Μποστ-Μαρία η Πενταγιώτισσα -Gutenberg (1982).pdf

October 1, 2017 | Author: Basilios Katholos | Category: N/A
Share Embed Donate


Short Description

Download Μποστ-Μαρία η Πενταγιώτισσα -Gutenberg (1982).pdf...

Description

ΜΠΟΣΤ

ΜΑΡΙΑ ΠΕΝΤΑΓΙΩΤΙΣΣΑ

GUTENBERG ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

Ό λ ο τα αντίτυπα υπογράφονται από το συγγραφέα και σφραγίζονται με τη σφραγίδα του εκδοτικού οίκου.

β

Gutenberg

1982

Φωτοστοιχειοθεσία: Σ.ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ-Ι.ΠΑΠΑΔΑΜΗΣ-Χ.ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ O.E. Έμμ. Μπενάκη 76 Τηλ. 3622.928—3615.213 'Εκτύπωση—Βιβλιοδεσία: Γραφικές Τέχνες GUTENBERG Διδότου 55-57 τηλ. 3629.402, 'Αθήνα Μορφολογία: Γ. Δαρδανός 'Επιμέλεια Βιβλιοδεσίας: Χ. Καρακατσάνης

ΟΙ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΙ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

Σκηνοθεσία Σκηνικά-Κοστούμια Μουσική Χορογράφηση

MIX. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΑΣΟΣ ΖΩΓΡΑΦΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΕΚΚΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΛΕΡΥ

Βοηθός σκηνογράφου ΑΓΝΗ ΝΤΟΥΤΣΗ Οι ηθοποιοί και οι ρόλοι τους Τηλεπαρουσιαστής Γριά Λάμπρος (Αρχιτσέλιγκας) Μαρία Πενταγιώτισσα Αδιόριστος νέος Πατήρ Αμβρόσιος

ΟΡΦΕΑΣ ΖΑΧΟΣ ΠΗΝΕΛ. ΠΙΤΣΟΥΛΗ ΣΑΡΑΝΤΟΣ ΦΡΑΓΚΟΣ ΜΙΡΑΝΤΑ ΚΟΥΝΕΛΑΚΗ ΣΥΜΕΩΝ ΤΣΑΚΑΣ ΦΟΙΒΟΣ ΤΑΞΙΑΡΧΗΣ

Θανάσης (Αδελφός της Μαρίας ) ΚΥΡ.ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Ελένη (Η μνηστή του) ΜΥΡΤΑ ΠΟΛΥΖΟΥ Καπετάνιος(Αποσπασματάρ-

ΔΗΜ.ΠΑΛΙΟΧΩΡΙΤΗΣ

χης) Τάσος (Τσοπάνης-εραστής, ακόλουθος της Μαρίας) ΚΩΣΤΑΣ ΔΑΡΛΑΣΗΣ Νέος Εθνικόφρων ΜΙΧΑΛΗΣ ΤΣΑΛΔΑΡΗΣ

ΣΚΗΝΙΚΟ Ορεινό χωριό. Η κλασική βρύση αριστερά, μια εκκλησούλα στο βάθος κι ένα σπίτι δεξιά. Πίσω σπίτια διάφορα κι επίσης φωτεινές επιγραφές ΝΤΙΣΚΟΤΕΚ ΓΚΑΛΛΞΥ. ΠΙΤΣΑ. ΜΠΟΥΤΙΚ, ΚΑΦΕΤΕΡΙΑ κ. α. Στην είσοδο του ειδυλλιακού χωριού πινακίδα που γράφει ΧΩΡΙΟΝ ΠΕΝΤΑΓΙΟΙ σε Ελληνικά και Αγγλικά. Επίσης ταμπέλα για NO PARKING.

Σ Κ Η Ν Η

I

Με την έναρξη, κοπέλες και άντρες ξεχύνονται στην πλατεία και τραγουδούν χαρούμενα. Τα ρούχα τους είναι σύγχρονα και εξεζητημένα μοντέρνα για να φανεί ότι ο πολιτισμός και η αφθονία της καταναλωτικής κοινωνίας έχει εισβάλλει προπολλού. Δηλαδή μπλουτζήν, φανελλάκια με UNIVERSITY. PR1NSTON COLLEGE παπούτσια ADIDAS κ.λ.π. όπως ακριβώς συνηθίζεται στα περισσότερα χωριά Αυτό είναι απαραίτητο για να τονισθεί η αντίθεση με τ/ς σκηνές της Μαρίας Πενταγιώτισσας όπου θα κυριαρχούν τα βλάχικα και οι φουστανέλες.

TP ΑΓΟ Υ ΔΙ : {Χορωδιακό προς τους θεατές σε ρυθμό

ΝΤΙΣΚΟ)

Παιδιά, μάς ειδοποίησαν βοσκοί από τη στάνη το συνεργείο έφτασε, το συνεργείο φτάνει. Θα βγούμε τηλεόραση, θα δείξουν το χωριό μας και πώς εδώ στους Πενταγιούς περνάμε τον καιρό μας. Να στείλουν τηλεγράφημα αμέσως στην Αθήνα, στην υπουργόν Πολιτισμού, την σύντροφο Μελίνα που μέσα στις σκοτούρες της, εκεί στο Υπουργείο εσκέφτηκε τους Πενταγιούς κι έστειλε συνεργείο. Αντηλαλλούν κάμποι, βουνά κ* η ρεματιά βουίζει αγκομαχά το φορτηγό καθώς ανηφορίζει. Νάτο, καλά μάς τάλεγαν, δέτε το ξεπροβάλλει στην μπάντα κάνετε παιδιά, για να το βλέπουν κΓ άλλοι Μέσα σε πανδαιμόνιο χαράς μπαίνει πρώτος ο τηλεπαρουσιαστής και πίσω του ένας με μηχανή κι ' ένας βοηθός. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗ!: Σύντροφοι και συντρόφισσες, είμαι βαθύτατα συγκινημένος για την θερμή υποδοχή που επιφυλάξατε σε μένα και στο συνεργείο μου.

10 Ά κ ο υ σ α και τα θερμά σας λόγια για την αγαπητή μας Μελίνα και με πρώτη ν ευκαιρία που θα κατέβω πάλι στην Αθήνα, θα διαβιβάσω τις ευχαριστίες σας και θα χαρεί πολύ όταν μάθει πόσον προοδευτικοί είσθε. ΦΩΝΗ ΑΠΟ ΕΝΑ ΧΩΡΙΚΟ: Εμείς εδώ πάντα Αντρέα ψηφίζαμε. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Το ξέρω. Γνωρίζω ότι όλοι είσθε Σοσιαλισταί και Μαρξισταί. ΧΩΡΙΚΟΣ: Το σύνθημά μας ήταν ΑΝΤΡΕΑ ΚΙ ΑΛΛΑΓΗ ΨΗΦΙΖΟΥΝ ΟΙ ΠΕΝΤΑΓΙΟΙ. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Κάνατε όμως λάθος. ΧΩΡΙΚΟΣ: Γιατί; Τι έπρεπε να ψηφίσουμε; ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ό χ ι , δεν ήθελα να πω αυτό. Θέλω να πω ότι κάνατε λάθος που απευθύνατε τις ευχαριστίες σας προς την υπουργό Μελίνα. Το Υπουργείον Πολιτισμού και Επιστημών δεν έχει καμίαν ανάμιξιν στην υπόθεσιν αυτήν. Ερχόμεθα εδώ κατόπιν εντολής της Ελληνικής Ραδιοφωνίας και Τηλεοράσεως εις τα πλαίσια της νέας εκπομπής Η ΕΡΤ ΕΙΣ ΤΗΝ ΣΤΕΡΕΑ ΕΛΛΑΔΑ για να γνωρίσουν οι τηλεθεαταί το ωραίο χωριό σας τους Πενταγιούς όπου έζησε και έδρασε η θρυλική για την ομορφιά της Μαρία Πενταγιώτισσα και με την ευκαιρία να προσφέρουμε εις τους ακροατάς μας μία «δέσμη» πληροφοριών για να εξέλθουν από την στενωπόν της αγνοίας. Και είμεθα ευτυχείς που εις ημάς έλαχεν ο κλήρος να ενημερώσουμε τους τηλεθεατάς που διψούν για την αλήθεια. Παρακαλώ, είναι κανείς εδώ που να γνωρίζει κάτι για την Μαρία Πενταγιώτισσα; ΜΙΑ ΓΡΙΑ:(χούφταλο) Εγώ είμαι η Μαρία Πενταγιώτισσα. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: (έκπληκτος) Εσείς; (αμήχανα) Είχα την εντύπωση... ΓΡΙΑ: Δηλαδή εγώ είμαι η Μαρία Πενταγιώτισσα, αλλά δεν είμαι η ωραία για την οποία θα ενδιαφέρεσθε... ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Δηλαδή υπήρχαν δύο; ΓΡΙΑ: Ό χ ι , μία ήτανε. Εμένα μέ λένε Μαρία Πενταγιώτισσα. Η παλιά έχει πεθάνει. Εγώ είμαι η τρισεγγονή της.

10 ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ά , πολύ ωραία λοιπόν. Τότε μπορείτε να μας δώσετε μερικές πληροφορίες, τίποτε άγνωστα στοιχεία για την θρυλλική αυτή ηρωίδα; ΓΡΙΑ: Ό , τ ι θέλετε. Ή τ α ν ωραία, πολύ ωραία, αλλά του σκοινιού και του παλουκιού... ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Έ ν α λεπτό, ένα λεπτό, μη βιάζεσθε (Προς το συνεργείο) Έτοιμοι παιδιά... κλακέτα... πάμε (τοποθετεί τη γριά στο πεζούλι και της δίνει οδηγίες) Πλέχτε καμιά κάλτσα, να φαίνεσθε φυσική. Εγώ· θα σας ερωτώ και σεις θα απαντάτε. Σύμφωνοι; ΓΡΙΑ: Σύμφωνοι ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: {με μπλοκ στο χέρι και ύφος Φρέντυ Γερμανού με τα απαραίτητα κομπιάσματα στη φωνή, απευθύνεται προς τους θεατάς). — Αγαπητοί τηλεθεαταί, βρισκόμαστε απόψε στο παραδοσιακό και διατηρητέο χωριό,τους γραφικούς Πενταγιούς, όπου όπως αναφέρει η παράδοση έζησε η θρυλλική για την ομορφιά της και περίφημη για τους έρωτές της Μαρία Πενταγιώτισσα...Βρισκόμαστε ακριβώς στην πλατεία του χωριού... Εεεεε Εδώ είναι η βρύση απ' όπου όπως ήταν τότε η συνήθεια έπαιρνε νερό (δείχνει)...πίσω βλέπουμε μια εκκλησία και μερικά σπίτια... και Εεεεδώ εις αυτό το σημείο βλέπουμε μια γριά που κάθεται και πλέκει και η οποία προ ολίγου μάς πληροφόρησε ότι είναι τρισεγγονή της περίφημης για τα σκάνδαλά της Μαρίας. (προς τη γριά) Με συγχωρείτε που σας ενοχλούμε. Μήπως μπορείτε να μας δώσετε μερικές πληροφορίες για την προγονή σας. ΓΡΙΑ: Ευχαρίστως. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Τι άνθρωπος ήταν; Είναι αλήθεια ότι είχε πολλούς εραστές κΓ ότι όλα τα παλικάρια ήταν ξετρελαμένα μαζί της; ΓΡΙΑ: Ξετρελαμένα δε θα πει τίποτα. Σφαζόντουσαν για χάρη της... ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Σοβαρά; ΓΡΙΑ: Βέβαια. Της είχανε βγάλει τότε και τραγούδι. «Στα Σάλωνα σφάζουν αρνιά και στο Χρυσό κριάρια

12 και στης Μαρίας την ποδιά σφάζονταν παλικάρια». ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗ!: Θα ήθελα επ' αυτού να μας κάνετε μία διασάφηση για τους τηλεθεατάς μας. Αναφέρατε προηγουμένως ότι στην ποδιά της εσφάζοντο παλικάρια. Περί ποίας ποδιάς επρόκειτο; Επήγαινε σχολείο; ΓΡΙΑ: Ό χ ι , δεν ήτανε μαθητική ποδιά. Τις ποδιές τις είχε καταργήσει ένας υπουργός Παιδείας του Ό θ ω ν α . Ό τ α ν λέμε ποδιά, εννοούμε να σαν κι' αυτή που φοράω εγώ... ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ωστε ο Ό θ ω ν ήταν τόσο προοδευτικός; Ομολογώ ότι εκπλήσσομαι γιατί μας παρουσιάζετε έναν Ό θ ω ν α τελείως διαφορετικόν από εκείνον που γνωρίζουν οι τηλεθεαταί μας. ΓΡΙΑ: Σπουδαίος Βασιλεύς. Χαρισματικός ηγέτης. Και σπουδαίος οικονομολόγος. Να σκεφθείτε πως όταν ανέλαβε, βρήκε μια χώρα φτωχή με άδεια ταμεία και τόλεγε δεξιά κι' αριστερά «Να δήτε τι χάος παραλαμβάνω...» ΚΓ όμως παρ' όλα τα άδεια ταμεία, να αυξήσεις στα στρατά, να δοσίματα στην αγροτιά, να διπλά στα υπόδουλα νησιά μας, να στις επενδύσεις, να στους φαντάρους, να στους επιλοχίες, να, να, να... Σ ' ένα εξάμηνο όλοι πήρανε. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Με άδεια ταμεία πώς τα κατάφερνε; ΓΡΙΑ: Ξέρω γω παιδί μου. Τι να σου πω. Οικονομολόγος είμαι; Αυτά ο Ό θ ω ν α ς και οι υπουργοί του τα κανονίζανε. Φαίνεται υπήρχε ρευστόν και τους το κρύβανε... ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ας επανέλθουμε τώρα στο θέμα μας. Η Μαρία πώς ήτανε; Κοντή, ψηλή; ΓΡΙΑ: Μικρομεσαία ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ηταν φτωχιά ή πλούσια; ΓΡΙΑ: Ο πατέρας της ήτανε δάσκαλος. Αυτός της έμαθε τα πρώτα γράμματα. Γι αυτό και την φώναζαν Δασκαλοπούλα. Φτωχιά ήτανε. Τι μισθό έπαιρνε ένας δάσκαλος. Ό λ η της η περιουσία ήταν η ομορφιά της. Ό μ ο ρ φ η , φιλόδοξη κΓ ερωτιάρα ήτανε. Τον έναν έπιανε αγαπητικό και σε λίγο τον παράταγε για κά-

13 ποιον καλύτερο ή για ν ' ανεβεί ψηλότερα. Ή τ α ν πως να σου πω για να καταλάβεις. Έ χ ε ι ς ακουστά για την Εβίτα; ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗ!: Ναι, κάτι έχω ακούσει. ΓΡΙΑ: Ε, αυτή ήτανε η Εβίτα των Σαλώνων. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ποιός ήταν ο πρώτος της έρωτας; ΓΡΙΑ: Θάταν δε θάταν δεκατεσσάρω-δεκαπέντε χρονώ η Μαρία κι έμπλεξε μ ' ένα φτωχό αλλά τίμιο παλικάρι. Βούιξε τότε όλο το χωριό. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Τσομπανόπουλο ήτανε; ΓΡΙΑ: Ό χ ι , αδιόριστος ήτανε. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Και πώς ξέπεσε κατά δω; ΓΡΙΑ: Ανέβαινε με κάτι άλλους από το Πανεπιστήμιο της Καλαμάτας για να διαμαρτυρηθούν στο υπουργείο, τον βρήκε η νύχτα, έχασε το δρόμο κΓ έφτασε στους Πενταγιούς. Διψασμένος καθώς ήτανε πήγε εκεί κατά τη βρύση να πιει νερό κι' εκεί βρίσκει τη Μαρία που έπλενε κάτι ρούχα.- Από πού έρχεσθε; του κάνει η Μαρία, - Από μακριά, λέει αυτός - Τι επαγγέλεσθε αν επιτρέπετε; ξαναρωτάει εκείνη -Πλασιέ, απαντάει αυτός. Σαπούνια με άρωμα πράσινου μήλου. Βάλτε λίγο στην μπουγάδα σας και τα ρούχα σας θα γίνουν αστραφτερά και απαλά και θα τα ξεχωρίζετε μετά και με κλειστά μάτια. Η Μαρία εις αυτά εγέλασε, ο νέος είδε τα κάτασπρά της δόντια και εμαγεύθη και ενώ πριν η Μαρία τού ήταν αδιάφορη, από εκείνη τη στιγμή τής εζήτησε ραντεβού χαι το βράδυ βγήκαν μαζί. Κάπως έτσι είπανε ότι άρχισαν. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Τι άλλα σκάνδαλά της ξέρετε; ΓΡΙΑ: Πολλά, πολλά. Πού να σας τα λέω. Ελάτε μέσα όμως να πάρετε ένα καφεδάκι και συνεχίζουμε. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Δεν πειράζει. Μην σας βάζουμε σε κόπο. Είναι κι ακριβός ο καφές. ΓΡΙΑ: Καλέ τι κόπος. Μια φορά ήρθατε στο χωριό μας και δε θα σας φιλέψουμε. Ελάτε, περάστε. Έ χ ω πολλά να σας πω. (όλοι με την επιμονή της περνάνε μέσα στο παλιόσπιτο). Η γριά μπαίνει τελευταία και η τε-

14 λευταία της φράση που ακούγεται είναι -Και που λέτε, σε λίγο η Μαρία αρχίζει να νταραβερίζεται και με το Λάμπρο τον αρχιτσέλιγκα... (σβύνει η φωνή της γριάς, σβύνουν και τα φώτα. ΣΚΟΤΑΔΙ. Με το νέο άναμμα των φώτων βλέπουμε τη Μαρία στη βρύση και το γέρο αρχιτσέλιγκα).

Σ Κ Η Ν Η 2 ΣΤΗ ΒΡΥΣΗ (Ντουέτο Αρχιτσέλιγκα

Λάμπρου και Μαρίας σε στυλ όπερα. )

ΛΑΜΠΡΟΣ: (βαρύτονα) Μαρία θέλω να σου πω... ΜΑΡΙΑ: (υψίφωνος σοπράνο) Σ ' ακούω... ΛΑΜΠΡΟΣ: (τραγούδι μελωδικό) Αστροφεγγιά των Πενταγιών, της Ρούμελης φεγγάρι που έχεις μάτια μαυρουλά, τα φρύδια γαϊτανάτα, ήρθε η ώρα να στα πω χαρτί και καλαμάρι με μάγεψαν τα κάλη σου, τα μπράτσα σου τ ' αφράτα. Μαρία, όπως θάκουσες και όπως θα έχω χιλιάδες πρόβατα, έχω χιλιάδες και αν με πάρεις άντρα σου, εσύ και θα σε πνίξω στα χρυσά και εις

γνωρίζεις γίδια θα τα ορίζεις τα δαχτυλίδια.

Πλαγιάζω για να κοιμηθώ, κΓ ο λογισμός με δέρνει ο ήλιος βγαίνει στα βουνά κι' ο ύπνος δε με παίρνει ΜΑΡΙΑ: Εγώ γεννήθηκα πτωχή, περιφρονώ τα πλούτη χωρίς εσένα τη ζωή, τι να την κάνω τούτη. Σαν πήγαινα εις το βουνό για να μαζέψω χόρτα πάντοτε έρριχνα ματιά εις την δική σου πόρτα. Από την πρώτη τη στιγμή που είδα τη ματιά σου Λάμπρο σ ' αγάπησα κι εγώ για την κορμοστασιά σου. ΛΑΜΠΡΟΣ: Πάντα ονευρευόμουνα να πάρω σύζυγό μου και μια γυναίκα ως εσέ να είχα στο πλευρό μου. ΜΑΡΙΑ: Εβρήκες την κατάλληλη και χαμηλοβλεπούσα εγώ φτωχός κΓ αν ήσουνα πάλι θα σ ' αγαπούσα. Είσαι ο πρώτος π ' αγαπώ, κανείς δε μ ' έχει αγγίξει κι ορκίζομαι ο έρως μου για χρόνια θα βαστήξει.

16 ΛΑΜΠΡΟΣ - ΜΑΡΙΑ: (μαζ/) Λοιπόν ας πάμε στον παπά για να μας ευλογήσει και για τους δυο ζωή χρυσή σε λίγο ν ' αρχινήσει. (φάγουν αγκαλιασμένοι για το βάθος όπου είναι η εκκλησία) Από άλλη κατεύθυνση έρχεται ο αδιόριστος νέος που αναφέραμε προηγουμένως και που προδόθηκε. Τραγουδάει λυπητερό τραγούδι στη βρύση κοντά κι* αυτός.

Σ Κ Η Ν Η

3

ΝΕΟΣ: Έ χ α σ α την αγάπη μου, στερήθηκα το φως μου. Δε φταις εσύ Μαρία μου, φταίει ο διορισμός μου. Αν διοριζόμουν πιο νωρίς κ' είχα μισθό στο χέρι ορκίζομαι ειλικρινά θα σ ' είχα κάνει ταίρι. Ανάθεμα την αλλαγή. Ά λ λ α ξ ε ν η ματιά σου κ ' είδα μεγάλην αλλαγή και στα αισθήματά σου. Αφόσον άλλον προτιμάς, προορισμόν δεν έχω. πολυθεσίτης στην καρδιά. Αυτό δεν το αντέχω. Με τις οικονομίες μου αγόρασα πιστόλι για να το στρέψω στην καρδιά να φάει μαύρο βόλι. Τώρα ας πάω να σκοτωθώ, στο δάσος θα τραβήξω και προς το μέρος της καρδιάς τη σφαίρα μου να ρίξω. Κι ' αν δεις λεκέ στα ρούχα σου σαν πλένεις εις το ρέμα θάναι σταγόνες της καρδιάς από δικό μου αίμα. και σ τ ' άσπρα τα στεντόνια σου που έχεις να πλαγιάζεις όταν τα πλένεις μην ξεχνάς λευκαντικό να βάζεις. {πρόζα) Έ χ ε τ ε γειά ψηλά βουνά και δροσερά πλατάνια κι' εσείς ποτάμια δροσερά και δροσερά ρουμάνια. Με πλήγωσαν οι Πενταγιοί, άλλά πριν μπω στο χώμα θέλω στη βρύση του χωριού να πω δυο λόγια ακόμα. (προς τη βρύση) Βρύση που ήσουν μάρτυρας εις τα φιλιά και χάδια και ανταμώναμε κ' οι δυό στα σκοτεινά τα βράδυα να δίνεις στην αγάπη μου άφθονα τα νερά σου κι ουδέποτε περιορισμοί να μπουν στα κυβικά σου.

18 (τρελός από έρωτα) Βρύση γιατί δεν ομιλείς; Βρύση γιατί σωπαίνεις; Σου ομιλώ Ελληνικά. Δεν με καταλαβαίνεις; Τι με θωρρείς ακίνητη, πού τρέχει ο λογισμός σου; Σκέψου αν μίαν αύξησιν βάλουν εις το νερό σου. Κι αν έρθει η αγάπη μου με ασημένιο τάσι να πάρει δροσερό νερό να πιει να ξεδιψάσει και της ζητήσουν ακριβά και κείνη το πληρώσει ο άντρας της θα οργισθεί κι αυτό θα την πληγώσει. Παρακαλώ να της ειπείς σαν δεις πως θα δακρύσει το χώμα που θα βρίσκομαι να έρθει να ποτίσει και το καϋμένο μου κορμί κάποια δροσιά να νοιώσει κι από το μέρος της καρδιάς λουλούδι να φυτρώσει. (με απελπισία) Ρε, τζάμπα παν οι ποιηταί σήμερον εν Ελλάδι. Στον τάφο πάνε πρόωρα, τους τρώει το σκοτάδι. ΓΓ αυτό δεν βγαίνει ποίηση. Δεν είναι από σόι Ό λ ο υ ς εμάς π ' αξίζουμε, ο έρωτας μας τρώει. (προχωρεί περίλυπος προς το βάθος και αυτοκτονεί. Με το ΜΠΑΜ που ακούγεται, ανάβουν όλα τα φώτα και ακούγονται βιολιά και φασαρία γιορταστική. Κοπέλες στρώνουν το γαμήλιο τραπέζι. Στο τραπέζι κάθονται η ΜΑΡΙΑ νύφη, ο τσέλιγκας ΛΑΜΠΡΟΣ, ο Παπάς, ο αδερφός της Μαρίας ΘΑΝΑΣΗΣ και η μνηστή του ΕΛΕΝΗ).

Σ Κ Η Ν Η

Γ Α Μ Ο Υ

4

ΦΩΝΕΣ: Να μάς ζήσουν οι νιόπαντροι... » Εβίβα. Εις υγείαν σου κουμπάρε. » Ο παπάς να βγάλει λόγο. » Λόγοοοο. Λόγοοο ΠΑΠ ΑΣ:(νέος, γΑυκοκυττάζει τη Μαρία αλλά κι αυτή ελαφρώς ανταποκρίνεται.) ΦΩΝΗ: Να μιλήσει ο πάτερ Αμβρόσιος... ΜΑΡΙΑ: Πάτερ, μία ομιλία σάς ζητούν οι καλεσμένοι διότι γνωρίζουν πως αυτή θα είναι εμπνευσμένη. ΛΑΜΠΡΟΣ: Έ λ α , λοιπόν Αμβρόσιε, βράχε ορθοδοξίας. πές' μας δυο λόγια σχετικά ως ιερεύς αξίας. ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ: (σηκώνεται κρατώντας το ποτήρι στο χέρι μετά από νάζια) — Χαίρομαι ιδιαίτερα κι ευχαριστώ απείρως που εις εμέ τον κληρικό ν μού έλαχεν ο κλήρος να ομιλήσω προς αυτό το ευτυχές ζευγάρι για νάχει πλούτη κι αγαθά με του Θεού τη χάρη. (προς τους νεονύμφους) Χαίρω πολύ που κάνατε γάμον Θρησκευτικόν τελείως αποφεύγοντες γάμον πολιτικόν. Ο γάμος ο πολιτικός, δεν φέρει ευτυχία καθόσον οδηγεί αυτός συνήθως στην μοιχεία και η μοιχεία έπειτα μας φέρει την πορνεία κι αλλοίμονον οι Πενταγιοί αν γίνουν Πολωνία. Σήμερον αν ο Πολωνός πάσχει και υποφέρει ο τρόπος που παντρεύεται πολλάς ευθύνας φέρει και αν πολλοί θρησκευτικόν θα είχαν προτιμήσει σ ' αυτό το κράτος προς Βοράν δεν θα υπήρχε κρίση Ό τ α ν συχνά ο Πολωνός λείπει στα ορυχεία κι εργάζεται κ* η σύζυγος δια μερικά ψυχία κι* αφήνουν μόνον το παιδί να μένει εις το σπίτι κι' αυτό χωρίς επίβλεψιν πίπτει στον νεροχύτη

20 και δεν υπάρχει άνθρωπος δια να το ανασύρει κι εκνευρισμένος ο πατήρ φθάνει για να το δείρει έχομε πλήρη διάλυσιν, το σπίτι μας γκρεμίζει εάν η μάνα στις ουρές των μαγαζιών γυρίζει. (σαν να βρίσκεται στον άμβωνα και με το δάχτυλο υψωμένο)

απειλητικά

Πού τρέχεις μάνα Πολωνίς κι αφήνεις τα παιδιά σου και έχεις κομμωτήρια δια μοναχή ν δουλειά σου; Επρόσεξες η κόρη σου τι έντυπα διαβάζει ώστε και αύτη αύριον μαζί σου να μη μοιάζει; 'Ελαβες μίαν πρόνοιαν ώστε και ο υιός σου μην ασπασθεί κομμουνισμόν κι έχει ιδέες Ρώσου; Ιδού διατί η χώρα σου πάσχει και υποφέρει. Διότι δεν ξέρεις τι κρατεί η κόρη σου στο χέρι. ΦΩΝΕΣ: Πέστα Χρυσόστομε... Η θέσις πάσης γυναικός είναι μέσα στο σπίτι πλησίον στην κουζίνα της και εις τον νεροχύτη δια τα παιδιά και σύζυγον γεύμα να ετοιμάζει κι όχι όλον στας οδούς να μας περιδιαβάζει. Ό σ ο ν δια την ισότητα αμφότερων των φύλων δια την κατάργησιν αυτής θα εργασθώ με ζήλον. ΛΑΜΠΡΟΣ: Πολύ σοφά ομίλησες Αμβρόσιε μπαγάσα μ ' αυτή την ομιλία σου ετίμησες τα ράσα. Τα είπες χύμα κι όμορφα με τρόπον ασυνήθη. Ό λ ο ι ζητούν σοσιαλισμόν! Εχάλασαν τα ήθη. ΙΕΡΕΥΣ: (μετριοφρόνοχ;) Είχον την υποχρέωσιν ως μέλος εκκλησίας να καυτηριάσω ελαφρώς λίγας παραλυσίας. ΘΑΝΑΣΗΣ: Ως της Μαρίας αδελφός που λέγομαι Θανάσης χαίρω δια τας ιδέας σας και Υγιείς σας βάσεις. (χειραψία θερμή) Είμαι μαζί σας σύμφωνος στας θέσεις Εκκλησίας. Προσφέρατε στο Έ θ ν ο ς μας πολλάς υπηρεσίας. Είθε και άλλοι ιερείς με το ανάστημά σας

21 να ηκολούθουν την οδόν και το παράδειγμά σας. Είμαι κι εγώ αντίθετος και δεν το κρύπτω πλέον και διαφωνώ μετά οργής στην ψήφο των θηλέων. Σας βεβαιώ πολλές φορές κι εγώ αγανακτώ γ ι ' αυτό το νομοσχέδιον για τα Δεκαοχτώ. Έ χ ω παρθένον αδελφήν και τι μπορεί να ξέρει εάν την ψήφον αύριον κρατήσει εις το χέρι. Θα έπρεπε ν οι Βασιλείς Ό θ ω ν και Αμαλία να μην προσφέρουν παροχάς με τόσην ευκολία Οφείλουν την νεότητα κάπως να συγκρατήσουν διότι προβλέπω αύριον πως θα μας καβαλήσουν. Και πάλιν σας ευχαριστώ που τάπατε ωραία. Κι ελπίζω λίαν προσεχώς να κάνωμεν παρέα. Κάποιος νομίζω θάπρεπεν αυτά να τα τονίσει. Ειλικρινώς ο λόγος σας με έχει συγκινήσει. ΙΕΡΕΥΣ: Χαίρω που με τον λόγον μου έγινεν τέτοιο σάλος. Εάν δεν ήμουνα εγώ, θα ήτο κάποιος άλλος. Έ κ α ν α το καθήκον μου τίποτε επί πλέον. Υπέρ Θρησκείας, της Πατρίς κ' υπέρ των Βασιλέων (αρχίζουν πολιτική

συζήτηση)

ΛΑΜΠΡΟΣ: Ως άνθρωποι Βασιλικοί που την Πατρίς πονούμε στην διάλυσιν του Έθνους μας πρέπει ν ' αντισταθούμε. Οι φόροι μάς γονάτισαν, φόροι καπνού, κανέλλας κι αλλοίμονον αν βάλουνε φόρον στας φουστανέλας. Μου είπαν ότι προωθούν συντόμως άλλο σχέδιον και ετοιμάζουν στην βουλή καινούργιο νομοσχέδιον και στον λογαριασμόν νερού που ακριβά χρεώνεται ο φόρος φουστανέλας μας εκεί ενσωματώνεται. ΘΑΝΑΣΗΣ: Τότε ας βάλουν εις αφτόν τον απαισείον Νόμον και δωρεάν μεταφοράν με των σιδεροδρόμων και να αφήνουμε δουλειές και άρμεγμα προβάτων κι ασκόπως να γυρίζομεν από Αθήνας-Κιάτον. ΛΑΜΠΡΟΣ: Αφού θα είναι δωρεάν, κάθε αγρότης μπαίνων

22 θα ξημεροβραδυάζεται εις τον σταθμόν των τρένων κι έχει δεν έχει μια δουλειά θα τριγυρνά ασκόπως. Κ ' ύστερα θέλομεν μ ' αυτά να πάει μπροστά ο τόπος. ΙΕΡΕΑΣ: Διάβασα πως συστήθηκαν ομάδες εργασίας να πάρουν κτήματα ^ιονών και τας περιουσίας. Αν ήμουνα πρωθυπουργός για δύο εβδομάδας εγώ στον τοίχο θάστηνα τας διάφορους ομάδας. Μ ' αφού ετάχθην τον Θεόν να τον υπηρετήσω δι' εκκλησίαν του Χριστού το αίμα μου θα χύσω και όποιος θελήσει άθεος να μας τα αφαιρέσει ορκίζομαι το σπίτι του πως θα μαυροφορέσει. ΛΑΜΠΡΟΣ: (πολύ σεκλετισμένος συνεχίζοντας το χαβά του) Σήμερον που υφίσταται τόσον μεγάλη κρίσις όλοι το έχουν εύκολον να κάνεις επενδύσεις. Ό λ ο ι καταστρεφόμεθα. Και πώς να επενδύσω; (μικρή παύση και αργό παίξιμο του κομπολογιού) Κι εγώ που στάνες ίδρυσα σκέπτομαι να τας κλείσω. (ιόλοι κουνούν τα κεφάλια τους επιόοκιμαστικά δείχνοντας ότι τον συμπονούν για τη δυστυχία που τον έχει βρεί) Αφόσον κάθε υπουργός βγάζει δικούς του Νόμους κι απαγορεύει εις εμέ να διώξω τυροκόμους κι ούτε μου δίδει δάνεια, ούτε επιδοτήσεις, πώς έχει την απαίτησιν να κάνω επενδύσεις; ΕΛΕΝΗ: {μνηστή Θανάση) Στη βρύση που βρισκόμουνα να κάνω μία πλύση πολλές κοπέλες δ ι ' αφτά είχαν αγανακτήσει. Κι έχω την γνώμην και εγώ και διάφορες κοπέλες εν τέλει δε θα βάλουνε φόρο στις φουστανέλες. ΛΑΜΠΡΟΣ: (βαρύς και συγχισμένος για τα δικά του βάσανα) Κανένας δεν εζήτησεν την ιδική σου γνώμη. Διά θέματα πολιτικά είσαι μικρή ακόμη. (ρίχνει πλάγιο βλέμμα στη Μαρία με σημασία) Ό τ α ν οι άντρες ομιλούν τα θήλεα σωπαίνουν και στη συζήτηση αντρών απρόσκλητοι δεν μπαίνουν.

23 ΕΛΕΝΗ: (προσβεβλημένη) Δεν έχω γνώμην δηλαδή; Είμαι κανένα ζώο; ή στόμα μούδωσ' ο Θεός μονάχα διά να τρώω; Έ χ ε ι θαρρώ δικαίωμα μια νέα να μιλήσει αφού και ψήφον σήμερα έχουμε αποκτήσει. ΙΕΡΕΑΣ:(συμβιβαστικός και πράος) Τέκνον μου μην εξάπτεσαι. Ευέξαπτος μην είσαι, οφείλεις έμπροσθεν ανδρών πάντα να συγκρατείσαι. ΘΑΝΑΣΗΣ: (αυστηρά) Ο κύριος Λάμπρος έκανε σοφάς παρατηρήσεις και είσαι νέα σχετικώς να φέρεις αντιρρήσεις. ΕΛΕΝΗ :(το χαβά της) Δημοκρατίαν έχουμε. Θα πω μία κουβέντα δεν βάζω στο κεφάλι μου δικτάτορα αυθέντα. ΛΑΜΠΡΟΣ:(Οι άντρες έχουν δίκαιον εις ό,τι και να πούνε και αι γυναίκαι στη γωνιά (στρίβει το μουστάκι του) σωπαίνουν και ακούνε. Αυτό γνωρίζω να σου πω και σου μιλώ σταράτα. Γλωσσαν δεν ανεχόμεθα. Περικαλώ σταμάτα. ΜΑΡΙΑ: Ό χ ι , η καταπίεση πρέπει να σταματήσει. Και μην τα βάζεις με εμέ δια την υπάρχων κρίση. ΘΑΝΑΣΗΣ: Ελένη παραφέρεσαι. Σου είπανε σταμάτα, άντε να φέρεις το κρασί και πάνε φέρε πιάτα. ΕΛΕΝΗ: Ισοτιμίαν έχουμε εγώ θα ομιλήσω και δεν λαμβάνω διαται άς το στόμα για να κλείσω. ΛΑΜΠΡΟΣ: Ε, τότε μίλα όσο θες... ΕΛΕΝΗ: (ενώ πηγαίνει προς την κουζίνα) Δεν ζούμε στον Μεσαίων. ΘΑΝΑΣΗΣ: Ελένη λίγον σεβασμόν. ΕΛΕΝΗ: (μουρμουρίζοντας) Μας κάνει τον σπουδαίον. ΙΕΡΕΑΣ: Αμήν παιδιά. Αφήστε τα. Ας πιούμε και ας φάμε και άλλα λόγια πέστε μας. Το γλέντι μη χαλάμε. Φέρτε να τα τσουγκρίσουμε. Εβίβα κι άσπρο πάτο (προς την Μαρία) στην Πρώτη-πρώτη του χωριού, στο πρώτο τσελιγκάτο. (ακούγονται σάλπιγγες και ταμπούρλα και εισβάλλουν χωροφύλακες. Όλοι νομίζουν ότι έρχονται να συμμετάσχουν στο γλέντι και τους καλωσορίζουν με τραγούδι).

24 Ζήτω, ζήτω η ένδοξη η Χωροφυλακή που πιάνει τους κακούργους και βάζει φυλακή. Δώστε κρασί εις τα παιδιά να πιούν να ξεδιψάσουν και με καινούργια δύναμη νέους ληστάς να πιάσουν, που δίκαια το Κράτος μας προσφέρει ευκολίας με δάνεια στεγαστικά στο σώμα Ασφαλείας. Φάτε και πιέτε ρε παιδιά, ξεκουρασθήτε σήμερον και ξεκινάτε αύριον που λήγει το πενθήμερον. ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Λυπούμαι δε θα κάτσουμε έχουμε εργασίαν έχουμε πάρει εντολή από την υπηρεσίαν να πιάσομε στους Πενταγιούς στη Στερεά Ελλάδα έναν σημαίνον τσέλιγκα μέγαν φοροφυγάδα, όστις επώλησεν αρνιά και μίαν ποσότης γίδας με άνευ τιμολόγια και με πλαστάς σφραγίδας, ζημιώσας το Δημόσιον από διαφεύγων φόροι και ο οποίος λέγουν ζει εις τα ενταύθα όρη. Έ χ ω το ένταλμα εδώ της μέλλοντος συλλήψεως φέρον ποινάς δια συγγενείς κ* υπόπτους αποκρύψεως. (ο αρχιτσέλιγκας Λάμπρος στο διάστημα αυτό βγάζει απ ' το σελάχι του ένα τεφτέρι και καταπίνει δυο τιμολόγια). ΛΑΜΠΡΟΣ: {με μπουκωμένο στόμα) Πώς λέγετε ο τσέλιγκας; Αόριστα μιλήτε... Πληροφορίες δώστε μας και ίσως τον εβρήτε. ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Καλείται Λάμπρος στο χαρτί πορ έχω ανά χείρας. Ηρραβωνίσθη πρόσφατα κι έχει χιλιάδας λίρας. Έ χ ε ι κυρτόν ανάστημα. Στο πρόσωπον ρυτίδας και έχει μάτια γαλανά και μπλέ τας βλεφαρίδας. (όλοι βγάζουν φωνές καταπλήξεως και στρέφουν προς τον τσέλιγκα) ΛΑΜΠΡΟΣ: (ταραγμένος) Είμαι αθώος βρε παιδιά. Ιδού τα τιμολόγια. ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: (προς τους άντρες του αυστηρά) Πιάστε τον. Συλλαμβάνεσαι και άφησε τα λόγια. (ορμούν και τον πιάνουν ενώ εκείνος αντιστέκεται) ΜΑΡΙΑ: Κλητήρες, μην τον πιάνετε. Μην τον τραβολογείτε.

25 Θα μείνω χήρα κι ορφανή κι εμένα λυπηθείτε. Κάποιος θα τον κατέδωσεν ψευδώς στην Εφορία. Ρουφιάνοι βρίσκονται πολλοί εις όλα τα χωρία. Γραφεία καταδόσεων τα Κράτη αν ιδρύουν οι καταδόται αφθονούν και θύουν κι απολύουν. Σας ικετεύω γοερώς, στα γόνατά σας κύπτω αν πιάσετε τον Λάμπρο μου εις μαύρον μνήμα πίπτω. ΚΑΠΕΤΑΝΙΟΣ: Τα λόγια είναι περιττά. Μ* αυτά δεν συγκινούμαι. Εντός του Νόμου αυστηρώς τα πλαίσια κινούμαι. Ό χ ι . Θα λάβει την ποινήν που σίγουρα αξίζει. Τον αντελήφθην εν ριπή κάτι χαρτιά να σχίζει. Εξήγαγε Τευχότομον πολύ αστραπιέως και κόψας αρκετάς σελίς τας έφαγεν ταχέως. (προς τον Λάμπρον) Πάμε τώρα στην Διοϊκησιν να λάβεις τιμωρία και να ριφθείς στ ας φυλακάς δι ' αυτήν την σκευωρία, (με την σάλπιγγα μπροστά που παιανίζει θούρια και τον Λάμπρο διαμαρτυρόμενο συνεχούς αποχωρεί το απόσπασμα.)

Σ Κ Η Ν Η

5

(Η Μαρία Πενταγιώτισσα κλαίει που πιάσαν τον άντρα της και ο Πάτερ Αμβρόσιος που την αγκαλιάζει δήθεν προστατευτικά όρθιος την παρηγορεί). (ΤΡΑΓΟΥΔΙ) ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ: Τέκνο μου, μην οδύρεσαι και μην αναστενάζεις έχε την πίστη στο Θεό και παύσε να σπαράζεις. Σ' αυτούς που μπαίνουν φυλακή και μέσα τους κρατούνε τώρα πηγαίνουν θίασοι και τους ψυχαγωγούνε. Σήμερον η κατάστασις έχει πολύ αλλάξει και εις πολλά ζητήματα εμπήκε κάποια τάξη. Αυτούς που μπαίνουν φυλακή πρέπει να μακαρίζεις κι όχι να κλαίς σπαρακτικά κι αδίκως να δακρύζεις Για ρώτα έναν άνθρωπο που λεύτερα γυρίζει, που λαχταρά για θέατρο και πόσο του κοστίζει. Πόσο για εισιτήριο, πόσο το πρόγραμμά του και πόσα θέλει για ταξί αν βγει με την κυρά του; Κάνε μια σούμα πρόχειρη, τι άθροισμα σου βγαίνει και θα ιδείς στη φυλακή πώς ζουν οι κερδισμένοι. ΜΑΡΙΑ:(σ/;κώνοντας τα μάτια της και κυττάζοντάς τον ερο>τικά) Πάτερ μου, μια διαίσθηση μού λέγει πως ο γέρος θα τα τινάξει σύντομα στης φυλακής το μέρος. Εάν δεν έβγει σύντομα, τον άντρα μου τον χάνω και μόνη λύση στη ζωή μού μένει ν ' αποθάνω. ΙΕΡΕΥΣ: Έ λ α και μην ταράζεσαι. Πάμε στην εκκλησία να κάνεις μιαν μετάνοια και μια γονυκλισία. Και νάρχεσαι συχνότερα. Σ ' αυτάς τας περιπτώσεις, μ' εξομολόγησιν συχνήν μπορεί να ξαλαφρώσεις. (έχει το χέρι του γύρω από τη μέση της και τραβάνε για την εκκλησία).

ΣΚΟΤΑΔΙ Σ Κ Η Ν Η

6

(Με το άναμμα των φώτων βγαίνει πρώτα η γριά από το σπίτι και πίσω της οι άνθρωποι του συνεργείου). ΓΡΙΑ: Έ τ σ ι που λέτε έγιναν τα πράματα. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ. Δηλαδή παρέσυρε με τα θέλγητρά της και τον παπά; ΓΡΙΑ: Ναι, παιδάκι μου, ναι. Τέτοια ήτανε. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ. Πολύ ενδιαφέρουσες αυτές οι λεπτομέρειες και θα τις χαρούν οι τηλεθεαταί μας. Λοιπόν, λοιπόν, ΓΡΙΑ: Λοιπόν που λέτε, σε λίγον καιρό πεθαίνει ο άντρας της ο αρχιτσέλιγκας -που η υγεία του ήταν προβληματική· στη φυλακή κι όλη η περιουσία του έρχεται στα χέρια της Μαρίας που έτσι γίνεται πάμπλουτη. Τα κανόνισε εκεί και μ ' έναν έφορο -τότε η κυβέρνηση δεν ήταν Σοσιαλιστική-εκτίμησε τις στάνες και τα σπίτια και την άλλη ακίνητη περιουσία κάτω από 25 εκατομμύρια και ξαφνικά μπαίνει στη φυλακή ο αδερφός της. Κι η Μαρία μένει χωρίς επίβλεψη. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Γιατί πράμα; ΓΡΙΑ: Α, είναι ολόκληρη ιστορία. Που λες, όταν η Μαρία έχασε τον άντρα της, δήθεν ότι κανονίζει για το μνημόσυνο, άρχισε να συχνάζει στην εκκλησία. Τη μια για το μνημόσυνο, την άλλη για το τρισάγιο, την παράλλη για τα κόλυβα, τρεις και δύο στην εκκλησία. Ο αδερφός της άρχισε να υποψιάζεται... ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Και με το δίκιο του. ΓΡΙΑ: Σου λέει τι γίνεται; Τόσες διατυπώσεις τι χρειάζονται; Επειδή όμως θαύμαζε τον παπά και δεν ήθελε να δείξει ότι τον υποψιάζεται πιάνει μια μέρα την μνηστή του την Ελένη και της λέει.

28 — Βρε Ελενάκι, αυτό κι αυτό. Για κάνε μου τη χάρη και πετάξου στην εκκλησία και κύττα τι κάνουν οι δυό; Ά λ λ ο που δεν ήθελε η Ελένη. Πάει στην εκκλησία, κάνει πως προσκυνάει, κυττάει δεξιά-αριστερά, τίποτα. Ά φ α ν τ ο ι και παπάς και Μαρία. Απάνω που κάνει να φύγει, λέει «Ας ρίξω και μια ματιά και στον γυναικωνίτη». Ανεβαίνει απάνω και τι να δει; ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Τον Αμβρόσιο με τη Μαρία... ΓΡΙΑ: Ό χ ι . Τον παπά με τον καντηλανάφτη. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Αδύνατον... ΓΡΙΑ: Το ίδιο είπε και ο Θανάσης. Βρε Ελένη, είδες καλά ή μήπως ήταν σκοτεινά και τα μπέρδεψες; Με τον καντηλανάφτη μίλαγα πριν 10 λεφτά... Πότε πρόλαβε; Ο Θανάσης όμως ήταν έξυπνος άνθρωπος. Σου λέει, θα είδε τη Μαρία με τον παπά και μου το κρύβει. Φιληνάδες είναι και θέλει να την καλύψει. Από γυναίκες δεν μπορείς να μάθεις την αλήθεια. Μασωνεία είναι. Πρέπει να πάω μόνος μου να εξακριβώσω. Κι αν είναι η αδερφή μου ιςαι κάνει τέτοια αίσχη, θα την καθαρίσω επί τόπου να ξεπλύνω την ντροπή. Παίρνει έξαλλος το πιστόλι του, ρίχνει απάνω του ένα μαύρο ρούχο φοράει κι ένα μαύρο μαντήλι στο κεφάλι να μη δώσει υποψίες κι έτσι σαν θεοφοβούμενη γριά μπαίνει μέσα στην εκκλησία και τραβάει για τον γυναικωνίτη. Κι εκεί βλέπει δυο μαύρα πράματα να κουνιούνται στο πάτωμα. Το ένα ήταν ο παπάς και το άλλο η Μαρία που φόραγε κι αυτή μαύρα γιατί όπως σου είπα, πενθούσε. Ά τ ι μ η , της κάνει ο Θανάσης, κατέστρεψες την τιμή μου. Βγάζει την μπιστόλα και πυροβολεί ΜΠΑΜ, ΜΠΑΜ, ΜΠΑΜ. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Έ τ σ ι σκότωσε τη Μαρία; ΓΡΙΑ: Ό χ ι . Τον καντηλανάφτη. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Σκότωσε δηλαδή άσχετο; ΓΡΙΑ: Ναι. Την άλλη μέρα βούιξαν οι εφημερίδες. ΜΥΣΤΗΡΙΩΔΗΣ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΚΑΝΔΗΛΑΝΑΠΤΟΥ. Και στην ανάκριση ο Αμβρόσιος είπε πως τον πυροβόλησε μια γριά. 'Ωσπου πήγε, παραδόθηκε ο Θανάσης, είπε εγώ τον σκότωσα κι έφαγε πέντε χρόνια

29 φυλακή, λόγον συγχίσεως. Έ τ σ ι έμεινε μόνη, χήρα και χωρίς επίβλεψη η Μαρία και με πολλά λεφτά. Πολλά λεφτά. Κι από πάνω έγκυος. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Η Μαρία πού ήταν στο διάστημα που έγινε ο φόνος; ΓΡΙΑ: Ε, δεν σου είπα ότι βρισκόταν με τον εφοριακό για να εκτιμήσει τα περιουσιακά της στοιχεία. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Α, από τον εφοριακό ήταν έγκυος; ΓΡΙΑ: Ό χ ι . ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Από τον παπά; ΓΡΙΑ: Ούτε. Ο παπάς είχε φύγει. Έ γ ι ν ε Μητροπολίτης. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ε, τότε από ποιόν; Από τον αδιόριστο που λέγαμε; ΓΡΙΑ: Μπα. Η Μαρία ήταν υπολογίστρια. Στον αδιόριστο έκανε την παρθένα. Από τον τσέλιγκα ήταν το παιδί. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Μα καλά, αφού απάνω στο γάμο τον πιάσανε. Πότε πρόλαβε; ΓΡΙΑ: Και τι φαντάζεσαι; Ό τ ι δεν είχε σχέσεις πριν απ' το γάμο με τον τσέλιγκα; ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Αυτό να μου πεις,.,Λοιπόν; ΓΡΙΑ: Λοιπόν, με κανέναν τρόπο η Μαρία δεν ήθελε να κρατήσει το παιδί. Το παιδί θα της ήταν βάρος. Ή θ ε λ ε απερίσπαστη και πλούσια να γλεντήσει τη ζωή της. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: (τρίβει τα μπράτσα με τα χέρια του δείχνοντας ότι κρυώνει). ΓΡΙΑ: Βλέπω ότι κρυώνεις ε; Δίκιο έχεις. Κάνει ψύχρα. Πάμε μέσα να στα πω. Εσείς οι Αθηναίοι είστε καλομαθημένοι. Που λες, βρίσκει ένα τσομπανόπουλο που τόχε τρελάνει με την ομορφιά της και τόχε κάνει του χεριού ττ\ς...(σβύνει η φωνή της γριάς και χαμηλώνουν τα φώτα).

Σ Κ Η Ν Η

7

ΜΑΡΙΑ: (μ' ένα μωρό στην αγκαλιά) και ΤΣΟΜΠΑΝΟΠΟΥΛΟ. ΜΑΡΙΑ: (πρόζα) Τάσο μου, λεβεντόπαιδο κι ωραίο παλικάρι πάρε ετούτο το μωρό και κάνε μου μια χάρη. Εκεί στο πέρα το βουνό θεριά που κατοικούνε θέλω ν* αφήσεις το μωρό κρυφά να μη σε δούνε. Λύκοι να φαν, τη σάρκα του, τσακάλια την καρδιά του όρνια να φαν τα μάτια του κι αρκούδες τα πλευρά του. Έ λ α και μην το σκέφτεσαι. Τάσο δικιά σου θάμαι. Κι αν την Μαρίαν αγαπάς, το θέλημά της κάμε. Με τα λεφτά τού τσέλιγκα θα ζήσουμε κ ' οι δύο με αγκαλιές, τρελά φιλιά και ξένοιαστο το βίο. Εάν αρχίσω θηλασμούς, το στήθος θα χαλάσω, η ομορφιά μου θα χαθεί κι εσέ μπορεί να χάσω κι αν χάσω εσέ θα τρελαθώ, σκλάβα σου έχω γίνει για σένα ζω κι απ' τον καϋμό και η πνοή μου σβύνει. Η νύχτα είναι σκοτεινή και το φεγγάρι εχάθη. Σε περιμένω στο μαντρί. Κύττα μην κάνεις λάθη... (Του παραδίνει το παιδί και φεύγει συνωμοτικά) ΤΑΣΟΣ: (γραγούδι) Αχ, μωρό μου σε λυπάμαι πούχεις μια σκληρή μητέρα και σε στέλνει να σε φάνε τα θηρία εκεί πέρα. (ρεφαΐν) Αχ, μωρό μικρό αγόρι, δεν θ' αφήσω να χαθείς Θα σε κρύψω μεσ' τα δάση, ίσαμε να ανδρωθείς. Σε σπηλιά θα βάλω χόρτα, να κοιμάσαι μαλακά να ξυπνάς με τα πουλάκια που θα ψάλλουνε γλυκά.

31 Μιας κατσίκας φρέσκο γάλα θα σου φέρνω να ροφείς κι έτσι ζήτημα δε θάχεις με προβλήματα τροφής. Δεν βαστάει η καρδιά μου να σε δώσω να σε φαν. Κάνω όρκο στους πλανήτες και στ' αστέρια που κυττάν. Ημπορεί τροφή να γίνεις και θηρίων φαγητόν Μόνο σύνοδος αν γίνει των τεσσάρων πλανητών.

ΚΑΤΗΓΟΡΗΤΗΡΙΟ ΚΑΤΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ (πρόζα σε ελεύθερο στίχο) ΤΑΣΟΣ: Η γυναίκα είναι φύσει σκληρά. Κάνει εγκλήματα. Σκοτώνει μωρά. Αντιθέτως με τον άνδρα που εκείνος γενικώς είναι άκακος στο βάθος κ ' είναι φύσει μαλακός. Η γυναίκα είναι φύσει σκληρά. Κάνει εγκλήματα. Σκοτώνει μωρά. Πολλές φορές τον σύζυγο και φίλο της σκοτώνει κι ακόμα και τον εραστή μπορεί και τον τυφλώνει. Ημπορεί φωτιά να πάρεις. Δεν την νοιάζει. των νυχιών της τη βαφή της θα κυττάζει. Η γυναίκα είναι φύσει σκληρά. Μα γΓ ατυχήματα πολλές φορές μικρά. Οι ευαίσθητες λεγόμενες κυράδες, μοιρολόγια αρχινούνε για βδομάδες. Και παράλληλα παθιάζονται πολύ. Σαν θυμώνουν βγάζουν όξος και χολή. Και καπνίζουνε με πάθος και κατηγορούν με πάθος και μοιχεύονται με πάθος μ' αν εσύ πέσεις σε λάθος τρεις φορές την εβδομάδα μια μπηχτή σου αμολεί. Μέλι-γάλα είν' μαζί μας στην αρχή

32 μετά γίνεται μια σφήκα με κεντρί, κι ενώ πριν ήταν χαλί να την πατήσεις σ ' αναγκάζει να σκεφθείς να την χωρίσεις. Κι αν διαζύγιο ζητήσεις σοβαρά, τότε κάηκες καϋμένε φουκαρά. Από δάφτην αν θελήσεις να γλυτώνεις μια ολόκληρη ζωή θα την πληρώνεις. Η γυναίκα είναι φύλον ασθενές. Αλλά κάνε πως αργείς τις διατροφές. Θα δεις για πότε τότε και εις χρόνον συντομότατον το ασθενές γίνεται ισχυρότατον. Η φροντίδα της, το χτένισμα μαλλιών, και το ψέμα εις την άκρη των χειλιών Λέει ψέματα ως φίλη κι ερωμένη, και ως κόρη, δεσποινίς ή παντρεμένη. Αν ποτέ εις την ανάγκη εβρεθείς και δέκα φράγκα από κείνη δανεισθείς εφτά φορές θα σου το πει να στο θυμίσει κι όπου βρεθεί κι όπου σταθεί θα στο χτυπήσει. Αλλ* αν αφτή ένα χιλιάρικο σου πάρει για εφημερίδα (αν σου κάνει τέτοια χάρη) θα είναι λίαν αφελής όποιος πιστέψει, πως θάχει ρέστα αν εκείνη επιστρέψει Ποτέ δεν έχει και ζητάει συνεχώς κι ας είναι φίσκα στη ντουλάπα ο ρουχισμός. Θα αποδείξει πως αφτά που αιωρούνται είναι κουρέλια και εφέτος δεν φοριούνται. Η γυναίκα άμα θέλει να πετύχει δεν αφήνει λεπτομέρεια στην τύχη οργανώνεται πολύ μεθοδικά και γι* αφτό τη βλέπεις πάντα να νικά.

33 Αμα θέλει το στεφάνι με παπά έχει μέθοδο και στο σφυροκοπά και οι πλύσεις εγκεφάλου όταν γίνονται συχναί τις βαργιέται πια ο άντρας κι έτσι λέει συχνά το ναι. Ανοργάνωτος τελείως κι απ* τη φύση μαλακός κάθε άντρας είναι θύμα μιας πανούργας γυναικός. Αντιδρά πολύ σπανίως και φορές μένει αργός κι αυτοσχεδιάζει πάντα λες και είν* πρωθυπουργός. Η γυναίκα είναι φύσει σκληρά. Κάνει εγκλήματα, σκοτώνει μωρά όπως τώρα που ετούτο το αγόρι με διέταξε να ρίξω εις τα όρη. (Φεύγει με το μωρό τραγουδώντας

το ρεφραίν)

Αχ, μωρό, μικρό αγόρι, δεν θ' αφήσω να χαθείς θα σε κρύψω μες τα δάση, ίσαμε να ανδρωθείς.

Σ Κ Η Ν Η

8

ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ : {ßyaivu μόνος από το σπίτι της γριάς μονολογώντας) Ας κάνουμε ένα τσιγαράκι τώρα... (ανάβει) Ενδιαφέροντα όλα αυτά που λέει η γριά για την Μαρία Πενταγιώτισσα, αλλά να δούμε πώς θα τα χωρέσουμε σε μία εκπομπή. Τέλος πάντων. Κάποια λύση θα βρεθεί... (σκέπτεται) Αυτή τη σκηνή όμως, στην οποία η Πενταγιώτισσα παραδίνει το παιδί της στο βοσκό για να το σκοτώσει, πρέπει να την προβάλουμε καλά για να τονίσουμε την εγκληματική φύση της Μαρίας και να δείξουμε ποια σκοτεινή μορφή κρυβόταν πίσω από το φωτεινό και ωραίο της πρόσωπο. Φοβερή σκηνή. Πιστέψτε με, ανατρίχιασα. Να...(δείχνει τα μπράτσα του) όποιος θεατής θέλει ας έρθει να δει πόσο σηκωμένες είναι ακόμα οι τρίχες μου και να βεβαιωθεί ότι δεν λέω ψέματα. Ειλικρινά σας μιλώ, αγριεύτηκα. Έ χ ε ι σβύσει και το φως η γριά μέσα για οικονομία και αυτό μου προκαλεί άσχημα συναισθήματα. ΓΡΙΑ: (βγαίνει μ ' ένα αναμμένο κερί) Καλέ εδώ είσαι και σε ψάχνουμε τόσην ώρα. Έ λ α μέσα Χριστιανέ μου...Τί παραμιλάς μονάχος σου; ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ά σ ε με, καλά είμαι εδώ. Μέσα είναι σκοτεινά... ΓΡΙΑ: Ε τι θες να γίνει; Πώς να τα βγάλουμε πέρα... Μια σύνταξη πήραμε. Να την δώσουμε όλη στο ρεύμα; Ξέρεις πόσο πήγε το ηλεχτρικό; ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ξέρω γιαγιά, ξέρω . Αλλά δεν πρέπει να γρινιάζουμε. Σοσιαλισμό πάμε να φτιάξουμε θυσίες πρέπει να κάνουμε όλοι. ΓΡΙΑ: Ναι, βρε παιδάκι μου, αλλά κύτταξε να δεις. Τις προάλλες που έπεσε στα χέρια μου μια εφημερίδα, είδα τον προϋπολογισμό και μου σηκώθηκε η τρίχα.

35 ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Εξαρτάται πού τον διάβασες. Αν τον διάβασες μέσα, είναι φυσικόν να σου σηκώνεται. Κι εγώ το ίδιο έπαθα. Μάθε όμως γιαγιά, ότι ο προϋπολογισμός διαβάζεται στο φως της ημέρας. Στα σκοτεινά θα μπερδεύεις τα νούμερα... ΓΡΙΑ: Ίσα-ίσα εκείνη τη μέρα είχα ανάψει φως. Είπα μέσα μου ας κάνω μια φωταψία να χαρώ τα νέα κονδύλια. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Σε ποιά κονδύλια έχεις αντιρρήσεις, να το πω στον Δρεττάκη που είναι φίλος μου. Κι ό,τι μπορεί να κάνει, θα κάνει. Είναι καλός άνθρωπος...Μιλιέται. ΓΡΙΑ: Κύτταξε παιδάκι μου. Εγώ γράμματα δεν ξέρω, αλλά τα νούμερα τα πιάνω. Ξέρω από αριθμοί. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ε, λοιπόν. ΓΡΙΑ: Και βλέπω. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ και ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ. Από 2,5/δις που ήταν πέρσυ, το κάνανε φέτος 3,5. Αύξηση 50%. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ε, καλά κάνανε γιαγιά. Έπρεπε να αυξηθεί. Πώς θα γίνει η πολιτιστική αναγέννηση της Ελλάδας; ΓΡΙΑ: Βρε παιδί μου, άλλο θέλω να σου πω, αλλού το πας εσύ. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ορίστε ακούω, Τι άλλο σε ενόχλησε. ΓΡΙΑ: Να, αυτά τα ποσά του ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΗΣ. Πέρσυ ήταν 100 και φέτο είδα ότι τα κάνανε 150. Πάρα πολλά τα βρίσκω βρε παιδί μου. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Γιαγιά, κύτταξε να δεις. Ό τ α ν εις τα Ανατολικά μας σύνορα γειτονεύουμε με σώφρονες, πρέπει κι εμείς να είμεθα σώφρονες. Και η σωφροσύνη απαιτεί θυσίες. Υπεράνω όλων είναι η Εθνική μας άμυνα. Δεν πρόκειται να παραχωρήσουμε ούτε μίαν σπιθαμή εδάφους. Πρέπει εις περίπτωσιν πολέμου να είμεθα έτοιμοι. ΓΡΙΑ: Για ποιο πράμα. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Για να μην μας ριχτεί η Τουρκία.

36 ΓΡΙΑ: Αποκλείεται. Η Τουρκία είναι σύμμαχος. Ανήκει κι αυτή εις το NATO. Δεν διαβάζεις εφημερίδες; ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Μωρέ άκουσέ με που σου λέω. Και οι Σύμμαχοι ρίχνονται καμιά φορά στα άλλα μέλη της Συμμαχίας, κι ας είναι στο NATO. ΓΡΙΑ: Ε, είδες που έρχεσαι στα λόγια μου. Γι αυτό βρίσκω πολλά αυτά τα λεφτά. Τζάμπα πάνε. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ε, πώς θέλεις να γίνει; Έ τ σ ι εύκολο τόχεις να φύγουμε απ' το NATO; ΓΡΙΑ: Γιατί; Παλιά πώς φύγαμε; ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Καλά, παλιά φύγαμε οριστικώς και αμετακλήτως και τρόμαξε όλη η Ευρώπη. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι επειδή τότε η αποχώρησίς μας εστέφθη από επιτυχία πρέπει συνεχώς να το επαναλαμβάνουμε και να τρομάξουμε την Ευρώπη των εργαζομένων, ούτε να πανικοβάλουμε το στρατηγείο που έχουμε στις Βρυξέλλες. ΓΡΙΑ: (κουνάει περιφρονητικά το κεφάλι της) Κακομοίρη μου... Τόσα ξέρεις, τόσα λές. Βρε κουτέ, μας συμφέρει να φύγουμε γιατί με το κονδύλι που δίνουμε εκεί, θα μπορούμε να αφξήσουμε τα άλλα χαμηλά κονδύλια. Γιατί και πόλεμο να κάνουμε με την Τουρκία και τον πόλεμο θα χάσουμε και τα λεφτά μας. Αφού όλοι οι Σύμμαχοι στο NATO την Τουρκία θα βοηθήσουνε. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Γιαγιά, τα απλοποιείς πολύ τα πράματα. ΓΡΙΑ: Κρίμα και νόμιζα ότι ήξερες από πολιτική. Βρε παιδάκι μου, στάσου να στα κάνω πιο λιανά για να τα καταλάβεις. Αυτά τα 150 δις δεν βγαίνουν από τους φόρους; ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ασφαλώς. ΓΡΙΑ: Κάθε χρόνο που περνάει, κάνουμε δεν κάνουμε πόλεμο, δεν χάνονται αυτά τα λεφτά; Δεν μας διαφεύγουν. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Μας διαφεύγουν. ΓΡΙΑ: Ε, να πώς γίνεται η φοροδιαφυγή. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Εδώ κάπως έχεις δίκιο. ΓΡΙΑ: Και σε ερωτώ. Επιτρέπεται να γίνεται τόση φορο-

37 διαφυγή με τις ευλογίες του Κράτους που θέλει να την πατάξει; ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Κι εδώ δίκιο έχεις και σωστά μιλάς, αλλά οι πολεμικές δαπάνες είναι αναγκαίες. Τρίτος δρόμος δεν υπάρχει. ΓΡΙΑ: Υπάρχει. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ακούω... ΓΡΙΑ: Δεν μου λες. Είπες προηγουμένως ότι ξέρεις τον Δρεττάκη. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Προσωπικά δεν τον γνωρίζω, αλλά μπορώ να τον πλησιάσω. ΓΡΙΑ: Μήπως κατά τύχην ξέρεις και τον Μαγκάκη. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ποιόν; Τον Διοικητή της Εθνικής; ΓΡΙΑ: Ναι. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Γιατί; Τι τον θέλεις; — ΓΡΙΑ: Να σκέφθηκα, αυτά τα 150 δις αν τα βάζαμε σε μιά καλή Τράπεζα δεν θα μπορούσαν να μας δίνουν 20 ίσαμε 25 δις τόκους; Μ ' αυτό το εισόδημα ξέρεις πόσα κοινωφελή έργα θα φτιάχναμε; Καί την Ακτή Θεμιστοκλέους θα τελειώναμε, και αποζημιώσεις γενναίες στους καταστηματάρχες θα δίναμε —τόσα εζημίωσες εσύ; Πάρε - και μέχρι μεγάλους ανεμιστήρες θα παραγγέλνατε στη Γερμανία για να διώχνετε το νέφος από την Αθήνα. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Βλέπω ότι όλα τα προβλήματά μας εσείς εδώ στους Πενταγιούς τα λύσατε. ΓΡΙΑ: Αυτά κανονικά εσείς έπρεπε να τα λύσετε. Εμείς ανάγκη δεν έχουμε. Εμείς και τον καθαρό μας άερα έχουμε και τα πάντα έχουμε. Έ ν α σου ξαναλέω. Από το NATO πρέπει να φύγετε. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Κύτταξε γιαγιά, το θέμα μας δεν είναι το NATO. Εμείς ήρθαμε εδώ για να μας πεις μερικά πράματα για την Μαρία Πενταγιώτισσα. Δεν ήρθαμε εδώ να κάνουμε πολιτική. ΓΡΙΑ: Ναι, παιδάκι μου, δίκιο έχεις. Η κουβέντα τόφερε και παρασύρθηκα. Λοιπόν πού είχαμε μείνει; ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Εκεί που η Μαρία έδωσε το

38 μωρό της για να το αφήσει στο βουνό. ΓΡΙΑ: Α, ναι. Λοιπόν που λες, μόλις εξαφανίστηκε το παιδί, όλοι στο χωριό αναστατωθήκανε. Ψάξανε μπας κι έπεσε σε πηγάδι, κυττάξανε στις ρεματιές, η Χωροφυλακή έπιασε και ανέκρινε όλους τους γύφτους μέχρι Λαμία, τίποτα. Ρώταγαν και τη Μαρία, αυτή τη μια τους έλεγε τόστειλα σε μια θειά μου στη Λειβαδιά, την άλλη έλεγε είχε θέρμες το παιδί και τόστειλα στην Αταλάντη, στο τέλος οι υποψίες πέσαν απάνω της - παρόλο που αυτή στο μεταξύ χτυπιόταν χάμω, αχ, το παιδάκι μου, αχ, το παιδάκι μου, αχ, το παιδάκι μου - κι όταν είδε τα σκούρα, σηκώθηκε κι έφυγε μια νύχτα απ' το χωριό κι εξαφανίστηκε. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Την περιουσία και τα κτήματα τα παράτησε; — ΓΡΙΑ: Ποιά κτήματα; Έ ν α σπίτι και κάτι στάνες είχε ο τσέλιγκας. Αφού κι ο έφορος που ήρθε μετά είπε πως όλα μαζί είναι κάτω των 25 εκατομμυρίων και δεν φορολογούνται. Εν τω μεταξύ αυτή σ ' όλο το διάστημα που το χωριό έψαχνε για το παιδί, ξεπούλαγε μισοτιμής και κρυφά όλα τα κοπάδια με γίδια και αρνιά κι αφού μάζεψε χρυσαφικά και λίρες, χάθηκε για 20 χρόνια απ' το χωριό. Θαρρείς και την κατάπιε η γης. Να σκεφθείς ότι ο Ό θ ω ν α ς έφερε ειδικά σκυλιά από τη Βαυαρία, απ' αυτά που βρίσκουν τους ανθρώπους με τη μυρωδιά-ξέρεις-που τα λένε Κίονες του Αγίου Βερνάρδου... ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Κύνες θέλεις να πεις. ΓΡΙΑ: Ό χ ι , κίονες. Κύνες λένε τις κολώνες. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Λάθος κάνεις. Εγώ κίονες του Παρθενώνος γνωρίζω, κύνες της Ακροπόλεως δεν ξέρω. ΓΡΙΑ: Ε, πώς θέλεις να ξέρεις; Η Ακρόπολη είναι ιερός χώρος. Σκυλιά θα βάζανε; ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Και τι έγινε; Δεν την βρήκανε ούτε οι κίονες; — ΓΡΙΑ: Τίποτα. Ο αδερφός της ο Θανάσης την βρήκε τελικά έπειτα από 20 ολόκληρα χρόνια. 20 χρονώ

39 την έχασε, 40άρα την ξαναβρήκε, ακόμα πιο ωραία, παρ' όλα τα χρόνια που πέρασαν. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Που τη βρήκε; ΓΡΙΑ: Απάνω στα βουνά. Ή τ α ν ντυμένη αντάρτισσα και είχε κάνει τάμα να απελευθερώσει τη Θεσσαλία. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: ' Ισως για να εξαγνισθεί για τις αμαρτίες της. ΓΡΙΑ: Ποιος ξέρει. Μπορεί. Έ τ σ ι λέει η παράδοση. Πάντως ήταν κανονικό αντάρτικο, με άντρες διαλεχτούς και αρχηγός αυτή με φυσεκλίκια και φουστανέλα. Αλλά μου φαίνεται κρυώνεις. Έ λ α πάμε μέσα. Έπιασε πάλι ψύχρα, (φεύγουν) ΣΚΟΤΑΔΙ.

Σ Κ Η Ν Η

9

ΣΚΗΝΙΚΟ: Βουνό. Φιγούρες ανταρτών πάνω σε βράχια ή ξαπλωμένοι. Δεξιά τσαντήρι (υποτιθέμενο αρχηγείο). Ό ρ θ ι α η Μαρία στο κέντρο με φυσεκλίκια, καρυοφύλι στο αριστερό και σημαία στο δεξί τραγουδάει μαζί με τους άλλους αντάρτες.

ΧΟΡΩΔΙΑΚΟ ΚΛΕΦΤΩΝ Ό ρ κ ο ν βαρύ εδώσαμε σ* ετούτο το βουνό σκληρά να τιμωρήσωμε τον Μωαμεθανό που τυρρανεί τ ' αδέρφια μας και βιάζει τα κορίτσια στη Λάρισα, στα Τρίκαλα και μέχρι την Καρδίτσα. Μαρία Πενταγιώτισσα που συ μας οδηγάς και στη φωτιά θα πέσωμε αν δώσεις διαταγάς. Τον ύπνον δεν χορταίνομε, η μέση μας επιάστη αλλά θα γονατίσωμε τον Τούρκο τον δυνάστη με την σημαίαν οδηγόν και τίμιον σταυρόν στο τέλος θα νικήσωμε τον άπιστο ν εχθρό ν. Μαρία Πενταγιώτισσα που συ μας οδηγάς και στην φωτιά θα πέσωμε αν δώσεις διαταγάς. ΜΑΡΙΑ: Καλούμε νέους άνδρες να έρθουν στα βουνά το σώμα δια την μάχην σε λίγο ξεκινά. Και όποιος πατριώτης εδώ καταταχθεί αν δείξει μιαν ανδρείαν μπορεί να προαχθεί. Ως Καπετάνισσά σας οφείλω να σας πω διότι ως νέους άνδρας πολύ σας αγαπώ πως αν η Θεσσαλία τώρα λευθερωθεί ο κάθε εις αντάρτης ισως φακελωθεί.

41 ΑΝΤΑΡΤΕΣ: Μαρία Καπετάνισσα, που συ μας οδηγάς και στην φωτιά θα πέσωμε αν δώσεις διαταγάς. ΜΑΡΙΑ: Η μοίρα πατριώτου που τύραννος κτυπά είναι η εξορία, διωγμοί και τα λοιπά. Τούτο μη σας τρομάζει, ούτε να σας λυπεί. Ακούραστος καθείς σας τον Τούρκον να κτυπεί. Μετά την Θεσσαλίαν, που Τούρκος την κρατεί θα πάμε και στην Κύπρον που την καταπατεί. Με τέτοια παλικάρια, με τέτοια συντροφιά θα πάρουμε την Πόλη και την Αγιά Σοφιά. ΑΝΤΑΡΤΕΣ: Μαρία Καπετάνισσα που συ μας οδηγάς, όλοι εδώ προσμένομε να δώσεις διαταγάς. ΜΑΡΙΑ: (Βάζει το χέρι της αντήλιο) Σωπάστε. Κάποιος έρχεται. Μοιάζει εθελοντής, Κρυφθείτε όλοι στις σπηλιές να μη σας δει κανείς. Εγώ θα μείνω όρθια, δεν πρέπει να δειλιάσω να λάβω τα στοιχεία του και να τον εξετάσω. ΝΕΟΣ: Γενναία Καπετάνισσα, ήλθον να πολεμήσω δια την γλυκειά πατρίδα μου το αίμα μου να χύσω. θ έ λ ω τους σκλάβους αδελφούς να τους ελευθερώσω κι ήλθον στο αρχηγείο σου τον όρκον μου να δώσω. ΜΑΡΙΑ: (προς το κοινόν) Τι νέος υπερήφανος! Τι οφθαλμοί ωραίοι... Λεβέντης στο παράστημα και όμορφα τα λέει. (προς τον νέον) Πέσμου πόθεν κατάγεσαι; Ποιοι είναι οι γονείς σου; Να ξεύρομεν στοιχεία σου δια την καταγωγή σου. ΝΕΟΣ: Εγώ γεννήθην ορφανός. Πήγα Δημοτικόν γνωρίζω λίγα γράμματα με μονοτονικόν. Είμαι τελείως άγαμος χωρίς υποχρεώσεις κι αντάρτης θέλω να γινώ την άδειαν αν δώσεις.

42 Ζητώ τιμήν ή θάνατον δια την γλυκειά πατρίδα να γράψω με τας πράξεις μου τρισένδοξον σελίδα. ΜΑΡΙΑ: (προς το κοινόν) Σε εθνικόφρων πέσαμε. Κρίμας το παλικάρι, με φούμαρα περί Πατρίς τον έχουνε ντοπάρει. (προς τον νέον) Νέε μου είσαι τυχερός. Ή λ θ ε ς εις μίαν ώρα που ήθελον γραμματικόν και τον εζήτουν τώρα. Έ χ ε ι ς προσόντα αρκετά και θέλησιν αν δείξεις θάσαι στο αρχηγείον μου να γράφεις προκηρύξεις. ΝΕΟΣ: (προς το κοινόν) Τα μάτια της με σκλάβωσαν. Πώς να της αρνηθώ; Στην ευγενή της πρόσκλησιν θα ανταποκριθώ. Βλέπω μεγάλος έρωτας να μου δημιουργείται. Λίγο μεγάλη φαίνεται αλλά καλά κρατείται. ΜΑΡΙΑ: (προς το κοινόν) Ουδέποτε επίστευα εδώ εις το βουνό να εύρω στα σαράντα μου τέτοιο καλό τεκνό. Ο έρως χρόνια δεν κυττά εν πάσει περιπτώσει, κι ας τον τραβήξω στη σκηνή προτού το μετανοιώσει. ΜΑΡΙΑ: (προς τον νέον) Λοιπόν την θέσιν δέχεσαι και δια ταύτην είσαι; ή βλέπεις ακατάλληλον και μήπως την αρνείσαι; ΝΕΟΣ: Ως Έ λ λ η ν δεν θα αρνηθώ προ του ωραίου φύλου όπως ο Γάλλος δυστυχώς την Αφροδίτην Μήλου. Δεν εγεννήθην Βρετανός και ούτε Ά γ γ λ ο ς μάλλον ν ' αρνούμαι την απόδοσιν στα μάρμαρα των άλλων. Έ λ λ η ν γεννήθηκα εγώ. Δεν ξεύρω τας αρνήσεις. Το ΟΧΙ συνηθίζομεν εις τας επιχειρήσεις. Κι έχων προγόνους ένδοξους, προγόνους δοξασμένους το ΟΧΙ πάντα λέγομεν εις τους εχθρούς του Γένους. Και επειδή η μια άρνησις μπορεί να σας προσβάλει σας λέγω ναι περήφανα τινάζω το κεφάλι.

4.1 ΜΑΡΙΑ: (προς τον νέον) Για σένα μια προκήρυξη δεν θάχει δυσκολία. Θέλω να στείλω μήνυμα σ ' όλην την Θεσσαλία. Να λέγει δε το μήνυμα που σ ' όλους θα το δώσω πως έρχομαι με τον στρατόν να τους ελευθερώσω. Αυτό το χρέος έχομεν. Ελευθερία πρώτον. Να φθάσει μέχρι Κιλελέρ στων σκλάβων μας αγρότων. Και πρόσεξε. Δια κλινικός, ιδρύματα και δια νοσοκομεία. και ιατρική περίθαλψιν, υπόσχεσιν καμία. Και τέλος εις παράγραφον, εάν υπάρχει θέσις: Ά λ λ ο ι θα έλθουν προς Υμάς να δώσουν υποσχέσεις. Ά ν τ ε να πάμε στην σκηνή αυτά να τα κυττάξομεν και την προκήρυξιν αυτήν καλά να την συντάξομεν. (σφυράει κλέφτικα κι εμφανίζεται ένας ηλικιωμένος αντάρτης. Πρόκειται για τον Τάσο, στον οποίο είχε αναθέσει να σκοτώσει το παιδί της και που τώρα είναι υπαρχηγός). ΤΑΣΟΣ: Διάταξε Καπετάνισσα, είμαι στας διαταγάς σου γνωρίζεις ότι εκτελώ πιστά τας προσταγάς σου. ΜΑΡΙΑ: Τάσο, πιστέ οπλαρχηγέ, που ξεύρεις τη δουλειά σου πάρε το καρυοφίλι σου και κάτσε στη σκοπιά σου. Φόρα και την φλοκάτη σου αν ίδεις υγρασία, εμείς οι δυό εις την σκηνή πάμε δια εργασία. Ά ν δ ρ ε ς πολλούς χρειάζομαι κι αν ίδεις κάποιον άλλον δόστου τροφήν και να σταλεί στον λόχο των Φαρσάλων Αι μεραρχίαι Λάρισσας, Τυρνάβου και Αγιάς ν ' ανέλθουν αύριον πρωί στου Μπράλλου τας πλαγιάς. Σχέδιον επιθέσεως συντόμως θα σου δώσω. Τώρα πηγαίνω στην σκηνή δια να το καταστρώσω. ΤΑΣΟΣ: Πήγαινε Καπετάνισσα και ήσυχη να μένεις στο καραούλι θα με δεις σαν μπαίνεις και σα βγαίνεις. Ο Τάσος με τα άρματα σαν κάτσει στη σκοπιά του έχει τα μάτια τέσσερα και ξέρει τη δουλειά του. (η Μαρία με το νεαρό χώνονται στη σκηνή κι ο Τάσος ξαπλώνει κατά γης κι αρχίζει να μουρμουρίζει κλέφτικο τραγούδι)

44 ΤΡΑΓΟΥΔΙ Ορέ με κλέφτες συντροφιά εκάναμε αγώνα Εις τα Βαρδουσία τ ' αψηλά και στην ψηλή τη Γκιώνα. Είκοσι χρόνους έκανα εις τα βουνά με χιόνι κι αρματωλός ορέ παιδιά και με τον Κατσαντώνη. (ξαφνικά βλέπει κάποιον και πετάγεται όρθιος κόβοντας το τραγούδι) Να βλέπω κάποιος έρχεται, για δω ανηφορίζει, ανήσυχος τα μάτια του δεξά-ζερβά γυρίζει. Αλτ, ειδεμή πυροβολώ. Λέγε ποιος είσαι ξένε, αλλέως αι ημέραι σου θα είναι μετρημένοι. ΞΕΝΟΣ: (αγέρωχα ενώ πλησιάζει) Κατέβασε το όπλο σου, άφες τα νταηλίκια, τι εμέ δεν σκιάζουν τ ' άρματα, μηδέ τα φυσεκλίκια. ΤΑΣΟΣ: (θυμωμένα) Εδώ σ τ ' απάτητα βουνά που ζεί η κλεφτουργιά δεν τα σηκώνουμε μαθές τα λόγια τα βαργιά. Εγώ το χρέος εκτελώ, είμαι εις την σκοπιά μου και δεν θα έλθεις να μου πεις ποια είναι η δουλειά μου. Βρε άει σιχτίρ από εκεί, που ήρθες να μας βρίσεις και από πάνω τσαμπουκά ήρθες να μας πουλήσεις. ΞΕΝΟΣ: (περήφανα) Σύρε να πεις εδώ ναρθεί η καπετάνισσά σου και μ ' άλλον τρόπον εις εμέ δείξε την λεβεντιά σου. Πέστης Θανάσης λέγομαι, Νάσο με λένε, όστις, είκοσι έτη την ζητεί. Πρόκειμαι αδελφός της. ΤΑΣΟΣ: (κραυγάζοντας) Κοιμάτ' ο κόσμος. Ή σ υ χ α . Οι κλέφτες ησυχάζουν, εδώ μιλάμε ήρεμα. Στα όρη δεν κραυγάζουν. ΜΑΡΙΑ: (βγαίνοντας ημίγυμνη) Φοράει φουστανέλα κι από πάνω μόνο σουτιέν Τι τρέχει και οδύρεσθε και προκαλείτε σάλον καθ' ην στιγμήν εργάζομαι στο σχέδιο Φαρσάλων;

45 ΤΑΣΟΣ: Ο κύριος από εδώ, ανέβηκε στα όρη και να μιλήσει με εσέ ζητάει με το ζόρι. ΜΑΡΙΑ: (προς τον ξένο με αξιοπρέπεια) Κύριε, έχουμε δουλειές. Μην μας απασχολείτε. Πρέπει σ* αυτόν τον άνθρωπον με σέβας να μιλείτε. Είναι τα άσπρα του μαλλιά σαν του Χελμού το χιόνι που πριν να λυώσει το παλιό καινούργιο το πλακώνει. Αφόσον σεις ευρίσκεσθο ενώπιον αγνώστου, σκεφθήτε λίαν πιθανόν να ήσθο και υιός του. Κι ένας νέος ομιλών εις σεβαστόν πατέρα νομίζομεν συνομιλεί με γλώσσαν καλυτέρα. ΤΑΣΟΣ: Μαρία δεν με γνώρισες; Είμαι ο αδελφός σου, που σε ζητεί νυχθημερόν και βρίσκεται εμπρός σου. Είκοσι χρόνους έψαχνα, εις ρεματιές, λιβάδια, εις κάμπους, υψηλές κορφές και εις βαθιά πηγάδια, εις τα ρουμάνια έψαξα κι ανέβηκα εις λόφους σε στάνες μπήκα φτωχικές, ρώτησα κτηνοτρόφους και γύριζα στις εκκλησιές και μ ' έπαιρναν για θρήσκο και επί τέλους με χαράν εις τα βουνά σε βρίσκω. ΜΑΡΙΑ: (σα να βρίσκεται σε δεξίωση, πολύ κυρία) Αλήθεια χρόνοι είκοσι έχουν σχεδόν περάσει και είμαι λίαν ευτυχής αγαπητέ Θανάση. Τι νέα από το χωριό; Πώς τα κουτσοπηγαίνεις; Έ χ ε ι ς παιδιά και σύζυγον ή διατελείς εργένης; Δεν σε περνώ εις την σκηνή, διότι στο αρχηγείο, κάνουμε κάτι σχέδια και παίρνει μόνο δύο. Υπάρχει εις επιτελής πτώμα εις το κρεβάτι κι απ* τις ασκήσεις τις πολλές δεν έχει κλείσει μάτι. ΘΑΝΑΣΗΣ: Είμαι εδώ περαστικός. Πολύ δεν θα καθίσω. Ή λ θ ο ν δυο λόγια να σου πω και να σε συνετίσω. Μούπαν εδώ εις τα βουνά έχεις αρματωμένους κι ότι πολλούς από αυτούς τους έχεις ερωμένους. Αυτά δεν είναι σοβαρά. Βοά η κοινωνία, και δια το μέλλον σου πονώ και έχω αγωνία. Η θέσις σου δεν είναι δω. Πρέπει να κάνεις σπίτι, να έχεις γλάστρες στην αυλή, κουζίνα, νεροχύτη. ΜΑΡΙΑ: Η θέσις μου δεν είν* εκεί. Δεν κάνω εγώ για σπίτι κουζίνες να μου λείπουνε. Μισώ τον νεροχύτη.

46 ΘΑΝΑΣΗΣ: Οι εφευρέται σήμερον στα ξένα μέρη πέρα τον βίον κι όλην την ζωήν έκαναν καλυτέρα Υπάρχουν σκόναι διάφοραι εις όλην την Ελλάδα που τ' άσπρα γίνονται λευκά αμέσως στην μπουγάδα. Ουδέν υπάρχει πρόβλημα όταν θα κάνεις πλύσεις κι αν μπερδευτούν τά ρούχα σου μετά τής γειτονίσσης βάζεις στα μάτια εν πανί και με κλειστά τα μάτια τα ακουμπάς στο μάγουλον και βρίσκεις τα κομμάτια. Δια μάλλινα, χρωματιστά κι άλλας κατηγορίας υπάρχει λύσις και δι' αυτά, χωρίς στενοχώριας. Να κύττα τούτον τον γιακά. Θαρρείς και φωσφορίζει κι από την φουστανέλα σου κύττα πώς ξεχωρίζει. Υπάρχουν γαλακτώματα για πιάτα λιπαρά, τρίζουν καθαριότητα και βγαίνουν λαμπερά. (ενώ την πλησιάζει φιλικά και κυτάζει το λαιμό της) Τι βλέπω... Έ χ ε ι ς κόνιδα; Η μη καλά δεν είδα; (βγάζει ένα μακρόστενο κουτί από την τσέπη του) Πάρε αυτό. Είχα κι εγώ. Διώχνει την πιτυρίδα. Δυο φίλοι μού το σύστησαν κι έτσι κι εγώ το πήρα Είναι πολύ θαυματουργό. Κάνει καλό στην ψείρα. Αν δείς πως ψείρες κόλλησες το βράδυ στη σκηνή σου λούζεσαι λίγο με αυτό και σώζεις το μαλλί σου. Με τόσους άντρες βρώμικους που τριγυρνάς στο πλάι η ψείρα φεύγει απ' αυτούς και εις εσέ κολλάει. Κράτα το, δώρο στόφερα. Εγώ θα πάρω άλλο. Το πήρα ειδικώς δι* εσέ. Στο δίνω για ρεγάλο. ΜΑΡΙΑ: Σ ' εφχαριστώ από καρδιάς αγαπητέ Θανάση, αλλά σ ' αφτά που θα σου πω θέλω να δώσεις βάση. Εδώ γυρίζω λεύτερη ως θήλυς Βεληγκέκας κι απολαμβάνω την ζωήν στο έτος της γυναίκας. Αδιαφορώ για την βροχήν, το κρύο και τον πάγον κι έβγαλα φήμην τρομεράν. Με λέγουν Τουρκοφάγον. ΘΑΝΑΣΗΣ: Βρε Χριστιανή μου σύνελθε. Ποιος ευπρεπώς διάγων θέλει να έχει σύζυγον μιαν νέαν Τουρκοφάγον. Έ λ α μαζί μου στο χωριό. Κατέβα απ' τα όρη έχω δια συνοικέσιον ένα καλό αγόρι.

47 Τούπα πως έχω αδελφή ν παρθένον και με προίκα και είμαι λίαν ευτυχής εν τέλει που σε βρήκα. ΜΑΡΙΑ: Θανάση, δεν κατάλαβες. Με λέγουνΤουρκοφάγον και δεν αλλάζω την ζωήν δια τον σκουπιδοφάγον. Τα σίδερα προόδευσαν, τα σάρωθρα επίσης μα θάχω καταπίεσιν θα έχω εξαρτήσεις. Εγώ γεννήθην όμορφη, αρέσω εις τον κόσμον δεν γίνομαι νοικοκυρά και να ποτίζω δυόσμον. Να είμαι σήκω-κάθησε, να στρώνω το τραπέζι και άντραν εις το σπίτι μου να με καταπιέζει. Εγώ δεν συμβιβάζομαι, στο λέγω μετα λύπης κι αυτά τα λόγια που μου λες εις άλλας να τα είπεις. Να είσαι υπερήφανος που στο ενταύθα όρος συνομιλείς με αδελφή ν που είναι πρωτοπόρος πρώτη εσήκωσα εγώ με αρκετήν ζημίαν το λάβαρον των γυναικών δια την ισοτιμίαν. Συ είσαι παλαιάς σχολής αγαπητέ Θανάση κι εγώ έχω δικαίωμα να ζω και εις τα δάση, και μ' όποιον θέλω συντροφιά χωρίς να σε ρωτήσω και συ μου δίδεις συμβουλάς δια το πώς θα ζήσω. ΘΑΝΑΣΗΣ: Πήρες ψηλά τον αμανέ. Πήρες πολύν αγέρα. Τον αδελφόν που σου μιλεί να σέβεις σαν πατέρα. Δια το καλό σου σού μιλώ, θέλω να με πιστέψεις, φίλοι, γνωστοί και συγγενείς λέγουν να επιστρέψεις. ΜΑΡΙΑ: Εγώ δεν επιστρέφομαι. Μη μου κολλάς Θανάση εγώ είμαι καλή-καλή μα κύττα μην με πιάσει. Πάρε τα ποδαράκια σου κι αμέσως ξεκουμπίσου και μην ξανάρθεις κατά δω αν θέλεις την ζωή σου. ΘΑΝΑΣΗΣ: (οργισμένα) Τι είπες σκύλα, απειλείς, εμέ τον αδελφό σου φίδι, οχιά φαρμακερή πούσφαξες το μωρό σου; (ανοίγει τα στήθη του) Ορίστε ρίξε στην καρδιά, στο στήθος πυροβόλα και σκότωσε κι εμένανε πριν τα ξεράσω όλα. Το τρομερό το μυστικό το έκρυβα στα σπλάχνα αλλά για χρόνια είκοσι δεν είχα βγάλει άχνα. ΜΑΡΙΑ: Θανάση αστειεύθηκα. Δεν πρέπει να θυμώνεις. Μέσα ανάψαμε φωτιά, δεν κάνει να κρυώνεις.

48 Έ σ φ α ξ α ν γίδα τα παιδιά, να πιεις ζουμί γιδίσο κι ώσπου το πιεις, ίσως σκεφθώ και το αποφασίσω. (τον παίρνει μέσα και χάνονται. Σε λίγο βγαίνει με τον Τάσο) Τάσο μου εχαθήκαμε. Μιλώντας στο Θανάση, μου πέταξε για το μωρό που σφάξαμε στα δάση γνωρίζει τα καθέκαστα γι* αφτό η μόνη λύσις είναι να πάρεις βοηθό και να τον καθαρίσεις. Είναι πολύ οξύθυμος. Τον ξέρω το Θανάση μπορεί να πάει στο Δήμαρχο κι όλα να τα ξεράσει. Ξύπνα το νέο το παιδί που είναι στη σκηνή μου, κι οι δυό να εκτελέσετε αυτή την προσταγή μου. ΤΑΣΟΣ: Πού είναι, που εβρίσκεται να πάω να τον έβρω και την υπόλοιπη δουλειά εγώ καλά την ξεύρω. Εγώ αυτού του μπάσταρδου θάκοβα το κεφάλι που μου ομίλει σαν Πασάς κ' ήρθε να με προσβάλλει. ΜΑΡΙΑ: Θα τονε βρεις εις τη σπηλιά, μέσα εκεί τον είδα έχει κουτάλα στο δεξί, τρώει βραστή τη γίδα. Με τρόπο σκύψε στο αυτί και δίχω φασαρία πέστου πως είμαι έτοιμη. Σε θέλει η Μαρία. Κι αφού τον δεις και σηκωθεί, βγάλτον στο πίσω μέρος και δόστου μία μαχαιριά ταχέως και εγκαίρως. Κανόνισέ τα όμορφα όπως εσύ τα ξέρεις κι αφού τελειώσεις τη δουλειά να μου το αναφέρεις. ΤΑΣΟΣ: (χαιρετάει στρατιωτικά και φεύγει)

Σ Κ Η Ν Η

10

ΜΑΡΙΑ: (μονολογώντας) Πώς τόμαθεν ο μπάσταρδος; Πώς τόμαθεν ο Νάσος; Μην είδε κόκκαλα μωρού και τούρθεν υποψία; Τόχεν αυτός συνήθειο τις Κυριακές να βγαίνει να κυνηγήσει πέρδικες και τα πετροκοτσύφια και σε ραχούλα κοντινή να βρήκε ζιπουνάκι κι αμέσως να εσκέφθηκεν πως ήταν του παιδιού μου. — Εγώ σαν χάθη το μωρό σε μιαν σπηλιάν εμπήκα και πέντε χρόνους έκατσα να γίνει αμνηστεία. Έ λ ι ω ν α χιόνι για να πιω, νερό να ξεδιψάσω κι έτρωγα χόρτα του βουνού και άγρια ραδίκια. Κι έβαζα για προσκέφαλο ένα πουγγί με λίρες και το κορμί μου ξάπλωνα εις το υγρό το χώμα. Και με τ ' αστέρια μίλαγα και ζούσα σαν αγρίμι. Το βράδυ εκοιμόμουνα και την αυγή ξυπνούσα. (Παύση) Τι κάθομαι και σκέφτομαι. Τούτη αυτή την ώρα τον αδελφό μου σφάζουνε μα δεν τονε λυπάμαι. Εγώ λυπάμαι το παιδί, το νιο το παλικάρι που ο Τάσος θα το ξύπνησε απ' τον γλυκό τον ύπνο. Αχ, τι λεβέντης δυνατός και τι νταβραντισμένος είδαν χαρά τα σκέλια μου κι έτριξεν το κρεβάτι κι αγκομαχούσε σα θεριό και πάλευε μαζί μου κι εγώ τον εχαιρόμουνα που μούτριβε τα στήθια κι όπως εμούγγριζα κι εγώ σα βόδι που το σφάζουν απάνω που με πλάκωνε, πλάκωσεν κι ο Θανάσης.

Σ Κ Η Ν Η

11

ΤΑΣΟΣ: Μαρία Καπετάνισσα, της Ρούμελης καμάρι κακά χαμπέρια έχουμε, φέρνω κακά μαντάτα. Στα πόδια σου τα όμορφα στήλωσε το κορμί σου και τον ωραίο σου λαιμό τέντωσε για ν* ακούσεις και κάνε πέτρα την καρδιά γιατί σαν θα μιλήσω στο χώμα κάτω θα βρεθείς και χάμω θα χτυπιέσαι. ΜΑΡΙΑ: Τι τρέχει Τάσο; Τόσκασεν ο άθλιος Θανάσης και πάγει εις τους Πενταγιούς να βρει το νωματάρχη; ΤΑΣΟΣ: Ό χ ι , δεν μας το έσκασεν ο άθλιος Θανάσης ούτε τραβεί στους Πενταγιούς να βρει τον νωματάρχη. Ό π ω ς βαδίζαμε κι οι τρεις, σφιχτά τον εκρατούσα κι ο νέος πούταν πλάι του κι αυτός τον σφιχτοκράτει. ΜΑΡΙΑ: Τότε λοιπόν τι έγινε; Ά σ ε τη φλυαρία και πέσμου μου αν σκοτώθηκε, ώστε να ησυχάσω ΤΑΣΟΣ: Ό π ω ς τον κράταγα σφιχτά και ήταν μεθυσμένος και τον βαστούσε όρθιο το νέο παληκάρι ο Νάσος παραπάτησεν και ξέρασε τη γίδα κι έβγαλεν όλο το φαί πούχε περιδρομιάσει. ΜΑΡΙΑ: Τη γίδα μην τη σκέφτεσαι, μέσα υπάρχει κι άλλη κι άμε να δεις στην πυροστιά τη σούπα πώς αχνίζει. Για μια μερίδα φαγητό Τάσο μην κάνεις έτσι έχουμε μπόλικο ψωμί μαύρο και κριθαρίσιο και μεσ' τη δροσερή σπηλιά βρίσκονται κρεμασμένα εφτά τετράπαχα αρνιά και δεκαπέντε γίδια. ΤΑΣΟΣ: Ό τ α ν στον κόσμο σήμερα πεινάνε στις Ινδίες και τα παιδιά στην Αφρική λεν το ψωμί ψωμάκι εμείς τρώμε και πίνουμε εις τις κοντοραχούλες γ Γ α φ τ ό θα στείλει ο Θεός φωτιά για να μας κάψει. ΜΑΡΙΑ: Τάσο πέσμου τι έγινε; Σκότωσες το Θανάση κι έγιναν όλα τακτικά όμορφα και ωραία; ΤΑΣΟΣ: Ό π ω ς παγαίναμε κι' οι τρείς για του γκρεμού το μέρος

5! τραβάω το μαχαίρι μου με τη λαβή την άσπρη που είχεν στη λεπίδα του δίστιχα της αγάπης κι από την άλλη τη μεριά σχέδια με πουλάκια Είναι μαχαίρι δίκοπο μαλαμοκαπνισμένο Αράπης μου το πούλησε για δεκατρείς παράδες και κείνος μου εξήγησε τι έλεγαν τα λόγια, που με φιδίσια γράμματα τα είχανε χαράξει. Έ λ ε γ α ν για μιαν όμορφη γυναίκα μαυρομάτα που για νερό την έστειλε ο άντρας της στη βρύση κι όταν την παρατήρησε που άργησε να έρθει αρχίσαν και μαλλώνανε κι εκείνη εξοργίσθη και έβγαλε στον άντρα της μια γλώσσα πέντε πήχες κι αφτός τότε οργίστηκε, τράβηξεν το μαχαίρι και της αγαπημένης του έκοψε το κεφάλι. (η Μαρία κάνει θεατρική κίνηση αποτροπιασμού) Πολλοί μου το εζήτησαν για να τους το πουλήσω αλλά εγώ δεν το πουλώ όσα και να μου δώσουν. Κι ένας Πασάς που τόθελε και με παρακαλούσε σαν είδε πως δεν τόδινα στη Λειβαδιά επήγε. ΜΑΡΙΑ: Μ ' αυτό λοιπόν τον σκότωσες, μ ' αυτό το φιλντισένιο που στο εζήτει ο Πασάς κι εσύ δεν το πουλούσες; ΤΑΣΟΣ: Μ ' αυτό που πάντα κράταγα απάνω στο σελάχι και στην καρδιά τού τόχοσα με αητού σβελτάδα. Με φάγανε μπαμπέσικα, επρόλαβε και είπε κι αμέσως εκυλίστηκεν και ήτον πεθαμένος. ΜΑΡΙΑ: Πολύ ωραία. Μπράβο σου. Μα έβαλες σημάδι να έβρω το κουφάρι του να το μοιρολογήσω; ΤΑΣΟΣ: Θα τον εβρείς, μα να σου πω τι έγινεν κατόπι κι από τα μαύρα σου μαλλιά θα σηκωθεί η τρίχα. Δίνω που λες την προσταγή στο νέο παλικάρι να πιάσει τα ποδάρια του κι εγώ τις δυό μασχάλες και να τον πάμε στο γκρεμό, ατύχημα να μοιάζει για να τον φαν' τα όρνεα και οι κακοί οι γύπες. Αλλά στο φως του φεγγαριού σαν έσκυψεν ο νέος χρυσή καδένα άστραψε που είχε στο λαιμό του κι ένας ολόχρυσος σταυρός κρεμόταν στην καδένα και ο σταυρός κουνιότανε πήγαινε πέρα-δώθε.

52 ΜΑΡΙΑ: Τέτοιον σταυρό δεν πρόσεξα εις τα δάσειά του στήθια μόνο φορούσε χαϊμαλί, σαν τον χαϊδολογούσα δύσκολα φαίνεται σταυρός σα σβύνεις το λυχνάρι. Ο έρωτας στα σκοτεινά έχει μιαν άλλη γλύκα. ΤΑΣΟΣ: Απ* το μυαλό μου ξαφνικά πέρασε μαύρη σκέψη και αρχινώ να τον ρωτώ για να τον ξεψαχνίσω. — Για πέσμου παλικάρι μου, πού βρήκες την καδένα την αλυσσίδα τη χρυσή που έχεις στο λαιμό σου; — Εγώ την έχω στο λαιμό από μωρό που ήμουν. Είχα μητέρα άσπλαχνη που μ' έρριξεν στα όρη στα δάση εμεγάλωσα, με βύζαξαν τσιγγάνες και τώρα που μεγάλωσα τον έχω στο λαιμό μου. Ό π ω ς λοιπόν κατάλαβες, το νέο παλικάρι είναι ο γυιός που έχασες και που μ' αυτόν κοιμήθης. ΜΑΡΙΑ: (βγάζει φωνή μεγάλης τραγωόού) Ό χ ι , δεν είναι δυνατόν. Τον σκότωσες μου είπες αρκούδες μούπες τόφαγαν, το σπάραξαν οι γύπες. Και πώς μου λέγεις σήμερα ότι αυτός ο νέος με αλυσίδες τριγυρνά και βρίσκεται ακμαίος; ΤΑΣΟΣ: Μαρία σούπα ψέματα, συγχώρα με Μαρία το ελυπήθην το μωρό να ρίξω στα θηρία. Ή τ α ν καλό, ήταν γλυκό, είχε τις χάρες όλες εμύριζε μες τις φασκιές γαρούφαλα και βιόλες κουνούσε τα χεράκια του, με κύτταζε στα μάτια και δεν μου έκανε καρδιά για να το δω κομμάτια. Το έκρυψα με προσοχή σε μιας ελιάς κουφάλα και μια κατσίκα άρμεγα και τούφερνα το γάλα και κάπως σαν μεγάλωσε και πάτησε τα δέκα το έδωκα σε μια καλή τσομπάνισσα γυναίκα. ΓΓ αυτό σαν πήρες τα βουνά κι εκρύφτης στη σπηλιά σου έκανα χρόνους αρκετούς για να βρεθώ κοντά σου. Κι ουδέποτε με ρώτησε πώς άργησα να έλθω και δέκα χρόνια έκανα στα όρη να ανέλθω Κι εγώ ποτέ δεν ρώτησα εάν ανησυχούσες γιατί φοβόμουν μη μου πεις πως άλλον αγαπούσες. ΜΑΡΙΑ: Κανέναν δεν αγάπησα. Ζούσα σαν καλογραία

53 κι ανησυχούσα δΓ εσέ χωρίς να έχω νέα. Σε σένα ήμουνα πιστή όλα αυτά τα χρόνια κ' είχα μονάχα συντροφιά του Παρνασσού τα χιόνια. Εγώ δεν είμαι ως αυτές που τρέχουν εις τους δρόμους. Ά λ λ ω σ τ ε εφοβόμουνα μην πέσω σ ' αστυνόμους. ΤΑΣΟΣ: Πρώτη φορά παρήκουσα εις τα κελεύσματά σου. Ά λ λ η φορά δεν θα συμβεί. Έ χ ε ι ς τον λόγον Τάσου. Γι* αυτό αν έχεις δεύτερο και θέλεις να το ρίξω φέρτο εδώ και το παιδί μπροστά σου θα το πνίξω. ΜΑΡΙΑ: Πού θέλεις νάχω δεύτερο; Γέννησα ένα μόνο κ ' ήταν μοιραίο απ' αυτό να νοιώσω τέτοιο πόνο. Αλλά πολύ με πίκρανε η συμπεριφορά σου κ ' ιδίως η αμέλεια σε τούτη τη δουλειά σου. Τώρα που δεν χειρίστηκες καλά την ιστορία φοβάμαι πως σε κίνδυνο θα μπω και φασαρία. Δε σούκοψε βρε Τάσο μου να βγάλεις την καδένα αντί να φέρεις εις εμέ τέτοιο κακό μαντάτο. Έπρεπε να την έκρυβες, να μην το μαρτυρήσεις τώρα δε μένει άλλο πια παρά να φτοχτονήσω. Εις τα σαράντα χρόνια μου μούτυχε παλικάρι, που ήτανε στα μέτρα μου κι' έκανα τη δουλειά μου κι ενώ τα μάτια βγάζαμε κ ' οι δυό μας στο κρεβάτι τώρα θα πάω μοναχή τα μάτια μου να βγάλω. Έ χ ε τ ε γειά ψηλά βουνά κι εσείς ψηλές ραχούλες και σαραντάρες σαν κι εμέ κι ωραίες κυριούλες. Σας δίνω μία συμβουλή προσεκτικές να είσθε εάν ποτέ με νεαρόν σας τύχει να κοιμήσθε Πριν πάθετε κι εσείς αυτά που έτυχαν σε μένα κάντε καλήν εξέτασιν μπας και φορεί καδένα. ΓΓ αυτό πριν σβύσετε το φως εις το δωμάτιό του κύτταξτε αν φορεί σταυρό γύρω απ' το λαιμό του. Τώρα πριν μέσα μεταβώ τα μάτια μου να βγάλω έχω την υποχρέωσιν να πω και κάτι άλλο κι ως μία μέλλουσα στραβή κι αόμματος κυρία θέλω να πω και τα εξής επί τη ευκαιρία. Κυρίως απευθύνομαι στο ασθενές το φύλον που συνοδεύεται εδώ με σύζυγον ή φίλον. Εγώ εκαταστράφηκα. Σεις μην καταστραφήτε

54 προσέξατε το σπίτι σας και στα βουνά μη βγήτε. Ό σ α εμπόδια σας βρουν στον βίον και προσκόμματα ποτέ μη βγήτε στα βουνά, σε λόφους και υψώματα, εκτός εάν το ύψωμα που σεις θα ανεβείτε κι έχετε την παρέα σας Λυκαβηττός καλείται. Κίνδυνον δεν διατρέχετε. Εκεί να ανεβαίνετε μόνον μεγάλη προσοχή όταν θα κατεβαίνετε. Φροντίσατε τον άνδρα σας, την οικογένειά σας και μια μεγάλη προσοχή δείξατε στα παιδιά σας. Προσέξτε στα μαθήματα επιμονή να δείχνουν και να προσέχουν πάντοτε την ψήφο τους σαν ρίχνουν. Αυτό θέλει λεπτότητα και κάποιον χειρισμόν να μην την ρίχνουν δεξιά μα δια σοσιαλισμόν αλλά ορθόν σοσιαλισμόν κι όχι τον όποιον-όποιον κι από τα ξένα πρότυπα να προτιμούν τον ντόπιον. Ί σ ω ς να φέρουν αρχικά ολίγας αντιρρήσεις βλέπων τας ανεξήγητους και συνεχείς αυξήσεις. Α λ λ ' εξηγήστε στα παιδιά χωρίς υποκρισίες πως ο ορθός σοσιαλισμός μάς απαιτεί θυσίες. Στο κάτω-κάτω της γραφής, κ ' η Δεξιά αν ήτο τριπλάσια το σύνολον θα εφορολογείτο. Χωρίς θυσίες στη ζωή ουδέν μας αποκτάται κι εγώ θυσίες έκανα εάν με ερωτάται. Θυσίασα τα νιάτα μου, την πλήρη άνεσή μου και άφησα στους Πενταγιούς την καλοπέρασή μου. Θυσίασα και όνομα και έζησα σε όρος ως πρώτη φεμινίστρια γυναίκα πρωτοπόρος. Κι αν όμως έκανα κακά με την επιλογή μου το περιβάλλον έφταιγεν καθώς κ ' η εποχή μου. Ζούσα εις καταπίεσιν εις την πατρώα γη κι έκανα επανάσταση για μίαν αλλαγή άσχετον εάν έζησα σηκώνοντας μπαϊράκι σαν μοναξιάς αητόπουλο, της ερημιάς γεράκι.

ΕΠΙΜΥΘΙΟ (Τηλεπαρουσιαστής μένα κεριά)

και γριά βγαίνουν από το σπίτι με αναμ-

ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Αγαπητοί τηλεθεαταί, αυτή ήταν απάνω-κάτω και σε γενικές γραμμές η ιστορία της θρυλικής Μαρίας Πενταγιώτισσας, όπως είχε την καλωσύνη να μας την αφηγηθεί και ν ' απαντήσει στις ερωτήσεις μας η τρισεγγονή της. Ό π ω ς είδατε, η ανυπότακτη αυτή γυναίκα, η Εβίτα των Σαλώνων και πρώτη φεμινίστρια η τόσο προικισμένη από τη φύση, έκανε κακή χρήση της καλλονής της και φυσικά δεν μπορεί ν ' αποτελεί παράδειγμα για να το μιμηθούν και άλλες κοπέλλες ή κυρίες. Θέλοντας να σπάσει τα δεσμά της καταπίεσης και εξάρτησης από τον άνδρα και ζώντας σε μια κοινωνία καθυστερημένη πνευματικά και σ ' ένα αντιδραστικό περιβάλλον μετά από μακρόχρονη δουλεία, εκμεταλλεύθηκε την ομορφιά της κάνοντας κακή επιλογή. Έ γ ι ν ε πέτρα σκανδάλου με τους αλλεπάλληλους έρωτές της και τελικά οι τότε συνθήκες την ανάγκασαν να φτάσει και στο έγκλημα σκοτώνοντας τον αδερφό της με τη βοήθεια εραστού, που κατά τη γνώμη της στεκόταν εμπόδιο στην ελεύθερη και αχαλίνωτη ζωή που ήθελε να ακολουθήσει. Το γεγονός της αδελφοκτονίας είναι αληθινό και ιστορικά βεβαιωμένο. Και για να λάβετε μια ιδέα της ομορφιάς της, άρκεί να σας πούμε, πως όταν έγινε η δίκη της στο κακουργιοδικείο που έδρευε στο Μεσολόγγι, οι τότε ένορκοι, μαγεμένοι από την ακτινοβολία της φυσικής της καλονής, την αθώωσαν παμψηφεί. (στρεφόμενος προς την γριά) Έ τ σ ι δεν είναι; ΓΡΙΑ: Ναι.,.Λόγον αμφιβολιών είπανε τότες. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Μήπως θέλετε να προσθέσετε τίποτε άλλο; ΓΡΙΑ: Ναι, θέλω να πω κι εγώ κάτι στις μανάδες που με ακούνε, για νάχουν τα μάτια τους τετρακόσια. ΤΗΛΕΠΑΡΟΥΣΙΑΣΤΗΣ: Ορίστε. Σύντομα όμως, για να

56 μην ταλαιπωρήσουμε κι άλλο τους τηλεθεατάς μας. (προς τους θεατές) Α, ελησμόνησα να σας πω ότι είναι και ποιήτρια... ΓΡΙΑ: Έ ν α παιδί εις τας οδούς αν το εγκαταλείψεις θα κλέπτει τσάντες γυναικών, θα κάνει καταλήψεις θα πάγει στα Εξάρχεια και άλλας συνοικίας και θα μπλεχτεί με νεαρούς της ίδιας ηλικίας. Θα δοκιμάσει το χασίς, μετά την ηρωίνη θα συνηθίσει εις αυτά, ναρκομανής θα γίνει. Τότε θα μπει στας φυλακάς, μετά θα δραπετεύσει θα τρέξουν να τον πιάσουνε και κάποιον θα φονεύσει. Και δολοφόνος θα χρισθεί, θάχει ποινή μεγάλη και οι γονείς του θα χτυπούν στον τοίχο το κεφάλι. Πολλά παιδιά πολύ συχνά και μεσημέρι, βράδυ χωρίς φροντίδα μητρική πίπτουν εις το πηγάδι. Ά λ λ α σε σόμπες πέφτουνε και γίνονται λαμπάδες όταν χωρίς επίβλεψιν τ' αφήνουν οι μανάδες. Για να μην γίνονται αυτά, ζητήστε νέους φόρους να γίνουν παιδικοί σταθμοί στους ακαλύπτους χώρους ώστε να ζούνε τα παιδιά υπό καλάς συνθήκας με αίθουσας συναυλιών και με βιβλιοθήκας. Κάθε μητέρα φεύγοντας να πάη στη δουλειά της εκεί ν* αφήνη το πρωί ήσυχη τα παιδιά της. Αυτά μπορεί να γίνφυνε χωρίς αργοπορίες ούτε να τρέχουμε γ ι ' αυτά όλοι στις εφορίες. Απλώς την πρώτη του μηνός μαζί με το νερό μας θα συμπεριλαμβάνουνε τον παιδικό σταθμό μας. Επίσης με τηλέφωνον ή με ηλεκτρικόν τα έξοδα συναυλιών και βιβλιοθηκών. Κι αργότερον-αν ο Θεός καλά μάς έχει πρώτονένας κοινός λογαριασμός νερού, γκαζιού και φώτων και μέσα το τηλέφωνον, τέλη Δημοτικά, τέλη της ΕΡΤ, κοινόχρηστα και βρεφοκομικά κι ακόμη το ενοίκιον, αι κλήσεις της Τροχαίας και έτσι θα γλυτώσουμε τους νέους και τας νέας. Σκεφθήτε το λοιπόν γονείς που είσθε εδώ πέρα πόσον με φόρους η ζωή γίνεται καλυτέρα κι ο λόγος που χωλαίνομεν και πίσω έχουμε μείνει

57 είναι που δεν εσκέφθηκε κανείς να το προτείνει. Καληνύχτα σας.

ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ

ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Παιδιά μάς ειδοποίησαν βοσκοί από τη στάνη το φορτηγό έβαλε μπρος, μας τόπαν κ οι τσομπάνοι. Εφόρτωσε τις μηχανές, επήρε τους ανθρώπους που έφτασαν στους Πενταγιούς κι έκαναν τόσους κόπους Α ν τ η λ α λ λ ο ύ ν κάμποι βουνά κ ' η ρεματιά βουίζει αγκομαχά το φορτηγό καθώς κατηφορίζει. Νάτο, ξεπρόβαλε παιδιά, τραβά για την Αθήνα. Η εκπομπή για Πενταγιούς θα βγεί τον άλλο μήνα. Σας χαιρετούμε θεατές όλοι, αυτή τη νύχτα κι όλοι εδώ οι κάτοικοι σας λένε καληνύχτα, που μάθατε τόσα πολλά για τον δικό μας τόπο και ανεβήκατε εδώ και κάνατε τον κόπο.

View more...

Comments

Copyright ©2017 KUPDF Inc.
SUPPORT KUPDF