ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ & ΚΡΗΤΙΚΟΙ ΜΥΘΟΙ

September 10, 2017 | Author: StathisBXL | Category: N/A
Share Embed Donate


Short Description

Download ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ & ΚΡΗΤΙΚΟΙ ΜΥΘΟΙ...

Description

Α.Γ. ΚΡΑ΢ΑΝΆΚΗ΢

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΤΘΟΛΟΓΙΑ ΚΡΗΣΙΚΟΙ ΜΤΘΟΙ

ΑΘΗΝΑ 1990

ΠΕΡΙΕΦΟΜΕΝΑ

ΜΔΡΟ΢ Α’: Ο ΜΤΘΟ΢ ΣΟΤ ΚΡΗΣΑΓΔΝΗ ΓΙΑ ………………………..………… ζειίδα 2 Η γέλλεζε, ε αλαηξνθή θαη ην έξγν ηνπ Γία ζηελ Κξήηε Ο ζάλαηνο θαη ε κεηάζηαζε ηνπ Γία. Ο Λίβπνο θαη ν Κξεηηθόο Γίαο θαη ηα νλόκαηα Ιδαία & Κξήηε Πνηνο ήηαλ πξαγκαηηθά ν Γίαο Φεύδε πνπ ιέγνληαη γηα ην κέξνο γέλλεζεο, αλαηξνθήο θαη ζαλάηνπ Γία ΜΔΡΟ΢ Β’: Ο ΜΤΘΟ΢ ΓΙΑ θαη ΔΤΡΧΠΗ΢ – ΜΙΝΧΑ΢ …………………........ ζειίδα 29 Η απαγσγή ηεο Δπξώπεο κηα από ηηο αηηίαο έζξαο κεηαμύ Βαξβάξσλ (Σξώσλ, Πεξζώλ, Φνηληθώλ θ.α.) θαη Διιήλσλ ή πνπ έγηλε ν Σξσηθόο πόιεκνο Σα παηδηά ηεο Δπξώπεο: Μίλσαο θαη Ραδάκαλζπο & ν εηεξενζαιήο ΢αξπεδόλαο. ΜΔΡΟ΢ Γ: Ο ΜΤΘΟ΢ ΙΓΑΙΧΝ ΓΑΚΣΤΛΟΧN Ή Κ(ΟΤ)ΡΗΣΧΝ…………..…… ζειίδα 39 ΟΙ ΙΓΑΙΟΙ ΓΑΚΣΤΛΟΙ ή ΚΟΤΡ(Η)ΣΔ΢ ΚΑΙ ΣΟ ΔΡΓΟ ΣΟΤ΢ ΔΦΔΤΡΔ΢Η ΚΑΙ ΔΞΔΞΔΡΓΑ΢ΙΑ ΜΔΣΑΛΧΝ, ΔΠΙΝΟΗ΢Η ΣΔΥΝΧΝ, ΙΓΡΤ΢Η Ο.Α. θ.α. ΜΔΡΟ΢ Γ’: ΟΙ ΠΑΙΓΑΓΧΓΙΚΟΙ ΜΤΘΟΙ ……………………………….……... ζειίδα 49 ΜΙΝΧΣΑΤΡΟΤ, ΘΗ΢ΔΑ & ΑΡΙΑΓΝΗ΢, ΓΑΙΓΑΛΟΤ ΚΑΙ ΙΚΑΡΟΤ, θ.α. ΜΔΡΟ΢ Δ’: ΣΑ ΓΔΝΗ ΣΧΝ ΑΝΘΡΧΠΧΝ ……….…….. ..…………………… ζειίδα 74 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ …………………………………………………………………….. ζειίδα 77

2

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΥΙΑ

ΑΡΥΑΙΟΙ ΢ΤΓΓΡΑΦΔΙ΢: Θνπθπδίδεο («Ιζηνξία Α», κεηάθξαζε από ηνλ εζλάξρε Διεπζέξην Βεληδέιν), Οκήξνπ «Ιιηάδα» θαη «Οδύζζεηα» (Μεηάθξαζε Ν. Καδαληδάθεο), ΢ηξάβσλ «Γεσγξαθηθά» (κεηάθξαζε εθδόζεσλ «Κάθηνο»), Παπζαλίαο «Διιάδνο Πεξηήγεζεο» (κεηαθξαζε εθδόζεσλ «Κάθηνο»), Γηόδσξνπ ΢ηθειηώηε «Ιζηνξηθή Βηβιηνζήθε» (κεηάθαξζε εθδόζεσλ «Κάθηνο»), Γηνλπζίνο Αιηθαξλαζέαο ( Βηβιηνζήθε Α, κεηάθξαζε εθδόζεσλ «Κάθηνο»), Ηξόδνηνο (κεηάθξαζε εθδόζεσλ«Γθνβόζηε»), Απνιιώδσξνπ (Βηβηνζήθε Α,Β,Γ) θ.α. ΦΩΣΟ ΑΠΟ ΜΟΤ΢ΔΙΑ – ΑΡΥΑΙΟΛΟΓΙΚΔ΢ ΢ΤΛΛΟΓΔ΢: ΑΡΥΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΤ΢ΔΙΟ ΗΡΑΚΛΔΙΟΤ ΚΡΗΣΗ΢, Ι΢ΣΟΡΙΚΟ ΜΟΤ΢ΔΙΟΤ ΚΡΗΣΗ΢, ΝΑΤΣΙΚΟ ΜΟΤ΢ΔΙΟ ΠΔΙΡΑΙΑ, ΝΑΤΣΙΚΟ ΜΟΤ΢ΔΙΟΤ ΚΡΗΣΗ΢, LUBRE MUSEUM, NATIONAL MARITIME MUSEUM LONDON, BRITISH MUSEUM, ALPHA BANK θ.α. ΒΙΒΛΙΑ: Η ΚΡΗΣΗ, Α. Κξαζαλάθε, ΝΟΜΙ΢ΜΑΣΙΚΗ Ι΢ΣΟΡΙΑ, Α. Κξαζαλάθε, Η ΔΛΛΗΝΙΚΗ ΝΑΤΣΙΚΗ Ι΢ΣΟΡΙΑ, Α. Κξαζαλάθε θ.α.

3

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 1ο Ο ΜΤΘΟ΢ ΣΟΤ ΔΙΑ -Θ επίγεια ηωι (γζννθςθ, ανατροφι κλπ) , ο κάνατοσ και θ μετάςταςθ του Δία. -Ο Δίασ και οι ονομαςίεσ Λδαία, Κριτθ, Δίκτθ κ.α. -Τα ψεφδθ που λζγονται για το Δία και το μζροσ γζννθςθσ και ανατροφισ του.

1. Θ γζννθςθ και θ ανατροφι του Δία ςτθ Δίκτθ τθσ Κριτθσ

Χφμφωνα με τον Θςίοδο ο Δίασ, ο πατζρασ των κεϊν και των ανκρϊπων του Σλυμπιακοφ Υανκζου, ιταν γιοσ του Ξρόνου και τθσ Φζασ, οι οποίοι είχαν γονείσ τθ Γθ και τον Συρανό. Σ Ξρόνοσ, ο πατζρασ του Δία, ζτρωγε όλα τα παιδιά του μόλισ γεννιόνταν, επειδι οι γονείσ του του είχαν πει ότι είναι πεπρωμζνο μια μζρα κάποιο από τα Αργυρι δραχμι Υραιςοφ, 400 – 200 π.X., με παιδιά του να του πάρει τθ το Δία ςε κρόνο και τθν αίγα(γρο) Αμάλκεια βαςιλεία. Θ Φζα, θ μθτζρα του Δία, όταν επρόκειτο να γεννιςει το Δία, που κιλαηε το Δία. παρεκάλεςε τουσ γονείσ τθσ, τθ Γθ και τον Συρανό, να καταςτρϊςουν κάποιο ςχζδιο με το οποίο κα μποροφςε να διαφφγει κάπου μακριά, όταν κα γεννοφςε το Δία, για να τον γλιτϊςει από του Ξρόνου τα δόντια. Αυτοί υπάκουςαν και τθν ζςτειλαν μια νφκτα με βακφ ςκοτάδι ςτθν πόλθ Οφκτο τθσ Ξριτθσ και απ’ εκεί ςτο όροσ «θ Δίκτθ» (ι το Δίκτον), όπου γζννθςε κρυφά το Δία. Ωςτόςο κάποια ςτιγμι ζμακε ο Ξρόνοσ τα κακζκαςτα και ιλκε και ηιτθςε να δει το παιδί. Θ Φζα γνωρίηοντασ τισ προκζςεισ του Ξρόνου ςπαργάνωςε ζνα βράχο και τον ζδωςε ςτον Ξρόνο, ο οποίοσ αμζςωσ τον καταβρόχκιςε, νομίηοντασ ότι είναι ο Δίασ και τον οποίο αργότερα ξζραςε ςτον Υαρναςςό. Χφμφωνα με τουσ άλλουσ αρχαίουσ ςυγγραφείσ (ενδεικτικά): Απολλόδωρο, Διονφςιο Αλικαρναςςζα κλπ, όταν θ κεά Φζα γζννθςε το Δία ςε ςπιλαιο τθσ Δίκτθσ τθσ Ξριτθσ, ςτο Δικταίο ‘Αντρο, επζςτρεψε ςτον Τλυμπο, ϊςτε να μθν πονθρευτεί κάτι ο Ξρόνοσ με τθν απουςία τθσ και για να μθν πεκάνει ο νεογζννθτοσ Δίασ τον παρζδωςε να τον ανακρζψουν κρυφά οι Ξ(ου)ριτεσ που ζμεναν ςτθ Δίκτθ. Εκείνοι ζβαλαν μια αίγα(γρο) (= άγρια κατςίκα), τθ λεγόμενθ Αμάλκεια, να κθλάηει το Δία και οι ίδιοι κροτοφςαν τισ αςπίδεσ τουσ, όταν ζκλεγε ο Δίασ, για να μθν ακοφει τα κλάματά του ο πατζρασ του Ξρόνοσ και ζρκει να τον φάει. Αναφζρουν επίςθσ ότι ςφμφωνα με τουσ κρφλουσ, οι μζλιςςεσ νφμφεσ Αδράςτεια και Μδθ τον τάιηαν με βαςιλικό πολτό, τα ολόλευκα περιςτζρια και ζνασ αετόσ του κουβαλοφςαν τθν αμβροςία και το νζκταρ, θ νφμφθ Μδθ χάριςε ςτο Δία ζνα παιχνίδι, μια κρυςτάλλινθ ςφαίρα (μπάλα) που όταν τθν πετοφςε ψθλά, άφθνε λαμπρζσ πολφχρωμεσ γραμμζσ ςτον αζρα, όπωσ τα άςτρα του ουρανοφ κ.α.

4

Θ αιγίδα, το κζρασ τθσ Αμάλκειασ και ο Αιγίοχοσ Δίασ Σ Τμθροσ (Λλιάδα Β 157) και ο Διόδωροσ (5, 70) αναφζρουν ότι ο Δίασ πιρε τθν επωνυμία «αιγίοχοσ», επειδι ανατράφθκε από τθν αίγα(γρο) Αμάλκεια: «Τςο για τθν αίγα που τον ανζκρεψε, ο Δίασ τθσ απζνειμε μεν και άλλεσ τιμζσ, αλλά πιρε από αυτιν τθν επωνυμία Αιγίοχοσ (Διόδωροσ, βίβλοσ 5, 70). Χφμφωνα επίςθσ με τουσ αρχαίουσ ςυγγραφείσ, όταν θ αίγα Αμάλκεια γζραςε και πζκανε, ο Δίασ τθ λυπικθκε πολφ και από ευγνωμοςφνθ τθν ζκανε αςτεριςμό. Από το δζρμα τθσ ζφτιαξε τθν παντοδφναμθ αιγίδα του (όποιοσ ζμπαινε μζςα ςε αυτι τθν προβιά του ηϊου, δεν τον ζβριςκαν οφτε βζλθ οφτε αρρϊςτιεσ κ.τ.λ.), που ιταν το πιο ςθμαντικό όπλο του ςτθν Ψιτανομαχία. Ψθν αιγίδα χάριςε μετά ο Δίασ ςτθν Ακθνά. Ξαι ςιμερα ακόμθ λζμε «Ωπό τθν αιγίδα του Ωπουργείου τάδε…». Χφμφωνα επίςθσ με τουσ αρχαίουσ ςυγγραφείσ, «κζρασ τθσ Αμάλκειασ» ι «κζρασ τθσ αφκονίασ» λεγόταν το κζρατο τθσ αίγαγρου Αμάλκειασ, το οποίο είχε ςπάςει ο μικρόσ Δίασ, κακϊσ ζπαιηε. Ψο κζρατο αυτό το ζδωςε μετά ο Δίασ ςτθ γυναίκα βρεφοκόμο του, προικίηοντάσ το με μαγικζσ ιδιότθτεσ. Αυτόσ που το είχε, αρκοφςε μόνο να κάνει μια ευχι και αμζςωσ εμφανίηονταν μπροςτά του όλα τα καλά του κόςμου ι καρποί και άνκθ κ.α. Από τότε ζμεινε γνωςτό ωσ "κζρασ τθσ Αμάλκειασ" ι "κζρασ τθσ Αφκονίασ". Τταν ο Θρακλισ αγωνιηόταν με τον Αχελϊο (που είχε μεταμορφωκεί ςε ταφρο), για χάρθ τθσ Δθιάνειρασ και τον νίκθςε, πιρε από αυτόν ωσ δϊρο το κζρατο αυτό (Χτράβων Λ, c 459)

2. Απαγωγι τθσ πριγκίπιςςασ Ευρϊπθσ

Ο ΜΥΚΟΣ ΔΛΑ - ΕΥ΢ΩΡΘΣ Χφμφωνα με τθν ελλθνικι μυκολογία, θ Ευρϊπθ ιταν κόρθ του Αγινορα και τθσ Ψθλεφάεςςασ, θγεμόνων τθσ Φοινίκθσ και αδελφι του Ξάδμου, του ιδρυτι τθσ Κιβασ, και μια μζρα, κακϊσ μεγάλωνε, πιγε ςτα λιβάδια τθσ παραλίασ, για να παίξει με τισ φίλεσ τθσ και να μαηζψει λουλοφδια. Εκεί ςυνάντθςε το κεό Δία. Εκείνον αμζςωσ τον χτφπθςε ο Ζρωτασ και, για να τθν πλθςιάςει, μεταμορφϊκθκε ςε ιρεμο, εφςωμο και δυνατό ταφρο και πιγε δίπλα τθσ κάνοντασ δικεν ότι βόςκει, ςκεφτόμενοσ με τι τρόπο κα τθν κατακτοφςε. Εκείνθ τότε πλθςίαςε τον ταφρο - Δία και άρχιςε να τον χαϊδεφει γοθτευμζνθ από τθν ωραία κορμοςταςιά του και τθ μυϊκι του δφναμθ. Χε λίγο δε δίςταςε και να τον ιππεφςει. Ψότε αυτόσ άρχιςε να τρζχει με αςτραπιαία ταχφτθτα. Θ Ευρϊπθ ζκλαιγε, μα δεν μποροφςε να πθδιςει, γιατί φοβόταν μιπωσ ςκοτωκεί. Σ μεταμορφωμζνοσ ςε ταφρο κεόσ διζςχιςε τθ κάλαςςα ςυνοδευόμενοσ από Ψρίτωνεσ και Ρθρθίδεσ και ζφταςε ςτθν Ξριτθ. Τταν ο μεταμορφωμζνοσ ςε ταφρο κεόσ επιβιβάςτθκε ςτο νθςί, ο ταφροσ δε φαινόταν πια, αλλά ο Δίασ πιρε από το χζρι τθν Ευρϊπθ και τθν οδιγθςε ςτο Δικταίον Άντρο, κατακόκκινθ και με το βλζμμα χαμθλωμζνο, γιατί είχε πια καταλάβει που πιγαινε. Εκεί, ςτο Δικταίο Άντρο, οι νφμφεσ και οι νεράιδεσ είχαν ςτρϊςει το νυφικό κρεβάτι, όπου θ Ευρϊπθ κοιμικθκε με το Δία. Ξαρπόσ τθσ ερωτικισ ςυνεφρεςθσ του Δία με τθν Ευρϊπθ ιταν ο Πίωασ, ο Φαδάμανκυσ και ο Χαρπθδόνασ. 5

Τταν ο Δίασ εγκατζλειψε τθν Ευρϊπθ και πιγε ςτον Τλυμπο, για να γίνει βαςιλιάσ κνθτϊν και ακανάτων, θ Ευρϊπθ πιρε για δεφτερο ςφηυγό τθσ τον Αςτζριο, βαςιλιά τθσ Ξριτθσ, που υιοκζτθςε του γιουσ που είχε εκείνθ αποκτιςει από το Δία, επειδι αυτόσ δεν είχε γιο, για να αφιςει ωσ διάδοχο. Οζγεται επίςθσ ότι όταν ο Δίασ άφθςε τθν Ευρϊπθ και πιγε ςτον Τλυμπο, ζκανε ςτθν Ευρϊπθ τρία δϊρα, ζνα τόξο που δεν αςτοχοφςε ποτζ, ζνα ςκφλο (με το όνομα Οαίλαπα) που δεν του διζφευγε κανζνα κιραμα και ζνα φφλακα, για να τθν προςτατεφει, το φτερωτό (άγγελο) γίγαντα Ψάλ(λ)ω. Χθμειϊνεται ότι: 1) Χφμφωνα με το Οουκιανό, θ πρϊτθ ερωτικι ζνωςθ του Δία και τθσ Ευρϊπθσ ζγινε ςτο Δικταίο Άντρο, πρβ: «επεί δε επζβθ τθ νιςω (Ξριτθ) ο μεν ταφροσ ουκζτι εφαίνετο, επιλαβόμενοσ δε τθσ χειρόσ o Ηεφσ απιγε τθν Ευρϊπθν εισ το Δικταίον ‘Αντρον ερυκριϊςαν και κάτω ορϊςαν…», (Οουκιανόσ Χαμωςατζασ, Ενάλιοι Διάλογοι, 15, 4) 2) Χφμφωνα με το Κεόφραςτο, ερωτικι ςυνάντθςθ Δία και Ευρϊπθσ ζγινε και ςτθν περιοχι τθσ Γόρτυνασ (τρία παιδιά είχαν αποκτιςει ο Δίασ και θ Ευρϊπθ), ςτθ ςκιά ενόσ πλατάνου, που από τότε παρζμεινε αεικαλισ, κάτι που αποτυπϊνεται ςε πάρα πολλά νομίςματά τθσ πόλθσ αυτισ, πρβ: «εν Ξριτθ δε λζγεται πλάτανόν τινα είναι εν τθ Γορτυναία προσ πθγι τινί θ ου φυλλοβολεί. μυκολογοφςι δε ωσ υπό ταφτθ εμίγθ τθσ Ευρϊπθσ ο Ηευσ». (Κεόφραςτοσ, Λςτορία Φυτϊν, 9,5). 3) Σ μφκοσ λζει επίςθσ οι Ζλλθνεσ με το όνομά τθσ πριγκίπιςςα Ευρϊπθσ ονόμαςαν τθν ιπειρο Ευρϊπθ, κάτι που ο Θρόδοτοσ το βρίςκει λζει παράλογο, επειδι θ Ευρϊπθ δεν πάτθςε εκεί ποτζ το πόδι τθσ. Ο ΜΛΝΩΑΣ, Ο ΢ΑΔΑΜΑΝΚΥΣ ΚΑΛ Ο ΣΑ΢ΡΘΔΟΝΑΣ Σ Θρόδοτοσ αναφζρει ότι οι λόγιοι των Υερςϊν του είπαν ότι ζνασ Ζλλθνασ βαςιλιάσ τθσ Ξριτθσ που δε κυμοφνταν το όνομά του (τότε Ζλλθνεσ λεγόταν μόνο οι Δωριείσ και βαςιλιάσ τθσ Ξριτθσ τότε ιταν ο Αςτζριοσ, ο οποίοσ ιταν γιοσ του Ψζκταμου και εγγονόσ του Δϊρου του Ζλλθνα) πιγε μαηί με άλλουσ Ξριτεσ και απιγαγε τθν κόρθ του βαςιλιά τθσ Φοινίκθσ, τθν Ευρϊπθ, κάτι που ιταν μια από τισ αιτίεσ που ζγινε ο Ψρωικόσ πόλεμοσ. Αναφζρει επίςθσ ότι μετά το κάνατο του Αςτζριου βαςιλιάσ ζγινε ο Πίνωασ. Ωςτόςο ο αδελφόσ του Χαρπθδόνασ ςταςίαςε. Χτθ διαμάχθ που ακολοφκθςε θττικθκε ο Χαρπθδόνασ και πιρε τουσ ςταςιαςτζσ του και πιγε ςτθ Π. Αςία όπου ζκτιςε τθ Πίλθτο ςε ανάμνθςθ τθσ κρθτικισ Πιλάτου. Χθμειϊνεται επίςθσ ότι: Α) Χφμφωνα με αρκετοφσ αρχαίουσ ςυγγραφείσ: Διόδωρο, Αρριανό κ.ά., ο Πίνωασ όπωσ και οι άλλοι μεγάλοι αρχαίοι νομοκζτεσ (Πνεφθσ, Ουκοφργοσ κ.α.) προςποιοφνταν ότι από το κεό παίρνουν τουσ νόμουσ τουσ ι ζλεγαν ότι ιςαν γιοι κεοφ (ςτθν πραγματικότθτα είχαν ανακθρυχτεί) προκειμζνου οι άνκρωποι να κεωροφν ωσ κείεσ εντολζσ τουσ νόμουσ τουσ. Β) Σ Τμθροσ (Λλιάδα ΢ 310 – 320 κ.α.) αναφζρει ότι ο Δίασ και θ Ευρϊπθ απόχτθςαν δυο παιδιά, το Πίνωα και το Φαδάμανκυ, τα οποία ανακθρφχκθκαν ιςόκεοι, πρβ: 6

Συδ’ ότε Φοίνικοσ κοφρθσ τθλεκλειτοίο θ τεκε μοι Πίνων τε και αντίκεον Φαδάμανκυν (Λλιάδα ΢ 321-322). Σ Σμιροσ αναφζρει επίςθσ ότι ο Χαρπθδόνασ ιταν μεν αδελφόσ του Δία, όμωσ ετεροκαλισ. Υροφανϊσ οι Ζλλθνεσ δε κεωροφςαν το Χαρπθδόνα αδελφό του Πίνωα, επειδι ςταςίαςε και με τθ ςυνδρομι μθ Ελλινων ικελε να πάρει τθν εξουςία. (Υεριςςότερα, βλζπε ςτο βιβλίο: ΞΦΘΨΛΞΘ ΛΧΨΣΦΛΑ, Α. Ξραςανάκθ)

ΤΟ ΡΑ΢ΛΟ Χ΢ΟΝΛΚΟ ΚΑΛ ΡΟΤΕ ΕΗΘΣΕ Ο ΜΛΝΩΑΣ Σ Τμθροσ (Λλιάδα Ρ. 445 – 455 και ΢ 321-322) αναφζρει ότι ο Πίνωασ ζηθςε τρεισ γενιζσ πριν από τον Ψρωικό πόλεμο. Αρχικά ιταν λζει βαςιλιάσ τθσ Ξριτθσ ο Πίνωασ, μετά ο Δευκαλίωνασ και μετά ο Λδομενζασ που ζλαβε μζροσ ςτον Ψρωικό πόλεμο. Ψα ίδια αναφζρει και ο Θρόδοτοσ: «Ψρίτθ δε γενει μετά Πίνων τελευτιςαντα γενζςκαι Ψρωικά» ( Θρόδοτοσ Η, 171). Σ Θρόδοτοσ (Η 169 – 171), ο Χτράβωνασ (10, IV 6-7) , ο Διόδωροσ (4, 60, 5,64 και 5,80), ο Απολλόδωροσ (Βιβλιοκικθ) κ.α. αναφζρουν επίςθσ ότι βαςιλιάσ ςτθ Κεςςαλία ιταν αρχικά ο Δευκαλίωνασ Α’ και μετά ο Ζλλθνασ, ο οποίοσ μετονόμαςε τουσ εκεί Γραικοφσ ςε Ζλλθνεσ. Αναφζρουν επίςθσ ότι γιοι του Ζλλθνα ιταν ο Δϊροσ, ο ΢οφκοσ και ο Αίολοσ, οι οποίοι μετά διαμοίραςαν το βαςίλειο του πατζρα τουσ. Γιοσ του Δϊρου ιταν ο Ψζκταμοσ, ο οποίοσ πιρε μια ομάδα Δωριζων από τισ πλαγιζσ τθσ Τςασ και του Σλφμπου, τθ λεγόμενθ Δωρίδα ι Εςτιϊτιδα, και πιγε και εγκαταςτάκθκε ςτθν Ξριτθ, θ οποία τότε είχε κατά πολφ ερθμϊςει λόγω του κατακλυςμοφ του Δευκαλίωνα. Πετά το κάνατο του Ψζκταμου βαςιλιάσ των Δωριζων τθσ Ξριτθσ ζγινε ο γιοσ του Αςτζριοσ, ο οποίοσ, ςφμφωνα με τθν ελλθνικι μυκολογία, πιρε ωσ δεφτερθ γυναίκα του τθν πριγκίπιςςα Ευρϊπθ και υιοκζτθςε τουσ γιουσ που εκείνθ είχε αποκτιςει με το Δία. Χφμφωνα με Υάριο χρονικό (είναι τρεισ μεγάλεσ πλάκεσ από μάρμαρο Υάρου όπου οι αρχαίοι ζγραφαν τισ κυριότερεσ θμερομθνίεσ) ο Δευκαλίωνασ βαςίλευε το ζτοσ 1570 π.Χ, ο Ζλλθνασ βαςίλευε το ζτοσ 1521 π.Χ. και ο Πίνωασ Α’ το ζτοσ 1470 π.Χ. Οι Φοίνικεσ (= οι Καδμείοι ι Κθβαίοι), οι Δαναοί και οι Ζλλθνεσ Χφμφωνα με το Υάριο χρονικό (είναι αρχαίεσ πλάκεσ από μάρμαρο Υάρου ςτισ οποίεσ οι αρχαίοι ζγραφαν τισ κφριεσ χρονολογίεσ, για να τισ βλζπει ο κόςμοσ και να μθν τισ ξεχνά) και τουσ: Θρόδοτο (Α), Διόδωρο (βίβλοσ Π, Απόςπαςμα 3 και βίβλοσ 1, 23-24 και 28-29), Λςοκράτθ (Υανακθναϊκόσ, Ελζνθσ Εγκϊμιο κ.α.), Υλάτωνα (Πενζξενοσ) κ.α., τθν παλιά εποχι, τον 15ο αι. π.Χ., ξζςπαςε λοιμϊδθσ αςκζνεια ςτθν Αίγυπτο και οι ντόπιοι τθν απζδωςαν ςτουσ αςεβείσ αλλόφυλουσ. Υρο αυτοφ μερικοί από αυτοφσ ςυςπειρϊκθκαν και ζφυγαν από εκεί και πιγαν ςε άλλα μζρθ, για να γλιτϊςουν τθν οργι των ντόπιων. Από αυτοφσ οι Εβραίοι με αρχθγό το Πωυςι πιγαν ςτθν Λουδαία και οι Δαναοί με αρχθγό το Δαναό, εξ ου και θ ονομαςία «Δαναοί», πιγαν μζςω Φόδου ςτο Άργοσ τθσ Υελοποννιςου, όπου αναμείχτθκαν με τουσ Αχαιοφσ κατοίκουσ του, εξ ου και θ ονομαςία (κατά τα Ψρωικά): Αχαιοί ι Δαναοί ι Αργείοι = Ζλλθνεσ. 7

Σι Φοίνικεσ (οι οποίοι από τθν Ξαςπία Κάλαςςα είχαν πάει ςτθν Αίγυπτο και είχαν κτίςει τθ Κιβα τθσ Αιγφπτου) με αρχθγό τον Αγινορα πιγαν ςτθν Ψφρο τθσ Φοινίκθσ, απϋόπου προζκυψε θ ονομαςία «Φοίνικεσ». Από εκεί μετά ο Ζλλθνασ βαςιλιάσ τθσ Ξριτθσ Αςτζριοσ (και όχι ο κεόσ Δίασ) ζκλεψε τθν κόρθ του βαςιλιά Αγινορα, τθν Ευρϊπθ, τθ μάνα του Πίνωα, κάτι που ιταν μια από τισ αιτίεσ που ζγινε μετά ο Ψρωικόσ πόλεμοσ. Υριν γίνει όμωσ ο πόλεμοσ αυτόσ, οι Φοίνικεσ ζςτειλαν ςτρατό ςτθν Ελλάδα με αρχθγό τον Ξάδμο, εξ ου και θ ονομαςία «Ξαδμείοι», προκειμζνου να βρει τθν αδελφι του τθν Ευρϊπθ και ςτθν πραγματικότθτα για να κάνουν αποικίεσ. Πια από τισ αποικίεσ αυτζσ ιταν και θ ίδρυςθ τθσ Κιβασ ςε ανάμνθςθ τθσ ιδιαίτερθσ πατρίδασ τουσ, τθσ πόλθσ Κιβασ τθσ Αιγφπτου. Χφμφωνα με το Υάριο χρονικό (το τι είναι βλζπε λίγο πιο πριν), ο Ξάδμοσ ιρκε με Φοίνικεσ ςτθ Βοιωτία και ζκτιςε τθ Κιβα το ζτοσ 1519 π.Χ. Σι Ξαδμείοι ι Κθβαίοι, ςφμφωνα με τον Θρόδοτο, μιδιςαν ςτα Υερςικά, επειδι ιταν ίδιου ζκνουσ με τουσ Υζρςεσ, με ςυνζπεια οι Ακθναίοι να τουσ υποδουλϊςουν και να τουσ βάλουν φόρουσ. Χτθ διαμάχθ Ακινασ – Χπάρτθσ, για το ποια πόλθ από τισ δυο κα ζχει τα πρωτεία, τθν θγεμονία τθσ Ελλάδασ, οι Χπαρτιάτεσ υποςχζκθκαν ςτουσ Κθβαίουσ ότι κα τουσ ελευκερϊςουν από τουσ Ακθναίουσ, αν τουσ βοθκιςουν, κάτι που ζκαναν οι Κθβαίοι. Ακολοφκωσ οι Κθβαίοι, ζχοντασ και τθν οικονομικι ςτιριξθ των Υερςϊν, ηιτθςαν από τουσ Ακθναίουσ να τουσ βοθκιςουν να απαλλαγοφν από τουσ Χπαρτιάτεσ. Σι Ακθναίοι κζλοντασ να ξαναβγοφν ςτο προςκινιο το ζκαναν και ζτςι οι Κθβαίοι ζγιναν θγεμόνεσ τθσ Ελλάδασ. Αυτό όμωσ κράτθςε ελάχιςτο χρόνο, γιατί οι Πακεδόνεσ δεν το ανζχκθκαν και κατζςτρεψαν τθ Κιβα εκ κεμελίων. (Υεριςςότερα βλζπε ςτα βιβλία: Ελλθνικι Λςτορία, Α. Ξραςανάκθ, Ξρθτικι Λςτορία, Α. Ξραςανάκθ)

3. Ο γάμοσ του Δία με τθν Ιρα ςτθν Κριτθ

Χφμφωνα με τθν ελλθνικι μυκολογία, ο Δίασ είχε πάρα πολλζσ ςυηφγουσ, επίςθμθ όμωσ μια, τθν Ιρα, τθν οποία, κακϊσ λζει ο Διόδωροσ Χικελιϊτθσ (Λςτορικι βιβλιοκικθ 5, 72), νυμφεφτθκε ςτθν περιοχι τθσ Ξνωςοφ, ςε ζνα μζροσ κοντά ςτον ποταμό Κιρθνο, όπου υπιρχε ιερό και όπου μετά οι ντόπιοι ζκαναν κάκε χρόνο άγιεσ κυςίεσ κατά απομίμθςθ του γάμου με τον τρόπο που παραδόκθκε ς’ αυτοφσ ότι ζγινε αρχικά. Πάλιςτα ο Απολλόδωροσ (βιβλίο 2. 113-114) αναφζρει και ότι ςτουσ γάμουσ του Δία θ γιαγιά του θ Γαία του χάριςε ζνα άλςοσ γεμάτο με μθλιζσ που ζκαναν χρυςά μιλα (τα μιλα των Εςπερίδων) και το φρουροφςε ο Οάδωνασ, ζνα ακάνατο φίδι φφλακασ, και τον κιπο αυτό βλζπουμε ςε πολλά νομίςματα τθσ Φαιςτοφ. Σ Υαυςανίασ (Ελλάδοσ Υεριιγθςισ ΛΧ, 40,3-4) αναφζρει ότι ςτθν Ξνωςό υπιρχε άγαλμα τθσ Ιρασ που το είχε φτιάξει ο Δαίδαλοσ, ενϊ πάρα πολλά νομίςματα τθσ Ξνωςοφ φζρουν τθ Ιρασ ωσ νφμφθ με κολιζ, ςκουλαρίκια, ςτζφανο κ.α. Χθμειϊνεται επίςθσ ότι ςφμφωνα με ζνα μφκο, θ Ιρα δεν υπζκυπτε αρχικά ςτον ζρωτά του Δία και γι' αυτό κατζφυγε ς' ζνα τζχναςμα. Πια κρφα μζρα του χειμϊνα εμφανίςτθκε ζξω από το παράκυρό τθσ μεταμορφωμζνοσ ςε κοφκο. Εκείνθ λυπικθκε το παγωμζνο πουλί και το ζβαλε ςτον κόρφο τθσ για να ηεςτακεί. Ψότε ο κεόσ πιρε τθν κανονικι του μορφι και αφοφ τθσ υποςχζκθκε ότι κα τθν κάνει 8

νόμιμθ ςφηυγό του, ενϊκθκε μαηί τθσ. Ψο κυρίαρχο ηευγάρι του Σλφμπου απζκτθςε ςτθ ςυνζχεια τρία παιδιά, τθν αιϊνια ζφθβθ Ιβθ, που τθν ζδωςαν ωσ ςφηυγο ςτον Θρακλι, όταν ζγινε ακάνατοσ, τον πολεμόχαρο Άρθ και το κεϊκό ςιδθρουργό Ιφαιςτο.

4. Θ κρθςκεία του Δία

Οι κεοί, αρχαίοι και νζοι, και πωσ προζκυψαν Υαρατθρϊντασ τα κείμενα των αρχαίων ςυγγραφζων, ςχετικά με τουσ αρχαίουσ κεοφσ, βλζπουμε να αναφζρουν ότι οι πρϊτοι κεοί ιςαν τα γενεςιουργά ςτοιχεία τθσ φφςθσ, όπωσ θ Γθ, ο Συρανόσ, ο Ιλιοσ κλπ. Ακολοφκωσ οι άνκρωποι ζκαναν κεοφσ και κάποιουσ από τουσ ανκρϊπουσ (Δία, Απόλλωνα κλπ) και ςυγκεκριμζνα εκείνουσ που εν ηωι ιςαν ιρωεσ, εκείνουσ που είτε είχαν επιδείξει ιδιότθτεσ παραπάνω από αυτζσ που ζχει ζνασ φυςιολογικόσ άνκρωποσ είτε είχαν κάνει μεγάλεσ ευεργεςίεσ και επειδι πιςτεφουν ότι και από τουσ ουρανοφσ οι άνκρωποι αυτοί κα ςυνεχίςουν να παρζχουν τισ ευεργεςίεσ τουσ ι για να τουσ τιμιςουν, πρβ: «Σι ιρωεσ και οι θμίκεοι ιςαν άνκρωποι, άνκρωποι που εν ηωι είχαν κάνει αξιόλογα πολεμικά ζργα, πολλζσ και μεγάλεσ ανδραγακίεσ ςε καιρό πολζμου ι που ςε καιρό ειρινθσ ευεργζτθςαν πάρα πολφ το βίο του ςυνόλου των ανκρϊπων κάνοντασ ανακαλφψεισ ι κεςμοκζτθςαν νόμουσ……. και οι μεταγενζςτεροι τουσ τίμθςαν, άλλουσ ωσ κεοφσ και άλλουσ ωσ ιρωεσ. >> (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, βίβλοσ 4)

Επομζνωσ οι αρχαίοι Ζλλθνεσ πίςτευαν για τουσ κεοφσ τουσ ότι πιςτεφουμε και εμείσ ςιμερα ςτθ χριςτιανικι κρθςκεία για το Χριςτό και τουσ αγίουσ. Ωπενκυμίηουμε και π.χ. ότι ο Άγιοσ Ρεκτάριοσ ιταν εν ηωι επίςκοποσ Αίγινασ, ο Χριςτόσ γεννικθκε ςτθ Βθκλεζμ κ.τ.λ.

Οι 12 Ολφμπιοι κεοί, οι 12 μινεσ του Χρόνου και ο Κρόνοσ - Χρόνοσ Σ Θρόδοτοσ αναφζρει ότι οι Αιγφπτιοι του είπαν ότι οι 12 κεοί του Σλφμπου είναι δθμιοφργθμα δικό τουσ που ζφεραν ςτθν Ελλάδα οι Δαναοί με τουσ Ξαδμείουσ ι Κθβαίουσ (ζκνθ που προςτζκθκαν ςτο ελλθνικό ζκνοσ, βλζπε μφκοσ Ρόμιςμα Οφκτου ι Οφττου, 350 – 250 π.Χ., με Ευρϊπθσ) και ςυμβολίηουν τουσ 12 μινεσ του Χρόνου, κάτι που ζχει το Δία και τον αετό του. μια βάςθ. Χθμειϊνεται ότι ςφμφωνα με τουσ αρχαίουσ ςυγγραφείσ, οι αρχαίοι Αιγφπτιοι είχαν παρεμφερι κρθςκεία με τουσ Ζλλθνεσ (Βλζπε και «Οίβυοσ και Ξρθτικόσ Δίασ») και ο ζνασ λαόσ αντζγραφε ι παραποιοφςε τουσ κρθςκευτικοφσ μφκουσ του άλλου. Χθμειϊνεται επίςθσ ότι κάνοντασ ετυμολογία του ονόματοσ του πατζρα του Δία, 9

δθλαδι τθσ ονομαςίασ «Ξρόνοσ», βλζπουμε ότι θ ονομαςία αυτι είναι θ λζξθ Χρόνοσ και ετυμολογικά παράγεται από το: εκ- ρζω > εκ-ροι, Ξρόνοσ, κρουνόσ, (ε)κρζματα > χριματα.... Βλζπε και λεξικό “Αρχαίασ Ελλθνικισ”, Λ. Χιδζρθ: «κρόνοσ = ο χρόνοσ, κρονόλθροσ = ο γζροσ, ο πολφχρονοσ και ξεμωραμζνοσ άνκρωποσ, Επομζνωσ ο Ξρόνοσ είναι ο χρόνοσ, ο γενάρχθσ μα και φονιάσ των πάντων, άρα ο άςτοργοσ πατζρασ. Σ Ξρόνοσ > χρόνοσ είναι εκείνοσ που φζρνει τθ ηωι (ΗΕΩΧ), κακϊσ και τθν ανάςταςθ τθσ φφςθσ τθν Άνοιξθ, αλλά και που ςτθ ςυνζχεια τθν τρϊει άςπλαχνα με το κάνατο ςτα γθρατειά. Σ Χρόνοσ ωσ ςτοιχείο γεννιζται όπου υπάρχει Γθ και Συρανόσ και ςτθ βαςιλεία του (ςτο χρόνο) όλα γεννιοφνται, αλλά και όλα πεκαίνουν. Ψο μόνο που δεν πεκαίνει ι που δεν τρϊει ο Ξρόνοσ (ο χρόνοσ) είναι θ ηωι, ο Δίασ ι Ηευσ. Επιβιϊνει με τζχναςμα, με το κλείςιμό τθσ μζςα ςε ςπόρο, κάτι ωσ γίνεται με αυτόν που μπαίνει ςε ςπιλαιο, οπότε ο Ξρόνοσ (χρόνοσ) τρϊει το ςϊμα, τθν φλθ και θ ηωι γλιτϊνει και αναβιϊνει κατόπιν ωσ παιδί. Αυτόσ είναι και ο λόγοσ που θ ελλθνικι μυκολογία λζει ότι ο Ξρόνοσ εξαπατικθκε από τθ Φζα δίνοντάσ του να φάει μια πζτρα αντί για το νεογζννθτο Δία.

Τα γζνθ των κεϊν και των ανκρϊπων και θ Τιτανομαχία Χφμφωνα με τθν ελλθνικι μυκολογία αρχικά υπιρχε μόνο το γζνοσ των κακϊν κεϊν (των καλοφμενων Ψιτάνων, Γιγάντων κ.α.), οι οποίοι κατοικοφςαν ςτα Ψάρταρα και είχαν αρχθγό του τον Ξρόνο, τον πατζρα του Δία. Ψουσ κακοφσ κεοφσ νίκθςε ο Δίασ ςτθν καλοφμενθ Ψιτανομαχία και δθμιοφργθςε ςτθ ςυνζχεια το γζνοσ των καλϊν κεϊν (= θ επικράτθςθ τθσ ειρινθσ, του καλοφ). Σι καλοί κεοί (= ο Δίασ, ο Υοςειδϊνασ, θ Ακθνά κ.τ.λ.) κατοικοφςαν ςτθν κορφι του Σλφμπου – απϋ όπου και Σλφμπιοι - και ςτον Συρανό, για να επιςτατοφν από ψθλά το γζνοσ των ανκρϊπων, που κατοικοφςε ςτθ γθ, κακϊσ και το γζνοσ των θμίκεων. Σι θμίκεοι ( = ο Θρακλισ, ο Πίνωασ κ.α.) ιςαν παιδιά μεταξφ κεϊν και ανκρϊπων και ιταν κάτι όπωσ ο Χριςτόσ ςτθ Χριςτιανικι Κρθςκεία, που ιταν γιοσ του κεοφ και τθσ παρκζνου Παρίασ. Σ Δίασ, προκειμζνου να γίνει κυρίαρχοσ του κόςμου, καταρχιν νίκθςε τουσ κακοποιοφσ Ψιτάνεσ ςτθν επονομαηόμενθ Ψιτανομαχία, θ οποία ζγινε ςτθν Ξνωςό τθσ Ξριτθσ, ςφμφωνα με το Διόδωρο. Χτθ μάχθ αυτι ο Δίασ τελικά νίκθςε, επειδι με τθ ςυμβουλι τθσ Γαίασ ελευκζρωςε τουσ Ξφκλωπεσ και τουσ Εκατόγχειρεσ, που οι Ψιτάνεσ τουσ είχαν φυλακίςει ςτα Ψάρταρα οπότε αυτοί από ευγνωμοςφνθ βοικθςαν το Δία εναντίον των Ψιτάνων. Βοικθςαν, επίςθσ, και θ κόρθ του Δία Ακθνά, που πολεμοφςε ςαν άντρασ και του Θρακλι και του Διόνυςου ωσ ςυμπαραςτάτεσ. Πετά αναμετρικθκε με τουσ Γίγαντεσ, αλλά θ πιο οδυνθρι ςφγκρουςθ ιταν αυτι με τον Ψυφϊνα, ο οποίοσ κατάφερε να τραυματίςει το Δία. Τμωσ με τθν πονθριά του Ερμι και του Υάνα είχαμε πάλι αίςιο τζλοσ για τουσ Σλφμπιουσ και ιδιαίτερα για το Δία. Πετά από όλεσ αυτζσ τισ περιπζτειεσ ζγινε θ μοιραςιά ανάμεςα ςτα τρία αδζρφια. Σ Δίασ ανζλαβε τθ βαςιλεία του Συρανοφ, ο Υοςειδϊνασ τθ κάλαςςα και ο Αδθσ τον Ξάτω Ξόςμο Χφμφωνα με άλλουσ μφκουσ, όταν ο Δίασ μεγάλωςε, οι Ρφμφεσ του αποκάλυψαν τα πάντα, ςχετικά με το ςκλθρόκαρδο πατζρα του και για όλεσ τισ περιπζτειεσ που πζραςε θ μθτζρα του και ο ίδιοσ μζχρι να φτάςει ς' αυτι τθν θλικία. Πε τισ πολφτιμεσ ςυμβουλζσ, τισ ευχζσ και τα μαγικά βότανα των Ρυμφϊν και ιδιαίτερα τθσ Πιτιδασ ζφταςε μπροςτά ςτον Ξρόνο· του αποκάλυψε τθν 10

ταυτότθτά του και ηιτθςε το κρόνο του. Αυτόσ αρνικθκε, αλλά ο Δίασ μετά από μακροχρόνια πάλθ κατάφερε να τον ακινθτοποιιςει. Χτθ ςυνζχεια του ζδωςε ζνα βοτάνι και αμζςωσ ο Ξρόνοσ ξζραςε τα υπόλοιπα παιδιά του, τθν Ιρα και μετζπειτα νόμιμθ ςφηυγο του, τθν Εςτία, τθ Διμθτρα, τον Υοςειδϊνα και τον Υλοφτωνα. Ακολοφκωσ και όταν ο Δίασ ανακθρφχκθκε κεόσ και μάλιςτα επικεφαλισ των κεϊν του Σλφμπου (του Σλυμπιακοφ Υανκζου), ζδειξε τθν ευγνωμοςφνθ του ς' όλα τα πλάςματα που τον βοικθςαν ςτθν ανατροφι του. Ξαταρχιν επιςκζφτθκε τθ γενζτειρά του τθ Δίκτθ και ζκτιςε εκεί μια πόλθ, δείγμα τθσ αγάπθσ του γι αυτιν. Ζκτοτε μάλιςτα δεν παρζλειπε να επιςκζπτεται τθ Δίκτθ κάκε χρόνο. Αμζςωσ μετά ζκανε τθν Αμάλκεια και τον αετό αςτεριςμοφσ και ςτα χαριτωμζνα περιςτζρια ανζκεςε τθν ευχάριςτθ υπθρεςία να αναγγζλλουν τισ εποχζσ Θ φπαρξθ, το όνομα, θ επίγεια ηωι, ο κάνατοσ και θ μετάςταςθ-κεοποίθςθ του Δία Περικοί λζνε ότι ο Δίασ δεν υπιρξε. Ωςτόςο οι αρχαίοι Ζλλθνεσ, όπωσ μασ πλθροφοροφν οι Διόδωροσ, Χτράβωνασ κ.α., πίςτευαν ότι ο Δίασ εν ηωι ιταν ζνασ άνκρωποσ και μάλιςτα βαςιλιάσ που γεννικθκε, μεγάλωςε και πζκανε ςτθν Ξριτθ και μετά το κάνατό του, λόγω των εξαίρετων πράξεων που είχε κάνει εν ηωι, κεοποιικθκε. Δθλαδι θ κεοποίθςθ του Δία ζγινε όπωσ ζγινε και με το Χριςτό και τουσ Αγίουσ ςτθ χριςτιανικι κρθςκεία. Απλϊσ ο Χριςτόσ δεν ιταν βαςιλιάσ, αλλά ζνασ απλόσ πολίτθσ. Αντίκετα ο Δίασ ιταν γιοσ ενόσ βαςιλιά τθσ Ξριτθσ με το όνομα Ξρόνοσ, τον οποίο ο Δίασ εκκρόνιςε, επειδι δεν ιταν καλόσ και πιρε αυτόσ τθ βαςιλεία. Πετά που πζκανε ο Δίασ, επειδι είχε προςφζρει πάρα πολλά ςτουσ ανκρϊπουσ, οι άνκρωποι τον ζκαναν και βαςιλιά του Σλφμπου. Σ Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, ςχετικά με τθν επίγεια ηωι του Δία αναφζρει ότι οι Ατλάντιοι τθσ Οιβφθσ (Αφρικισ) ιςχυρίηονται τα εξισ: «Σ Δίασ νίκθςε τον πατζρα του Ξρόνο και τουσ Ψιτάνεσ και γενικά επζδειξε μεγάλο ηιλο ςτο να τιμωρεί τουσ αςεβείσ και τουσ πονθροφσ, αλλά και ςτο να ευεργετεί τα πλικθ. Για όλα αυτά μετά τθ μετάςταςι του από τουσ ανκρϊπουσ ονομάςτθκε Ηθν, διότι κεωρικθκε αιτία του καλϊσ ηειν των ανκρϊπων, ενϊ εκείνοι που είχαν ευεργετθκεί του ζκαναν τθν τιμι να το εγκαταςτιςουν ςτον ουρανό και όλοι πρόκυμα τον αγόρευςαν κεό και κφριο του ςφμπαντοσ κόςμου ςτον αιϊνα το άπαντα….>>. (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, βίβλοσ 3, 61, 4-6) Σ Διόδωροσ, ςχετικά με τθν επίγεια ηωι του Δία, αναφζρει ότι οι Ξριτεσ ιςχυρίηονται τα εξισ: «Ψοφτοσ ο κεόσ (ο Δίασ), λοιπόν, ξεπζραςε όλουσ τουσ άλλουσ ςε ανδρεία, ςφνεςθ και δικαιοςφνθ, αλλά και ς’ όλεσ τισ υπόλοιπεσ αρετζσ, γι αυτό και παραλαμβάνοντασ τθ βαςιλεία από τον Ξρόνο, πρόςφερε πολλζσ και μεγάλεσ ευεργεςίεσ ςτουσ ανκρϊπουσ. Διότι πρϊτα απ όλα δίδαξε ςτουσ ανκρϊπουσ τθν απονομι τθσ δικαιοςφνθσ….. ο ίδιοσ γφριςε κι ολόκλθρθ ςχεδόν τθν οικουμζνθ, ςκοτϊνοντασ τουσ λθςτζσ και τουσ αςεβείσ και ειςάγοντασ τθν ιςότθτα και δθμοκρατία. Ξαταρχιν, ο Δίασ, αναμετρικθκε και νίκθςε τουσ Ψιτάνεσ τθσ γενζτειράσ του Κριτθσ, το Πφλινο και τθν παρζα του και ςτθ Φρυγία τον Ψυφϊνα και τουσ δικοφσ του, μετά τθσ Πακεδονίασ, τθσ Λταλίασ…. Για το Δία, λοιπόν, λζνε πωσ όχι μόνο αφάνιςε άρδθν από τουσ ανκρϊπουσ τουσ αςεβείσ και πονθροφσ, αλλά και πωσ απζνειμε τιμζσ ςτουσ άριςτουσ κεοφσ και των θρϊων ακόμθ και των ανκρϊπων. Από το μζγεκοσ τθσ ευεργεςίασ και τθν υπεροχι τθσ δφναμθσ του, ςυμφϊνθςαν όλοι οι άνκρωποι να του παραχωριςουν τθν αιϊνια βαςιλεία και τθν παραμονι ςτον Τλυμπο. Ξακιερϊκθκε, επίςθσ, να του προςφζρονται περιςςότερεσ 11

κυςίεσ απϋ όλουσ τουσ άλλουσ τουσ κεοφσ, και, μετά τθ μετάςταςι του από τθ γθ ςτον ουρανό, είχε γεννθκεί ςτισ ψυχζσ εκείνων που είχαν ευεργετθκεί από αυτόν θ δίκαιθ πίςτθ ότι εκείνοσ ιταν ο κφριοσ όλων όςων γίνονται ςτον ουρανό και εννοϊ τισ βροχζσ, τουσ κεραυνοφσ κι όλα τα παρόμοια. Για το λόγο αυτό, άλλωςτε, τον ονόμαηαν Ηινα, επειδι οι άνκρωποι πιςτεφουν πωσ εκείνοσ είναι το αίτιο του ηθν («προςαγορευκιναι Ηινα μεν από του δοκείν τοισ ανκρϊποισ αίτιον είναι του ηθν»), κακϊσ κάνει τουσ καρποφσ να ωριμάηουν φτιάχνοντασ τισ κατάλλθλεσ κλιματολογικζσ ςυνκικεσ. Ψον ονομάηουν, επίςθσ, πατζρα (λατινικά Jupiter) για τθ φροντίδα και τθν εφνοια που δείχνει προσ όλουσ τουσ ανκρϊπουσ, αλλά και γιατί κεωρείται ωσ πρϊτθ αρχι του γζνουσ των ανκρϊπων, κακϊσ και φπατο βαςιλιά, από τθν αρχι τθσ εξουςίασ του, αλλά και Ευβουλζα και Υάνςοφο από τθ ςοφία που ζχουν οι ςωςτζσ ςυμβουλζσ του……….>> (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, βίβλοσ 5, 71 - 72) Χθμειϊνεται επίςθσ ότι θ αιτιατικι του ονόματόσ του κεοφ Δία ζχει δυο τφπουσ: Zινα και Δία και ςφμφωνα με τον Υλάτωνα θ διπλι ονομαςία, προζρχεται από ζναν χωριςμό του ονόματοσ του κεοφ ςε δυο τμιματα. Ζτςι άλλοι χρθςιμοποιοφν το ζνα τμιμα του και τον ονομάηουν «Zινα», και άλλοι το άλλο τμιμα του ονομάηοντάσ τον «Δία». Χυςχετίηοντασ όμωσ τουσ δυο τφπουσ αποκαλφπτει κανείσ τθν πραγματικι φφςθ του κεοφ ωσ "ο δίδων ηωι" (Δίασ Zευσ), πράγμα το οποίο ταιριάηει ςτο όνομα και ο κεόσ μπορεί να το εκτελεί: Aτζχνωσ γαρ εςτιν οίον λόγοσ το του Διόσ όνομα, διελόντεσ δε αυτό διχι οι μεν τω ετζρω μζρει, οι δε τω ετζρω χρϊμεκα. Oι μεν γαρ «Zινα» οι δε «Δία» καλοφςιν, ςυντικζμενα δ' εισ εν δθλοί τθν φφςιν του κεοφ, ο δθ προςικειν φαμζν ονόματι οίω τε είναι απεργάηεςκαι...

12

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 2ο Ο ΔΙΑ΢, Η ΙΔΗ, ΟΙ ΙΔΑΙΟΙ ΔΑΚΣΤΛΟΙ & Η ΝΗ΢Ο΢ ΙΔΑΙΑ ή ΚΡΗΣΗ

1. ΟΛ ΟΝΟΜΑΣΛΕΣ ΛΔΑΛΑ ΚΑΛ Κ΢ΘΤΘ

Ο Λίβυοσ (Άμμων) και ο Κρθτικόσ Δίασ και θ ονομαςία τθσ νιςου Λδαίασ ι Κριτθσ Σ Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, ςχετικά με τθν ονομαςία τθσ Ξριτθσ, αναφζρει ότι ςφμφωνα με το μφκο των Ατλάντιων τθσ Οιβφθσ (= Αφρικισ), μφκο όμωσ που δεν αποδζχονται λζει οι Ξριτεσ, υπιρχαν δυο κεοί με το όνομα Δίασ. Από αυτοφσ ο προγενζςτεροσ ιταν ντόπιοσ Ξρθτικόσ, αδελφόσ του Συρανοφ (γιοσ τθσ Φζασ και του Ξρόνου), ο οποίοσ όταν ζγινε βαςιλιάσ τθσ νιςου ονόμαςε το νθςί «Λδαία» από τθ γυναίκα του Λδαία και κάφτθκε εκεί μετά τον κάνατό του. Σ μεταγενζςτεροσ Δίασ ιταν λζει Οίβυοσ (Αφρικανόσ), γιοσ τθσ Φζασ και του Άμμωνα ( αδελφοφ του Ξρόνου, πρϊθν ςυηφγου τθσ Φζασ), ο οποίοσ μετά τθν ιττα του από τον Ξρόνο για τθ βαςιλεία, διζφυγε από τθ Οιβφθ (Αφρικι) ςτθν Ξριτθ όπου νυμφεφτθκε τθν κόρθ ενόσ από τουσ Ξουριτεσ που βαςίλευαν εκεί τότε, ανζλαβε τθν εξουςία του τόπου και το νθςί που μζχρι τότε ονομαηόταν Λδαία το μετονόμαςε Κριτθ από το όνομα τθσ γυναίκα του, πρβ: Λ. Ο ΜΥΚΟΣ ΤΩΝ ΛΛΒΥΩΝ > (Δηόδωξνο ΢ηθειηώηεο, βίβινο 3, 61) > (Δηόδωξνο, βίβινο 3, 68) (Δηόδωξνο, βίβινο 3, 71) (Δηόδωξνο, βίβινο 3, 73)

ΛΛ. Ο ΜΥΚΟΣ ΤΩΝ Κ΢ΘΤΩΝ «… Σι Ξριτεσ, λοιπόν, διθγοφνται το μφκο πωσ τον καιρό που οι Ξουριτεσ ιταν νζοι υπιρχαν οι λεγόμενοι Ψιτάνεσ. Αυτοί κατοικοφςαν ςτθν περιοχι τθσ Ξνωςοφ, εκεί όπου και τϊρα δείχνουν κεμζλια του οίκου τθσ Φζασ και άλςοσ κυπαριςςιϊν αφιερωμζνο ςτθ κεά από τα πολφ Σήλνο Κπθιάδωλ, 330 π.Χ. κε θεθαιή ηνπ Ακκωλα παλιά χρόνια. Σι Ψιτάνεσ ιταν ζξι άντρεσ και πζντε γυναίκεσ τον αρικμό, για τουσ οποίουσ άλλοι μυκολογοφν ότι ιταν παιδιά του Συρανοφ και τθσ Γθσ και άλλοι λζνε πωσ πατζρασ τουσ ιταν ζνασ Ξουριτθσ και θ μθτζρα τουσ θ Ψιταία από τθν οποία και πιραν το όνομά τουσ. Αγόρια ιταν ο Ξρόνοσ, ο Ωπερίωνασ και ο Ξρίοσ, ςτθ ςυνζχεια ο Λαπετόσ και ο Ξριόσ και τελευταίοσ ο Ωκεανόσ, ενϊ αδελφζσ τουσ ιταν θ Φζα, θ Κζμισ και θ Πνθμοςφνθ, κακϊσ και θ Φοίβθ και θ Ψθκφσ. Τλοι τουσ ζγιναν εφευρζτεσ κάποιων αγακϊν για τθν ανκρωπότθτα και λόγω τθσ ευεργεςίασ τουσ δζχτθκαν τιμζσ και ζμεινε θ μνιμθ τουσ αιϊνια. Σ Ξρόνοσ που ιταν ο μεγαλφτεροσ ςτθν θλικία ζγινε βαςιλιάσ και τουσ ανκρϊπουσ που είχε υπό υπθκόουσ τουσ ζβγαλε από τθν αγριότθτα και τουσ ζκανε να ηουν πολιτιςμζνα, γι αυτό και θ αποδοχι που ζτυχε από τουσ ανκρϊπουσ ιταν μεγάλθ, κακϊσ επιςκζφτθκε πολλά μζρθ τθσ οικουμζνθσ.» (Διόδωροσ Βιβλιοκικθ Λςτορικι 5,66) «… Χχετικά, όμωσ, με τθ γζννθςθ και τθ βαςιλεία του Δία, υπάρχουν διαφωνίεσ. Άλλοι λζνε πωσ μετά τθ μετάςταςθ του Ξρόνου από τουσ ανκρϊπουσ ςτουσ κεοφσ το διαδζχκθκε ςτθ βαςιλεία (ο Δίασ), χωρίσ να υποτάξει με βία τον πατζρα του (Ξρόνο), αλλά λαμβάνοντασ το αξίωμα νόμιμα και δίκαια, ενϊ άλλοι παραδίδουν το μφκο ότι δόκθκε χρθςμόσ ςτον Ξρόνο, ςχετικά με τθ γζννθςθ του Δία ότι ο γιοσ που κα γεννιςει κα του πάει αποςπάςει βίαια τθ βαςιλεία. Ζτςι ο Ξρόνοσ αφάνιηε κάκε 14

φορά τα παιδιά του που γεννιόνταν. Θ Φζα αγανάκτθςε, αλλά μθ μπορϊντασ να αλλάξει τθν απόφαςθ του άντρα τθσ πιγε και γζννθςε το Δία ςτο όροσ που λζγεται Μδθ, («τον Δία τεκοφςαν εν τθ προςαγορευομζνθ Μδθ») και ςτθ ςυνζχεια τον ζδωςε κρυφά να το ανακρζψουν οι Ξουριτεσ που κατοικοφςαν πλθςίον τθσ Μδθσ. Εκείνοι τον πιγαν ςε κάποιο ςπιλαιο και τον παρζδωςαν ςτισ Ρφμφεσ, με τθν εντολι να τον περιποιοφνται με τθ μεγαλφτερθ φροντίδα. Σι Ρφμφεσ ανακατεφοντασ μζλι και γάλα ζκρεψαν το παιδί και το τάιηαν από το μαςτό τθσ αίγασ που ονομαηόταν Αμάλκεια. Υολλά ςθμάδια τθσ γζννθςθσ και τθσ διατροφισ του κεοφ παραμζνουν μζχρι ςιμερα ςτο νθςί. Οζνε, για παράδειγμα, πωσ κακϊσ τον μετζφεραν νιπιο οι Ξουριτεσ ζπεςε ο ομφαλόσ του κοντά ςτο ποτάμι που ονομάηεται Ψρίτωνασ και πωσ από κείνο το γεγονόσ ζγινε ιερόσ τοφτοσ ο τόποσ και ονομάςτθκε ομφαλόσ (αφαλόσ), κακϊσ και το γφρω πεδίο ονομάςτθκε «ομφάλειον». Ξατά δε τθν Μδθ, όπου ςυνζβθκε να ανατραφεί ο κεόσ, ζγινε ιερι και το ςπιλαιο μζςα ςτο οποίο διατράφθκε, όςο και τα γφρω λιβάδια που είναι ςτθν κορυφι του όρουσ αφιερϊκθκαν ςε εκείνον. Ψο πιο καταπλθκτικό, που αναφζρουν, όμωσ, οι μφκοι είναι εκείνο με τισ μζλιςςεσ και δεν πρζπει να το παραλείψουμε, γιατί λζνε πωσ κζλοντασ ο κεόσ να διαφυλαχκεί θ ανάμνθςι τθσ ςτενισ ςχζςθσ που είχε μ’ αυτζσ, άλλαξε το χρϊμα τουσ και το ζκανε να μοιάηει με χαλκό που χρυςίηει και κακϊσ ο τόποσ βρίςκεται ςε πολφ μεγάλο υψόμετρο και οι άνεμοι που φυςοφνε είναι δυνατοί και το χιόνι που πζφτει πολφ, ζκανε τισ μζλιςςεσ να είναι ανεπθρζαςτεσ και απρόςβλθτεσ, μια και ηοφνε ςε τόπουσ όπου οι χειμϊνεσ είναι βαρείσ. Τςο για τθν αίγα (Αμάλκεια) που τον ανζκρεψε, ο Δίασ τθσ απζνειμε μεν και άλλεσ τιμζσ, αλλά πιρε από αυτιν τθν επωνυμία Αιγίοχοσ. Πταν ζφταςε ςτθν θλικία τθσ άνδρωςθσ, λζνε πωσ πρϊτα ίδρυςε μια πόλθ ςτθν περιοχι τθσ Δίκτθσ, όπου και ςυγκεκριμζνα μυκολογείται ότι ζγινε θ γζννθςι του(«πόλιν κτίςαι περί τθν Δίκταν, όπου και τθν γζνεςιν αυτου γενζςκαι»), θ πόλθ τοφτθ εγκαταλείφκθκε τα κατοπινά χρόνια, αλλά ςϊηονται ακόμθ βάςεισ κεμελίων τθσ…: «…ανδρωκζντα δ’ αυτόν φαςί πρϊτον πόλιν κτίςκαι περί τθν Δίκτα, όπου και τθν γζνεςθν αυτοφ μυκολογοφςιν»…>> (Διόδωροσ Βιβλιοκικθ Λςτορικι 5, 70)

Χθμειϊνεται ότι: 1) Από τα ωσ άνω λεγόμενα του Διόδωρου γίνεται φανερό ότι παλιά θ Ξριτθ λεγόταν και με το όνομα Λδαία και γι αυτό και τα: Λδομενζασ, Λδαία όρθ = τα Ξρθτικά όρθ, Λδαίοσ Θρακλισ = ο Ξρθτικόσ Θρακλισ, Λδαίοι (Δάκτυλοι) = οι Ξριτεσ κλπ. 2) Τπωσ ςιμερα υπάρχουν διαφορετικά δόγματα (βλζπε π.χ. Ξακολικοφσ και Σρκόδοξουσ) ζτςι υπιρχαν και παλιά. Θ κρθςκεία του Δία για τουσ Ζλλθνεσ ιταν δθμιοφργθμα Ξρθτικό και τθν αποδζχονταν οι περιςςότερεσ ελλθνικζσ πόλεισκράτθ (Πακεδονία, Ακινα, Χπάρτθ κλπ). Θ Κρθςκεία του Οίβυου ι άλλωσ Άμμωνα Δία ιταν δθμιοφργθμα των Οίβυων και τθν αποδζχονταν οι Αιγφπτιοι, οι Ξάρεσ, οι Φοίνικεσ κ.α. Ωςτόςο και μερικοί Ζλλθνεσ λάτρευαν το Οίβυο Δία, κάτι ωσ γίνεται ςιμερα με κάποιουσ κακολικοφσ Ζλλθνεσ ςτα Δωδεκάνθςα. 3) Ωπενκυμίηεται ότι ςτθν Ελλθνικι μυκολογία, θ Αμάλκεια είναι αίγα(γροσ) και όχι γυναίκα όπωσ λζει ο μφκοσ των Ατλάντιων. Σμοίωσ το κζρασ τθσ Αμάλκειασ είναι το κζρατο τθσ αίγασ Αμάλκειασ που όποιοσ το είχε του ζφερνε ευτυχία και όχι το κζρατο του κεοφ Άμμωνα, όπωσ λζει ο μφκοσ των Ατλάντιων. Σμοίωσ ο Τλυμποσ (απϋ όπου και Σλφμπιοσ) είναι βουνό, όπου κατοικοφςαν οι κεοί μετά τθ μετάςταςι τουσ, και όχι επιμελθτισ, όπωσ λζει ο μφκοσ των Ατλάντιων κ.α. 15

3. ΤΑ Ο΢Θ ΚΑΛ ΤΑ ΕΚΝΘ ΤΘΣ Κ΢ΘΤΘΣ

ΤΑ ΛΕΥΚΑ Ο΢Θ ΚΑΛ Θ ΛΔΘ Ι ΛΔΑΛΑ Ο΢Θ Σ Χτράφωνασ, το αρχαίο Πζγα Ετυμολογικό Οεξικό, ο Άρατοσ, ο Διόδωροσ κ.α. αναφζρουν ότι με τθν ονομαςία «Λδαίον όροσ» ονομάηεται το πιο ψθλό από τα βουνά τθσ Ξριτθσ (άρα το βουνό που ςιμερα λζγεται Ψθλορείτθσ) και με το όνομα «θ Δίκτθ» το όροσ που βρίςκεται κοντά (ςχεδόν «Λδαίοο») ςτο «Λδαίο όροσ» και όπου γεννικθκε ο Δίασ. Σ Χτράβωνασ (Γεωγραφικά Λ’, C 471, ΛΛΛ 20 και Γεωγραφικά Λ, C 473, ΛΛΛ, 22) αναφζρει επίςθσ ότι με τθν ονομαςία «Μδθ» παλιά ονομάηονταν οι κορφζσ (άρα με τθν ονομαςία «Μδθ» εννοείται αυτό που ςιμερα λζμε οροςειρά) ςτθν Ξριτθ και ςτθν Π. Αςία που είχαν αφιερωκεί ςτθ κεά Φζα, κακϊσ και ότι ςτθν Μδθ τθσ Ξριτθσ ςυμπεριλαμβάνεται θ Δίκτθ και ο λόφοσ Υφτνα, όπου θ πόλθ Λεράπυτνα (= θ ςθμερινι Λεράπετρα, πόλθ κείμενθ ςτισ ανατολικζσ πρόποδεσ τθσ Δίκτθσ), πρβ: «Ίδη όρος σπάρτει ζηην Σρφάδα και ζηην Κρήηη. Δίκηη είναι ηόπος ζηη ΢κηυία και όρος ζηην Κρήηη. Λόθος ηης Ίδης είναι η Πύηνα, απ’ όποσ και η Ιεραπσηνα η πόλη». (΢ηξάβσλ, Γεσγξαθηθά Ι’, C 471, ΙΙΙ 20) «Λένε πως ονομάζηηκαν Ιδαίοι Δάκησλοι οι πρώηοι κάηοικοι ζηοσς πρόποδες ηης Ίδης. Πόδες λέγονηαι οι πρόποδες και κορσθές, οι μύηες ηφν βοσνών. Οι διάθορες κορσθές ηης Ίδης, ποσ ήηαν όλες αθιερφμένες ζηη μηηέρα ηφν θεών (ηη Ρέα), λέγονηαν Δάκησλοι…….. Υπονοούν μάλιζηα πως απόγονοι ηων Ιδαίων Δακηύλων είναι οι Κοσρήηες και οι Κορσβάνηες. Οι πρώηοι εκαηό ποσ γεννήθηκαν ζηην Κρήηη ονομάζηηκαν Ιδαίοι Δάκησλοι. Απόγονοί ηοσς αναθέρονηαι εννέα Κοσρήηες. Ο καθένας ηοσς έκανε δέκα παιδιά, ηοσς Ιδαίοσς Δακηύλοσς…» (΢ηξάβσλ, Γεσγξαθηθά Ι, C 473, ΙΙΙ, 22) «Η

Κπήηη είναι οπεινή και δαζυμένη, με εύθοπερ κοιλάδερ. Τα δςηικά αοςνά ηηρ λέβονηαι Λεςκά. Είναι ζσεδόν όζο ο Ταΰβεηορ ςτηλά, ενώ ζηο μήκορ εκηείνονηαι όζο ηπιακόζια ζηάδια και διαμοπθώνοςν πάση πος ζηαμαηάει ζηα ζηενά. Σηο μέζον είναι ηο πιο θαπδύ από ηα αοςνά, ηο Ιδαίον όπορ, ηο πιο τηλό απ όλα, με πεπίμεηπο εξακοζίυν ζηαδίυν. Γύπυ ηος απίζκονηαι οι πιο καλέρ πόλειρ. Υπάπσοςν και άλλα αοςνά, ιζοςτή με ηα Λεςκά, άλλα ππορ νόηο και άλλα ππορ αναηολή. (Γεσγξαθηθά Η’, c 475, ΗV 4 ) «ζμπαλιν εισ όμουσ τετραμμζναι’ ει ετεόν γε Ξριτθκεν κείναι γε Διόσ μεγάλου ιότθτι ουρανόν ειςανζβθςαν, ο μιν τότε κουρίηοντα Δίκτω εν ευϊδει όρεοσ ςχεδόν Λδαίοιο άντρω εγκατζκεντο και ζτρεφον εισ ενιααυτόν, Δικταίοι Ξοφρθτεσ ότε κρόνον εψεφςαντο» ( Άρατοσ, Φαινόμενα 30 - 50)

«Δίκτω εν ευϊδει όρεοσ ςχεδόν Λδαίοιο, από το Δίκτον. Είρθται παρά το τζκω τίκτω τισ οφςα, από εκεί τεχκιναι τον Δία» ( Πζγα Ετυμολογικό Οεξικό) «oργιςκείςα δε επί τοφτοισ Φζα παραγίνεται μεν εισ Ξριτθ, οπθνίκα τον Δία εγκυμονοφςα ετφγχανε, γεννά δε εν τω άντρω τθσ Δίκτθσ Δία.» (Απολλόδωροσ Βιβλιοκικθ Α, 1, 7) «Πυκεφουςιν εν Ξριτθ γενζςκαι τθν Διόσ τζκνωςιν επί τθσ Δίκτθσ, εν θ και απόρρθτοσ γίνεται κυςία» (Αγακοκλισ)

16

«Σμιλθτισ ζφθ γενζςκαι του Διόσ και φοιτϊν (ο Πίνωσ) εισ το Δικταίο Τροσ, εν ω τραφιναι τον Δία μυκολογοφςιν οι Ξριτεσ υπό των Ξουριτων...» (Διονφςιοσ Αλικαρναςεφσ) «ανδρωκζντα δ´ αυτόν φαςι πρϊτον πόλιν κτίςαι περί τθν Δίκταν, όπου και τθν γζνεςιν αυτου γενζςκαι μυκολογοφςιν· θσ εκλειφκείςθσ εν τοισ φςτερον χρόνοισ διαμζνειν ζτι και νυν ζρματα των κεμελίων» (Διόδωροσ Βιβλιοκικθ Λςτορικι 5, 70)

Χθμειϊνεται επίςθσ ότι: 1) Σ Χτράβωνασ, ςχετικά με τθ Δίκτθ, αναφζρει και τα εξισ: «Ξαι θ Δίκτθ βρίςκεται κοντά, όχι βζβαια, κακϊσ λζει ο Άρατοσ, κοντά ςτο Λδαίο όροσ. Θ Δίκτθ από τθν Μδθ απζχει 1000 ςτάδια. Βρίςκεται ςτα ανατολικά τθσ, κι απζχει και χίλια επίςθσ εκατό ςτάδια από το Χαμϊνιο. Ανάμεςα ςε Χαμϊνιο και Χερςόνθςο ιταν χτιςμζνθ θ Υράςοσ, πάνω από τθ κάλαςςα, ςτα εξιντα ςτάδια. Ψθν κατζςτρεψαν οι Λεραπφτνιοι. Οζνε επίςθσ ότι δεν ζχει δίκιο o Ξαλλίμαχοσ, όταν ιςτορεί ότι θ Βριτόμαρτισ καταφεφγοντασ τθ βία του Πίνωα από τθ Δίκτθ, πιάςτθκε ςτα δίχτυα των ψαράδων κι ζτςι οι Ξυδωνιάτεσ τθν είπαν Δίκτυννα και το βουνό Δίκτθ. Θ Ξυδωνία δεν ζχει καμιά ςχζςθ γειτονίασ με τουσ τόπουσ τοφτουσ, αφοφ βρίςκεται ςτα δυτικά του νθςιοφ. Βουνό τθσ Ξυδωνίασ είναι ο Ψίτυροσ. Τπου υπάρχει ιερό, όχι το Δικταίον, αλλά το Δικτφνναιο ». (Χτράβων, Γεωγραφικά Λ, C 479, ΛV, 12)

Θ ωσ άνω περιγραφι του Χτράβωνα, ςχετικά με τθ Δίκτθ, είναι λάκοσ ωσ προσ τισ ακριβείσ αποςτάςεισ, αφοφ από τθ μια αναφζρει ότι ςτθν Μδθ περιλαμβάνεται και ο λόφοσ Υφτνα όπου θ πόλθ Λεράπυτνα και από τθν άλλθ ότι θ Δίκτθ απζχει 1000 ςτάδια από τθν Μδθ και μόνο 100 ςτάδια από το ακρωτιριο Χαμϊνιο. Χωςτά όμωσ λζει ότι θ Δίκτθ δεν βρίςκεται ςτθν Ξυδωνία, όπωσ λζει ο Ξαλλίμαχοσ, αλλά ςτθν ανατολικι Ξριτθ. Σ Ξαλλίμαχοσ λζει ότι θ Δίκτθ βρίςκεται ςτθν Ξυδωνία, επειδι ζχει παραλλάξει το μφκο τθσ Κεάσ Βριτόμαρτθσ, για τουσ λόγουσ που κα δοφμε ςε άλλο μζροσ. 2) Χτα αρχαία κείμενα με τθν ονομαςία «θ Λδαία » λζγεται θ Ξριτθ και μια από τισ κόρεσ ενόσ από τουσ Ξουριτεσ, του Ξουριτθ Ξριτα, θ οποία ιταν και γυναίκα του Δία. Επίςθσ με τθν ονομαςία Μδθ λζγεται μια από τισ κόρεσ του Ξουριτθ Πελιςςζα (θ άλλθ λζγονταν Αδράςτεια) και θ οροςειρά τθσ Ξριτθσ, θ Μδθ ι Λδαία όρθ.

ΟΛ ΕΤΕΟΚ΢ΘΤΕΣ (ΛΔΑΛΟΛ ΔΑΚΤΥΛΟΛ Ι ΚΟΥ΢ΘΤΕΣ), ΟΛ ΚΥΔΩΝΕΣ ΚΑΛ ΟΛ: ΑΧΑΛΟΛ, ΔΩ΢ΛΕΛΣ, ΡΕΛΑΣΓΟΛ Σ Τμθροσ (Σδφςςεια, ραψωδία τ 178 – 183) αναφζρει ότι θ Ξριτθ μετά τα Ψρωικά είχε αναρίκμθτο κόςμο και 90 πόλεισ (ςτθν Λλιάδα Β 645 – 652 αναφζρει ότι θ Ξριτθ είχε 100 πόλεισ) με πρωτεφουςα τθν Ξνωςό, των οποίων οι κάτοικοι ιςαν άλλοι Ξφδωνεσ, άλλοι Ετεοκριτεσ, άλλοι Αχαιοί, άλλοι Δωριείσ και άλλοι Υελαςγοί. «Τπάξρεη θάπνηα ρώξα Κξήηε, ζηε κέζε ηνπ γπαιηζηεξνύ Πόληνπ, σξαία θαη γόληκε, πνπ βξέρεηαη από ζάιαζζα,. ΢’ απηή ππάξρνπλ πνιινί άλζξσπνη, αλαξίζκεηνη θαη ελελήληα πόιεηο. Μηινύλε αλάκεηθηε γιώζζα. ΢’ απηή ηε ρώξα θαηνηθνύλ Αταιοί, οι Κύδωνες, οι Δηεοκρήηες οι μεγαλόκαρδοι, κάποιοι από ηοσς μακροηρίτηδες ή ζηα ηρία τωριζμένοσς Γωριείς και οι θεϊκοί Πελαζγοί. ΢’ απηνύο πξσηεύνπζα είλαη ε Κλσζόο, κεγάιε πόιε, όπνπ βαζίιεπε ν Μίλσαο, ν ηζρπξόο, αγαπεηόο θίινο ηνπ Γία, ν παηέξαο ηνπ δηθνύ κνπ παηέξα, ηνπ κεγαιόςπρνπ Γεπθαιίσλα, ν Γεπθαιίσλαο είλαη απηόο πνπ γέλλεζε εκέλα (ηνλ Αίζσλα) θαη ην βαζηιηά Ιδνκελέα. Αιιά απηόο κε ηα θνίια (πνιεκηθά) πινία ζηελ Σξνία αλαρώξεζε καδί κε ηνπο Αηξείδεο, θη εγώ νλνκάδνκαη Αίζσλ, κηθξόηεξνο ζηελ ειηθία.» (Οδύζζεηα, ξαςσδία η 178 – 183)

17

Από τουσ ωσ άνω κατοίκουσ τθσ Ξριτθσ, ςφμφωνα με τουσ άλλουσ αρχαίουσ ςυγγραφείσ, άλλοι ιςαν αυτόχκονεσ και άλλοι επιλυδεσ, δθλαδι μετανάςτεσ, ζποικοι (ετυμολογία από το: επί + ζρχομαι, ιλκον κτλ.). Ειδικότερα και ςφμφωνα πάντα με τουσ αρχαίουσ ςυγγραφείσ (Θρόδοτο, Χτράβωνα, Διόδωρο κ.α.): Α. Αρχικά ςτθν Ξριτθ ηοφςαν οι «Ετεόκτθτεσ, οι οποίοι ιςαν λζει απόγονοι των καλοφμενων «Λδαίων Δακτφλων ι Ξουρθτϊν» και γι αυτό και κεωροφνταν αυτόχκονεσ ι γι αυτό και καλοφνταν ζτςι, δθλαδι «Ετεοκριτεσ» = οι πρϊτοι, οι γνιςιοι Ξριτεσ. Σι Λδαίοι Δάκτυλοι, ςφμφωνα με τθν Ελλθνικι Πυκολογία, ιταν αυτοί ςτουσ οποίουσ θ κεά Φζα παρζδωςε τον Δία ςτθν Ξριτθ, κρυφά από τον πατζρα του Ξρόνο, για να τον ανακρζψουν. Χφμφωνα επίςθσ με τον Υαυςανία, το Χτράβωνα κ.α, οι Λδαίοι Δάκτυλοι ονομάςτθκαν ζτςι επειδι κατοικοφςαν ςτουσ Δακτφλουσ (πρόποδεσ ι κορφζσ) τθσ οροςειράσ Μδθ ι Λδαία όρθ τθσ Ξριτθσ και κατ’ άλλουσ ιςαν άποικοι που είχαν ζρκει ςτθν Ξριτθ από τθ Φρυγία (Ψρωάδα) τθσ Π. Αςίασ προκειμζνου να επικουριςουν ςτθ γζννθςθ και ανατροφι του Δία και μετά παρζμειναν και κατ’ άλλουσ ιςαν ντόπιοι Ξρθτικοί που μερικοί από αυτοφσ μετοίκθςαν ςτθ Φρυγία τθσ Π. Αςίασ, κακϊσ και ςε άλλα μζρθ και γι αυτό υπάρχει οροςειρά Μδθ και ςτθν Ξριτθ και ςτθ Π. Αςία. Αναφζρουν επίςθσ ότι οι Ετεόκρθτεσ επι βαςιλιά Ξριτα είχαν δθμιουργιςει ζνα ςθμαντικό πολιτιςμό. Υρϊτοι αυτοί ςυγκζντρωςαν λζει τα πρόβατα ςε κοπάδια και εξθμζρωςαν τα υπόλοιπα είδθ ηϊων. Επίςθσ ανακάλυψαν τθ μελιςςοκομία, τθν τζχνθ του τόξου και του κυνθγίου, τθ ςυναναςτροφι και τθ ςυμβίωςθ μεταξφ των ανκρϊπων, αλλά ιταν και οι πρϊτοι που δίδαξαν τθν ομόνοια και κάποια ευταξία ςτθν κοινωνικι ηωι. Ανακάλυψαν επίςθσ τα ξίφθ, τα κράνθ και τουσ πολεμικοφσ χοροφσ. Β. Σι Δωριείσ, οι Αχαιοί και οι Υελαςγοί τθσ Ξριτθσ είχαν ζρκει ςτο νθςί όταν ιταν βαςιλιάσ των Ετεοκρθτϊν ο Ξρθκζασ. Χυγκεκριμζνα μετά τον Ξατακλυςμό του Δευκαλίωνα κάποιεσ φυλζσ από το Υελαςγικό Άργοσ (= θ Κεςςαλία) με αρχθγό το Δϊρο (απϋ όπου και θ ονομαςία «Δωριείσ») φεφγουν και πάνε ςτισ πλαγιζσ τθσ Τςασ και του Σλφμπου, ςτθν περιοχι που αρχικά λζγονταν «Εςτιϊτιδα» και μετά μετονομάςτθκε ςε «Δωρίδα». Από εκεί μετά ζνασ μζροσ από αυτοφσ με αρχθγό τον Ψζκταμο ι Ψεκταφο (ιταν γιοσ του Δϊρου του Ζλλθνα και παπποφσ του Πίνωα) φεφγουν και πάνε ςτθν Ξριτθ, θ οποία είχε πάκει μεγάλθ εριμωςθ από τον κατακλυςμό του Δευκαλίωνα και καταλαμβάνουν ζνα μζροσ του νθςιοφ. Για τον ίδιο λόγο και τθν ίδια εποχι ιρκαν ςτθν Ξριτθ από τθ Κεςςαλία και κάποιεσ φυλζσ των Αχαιϊν και των Υελαςγϊν. Σι Δωριείσ κατοίκθςαν ςτα ανατολικά του νθςιοφ, οι Ξφδωνεσ ςτα δυτικά, οι Ετεόκρθτεσ ςτα νότια και οι υπόλοιποι ςτο εςωτερικό. Γ. Χφμφωνα με το Χτράβωνα οι Ξφδωνεσ ιςαν αυτόχκονεσ Ξριτεσ και ςφμφωνα με τουσ Υαυςανία, Υλάτωνα κ.α. ιςαν επιλυδεσ, δθλαδι μετανάςτεσ που είχαν ζρκει ςτο νθςί από τθν Αρκαδία – Γορτυνία τθσ Υελοποννιςου (εξ ου και θ Γόρτυνα τθσ Ξριτθσ) και με αρχθγοφσ τουσ γιουσ: Ξφδωνα, Γόρτυ και Ξατρζα του Ψεγεάτθ βαςιλιά Ουκάονα και ζκτιςαν τισ πόλεισ που φζρουν το όνομά τουσ: Ξυδωνία, Γόρτυνα κ.α., κάτι που είναι και θ αλικεια, αφοφ αυτό απεικονίηεται και ςτα νομίςματά των πόλεων αυτϊν.

18

«Σ Ψζκταμοσ του Δϊρου, του γιου του Ζλλθνα που ιταν γιοσ του Δευκαλίωνα, κατζπλευςε ςτθν Ξριτθ μαηί με Αιολείσ και Υελαςγοφσ κι ζγινε βαςιλιάσ του νθςιοφ, παντρεφτθκε τθν κόρθ του Ξρθκζα κι απόκτθςε τον Αςτζριο..». (Διόδωροσ, 4, 60) «Σι κάτοικοι, λοιπόν, τθσ Ξριτθσ λζνε πωσ οι αρχαιότεροι κάτοικοι ςτο νθςί ιταν αυτόχκονεσ, οι λεγόμενοι Ετεοκριτεσ, των οποίων ο βαςιλιάσ, Ξρισ (Ξριτασ) το όνομα, ανακάλυψε πολλά και πολφ ςθμαντικά πράγματα ςτο νθςί που είχαν τθ δυνατότθτα να ωφελιςουν τθν κοινωνικι ηωι των ανκρϊπων…. ….. Υρϊτοι, λοιπόν, απ’ όςουσ μνθμονεφονται από τθν παράδοςθ, κατοίκθςαν ςτθν περιοχι τθσ Μδθσ ςτθν Ξριτθ οι Λδαίοι Δάκτυλοι, όπωσ ονομάςτθκαν...(Διόδωροσ 5,64) «Ξατά τον Χτάφυλο, ανατολικά τθσ Ξριτθσ ηοφνε οι Δωριείσ, ςτα δυτικά οι Ξφδωνεσ και ςτα νότια οι Ετεοκριτεσ, με οικιςμό τουσ τον Υράςο, όπου βρίςκεται το ιερό του Δικταίου Δία. Σι υπόλοιποι είναι πιο δυνατοί και κατζχουν τισ πεδιάδεσ. Είναι εμφανζσ ότι Ετεοκριτεσ και Ξφδωνεσ είναι αυτόχκονεσ, ενϊ οι άλλοι Επιλυδεσ. Σ Άνδρων λζει ότι οι Επιλυδεσ Ξριτεσ ιρκαν από τθ Κεςςαλία, από τθν περιοχι που παλιά λεγόταν Δωρίδα και ςιμερα Εςταιϊτιδα. (Χτράβων, Λ, ΛV 6 – 7) «Οζγουςι δε και όςοι Ψεγεάτου των παίδων ελείποντο μετοικιςαι ςφασ εκουςίωσ εσ Ξριτθν, Ξφδωνα και Αρχιδιον και Γόρτυνα’ και τοφτων φαςιν ονομαςκιναι τασ πόλεισ Ξυδωνίαν και Γόρτυνά τε και Ξατρζα. Ξριτεσ δε ουχ ομολογοφντεσ τ Ψεγεατϊν λόγ Ξφδωνα μ ν Ακακαλλίδοσ κυγατρόσ Πίνω κα Ερμοφ, Ξατρζα δε φαςιν είναι Πίνω, τον δε Γόρτυνα Φαδαμάνκυοσ. εσ δε αυτόν Φαδάμανκυν Σμιρου μεν εςτιν εν Υρωτζωσ προσ Πενζλαον λόγοισ ωσ εσ τ πεδίον ιξοι Πενζλαοσ τ Θλυςιον, πρότερον δε ετι Φαδάμανκυν ενταυκα θκειν: Ξιναίκων δε εν τοισ ζπεςιν εποίθςεν ωσ> Φαδάμανκυσ μεν Θφαίςτου, Ιφαιςτοσ δε είθ Ψαλω, Ψαλων δε είναι Ξρθτοσ παιδα. οι μεν δθ Ελλινων λόγοι διάφοροι τα πλζονα κα ουχ ικιςτα επι τοισ γενεςίν ειςι..» (Υαυςανίασ Αρκαδικά, VIII, 53, 4 - 6).

«Όςο για τουσ υπόλοιπουσ Ζλλθνεσ, φαντάηομαι οι Πελοποννιςιοι κα γίνουν πρόκυμα δεκτοί. Όπωσ είπεσ πριν από λίγο υπάρχουν ανάμεςά μασ πολλοί Αργίτεσ, αλλά και οι Γορτφνιοι, θ πιο φθμιςμζνθ φυλι, αφοφ είναι μετανάςτεσ από τθν ονομαςτι Γόρτυνα τθσ Πελοποννιςου…» (Υλάτων Ρόμοι Δ, 708) Χθμειϊνεται ότι: Α) Σι Λδαίοι Δάκτυλοι απϋόπου κατάγονται οι Ετεόκρθτεσ ιςαν για άλλουσ 5 για άλλουσ 10 και για άλλουσ 100. Σ Υαυςανίασ λζει ότι ιςαν πζντε, οι εξισ: ο Μδασ, ο Λάςιοσ, ο Θρακλισ, ο Επιμιδθσ και ο Υαιϊνιοσ, πρβ: «Όηαλ γελλήζεθε ν Δίαο, ε Ρέα αλέζεζε ηε θύιαμε ηνπ παηδηνύ ζηνπο Δαθηύινπο ηεο Ίδεο, νη νπνίνη ιέγνληαλ θαη Κνπξήηεο θαη είραλ έξζεη από ηελ Ίδε ηεο Κξήηεο. Απηνί ήζαλ ν Ηξαθιήο, ν Παηώληνο, ν Επηκήδεο, ν Ίδαο θαη ν Ιάζηνο. Ο Ηξαθιήο πνπ ήηαλ θαη κεγαιύηεξνο έβαιε ηνπο αδειθνύο ηνπ, θάλνληαο έλα αζηείν, λα ηξέμνπλ ζε αγώλα θαη ζηεθάλωζε ην ληθεηή κε θιαδί αγξηειηάο, πνπ ηελ είραλ ηόζν άθζνλε, ώζηε ζηνίβαδαλ θξεζθνθνκκέλα θύιια θαη ηα έζηξωλαλ, γηα λα θνηκνύληαη..» (Παπζαλίαο «Ηιηαθά», Α, 5 - 8 ) «Λένε πως ονομάζηηκαν Ιδαίοι Δάκησλοι οι πρώηοι κάηοικοι ζηοσς πρόποδες ηης Ίδης. Πόδεο ιέγνληαη νη πξόπνδεο θαη θνξπθέο, νη κύηεο ηωλ βνπλώλ. Οη δηάθνξεο θνξπθέο ηεο Ίδεο, πνπ ήηαλ όιεο αθηεξωκέλεο ζηε κεηέξα ηωλ ζεώλ (ηε Ρέα), ιέγνληαλ Δάθηπινη. Ο ΢νθνθιήο ζεωξεί πωο νη πξώηνη πέληε ήζαλ αξζεληθνί. Εθεύξαλ ην ζίδεξν θαη ην θαηεξγάζηεθαλ πξώηνη, θαζώο θαη πνιιά αθόκε ρξήζηκα ζηε δωή πξάγκαηα. Πέληε ήηαλ θαη νη αδειθέο ηνπο. Από ηνλ αξηζκό ηνπο νλνκάζηεθαλ Δάθηπινη. Άιινη ηνπο ιέλε αιιηώο, ελώλνληαο ηα δύζθνια κε ηα δύζθνια θαη ζέηνπλ δηάθνξα νλόκαηα: Κέικε, Δακλαζέα, Ηξαθιή θαη Αθκνλα. Αιινη ηνπο ζεωξνύλ εληόπηνπο από ηελ Ίδε, άιινη απνίθνπο. Πάληωο ζπκθωλνύλ όηη ασηοί πρώηοι

19

δούλεψαν ηο ζίδερο ζηην Ίδη. Όινη ηνπο ζεωξνύλ κάγνπο θαη ππεξέηεο ηεο Μεηέξαο ηωλ ζεώλ πνπ έθηαζαλ λα δνπλ ζηελ Φξπγία, ζηελ Ίδε. Λέλε ηελ Σξωάδα Φξπγία, επεηδή Φξύγεο επηθξάηεζαλ ζηελ πεξηνρή, αθνύ δνύζαλ θαη θνληά, ηόηε πνπ αιώζεθε ε Σξνία. Υπονοούν μάλιζηα πως απόγονοι ηων Ιδαίων Δακηύλων είναι οι Κοσρήηες και οι Κορσβάνηες. Οι πρώηοι εκαηό ποσ γεννήθηκαν ζηην Κρήηη ονομάζηηκαν Ιδαίοι Δάκησλοι. Απόγονοί ηοσς αναθέρονηαι εννέα Κοσρήηες. Ο θαζέλαο ηνπο έθαλε δέθα παηδηά, ηνπο Ιδαίνπο Δαθηύινπο…» (΢ηξάβωλ, Γεωγξαθηθά Ι, C 473, ΙΙΙ, 22)

Β) Υεριςςότερα για τουσ αρχαίουσ κατοίκουσ τθσ Ξριτθσ βλζπε ςτο βιβλίο: ΛΧΨΣΦΛΑ ΨΘΧ ΞΦΘΨΘΧ, Α. ΞΦΑΧΑΡΑΞΘ.

Θ ΟΝΟΜΑΣΛΑ Κ(ΟΥ)΢ΘΤΕΣ - Κ΢ΘΤΕΣ Σι πρϊτοι κάτοικοι τθσ Ξριτθσ, όπωσ είδαμε πιο πριν, ονομάηονταν «Λδαίοι» (Δάκτυλοι), επειδι κατοικοφςαν ςτουσ Δακτφλουσ (= οι πρόποδεσ ι οι κορφζσ) τθσ οροςειράσ Μδθ ι Λδαία όρθ τθσ Ξριτθσ και «Ξουριτεσ», επειδι επικοφρθςαν ςτθ γζννθςθ και ανατροφι του Δία ςτο βουνό Δίκτθ τθσ οροςειράσ Μδθ ι Λδαία όρθ τθσ Ξριτθσ. Επομζνωσ, αφοφ οι κάτοικοι τθσ Ξριτθσ λζγονταν αρχικά «Λδαίοι Δάκτυλοι ι «Ξουριτεσ» και μετά «Ξριτεσ», άρα το όνομα «Ξριτεσ» προιλκει από ςφντμθςθ του ονόματοσ «Ξ(ου)ριτεσ» > Ξριτεσ, κάτι που: Α) Υιςτοποιείται και από το ότι θ ονομαςία τθσ Ξριτθσ και των Ξρθτϊν ςτθν Υαλαιά Διακικθ, λζγεται χωρίσ ςφντμθςθ, δθλαδι: Ξερετιμ – Ξερεκαίοι ι Χερεαίοι = θ Ξριτθ και οι Ξρθταίοι. Β) Ωπονοείται ςτουσ μφκουσ. Σ Διόδωροσ βίβλοσ 3, 71) αναφζρει ότι θ Ξριτθ ονομάηονταν αρχικά Λδαία και ο Δίασ τθν μετονόμαςε ςε Ξριτθ προσ χάρθ τθσ γυναίκα τουσ Ξριτθσ, που ιταν και κόρθ ενόσ των Ξουριτων. Σ Αρριανόσ (Βικυνιακά) και Eustath. ad Dionys. 498, p310,29 Αρριανόσ (70Π) αναφζρει ότι θ Ξριτθ ονομάςτθκε ζτςι από το βαςιλιά Ξριτα: «δζ φθςί Ξρισ, οφ Ξριτθ επϊνυμοσ, ο τόν Δία κρφψασ εν όρει Δικταίω, ότε Ξρόνοσ εμάςτευεν εκζλων αφανίςαι αυτόν. Ετυμολογικά θ ονομαςία «Ξουριτεσ» παράγεται από το κζμα των λζξεων: «κοφροσ» (κοφροσ = ο γιοσ, ο νζοσ, ο διατρεφόμενοσ και Ξοφροσ = ο Δίασ, ςε νεανικι θλικία, ωσ γιοσ του Ξρόνου ), «κοφρθ ι κόρθ» (= θ νζα, το κορίτςι), οι οποίεσ είναι ςυγγενείσ λζξεισ με τισ: κορόσ > χορόσ, (επι)-κουρϊ, (νεω)κόροσ, (επί)κουροσ, κείρω > κοφροσ, κουρζασ κ.α. Χτα λατινικά: couro,ae = επιμελοφμαι, φροντίηω τινόσ, couro,onis = o κφρθσ, ceres,eris = τρζφειν, πλθροφμαι, χορταίνω…. Χτθν Ξρθτικι διάλεκτο κοράςια = τα παιδιά τθσ Ξριτθσ, «Ξουριτεσ» = κουραδιάρθδεσ = οι κουροτρόφοι, οι άνκρωποι που διακζτουν κουράδι (= το κοπάδι) = αυτοί διζκεςαν τθν αίγαγρο Αμάλκεια για να βυηαίνει ο Δίασ.

20

ΟΛ ΟΝΟΜΑΣΛΕΣ CRETA, CRETE ΚΑΛ CANDIA Σι Οατίνοι (Φωμαίοι κ.α.) ονόμαηαν τθν Ξριτθ, όπωσ και οι Ζλλθνεσ, δθλαδι: Creta,ae ι Crete,es = Ξριτθ,θσ απϋ όπου και ςτα αγγλικά Crete, cretan = Ξριτθ, Ξρθτικόσ. Χτα λατινικά επίςθσ: Cress,etis και Cressa,ae, = Ξρισ και Ξριςςα, cretaeus,a,um = Cresssius,a,um = Ξρθτικόσ, ιά,ό. Cretensis,e = Ξρθτικόσ, cretis,idis = Ξριςςα,.. Θ Ξριτθ από τουσ Βενετοφσ ονομάηονταν candia, που ετυμολογιά ςχετίηεται με τα: candeo,ui,ere = λευκανκίηω, λευκαίνω, λευκόσ, λευκαυγισ…., canditus marmor = λευκό μάρμαρο, candido, candidezza, candore…. κ.α. Αυτό επειδι θ ονομαςία Candia είναι ςυνϊνυμθ τθσ ονομαςίασ creta,ae = θ κρθτίσ (ι κρθπίσ), δθλαδι o γφψοσ, θ λευκι γθ, το ψιμμφκιον, κεραμικι γθ…., πρβ και: Cressius nota = ςθμείωςθ δια κρθτίδοσ, cretosus = Ξρθτικϊδθσ, αργιλϊδθσ, ο λευκόσ, cretula = το λευκό χρϊμα. … Ψο λατινικό «creta» και το βενετςιάνικο «candia» = θ νιςοσ Ξριτθ ι θ κρθτίσ (άργιλοσ ι γφψοσ) προιλκε από το Ξριτθ, κάτι ωσ και τα Παγνθςία > μαγνιτθσ, Ξίμωλοσ > κιμωλία… Υαράβαλε και «Οευκά όρθ = θ δυτικι οροςειρά τθσ Ξριτθσ. Χθμειϊνεται ότι: 1) Ψο όνομα «Λδαία» είναι ουςιαςτικό από το επίκετο «ιδαίοσ,α,ο» και κείνο από το ουςιαςτικό «θ Μδθ» = θ οροςειρά «Λδαία όρθ», που, ςφμφωνα με τουσ ςθμερινοφσ λεξικογράφουσ, ςθμαίνει τα ςφδενδρα όρθ (από το «ίδα ι ιδθ» = το δζντρο ι το ξφλο), κάτι όμωσ μθ βεβαιωμζνο. Ψο όνομα «Μδθ ι Λδαία όρθ» πρζπει να ςχετίηεται με τισ λζξεισ «ΔΕΣΧ» > ΔΕΩΧ – ΗΕΩΧ και το δζοσ > κζοσ και κεόσ, Δζοσ = το αίςκθμα που προκαλείται από τθ κζα. 2) Χτθν Υαλαιά Διακικθ, ςφμφωνα με τθν μετάφραςθ των Εβδομιντα και του Ρ. Βάμβα, οι Ξριτεσ άποικοι ςτθν Υαλαιςτίνθ λζγονταν πότε «Ξριτεσ» και πότε «Ξερετιείμ ι Χερεκαίοι» και όχι Φιλιςταίοι ι Ξαφκοριείσ, όπωσ λζνε μερικοί. Ξαφκορ και Ξαφκοριείμ είναι θ Ξαπαδοκία και οι Ξαππαδόκεσ, ενϊ οι Φιλιςταίοι ιταν ζνασ εβραϊκόσ λαόσ που το μόνο κοινό που είχε με τουσ Ξριτεσ ιταν το ότι και αυτοί ιςαν αλλόκρθςκοι και μιςκοφόροι.

ΤΟ ΣΡΘΛΑΛΟ ΤΟΥ ΔΛΟΣ Ι ΔΛΚΤΑΛΟ Ι ΛΔΑΛΟ ΑΝΤ΢Ο Ψο ςπιλαιο του Διόσ (ι Δικταίο ι Λδαίο Άντρο) βρίςκεται ςτουσ βόρειουσ πρόποδεσ του όρουσ θ Δίκτθ και ςυγκεκριμζνα άνωκεν του ςθμερινοφ χωριοφ με το όνομα Ψυχρό ςτο Διμο Σροπεδίου Οαςικίου Ξριτθσ, 1020μ. υψόμετρο. Χτο ςπιλαιο αυτό, ςφμφωνα με τισ αρχαίεσ πθγζσ (βλζπε πίνακα): 1) Θ κεά Φζα γζννθςε το Δία, κάτι όπωσ θ Υαναγία γζννθςε το Χριςτό ςτο ςπιλαιο τθσ Βθκλεζμ, και ςτθ ςυνζχεια τον άφθςε εκεί να τον ανακρζψουν οι Δικταίοι Ξουριτεσ κρυφά από τον πατζρα του τον Ξρόνο. 2) Θ νφμφθ Αγχιάλθ γζννθςε τουσ Λδαίουσ Δάκτυλουσ. 21

3) Σ Πίνωασ ζρχονταν κάκε εννιά ι κατ’ άλλουσ κάκε χρόνο και ςυναντοφςε τον πατζρα του το Δία προκειμζνου να του υπαγορεφει τισ ςοφζσ εντολζσ του και κείνοσ για να τισ κάνει νόμουσ ςτουσ ανκρϊπουσ, κάτι όπωσ ο Πωυςισ ςτο όροσ Χινά. 4) Σ Δίασ κοιμικθκε ερωτικά με τθν Ευρϊπθ, τθν οποία είχε απαγάγει από τθ Φοινίκθ, 5) Ξατοικοφςαν οι Αρπυιεσ. 6) Αποκοιμικθκε για πάρα πολλά ζτθ (κάπου 57) ο ςοφόσ ι προφιτθσ και μάντθσ Επιμενίδθσ.

ΟΛ Α΢ΡΥΛΕΣ Σ Απολλϊνιοσ Φόδιοσ αναφζρει ότι ςτο ςπιλαιο τθσ Δίκτθσ κατοικοφςαν και οι Άρπιεσ, οι οποίεσ ιςαν τρία αρπακτικά (απϋ όπου και «άρπυιεσ») πουλιά με κεφάλι γυναίκασ και οι οποίεσ ονομάηονταν: Αελλϊ (= κυελλϊδθσ), Ωκυπζτθ (= γοργόφτερθ) και Ξελαινϊ (= ςκοτεινι) που βαςάνιηαν με εντολι του Απόλλωνα το βαςιλιά τθσ Κράκθσ Φινζα, επειδι ζκανε κατάχρθςθ των μαντικϊν του ιδιοτιτων. Τταν οι Αργοναφτεσ ζφκαςαν ςτθ Κράκθ, τισ καταδίωξαν οι γιοι του Βορζα Ηιτθσ και Ξάλαϊ, για να απαλλάξουν το Φινζα από το μαρτφριο. «Ψότε οι Άρπυιεσ κι θ Μριδα χωριςτικανε, κι αυτζσ πιγανε ςτθ ςπθλιά τουσ ςτθν Ξριτθ του Πίνωα, ενϊ εκείνθ γφριςε ςτον Τλυμπο, πετϊντασ με τα γριγορα φτερά τθσ». (Απολλϊνιοσ Αργοναυτικά Β 298 – 300) «Σ Ηιτθσ τουσ είπε πόςο μακριά κυνιγθςαν τισ ‘Αρπυεσ, πϊσ εμπόδιςε θ Μριδα να τισ ςκοτϊςουν, πϊσ θ ευμενι κεά τουσ ζδωςε όρκουσ και πωσ αυτζσ κρφφτθκαν από το φόβο τουσ ςτο βακφ ςπιλαιο τθσ απόκρθμνθσ Δίκτθσ…» (Αργοναυτικά Β, 433-434),

Ο ΕΡΛΜΕΝΛΔΘΣ Ο Κ΢ΘΤΑΣ Σ Επιμενίδθσ, ςφμφωνα με το Διογζνθ Οαζρτιο («Επιμενίδθσ», Ψόμοσ Λ, 1- 13 και 109 – 115), ιταν γιοσ του Φαιςτίου (ο Φαίςτιοσ ιταν ζνασ από τουσ γιουσ του Θρακλι, ο οποίοσ, ςφμφωνα με ζνα μφκο, ίδρυςε τθν πόλθ τθσ Φαιςτοφ και γι αυτό πολλοί λζνε ότι ο Επιμενίδθσ ιταν από τθ Φαιςτό). Τμωσ μερικοί λζνε ότι ιταν γιοσ του Δωςιάδθ και άλλοι του Αγιςαρχου και κατάγονταν από τθν Ξνωςό τθσ Ξριτθσ, αν και δε του φαινόταν γιατί είχε μακριά μαλλιά. Πια μζρα που ζψαχνε ζνα αρνί μπικε ςε μια ςπθλιά και εκεί κουραςμζνοσ, όπωσ ιταν, κοιμικθκε για 57 χρόνια και όταν ξφπνθςε άρχιςε να ψάχνει πάλι για το αρνί. Υζκανε ςε θλικία 157 ετϊν, όμωσ οι Ξριτεσ λζνε 299. Ξλικθκε από τουσ Ακθναίουσ τθν 46 Σλυμπιάδα και ζκανε κακαρμό. Ζγραψε βιβλία για τουσ Ξουριτεσ, για το Πίνωα , μια επιςτολι, που τθν αναφζρει ο Οαζρτιοσ, προσ το Χόλωνα με περιεχόμενο το πολίτευμα που κακόριςε ο Πίνωασ κ.α. Αναφζρει επίςθσ ότι ο Επιμενίδθσ κεωροφνταν ζνασ από 22

τουσ 11 ςοφοφσ τθσ αρχαίασ Ελλάδασ και επίςθσ ότι οι Ξριτεσ και οι Χπαρτιάτεσ τιμοφςαν τον Επιμενίδθ για τισ μαντικζσ του ικανότθτεσ (είχε προβλζψει και τθν ιττα των Χπαρτιατϊν από τουσ Αρκάδεσ) και οι Ακθναίοι, επειδι ζκανε κακαρμό και ιερό ςτθν πόλθ τουσ και γιατί βοικθςε το Χόλωνα να εκμινωίςει τθ νομοκεςία των Ακθναίων κ.α. Σ Υλοφταρχοσ, ςχετικά με τον Επιμενίδθ, αναφζρει τα εξισ: «Ξάλεςε τότε (ο Χόλων) τον Επιμενίδθ από τθ Φαιςτό τθσ Ξριτθσ, που μερικοί τον κεωροφν ζναν από τουσ επτά ςοφοφσ (αντί για τον Υερίανδρο). Είχε τθ φιμθ πωσ ιταν αγαπθμζνοσ των κεϊν και ςοφόσ ςτθν ιερι τζχνθ τθσ κεολθψίασ και των μυςτθρίων, γι αυτό και οι ςφγχρονοί του πίςτευαν πωσ ιταν γιοσ τθσ νφμφθσ Βλάςτθσ και τον ζλεγαν νζο Ξουριτα. Τταν ιρκε ςτθν Ακινα γνωρίςτθκε με το Χόλωνα και τον βοικθςε πολφ ςτθν προεργαςία τθσ νομοκεςίασ του. Απλοποίθςε τουσ νόμουσ τουσ ςχετικοφσ με τισ ιερζσ τελετζσ, ζκαμε πιο ιπιουσ τουσ νόμουσ που αφοροφςαν τα πζνκθ, επιτρζπονταν μόνο οριςμζνεσ κυςίεσ ςτουσ νεκροφσ και καταργϊντασ τισ άγριεσ και βαρβαρικζσ ςυνικειεσ που επικρατοφςαν προθγοφμενα …. (Υλοφταρχοσ, Χόλων 11 - 12). Ξατά το λεξικό του Χοφδα, ο Επιμενίδθσ γεννικθκε το 659 π.Χ., ζγραψε «επικϊσ και καταλογάδθν μυςτιρια, κακαρμοφσ και άλλα αινιγματϊδθ» ςυγγράμματα, τα εξισ: Ξουρθτϊν και Ξορυβάντων γζνεςισ και κεογονία ςε 5000 ςτίχουσ. Αργοφσ ναυπθγία και Λάςονοσ εισ Ξόλχουσ απόπλουσ ςε 6500 ςτίχουσ, Υερί κυςιϊν και τθσ εν Ξριτθ πολιτείασ ςε πεηό λόγο, Υερί Πίνω και Φαδαμάνκυοσ ςε 4000 ςτίχουσ

Ο ΜΛΝΩΑΣ ΚΑΛ ΤΟ ΔΛΚΤΑΛΟ ΑΝΤ΢Ο Σ Υλάτωνασ (Πίνωσ) εγκωμιάηοντασ το Πίνωα αναφζρει τα εξισ: «Κα ςου πω λοιπόν και για το Πίνωα, πϊσ τον εγκωμιάηουν ο Τμθροσ και ο Θςίοδοσ, για να μθν αμαρτάνεισ με τα λόγια εςφ, που είςαι άνκρωποσ και γιοσ ανκρϊπου, απζναντι ςε ιρωα, γιο του Δία. Σ Τμθροσ λοιπόν λζει ότι ςτθν Ξριτθ υπάρχουν ενενιντα πόλεισ, ςτισ οποίεσ, ανικει και θ Ξνωςόσ, μεγάλθ πόλθ, όπου ο Πίνωασ βαςίλευε, ο κάκε εννιά χρόνια ςυνομιλθτισ του μεγάλου Δία. Αυτό είναι λοιπόν το εγκϊμιο του Σμιρου για το Πίνωα, διατυπωμζνο με ςυντομία, τζτοιο που δεν ζκανε ο Τμθροσ για κανζνα ιρωα. ……. Εξάλλου το γεγονόσ ότι ο Δίασ μόνον αυτό από τα παιδιά του εκπαίδευςε είναι ζπαινοσ υπζρβλθτοσ – γιατί αυτό ςθμαίνει ο ςτίχοσ: βαςίλευε, ο κάκε εννιά χρόνια ςυνομιλθτισ του μεγάλου Δία («εννζωροσ βαςίλευε Διόσ μεγάλου οαριςτισ») …….. Υιγαινε λοιπόν ο Πίνωασ κάκε εννιά χρόνια κι ζμεινε ζνα χρόνο ςτθ ςπθλιά του Δία, από τθ μια για να μάκει και από τθν άλλθ για να δείξει τι είχε μάκει από τον Δία τθν προθγοφμενθ φορά» (Υλάτων, Πίνωσ, 319 – 320).

Ψο ωσ άνω ςπιλαιο του Δία είναι βεβαίωσ το Δικταίο ‘Αντρο, όπωσ αναφζρει και ο Ϊμνοσ ςτο «Πεγιςτο Ξοφρο» (βλζπε πιο κάτω), αλλά και ο Διονφςιοσ ο Αλικαρναςςευσ, πρβ: «...Σμιλθτισ ζφθ γενζςκαι του Διόσ και φοιτϊν (ο Πίνωσ) εισ το Δικταίο Τροσ, εν ω τραφιναι τον Δία μυκολογοφςιν οι Ξριτεσ υπό των Ξουριτων ζτι νεογνόν όντα, κατζβαινεν εισ το ιερόν ‘Αντρο και τουσ νόμουσ εκεί ςυνκείσ εκόμιηεν, ουσ απζφαινεν παρά του Διόσ λαμβάνειν...» (Διονφςιοσ Αλικαρναςεφσ).

23

ΤΟ ΔΛΚΤΑΛΟ ΛΕ΢Ο Αυτά που είδαμε πιο πριν να αναφζρουν ο Υλάτωνασ και ο Διονφςιοσ Αλικαρναςςευσ, ςχετικά με τθ φοίτθςθ του Πίνωα ςτο Δικταίο ‘Αντρο, αναφζρει και θ δζθςθ ςτο Πζγιςτο Ξοφρο» ( κοφροσ = ο γιοσ, εδϊ ο μεγάλοσ γιοσ του Ξρόνου = ο Δίασ) που είναι χαραγμζνθ ςε δωρικι διάλεκτο πάνω ςε μια πλάκα που βρζκθκε ςτο Υαλαίκαςτρο τθσ Χθτείασ Ξριτθσ. Θ περιοχι αυτι ανικε ςτθν αρχαία πόλθ Υραιςό, όπου υπιρχε το ιερό του Δικταίου Δία, όπωσ μασ πλθροφορεί ο Χτράβωνασ πρβ: «τοφτων φθςί Χτάφυλοσ το μεν προσ ζω Δωριείσ κατζχειν, το δε δυςμικόν Ξφδωνασ, το δε νότιον Ετεόκρθτασ, ων είναι πολίχνιον Υράςον, όπου το του Δικταίου Διόσ ιερόν· τουσ μεν ουν Ετεόκρθτασ και Ξφδωνασ αυτόχκονασ υπάρξαι εικόσ, τουσ δε λοιποφσ επιλυδασ, ....» (Χτράβων 10.475). Θ ΔΕΘΣΘ-ΥΜΝΟΣ ΣΤΟ «ΜΕΓΛΣΤΟ ΚΟΥ΢Ο» Λϊ. Πζγιςτε Ξοφρε, χαίρε μοι Βοικα Πζγιςτε Ξοφρε, καλϊσ ιλκεσ Ξρόνιε, παγκρατζσ γάνουσ, γιζ του Ξρόνου, Υαντοδφναμε και βζβακεσ δαιμόνων αγϊμενοσ. λαμπρότερε από τουσ άλλουσ (κεοφσ). Δίκταν ζσ ενιαυτόν ζρπε Χυνοδευόμενοσ από τουσ Δαίμονεσ και γζγακι μολπά (Ξουριτεσ), ζρχεςαι κάκε χρόνο ςτθ ταν τοι κρζκομεν πακτίςι Δίκτθ και ψάλλομε τον φμνο ςου μείξαντεσ αμϋ αυλοίςιν, κτυπϊντασ τισ άρπεσ, και ςτάντεσ αείδομεν τεόν ςυγχωνεφοντασ τον ιχο τουσ, με τον ιχο αμφί βωμόν ευερκι. των αυλϊν, και ψάλλομε αυτόν γφρω από το βωμό ςου, τον Λϊ. Πζγιςτε Ξοφρε, Χαίρε μοι περιφραγμζνο καλά. Ξρόνιε, παγκρατζσ γάνουσ, βζβακεσ δαιμόνων αγϊμενοσ Βοικα Πζγιςτε Ξοφρε, καλϊσ ιλκεσ Δίκταν ζσ ενιαυτόν. γιζ του Ξρόνου, Υαντοδφναμε και Ωραι Δε βρφον κατιτοσ λαμπρότερε από τουσ άλλουσ (κεοφσ). και βροτοφσ Δίκα κατιχε Χυνοδευόμενοσ από τουσ Δαίμονεσ άλλα τε κνατϋ ‘αμφεπε ηω (Ξουριτεσ) ζρχεςαι κάκε χρόνο ςτθ α φίλολβοσ Ειρινα. Δίκτθ. Ψθν εποχι των βρφων, κατά τθν οποία Λϊ. Πζγιςτε Ξοφρε, χαίρε μοι δικαιοςφνθ κατζχει τουσ ανκρϊπουσ, Ξρόνιε, παγκρατζσ γάνουσ, αλλά και ςτεφανϊνω τθν ευδαίμονα βζβακεσ δαιμόνων αγϊμενοσ Ειρινθ. Δίκταν εσ ενιαυτόν. Αμϊν κόρε κϋ εσ δζμνια Βοικα Πζγιςτε Ξοφρε, καλϊσ ιλκεσ και κορϋ εφποκϋ εσ ποίμνια γιζ του Ξρόνου, Υαντοδφναμε και κϋ εσ λιϊα καρπϊν κόρε λαμπρότερε από τουσ άλλουσ (κεοφσ). κϋ εσ τελεςφόρουσ αφρασ. Χυνοδευόμενοσ από τουσ Δαίμονεσ (Ξουριτεσ),ζρχεςαι κάκε χρόνο ςτθ Λϊ. Πζγιςτε Ξοφρε, χαίρε μοι Δίκτθ. Ξρόνιε, παγκρατζσ γάνουσ, Βοικθςε να αυξάνεται θ οικογζνεια. βζβακεσ δαιμόνων αγϊμενοσ και πλοφςια μαλλιά να ζχουν τα Δίκταν εσ ενιαυτόν. πρόβατα, και πολφ καρπό τα ςπαρτά, Κόρε κϋ εσ πόλθασ αμϊν και ευνοϊκοί άνεμοι ςτα ταξίδια που κϋ εσ ποντοφόρασ νάασ πραγματοποιοφνται. Κόρε κϋ εσ νζουσ πολείτασ 24

Κόρε κϋ εσ Κζμιν κλειτάν.

Βοικα Πζγιςτε Ξοφρε, καλϊσ ιλκεσ γιζ του Ξρόνου, Υαντοδφναμε και λαμπρότερε από τουσ άλλουσ (κεοφσ). Χυνοδευόμενοσ από τουσ Δαίμονεσ (Ξουριτεσ), ζρχεςαι κάκε χρόνο ςτθ Δίκτθ. Βοικα τισ πόλεισ και τα πλοία που πλζουν ςτουσ πόντουσ. Βοικα να ζχει αρκετοφσ νζουσ θ πόλθ, βοικα και τθ δικαιοςφνθ ςτθν ζνδοξο πόλθ.

25

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 3ο ΧΕΤΔΗ ΠΟΤ ΛΕΓΟΝΣΑΙ ΓΙΑ ΣΟ ΔΙΑ Α. Ο ΔΛΑΣ ΘΤΑΝ… ΕΞΩΓΘΛΝΟΣ Χφμφωνα με τον 'Eριχ φον Ρτζνικεν («Chariots of the Gods») οι άνκρωποι επί εποχισ του Δία ιταν ςε πολφ πρϊιμο ςτάδιο τθσ ανάπτυξθσ και επομζνωσ δεν είχαν τθ δυνατότθτα να δθμιουργιςουν πολιτιςμό και τόςο ευφάνταςτουσ μφκουσ και ωσ εκ τοφτου υποςτθρίηει ότι ο Δίασ και ο Απόλλωνασ κα πρζπει να ιταν εξωγιινοι και διδάςκαλοι του πολιτιςμοφ μασ, κακϊσ μφθςαν τουσ Ζλλθνεσ ςε τεχνικζσ όπωσ θ καταςκευι τειχϊν, ςπιτιϊν και δρόμων, αλλά και ςτθν ιατρικι. Πε τθν ίδια τακτικι, δθλαδι βαςιηόμενοσ ςε αρχαίουσ μφκουσ και προχωρϊντασ ςε λογικοφανείσ ςυλλογιςμοφσ, ο Ελβετόσ ςυγγραφζασ Ρτζνικεν κατάφερε με μια ςειρά βιβλίων να πείςει μεγάλθ μερίδα του διεκνοφσ αναγνωςτικοφ κοινοφ για τθ ...διαςτθμικι προζλευςθ των περιςςότερων αρχαίων πολιτιςμϊν. Χαφϊσ ο Δίασ και οι άλλοι κεοί του Σλυμπιακοφ Υάνκεου δεν ιςαν εξωγιινοι, αλλά απλά άνκρωποι ςαν και μασ, όπωσ λζνε οι αρχαίοι ςυγγραφείσ, απλϊσ αυτοί εν ηωι είχαν κάνει μεγάλεσ αγακοεργίεσ (οι κακοί Δαίμονεσ το αντίκετο) και γι αυτό μετά το κάνατό τουσ κεοποιικθκαν, κάτι όπωσ ζγινε και με το Χριςτό και τουσ άγιουσ ςτθ χριςτιανικι κρθςκεία. Β. ΤΟ ΨΕΥΔΟΣ ΓΛΑ ΤΘ ΓΕΝΝΘΣΘ ΤΟΥ ΔΛΑ ΣΤΘΝ ΛΚΩΜΘ Ι ΤΘΝ Α΢ΚΑΔΛΑ Χφμφωνα με το φυςικό και πρ. πρόεδρο τθσ Χπθλαιολογικισ Εταιρείασ Ξριτθσ Ελ. Ξ. Υλατάκθ («Ψο ςπιλαιο τθσ γεννιςεωσ του Ξρθταγενοφσ Διόσ» Αμάλκεια τ. 27 1976 και «Ψα άντρα τθσ Ξριτθσ Αμάλκεια τ. 47 1092): «Σ Ηευσ φζρεται γεννθκείσ άλλοτε εν Ξριτθ, άλλοτε εν Αρκαδία ι εν Λκϊμθ τθσ Πεςςθνίασ, εν Αιγίω ι Σλυμπία και άλλοτε εν Μδθ τθσ Π. Αςίασ». Ωςτόςο αυτό δεν είναι αλθκζσ, γιατί: Α) Σ Υίνδαροσ, ο οποίοσ μιλά για Λδαίον άντρο ςτθ Ουδία, μιλά για κάποιο «ςεμνόν Λδαίον Άντρο» που βρίςκεται ςτθν Μδθ τθσ Ουδίασ και όχι για το ςπιλαιο γζννθςθσ ι ανατροφισ του Δία, πρβ: Σωτιρ υψινεφζσ Ηευ, Κρόνιόν τε ναίων λόφον τιμϊν τ’ Αλφεόν ευρφ ρζοντα Ιδαίον τε ςεμνόν ‘Αντρον, ικζτασ ςζκεν ζρχομαι Λυδίοισ απφων εν αυλοίσ.... (Σλυμπία V, 19 – 20 = 40 – 41)

Β) Σ Υαυςανίασ, ο οποίοσ μιλά για Λκϊμθ και Αρκαδία, αφενόσ μιλά μόνο για ανατροφι και όχι για γζννθςθ του Δία και αφετζρου μιλά για ιςχυριςμοφσ (γι αυτοφσ που δθμιοφργθςε ο Ξαλλίμαχοσ, όταν αποκάλεςε τουσ Ξριτεσ ψεφτεσ, βλζπε πιο κάτω «Ξριτεσ αεί ψεφτεσ») και όχι για πραγματικά γεγονότα. Ειδικότερα ο γεωγράφοσ Υαυςανίασ, όταν περιγράφει τα τθσ Αρκαδίασ και τθσ Πεςθνίασ, από τθ μια αναφζρει ότι αναρίκμθτοι είναι αυτοί που κα ικελαν να ιςχυριςτοφν (αναφζρει «αυτοί που κα ικελαν να ιςχυριςτοφν» και όχι «αυτοί που 26

ιςχυρίηονται» ) ότι ςτο μζροσ τουσ ζγινε θ γζνθςθ και θ ανατροφι του Δία και από τθν άλλθ ότι ςφμφωνα με τον ιςχυριςμό των Πεςςινιων ο Δίασ ανατράφθκε (μιλά για ανατροφι και όχι για γζννθςθ) ςτθν Λκϊμθ και ςφμφωνα με τον ιςχυριςμό των Αρκάδων ο Δίασ ανατράφθκε (και εδϊ μιλά για ανατροφι και όχι για γζννθςθ) ςτο όροσ Οφκαιο, πρβ: «εσ δε τθν κορυφιν ερχομζνω τθσ Ικϊμθσ, θ δθ Μεςςθνίοισ εςτίν ακρόπολισ, πθγι Κλεψφδρα γίνεται. πάντασ μεν ουν καταρικμιςαςκαι και προκυμθκζντι άπορον, οπόςοι κζλουςι γενζςκαι και τραφιναι παρά ςφίςι Δία: μζτεςτι δ’ ουν και Μεςςθνίοισ του λόγου: φαςί γαρ και οφτοι τραφιναι παρά ςφίςι τον κεόν, Ικϊμθν δε είναι και Νζδαν τασ κρεψαμζνασ, κεκλιςκαι δε απὸ μεν τθσ Νζδασ τον ποταμόν, τθν δε ετζραν τω όρει τθν Ικϊμθν δεδωκζναι το όνομα. ταφτασ δε τασ νφμφασ τον Δία, κλαπζντα υπό Κουριτων δια το εκ του πατρόσ δείμα, ενταφκα λοφςαι λζγουςι και το όνομα είναι τω φδατι απὸ των Κουριτων τθσ κλοπισ: φζρουςί τε ανά πάςαν θμζραν φδωρ απὸ τθσ πθγισ εσ του Διόσ του Ικωμάτα το ιερόν». (Υαυςανίασ, Πεςςθνιακά 4, 33), «εν αριςτερά δ του ιεροφ τθσ Δεςποίνθσ το όροσ εςτί το Οφκαιον: καλοφςι δε αυτό και Τλυμπον και Λεράν γε ζτεροι των Αρκάδων κορυφιν. τραφιναι δε τον Δία φαςίν εν τω όρει τοφτω: και χϊρα τε εςτιν εν τω Ουκαίω Ξρθτζα καλουμζνθ--αφτθ δε θ Ξρθτζα εςτίν εξ αριςτεράσ Απόλλωνοσ άλςουσ επίκλθςιν Υαρραςίου--και τθν Ξριτθν, ζνκα ο Ξρθτϊν ζχει λόγοσ τραφιναι Δία, το χωρίον τοφτο είναι και ου *δια+ τθν νιςον αμφιςβθτοφςιν οι Αρκάδεσ. ταισ Ρφμφαισ δε ονόματα, υφ’ ων τον Δία τραφιναι λζγουςι, τίκενται Κειςόαν και Ρζδαν και Αγνϊ» (Υαυςανίασ, Αρκαδικά, 8 38)

«Κ΢ΘΤΕΣ ΑΕΛ ΨΕΥΣΤΑΛ» Σ Ξαλλίμαχοσ, ποιθτισ και Διευκυντισ τθσ Αλεξανδρινισ Βιβλιοκικθσ επί εποχισ Υτολεμαίου του Φιλάρετου, ςε ζνα φμνο του προσ το κεό Δία, λζει τα εξισ: " Ηθνόσ ζοι τί κεν άλλο παρά ςπονδιςιν αειδείν λϊιον, ι κεόν αυτόν, αεί μζγαν, αιζν άνακτα, Υθλαγόνων ελατιρα, δικαςπόλον ουρανίδθςθ; Υϊσ και νιν, Δικταίο αείςομεν θζ Ουκαίον; Εν δοιι μάλα κυμόσ επεί γζνοσ αμφιριςτον. Ηεφ, ςε μεν Λδαίοιςιν εν οφρεςι φαςί γενζςκαι, Ηευ, ςε δ' εν Αρκαδίθ πότεροι, πάτερ, εψεφςαντο; Ξριτεσ αεί ψεφςται και γαρ τάφον, ϊ άνα, ςείο Ξριτεσ ετεκτιναντο, ςυ δ' ου κάνεσ εςςί γαρ αιεί. Εν δε ςε Υαρραςίω Φείθ τζκεν, ιχι μάλιςτα Ζςκεν όροσ κάμνθςι περιςκεπζσ, ζνκεν ο χϊροσ Λερόσ ……….…"

εύηε Θελάο απέιεηπελ επί Κλσζνίν θέξνπζα, Εεύ Πάηεξ, ε Νύκθε ζε (Θελαί δ' έζαλ εγγύζη Κλσζνύ), ηνπηάθη ηνη πέζε, δαίκνλ, απ' νκθαιόο· έλζελ εθείλν Οκθάιηνλ κεηέπεηηα πέδνλ θαιένπζη Κύδσλεο.

Υϊσ καλλίτερα κα μποροφςε κανείσ να υμνιςει κατά τισ κυςίεσ το Δία παρά να τον ειπεί κεό, πάντοτε μζγα, αιϊνιο άνακτα, διϊκτθ των Υθλαγόνων, δικαςτι των επουρανίων κεϊν; Υϊσ κα τον εξυμνιςωμεν, ωσ Δικταίο ι 27

Εεύ, ζε δε Κπξβάλησλ εηάξαη πξνζεπερύλαλην Γηθηαίαη Μειίαη, ζε δ' εθνίκηζελ Ἀδξήζηεηα ιίθλῳ ελί ρξπζέῳ, ζυ δ' εζήζαν πίνλα καδόλ αηγόο Ακαιζείεο, επί δε γιπθύ θεξίνλ ἔβξσο. γέλην γὰξ εμαπηλαία Παλαθξίδνο ἔξγα κειίζζεο Ηδαίνηο ελ όξεζζη, ηα ηε θιείνπζη Πάλαθξα. (Καιιηκάρνπ, Ύκλνο εηο ΓΗΑ)

ωσ Ουκαίον; Σ νουσ μου ευρίςκεται ςε μεγάλθ αμφιβολία διότι το γζνοσ του είναι αμφιςβθτιςιμον. Ω Δία, για ςζνα οι μεν λζγουν ότι γεννικθκεσ ςτα Λδαία όρθ Ω Δία, για ςζνα οι δε λζνε ότι γεννικθκεσ ςτθν Αρκαδία, ποιοι, πατζρα, λζνε ψζματα; Σι Ξριτεσ είναι πάντα ψεφτεσ και διότι τάφο, ω άνακτα, για ςζνα οι Ξριτεσ καταςκεφαςαν, εςφ όμωσ δεν απζκανεσ διότι εςφ είςαι αιϊνιοσ. Αλλά εςζνα ςε γζννθςε θ Φζα εισ το Υαρράςιον, όπου ιταν ζνα βουνό πολυςκζπαςτο με κάμνουσ, γι αυτό το λόγο ο τόποσ αυτόσ είναι ιερόσ…………" (Ξαλλιμάχου, Ϊμνοσ εισ ΔΛΑ 1 - 15)

Υαρατθρϊντασ προςεκτικά όλουσ τουσ ςτίχουσ του ανωτζρω φμνου (και όχι κάποιουσ επιλεκτικά, όπωσ κάνουν μερικοί, για να βγει το νόθμα που κζλουν) βλζπουμε ότι ο ποιθτισ Ξαλλίμαχοσ από τθ μια αναφζρει ότι άλλοι λζνε ότι ο Δίασ γεννικθκε ςτο όροσ Δίκτθ των Λδαίων Σρζων τθσ Ξριτθσ και γι αυτό λζγεται «Δικταίοσ» και άλλοι ότι γεννικθκε ςτο όροσ Οφκαιο τθσ Αρκαδίασ και γι αυτό λζγεται «Ουκαίοσ» και από τθν άλλθ, επειδι οι Ξριτεσ είπαν ότι ο Δίασ πζκανε και του κάνε τάφο και το κάψανε, τουσ αποκαλεί ψεφτεσ και λζει ότι ο Δίασ δε γεννικθκε ςτα Λδαία όρθ, όπωσ λζνε οι Ξρθτικοί, αλλά ςτθν Αρκαδία τονίηοντασ μάλιςτα ότι ο Δίασ δεν πζκανε διότι είναι αιϊνιοσ. Ψο ςυμπζραςμα αυτό του Ξαλλίμαχου είναι αυκαίρετο, γιατί το ότι ο Ξαλλίμαχοσ δε ςυμφωνεί με το κάνατο του Δία που ιςχυρίηονται οι Ξριτεσ, αυτό δε ςθμαίνει και ότι ο Δίασ γεννικθκε ςτθν Αρκαδία, ενϊ κάτι τζτοιο δεν αναφζρει κανζνασ άλλοσ αρχαίοσ ςυγγραφζασ. Αντίκετα υπάρχουν τόςεσ άλλεσ αρχαίεσ μαρτυρίεσ (Απολλόδωροσ, Θςίοδοσ, Διονφςιοσ Αλεξανδρευσ κ.α.) που αποδεικνφουν ότι ο Δίασ γεννικθκε και ανατράφθκε ςτο όροσ Δίκτθ τθσ οροςειράσ Λδαία όρθ τθσ Ξριτθσ. Ξάτι που γίνεται φανερό (αυτό, αν διαβάςουμε όλο τον φμνο «Εισ Δίαν», όπωσ επίςθσ και όλο τον φμνο «Εισ Αρτεμιν») και από το ότι ο Ξαλλίμαχοσ παραλλάςει τα ονόματα του μφκου τθσ γζννθςθσ του Δία και τα κάνει μζρθ τθσ Αρκαδίασ, όπωσ π.χ. τθ νιςο Ξριτθ τθν όποιαν κάνει περιοχι «Ξρθτζα» ςτθν Αρκαδία, τισ πόλεισ «Οφκτο» και «Υράςο» τθσ Ξριτθσ που τισ κάνει το όροσ «Οφκαιον» και τθν περιοχι «Υαρράςιον» ςτθν Αρκαδία κλπ. Χθμειϊνεται ότι: 1) Θ ονομαςία «Λδαίοιςιν ( «'Ηεφ, ςε μεν Λδαίοιςιν εν οφρεςι φαςί γενζςκαι» = ςτίχοσ 7) που αναφζρεται ςτον πιο πάνω φμνο είναι πλθκυντικοφ αρικμοφ, άρα εδϊ αναφζρεται θ οροςειρά Λδαία όρθ (= κρθτικά όρθ) ςτθν οποία ανικει και θ Δίκτθ, 28

και όχι το βουνό Μδθ ι Ψθλορείτθσ, όπωσ ιςχυρίηονται μερικοί. Ξαι το ότι εδϊ εννοείται θ Δίκτθ ι ότι ο Δίασ γεννικθκε ςτο βουνό Δίκτθ τθσ οροςειράσ Λδαία όρθ τθσ Ξριτθσ και όχι ςτο Ψθλορείτθ φαίνεται και από το ότι ςτο ςτίχο 4 αποκαλεί το Δία «Δικταίο» και ςτο ςτίχο 47 αναφζρει ότι το Δία ζτρεφαν «αι Δικταίαι Πελίαι» κλπ 2) Σ Ξαλλίμαχοσ («Εισ Άρτεμιν») για τον ίδιο λόγο που παράλλαξε το μφκο του Δία παράλλαξε και το μφκο τθσ κεάσ Βριτόμαρτθσ. Εδϊ φζρει το βαςιλιά των Ξρθτϊν Πίνωα να κζλει να βιάςει τθ κεά Βριτόμαρτθ ςτο όροσ Δικταίο τθσ Ξυδωνίασ (= ςθμερινά Χανιά), κάτι για το οποίο ο Διόδωροσ (Βιβλιοκικθ 5θ, 77) και ο Χτράβωνασ (γεωργραφικά Λ, IV 12) του λζνε ότι δεν ζχει κανζνα δίκιο γι αυτά που λζει. (Βλζπε «Σ μφκοσ τθσ κεάσ Βριτόμαρτθσ»). 3) Ψθ φράςθ «Κ΢ΘΤΕΣ ΑΕΛ ΨΕΥΣΤΑΛ» που είδαμε να αναφζρει ο Ξαλλίμαχοσ ςτον ωσ άνω φμνο του προσ το Δία χρθςιμοποίθςε ο Απόςτολοσ Υαφλοσ, για να καυτθριάςει τθ κρθςκεία του Δία, τισ παλιζσ αντιλιψεισ, προσ όφελοσ τθσ κρθςκείασ του Λθςοφ Χριςτοφ. Γράφει προσ Ψίτον: Ξριτεσ αεί ψεφςται, κακά κθρία, γαςτζρεσ αργαί, θσ ον Επίγραμμ. βιβλ. γ’. Οεωνίδου, Αεϋλι λθςταί και αχκοφόροι, θ δε δίκαιοι Ξριτεσ, τισ Ξρθτϊν δικαιοςφνθ». Ξατ’ άλλουσ τθ φράςθ «ΞΦΘΨΕΧ ΑΕΛ ΨΕΩΧΨΑΛ» τθν αποδίδουν ωσ λογοπαίγνιο (ςόφιςμα) ςτον Επιμενίδθ τον Ξριτα, ο οποίοσ είπε ότι «οι Ξριτεσ είναι ψεφτεσ», όμωσ επειδι ο Επιμενίδθσ είναι Ξρθτικόσ, αυτό που είπε είναι ψζμα και αφοφ οι Ξριτεσ δεν είναι ψεφτεσ ο Επιμενίδθσ λζει αλικεια και οι Ξριτεσ είναι ψεφτεσ, όμωσ επειδι οι Ξριτεσ είναι ψεφτεσ και ο Επιμενίδθσ είναι κρθτικόσ, άρα ο Επιμενίδθσ λζει ψζματα ότι οι Ξριτεσ είναι ψεφτεσ κλπ κλπ (το λογοπαίγνιο δεν καταλιγει ςε ςυμπζραςμα).

Γ. ΤΟ ΨΕΥΔΟΣ ΓΛΑ ΤΘ ΓΕΝΝΘΣΘ, ΑΝΑΤ΢ΟΦΘ ΚΑΛ ΚΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΔΛΑ ΣΤΟΝ ΨΘΛΟ΢ΕΛΤΘ Χφμφωνα με το φυςικό και πρ. πρόεδρο τθσ Χπθλαιολογικισ Εταιρείασ Ξριτθσ Ελ. Ξ. Υλατάκθ («Ψο ςπιλαιο τθσ γεννιςεωσ του Ξρθταγενοφσ Διόσ», Αμάλκεια τ. 27, 1976, Ψα άντρα τθσ Ξριτθσ, Αμάλκεια τ. 47, 1092) και το φίλο του Γάλλο κακθγθτι Paul Faure (Fonctions de cavernes Cretoises, Paris 1964), απόψεισ που επαναλαμβάνει ο αρχαιολόγοσ Γ. Χακελλαράκθσ κ.α., ο Δίασ γεννικθκε, ανατράφθκε και πζκανε ςτο ςπιλαιο του Ψθλορείτθ που μζχρι πρότινοσ ονομαηόταν «Χπθλιάρα τθσ Βοςκοποφλασ», επειδι: A) Χτισ αναςκαφζσ που ζκανε ςτο ςπιλαιο Χπθλιάρα τθσ Βοςκοποφλασ το 1884 ο γιατρόσ και πρόεδροσ του Πουςείου Θρακλείου Λωςιφ Χατηθδάκθσ με τον αρχαιολόγο F. Halbherr και τον Ανωγειανό κακθγθτι Γεϊργιο Αεράκθ ανακάλυψαν αρκετά αρχαιολογικά ευριματα, όπωσ: χάλκινο τφμπανο, βάςεισ χάλκινων τριπόδων, ανακθματικοφσ χάλκινουσ λζβθτεσ, χάλκινεσ αςπίδεσ κ.α., κακϊσ και μια πιλινθ επιγραφι του 2ου ι 3ου μ. Χ. αιϊνα με τθ φράςθ «Διί Λδαίω ευχιν Αςτιρ Αλεξάνδρου», βάςει των οποίων ο Γερμανόσ αρχαιολόγοσ Fabricius ςχθμάτιςε τθ γνϊμθ (λάκοσ όμωσ, όπωσ κα δοφμε πιο κάτω) ότι το ςπιλαιο αυτό είναι το Λδαίον Άντρο των αρχαίων. Β) Χτισ αναςκαφζσ που ζκανε ςτισ 22/7/1886 ο Λωςιφ Χατηθδάκθσ με τον Λταλό αρχαιολόγο F. Halbherr ςτο ςπιλαιο άνωκεν του χωριοφ Ψυχροφ Οαςικίου που ςιμερα φζρεται ωσ το ςπιλαιο γζννθςθσ και ανατροφισ του Δία δε βρζκθκαν 29

τζτοια ευριματα που να το πιςτοποιοφν (κάτι που είναι ψευδζσ, όπωσ κα δοφμε πιο κάτω), ενϊ θ Δίκτθ των αρχαίων δε βριςκόταν ςτο Σροπζδιο Οαςικίου, αλλά πιο ανατολικά, ςτο ςθμερινό Υαλαίκαςτρο (κάτι που επίςθσ είναι ψευδζσ, όπωσ κα δοφμε πιο κάτω), αφοφ ο Υτολεμαίοσ τοποκετεί λζει τθ Δίκτθ δυτικά τθσ Λτάνου και ανατολικά τθσ Λεράπετρασ και ο Χτράβωνασ (67 π.Χ. - 25 μ.Χ.) ςτο ανατολικότερο άκρον τθσ Ξριτθσ και να απζχει 100 ςταδίουσ (18 χιλιόμετρα) από το ακρωτιριο Χαμϊνιο (ςθμερινό Ακρωτιριο Χίδερο) και 1000 ςταδίουσ (180 χιλιόμετρα) δυτικά τθσ Μδθσ (Ψθλορείτθ). Γ) Ψο ςπιλαιο γζννθςθσ, ανατροφισ και κανάτου του Δία είναι αυτό που μζχρι χκεσ λζγονταν «Χπθλιάρα τςθ Βοςκοποφλασ» ςτον Ψθλορείτθ, επειδι από τθ μια ο Θςίοδοσ δε κάνει μνεία ςπθλαίου ςτθ Δίκτθ και από τθν άλλθ ο Ξαλλίμαχοσ, ο Aρατοσ, ο Ξαλλίμαχοσ, ο Απολλϊνιοσ και ο Διόδωροσ αναφζρουν τα πιο κάτω εδάφια από τα οποία προκφπτει (κάτι που επίςθσ είναι ψευδζσ, όπωσ κα δοφμε πιο κάτω) ότι θ γζννθςθ και θ ανατροφι του Δία ζγινε ςτον Ψθλορείτθ: «Ηεφ, ςε μεν Λδαίοιςιν εν οφρεςι φαςί γενζςκαι, Ηευ, ςε δ' εν Αρκαδίθ πότεροι, πάτερ, εψεφςαντο;» (Ξαλλίμαχοσ, Ϊμνοσ εισ Δία, 6-7). ««τθν δε Φζαν αγανακτιςαςαν, και μθ δυναμζνθν μετακείναι τθν προαίρεςιν τ’ανδρόσ, τον Δία τεκοφςαν εν τθ προςαγορευομζνθ Μδθ …. Ξατά δε τθν Μδθν, εν θ ςυνζβθ τραφιναι τον κεόν, το τε Άντρον εν ω τθν δίαιταν είχε κακιζρωται και οι περί αυτό λειμϊνεσ ομοίωσ ανείνται περί τθν ακρϊρειαν όντεσ….» (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ Λςτορικι βιβλιοκικθ V, 70) «ζμπαλιν εισ όμουσ τετραμμζναι’ ει ετεόν γε Ξριτθκεν κείναι γε Διόσ μεγάλου ιότθτι ουρανόν ειςανζβθςαν, ο μιν τότε κουρίηοντα Δίκτω εν ευϊδει όρεοσ ςχεδόν Λδαίοιο άντρω εγκατζκεντο και ζτρεφον εισ ενιααυτόν, Δικταίοι Ξοφρθτεσ ότε κρόνον εψεφςαντο» ( Άρατοσ Φαινόμενα 30 - 50) «και κεν τοι οπάςαιμι Διόσ περικαλλζσ άκυρμα κείνο, το οι ποίθςε φίλθ τροφόσ Αδριςτεια άντρω εν Λδαίω ζτι νιπια κουρίηοντι ςφαίρα ευτρόχαλον» (Απολλϊνιοσ, Αργοναυτικά, Γ, 132 – 136)

Ωςτόςο όλα τα πιο πάνω είναι λανκαςμζνεσ πλθροφορίεσ και λανκαςμζνα ςυμπεράςματα, γιατί: 1) Θ επιγραφι που βρζκθκε ςτο ςπιλαιο «Χπθλιάρα τθσ Βοςκοποφλασ» γράφει «Διί Λδαίω..», άρα αφιζρωμα ςτον «Λδαίο Δία» και δεν γράφει ότι εδϊ είναι το Λδαίο Άντρο ι το ςπιλαιο γζννθςθσ του Δία. 2) Ψα αρχαιολογικά ευριματα που ζχουν βρεκεί ςτο ςπιλαιο «Χπθλιάρα τθσ βοςκοποφλασ» είναι αςπίδεσ, λζβθτεσ, τρίποδο κ.τ.λ., άρα ςυνικθ ευριματα. Αντίκετα τα ευριματα που ζχουν βρεκεί ςτο Δικταίο Άντρο, κάτι που αποκρφβεται, είναι αγαλματίδια - ειδϊλια τθσ κεάσ Φζασ εγκφου, του νεογζννθτου κεοφ Δία, τθσ κεάσ Φζασ που ετοιμάηεται να κθλάςει το Δία, τθσ αίγαγρου Αμάλκειασ που κιλαηε το Δία, τθσ τροφοφ Μδθσ, του Ξουριτθ Πελιςςζα, του Ξουριτθ Ξριτα, του Άμμωνα Φα κ.α. (βλζπε πιο κάτω «Αρχαιολογικά ευριματα από το Δικταίο Άντρο), άρα ευριματα που πιςτοποιοφν εκατό ςτα εκατό ότι εκεί είναι το μζροσ γζννθςθσ και ανατροφισ του Δία. 30

3) Είναι ψευδζσ ότι θ Δίκτθ των αρχαίων ιταν διαφορετικι από τθ νζα, αφοφ οι ςυγγραφείσ επι εποχισ Ενετοκρατίασ και Ψουρκοκρατίασ (βλζπε πιο κάτω «Θ ΔΛΞΨΘ ΞΑΛ ΨΣ ΟΑΧΛΚΛ»), αναφζρουν ότι το όροσ Δίκτθ ςιμερα λζγεται «Οαςίτι» (Lassiti) και εκεί βρίςκεται το περίφθμο Σροπζδιο Οαςικίου. 4) Πε τθν ονομαςία «θ Μδθ», απϋόπου και: Λδαίον άντρο, Λδαίοι Δάκτυλοι κ.α., ςτα αρχαία κείμενα δεν ονομάηεται ο Ψθλορείτθσ, αλλά θ οροςειρά τθσ Ξριτθσ ςτθν οποία βρίςκεται το βουνό θ Δίκτθ και όπου θ κεά Φζα γζννθςε το Δία και γι αυτό και το ςπιλαιο γζννθςθσ του Δία ονομάηεται άλλοτε Λδαίον και άλλοτε Δικταίο και άλλοτε Ξρθταίο άντρο. Για τον ίδιο λόγο Δικταίοσ = Λδαίοσ = Ξρθταίοσ ι Ξρθταγενισ Δίασ κ.α. Ξάτι που πιςτοποιείται και από το ότι: Α) Σ Χτράβωνασ (Γεωγραφικά Λ’, C 471, ΛΛΛ 20 και Γεωγραφικά Λ, C 473, ΛΛΛ, 22) αναφζρει από τθ μια ότι με τθν ονομαςία «Μδθ» παλιά ονομάηονταν οι κορφζσ (άρα με τθν ονομαςία «Μδθ» εννοείται αυτό που ςιμερα λζμε οροςειρά) ςτθν Ξριτθ και ςτθν Π. Αςία που είχαν αφιερωκεί ςτθ κεά Φζα και από τθν άλλθ ότι ςτθν Μδθ ςυμπεριλαμβάνεται ακόμθ και ο λόφοσ Υφτνα, όπου θ πόλθ Λεράπυτνα (= θ ςθμερινι Λεράπετρα, πόλθ κείμενθ ςτισ ανατολικζσ πρόποδεσ τθσ Δίκτθσ), πρβ: «Ίδε όξνο ππάξρεη ζηελ Σξσάδα θαη ζηελ Κξήηε. Γίθηε είλαη ηόπνο ζηε ΢θεςία θαη όξνο ζηελ Κξήηε. Λόθος ηης Ίδης είναι η Πύηνα, απ’ όπνπ θαη ε Ιεξαππηλα ε πόιε». (΢ηξάβσλ, Γεσγξαθηθά Ι’, C 471, ΙΙΙ 20) «Λένε πως ονομάζηηκαν Ιδαίοι Γάκησλοι οι πρώηοι κάηοικοι ζηοσς πρόποδες ηης Ίδης. Πόδεο ιέγνληαη νη πξόπνδεο θαη θνξπθέο, νη κύηεο ησλ βνπλώλ. Οη δηάθνξεο θνξπθέο ηεο Ίδεο, πνπ ήηαλ όιεο αθηεξσκέλεο ζηε κεηέξα ησλ ζεώλ (ηε Ρέα), ιέγνληαλ Γάθηπινη…….. Τπονοούν μάλιζηα πως απόγονοι ηων Ιδαίων Γακηύλων είναι οι Κοσρήηες και οι Κορσβάνηες. Οι πρώηοι εκαηό ποσ γεννήθηκαν ζηην Κρήηη ονομάζηηκαν Ιδαίοι Γάκησλοι. Απόγονοί ηοσς αναθέρονηαι εννέα Κοσρήηες. Ο θαζέλαο ηνπο έθαλε δέθα παηδηά, ηνπο Ιδαίνπο Γαθηύινπο…» (΢ηξάβσλ, Γεσγξαθηθά Ι, C 473, ΙΙΙ, 22)

Β) Ψο αρχαίο Πζγα Ετυμολογικό Οεξικό, ο Χτράβωνασ, ο Άρατοσ, ο Διόδωροσ (4, 80) κ.α. αναφζρουν ότι με τθν ονομαςία «Λδαίον όροσ» ονομάηεται το πιο ψθλό από τα βουνά τθσ Ξριτθσ (άρα το βουνό που ςιμερα λζγεται Ψθλορείτθσ) και με το όνομα «θ Δίκτθ» ονομάηεται το όροσ που αφενόσ βρίςκεται κοντά (ςχεδόν «Λδαίοο») ςτο «Λδαίο όροσ» τθσ Ξριτθσ και αφετζρου εκεί γεννικθκε ο Δίασ, πρβ: «Θ Ξριτθ είναι ορεινι και δαςωμζνθ, με εφφορεσ κοιλάδεσ. Ψα δυτικά βουνά τθσ λζγονται Οευκά. Είναι ςχεδόν όςο ο Ψαΰγετοσ υψθλά, ενϊ ςτο μικοσ εκτείνονται όςο τριακόςια ςτάδια και διαμορφϊνουν ράχθ που ςταματάει ςτα ςτενά. Χτο μζςον είναι το πιο φαρδφ από τα βουνά, το Λδαίον όροσ, το πιο ψθλό απ όλα, με περίμετρο εξακοςίων ςταδίων. Γφρω του βρίςκονται οι πιο καλζσ πόλεισ. Ωπάρχουν και άλλα βουνά, ιςουψι με τα Οευκά, άλλα προσ νότο και άλλα προσ ανατολι. (Γεωγραφικά Λ’, c 475, ΛV 4 ) «ζμπαλιν εισ όμουσ τετραμμζναι’ ει ετεόν γε Ξριτθκεν κείναι γε Διόσ μεγάλου ιότθτι ουρανόν ειςανζβθςαν, ο μιν τότε κουρίηοντα Δίκτω εν ευϊδει όρεοσ ςχεδόν Λδαίοιο άντρω εγκατζκεντο και ζτρεφον εισ ενιααυτόν, Δικταίοι Ξοφρθτεσ ότε κρόνον εψεφςαντο» (Άρατοσ, Φαινόμενα 30 - 50) 31

«Δίκτω εν ευϊδει όρεοσ ςχεδόν Λδαίοιο, από το Δίκτον. Είρθται παρά το τζκω τίκτω τισ οφςα, από εκεί τεχκιναι τον Δία» (Πζγα Ετυμολογικό Οεξικό) Γ) Σ Ξαλλίμαχοσ («Ωμνοσ εισ Δία») αναφζρει ότι ο Δίασ λζγεται από τουσ Ξριτεσ «Δικταίοσ», επειδι γι αυτοφσ γεννικθκε ςτα Λδαία όρθ τθσ Ξριτθσ και από τουσ Αρκάδεσ Ουκαίοσ, επειδι γι αυτοφσ γεννικθκε ςτο όροσ Οφκαιο. Σμοίωσ ο Απολλϊνιοσ Φόδιοσ, όπωσ κα δοφμε πιο κάτω, αναφζρει από τθ μια ότι οι Λδαίοι Δάκτυλοι ςτθ Δίκτθ και από τθν άλλθ, χάρθ του ποιθτικοφ μζτρου, ονομάηει το ςπιλαιο ανατροφισ του Δία άλλοτε Δικταίο και άλλοτε Λδαίο ι Ξρθταίο. Σμοίωσ ο Διόδωροσ Χικελιϊτθσ , όπωσ κα δοφμε πιο κάτω, άλλοτε λζει ότι ο Δίασ γεννικθκε ςτθν Μδθ (βλζπε Διόδωροσ 5, 70) και άλλοτε ςτα Λδαία όρθ (βλζπε Διόδωροσ 5, 60 ), και ςτο εδάφιο 5, 70 αναφζρει απο τθ μια ότι ο Δίασ γεννικθκε ςτθν Μδθ και από τθν άλλθ ότι όταν μεγάλωςε ο Δίασ ζκτιςε μια πόλθ ςτο όροσ Δίκτθ, όπου και ςυγκεκριμζνα μυκολογείται θ γζννθςι του. 5) Σ Ελ. Υλατάκθσ από τθ μια ζχει αποκρφψει αρχαίεσ πθγζσ που μιλοφνε για το μζροσ γζννθςθσ και ανατροφισ του Δία, όπωσ π.χ. του Αγακοκλι, του Διονφςιου Αλεξανδρζα, του Οουκιανοφ, των Φωμαίων ςυγγραφζων Βιργιλίου κ.α. ( βλζπε «Υίνακασ με αρχαίεσ πθγζσ») και από τθν άλλθ ζχει παρερμθνεφςει - παραποιιςει τα εδάφια του Διόδωρου, του Άρατου, του Απολλϊνιου και του Ξαλλίμαχου, ϊςτε να βγει το νόθμα που κζλει, αφοφ:

1. Ο ΔΛΟΔΩ΢ΟΣ Ψο εδάφιο του Διόδωρου Χικελιϊτθ (5, 70) που είδαμε πιο πριν να αναφζρει ο Ελ. Υλατάκθσ είναι κομμζνο ςτθ αρχι και ςτο τζλοσ ζτςι ϊςτε να βγαίνει άλλο νόθμα από αυτό που πρζπει και το ςωςτό εδάφιο είναι το εξισ: «τθν δε Φζαν αγανακτιςαςαν, και μθ δυναμζνθν μετακείναι τθν προαίρεςιν τ’ανδρόσ, τον Δία τεκοφςαν εν τθ προςαγορευομζνθ Μδθ κλζψαι και δοφναι λάκρα τοισ Ξοφρθςιν εκκρζψαι τοισ κατοικοφςι πλθςίον όρουσ τθσ Μδθσ. τοφτουσ δ´ απενζγκαντασ εισ τι ‘Αντρον παραδοφναι ταίσ Ρφμφαισ, παρακελευςαμζνουσ τθν πάςαν επιμζλειαν αυτου ποιείςκαι. αφται δε μζλι και γάλα μίςγουςαι το παιδίον ζκρεψαν και τθσ αιγόσ τθσ ονομαηομζνθσ Αμαλκείασ τον μαςτόν εισ διατροφιν παρείχοντο……… κατά δε τθν Μδθν, εν θ ςυνζβθ τραφιναι τον κεόν, το τε ‘Αντρον εν ω τθν δίαιταν είχε κακιζρωται και οι περί αυτό λειμϊνεσ ομοίωσ ανείνται περί τθν ακρϊρειαν όντεσ....... τθ κρεψάςι δ´ αιγί τιμάσ τε τινασ άλλασ απονείμαι και τθν επωνυμίαν απ´ αυτισ λαβείν, αιγίοχον επονομαςκζντα. ανδρωκζντα δ´ αυτόν φαςι πρϊτον πόλιν κτίςαι περί τθν Δίκταν, όπου και τθν γζνεςιν αυτου γενζςκαι μυκολογοφςιν· θσ εκλειφκείςθσ εν τοισ φςτερον χρόνοισ διαμζνειν ζτι και νυν ζρματα των κεμελίων. (Διόδωροσ Βιβλιοκικθ Λςτορικι 5, 70)

Υαρατθρϊντασ το πιο ίδιο εδάφιο βλζπουμε ότι αρχικά λζει ότι όταν θ Φζα γζννθςε το Δία ςτθν Μδθ («τον Δία τεκοφςαν εν τθ προςαγορευομζνθ Μδθ…») και ςτο τζλοσ ότι, όταν ο Δίασ μεγάλωςε, ζκτιςε μια πόλθ ςτθ Δίκτθ όπου και (ςυγκεκριμζνα) μυκολογείται θ γζννθςι του («πόλιν κτίςαι περί τθν Δίκταν, όπου και τθν γζνεςιν αυτου γενζςκαι»). Επομζνωσ θ ονομαςία Μδθ είναι άλλθ ονομαςία τθσ Δίκτθσ, κάτι που εξθγείται - πιςτοποιείται και από το ότι:

32

Α) Άλλεσ εκδόςεισ του Διόδωρου εκεί όπου υπάρχει θ ονομαςία «τθ προςαγορευομζνθ Μδθ» υπάρχει θ ονομαςία «τθ προςαγορευομζνθ Δίκτθ», Β) Σ Χτράβωνασ (Γεωγραφικά Λ, C 473, ΛΛΛ, 22 και Γεωγραφικά Λ’, C 471, ΛΛΛ 20) αναφζρει από τθ μια ότι με τθν ονομαςία «Μδθ» λζγονται οι διάφορεσ κορφζσ (άρα με τθν ονομαςία Μδθ εννοείται αυτό που λζμε ςιμερα οροςειρά ) ςτθ Π. Αςία και ςτθν Ξριτθ που είχαν αφιερωκεί ςτθ κεά Φζα (άρα θ οροςειρά εκείνθ όπου βρίςκεται θ Δίκτθ) και από τθν άλλθ ότι ςτθν Μδθ ςυμπεριλαμβάνεται ακόμθ και ο λόφοσ Υφτνα, όπου θ πόλθ Λεράπυτνα. (= θ ςθμερινι Λεράπετρα, πόλθ κείμενθ ςτισ ανατολικζσ πρόποδεσ τθσ Δίκτθσ). Γ) Σ Διόδωροσ ςτο εδάφιο 5, 60 αναφζρει ότι θ Φζα ζδωςε για ανατροφι το Δία ςτα Λδαία όρθ («εν τοισ κατά τθν Ξριτθ Λδαίοισ όρεςι») και ςτο εδάφιο 4, 80 ότι ζχει δίκιο ο Άρατοσ που λζει ότι ζβαλαν το Δία ςε Άντρο ςτο ευωδιαςτό βουνό τθσ Δίκτθσ, θ οποία βρίςκεται κοντά ςτο Λδαίον όροσ (= το υψθλότερον όροσ τθσ Μδθσ, ςφμφωνα με το Χτράβωνα, ο Ψθλορείτθσ) και τον ζτρεφαν οι Δικταίοι Ξοφρθτεσ, πρβ: «Πεξί σλ θαη ηνλ Άξαηνλ ζπκθσλνύληα ηνύηνηο ηεζεηθέλαη θαηά ηελ ησλ άζηξσλ πνίεζηλ: έκπαιηλ εηο ώκνπο ηεηξακκέλαη’ εη εηεόλ γε Κξήηεζελ θείλαη γε Γηόο κεγάινπ ηόηεηη νπξαλόλ εηζαλέβεζαλ, ν κηλ ηόηε θνπξίδνληα Γίθησ ελ επώδεη όξενο ζρεδόλ Ηδαίνην άληξσ εγθαηέζελην θαη έηξεθνλ εηο εληααπηόλ, Γηθηαίνη Κνύξεηεο όηε θξόλνλ εςεύζαλην» (Γηόδσξνο 4, 80)

Δ) Θ περιγραφι που κάνει ο Διόδωροσ για το ςπιλαιο γζννθςθσ και ανατροφισ του Δία ταιριάηει απόλυτα με αυτό τθσ Δίκτθσ. Οιβάδια γφρω από το ςπιλαιο «Χπθλιάρα τςθ Βοςκοποφλασ» (= το ςπιλαιο που ςιμερα μερικοί λζνε Λδαίο Άντρο) ςτον Ψθλορείτθ δεν υπάρχουν. Ωπάρχουν και μάλιςτα πάρα πολλά ςτθ Δίκτθ, γφρω από το Δικταίο Άντρο. Ψα λιβάδια του Σροπεδίου Οαςικίου. Ε) Σ Ψθλορείτθσ ςτα αρχαία κείμενα λζγεται «Λδαίον όροσ» και όχι Μδθ ι Ψθλορείτθσ, όπωσ ςκόπιμα λζνε μερικοί ςιμερα.

2. Ο Άρατοσ Ψο εδάφιο του Άρατου που είδαμε πιο πριν να αναφζρει ο Ελ. Υλατάκθσ είναι ςωςτό, όμωσ ο Ελ. Υλατάκθσ το ερμθνεφει λάκοσ, ωσ εξισ: «Σ Χχολιαςτισ του Άρατου ςθμειϊνει: Δίκτω…. Ηθνόδοτοσ δε ο Παλϊτθσ δίκτον ικουςε το καλοφμενον δίκταμον, δια τοφτο και ευϊδεσ τοφτο ειριςκαι….. Θ ςθμαςία του ςχολίου γίνεται ςαφισ δι απλισ μεταφοράσ των λζξεων, ιτοι: «εγκατζκοντο και ζτρεφον εισ ενιαυτόν εν αντρω όρεοσ ςχεδόν Λδαίοιο, ευϊδει δίκτω». Ψο ςπιλαιο επομζνωσ ςθμειοφται ωσ κείμενον πλθςίον τθσ Μδθσ και ωσ ευϊδεσ εκ του φυομζνου εκεί δίκταμου. Ωςτόςο θ ερμθνεία αυτι δεν είναι ςωςτι, γιατί: 1) Θ ςωςτι μετάφραςι του εν λόγω εδαφίου είναι θ εξισ (ςφμφωνα με αυτοφσ που ξζρουν καλά αρχαία ελλθνικά): «ϊμο με ϊμο ςτζκονται ςτραμμζνεσ’ αν είναι αλικεια, βζβαια, από τθν Ξριτθ εκείνεσ χάρθ ςτο κζλθμα του Δία του μεγάλου ςτον ουρανό ανζβθκαν, γιατί τότε που ιταν νιοφτςικοσ, ςτο ευωδιαςτό Δίκτον (Δικταίον όροσ), πλάι ςτο Λδαίον όροσ, ςε Άντρο τον ζβαλαν κι ζνα χρόνο τον ανζκρεφαν,

33

κι απϋ ζξω οι Δικταίοι Ξουριτεσ τον Ξρόνο ξεγελοφςαν». ( Άρατοσ Φαινόμενα 30 - 50)

2) Θ φάςθ-ονομαςία «Δίκτω εν ευϊδει όρεοσ» που αναφζρει ο Άρατοσ είναι θ δοτικι πτϊςθ τθσ ονομαςίασ το όροσ το Δίκτον ι Δικταίον» (δοτικι τω Δίκτω), βλζπε και ςτθ Κεογονία όπου αναφζρεται «πρωτθν εσ Δίκτον» ) ι ςε κθλυκό τφπο «θ Δίκτθ ι θ Δίκτοσ» (δοτικι τθ Δίκτθ ι τθ Δίκτω) και όχι το φυτό «δίκταμον», αφοφ: α) Χτο ίδιο εδάφιο ο Άρατοσ αναφζρει ότι οι «Δικταίοι Ξοφρθτεσ» ανζτρεφαν το Δία, β) Θ ονομαςία «δίκταμο» δεν είναι ελλθνικι λζξθ, αλλά λατινικι: dicta-monσ > dictamon - δίκταμνο = «τθσ Δίκτθσ (Dicta) φυτό (mons)». Χτα ελλθνικά λζγεται το δίκταμο λζγεται «ζρωντασ» = το φυτό τθσ αγάπθσ, γ) Ψο αρχαίο Πζγα Ετυμολογικό (10οσ αι. μ.Χ.), το οποίο επαναλαμβάνει λόγια του Αρατου, αναφζρει: «Δίκτω εν ευϊδει όρεοσ, ςχεδόν Λδαίοιο, από το Δίκτον. Είρθται παρά το τζκω τίκτω τισ οφςα, από εκεί τεχκιναι τον Δία». 3) Θ ονομαςία «Νδαίοιο» που αναφζρει ο Άρατοσ είναι δοτικι ενικοφ του επικζτου «Λδαίον», άρα εδϊ γίνεται λόγοσ για το Λδαίον όροσ (= θ ψθλότερθ κορφι τθσ Μδθσ) και όχι για τθν Μδθ και αφοφ εδϊ γίνεται λόγοσ για ανατροφι του Δία κοντά ςτο Λδαίον όροσ («ςχεδόν ιδαίοιο») και όχι «επί του Λδαίου όρουσ», άρα ο Ψθλορείτθσ αποκλείεται ζτςι κι αλλιϊσ ωσ τόποσ γζννθςθσ ι ανατροφισ του Δία. 4) Σι ςχολιαςτζσ δεν είναι αρχαίοι ςυγγραφείσ, αλλά οι ςθμερινοί παρουςιαςτζσ των εκδόςεων, άρα μπορεί να κάνουν και λάκοσ. Ξαι κάνουν λάκθ και μάλιςτα πολλζσ φορζσ ςκόπιμα για τουριςτικοφσ λόγουσ.

3. Ο Απολλϊνιοσ ΢όδιοσ Ψο εδάφιο του Απολλϊνιου που είδαμε πιο πριν να αναφζρει ο Ελ. Υλατάκθσ είναι ςωςτό, όμωσ ο Ελ. Υλατάκθσ αποκρφβει ότι ο ποιθτισ Απολλϊνιοσ, χάρθ του ποιθτικοφ μζτρου, ονομάηει το ςπιλαιο ανατροφισ του Δία άλλοτε «Δικταίο ςπζοσ», επειδι αυτό βρίςκεται ςτθ Δίκτθ και άλλοτε «Λδαίω εν Άντρω» ι «Ξρθταίον υπ Άντρο», επειδι θ Δίκτθ είναι ζνα από τα όρθ τθσ οροςειράσ Μδθ ι Λδαία όρθ τθσ Ξριτθσ. Ξαι το ότι αυτό ιςχφει ι το ότι θ ονομαςία Μδθ είναι άλλθ ονομαςία τθσ Δίκτθσ εξθγείται-πιςτοποιείται και από το ότι ο ίδιοσ ο Απολλϊνιοσ ςε άλλο εδάφιό του αναφζρει, κάτι που επίςθσ αποκρφβεται από τον Ελ. Υλατάκθ, ότι θ νφμφθ Αγχιάλθ γζννθςε τουσ Λδαίουσ δακτφλουσ ςτο όροσ Δίκτθ, πρβ: «οι δε τζωσ μακάρεςςι Κεοίσ Ψιτιςιν άναςςον, όφρα Ηευσ ζτι κοφροσ, ζτι φρεςί νιπια ειδϊσ, Δικταίο ναίεεςκεν υπο ςπζοσ, οι δε μιν οφπω γθγενζεσ…” (Απολλϊνιοσ, Αργοναυτικά, Α, 507 – 511) «Ρυκτί δϋεπιπλόμενθ Φιλυρίδα νιςον άμειβον. ζνκα μεν Συρανίδθσ Φιλφρθ Ξρόνοσ, ευτ εν Σλφμπω Ψιττινων ιναςενμ ο δε Ξρθταίον υπ’ Άντρον Ηευσ ζτι Ξουριτεςςι μετετρζφετ’ Λδαίοιςιν Φείθν εξαπαφϊν παρελζξατο»… (Απολλϊνιοσ, Αργοναυτικά Β 1233 – 1235), «και κεν τοι οπάςαιμι Διόσ περικαλλζσ άκυρμα κείνο, το οι ποίθςε φίλθ τροφόσ Αδριςτεια άντρω εν Λδαίω ζτι νιπια κουρίηοντι

34

ςφαίρα ευτρόχαλον» (Απολλϊνιοσ, Αργοναυτικά, Γ, 132 – 136) «Σι μοφνοι πλεόνων μοιρθγζται θδζ πάρεδροι Πθτζροσ Λδαίθσ κεκλθαται, όςςοι ζαςιν Δάκτυλοι Λδαίοι Ξρθταιζεσ, ουσ ποτζ νφμφθ Αγχιάλθ Δικταίο ανά ςπζοσ, αμφοτζρθςιν δραξάμενθ γαίθσ Σιαξιλίδοσ, εβλάςτθςε.» (Απολλϊνιοσ Αργοναυτικά Α 1125 – 1135)

4. Ο Θςίοδοσ Χφμφωνα με τον Ελ. Υλατάκθ ο Θςίοδοσ αναφζρει τα πιο κάτω από τα οποία δεν προκφπτει λζει ότι ο Δίασ γεννικθκε ςτθ Δίκτθ: «πζμψαν δ’ εσ Οφκτον, Ξριτθσ εσ πίονα διμον οππότ’ άρ οπλότατον παίδων τζξεςκαι ζμελλε, Ηινα μζγαν τον μεν οι εδζξατο Γαία πελϊρθ Ξριτθ εν ευρείθ τραφζμεν ατιταλλζμεναί τε. ζνκα μιν ίκτο φζρουςα κοιν δια νφκτα μζλαιναν πρϊτθν εσ Οφκτον’ κρφψεν δε ε χερςί λαβοφςα άντρω εν θλιβάτω ηακζθσ υπό κεφκεςι Γαίθσ, Αιγαίω εν όρει πεπυκαςμζνω υλιεντι»…… (Χτίχοι 476 – 485 παραποιθμζνθσ Κεογονίασ Θςιόδου)

Ωςτόςο, το ςυμπζραςμα αυτό του Ελ. Υλατάκθ είναι ψευδζσ, γιατί: Α) Σ Θςίοδοσ ςτο ωσ άνω εδάφιο από τθ μια αναφζρει ότι θ κεά Φζα πιγε ςτθν πόλθ Οφκτο και γζννθςε το Δία και ςτθ ςυνζχεια τον ζκρυψε ςε Άντρο και από τθν άλλθ θ πόλθ Οφκτοσ ι Οφττοσ, ςφμφωνα με τουσ άλλουσ αρχαίουσ ςυγγραφείσ και τουσ περιθγθτζσ, βρίςκονταν ςτιο όροσ θ Δίκτθ – άρα και ο Θςίοδοσ αναφζρει ότι ο Δίασ γεννικθκε ο Δίασ ςτθ Δίκτθ. Β) Ψο ωσ άνω εδάφιο του Θςιόδου (που το ίδιο αναφζρει και θ ζκδοςθ τθσ Κεογονίασ των εκδόςεων «Ξάκτοσ») είναι παραποιθμζνο και το ςωςτό (εκείνο αναφζρει ότι θ Φζα πιγε ςτθ Οφκτο και από εκεί ςτθ Δίκτθ όπου γζννθςε το Δία) ζχει ωσ εξισ: «πζμψαν δ’ εσ Οφκτον, Ξριτθσ εσ πίονα διμον. Σππότ’ άρ οπλότατον παίδων ιμελλε τεκζςκαι, Ηινα μζγαν, τον μεν οι εδζξατο Γαία πελϊρθ, Ξριτθ εν ευρείθ τραφζμεν ατιταλλζμεναί τε. ζνκα μιν ίκτο φζρουςα κοιν δια νφκτα μζλαιναν πρϊτθν εσ Δίκτον’ κρφψεν δε ε χερςί λαβοφςα άντρω εν θλιβάτω ηακζθσ υπό κεφκεςι Γαίθσ, αιγαίω εν όρει πεπυκαςμζνω υλιεντι.

(Κεογονία Θςιόδου, Χτίχοι 476 – 485, (Εκδόςεισ: του Χυλλόγου Ξακθγθτϊν Ξωνςταντινοφπολθσ ζτοσ 1889 και Ψθσ Επιςτθμονικισ Εταιρείασ των Ελλθνικϊν Γραμμάτων - ΥΑΥΩΦΣΧ, ζτοσ 1938 κ.α.) Χθμειϊνεται ότι: 1) Ψο ότι το εδάφιο τθσ Κεογονίασ που παρακζτει ο Ελ. Υλατάκθσ είναι παραποιθμζνο πιςτοποιείται και από το ότι: α) Τλοι οι άλλοι αρχαίοι ςυγγραφείσ αναφζρουν ότι ςτθ Δίκτθ γεννικθκε ο Δίασ, ενϊ ο Αρατοσ και το αρχαίο Πζγα Ετυμολογικό λεξικό αναφζρουν και τθν ονομαςία «εσ Δίκτον» και β) Από τθ ςυντακτικι ανάλυςθ του εν λόγω εδαφίου. Χτο παραποιθμζνο εδάφιο αναφζρει δυο φορζσ το όνομα του τόπου προοριςμοφ, δθλαδι θ λζξθ «Οφκτον», 35

κάτι που δεν είναι ςωςτό, γιατί δε λζμε π.χ. «Υιγα ςτο Θράκλειο Ξριτθσ και από εκεί, αφοφ ζκανα αυτό κι αυτό, πιγα ςτο Θράκλειο Ξριτθσ», αλλά «πιγα ςτο Θράκλειο …. Ξαι από εκεί π.χ. ςτθ Δίκτθ ι ςτθ Χθτεία …». Ειδικότερα ο κακθγθτισ Ξάρολοσ Χίτλ, ςχολιαςτισ και υπεφκυνοσ ζκδοςθσ τθσ Κεογονίασ του Θςιόδου που εκδόκθκε από τον Ελλθνικό Φιλολογικό Χφλλογο τθσ Ξωνςταντινοφπολθσ το ζτοσ 1889, ςτο «Ξριτικό παράρτθμα» αναφζρει για τθ δεφτερθ αναφορά τθσ πόλθσ Οφκτου ςτο εδάφιο των ςτίχων 476 –485 : («Οφκτον δε τινζσ φαςιν, ουκ ορκϊσ», Χχόλ. Λλ. Β. 647) Clericus: Οφττον, Ξρθτιςτί (ιδζ Bursian, Geographie von Griecleland B’, ς. 569,3) Fo. Meursius, Creta βιβλ. β’, κεφ. γ’: Δίκτοσ. Δίκτον (θσ θ ονομαςτικι Δίκτοσ), ο εκδότθσ, ςτθριηόμενοσ επί του Αρατείου «Δίκτω εν ευϊδει» (33) άμα τοισ εισ αυτό ςχολίοισ. Οφκτον, όπερ αδφνατον, προθγουμζνου του 477 ςτ. Schommann: Δίκτθ ό,τι ςυνθκζςτερον με ζςτι, πλζον δε παραλλάττει τθσ παραδόςεωσ ι «Δίκτον». Επίςθσ για τθ φράςθ «εσ Δίκτον» ςθμειϊνει: εσ Δίκτον = μζροσ τθσ Μδθσ, οι άλλοι εκτόσ του Αράτου (Φαινόμενα 33) καλοφςι Δίκτθν, κακ’ θμάσ δε λζγεται Οαςίκι ι Οαςιϊτικα βουνά.>> Επίςθσ για τθ φράςθ «άντρω θλιβάτω» ςθμειϊνει: ... επί το Άντρον τοφτο, ‘ό προςθγορεφετο «Δικταίο ι και Λδαίον», πάλαι ποτζ εφοίτουν πολυπλθκείσ προςκυνθταί..... Για τθ φράςθ «Αιγαίω εν όρθ» ςθμειϊνει: Εν Ξριτθ και Αιγόσ όροσ καλείται και Αιγαίον το υπ ενίων Αιγιδόκον καλοφμενον (Χχόλιον, πρβλ Χχολ. Μλι. Β Λ57). Ψο όνομα το ζλαβεν από των αγρίων αιγϊν ι ςτρθφοκζρων, οίτινεσ κατοικοφςιν τα Ξρθτικά όρθ. Αυτόκι δε εν εκείνω τω όρει περιορίςκθ ο μφκοσ, κακότι θ αιξ αμάλκεια εκιλαηε το κείον βρζφοσ. Τκεν ο Ηευσ επεκαλζςκθ, Ωπναρεφσ παρά το υννάσ (αγρία αίξ)>> 2) Σ Θςίοδοσ αποκαλεί το όροσ και το άντρο γζννθςθσ του Δία «ΑΛΓΑΛΣΡ», δθλαδι των αιγϊν (αίγαγρων), επειδι εκεί μια από αυτζσ, θ Αμάλκεια, κιλαηε το Δία. Σ Διόδωροσ ( 5, 70) και πρωτίςτωσ ο Τμθροσ (Λλιάδα Β 157) αναφζρουν ότι ο Δίασ πιρε τθν επωνυμία «αιγίοχοσ», επειδι ανατράφθκε από τθν αίγα(γρο) Αμάλκεια ςε ςπιλαιο (άντρο) τθσ Δίκτθσ.

Θ Α΢ΧΑΛΑ ΡΟΛΘ ΛΥΚΤΟΣ ι ΛΥΤΤΟΣ Σ Χτζφανοσ Βυηάντιοσ, ςχετικά με τθν αρχαία πόλθ Οφκτο ι Οφττο, αναφζρει: «Θ Λφκτοσ είναι πόλθ τθσ Κριτθσ, θ οποία πιρε το όνομά τθσ από τον Λφκτο, τον Λυκάονα. Μερικοί πιςτεφουν ότι πιρε αυτό το όνομα επειδι βρίςκεται ςε υψθλό τόπο. Το εκνικό είναι Λφκτιοσ και το κθλυκό Λυκτθίσ». Σ Onorio Belli (γιατρόσ του Γενικοφ Υροβλεπτι των Ενετϊν Alvise Antonio Grimani) ςε επιςτολι του με θμερομθνία 11θ Σκτωβρίου 1586, ςχετικά με τθν αρχαία πόλθ Οφττο, αναφζρει: «Θ πόλθ αυτι τθσ Λφττου ιταν κτιςμζνθ πάνω ςε ζνα φψωμα με διάφορεσ κορυφζσ και είχε ελάχιςτο επίπεδο ζδαφοσ, και πάντοτε ανζβαιναν και κατζβαιναν…... Εκεί βρικα επίςθσ πολλζσ επιτφμβιεσ επιγραφζσ που ζχετε δει από τισ οποίεσ βγαίνει ότι αν και, όπωσ λζει ο Πολφβιοσ, εκείνοι τθσ Κνωςοφ και τθσ Γόρτυνασ κατζςτρεψαν αυτι τθν πόλθ, όμωσ φαίνεται πωσ ςτον καιρό του Τραϊανοφ, του Αδριανοφ και του Ματίντιε αυτι άνκιςε πολφ. Θ πόλθ αυτι 36

είναι μακριά από τθ βόρεια κάλαςςα δϊδεκα ι δεκατζςςερα μίλια. Στθ κάλαςςα αυτι μια άλλθ πόλθ, που ονομαηόταν Χερρόνθςοσ και τϊρα λζγεται Χερςόνθςοσ. Αυτι ιταν λιμάνι για τα πλοία τθσ Λφττου…… Το υδραγωγείο αυτό άρχιηε τζςςερα ι πζντε μίλια πάνω από τθ Λφττο και ζπαιρνε το νερό μιασ πθγισ των πολφ ψθλϊν βουνϊν που λζγονται Λαςίκι και το διοχζτευε πρϊτα ςτθ Λφττο κι ζπειτα ςτθ Χερςόνθςο..» (Onorio Belli, Bibliotera Ambrosiana Πilano) Σ Ξάρολοσ Χίτλ (ςχολιαςτισ και υπεφκυνοσ ζκδοςθσ τθσ Κεογονίασ του Θςιόδου που εκδόκθκε από τον Ελλθνικό Φιλολογικό Χφλλογο τθσ Ξωνςταντινοφπολθσ το ζτοσ 1889) αναφζρει: «Λφκτον, Λφκτοσ, θν οι επιχϊριοι ωνόμαηον Λφττον, θν θ μεγίςτθ πόλισ τθσ προσ ανατολάσ Κριτθσ, κειμζνθ επί τθσ παραςπάδοσ τθσ Δικταίασ Ίδθσ πλθςίον του χωρίου Ξυδίων».

ΤΟ ΔΛΚΤΑΛΟ ΑΝΤ΢Ο, ΤΟ ΔΛΚΤΑΛΟ ΛΕ΢Ο ΚΑΛ ΤΟ ΛΑΣΛΚΛ Χφμφωνα με το φυςικό και πρ. πρόεδρο τθσ Χπθλαιολογικισ Εταιρείασ Ξριτθσ Ελ. Ξ. Υλατάκθ («Ψο ςπιλαιο τθσ γεννιςεωσ του Ξρθταγενοφσ Διόσ», Αμάλκεια τ. 27, 1976): «Σ τόποσ τθσ γεννιςεωσ του Διόσ εν Ξριτθ δεν κακορίηεται ςαφϊσ από των αρχαίων ςυγγραφζων, μεταξφ των οποίων επικρατεί ςχεδόν πλιρθσ ςφγχυςισ. Άλλοι τον φζρουν γεννθκζντα εν Μδθ και άλλοι εν Δίκτθ (τθν οποίαν ωσ επί το πολφ ςυγχζουν με τθν Μδθ ι δεν κακορίηουν ςαφϊσ) και ζτεροι ςυςχετίηουν τθν γζννθςθν αυτοφ με ιερόν του ιδίου κεοφ πλθςίον τθσ Υραιςοφ. Πζχρι προ τινόσ επιςτευετο, ότι το ςπιλαιον τθσ κατά τον μφκον γεννιςεωσ του Διόσ είναι το άνωκεν του Ψυχροφ Οαςικίου τοιοφτον, το από του τζλουσ του π. αιϊνοσ κ.ε. καλοφμενον Δικταίον ‘Αντρον. Θ εςφαλμζνθ αφτθ άποψθ ιτο φυςικόν να διατυπωκι, αφ’ οφ πολλοί αρχαίοι ςυγγραφείσ, ζςτω και αςαφϊσ εν πολλοίσ ομιλοφν εν προκειμζνω περί τθσ Δίκτθσ, θ οποία κατά περίεργον τρόπον εταυτίςκθ από των αρχϊν του αιϊνοσ μασ με τα μεταξφ Οαςικίου, Βιάννου και Λεράπετρασ όρθ, ενϊ θ Δίκτθ των Αρχαίων τοποκετείται πολφ ανατολικότερα, εισ τθν περιοχιν τθσ Χθτείασ.» Ωςτόςο όλα αυτά δεν ευςτακοφν, αφοφ: 1) Σ Χτράβωνασ αναφζρει ότι ςτθν περιοχι τθσ Χθτείασ (ςτθν πόλθ Υραιςό) βριςκόταν ζνα από τα ιερά του Δία και όχι το ςπιλαιο γζννθςθσ ι ανατροφισ του Δία, πρβ: «το δε νότιον Ετεόκρθτασ, ων είναι πολίχνιον Υράςον, όπου το του Δικταίου Διόσ ιερόν, ....» (Χτράβων 10.475) 2) Ψα κείμενα επί εποχισ Ενετοκρατίασ και Ψουρκοκρατίασ (βλζπε π.χ.: τουσ χάρτεσ και τισ εκκζςεισ του Fr. Basilicata το 1612 μ.Χ., του Onorio Belli το 1586 μ.Χ., τα Ψοφρκικα Αρχεία του Ρ. Χταυρινίδθ κ.α.), τοποκετοφν τθ Δίκτθ εκεί όπου είναι και ςιμερα, δθλαδι μεταξφ Οαςικίου (Lasiti) και Λεράπυτνασ (= Λεράπετρασ) και ταυτόχρονα αναφζρουν ότι ο τόποσ τθσ Δίκτθσ ςιμερα λζγεται «Οαςίτι» (βενετςιάνικα LASSITI), τοπικά «Οαςίκι» (ςτθ Χάρτα του Φιγα επίςθσ ονομάηεται «Οαςίτι»), κακϊσ και ότι το Οαςίκι βρίςκεται κοντά ςτθν περιοχι τθσ Οφττου, πρβ π.χ.: «Δίκτον, μζροσ τθσ Μδθσ οι άλλοι εκτόσ του Αρατου (Φαινόμενα 33) καλοφςιν Δίκτθν, κακ’ υμάσ δε λζγεται Οαςίκι ι Οαςικιϊτικα βουνά. Επί το ‘Αντρον τοφτο, ο προςαγορεφετο Δικταίο ι και Λδαίον, πάλαι ποτζ εφοίτουν πολλοί προςκυνθταί» (Ξ. Χιτλ , ςχόλια ςτθ Κεογονία του Θςιόδου, Ξωνςταντινοφπολθ 1889 μ.Χ.) 37

Πόνο θ Γεωγραφία του Πθτροπολίτθ Πελετίου (εκδόκθκε για πρϊτθ φορά ςτθ Βενετία το 1728 και επανεκδόκθκε από άλλουσ αυτοφςια και από άλλουσ λίγο παραποιθμζνα, όπωσ από τον ιερομόναχο Δανιιλ το 1791, τον Άνκιμο Γαηι το 1807 κ.α.) αναφζρει ότι ο Δίασ γεννικθκε ςτθ Δίκτθ και ανατράφθκε ςτθν Μδθ. Χφμφωνα με τθν ίδια Γεωγραφία ςτθ Δίκτθ υπάρχει ζνα ςπιλαιο και λζγεται Δικταίο άντρο, κακϊσ και ζνα άλλο ςτο νθςί (λζει ςτο νθςί και όχι ςτθν Μδθ) που λζγεται «Λδαίον» χωρίσ να αναφζρει ότι εκεί ζγινε θ ανατροφι του Δία, πρβ: «Τρθ ονομαςτά τθσ Ξριτθσ είναι θ Δίκτθ το οποίον, και Δικταίο λζγεται, κλεικζν οφτωσ από του εκεί τεχκείναι τον Δία, ι από των αλιευτικϊν δικτφων. Ξείται μεταξφ του Λδαίου όρουσ, και του Χαμωνίου άκρου, του οποίου αι κορυφαί λου και οφτω πόρρωκεν φαίνονται, ϊςτε εισ τουσ πλζοντασ παριςτάνονται ωςάν νεφζλαι. Ψοφτου θ κειμζνθ άκρα κατά το Ουβικόν Υζλαγοσ είναι διάςθμοσ, εισ τθν οποίαν ίςτατο ποτζ άγαλμα του Διόσ αγζνειον. Είναι εισ αυτό το όροσ και ςπιλαιον Δικταίο καλοφμενον. Θ Μδθ, και Μδα δωρικϊσ, και Λδαίον, κλθκζν οφτωσ, ότι εξ αυτοφ είναι δυνατόν να ίδθ τινάσ τα πζριξ. Απϋαυτοφ του όρουσ, βλζπει άνκρωποσ τον ιλιον, προτοφ ν’ ανζβθ εισ τον Σρίηοντα. εισ αυτό ανετράφθ ο Ηεφσ, όκεν και Λδαίοσ ονομάηεται. Σι ποιθταί εκ τοφτου του όρουσ ειϊκαςι και παν όροσ Λδίω καλείν. είναι και ‘Αντρον εν ταφτθ τθ νιςω Λδαίον καλοφμενον.» (ΓΕΩΓΦΑΦΛΑ, ΠΘΨΦΣΥΣΟΛΨΘ ΠΕΟΕΨΛΣΩ, Βενετία 1728). Χθμειϊνεται ότι: 1) Θ ετυμολογία: «Μδθ και Μδα δωρικϊσ = είναι δυνατόν να ίδθ…. απϋ όπου και Λδαίοσ κλπ» που βλζπουμε να αναφζρεται πιο πάνω δεν τθν ζχουμε ςυναντιςει ςε κανζνα αρχαίο ςυγγραφζα. Θ ετυμολογία τθσ Δίκτθσ από τα αλιευτικά δίκτυα («των αλιευτικϊν δικτφων») είναι παρμζνθ από τον Ξαλλίμαχο, για τθν οποία ο Χτράβωνασ και ο Διόδωροσ, όπωσ είδαμε πιο πριν, αναφζρουν ότι δεν είναι ςωςτι. 2) Θ ονομαςία «θ Μδθ», όπωσ είδαμε ςτα προθγοφμενα, είναι άλλθ ονομαςία του όρουσ που ςτθν Ξριτθ λζγεται «θ Δίκτθ» ι ςωςτότερα με τθν ονομαςία Μδθ ι Λδαία όρθ ονομάηεται θ οροςειρά ςτθν οποία ανικει και θ Δίκτθ όπου ςυγκεκριμζνα μυκολογείται θ γζννθςθ του Δία. 3) Χε κανζνα αρχαίο κείμενο δεν ζχουμε δει να αναφζρεται θ ονομαςία «Μδθ ι Ψθλορείτθσ», ενϊ επί Ενετοκρατίασ και ςτο Χάρτθ τθσ απογραφισ του Οαςικίου (LASSITI) που ςυνζταξε ο Fr Basilicata το 1612 για λογαριαςμό τθσ Ενετίασ (βλζπε τθ γκραβοφρα του Fr Basilicata με το όνομα LASSITI CAMPAGNA) με το όνομα ΨΘΟΣΦΕΛΨΘΧ (PSILORITI) ονομάηεται θ κορφι τθσ Δίκτθσ που ςιμερα λζγεται Χπακί. Ψο όροσ μεταξφ Ρ. Φεκφμνθσ και Ρ. Θρακλείου ςτα αρχαία κείμενα δεν αναφζρεται με το όνομα «Μδθ ι Ψθλορείτθσ», αλλά με το όνομα «Λδαίον όροσ», όπωσ είδαμε πιο πριν να αναφζρουν ο Χτράβων (Γεωγραφικά Λ’, c 475, ΛV 4), ο Άρατοσ (Φαινόμενα), το αρχαίο Πζγα Ετυμολογικό Οεξικό κ.α. Θ ονομαςία «Ψθλορείτθσ» αναφζρεται ςε κείμενα ςτα τελευταία χρόνια τθσ τουρκοκρατίασ, χωρίσ όμωσ να αναφζρεται εκεί ταυτόχρονα και ότι ςτο όροσ αυτό γεννικθκε ι ανατράφθκε ο Δίασ.

38

ΠΙΝΑΚΑ΢ ΜΕ ΑΡΧΑΙΕ΢ ΠΗΓΕ΢ 1. «oργιςκείςα δε επί τοφτοισ Φζα παραγίνεται μεν εισ Ξριτθ, οπθνίκα τον Δία εγκυμονοφςα ετφγχανε, γεννά δε εν τω άντρω τθσ Δίκτθσ Δία και τοφτον μεν δίδωςι τρζφεςκαι Ξοφρθςι τε και ταισ Πελιςςζωσ παιςί νφμφαισ, Αδραςτεία τε και Μδθ. αφται μεν οφν τον παίδα ζτρεφον τω τθσ Αμαλκείασ γάλακτι, οι δε Ξοφρθτεσ ζνοπλοι εν τω άντρ το βρζφοσ φυλάςςοντεσ τοισ δόραςι τασ αςπίδασ ςυνζκρουον, ίνα μθ τθσ του παιδόσ φωνθσ ο Ξρόνοσ ακοφςῃ. Φζα δε λίκον ςπαργανϊςαςα δζδωκε Ξρόνω καταπιείν ωσσ τον γεγεννθμζνον παίδα. (Απολλόδωροσ Βιβλιοκικθ Α, 1, 7) 2. «ανκρωκζντα δ’ αυτόν (ο Δίασ) φαςι πρϊτον πόλιν κτίςαι περί τθν Δίκταν, όπου και τθν γζνεςιν αυτοφ γενζςκαι μυκολογοφςιν… (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ (Βιβλιοκικθ Λςτορικι 5 70, 1- 6). «Υερί ων και τον Άρατον ςυμφωνοφντα τοφτοισ τεκεικζναι κατά τθν των άςτρων ποίθςιν: ζμπαλιν εισ ϊμουσ τετραμμζναι’ ει ετεόν γε Ξριτθκεν κείναι γε Διόσ μεγάλου ιότθτι ουρανόν ειςανζβθςαν, ο μιν τότε κουρίηοντα Δίκτω εν ευϊδει όρεοσ ςχεδόν Λδαίοιο άντρω εγκατζκεντο και ζτρεφον εισ ενιααυτόν, Δικταίοι Ξοφρθτεσ ότε κρόνον εψεφςαντο» (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ βίβλοσ 4, 80) 3. «Δίκτω εν ευϊδει όρεοσ ςχεδόν Λδαίοιο, από το Δίκτον. Είρθται παρά το τζκω τίκτω τισ οφςα, από εκεί τεχκιναι τον Δία» ( Πζγα Ετυμολογικό Οεξικό, 10οσ αι.) 4. «Πυκεφουςιν εν Ξριτθ γενζςκαι τθν Διόσ τζκνωςιν επί τθσ Δίκτθσ, εν θ και απόρρθτοσ γίνεται κυςία» (Αγακοκλισ) 5. «...Σμιλθτισ ζφθ γενζςκαι του Διόσ και φοιτϊν (ο Πίνωσ) εισ το Δικταίο Τροσ, εν ω τραφιναι τον Δία μυκολογοφςιν οι Ξριτεσ υπό των Ξουριτων ζτι νεογνόν όντα, κατζβαινεν εισ το ιερόν ‘Αντρο και τουσ νόμουσ εκεί ςυνκείσ εκόμιηεν, ουσ απζφαινεν παρά τουσ Διόσ λαμβάνειν...». (Διονφςιοσ Αλικαρναςεφσ) 6. «Αφίκετο ποτζ Ακιναηε Ξρθσ ανιρ, όνομα Επιμενίδθσ, κομίηων λόγον οφτωςι ρθκζντα, πιςτευεςκαι χαλεπόν. Εν του Διόσ του Δικταίου τω άντρω κείμενοσ (Επιμενίδθσ) φπνω βακφ ζτθ ςυχνά όναρ ζφθ εντυχείν αυτόσ κεοίσ και Κεϊν λόγοισ και αλθκεία και δίκθ τοιαφτα άττα μυκολογϊν, θνίττετο οίμαι ο Επιμενίδθσ» (Πάξιμοσ Ψφριοσ: Οόγοι) 7.«είρεο Δικταίθσ κορυκαίολον ‘Αντρο ερίπνθσ,είρεο και Ξορφβαντασ, όπθ ποτζ κοφροσ ακφρων μαηόν Αμαλκείθσ κουροτρόφον αιγόσ αμζλγων» (Ροννοσ, Διονυςιακά ΧLVI, 14-17) «Δικταίθσ δε λιποφςα ςακζςπαλον ‘Αντρο ερίπνθσ, και λοχίθν ςπιλυγγα τελεςςιγόνοιο κεαίνθσ» ( Διονυςιακά VIΛΛ, 178-17) 8. «οι δε τζωσ μακάρεςςι Κεοίσ Ψιτιςιν άναςςον, όφρα Ηευσ ζτι κοφροσ, ζτι φρεςί νιπια ειδϊσ, Δικταίο ναίεεςκεν υπο ςπζοσ, οι δε μιν οφπω γθγενζεσ…” (Απολλϊνιοσ, Αργοναυτικά, Α, 507 – 511) «Σι μοφνοι πλεόνων μοιρθγζται θδζ πάρεδροι Πθτζροσ Λδαίθσ κεκλθαται, όςςοι ζαςιν Δάκτυλοι Λδαίοι Ξρθταιζεσ, ουσ ποτζ νφμφθ Αγχιάλθ Δικταίο ανά ςπζοσ, αμφοτζρθςιν δραξάμενθ γαίθσ Σιαξιλίδοσ, εβλάςτθςε.» (Απολλϊνιοσ Αργοναυτικά Α 1125 – 1135) 39

«Ηιτθσ δ’ ιεμενοιςιν ετ άςπετον εκ καματου άςκμ αναφυςιόων, μετεφϊνεεν όςον άπωκεν ιλαςαν , θδ ωσ Λρισ ερφκακε τάςδαι δαίξαι όρκιά τ’ ευμενζουςα κεά πόρεν, αι δ’ υπζδυςαν δείματι Δικταίθσ περιωςίω ‘Αντρο ερίπνθσ. (Απολλϊνιοσ Φόδιοσ Αργοναυτικά Β, 433 – 434), 9. «ζμπαλιν εισ όμουσ τετραμμζναι’ ει ετεόν γε Ξριτθκεν κείναι γε Διόσ μεγάλου ιότθτι ουρανόν ειςανζβθςαν, ο μιν τότε κουρίηοντα Δίκτω εν ευϊδει όρεοσ ςχεδόν Λδαίοιο άντρω εγκατζκεντο και ζτρεφον εισ ενιααυτόν, Δικταίοι Ξοφρθτεσ ότε κρόνον εψεφςαντο» ( Άρατοσ Φαινόμενα 30 - 50) 10. «πζμψαν δ’ εσ Οφκτον, Ξριτθσ εσ πίονα διμον. Σππότ’ άρ οπλότατον παίδων ιμελλε τεκζςκαι, Ηινα μζγαν, τον μεν οι εδζξατο Γαία πελϊρθ, Ξριτθ εν ευρείθ τραφζμεν ατιταλλζμεναί τε. ζνκα μιν ίκτο φζρουςα κοιν δια νφκτα μζλαιναν πρϊτθν εσ Δίκτον’ κρφψεν δε ε χερςί λαβοφςα άντρω εν θλιβάτω ηακζθσ υπό κεφκεςι Γαίθσ, αιγαίω εν όρει πεπυκαςμζνω υλιεντι. Ψω δε ςπαργανίςαντι μζγαν λίκον εγγυάλιξεν Συρανίδθ μζγ’ άνακτι»…… (Κεογονία 476 –485, εκδόςεισ: Χυλλόγου Ξακθγθτϊν Ξωνςταντινοφπολθσ 1889, Επιςτθμονικισ Εταιρείασ των Ελλθνικϊν Γραμμάτων ΥΑΥΩΦΣΧ, ζτουσ 1938 κ.α.) 11. «Υερί ων και τον Άρατον ςυμφωνοφντα τοφτοισ τεκεικζναι κατά τθν των άςτρων ποίθςιν: ζμπαλιν εισ ϊμουσ τετραμμζναι’ ει ετεόν γε Ξριτθκεν κείναι γε Διόσ μεγάλου ιότθτι ουρανόν ειςανζβθςαν, ο μιν τότε κουρίηοντα Δίκτω εν ευϊδει όρεοσ ςχεδόν Λδαίοιο άντρω εγκατζκεντο και ζτρεφον εισ ενιααυτόν, Δικταίοι Ξοφρθτεσ ότε κρόνον εψεφςαντο» (Διόδωροσ, Βιβλιοκικθ Λςτορικι 4, 80 12. «Ψαφτα εκ Φοινίκθσ άχρι τθσ Ξριτθσ εγζνετο. Επεί δε επζβθ τθ νιςω ο μεν ταφροσ ουκζτι εφαίνετο, ζπιλαβόμενοσ δε τθσ χειρόσ ο Ηευσ άπθγε τθν Ευρϊπθν, εισ το Δικταίο ‘Αντρο, ερυκριϊςαν και κάτω ορϊςαν. Θπίςτατο γαρ ιδθ εφ' ότω άγοιτο».(Ο. Χαμωςατζασ) 13. Ηθνόσ ζοι τί κεν άλλο παρά ςπονδιςιν αειδείν λϊιον, ι κεόν αυτόν, αεί μζγαν, αιζν άνακτα, Υθλαγόνων ελατιρα, δικαςπόλον ουρανίδθςθ; Υϊσ και νιν, Δικταίο αείςομεν θζ Ουκαίον; (Ξαλλίμαχοσ, φμνοσ εισ Δία, 4 – 6) 14. Χτθ μεγαλφτερθ από τισ ςωηόμενεσ πινακίδεσ με Γραμμικι γραφι Α’ τθσ ςυλλογισ Fp τθσ Ξνωςοφ αναγράφεται Di-k(a)-tajo di(w)e που ςθμαίνει ςτον “Δικταίο Δία” (“Ειςαγωγι ςτθν Γραμμικι γραφι Α’ του J. Ψ. ΘΣΣΞΕR) 15. Nunc age, naturas apibus quas Juppiter ipse addidit expedian, pro qua mercede canoros Curetum sonitus crepitantiaque aera secutae Dictaeo caeli regem pavere sub antro.. (POPLIUS VERGILIUS MARQ Γεωργικά ΛV, 149 – 152) 40

16. Ista enim, quantis non dedeceant poetam, summatim tamen et uno tantummodo versiculo leviter attigit Vergilius, cum sic ait: Dictaeo caeli regem paverc sub antro. (COLUMELLA, De re Rustica IX, II, 3).

ΤΛ ΛΕΕΛ ΤΟ ΥΡΟΥ΢ΓΕΛΟ ΡΟΛΛΤΛΣΜΟΥ (ΓΛΑ ΤΟ ΣΡΘΛΑΛΟ ΓΕΝΝΘΣΘΣ ΚΑΛ ΑΝΑΤ΢ΟΦΘΣ ΤΟΥ ΔΛΑ) Ψο ελλθνικό κράτοσ μετά τθν απελευκζρωςθ τθσ Ξριτθσ κεϊρθςε ότι το ςπιλαιο γζννθςθσ και ανατροφισ του Δία είναι το ςπιλαιο άνωκεν του χωριοφ Ψυχρό ςτο Οαςίκι και το ζκανε αρχαιολογικό χϊρο βάηοντασ μάλιςτα και ειςιτιριο. Ωςτόςο, επειδι μερικοί ζλεγαν ότι δεν είναι αλικεια ότι ςτο ςπιλαιο αυτό γεννικθκε ι ανατράφθκε ο Δίασ, ο Ωπουργόσ Υολιτιςμοφ κ. Ευάγγελοσ Βενιηζλοσ με το αρ. ΩΥΥΣ/Γ.Ω./Ξ.Ε./46/29.11.2000 ζγγραφό του προσ τθ Βουλι των Ελλινων, απαντϊντασ ςε αναφορά του βουλευτι Οαςικίου κ. Πιχ. Ξαρχιμάκθ ( τθν οποία ζκανε φςτερα από διαμαρτυρία του Χυλλόγου Οαςικιωτϊν «Σ Δικταίοσ» επί προεδρίασ Α. Ξραςανάκθ για τουσ ςθμερινοφσ διεκδικθτζσ του ςπθλαίου γζννθςθσ και ανατροφισ του Δία) αναφζρει επι λζξθ τα εξισ (βλζπε και εφθμερίδα «Θ Δίκτθ», αρ. φφλλων 254 - 256, Δεκζμβριοσ και Φεβρουάριοσ 2001 ): …Είναι γεγονόσ ότι ιδθ από το τζλοσ του προθγοφμενου αιϊνα και από τουσ αναςκαφείσ του χϊρου, το ςπιλαιο Ψυχροφ ταυτίςτθκε με το αναφερόμενο από τθ ςυντριπτικι πλειοψθφία αρχαίων πθγϊν ςπιλαιο τθσ γζννθςθσ του Δία, το Δικταίο ‘Αντρο, και αυτό είναι παραδεκτό από το ςφνολο των ερευνθτϊν και ςφγχρονων μελετθτϊν, κακϊσ και από τθ λαϊκι ςυνείδθςθ….>> Ψο αυτό αναφζρει και θ ΞΔ Εφορεία Υροιςτορικϊν και Ξλαςςικϊν Αρχαιοτιτων του Ωπουργείου Υολιτιςμοφ με το αρ. πρωτ. 1642/21- 8-200 ζγγραφό τθσ προσ το Γραφείο Ξοινοβουλευτικοφ Ελζγχου. Επίςθσ ο αρχαιολόγοσ και Υροϊςτάμενοσ τθσ ΞΔ’ Εφορείασ προϊςτορικϊν και κλαςςικϊν του Ωπουργείου Υολιτιςμοφ με το από 12/9/2000 ΦΑ΢ τθσ προσ το Χφλλογο Οαςικιωτϊν ο Δικταίοσ (βλζπε και εφθμερίδα «Θ Δίκτθ», αρ. φφλλου 256, ςελίδα 6, Φεβρουάριοσ 2001 ), απαντϊντασ ςε δθμοςίευμα ςχετικά με τον τόπο γζννθςθσ και ανατροφισ του Δία αναφζρει επί λζξει τα εξισ: «Χφμφωνα με τουσ αρχαίουσ ςυγγραφείσ ο Δίασ γεννικθκε και ανατράφθκε ςτο όροσ Δίκτθ, ςτο Δικταίο ‘Αντρο. Ψο Δικταίο ‘Αντρο είναι, ςφμφωνα με τθν παράδοςθ και τθν ζρευνα των αναςκαφζων, το ςπιλαιο Ψυχροφ. Ωςτόςο γι αυτό μερικοί ςφγχρονοι μελετθτζσ δε ςυμφωνοφν για διάφορουσ λόγουσ, οι οποίοι μάλιςτα δεν ευςτακοφν.» ΡΛΣΤΟΡΟΛΘΤΛΚΟ ΓΕΝΝΘΣΘΣ ΤΟΥ ΔΛΑ

41

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 4ο ΑΡΦΑΙΟΛΟΓΙΚΑ ΕΤΡΗΜΑΣΑ ΑΠΟ ΣΟ ΔΙΚΣΑΊΟ Ή ΙΔΑΙΟ ΑΝΣΡΟ Χοβαρζσ αρχαιολογικζσ αναςκαφζσ ςτο Δικταίο ‘Αντρο, κακϊσ και ςτα γφρω ςπιλαια δεν ζχουν γίνει ποτζ. Απλϊσ επί Ψουρκοκρατίασ – Ξρθτικισ Υολιτείασ είχαν γίνει επιςκζψεισ από το γιατρό και ιδρυτι του μουςείου Θρακλείου Λωςιφ Χατηιδάκθ το ζτοσ 1886, τον άγγλο αρχαιολόγο D Hogarth το ζτοσ 1888, τον άγγλο αρχαιολόγο Εβανσ το ζτοσ 1894, τον άγγλο αρχαιολόγο J Dermagne το ζτοσ 1897 κ.α. Από τα ευριματα που ζχουν βρεκεί ςτο Δικταίο Άντρο άλλα βρίςκονται ςιμερα ςτο Αρχαιολογικό Πουςείο Θρακλείου και κάποια άλλα πωλικθκαν με το κιλό επι Ξρθτικισ Υολιτείασ, όπωσ αναφζρει ο τότε Ρομάρχθσ Οαςικίου Γ. Πυλογιαννάκθσ ςτθν από 7/6/1900 ζκκεςι του προσ τθν Ανωτζρα Διοίκθςθ επί των Εςωτερικϊν τθσ Ξρθτικισ Υολιτείασ, γράφει: «παλιότερα εξιχκθςαν εκ του ςπθλαίου φορτία ολόκλθρα αγαλματιδίων βοϊν και άλλων αντικειμζνων άτινα επωλικθκαν εισ τθν αγορά του Θρακλείου ωσ χαλκόσ αντί τεςςάρων γροςίων τθν οκάν». Χτα αρχαιολογικά ευριματα που ζχουν βρεκεί ςτο Δικταίο και φυλάςςονται ςτο Πουςείο Θρακλείου βλζπουμε να υπάρχουν ειδϊλια (αγαλματίδια) τθσ κεάσ Φζασ ςε εγκυμοςφνθ, τθσ κεάσ Φζασ ζτοιμθσ να κθλάςει το Δία, του νεογζννθτου κεοφ Δία, τθσ αίγαγρου Αμάλκειασ που κιλαηε το Δία, του Ξουριτθ Ξριτα, τθσ τροφοφ Μδθσ, του Άμμωνα Φα κ.α. ι αν κζλετε ειδϊλια: βρεφϊν, μανάδων, εγκφων γυναικϊν, επιτόκων, αίγαγρων κ.τ.λ. που επιβεβαιϊνουν τουσ αρχαίουσ ςυγγραφείσ που λζνε ότι ςτο ςπιλαιο αυτό γεννικθκε και ανατράφθκε ο Δίασ. Γιατί δεν πασ ςε ζνα μζροσ αφιερϊματα με ειδϊλια βρζφουσ, μανάδων κ.τ.λ. αν δεν ζχει γίνει κάτι ςχετικό εκεί. Υιο απλά, επειδι ςτο Δικταίο Άντρο ειπϊκθκε ότι θ Φζα γζννθςε το Δία, μετά αυτό ζγινε λατρευτικό για τισ μάνεσ, για τα βρζφθ κ.τ.λ. Βλζπουμε επίςθσ ειδϊλια ταφρων και του Ψάλω (= προςτάτθ τθσ Ευρϊπθσ), που επιβεβαιϊνουν, επίςθσ, τουσ αρχαίουσ ςυγγραφείσ που λζνε ότι ο Δίασ με μορφι ταφρου ζφερε εδϊ τθν Ευρϊπθ. Χθμειϊνεται επίςθσ ότι τα ευριματα που παρουςιάηουμε πιο κάτω είναι από τα βιβλία: Ψο Δικταίο Άντρο του Αντϊνθ Χ. Βαςιλάκθ, Θ Ξριτθ του Κ. Υροβατάκθ, Ελλθνικι μυκολογία – Ξρθτικοί μφκοι του Α. Ξραςανάκθ, Ρομιςματικι ιςτορία του Α. Ξραςανάκθ κ.α., όμωσ μπορεί να τα δει κάποιοσ και ςτο Πουςείο Θρακλείου.

42

Δικταίο ‘Αντρο: Χάλκινο ειδϊλιο του Δία ςε βρεφικι θλικία ι κάποιου παιδιοφ ςαν και το Δία που γεννικθκε εκεί. (Αρχαιολογικό Πουςείο Θρακλείου).

Δικταίο ‘Αντρο: Χάλκινο ειδϊλιο τθσ κεάσ Φζασ ι κάποιασ μάνασ ςαν και τθ μάνα του Δία ςε λατρευτικι ςτάςθ (Αρχαιολογικό Πουςείο Θρακλείου)

Δικταίο ‘Αντρο: Ειδϊλιο περιςτεράσ ςαν αυτθσ που ζφερνε νζκταρ ςτο Δία εκεί . (Πουςείο Θρακλείου) Δικταίο ‘Αντρο: Χάλκινο ειδϊλιο τθσ αίγα(γρου) Αμάλκειασ που βφηανε εκεί το Δία (Αρχαιολογικό Πουςείο 43

Θρακλείου)

Δικταίο ‘Αντρο: Χάλκινο ειδϊλιο τθσ κεάσ Φζασ ι τθσ τροφοφ του Δία Λδθσ που ετοιμάηεται να κθλάςει το Δία (Πουςείο Θρακλείου)

Δικταίο ‘Αντρο: Χάλκινο ειδϊλιο τθσ κεάσ Φζασ ι κάποιασ μάνασ ςαν και αυτι του Δία ςε ςτάςθ λατρευτικι (Πουςείο Θρακλείου)

Δικταίο ‘Αντρο: Ζνα από τα παιγνίδι του Δία, ζνα άρμα (Αρχαιολογικό Πουςείο Θρακλείου)

Δικταίο ‘Αντρο: Χάλκινο ειδϊλιο του Ξουριτα με το όνομα Ξριτα (Αρχαιολογικό Πουςείο Θρακλείου)

44

Δικταίο ‘Αντρο: Ειδϊλια του Ψαφρου Ξριτθσ (του πατζρα του Πινϊταυρου) ι του Δία όταν μεταμορφϊκθκε ςε ταφρο, για να απαγάγει τθν Ευρϊπθ και να τθ φζρει ςτο Δικταίο Άντρο.

Δικταίο ‘Αντρο: Υιλινθ λυχνία με ανάγλυφθ απεικόνιςθ του Ψάλω με τθ μορφι του φτερωτοφ ανκρϊπου, άγγελου προςτάτθ τθσ Ευρϊπθσ, τθσ νιςου Ξριτθσ και των Ρόμων Ξριτθσ. Χτθν αριςτερι του πλευρά ζχει υπό τθν προςταςία (υπό τθ ςκζπθ) κάποια γυναίκα με μακριά μαλλιά, τθν Ευρϊπθ μάλλον. (Αρχαιολογικό Πουςείο Θρακλείου)

Δικταίο Άντρο: Ειδϊλιο Ξ(ου)ριτα ςε Δικταίο Άντρο: Ειδϊλιo Ξ(ου)ριτα ςε λατρευτικι ςτάςθ ( Δικταίο ‘Αντρο , ςτάςθ προςευχισ, λατρευτικι ςτάςθ Πουςείο Θρακλείου) (Δικταίο ‘Αντρο , Πουςείο Θρακλείου)

45

46

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 5ο ΜΤΘΟ΢ ΔΙΑ - ΕΤΡΨΠΗ΢ ΓΕΝΝΘΣΘ ΜΛΝΩΑ 1. Θ ΑΡΑΓΩΓΘ ΤΘΣ ΕΥ΢ΩΡΘΣ ΑΡΟ ΤΟ ΔΛΑ

Χφμφωνα με τθν Ελλθνικι μυκολογία θ Ευρϊπθ ιταν κόρθ του Αγινορα και τθσ Ψθλεφάεςςασ, θγεμόνων τθσ Φοινίκθσ, και αδελφι του Ξάδμου, ιδρυτι τθσ Κιβασ και μια μζρα, κακϊσ μεγάλωνε, πιγε ςτα λιβάδια τθσ παραλίασ, για να παίξει με τισ Χτατιρασ Γόρτυνασ, 320-270 π.Χ., με τθν φίλεσ τθσ και να μαηζψει Ευρϊπθ ςτο πλάτανο και το λουλοφδια. Εκεί ςυνάντθςε το κεό μεταμορφωμζνο ςε ταφρο Δία Δία. Εκείνον αμζςωσ τον χτφπθςε ο Ζρωτασ και για να τθν πλθςιάςει μεταμορφϊκθκε ςε ιρεμο, εφςωμο και δυνατό ταφρο και πιγε δίπλα τθσ κάνοντασ δικεν ότι βόςκει, ςκεφτόμενοσ με τι τρόπο κα τθν κατακτοφςε. Εκείνθ τότε πλθςίαςε τον ταφρο - Δία και άρχιςε να τον χαϊδεφει γοθτευμζνθ από τθν ωραία κορμοςταςιά του και τθ μυϊκι του δφναμθ. Χε λίγο δε δίςταςε και να τον ιππεφςει. Ψότε αυτόσ άρχιςε να τρζχει με αςτραπιαία ταχφτθτα. Θ Ευρϊπθ ζκλαιγε, μα δεν μποροφςε να πθδιςει, γιατί φοβόταν μιπωσ ςκοτωκεί. Σ μεταμορφωμζνοσ ςε ταφρο κεόσ διζςχιςε τθ κάλαςςα ςυνοδευόμενοσ από Ψρίτωνεσ και Ρθρθίδεσ και ζφταςε ςτθν Ξριτθ. Τταν ο μεταμορφωμζνοσ ςε ταφρο κεόσ επιβιβάςτθκε ςτο νθςί, ο ταφροσ δεν φαινόταν πια, αλλά ο Δίασ πιρε από το χζρι τθν Ευρϊπθ και τθν οδιγθςε ςτο Δικταίον άντρο, κατακόκκινθ και με το βλζμμα χαμθλωμζνο γιατί είχε πια καταλάβει που πιγαινε. Εκεί, ςτο Δικταίο άντρο, οι νφμφεσ και οι νεράιδεσ είχαν ςτρϊςει το νυφικό κρεβάτι, όπου θ Ευρϊπθ ςυνευρζκθκε με το Δία και αργότερα γζννθςε το Πίνωα. Τταν ο Δίασ εγκατζλειψε τθν Ευρϊπθ και πιγε ςτον Τλυμπο, για να γίνει βαςιλιάσ κνθτϊν και ακανάτων, θ Ευρϊπθ πιρε για δεφτερο ςφηυγό τθσ τον βαςιλιά τθσ Ξριτθσ Αςτζριο, που υιοκζτθςε τουσ γιουσ που εκείνθ είχε αποκτιςει από το Δία, επειδι αυτόσ δεν είχε γιο, για να αφιςει ωσ διάδοχο. Πετά το κάνατο του βαςιλιά Αςτερίωνα, το κρόνο πιρε ο Πίνωασ. Χθμειϊνεται ότι: 1) Χφμφωνα με το Οουκιανό, θ πρϊτθ ερωτικι ζνωςθ του Δία και τθσ Ευρϊπθσ ζγινε ςτο Δικταίο Άντρο, ςτο ςπιλαιο όπου είχε γεννθκεί και μεγαλϊςει ο Δίασ, πρβ: «επεί δε επζβθ τθ νιςω (Ξριτθ) ο μεν ταφροσ ουκζτι εφαίνετο, επιλαβόμενοσ δε τθσ χειρόσ o Ηεφσ απιγε τθν Ευρϊπθν εισ το Δικταίον άντρον ερυκριϊςαν και κάτω ορϊςαν…», (Οουκιανόσ Χαμωςατζασ, Ενάλιοι Διάλογοι, 15, 4) 2) Χφμφωνα με το Κεόφραςτο ερωτικι ςυνάντθςθ Δία και Ευρϊπθσ (τρία παιδιά είχε κάνει θ Ευρϊπθ) ζγινε ςτθ ςκιά ενόσ πλατάνου ςτθ Γόρτυνα που από τότε 47

παρζμεινε αεικαλισ, κάτι που αποτυπϊνεται ςτα νομίςματά τθσ πόλθσ αυτισ, πρβ: «εν Ξριτθ δε λζγεται πλάτανόν τινα είναι εν τθ Γορτυναία προσ πθγι τινί θ ου φυλλοβολεί. μυκολογοφςι δε ωσ υπό ταφτθ εμίγθ τθσ Ευρϊπθ ο Ηευσ». (Κεόφραςτοσ, Λςτορία Φυτϊν, 9,5). 3) Σ Τμθροσ (Λλιάδα ΢ 310 – 320 κ.α.) αναφζρει ότι ο Δίασ απζκτθςε δυο παιδιά από τθν Ευρϊπθ, το Πίνωα και το Φαδάμανκυ, πρβ: Συδ’ ότε Φοίνικοσ κοφρθσ τθλεκλειτοίο θ τεκε μοι Πίνων τε και αντίκεον Φαδάμανκυν (Λλιάδα ΢ 321-322). Ξατ’ άλλουσ ο Δίασ με τθν Ευρϊπθ απζκτθςαν τρία παιδιά, το Πίνωα, το Φαδάμανκυ και το Χαρπθδόνα, που όμωσ ο Τμθροσ λζει ότι ο Χαρπθδόνασ ιταν γιοσ του Δία και τθσ Χίμαιρασ.

ΕΝΑΛΛΟΛ ΔΛΑΛΟΓΟΛ ΛΟΥΚΛΑΝΟΥ Σ Οουκιανόσ ςτο ζργο του «Ενάλιοι διάλογοι» ςχετικά με το μφκο Δία και Ευρϊπθσ, αναφζρει (ςε μετάφραςθ εκδόςεων «Ξάκτοσ») τα εξισ: ΗΕΦΩΦΣΧ: Υοτζ δεν είδα τόςο μεγαλόπρεπθ πομπι ςτθ κάλαςςα, αφ’ ότου υπάρχω και πνζω. Εςφ δεν τθν είδεσ Ρότε; ΡΣΨΣΧ: Υοια πομπι εννοείσ, Ηζφυρε; Ξαι ποιοι ζπαιρναν μζροσ; ΗΕΦΩΦΣΧ: Ζχαςεσ το πιο ευχάριςτο κζαμα, που παρόμοιό του δε κα δεισ ποτζ ξανά. ΡΣΨΣΧ: Είχα δουλειά ςτθν Ερυκρά Γίδξαρκν Γόξηπλαο, 200 π.Υ., κε θεθαιή Γία θαη ην κάλαςςα και φφςθξα επίςθσ ςε Γία κεηακνξθσκέλν ζε ηαύξν Γία απάγεη ηελ Δπξώπε κάποια περιοχι τθσ Λνδίασ, ςτα ζηελ Κξήηε. παράλια τθσ χϊρασ. Δεν ζχω λοιπόν ιδζα για τι πράγμα μου μιλάσ. ΗΕΦΩΦΣΧ: Υεσ μου, ξζρεισ τον Αγινορα από τθ Χιδϊνα; ΡΣΨΣΧ: Ραι, τον πατζρα τθσ Ευρϊπθσ. Ξαι λοιπόν; ΗΕΦΩΦΣΧ: Γι αυτι τθν κοπζλα κα ςου διθγθκϊ. ΡΣΨΣΧ: Πιπωσ ο Δίασ είναι ερωτευμζνοσ μαηί τθσ εδϊ και καιρό; Ψοφτο το ξζρω από παλιά. ΗΕΦΩΦΣΧ: Για τον ζρωτα μπορεί να ξζρεισ, άκου όμωσ τι ζγινε ςτθ ςυνζχεια. Θ Ευρϊπθ παίηοντασ κατζβθκε προσ τθν ακτι μαηί με τισ φιλενάδεσ τθσ. Ψότε ο Δίασ πιρε τθ μορφι ταφρου κι ζπαιηε μαηί τουσ, πάρα πολφ όμορφοσ, γιατί ιταν κατάλευκοσ, με ωραία ςτριφογυριςτά κζρατα και ιμερο βλζμμα. Υθδοφςε λοιπόν κι αυτόσ ςτθν ακρογιαλιά και μοφγκριηε τόςο γλυκά, που θ Ευρϊπθ τόλμθςε ν’ ανζβει πάνω του. Πόλισ ζγινε αυτό, ο Δίασ όρμθςε προσ τθ κάλαςςα με κείνθ ςτθν πλάτθ του, ζπεςε μζςα και κολυμποφςε. Αυτι τότε τρομοκρατικθκε πολφ, με το αριςτερό χζρι κρατιόταν από το κζρατο για να μθ πζςει και με το άλλο κρατοφςε το πζπλο τθσ που ανζμιηε. ΡΣΨΣΧ: Ευχάριςτο το κζαμα που είδεσ, Ηζφυρε, και ερωτικό’ το Δία να κολυμπά και να μεταφζρει τθν αγαπθμζνθ του! 48

ΗΕΦΩΦΣΧ: Ξι όμωσ ό,τι ακολοφκθςε ιταν πολφ πιο ευχάριςτο, Ρότε. Θ Κάλαςςα ζμεινε αμζςωσ ακυμάτιςτθ, θρζμθςε κι ζγινε λάδι. Τλοι εμείσ κάναμε θςυχία και τουσ ακολουκοφςαμε, απλοί κεατζσ των ςυμβάντων, ενϊ Ζρωτεσ πετοφςαν δίπλα, λίγο πάνω από τθ κάλαςςα, ϊςτε να χαϊδεφουν πότε-πότε με τθν άκρθ του ποδιοφ τουσ το νερό, και κρατϊντασ αναμμζνεσ δάδεσ, τραγουδοφςαν τον υμζναιο, και οι Ρθρθίδεσ βγικαν ςτθν επιφάνεια και πιγαιναν δίπλα-δίπλα, καβάλα ςτα δελφίνια, χειροκροτϊντασ, θμίγυμνεσ ςτα περιςςότερα μζλθ του ςϊματόσ τουσ. Ψο γζνοσ των Ψριτϊνων επίςθσ και όποιο άλλο καλάςςιο πλάςμα δεν προκαλεί φόβο ςτο μάτι χόρευε γφρω από τθν κοπζλα. Σ Υοςειδϊνασ εξάλλου ανζβθκε ςε άρμα με τθν Αμφιτρίτθ (τθ γυναίκα του) πλάι του κι άνοιγε χαροφμενοσ δρόμο για τον αδελφό του που κολυμποφςε. Ψο αποκορφφωμα ιταν πωσ δυο Ψρίτωνεσ μετζφεραν τθν Αφροδίτθ ξαπλωμζνθ ςε κοχφλι να ραίνει τθ νφφθ με κάκε λογισ άνκθ. Τλα τοφτα γίνονταν από τθ Φοινίκθ μζχρι τθν Ξριτθ. Τταν όμωσ επιβιβάςτθκε ςτο νθςί, ο ταφροσ δεν φαινόταν πια, αλλά ο Δίασ πιρε από το χζρι τθν Ευρϊπθ και τθν οδιγθςε ςτο Δικταίο άντρο, κατακόκκινθ και με το βλζμμα χαμθλωμζνο γιατί είχε πια καταλάβει που πιγαινε. Ψότε εμείσ πζςαμε ο κακζνασ ςτο πζλαγοσ προσ διαφορετικζσ κατευκφνςεισ και βυκιςτικαμε ςτα κφματα. ΡΣΨΣΧ: Ψυχερζ Ηζφυρε, τι όμορφο κζαμα είδεσ! Αντίκετα εγϊ είδα μόνο γφπεσ, ελζφαντεσ και μαφρουσ ανκρϊπουσ.

Σ Δίασ με μορφι ταφρου απάγει τθν Θ Ευρϊπθ φτάνει ςτθν Ξριτθ (Ψοιχογραφία Υομπθίασ, Casa Giasose) Ευρϊπθ (Antonio Carracci, Bologna)

2. ΤΛ ΛΕΝΕ ΟΛ ΛΟΓΛΟΛ ΤΩΝ ΒΑ΢ΒΑ΢ΩΝ Σ Θρόδοτοσ, ςχετικά με τθν πριγκίπιςςα Ευρϊπθ και το Πίνωα, αναφζρει τα εξισ: «Σι γραμματιςμζνοι Υζρςεσ («Υερςζων λόγιοι») βρίςκουν τουσ Φοίνικεσ αίτιουσ ζχκρασ’ λεν δθλαδι πωσ αυτοί, φταςμζνοι από τθ κάλαςςα που ονομάηεται Ερυκρά ςε τοφτθ εδϊ τθ κάλαςςα, αφοφ κατοίκθςαν το χϊρο που και τϊρα κατοικοφν, άρχιςαν αμζςωσ μακρινά ταξίδια, μεταφζροντασ εμπορεφματα αιγυπτιακά και αςςυριακά, να πιάνουν και άλλα λιμάνια και προπαντόσ ςτο Άργοσ. Ψο Άργοσ εκείνα τα χρόνια ςε όλα ξεχϊριηε ανάμεςα ςτισ πόλεισ τθσ χϊρασ που τϊρα ονομάηεται 49

Ελλάδα»….. Ζτςι διθγοφνται οι Υζρςεσ πωσ θ Λϊ ζφταςε ςτθν Αίγυπτο, όχι όπωσ οι Ζλλθνεσ, και πωσ αυτό ζγινε θ αρχι για τα αδικιματα που ακολουκικθκαν. Πετά από αυτά, λζνε οι Υζρςεσ, κάποιοι από τουσ Ζλλθνεσ, γιατί δεν ξζρουν να πουν το όνομά τουσ, πάτθςα πόδι ςτθν Ψφρο τθσ Φοινίκθσ και άρπαξαν τθ κυγατζρα του βαςιλιά τθν Ευρϊπθ. Ππορεί να ιταν Ξριτεσ. («Πετά δε ταφτα τινάσ των Ελλινων φαςί τθσ Φοινίκθσ εσ Ψφρον προςςχόντεσ αρπάςαι του βαςιλζωσ τθν Κυγατζρα Ευρϊπθν. Είθςαν δ’ αν οφτοι Ξριτεσ..). Ξαι ζτςι ζγιναν ίςα κι ίςα, όμωσ μετά Ζλλθνεσ ζγιναν αίτιοι τθσ δεφτερθσ αδικίασ. Γιατί μ’ ζνα μακρφ καράβι ανζβθκαν τον Φάςθ ποταμό ςτθν Αία τθσ Ξολχίδασ, κι από εκεί πιγαν και πιραν τθν κυγατζρα του βαςιλιά τθ Πιδεια…. Χτθν επόμενθ γενιά φςτερα από αυτά, λζνε πωσ ο Αλζξανδροσ που τα ζμακε και ικελε να αποκτιςει γυναίκα από τθν Ελλάδα με αρπαγι, γνωρίηοντασ ότι δεν κα δϊςει λόγο, αφοφ και οι Ζλλθνεσ δεν ζδωςαν, άρπαξε τθν Ελζνθ… Αυτοί οι Αςιάτεσ, λεν οι Υζρςεσ, όταν τουσ άρπαξαν γυναίκεσ, δεν το πιραν ςτα ςοβαρά, ενϊ οι Ζλλθνεσ για μια γυναίκα ςπαρτιάτιςςα ξεςικωςαν ολόκλθρθ εκςτρατεία, ιρκαν ςτθν Αςία και αφάνιςαν τθ δφναμθ του Υρίαμου. Υωσ από τότε πια κεωροφν ότι οι Ζλλθνεσ τουσ είναι εχκροί. Γιατί τθν Αςία και τα βάρβαρα ζκνθ που τθν κατοικοφν, οι Υζρςεσ τα κεωροφν δικά τουσ, ενϊ τθν Ευρϊπθ και τουσ Ζλλθνεσ τα ζβλεπαν πάντα ςαν κάτι ξεχωριςτό. Ζτςι λεν οι Υζρςεσ πωσ ζγινα τα πράγματα και ςτθν άλωςθ τθσ Λλίου (Ψροίασ) βρίςκουν τθν αιτία ζχκρασ…» (Θρόδοτοσ Α, 2 - 5) « Σι Ξαφνιοι κατά τθ γνϊμθ μου είναι ντόπιοι, οι ίδιοι ιςχυρίηονται ότι ιρκαν από τθν Ξριτθ….. Σι δε Οφκιοι εκ Ξριτθσ κατάγονται (γιατί τθν Ξριτθ ολόκλθρθ, ςτα παλιά χρόνια τθν είχαν οι βάρβαροι). Τταν όμωσ ςτθν Ξριτθ ςυνεπλάκθςαν τα παιδιά τθσ Ευρϊπθσ, ο Πίνωασ με το Χαρπθδόνα, για το ποιοσ κα γίνει βαςιλιάσ, επεκράτθςε ο Πίνωασ και ζδιωξε το Χαρπθδόνα με τουσ ςταςιαςτζσ του και αυτοί κυνθγθμζνοι κατζφυγαν ςτθν Αςία, ςτο μζροσ που ονομάηεται γθ τθσ Πιλυάδασ. Γιατί ακριβϊσ το μζροσ που τϊρα κατοικοφν οι Οφκιοι, αυτό παλιότερα ιταν θ Πιλυάσ, και οι Πιλφεσ ονομάηονταν τότε Χόλυμοι. Τςο ιταν βαςιλιάσ τουσ ο Χαρπθδϊν, οι Οφκιοι ονομάηονταν με το όνομα που είχαν φζρει μαηί τουσ και που τϊρα το χρθςιμοποιοφν γι αυτοφσ οι γείτονζσ τουσ. Οζγονταν Ψερμίλεσ. Τταν όμωσ ιρκε από τθν Ακινα ο Οφκοσ, ο γιοσ του Υανδίονοσ (εξοργιςμζνοσ κι αυτόσ από τον αδελφό του Αιγζα), κι ζμεινε ςτθ χϊρα των Ψερμίλων κοντά ςτο Χαρπθδόνα, ζτςι τότε, από το όνομα του Οφκου, με τον καιρό ονομάςτθκαν Οφκιοι. Ψα ζκιμα τουσ είναι εν μζρει κρθτικά και εν μζρει Ξαρικά…» (Θρόδοτοσ Α, 172 - 173) «Υολυκράτθσ γαρ εςτί πρϊτοσ των θμεισ ίδμεν Ελλινων οσ καλαςςοκρατζειν επενοικθ, πάρεξ Πίνω τε Ξνωςςίου και ει δθ τισ άλλοσ πότεροσ τουτου ιρξε τθσ Καλάςςθσ.» (Θρόδοτοσ Γ 121) = Χε νζα ελλθνικ: Σ Υολυκράτθσ είναι ο πρϊτοσ που ξζρουμε από τουσ Ζλλθνεσ, ο οποίοσ ζβαλε ςτο νου του να κυριαρχιςει ςτθ κάλαςςα, εκτόσ από το Πίνωα από τθν Ξνωςό και από κανζνα άλλο ίςωσ που κυριάρχθςε ςτθ κάλαςςα πριν από εκείνον (Θρόδοτοσ Γ 121) Επομζνωσ και ςφμφωνα με όςα είπαν οι λόγιοι των Υερςϊν ςτον Θρόδοτο, κακϊσ και ςφμφωνα με όςα υπολογίηει ο ίδιοσ ο Θρόδοτοσ: 1) Θ αρπαγι τθσ πριγκίπιςςασ Ευρϊπθσ από τθ Φοινίκθ τθσ Αςίασ δεν ζγινε από το Δία, αλλά από ζνα Ζλλθνα Ξρθτικό βαςιλιά, ο οποίοσ πιγε παρζα με άλλουσ Ξρθτικοφσ και ζκλεψε από τθ Φοινίκθ τθ μάνα του Πίνωα, τθν πριγκίπιςςα Ευρϊπθ, θ αρπαγι τθσ οποίασ ιταν μια από τισ αιτίεσ ζχκρασ μεταξφ βαρβάρων και Ελλινων και που ζγινε λίγο μετά ο Ψρωικόσ πόλεμοσ. Σ εν λόγω βαςιλιάσ ιταν ο βαςιλιάσ 50

των Δωριζων τθσ Ξριτθσ Αςτζριοσ , ο οποίοσ ιταν γιοσ του Ψζκταμου και εγγονόσ του Δϊρου του Ζλλθνα και θ ελλθνικι μυκολογία τον φζρει ωσ κετό πατζρα του Πίνωα και του Φαδάμανκυ, βλζπε: Διόδωροσ (βίβλοσ 4, 60, 5 80-81), Απολλόδωροσ (Β και Γ και Επιτομι) κ.α. και κάτι ωσ τον Λωςιφ για το Χριςτό ςτθ χριςτιανικι κρθςκεία. 2) Θ ζχκρα μεταξφ Ελλινων και βαρβάρων ξεκίνθςε από τισ αρπαγζσ γυναικϊν εκατζρωκεν (τθν Ελλθνίδα Λϊ από τουσ Φοίνικεσ, τθν Φοινικιά Ευρϊπθ- μάνα του Πίνωα- από τουσ Ζλλθνεσ Ξριτεσ, τθ Πιδεια των Ξόλχων από τουσ Ζλλθνεσ και τθν Ελλθνίδα Χπαρτιάτιςςα Ελζνθ από τουσ Ψρϊεσ), μόνο που οι Ζλλθνεσ ζδωςαν πολφ ςθμαςία ς’ αυτζσ τισ αρπαγζσ και κυρίωσ τθσ Ελζνθσ και καταςτρζψανε τθν Ψροία, ενϊ δεν ζπρεπε, γιατί οι γυναίκεσ αυτζσ το ικελαν. 3) Ψα ζκνθ που κατοικοφν ςτθν Αςία (Ψρϊεσ, Ξάρεσ, Φοίνικεσ, Υζρςεσ κ.α.), οι Υζρςεσ τα κεωροφν δικά τουσ, ενϊ τθν Ευρϊπθ και τουσ Ζλλθνεσ κάτι ξεχωριςτό και ςτθν άλωςθ του Λλίου βρίςκουν τα αίτια ζχκρασ τουσ προσ τουσ Ζλλθνεσ και γι αυτό τϊρα, εννοεί ο Θρόδοτοσ, ςτρζφονται εναντίον τθσ Ελλάδασ (εννοεί τουσ Υερςικοφσ Υολζμουσ με ΢ζρξθ κ.τ.λ.).

Χθμειϊνεται ότι: 1) Σ Θρόδοτοσ (Α, 172 - 173) λζει ότι «τθν Ξριτθ ολόκλθρθ, ςτα παλιά χρόνια τθν είχαν οι βάρβαροι»» επειδι γι αυτόν αρχικά και οι Ζλλθνεσ ιςαν βάρβαροι (βλζπε Θρόδοτοσ Α 56 - 58). Χτθ ςυνζχεια αποκόπθκαν οι Δωριείσ από τουσ βάρβαρουσ Υελαςγοφσ και με αρχθγό το Δϊρο – απϋόπου και θ ονομαςία Δωριείσ από τθ Κεςςαλία όπου διζμεναν πιγαν ςτισ πλαγιζσ τθσ Τςασ και του Σλφμπου, όπου αποτζλεςαν ξζχωρο ζκνοσ, το ελλθνικό. Από εκεί μια μερίδα από αυτοφσ πιγε ςτθν Ξριτθ με αρχθγό τον Ψζκταμο (πατζρα του Αςτζριου και εγγονό του Ζλλθνα), άλλοι ςτθν Υίνδο τθσ Πακεδονίασ κ.α. Ζτςι ςτθν Ξριτθ και γενικά ςτθν Ελλάδα υπιρχαν από τθ μια οι Ζλλθνεσ (που ζγονταν και με τα ονόματα Δωριείσ ι Πακεδνοί κ.α.) και από τθν άλλθ οι βάρβαροι ακόμθ: Ετεόκρθτεσ, Μωνεσ, Αχαιοί κλπ. Ψότε ιταν και που ο βαςιλιάσ των Δωριζων Αςτζριοσ ζφυγε από τθν Ξριτθ και πιγε ςτθ Φοινίκθ και ζκλεψε τθν Ευρϊπθ. Πετά τα τρωικά ςτο Ελλθνικό ι Δωρικόσ ζκνοσ προςχϊρθςαν όλοι οι Υελαςγοί (= οι Μωνεσ ι Ακθναίοι, οι Αιολείσ ι Υελαςγοί, οι Αχαιοί κλπ), κακϊσ και μερικοί βάρβαροι. 2) Σ Διόδωροσ, ο Απολλόδωροσ κ.α. λζνε ότι ο Δίασ, ο Πίνωασ και τα άλλα πρόςωπα τθσ Ελλθνικσ Πυκολογίασ ιταν αρχικά άνκρωποι που μετά το κάνατο και τθ μετάςταςι τουσ ςτουσ ουρανοφσ ανακθρφχτθκαν κεοί ι θμίκεοι (κάτι ωσ οι άγιοι και ο Χριςτόσ ςιμερα), πρβ: «Σι ιρωεσ και οι θμίκεοι ιςαν άνκρωποι, άνκρωποι που εν ηωι είχαν κάνει αξιόλογα πολεμικά ζργα, πολλζσ και μεγάλεσ ανδραγακίεσ ςε καιρό πολζμου ι που ςε καιρό ειρινθσ ευεργζτθςαν πάρα πολφ το βίο του ςυνόλου των ανκρϊπων κάνοντασ ανακαλφψεισ ι κεςμοκζτθςαν νόμουσ κ.τ.λ. και οι μεταγενζςτεροι τουσ τίμθςαν, άλλουσ ωσ κεοφσ και άλλουσ ωσ ιρωεσ…» (Διόδωροσ βίβλοσ 4, και 5). «Φαδάμανκυσ δε τοισ νθςιωταισ νομοκετων, αφκισ φυγϊν εισ Βοιωτιαν Αλκμινθν γαμεί, κα μεταλλάξασ ἐν Αιδου μετά Πίνωοσ δικάηει. Πίνωσ δε Ξριτθν κατοικϊν ζγραψε νόμουσ (Απολλόδωροσ Γ 1,2), Ειδικά για το Δία (τον πατζρα του Πίνωα) οι αρχαίοι Ζλλθνεσ πίςτευαν ότι εν ηωι ιταν άνκρωποσ που ζηθςε ςτθν Ξριτθ επί εποχισ του βαςιλιά τθσ Ξριτθσ Αςτζριου (ι ιταν ο ίδιοσ ο Αςτζριοσ, ωσ αφινουν να εννοθκεί οι Θρόδοτοσ, 51

Χτράβων, Διόδωροσ κ.α. ). Θ περίπτωςθ Δίασ – Αςτζριοσ - Ευρϊπθ – Πίνωασ είναι κάτι όπωσ και ςτθν Χριςτιανικι Κρθςκεία θ περίπτωςθ κεόσ- Λωςιφ – Υαναγία – Χρθςτόσ.

Ο ΜΛΝΩΑΣ ΚΑΛ Ο ΢ΑΔΑΜΑΝΚΥΣ Ο΢ΓΑΝΩΝΟΥΝ ΤΘΝ ΡΕ΢ΛΦΘΜΘ ΡΟΛΛΤΕΛΑ ΚΑΛ ΚΑΛΑΣΣΟΚ΢ΑΤΟ΢ΛΑ ΤΩΝ Κ΢ΘΤΩΝ

Ανατρζχοντασ ςτουσ αρχαίουσ ςυγγραφείσ: Λςοκράτθσ (Υανακθναϊκόσ), Κουκυδίδθσ (Α 3 – 9), Τμθροσ (Λλιάδα, Σδφςςεια), Υλάτων (Πίνωασ, Ρόμοι), Διόδωροσ (Βιβλιοκικθ 5), Χτράβων (Γεωγραφικά 10) κ.α. βλζπουμε να αναφζρουν ότι όταν πζκανε ο βαςιλιάσ των Δωριζων τθσ Ξριτθσ Αςτζριοσ το κρόνο πιρε ο Πίνωασ. Χτθ ςυνζχεια ο Πίνωασ με τθ βοικεια του αδελφοφ του Φαδάμανκυ οργάνωςε τθν περίφθμθ πολιτεία και Ρόμιςμα Ξνωςοφ, 3οσ αι. π.Χ., με το Πίνωα, τον πρϊτο Ζλλθνα καλαςςοκρατορία των Ξρθτϊν. καλαςςοκράτορα και νομοκζτθ, Ξαταρχιν ζνωςαν λζει τα ζκνθ τθσ Ξριτθσ (τουσ 13/14 αι. π.Χ. (Πουςείο αυτόχκονεσ Ετεοκριτεσ με τουσ επιλυδεσ Ξφδωνεσ, Θρακλείου). Αχαιοφσ, Δωριείσ και Υελαςγοφσ, κακϊσ και ζνα ςυνονκφλευμα βαρβάρων) ςε ενιαίο ςφνολο με πρωτόγνωρουσ για τθν εποχι κεςμοφσ (νόμουσ και ςφνταγμα) και τθν Ξρθτικι πολιτεία αυτι αντζγραψαν πρϊτοι οι Χπαρτιάτεσ με το Ουκοφργο, μετά οι Ακθναίοι με το Χόλωνα, μετά οι Φωμαίοι με το Ρομά κ.α. Χτθ ςυνζχεια ςυγκρότθςαν για πρϊτθ φορά ςτον κόςμο πολεμικό ναυτικό και μ’ αυτό ζδιωξαν από τθν Ελλθνικι κάλαςςα (το Αρχιπζλαγοσ = το Αιγαίο και το Ξρθτικό Υζλαγοσ) τουσ λθςτζσ Ξάρεσ και τουσ πειρατζσ Φοίνικεσ που διζμεναν εκεί παροδικά και τα οίκθςε με μόνιμουσ κατοίκουσ που ζφερε από τθν Ξριτθ. Χυνζπεια αυτϊν ιταν ο ίδιοσ να γίνει καλαςςοκράτορασ, αλλά και να ανοίξουν οι καλάςςιοι διάδρομοι και ζτςι οι Ζλλθνεσ να μπορζςουν να επικοινωνιςουν, να ςυνεργαςτοφν, να αςχολθκοφν με ναυτικζσ εργαςίεσ, να πλουτίςουν, να ςταματιςουν το μεταναςτευτικό βίο που τουσ εξανάγκαηαν οι κακοποιοί Ξάρεσ και Φοίνικεσ, κ.τ.λ., άρα ο Πίνωασ είναι θ αιτία που υπάρχει και πολιτιςμόσ και Ελλάδα Ξαι επειδι οι νόμοι που κζςπιςαν ο Πίνωασ με το Φαδάμανκυ ωφζλθςαναντιγράφθκαν από όλουσ τουσ Ζλλθνεσ και αφετζρου ιςαν ανάλογα με το περί του κείου και δικαίου ςυναίςκθμα, γι αυτό και ανακθρφχκθκαν ιςόκεοι και κριτζσ του Άδθ των Ελλινων ι γι’ αυτό και υμνοφνται από τουσ Ζλλθνεσ. (Υεριςςότερα βλζπε ςτο βιβλίο: Ξρθτικι ιςτορία, Α. Ξραςανάκθ)

52

ΤΟ ΑΛΝΛΓΜΑ ΚΑΛ Ο ΚΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΜΛΝΩΑ Χφμφωνα με τον Απολλόδωρο, όταν ο Δαίδαλοσ διζφυγε από τθν Ξριτθ, ο Πίνωασ άρχιςε να το ψάχνε και υποψιαηόμενοσ ότι ο Δαίδαλοσ μπορεί να είχε μεταμορφωκεί, ηθτοφςε από όποιον ςυναντοφςε να περάςει μια κλωςτι μζςα από το κζλυφοσ ενόσ κοχλία (χοχλιοφ, ςαλιγκαριοφ), ξζροντασ ότι αυτό κα μποροφςε να το κάνει μονάχα ο πανζξυπνοσ και πολυμιχανοσ Δαίδαλοσ, ο άνκρωποσ που είχε φτιάξει το λαβφρινκο (το οίκθμα που ιταν κατά πρότυπα του κοχλία). Τταν ο Πίνωασ ζφταςε και ςτο παλάτι του βαςιλιά Ξϊκαλου, ηιτθςε και από εκείνον να κάνει το ίδιο. Σ Ξϊκαλοσ, για να μθ φανεί ότι δεν είναι ικανόσ να το κάνει, ηιτθςε τθ βοικεια του Δαίδαλου. Σ Δαίδαλοσ, αφοφ άνοιξε μια μικρι τρφπα ςτον πάτο του κελφφουσ του ςαλιγκαριοφ, πζραςε από εκεί ζνα μυρμιγκι δεμζνο με τθν κλωςτι. Ψο μυρμιγκι βγικε από τθν άλλθ μεριά του ςαλιγκαριοφ και το αίνιγμα – πρόβλθμα λφκθκε. Ωςτόςο με αυτό τον τρόπο αποκαλφφκθκε θ εκεί παρουςία του Δαίδαλου και ο Πίνωασ απαίτθςε να του παραδοκεί. Τμωσ, ο Ξϊκαλοσ αρνικθκε και ςτθ ςυνζχεια ζβαλε τισ ωραίεσ κόρεσ του να τον δολοφονιςουν, ρίχνοντασ καυτό νερό ςτο μπάνιο του Πίνωα, όπου υποτίκεται κα διαςκζδαηαν μαηί τουσ… Οζει ο Απολλόδωροσ: «Δαίδαλοσ δε διαςϊηεται εισ Ξάμικον τθσ Χικελίασ>. *14+ Δαίδαλον δε εδίωκε Πίνωσ, και κακ εκάςτθν χϊραν ερευνϊν εκόμιηε κόχλον, και πολφν επθγγζλλετο δϊςειν μιςκόν τω δια του κοχλίου λίνον διείραντι, δια τοφτου νομίηων ευριςειν Δαίδαλον. ελκϊν δε εισ Ξάμικον τθσ Χικελίασ παρά Ξϊκαλον, παρ ω Δαίδαλοσ εκρφπτετο, δείκνυςι τον κοχλίαν. ο δε λαβϊν επθγγζλλετο διείρειν και Δαιδάλω δίδωςιν· *15+ ο δε εξάψασ μφρμθκοσ λίνον και τριςασ τον κοχλίαν είαςε δι αυτου διελκείν. λαβϊν δε Πίνωσ το λίνον διειρμζνον ιςκετο όντα παρ' εκείνω Δαίδαλον, και ευκζωσ απιτει. Ξϊκαλοσ δε υποςχόμενοσ εκδϊςειν εξζνιςεν αυτόν· ο δε *p. 142+ λουςάμενοσ υπό των Ξωκάλου κυγατζρων ζκλυτοσ εγζνετο· ωσ δε ζνιοι φαςι, ηεςτϊ καταχυκείσ *φδατι+ μετιλλαξεν»... (Απολλϊδωροσ, Επιτομι, 12)

ΟΛ ΦΟΛΝΛΚΕΣ (ΚΑΔΜΕΛΟΛ ι ΚΘΒΑΛΟΛ) ΟΛ ΕΒ΢ΑΛΟΛ ΚΑΛ ΟΛ ΔΑΝΑΟΛ

1. Χφμφωνα με τθν Ελλθνικι Πυκολογία (Απολλόδωροσ, Λςτορικι βιβλιοκικθ), όταν ο Δίασ ζκλεψε τθν Ευρϊπθ από τθ Φοινίκθ, οι γονείσ τθσ, ο βαςιλιάσ Αγινορα και θ γυναίκα του Ψθλεφάςςα, ζδωςαν εντολι ςτον γιο τουσ Ξάδμο να φφγει με καράβια και ςτρατό, για να τθ βρει. Εκείνοσ άρχιςε να γυρνάει όλο τον κόςμο προκειμζνου να βρει τθν αδελφι του, όμωσ επειδι δεν τθν ζβριςκε και επειδι δεν ικελε να γυρίςει πίςω χωρίσ αυτι, ζκτιςε τθν πόλθ Ξαδμεία ι Κιβα ςτθ Βοιωτία όπου ζμεινε εκεί με τουσ ςυντρόφουσ του. Εκεί, με τθ βοικεια τθσ κεάσ Ακθνάσ, ςκότωςε ζνα δράκοντα, απόγονο του Άρθ, που φφλαςςε τθν πθγι του κεοφ· γι’ αυτό το λόγο και τιμωρικθκε ςε οκταετι δουλεία. Πετά τθν παρζλευςθ των οχτϊ χρόνων, ο Άρθσ όχι μόνο ςυγχϊρθςε τον Ξάδμο, αλλά του ζδωςε για γυναίκα του τθν κόρθ του, Αρμονία. Πετά από ςυμβουλι τθσ Ακθνάσ, ο Ξάδμοσ ζςπειρε τα δόντια του Δράκου ςτθ γθ και απ’ αυτά εξιλκαν οι Χπαρτοί, οι οποίοι ιταν οπλιςμζνοι και οργιςμζνοι. Σ Ξάδμοσ για να 53

τουσ νικιςει τουσ ζριχνε πζτρεσ, ενϊ αυτοί νόμιηαν ότι οι πζτρεσ προζρχονταν από τουσ ίδιουσ, ζτςι ςυνεπλάκθςαν και αλλθλοςκοτϊκθκαν. Απ’ αυτοφσ επζηθςαν μόνο πζντε (Εχίονασ, Συδαίοσ, Υζλωροσ, Ωπερινωρασ, Χκόνιοσ), που μαηί με τον Ξάδμο ίδρυςαν τθ Κιβα. Σ Ξάδμοσ ςτθ Κιβα νυμφεφτθκε τθν Αρμονία, κόρθ του Άρθ και τθσ Αφροδίτθσ, με τθν οποία μετζβθκε ςτθν Λλλυρία. Σ Ξάδμοσ είχε αδζλφια το Φοίνικα, τον Ξίλικα και τθν Ευρϊπθ και παιδιά του τθν Αγαφθ, τθν Αυτονόθ, τθν Λνϊ, τον Υολφδωρο και τθ Χεμζλθ. Τταν πζκανε ο Ξάδμοσ τον διαδζχκθκε ο Υολφδωροσ. Γιοσ του Υολφδωρα ιταν ο Οάβδακοσ και κείνου ο Οάιοσ και κείνου ο Σιδίποδασ. Σ Σιδίποδασ ιταν αυτόσ που ςκότωςε το Οάιο, χωρίσ να γνωρίηει ότι ιταν πατζρασ του. Θ βαςίλιςςα Λοκάςτθ, γυναίκα του Οάιου και μθτζρα του Σιδίποδα, αγνοϊντασ τθ ςυγγζνειά τθσ με τον Σιδίποδα, παντρεφτθκε το γιο τθσ, αφοφ διαδόκθκε πωσ ο Οάιοσ είχε ςκοτωκεί από λθςτζσ και ο Σιδίποδασ είχε γίνει κάτι ςαν τοπικόσ ιρωασ. Παηί απόκτθςαν τθν Αντιγόνθ, τον Ετεοκλι, τθν Λςμινθ και τον Υολυνείκθ, παιδιά και αδζλφια ςυνάμα του Σιδίποδα 2. Χφμφωνα με το Υάριο χρονικό και τουσ Λςοκράτθ, Υλάτωνα, Κουκυδίδθ, Χτράβωνα κ.α., τον 15ο αι. π.Χ. ζπεςαν ςτθν Αίγυπτο αρρϊςτιεσ και οι ντόπιοι τισ απζδωςαν ςτουσ μετανάςτεσ που υπιρχαν εκεί, κφρια φφλα των οποίων ιςαν οι Φοίνικεσ (οι οποίοι είχαν πάει ςτθν Αίγυπτο από τθν Ερυκρά κάλαςςα και ζκτιςαν τθ Κιβα), οι Δαναοί και οι Εβραίοι και κζλθςαν να τουσ εξολοκρζψουν. Υρο αυτοφ οι Εβραίοι με αρχθγό το Πωυςι πιγαν δια ξθράσ ςτθν Λουδαία και οι Δαναοί με πλοία και με αρχθγό τον Δαναό, εξ ου και θ ονομαςία Δαναοί, πιγαν ςτθ Φόδο και από εκεί ςτο Άργοσ τθσ Υελοποννιςου, όπου αναμείχκθκαν ειρθνικά με τουσ εκεί Ζλλθνεσ Αχαιοφσ κατοίκουσ του Άργουσ, εξ ου και θ ονομαςία (κατά τα Ψρωικά): Δαναοί = Αργείοι = Ζλλθνεσ = Δαναοί. Σι Φοίνικεσ με αρχθγό τον Αγινορα πιγαν καταρχάσ ςτθ χϊρα που από αυτοφσ μετά ονομάςτθκε Φοινίκθ (τθ χϊρα απζναντι από τθν Ξφπρο) και ζκτιςαν τισ πόλεισ Ψφρο, Χιδϊν κ.α. Από εκεί μετά αφενόσ οι Ξριτεσ (ο βαςιλιάσ τθσ Ξριτθσ Αςτζριοσ και όχι ο Δίασ) ζκλεψαν τθν Ευρϊπθ, τθ μάνα του Πίνωα, και αφετζρου ζνα μζροσ και με αρχθγό τον Ξάδμο, απ’ όπου και θ ονομαςία Ξαδμείοι, πιγε ςτθν Βοιωτία όπου ζκτιςαν τθν πόλθ Ξαδμεία ι Κιβα ςε ανάμνθςθ τθσ Αιγυπτιακισ, απϋόπου μετά και θ ονομαςία Ξαδμείοι ι Κθβαίοι. «Σι λόγιοι των Υερςϊν βρίςκουν του Φοίνικεσ αίτιουσ τθσ ζχκρασ μεταξφ Ελλινων και βαρβάρων. Οζνε δθλαδι πωσ αυτοί, φταςμζνοι από τθ κάλαςςα που ονομάηεται Ερυκρά ςε τοφτθ εδϊ τθ κάλαςςα, αφοφ κατοίκθςαν το χϊρο που και τϊρα κατοικοφν, άρχιςαν αμζςωσ μακρινά ταξίδια, μεταφζροντασ εμπορεφματα αιγυπτιακά και αςςυριακά, να πιάνουν και ςε άλλα λιμάνια και προπαντόσ ςτο Άργοσ…» (Θρόδοτοσ Α) «Ψθν παλιά εποχι ξζςπαςε λοιμϊδθσ αςκζνεια ςτθν Αίγυπτο και οι ντόπιοι τθν απζδωςαν ςτουσ αςεβείσ αλλόφυλουσ. Υρο αυτοφ μερικοί από αυτοφσ ςυςπειρϊκθκαν και ιρκαν ςτθν Ελλάδα. Αρχθγοί τουσ ιςαν ο Ξάδμοσ και ο Δαναόσ. Σι υπόλοιποι πιγαν ςτθν Λουδαία, που τότε ιταν ακατοίκθτθ, και των οποίων επικεφαλισ ιταν ο επονομαηόμενοσ Πωυςισ, ζνασ άνδρασ με φρόνθςθ και ανδρεία». (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, βίβλοσ Π, Απόςπαςμα 3) «Οζνε επίςθσ οι Αιγφπτιοι πωσ και οι άποικοι που ζφυγαν μαηί με το Δαναό από τθν Αίγυπτο εγκαταςτάκθκαν ςτθν αρχαιότερθ ςχεδόν ελλθνικ πόλθ, ςτο Άργοσ και πωσ οι λαοί των Ξόλχων ςτον Υόντο και τθν Λουδαίων μεταξφ Αραβίασ και Χυρίασ ιδρφκθκαν ωσ αποικίεσ από ανκρϊπουσ που ζφυγαν από 54

εκεί….. ο Ξάδμοσ ιταν από τισ Κιβεσ τθσ Αιγφπτου και μαηί με τα άλλα παιδιά γζννθςε και τθ Χεμζλθ. Χτα κατοπινά χρόνια, ο Σρφζασ, που απόκτθςε μεγάλθ φιμθ ανάμεςα ςτουσ Ζλλθνεσ για τθ μουςικι, τισ τελετζσ και τα κεολογικά ηθτιματα, φιλοξενικθκε από τουσ απογόνουσ του Ξάδμου και δζχτθκε εξαιρετικζσ τιμζσ ςτισ Κιβεσ». (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, βίβλοσ 1, 23-24 και 2829)

Χθμειϊνεται επίςθσ ότι: 1) Σι Φοίνικεσ αρχικά πιγαν ςτα ελλθνικά νθςιά που τότε ιςαν ζρθμα και μαηί με τουσ Ξάρεσ καταλιςτευαν τουσ Ζλλθνεσ, πολλζσ φορζσ ςε ςυνεργαςία με άλλουσ Ζλλθνεσ, με αποτζλεςμα θ Ελλάδα να δεινοπακεί. Υρο αυτοφ ο Πίνωασ δθμιουργεί πολεμικό ναυτικό με το οποίο διϊχνει τουσ Ξάρεσ και τουσ Φοίνικεσ από τα Ελλθνικά νθςιά και τα οικεί με μόνιμουσ κατοίκουσ από τθν Ξριτθ. 2) Σι Φοίνικεσ που πιγαν ςτθ Βοιωτία δεν ζλαβαν μζροσ ςτον Ψρωικό πόλεμο και κατά τα περςικά μιδιςαν. Αποτζλεςμα των γεγονότων αυτϊν ιταν να υποδουλωκοφν μετά από τουσ Ακθναίουσ. Αργότερα τουσ ελευκζρωςαν οι Χπαρτιάτεσ με αντάλλαγμα να τουσ βοθκιςουν να γίνουν θγεμόνεσ τθσ Ελλάδασ, κάτι που ζκαναν Πετά οι Κθβαίοι ςυμμαχοφν με τουσ θττθμζνουσ Ακθναίουσ και με χρθματικι βοικεια των Υερςϊν ςτρζφονται εναντίον των Χπαρτιατϊν με ςκοπό να θγεμονεφςουν αυτοί τϊρα τθσ Ελλάδασ, κάτι που ζκαναν μόνο για 9 χρόνια, γιατί οι Πακεδόνεσ, αρχικά με το Φίλιππο και μετά με το Πζγα Αλζξανδρο, κατεβαίνουν και καταςτρζφουν εκ βάκρων τθ Κιβα και ζτςι οι μακεδόνεσ ζγιναν τϊρα οι νζοι θγεμόνεσ τθσ Ελλάδασ. 3) Χφμφωνα με τθν Υαλαιά Διακικθ, οι Εβραίοι ζφυγαν από τθν Αίγυπτο, για να αποφφγουν τθν υποδοφλωςθ. Αναφζρει επίςθσ τισ αρρϊςτιεσ που ζπεςαν ςτθν Αίγυπτο με το όνομα «Σι επτά πλθγζσ των Φαραϊ». 4) Χφμφωνα με το Υάριο χρονικό, κάτι που πιςτοποιείται από τα λεγόμενα του Λςοκράτθ, Υλάτωνα, Κουκυδίδθ κ.α.: α) Σ Ξάδμοσ ιρκε με Φοίνικεσ ςτθ Βοιωτία το ζτοσ 1255 πριν από το Διόγνθτο = το 1519 π.Χ. και ζκτιςε τθ Ξαδμεία και β) Σ Δαναόσ με Αιγφπτιουσ ιρκε ςτο Άργοσ το ζτοσ 1247 πριν από το Διόγνθτο = το 1511 π.Χ. και αναμείχκθκε με τουσ εκεί Αχαιοφσ του Άργουσ ( τουσ Αργείουσ). 5) Χτθν Βοιωτία πριν ζρκει ο Ξάδμοσ με Φοίνικεσ ηοφςαν οι αυτόχκονεσ Ωγυγεσ κ.α., πρβ: «Οζνε πωσ οι πρϊτοι κάτοικοι τθσ Κθβαίδασ χϊρασ ιταν οι ‘Εκτθνεσ και πωσ ο βαςιλιάσ τουσ ιταν ο αυτόχκονασ ‘Ωγυγοσ. Από το όνομα του οι περιςςότεροι ποιθτζσ ζδωςαν ςτθ Κιβα τθ επωνυμία Ωγυγία. Οζνε ότι επιδθμία τουσ φάνιςε και ότι ςτα μζρθ τουσ ιρκαν αργότερα να κατοικιςουν οι Ϊαντεσ και οι Άονεσ. Εμζνα πάντωσ μου φαίνεται πωσ δεν ιταν επιλυδεσ αλλά Βοιωτικζσ φυλζσ. Τταν ειςζβαλε ο Ξάδμοσ με Φοινικικό ςτρατό και τουσ νίκθςε ςε μάχθ, οι Ϊαντεσ ζφυγαν όταν νφχτωςε και οι Άονεσ ικζτεψαν τον Ξάδμο να μείνουν κι αυτόσ τουσ επζτρεψε να αναμειχκοφν με τουσ Φοίνικεσ. Σι Άονεσ τότε ηοφςαν ακόμα ςε κωμοπόλεισ, αλλά ο Ξάδμοσ ζφτιαξε τθν πόλθ που μζχρι ςιμερα ονομάηεται Ξαδμεία. (Υαυςανίασ, Βοιωτικά 5, 1 – 10) (Υεριςςότερα βλζπε ςτο βιβλίο: ΕΟΟΘΡΛΞΘ ΛΧΨΣΦΛΑ: Α. ΞΦΑΧΑΡΑΞΘ)

55

2. Ο ΤΑΛΩΣ, Ο Ρ΢ΟΣΤΑΤΘΣ ΤΩΝ ΝΟΜΩΝ, ΤΘΣ ΕΥ΢ΩΡΘΣ ΚΑΛ ΤΘΣ Κ΢ΘΤΘΣ Τταν ο Δίασ εγκατζλειψε τθν Ευρϊπθ για τον Τλυμπο, τθσ ζκανε τρία δϊρα, το φτερωτό (άγγελο) φφλακα Ψάλω, για να τθν προςτατεφει, μια φαρζτρα με βζλθ, που πετφχαιναν πάντα το ςτόχο τουσ και μια ςκφλα με το όνομα Οαίλαπα, πιςτό τθσ φφλακα, αλλά και που κανζνα κιραμα δεν τθσ ξζφευγε. Ειδικότερα θ αρμοδιότθτά του Ψάλω ιταν: Α) Θ προςταςία τθσ Ξριτθσ από τουσ εχκροφσ τθσ, πετϊντασ βράχουσ ςτα εχκρικά καράβια ι καίγοντασ τουσ εχκροφσ με το καυτό χάλκινο κορμί του. Γφριηε τρεισ φορζσ τθν θμζρα όλθ τθν Ξριτθ, Β) Ρα γυρίηει με τισ χάλκινεσ πλάκεσ του νόμου όλο το νθςί για ενθμζρωςθ του κόςμου και ςυνάμα να φροντίηει για τθν εφαρμογι τουσ, Γ) Θ προςταςία τθσ Ευρϊπθσ. Ψο ςϊμα του Ψάλλω, ςφμφωνα οριςμζνουσ με τουσ μφκουσ ιταν όπωσ και των λοιπϊν ανκρϊπων, όμωσ επειδι ο Ψάλωσ μετζφερε τουσ νόμουσ που ιταν γραμμζνεσ πάνω ςε χάλκινεσ πλάκεσ ειπϊκθκε ότι ιταν χάλκινοσ. Χφμφωνα με άλλουσ μφκουσ το ςϊμα του Ψάλω ιταν από χαλκό που του το είχε καταςκευάςει ο Ιφαιςτοσ, για να είναι άτρωτοσ, πλθν μιασ φλζβασ ςτθ φτζρνα του ποδιοφ του. Ωςτόςο, αν και πανίςχυροσ ο Ψάλωσ, δεν μπόρεςε να αντιςτακεί ςτθ Πιδεια και ςτισ υποςχζςεισ τθσ για ακαναςία, που ςτόχο είχαν να τον παγιδζψουν, προκειμζνου να μπορζςει να περάςει άκικτθ θ "Αργϊ" από τθν Ξριτθ. Χε κάποια ςτιγμι θ Πιδεια κατόρκωςε να υπνωτίςει τον Ψάλω ςτον όρμο τθσ Δίκτθσ (ςθμερινό «Ξόλπο Περαμπζλλο) και ςτθ ςυνζχεια να του τρυπιςει τθν αδφνατθ φλζβα και ζτςι να τον κανατϊςει, αφαιρϊντασ το κεϊκό υγρό που κυλοφςε μζςα του αντί για αίμα. Πια άλλθ εκδοχι λζει ότι ο Ψάλωσ πζκανε από τα βζλθ του Υοία, πατζρα του Φιλοκτιτθ. “εντεφκεν αναχκζντεσ κωλφονται Ξριτῃ προςίςχειν υπο Ψάλω. τοφτον οι μεν του χαλκοφ γζνουσ είναι λζγουςιν, οι δε υπό Θφαίςτου Πίνωι δοκιναι· οσ θν χαλκοφσ ανιρ, οι δε ταφρον αυτόν λζγουςιν. είχε δε φλζβα μιαν από αυχζνοσ κατατείνουςαν άχρι ςφυρϊν· κατά δε το τζρμα τθσ φλεβόσ ιλοσ διιρειςτο χαλκοφσ. οφτοσ ο Ψάλωσ τρισ εκάςτθσ θμζρασ τθν νιςον περιτροχάηων ετιρει· διο και τότε τθν Αργϊ προςπλζουςαν κεωρϊν τοισ λίκοισ ζβαλλεν. εξαπατθκείσ δε υπό Πθδείασ απζκανεν, ωσ μεν ζνιοι λζγουςι, δια φαρμάκων αυτϊ μανίαν Πθδείασ εμβαλοφςθσ, ωσ δε τινεσ, υποςχομζνθσ ποιιςειν ακάνατον και τον ιλον εξελοφςθσ, εκρυζντοσ του παντόσ ιχϊροσ αυτόν αποκανε’ιν.” (Απολλόδωροσ Α 9,26+ «Σ Πίνωασ τον χρθςιμοποιοφςε (τον Φαδάμανκυ) ωσ φφλακα των νόμων ςτθν πόλθ, ενϊ ςτθν υπόλοιπθ Ξριτθ τον Ψάλω. Σ Ψάλωσ λοιπόν επιςκεπτόταν τρεισ φορζσ τον χρόνο τα χωριά, επιβλζποντασ τθν τιρθςθ των νόμων ςε αυτά, ζχοντασ γραμμζνουσ τουσ νόμουσ ςε χάλκινουσ πίνακεσ, απϋ όπου πιρε τθν ονομαςία χάλκινοσ…. (Υλάτων, «Πίνωσ», 318 – 320) Σ Απολλϊνιοσ Φόδιοσ λζει ότι ο Ψάλωσ δολοφονικθκε από τουσ Αργοναφτεσ: «Από εκεί επρόκειτο να περάςουμε ςτθν Ξριτθ, που πλζει ςτθ κάλαςςα πιο ψθλότερα από τ’ άλλα νθςιά, ο χάλκινοσ Ψάλωσ, πετϊντασ πζτρεσ πάνω από τον τραχφ βράχο, τουσ εμπόδιηε να δζςουν τα ςκοινιά του πλοίου ςτθν ξθρά, όταν ζφταναν ςτον κλειςτό όρο τθσ Δίκτθσ. («…είργε χκονί πείςματ’ ανάψαι Δικταίθν όρμοιο κατερχόμενουσ επιωγιν..») Ανικε ςτο χάλκινο γζνοσ των 56

ανκρϊπων που γεννικθκαν από τισ μελιζσ, ο τελευταίοσ επιηϊν από εκείνουσ τουσ θμίκεουσ, και τον είχε δϊςει ςτθν Ευρϊπθ ο γιοσ του Ξρόνου, για να φυλάει το νθςί και με τα χάλκινά πόδια του είχε γυρίςει τρεισ φορζσ τθν Ξριτθ. Ψο ςϊμα του ολόκλθρο και τα μζλθ του ιταν φτιαγμζνα από άκραυςτο χαλκό, αλλά κοντά ςτουσ αςτραγάλουσ, ςτον τζνοντα, είχε μια φλζβα γεμάτθ αίμα, κι αυτιν, με τα όρια ηωισ και κανάτου, τθν περιζλαβε λεπτόσ υμζνασ…..(Αργοναυτικά Δ, 1638 – 1670)

Αργυρόσ ςτατιρασ Φαιςτοφ Ξριτθσ, 280 Χτατιρασ Φαιςτοφ Ξριτθσ, 280 π.Χ., με τθ π.Χ., με τον Ψάλω να κρατά πζτρα, για Οαίλαπα, το ςκυλί τθσ Ευρϊπθσ και τον Ψάλω, να τθν εξαποςτείλει κατά των εχκρικϊν προςτάτθ τθσ Ευρϊπθσ, των νόμων και τθσ καραβιϊν και τον ταφρο Ξριτθσ Ξριτθσ. (Υοςειδϊνασ), πατζρα Πινϊταυρου.

3. Θ Ρ΢ΛΓΚΛΡΛΣΣΑ ΕΥ΢ΩΡΘ ΚΑΛ Θ ΘΡΕΛ΢ΟΣ ΕΥ΢ΩΡΘ ΟΛ ΘΡΕΛ΢ΟΛ ΚΑΛ ΡΩΣ ΡΘ΢ΑΝ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥΣ 1. Σ Άνδρων ο Αλικαρναςςζασ αναφζρει ότι ο Ωκεανόσ είχε δυο γυναίκεσ τθν Υομφολφγθ και τθν Υαρκενόπθ, από τισ οποίεσ απόκτθςε τζςςερεισ κόρεσ, τθν Αςία, τθ Οιβφθ, τθν Ευρϊπθ και τθν Κράκθ απϋόπου λζνε ονομάςτθκαν ζτςι οι χϊρεσ, πρβ: «‘Ανδρων δε ο Αλικαρναςςεφσ Ωκεανόσ φθμί γιμαι δυο γυναίκασ, Υομφολφγθν και Υαρκενόπθν, εξ ων τζςςαρασ κυγατζρασ γεννά τθσ μεν Αςίαν και Οιβφθν, κάτερασ δε Ευρϊπθν και κράκθν, αφ ων λζγει και κλθκιναι τα χϊρασ. (ANDRWN GEOGRAFIA, αποςπάςματα, Tzetze Lyc.894). Επομζνωσ οι ιπειροι ςτουσ αρχαίουσ Ζλλθνασ επί εποχισ Ανδρωνα ιςαν 4, όςα και τα ςθμεία του Σρίηοντα, αντί 5 που ζχουμε ςιμερα, οι εξισ: θ Αςία (= Π. Αςία, Φοινίκθ κ.τ.λ. = θ ανατολι), θ Οιβφθ (= ςιμερα θ Αφρικι = ο νότοσ), θ Κράκθ ( Πακεδονία, Ιπειροσ κ.τ.λ. = ο βορράσ) θ Ευρϊπθ ( = θ Λταλία, Χικελία κ.α. = θ δφςθ). Χιμερα, φςτερα από τισ ανακαλφψεισ, οι ιπειροι είναι 5: θ Αςία, θ Αφρικι, θ Ευρϊπθ, θ Αυςτραλία και θ Ωκεανία. Επειδι ανάμεςα ςε Ευρϊπθ και Αςία υπάρχει ο Εφξεινοσ πόντοσ, προφανϊσ, οι αρχαίοι αρχαίοι Ζλλθνεσ είχαν τθν εντφπωςθ, ότι θ Κράκθ (οι χϊρεσ πάνω και δυτικά τουσ Εφξεινου Υόντου) ιταν χϊρα διαφορετικι από τθν Αςία. Σμοίωσ, επειδι υπάρχει ο κόλποσ τθσ Αδριατικισ, οι αρχαίοι Ζλλθνεσ πίςτευαν ότι δυτικά τουσ (Λταλία, Χικελία κ.α.) και μετά τθ Κράκθ ιταν μια άλλθ τεράςτια χϊρα, θ Ευρϊπθ. Χιμερα θ αρχαία Κράκθ διαμοιράςτθκε και το δυτικό μζροσ τθσ (Δακία κ.α. ) πιγαν ςτθν Ευρϊπθ και το άλλο (Χιβθρία κ.α.) ςτθν Αςία.

57

2. Χφμφωνα με τον Απολλόδωρο: Σ Ζπαφοσ και θ Πζμφισ, θ κόρθ του Ρείλου, γζννθςαν τθ Οιβφθ, που εξ αυτισ ονομάςτθκε ζτςι θ χϊρα (Οιβφθ = παλιά θ Αφρικι). Από τθ Οιβφθ και τον Υοςειδϊνα γεννικθκαν δυο δίδυμοι, ο Αγινωρασ και ο Βιλοσ. Σ Βιλοσ κατοίκθςε ςτθ Οιβφθ (= θ Αφρικι), ςτθν Αίγυπτο και ςτθν Αραβία και με τθν Αγχινόθ, κυγατζρα του Ρείλου, γζννθςαν δίδυμα, τον Αίγυπτο και το Δαναό, που ο μεν πρϊτοσ ζκανε 50 γιουσ και ο δεφτεροσ 50 κυγατζρεσ. Γζννθςαν ακόμθ και τον Ξθφζα και Φινζα. Σ Αίγυπτοσ κατζςτρεψε τθ Πελαμπόδων χϊρα και τθν ονόμαςε Αίγυπτο. Σ Δαναόσ, αφοφ πζτυχε να πάρει τθν εξουςία, με τθ ςυμβουλι τθσ Κεάσ Ακθνάσ καταςκεφαςε πρϊτοσ πλοίο («ναυσ») και μαηί με τισ κόρεσ του ιρκαν ςτθ Φόδο και ςτο Αργοσ. Χτο Αργοσ του παρζδωςε τθ βαςιλεία ο τότε βαςιλιάσ Γελάνωρ και από αυτό μετά οι κάτοικοι του Αργουσ ονομάςτθκαν Δαναοί. Σ Αγινωρασ πιγε ςτθ Φοινίκθ, όπου ζγινε γενάρχθσ. Πε τθν Ψθλζφαςα ζκανε τζςςερα παιδιά, τθν Ευρϊπθ, τον Ξάδμο (που ίδρυςε τθ Κιβα, αλλά και οι απόγονοί του κατοίκθςαν ςτθ Κράκθ κ.α.), το Φοίνικα και τον Ξίλικα. Περικοί λζνε ότι θ Ευρϊπθ δεν ιταν κόρθ του Αγινορα, αλλά του Φοίνικα και θ οποία αγαπικθκε από το Δία και αυτόσ από τθν ομορφιά τθσ ταφροσ γενόμενοσ («ταφροσ χειροικθσ γενόμενοσ») τθν μετζφερε ςτθν Ξριτθ όπου γζννθςε το Πίνωα, το Φαδάμανκυ και το Χαρπθδόνα. Για το Χαρπθδόνα άλλοι λζνε ότι ιταν γιοσ του Δία και τθσ Οαοδάμειασ. Ακολοφκωσ ο βαςιλιάσ τθσ Ξριτθσ Αςτζριοσ, επειδι δεν είχε γιο, υιοκζτθςε τα παιδιά τθσ Ευρϊπθσ και ο Πίνωασ ςτθ ςυνζχεια τον αντικατζςτθςε ςτθ βαςιλεία. 3. Θ ιπειροσ Ευρϊπθ ( κάτι που γίνεται πρόδθλο και από τα πιο κάτω λόγια του Θρόδοτου) ονομάςτθκε ζτςι από τθ μάνα του Πίνωα, τθν Ευρϊπθ. Ωςτόςο αυτό το γεγονόσ ο Θρόδοτοσ το αμφιςβθτεί, πρβ: «Τςον για τθν Ευρϊπθ (τθν ιπειρο), κανείσ δεν ξζρει, αν τελικά περιβάλλεται από κάλαςςα οφτε από ποφ πιρε το όνομά τθσ οφτε ποιοσ τθσ το ζδωςε, εκτόσ αν δεχτοφμε ότι ξεκίνθςε από τθν Ευρϊπθ, τθν Ψφρια γυναίκα, και επομζνωσ παλιότερα ιταν ανϊνυμθ, όπωσ και οι άλλεσ (ιπειροι). Αυτό είναι απίκανο, γιατί θ Ευρϊπθ (θ κοπζλα) ιταν από τθν Αςία και δεν επιςκζφτθκε ποτζ τθ γθ που ονομάηουμε τϊρα Ευρϊπθ, αλλά ταξίδεψε μόνο από τθ Φοινίκθ ςτθν Ξριτθ και από εκεί ςτθ Ουκία»… (Θρόδοτοσ Δ, 45). Χθμειϊνεται ότι: Α) Σ Ευριπίδθσ (Φοίνιςςαι) και ο Αιςχφλοσ (Επτά επί Κιβασ) λζνε ότι θ Φοινίκθ (όπου ιταν βαςιλιάσ ο Αγινορασ, ο πατζρασ του Ξάδμου και τθσ Ευρϊπθσ, μάνασ του Πίνωα κ.α.) βριςκόταν όχι ςτθν Αςία, αλλά ςτθν Ευρϊπθ. Χυγκεκριμζνα θ Φοινίκθ γι αυτοφσ ιταν ζνα νθςί («Φοινίςςασ από νάςου», «ενάλια χκόνα») που βριςκόταν δυτικά τθσ Ελλάδασ και Χικελίασ (ςτθ κάλαςςα τθσ Ψφρου, Ψυρρθνικό πζλαγοσ τθσ Λταλίασ). Οζνε επίςθσ ότι οι Αγθνορίδεσ (= τα παιδιά και οι απόγονοί του Αγινορα, τα παιδιά του Ξάδμου Οάϊοσ, Υολυνείκθσ, Σιδίποδασ κ.τ.λ. κακϊσ και οι Κθβαίοι ι Ξαδμείοι) ιςαν Ζλλθνεσ, Δαναοί και μίλαγαν ελλθνικά («Ελλάδοσ φκόγγον χζουςαν»). Ετεοκλισ: Ξάδμου πολῖται, χρὴ λέγειν τὰ καίρια……… Ετεοκλισ: ὦ Ηευ τε και Γθ και πολιςςοῦχοι κεοί, Ἀρά τ᾽ Ἐρινὺσ πατρ σ ἡ μεγαςκενήσ,

Ετεοκλισ: Οαζ του Ξάδμου, πρζπει ςφμφωνα τα λόγια ……. Ετεοκλισ: Ϊ Δία και Γθ και Κεοί προςτάτεσ τθσ πατρίδασ, κι ω Ξατάρα, τρανι Ερινφα 58

μή μοι πόλιν γε πρυμνόκεν πανώλεκρον ἐκκαμνίςθτε δῃάλωτον, Ελλάδοσ φκόγγον χέουςαν, κα δόμουσ ἐφεςτίουσ· ἐλευκέραν δ γῆν τε κα Ξάδμου πόλιν ηυγοῖςι δουλίοιςι μήποτε ςχεκεῖν· γένεςκε δ᾽ ἀλκή· ξυνὰ δ᾽ ἐλπίηω λέγειν· πόλισ γὰρ εὖ πράςςουςα δαίμονασ τίει. Αἰςχύλοσ “Ἑπτὰ ἐπ Κήβασ” (70 -80)

του πατζρα, μθ μου απ' τθ ρίηα ςφγκορμα ξεκεμελιϊςτε αφανιςμζνθ απ' τουσ εχκροφσ μια πολιτεία ποφ κραίνει γλϊςςα Ελλθνικι, μθδζ τα ςπίτια ποφ τίσ εςτίεσ ςασ ζχουνε, και μθν αφιςτε μια χϊρα ελεφτερθ, τθν πόλθ αυτι του Ξάδμου, να πζςθ ςε ςκλαβιάσ ηυγό, μα ςϊςετζ μασ, ποφν' καί δικό ςασ διάφορο· γιατί μια χϊρα μόν' όταν ευτυχι, τιμά καί τουσ κεοφσ τθσ.

Μετάφραςθ Γιάννθσ Γρυπάρθσ «… Ξάδμοσ θνίκ’ ιλκε γθν «Κιβασ πυρϊςασ τάςδε Υολυνείκθσ Ψθν δ’ εκλιπϊν Φοίνιςαν εναλία χκόνα Κεοισ αςπίδασ εκθκε; μθδζποτ', ω …» τζκνον, κλζοσ τοιόνδε ςοι γζνοικ' υφ' Ελλινων λαβειν …» (Ευριπίδθσ, Φοίνιςςαι 1- 10) (Ευριπίδθσ, Φοίνιςςαι 580) «Ψφριον οιδμα λιπους' εβαν ακροκίνια Οοξία Φοινίςςασ από νάςου Φοίβω δοφλα μελάκρων, ιν' υπό δειράςι νιφοβόλοισ Υαρναςςου κατενάςκθ, Λόνιον κατά πόντον ελάτα πλεφςαςα περιρρφτω υπζρ ακαρπίςτων πεδίων Χικελίασ Ηεφφρου πνοαισ ιππεφςαντοσ, εν ουρανω κάλλιςτον κελάδθμα. πόλεοσ εκπροκρικεις' εμασ καλλιςτεφματα Οοξία Ξαδμείων εμολον γαν κλεινων Αγθνοριδαν ομογενεισ επί Οάϊου πεφκεις' ενκάδε πφργουσ....»

«ξζναι γυναίκεσ, είπατϋ, εκ ποίασ πάτρασ Ελλθνικοιςι δϊμαςιν πελάηετε;» (Ευριπίδθσ, Φοίνιςςαι 278 279) «Ξάδμοσ εμολε τάνδε γαν Ψφριοσ, ω τετραςκελισ μόςχοσ αδάματον πζςθμα...» (Ευριπίδθσ, Φοίνιςςαι 640-670)

(Ευριπίδθσ, Φοίνιςςαι 210-220) « Ω γθσ Ελλάδοσ ςτρατθλάτεσ « ςφυρϊν ςιδθρά κζντρα διαπείρασ Δαναω άριςτθσ, οιπερ θλκατϋ ενκάδε, μζςονϋ όκεν νυν Ελλάσ ωνόμαηεν Ξάδμου τε λαόσ, μιτε Υολυνείκουσ χάριν Σιδίπουσ » …» (Ευριπίδθσ, Φοίνιςςαι 26-29) (Ευριπίδθσ, Φοίνιςςαι 1220 -12230)

Β) Ανατρζχοντασ ςτο Διόδωρο Χικελιϊτθ (βλζπε «Λςτορικι Βιβλιοκικθ 5, παράγραφοσ 7») βλζπουμε να μασ λζει ότι πιο πζρα από τθ Χικελία και ςε απόςταςθ 150 ςταδίων υπιρχαν οι Αιόλιδεσ νιςοι που ιςαν οι εξισ επτά: Χτρογγφλθ, Ευϊνυμοσ, Διδφμθ, Φοινικϊδθσ, Ερικϊδθσ, Λερά Θφαίςτου και Οιπάρα, όπου υπιρχε και ομϊνυμθ πόλθ. (Χιμερα τα νθςιά: Χτρόμπολι, Υανάρα, Χαλίνα, Φιλικοφρι, Αλικοφρι, Βουλκάνο και Οίπαρι.) Επομζνωσ, μιπωσ θ νιςοσ «Φοινικϊδθσ ι Φιλικοφρι» είναι θ νιςοσ Φοινίκθ του μφκου; Ππορεί να είναι μικρι, όμωσ ζτςι μικρι χϊρα δεν ιταν και θ Λκάκθ του Σδυςςζα; Υαρατθριςεισ: 59

Selinus Temple C, 550 – 540 π.Χ. Θ Χελινοφντα βρίςκεται ςτθ Χικελία.

1) Σ Τμθροσ (Λλιάδα ΢ 310 – 322) αναφζρει ότι θ Ευρϊπθ, θ μάνα του Πίνωα, ιταν κόρθ του Φοίνικα: «μθδζ του κοςμολόθτου Φοίνικα τθν κόρθ ωσ αγαποφςα, που το Φαδάμανκυ μου γζννθςε και τον ιςόκεο Πίνω» (Λλιάδα ΢ 310 – 322) και οι άλλοι αρχαίοι ςυγγραφείσ του βαςιλιά τθσ Ψφρου Αγινορα. Αυτό, προφανϊσ, επειδι ο Αγινορασ ιταν Φοινικικισ καταγωγισ. 2) Περικοί όπου βλζπουν τοπωνφμιο με τθν ονομαςία «Φοινίκθ, Φοίνικασ…» λζνε ότι εκεί πριν βριςκόταν παλιά φοινικικι αποικία. Ξάτι λάκοσ, γιατί τα ονόματα «Φοινίκθ και Ευρϊπθ» είναι

ελλθνικά ι και ελλθνικά. Χφμφωνα με τον Θςφχιο (Ακθν. ΧV ςελ. 678) Ευρϊπθ ςθμαίνει «θ ευρφωποσ», θ γυναίκα με μεγάλα (ευρείεσ) μάτια ( «όπεσ», από το οπι > όπ-μα > όμμα > μάτι), πρβλ και βο-ϊπισ, Γλαυκ-ϊπθσ ( = με μάτια ωσ τθσ γλαφκασ), Εφρωποσ (= αρχαία πόλθ), μυ-ωπία, ευρ-ϊτασ (με μεγάλα αυτιά = τα ϊτα), παρκενωπι ι Υαρκενόπθ (κόρθ του ωκεανοφ και μθτζρα των θπείρων, κατά τον Δ. Αλικαρναςζα), ςτενωποί κ.α. Ψο όνομα «Φοινίκθ» ςθμαίνει περιοχι με Φοίνικεσ ι γθ αιματόχροθ (πορφυρόχρου). Ετυμολογία από το «φόνοσ» > φονιjos - φοίνιοσ,α,ο = αυτόσ που ζχει το χρϊμα ι τισ ιδιότθτεσ του φόνου, ο αιματόχρουσ (= πυρρόχρουσ, πορφυρόσ....). Υαρζβαλε και: "Φοινίου ςάλον" = ηάλθ φονικι (Σιδίπουσ Ψφραννοσ), "φοινίου μάχασ" = φονικισ (αιματόβαφθσ) μάχθσ, "εξεφοίνιςςον ποδϊν" = αιματοβαμμζνα πόδια, "φοινικολόφοιοσ δράκοντασ" = με αιματόβαφο λοφίο δράκουλασ, "Αρθ τε φοίνιον" = ο φονιάσ Χάροσ (Ευριπίδθσ Φοίνιςςαι), «φοινίαιςι χερςίν» = χζρι φονικό (Αντιγόνθ). Ψο δζντρο "Φοίνικ(α)σ > Φοίνιξ" λζγεται ζτςι λόγω του αιμάτινου χρϊματοσ των καρπϊν του απ' όπου ζβγαινε και το ερυκρό (φονικό > φοινικί) βερνίκι. Ψο δζντρο φοίνικασ λζγεται και βάϊ (πλθκ. τα βάγια), κακϊσ και χουρμαδιά, ενϊ ςτα ςθμιτικά λζγεται «καφ». Φοινοκαλιά = κάμνοσ τθσ Ξριτθσ που κάνει κατακόκκινουσ ςαν αίμα καρποφσ. Σ ερωδιόσ "Φοίνιξ" ( = αραβικά bennu) λζγεται ζτςι λόγω του, αιμάτινου (πυρρόχρου) χρϊματοσ των πτερϊν του, ο φοινικόπτεροσ. Φοίνιξ λζγεται και το μυκικό πουλί του ιλιου, του φωτόσ, αυτό που αναγεννιζται από τθν τζφρα του ι που ςυμβολίηει τθν παντόσ είδουσ αναγζννθςθ, ακόμθ και το γραπτό λόγο που αναγεννιζται με το διάβαςμα. Περικοί επίςθσ λζνε ότι θ λζξθ «Ξάδμοσ» είναι ςθμιτικι και ςθμαίνει ο άνκρωποσ που ιρκε εξ ανατολϊν», όμωσ αυτό είναι παρετυμολογία. Ψο όνομα «Ξάδμοσ ζχει ςχζςθ με τισ ριηικζσ λζξεισ: «(κ)άδ-ω ι ιωνικά κιδω = με αποβολι του κ «άδω» = τραγουδϊ, ψάλω, κρθνϊ κ.α. , κάδοι, κάδουνια ι κουδοφνια ι κϊδωνεσ κ.α. Υαρζβαλε ότι ο μφκοσ του Ξάδμου και των απογόνων του (Οάιου, Σιδίποδα κ.τ.λ.) περιςτρζφονται γφρω από ωδζσ, φόνουσ (Φοινίκθ) ι κθδείεσ κ.α.

60

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 6ο Ο ΜΤΘΟ΢ ΣΨΝ ΙΔΑΙΨΝ ΔΑΚΣΤΛΨΝ Ή Κ(ΟΤ)ΡΗΣΨΝ 1. Η ΙΔΡΤ΢Η ΣΩΝ Ο.Α., ΢ΤΜΥΩΝΑ ΜΕ ΣΗ ΜΤΘΟΛΟΓΙΑ

Με τουσ Ολυμπιακοφσ αγϊνεσ ςφυρθλατικθκε θ εκνικι, φυλετικι και πνευματικι ενότθτα των Ελλινων. Οι Ολυμπιακοί αγϊνεσ ςυνδφαηαν το βακφ κρθςκευτικό πνεφμα με το θρωικό παρελκόν των Ελλινων, το μζγιςτο βακμό τθσ καλλιζργειασ του ςϊματοσ, του νου και τθσ ψυχισ με τισ πανανκρϊπινεσ φιλοςοφικζσ αξίεσ και τθν προβολι του ατόμου και των πόλεων με το φψιςτο ιδανικό τθσ ελευκερίασ.

ΟΛ ΟΛΥΜΡΛΑΚΟΛ ΑΓΩΝΕΣ ΕΛΝΑΛ ΛΔΕΑ ΚΑΛ Ε΢ΓΟ ΤΩΝ ΛΔΑΛΩΝ ΔΑΚΤΥΛΩΝ Ι Κ(ΟΥ)΢ΘΤΩΝ = Κ΢ΘΤΩΝ Σ Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, ο Χτράβωνασ, ο Υαυςανίασ(«Θλιακά», Α, 5 - 8 ) κ.α. λζνε ότι οι Λδαίοι Δάκτυλοι ι Ετεόκρθτεσ ιςαν οι πρϊτοι κάτοικοι τθσ Ξριτθσ, απόγονοι των οποίων ιςαν οι Ξ(ου)ριτεσ. Οζνε επίςθσ ότι ζνασ από τουσ Λδαίουσ δακτφλουσ, ο Λδαίοσ Θρακλισ (= ο γιοσ του Δία και τθσ Ξρθτικιάσ νφμφθσ Αγχιάλθσ) ιρκε ςτθν Σλυμπία και ίδρυςε τουσ Σλυμπιακοφσ αγϊνεσ, πρβ: « ΢ρεηηθά κε ηνπο Οιπκπηαθνύο αγώλεο, όζνη από ηνπο Ζιείνπο αζρνινύληαη κε ηελ αξραηόηεηα ιέλε όηη ν Κξόλνο ήηαλ ν πξώηνο βαζηιηάο ζηνλ νπξαλό θαη πσο νη άλζξσπνη εθείλεο ηεο επνρήο εθείλεο, πνπ νλνκάδνληαλ ρξπζή γεληθά, έθηηζαλ λαό πξνο ηηκή ηνπ Κξόλνπ ζηελ Οιπκπία. Όηαλ γελλήζεθε ν Γίαο, ε Ρέα αλέζεζε ηε θύιαμε ηνπ παηδηνύ ζηοςρ Δακηύλοςρ ηηρ Ίδηρ, οι οποίοι λέγονηαν και Κοςπήηερ θαη είσαν έπθει από ηην Ίδη ηηρ Κπήηηρ. Απηνί ήζαλ ν Ζξαθιήο, ν Παηώληνο, ν Δπηκήδεο, ν Ίδαο θαη ν Ηάζηνο. Ο Ζξαθιήο πνπ ήηαλ θαη κεγαιύηεξνο έβαιε ηνπο αδειθνύο ηνπ, θάλνληαο έλα αζηείν, λα ηξέμνπλ ζε αγώλα θαη ζηεθάλσζε ην ληθεηή κε θιαδί αγξηειηάο, πνπ ηελ είραλ ηόζν άθζνλε, ώζηε ζηνίβαδαλ θξεζθνθνκκέλα θύιια θαη ηα έζηξσλαλ, γηα λα θνηκνύληαη. Λέλε όηη ν Ζξαθιήο έθεξε ηελ αγξηειηά από ηηο ππεξβόξεηεο ρώξεο, ηηο ρώξεο πνπ ήζαλ πέξα από ηνλ άλεκν Βνξέα… Άιινη ιέλε όηη ν Γίαο, πάιεςε ζ’ απηό ην κέξνο κε ηνλ ίδην ηνλ Κξόλν, γηα ηε βαζηιεία θαη άιινη όηη θαζηέξσζε ηνπο αγώλεο, επεηδή, λίθεζε ηνλ Κξόλν. Αλάκεζα ζηνπο ληθεηέο, αλαθέξεηαη θαη ν Απόιισλαο, πνπ λίθεζε ηνλ Δξκή ζηνλ αγώλα δξόκνπ θαη ηνλ Αξε ζηελ ππγκαρία… Λέλε αξγόηεξα ν Κιύκελνο, γηνο ηνπ Κάξδε, ήξζε από ηελ Κξήηε πελήληα ρξόληα κεηά ηνλ θαηαθιπζκό πνπ έγηλε ζηελ Διιάδα ηελ επνρή ηνπ Γεπθαιίσλα. Καηάγνληαλ από ηνλ Ηδαίν Ζξαθιή θαη θαζηέξσζε ηνπο αγώλεο ζηελ Οιπκπία θαη ίδξπζε βσκό πξνο ηηκή ηνπ πξνγόλνπ ηνπ Ζξαθιή θαη όισλ ησλ Κνπξήησλ, δίλνληαο ζην Ζξαθιή ηελ επσλπκία Παξαζηάηε. Ο Δλδπκίσλαο, όκσο, γηνο ηνπ Αέζιηνπ, εθζξόληζε ηνλ Κιύκελν θαη πξόζθεξε ηελ εμνπζία σο έπαζιν ζε 61

όπνην από ηα παηδηά ηνπ ληθνύζε ζηνλ αγώλα δξόκνπ ζηελ Οιπκπία. Μηα γεληά κεηά ηνλ Δλδπκίσλα, ν Πέινπαο ηέιεζε ηνπο αγώλεο πξνο ηηκή ηνπ Οιύκπηνπ Γία…. ν γηνο ηνπ Ακπζάνλαο, μάδειθνο ηνπ Δλδπκίσλα από ηε πιεπξά ηνπ Κξεζέα ηέιεζε ηα Οιύκπηα θαη κεηά από απηόλ ν Πειίαο θαη ν Νειέαο καδί…» (Παπζαλίαο «Ζιηαθά», Α, 5 - 8 ). « Λένε πυρ ονομάζηηκαν Ιδαίοι Δάκηςλοι οι ππώηοι κάηοικοι ζηοςρ ππόποδερ ηηρ Ίδηρ. Πόδεο ιέγνληαη νη πξόπνδεο θαη θνξπθέο, νη κύηεο ησλ βνπλώλ. Οη δηάθνξεο θνξπθέο ηεο Ίδεο, πνπ ήηαλ όιεο αθηεξσκέλεο ζηε κεηέξα ησλ ζεώλ (ηε Ρέα), ιέγνληαλ Γάθηπινη. Ο ΢νθνθιήο ζεσξεί πσο νη πξώηνη πέληε ήζαλ αξζεληθνί. Δθεύξαλ ην ζίδεξν θαη ην θαηεξγάζηεθαλ πξώηνη, θαζώο θαη πνιιά αθόκε ρξήζηκα ζηε δσή πξάγκαηα. Πέληε ήηαλ θαη νη αδειθέο ηνπο. Από ηνλ αξηζκό ηνπο νλνκάζηεθαλ Γάθηπινη. Αιινη ηνπο ιέλε αιιηώο, ελώλνληαο ηα δύζθνια κε ηα δύζθνια θαη ζέηνπλ δηάθνξα νλόκαηα: Κέικε, Γακλαζέα, Ζξαθιή θαη Αθκνλα. Αιινη ηνπο ζεσξνύλ εληόπηνπο από ηελ Ίδε, άιινη απνίθνπο. Πάλησο ζπκθσλνύλ όηη αςηοί ππώηοι δούλεταν ηο ζίδεπο ζηην Ίδη. Όινη ηνπο ζεσξνύλ κάγνπο θαη ππεξέηεο ηεο Μεηέξαο ησλ ζεώλ πνπ έθηαζαλ λα δνπλ ζηελ Φξπγία, ζηελ Ίδε. Λέλε ηελ Σξσάδα Φξπγία, επεηδή Φξύγεο επηθξάηεζαλ ζηελ πεξηνρή, αθνύ δνύζαλ θαη θνληά, ηόηε πνπ αιώζεθε ε Σξνία. Υπονοούν μάλιζηα πυρ απόγονοι ηυν Ιδαίυν Δακηύλυν είναι οι Κοςπήηερ και οι Κοπςβάνηερ. Οι ππώηοι εκαηό πος γεννήθηκαν ζηην Κπήηη ονομάζηηκαν Ιδαίοι Δάκηςλοι. Απόγονοί ηοςρ αναθέπονηαι εννέα Κοςπήηερ. Ο θαζέλαο ηνπο έθαλε δέθα παηδηά, ηνπο Ηδαίνπο Γαθηύινπο…» (΢ηξάβσλ, Γεσγξαθηθά Η, C 473, ΗΗΗ, 22) « Οη θάηνηθνη, ινηπόλ, ηεο Κξήηεο ιέλε πσο νη αξραηόηεξνη θάηνηθνη ζην λεζί ήηαλ απηόρζνλεο, νη ιεγόκελνη Εηεοκπήηερ, ηυν οποίυν ο βαζιλιάρ, Κπήηαρ ην όλνκα, αλαθάιπςε πνιιά θαη πνιύ ζεκαληηθά πξάγκαηα ζην λεζί πνπ είραλ ηε δπλαηόηεηα λα σθειήζνπλ ηελ θνηλσληθή δσή ησλ αλζξώπσλ…. Πξώηνη, ινηπόλ, απ’ όζνπο κλεκνλεπνληαη από ηελ παξάδνζε, θαηνίθεζαλ ζηελ πεξηνρή ηεο Ηδεο ζηελ Κξήηε θαη ηξηγύξσ, νη θαινύκελνη από απηό Ιδαίοι Δάκηςλοι («πξώηνλ ώθεζαλ ηεο Κξήηεο πεξί ηελ Ίδελ νη πξνζαγνξεπζέληεο Ηδαίνη Γάθηπινη»), πνπ άιινη ιέλε όηη ήζαλ 100 θαη άιινη 10, όζα θαη ηα δάθηπια ησλ ρεξηώλ απ’ όπνπ θαη νλνκάζηεθαλ έηζη. ... Γηα ηνπο Ηδαίνπο δαθηύινπο ηεο Κξήηεο παξαδίδεηαη πσο αλαθάιπςαλ ηε θσηηά, ηε ρξήζε ηνπ ραιθνύ θαη ηνπ ζηδήξνπ, ζηε ρώξα ησλ Απηεξαίσλ ζην ιεγόκελν Βεξέθπλζν, θαζώο θαη ηνλ ηξόπν επεμεξγαζίαο ηνπο. Λέλε, κάιηζηα, πσο έλαο ηνπο ο Ηπακλήρ, μεπέξαζε ηνπο άιινπο ζε θήκε, ίδπςζε ηοςρ Ολςμπιακούρ αγώνερ. Δμ αηηίαο ηεο ζπλσλπκίαο νη κεηαγελέζηεξνη άλζξσπνη ζεώξεζαλ πσο ν γηνο ηεο Αιθκήλεο εγθαζπδξπζε ηνπο Οιπκπηαθνύο αγώλεο….(Διόδυπορ Βιαλιοθήκη Ιζηοπική 5,64) Μεηά ηνπο Ηδαίνπο Γαθηύινπο, ζπλερίδεη ε εμηζηόξεζε, έγηλαλ νη ελλέα Κνπξήηεο. Γη απηνύο άιινη ιέλε πσο ήηαλ γεγελείο θαη άιινη πσο ήηαλ απόγνλνη ησλ Ηδαίσλ Γαθηύισλ. Δηνύηνη θαηνηθνύζαλ ζηα δαζσκέλα δάζε θαη ηα θαξάγγηα ησλ βνπλώλ θαη γεληθά ζηνπο ηόπνπο πνπ ηνπο παξείραλ θπζηθή ζηέγε θαη πξνζηαζία, επεηδή δελ είρε αθόκε αλαθαιπθζεί ην ρηίζηκν ησλ ζπηηηώλ. Καζώο δηαθξηλόηαλ γηα ηε ζύλεζή ηνπο, έδεημαλ ζηνπο αλζξώπνπο πνιιά ρξήζηκα πξάγκαηα, δηόηη πξώηνη απηνί ζπγθέληξσζαλ ηα πξόβαηα ζε θνπάδηα, εμεκέξσζαλ ηα ππόινηπα είδε δώσλ, αλαθάιπςαλ ηε κειηζζνθνκία, εηζεγήζεθαλ ηελ ηέρλε ηνπ θπλεγίνπ, εηζεγήζεθαλ ηε ζπλαλαζηξνθή θαη ηε ζπκβίσζε. Αλαθάιπςαλ επίζεο ηα μίθε, ηα θξάλε θαη ηνπο πνιεκηθνύο ρνξνύο. Λέλε πσο ζ’ αςηούρ παπέδυζε ηον Δία η Ρέα, θξπθά από ηνλ παηέξα ηνπ Κξόλν, θαη θείλνη ηνλ πήξαλ θαη ηνλ αλέζξεςαλ…... (Διόδυπορ Βιαλιοθήκη Ιζηοπική 5,65) 62

« Οη Κξήηεο, ινηπόλ, δηεγνύληαη ην κύζν πσο ηνλ θαηξό πνπ νη Κνπξήηεο ήηαλ λένη ππήξραλ νη ιεγόκελνη Σηηάλεο. Απηνί θαηνηθνύζαλ ζηε πεξηνρή ηεο Κλσζνύ, εθεί όπνπ θαη ηώξα δείρλνπλ ζεκέιηα ηνπ νίθνπ ηεο Ρέαο θαη άιζνο θππαξηζζηώλ αθηεξσκέλν ζηε ζεά από ηα πνιύ παιηά ρξόληα. Οη Σηηάλεο ήηαλ έμη άληξεο θαη πέληε γπλαίθεο ηνλ αξηζκό, γηα ηνπο νπνίνπο άιινη κπζνινγνύλ όηη ήηαλ παηδηά ηνπ Οπξαλνύ θαη ηεο Γεο θαη άιινη ιέλε πσο παηέξαο ηνπο ήηαλ έλαο Κνπξήηεο θαη ε κεηέξα ηνπο ε Σηηαία από ηελ νπνία θαη πήξαλ ην όλνκά ηνπο. Αγόξηα ήηαλ ν Κξόλνο, ν Τπεξίσλαο θαη ν Κξίνο, ζηε ζπλέρεηα ν Ηαπεηόο θαη ν Κξηόο θαη ηειεπηαίνο ν Ωθεαλόο, ελώ αδειθέο ηνπο ήηαλ ε Ρέα, ε Θέκηο θαη ε Μλεκνζύλε, θαζώο θαη ε Φνίβε θαη ε Σεζύο. Όινη ηνπο έγηλαλ εθεπξέηεο θάπνησλ αγαζώλ γηα ηελ αλζξσπόηεηα θαη ιόγσ ηεο επεξγεζίαο ηνπο δέρηεθαλ ηηκέο θαη έκεηλε ε κλήκε ηνπο αηώληα. Ο Κξόλνο πνπ ήηαλ ν κεγαιύηεξνο ζηελ ειηθία έγηλε βαζηιηάο θαη ηνπο αλζξώπνπο πνπ είρε ππό ππεθόνπο ηνπο έβγαιε από ηελ αγξηόηεηα θαη ηνπο έθαλε λα δνπλ πνιηηηζκέλα, γη απηό θαη ε απνδνρή πνπ έηπρε από ηνπο αλζξώπνπο ήηαλ κεγάιε, θαζώο επηζθέθηεθε πνιιά κέξε ηεο νηθνπκέλεο. (Γηόδσξνο Βηβιηνζήθε Ηζηνξηθή 5,66) Συμπζραςμα: Σ πρϊτοσ που διοργάνωςε τουσ αγϊνεσ και τουσ ονόμαςε Σλφμπια ιταν ο Λδαίοσ Θρακλισ, ζνασ από τουσ Λδαίουσ δακτφλουσ τθσ Ξριτθσ, και κείνοσ που τουσ κακιζρωςε ιταν ο Ξλφμενοσ, ο γιοσ του Ξάρδθ, που ιρκε από τθν Ξριτθ πενιντα χρόνια μετά τον κατακλυςμό που ζγινε ςτθν Ελλάδα τθν εποχι του Δευκαλίωνα. Απλϊσ ο Υζλοπασ, τουσ αφιζρωςε ςτο Δία. Χθμειϊνεται επίςθσ ότι: 1) Σ Υαυςανίασ αναφζρει και ότι οι Σλυμπιακοί αγϊνεσ αναδιοργανϊκθκαν από τον Μφιτο, που ςφναψε ςυμφωνία (ιερι εκεχειρία) με το βαςιλιά και νομοκζτθ τθσ Χπάρτθσ Ουκοφργο και το βαςιλιά τθσ Υίςασ Ξλειςκζνθ και το κείμενο τθσ ςυμφωνίασ αυτισ χαράκτθκε, λζει, ςε χάλκινο δίςκο και ςωηόταν ζωσ ςτουσ χρόνουσ του Υαυςανία ςτο Θραίο τθσ Σλυμπίασ. 2) Σ Χτράβωνασ αναφζρει ότι οι Σλυμπιακοί αγϊνεσ οργανϊκθκαν (όχι ιδρφκθκαν) από τον Τξυλλο, βαςιλιά των Θρακλειδϊν μετά τθν κάκοδό τουσ ςτθν Θλεία και νίκθςε τουσ Πυκθναίουσ, ςε ςυνεργαςία με τουσ Θλείουσ και του Αιτωλοφσ και τουσ κατοίκουσ τθσ πόλεωσ Υλευρϊνασ που κατάγονταν από Ξριτεσ. 3) Σ Υαυςανίασ, όπωσ βλζπουμε εδϊ, λζει ότι θ πρϊτθ ονομαςία των αγϊνων ςτθν Σλυμπία λεγόταν «τα Σλφμπια», κάτι που λζγεται και ςιμερα. Από το επίκετο ολφμπιοσ,α,ο, παράγεται (με μετακίνθςθ τόνου) και το ουςιαςτικό «θ Σλυμπία», κάτι ωσ και: τα άξια, θ άξια > θ αξία, τα άγια, θ άγια > Αγία, θ Υανάγια > θ Υαναγία… 4) Αφοφ οι αρχαίοι κάτοικοι τθσ Ξριτθσ λζγονταν αρχικά «Λδαίοι Δάκτυλοι», μετά «Ξουριτεσ» και ςτο τζλοσ «Ετεόκρθτεσ» ι «Ξριτεσ», άρα το όνομα «Ξριτεσ» προζρχεται από ςφντμθςθ του ονόματοσ «Ξ(ου)ριτεσ» > Ξριτεσ, κάτι που: Α) πιςτοποιείται και από το ότι θ ονομαςία τθσ Ξριτθσ και των Ξρθτϊν ςτθν Υαλαιά Διακικθ λζγεται: Ξερετιμ – Ξερεκαίοι ι Χερεαίοι = θ Ξριτθ και οι Ξρθταίοι. Β) υπονοείται ςτουσ μφκουσ, αφοφ αυτοί λζνε ότι θ Ξριτθ ονομάςτθκε ζτςι είτε από το βαςιλιά Ξριτα είτε από τθν γυναίκα Ξριτθ, κόρθ ενόσ των Ξουριτων και γυναίκα του Ξρθτικοφ Δία.Γ) «Ξ(ου)ριτεσ» είναι οι κοφροι και αι κοφραι (αρχαία) = οι κόρεσ ι κοραςίδεσ (νζα) = τα κοράςια τθσ Ξριτθσ = τα Ξ(ου)ρθτικόπουλα, Ειδικότερα, θ ονομαςία «Ξουριτεσ» παράγεται από τα κζματα των λζξεων: «κοφροσ, κοφρθ ι 63

κόρθ, οι οποίεσ είναι ςυγγενείσ λζξεισ με τισ: κείρω > κοφροσ, κουρζασ κ.α., (επι)κουρϊ …., λατινικά couro,ae = επιμελοφμαι, φροντίηω τινόσ, couro,onis = o κφρθσ, ceres,eris = τρζφειν, πλθροφμαι, χορταίνω…., ενϊ κοφροσ = ο νεανίασ, ο διατρεφόμενοσ, το Ξουράδι = το κοπάδι, το διατρεφόμενο, επιμελοφμενο ποίμνιο, κουροτρόφοι ι Ξουριτεσ ι κουραδιάρθδεσ = αυτοί που είχαν τθν αίγα Αμάλκεια που βφηαινε το Δία. Χτθν Υαλαιά Διακικθ, ςφμφωνα με τθν μετάφραςθ των Εβδομιντα και του Ρ. Βάμβα, οι Ξριτεσ άποικοι ςτθν Υαλαιςτίνθ λζγονταν πότε «Ξριτεσ» και πότε «Ξερετιείμ ι Χερεκαίοι» και όχι Φιλιςταίοι ι Ξαφκοριείσ, όπωσ λζνε μερικοί. Ξαφκορ και Ξαφκοριείμ είναι θ Ξαπαδοκία και οι Ξαππαδόκεσ, ενϊ οι Φιλιςταίοι ιταν ζνασ εβραϊκόσ λαόσ που το μόνο κοινό που είχε με τουσ Ξριτεσ ιταν το ότι και αυτοί ιςαν αλλόκρθςκοι και μιςκοφόροι του βαςιλιά.

Ο ΛΔ΢ΥΤΘΣ ΤΩΝ Ο.Α. ΔΕΝ ΕΛΝΑΛ Ο ΚΘΒΑΛΟΣ, ΑΛΛΑ Ο ΛΔΑΛΟΣ (Κ΢ΘΤΛΚΟΣ) Θ΢ΑΚΛΘΣ Ανατρζχοντασ ςτο Διόδωρο Χικελιϊτθ βλζπουμε να αναφζρει ότι υπιρχαν δυο πρόςωπα με όνομα Θρακλισ, ο γιοσ του Δία και τθσ Κθβαίασ Αλκμινθσ και ο γιοσ του Δία και τθσ Ξρθτικιάσ Αγχιάλθσ και ο δεφτεροσ ιταν αυτόσ που ζφυγε από τθν Ξριτθ και πιγε ςτθν Σλυμπία και ίδρυςε τουσ Σλυμιακοφσ αγϊνεσ και όχι ο πρϊτοσ ωσ λζγεται από λάκοσ για λόγουσ ςυνωνυμίασ, πρβ: «Διότι υπιρχαν δυο προγενζςτεροι του (Θρακλι) που είχαν το ίδιο όνομα, ο πιο αρχαίοσ Θρακλισ, ςφμφωνα με το μφκο, είχε γεννθκεί ςτουσ Αιγυπτίουσ και, αφοφ κακυπόταξε με τα όπλα μεγάλο μζροσ τθσ οικουμζνθσ, τοποκζτθςε τθ ςτιλθ τθσ Οιβφθσ, ενϊ ο δεφτεροσ (Θρακλισ) που ιταν ζνασ από τουσ Λδαίουσ Δακτφλουσ τθσ Ξριτθσ, ζγινε γθτευτισ, απόκτθςε ςτρατθγικζσ γνϊςεισ και ςυνζςτθςε τουσ Σλυμπιακοφσ αγϊνεσ. Σ τελευταίοσ (Θρακλισ), που γεννικθκε πριν από τα Ψρωικά από τθν Αλκμινθ και το Δία, γφριςε μεγάλο μζροσ τθσ οικουμζνθσ, εκτελϊντασ τα προςτάγματα του Ευρυςκζα. Αφοφ ζφερε ςε πζρασ όλουσ τουσ άκλουσ, ζςτθςε ςτιλθ ςτθν Ευρϊπθ, επειδι όμωσ είχε το ίδιο όνομα και προτιμοφςε τον ίδιο τρόπο ηωισ με τουσ άλλουσ δυο, κακϊσ είχαν περάςει πολλά χρόνια, όταν πζκανε κλθρονόμθςε και τισ πράξεισ των αρχαίων, ωσ να είχε υπάρξει ζνασ μόνο Θρακλισ όλουσ τουσ αιϊνεσ» (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, βίβλοσ 3, 74) «Πετά που ο Θρακλισ κακάριςε τον ςτάβλο του Αυγεία, ανζλαβε τον άκλο να φζρει από τθν Ξριτθ τον ταφρο, τον οποίο, λζνε, είχε ερωτευκεί θ Υαςιφάθ (και ζκανε το Πινϊταυρο). Ζπλευςε ςτθν Ξριτθ και εξαςφαλίηοντασ τθ ςυνεργαςία του βαςιλιά Πίνωα τον ζφερε ςτθν Υελοπόννθςο, διαπλζοντασ όλο εκείνο το πζλαγοσ πάνω ςτθν πλάτθ του. Πετά τθν εκτζλεςθ και τοφτου του άκλου, οργάνωςε τουσ πρϊτουσ Σλυμπιακοφσ αγϊνεσ, διαλζγοντασ τθν ωραιότερθ τοποκεςία για τθν τόςο ςπουδαία πανιγυρθ, που ιταν θ πεδιάδα πλάί ςτον Αλφειό ποταμό, όπου αφιζρωςε τον αγϊνα ςτον Δία τον πατζρα του. Ζπακλο για τουσ νικθτζσ όριςε ςτεφάνι, διότι ο ίδιοσ ευεργζτθςε τον ανκρϊπινο γζνοσ χωρίσ να λάβει κανζνα μιςκό…» (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, βίβλοσ 4, 18)

64

«Δεδομζνου ότι ςυμβαίνει οι πράξεισ των Φοδίων να ςυνδζονται με μερικά απϋόςα ζγιναν ςτθν αντίπερα Χερςόνθςο, δεν κεωρϊ άςχετο να μιλιςω και γι αυτά….. Τχι πολφ αργότερα από τθν εποχι τθσ διακυβζρνθςισ του, λζγεται πωσ πζντε Ξουριτεσ πζραςαν ς’ αυτιν από τθν Ξριτθ. Ετοφτοι ιςαν απόγονοι εκείνων ςτουσ οποίουσ ανζκεςε το Δία θ μθτζρα του Φζα να τον ανακρζψουν ςτα Λδαία όρθ τθσ Ξριτθσ: (Ψοφτουσ δ’ απογόνουσ γεγονζναι των υποδεξαμζνων Δία παρά τθσ μθτρόσ Φζασ και κρεψάντων εν τοισ κατά Ξριτθν Λδαίοισ όρεςι.» (Διόδωροσ, Λςτορικι βιβλιοκικθ 5, 60) Χθμειϊνεται επίςθσ ότι: 1) Περικοί αρχαίοι ςυγγραφείσ, όπωσ π.χ. ο Ουςίασ, αναφζρουν ςκζτα ότι ο Θρακλισ είναι εκείνοσ που ίδρυςε τουσ Σλυμπιακοφσ αγϊνεσ, δθλαδι χωρίσ να ξεκακαρίηουν για ποιον Θρακλι απϋόλουσ εννοοφν. Ωςτόςο όποιοσ Θρακλισ και να είναι αυτόσ, ζχει ςχζςθ με τθ Ξριτθ, αφοφ ο μεν Λδαίοσ είναι Ξρθτικόσ από μάνα και πατζρα και ο άλλοσ είναι Ξρθτικόσ από τον πατζρα του. Χτθν πραγματικότθτα ο Ξρθτικόσ και ο Κθβαίοσ Θρακλισ κα πρζπει να είναι το αυτό πρόςωπο, αφοφ ζχουν τον αυτό πατζρα. 2) Σ Διόδωροσ Χικελιϊτθσ (βίβλοσ 3, 61 – 73 και 5, 66- 70) αναφζρει επίςθσ ότι ςφμφωνα με το μφκο των Ατλάντιων τθσ Οιβφθσ (= θ Αφρικι) υπιρχαν δυο κεοί με το όνομα Δίασ, ο Ξρθτικόσ και ο Οίβυοσ Δίασ, και ότι θ Ξριτθ πιρε το όνομα Λδαία από τθ γυναίκα του Ξρθτικοφ Δία, τθν Λδαία, και το όνομα Ξριτθ από τθ γυναίκα του Οίβυου Δία, τθν Ξριτθ, θ οποία ιταν κόρθ ενόσ των Ξουρθτϊν. Θ Ξριτθ πράγματι πρζπει αρχικά να λζγονταν και «Λδαία», αφοφ υπάρχουν και τα: Λδομενζασ (ο αρχθγόσ των Ξρθτϊν ςτον Ψρωικό πόλεμο), Λδαίοσ Θρακλισ = ο Ξρθτικόσ Θρακλισ που ίδρυςε τουσ Σλυμπιακοφσ αγϊνεσ, Λδαίοσ Δίασ = ο Ξρθτικόσ ι Ξρθταγενισ Δίασ, Λδαία όρθ = τα Ξρθτικά όρθ, Λδαίοι Δάκτυλοι = οι Ξριτεσ κ.ά.

2. ΡΟΛΟΣ Ρ΢ΑΓΜΑΤΛΚΑ ΛΔ΢ΥΣΕ ΤΟΥΣ Ο.Α. Ψο ποιοσ είναι πραγματικά ο ιδρυτισ των Σλυμπιακϊν αγϊνων μασ το φανερϊνει θ ίδια θ ονομαςία τουσ, αν τθν ετυμολογιςουμε. Σλυμπιακοί αγϊνεσ = οι αγϊνεσ των Σλφμπιων, δθλαδι όςων ανκρϊπων ι ακλθτϊν πίςτευαν ςτουσ Σλφμπιουσ κεοφσ, άρα των αρχαίων Ελλινων. Σλυμπία = θ χϊρα (ο τόποσ, το μζροσ..) που βριςκόταν ςτθν περιοχι τθσ Θλείασ και θ οποία δεν ανικε ςτθν κοςμικι εξουςία καμιάσ πόλθ - κράτουσ, αλλά ςτουσ Σλφμπιουσ κεοφσ, ςτθν κρθςκευτικι, των ανκρϊπων τθσ κρθςκείασ των Σλφμπιων κεϊν και όπου ιδρφκθκε το ιερό του Σλφμπιου Δία και ςυνάμα γίνονταν οι αγϊνεσ όςων ακλθτϊν πίςτευαν ςτουσ Σλφμπιουσ κεοφσ. Δθλαδι θ Σλυμπία ιταν κάτι ωσ το Άγιο Τροσ ςιμερα. Υιο απλά, επειδι οι Σλυμπιακοί αγϊνεσ δεν ιταν τοπικισ ι εκνικισ εμβζλειασ, ϊςτε να ζχουν και ανάλογο όνομα ( κάτι όπωσ π.χ. Υανακιναια, Μςκμια, Υαγκριτια κ.τ.λ.), αλλά εμβζλειασ κρθςκευτικισ, αυτισ των Σλφμπιων κεϊν, γι αυτό και ονομάςτθκαν ζτςι, δθλαδι Σλυμπιακοί αγϊνεσ. Απλϊσ από τα ωσ άνω κείμενα των αρχαίων ςυγγραφζων γίνεται παςιφανζσ ότι οι Ξριτεσ με το πολιτιςμό τουσ ιταν εκείνοι που πρϊτοι είπαν – πρότειναν - ςυνζβαλαν – πρωτοςτάτθςαν ςτθν ίδρυςθ - κακιζρωςθ των Σλυμπιακϊν αγϊνων. Φυςικά, για να γίνουν οι Σλυμπιακοί αγϊνεσ κάποιοι πρϊτοι πιραν μια απόφαςθ ι ζκαναν τισ πρϊτεσ ενζργειεσ και αυτοί ιςαν αςφαλϊσ οι Ξριτεσ και παράλλθλα ςυνζβαλαν και οι Σλφμπιοι Κεοί, ο Δίασ, αφοφ θ Κρθςκεία τουσ όχι 65

μόνο δεν τουσ απαγόρευε, αλλά και τουσ επζβαλε και τουσ ευλογοφςε. Υαρζβαλε ότι και ςιμερα ακόμθ πριν από κάκε επίςθμο ακλθτικό αγϊνα πρωτοςτατεί κρθςκεία, αφοφ οι ιερείσ πρϊτοι κάνουν τελετουργίεσ, ευλογίεσ κ.τ.λ. ι αν δεν παραςτοφν ιερείσ – δϊςουν τθν ευλογία τουσ, αγϊνεσ δεν γίνονται. Υαράβαλε, επίςθσ, ότι με τθν επικράτθςθ ολοκλθρωτικά του Χριςτιανιςμοφ, οι αγϊνεσ αυτοί καταργικθκαν, επειδι θ Χριςτιανικι κρθςκεία τότε δεν τουσ επζτρεπε, δεν τουσ ευλογοφςε κ.τ.λ. Ψουσ κεωροφςε ωσ εκδθλϊςεισ ειδωλολατρικζσ.

3. ΤΑ Ρ΢ΩΤΑ ΑΓΩΝΛΣΜΑΤΑ ΚΑΛ Θ ΕΡΛΣΘΜΘ ΛΣΤΟ΢ΛΑ ΤΩΝ Ο.Α. Ψα πρϊτα αλωνίςματα ςτθν Σλυμπία ιταν ο δρόμοσ, θ πάλθ και θ πυγμαχία. Πετά προςτζκθκαν: ο δίαυλοσ, ο δόλιχοσ (δρόμοσ μεγάλων αποςτάςεων), το πζντακλο, θ αρματοδρομία, το παγκράτιο (ςυνδυαςμόσ πάλθσ και πυγμαχίασ) και θ ςκυταλοδρομία. Σι ολυμπιονίκεσ ωσ ζπακλο ζπαιρναν ζνα ςτεφάνι κότινο (από αγριελιά). Ξανονικά κατά τθν ζναρξθ των αγϊνων, οι ακλθτζσ εμφανιηόταν με ςτεφάνι ελιάσ και αν ιταν νικθτζσ ζπαιρναν ςτεφάνι από φοίνικα. Χφμφωνα με το κατάλογο των Σλυμπιακϊν Αγϊνων, το πρϊτο ζτοσ ζναρξθσ των Σλυμπιακϊν αγϊνων είναι το ζτοσ 776 π.Χ. Από το ζτοσ αυτό οι αγϊνεσ αυτοί γίνονταν κάκε τζςςερα χρόνια και δεκτοί γίνονταν μόνο όςοι ιςαν Ζλλθνεσ ι ςωςτότερα όςοι δεν ιςαν βάρβαροι ι όςοι πίςτευαν ςτον ολφμπιο Δία Σι Σλυμπιακοί αγϊνεσ μετά το 777 π.Χ. κεωρικθκαν πανελλινια χρονολογικι μονάδα μζτρθςθσ και το ςτάδιο μετρικι μονάδα μικουσ. Σι Υιςάτεσ διοργάνωναν τουσ αγϊνεσ από το 688 ζωσ το 572 π.Χ. Ψο 570 π.Χ. οι Θλείοι κατζλαβαν τθν Υίςα και ζκεςαν υπό τον ζλεγχό τουσ τθ διοργάνωςθ των αγϊνων. Ψον 5ο αι. π.Χ. οι αγϊνεσ ζφταςαν ςτο απόγειο τθσ δόξασ τουσ. Χτθν ελλθνιςτικι εποχι οι Σλυμπιακοί αγϊνεσ ζχαςαν τον αρχικό τουσ χαρακτιρα και μετατράπθκαν ςε επαγγελματικζσ ακλθτικζσ εκδθλϊςεισ. Ψα άςχθμα ιςτορικά γεγονότα που διαδραματίςκθκαν ςτθν ςυνζχεια ςτον ελλαδικό χϊρο, είχαν τον αντίκτυπό τουσ ςτα ακλθτικά ιδεϊδθ των Σλυμπιακϊν αγϊνων, με αποτζλεςμα να επζλκει και ςταδιακι πτϊςθ των θκικϊν αξιϊν, κάτι που επιδεινϊκθκε αιςκθτά από το 146 μ.Χ., όταν θ κυρίωσ Ελλάδα υποτάχκθκε ςτο ρωμαϊκό κράτοσ και οι Θλείοι ζχαςαν τθν ανεξαρτθςία τουσ. Ψο 2ο αι. μ.Χ., όταν παραχωρικθκε το δικαίωμα του Φωμαίου πολίτθ ςε όλουσ τουσ κατοίκουσ τθσ ρωμαϊκισ αυτοκρατορίασ, οι Φωμαίοι επζβαλαν να ςυμμετζχουν ςτουσ Σλυμπιακοφσ αγϊνεσ όλοι όςοι πίςτευαν ςτουσ Σλφμπιουσ Κεοφσ και ςυνεπϊσ όλοι οι Φωμαίοι Πε τθν επικράτθςθ του Χριςτιανιςμοφ ολοκλθρωτικά ςτθν Ελλάδα και ςτθν Λταλία και το νζο κρθςκευτικό-πολιτιςτικό πνεφμα που δθμιουργικθκε, οι Σλυμπιακοί και γενικϊσ όλοι οι ακλθτικοί αγϊνεσ κεωρικθκαν ωσ ειδωλολατρικζσ εκδθλϊςεισ με αποτζλεςμα τθν κατάργθςι τουσ από το Κεοδόςιο Αϋ το 393 μ.Χ. (293θ Σλυμπιάδα). Σ υπερεκνικόσ χαρακτιρασ τουσ επιηεί και ςτουσ ςφγχρονουσ Σλυμπιακοφσ Αγϊνεσ, που φςτερα από διακοπι 15 αιϊνων οργανϊκθκαν ςτθν Ακινα το 1896 και τελοφνται από τότε κάκε τζςςερα χρόνια.

66

4. ΤΑ ΓΥΜΝΑΣΛΑ ΚΑΛ ΟΛ ΑΚΛΘΤΛΚΟΛ ΑΓΩΝΕΣ ΕΛΝΑΛ Κ΢ΘΤΛΚΘ ΕΡΛΝΟΘΣΘ Χφμφωνα με τον Υλάτωνα (Ρόμοι Α, 625 d), θ ςωματικι άςκθςθ ςτθν αρχαία Ξριτθ ιταν επιβεβλθμζνθ δια νόμου και οι Ξριτεσ εφεφραν τα γυμνάςια, «..ιρχοντο των γυμναςίων πρϊτοι μεν Ξριτεσ…» (ΥΟΑΨΩΡ, ΡΣΠΣΛ 452 c, 9) Χφμφωνα επίςθσ με τον Απολλόδωρο, Υλοφταρχο, Χτράβωνα κ.α,, εκτόσ του ότι οι αρχαίοι Ξριτεσ ίδρυςαν του Σλυμπιακοφσ αγϊνεσ, οι Πινωίτεσ αφενόσ τελοφςαν ακλθτικοφσ αγϊνεσ (λικοβόλια, ταυροκακάρψια, πυγμαχίεσ κ.τ.λ.) και ςτουσ νικθτζσ δίνονταν ζπακλα και αφετζρου λάμβαναν μζροσ ςτουσ ακλθτικοφσ αγϊνεσ των άλλων Ελλινων (Υανακιναια, ίςκμια, Σλυμπιακοφσ κ.α.). Πάλιςτα ο γιοσ του Πίνωα Ανδρόγεωσ είχε πρωτεφςει ςτα Υανακιναια και από ηιλια οι Ακθναίοι τον δολοφόνθςαν κατά τθν ϊρα που πιγαινε ςτθ Κιβα, για να λάβει μζροσ και ςτουσ εκεί αγϊνεσ προσ χάρθ του Οάίου, «…απηόο δε ήθελ εηο Αζήλαο, θαη ηνλ ησλ Παλαζελαίσλ αγώλα επεηέιεη, ελ σ ν Μίλσνο παηο Αλδξόγεσο ελίθεζε πάληαο. ηνύηνλ Αηγεύο επί ηόλ Μαξαζώληνλ έπεκςε ηαύξνλ, πθ’ νπ δηεθζάξε… κεη’ νπ πνιώ δε ζαιαζζνθξαηώλ επνιέκεζε ζηνισ ηαο Αζήλαο»… (Απνιιόδσξνο Γ 15. 7 θαη 8) «…θηιόρνξνο δε θεζηλ νπ ηαύηα ζπγρσξείλ Κξήηαο, αιιά ιέγεηλ όηη θξνπξά κέλ ελ ν Λαβύξηλζνο, νπδέλ έρσλ θαθόλ αιι’ ή ην κε δηαθπγείλ ηνπο θπιαηηνκέλνπο, αγώνα δε ο Μίνυρ επ’ Ανδπόγευ γςμνικόν εποίει και ηοςρ παίδαρ άθλα ηοιρ νικυζιν εδίδος ηέυρ εν ηυ Λαβςπςνθυ θςλαηηομένοςρ· ελίθα δε ηνπο πξνηεξνπο αγώλαο ν κέγηζηνλ παξ’ απηώ δπλάκελνο ηόηε θαη ζηξαηεγώλ, όλνκα Σαύξνο,….» (Πινύηαξρνπ «Θεζεύο», 16 - 19) « Γηα ηνπο Ηδαίνπο δαθηύινπο ηεο Κξήηεο παξαδίδεηαη πσο αλαθάιπςαλ ηε θσηηά, ηε ρξήζε ηνπ ραιθνύ θαη ηνπ ζηδήξνπ, ζηε ρώξα ησλ Απηεξαίσλ ζην ιεγόκελν Βεξέθπλζν, θαζώο θαη ηνλ ηξόπν επεμεξγαζίαο ηνπο. Λένε, μάλιζηα, πυρ έναρ ηοςρ, ο Ηπακλήρ, ξεπέπαζε ηοςρ άλλοςρ ζε θήμη, ίδπςζε ηοςρ Ολςμπιακούρ αγώνερ. Δμ αηηίαο ηεο ζπλσλπκίαο, νη κεηαγελέζηεξνη άλζξσπνη ζεώξεζαλ πσο ν γηνο ηεο Αιθκήλεο ( = Ο Ζξαθιήο γηνο ηνπ Γία θαη ηεο Θεβαίαο Αιθκήλεο) εγθαζίδξπζε ηνπο Οιπκπηαθνύο αγώλεο.» (Γηόδσξνο Βηβιηνζήθε Ηζηνξηθή 5,64)

Α΢ΧΑΛΟΛ Κ΢ΘΤΕΣ ΟΛΥΜΡΛΟΝΛΚΕΣ (Από τον Υίνακα Σλυμπιονικϊν του Λδρφματοσ μείηονοσ ελλθνιςμοφ)           

Διόγνθτοσ, Υυγμαχία, 488 π.Χ. Εργοτζλθσ ο Φιλάνωροσ, Δόλιχοσ, 464 π.Χ. Εργοτζλθσ ο Φιλάνωρ, Δόλιχοσ, 472 π.Χ. Λκαδίων, Χτάδιο παίδων, 456 π.Χ. Αιγείδασ, Δόλιχοσ, 448 π.Χ., , …..ϊνιοσ, Δόλιχοσ, 396 π.Χ. Χωτάδθσ, Δόλιχοσ, 99θ Σλυμπιάδα 384 π.Χ. Φιλωνίδθσ ο Χερςονιςιοσ, Υϊροσ ο Πάλιοσ, 56 π.Χ. Δάμασ ι Δαμαςίασ ο Ξυδωνιάτθσ, Χτάδιο, 25 μ.Χ. Χατορνίλοσ Γορτφνιοσ, ςτάδιον, 209 μ.Χ. 67

Σ Υαυςανίασ, ςχετικά με τουσ ολυμπιονίκεσ Εργοτζλθ, Χωτάδθ και Φιλωνίδθ λζει τα εξισ: «Σ Εργοτζλθσ ιταν γιοσ του Φιλάνορα, νίκθςε δυο φορζσ ςτον δόλιχο ςτθν Σλυμπία και δυο φορζσ ςτα Υφκια, ςτον Λςκμό και ςτθ Ρεμζα. Αυτόσ δεν ιταν αρχικά Λμεραίοσ, όμωσ λζει θ επιγραφι ςτο άγαλμά του ςτθν Σλυμπία, αλλά, λζνε, ότι ιταν Ξρθτικόσ από τθν Ξνωςό. ΢ορίςτθκε από εκεί μετά από μια επανάςταςθ και κατζφυγε ςτθν Λμζρα, όπου του ζδωςαν πολιτικά δικαιϊματα και άλλεσ τιμζσ. Γι αυτό, όπωσ ιταν φυςικό, ςτουσ αγϊνεσ επρόκειτο να ανακθρυχτεί νικθτισ ωσ Λμεραίοσ (εμφανίηεται ωσ Λμζριοσ, δθλαδι από τθν Λμζρα Χικελίασ και όχι από τθν Ξριτθ». (Υαυςανίασ, Θλιακά Β, 4, 11) «Σ Φιλωνίδθσ, γιοσ του Ηϊτου, από τθ Χερςόνθςο τθσ Ξριτθσ, ιταν ταχυδρόμοσ του Αλζξανδρου, γιου του Φιλίπου» (Θλιακά Β, 16,5) « Σ Χωτάδθσ, δόλιχοσ 99θ Σλυμπιάδα, ιταν Ξρθτικόσ, όμωσ οι κριτεσ τον εξόριςαν γιατί πιρε χριματα από τουσ Εφζςιουσ και αγορεφτθκε Εφζςιοσ (Θλιακά Β, 6)

68

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 7ο ΠΑΙΔΑΓΨΓΙΚΟΙ – ΔΙΔΑΚΣΙΚΟΙ ΜΤΘΟΙ Α. Ο ΜΥΚΟΣ ΜΛΝΩΤΑΥ΢ΟΥ Χφμφωνα με τον Υλοφταρχο, Υλάτων κ.α., όπωσ κα δοφμε πιο κάτω, ο Πφκοσ του Πινϊταυρου πλάςτθκε από τουσ Αττικοφσ ςυγγραφεί, για να εκδικθκουν το Πίνωα, επειδι είχε ειςβάλει ςτθν Ακινα, για να εκδικθκεί τθ δολοφονία του γιου του Ανδρόγεω ςτα Υανακιναια. Σ μφκοσ αυτόσ ζχει και εκπαιδευτικό χαρακτιρα. Ωποδθλϊνει τα άςχθμα αποτελζςματα που επιφζρουν οι αςζβειεσ ςτα κεία, οι κτθνοβαςίεσ κ.ά. Σ Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, ςχετικά με το μφκο αυτό, αναφζρει: «Χφμφωνα, τϊρα, με το μφκο που μασ παραδόκθκε, θ Υαςιφάθ, θ γυναίκα του Πίνωα, ερωτεφκθκε το ταφρο και ο Δαίδαλοσ τθσ ζφτιαξε ζνα μθχανικό ομοίωμα αγελάδασ, βοθκϊντασ τθν να ικανοποιιςει τθν επικυμία τθσ. Σι ςυγγραφείσ μφκων λζνε πωσ πριν από εκείνα τα χρόνια, ο Πίνωασ, ςφμφωνα με τθ ςυνικεια, αφιζρωνε τον ωραιότερο ταφρο που γεννιόνταν ςτον Υοςειδϊνα και τον κυςίαηε ςτο κεό. Ξακϊσ ο ταφροσ που γεννικθκε τότε ιταν ςπάνιασ ομορφιάσ, ο Πίνωασ κυςίαςε άλλον μικρότερθσ αξίασ. Σ Υοςειδϊνασ κφμωςε με τον Πίνωα κι ζκανε τθ γυναίκα του τθν Υαςιφάθ να ερωτευκεί τον ταφρο. Πε τθ ευρθματικότθτα του Δαίδαλου, θ Υαςιφάθ ζςμιξε με τον ταφρο και γζννθςε το Πινϊταυρο τθσ μυκολογίασ. Αυτόσ είχε διπλι φφςθ, το πάνω μζροσ του ςϊματόσ του μζχρι τουσ ϊμουσ ιταν ταφροσ, ενϊ το υπόλοιπο άνκρωποσ. Οζγεται, λοιπόν, πωσ, για να μζνει το τζρασ, ο Δαίδαλοσ ζφτιαξε τον Οαβφρινκο, του οποίου οι δίοδοι ιταν ελικοειδείσ και δεν μποροφςαν να βρουν τθν άκρθ τουσ όςοι δεν τισ ιξεραν και εκεί ηοφςε ο Πινϊταυροσ που ζτρωγε τουσ επτά νζουσ και επτά νζεσ που ζςτελναν οι Ακθναίοι»… (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, βίβλοσ 4, 60-77) Χφμφωνα με άλλεσ παραλλαγζσ του μφκου, με το που ζγινε βαςιλιάσ ο Πίνωασ, ηιτθςε από τουσ κεοφσ ςθμάδι για το αν τον εγκρίνουν, ηιτθςε «ελζω Κεοφ βαςιλεία». Από τθ κάλαςςα τότε αναδφκθκε ζνασ πανζμορφοσ ταφροσ και ςτθ ςυνζχεια ο Υοςειδϊνασ ηιτθςε από το Πίνωα να του τον κυςιάςει. Ξακϊσ ο ταφροσ που αναδφκθκε ιταν ςπάνιασ ομορφιάσ, ο Πίνωασ κυςίαςε άλλον μικρότερθσ αξίασ. Σ Υοςειδϊνασ κφμωςε με το Πίνωα κι ζκανε τθ γυναίκα του τθν Υαςιφάθ να ερωτευκεί τον ταφρο. Σ Δαίδαλοσ, κατόπιν αιτιματοσ τθσ Υαςιφάθσ, ζφτιαξε μια ωραία χάλκινθ ι ξφλινθ αγελάδα που τθν ζντυςε με προβιζσ αγελάδων και μζςα τθσ κλείςτθκε θ Υαςιφάθ. Ξαι ιταν τόςο καυμάςιο το καταςκεφαςμα που ο ταφροσ το νόμιςε για ηωντανό και ζτςι ζγινε θ τερατϊδθσ ερωτικι ζνωςθ, θ κτθνοβατικι ερωτοτροπία, καρπόσ τθσ οποίασ ιταν ο ταυρόμορφοσ Αςτζριοσ ι Πινϊταυροσ. Οζει ο Απολλόδωροσ: *Γ 1,3+ Αςτερίου δε άπαιδοσ αποκανόντοσ Πίνωσ βαςιλεφειν κζλων Ξριτθσ εκωλφετο. φιςασ δε παρά κεϊν τθν βαςιλείαν ειλθφζναι, του πιςτευκιναι χάριν ζφθ, ο τι αν εφξθται, γενζςκαι. και Υοςειδϊνι κφων θφξατο ταφρον αναφανιναι εκ των βυκϊν, κατακφςειν υποςχόμενοσ τον φανζντα. του δε Υοςειδϊνοσ ταφρον ανζντοσ αυτϊ διαπρεπι τθν βαςιλείαν παρζλαβε, τον δε 69

ταφρον εισ τα βουκόλια πζμψασ ζκυςεν ζτερον. *καλαςςοκρατιςασ δε πρϊτοσ παςϊν των νιςων ςχεδόν επιρξεν+. «*Γ 1,4+ οργιςκείσ δε αυτω Υοςειδων ότι μθ κατζκυςε τον ταφρον, τοφτον μεν εξθγρίωςε, Υαςιφάθν δε ελκειν εισ επικυμίαν αυτοφ παρεςκεφαςεν. θ δε εραςκείςα του ταφρου ςυνεργόν λαμβάνει Δαίδαλον, οσ θν αρχιτζκτων, πεφευγϊσ εξ Ακθνϊν επι φονω. ουτοσ ξυλίνθν βουν επί τροχϊν καταςκευάςασ, και ταφτθν λαβϊν και κοιλάνασ ζνδοκεν, εκδείρασ τε βουν τθν δοράν περιζρραψε, και κεισ εν ωπερ είκιςτο ο ταυροσ λειμϊνι βόςκεςκαι, τθν Υαςιφάθν ενεβίβαςεν. ελκϊν δε ο ταυροσ ωσ αλθκινι βοί ςυνιλκεν. θ δε Αςτζριον εγζννθςε τον κλθκζντα Πινϊταυρον. οφτοσ είχε ταφρου πρόςωπον, τα δε λοιπά ανδροσ· Πίνωσ δε εν τω λαβυρίνκω κατά τινασ χρθςμοφσ κατακλείςασ αυτον εφφλαττεν. θν δε ο λαβφρινκοσ, ον Δαίδαλοσ κατεςκεφαςεν, οίκθμα καμπαίσ πολυπλόκοισ πλανϊν τθν ζξοδον. τα μεν ουν περί Πινωταφρου και Ανδρόγεω και Φαίδρασ και Αριάδνθσ εν τοισ περί Κθςζωσ φςτερον εροφμεν.(Απολλόδωροσ, Βιβλιοκικθ Γ, 1, 3 και 1, 4)

Ρόμιςμα Ξνωςοφ, 2οσ αι. π.Χ., με το Δία υπό μορφι ταφρου να απάγει τθν Ευρϊπθ, τθ Πάνα του Πίνωα, από τθ μια όψθ και από τθν άλλθ διάγραμμα διαδρόμων του Οαβφρινκου

Δραχμι Ξνωςοφ, 3οσ αι. π.Χ., με τθν Ιρα νφφθ (Θ Ιρα νυμφεφτθκε το Δία ςτθν Ξριτθ, όπωσ μασ πλθροφορεί ο Διόδωροσ Χικελιϊτθσ) και διάγραμμα λαβφρινκο, όπου ζμενε ο Πινϊταυροσ

70

Χτατιρασ Φαφκου Ξριτθσ, 430 π.Χ., με το κεό τθσ κάλαςςασ, τον Υοςειδϊνα και τθν τρίαινά του (Χυλλογι Alpha Bank) ΑΡΟ ΔΑΜΑΣΤΘΣ ΑΛΟΓΩΝ ΝΑΥΤΛΚΟΣ, Ο Κ΢ΘΤΛΚΟΣ ΡΟΣΕΛΔΩΝΑΣ Σ Υοςειδϊνασ, ςφμφωνα το Διόδωρο Χικελιϊτθ (Βίβλοσ 5, 69) κ.α., ιταν εν ηωι άνκρωποσ ςτθν Ξριτθ που δάμαηε άλογα και γι αυτό λζγονταν και «ίππιοσ». Ξατόπιν ο πατζρασ του (ο Ξρόνοσ) του ανζκεςε να κάνει ναυτικζσ εργαςίεσ και επειδι αυτά τα ζκανε πολφ καλά, μετά το κάνατο και τθ μετάςταςι του ςτουσ ουρανοφσ κεοποιικθκε-ανακθρφχκθκε κεόσ τθσ κάλαςςασ. Δθλαδι εδϊ ζγινε κάτι ωσ ζγινε και με τθν ανκρϊπινθ και μεταφυςικι φφςθ του Χριςτοφ, του Αγ. Ρικολάου κ.ά. ςτθ Χριςτιανικι κρθςκεία.

Β. Θ ΔΟΛΟΦΟΝΛΑ ΑΝΔ΢ΟΓΕΩ ΚΑΛ ΤΛΜΩ΢ΛΑ ΑΚΘΝΑΛΩΝ Σ μφκοσ αυτόσ ζχει διδακτικό χαρακτιρα, αναδείχνει από τθ μια τισ ραδιουργίεσ και τισ δολοφονίεσ που κάνουν κάποιοι είτε για να νικοφν ςτουσ ακλθτικοφσ αγϊνεσ είτε για να γίνουν αυτοί θγεμόνεσ κ.α. και από τθν άλλθ τισ ςυμφορζσ που επιφζρουν αυτοφ του είδουσ πράξεισ. Σ Διόδωροσ Χικελιϊτθσ (βίβλοσ 4, 60-61), ςχετικά με το μφκο αυτό, λζει τα εξισ: «Από τα παιδιά του Πίνωα, ο Ανδρόγεωσ πιγε ςτθν Ακινα τθν εποχι των Υανακθναίων, ενϊ ιταν ο Αιγζασ βαςιλιάσ, εκεί νίκθςε ςτουσ αγϊνεσ όλουσ τουσ Ακλθτζσ κι ζγινε φίλοσ με τουσ γιουσ του Υάλλαντα (ο Υάλλαντασ ιταν αντίπαλοσ ι αδελφόσ του Αιγζα). Σ Αιγζασ είδε με καχυποψία τθ φιλία του Ανδρόγεω, φοβοφμενοσ μιπωσ βοθκιςει ο Πίνωασ τουσ γιουσ του Υάλλαντα να του πάρουν τθν εξουςία και κατζςτρωςε ςχζδιο κατά τθσ ηωισ του Ανδρόγεω. Ξακϊσ πιγαινε ςτθ ςτισ Κιβεσ με τα πόδια, για να παρακολουκιςει μια γιορτι (για χάρθ του Οάιου), ζβαλε να τον δολοφονιςουν κάποιοι ντόπιοι ςτα περίχωρα τθσ Σινόθσ ςτθν Αττικι. Πακαίνοντασ ο Πίνωασ τθ ςυμφορά που βρικε το γιο του Ανδρόγεω ζφταςε ςτθν Ακινα απαιτϊντασ ικανοποίθςθ για το φόνο του. Ξακϊσ κανείσ δεν του ζδωςε ςθμαςία, κιρυξε πόλεμο ςτουσ Ακθναίουσ και τουσ καταράςτθκε ςτο όνομα του Δία να πζςει ςτθν πόλθ των Ακθναίων ξθραςία και πείνα. Υράγματι μετά από λίγο ζπεςε ξθραςία ςτθν Αττικι και ςτθν Ελλάδα και 71

καταςτράφθκαν οι ςοδιζσ. Παηεφτθκαν, κατόπιν αυτοφ, οι θγεμόνεσ των πόλεων και ρϊτθςαν το κεό πωσ κα απαλλάςςονταν από τα κακά. Σ κεόσ τουσ ζδωςε χρθςμό να πάνε ςτον Αιακό, το γιο του Δία και τθσ Αίγινασ, τθσ κόρθσ του Αςωποφ, και να του ηθτιςουν να κάνει ευχζσ για λογαριαςμόσ τουσ. Εκείνοι ζκαναν ό,τι τουσ πρόςταξε ο κεόσ, ο Αιακόσ ζκανε τισ ευχζσ και θ ξθραςία ζπαψε ςε όλουσ τουσ άλλουσ Ζλλθνεσ, ςτουσ Ακθναίουσ όμωσ ζμεινε. Ζτςι οι Ακθναίοι αναγκάςτθκαν να ρωτιςουν το κεό για το πϊσ κα απαλλαγοφν από τα κακά. Ψότε ο κεόσ ζδωςε τον χρθςμό πωσ τα κακά κα πάψουν, άμα δϊςουν ικανοποίθςθ ςτο Πίνωα ςε ό,τι, ηθτιςει για το φόνο του Ανδρόγεω. Σι Ακθναίοι υπάκουςαν ςτο κεό και ο Πίνωασ τουσ ηιτθςε να του δίνουν επτά νζουσ και ιςάρικμεσ νζεσ κάκε εννιά χρόνια, για να τα τρϊει ο Πινϊταυροσ - επί τόςα χρόνια ηει το τζρασ. Τταν οι Ακθναίοι του τα ζδωςαν, απαλλάχτθκαν από τα κακά οι κάτοικοι τθσ Αττικισ και ο Πίνωασ ςταμάτθςε να πολεμάει τθν Ακινα…. (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, βίβλοσ 4, 60-61)

Ο ΜΛΝΩΑΣ ΚΑΛ Θ ΣΚΥΛΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑ΢ΩΝ Σ Πίνωασ, πριν φκάςει ςτθν Ακινα, ζκανε απόβαςθ ςτα Πζγαρα, όπου βαςιλιάσ ιταν ο Ριςοσ, ςφμμαχοσ των Ακθναίων που όφειλε τθ μεγάλθ του δφναμθ ςτα μακριά μαλλιά του – ωσ ο Χαμψϊν. Θ κόρθ του Ριςου, θ Χκφλα, ερωτεφκθκε το Πίνωα και ζκοψε τα μαλλιά του πατζρα τθσ, ϊςτε να χάςει τθ δφναμι του και ζτςι ο Πίνωασ να μπορζςει να κατακτιςει τθν πόλθ. Οζει ο Απολλόδωροσ: «*Γ 15,8+ μετ’ ου πολφ δε καλαςςοκρατων επολζμθςε ςτόλω τασ Ακινασ, και Πζγαρα είλε Ρίςου βαςιλεφοντοσ του Υανδίονοσ, και Πεγαρζα τον Λππομζνουσ εξ Σγχθςτοφ Ρίςω βοθκόν ελκόντα απζκτεινεν. απζκανε δε και Ρίςοσ δια κυγατρόσ προδοςίαν. ζχοντι γαρ αυτϊ πορφυρζαν εν μζςθ τθ κεφαλι τρίχα ταφτθσ αφαιρεκείςθσ θν χρθςμόσ τελευτιςαι· θ δε κυγάτθρ αυτοφ Χκφλλα εραςκείςα Πίνωοσ εξείλε τθν τρίχα. Πίνωσ δε Πεγάρων κρατιςασ και τθν κόρθν τθσ πρφμνθσ των ποδϊν εκδιςασ υποβρφχιον εποίθςε». (Απολλόδωροσ, Βιβλιοκικθ Γ, 15. 8)

Γ. Ο ΜΥΚΟΣ ΚΘΣΕΑ ΚΑΛ Α΢ΛΑΔΝΘΣ – ΚΑΝΑΤΟΣ ΜΛΝΩΤΑΥ΢ΟΥ Σ μφκοσ αυτόσ ζχει εκπαιδευτικό χαρακτιρα, υποδείχνει τι οφείλει να κάνει ο κακζνασ για τθν πατρίδα του (πρότυπο ο Κθςζασ), τι υποφζρουν οι γονείσ για τα παιδιά τουσ ι τουσ υποτελείσ του (πρότυπο ο Αιγζασ), τι βάςανα φζρνει θ αγάπθ (πρότυπο θ Αριάδνθ) κ.ά. Σ Διόδωροσ Χικελιϊτθσ (βίβλοσ 4, 60-77), ςχετικά με το μφκο αυτό, λζει τα εξισ: Πόλισ πζραςαν τα εννιά χρόνια, ιρκε πάλι ο Πίνωασ ςτθν Αττικι με μεγάλο ςτόλο και ηθτϊντασ τουσ δεκατζςςερισ νζουσ και νζεσ, τουσ πιρε. Αυτι τθ φορά ιταν και ο Κθςζασ ς’ εκείνουσ που επρόκειτο να αποπλεφςουν, ο Αιγζασ ζκανε ςυμφωνία με τον κυβερνιτθ και τον πρόςταξε ςτθν περίπτωςθ που ο Κθςζασ κα νικιςει το Πινϊταυρο, να επιςτρζψει το πλοίο με λευκά πανιά και αν ςκοτωκεί με μαφρα, όπωσ ςυνικιςαν να κάνουν πριν. Φτάνοντασ ςτθν Ξριτθ, θ Αριάδνθ, θ κυγατζρα του Πίνωα, ερωτεφκθκε το Κθςζα που είχε εξαίρετο παρουςιαςτικό, ο Κθςζασ μίλθςε μαηί τθσ κι εξαςφαλίηοντασ τθ βοικειά τθσ ςκότωςε το Πινϊταυρο και μακαίνοντασ από αυτι τθν ζξοδο του Οαβυρίνκου ςϊκθκε. Για τθν επιςτροφι ςτθν πατρίδα ζχοντασ κλζψει τθν Αριάδνθ απζπλευςε νφκτα και κρυφά κι ζφταςε 72

ςτο νθςί που τότε ονομαηόταν Δία και ςιμερα Ράξοσ. Εκείνον τον καιρό, ςφμφωνα με το μφκο, εμφανίςτθκε ο Διόνυςοσ ςτο νθςί και λόγω τθσ ομορφιάσ τθσ Αριάδνθσ πιρε τθν κόρθ από το Κθςζα, να τθν ζχει μόνιμθ ςφηυγό του και να τθν αγαπάει πάνω από όλεσ. Υράγματι, μετά το κάνατό τθσ, από τθν αγάπθ του τθν ζκρινε άξια ακάνατων τιμϊν κι ζβαλε ςτ’ αςτζρια του ουρανοφ το ςτζμμα τθσ Αριάδνθσ. Σ Κθςζασ και οι φίλοι του, λζνε, ςτεναχωρικθκαν πολφ από τθν αρπαγι τθσ Αριάδνθσ και από τθ λφπθ τουσ ξζχαςαν τθν παραγγελία του Αιγζα, ζτςι κατζπλευςαν ςτθν Αττικι με ανοικτά τα μαφρα πανιά. Σ Αιγζασ μόλισ είδε το πλοίο να πλθςιάηει, πιςτεφοντασ πωσ ο γιοσ του πζκανε, ζκανε μια πράξθ που ιταν θρωικι, αλλά ιταν και ςυμφορά, γιατί ανζβθκε ςτθν ακρόπολθ κι απελπιςμζνοσ από τθ ηωι του ζνεκα τθσ υπερβολικισ λφπθσ του ζπεςε ςτον γκρεμό και ςκοτϊκθκε. Χθμειϊνεται, επίςθσ, ότι: 1) Θ Σδφςςεια λζει τα εξισ για τθν Αριάδνθ: «Θ ωραία Αριάδνθ, κυγατζρα του ςκλθροφ Πίνωα, που τα παλιά τα χρόνια ο Κθςζασ γυρίηοντασ από τθν Ξριτθ ςτουσ καρπεροφσ τουσ κάμπουσ των ιερϊν των Ακθνϊν μαηί του τθν επιρε. Αλλά δεν πρόλαβε να τθν χαρεί, επειδι προτοφ δικι του τθν κάνει, θ Άρτεμθ τθ ςκότωςε ςτο νθςάκι Δία (= θ Ράξο), ςφμφωνα με επικυμία του Διονφςου». 2) Χφμφωνα με άλλεσ παραλλαγζσ του μφκου: α) Σ Αιγζασ ζπεςε ςτθ κάλαςςα από το Χοφνιο και πνίγθκε, όταν είδε το καράβι με μαφρα πανιά και από το γεγονόσ αυτό ονομάςτθκε ζτςι, δθλαδι Αιγαίο Υζλαγοσ. Οζει ο Υαυςανίασ: «των δε προπυλαίων ον δεξια Ρικθσ εςτίν Απτ’ερου ναόσ. εντεφκεν θ κάλαςςα εςτί ςφνοπτοσ, και ταφτθ ρίψασ Αιγεφσ εαυτον ωσ λζγουςιν ετελειτθςεν. (Υαυςανία Αττικά, 4) β) Σ Κθςζασ εγκατζλειψε τθν Αριάδνθ ςτθν Ράξο, επειδι αγαποφςε καλφτερα τθν Αίγλθ και θ Αριάδνθ αρρϊςτθςε από τον καθμό τθσ και τθν ζκανε καλά θ Αφροδίτθ, αφοφ τθ μετζφερε ςτθν Ξφπρο, όμωσ ςτο τζλοσ αυτοκτόνθςε ι ζγινε βράχοσ.

Ο ΜΛΤΟΣ ΤΘΣ Α΢ΛΑΔΝΘΣ Σ μφκοσ λζει ότι όταν ο ωραίοσ Κθςζασ ζφταςε ςτθν Ξριτθ, προκάλεςε τον ζρωτα τθσ Αριάδνθσ, κόρθσ του Πίνωα, και αυτι ανζλαβε να το βοθκιςει να ςκοτϊςει το Πινϊταυρο, με αντάλλαγμα να τθν πάρει ςτθν Ακινα και να παντρευτοφν. Ξατόπιν τθσ τεχνικισ ςυμβουλισ του Δαίδαλου, θ Αριάδνθ ζδωςε ςτο Κθςζα ζνα «λίνο» (= κουβάρι με νιμα, ο λεγόμενοσ και «μίτοσ τθσ Αριάδνθσ») και τον ςυμβοφλευςε να δζςει τθν μια άκρθ του νιματοσ ςτθν είςοδο του Οαβφρινκου, ϊςτε κατόπιν μαηεφοντασ το νιμα να βρει τθν ζξοδο. Οζει ο Απολλϊδωροσ: «*8+ ωσ δε ικεν εισ Ξριτθν, Αριάδνθ κυγάτθρ Πίνωοσ ερωτικϊσ διατεκείςα προσ αυτόν ςυμπράςςειν απαγγζλλεται,εάν ομολογιςθ γυναίκα αυτιν ζξειν απαγαγϊν εισ Ακινασ. ομολογιςαντοσ δε ςυν όρκοισ Κθςζωσ δείται Δαιδάλου μθνφςαι του λαβυρφνκου τθν ζξοδον. *9+ υποκεμζνου δε εκείνου, λίνον ειςιόντι Κθςεί δίδωςι· τοφτο ζξάψασ Κθςεφσ τθσ κφρασ εφελκόμενοσ ειςιει. καταλαβϊν δε Πινϊταυρον *p. 136+ εν εςχάτω μζρει του λαβυρφνκου παίων πυγμαίσ απζκτεινεν, εφελκόμενοσ δε το λίνον πάλιν εξιει. και δια νυκτόσ μετά Αριάδνθσ και των παίδων εισ Ράξον αφικνείται. ζνκα Διόνυςοσ εραςκείσ Αριάδνθσ ιρπαςε, και κομίςασ εισ Οιμνον εμίγθ. και γεννά Κόαντα Χτάφυλον Σινοπίωνα και Υεπάρθκον..» (Απολλόδωροσ, Επιτομι, 8 - 9) 73

Θ ΑΡΑΓΩΓΘ ΚΑΛ ΤΟ ΣΤΕΜΜΑ Α΢ΛΑΔΝΘΣ Σ Κθςζασ, ςφμφωνα με το μφκο, εγκατζλειψε τθν Αριάδνθ ςτθν Ράξο, γιατί του το υπζδειξε θ κεά Ακθνά για χάρθ του κεοφ Διόνυςου και από εκεί τθν απιγε ο Διόνυςοσ υπό μορφι πάνκθρα, κάτι όπωσ ο Δίασ που μεταμορφϊκθκε ςε ταφρο, για να απάγει τθν Ευρϊπθ. Σ Διόνυςοσ ζδωςε γαμιλιο δϊρο ςτθν Αριάδνθ ζνα χρυςό ςτζμμα καυμαςτό, με πολφτιμα πετράδια ςτολιςμζνο από τισ Λνδίεσ, που από το εργαςτιρι του Θφαίςτου και το οποίο μετά το κάνατο τθσ Αριάδνθσ τοποκετικθκε ανάμεςα ςτα αςτζρια. Θ Αριάδνθ με το Διόνυςο ζκαναν τρία παιδιά, τον Σινοπίωνα, τον Ευάνκθ και τον Χτάφυλο (ο Απολλϊδωροσ λζει τουσ: Κόαντα, Χτάφυλον, Σινοπίωνα και Υεπάρθκον) που τα ονόματά τουσ ςχετίηονται με τθν καλλιζργεια του αμπελιοφ και των ψυχανκϊν. Επίςθσ και τον Ξζραμο, επϊνυμο του Ξεραμικοφ, τθσ Ακινασ.

Αργυρόσ ςτατιρασ Χυβριτίων, 290 π.Χ. με το Διόνυςο που με μορφι πάνκθρα απάγει τθν Αριάδνθ από τθ Ράξο και τον Ερμι, κθδεμόνα του Διόνυςου

Δ. Ο ΜΥΚΟΣ ΔΑΛΔΑΛΟΥ ΚΑΛ ΛΚΑ΢ΟΥ Θ ΕΦΕΥ΢ΕΣΘ ΛΣΤΛΩΝ & ΦΤΕ΢ΩΝ Σ μφκοσ αυτόσ ζχει διδακτικό χαρακτιρα. Ωποδείχνει τι πακαίνει όποιοσ δεν υπακοφει ςτουσ γονείσ του (πρότυπο ο Μκαροσ), τι ατιμίεσ κάνουν πολλοί, για να φτάςουν ψθλά ι για να μθ τουσ πάρει άλλοσ τθν φιμθ (πρότυπο ο Δαίδαλοσ) κ.α. Υαράλλθλα εκφράηει τθν πανάρχαια επικυμία του ανκρϊπου να πετάξει ι για να αποκτιςει τάχιςτα μζςα μεταφοράσ. Σ Διόδωροσ Χικελιϊτθσ (βίβλοσ 4, 76 - 78) λζει: «Σ Δαίδαλοσ ιταν Ακθναίοσ τθν καταγωγι και ιταν ονομαςτόσ ωσ ζνασ από τθ γενιά των Ερεχκειδϊν, γιατί ιταν γιοσ του Πθτίονα που ιταν γιοσ του Ευπάλαμπου του γιου του Ερεχκζα. Ξακϊσ από φφςθ του ιταν πολφ ανϊτεροσ απϋ όλουσ αφοςιϊκθκε ςτθν αρχιτεκτονικι, ςτθν καταςκευι αγαλμάτων και ςτθν επεξεργαςία τθσ πζτρασ… Σ Δαίδαλοσ, λοιπόν, μολονότι τον καφμαηαν για τθν τζχνθ του, εκδιϊχκθκε από τθν πατρίδα του, όταν καταδικάςτθκε για το φόνο του καλφτεροφ του μακθτι, του Ψάλω και γιου τθσ αδελφισ του, από φκόνο, για να μθ τον ξεπεράςει ςε φιμθ… Χτθ ςυνζχεια, διζφυγε ςτθν Ξριτθ, όπου τον καφμαηαν για τθν δόξα που είχε αποκτιςει με τθν τζχνθ του και ζγινε φίλοσ με το βαςιλιά Πίνωα… Σ Δαίδαλοσ μακαίνοντασ πωσ ο Πίνωασ είχε εκτοξεφςει απειλζσ εναντίον του για τθν καταςκευι τθσ αγελάδασ, φοβικθκε, λζνε, τθν οργι του βαςιλιά κι ζφυγε με πλοίο από τθν Ξριτθ, με τθ βοικεια τθσ Υαςιφάθσ που του ζδωςε το πλοίο. Παηί του ζφυγε και ο γιοσ του ο Μκαροσ κι 74

ζβαλαν πλϊρθ για κάποιο νθςί ςτθ μζςθ του πελάγουσ, κακϊσ όμωσ αποβιβάςτθκαν απρόςεκτα εκεί, ο Μκαροσ ζπεςε ςτθ κάλαςςα και πνίγθκε, ζτςι το πζλαγοσ αυτό ονομάςτθκε Λκάριο και το νθςί Λκαρία… Περικοί, όμωσ ςυγγραφείσ μφκων παραδίδουν ότι, ενϊ ο Δαίδαλοσ ιταν ακόμθ ςτθν Ξριτθ και τον ζκρυβε θ Υαςιφάθ, κζλοντασ ο βαςιλιάσ Πίνωασ να τιμωριςει οπωςδιποτε τον Δαίδαλο, αλλά μθ μπορϊντασ να τον βρει, ερευνοφςε όλα τα πλοία ςτο νθςί και υποςχζκθκε να δϊςει πάρα πολλά χριματα ςε όποιον του βρει το Δαίδαλο. Ψότε, λοιπόν, ο Δαίδαλοσ ζχαςε κάκε ελπίδα διαφυγισ με πλοίο και καταςκεφαςε φτεροφγεσ με τζχνθ καυμαςτι, ςοφά ςχεδιαςμζνεσ και κολλθμζνεσ άψογα με κερί, αφοφ τισ προςάρμοςε ςτο ςϊμα του γιου του και ςτο δικό του, μπόρεςαν να πετάξουν με τρόπο απίςτευτο και να δραπετεφςουν πάνω από το Ξρθτικό Υζλαγοσ. Σ Μκαροσ, όμωσ, με τθν απειρία τθσ νιότθσ πετοφςε πολφ χαμθλά κι ζπεςε ςτθ κάλαςςα, γιατί ο ιλιοσ ζλιωςε το κερί που ςυγκρατοφςε τα φτερά του, ενϊ ο δαίδαλοσ, που πετοφςε κοντά ςτθ κάλαςςα βρζχοντασ, κάκε τόςο τισ φτεροφγεσ κατάφερε να φτάςει, ωσ εκ καφματοσ, ςτθ Χικελία....» Χθμειϊνεται ότι: 1) Χφμφωνα με το μφκο τα παλάτια τθσ Ξνωςοφ ζχουν κτιςτεί ςε ςχζδια του Δαίδαλου. Πάλιςτα, επειδι ο Οαβφρινκοσ ιταν δθμιοφργθμα περίπλοκο, εξ αυτοφ και θ λζξθ «δαιδαλϊδθσ» … λαμβάνει Δαίδαλον, οσ θν αρχιτζκτων, πεφευγϊσ εξ Ακθνϊν επί φόνω…» (Απολλόδωροσ Γ 1.4) 2) Σ Δαίδαλοσ είχε φτιάξει και τα πρϊτα ακρόπρωρα των πλοίων που λεγόταν ξόανα και ωσ εξ αυτοφ λεγόταν και «δαιδάλια».

Ε. ΑΚΛΟΣ Θ΢ΑΚΛΘΣ ΜΕ ΤΑΥ΢Ο Κ΢ΘΤΘΣ Σ μφκοσ αυτόσ υποδείχνει ότι υπθρετοφμε τουσ ςυνανκρϊπουσ μασ αμιςκί, όπωσ και κάνουν και κείνοι. Επίςθσ υποδείχνει ότι όχι μόνο οι άνκρωποι, αλλά και τα ηϊα αγαποφν τα παιδιά τουσ ι οι γονείσ αγαποφν τα παιδιά τουσ, ακόμθ και αν είναι τζρατα. Σ Διόδωροσ Χικελιϊτθσ λζει: «Πετά που ο Θρακλισ κακάριςε τον ςτάβλο του Αυγεία, ανζλαβε τον άκλο να φζρει από τθν Ξριτθ τον ταφρο, τον οποίο, λζνε, είχε ερωτευκεί θ Υαςιφάθ (και ζκανε το Πινϊταυρο). Ζπλευςε ςτθν Ξριτθ και εξαςφαλίηοντασ τθ ςυνεργαςία του βαςιλιά Πίνωα τον ζφερε ςτθν Υελοπόννθςο, διαπλζοντασ όλο εκείνο το πζλαγοσ πάνω ςτθν πλάτθ του. Πετά τθν εκτζλεςθ και τοφτου του άκλου, οργάνωςε τουσ πρϊτουσ Σλυμπιακοφσ αγϊνεσ, διαλζγοντασ τθν ωραιότερθ τοποκεςία για τθν τόςο ςπουδαία πανιγυρθ, που ιταν θ πεδιάδα πλάί ςτον Αλφειό ποταμό, όπου αφιζρωςε τον αγϊνα ςτον Δία τον πατζρα του. Ζπακλο για τουσ νικθτζσ όριςε ςτεφάνι, διότι ο ίδιοσ ευεργζτθςε τον ανκρϊπινο γζνοσ χωρίσ να λάβει κανζνα μιςκό»…. (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, βίβλοσ 4, 13 και 14) «Χτθ ςυνζχεια, ο Ευρυςκζασ τον πρόςταξε να φζρει τα βόδια του Γθρυόνθ. Πάηεψε τισ δυνάμεισ του ςτθν Ξριτθ, ζχοντασ αποφαςίςει να εξορμιςει από εκεί, διότι θ κζςθ του νθςιοφ είναι εξαιρετικά καίρια και προςφζρεται για εκςτρατεία ςε οποιοδιποτε μζροσ τθσ οικουμζνθσ. Υρο τθσ αναχωριςεωσ του, όμωσ, οι ντόπιοι τον τίμθςαν μεγαλοπρεπϊσ, κζλοντασ, λοιπόν, να δείξει τθν ευγνωμοςφνθ ου ςτουσ Ξριτεσ, κακάριςε το νθςί από τα κθρία. Γι αυτό τα μετζπειτα χρόνια ςτο νθςί δεν υπιρξε άγριο ηϊο, όπωσ αρκοφδα, λφκοσ, φίδι ι ό,τι άλλο παρόμοιο. Ξαι αυτό το ζκανε, για να τιμιςει το νθςί, όπου ςφμφωνα με το μφκο γεννικθκε και 75

ανατράφθκε ο Δίασ. Αποπλζοντασ από τθν Ξριτθ, άνοιξε πανιά για τθ Οιβφθ…. Ακολοφκωσ ο Θρακλισ ζφυγε και πιγε ςτθ Οιβφθ (Αφρικι) και από εκεί, μζςω Γαδείρων (Θράκλειεσ ςτιλεσ), πζραςε ςτθν Λβθρία (Λςπανία) όπου πιρε τα βόδια του Γυρυόνθ και τα πιγε ςτθ Χικελία»…. (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, βίβλοσ 4, 17) « ο δ’ Θρακλισ κακαράν εποίθςεν τθν νιςον των κθρίων, διόπερ εν τουσ φςτερον χρόνοισ ουδζν ζτςι αγρίων ηϊων υπιρχον εν τθ νιςω, οιν άρκτων, λφκων, όφεων. Ψαφτα δ’ ζπραξεν, ο Θρακλισ, απόςεμνφων τθν νιςον, εν θ μυκολογοφςι και γενζςκαι και τραφιναι τον Δία..» (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, βίβλοσ 4, 17) Χθμειϊνεται ότι: 1) Σ Ψαφροσ Ξριτθσ ιταν αφενόσ αυτόσ με τον οποίον ο Δίασ μετζφερε τθν Ευρϊπθ από τθ Φοινίκθ και αφετζρου ο πατζρασ του Πινϊταυρου, 2) Σ Θρακλισ δάμαςε τον ταφρο με τθ μυϊκι του δφναμθ, πιάνοντασ τον από τα κζρατα, τον πιρε ςτουσ ωμοφσ και τον μετζφερε από τόπο ςε τόπο ( Αττικι, Υελοπόννθςο, κ.τ.λ.), για να επιδεικνφει τον άκλο του. Χτθν ςυνζχεια τον πιρε ςτουσ ϊμουσ του και πιγαινε ςε όλα τα μζρθ γθσ επιδεικνφοντασ τον άκλο του. Ψελικά τον άφθςε ςτον Παρακϊνα, όπου τον ςκότωςε ο Κθςζασ. «ζβδομον επζταξεν άκλον τον Ξριτα αγαγείν ταφρον. τοφτον Ακουςίλαοσ μεν είναι φθςι τον διαπορκμεφςαντα Ευρϊπθν Διί, τινζσ δε τον υπο Υοςειδϊνοσ αναδοκζντα εκ καλάςςθσ, ότε κατακφςειν Υοςειδϊνι Πίνωσ είπε το φανζν εκ τθσ καλάςςθσ. και φαςι κεαςάμενον αυτόν του ταφρου το κάλλοσ τοφτον μεν εισ τα βουκόλια αποπζμψαι, κφςαι δε άλλον Υοςειδϊνι· εφ οισ οργιςκζντα τον κεόν αγριϊςαι τον ταφρον. επι τοφτον παραγενόμενοσ εισ Ξριτθν Θρακλισ, επειδι ςυλλαβειν αξιοφντι Πίνωσ είπεν αυτϊ λαμβάνειν διαγωνιςαμζνω, λαβϊν και προσ Ευρυςκζα διακομίςασ ζδειξε, και το λοιπόν είαςεν άνετον· ο δε πλανθκείσ εισ Χπάρτθν τε και Αρκαδίαν άπαςαν, και διαβάσ τον Λςκμόν, εισ Παρακϊνα τθσ Αττικισ αφικόμενοσ τουσ εγχωρίουσ διελυμαίνετο». (Απολλόδωρο (Βιβλιοκικθ Β, 5, 7) 3) Χε ζνα από τα μζρθ που πιγε ο Θρακλισ τον ταφρο ιταν και Λταλία, επειδι εκεί ιταν θ Πεγάλθ Ελλάδα (Magna Graecia = θ περιοχι τθσ Ρ. Λταλία και τθσ Χικελίασ) που εξ αυτοφ ονομάςτθκε VITULUS > ITALIA (VITULUS ι TAURUS = ο ταφροσ ςτα λατινικά). Ξατόπιν από εκεί ονομάςτθκε ζτςι και όλθ θ Χερςόνθςοσ.

Η. Ο ΜΥΚΟΣ ΤΘΣ ΚΕΑΣ Β΢ΛΤΟΜΑ΢ΤΘΣ Ι ΔΛΚΤΥΝΝΑ Θ Ρ΢ΟΣΤΑΤΛΔΑ ΤΩΝ ΔΛΚΤΥΩΝ Θ κεά Βριτόμαρτθ εν ηωι ιταν μια κρθτικά κοπζλα, θ οποία εκεί που ζπαιηε ζπεςε από απροςεξία ςτθ κάλαςςα και τθν ζςωςαν με τα δίκτυα τουσ οι ψαράδεσ. Αυτι από ευγνωμοςφνθ ζγινε ςτο εξισ φίλθ τουσ και βοθκόσ τουσ ςε ό,τι τθσ ηθτοφςαν. Ζτςι, μετά το κάνατο και τθ μετάςταςι τθσ ςτουσ ουρανοφσ ανακθρφχκθκε ωσ κεά προςτάτιδα των Ψαράδων. Ωςτόςο, ο Ξαλλίνικοσ λζει ότι θ Βριτόμαρτυσ δεν ιταν κεά παρά μια κοινι κοπζλα που τθν κυνθγοφςε ο Πίνωασ για να τθ βιάςει και ςτθν προςπάκειά τθσ να τον αποφφγει ζπεςε ςτθ κάλλασ, κάτι που ο Χτράβωνασ και ο Διόδωροσ τον διαψεφδουν, πρβ: «Θ Βριτόμαρτθ που ονομάηεται και Δίκτυννα, ςφμφωνα με το μφκο που αναφζρουν, γεννικθκε ςτθν Ξαινϊ τθσ Ξριτθσ, από το Δία και τθν Ξάρμθ, του 76

Εφβουλου του γιου τθσ Διμθτρασ. Αυτι που ανακάλυψε τα δίχτυα που χρθςιμοποιοφνται ςτο κυνιγι ονομάςτθκε Δίκτυννα και περνοφςε τισ μζρεσ τθσ με τθν Άρτεμθ, αιτία για τθν οποία μερικοί πιςτεφουν πωσ θ Δίκτυννα είναι ίδια με τθν Άρτεμθ. Σι Ξριτεσ κακιζρωςαν κυςίεσ κι ζκτιςαν ναοφσ προσ τιμι ετοφτθσ τθσ κεάσ. Εκείνοι που διθγοφνται τθν ιςτορία ότι ονομάςτθκε Δίκτυννα, επειδι κατζφυγε ςτα δίχτυα των ψαράδων, όταν τθν κυνθγοφςε ο Πίνωασ, για να τθ βιάςει, κάνουν λάκοσ, γιατί οφτε πικανό να βρζκθκε ςε τζτοια αδυναμία θ κεά, ϊςτε να χρειαςτεί τθ βοικειά των ανκρϊπων, κυγατζρα οφςα του μζγιςτου των κεϊν, οφτε είναι ςωςτό να προςάπτουμε ςτο Πίνωα μια τζτοια αςζβεια, κακόςον θ παράδοςθ μασ λζει ρθτά ότι ιταν προςκολλθμζνοσ ςτισ αρχζσ του δικαίου κι ζηθςε ηωι παινεμζνθ.» (Διόδωροσ Χικελιϊτθσ, Λςτορικι βιβλιοκικθ 5θ, 77), «Οζνε επίςθσ ότι δεν ζχει δίκιο o Ξαλλίμαχοσ, όταν ιςτορεί ότι θ Βριτόμαρτθ αποφεφγοντασ τθ βία του Πίνωα από τθ Δίκτθ, πιάςτθκε ςτα δίχτυα των ψαράδων κι ζτςι οι Ξυδωνιάτεσ τθν είπαν Δίκτυννα και το βουνό Δίκτθ. Θ Ξυδωνία δεν ζχει καμιά ςχζςθ γειτονίασ με τουσ τόπουσ τοφτουσ, αφοφ βρίςκεται ςτα δυτικά του νθςιοφ. Βουνό τθσ Ξυδωνίασ είναι ο Ψίτυροσ. Τπου υπάρχει ιερό, όχι το Δικταίο, αλλά το Δικτφνναιο…» (Χτράβων, Γεωγραφικά Λ, IV 12). Σ Υαυςανίασ αναφζρει πωσ ςτθν αρχαία Σλοφντα (ςθμερινι Ελοφντα), υπιρχε ξόανο τθσ κεάσ φτιαγμζνο από το Δαίδαλο, “τοςαφτα δε (ζργων Δαιδάλου) ζτερα ξόανα εν Ξριτθ, Bριτόμαρτισ εν Σλοφντι και Ακθνά παρά Ξνωςςίοισ” (Υαυςανίασ Κϋ 40, 3). Σ Ευρυπίδθσ λζει για τθ Bριτόμαρτθ «ω παι τασ Οατοφσ Δίκτυνν’ ουρεία” (Ευρ. Λφιγ. εν Ψαφρ. 126) = ω! κυγατζρα τθσ Οθτοφσ, Δίκτυννα βουνίςια». Χφμφωνα με το Χτράβωνα (Γεωγραφικά Λ, IV 12) ιερά τθσ Δίκτυννασ υπιρχαν ςτθν Ξυδωνία τθσ δυτικισ Ξριτθσ και ςτθν Χερςόνθςο, επίνειο τθσ Οφττου, ςτθν ανατολικι Ξριτθ. Χθμειϊνεται ότι: 1) Σ Ξαλλίμαχοσ, ςχετικά με το Βριτόμαρτθ, ςτο ποίθμά του «Ϊμνοσ εισ Άρτεμιν αναφζρει τα εξισ: «Αγάπθςεσ πάρα πολφ, απϋ τισ άλλεσ νφμφεσ, τθ Γορτυνίδα Bριτόμαρτθ, τθν οξυδερκι, που ςκοτϊνει τα ελάφια. Για τθν οποία κάποτε ο Πίνωασ χτυπικθκε από ζρωτα και τριγυρνοφςε πάνω ςτα κρθτικά βουνά. Αυτι όμωσ πότε κρυβόταν ςε πυκνζσ βελανιδιζσ και πότε ςε μζρθ χαμθλά. Ξι αυτόσ τριγυρνοφςε εννιά μινεσ ςε μζρθ δφςβατα και ςε γκρεμοφσ. Ξαι δεν ςταμάτθςε τθν καταδίωξθ παρά μόνο όταν αυτι, που παρά λίγο να πιαςτεί, πιδθςε ςτθ κάλαςςα από βράχο ψθλό. Ξι ζπεςε μζςα ςε δίχτυα ψαράδων, τα οποία τθν ζςωςαν. Γιϋ αυτό αργότερα οι Ξφδωνεσ ονόμαςαν τθ νφμφθ Δίκτυννα και το βουνό απϋ όπου ζπεςε θ νφμφθ, Δικταίο. Ξαι ζςτθςαν βωμοφσ όπου ζκαναν κυςίεσ. (Ξαλλίμαχοσ, Ϊμνοσ εισ Άρτεμιν 191-202) 2) Σ Ξαλλίμαχοσ ςτουσ φμνουσ «Εισ Άρτεμιν» και «Εισ Δίαν» αποκαλεί τουσ Ξρθτικοφσ ψεφτεσ και παραφράηει-παραποιεί το μφκο γζννθςθσ και ανατροφισ του Δία και ςτθ ςυνζχεια τον μεταφζρει από τθ πόλθ Οφκτο τθσ Δίκτθσ τθσ Ξριτθσ ςτο όροσ Οφκαιο τθσ Αρκαδία, επειδι οι Ξριτεσ τθν περίδο τθσ παρακμισ τθσ Κρθςκείασ των Σλφμπιων Κεϊν είπαν ότι «ο Δίασ πζκανε και το κάψανε ςτθν Ξριτθ» και 77

αυτόσ δεν ικελε να παραδεχκεί το κάνατό του. (Υεριςςότερα βλζπε «Ψεφδθ που λζγονται για το μζροσ γζννθςσ του Δία».)

Αργυρόσ ςτατιρασ, 300 π.Χ. με τθ Βριτόμαρτθ ι Δίκτυννα και τον Απόλλωνα που κρατά κικάρα (ο ίδιοσ ζμακε ςτουσ Ξρθτικοφσ τθ λφρα και τοξοβολία) και να κάκεται ςε ομφαλό Σ Διόδωροσ (Βιβλιοκικθ 3, 74-76) λζει και ότι ςφμφωνα με τα τουσ Ξριτεσ, ο Απόλλωνασ ιταν ο εφευρζτθσ τθσ λφρασ και τθσ μουςικισ, αυτόσ που ειςιγαγε τθν γνϊςθ τθσ ιατρικισ που γίνεται μζςω τθσ μαντικισ τζχνθσ, κακϊσ και ότι βρικε το τόξο, δίδαξε ςτουσ κρθτικοφσ τθν τοξοβολία, αιτία που οι Ξριτεσ επιδόκθκαν με ηιλο ςτθν τοξοβολία και το τόξο ονομάςτθκε κρθτικό. Από τον Απόλλωνα και Ξορωνίδα γεννικθκε ο Αςκλθπιόσ, που ζμακε πολλά πράγματα για τθν ιατρικι από τον πατζρα του, όπωσ τθν χειρουργικι, τα φάρμακα κ.α. Οζει επίςθσ ότι αν και ο Απόλλωνασ ονομάςτθκε Διλιοσ, Οφκιοσ και Υφκιοσ, είχε γεννθκεί ςτθν Ξριτθ.

ΣΤ. ΟΛ Κ΢ΘΤΕΣ ΣΤΘΝ ΣΛΚΕΛΛΑ, ΟΛ ΛΕ΢ΕΣ ΜΘΤΕ΢ΕΣ ΚΑΛ Ο ΚΑΝΑΤΟΣ ΜΛΝΩΑ Σ Διόδωροσ Χικελιϊτθσ (βίβλοσ 4, 79 - 80), ςχετικά με το μφκο αυτό, λζει: «Σ Πίνωασ, τϊρα, ο βαςιλιάσ τθσ Ξριτθσ, που εκείνα τα χρόνια ιταν καλαςςοκράτορασ, μακαίνοντασ τθ διαφυγι του Δαίδαλου ςτθ Χικελία, αποφάςιςε να εκςτρατεφςει εναντίον τθσ. Αφοφ ετοίμαςε αξιόλογθ ναυτικι δφναμθ, απζπλευςε από τθν Ξριτθ κι ζφταςε ςτθν περιοχι του Ακράγαντα, που ονομάςτθκε από εκείνον Πινϊα. Αποβίβαςε το ςτρατό από τα πλοία κι ζςτειλε αγγελιοφόρουσ ςτον βαςιλιά Ξϊκαλο, ηθτϊντασ τον Δαίδαλο, για να τον τιμωριςει. Σ Ξϊκαλοσ από τθ μεριά του, τον κάλεςε ςε ςφςκεψθ και υποςχόμενοσ να κάνει τα πάντα τον πιρε ςτο ςπίτι του να τον φιλοξενιςει. Ξι ενϊ ζπαιρνε το λουτρό του ο Πίνωασ, ο Ξϊκαλοσ κρατϊντασ τον περιςςότερθ ϊρα ςτο καυτό νερό ςκότωςε το Πίνωα κι ζδωςε το ςϊμα του ςτουσ Ξριτεσ, προφαςιηόμενοσ για το κάνατό του ότι γλίςτρθςε ςτο λουτρό και πζφτοντασ ςτο καυτό νερό πζκανε. Πετά από αυτό, οι ςτρατιϊτεσ του Πίνωα ζκαψαν το ςϊμα του βαςιλιά με μεγαλοπρζπεια κι αφοφ καταςκεφαςαν τάφο διπλό, ςτο κρυφό υπόγειο μζροσ ζβαλαν τα οςτά του ενϊ ςτο ανοιχτό μζροσ ζφτιαξαν ναό τθσ Αφροδίτθσ. Εδϊ ο Πίνωασ δζχονταν τιμζσ επί ςειρά γενεϊν. Τμωσ μετά τθν ίδρυςθ του Ακράγαντα, χρόνια μετά που ζγινε γνωςτό ότι εκεί είχαν αποτεκεί τα οςτά του Πίνωα, ςυνζβθκε να καταργθκεί ο τάφοσ και να αποδοκοφν τα οςτά ςτουσ Ξριτεσ, πράγμα που ζγινε όταν άρχοντασ των Ακραγαντίνων ιταν ο Κιρωνασ. Αλλ’ όμωσ οι Ξριτεσ τθσ Χικελίασ μετά το κάνατο του Πίνωα ςταςίαςαν, επειδι δεν είχαν αρχθγό και κακϊσ τα πλοία τουσ είχαν καεί από τουσ Χικελοφσ του 78

Ξϊκαλου κι ζχαςαν κάκε ελπίδα επιςτροφισ ςτθν πατρίδα, αποφάςιςαν να μείνουν ςτθ Χικελία, όπου οι μεν ίδρυςαν μια πόλθ τθν οποία ονόμαςαν Πινϊα από το βαςιλιά τουσ, ενϊ οι υπόλοιποι περιπλανικθκαν ςτα μεςόγεια του νθςιοφ και, αφοφ κατζλαβαν ζνα φυςικό οχυρωμζνο τόπο, ίδρυςαν πόλθ τθν οποία ονόμαςαν Ζγγυο από τθ Υθγι που ζτρεχε εκεί. Αργότερα , μετά τθν άλωςθ τθσ Ψροίασ , όταν ο Πθριόνθσ ο Ξρθτικόσ ζφταςε ςτθ Χικελία και τον καλοδζχτθκαν λόγω τθσ ςυγγενείασ που είχε μαηί τουσ, του Ξριτεσ που κατζπλευςαν και τουσ ζκανε ςυμπολίτεσ, με ορμθτιριο τθν οχυρι πόλθ υπζταξαν μερικοφσ περιοίκουσ και κατζκτθςαν αρκετά μεγάλθ περιοχι. Πε τθ δφναμι τουσ ςυνεχϊσ να αυξάνει, ζχτιςαν ιερό των Πθτζρων και τιμοφςαν με ιδιαίτερο ςεβαςμό, ςτολίηοντασ το ιερό τουσ με πλικοσ ανακθμάτων. Θ λατρεία τοφτων των κεοτιτων είχε μεταφερκεί, λζμε, από τθν Ξριτθ, κακόςον και οι Ξριτεσ αποδίδουν ς’ ετοφτεσ τισ κεζσ ξεχωριςτζσ τιμζσ. Ξατά τθ μυκολογία, αυτζσ οι κεζσ ανζκρεψαν παλιά το Δία, κρυφά από τον πατζρα του, τον Ξρόνο, και ςε αντάλλαγμα ανζβθκαν ςτον ουρανό κι ζγιναν οι αςτεριςμοί που ονομάηονται ‘Αρκτοι. Π’ αυτά ςυμφωνεί και ο Άρατοσ, όταν λζει γι αυτζσ τισ κεζσ ςτο ποίθμά του για τα αςτζρια: «ζμπαλιν εισ όμουσ τετραμμζναι’ ει ετεόν γε Ξριτθκεν κείναι γε Διόσ μεγάλου ιότθτι ουρανόν ειςανζβθςαν ο μιν τότε κουρίηοντα Δίκτω εν ευϊδει όρεοσ ςχεδόν Λδαίοιο άντρω εγκατζκεντο και ζτρεφον εισ ενιααυτόν, Δικταίοι Ξοφρθτεσ οτε Ξρόνον εψεφςαντο» (Άρατοσ Φαινόμενα 30 – 50 και Διόδωροσ Χικελιϊτθσ βίβλοσ 4, 80)

«ϊμο με ϊμο ςτζκονται ςτραμμζνεσ’ αν είναι αλικεια, βζβαια, από τθν Ξριτθ εκείνεσ χάρθ ςτο κζλθμα του Δία του μεγάλου ςτον ουρανό ανζβθκαν, γιατί τότε που ιταν νιοφτςικοσ, ςτο ευωδιαςτό Δικταίο, πλάι ςτο βουνό τθσ Μδθσ, ςε άντρο τον ζβαλαν κι ζνα χρόνο τον ανζκρεφαν, κι απϋζξω οι Δικταίοι Ξουριτεσ τον Ξρόνο ξελεςοφςαν»

ΝΟΜΛΣΜΑΤΑ Κ΢ΘΤΩΝ ΛΤΑΛΛΑΣ Σ Διόδωροσ Χικελιϊτθσ (βίβλοσ 4, 79) λζει ότι οι πρϊτεσ ελλθνικζσ πόλεισ που δθμιουργικθκαν ςτθν Ρότιο Λταλία (Magna Graecia) ιταν θ Πινϊα (περιοχι Ακράγαντα) και θ Ζγγυοσ, που κτίςτθκαν από τουσ ναφτεσ του Πίνωα. Χφμφωνα με τον Θςφχιο, θ Λταλία πιρε το όνομα που ζχει από τον ταφρο = λατινικά VITULUS (ΨΑΩΦΣΧ) > VITALIA – ITALIA., δθλαδι από τθν παραφορά τθσ λζξθ VITULUS (= ΨΑΩΦΣΧ) και ζχει ςχζςθ με τον περιπλανϊμενο ταφρο τθσ Ξριτθσ. Θ ονομαςία VITULUS > ITALIA δόκθκε, λζει, αρχικά ςτθν περιοχι ανάμεςα ςτο Φιγιο και τον Ψάραντα από τουσ Ζλλθνεσ αποίκουσ τθσ Χικελίασ και νότιασ Λταλίασ. Σ ταφροσ Ξριτθσ (ο πατζρασ του Πινϊταυρου), ςφμφωνα με το μφκο, αγριζψει κάποια ςτιγμι τόςο πολφ που άρχιςε να προξενεί μεγάλεσ ηθμιζσ ςτθν Ξριτθ. Υρο αυτοφ, ο Πίνωασ κάλεςε τον θμίκεο Θρακλι να ζρκει και να τον δαμάςει. Σ Θρακλισ, αφοφ ιρκε ςτθν Ξριτθ και δάμαςε τον ταφρο με τθ μυϊκι του δφναμθ και πιάνοντασ τον από τα κζρατα, τον πιρε ςτουσ ωμοφσ και τον μετζφερε από τόπο ςε τόπο (Αττικι, Υελοπόννθςο, Λςπανία κτλ), για να επιδεικνφει τον άκλο του και ςε ζνα από τα μζρθ που πζραςε ιταν και θ Χικελία και θ Ρότια Λταλία. 79

Πεγάλθ Ελλάδα, δίδραχμο Υοςειδϊνιασ, 5οσ αι. π.Χ. με το κεό Υοςειδϊνα και τον Ψαφρο που χάριςε ςτο Πίνωα και ο οποίο μετά με τθν Υαςιφάθ γζννθςε το Πινϊταυρο

Ο ΜΛΝΩΑΣ ΚΑΛ Ο ΤΑΥ΢ΟΣ ΡΟΣΕΛΔΩΝΑ, ΡΑΤΕ΢ΑΣ ΜΛΝΩΤΑΥ΢ΟΥ Σ Διόδωροσ (βίβλοσ 4, 77) λζει: Χφμφωνα με το μφκο που μασ παραδόκθκε, ο Πίνωασ, ςφμφωνα με τθ ςυνικεια, αφιζρωνε τον ωραιότερο ταφρο που γεννιόνταν ςτον Υοςειδϊνα και τον κυςίαηε ςτο κεό. Ξακϊσ ο ταφροσ που γεννικθκε τότε ιταν ςπάνιασ ομορφιάσ, ο Πίνωασ κυςίαςε άλλον μικρότερθσ αξίασ. Σ Υοςειδϊνασ κφμωςε με τον Πίνωα κι ζκανε τθ γυναίκα του τθν Υαςιφάθ να ερωτευκεί τον ταφρο. Πε τθ ευρθματικότθτα του Δαίδαλου, θ Υαςιφάθ ζςμιξε με τον ταφρο και γζννθςε το Πινϊταυρο τθσ μυκολογίασ. Αυτόσ είχε διπλι φφςθ, το πάνω μζροσ του ςϊματόσ του μζχρι τουσ ϊμουσ ιταν ταφροσ, ενϊ το υπόλοιπο άνκρωποσ. Οζγεται, λοιπόν, πωσ, για να μζνει το τζρασ, ο Δαίδαλοσ ζφτιαξε τον Οαβφρινκο, του οποίου οι δίοδοι ιταν ελικοειδείσ και δεν μποροφςαν να βρουν τθν άκρθ τουσ όςοι δεν τισ ιξεραν και εκεί ηοφςε ο Πινϊταυροσ που ζτρωγε τουσ επτά νζουσ και επτά νζεσ που ζςτελναν οι Ακθναίοι… Χφμφωνα με άλλθ παραλλαγι του μφκου: 1) Τταν ο Πίνωασ ηιτθςε από το Κεό Υοςειδϊνα ςθμάδι ότι μπορεί να γίνει καλαςςοκράτορασ, από τθ κάλαςςα αναδφκθκε ζνασ πανζμορφοσ ταφροσ και ςτθ ςυνζχεια ο Υοςειδϊνασ ηιτθςε από το Πίνωα να του τον κυςιάςει κ.τ.λ.. 2) Σ Δαίδαλοσ ζφτιαξε μια ωραία χάλκινθ ι ξφλινθ αγελάδα που τθν ζντυςε με προβιζσ αγελάδων που ζγδαρε και μζςα τθσ κλείςτθκε θ Υαςιφάθ. Ξαι ιταν τόςο καυμάςιο το καταςκεφαςμα που ο ταφροσ το νόμιςε για ηωντανό και ζτςι ζγινε θ τερατϊδθσ ερωτικι ζνωςθ, θ κτθνοβατικι ερωτοτροπία, καρπόσ τθσ οποίασ ιταν ο ταυρόμορφοσ Αςτζριοσ ι Πινϊταυροσ. (Σ μφκοσ αυτόσ είχε και διδακτικι – επιμορφωτικι αξία. Ικελε τθν εποχι εκείνθ να καταδείξει τι αποτελζςματα επιφζρουν οι κτθνοβαςίεσ, οι ακετιςεισ προσ τα κεία κ.τ.λ.)

Χζλινο Χικελίασ, δίδραχμο 460-440 π.Χ.

80

Χζλινο Χικελίασ, δίδραχμο 460-440 π.Χ. Πε Θρακλι που δαμάηει το Ψαφρο Ξριτθσ

Δίδραχμο Κουρίων με τον ταφρο Ξριτθσ, πατζρα Πινϊταυρου,. Από τθν άλλθ όψθ θ κεά Ακθνά που φορεί κράνοσ με παράςταςθ του Κεοφ Ωκεανοφ

Θ ΜΛΝΩΛΔΑ ΚΕΑ ΑΚΘΝΑ ΚΑΛ Θ ΕΞΘΜΕ΢ΩΣΘ ΤΘΣ ΕΛΛΑΣ Σ Διόδωροσ Χικελιϊτθσ (βιβλίο 5 , 72 - 73) μασ λζει τα εξισ: «Αναφζρουν τον μφκο ότι και θ Ακθνά γεννικθκε ςτθν Ξριτθ, από το Δία, ςτισ πθγζσ του ποταμοφ Ψρίτωνα και γι αυτό λεγόταν Ψριτογζνεια. Ωπάρχει και ςιμερα ς’ εκείνεσ τισ πθγζσ ιερόσ ναόσ τοφτθσ τθσ Κεάσ, ςτο μζροσ όπου ζγινε θ γζννθςι τθσ, κατά το μφκο. Χτθν Ακθνά προςδίδουν τθν εξθμζρωςθ τθσ ελιάσ και τθν παράδοςι τθσ καλλιζργειάσ τθσ ςτουσ ανκρϊπουσ, κακϊσ και τθν κατεργαςία του καρποφ τθσ, γιατί πριν τθ γζννθςι τθσ, τοφτο το δζντρο υπιρχε, βζβαια, μαηί με τα άλλα άγρια δζντρα, αλλά θ φροντίδα και θ πείρα που δείχνουν μζχρι ςιμερα οι άνκρωποι ςτθν καλλιζργειά του είναι ζργο τοφτθσ τθσ κεάσ. Υζρα από αυτά τθσ αποδίδουν τθν καταςκευι των ενδυμάτων και τθσ ξυλουργικι τζχνθ, κακϊσ και τθν ειςιγθςθ πολλϊν γνϊςεων που χρθςιμοποιοφν οι άνκρωποι ςτισ τζχνεσ. Βρικε και τθν καταςκευι των αυλϊν και τθ μουςικι που παράγεται από αυτοφσ και γενικά πολλά ζργα που απαιτοφν τζχνθ ςτθ καταςκευι και γι αυτό ονομάςτθκε Εργάνθ» Χθμειϊνεται ότι: 1) Θ ελιά ςτουσ αρχαίουσ Ξριτεσ και γενικϊσ ςτουσ αρχαίουσ Ζλλθνεσ ιταν ςφμβολο ειρινθσ. Θ αγριελιά (κότινοσ) ιταν ςφμβολο δόξασ και επαίνου. Πε αγριελιά ςτεφάνωναν τουσ νικθτζσ. Ψθν αγριελιά πιγαν ςτθν Σλυμπία οι Λδαίοι Δάκτυλοι τθσ Ξριτθσ. Ψθν ιμερθ ελιά φφτεψε ςτθν Ακρόπολθ τθσ Ακινασ θ κρθτικά κεά Ακθνά, όταν νίκθςε τον Υοςειδϊνα, για το ποιανοφ το όνομα κα ζπαιρνε θ πόλθ. 2) Χτθ Γζνεςθ, θ ελιά είναι ςφμβολο καταλαγιάσ-διάςωςθσ. Ξατά τθν Γζνεςθ, ο Ρϊε μετά τον κατακλυςμό, άφθςε ελευκζρα περιςτεράν ιτισ «και ανζςτρεψεν προσ αυτόν …το προσ εςπζρασ και είχε φφλλον ελαίασ … εν τω ςτόματι αυτισ και ζγνω Ρϊε, ότι κεκόπακε το φδωρ από τθσ γθσ»(Γεν. θ 11)

81

3) Σ Απολλϊνιοσ Φόδιοσ (Αργοναυτικά Δ 1690) λζει ότι όταν ιρκαν οι Αργοναφτεσ ςτθν Ξριτθ ζφτιαξαν ιερό τθσ «Ακθνάσ Πινωίτιςςασ» («Ακθναίθσ Πινωίδοσ») Ελαϊδα, Σπερμϊ και Οινϊ Χφμφωνα με άλλο μφκο, θ Ελαϊσ, θ Σπερμϊ και θ Οινϊ που τα ονόματά τουσ ςυνδζκθκαν με τα τρία βαςικά προϊόντα του ελλθνικοφ χϊρου (λάδι, ςιτάρι, κραςί) ιταν κόρεσ του Άνιου και εκείνοσ με τθ ςειρά του παιδί του Διονφςου και τθσ Αριάδνθσ. ο Άνιοσ πιγε ςτο ιερό νθςί τθσ Διλου και παντρεφτθκε τθ Δωρίππθ και απζκτθςε τρεισ κόρεσ που τισ είπαν Σινοτρόπουσ ι Σινοφόρουσ. Χ’ αυτζσ ο παπποφσ τουσ ο Διόνυςοσ ζδωςε ζνα μοναδικό χάριςμα: "ποιείν εκ γθσ ζλαιον, ςίτον και οίνον".

ΟΛ Κ΢ΘΤΕΣ ΚΑΛ ΤΟ ΛΕ΢Ο ΤΩΝ ΔΕΛΦΩΝ Σ Απόλλωνασ, ςφμφωνα με τθν ελλθνικι μυκολογία, μεταμορφϊκθκε ςε δελφίνι και οδιγθςε ζνα Ξρθτικό πλοίο ςτουσ Δελφοφσ, κακοδθγϊντασ τουσ ναυτικοφσ να χτίςουν εκεί το ιερό του. Εκεί αργότερα ιδρφκθκε και θ γνωςτι αδελφότθτα (αμφικτιονία) τθσ Φκιϊτιδασ και όπου ακοφςτθκε για πρϊτθ φορά το όνομα Ζλλθν και το Ελλανοδίκεσ. Σι Δελφοί, λζνε, πιραν το όνομα αυτό από τθν αρχαϊκι λζξθ δελφίσ = δελφίνι. Ετυμολογικά «Δελφοί»  θ (α)δελφότθτα, οι (α)δελφοί κ.τλ., όμωσ ςτθν κυριολεξία οι τθσ αυτισ «δελφίδοσ» = οι τθσ αυτισ γενετικισ κοιλιάσ, μιτρασ. Prbl: Ελλάσ = οι τθσ εαυτισ λάασ, λασ = ο πθλόσ, θ φλθ. Οάοσ = το ανόργανο ςϊμα, θ πζτρα, ο λίκοσ και λαόσ = θ ενόργανθ φλθ: ο άνκρωποσ ι ο ςτρατόσ ωσ ενόργανα ςϊματα. Απολλόδωροσ και Τμθροσ: «Οαοφσ δε λίκουσ ποίθςε Ξρονίων», που ςθμαίνει, τθν ανόργανθ φλθ εποίθςε ο χρόνοσ ςε οργανικι.

82

ΡΛΟΥΤΑ΢ΧΟΥ («ΚΘΣΕΥΣ»)

ΔΛΑΜΑΧΘ ΑΚΘΝΑΛΩΝ - Κ΢ΘΤΩΝ ΚΑΛ ΤΟ ΤΛΜΘΜΑ ΜΛΝΩΤΑΥ΢ΟΣ

15. Οίγο πιο φςτερα ιρκαν από τθν Ξριτθ να πάρουν το δαςμό. Σι πιο πολλοί ςυγγραφείσ ςυμφωνοφν ότι, επειδι νομίςτθκε πωσ ο Ανδρόγεωσ πζκανε ςτθν Αττικι με δόλο, ο Πίνωασ προςκαλοφςε με τουσ πολζμουσ πολλζσ ςυμφορζσ ςτουσ κατοίκουσ, κακϊσ επίςθσ και ο κεόσ ςτθ χϊρα τουσ, όπου ζπεςε πολλι αφορία και αρρϊςτιεσ και ςτζρεψαν τα ποτάμια. Ξαι ότι, επειδι ο Κεόσ πρόςταξε να ηθτιςουν να εξιλεωκοφν από το Πίνωα και να τον θμερϊςουν για να καταςιγάςει θ οργι και να μπει τζρμα ςτισ ςυμφορζσ, αυτοί ζςτειλαν πρζςβεισ και με παρακάλια πζτυχαν να ςυνάψουν ςυνκικεσ, με τον όρο να ςτζλνουν κάκε εννζα χρόνια ςαν δαςμό εφτά νζουσ και άλλεσ τόςεσ νζεσ. Τςο για τθν τφχθ των παιδιϊν αυτϊν, ο πιο τραγικόσ μφκοσ λζει, πωσ, αφοφ ζφταναν ςτθν Ξριτθ τουσ ζτρωγε ο Πινϊταυροσ ςτο Οαβφρινκο ι πωσ πζκαιναν εκεί μζςα κακϊσ περιπλανιόταν και δεν μποροφςαν να βρουν τθν ζξοδο. Σ Πινϊταυροσ ιταν κατά τον Ευριπίδθ «τερατϊδεσ και ςφμμειχτο κρζμμα και πλαςμζνοσ με διπλι φφςθ ταφρου και ανκρϊπου («ςφμμεικτον είδοσ και αποφϊλιον βρζφοσ γεγονζναι και Ψαφρου μεμείχκαι και βροτοφ διπλι φφςει»). 16. Σ Φιλόχοροσ όμωσ γράφει πωσ οι Ξριτεσ δε ςυμφωνοφν ςε αυτά, αλλά λζγουν πωσ ο Οαβφρινκοσ ιταν μια φυλακι χωρίσ τίποτε το κακό εξόν από το να μθν μποροφν οι φυλακιςμζνοι να φφγουν, και πωσ ο Πίνωασ τελοφςε ςτθ μνιμθ του Ανδρόγεω γυμνικό αγϊνα δίνοντασ για βραβεία ςτουσ νικθτζσ τουσ νζουσ, που τουσ φφλαγε ςτο Οαβφρινκο. Χτουσ πρϊτουσ αγϊνεσ νικοφςε ο πιο ιςχυρόσ τότε ςτρατθγόσ του Πίνωα με το όνομα Ψαφροσ, άνκρωποσ ςκλθρόσ και ανιμεροσ, που φερόταν ςτα παιδιά των Ακθναίων αλαηονικά και βάναυςα. Σ Αριςτοτζλθσ ςτο ζργο του Βοττιαίων Υολιτεία>> φαίνεται και αυτόσ πωσ δε νομίηει ότι τουσ νζουσ τουσ ςκότωνε ο Πίνωασ, αλλά τουσ ζβριςκαν τα γθρατειά κάνοντασ καταναγκαςτικά ζργα. Ξαι κάποτε οι Ξρθτικοί, ξοφλϊντασ ζνα παλιό τάξιμό τουσ, ζςτειλαν ςτουσ Δελφοφσ απαρχιν>> ανκρϊπων, όπου αναμείχκθκαν και απόγονοι από εκείνουσ. Ξαι επειδι δεν μποροφςαν να ςυντθρθκοφν εκεί, ςτθν αρχι πιγαν ςτθν Λταλία, όπου κατοίκθςαν ςτθν Λαπυγία. Από εκεί ζφυγαν και πιγαν ςτθ Κράκθ και ονομάςτθκαν Βοττιαίοι’ γι αυτό οι κόρεσ των Βοττιαίων, όταν τελοφν κάποια κυςία, λζνε τθν επωδό «ίωμεν εισ Ακινασ». Ψο Πίνωα ςυνζχεια τον κακολογοφςαν και τον ζβριηαν ςτα αττικά κζατρα και οφτε ο Θςίοδοσ τον ωφζλθςε με να τον πει βαςιλεφτατον» οφτε ο Τμθροσ καλϊντασ τον οαριςτιν Διόσ>>, αλλά υπερίςχυςαν οι τραγικοί ποιθτζσ που από το λογείο και τθ ςκθνι το περιζλουςαν με αδοξία διδάςκοντασ πωσ ςτάκθκε βίαιοσ και κακόσ. Ξι ασ λζνε πωσ ο Πίνωασ ζγινε βαςιλιάσ και νομοκζτθσ και ο Φαδάμανκυσ δικαςτισ και φφλακασ των νόμων που κζςπιςε εκείνοσ.

83

Θ ΦΛΛΟΡΑΤ΢ΛΑ ΚΑΛ ΚΥΣΛΑ ΤΟΥ ΚΘΣΕΑ

17. Τταν, λοιπόν, ιρκε ο χρόνοσ του τρίτου δαςμοφ και ζπρεπε οι πατζρεσ που είχαν αγόρια να τα δϊςουν για κλιρωςθ, πάλι άρχιςε να διαβάλλεται ο Αιγζασ από τουσ πολίτεσ που ζκλαιγαν και ατακτοφςαν, πωσ, όντασ εκείνοσ αίτιοσ για όλα, μόνοσ αυτόσ δε ςυμμετζχει ςτθν αποηθμίωςθ διόλου, αλλά προορίηοντασ τθν εξουςία για ζνα νόκο και ξζνο παιδί (ενν. το Κθςζα, επειδι ιταν νόκο παιδί του Αιγζα και τθσ Αίκρασ), αδιαφορεί αν αυτοί εγκαταλείπονται ζρθμοι από τα γνιςια παιδιά τουσ. Αυτά πίκραναν το Κθςζα και κρίνοντασ πωσ ιταν δίκαιο να μθ μείνει αδιάφοροσ, αλλά να ςυνταυτίςει τθν τφχθ του με τθν τφχθ του με τθν τφχθ των πολιτϊν, πιγε και προςφζρκθκε χωρίσ κλιρο. Σι άλλοι τότε καφμαςαν τθν απόφαςθ του και χάρθκαν για τθν αγάπθ του ςτο λαό, ενϊ ο Αιγζασ, βλζποντασ τον αμετάπειςτο και αμετάτρεπτο παρ’ όλα του τα παρακάλια και τισ ικεςίεσ, κλιρωςε τουσ υπόλοιπουσ νζουσ……. Χτισ προθγοφμενεσ αποςτολζσ δεν υπιρχε καμιά ελπίδα ςωτθρίασ, γι αυτό οι Ακθναίοι ζςτελναν το πλοίο με μαφρα πανιά, αφοφ ταξίδευε ςε μια βζβαιθ ςυμφορά. Τμωσ, τότε, επειδι ο Κθςζασ ενκάρρυνε τον πατζρα του και του ζλεγε τον υπεριφανο λόγο πωσ κα ςκοτϊςει το Πινϊταυρο, αυτόσ ζδωςε ςτον κυβερνιτθ ζνα άλλο άςπρο πανί (ιςτίον), διατάηοντάσ τον ςτθν επιςτροφι, αν ζχει ςωκεί ο Κθςζασ, να ςθκϊςει το άςπρο, διαφορετικά να πλζει με το μαφρο δθλϊνοντασ ζτςι τθ ςυμφορά. Ξαι ο Χιμωνίδθσ λζει πωσ ο Αιγζασ δεν ζδωςε λευκό πανί, αλλά πορφυρζνιο («Φοινίκειον ιςτίον» = ιςτίο με χρϊμα ωσ του αίματοσ του φόνου), βαμμζνο ςτο υγρό άνκουσ ολάνκιςτου πριναριοφ για ςθμάδι τθσ ςωτθρίασ τουσ. Ψο πλοίο κυβζρναγε (εκυβζρνα δε τθν ναυ) Σ Αμαρςυάδασ Φζρεκλοσ ωσ λζει ο Χιμωνίδθσ, ενϊ ο Φιλόχοροσ υποςτθρίηει πωσ ο Κθςζασ πιρε από το Χαλαμίνο Χκίρο το Ραυςίκοο για κυβερνιτθ και το Φαίακα για πθδαλιοφχο (πρωρζα), γιατί οι Ακθναίοι δεν είχαν ςτραφεί ακόμθ ςτθν κάλαςςα και πωσ ζνα από τουσ νζουσ, ο Πενζςκθσ, ιταν εγγονόσ του Χκίρου….. 18. Τταν ζγινε θ κλιρωςθ, ο Κθςζασ παρζλαβε τουσ νζουσ από το πρυτανξείο και ιρκε ςτο Δελφίνιο, όπου αφιζρωςε ςτον Απόλλωνα για χάρθ τουσ το κλαδί τθσ Λκετθρίασ – ιταν κλαδί από ιερι ελιά ςτολιςμζνο με άςπρο μαλί……

Θ ΑΓΑΡΘ ΤΘΣ Α΢ΛΑΔΝΘΣ ΣΥΝΚΘΚΘ ΦΛΛΛΑΣ ΑΚΘΝΑΛΩΝ - Κ΢ΘΤΩΝ

19. Ξαι ςαν ζφταςε ςτθν Ξριτθ, ο Κθςζασ, θ Αριάδνθ που, κακϊσ λζγουν ςτισ διθγιςεισ ι ςτα τραγοφδια τουσ οι περιςςότεροι, τον αγάπθςε, του ζδωςε το λίνο (= νιμα) και του δίδαξε τον τρόπο να τα καταφζρει ςτα ςτριφογυρίςματα του Οαβφρινκου κι ζτςι αυτόσ ςκότωςε το Πινϊταυρο και ζφυγε παίρνοντασ μαηί του τθν Αριάδνθ και τουσ νζουσ………….. Ξάπωσ αλλιϊσ και πιο επίςθμα ζγραψε γι αυτά τα πράγματα ο Ξλείδθμοσ, αρχίηοντασ και από πιο παλιά, πωσ δθλαδι υπιρχε κοινι απόφαςθ των Ελλινων να 84

μθν ταξιδζψει από πουκενά πλοίο (τριιρθ) που να χωράει πλιρωμα πάνω από πζντε άνδρεσ και πωσ μονάχα ο άρχοντασ τθσ Αργϊσ (άρχοντα τθσ Αργοφσ) Λάςωνα ζπλευςε κακαρίηοντασ τθ κάλαςςα από τουσ λθςτζσ. Τταν ……..…. άρχιςε όμωσ ο Κθςζασ να φτιάχνει πλοία, άλλα ςτουσ Κυμαιτάδεσ, ςτθν Αττικι, μακριά από το δρόμο όπου κυκλοφοροφςαν οι ξζνοι και άλλα με τον Υιτκζα ςτθν Ψροιηινα, κζλοντασ να μθ τον πάρουν είδθςθ. Ξαι όταν τα πλοία ετοιμάςτθκαν, ξεκίνθςε (ο Κθςζασ) για τθν Ξριτθ ζχοντασ για οδθγοφσ το Δαίδαλο και φυγάδεσ από τθν Ξριτθ. Σι Ξριτεσ νόμιηαν πωσ πλθςιάηουν πλοία φιλικά, ο Κθςζασ ζγινε κφριοσ του λιμανιοφ, αποβιβάςτθκε και πρόφταςε να ζρκει ςτθν Ξνωςό χωρίσ να ςυναντιςει αντίςταςθ. Χτισ πφλεσ του λαβφρίνκου ζδωςε μάχθ και ςκότωςε το Δευκαλίωνα (γιο του Πίνωα) και τουσ δορυφόρουσ του. Χτα πράγματα ιρκε θ Αριάδνθ και ο Κθςζασ ζκαμε μαηί τθσ ςυνκικθ, πιρε τουσ νζουσ και ζνωςε τουσ Ακθναίουσ με φιλία με τουσ Ξριτεσ, που ορκίςτθκαν ότι ποτζ πια δεν κα ςικωναν τα όπλα.

ΤΑ ΡΑΚΘ ΤΟΥ Ε΢ΩΤΑ ΤΘΣ Α΢ΛΑΔΝΘΣ

20. Υολλά ακόμα λζγονται γι αυτά και για τθν Αριάδνθ, χωρίσ να ζχουν τίποτε κοινό μεταξφ τουσ. Άλλοι λζγουν πωσ αυτι, θ Αριάδνθ, κρεμάςτθκε γιατί τθν εγκατζλειψε ο Κθςζασ, άλλοι πωσ ναφτεσ («υπό ναυτϊν») τθν ζφεραν ςτθν Ράξο όπου παντρεφτθκε τον ιερζα του Διόνυςου Σίναρο, γιατί ο Κθςζασ αγάπθςε άλλθ και τθν παράτθςε – τον ζλιωνε δεινόσ ζρωτασ για τθν Υανοπθίδα Αίγλθ….. Άλλοι πάλι λζνε πωσ θ Αριάδνθ ζκαμε με το Κθςζα τον Σινοποίωνα και το Χτάφυλο. Ζνασ από αυτοφσ είναι και ο Χίοσ ποιθτισ Λϊν, που γράφει για τθν πατρίδα του: Ψθν ζκτιςε μια φορά κι ζναν καιρό ο Κθςείδθσ Σινοπίων. Ψι πιο γνωςτζσ από τισ διθγιςεισ τισ ξζρουν όλοι. Σ Υαίων πάντωσ ο Αμακοφςιοσ γράφει ςχετικά κάτι άλλο. Οζει δθλαδι πωσ ο Κθςζασ ξζπεςε από τθν κακοκαιρία ςτθν Ξφπρο ζχοντασ μαηί του τθν Αριάδνθ ζγκυο. Ξαι κακϊσ αυτι ιταν άρρωςτθ από τθ καλαςςοταραχι και του παραπονιόταν, τθν ζβγαλε ςτθ ςτεριά ενϊ ο ίδιοσ, κακϊσ επιςκεφαηε το πλοίο, παραςφρκθκε πάλι ςτο πζλαγοσ. Σι ντόπιεσ γυναίκεσ πιραν τθν Αριάδνθ τότε γεμάτθ κλίψθ ςτθ μοναξιά τθσ, τθν περιποιικθκαν και τθσ παρουςίαςαν πλαςτό γράμμα, γραμμζνο τάχα από το Κθςζα, τθ βοικθςαν και τθσ παραςτάκθκαν ςτουσ πόνουσ τθσ γζννασ, αλλά πζκανε χωρίσ να προφτάςει να γεννιςει και τθν ζκαψαν…… Αλλά και μερικοί Ράξιοι αναφζρουν ςε παραλλαγι πωσ υπιρχαν δυο Πίνωεσ και δυο Αριάδνεσ, από τισ οποίεσ θ μια παντρεφτθκε το Διόνυςο ςτθ Ράξο και γζννθςε τον Σινοπίωνα και το Χτάφυλο, ενϊ θ άλλθ τθν άρπαξε ο Κθςζασ και, όταν τθν εγκατζλειψε, αυτι ιρκε ςτθ Ράξο μαηί με μια τροφό τθσ, τθν Ξορκφνθ, που δείχνουν τον τάφο τθσ……

85

ΤΟ ΜΑΥ΢Ο Χ΢ΩΜΑ ΕΛΝΑΛ ΤΘΣ ΛΥΡΘΣ Ο ΚΑΘΜΟΣ ΤΟΥ ΡΑΤΕ΢Α

21. Φεφγοντασ ο Κθςζασ από τθν Ξριτθ ιρκε ςτθ Διλο. Εκεί κυςίαςε ςτο κεό και αφιζρωςε ζνα άγαλμα τθσ Αφροδίτθσ που του το είχε δϊςει θ Αριάδνθ, χόρεψε με τουσ Ακθναίουσ νζουσ ζνα χορό, που λζνε πωσ και τϊρα τον χορεφουν οι Διλιοι και που ιταν μιμικι αναπαράςταςθ των πολφςτροφων κφκλων του Οαβφρινκου, ςε ζνα ρυκμό που είχε διαδοχικζσ κινιςεισ και αναπτφξεισ. Σ Δικαίαρχοσ ςθμειϊνει πωσ το είδοσ αυτοφ του χοροφ λζγεται «γζρανοσ» από τουσ Διλιουσ…… 22. Τταν πλθςίαηαν ςτθν Αττικι, ξζχαςαν από τθ χαρά τουσ και ο ίδιοσ και ο κυβερνιτθσ του πλοίου να ςθκϊςουν το πανί που κα ζδειχνε ςτον Αιγζα πωσ ςϊκθκαν, οπότε αυτόν τον πιρε θ απόγνωςθ κι ζπεςε από τον βράχο (ενν. τθσ ακρόπολθ) και ςκοτϊκθκε. 23. Ψο πλοίο, με το οποίο είχε ταξιδεφςει ςτθν Ξριτθ μαηί με τουσ νζουσ και γφριςε (ΣΚθςζασ), ζνα πλοίο με τριάντα ςειρζσ κουπιά («τριαντακόνταροσ»), οι Ακθναίοι το φφλαγαν ωσ τα χρόνια του Δθμιτριου Φαλθρζα….

«… Ενϊ θ λικθ του Κθςζα και τθν αμζλεια, ςχετικά με τα πανιά του πλοίου, νομίηω πωσ μόνο φςτερα από πολλζσ παρακλιςεισ, και μάλιςτα ςε χαλαροφσ δικαςτζσ, κα μποροφςαμε να τον απαλλάξουμε από τθν ευκφνθ τθσ πατροκτονίασ. Ξι ακριβϊσ επειδι κατάλαβε κάποιοσ αττικόσ ςυγγραφζασ, πωσ, ςε όποιον κα ‘κελε να τον δικαιολογιςει, κα του ιταν πολφ δφςκολο, επινόθςε το μφκο ότι ο Αιγζασ, κακϊσ ερχόταν το πλοίο, τρζχοντασ προσ τθν Ακρόπολθ για να τον δει (τον Κθςζα), ςκόνταψε και ζπεςε (ενν. πάνω από τθν Ακρόπολθ και ςκοτϊκθκε), ςαν να ιταν χωρίσ ςυνοδοφσ ι κζλοντασ να τον απαντιςει βιαςτικά ςτθ κάλαςςα (ενν. ζπεςε ςτθ κάλαςςα και πνίγθκε και από εκεί ονομάςτθκε ζτςι το Αιγαίον πζλαγοσ, ςφμφωνα με τθν άλλθ εκδοχι του μφκου), ςαν να μθ είχε ακολουκία… » (Υλουτάρχου «Κθςεφσ – Φωμφλοσ», 5)

86

View more...

Comments

Copyright ©2017 KUPDF Inc.
SUPPORT KUPDF