βασίλεψαν, δοξάστηκαν, έγιναν ξακουστοί σ’ όλο τον κόσμο και εξανάγκασαν τους δυνατούς Ρωμαίους και τους σοφούς Ελληνες να τους καταβάλλουν φόρους. Και οι τσάροι και οι βασιλιάδες αυτών των λαών έδιναν τις θυγατέρες τους ως συζύγους στους δικούς μας τσάρους, για να έχουν ειρήνη με τους Βούλγαρους τσάρους. Βούλγαροι ήταν οι πρώτοι, ανάμεσα σ’ όλες τις σλαβικές φυλές, που ανακηρύχτηκαν τσάροι, που απέκτησαν Πατριάρχη, που έγιναν χριστιανοί, που κατέκτησαν τη μεγαλύτερη χώρα. Οι πρώτοι άγιοι των Σλάβων ήταν Βούλγαροι και αυτοί ήταν οι πιο δυνατοί απ’ όλες τις σλαβικές φυλές. Το ίδιο και η βουλγαρική γλώσσα, όπως έγραψα σε τούτο το βιβλίο Ιστορίας, εξετάζοντας τα πράγματα σε χρονολογική σειρά. Και στην Ιστορία πολλών άλλων λαών υπάρχουν τεκμήρια για τους Βούλγαρους, διότι όλα όσα σας εξέθεσα παραπάνω για τους Βούλγαρους αληθεύουν». Το έργο του Παΐσιου, γραμμένο στην εκκλησιαστική σλαβονική, τυπώθηκε μόλις το 1844 στη Βούδα και κυκλοφόρησε απλά σε 60 χειρόγραφα, χωρίς να επιδράσει άμεσα στα λαϊκά στρώματα. Το πρωτότυπο έργο του Παΐσιου δεν σώθηκε. Αλλά ήταν το πρώτο σημαντικό βουλγαρικό πνευματικό δημιούργημα που βρήκε απήχηση στους προεστούς και στον Κλήρο. Ο Παΐσιος είχε συνείδηση της βαρύτητας του δημοσιεύματός του και προέτρεψε τους αναγνώστες του να αντιγράφουν το έργο του. Το έργο του Παΐσιου συνέχισε ο Σωφρόνιος Βρατσάνσκυ από το Κότελ. Πρώτος αντέγραψε τη Σλαβοβουλγαρική Ιστορία του Παΐσιου και συνέχισε το έργο του ως ιερέας και αργότερα ως επίσκοπος της Βράτσας (1794). Η συμβολή του έγκειται στην καλλιέργεια της ομιλούμενης γλώσσας. Ως επίσκοπος κήρυττε στη νεοβουλγαρική, προς 79
θαυμασμό των πιστών. Η αυτοβιογραφία του «Βίος και Παθήματα του Αμαρτωλού Σωφρόνιου» είναι γραμμένη στην ομιλούμενη βουλγαρική και αποτελεί μια πηγή για τις κοινωνικές συνθήκες που επικρατούσαν στο πασαλίκι του Βιδινίου στα τέλη του 18ου αιώνα (Αγιάνηδες, Κιρτζαλήδες). Κατά τον Βρατσάνσκυ, οι Βούλγαροι θα αποκτήσουν αυτοσυνειδησία μέσω της Παιδείας στην ομιλούμενη γλώσσα. Το 1806 εξέδωσε στη Βλαχία το «Κυριακοδρόμιο», δηλαδή λόγους σε ευαγγελικές περικοπές στα βουλγαρικά για ηθική διαπαιδαγώγηση. Το «Κυριακοδρόμιο» θεωρείται και το πρώτο τυπωμένο βουλγαρικό βιβλίο. Για τον Σωφρόνιο οι Ελληνες είναι πρότυπο. Μέσω της Παιδείας απέκτησαν δύναμη και επιρροή. Τόσο ο Παΐσιος όσο και ο Σωφρόνιος κινούνται περισσότερο στην Ορθόδοξη Παράδοση, παρά στο πνεύμα του δυτικού Διαφωτισμού. Πέρα από την πνευματική του ενασχόληση, ο Σωφρόνιος είχε και πολιτική δράση. Υπό την καθοδήγησή του συγκροτήθηκε στο Βουκουρέστι ένας πολιτικός κύκλος Βουλγάρων φυγάδων που ασχολήθηκε με το βουλγαρικό ζήτημα. Με δική του πρωτοβουλία στάλθηκε στη Ρωσία βουλγαρική αντιπροσωπία, προκειμένου να ζητήσει βοήθεια για την απελευθέρωση των
Ο συνεχιστής του έργου του Παΐσιου, Σώφρονιος Βρατσάνσκυ. 80
Βουλγάρων. Το 1811, όταν οι Ρώσοι έσπευσαν προς βοήθεια των Σέρβων, ο Σωφρόνιος υπέβαλε Υπόμνημα στον Ρώσο στρατηγό Κουτούζωφ, εκλιπαρώντας για την απελευθέρωση της Βουλγαρίας και την ένταξή της ως αυτόνομης επαρχίας στη Ρωσική Αυτοκρατορία. Βουλγαρικά σχολεία δεν υπήρχαν. Στις αρχές του 19ου αιώνα ιδρύθηκαν σε πολλές πόλεις της Βορειοανατολικής Βουλγαρίας ελληνικά σχολεία (Τύρνοβο, Κότελ, Σλίβεν, Φιλιππούπολη, Σιστόβη), όπου σπούδαζαν οι Βούλγαροι. Εξέλιξη των ελληνικών σχολείων υπήρξαν τα ελληνοβουλγαρικά σχολεία με ουμανιστικό κυρίως περιεχόμενο διδασκαλίας, με γλώσσα διδασκαλίας την ελληνική, αλλά με Βούλγαρους δασκάλους που είχαν αποκτήσει ελληνική παιδεία. Το πρώτο σχολείο τέτοιου είδους ίδρυσε το 1816 στη Σιστόβη ο ελληνιστής Εμμανουήλ Βασκίντοβιτς, το δεύτερο ιδρύθηκε το 1819 στο Κότελ, όπου δίδαξε ο ελληνιστής Ράινο Πόποβιτς, αργότερα τέτοια σχολεία λειτούργησαν στο Σλίβεν και το Κάρλοβο. Επίσης Βούλγαροι σπούδαζαν στο ελληνικό σχολείο του Μελένικου, της Αχρίδας, στην Ακαδημία του Βουκουρεστίου, στη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων, στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών και αλλού. Τα ελληνικά σχολεία ήταν, όπως στη Δύση, τα λατινικά σχολεία. Στα σχολεία αυτά οι Βούλγαροι αποκτούσαν κοσμική Παιδεία (Αρχαία και Νέα Ελληνικά, Φυσικές Επιστήμες, Μαθηματικά, Γαλλικά, Λογική, Φιλοσοφία) και έρχονταν σε επαφή με τις ιδέες του Γαλλικού Διαφωτισμού. Η ελληνική Παιδεία συνέβαλε σημαντικά στη διαμόρφωση μιας βουλγαρικής ιντελιγκέντσιας που αργότερα θα πρωτοστατήσει στην εθνική αφύπνιση των Βουλγάρων, όπως για παράδειγμα ο Ράινο Πόποβιτς που σπούδασε στην Ακαδημία του Βουκουρεστίου και έγινε δάσκαλος της ελληνικής στο Κότελ, ο Νεόφυτος Ρίλσκυ που φοίτησε στο ελληνικό σχολείο του Μελένικου και μετά στην Ακαδημία του Βουκουρεστίου, ο Πέταρ Μπερόν που φοίτησε επίσης στην Ακαδημία του Βουκουρεστίου. Μετά τη Συνθήκη της Αδριανουπόλεως (1829), άρχισε μια βουλγαρική κινητοποίηση για την ίδρυση βουλγαρικών σχολείων και για το διορισμό ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Βουλγάρων επισκόπων. Στον εθνικό αγώνα πρωτοστάτησαν η βουλγαρική παροικία της Βλαχίας, της Οδησσού και η νεοπαγής βουλγαρική κοινότητα της Κωνσταντινούπολης. Η προσπάθεια των Βουλγάρων για ίδρυση βουλγαρικών σχολείων και εκκλησιαστική χειραφέτηση ευνοήθηκε από την ανάδυση ενός πρώτου αστικού στρώματος αμπατζήδων και λαναράδων στις βουλγαρικές χώρες. Μετά τη διάλυση του Σώματος των Γενιτσάρων, οι βουλγαρικές χώρες εξασφάλιζαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία το μαλλί και την επεξεργασία των χονδρών μάλλινων υφασμάτων για την κάλυψη των αναγκών του νέου οθωμανικού στρατού σε ιματισμό. Eτσι, οι αμπατζήδες και οι λαναράδες υπήρξαν τα πρώτα αστικά στρώματα στη Βουλγαρία και η υφαντουργία γνώρισε μεγάλη άνθηση. Κέντρα παραγωγής αμπά υπήρξαν το Τατάρ-Πάζαρτζικ και η Φιλιππούπολη, υφαντουργίας το Κάρλοβο, η Κοπρίβστιτσα και το Καλόφερ. Η πρώτη βουλγαρική βιοτεχνία υφαντουργίας ιδρύθηκε το 1835 στο Σλίβεν από τον Ντόμπρι Ζελιάσκοφ. Παρόλο που η γενικότερη ανασφάλεια του οθωμανικού κράτους δεν επέτρεπε εκτεταμένες επιχειρήσεις, τα πρώτα σημάδια αστικού βίου σε ορεινές περιοχές, όπου είχε καταφύγει στα τέλη του 18ου αιώνα και στις αρχές του 19ου αιώνα ο βουλγαρικός πληθυσμός για να σωθεί από τις επιδρομές των Κιρτζαλήδων, ευνόησαν τη βουλγαρική εθνική αφύπνιση. Επίσης, οι μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ (1839) ήταν μια ευνοϊκή συγκυρία, καθώς προέβλεπαν την ισότητα των υπηκόων έναντι του νόμου και νομιμοποιούσαν το βουλγαρικό αγώνα. Σύντομα στην Κωνσταντινούπολη συγκροτήθηκε μια βουλγαρική κοινότητα εμπόρων και κρατικών υπαλλήλων της Υψηλής Πύλης που έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη βουλγαρική εθνική κινητοποίηση. Η διάνοιξη της οθωμανικής αγοράς στα βουλγαρικά προϊόντα ευνόησε τη βουλγαρική εθνική υπόθεση. Σημαντική ώθηση στην εθνική αφύπνιση των Βουλγάρων είχε δώσει ο Ουκρανός (Ρουθήνος των Καρπαθίων) Γιούρι Βενέλιν (1802-1839) ο οποίος υπό την επίδραση του γερμανικού Ρομαντισμού και της πολιτιστικής πανσλαβιστικής κίνησης των Δυτικών Σλάβων δημοσίευσε το 1829 στη ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Μόσχα ένα σημαντικό έργο για την «Ιστορία των Παλαιών Βουλγάρων και των Νεοβουλγάρων». «Οι σημερινοί Βούλγαροι είναι σλαβική φυλή, από το ίδιο γένος με τους άλλους Σλάβους: Τσέχους, Σλοβάκους, Κροάτες, Σέρβους κ.λπ. Οι κατοικημένοι χώροι από Βουλγάρους, αν εξαιρέσουμε τις παροικίες τους στη Νότιο Ρωσία, βρίσκονται στην Τουρκική Αυτοκρατορία». Αν και παραδέχτηκε ότι δεν διέθετε αξιόπιστα στατιστικά ή εθνογραφικά δεδομένα, ως περιοχές όπου επικρατούσε το βουλγαρικό στοιχείο ο Βενέλιν ανέφερε τη Βουλγαρία, τη Θράκη και τη Μακεδονία. Ιδιαίτερη σημασία απέδωσε ο Ουκρανός διανοούμενος στην ανεξάρτητη Βουλγαρική Εκκλησία πριν από την κατάλυση του μεσαιωνικού βουλγαρικού κράτους, καθώς τότε η ιεραρχία της Εκκλησίας αποτελούνταν από Βούλγαρους και η Θεία Λειτουργία τελούνταν στη βουλγαρική. Σε ένα άλλο του έργο «Κριτικές μελέτες για την Ιστορία των Βουλγάρων», που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του (1849), ο Βενέλιν αναφέρθηκε στη σημασία του εκχριστιανισμού των Βουλγάρων, της δημιουργίας της σλαβικής γραφής και της μετάφρασης της Αγίας Γραφής στη βουλγαρική. «Τα σλαβικά εκκλησιαστικά βιβλία δεν μεταφέρθηκαν από τη Μοραβία στη Βουλγαρία, αλλά, αντίθετα, μέσω του Κυρίλλου και του Μεθοδίου από τη Βουλγαρία στη Μοραβία και αργότερα επίσης από τη Βουλγαρία
Ο Ουκρανός σλαβολόγος, Γιούρι Βενέλιν, έδωσε σημαντική ώθηση στην εθνική αφύπνιση των Βουλγάρων. 81
και τη Σερβία στη Ρωσία… Οι Κύριλλος και Μεθόδιος δεν μετέφρασαν την Αγία Γραφή σε καμιά άλλη γλώσσα, παρά στη βουλγαρική, ακριβώς στη βουλγαρική ή, πράγμα που είναι το ίδιο, στην εκκλησιαστική γλώσσα, που σήμερα χρησιμοποιείται σε Ρωσία, Ουγγαρία, Σερβία, Δαλματία και στην ίδια τη Βουλγαρία, είναι η βουλγαρική γλώσσα, νεκρή στις άλλες χώρες, αλλά ζωντανή και λαϊκή γλώσσα ακόμα και τώρα στη Βουλγαρία...». Ο Βενέλιν κατέστησε γνωστούς τους Βούλγαρους στον εξωτερικό κόσμο, τόνισε έμμεσα την ανάγκη της καλλιέργειας της βουλγαρικής γλώσσας και ταύτισε τους Σλάβους της Μακεδονίας και της Θράκης με τους Βούλγαρους. Το έργο του είχε απήχηση στη βουλγαρική παροικία της Οδησσού. Το 1835 ιδρύθηκε το πρώτο βουλγαρικό σχολείο στην πόλη Γκάμπροβο από τον Βούλγαρο έμπορο της Οδησσού Βασίλ Απρίλωφ, που στο παρελθόν ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας και είχε ελληνική παιδεία. Στο σχολείο επιβλήθηκε η παιδαγωγική μέθοδος του Πέταρ Μπερόν. Γεννημένος το 1800 στο Κότελ, ο Μπερόν φοίτησε αρχικά στο ελληνικό σχολείο της γενέτειράς του και στην Ακαδημία του Βουκουρεστίου, αργότερα σπούδασε Ιατρική στη Χαϊδεμβέργη και το Μόναχο, Φυσικές Επιστήμες στο Παρίσι και το Λονδίνο. Το 1824 είχε εκδώσει στο Μπρασόβ (Τρανσυλβανία) το πρώτο βουλγαρικό αλφαβητάριο, γνωστό ως «το αλφαβητάρι του ψαριού». Γραμμένο στην ομιλούμενη βουλγαρική γλώσσα, το αλφαβητάριο παρείχε στους μαθητές τις βασικές γνώσεις Ιστορίας, Γεωγραφίας, Φυσικής και Μαθηματικών. Η μέθοδος διδασκαλίας που εγκαινίασε ο Μπερόν ήταν η αλληλοδιδακτική, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Στο πρώτο βουλγαρικό σχολείο η παρεχόμενη παιδεία ήταν κοσμική. Ο Νεόφυτος Ρίλσκυ υπήρξε ο πρώτος δάσκαλος στο σχολείο και συνέταξε γραμματική της βουλγαρικής γλώσσας. Η ίδρυση του πρώτου βουλγαρικού σχολείου υποστηρίχθηκε από το μητροπολίτη Τυρνόβου, τον Ιλαρίωνα τον Κρήτα, γεγονός που δείχνει ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν ήταν αρνητικό στην καλλιέργεια της βουλγαρικής γλώσσας, εφόσον ο Βούλγαροι παρέμειναν στη δικαιοδοσία του. Με πρωτοβουλία του Ιλαρίωνα, εστάλη ο Νεόφυτος 82
Ρίλσκυ στο Βουκουρέστι για να εκμάθει την αλληλοδιδακτική μέθοδο. Αλλά η βουλγαρική εθνική κίνηση εμπεριείχε ως βασικό άξονα την οροθέτηση του βουλγαρισμού από τον ελληνισμό και σε τελική ανάλυση την αποξένωση. Στο έργο του «Η Αυγή της Βουλγαρικής Παιδείας» (1841) ο Απρίλωφ έθεσε ως άμεση εθνική αποστολή των Βουλγάρων διανοουμένων την εκρίζωση της γραικομανίας των Βουλγάρων (λόγω Παιδείας και πλούτου) και την καλλιέργεια της ομιλούμενης βουλγαρικής με δάνεια από τη ρωσική. «Οι Ελληνες, παρόλο που είχαν τη δυνατότητα να μορφωθούν, το έπραξαν μονάχα για τον εαυτό τους. Προσέβλεπαν μονάχα στην εθνικότητα, δεν μπόρεσαν να κάνουν τίποτα για τους Βούλγαρους, ίσως και να μην ήθελαν. Η διαφορά της γλώσσας, των ηθών και εθίμων απομάκρυναν τον ένα λαό από τον άλλο. Αντίθετα, οι ίδιοι οι Βούλγαροι από το φυσικό τους αίσθημα είναι ευεπίφοροι να τείνουν τη χείρα τους στα αδέλφια τους, τους Σλάβους… Ο νεαρός Ρώσος διανοούμενος, ο Βενέλιν, προορίστηκε να φέρει στο φως την άγνωστη πέρα από το Δούναβη σλαβική φυλή και να την καταστήσει γνωστή στους ομόδοξους αδελφούς. Με τον Βενέλιν έγινε το πρώτο βήμα που υπόσχεται πολλά, όμως η παρακαταθήκη να συνεχιστεί ό,τι άρχισε βρίσκεται κυρίως στην καρδιά των ίδιων των Βουλγάρων. Ακριβώς αυτοί πρέπει να εξέλθουν στο πεδίο της δράσης, παρόλο που, δυστυχώς, μπορεί να λεχθεί ότι κοιμώνται ύπνο βαρύ. Αν εδώ και εκεί εμφανιστεί κάποιος Βούλγαρος με ελληνική Παιδεία και εμποτισμένος από το πνεύμα του Ελληνισμού, προδίδει το γένος του και θέλει να θεωρείται Ελληνας κρύβοντας την καταγωγή του. Το παράδειγμά τους ακολουθούν και οι έμποροι που πλούτισαν. Η Παιδεία και ο πλούτος, τα δύο μέσα που μπορούν γενναιόδωρα να γαλουχήσουν την εθνότητα, θα αφαιρεθούν με τον πιο ανηλεή τρόπο από το λαό, ο οποίος, μένοντας στο σκοτάδι και τη φτώχεια, κατατρύχεται με την αμάθεια, που περνά από γενιά σε γενιά. Ετσι, οι ίδιοι οι αξιολύπητοι Βούλγαροι, που ντρέπονται να ονομάζονται Βούλγαροι ή Σλάβοι, ήταν υπαίτιοι της μη εξέλιξης της εθνότητας. Αυτή η ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Αλφαβητάρι του Βούλγαρου παιδαγωγού Πέταρ Μπερόν.
Ο Βασίλ Απρίλωφ έθεσε ως άμεση εθνική αποστολή των διανοουμένων την εκρίζωση της γραικομανίας των Βουλγάρων.
προκατάληψη πρέπει να ξεπεραστεί και το κακό να ξεριζωθεί. Ας μου επιτραπεί να δώσω εγώ το παράδειγμα. Θα είμαι ευτυχής, αν οι συμπατριώτες μου με καταλάβουν και αγαπήσουν το γένος, την εθνικότητα. Τότε εμείς θα δούμε Σλάβους σ’ αυτά τα μέρη, όπου σήμερα οι γεωγράφοι και οι στατιστικές είτε από λάθος είτε από άγνοια αναφέρουν κατοίκους από άλλες φυλές. Κατά πόσο οι Βούλγαροι θα ανταποκριθούν στην έκκληση για τη μόρφωση, θα δείξει αυτό το βιβλίο…».
άλλοι υποστήριζαν ως βάση της νεοβουλγαρικής να ισχύσει η εκκλησιαστική σλαβονική (Νεόφυτος Ρίλσκυ), άλλοι η ομιλούμενη γλώσσα (Μπερόν, Απρίλωφ) και άλλοι τάχθηκαν υπέρ μιας συμβιβαστικής λύσης, του εμπλουτισμού της ομιλούμενης βουλγαρικής με την εκκλησιαστική σλαβονική. Τελικά, ως βάση της υπό κωδικοποίηση νεοβουλγαρικής λήφθηκε η ομιλούμενη διάλεκτος της Βορειοανατολικής Βουλγαρίας, όπου είχε σημειωθεί οικονομική και πνευματική ανάπτυξη.
Βουλγαρικά σχολεία ιδρύθηκαν κατόπιν στην Πλέβνα, στην Κοπρίβστιτσα, στη Φιλιππούπολη, στη Σιστόβη, στη Βράτσα κ.λπ. Σχετικά με τη λύση του βουλγαρικού γλωσσικού ζητήματος υπήρχαν τρεις τάσεις στους Βούλγαρους διανοουμένους: ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
5) Η περίπτωση των Αλβανών Η αλβανική περίπτωση είναι ιδιάζουσα. Σε αντίθεση με τους Σέρβους και τους Βούλγαρους, οι 83
Το πρόσωπο του Σκεντέρμπεη προσέλαβε θρυλικές διαστάσεις στην αλβανική εθνική παράδοση και ιδεολογία του 19ου αιώνα. Πορτρέτο του Γεωργίου Καστριώτη ή Σκεντέρμπεη (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα). 84
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Αλβανοί (Σκυπετάριοι, όπως αυτοαποκαλούνται, δηλαδή οι γιοι των αετών - ο όρος Αλβανοί, επωνυμία ιλλυρικού φύλου στην αρχαιότητα, είναι η αρχαϊκή μορφή του όρου Αρβανίτες, που απαντάται από τον 11ο αιώνα στις βυζαντινές πηγές) δεν είχαν ούτε ένα μεσαιωνικό κράτος ούτε μια ενιαία εκκλησιαστική οργάνωση ούτε μια υψηλή κουλτούρα. Οι Τούρκοι υπέτασσαν οικογένειες Αλβανών ευγενών στο πλαίσιο πάντα μιας φυλετικής κοινωνίας. Η σθεναρή αντίσταση των Αλβανών κατά την πολιορκία της Κρούγιας, στα τέλη του 15ου αιώνα, δεν έχει βρει την ανάλογη καταξίωση στη διεθνή ιστοριογραφία. Η Κρούγια δεν ήταν πρωτεύουσα κράτους, όπως η Κωνσταντινούπολη. Κυρίως το πρόσωπο του Σκεντέρμπεη προσέλαβε θρυλικές διαστάσεις στην αλβανική παράδοση και την αλβανική εθνική ιδεολογία του 19ου αιώνα, διότι αυτός ο «αθλητής του Χριστού», όπως τον αποκάλεσε ο Πάπας, αγωνίστηκε για τη δημιουργία ενιαίου αλβανικού κράτους. Δεν υπήρχε επίσης μια καλλιεργημένη αλβανική γλώσσα. Τα ελληνικά, τα λατινικά και τα σλαβικά ήταν οι επίσημες γλώσσες της αλβανικής αριστοκρατίας στη διεκπεραίωση των γραφειοκρατικών της υποθέσεων. Ετσι, τίθεται το ερώτημα αν οι Αλβανοί θα μπορούσαν να είχαν εξελληνιστεί και εκσλαβιστεί και κατά πόσο η οθωμανική κατάκτηση και οι εξισλαμισμοί των Αλβανών συντέλεσαν στη διατήρηση της αλβανικής ταυτότητας.
εξισλαμισμοί πραγματοποιήθηκαν κατά το 17ο και το 18ο αιώνα. Ο εξισλαμισμός είχε διάδοση στην κεντρική και βόρεια Αλβανία και σ’ αυτό συντέλεσαν κυρίως οι εξής παράγοντες: 1) Η κεντρική Αλβανία, όπως και η Βοσνία, ήταν το πεδίο ανταγωνισμού της Ρωμαιοκαθολικής και της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αυτό καθιστούσε τους Αλβανούς της κεντρικής Αλβανίας θρησκευτικά αδιάφορους και τον εξισλαμισμό τους ακίνδυνο, όταν μάλιστα η προσχώρηση στο Ισλάμ παρείχε και πλεονεκτήματα (κοινωνική άνοδος, φοροαπαλλαγή, χρήματα και ρουχισμό μετά την απλή τελετή του εξισλαμισμού). 2) Οι καθολικοί Αλβανοί του Βορρά συμμετείχαν στους πολέμους της Βενετίας και της Αυστρίας κατά των Οθωμανών το 17ο και το 18ο αιώνα. Κατά συνέπεια, η Υψηλή Πύλη, για λόγους ασφάλειας, προέβη σε βίαιους εξισλαμισμούς στη βόρεια Αλβανία. Στη νότια Αλβανία η Αρχιεπισκοπή Αχρίδας, κυρίως μετά την ένταξή της στο Οικουμενικό Πατριαρχείο (1767), λειτουργούσε ως ασπίδα κατά των εξισλαμισμών. Εδώ οι εξισλαμισμένοι Αλβανοί ήταν κυρίως Μπεκτασήδες, πρόκειται για ένα θρησκευτικό συγκρητισμό Χριστιανισμού και Ισλάμ. Οι εξισλαμισμοί είχαν διάδοση κυρίως στις πόλεις και τις πεδιάδες. Σε δύσβατες ορεινές περι-
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στην περίπτωση των Αλβανών η Τουρκοκρατία ήταν το «έλασσον κακό». Λόγω της μεγάλης έκτασης των εξισλαμισμών, οι Αλβανοί απέφυγαν το δυνητικό εξελληνισμό και εκσλαβισμό και κατέλαβαν υψηλές θέσεις στο οθωμανικό κράτος. Οι μουσουλμάνοι Αλβανοί ταυτίζονταν με τους Οθωμανούς και ήταν ενταγμένοι στο οθωμανικό στρατιωτικό - φεουδαρχικό σύστημα. Επίσης, στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας οι Αλβανοί με τους εποικισμούς τους επέκτειναν το γεωγραφικό τους χώρο. Αρχικά εξισλαμίστηκε η αλβανική αριστοκρατία για τη διατήρηση των προνομίων της. Μαζικοί ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Λιθογραφία που απεικονίζει βίαιο εξισλαμισμό χριστιανού των Βαλκανίων. 85
Στη Νότια Αλβανία ο ορθόδοξος Αλβανός ταυτιζόταν με τον Ελληνα. Λιθογραφία του Amadeo Preziosi. 86
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
οχές, όπου η επιρροή των τουρκικών Αρχών δεν ήταν αισθητή, ο Χριστιανισμός επιβίωσε. Διάδοση στην Αλβανία είχε και ο κρυπτοχριστιανισμός. Οι κρυπτοχριστιανοί Αλβανοί παρουσιάζονταν στις οθωμανικές Αρχές ως μουσουλμάνοι, αλλά στον ιδιωτικό βίο παρέμειναν χριστιανοί. Γενικά, οι Αλβανοί δεν ήταν φανατικοί μουσουλμάνοι. Στις δυσπρόσιτες ορεινές περιοχές της βορείου Αλβανίας επιβίωσε η φυλετική-πατριαρχική κοινωνία με το εθιμικό δίκαιο του Λεκ Ντουκατζίν, το λεγόμενο Κανούν. Οι μορφές κοινωνικής οργάνωσης ήταν η μεγάλη οικογένεια (πατριά), η φάρα (το σόι) και η φυλή. Κάθε φυλή είχε αυτόνομο και αυτάρκη βίο, τη δική της εδαφική επικράτεια, τα δικά της δάση και βοσκοτόπια. Τα μέλη της φυλής αυτοθεωρούνταν συγγενείς εξ αίματος και δεν επιτρεπόταν να παντρεύονται. Κάθε φυλή απέδιδε την καταγωγή της σ’ έναν κοινό πλασματικό πρόγονο. Οι αλβανικές φυλές είχαν μια τυπική εξάρτηση από τον πασά της Σκόδρας. Σύνδεσμος ανάμεσα στη φυλή και στον πασά ήταν ο μπουλούκμπασης, ο οποίος εκπροσωπούσε τη φυλή στις οθωμανικές Αρχές. Οι φυλές εντάσσονταν στον οθωμανικό στρατό μέσω του θεσμού του μπαϊράκ. Το μπαϊράκ (σημαία) ήταν ένα σύνολο οικογενειών, προορισμένων για επιστράτευση, σε κάθε φυλή δεν αντιστοιχούσε μόνο ένα μπαϊράκ. Ο στρατιωτικός διοικητής των φυλών έφερε τον τίτλο του μπαϊρακτάρη (σημαιοφόρου). Διοικητικά καθήκοντα στη φυλή είχε το Συμβούλιο των Γερόντων. Για σοβαρά θέματα, όπως για πόλεμο ή ειρήνη, για αλλαγή κανονισμών και εθίμων, αποφάσιζε η συνέλευση της φυλής, αποτελούμενη από ένα άρρεν μέλος κάθε μεγάλης οικογένειας. Η συνέλευση συγκαλούνταν τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο. Δικαιοσύνη απένεμε το Συμβούλιο των Γερόντων με βάση το εθιμικό δίκαιο του Ντουκατζίν, ενός ευγενούς του 15ου αιώνα. Ανάλογα με το βαθμό του παραπτώματος του δράστη προβλεπόταν και η ποινή, για παράδειγμα καταβολή χρηματικής αποζημίωσης στο θύμα, αποβολή του δράστη από τη φυλή, κάψιμο της οικίας του δράστη ή καταστροφή του αγρού του. Σε σοβαρά παραπτώματα, που συνιστούσαν κακούργημα ή ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
προσβολή της τιμής, όπως φόνος εκ προμελέτης, μοιχεία, συκοφαντία, καταπάτηση του όρκου, ψευδορκία, ίσχυε η εκδίκηση του αίματος. Από την εκδίκηση των συγγενών του θύματος απειλούνταν όχι μόνο ο δράστης, αλλά και η οικογένειά του. Από την εκδίκηση του αίματος εξαιρούνταν οι γυναίκες. Ο δράστης είχε δύο τρόπους να σωθεί: ή να διαφύγει στο εξωτερικό ή να παραμείνει διά βίου έγκλειστος στην οικία του η οποία θεωρούνταν ιερή και απαραβίαστη. Μπορούσε να επέλθει και συμβιβασμός μεταξύ των συγγενών του θύματος και του δράστη. Επιδιαιτητικό ρόλο αναλάμβανε συχνά η Καθολική Εκκλησία, η οποία αγωνιζόταν για τον περιορισμό της εκδίκησης του αίματος στη βόρεια Αλβανία. Η εκδίκηση αίματος, η αλβανική βεντέτα, υπονόμευε τη συνοχή της φυλής και απειλούσε με αποδεκατισμό τα άρρενα μέλη της
Το τετράγλωσσο λεξικό (ρωμαίικα, βλάχικα, βουλγάρικα, αλβανίτικα), που εξέδωσε το 1802 στα ελληνικά ο ιερομόναχος Δανιήλ ο Μοσχοπολίτης. 87
οικογένειας. Επιδείνωνε τη θέση της γυναίκας, η οποία επωμιζόταν το βάρος των χειρωνακτικών εργασιών, όταν ο άνδρας κρυβόταν για να αποφύγει την εκδίκηση.
δρομές. Η Μοσχόπολη καταστράφηκε το 1788-89 για τρίτη φορά, ολοσχερώς, από μουσουλμάνους Αλβανούς. Το 19ο αιώνα άλλο σημαντικό ελληνικό κέντρο ήταν η Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων.
Λόγω της θρησκευτικής (καθολικοί, μουσουλμά- Η παρακμή του οθωμανικού στρατιωτικονοι, Ορθόδοξοι), γλωσσικής και φυλετικής διά- φεουδαρχικού συστήματος και της κεντρικής σπασης (Γκέκηδες, Τόσκηδες) των Αλβανών, η εξουσίας ευνόησε την άνοδο τοπικών ηγεμονίεθνική τους αφύπνιση καθυστέρησε σημαντικά. σκων ως Αγιάνηδων. Στο σαντζάκι της Σκόδρας Ο Αλβανός μουσουλμάνος ταυτιζόταν με τον Οθω- την τοπική εξουσία ασκούσε από τα μέσα του μανό. Στη νότια Αλβανία ήταν ισχυρή η ελληνική 18ου αιώνα η οικογένεια των Μποσατλήδων. Ο πολιτιστική επιρροή και ο Ορθόδοξος Αλβανός Μεχμέτ Μποσατλή εξασφάλισε με σουλτανικό ταυτιζόταν με τον Ελληνα. Κατά τα Ορλωφικά, Χει- φιρμάνι τη διοίκηση του σαντζακιού της Σκόδρας, μαρριώτες και Σουλιώτες πολέμησαν στην αλλά σε σύντομο διάστημα κατέλαβε τα γειΠελοπόννησο στο πλευρό των Ελλήνων. τονικά σαντζάκια (Ελμπασάν, Αχρίδας, Το 18ο αιώνα (1720-1769) σημαντιΝτουκατζίν), σφετερίστηκε τον τίτλο κό κέντρο ελληνικής παιδείας ήταν του πασά και απέβη κυρίαρχος της η Μοσχόπολη με την Ακαδημία της βόρειας Αλβανίας. Την ίδια πολιτική και το Τυπογραφείο της. Ηταν ουακολούθησε και ο γιος του, ο Καρά σιαστικά δημιούργημα των Βλάχων Μαχμούτ Μποσατλή (1775), ο οποίπου είχαν επαφές με την Κεντρική ος προσπάθησε να εντάξει στο πασαΕυρώπη και διέδωσαν τις ιδέες του λίκι του και το Μαυροβούνιο. ΕκστραΔιαφωτισμού στα Βαλκάνια. Επιφανής τεία του Καρά Μαχμούτ Μποσατλή μορφή της Ακαδημίας ήταν ο Θεόδωτο 1785 εναντίον του Μαυροβουνίου ρος Καβαλλιώτης, μαθητής του Ευγένιου οδήγησε στη κατάληψη της Κετίγνης Ο Ναούμ Βούλγαρη, που συνέταξε μια φιλοσοφική και την πυρπόληση του μοναστηριού, τριλογία και ένα τρίγλωσσο λεξικό (ελ- Βεκιλχάρτζι από την που είναι ήταν και η έδρα του μητροΚορυτσά συνέταξε ληνικό - βλάχικο - αλβανικό). Το 1802 ο το πρώτο αλβανικό πολίτη. Επανειλημμένες προσπάθειες ιερομόναχος Δανιήλ ο Μοσχοπολίτης της Υψηλής Πύλης να καθυποτάξει αλφαβητάρι με εξέδωσε ένα τετράγλωσσο λεξικό με την ελληνικά γράμματα. τους Μποσατλήδες απέτυχαν. Τελικά προσθήκη της βουλγαρικής. Σκοπός της οι Μαυροβούνιοι πέτυχαν ό,τι δεν καέκδοσης των λεξικών ήταν η διευκόλυνση της τόρθωσε η Υψηλή Πύλη. Απέκρουσαν επιτυχώς εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας από τους μια νέα επίθεση του Καρά Μαχμούτ Μποσατλή, αλλόγλωσσους. Καθώς η ελληνική αστική τάξη τον αποκεφάλισαν και συνέτριψαν το στρατό του είχε ένα διαβαλκανικό χαρακτήρα, η γνώση της σε μια μάχη κοντά στην Κρούση (1796). Η οθωμαελληνικής, της γλώσσας του εμπορίου και των νική εξουσία αποκαταστάθηκε προσωρινά, αλλά γραμμάτων, ήταν προϋπόθεση για την κοινωνική οι Μποσατλήδες επέδειξαν ανυπακοή και στο άνοδο των αλλόγλωσσων. Το σκοπό αυτό εξυπηρε- μέλλον, μέχρις ότου το 1830 ο Μαχμούτ Β’ διέταξε τούσε η έκδοση των λεξικών. Τους συντάκτες του την κατάληψη της Σκόδρας, θέτοντας έτσι τέλος λεξικού δεν διακατείχε ένα εθνικιστικό, αλλά ένα στις αποσχιστικές κινήσεις των Μποσατλήδων. οικουμενικό πνεύμα, η ανάγκη της σύζευξης της Την ίδια τύχη είχε και ο Αλή Πασάς των Ιωαννίελληνικής Παιδείας και της χριστιανικής ηθικής νων, που ηττήθηκε το 1822 από τα στρατεύματα ως ένας συνεκτικός δεσμός των βαλκάνιων Ορ- του Χουρσίτ Πασά. Τόσο οι Μποσατλήδες όσο και θοδόξων. Η Μοσχόπολη, ως πνευματικό κέντρο ο Αλή Πασάς δεν μπορούν να θεωρηθούν φορείς των Ορθοδόξων, προκαλούσε την απέχθεια των μιας αλβανικής εθνικής κίνησης. Δεν λειτουρμουσουλμάνων και υπέστη καταστροφικές επι- γούσε καμιά αλβανική συνείδηση στις πολιτικές 88
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Η Dora d’ Istria κατέστησε γνωστά στην Ευρώπη τα αλβανικά έθιμα.
τους κινήσεις, αλλά μονάχα η δημιουργία μιας προσωπικής ηγεμονίας. Ο αλβανικός εθνικισμός αναπτύχθηκε ως αντίδραση των Αλβανών στην εδαφική συρρίκνωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και στον επεκτατισμό των βαλκανικών χωρών. Αλλά μέχρι το Συνέδριο του Βερολίνου δεν είχε υπάρξει μια σημαντική ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
αλβανική πνευματική αναγέννηση και η αλβανική εθνική κίνηση δεν είχε συνεκτικότητα. Αλβανοί διανοούμενοι είχαν επιδείξει ένα πρωτίστως ακαδημαϊκό ενδιαφέρον για τους ομοεθνείς τους. Ο Naum Veqilharxhi-Βεκιλχάρτζι (1797-1866) από την Κορυτσά, υπό την επίδραση του Διαφωτισμού και του Φιλελευθερισμού στη Βλαχία, συνέταξε σε αυτοσχέδια μορφή το πρώτο αλβανικό αλφαβητά89
ριο με ελληνικά γράμματα (1844) και μετέφρασε χωρία της Βίβλου στην αλβανική. Σε εγκύκλιό του προς τους μορφωμένους και πλούσιους Ορθόδοξους Αλβανούς, οι οποίοι ανήκαν στον ελληνικό πολιτιστικό κύκλο, τόνισε την επιτακτική ανάγκη της κατασκευής ενός αλβανικού αλφαβήτου και της καλλιέργειας της αλβανικής γλώσσας. «Πατριώτες, λόγω των επάλληλων, εδώ και 2.000 χρόνια, εισβολών αλλότριων λαών στην πατρίδα μας φθάσαμε σ’ αυτήν την κατάπτωση ώστε η ηθική και η πολιτική μας υπόσταση απώλεσε ολότελα τη μορφή της και, αν τη συγκρίνουμε με την αρχαία μας μορφή, δεν υπάρχει μεταξύ τους καμιά φυσική συγγένεια. Πολύ συχνές εισβολές, γενικές ταραχές, πολιτικές αλλαγές, εισαγωγή νέων πολιτικών δογμάτων, να τα αίτια της σημερινής μας ηθικής κατάπτωσης. Αλλά, προ πάντων, η
εγκατάλειψη της καλλιέργειας της εθνικής μας γλώσσας μάς οδήγησε σ’ αυτήν την αισχρή κατάσταση γιατί έτσι διαιωνίστηκε η αμάθεια του λαού, επιταχύνθηκε ο εκβαρβαρισμός του και, ανεπαίσθητα, στέριωσαν οι αλυσίδες της δουλείας μας. Οσοι από εμάς είχαν την τύχη να μορφωθούν σε διάφορους καιρούς, ήταν άχρηστοι στο λαό μας λόγω της άγνοιας της εθνικής γλώσσας, εξαναγκάστηκαν να εξοριστούν σε ξένες χώρες, μακριά από γονείς, συγγενείς και φίλους για να βρουν την τύχη τους. Αφού ανακατεύτηκαν και ενώθηκαν με άλλους λαούς, αφού συνεργάστηκαν και συνέβαλαν στην τύχη των άλλων λαών με τις αρετές τους, αρέσκονταν στο να ονομάζονται Γραικοί, Eλληνες, Βλάχοι και άλλοι, αντί ευεργέτες, πατεράδες, δάσκαλοι της πατρίδας και του λαού μας... Λαοί που παρέμειναν αγράμματοι ομοιάζουν απλά με δούλους, που εργάζονται καθημερινά για την
Η Λίγκα της Πριζρένης αποτελεί την πρώτη πολιτική εκδήλωση αλβανικού εθνικισμού. 90
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ευημερία των πολιτισμένων ή των ισχυρότερων. Αυτοί οι λαοί θα εξέλθουν από την αξιοθρήνητη και επαίσχυντη κατάσταση, αν αρχίσουν να καλλιεργούν την εθνική τους γλώσσα. Αυτό το αποκτά κανείς όμως μονάχα με την εθνική γραφή, κάτι που άρχισε πριν από μένα, αλλά λόγω της ανάμιξης με αλλόφυλους και των ραδιουργιών των ζηλόφθονων δεν ολοκληρώθηκε». Οι Αλβανοί (Αρμπερέσηδες) στις παροικίες της Ιταλίας, υπό την επίδραση του ιταλικού Risorgimento και των ιδεών των Mazzini, είχαν αναπτύξει μια λογοτεχνική παραγωγή. Σημαντική ήταν η προσφορά του Ιερώνυμου Ντεράντα. Στα ποιήματά του, γραμμένα στην αλβανική με ιταλική μετάφραση, εξύμνησε τους αγώνες των Αλβανών της εποχής του Σκεντέρμπεη κατά των Τούρκων. H Dora d’ Istria, κόρη του βογιάρου της Βλαχίας, Μιχαήλ Γκίκα, αλβανικής καταγωγής, κατέστησε γνωστά στην Ευρώπη τα έθιμα των Αλβανών, αλληλογραφούσε με τον Ντεράντα, είχε επαφές με τον Γαριβάλδη και το 1866 επισκέφθηκε τον τάφο του Μάρκου Μπότσαρη στο Μεσολόγγι, αποτίοντας φόρο τιμής σ’ έναν Αρβανίτη που πολέμησε για την Ελλάδα. Ο Κostandin Kristoforidhi (1827-1895) από το Ελμπασάν, ο οποίος είχε σπουδάσει στη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων, παρακινούμενος από τον Johann Georg von Hahn,
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Αυστριακό αλβανολόγο, υποπρόξενο της Αυστρίας στα Ιωάννινα, στράφηκε στη συστηματική μελέτη της αλβανικής και, υπό την επίδραση αγγλικών προτεσταντικών κύκλων στην Κωνσταντινούπολη, επιδόθηκε στη μετάφραση των Ευαγγελίων, των Πράξεων των Αποστόλων, του Ψαλτηρίου κ.λπ. στην αλβανική (στην γκεκική και τοσκική διάλεκτο) και συνέταξε ένα αλβανοελληνικό λεξικό. Δικαίως φέρει τον τίτλο ο «Λούθηρος των Αλβανών». Ο Thimi Mitko από την Κορυτσά, πλούσιος έμπορος στην Αλεξάνδρεια με ελληνική Παιδεία, επιδόθηκε στην καταγραφή του αλβανικού φολκλόρ. Ωστόσο, στο εσωτερικό της Αλβανίας δεν ήταν σημαντική η επίδραση που είχαν οι πρόδρομοι αυτοί της αλβανικής εθνικής κίνησης, διότι δεν ευνοούσαν οι συνθήκες. Το Τανζιμάτ (οι μεταρρυθμίσεις στο οθωμανικό κράτος μετά το 1839) δεν εφαρμόστηκε στις αλβανικές χώρες. Ενώ για τους Βούλγαρους, η περίοδος του Τανζιμάτ ήταν ευνοϊκή για την εθνική τους κινητοποίηση, οι Αλβανοί αντιτάχθηκαν στις μεταρρυθμίσεις. «Δεν υπάρχει αλβανικό έθνος», είπε ο Μπίσμαρκ στο συνέδριο του Βερολίνου (1878). Ετσι, η πρώτη πολιτική εκδήλωση αλβανικού εθνικισμού, η Λίγκα της Πριζρένης (1878-1881), ήταν περισσότερο μια αυθόρμητη κίνηση που επιβλήθηκε από τη δυναμική των ραγδαίων εξελίξεων κατά τη διάρκεια της Ανατολικής Κρίσης (1875-78).
91
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Aleksieva, Afrodita, «Grâckata prosveta i formiraneto na bâlgarska vâzroždenska inteligencia» [Η ελληνική παιδεία και η διαμόρφωση της βουλγαρικής διανόησης κατά την Παλιγγενεσία], Studia Balcanica 14 (1979) 156-180.
εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 1996, σ.σ. 17-54.
Bernath, Mathias, Habsburg und die Anfänge der rumänischen Nationswerdung, Leiden 1972.
Kosev, Konstantin, Kratka istorija na Bâlgarskoto vâzraždane, Σύντομη ιστορία της Βουλγαρικής Παλιγγενεσίας], Sofia 2001.
Bochmann, Klaus/Vasile Dumbrava, Dimitrije Cantemir. Fürst der Modau. Gelehrter und Akteur der europäischen Kulturgeschichte, Leipzig 2008. Camariano-Cioran Arianda, Les Académies princiéres de Bucurest et de Iassy et leurs professeurs, Thessaloniki 1975. Djordjević, Dimitrije, «Balkan versus European Enlightenment. Parallelism and Dissonances». East European Quarterly, Vol.IX, 4 (1975) 487-497. Faensen, Johanes, Die Albanische Nationalbewegung, Berlin-Wiesbaden 1980. Georgescu, Vlad, Political Ideas and the Enlightenment in the Romanian Principalities 1750-1831, New York 1971. Hasluck, Margaret, O άγραφος νόμος στην Αλβανία (μτφρ. Εύα και Παναγιώτα Χατζηπαυλή, επιμ. Ηλίας Σκουλίδας), εκδόσεις Ισνάφι, Ιωάννινα 2003.
Kitromilidis, Paschalis M., Enlightenment, Nationalism, Ortodoxy: Studies in the Culture and Political Thought of South-Eastern Europe, Adelshot, Brookfield 1994.
Κöhbach; Markus, Nordalbanien in der Zweiten Hälfte des 18. Jahrhunderts. Das Pașalik Shkodër under der Herrschaft der Familie Bushatli, Klaus Beitl (επιμ. έκδοσης), Referate der Tagung Albanien mit besonderer Berücksichtigung des Volkskunde. Geschichte und Sozialkunde, Kittensse 1986, 133- 180. Prodan, David, Supplex Libellus Valachorum. Aus der Geschichte der rumänischen Nationsbildung 17001848, Κöln- Wien- Bukarest 1982. Trajikov, Veselin, Ideologičeski tečenija i programi v nacionalnoosvoboditelnite dviženija na Balkanite do 1878 [Ιδεολογικά ρεύματα και προγράμματα στα εθνικο-απελευθερωτικά κινήματα των Βαλκανίων μέχρι το 1878], Sofia 1978. Turcyznski, Emanuel, Konfession und Nation. Zur Frühgeschichte der serbischen und rumänischen Nationsbildung, Düsseldorf 1976.
Hitchnis, Keith, Die Idee der Nation bei den Rumänen in Transsilvanien:1691-1848, Bukarest 1989.
Völkl, Ekkehard, «Die griechische Kultur in der Moldau während der Phanariotenzeit 17111821», Südosteuropa 26 (1967) 102-139.
Hroch, Miroslav, «Από το εθνικό κίνημα στην εθνική ολοκλήρωση» στον τόμο, Εθνικό Κίνημα και Βαλκάνια (πρόλογος Αντώνης Λιάκος),
Wolff, Larry, Inventing Eastern Europe. The map of Civilization on the Mind of the Enlightenment, Stanford 2001.
92
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Les Lumières et la formation de la conscience nationale chez les peuples du sud-est européen, Association internationale d’études sud-est européen. Actes du Colloque internationale, Paris, 11-12 April 1968, Bucurest 1974. The Life and Adventures of Dimitrije Obradović, translated from the Serbian and edited with an Introduction by George Rapall Noves, University of California Press, Berkeley and Los Angeles 1953. L’ Epoque Phanariote. Symposium (Thessaloniki, 21-25 Oktober 1970), A la mémoire de Cléobule Tsourkas, Thessaloniki 1974. Mοσχόπολις, Διεθνές Συμπόσιο (Θεσσαλονίκη, 31 Οκτωβρίου-1 Νοεμβρίου 1990), Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Μακεδονική Βιβλιοθήκη, αρ. 91, Θεσσαλονίκη 1999. Κιτρομηλίδη Μ. Πασχάλη, Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Οι πολιτικές και κοινωνικές ιδέες, Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1993. Κονδύλης, Παναγιώτης, Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός. Οι φιλοσοφικές ιδέες, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 2000. Kαραθανάσης, Αθανάσιος, Οι Ελληνες Λόγιοι στη Βλαχία (1670-1714). Συμβολή στη μελέτη της ελληνικής πνευματικής κίνησης
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
στις παραδουνάβιες ηγεμονίες κατά την προφαναριωτική περίοδο, Θεσσαλονίκη 1982. Κολιόπουλος Ιωάννης Σ., Η Ιστορία της Ελλάδος από το 1800. Το έθνος, η πολιτεία και η κοινωνία των Ελλήνων, τεύχος Α’, Εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2000. Κωνσταντακοπούλου Αγγελική. Η ελληνική γλώσσα στα Βαλκάνια (17501850). Το Τετράγλωσσο Λεξικό του Δανιήλ Μοσχοπολίτη, Ιωάννινα 1998. Παπούλια, Βασιλική, Από την Αυτοκρατορία στο Εθνικό Κράτος. Ιδεολογικές και κοινωνικές προϋποθέσεις της πολιτικής οργάνωσης των χωρών της Χερσονήσου του Αίμου, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2003. Ταχιάος, Αντώνιος-Αιμίλιος (ΜετάφρασηΣχόλια), Σωφρονίου Επισκόπου Βράτσας. Η Ζωή και τα Παθήματα, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2002. Χάνη-Μωυσίδου Βαΐτσα (Μετάφραση και Σχόλια), Παΐσιος Χιλανδαρινός. Σλαβοβουλγαρική Ιστορία, εκδόσεις Οίκος Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2003. Της ιδίας, Η συμβολή των ελληνομαθών Βουλγάρων λογίων στην πνευματική αφύπνιση των Βουλγάρων στα μέσα του 19ου αιώνα, διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη 2006.
93
94
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Η ναυμαχία του Ναυαρίνου. Χαρακτικό βασισμένο σε ζωγραφικό έργο του L.Garneray (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα). ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
95
«Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Προκήρυξη του Αλέξανδρου Υψηλάντη στο γενικό στρατόπεδο του Ιασίου στις 24 Φεβρουαρίου 1821. 96
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Ιάκωβος Μιχαηλιδης Επίκουρος καθηγητής Νεότερης και Σγχρονης Ιστορίας, ΑΠΘ
Η Ελληνική Επανάσταση Το απόγευμα της 22ας Φεβρουαρίου 1821 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης περνά τον Προύθο ξεκινώντας την Ελληνική Επανάσταση. Στις 6 Ιανουαρίου 1821 ο Κολοκοτρώνης αποβιβάζεται στη Μάνη. Στις 22-25 Μαρτίου ο Μοριάς επαναστατεί. Ο Πανουργιάς πολιορκεί τα Σάλωνα στις 27. Χάνι της Γραβιάς. Στις 7 Ιουνίου στο Δραγατσάνι 205 Ιερολοχίτες πέφτουν νεκροί. Τα νησιά ξεσηκώνονται. Οι ήττες των Ελλήνων σε Μακεδονία, Κρήτη. Η στρατηγική του Κολοκοτρώνη εναντίον του Δράμαλη. Χίος, Ψαρά, Μανιάκι. Η καταστροφική εμφύλια διαμάχη. Από το Μεσολόγγι μέχρι το Ναυαρίνο.
Α
ναλαμβάνοντας ο Αλέξανδρος Υψηλάντης την ηγεσία της Φιλικής Εταιρείας, εκπόνησε αναλυτικό σχέδιο για τη διεξαγωγή του Αγώνα. Σε γενικές γραμμές το σχέδιό του προέβλεπε την παραπλάνηση των Τούρκων με την υποκίνηση εξεγέρσεων από Σέρβους και Μαυροβούνιους, δολιοφθορές εναντίον του τουρκικού στόλου στο Ναύσταθμο της Κωνσταντινούπολης και ταυτόχρονη έκρηξη επαναστατικών κινήσεων σε Πελοπόννησο και Μολδοβλαχία.. Τον Οκτώβριο του 1820 πραγματοποιήθηκε κρίΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
σιμη συνάντηση της ηγεσίας των Φιλικών στο Ισμαήλιο της Μολδαβίας. Εκεί ήταν παρόντες, μεταξύ άλλων, ο Εμμανουήλ Ξάνθος, ο Γρηγόριος Δικαίος, ο Χριστόφορος Περραιβός και ο Γεώργιος Λασσάνης. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης εκφράσθηκαν έντονες αντιρρήσεις και εκδηλώθηκαν αντιδικίες σε σχέση με τον ενδεδειγμένο τόπο έναρξης της Επανάστασης, αλλά και τις προϋποθέσεις επιτυχίας της. Μπροστά στις διχογνωμίες ο Υψηλάντης αποφάσισε να κινηθεί μόνος του, ορίζοντας ως πρώτη εστία της Επανάστασης τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, απ’ όπου με πλοίο θα κατευθυνόταν στη συνέχεια, μέσω Τεργέστης, προς Νότο, με προορισμό την Ελλάδα και ειδικότερα την Πελοπόννησο. Ταυτόχρονα, ο ηγέτης της Φιλικής εξέδωσε προκήρυξη προς τους «πανιερώτατους και σεβασμιώτατους αρχιερείς, ευγενέστατους άρχοντες και προεστώτες και πάντας προύχοντας του γένους» στη Στερεά Ελλάδα και τα νησιά του Αρχιπελάγους, ενημερώνοντάς τους για τους στόχους της οργάνωσης αλλά και την ειλημμένη απόφασή της να ξεκινήσει σύντομα την Επανάσταση. Η Επανάσταση μετατέθηκε από τα τέλη του 1820 στην άνοιξη του 1821. Ηταν το απόγευμα της 22ας Φεβρουαρίου 1821, όταν ο Ελληνας ευπατρίδης πέρασε τον Προύθο ξεκινώντας την Ελληνική Επανάσταση. Ο Υψηλάντης με τα στελέχη του έφτασε στο Ιάσιο. Εκεί του επιφυλάχθηκε θερμή υποδοχή, ενώ υψώθηκε η σημαία των επαναστατών. Περίπου 2.000 άνδρες, ανάμεσά τους αρκετοί Σέρβοι, Βούλγαροι, Αλβανοί, καθώς και η φρουρά του τοπικού ηγεμόνα Μιχαήλ Σούτσου, συμπαρατάχθηκαν ενισχύοντας τις στρατιωτικές δυνάμεις των επαναστατών. Την ίδια μέρα, 24 Φεβρουαρίου του 1821, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης από το Γενικό Στρατόπεδο του Ιασίου εξέδωσε την περίφημη προκήρυξή του με τον τίτλο «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Οι επόμενες ημέρες κύλησαν με στρατολόγηση εθελοντών και την έκδοση προκηρύξεων προς τον τοπικό πληθυσμό αλλά και τους Ελληνες επαναστάτες. Την 1η Μαρτίου του 1821 ο Υψηλάντης ξεκίνησε με τους άνδρες του για το Βουκουρέστι. Στη Φωξάνη, στα σύνορα Βλαχίας και Μολδαβίας, 97
«Μια βάρκα των Ελλήνων». Πίνακας (1844) του L. Lipparini (Τράπεζα της Ιταλίας, Βερόνα). 98
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
συγκρότησε τον Ιερό Λόχο, ένα στρατιωτικό σώμα από ιδεολόγους νεαρούς Ελληνες, κυρίως φοιτητές στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, οι οποίοι είχαν συγκινηθεί από τα κηρύγματα περί ελευθερίας. Ταυτόχρονα με τις δυνάμεις του Υψηλάντη έδρασε στην περιοχή και ο Θεόδωρος Βλαδιμηρέσκου, ένας φιλόδοξος Βλάχος τοπικός οπλαρχηγός, ο οποίος είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία από τον Γεωργάκη Ολύμπιο. Ο Βλαδιμηρέσκου εκμεταλλεύθηκε τη λαϊκή αγανάκτηση από την κοινωνική ανισότητα προσελκύοντας στο σώμα του χιλιάδες ντόπιους, στην πλειονότητά τους αγρότες. Αλλά ο αφορισμός του Υψηλάντη από τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄ και η διαγραφή του από τον κατάλογο των Ρώσων αξιωματικών προκάλεσαν σύγχυση στο στράτευμά του. Ταυτόχρονα, γνωστοποιήθηκε πως ο οθωμανικός στρατός είχε φθάσει στην περιοχή. Ακολούθησαν στρατιωτικές συγκρούσεις με τους Οθωμανούς. Πρώτα στο Γαλάτσι την 1η Μαΐου 1821 με νίκη των Τούρκων, ακολούθως στο Σκουλένι στις 14 Ιουνίου με παρόμοιο αποτέλεσμα. Στο μεσοδιάστημα ο Βλαδιμηρέσκου συνελήφθη από άνδρες του Υψηλάντη και εκτελέσθηκε με την κατηγορία της προδοσίας. Στις αρχές του καλοκαιριού οι Οθωμανοί εξαπέλυσαν ανελέητο κυνηγητό εναντίον των στρατιωτικών δυνάμεων του Υψηλάντη, οι οποίες αποκαμωμένες προσπαθούσαν μάταια να προφυλαχθούν. Στις αρχές Ιουνίου οι άνδρες του Υψηλάντη περικυκλώθηκαν στο Δραγατσάνι, όπου στις 7 Ιουνίου 1821 δόθηκε η καθοριστική μάχη με τα οθωμανικά στρατεύματα. Οι Ιερολοχίτες παρατάχθηκαν με το σύνθημα «ή ταν ή επί τας», αλλά οι αντίπαλοι ήταν υπέρτεροι. Περίπου 25 αξιωματικοί και υπαξιωματικοί καθώς και 180 Ιερολοχίτες έπεσαν νεκροί από τις σφαίρες και τα σπαθιά των Τούρκων. Ανάμεσά τους πολλοί νέοι ονομαστών εμπορικών οικογενειών, όπως ο Δημήτριος Σούτζος, πρωτότοκος γιος του Κωνσταντινουπολίτη Κωνσταντίνου Σούτζου. Ο Ιερός Λόχος διαλύθηκε, το πείραμα του Υψηλάντη απέτυχε και ο ίδιος με εναπομείναντες συντρόφους του κατέφυγε αποκαρδιωμένος στην Αυστρία. Ηταν εμφανές ότι η επαναστατική κίνηση της Φιλικής Εταιρείας στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες είχε φτάσει στο τέλος της. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Κρυπτογραφημένο έγγραφο με το έμβλημα της Φιλικής Εταιρείας ΗΕ(λευθερ)Α ή (θανατ)ΟΣ.
Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, όταν ανέλαβε την ηγεσία της Φιλικής Εταιρείας, εκπόνησε αναλυτικό σχέδιο για τη διεξαγωγή του Αγώνα (Εκ του Πολυχρωμολιθογραφείου Ι. Δ. Νεράντζη, Λειψία). 99
Α. Εστίες της Επανάστασης Η Φιλική Εταιρεία, όπως προαναφέρθηκε, είχε στρατολογήσει τα περισσότερα στελέχη της στην Πελοπόννησο και τα νησιά. Αντίθετα στη Στερεά Ελλάδα οι εταιριστές ήταν πολλοί λιγότεροι, αφού η παρουσία του Αλή Πασά στη γειτονική Ηπειρο δημιουργούσε προσκόμματα στη στρατολόγηση μελών. Ιδιαίτερα στο Μοριά, τις μελλοντικές εξελίξεις σφράγισε ανεξίτηλα η κατήχηση, το 1819, ενός από τους σημαντικότερους προεστούς της Μάνης, του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Πάντως, ακόμη κι έτσι, η ένταξη των Πελοποννησίων στον Αγώνα δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Η ανεπαρκής προετοιμασία, η εμφανής έλλειψη συντονισμού, η απογοήτευση από τις προσδοκίες για ενίσχυση από το εξωτερικό και ο συνακόλουθος φόβος των αντιποίνων λειτουργούσαν αποτρεπτικά, ιδιαίτερα σε όσους είχαν κάθε λόγο να μη δυσανασχετούν από το οθωμανικό καθεστώς. Ωστόσο, άλλοι παράγοντες, όπως οι ισχυροί θύλακες ελληνικού πληθυσμού, αλλά και η κλέφτικη παράδοση της περιοχής, συνηγορούσαν υπέρ της εξέγερσης. Στις 26 Ιανουαρίου 1821, κατέφθασε στην Πελοπόννησο ο Γρηγόριος Δικαίος, ως εκπρόσωπος της Αρχής και του Αλέξανδρου Υψηλάντη προσωπικά. Συναντήθηκε στη Βοστίτσα με αρκετούς Πελοποννήσιους προκρίτους διαδίδοντας τη δραστηριοποίηση της Ρωσίας ως προστάτιδας δύναμης των ελληνικών επαναστατικών σχεδίων και μετέφερε το αίτημα για άμεση έναρξη των επιχειρήσεων. Ο Δικαίος, ο οποίος «κατετάραττε συνεχώς το μυαλό των πάντων», γνωστοποίησε στους συμπατριώτες του τις αποφάσεις του Ισμαηλίου περί έναρξης της Επανάστασης την 25η Μαρτίου 1821, αφού προφανώς δεν είχε στο μεσοδιάστημα προλάβει να ενημερωθεί για τη μεταβολή των σχεδίων του Υψηλάντη. Υποσχέθηκε μάλιστα πως η άφιξη του πρίγκιπα στον Μοριά ήταν ζήτημα ημερών, το ίδιο και μεγάλες ποσότητες πυρομαχικών για τις ανάγκες των πολεμικών αναμετρήσεων. Η συνάντηση διεξήχθη μέσα σε έντονα φορτισμένο κλίμα, κυρίως λόγω της αμετροέπειας του Δικαίου 100
Οι Ιερολοχίτες μάχονται στο Δραγατσάνι. Πίνακας του Peter von Hess.
Ο Αλή Πασάς δημιουργούσε προσκόμματα στη στρατολόγηση μελών της Φιλικής Εταιρείας στην Ηπειρο. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
που επέτεινε τον εκνευρισμό των Πελοποννησίων. Η σύγκρουση δύο κόσμων ήταν εμφανής. Οι πρόκριτοι της Πελοποννήσου αισθάνονταν πως είχαν βαριά ευθύνη, αφού είχαν την πεποίθηση πως μιλούσαν εξ ονόματος του Γένους. Ωστόσο, παρά τις αντιδράσεις, κυρίως από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, ο οποίος αποκαλούσε τον Δικαίο «άνθρωπο απαταιών και εξωλέστατο», από τον προύχοντα των Καλαβρύτων Ανδρέα Ζαΐμη αλλά και από τον προεστό της Γορτυνίας Κανέλλο Δεληγιάννη που χαρακτήριζε τα προβαλλόμενα επιχειρήματα «κομπορρημοσύνας και αγυρτίας», «ληρήματα, ανοησίας και παραλογισμούς», δύο άλλα γεγονότα, η αποστασία του Αλή Πασά των Ιωαννίνων αλλά και η απόφαση του Αλέξανδρου Υψηλάντη να κινηθεί με τις δικές του δυνάμεις στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, κατέστησαν την πορεία προς την Επανάσταση αναπόδραστη. Ιδιαίτερα η αποσκίρτηση του Αλή Πασά και η πολιορκία του από πολυάριθμο οθωμανικό στρατό διευκόλυναν την επανάσταση στον Μοριά, αφού καθήλωσαν στην περιοχή της Ηπείρου τουρκικά στρατεύματα που διαφορετικά θα βρίσκονταν νοτιότερα. Καθοριστική για την πορεία προς την εξέγερση στον Μοριά αποδείχθηκε η επιστροφή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη στα πάτρια εδάφη. Στις 6 Ιανουαρίου 1821 ο «Γέρος του Μοριά» αποβιβάσθηκε στη Μάνη. Η μακρά εξορία του στα Επτάνησα μετά το «χαλασμό των κλεφτών», το 1806, είχε λάβει τέλος. Κατά την παραμονή του στα νησιά του Ιονίου ο Κολοκοτρώνης μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία, πιθανότατα την 1η Δεκεμβρίου 1818, και με τη σειρά του μύησε αρκετούς άλλους. Στη Μάνη ο «Γέρος του Μοριά» ήλθε σε επαφή με έναν εκ των επιφανεστέρων Μοραϊτών προκρίτων, τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, οργανώνοντας τις λεπτομέρειες της εξέγερσης. Η πρώτη τουφεκιά της Επανάστασης έπεσε στο δρόμο που οδηγούσε στην Τρίπολη. Μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα οι συγκρούσεις είχαν γενικευθεί σε όλο τον Μοριά. Στις 22 Μαρτίου 1821 οι συγκρούσεις μεταφέρθηκαν μέσα στην πόλη της Πάτρας. Στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου ο ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Ο οπλαρχηγός Γεωργάκης Ολύμπιος είχε μυήσει στη Φιλική Εταιρεία τον Βλάχο Θεόδωρο Βλαδιμηρέσκου (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Aθήνα).
Παλαιών Πατρών Γερμανός, επικεφαλής των προκρίτων της περιοχής, παρουσία πλήθους ενόπλων ύψωσε το σταυρό ορκίζοντας τους παρευρισκομένους στον αγώνα «υπέρ πίστεως και πατρίδος». Το συγκεντρωμένο πλήθος παραληρούσε φωνάζοντας συνθήματα υπέρ της ελευθερίας. Οι επαναστάτες εξέδωσαν προκήρυξη, την οποία διένειμαν σε όλους τους ξένους προξένους που στάθμευαν στην πόλη, αναζητώντας βοήθεια. Παρά τον αρχικό ενθουσιασμό, όμως, σύντομα αποδείχθηκε πως η πόλη της Πάτρας δεν επρόκειτο εύκολα να περάσει σε ελληνικά χέρια. Ισχυρές οθωμανικές δυνάμεις επενέβησαν καταπνίγοντας την εξέγερση. Αμέσως μετά η πόλη παραδόθηκε στη λεηλασία και τη φωτιά, ενώ οι Ελληνες κάτοικοί της είτε αιχμαλωτίσθηκαν είτε την εγκατέλειψαν άτακτα. Η Επανάσταση μετρούσε ήδη την πρώτη μεγάλη αποτυχία της. 101
Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός αντιδρούσε αρχικά στα κηρύγματα του Παπαφλέσσα χαρακτηρίζοντάς τον «άνθρωπο απατειών και εξωλέστατο». Λιθογραφία των V. Pasqualoni και L. Barocci «Ο Ελληνας επίσκοπος της εκκλησίας του Αγίου Αθανασίου» (Ιδιωτική συλλογή, Ρώμη). 102
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Παρά την αποτυχία στην Πάτρα, ο επαναστατικός αναβρασμός γενικεύθηκε. Στις 23 Μαρτίου 1821 εξεγερμένοι Μανιάτες, καθοδηγούμενοι από τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, πολιόρκησαν και κατέλαβαν εύκολα την Καλαμάτα, αιχμαλωτίζοντας τους Τούρκους της πόλης. Η πρώτη αντίδραση της τοπικής οθωμανικής εξουσίας φανέρωνε τη σύγχυση και την υποτίμηση της σπουδαιότητας του αγώνα των Ελλήνων. Με προκήρυξή του προς τους κατοίκους των Καλαβρύτων, ο καϊμακάμης της περιοχής αποκαλούσε «κλέφτες και κακούργους» τους Ελληνες επαναστάτες και ζητούσε από τους ραγιάδες υπηκόους του να μην τους παρέχουν προστασία. Στην καρδιά της αυτοκρατορίας, στην Κωνσταντινούπολη, ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ κλήθηκε ενώπιον του σουλτάνου προκειμένου να δώσει εξηγήσεις για τα διαδραματιζόμενα. Στους δρόμους της Πόλης αλλά και της Σμύρνης εξαγριωμένοι Οθωμανοί βιαιοπραγούσαν εις βάρος Ελλήνων και κατέστρεφαν ελληνικές ιδιοκτησίες. Αρκετοί επιφανείς Ελληνες της Κωνσταντινούπολης βρήκαν τότε τραγικό θάνατο. Ανάμεσά τους και ο ίδιος ο Γρηγόριος ο Ε΄, ο οποίος απαγχονίσθηκε ανήμερα του Πάσχα, στις 10 Απριλίου του 1821, στη μεσαία θύρα του Πατριαρχείου με την κατηγορία της συνέργειας στις επαναστατικές ενέργειες. Η στρατηγική του Κολοκοτρώνη ήταν, σε γενικές γραμμές, απλή. «Σύρτε στα κάστρα, πολιορκήστε», προέτρεπε τους συντρόφους του, αφού γνώριζε καλά πως η συγκέντρωση της οθωμανικής διοίκησης στις μεγάλες πόλεις της Πελοποννήσου, την Τρίπολη, το Ναύπλιο και την Πάτρα, απαιτούσε το συντονισμό των εξεγερμένων εναντίον τους. Η τακτική που προκρίθηκε από τον πεπειραμένο Κολοκοτρώνη, η παραμονή δηλαδή αποκλειστικά στο έδαφος της Πελοποννήσου και η διενέργεια πολιορκιών, ιδιαίτερα κατά το διάστημα 18211823, σε συνδυασμό με τον κλεφτοπόλεμο, θα αποδεικνυόταν πολύ σύντομα ευφυής, χαρίζοντας μεγάλες νίκες στα ελληνικά όπλα. Σε αντιδιαστολή με την Πελοπόννησο, ο επαναΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Στις 23 Μαρτίου 1821 ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης με τον Κολοκοτρώνη πολιόρκησαν και κατέλαβαν την Καλαμάτα.
Ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’ απαγχονίστηκε ανήμερα του Πάσχα στις 10 Απριλίου 1821. «Ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε’, συρόμενος στην αγχόνη», λεπτομέρεια από πίνακα του Ν. Λύτρα. 103
Καθοριστική για την πορεία της εξέγερσης στην Πελοπόννησο αποδείχθηκε η επιστροφή του Θόδωρου Κολοκοτρώνη στις 6 Ιανουαρίου 1821 (Δυτική λιθογραφία εποχής).
104
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
στατικός αναβρασμός δεν προχωρούσε με την ίδια ορμή στη Στερεά Ελλάδα, ιδιαίτερα στα δυτικά τμήματά της. Κύρια αιτία γι’ αυτό ήταν η παρουσία στη γειτονική Ηπειρο του Αλή Πασά των Ιωαννίνων, στην υπηρεσία του οποίου βρίσκονταν ή σχετίζονταν μαζί του πολλοί από τους αρματολούς της περιοχής. Δυσχέρειες προκαλούσε επίσης και η έλλειψη ικανού αριθμού κλεφτών, οι οποίοι, κατά το πρότυπο της Πελοποννήσου, θα μπορούσαν να αναλάβουν το κύριο βάρος των επαναστατικών ενεργειών. Τέλος, οι συχνά ανταγωνιστικές σχέσεις αρκετών αρματολών μεταξύ τους δημιουργούσαν επανειλημμένα προσκόμματα στον επαναστατικό σχεδιασμό.
ημέρες αργότερα. Τον ακολούθησαν αλυσιδωτά διάφοροι οπλαρχηγοί της γύρω περιοχής, όπως ο Γκούρας και ο Σκαλτσάς που κατέλαβαν το Γαλαξίδι και το Λιδωρίκι, αντίστοιχα. Λίγο αργότερα, στις 31 Μαρτίου, ο «καλός στρατιώτης του Χριστού και της πατρίδος» Αθανάσιος Διάκος ύψωσε στη Λιβαδειά τη σημαία της ελευθερίας.
Ωστόσο, παρά τις δυσκολίες, και εκεί τα μηνύματα της Επανάστασης ήταν έντονα. Στην Ανατολική Στερεά ήδη από τις 27 Μαρτίου 1821 ο Πανουργιάς πολιόρκησε με τους άνδρες του τα Σάλωνα, κυριεύοντας την ακρόπολη της πόλης δεκατρείς
Με την πάροδο ενός μήνα, τον Απρίλιο του 1821, ογκωδέστατο οθωμανικό στράτευμα με αρχηγό τον Ομέρ Βρυώνη αποσπάσθηκε από την κύρια οθωμανική στρατιωτική δύναμη, που με επικεφαλής τον Χουρσίτ Πασά πολιορκούσε τον Αλή Πασά στα Γιάννενα, και κινήθηκε νοτιότερα για να καταπνίξει την Ελληνική Επανάσταση. Ο πανικός που προκλήθηκε μεταξύ των χριστιανών ήταν μεγάλος και οι περιστάσεις αποδεικνύονταν ιδιαίτερα κρίσιμες. Ορισμένοι αποφασισμένοι Ελληνες επαναστάτες αποφάσισαν τότε να ανακόψουν την τουρκική προέλαση. Οχυρώθηκαν λοιπόν στην
Στις 30 Μαΐου του ’21 ο Γεώργιος Καραϊσκάκης πολιόρκησε τους Τούρκους στο Κομπότι της Αρτας.
Στις 27 Μαρτίου ο Πανουργιάς πολιόρκησε τα Σάλωνα, τα οποία κυρίευσε 13 μέρες αργότερα.
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
105
Τον Απρίλιο του 1821 ο Ομέρ Βρυώνης έφυγε από τα πολιορκούμενα Γιάννενα και κινήθηκε νότια για να καταπνίξει την Ελληνική Επανάσταση.
Αλαμάνα, στις 22 Απριλίου, προβάλλοντας ηρωική, αλλά ανεπιτυχή αντίσταση. Ο ιερωμένος επικεφαλής τους Αθανάσιος Διάκος έπεσε στα χέρια των Τούρκων σοβαρά τραυματισμένος και βρήκε φρικτό θάνατο. Ακολούθως οι Ελληνες αγωνιστές οχυρώθηκαν στο Χάνι της Γραβιάς, με αρχηγούς τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και τον Ιωάννη Γκούρα, και στις 8 Μαΐου αντιμετώπισαν τις τουρκικές δυνάμεις. Οι λιγοστοί Ελληνες επαναστάτες απώθησαν τον τουρκικό στρατό. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, εκμεταλλευόμενοι το σκοτάδι, επιχείρησαν ηρωική έξοδο και διέφυγαν από το ετοιμόρροπο χάνι χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. Οι απώλειες των Τούρκων ήταν μεγάλες, σε αντίθεση με εκείνες των Ελλήνων. Λίγους μήνες αργότερα, τον Αύγουστο του 1821, οι πολυπληθείς στρατιωτικές δυνάμεις των Τούρκων, ενισχυμένες με τους άνδρες του Βεϋράν Πασά, που είχαν προστρέξει από τη Μακεδονία, συνάντησαν εκ νέου την αντίσταση των Ελλήνων, που με επικεφαλής τους οπλαρχηγούς
Στις 22 Απριλίου ο Αθανάσιος Διάκος έπεσε στα χέρια των Τούρκων και βρήκε φρικτό θάνατο. Πίνακας του Αλ. Ησαΐα από τη μάχη της Αλαμάνας. 106
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Με λιγοστούς επαναστάτες ο Οδυσσέας Ανδρούτσος διέφυγε από το πολιορκημένο Χάνι της Γραβιάς. Αγγλική γκραβούρα εποχής. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
107
Ιωάννη Δυοβουνιώτη, Πανουργιά και Γκούρα τούς περίμεναν στα Βασιλικά, κοντά στη Λαμία. Η μάχη εξελίχθηκε σε πανωλεθρία για τον τουρκικό στρατό. Το πλήγμα στην αυτοπεποίθηση των Τούρκων ήταν πολύ ισχυρό, καθώς αποδείχθηκε πως δεν ήταν ανίκητοι. Ετσι η Επανάσταση διασώθηκε όχι μόνο στην Ανατολική Ελλάδα, αλλά και στην Πελοπόννησο, αφού εκείνο το διάστημα η πολιορκία της Τρίπολης είχε εισέλθει στην πιο κρίσιμη φάση της.
Μετά τις 30 Μαρτίου συγκροτήθηκε ναυτική μοίρα από οκτώ πλοία υπό τη διοίκηση του έμπειρου ναυτικού Ιακώβου Τομπάζη. Λιθογραφία του G. Boggi (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).
Στη Δυτική Στερεά, πάλι, λίγες ημέρες μετά την έκρηξη της Επανάστασης η κατάσταση ήταν τεταμένη. Οι πληροφορίες και οι φήμες που κυκλοφορούσαν για τα σχέδια των ραγιάδων προκαλούσαν σκεπτικισμό. Λίγο βορειότερα, στους δύσβατους ορεινούς όγκους του Σουλίου, η Ελληνική Επανάσταση διέθετε τους καλύτερους πολεμιστές της, αφού οι Σουλιώτες είχαν επιστρέψει στα πάτρια εδάφη μετά τη συμφωνία που έκαναν με τον Αλή Πασά, τον Δεκέμβριο του 1820. Εκεί έφτασε και ο Χριστόφορος Περραιβός, ως απεσταλμένος της Φιλικής Εταιρείας, εφοδιασμένος με επιστολή του Αλέξανδρου Υψηλάντη προς τους συμπατριώτες του.
Πίνακας που απεικονίζει τον αποκλεισμό του Ναυπλίου από τη Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα. 108
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Στη Δυτική Στερεά ο Φιλικός οπλαρχηγός του Ζυγού, ο Δημήτριος Μακρής, οργάνωσε την επίθεση εναντίον του Μεσολογγίου. Στις 24 Μαΐου 1821 η πόλη κατελήφθη από τους Ελληνες επαναστάτες. Στις 26 Μαΐου 1821 συγκρούσθηκαν Ελληνες και Τούρκοι στην Κούλια κοντά στο Μακρυνόρος, στην περιοχή της Αρτας. Οι Ελληνες, μετά τη νίκη τους, πήραν θάρρος και πολιόρκησαν τους Τούρκους στη Βόνιτσα, στο Βραχώρι και αλλού. Τέσσερις μέρες μετά ο Γεώργιος Καραϊσκάκης και ο Γιαννάκης Κουτελίδας πολιόρκησαν τους Τούρκους στο Κομπότι, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Στη μάχη, που επαναλήφθηκε στις 8 Ιουνίου, σκοτώθηκαν πολλοί Τούρκοι, πληγώθηκε όμως και ο Καραϊσκάκης. Οι συγκρούσεις συνεχίσθηκαν με αυξομειώσεις και το επόμενο διάστημα. Στις 29 Ιουνίου 1821 δόθηκε μια μικρή μάχη στο Πέτα. Οι Ελληνες ηττήθηκαν. Στις 11 Σεπτεμβρίου του 1821 δόθηκε και νέα μάχη στο Πέτα. Επικράτησαν οι Ελληνες, οι οποίοι είχαν ενισχυθεί.
Ακολούθησαν τα Ψαρά και στη συνέχεια η Υδρα και η Σάμος. Τα αποτελέσματα της κινητοποίησης των νησιωτών ήταν άμεσα. Δεκαπέντε καράβια εξόπλισαν μόνο οι καραβοκύρηδες των Σπετσών, ενώ η θρυλική καπετάνισσα Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα απέκλεισε από τη θάλασσα τα φρούρια του Ναυπλίου. Ταυτόχρονα, Ψαριανοί καπετάνιοι εμπόδισαν τον απόπλου από τη Σμύρνη οθωμανικών δυνάμεων που προορίζονταν για την Πελοπόννησο, βυθίζοντας μάλιστα ένα τουρκικό πλοίο και αιχμαλωτίζοντας άλλα τρία. Στην Υδρα ο Φιλικός καπετάνιος Αντώνιος Οικονόμου κατέλυσε στις 30 Μαρτίου του 1821 την εξουσία των τοπικών προυχόντων, που έδειχναν εξαιρετικά απρόθυμοι να εξεγερθούν. Κατέστη έτσι δυνατή η συγκρότηση ναυτικής μοίρας, αποτελούμενης από οκτώ πλοία, υπό τη διοίκηση του έμπειρου ναυτικού Ιακώβου Τομπάζη. Στις προτεραιότητες του ναυτικού αγώνα εντασσόταν η απόκτηση μιας ισχυρής ναυτικής βάσης, κυρίως στην Πελοπόννησο. Το λιμάνι του Ναυπλίου είχε προκριθεί ως η καταλληλότερη λύση.
Ο επαναστατικός αναβρασμός στην ηπειρωτική Ελλάδα επεκτάθηκε γρήγορα στα νησιά του Αιγαίου Πελάγους. Πρώτες επαναστάτησαν οι Σπέτσες.
Ο Μοριάς, η Ρούμελη και τα νησιά δεν ήταν οι μοναδικές περιοχές, όπου ξέσπασαν επαναστατικές εστίες στη διάρκεια του 1821. Η Μακεδονία,
Ο Γεώργιος Λασσάνης, ο Τσάμης Καρατάσος και ο Εμμανουήλ Παππάς ηγέτες της Επανάστασης στη Μακεδονία. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
109
Ο Παναγιώτης Κεφάλας σηκώνει τη σημαία της ελευθερίας στα τείχη της Τριπολιτσάς. Πίνακας του Peter von Hess. 110
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
η Θεσσαλία και η Κρήτη συγκλονίσθηκαν από τις πρωτοβουλίες φλογισμένων Ελλήνων επαναστατών. Ιδιαίτερα στη Μακεδονία, οι διεργασίες προς την εθνικοαπελευθερωτική προσπάθεια εισήλθαν στην τελική τους φάση από το 1818 με τη στρατολόγηση μελών, όπως ο Ιωάννης Φαρμάκης, ο Γεωργάκης Ολύμπιος, ο Δημήτριος Ιπατρος, ο Γεώργιος Λασσάνης, ο Νικόλαος Κασομούλης, ο Εμμανουήλ Παππάς. Στον τελευταίο μάλιστα έλαχε ο κλήρος να ηγηθεί της Επανάστασης στη Χαλκιδική, που άρχισε την άνοιξη, σχεδόν ταυτόχρονα με τις επαναστατικές ενέργειες του Μοριά και της Ρούμελης, αλλά τερματίσθηκε άδοξα, ύστερα από μερικές επιτυχίες των Ελλήνων, το χειμώνα του 1821. Είχε προηγηθεί λίγο νωρίτερα αποστολή Μακεδόνων καπετάνιων, ανάμεσά τους και του Νικολάου Κασομούλη, στη Νότια Ελλάδα, προς αναζήτηση βοήθειας, η οποία όμως δεν απέδωσε τα αναμενόμενα.
Πριν σβήσει ολότελα η επαναστατική φλόγα στη Χαλκιδική, ξεκίνησε, τον Φεβρουάριο του 1822, η εξέγερση στην Κεντρική Μακεδονία. Πρωταγωνιστές αναδείχθηκαν οι οπλαρχηγοί του Ολύμπου, των Πιερίων και του Βερμίου, καθώς και επιφανείς πρόκριτοι της Νάουσας, της Εδεσσας, της Σιάτιστας και της Καστοριάς. Ιδιαίτερα στη Νάουσα οι Ελληνες της πόλης εξεγέρθηκαν κατά των Τούρκων, με επικεφαλής τον άρχοντα Λογοθέτη Ζαφειράκη και τους οπλαρχηγούς Τσάμη Καρατάσο και Αγγελο Γάτσο. Και οι τρεις τους είχαν μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία και είχαν αναλάβει ως αποστολή την οργάνωση εξεγέρσεων στην ιδιαίτερή τους πατρίδα. Μέσα στο μητροπολιτικό ναό του Αγίου Δημητρίου οι επαναστάτες ύψωσαν επαναστατική σημαία με το φοίνικα και την επιγραφή «Εν τούτω νίκα» από τη μια πλευρά και από την άλλη το σύνθημα «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος», το οποίο ενέπνευσε τον επικεφαλής
Οι ισχυροί θύλακες ελληνικού πληθυσμού και η κλέφτικη παράδοση της Πελοποννήσου συνηγορούσαν υπέρ της εξέγερσης. «Το καραούλι», πίνακας του Θ. Βρυζάκη. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
111
της Φιλικής Εταιρείας Αλέξανδρο Υψηλάντη. Οι εξεγερμένοι απώθησαν το στράτευμα του Κεχαγιά μπέη, που με 4.000 στρατιώτες είχε σταλεί εναντίον τους. Γρήγορα, όμως, οι εξελίξεις στη Νάουσα πήραν δυσάρεστη τροπή. Μόλις πληροφορήθηκε τα γεγονότα ο σουλτάνος στην Κωνσταντινούπολη αντέδρασε οργισμένα, εκδίδοντας αυτοκρατορικό φιρμάνι με το οποίο ζητείτο η καταστολή της εξέγερσης. Υπακούοντας στο θέλημά του, στις 6 Απριλίου του 1822, η πόλη πολιορκήθηκε από την πολυπληθή στρατιωτική δύναμη του πασά της Θεσσαλονίκης Μεχμέτ Εμίν, του διαβόητου Εμπού Λουμπούτ (ροπαλοφόρος), που αριθμούσε περίπου 10.000 Οθωμανούς στρατιώτες. Σκληρές μάχες δόθηκαν επί σειράν ημερών γύρω από τη Νάουσα και τα χωριά της. Εχοντας απορρίψει την πρόταση των Τούρκων για παράδοση με αντάλλαγμα την παροχή αμνηστίας, η Νάουσα λύγισε τελικά πέφτοντας στα χέρια των πολιορκητών της. Ηταν μέσα Απριλίου του 1822. Την πτώση της μαρτυρικής πόλης ακολούθησαν γενικευμένες σφαγές, με σημαντικότερη εκείνη που διεπράχθη στη θέση «Κιόσκι», αιχμαλωσίες, καταστροφές και λεηλασίες εκκλησιών, σπιτιών και περιουσιών, αλλά και απερίγραπτες σκηνές αυτοθυσίας και ηρωισμού. Ανάμεσα στους συλληφθέντες ήταν η σύζυγος και η κόρη του προκρίτου Ζαφειράκη Λογοθέτη καθώς και οι σύζυγοι των οπλαρχηγών Καρατάσιου και Γάτσου. Εκτός από τη Μακεδονία, η φλόγα της Επανάστασης επεκτάθηκε και στην Κρήτη. Με επίκεντρο τα Σφακιά και τα Ανώγεια οι Κρήτες ξεσηκώθηκαν, αλλά η προσπάθειά τους να προσελκύσουν βοήθεια από τον εξεγερμένο Μοριά και τη Ρούμελη απέβη τελικά άκαρπη. Τους Ελληνες του νησιού δεν βοηθούσε επίσης η απουσία τοπικών στελεχών της Φιλικής Εταιρείας, αλλά και η εύρωστη μουσουλμανική μειονότητα. Τον Νοέμβριο του 1821 ο Δημήτριος Υψηλάντης διόρισε ως γενικό αρχηγό της εξέγερσης στο νησί τον Μιχαήλ Κομνηνό Αφεντούλη, ο οποίος με τη συνδρομή του Γάλλου φιλέλληνα Βαλέστ σημείωσε κάποιες στρατιωτικές επιτυχίες στις αρχές του 1822. Ωστόσο, 112
όλες οι επαναστατικές ενέργειες υπήρξαν αποσπασματικές και, ελλείψει συνολικού σχεδίου, η αποτυχία του εγχειρήματος φάνταζε αναπόφευκτη. Με εντολή του σουλτάνου, αιγυπτιακά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στο νησί τον Μάιο του 1822 και έσβησαν κάθε επαναστατική εστία.
Β. Στρατιωτικές επιτυχίες (1821-1824) Δύο μήνες μόλις μετά την έκρηξη της Επανάστασης στον Μοριά, το Μάιο του 1821, ο Κολοκοτρώνης είχε ήδη συγκροτήσει ένα αξιόμαχο στρατιωτικό σώμα, με το οποίο είχε κυκλώσει το διοικητικό κέντρο της Πελοποννήσου, την Τριπολιτσά. Ο στόχος του ήταν προφανής. Ενδεχόμενη κατάληψη της πόλης από τους Ελληνες θα είχε μεγάλη συμβολική, αλλά και στρατιωτική αξία. Μετά την κάμψη της αρχικής αντίστασης των Τούρκων, η πολιορκία της Τριπολιτσάς από τους Ελληνες έγινε στενότερη, ενώ το ηθικό των Τούρκων εξασθένησε. Στην πόλη είχαν συγκεντρωθεί περίπου 30.000 άνθρωποι, κυρίως μουσουλμάνοι καθώς και λίγοι χριστιανοί και Εβραίοι. Οι πολιορκητές απέκοψαν τα υδραγωγεία, ωστόσο η πόλη διέθετε άφθονα πόσιμα πηγαδίσια νερά. Είχε επίσης λίγα τρόφιμα. Καθώς όμως η πολιορκία άρχισε να στενεύει, η κατάσταση επιδεινώθηκε. Οι συνθήκες υγιεινής ήταν άθλιες και επιδημίες έκαναν την εμφάνισή τους. Το καλοκαίρι που ακολούθησε επιδείνωσε τη θέση των πολιορκημένων Τούρκων. Η κατάληψη της πόλης από τους Ελληνες επαναστάτες έδειχνε αναπόδραστη. Ταυτόχρονα, διάφορες περίεργες φήμες για τις προθέσεις των Ελλήνων σκορπούσαν στους Τούρκους το φόβο. Οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους επαναστάτες Ελληνες και τους πολιορκημένους Τούρκους της Τριπολιτσάς, που βρίσκονταν σε απόγνωση, αποτελούσαν συχνό φαινόμενο. Οι γυναίκες της πόλης ζήτησαν να δουν την Μπουμπουλίνα. Εκείνη αποδέχθηκε την πρόσκληση και μπήκε στην πόλη μαζί με τη φρουρά της. Το ίδιο έκαναν και αρκετοί καπετάνιοι, ενώ πολλοί Τούρκοι «πήγαιναν στη σκηνή του Κολοκοτρώνη ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Δύο πίνακες για την καταστροφή του Δράμαλη στα Δερβενάκια.
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
113
Ο Κωνσταντίνος Κανάρης εκμεταλλεύτηκε τη χαλάρωση των Οθωμανών λόγω του Μπαϊραμιού και πυρπόλησε τη ναυαρχίδα «Μανσουρίγιε». «Οι αδελφοί Κανάρη». Γλυπτό σύμπλεγμα του Benedetto Civiletti (Κήπος του Παλέρμο). 114
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
με δώρα. Λίγο πριν από την πτώση της πόλης οι Αλβανοί της Τριπολιτσάς ήλθαν σε συνεννόηση με τον Κολοκοτρώνη, προκειμένου να αποχωρήσουν αλώβητοι. Ο Κολοκοτρώνης εγγυήθηκε προσωπικά για την εφαρμογή της συμφωνίας. Παρά τις δυσχέρειες που παρουσιάσθηκαν, η συμφωνία τηρήθηκε και οι Αλβανοί με τη συνοδεία Ελλήνων στρατιωτών προωθήθηκαν στη Στερεά Ελλάδα και την Ηπειρο. Στις 23 Σεπτεμβρίου 1821, έπειτα από πολύμηνη προσπάθεια, η Τριπολιτσά αλώθηκε από τους Ελληνες πολιορκητές της. Επρόκειτο για τη μεγαλύτερη, έως τότε, στρατιωτική επιτυχία των επαναστατών, γεγονός όχι μόνο συμβολικής, αλλά και στρατηγικής σημασίας, αφού η πόλη αποτελούσε νευραλγικό διοικητικό κέντρο της Πελοποννήσου. Η γενικευμένη σφαγή, όμως, των Τούρκων της πόλης αμαύρωσε την αίγλη της νίκης και προκάλεσε αποτροπιασμό και σε αρκετούς φιλέλληνες. Η επίμονη πολιορκία των τουρκικών φρουρίων συνεχίσθηκε. Στην Πάτρα, ο διά θαλάσσης ανεφοδιασμός της πόλης ανακούφιζε τους πολιορκημένους Τούρκους. Και επειδή οι ναυτικοί αποκλεισμοί των Ελλήνων δεν αναγνωρίζονταν στην αρχή της Επανάστασης, πολεμικά πλοία των ευρωπαϊκών χωρών προστάτευαν τα πλοία που μετέφεραν τρόφιμα. Στο πολιορκούμενο Ναύπλιο, για παράδειγμα, ένα μαλτέζικο πλοίο μετέφερε τρόφιμα στους Τούρκους και εμπόδισε έτσι την παράδοσή του στους Ελληνες. Στην πολιορκούμενη Πύλο, στην αρχή της Επανάστασης οι Τούρκοι βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη θέση. Ετσι άρχισαν να τρώνε και άλογα και γαϊδούρια και άλλα ακάθαρτα ζώα. Το επόμενο διάστημα η κατάστασή τους χειροτέρευσε ακόμη περισσότερο. Τελικά, η Πύλος έπεσε στα χέρια των Ελλήνων. Προκειμένου μάλιστα να μην εξαπλωθούν αρρώστιες, τα πτώματα κάηκαν. Στις αρχές του 1822 στάλθηκε στη Νότια Ελλάδα ο Δράμαλης για να καταπνίξει τις επαναστατικές εστίες. Η είδηση της καθόδου του προκάλεσε αναταραχή στους Ελληνες. Μπροστά στη γενικευμένη ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
σύγχυση, ο κίνδυνος εκφυλισμού της Επανάστασης ήταν ορατός. Τότε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης των επαναστατών, απέδειξε έμπρακτα πως η φήμη που τον συνόδευε δεν ήταν τυχαία. Αμέσως συγκέντρωσε τους άνδρες του και με πύρινους λόγους προσπάθησε να τους εμψυχώσει. Γνωρίζοντας τα σαφή μειονεκτήματα μιας ενδεχόμενης απευθείας αναμέτρησης με τις υπέρμετρες οθωμανικές στρατιωτικές δυνάμεις, ο Κολοκοτρώνης επέλεξε να οχυρωθεί στα Δερβενάκια, ένα στενό πέρασμα ανάμεσα στους ορεινούς όγκους που χωρίζουν την Κόρινθο από την αργολική πεδιάδα και το Ναύπλιο. Εκεί, πίστευε πως θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τους Τούρκους έχοντας στρατηγικό πλεονέκτημα. Ταυτόχρονα, εφαρμόζοντας την τακτική της «καμένης γης», διέταξε να ανάψουν φωτιές προκειμένου να καταστραφούν τα σπαρτά και να περιορισθούν οι δυνατότητες των Τούρκων για ανεφοδιασμό. Η συντριβή του Δράμαλη στα Δερβενάκια επιβεβαίωσε τη στρατιωτική ευφυΐα του Κολοκοτρώνη. Κι ενώ στην ξηρά οι μάχες μαίνονταν, ο οθωμανικός στόλος απέπλευσε από την Κωνσταντινούπολη προκειμένου να συνδράμει τις χερσαίες επιχειρήσεις. Το απόγευμα της 6ης Ιουνίου 1822 αρκετοί ανώτεροι αξιωματικοί του τουρκικού Ναυτικού είχαν συγκεντρωθεί στη ναυαρχίδα του οθωμανικού στόλου «Μανσουρίγιε» για να γιορτάσουν το Μπαϊράμι. Μέσα στη γενική ευθυμία διέλαθε την προσοχή των Οθωμανών η διείσδυση Ελλήνων μπουρλοτιέρηδων, με μπροστάρηδες τον Ψαριανό Κωνσταντίνο Κανάρη και τον Υδραίο Ανδρέα Πιπίνο. Οι Ελληνες πυρπολητές με παράτολμη γενναιότητα έβαλαν φωτιά και κατόρθωσαν να βυθίσουν το καμάρι του τουρκικού πολεμικού στόλου. Περισσότεροι από 2.000 Τούρκοι ναύτες σκοτώθηκαν ή πνίγηκαν, ενώ και ο ίδιος ο ναύαρχος Καρά Αλής ξεψύχησε λίγη ώρα αργότερα. Επρόκειτο για ένα καίριο χτύπημα που έκανε θρύψαλα το γόητρο του τουρκικού Πολεμικού Ναυτικού. Στις 29 Αυγούστου του 1824 ο ελληνικός στόλος με διοικητή τον Ανδρέα Μιαούλη ναυμάχησε με τον ενωμένο τουρκοαιγυπτιακό στόλο, τον οποίο διοικούσαν 115
Στις 29 Αυγούστου 1824 ο Ανδρέας Μιαούλης καταναυμάχησε τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο στον κόλπο του Γέροντα.
ο Ιμπραήμ και ο Χοσρέφ Πασάς, στον κόλπο του Γέροντα, κοντά στο νησί της Λέρου. Η ναυμαχία, που ήταν η σημαντικότερη ναυτική επιχείρηση στη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, έληξε με θρίαμβο των ελληνικών πυρπολικών, παρότι οι τουρκοαιγυπτιακές ναυτικές δυνάμεις υπερτερούσαν κατά πολύ των αντίστοιχων ελληνικών. Η ναυτική αναμέτρηση κορυφώθηκε με την πυρπόληση φρεγάτας από τους Υδραίους Παπαντώνη και Γεώργιο Βατικιώτη.
Γ. Οι ήττες Οι εξελίξεις στο Ελληνικό Ζήτημα πήραν αρνητική τροπή από τις αρχές του 1822, λόγω της ήττας του Αλή Πασά και της αποδέσμευσης των οθωμανικών στρατευμάτων υπό τον Χουρσίτ Πασά, οι οποίες μπορούσαν τώρα να κινηθούν στο σύνολό τους νοτιότερα. Τα νέα δεδομένα γεύθηκαν 116
πρώτοι οι Σουλιώτες, οι οποίοι στις αρχές του καλοκαιριού βρέθηκαν υπό ασφυκτική πολιορκία χιλιάδων Τούρκων στρατιωτών. Την ίδια στιγμή, οι εξεγερμένοι Ελληνες είχαν εισέλθει στη δίνη των πολιτικών αντιπαραθέσεων και της ύπαρξης πολλών κέντρων πολιτικής εκπροσώπησης. Η έλλειψη συντονισμού και οι αντιπαραθέσεις οδήγησαν στην ήττα κατά τη μάχη στο Πέτα. Το πρωί της 4ης Ιουλίου 1822 πολυπληθές τουρκικό στράτευμα, αποτελούμενο από περίπου 9.000 άνδρες με επικεφαλής τον Μεχμέτ Ρεσίτ Πασά (Κιουταχή), στάθηκε απέναντι στις ελληνικές δυνάμεις. Η σύγκρουση που ακολούθησε είχε ολέθρια αποτελέσματα για τους Ελληνες και τους φιλέλληνες. Περίπου τα ¾ των στρατιωτών του Τάγματος των Φιλελλήνων σκοτώθηκαν, ενώ οι υπόλοιποι με δυσκολία κατόρθωσαν να διαφύγουν. Ο ανθός της ευρωπαϊκής νεολαίας, που με τόσο ρομαντισμό είχε στρατευθεί στην ελληνική υπόθεση, εκείτετο νεκρός λίγο έξω από την Αρτα. Τον Απρίλιο του 1822 ισχυρές οθωμανικές στρατιωτικές δυνάμεις αποβιβάσθηκαν στο νησί της Χίου, στο οποίο διέμεναν περίπου 100.000 άτομα. Με εντολή του Τούρκου διοικητή, ακολούθησαν γενικευμένη σφαγή και λεηλασία των περιουσιών. Περίπου τα 2/3 των κατοίκων του νησιού, γύρω στους 70.000, εξοντώθηκαν ή πουλήθηκαν για σκλάβοι. Η καταστροφή της Χίου συγκλόνισε τόσο τους Ελληνες όσο και τους φιλελληνικούς κύκλους ανά τον κόσμο. Ο Γάλλος ζωγράφος Ευγένιος Ντελακρουά αποτύπωσε στον καμβά του το τραγικό θέαμα εικονοποιώντας την ανείπωτη καταστροφή, ενώ ποίημα στο αποτρόπαιο γεγονός αφιέρωσε και ο Αμερικανός ποιητής και δημοσιογράφος William Cullen Bryant. Τα Ψαρά αποτελούσαν μία από τις πλέον προβεβλημένες εστίες του ναυτικού αγώνα των Ελλήνων. Γενέτειρα πολλών μπουρλοτιέρηδων, όπως του Κωνσταντίνου Κανάρη, του Δημητρίου Παπανικολή και του Δημήτρη Βρατσάνου, το νησί αριθμούσε στις αρχές της Επανάστασης περίπου 30.000 ψυχές, ντόπιους αλλά και πρόσφυγες από τα γειτονικά νησιά. Τον Ιούλιο του 1824 πολυάριθμες ναυτικές τουρκοαιγυπτιακές δυνάμεις προσέγγισαν αιφνιδιαστικά το νησί. Οι Ελληνες υπερασπιστές του, είτε από κακό υπολογισμό είτε από υπερεκτίμηση των ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
δυνάμεών τους, δεν τους αντιμετώπισαν με τα πυρπολικά τους, αλλά οχυρώθηκαν στη στεριά. Η επιλογή αποδείχθηκε ολέθρια, αφού οι Τούρκοι, δίχως ουσιαστική αντίσταση, αποβίβασαν στρατεύματα στην ξηρά. Ακολούθησε λουτρό αίματος. Πάνω από 18.000 κάτοικοι εξοντώθηκαν ή αιχμαλωτίσθηκαν και πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής. Επρόκειτο για μια ανείπωτη εθνική τραγωδία. Ωστόσο, αρκετοί Ψαριανοί τη βίωσαν ως αποτέλεσμα της παραμέλησης της νήσου από την ελληνική διοίκηση, εξαιτίας κυρίως του μαινόμενου εμφύλιου πολέμου. Επιχειρώντας να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, το Βουλευτικό εξέδωσε στις 28 Ιουνίου 1824 προκήρυξη προς τους πρόσφυγες Ψαριανούς που είχαν καταφύγει
στις Σπέτσες εκφράζοντας την οδύνη του για τα θλιβερά γεγονότα. Την περίοδο 1823-1825 οι Ελληνες επαναστάτες έπεσαν σε καταστροφικές εμφύλιες διαμάχες, οι οποίες απείλησαν να ακυρώσουν τις στρατιωτικές επιτυχίες των ετών 1821-1823. Κι ενώ η επαναστατημένη Ελλάδα σπαρασσόταν από τις εμφύλιες συγκρούσεις, στις ακτές της Πελοποννήσου αποβιβάσθηκε ο Ιμπραήμ Πασάς, γιος του τοπάρχη της Αιγύπτου Μωχάμετ Αλη. Αποστολή του ήταν η συντριβή της Επανάστασης. Συνδυάστηκε, μάλιστα, με τις εκκαθαριστικές επιθέσεις που πραγματοποιούσε την ίδια περίοδο ο Κιουταχής στη Στερεά Ελλάδα. Ο Αιγύπτιος αξιωματικός διοικούσε
Πίνακας του Παναγιώτη Ζωγράφου υπό την καθοδήγηση του Μακρυγιάννη για τη μάχη του Πέτα. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
117
Ο Γάλλος ζωγράφος Ευγένιος Ντελακρουά αποτύπωσε στον καμβά του όλη την τραγικότητα της Σφαγής της Χίου (Μουσείο Λούβρου, Παρίσι). 118
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
αξιόμαχο στρατιωτικό σώμα που είχε εκπαιδευτεί από Γάλλους αξιωματικούς, ενώ υποστηριζόταν από ναυτική δύναμη που σκοπό είχε να ελέγξει τις θαλάσσιες οδούς του Αιγαίου. Η άφιξη του Ιμπραήμ σκόρπισε πανικό στην Πελοπόννησο. Η ορμητικότητα του Ιμπραήμ απείλησε να αφανίσει την Επανάσταση. Ο κόσμος είχε πανικοβληθεί και ήταν φανερό πως αν δεν αναχαιτιζόταν η αιγυπτιακή λαίλαπα, η Επανάσταση κινδύνευε να φυλλορροήσει. Στη μάχη που δόθηκε στη Σφακτηρία, τον Απρίλιο του 1825, αποδεκατίσθηκαν οι Ελληνες υπερασπιστές, ανάμεσά τους ο Ιταλός φιλέλληνας Σαντόρε Σανταρόζα, ο υπουργός Πολέμου Αναγνωσταράς και ο καπετάνιος Αναστάσιος Τσαμαδός. Η πτώση του Νεοκάστρου, μάλιστα, ερμηνεύθηκε ως προμήνυμα των επερχόμενων δεινών. Για να αποτρέψει ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ο υπουργός Εσωτερικών Γρηγόριος Δικαίος απο-
φάσισε να εκστρατεύσει για να εξουδετερώσει τον Ιμπραήμ. Στο Μανιάκι της Μεσσηνίας οι άνδρες του Παπαφλέσσα αντιμετώπισαν στις 20 Μαΐου 1825 το υπέρτερο αιγυπτιακό στράτευμα. Παρά τη σκληρή οκτάωρη αναμέτρηση, οι λιγοστοί Ελληνες απέτυχαν να ανακόψουν την ορμή των Αιγυπτίων. Οι περισσότεροι έπεσαν στο πεδίο της μάχης, ανάμεσά τους και ο ίδιος ο Γρηγόριος Δικαίος. Ο ένδοξος θάνατος του Παπαφλέσσα δεν άφησε ασυγκίνητους ούτε τους σφοδρότερους επικριτές του. Διάχυτη ήταν η άποψη πως επρόκειτο για μια πράξη ύψιστου ηρωισμού και αυτοθυσίας, ενέργεια που στάθηκε αρκετή για να διαγράψει όλες τις αμφιλεγόμενες κινήσεις του ορμητικού ιεράρχη κατά το παρελθόν. Στην επετηρίδα των πολεμικών συγκρούσεων στη
«Μετά την καταστροφή των Ψαρών». Πίνακας του Νικολάου Γύζη (Εθνική Πινακοθήκη, Αθήνα). ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
119
διάρκεια της Επανάστασης εμβληματική θέση κατέχουν οι πολιορκίες και τελικά η άλωση του Μεσολογγίου. Η σπουδαιότητα της πόλης ήταν μεγάλη. Υπήρξε επίσης σημαντικό εμπορικό λιμάνι και μάλιστα κερδοφόρο, συνεισφέροντας χρήματα στο κρατικό ταμείο. Αποτελούσε, τέλος, τη μεγαλύτερη πόλη στη Δυτική Στερεά Ελλάδα και ενδιάμεσο σταθμό για τα στρατεύματα που κινούνταν προς το Νότο από την περιοχή της Ηπείρου. Η πρώτη πολιορκία ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 1822 και ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο του ίδιου έτος. Τον Απρίλιο του 1825 ξεκίνησε η δεύτερη πολιορκία του από τους Τούρκους, με επικεφαλής τον Κιουταχή. Ωστόσο, η αποτυχία του προκάλεσε εντύπωση, αύξησε τη δυσαρέσκεια εναντίον του και οδήγησε στην άφιξη του Ιμπραήμ.
Ο ένδοξος θάνατος του Παπαφλέσσα δεν άφησε ασυγκίνητους ούτε τους σφοδρότερους επικριτές του. Μεταγενέστερη λιθογραφία (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα).
Ο συνταγματάρχης Φαβιέρος διέσπασε την πολιορκία της Ακρόπολης για να εφοδιάσει τους Ελληνες. Πορτρέτο του Γάλλου φιλέλληνα (Πολεμικό Μουσείο). 120
Η εξέλιξη αυτή ανέτρεψε τα πολεμικά δεδομένα. Στις 12 Δεκεμβρίου 1825 κατέφθασε στο Μεσολόγγι ο Ιμπραήμ μαζί με περίπου 6.000 στρατιώτες. Ο ερχομός του είχε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της πολιορκίας και τη σταδιακή αποκοπή κάθε είδους διόδου, έστω και θαλάσσιας, με τον έξω κόσμο. Η σχεδόν ταυτόχρονη αποχώρηση από την περιοχή των υδραίικων πλοίων, εξαιτίας της μη καταβολής μισθών στα πληρώματά τους, επέτεινε το πρόβλημα. Ο αποκλεισμός της πόλης πολύ σύντομα έγινε αισθητός, αφού οξύνθηκε το ζήτημα της τροφοδοσίας σε φαγητό, όπλα και πυρομαχικά. Οι άσχημες συνθήκες διαβίωσης επιδεινώνονταν μέρα με τη μέρα. Τον Απρίλιο του 1826 οι ασφυκτικά πολιορκημένοι Μεσολογγίτες από στεριά και θάλασσα είχαν πλέον εξαντληθεί. Ο Ιμπραήμ είχε αποκόψει όλες τις διεξόδους ανεφοδιασμού, στερώντας από τους Ελληνες κάθε ελπίδα σωτηρίας. Τότε οι κεφαλές της πόλης αποφάσισαν να προχωρήσουν σε απελπισμένη έξοδο, αν και γνώριζαν πως είχαν ελάχιστες πιθανότητες επιβίωσης. Ως ημερομηνία της εξόδου ορίσθηκε η Κυριακή των Βαΐων, ημέρα με έντονο συμβολισμό. Πράγματι, την προκαθορισμένη μέρα ο πληθυσμός της πόλης κινήθηκε σύμφωνα με το σχέδιο. Ωστόσο, τη στιγμή της διέλευσης από τις τουρκικές γραμμές διεξήχθη λουτρό αίματος. Εκατοντάδες Μεσολογγίτες σφαΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
γιάσθηκαν, πολλοί συνελήφθησαν και πουλήθηκαν ως σκλάβοι, ενώ όσοι γλίτωσαν κατέφυγαν σε γειτονικές πόλεις. Μεταξύ των νεκρών συγκαταλέγονταν πολλοί φιλέλληνες, όπως ο Μάγερ, οπλαρχηγοί όπως ο Στουρνάρας και ο Γρίβας, πρόκριτοι όπως ο Τρικούπης και ο Παπαδιαμαντόπουλος. Αλλα περίπου 300 άτομα, ασθενείς, γέροντες και τραυματίες, παρέμειναν μέσα στο Μεσολόγγι και πολέμησαν μέχρις εσχάτων. Η είδηση της πτώσης του Μεσολογγίου προκάλεσε αναστάτωση και κατήφεια στους εξεγερμένους Ελληνες. Ενα σύμβολο της Επανάστασης είχε περάσει στα χέρια των κατακτητών. Στην αντίπερα όχθη, η ευχάριστη είδηση διαδόθηκε ταχύτατα και συνέβαλε στην τόνωση του ενθουσιασμού. Ο Κιουταχής αποφάσισε να συνεχίσει
τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του στη Στερεά Ελλάδα, εκμεταλλευόμενος τη διάβρωση της ελληνικής άμυνας. Πολλοί από τους αρματολούς της περιοχής κατέφυγαν τότε εκ νέου στην τακτική των συνεννοήσεων με τους Τούρκους, κάνοντας καπάκια με αντάλλαγμα αρματολίκια. Μόνο ο Καραϊσκάκης αρνήθηκε να συμβιβαστεί και κατευθύνθηκε ανατολικά προκειμένου να αναδιοργανωθεί. Ωστόσο, ένα απρόσμενο όσο και συνταρακτικό γεγονός, η μυστηριώδης δολοφονία του Οδυσσέα Ανδρούτσου έναν περίπου χρόνο νωρίτερα, στις 5 Ιουνίου του 1825, είχε ήδη επιβαρύνει τη βαριά ατμόσφαιρα στο ελληνικό στρατόπεδο. Εναν ακριβώς χρόνο αργότερα, τον Ιούνιο του 1826, ο Κιουταχής έφτασε στην Αθήνα επιζητώντας την άλωση της πόλης. Ο διοικητής της, Γιάννης Γκούρας, αρνήθηκε να
Ο αγώνας και η άλωση του Μεσολογγίου αποτέλεσαν μία από τις κορυφαίες στιγμές της Επανάστασης. «Η πτώση του Μεσολογγίου». Κάρβουνο ανωνύμου (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα). ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
121
παραδοθεί. Ακολούθησαν πολύμηνες και αιματηρές συγκρούσεις, που κράτησαν επί μήνες. Στις συγκρούσεις που διεξήχθησαν στις γειτονιές και τα προάστια της Αθήνας κρίθηκε η τύχη της Επανάστασης στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα. Εκτεταμένες ζημιές προκλήθηκαν επίσης στην Ακρόπολη της Αθήνας από τους βομβαρδισμούς και τις αψιμαχίες που βεβήλωσαν τον ιερό χώρο. Μέρα με τη μέρα, η θέση των Ελλήνων της πόλης επιδεινωνόταν και δεν βελτιώθηκε ουσιαστικά ούτε μετά τη μεγάλη νίκη των Ελλήνων στη μάχη της Αράχοβας, με επικεφαλής τον Καραϊσκάκη, τον Νοέμβριο του 1826. Τη δυσχερή θέση των πολιορκημένων Ελλήνων δεν ανακούφισε ούτε
η διάσπαση της πολιορκίας από τον Γάλλο φιλέλληνα συνταγματάρχη Κάρολο Φαβιέρο και τους άνδρες του, οι οποίοι με μια παράτολμη επιχείρηση κατόρθωσαν να εφοδιάσουν τους πολιορκημένους με πυρομαχικά. Ο θρυλικός «γιος της Καλογριάς» πέθανε κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες, τον Απρίλιο του 1827. Η είδηση του θανάτου του σκόρπισε βαθύτατη θλίψη στους Ελληνες. Η γενικευμένη κακοτυχία των Ελλήνων κορυφώθηκε τον επόμενο μήνα, με την πτώση της Αθήνας στα χέρια των Τούρκων. Η Επανάσταση είχε σχεδόν εκπνεύσει. Η ναυμαχία του Ναυαρίνου, τον Οκτώβριο του 1827, ήρθε να τη διασώσει ως από μηχανής θεός.
Η πολιορκία της Ακρόπολης προκάλεσε εκτεταμένες ζημιές στο μνημείο. Πίνακας του R. Ceccoli (Εθνική Πινακοθήκη, Αθήνα). 122
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Δ. Η ανεξαρτησία Σύμφωνα με τις αποφάσεις της 22ας Ιανουαρίου/3ης Φεβρουαρίου 1830, η Συνδιάσκεψη των αντιπροσώπων των Μεγάλων Δυνάμεων είχε υπογράψει πρωτόκολλο με το οποίο κήρυξε την Ελλάδα ανεξάρτητο κράτος και εξέλεξε ηγεμόνα της τον πρίγκιπα του Σαξ Κόμπουργκ, Λεοπόλδο. Τα σύνορα του κράτους ορίζονταν στη γραμμή Αχελώου-Σπερχειού, ενώ στο νεοσύστατο κράτος θα συμπεριλαμβανόταν και η Εύβοια. Τα περιορισμένα σύνορα αποτελούσαν αντίβαρο στην παραχώρηση ανεξαρτησίας, κάτι που ελάχιστοι είχαν έως τότε φανταστεί, αφού το παράδειγμα
των Παραδουνάβιων Ηγεμονιών εξακολουθούσε να αποτελεί το πρότυπο κρατικής οργάνωσης. Τέλος, οι Μεγάλες Δυνάμεις παρείχαν εγγυήσεις για τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας της Ελλάδας. Η υπογραφή του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου δεν προέκυψε εκ του μηδενός. Τουλάχιστον για τριάμισι ολόκληρα χρόνια οι Μεγάλες Δυνάμεις συνδιαλέγονταν μεταξύ τους προκειμένου να φθάσουν σε ένα συμβιβασμό γύρω από το Ελληνικό Ζήτημα. Δεν ήταν όμως μόνο οι ελληνοτουρκικές διαφορές που παρακώλυαν την επίλυσή του, ήταν και η αντιπαράθεση των ίδιων των Μεγάλων Δυνάμεων μεταξύ τους προκειμένου να ενισχύσουν
Η ναυμαχία του Ναυαρίνου λειτούργησε σαν από μηχανής θεός για τη διάσωση της Επανάστασης. Λιθογραφία του M. Marini (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα). ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
123
τα ερείσματά τους στην περιοχή. Μάλιστα, μετά το ρωσοοθωμανικό πόλεμο του 1828-1829 και την καταστροφική ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, διάχυτος ήταν ο φόβος, ειδικά στο Λονδίνο, πως υπήρχε κίνδυνος μετατροπής της Ελλάδας σε ρωσικό προτεκτοράτο. Συνηγορούσε σε αυτό και η παρουσία του Καποδίστρια, για τον οποίο δεν αμφέβαλλε σχεδόν κανείς στη Δυτική Ευρώπη πως εξυπηρετούσε τα ρωσικά συμφέροντα. Οι αγγλικοί φόβοι για τις προθέσεις των Ρώσων στο Ανατολικό Ζήτημα, αλλά και η αποσταθεροποίηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έπεισαν το Foreign Office πως ένα ανεξάρτητο ελληνικό κράτος θα αποτελούσε στο εξής καλύτερο σύμμαχο για τα αγγλικά συμφέροντα στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Πάντως, ο Καποδίστριας ήταν ενήμερος των προθέσεων των Μεγάλων Δυνάμεων ήδη από τα τέλη του 1829. Δύο μήνες μετά την εκλογή του Λεοπόλδου, ο
Καποδίστριας του απέστειλε επιστολή ζητώντας του να έρθει το ταχύτερο στην Ελλάδα, αφού η κατάσταση της χώρας ήταν δραματική. Ο Λεοπόλδος ανταποκρίθηκε με χαρά και ξεκίνησε τις διαπραγματεύσεις με τις Μεγάλες Δυνάμεις για τη βελτίωση των όρων του Πρωτοκόλλου. Στόχος του ήταν να εξασφαλίσει περισσότερα προνόμια για τους Ελληνες της Κρήτης και της Σάμου, αλλά και να εξασφαλίσει την παραχώρηση στην Ελλάδα της Ακαρνανίας και μέρους της Αιτωλίας όπου διέμεναν συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί. Ωστόσο, οι προσπάθειές του απέβησαν άκαρπες. Η δυσμενής αυτή εξέλιξη τον οδήγησε τελικά σε παραίτηση από τον ελληνικό θρόνο στις 9/21 Μαΐου 1830. Η ανεξαρτησία του ελληνικού κράτους με την υπογραφή του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου της 3ης Φεβρουαρίου 1830 αποτελούσε την επίσημη και νικηφόρα λήξη της Ελληνικής Επανάστασης.
Ως βόρειο σύνορο του ελληνικού κράτους οριζόταν η γραμμή Αχελώου – Σπερχειού. Γερμανικός χάρτης του 1832. 124
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
H περικεφαλαία και ο θώρακας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη (Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα). ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
125
Ο ηγέτης της πρώτης σερβικής εξέγερσης Τζώρτζε Πέτροβιτς, ο θρυλικός Καραγιώργης. 126
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Σπυρίδων Σφέτας Αναπληρωτής Καθηγητής στον Τομέα Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας, ΑΠΘ
ΟΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΚΩΝ ΛΑΩΝ ΚΑΙ Η ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΩΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ Η εισβολή των Γενίτσαρων στο πασαλίκι του Βελιγραδίου στα τέλη του 18ου αιώνα διαταράσσει τις ισορροπίες. Ο Καραγιώργης τίθεται επικεφαλής της εξέγερσης του 1804 και η Εθνοσυνέλευση το 1811 τον ανακηρύσσει ανώτατο κληρονομικό ηγέτη. Το 1813 το πασαλίκι του Βελιγραδίου ανακαταλαμβάνεται από τους Οθωμανούς. Η δεύτερη σερβική εξέγερση υπό τον Ομπρένοβιτς. Στις 15 Ιανουαρίου 1821 ο Βλαδιμηρέσκου αρχίζει στη Βλαχία την εξέγερση και συνυπογράφει με τους Φιλικούς, Γεωργάκη Ολύμπιο και Ιωάννη Φαρμάκη, συμφωνία συμμαχίας.
■ Η πρώτη σερβική εξέγερση (1804-1813) Κέντρο της σερβικής εξέγερσης υπήρξε το πασαλίκι του Βελιγραδίου. Επρόκειτο για τη συνένωση ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
των βορειοσερβικών χωρών σε μια παραμεθόρια διοικητική περιφέρεια, που ίδρυσε η Οθωμανική Αυτοκρατορία μετά τον πόλεμο του 1736-39. Συγκεκριμένα, το πασαλίκι του Βελιγραδίου περιελάμβανε τις περιοχές ανάμεσα στη δεξιά όχθη του Δούναβη, στον κάτω ρου του Μοράβα και στον ποταμό Δρίνο προς τα δυτικά. Αποτελείτο από 12 ναχίες (η μικρότερη διοικητική διαίρεση στο οθωμανικό κράτος) και συνόρευε με το πασαλίκι του Βιδινίου βορειανατολικά, με τα πασαλίκια της Νύσσας και του Νόβι Πάζαρ νότια και νοτιοανατολικά, με τη Βοσνία δυτικά και με την Αυστρία βόρεια. Το κέντρο του πασαλικιού, η λεγόμενη Σουμάδια (από τη σερβική λέξη šuma που σημαίνει δάσος), ήταν μια δασώδης περιοχή, που είχε ερημωθεί κατά τους αυστροτουρκικούς πολέμους στο πρώτο ήμισυ του 18ου αιώνα, αλλά κατά το δεύτερο ήμισυ αποτέλεσε τόπο καταφυγής πολλών Σέρβων λόγω της ασφάλειας που παρείχε. Στις αρχές του 19ου αιώνα ζούσαν εκεί περίπου 500.000 άνθρωποι. Ιδιαίτερη σημασία είχε η ανάδυση μιας τάξης Σέρβων ζωεμπόρων που ασχολούνταν με την κτηνοτροφία, εξέτρεφαν κυρίως χοίρους και τους εξήγαν στην Αυστρία. Με την Αυστρία και τους Σέρβους της Βοϊβοδίνας, οι Σέρβοι του πασαλικίου του Βελιγραδίου είχαν στενές σχέσεις (οικονομικές, πολιτικές, πολιτιστικές, στρατιωτικές κ.λπ.) Στον πόλεμο του 1787-91 ήταν αθρόα η προσέλευση των Σέρβων στον αυστριακό στρατό. Επίσης, στο πασαλίκι του Βελιγραδίου λειτουργούσε ο θεσμός της ζάντρουγκας και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η ζάντρουγκα ήταν η πατριαρχική, διευρυμένη οικογένεια, αποτελούμενη τουλάχιστον από δύο μέχρι τρεις πυρηνικές οικογένειες από 10 μέχρι 60 μέλη. Η περιουσία της ζάντρουγκας (βοσκοτόπια, γη) ήταν κοινή, τα μέλη της ζάντρουγκας αλληλοπροστατεύονταν και ήταν οικονομικά αυτάρκη. Το γεροντότερο μέλος της ζάντρουγκας, που έχαιρε σεβασμού από τα άλλα μέλη, είχε την ευθύνη της διαχείρισης των εσωτερικών της υποθέσεων. 127
Πίνακας με εικόνα της καθημερινής ζωής από το οθωμανικό Βελιγράδι.
Κάθε ζάντρουγκα είχε έναν προστάτη άγιο. Σε περίπτωση πολέμου επιστρατεύονταν όλοι οι άνδρες της ζάντρουγκας. Σε αντίθεση με τους Αλβανούς και τους Μαυροβούνιους, στους Σέρβους δεν υπήρχε η φυλετική διάρθρωση, αλλά η τοπική αυτοδιοίκηση σε επίπεδο χωριού και ναχίας ( της μικρότερης διοικητικής περιφέρειας). Η συνέλευση του χωριού, αποτελούμενη από όλους τους ενήλικες άνδρες, αποφάσιζε για τις κοινοτικές υποθέσεις, ασκούσε στην ουσία τη «νομοθετική και δικαστική εξουσία» και εξέλεγε τον κοινοτικό άρχοντα, τον κνεζ, που ήταν primus inter pares και εκπροσωπούσε την κοινότητα του χωριού στην οθωμανική εξουσία. Ανάμεσα στα διάφορα χωριά μιας ναχίας υπήρχαν χαλαροί δεσμοί που ενισχύονταν σε περίπτωση εξωτερικού κινδύνου. Εκπρόσωποι των χωριών, που τυπικά ήταν ισότιμα, εξέλεγαν έναν ανώτερο άρχοντα, τον κνεζ της ναχίας. Οι τοπικοί άρχοντες, οι κνεζ, είχαν κυρίως την ευθύνη της συλλογής των φόρων, αλλά δρούσαν και ως πολιτικά άτομα, δεδομένης της αδυναμίας της κεντρικής εξουσίας. Δεν ήταν μια αριστοκρατία δυτικού τύπου, στηριζόμενη 128
στη γαιοκτησία. Διακρίνονταν από τον απλό λαό λόγω του κύρους τους, της ευφυΐας τους, της γενναιότητάς τους και γενικά του πατριαρχικού συστήματος αξιών. Η ηρεμία του πασαλικίου διαταράχθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα, όταν εισέβαλαν οι Γενίτσαροι, απείθαρχοι στην κεντρική εξουσία, και επιδόθηκαν σε μια καταλήστευση. Διάρπαξαν τη γη, τη μετέβαλαν σε δικά τους τσιφλίκια, επέβαλαν στους χωρικούς αγγαρείες και επιπρόσθετους φόρους. Η κρίση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχε ως επακόλουθο τη γενιτσαροκρατία και την αναρχία στο πασαλίκι του Βελιγραδίου. Μετά τη λήξη του Αυστροτουρκικού Πολέμου και την υπογραφή της Συνθήκης της Σιστόβης, η Υψηλή Πύλη προσωρινά κατάφερε να εκδιώξει τους Γενίτσαρους από το πασαλίκι του Βελιγραδίου. Οι Γενίτσαροι δεν αναγνώρισαν τη σουλτανική πράξη, κατέφυγαν στο πασαλίκι του Βιδινίου ως σύμμαχοι του Οσμάν Πασβάνογλου και από εκεί συνέχισαν τον αγώνα τους κατά της κεντρικής εξουσίας. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Το 1793 ως βαλής στο πασαλίκι του Βελιγραδίου διορίστηκε ο Χατζη-Μουσταφά Πασάς, ελληνικής καταγωγής. Οπαδός των μεταρρυθμίσεων του Σελίμ Γ΄, προσπάθησε να προσεταιριστεί τους Σέρβους κατά των Γενιτσάρων και με μια σειρά μέτρων διεύρυνε την αυτοδιοίκηση στο πασαλίκι του Βελιγραδίου. α) Κάθε ναχία είχε το δικαίωμα να εκλέγει το δικό της ανώτατο κνεζ και στα χωριά τους τοπικούς κνεζ, β) δόθηκαν εγγυήσεις για τη ζωή και την περιουσία των χωρικών, γ) αναγνωρίστηκε η ελευθερία της θρησκείας και το δικαίωμα της κατασκευής εκκλησιών, δ) καθορίστηκε το ποσό των φόρων που όφειλαν να καταβάλλουν οι χωρικοί στους Σπαχήδες και στο κράτος, αλλά τους φόρους σε κάθε ναχία θα συγκέντρωνε ο ανώτατος κνεζ. Ως αντάλλαγμα για τα ευεργετικά αυτά μέτρα οι Σέρβοι ήταν υποχρεωμένοι να συστρατευθούν με τους «καλούς Οθωμανούς» κατά των Γενιτσάρων και του Οσμάν Πασβάνογλου. Η σχετική τάξη που αποκαταστάθηκε απέβη ευνοϊκή για την περαιτέρω ανάπτυξη των εμπορικών συναλλαγών ανάμεσα στο πασαλίκι του Βελιγραδίου και στις αυστριακές χώρες. Η σερβική κοινωνία διαφοροποιήθηκε. Πέρα από τους στρατιωτικούς οπλαρχηγούς, τους χωρικούς και τον Κλήρο, σημαντικό πολιτικό ρόλο επωμίστηκε η τάξη των νεόπλουτων εμπόρων. Υπήρχε και η σερβική πνευματική ελίτ. Ηταν στην ουσία η ελίτ των Σέρβων της Βοϊβοδίνας, των λεγόμενων Πρετσάνι (Prečani, από τη σερβική λέξη preko = διαμέσου, πέραν, δηλαδή οι πέραν του Δουνάβεως Σέρβοι), αλλά, όπως αναφέρθηκε, οι επαφές τους με τους Σέρβους του πασαλικίου του Βελιγραδίου ήταν στενές. Η δύσκολη θέση στην οποία βρέθηκε η Οθωμανική Αυτοκρατορία μετά την εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Ιταλία, την κατάλυση της Βενετικής Δημοκρατίας (1797), την κατάληψη της Μάλτας και της Αιγύπτου από τους Γάλλους (1798) εξανάγκασε τον Σελίμ Γ΄ να αναγνωρίσει τον Πασβάνογλου ως πασά του Βιδινίου και να επιτρέψει την επιστροφή των Γενιτσάρων στο πασαλίκι του Βελιγραδίου. Ηταν η συνθηκολόΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Οι τοπικοί άρχοντες (κνεζ) είχαν την ευθύνη της συλλογής των φόρων αλλά διέθεταν και σχετική αυτονομία έναντι της κεντρικής εξουσίας. Ενας κνεζ, ο Ιλια Μπιρτζάνιν.
γηση της Υψηλής Πύλης στον αγώνα της κατά των Γενιτσάρων. Στο πασαλίκι του Βελιγραδίου άρχισε η ζοφερή περίοδος της τρομοκρατίας και αναρχίας των Γενιτσάρων και των Κιρτζαλίδων. Ο Χατζη-Μουσταφά Πασάς δολοφονήθηκε από τους Γενίτσαρους (1801) και το πασαλίκι του Βελιγραδίου κατανεμήθηκε σε τέσσερα τμήματα, ανήκοντα στους νταήδες, τους αρχηγούς των Γενιτσάρων. Η γενιτσαροκρατία έπληξε όλους: τους χωρικούς, που υποχρεώθηκαν σε επαχθή φορολογία και αγγαρείες, τους εμπόρους, οι συναλλαγές των οποίων με τις αυστριακές χώρες δυσχεράνθηκαν, τους κνεζ, διότι η τοπική αυτοδιοίκηση καταργήθηκε, τους Τούρκους Σπαχήδες, που απώλεσαν τα τιμάριά τους. Η κατάλυση της γενιτσαροκρατίας ήταν πλέον κοινή υπόθεση των Σέρβων και των «καλών 129
Ο ελληνικής καταγωγής ΧατζηΜουσταφά Πασάς διορίστηκε βαλής στο πασαλίκι του Βελιγραδίου. Γκραβούρα με σκηνή της δολοφονίας του από τον Kuchuk Alija το 1802.
Τούρκων». Στα δάση αναπτύχθηκε πάλι το κίνημα των χαϊντούκων. Επανεμφανίστηκαν οι παλιοί οπλαρχηγοί, ο Στανόγιε Γλάβας και ο Τζώρτζε Πέτροβιτς (Đorđe Petrović), ο θρυλικός Καραγιώργης (Karađorđe), που ήταν ταυτόχρονα και ζωέμπορος. Οι κνεζ άρχισαν μυστικές επαφές με τις αυστριακές αρχές στο Σεμλίνο για την αγορά όπλων, οι οποίες όμως δεν έμειναν μυστικές στους Γενιτσάρους. Επιστολή του κνεζ Αλέξα Νενάντοβιτς προς το στρατιωτικό διοικητή του Σεμλίνου για την παροχή στρατιωτικής βοήθειας έπεσε στα χέρια των Γενιτσάρων. Αμέσως οι Γενίτσαροι άρχισαν τη μαζική σφαγή των κνεζ. Πάνω από 70 άτομα -κνεζ, έμποροι, κληρικοί- σφαγιάστηκαν τον Ιανουάριο του 1804. Οι Γενίτσαροι ήρθαν και στην Τόπολα για να δολοφονήσουν τον Καραγιώργη, αλλά αυτός αντιστάθηκε ηρωικά και με τον Στανόγιε Γλάβας εγκαινίασε την εξέγερση. Σερβική εθνοσυνέλευση στο Oράσατς, στις 2/15 Φεβρουαρίου 1804, αποφάσισε και τυπικά γενική εξέγερση και όρισε αρχηγό τον Καραγιώργη. Η εξέγερση, στρεφόμενη κατά των Γενιτσάρων, είχε την ευμένεια της Υψηλής Πύλης και σημείωσε εξαιρετική επιτυχία. Σε τρεις μήνες (Φεβρουάριος-Μάιος 1804) οι Σέρβοι κατόρθωσαν να εκκα130
θαρίσουν το πασαλίκι από τους Γενιτσάρους. Το κύριο ζήτημα για τους Σέρβους ήταν τώρα οι εγγυήσεις ασφάλειας: Οι Γενίτσαροι οριστικά να εγκαταλείψουν το πασαλίκι του Βελιγραδίου, να αποκατασταθεί η σερβική τοπική αυτοδιοίκηση, ένας Σέρβος ανώτατος κνεζ σε συνεργασία με τον πασά του Βελιγραδίου να ρυθμίζει τα ζητήματα που αφορούν τις σχέσεις των Σέρβων με το οθωμανικό κράτος και το πασαλίκι του Βελιγραδίου να τεθεί υπό την προστασία μιας χριστιανικής δύναμης, δηλαδή της Αυστρίας ή της Ρωσίας. Στην ουσία οι Σέρβοι επιδίωκαν ένα καθεστώς παρόμοιο μ’ αυτό που δόθηκε στα Επτάνησα - αυτονομία υπό την επικυριαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την προστασία της Ρωσίας. Αλλά οι Αψβούργοι, έχοντας να αντιμετωπίσουν την απειλή του Ναπολέοντα, δεν επιθυμούσαν εμπλοκή στα Βαλκάνια και αρνήθηκαν να αναλάβουν την προστασία των Σέρβων. Σερβική αντιπροσωπία με επικεφαλής τον ιερωμένο Ματέγια Νενάντοβιτς μετέβη στα τέλη του 1804 στην Αγία Πετρούπολη και έθεσε το αίτημα της διπλωματικής παρέμβασης της Ρωσίας, ώστε ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
στη Σερβία να χορηγηθεί πολιτικό καθεστώς, παρόμοιο με αυτό της Επτανήσου Πολιτείας (αυτοδιοίκηση υπό την προστασία της Ρωσίας), κάνοντας ταυτόχρονα έκκληση για χρηματική βοήθεια και την αποστολή ενός Ρώσου προξένου στη Σερβία. Λόγω της όξυνσης της διεθνούς κατάστασης στην Ευρώπη και τα Βαλκάνια, η ρωσική διπλωματία εκτιμούσε ότι ήταν αδύνατη η παραχώρηση ουσιαστικής βοήθειας από τη Ρωσία προς τους Σέρβους. Ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, ο πολωνικής καταγωγής ευγενής Αδαμ Τσαρτορίσκυ, υποσχέθηκε απλά τη χορήγηση οικονομικής βοήθειας προς τους Σέρβους και διπλωματική υποστήριξη, αλλά αφού αυτοί έθεταν πρώτα τα αιτήματά τους επίσημα στην Υψηλή Πύλη. Ο εμπειρογνώμονας του υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας, Κάραζιν, έκρινε επίσης απαραίτητη τη συγκρότηση ενός κυβερνητικού συμβουλίου στη Σερβία και την αποστολή εκεί ενός εκπροσώπου της Ρωσίας. Ακολουθώντας τη συμβουλή της Ρωσίας, σερβική Εθνοσυνέλευση που συνήλθε τον Απρίλιο του 1805 αποφάσισε: 1) Να εγκαταλείψουν τη Σερβία όλοι οι Τούρκοι αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένων και των Σπαχήδων, 2) οι Σέρβοι να αναλάβουν τη φρούρηση των συνόρων και των πόλεων, 3) το πασαλίκι του Βελιγραδίου να διοικείται μόνο από εκλεγμένους δημογέροντες με επικεφαλής έναν ανώτατο κνεζ, 4) η εξάρτηση του πασιλικίου του Βελιγραδίου από την επικυρίαρχη Οθωμανική Αυτοκρατορία να εκφράζεται μόνο στην καταβολή ενός ορισμένου ποσού φόρων που θα συλλέγεται από τους κνεζ και θα καταβάλλεται από εκπρόσωπό τους άμεσα στο Σουλτάνο. Τα αιτήματα των Σέρβων υπερέβαιναν τα όρια μιας τυπικής αυτοδιοίκησης, όπως αυτή χορηγήθηκε το 1793 από τον Χατζη-Μουσταφά Πασά, και κρίθηκαν απαράδεκτα από την Υψηλή Πύλη. Σερβική αντιπροσωπία που μετέβη τον Ιούνιο του 1805 στην Κωνσταντινούπολη επέστρεψε άπρακτη. Ετσι, κατέστη αναπόφευκτη η ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Ως αποτέλεσμα των Ναπολεόντειων Πολέμων ο σουλτάνος Σελίμ Γ΄ αναγκάστηκε να αναγνωρίσει τον Πασβάνογλου ως πασά του Βιδινίου και να συνθηκολογήσει με τους Γενίτσαρους.
σύγκρουση των Σέρβων με το ίδιο το οθωμανικό κράτος. Οι Σέρβοι κατήγαγαν στρατιωτικές νίκες κατά των Οθωμανών στο Ιβάνκοβατς (Αύγουστος 1805), κοντά στα σύνορα του πασαλικίου του Βελιγραδίου με το πασαλίκι της Νύσσας, στο Μισάρ, κοντά στο Σάμπατς (Αύγουστος 1806), και στο Ντέλιγραντ, στο ανατολικό μέτωπο. Τον Δεκέμβριο του 1806 απελευθέρωσαν και το Βελιγράδι. Εχοντας ενισχυμένη τη διαπραγματευτική τους θέση μετά τις νίκες τους, οι Σέρβοι έστειλαν νέα αποστολή στην Κωνσταντινούπολη με επικεφαλής τον Πέταρ Ιτσκο, Βλάχο στην καταγωγή, μεγαλέμπορα του Σεμλίνου, που έθεσε νέα αι131
έναρξη του Ρωσοτουρκικού Πολέμου, χωρίς να περιμένουν την επιστροφή του Ιτσκο, διέκοψαν κάθε σχέση με την Οθωμανική Αυτοκρατορία και απαίτησαν πλήρη ανεξαρτησία, συμμαχώντας με τη Ρωσία.
Ο παλιός χαϊντούκος των Σέρβων Στανόγιε Γλάβας.
τήματα: 1) Η σουλτανική εξουσία να εκπροσωπείται στη Σερβία από έναν Τούρκο οικονομικό υπάλληλο. 2) Ενας Σέρβος ανώτατος κνεζ, μαζί με τους κνεζ των ναχιών, να ρυθμίζει όλα τα ζητήματα που αφορούν τους Σέρβους. 3) Οι Σέρβοι να πληρώνουν τους φόρους συλλογικά. 4) Να εκδιωχθούν από τη Σερβία όλοι οι Γενίτσαροι και οι Τούρκοι που εκτέθηκαν στο λαό. 5) Ολες οι υπηρεσίες στο πασαλίκι του Βελιγραδίου και η υπεράσπιση των συνόρων του να ανατεθούν στους Σέρβους. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, λόγω της όξυνσης των σχέσεών της με τη Ρωσία, φάνηκε υποχωρητική. Δέχτηκε τα αιτήματα των Σέρβων, χωρίς όμως να εκδώσει σουλτανικό φερμάνι. Δυσαρεστημένοι οι Σέρβοι, έστειλαν ξανά τον Ιτσκο στην Κωνσταντινούπολη. Τον Ιανουάριο του 1807, λίγο μετά την έναρξη του Ρωσοτουρκικού Πολέμου, υπογράφτηκε τελικά η ειρήνη του Ιτσκο και εκδόθηκε το σχετικό σουλτανικό φιρμάνι. Μόλις όμως οι Σέρβοι πληροφορήθηκαν την 132
Ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος είχε περισσότερο ψυχολογική επίδραση στους Σέρβους. Μόλις τον Ιούνιο του 1807 αποκαταστάθηκε επικοινωνία ανάμεσα στους Σέρβους και στη δεξιά πτέρυγα των ρωσικών δυνάμεων στον Δούναβη. Στο σερβικό στρατόπεδο στο Νεγκότιν έφθασε απεσταλμένος του τσάρου Αλεξάνδρου Α΄ για την υπογραφή ρωσοσερβικής συνθήκης συμμαχίας. Η συνθήκη προέβλεπε την εγκατάσταση ρωσικών φρουρών στις σερβικές πόλεις, την παροχή βοήθειας στους Σέρβους με στρατιωτικούς συμβούλους και ιατρούς και την αποστολή ενός εκπροσώπου της Ρωσίας για την οργάνωση του σερβικού κράτους. Τον Αύγουστο του 1807 έφθασε στο Βελιγράδι ο Κωνσταντίν Ροντοφινίκιν, ελληνικής καταγωγής, ως εκπρόσωπος της Ρωσίας. Μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Τιλσίτ και την επακόλουθη ρωσοτουρκική ανακωχή (Αύγουστος 1807) οι Ρώσοι εγκατέλειψαν τη Σερβία. Δυσαρεστημένος ο Καραγιώργης στράφηκε τώρα στην Αυστρία, ζητώντας να ενταχθεί το πασαλίκι του Βελιγραδίου στη στρατιωτική ζώνη των Αψβούργων. Η Ρωσία αντέδρασε και οι αυστροσερβικές συνομιλίες διακόπηκαν. Για να μην απογοητευτούν οι Σέρβοι από τη στάση της Ρωσίας, η ρωσική διπλωματία άσκησε ισχυρή πίεση στην Υψηλή Πύλη ώστε η τελευταία να μην επιδοθεί σε εχθροπραξίες εναντίον των Σέρβων. Ετσι, για περίπου δύο χρόνια οι πολεμικές επιχειρήσεις σταμάτησαν και οι Σέρβοι ασχολήθηκαν με την οργάνωση του εμβρυώδους κράτους τους. Αμέσως μετά την έναρξη της εξέγερσης κατά της Υψηλής Πύλης το 1805 προέκυψε το ζήτημα της πολιτικής οργάνωσης της Σερβίας. Ο Καραγιώργης ως ανώτατος στρατιωτικός αρχηγός επιβλήθηκε και ως ο αδιαφιλονίκητος πολιτικός ηγέτης, διεκδικώντας την κυριαρχία του σε όλες τις ναχίες. Συγκροτήθηκε το 1805 το λεγόμενο ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
κυβερνητικό συμβούλιο, αποτελούμενο από 12 μέλη, εκπροσώπους των ναχιών (οπλαρχηγοί, κνεζ), αλλά δεν είχε καμιά ουσιαστική αρμοδιότητα και ασχολούνταν με υποθέσεις ιδιωτικού δικαίου. Ετσι, υπήρχε ένας αγώνας εξουσίας ανάμεσα στον Καραγιώργη, που επέβαλε τη συγκεντρωτική αντίληψη εξουσίας, και τους άλλους οπλαρχηγούς, που επιδίωκαν την αποκέντρωση, δηλαδή κάθε ναχία να είναι κυρίαρχη. Αλλά στη Σερβία ο αγώνας εξουσίας δεν οδήγησε σε έναν εμφύλιο πόλεμο, όπως συνέβη κατά την Ελληνική Επανάσταση. Οποιοι οπλαρχηγοί κρίνονταν από τον Καραγιώργη επικίνδυνοι, δολοφονούνταν μυστικά με εντολή του. Ο εκπρόσωπος της Ρωσίας, Ροντοφινίκιν, επιδίωξε να αναβαθμίσει το ρόλο του κυβερνητικού συμβουλίου σε θέματα απονομής δικαιοσύνης και εξωτερικής πολιτικής, αλλά δεν είχε επιτυχία. Με την πρωτοβουλία του αυτή ο Ροντοφινίκιν ήθελε να δημιουργήσει έναν ισχυρό ανταγωνιστικό πόλο έναντι του Καραγιώργη, ώστε οι πολιτικές κινήσεις του τελευταίου σε εξωτερικά θέματα να ελέγχονται ή και να αποτρέπονται, αν κρίνονταν ασύμφορες για τα ρωσικά συμφέροντα. Τη ρωσική πλευρά ανησυχούσε πρωτίστως μια επικίνδυνη στροφή της Σερβίας προς την Αυστρία και πιθανή κατίσχυση της αυστριακής επιρροής σε βάρος της ρωσικής. Οταν την άνοιξη του 1809 ξέσπασε πάλι νέος Ρωσοτουρκικός Πόλεμος, οι Σέρβοι ξανάρχισαν τις εχθροπραξίες, πιστεύοντας ότι ο πόλεμος ήταν το καλύτερο μέσο για την απόκτηση της ανεξαρτησίας. Το σχέδιο του Καραγιώργη προέβλεπε τώρα και την απελευθέρωση άλλων πασαλικίων. Η Σερβία είχε περίπου 50.000 επαναστατικό στρατό. Υπακούοντας στο αλάνθαστο στρατιωτικό του ένστικτο και προβλέποντας ισχυρή επίθεση των Τούρκων από το πασαλίκι της Νύσσας, ο Καραγιώργης πρότεινε να κατευθυνθεί ο κύριος όγκος του σερβικού στρατού προς τη Νύσσα. Οι άλλοι οπλαρχηγοί, όντας σε εχθρικές σχέσεις με τον Καραγιώργη, επέβαλαν την εφαρμογή ενός άλλου σχεδίου - ο σερβικός στρατός να ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
διασπαστεί σε τέσσερες κατευθύνσεις: Νύσσα, Νόβι Πάζαρ, Βιδίν, Βοσνία. Ο Καραγιώργης δικαιώθηκε. Οι Τούρκοι, επωφελούμενοι από τις διενέξεις των Σέρβων οπλαρχηγών και από την καθυστέρηση της άφιξης ρωσικού στρατού, διέθεσαν σημαντικές δυνάμεις στο μέτωπο της Νύσσας. Η κατάληξη ήταν τραγική για τους Σέρβους. Στην αποφασιστική μάχη της Καμενίτσας (31 Μαΐου 1809), κοντά στη Νύσσα, οι Σέρβοι υπέστησαν πανωλεθρία. Ηττήθηκαν επίσης στο Ντέλιγραντ, και έτσι οι Τούρκοι εισήλθαν στην κοιλάδα του Μοράβα, φθάνοντας μέχρι τον Δούναβη. Στο Βελιγράδι επικράτησε πανικός και ο πληθυσμός άρχισε να καταφεύγει στην Αυστρία. Μεταξύ αυτών που δραπέτευσαν ήταν και ο Ροντοφινίκιν. Για να εκφοβίσει τους Σέρβους, ο Χουρσίτ Πασά διέταξε να ανεγερθεί ο «Πύργος των κρανίων» (Ćele Kula) από τα κεφάλια των πεσόντων Σέρβων στην Καμενίτσα. Το φρικώδες αυτό θέαμα «δέσποζε» μέχρι το 1877 στην κύρια οδική αρτηρία Κωνσταντινούπολης-Βελιγραδίου, ανατολικά από τη Νύσσα. Το διαβόητο πύργο είδε και ο γνωστός Γάλλος ποιητής και συγγραφέας Αλφόνσος Λαμαρτίνος. Ο Καραγιώργης διεξήγε με επιτυχία τις επιχειρήσεις στο σαντζάκι του Νόβι Πάζαρ και όδευε προς το Μαυροβούνιο ώστε να αποκαταστήσει άμεση επαφή μεταξύ Σερβίας και Μαυροβουνίου. Αλλά μετά την καταστροφή στην Καμενίτσα και στο Ντέλιγραντ σταμάτησε τις επιχειρήσεις του και με το σύνολο των δυνάμεών του επέστρεψε στη Σερβία για να αναχαιτίσει την προέλαση των Τούρκων. Στις κρίσιμες αυτές περιστάσεις οι επιτυχίες του ρωσικού στρατού, που είχε περάσει στην αντεπίθεση κατά των Τούρκων, απέβησαν σωτήριες για τη Σερβία, διότι η Υψηλή Πύλη εξαναγκάστηκε να μετακινήσει στρατεύματα προς Ανατολάς. Ετσι, η προέλαση των Τούρκων ανακόπηκε από τους Σέρβους στη δεξιά όχθη του Μοράβα. Η Σερβία βρισκόταν ακόμα σε δυσχερή κατάσταση, αλλά το ρωσοτουρκικό μέτωπο παρείχε κάλυψη στους Σέρβους. Οταν το 1811 οι Ρώσοι αποκατέστησαν στενότερες επαφές με τους Σέρ133
Η κήρυξη της πρώτης εξέγερσης το 1804 από τη σερβική Εθνοσυνέλευση στο Οράσατς.
βους και εγκαταστάθηκαν ρωσικές φρουρές στο Βελιγράδι και στο Σάμπατς, η θέση των Σέρβων ενισχύθηκε. Οχι μόνο απελευθέρωσαν ξανά το πασαλίκι του Βελιγραδίου, αλλά επέκτειναν τις πολεμικές επιχειρήσεις και βορειοανατολικά. Το κύρος του Καραγιώργη, στον οποίο οφειλόταν η σωτηρία της Σερβίας, αυξήθηκε σημαντικά. Η Εθνοσυνέλευση το 1811 τον ανακήρυξε σε ανώτατο κληρονομικό ηγέτη. Το κυβερνητικό συμβούλιο αναδιατάχθηκε. Εξι μέλη του ασκούσαν καθήκοντα υπουργού, όπως Στρατιωτικών, Εσωτερικών, Εξωτερικών, Οικονομικών, Παιδείας, και τα υπόλοιπα έξι αποτελούσαν το Ανώτατο Δικαστήριο. Αλλά στην ουσία η εκτελεστική και δικαστική εξουσία ασκείτο από τον Καραγιώργη. Χωρίς την έγκρισή του κάθε απόφαση ήταν άκυρη. Μόνο ο ίδιος μπορούσε να επιβάλλει θανατική καταδίκη ή να απονέμει χάρη. Χρέη 134
υπουργού Παιδείας ασκούσε ο γνωστός Σέρβος διανοούμενος Δοσίθεος Ομπράντοβιτς. Ηταν ο μόνος μορφωμένος Σέρβος μέσα στους αγράμματους οπλαρχηγούς που έσπευσε να οργανώσει το εκπαιδευτικό σύστημα στην ελεύθερη Σερβία. Η θέση των Σέρβων επιδεινώθηκε δραματικά, όταν ο τσάρος Αλέξανδρος Α΄, εν όψει της επικείμενης εισβολής του Ναπολέοντα στη Ρωσία, υπέγραψε βιαστικά την ειρήνη του Βουκουρεστίου (Μάιος 1812) με την Οθωμανική Αυτοκρατορία, προσαρτώντας ένα τμήμα της Μολδαβίας μέχρι τον Προύθο και τις εκβολές του Δούναβη στη Μαύρη Θάλασσα. Η Συνθήκη Ειρήνης προέβλεπε τη χορήγηση αμνηστίας στους Σέρβους επαναστάτες, την καταστροφή όλων των οχυρών που ανήγειραν οι ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Σέρβοι στη διάρκεια του πολέμου και την παράδοση των άλλων στους Τούρκους. Οι Σέρβοι παρέμειναν υπήκοοι του Σουλτάνου και υποχρεώνονταν στην καταβολή φόρου. Προβλεπόταν η χορήγηση εσωτερικής αυτοδιοίκησης στους Σέρβους από την Υψηλή Πύλη, αλλά κατόπιν συμφωνίας. Στην ουσία, η Σερβία εγκαταλείφθηκε στο έλεος των Τούρκων. Οι Σέρβοι ενημερώθηκαν με καθυστέρηση για τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου, την οποία η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν επικύρωσε. Οι διαπραγματεύσεις που άρχισε ο Καραγιώργης με την Υψηλή Πύλη περιήλθαν σε αδιέξοδο, καθώς οι Τούρκοι, επωφελούμενοι από την ευνοϊκή συγκυρία, απαιτούσαν την άνευ όρων υποταγή και τον αφοπλισμό των Σέρβων. Τότε ο Καραγιώργης αποφάσισε την παλλαϊκή άμυνα για τη διατήρηση των κεκτημένων. Το σχέδιό του προέβλεπε εκκένωση των παραμεθορίων περιοχών και διεξαγωγή του πολέμου από τα οχυρά. Επιβλήθηκε, ωστόσο, το σχέδιο των άλλων οπλαρχηγών για μετωπική σύγκρουση με τον εχθρό από όλες τις πλευρές. Εναντίον των Σέρβων ο Σεϊχουλισλάμης κήρυξε «ιερό πόλεμο». Απομονωμένοι και διχασμένοι, οι Σέρβοι δεν άντεξαν τις σφοδρές επιθέσεις των Οθωμανών το φθινόπωρο του 1813. Σε δυόμισι περίπου μήνες το πασαλίκι του Βελιγραδίου καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς. Επακολούθησαν φρικαλεότητες και αγριότητες. Πολλοί οπλαρχηγοί, μεταξύ αυτών και ο Καραγιώργης, κατέφυγαν στην Αυστρία. Εκεί αναζήτησε άσυλο και ένα σημαντικό τμήμα του άμαχου σερβικού πληθυσμού (120.000 άτομα). Αλλοι οπλαρχηγοί, μεταξύ αυτών και οι Στανόγιε Γκλάβας και Μίλος Ομπρένοβιτς, άλλοτε συνεργάτες του Καραγιώργη, κατέφυγαν στα όρη του πασαλικίου. Εχοντας καταστήσει ακίνδυνους τους Σέρβους, η Υψηλή Πύλη χορήγησε γενική αμνηστία και κάλεσε τους επαναστάτες να επιστρέψουν στον ειρηνικό βίο. Το Πασαλίκι του Βελιγραδίου αποκαταστάθηκε στα όρια του 1804, εξαιρέθηκαν οι έξι ναχίες που προσάρτησαν οι Σέρβοι του ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
πασαλικίου του Βελιγραδίου κατά τη διάρκεια της εξέγερσης από τα γειτονικά πασαλίκια. Ως βεζίρης στο πασαλίκι διορίστηκε ο Σουλεϊμάν Πασά Σκοπλιάκ. Σταδιακά άρχισε η επάνοδος των Σέρβων προσφύγων και οπλαρχηγών. Στη Σερβία επαναφέρθηκε το καθεστώς της διευρυμένης τοπικής αυτοδιοίκησης που ίσχυε πριν από το 1804. Η σερβική εξέγερση στράφηκε αρχικά κατά της γενιτσαροκρατίας και κατόπιν εξελίχθηκε σταδιακά σε κίνημα κατά της κεντρικής εξουσίας με αίτημα την ουσιαστική αυτονομία (1805) και την ανεξαρτησία (1807). Σε κάθε περίπτωση από την έναρξη της εξέγερσης ο εθνικοαπελευθερωτικός της χαρακτήρας δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Ηταν απλά οι συγκυρίες και ο συσχετισμός δυνάμεων που καθόριζαν τις επιλογές των Σέρβων και την κλιμάκωση των αιτημάτων τους. Οι Σέρβοι πίστευαν στον απελευθερωτικό ρόλο της Ρωσίας, αλλά για τον τσάρο προείχαν τα ρωσικά συμφέροντα. Ετσι, οι Σέρβοι εγκαταλείπονταν από τους Ρώσους, όταν η Ρωσία βρισκόταν σε αδύναμη θέση. Τη μοίρα της Σερβίας είχε επωμιστεί ένας στρατιωτικός, ο Καραγιώργης. Πληθωρικός, αυταρχικός, οξύθυμος, φιλήδονος, άνθρωπος του πάθους, στρατιωτική ιδιοφυΐα, αλλά χωρίς πολιτικό ένστικτο. Η συμφορά του 1813 απέδειξε πόσο εύκολα οι στρατιωτικές επιτυχίες μπορούν να εξελιχθούν σε συμφορά, αν δεν συνυπάρχει και το πολιτικό αισθητήριο. Η σερβική εξέγερση δεν είχε την εμβέλεια της Ελληνικής Επανάστασης, ούτε υπήρχε στην Ευρώπη ένα ισχυρό κίνημα φιλοσερβισμού, ώστε να επηρεάσει τη στάση των κυβερνήσεων των ευρωπαϊκών κρατών, όπως συνέβη με τον ευρωπαϊκό φιλελληνισμό. Επίσης, το σερβικό ζήτημα δεν διεθνοποιήθηκε, όπως το ελληνικό ζήτημα. Ετσι, δεν υπήρξε ένα σερβικό Ναυαρίνο το 1812 για τη σωτηρία των Σέρβων, όπως συνέβη στην ελληνική περίπτωση. Δεν ευνόησε βέβαια και η διεθνής συγκυρία τους Σέρβους λόγω των Ναπολεόντειων Πολέμων. Απαθής παρέμεινε και η Γαλλία του Μεγάλου Ναπολέοντα προς τους Σέρβους το 1809-1812, παρά την παρουσία της 135
στις ιλλυρικές επαρχίες, συγκρατημένη υπήρξε η στάση της Αυστρίας. Η εξέγερση στη Σερβία προκάλεσε ενθουσιασμό στους Ελληνες. Τα ανδραγαθήματα του Καραγιώργη ήταν κοινός τόπος των συζητήσεων των Ελλήνων και παράδειγμα για μίμηση. Ελληνες έμποροι του Βελιγραδίου και του Σεμλίνου χρηματοδότησαν το σερβικό αγώνα, Ελληνες εθελοντές πολέμησαν με τους Σέρβους. Το κίνημα του Νικοτσάρα το 1807 και του Ευθύμιου Βλαχάβα το 1808 συνδεόταν άμεσα με τη σερβική εξέγερση. Για τους Σέρβους το δίδαγμα της έκβασης της πρώτης σερβικής εξέγερσης ήταν ένα: Οι στρατιωτικές νίκες μπορούν γρήγορα να εξελιχθούν σε ήττες, αν δεν λαμβάνεται υπόψη και η περιρρέουσα πολιτική ατμόσφαιρα, αν δεν συνδυάζονται με επιδέξιους πολιτικούς ελιγμούς.
■ Η δεύτερη σερβική εξέγερση (1815-1830) Η ηρεμία που αποκαταστάθηκε μετά τη συντριβή του 1813 αποδείχθηκε εφήμερη. Σύντομα ο Σουλεϊμάν Πασά Σκοπλιάκ, ενεργώντας υπό το σύμπλεγμα της συνωμοσίας των Σέρβων, άρχισε έρευνες για την ανεύρεση κρυμμένων όπλων και χαϊντούκων. Επέβαλε ένα καθεστώς στρατοκρατίας και τρομοκρατίας που θύμιζε σε πολλά τη γενιτσαροκρατία πριν από το 1804. Ετσι, Σέρβοι οπλαρχηγοί και κνεζ άρχισαν να εξετάζουν το ενδεχόμενο μιας νέας εξέγερσης, αλλά με βάση την πείρα της πρώτης σερβικής εξέγερσης και τη διεθνή κατάσταση οι κινήσεις τους υπήρξαν προσεκτικές. Αρχικά οι Σέρβοι προσπάθησαν να προκαλέσουν το ενδιαφέρον των Μεγάλων Δυνάμεων για το σερβικό ζήτημα με διπλωματικά μέσα. Στη Βιέννη ο Ματέγια Νενάντοβιτς εξέδιδε την εφημερίδα «Σερβικά Νέα - Srpske Novine» για να ενημερώσει την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη για τις βιαιότητες των Τούρκων στη Σερβία. Στο Συνέδριο της Βιέννης (Δεκέμβριος 1814) ο Νενάντοβιτς 136
υπέβαλε στους μονάρχες της Ευρώπης ένα σχετικό Υπόμνημα, υπογραμμένο από τον Μίλος Ομπρένοβιτς, ανώτατο κνεζ της ναχίας του Ρούντνικ, και άλλους οπλαρχηγούς. Αλλά στο συνέδριο της Βιέννης δεν συζητήθηκε το σερβικό ζήτημα. Η διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν το αντάλλαγμα των Ευρωπαίων για την ουδέτερη στάση του Σουλτάνου στην εκστρατεία του Ναπολέοντα κατά της Ρωσίας. Μόνο ο Καποδίστριας, που δέχτηκε τη σερβική αντιπροσωπία, προσπάθησε (ανεπιτυχώς) να παρακινήσει τους Ευρωπαίους μονάρχες να δώσουν προσοχή στους Σέρβους. Παρά την αδράνεια της ευρωπαϊκής διπλωματίας, οι Σέρβοι αποφάσισαν να προχωρήσουν σε μια δεύτερη εξέγερση τον Απρίλιο του 1815. Η εξέγερση άρχισε στις ναχίες του Βάλγιεβο και του Ρούντνικ και σύντομα επεκτάθηκε σε όλο το πασαλίκι. Αρχηγός υπήρξε ο Μίλος Ομπρένοβιτς. Η εξέγερση προσέλαβε παλλαϊκό χαρακτήρα, συμμετείχαν πολλοί οπλαρχηγοί της πρώτης εξέγερσης, παλιοί κνεζ, έμποροι, ο Κλήρος, Σέρβοι της Αυστρίας, συμπεριλαμβανομένων και των συνοριοφυλάκων του Στρατιωτικού Συνόρου. Σε δύο μήνες απελευθερώθηκε όλο το πασαλίκι του Βελιγραδίου. Η τουρκική εξουσία καταλύθηκε και οι Τούρκοι κλείστηκαν στο φρούριο του Βελιγραδίου. Ο Μίλος Ομπρένοβιτς, γνωρίζοντας ότι οι στρατιωτικές νίκες μπορούσαν εύκολα να εξελιχθούν σε ήττες, ενήργησε διπλωματικά. Καθώς η διεθνής συγκυρία δεν ήταν ευνοϊκή για τους Σέρβους, ο Μίλος παρουσίασε τον αγώνα των Σέρβων ως στρεφόμενο όχι κατά της κεντρικής εξουσίας, αλλά κατά των βιαιοτήτων του Σουλεϊμάν Πασά Σκοπλιάκ. Η Υψηλή Πύλη δυσπιστούσε και έστειλε ισχυρό στρατό για την κατάπνιξη της εξέγερσης. Από τη Βοσνία στάλθηκε ο Χουρσίτ Πασά, από Ανατολάς ο Μαρασλή Πασά. Τον Ιούνιο του 1815 οι Σέρβοι νίκησαν ένα τμήμα του στρατού του Χουρσίτ Πασά στο Δρίνο, αλλά ο Μίλος συμπεριφέρθηκε στους αιχμαλώτους μεγαλόψυχα, απελευθέρωσε τον αιχμαλωτισθέντα στρατιωτικό διοικητή, ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Ιμπραχήμ Πασά, και έστειλε χαιρετισμούς στον Χουρσίτ Πασά. Μετέβη ο ίδιος στο στρατηγείο του Χουρσίτ Πασά, προσκομίζοντας δώρα, δηλώνοντας υποταγή στο Σουλτάνο και εκλιπαρώντας για τη χορήγηση αυτοδιοίκησης στη Σερβία. Οταν οι Σέρβοι ανέκοψαν και την προέλαση του Μαρασλή Πασά, άρχισαν αμέσως διαπραγματεύσεις με τον Τούρκο πασά. Ο τελευταίος φάνηκε υποχωρητικός προς τους Σέρβους, απαιτώντας μονάχα την αναγνώριση της σουλτανικής εξουσίας, χωρίς να θέσει ζήτημα αφοπλισμού των Σέρβων. Μετά τη συντριβή του Ναπολέοντα στο Βατερλώ, η Ρωσία ανακίνησε πάλι το σερβικό ζήτημα και κάλεσε την Υψηλή Πύλη να σταματήσει τις εκστρατείες κατά των Σέρβων και να εφαρμόσει το άρθρο 8 της Ειρήνης του Βουκουρεστίου (εσωτερική αυτοδιοίκηση). Ετσι, ο Σουλτάνος, φοβούμενος δυναμική ρωσική ανάμιξη στο σερβικό ζήτημα, επέλεξε την οδό των διαπραγματεύσεων και διόρισε το φθινόπωρο του 1815 το μετριοπαθή και αποδεκτό από τους Σέρβους Μαρασλή Πασά ως βαλή του πασαλικίου του Βελιγραδίου. Τον Νοέμβριο του 1815 ο Μαρασλή Πασά και ο Μίλος Ομπρένοβιτς κατέληξαν σε μια προφορική συμφωνία: ● Οι ίδιοι οι Σέρβοι να συλλέγουν τους φόρους, ● σε δίκες των Σέρβων εκτός από τον μουσελίμ,
δηλαδή τον εκπρόσωπο του βαλή, να παρευρίσκεται και ένας Σέρβος κνεζ, ● συγκροτείται η εθνική καγκελαρία, αποτελούμενη από 12 κνεζ, ως το ανώτατο διοικητικό και νομοθετικό όργανο, ● ο Μίλος Ομπρένοβιτς αναγνωρίζεται ως ο ανώτατος ηγεμόνας των Σέρβων, ● απαγορεύεται οριστικά η επανεγκατάσταση των Γενιτσάρων και επιτρέπεται η επιστροφή των Σέρβων προσφύγων από την Αυστρία. Με τη συμφωνία αυτή στη Σερβία εγκαινιάστηκε μια συγκυριαρχία του Μαρασλή Πασά και του Μίλος Ομπρένοβιτς και η χώρα μεταβλήθηκε σε μια ημιαυτόνομη ηγεμονία. Οι Σέρβοι αρνήθηκαν να αφοπλιστούν και η διατήρηση του οπλισμού τους ήταν η εγγύηση της εφαρμογής της συμφωνίας. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Ο ιερωμένος Ματέγια Νενάντοβιτς πήγε το 1804 στην Αγία Πετρούπολη ζητώντας από τον τσάρο την παρέμβαση της Ρωσίας υπέρ των Σέρβων.
Σκοπός του Μίλος ήταν να αναγνωριστεί κληρονομικός ηγεμόνας και να διευρύνει την αυτονομία. Η επίδειξη νομιμοφροσύνης προς το Σουλτάνο και η χρήση αποκλειστικά διπλωματικών μέσων ήταν πάγια τακτική του. Τον Ιούνιο του 1817 ο Καραγιώργης επέστρεψε στη Σερβία. Στη Βεσσαραβία, όπου ζούσε μετά την αναχώρησή του από την Αυστρία, είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία. Οι Φιλικοί οργάνωσαν την επιστροφή του στη Σερβία ώστε να ηγηθεί μιας νέας εξέγερσης εκεί, όταν θα άρχιζε η Ελληνική Επανάσταση. Η επιστροφή του Καραγιώργη προκάλεσε τη δυσαρέσκεια του Μίλος. Εκτός από το γεγονός ότι ο Μίλος γενικά δεν συμφωνούσε με την επανα137
Ο πολωνικής καταγωγής υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας Αδαμ Τσαρτορίσκυ υποσχέθηκε οικονομική και διπλωματική υποστήριξη στους Σέρβους. 138
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
στατική τακτική του Καραγιώργη, φοβόταν και την αμφισβήτηση της εξουσίας του από τον ηγέτη της πρώτης σερβικής εξέγερσης. Ετσι, διέταξε τη δολοφονία του Καραγιώργη (Ιούλιος 1817) και έστειλε το κεφάλι του στο Σουλτάνο ως απόδειξη της νομιμοφροσύνης του. Τον Νοέμβριο του 1817 η Εθνοσυνέλευση ανακήρυξε τον Μίλος σε κληρονομικό ηγεμόνα. Η Πύλη δυσαρεστήθηκε, αλλά δεν προέβη σε καμιά κίνηση, διότι στο πλευρό της Σερβίας στεκόταν η Ρωσία. Υπό την πίεση του Ρώσου πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη, Στρογγανώφ, άρχισαν το 1820 διαπραγματεύσεις της Υψηλής Πύλης με τους Σέρβους για τη διεύρυνση της αυτονομίας. Οι δύο σερβικές αντιπροσωπίες που στάλθηκαν στην Κωνσταντινούπολη την άνοιξη και το φθινόπωρο του 1820 απαίτησαν την πλήρη αυτοδιοίκηση της Σερβίας, την αναγνώριση του Μίλος ως κληρονομικού ηγεμόνα και την επιστροφή των 6 ναχιών στη σύσταση του πασαλικίου του Βελιγραδίου. Η Υψηλή Πύλη απέρριψε τις σερβικές απαιτήσεις και υποπτεύθηκε μυστικές σχέσεις του Μίλος με τους Ελληνες επαναστάτες. Οταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση, η σερβική αντιπροσωπία που βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη φυλακίστηκε. Η Φιλική Εταιρεία είχε πράγματι επαφές με τον Μίλος Ομπρένοβιτς ώστε οι Σέρβοι να εξεγερθούν και να κινηθούν προς τη Βλαχία. Αλλά ο Μίλος συνάρτησε τη στάση του στην επικείμενη Ελληνική Επανάσταση αποκλειστικά με το ρωσικό παράγοντα. Καθώς η Ρωσία δεν κήρυξε πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1821, η Σερβία του Μίλος παρέμεινε αδρανής. Λόγω της απασχόλησής της με την Ελληνική Επανάσταση, η Υψηλή Πύλη δεν ανέλαβε καμιά επιχείρηση εναντίον της Σερβίας. Αλλά ο χρόνος λειτουργούσε υπέρ των Σέρβων. Η Ελληνική Επανάσταση έδωσε την ευκαιρία στη Ρωσία να ανακινήσει πάλι το Ανατολικό Ζήτημα και να προωθήσει τα συμφέροντά της στον Καύκασο. Με τη συνθήκη του Ακερμαν η Ρωσία ανέλαβε την προστασία της Σερβίας (1826). Η Πύλη αναγνώρισε ότι όφειλε να εκπληρώσει ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
το άρθρο 8 της Ειρήνης του Βουκουρεστίου και υποχρεώθηκε εντός 18 μηνών να διευθετήσει το σερβικό ζήτημα. Η Συνθήκη της Αδριανουπόλεως (1829) προέβλεπε την αυτονομία της Σερβίας, την επιστροφή των 6 ναχιών και την αναγνώριση του Μίλος Ομπρένοβιτς ως κληρονομικού ηγεμόνα της Σερβίας. Το 1830 η Υψηλή Πύλη αναγνώρισε την αυτονομία της Σερβίας και το 1832 τον Μίλος Ομπρένοβιτς ως κληρονομικό ηγεμόνα. Επίσης, το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναγνώρισε την αυτονομία της Σερβικής Εκκλησίας. Το 1833 η Υψηλή Πύλη παραχώρησε τις έξι ναχίες που είχε αποσπάσει το 1813. Η τουρκική επικυριαρχία εκφραζόταν με την παρουσία τουρκικών φρουρών στις πόλεις της Σερβίας και την καταβολή ετήσιου φόρου από το σερβικό κράτος. Οπως και ο Καραγιώργης, έτσι και ο Μίλος Ομπρένοβιτς, αγράμματος χωρικός, κυβέρνησε απολυταρχικά και συγκεντρωτικά σαν ένας Τούρκος πασάς. Τα μέλη της Εθνικής Καγκελαρίας ήταν πειθήνια όργανα του Μίλος. Οσοι οπλαρχηγοί αμφισβητούσαν την παντοδυναμία του κατηγορούνταν για προδοσία στον Μαρασλή Πασά και εκτελούνταν. Ο Μίλος εξασφάλισε το μονοπώλιο στο εμπόριο του αλατιού και τον πλήρη έλεγχο στο εμπόριο των χοίρων. Ετσι, ο Μίλος, ένας Σέρβος χωρικός, έγινε ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους στην Ευρώπη.
■ Η «ρουμανική επανάσταση», επανάσταση στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, το τέλος της φαναριώτικης περιόδου και το νέο καθεστώς στη Βλαχία και τη Μολδαβία Η Επανάσταση του 1821 στη Βλαχία δεν εξελίχθηκε σύμφωνα με τα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας. Η Φιλική Εταιρεία είχε στρατολογήσει βογιάρους για την υπόθεση της παμβαλκανικής εξέγερσης, αλλά οι Ρουμάνοι ήθελαν να εκμε139
Μετά την απελευθέρωση του Βελιγραδίου το 1806 οι Σέρβοι έστειλαν διαπραγματευτική αποστολή στην Κωνσταντινούπολη με επικεφαλής τον Βλάχο έμπορο Πέταρ Ιτσκο.
ταλλευτούν τη γενικότερη αναστάτωση από τη δράση της Φιλικής Εταιρείας για την κατάλυση της «φαναριωτοκρατίας», με την προσδοκία ότι η Ρωσία θα κήρυττε πόλεμο εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τρεις μεγαλοβογιάροι της Μουντένιας (Βλαχία), οι Γκριγκόρε Γκίκα, Γκριγκόρε Μπρουνκοβεάνου και Μπάρμπου Βακαρέσκου, αποφάσισαν την οργάνωση εξέγερσης στη Βλαχία με απώτερο σκοπό την απομάκρυνση των Φαναριωτών και την ανάληψη της θέσης των ηγεμόνων από ντόπιους βογιάρους. Το μεγάλο ζήτημα ήταν η εξεύρεση του ανθρώπινου δυναμικού. Ως καταλληλότεροι κρίθηκαν οι πανδούροι. Επρόκειτο για ένοπλα σώματα ελεύθερων χωρικών που είχαν συγκροτηθεί από τον ηγεμόνα της Βλαχίας Κωνσταντίνο Υψηλάντη (1802-1806) με σκοπό την αντιμετώπιση των επιδρομών των Γενιτσάρων του πασαλικίου του 140
Πασβάνογλου. Ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης οραματιζόταν την ένωση της Βλαχίας και Μολδαβίας σε ένα κράτος, τη «Δακία», της οποίας φιλοδοξούσε να καταστεί ηγεμόνας. Οι πανδούροι είχαν συμμετάσχει στους Ρωσοτουρκικούς Πολέμους (1806-1812), διέθεταν τις αρετές ενός τακτικού στρατού (εκπαίδευση, πειθαρχία) και απολάμβαναν φορολογικές ελαφρύνσεις και απαλλαγή από τις αγγαρείες, όσο χρονικό διάστημα ήταν σε εμπόλεμη κατάσταση. Αλλά μετά το Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1809-1812 απώλεσαν τα προνόμιά τους, διαλύθηκαν και εξέπεσαν σε καθεστώς δουλοπαροικίας. Κατά συνέπεια, οι πρώην πανδούροι, ως μη ελεύθεροι πλέον χωρικοί, είχαν εχθρική στάση έναντι των βογιάρων. Ως το καταλληλότερο πρόσωπο για την κινητοποίηση των πανδούρων κρίθηκε από τους βογιάρους ο Τουντόρ Βλαδιμηρέσκου. Προερχόμενος από αγροτική οικογένεια, ο Βλαδιμηρέσκου είχε διακριθεί ως διοικητής των πανδούρων κατά το Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1809-1812 και παρασημοφορήθηκε από τους Ρώσους. Μετά τη λήξη του πολέμου πλούτισε, ασχολούμενος με το εμπόριο, ενώ διοικούσε ταυτόχρονα μια μικρή περιοχή στα Νότια Καρπάθια. Εφερε το βογιάρικο τίτλο «sluger» (διοικητής) και μπορεί να συγκριθεί με έναν κνεζ της Σερβίας. Ατομο με επιρροή στους πανδούρους, με πολεμική πείρα, φιλόδοξος, κάτοχος παιδείας (σύχναζε στο γυμνάσιο του Γκεόργκε Λάζαρ στο Βουκουρέστι) και εχθρικά διακείμενος προς τους Φαναριώτες, ανταποκρινόταν στις ανάγκες των βογιάρων. Με τη Φιλική Εταιρεία είχε αποκαταστήσει επαφές το 1815 στη Βιέννη. Στις 15 Ιανουαρίου 1821 οι τρεις μεγαλοβογιάροι (Γκίκα, Βακαρέσκου και Μπρουνκοβεάνου) εξουσιοδότησαν τον Βλαδιμηρέσκου να αρχίσει την εξέγερση «για χάρη του χριστιανικού λαού και της πατρίδας μας-folos neamului creştinesc şi patriei noastre». Ο όρος «χριστιανικός λαός» σχετιζόταν με τη γενικότερη βαλκανική ορθόδοξη υπόθεση, ο όρος «πατρίδα μας» απηχούσε τη συγκεκριμένη στενή ρουμανική υπόθεση, την απομάκρυνση των Φαναριωτών. Οταν στις 19 Ιανουαρίου πέθανε (ή κατά άλλη εκδοχή δηλητηριάστηκε) ο ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Η αυτονομία των Σέρβων επιτεύχθηκε χάρη σε ένα συνδυασμό στρατιωτικών και διπλωματικών ενεργειών.
ηγεμόνας της Βλαχίας Αλέξανδρος Σούτσος, οι τρεις βογιάροι ανέλαβαν την επιτροπεία στο Βουκουρέστι. Δύο σημαντικά στελέχη της Φιλικής Εταιρείας, ο Γεωργάκης Ολύμπιος και ο Ιωάννης Φαρμάκης, υπέγραψαν με τον Βλαδιμηρέσκου το 1821 μια συμφωνία συμμαχίας «για την εκπλήρωση του σχεδίου μας για το κοινό συμφέρον, ώστε με τη δύναμη των όπλων μας να απελευθερωθούμε από τον καταπιεστικό ζυγό των βαρβάρων και να υψώσουμε το νικηφόρο σύμβολο του σωτήριου σταυρού». Η συμφωνία επίσης προέβλεπε συντονιΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
σμό των ενεργειών των μυημένων στην υπόθεση της επανάστασης στο πνεύμα μιας βαλκανικής αλληλεγγύης, χωρίς διάκριση εθνοτικής καταγωγής (Ελληνες, Σέρβοι, Αρναούτηδες, Ρουμάνοι, Μακεδόνες), τη συλλογική λήψη των αποφάσεων και την τιμωρία των επίορκων. «Κανένας από εμάς να μην αποτολμήσει να εκτραπεί, έστω και για λίγο, από τα παραπάνω σημεία ή να μη τα σεβαστεί, διότι θα εκτεθεί στον κίνδυνο να παραδοθεί σε πολιτικά, στρατιωτικά και θρησκευτικά δικαστήρια, θα διαγραφεί από τον κατάλογο των μελών του έθνους, η περιουσία του 141
Ο ηγεμόνας της Μολδαβίας, Μιχαήλ Σούτσος, επιφύλαξε θερμή υποδοχή στον Αλέξανδρο Υψηλάντη. 142
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Μαζί με τη ρωσική φρουρά που εγκαταστάθηκε στη Σερβία το 1807 μετέβη στο Βελιγράδι ως εκπρόσωπος της Ρωσίας για την οργάνωση του σερβικού κράτους ο ελληνικής καταγωγής Κονσταντίν Ροδοφινίκιν.
Ο Ρώσος διοικητής των ηγεμονιών, ο στρατηγός Πάβελ Κίσελιεφ, πήρε σειρά μέτρων υπό το πνεύμα της πεφωτισμένης απολυταρχίας. Πίνακας (1871) του Franz Kruger.
θα δημευτεί και θα τον καταραστούμε να έχει την τύχη του Ιούδα».
κλησιαστικής ελίτ των ηγεμονιών, δηλαδή των Φαναριωτών.
Η συμφωνία του Βλαδιμηρέσκου με τη Φιλική Εταιρεία στρεφόταν άμεσα κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και για το λόγο αυτό οι Φιλικοί παρείχαν οικονομική και στρατιωτική ενίσχυση στον Βλαδιμηρέσκου. Για τους βογιάρους μια άμεση σύγκρουση με τους Οθωμανούς θα είχε νόημα, μονάχα αν η Ρωσία θα κήρυττε πόλεμο.
«Κανένας κανόνας δεν απαγορεύει να απαντάμε στο κακό με το κακό. Οταν συναντήσεις το φίδι, χτύπησέ το με το ραβδάκι και σκότωσέ το, διότι διατρέχεις άμεσο κίνδυνο να σε δαγκώσει. Μέχρι πότε θα ανεχόμαστε να μας απομυζούν το αίμα οι Λερναίες Υδρες, οι οποίες μας καταβροχθίζουν ζωντανούς - θέλω να πω οι ηγέτες μας, τόσο οι πολιτικοί όσο και οι εκκλησιαστικοί; Μέχρι πότε θα τους είμαστε δούλοι; Αφού ο Θεός δεν επιδοκιμάζει το κακό, γιατί τότε οι δολιοφθορείς και οι κακούργοι να διαπράττουν το κακό ενώπιον του Θεού; Επειδή ο Θεός είναι καλός, για να τηρήσουμε τις εντολές του, πρέπει να διαπράξουμε το καλό, και αυτό είναι αδύνατο, όσο υπάρχει το
Ο Βλαδιμηρέσκου αναχώρησε για την Ολτένια, προκειμένου να στρατολογήσει τους χωρικούς. Στην προκήρυξή του (Ιανουάριος 1821) προς το λαό του Βουκουρεστίου, των άλλων πόλεων και των χωριών της Βλαχίας δεν στράφηκε κατά των Οθωμανών, αλλά κατά της πολιτικής και εκΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
143
Οπλα της πρώτης σερβικής εξέγερσης (Στρατιωτικό Μουσείο Βελιγραδίου). 144
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
κακό... Λοιπόν, συγκεντρωθείτε όλοι, αδελφοί, με το κακό να εξουδετερώσουμε τους κακούργους, για να είμαστε καλά. Ας διαλέξουμε τότε τους ηγέτες μας: αυτοί που θα μπορούν να είναι καλοί, αυτοί να είναι οι ηγέτες μας. Τότε αυτοί μαζί με μας θα διαπράξουν το καλό, όπως μας υποσχέθηκαν, και οι ίδιοι θα είναι καλά». Η προκήρυξη είχε σαφές αντιφαναριώτικο τόνο. Αλλά ο Βλαδιμηρέσκου είχε επίγνωση ότι χωρίς κάποιο, έστω και ασαφές, κοινωνικό κήρυγμα οι χωρικοί δεν θα είχαν ισχυρά κίνητρα να κινητοποιηθούν. Για το λόγο αυτό στο τέλος της προκήρυξής του κάλεσε τους χωρικούς να «λεηλατήσουν τις παράνομα συσσωρευμένες περιουσίες και τα πλούτη των βογιάρωντυράννων, αλλά μόνο όσων δεν εκπληρώνουν την υπόσχεσή τους να μας ακολουθήσουν, μόνο αυτών η περιουσία να διαρπαγεί για το κοινό καλό».
πολιτικούς στόχους και ένας αναρχοκρατούμενος συρφετός δουλοπάροικων χωρικών. Ο στρατός του Βλαδιμηρέσκου (8.000 άνδρες) θα μπορούσε να στραφεί κατά των Τούρκων μόνο σε περίπτωση ρωσοτουρκικού πολέμου. Η κινητοποίηση των Ρουμάνων είχε ως αφετηρία την προσδοκία ότι η Ρωσία θα κηρύξει πόλεμο στην Υψηλή Πύλη, όπως διέδιδε η Φιλική Εταιρεία. Ετσι, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης έτυχε θερμής υποδοχής στη Μολδαβία από τον ηγεμόνα Μιχαήλ Σούτσο, το Μητροπολίτη και τους τοπικούς φορείς. Αλλά η αποκήρυξη της επανάστασης από τον τσάρο Αλέξανδρο Α΄ και η διαγραφή του Υψηλάντη από τον κατάλογο των Ρώσων αξιωματικών δημιούργησαν νέα δεδομένα στη Βλαχία. Οι τρεις μεγαλοβογιάροι που εξουσιοδότησαν τον Βλαδιμηρέρσκου να οργανώσει την εξέγερση εγκατέλειψαν πανικοβλημένοι τη Βλαχία και κατέφυγαν στο Μπρασόβ. Οταν
Σαφές κοινωνικό πρόγραμμα δεν επεξεργάστηκε ο Βλαδιμηρέσκου. Οι βογιάροι, εναντίων των οποίων κάλεσε τους χωρικούς να στραφούν, ήταν προφανώς οι «εξελληνισμένοι βογιάροι» που είχαν αποδεχθεί τους Φαναριώτες. Ωστόσο, ο Βλαδιμηρέσκου συνειδητοποίησε ότι ο ίδιος απευθυνόταν σε μια λαϊκή μάζα με έντονα κοινωνικά προβλήματα και για το λόγο αυτό άφησε αόριστα να εννοηθεί ότι σε μια νέα τάξη πραγμάτων, «αν συντριφθεί το κακό», «θα επέλθει το κοινό καλό», δηλαδή θα υπάρξει και λύση του κοινωνικού προβλήματος. Στο σημείο αυτό ο Βλαδιμηρέσκου διαφοροποιήθηκε από τους βογιάρους. Εχοντας ως βάση στρατολόγησης τα μοναστήρια της Ολτένιας, ο Βλαδιμηρέσκου κατευθύνθηκε προς το Βουκουρέστι ως αρχηγός ενός λαϊκού στρατού «adunarea norodului». Στο στρατό του ο Βλαδιμηρέσκου επέβαλε αυστηρή πειθαρχία, αλλά σε ζώνες που δεν ήλεγχε εξαθλιωμένοι χωρικοί άρχισαν να λεηλατούν τις περιουσίες των βογιάρων. Ετσι, υπήρχαν H σημαία της πρώτης σερβικής εξέγερσης δύο κινήματα, ένας οργανωμένος στρατός με (Στρατιωτικό Μουσείο Βελιγραδίου). ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
145
Μετά τη μάχη της Καμενίτσας ο Χουρσίτ Πασάς διέταξε να αναγερθεί ο «Πύργος των Κρανίων» από τα κεφάλια των πεσόντων Σέρβων.
ο Βλαδιμηρέσκου εισήλθε στο Βουκουρέστι (2 Απριλίου 1821) συμμάχησε με τους ντόπιους βογιάρους και ήταν πλέον de facto «ο ηγεμόνας της Βλαχίας». Είχε δύο επιλογές, ή να συστρατευθεί με τους Φιλικούς, οι οποίοι είχαν ήδη εξοντώσει τους Τούρκους αμάχους στη Βραΐλα και το Γαλάτσι, ή να καταλήξει σε συνεννόηση με την Υψηλή Πύλη, παρουσιάζοντας το κίνημά του ως στρεφόμενο κατά των Φαναριωτών και όχι κατά της οθωμανικής εξουσίας. Προτίμησε τη δεύτερη λύση και έτσι η συνάντησή του με τον Υψηλάντη απέβη άκαρπη. Αρχισε μυστικές διαπραγματεύσεις με τους πασάδες της Σιλίστριας, του Βιδινίου και του 146
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Ο Τουντόρ Βλαδιμηρέσκου τέθηκε επικεφαλής της εξέγερσης των πανδούρων και άρχισε τον αγώνα «για χάρη του χριστιανικού λαού και της πατρίδας». ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
147
Εν όψει της εισβολής του Ναπολέοντα, ο τσάρος Αλέξανδρος Α΄ υπέγραψε τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου με την Οθωμανική Αυτοκρατορία εγκαταλείποντας ουσιαστικά τους Σέρβους. 148
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Η ανακήρυξη της δεύτερης σερβικής εξέγερσης. Πίνακας του Paja Jovanovic (Εθνικό Μουσείο Βελιγραδίου).
Ρούσε, τονίζοντας ότι το κίνημά του στρεφόταν μόνο κατά των Φαναριωτών και των βογιάρων που είχαν ευθυγραμμιστεί με την πολιτική τους. Αλλά οι Τούρκοι, δύσπιστοι, απαίτησαν από τον Βλαδιμηρέσκου την κατάθεση των όπλων και την ανάληψη δράσης κατά των Φιλικών. Οταν τον Μάιο ο τουρκικός στρατός διέβη τον Δούναβη, ο Βλαδιμηρέσκου, για να αποτρέψει την πυρπόληση του Βουκουρεστίου, εγκατέλειψε την πρωτεύουσα της Βλαχίας και κατευθύνθηκε προς το Πιτέστι. Οι μυστικές επαφές του Βλαδιμηρέσκου με τους ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Τούρκους δεν έμειναν άγνωστες στους Φιλικούς. Σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας, η επιορκία ισοδυναμούσε με καταδίκη. Ετσι, ο Βλαδιμηρέσκου ήταν πλέον για τους Φιλικούς ένας εξωμότης. Ταυτόχρονα, ρήγμα επήλθε και στο στρατό του Βλαδιμηρέσκου. Ο αυταρχικός του χαρακτήρας και η απουσία προοπτικής στο κίνημα προκάλεσαν εσωτερική ανταρσία. Οι δυσαρεστημένοι πανδούροι από την τακτική του Βλαδιμηρέσκου αποκατέστησαν επαφές με τον Γεωργάκη Ολύμπιο. Ο τελευταίος ήρθε στο στρατόπεδο του Βλαδιμηρέσκου και, αφού παρουσί149
Μετά τις φρικαλεότητες που διέπραξαν οι Οθωμανοί στα τέλη του 1813 ο Μίλος Ομπρένοβιτς ήταν ένας από τους οπλαρχηγούς που βρήκαν καταφύγιο στα όρη του πασαλικιού. Πίνακας του Pavel Djurkovic (Εθνικό Μουσείο Βελιγραδίου).
Ο Δοσίθεος Ομπράντοβιτς, ο μόνος μορφωμένος ανάμεσα στους αγράμματους οπλαρχηγούς, διορίστηκε πρώτος υπουργός Παιδείας στην Ελεύθερη Σερβία.
ασε στους πανδούρους την αλληλογραφία του αρχηγού τους με τους Τούρκους, τον συνέλαβε, χωρίς κανένας από τους πανδούρους να αποτολμήσει να υπερασπιστεί τον ηγέτη τους. Μεταφέρθηκε στο Τουργκόβιστε, όπου εκτελέστηκε έπειτα από φρικτά βασανιστήρια (8-9 Ιουνίου 1821). Η τελευταία πράξη του δράματος της Φιλικής Εταιρείας παίχτηκε στο Δραγατσάνι (19 Ιουνίου 1821). Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης είχε ήδη καταφύγει στην Τρανσυλβανία, όπου τον συνέλαβαν οι αυστριακές αρχές.
«πραγματική εθνική ρουμανική επανάσταση». Ωστόσο, τα γεγονότα του 1821 ευνόησαν τη ρουμανική εθνική υπόθεση, παρόλο που τα κοινωνικά προβλήματα παρέμειναν άλυτα. Το τέλος της φαναριώτικης περιόδου και η ανάληψη της εξουσίας από ντόπιους βογιάρους αποτέλεσαν την έναρξη μιας «εθνικής αναγέννησης». Για τον Βλαδιμηρέσκου, που ανυψώθηκε σε σύμβολο του εθνικού αγώνα, δημιουργήθηκε ένας εθνικός μύθος, όπως στην περίπτωση του Μιχαήλ του Γενναίου. Μετά τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1828-29 η οθωμανική κυριαρχία αποδυναμώθηκε περισσότερο.
Θα ήταν λάθος να θεωρηθεί «η Επανάσταση του 1821» στις παραδουνάβιες ηγεμονίες ως μια 150
Μετά τη Συνθήκη της Αδριανουπόλεως (1829) οι ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Στο Συνέδριο της Βιέννης, ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν ο μόνος που δέχθηκε τη σερβική αντιπροσωπία και προσπάθησε μάταια να παρακινήσει τους Ευρωπαίους μονάρχες να ασχοληθούν με το ζήτημά των Σέρβων. ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
151
Ο Σέρβος ηγεμόνας Μίλος Ομπρένοβιτς σε λιθογραφία του 1852. 152
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Ο θάνατος του χαϊντούκου Βέλικο Πέτροβιτς στη μάχη του Νεγκότιν το 1813.
παραδουνάβιες ηγεμονίες τελούσαν υπό ρωσική στρατιωτική κατοχή και το 1834, ύστερα από την αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων (λόγω της υπογραφής της Συνθήκης του ΟυνκιάρΙσκελεσή), μεταβλήθηκαν σε ρωσικό προτεκτοράτο μέσω των Οργανικών Κανονισμών. Η ελληνική πολιτιστική επιρροή υποχωρούσε σταδιακά μπροστά στη γαλλική κουλτούρα. Ο Ρωμανισμός, ο υπερτονισμός της λατινικής καταγωγής των Ρουμάνων, η έμφαση στη ρουμανική Ιστορία και η στροφή προς το Παρίσι ως νέο πολιτιστικό κέντρο ήταν τα κύρια χαρακτηριστικά του πνευματικού βίου των ηγεμονιών. Τη σημασία του ιστορικού παρελθόντος εξήρε ο Μιχαήλ Κογκαλνιτσάνου, στέλεχος της επανάστασης του 1848 στη Μολδαβία, αρχίζοντας μια σειρά παραδόσεων για τη ρουμανική ιστορία στην Ακαδημία του Ιασίου το 1843. Λόγω των σπουδών του στη Γερμανία ήταν οπαδός της ΡανΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
κικής Ιστορικής Σχολής. Στην πρώτη του διάλεξη ανέφερε χαρακτηριστικά: «Η Ιστορία, μετά τη Βίβλο, ήταν και οφείλει να είναι το αναγνωστικό του λαού και κάθε ατόμου χωριστά... Ξεθάβει τους προγόνους μας και τους αναζωογονεί μπροστά στα μάτια μας, με τις αρετές τους, τα ελαττώματά τους και όλες τις παραδόσεις τους. Μας συνδέει με την αιωνιότητα, φέρνοντας τις γενιές του παρελθόντος σε επαφή μαζί μας… Επιπλέον, με βάση την Ιστορία μπορούν να κριθούν αμερόληπτα οι σύγχρονοι. Η ανάγκη για την Ιστορία της πατρίδας μας είναι αναμφισβήτητη, προστατεύουμε τα δικαιώματά μας έναντι των ξένων εθνών. Αν δεν έχουμε Ιστορία, το κάθε ξένο έθνος μπορεί να μας πει είναι άγνωστες οι απαρχές σας, ούτε το όνομα που φέρετε σας ανήκει ούτε η γη στην οποία κατοικείτε. Είστε άξιοι της μοίρας σας, εγκαταλείψτε τις καταβολές σας, αλλάξατε το όνομά σας ή λάβετε αυτό που εγώ 153
του παρελθόντος από τους ιστορικούς του 19ου αιώνα για την προβολή του παρόντος και το σχεδιασμό του μέλλοντος, τα όρια μεταξύ μύθου και ιστορικής πραγματικότητας ήταν συχνά ρευστά, αλλά εκείνα που προείχαν ήταν η λειτουργικότητα του μύθου και η σφυρηλάτηση μιας συλλογικής ταυτότητας. Οι Ρουμάνοι υπερτόνιζαν τη λατινική τους καταγωγή και τη συνεχή παρουσία τους στην Τρανσυλβανία για να αντικρούσουν τον ουγγρικό ηγεμονισμό, αλλά διεκδικούσαν ως «όμαιμους αδελφούς» και τους Βλάχους της Βαλκανικής, ταυτίζοντας κάθε «λατινόφωνο» με τον Ρουμάνο.
Ο Σουλτάνος Μαχμούτ Β΄, ο οποίος υπέγραψε τη Συνθήκη του Ακερμαν με την οποία η Ρωσία ανέλαβε την προστασία της Σερβίας.
σας δίνω, φύγετε από τη γη που κατοικείτε, δεν σας ανήκει, αφήστε τα άσκοπα έργα, δεν μπορείτε να βελτιωθείτε... Θεωρώ ως πατρίδα μου κάθε γωνιά όπου ομιλείται η ρουμανική και ως εθνική Ιστορία την ιστορία όλης της Μολδαβίας, πριν από το διαμελισμό της, της Βλαχίας και των αδελφών στην Τρανσυλβανία, είμαστε αδέλφια μέσω της θρησκείας, του αίματος, της γλώσσας και του νόμου». Η απόδειξη της ύπαρξης ιστορικών δικαίων για τη νομιμοποίηση της ίδρυσης εθνικού κράτους ήταν βασική αρχή το 19ο αιώνα. Στην εξιδανίκευση 154
Μετά το 1829, οικονομικά οι παραδουνάβιες ηγεμονίες εντάχθηκαν στην ευρωπαϊκή αγορά, καθώς με τη χορήγηση του δικαιώματος της ναυσιπλοΐας του Δούναβη στους Ευρωπαίους το σιτάρι των ηγεμονιών εξαγόταν κυρίως στην Αγγλία. Η Βραΐλα και το Γαλάτσι εξελίχθηκαν σε σημαντικά λιμάνια. Πολιτιστικά πόλος έλξης ήταν το Παρίσι. Το ρεύμα του φιλελευθερισμού διείσδυε στις ηγεμονίες, η ρουμανική νεολαία (γόνοι βογιάρων) σπούδαζε στο Παρίσι, άρχισε μια πλούσια λογοτεχνική παραγωγή, διαμορφωνόταν σταδιακά μια λόγια ρουμανική γλώσσα. Πολιτικά στις ηγεμονίες εγκαθιδρύθηκε ένα είδος «ρωσοτουρκικής συγκυριαρχίας», καθώς η Ρωσία σχεδίαζε την προσάρτηση των ηγεμονιών. Σύμφωνα με τους Οργανικούς Κανονισμούς, οι ηγεμόνες εκλέγονταν από την Εθνοσυνέλευση 150 εκλεκτόρων, αποτελούμενη από βογάριους. Σε κάθε ηγεμονία δημιουργήθηκαν τρία ανταγωνιστικά κέντρα εξουσίας: ο ηγεμόνας, η τοπική συνέλευση (Διβάνι) και ο Ρώσος πρόξενος. Ο ηγεμόνας ασκούσε την εκτελεστική εξουσία, η συνέλευση είχε νομοθετικές αρμοδιότητες και αποτελείτο αποκλειστικά από βογιάρους και εκπροσώπους του Κλήρου. Οι διαφορές που ανέκυπταν στις σχέσεις ηγεμόνα και συνέλευσης διευθετούνταν από τον Ρώσο πρόξενο. Ο Ρώσος διοικητής των ηγεμονιών, ο στρατηγός Πάβελ Κίσελιεφ, επηρεασμένος από το πνεύμα του Διαφωτισμού, έλαβε μια σειρά μέτρων κατά το πνεύμα της πεφωτισμένης απολυταρχίας - καταπολέμηση της διαφθοράς, δημιουργία στρατού, ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Ο Γκριγκόρε Μπρουνκοβεάνου, μεγαλοβογιάρος που οργάνωσε εξέγερση στη Βλαχία με σκοπό την απομάκρυνση των Φαναριωτών και την αντικατάστασή τους από ντόπιους βογιάρους.
«Η Ιστορία, μετά τη Βίβλο, ήταν και οφείλει να είναι το αναγνωστικό του λαού και κάθε ατόμου χωριστά...», συμβούλευε τους Ρουμάνους ο επαναστάτης του 1848, Μιχαήλ Κογκαλνιτσάνου.
αστυνομίας, ταχυδρομικής υπηρεσίας, κατάργηση εσωτερικών δασμών, χορήγηση αμοιβαίας υπηκοότητας, βελτίωση του δικαστικού συστήματος και του συστήματος της Υγείας κ.λπ. Ηταν το μεταρρυθμιστικό πρόσωπο της Ρωσίας που εμφανίστηκε στις ηγεμονίες ως «πεφωτισμένη μοναρχία» εν όψει της μελλοντικής προσάρτησης των ηγεμονιών. Αλλά στο φλέγον αγροτικό ζήτημα ο Κίσελιεφ δεν αποτόλμησε να λάβει γενναία μέτρα, αποφεύγοντας μια σύγκρουση με τους
βογιάρους. Ωστόσο, η Ρωσία δεν κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα φιλορωσικό κόμμα στις ηγεμονίες, καθώς η μετατροπή των ηγεμονιών σε ρωσικό προτεκτοράτο προκάλεσε δυσαρέσκεια στους διανοούμενους. Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία, φοβούμενη ότι το ρουμανικό σιτάρι θα ήταν ανταγωνιστικό του ρωσικού στην ευρωπαϊκή αγορά, δεν αναβάθμισε τα ρουμανικά λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας, για να μην υποβαθμιστεί η Οδησσός.
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
155
Η κατάπνιξη της ρουμανικής εξέγερσης από τους Τούρκους στο Βουκουρέστι στις 7/19 Αυγούστου 1821.
Η ένταξη των παραδουνάβιων ηγεμονιών στην ευρωπαϊκή αγορά δεν οδήγησε ωστόσο στην άνοδο μιας χειραφετημένης ρουμανικής αστικής τάξης, ικανής να προχωρήσει σε δομικές αλλαγές. Τα ισχνά εμπορικά στρώματα που δημιουργήθηκαν προέρχονταν από τους κόλπους των βογιάρων που επιδίδονταν στο εμπόριο, χωρίς να εγκαταλείψουν την καλλιέργεια της γης τους μέσω άλλων. Ετσι, η φιλελεύθερη ιδεολογία ήταν εισαγόμενη από τη Γαλλία και δεν ανταποκρινόταν στις συνθήκες των ηγεμονιών. Αντίδραση στο πολιτικό και κοινωνικό status των ηγεμονιών εξέφρασε μια μικρή ομάδα διανοουμένων στη Βλαχία υπό τον Νικολάε Μπαλτσέσκου (1819-
156
1852) με αιτήματα την αποδέσμευση των ηγεμονιών από τη ρωσική κηδεμονία, την αγροτική μεταρρύθμιση, την ισονομία όλων των πολιτών, την εγκαθίδρυση ενός δημοκρατικού καθεστώτος. Λόγω των διώξεων των Αρχών, ο ανήσυχος και μαχητικός Μπαλτσέσκου (που δεν προερχόταν από οικογένεια μεγαλοβογιάρων και διέθετε ευρύτατη παιδεία) εγκατέλειψε τη Βλαχία και εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου συμμετείχε ενεργά στην επανάσταση του 1848 και οργάνωσε τους εκεί Ρουμάνους φοιτητές. Η Γαλλική Επανάσταση του 1848 θα διαχυθεί και στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και θα δώσει μια νέα διάσταση στο ρουμανικό εθνικό κίνημα.
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Bataković T. – Dušan (επιμ. έκδοσης), Nova Istorija Srpskog Naroda [Νεώτερη Ιστορία του Σερβικού Λαού], Beograd 2002. Βulei Ion, Ιστορία των Ρουμάνων (μτφρ. Τσιπριάν Ν. Σούτσου), εκδόσεις Σταμούλης, Θεσσαλονίκη 2008. Choliolčev Christo, Mack Karlheim, Suppan Arnold, Nationalbewgungen in Südostezropa im 19 Jahrhundert, Wien-München 1992. Constantiniu Florin, O istorie sinceră a poporului român [Μια πραγματική ιστορία του ρουμανικού λαού], București 2002. Djordjević Dimitrije, Revolutions nationales des peuples balkaniques 1804-1914, Beograd 1965. Του ιδίου, Ιστορία της Σερβίας 18001918, μτφρ. Νικολάου Παπαρρόδου, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2001. Djuvara Neagu, Între Orient și Occident. Gările Române la inceputul epocii moderne (1800-1848) [Μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Οι ρουμανικές χώρες στη σύγχρονη εποχή 1800-1848], București 1989. Sundhaussen Holm, Geschichte Serbiens 19-21 Jahrhundert, Böhlau Verlag, Wien-Κöln-Weimar 2007.
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Treptov Kurt (επιμ. έκδοσης), Α History of Romania, Iași 1996. Völkl Ekkehard, Rumänien. Vom 19. Jahrhundert bis in die Gegenwart, Regensburg 1995. Βερέμης Θάνος & Γιάννης Κολιόπουλος, Ελλάς η σύγχρονη συνέχεια από το 1821 μέχρι σήμερα, Αθήνα 2006. Κρεμμυδάς Βασίλης, Από τον Σπυρίδωνα Τρικούπη στο σήμερα. Το Εικοσιένα στις νέες ιστοριογραφικές προσεγγίσεις, Αθήνα 2007. Λάσκαρης Μ., Ελληνες και Σέρβοι κατά τους απελευθερωτικούς αγώνας 1804-1830, Αθήνα 1936. Λουκάτος Σπύρος Δ., Σχέσεις Ελλήνων μετά Σέρβων και Μαυροβουνίων κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν. 1823-1826, Θεσσαλονίκη 1970. Παπαδριανός Α. Ιωάννης, Οι Ελληνες της Σερβίας (18ος -20ός αιώνας), εκδόσεις Περιοδικού Ενδοχώρα, Αλεξανδρούπολη 2001. Φωκάς Σπυρίδων, Οι Ελληνες εις την ποταμοπλοΐαν του Κάτω Δουνάβεως (μετάφρασις εκ της ρουμανικής Μαρίας Ι. Μαρκοπούλου), Θεσσαλονίκη, 1975.
157
158
ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
H πανηγυρική υποδοχή του βασιλέως Οθωνος στην Αθήνα, μπροστά στο Θησείο. Ελαιογραφία (1833) του Peter von Hess (Nέα Πινακοθήκη, Μόναχο). ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ
159
View more...
Comments