Η ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ (ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ)

September 4, 2017 | Author: ammanolakis | Category: N/A
Share Embed Donate


Short Description

Download Η ΓΕΝΝΗΣΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ (ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ)...

Description

ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ ΕΙΣ ΤΗΝ

ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΝ 1

.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ΄



Γέννησίς Σου Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡµῶν, ἀνέτειλε τῷ κόσµῳ, τὸ φῶς τὸ τῆς γνώσεως. ἐν αὐτῇ γὰρ οἱ τοῖς ἄστροις λατρεύοντες, ὑπὸ ἀστέρος ἐδιδάσκοντο, Σὲ προσκυνεῖν τὸν Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης, καὶ Σὲ γινώσκειν ἐξ ὕψους Ἀνατολήν. Κύριε δόξα Σοι (ἐκ γ’). Κοντάκιον. Ἦχος γ΄. Αὐτόµελον



Παρθένος σήµερον, τὸν Ὑπερούσιον τίκτει, καὶ ἡ γῆ τὸ Σπήλαιον, τῷ ἀπροσίτῳ προσάγει. Ἄγγελοι, µετὰ Ποιµένων δοξολογοῦσι. Μάγοι δέ, µετὰ ἀστέρος ὁδοιποροῦσι. δι’ ἡµᾶς γὰρ ἐγεννήθη, Παιδίον νέον, ὁ πρὸ αἰώνων Θεός.

2

3

4

5

6

7

8

9

10

Εικών Γεννήσεως Λεωνίδα Ουσπένσκυ

Η εικών της Γεννήσεως του Κυρίου φαίνεται συχνά, εις τα όμματα των αμυήτων, φορτωμένη με περιττάς λεπτομερείας. Η σύνθεσίς της εμφανίζεται ως κάπως παιδαριώδης, απερρυθμισμένη, μάλλον διασκεδαστική παρά σοβαρά. Εντούτοις, αν προσπαθήσωμεν να διεισδύσωμεν εις το πνευματικό νόημα αυτής της εικόνος και εις την σημασίαν αυτών των λεπτομερειών, θα ίδωμεν ότι αύτη η απλοϊκότης και αυτή η αφέλεια καλύπτουν τοιούτο βάθος περιεχομένου, το οποίον θα μας ενθυμίση τους λόγους του Ευαγγέλιου: « Ος εάν μη δέξηται την βασιλεία του Θεού ως παιδίον, ου μη εισέλθη εις αυτήν» ( Λουκ . ια, 17). Η εικών της Γεννήσεως δεν χρησιμεύει δια την παράστασιν του τάδε

ή του δείνα ιδιαιτέρου κειμένου, εκ των αφορώντων εις την εορτήν αυτήν. Βασιζόμενη εις την Αγία Γραφήν και την Ι. Παράδοσιν, θέτει προ οφθαλμών και μας αποκαλύπτει το δογματικό περιεχόμενο και το νόημα της εορτής εν συνόλω. Τόσον με τα χρώματά της όσο και με τον πλούτο των λεπτομερειών της, ίσως ακριβώς εξαιτίας της « αφελότητος » των, είναι η πλέον χαρμόσυνος από τας εορτίους εικόνας.

Η εικογραφική παράδοσις της Ορθοδόξου Εκκλησίας διατηρεί ως πο-

λύτιμον παρακαταθήκην την κλασσικήν εικονογραφικήν εκδοχήν της Γεννήσεως του Χριστού, εκδοχήν πληρεστάτην και πλουσιωτάτην εις περιεχόμενον. Το πρωτότυπόν της ευρίσκεται επί αμπουλών (μικρών δοχείων επί των οποίων προσκυνηταί, επιστρέφοντες εκ των Αγίων Τόπων, μετέφερον ολίγον έλαιον επί τας κανδήλας τας ανημμένας εκεί). Χρονολογούνται μεταξύ του Δ΄ και του ΣΤ΄αιώνος, αρκεταί δε από αυτάς φυλάσσονται εις τον καθεδρικόν ναόν της Monza, πλησίον του Μιλάνου. Επί των αμπουλών αυτών παρίσταντο διάφορα γεγονότα σχετικά με τους Αγίους Τόπους. Γνωρίζομεν, ότι, εις τον τόπον Γεννήσεως του Σωτήρος, ο Μ. Κωνσταντίνος ήγειρε ναόν, όπου το σπήλαιον ένθα ετέχθη ο Κύριος, εχρησίμευε ως κρύπτη. Εκεί, πιθανότατα, παρίσταντο η σκηνή της Γεννήσεως, την οποία επαναλαμβάνουν αι αμπούλαι και η οποία εχρησίμευεν ως πρωτότυπον δια την εικονογραφία της εορτής. Η κλασσική εκδοχή είναι η κάτωθι: εις το κέντρο, προ ενός βάθους από όρη, το σπήλαιο με τον Κύριο ανακεκλιμένον εις την φάτνη, μεταξύ δύο ζώων. Παραπλεύρως η Θεοτόκος ανακεκλιμένη επί στρωμνής. Εις το άνω μέρος της εικόνος οι άγγελοι και ο Αστήρ. Οι ποιμένες από το άλλο, οι Μάγοι ερχόμενοι να προσκυνήσουν

11

τον Χριστό. Κάτω, εις εκάστη γωνία, μια σκηνή: δύο γυναίκες νίπτουν το Βρέφος και ο Ιωσήφ, καθήμενος απέναντι γέροντος ορθού, στηριζομένου επί ράβδου. Ως προς το περιγραφικό στοιχείο, η εικών ανταποκρίνεται εις το κοντάκιο (ήχος Γ΄):

«Η

Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει και η γη το σπήλαιον τω Απροσίτω προσάγει. Αγγελοι μετά ποιμένων δοξολογούσι, Μάγοι δε μετά Αστέρος οδοιπορούσιν . Δι’ ημάς γαρ εγεννήθη παιδίον νέον, ο προ αιώνων υπάρχων Θεός».

Η εικών προσθέτει συνήθως δύο σκηνάς, τοποθετουμένας εις τας κάτω δύο

γωνίας, τας οποίας το κοντάκιον δεν μνημονεύει και αι οποίαι είναι ειλημμέναι από την Παράδοσιν .

Εις το περιεχόμενόν της, η εικών της Γεννήσεως έχει δύο όψεις: Προ

παντώς αποκαλύπτει αυτήν ταύτην την ουσίαν της Εορτής, το γεγονός της πραγματικής σαρκώσεως του Θεού. Μας θέτει ενώπιον μιας ορατής μαρτυρίας του θεμελιώδους δόγματος της πίστεώς μας, υπογραμμίζουσα με τας λεπτομέρειάς της τόσο την θεότητα όσο και την ανθρωπότητα του σαρκωθέντος Λόγου. Κατά δεύτερον λόγον, η εικών της Γεννήσεως μας δεικνύει την επενέργειαν αυτού του γεγονότος επί της φυσικής ζωής του δημιουργημένου κόσμου και ανοίγει, κατά κάποιον τρόπο, την προοπτική όλων των συνεπειών της. Διότι σύμφωνα με τον Αγιο Γρηγόριο τον Νανζιανζηνό, η Γέννηση του Κυρίου δεν είναι η εορτή της Δημιουργίας αλλά η εορτή της Αναδημιουργίας (Λόγος ΛΗ΄), μία ανανέωσις αγιάζουσα το σύμπαν. Η ενανθρώπισης του Θεού δίδει εις τον κόσμο ολόκληρο νόημα νέο, το οποίο είναι ο σκοπός και ο λόγος υπάρξεώς του: την προσεχή του μεταμόρφωσιν . Δια τούτο όλη η κτίσις λαμβάνει μέρος εις το μυστήριον της Γεννήσεως του Λυτρωτού και βλέπομεν γύρω από τον Θεάνθρωπο τους εκπροσώπους όλων των κτισμάτων, προσφέροντας δείγματα της ευγνωμοσύνης των, κατά το ωραίον στιχηρόν: οι άγγελοι τον ύμνον, ο ουρανός τον αστέρα, οι Μάγοι τα δώρα, οι ποιμένες τον θαυμασμόν των, η γη το σπήλαιον, η έρημος την φάτνην, ημείς δε Παρθένον Μητέρα. Η εικών προσθέτει τα ζώα και τα φυτά, δώρα του ζωικού και του φυτικού βασιλείου.

Το κέντρο της συνθέσεως ανταποκρίνεται εις το κεντρικό χρονικό σημείο

της Εορτής. Όλαι αι λεπτομέρειαι συγκλίνουν, δια να το είπωμεν ούτω, προς αυτό το κέντρον: το Παιδίον, εσπαργανωμένον, ανακεκλιμένον εις την φάτνην, εντός του σπηλαίου. Τα ευαγγέλια δεν λέγουν τίποτε δια το σπήλαιον. Μας ομιλεί δι αυτό η Παράδοσις. Η αρχαιοτέρα των σχετικών γραπτών μαρτυριών χρονολογείται εις τον Β΄ αιώνα:είναι εκείνη του φιλοσόφου και μάρτυρος Ιουστίνου, όστις ομιλεί σχετικώς εις τον Προς Τρύφωνα διάλογο (155 ή 160).

12

Το εις την φάτνην Παιδίον είναι ο Θεός, όστις εφάνη εις τους « καθημένους εν σκότει και σκιά θανάτου», κατέβη έως τα κατώτατα της γης, εις το σπήλαιον, ίνα ελευθερώση τον άνθρωπον από την κατάρα της βαρυνούσης αυτόν αμαρτίας, μεταμορφώση την φύσιν του και υψώση αυτήν εις θείαν περιωπήν . Ο Αγιος Γρηγόριος ο Νύσσης συγκρίνει την εντός του σπηλαίου Γέννησιν με το πνευματικό φως το λάμψαν εις τα σκότη του θανάτου, τα οποία περιβάλλουν το ανθρώπινο γένος. Η μέλαινα οπή του σπηλαίου εις την εικόνα παριστάνει συμβολικώς τον πληγέντα, εξαιτίας του ανθρώπου, από την αμαρτία του κόσμον, όπου ανατέλλει ο «Ήλιος της δικαιοσύνης». Το κατά Λουκάν Ευαγγέλιο ομιλεί δια την φάτνην και τα σπάργανα εις

την διήγησιν της Γεννήσεως. «Και εσπαργάνωσεν αυτόν και ανέκλινεν αυτόν εν τη φάτνη». Και ολίγον κατόπιν η φάτνη και τα σπάργανα αναφέρονται ως σημείον δοθέν από τον άγγελο εις τους ποιμένας, σημείον δια του οποίου θα ανεγνώριζον ούτοι τον Σωτήρα των: «Και τούτο υμίν το σημείον . Ευρήσετε βρέφος εσπαργωμένον, κείμενο εν φάτνη». Η φάτνη, εις την οποία ο Χριστός ανεκλίθη, υπήρχε, σύμφωνα με ορισμένας μαρτυρίας, μέχρι του Δ΄ αιώνος. Μετά το έτος 400 ο Αγιος Ιερώνυμος λέγει με λύπη: «Ω, αν μου εδίδετο η χάρις να ίδω την φάτνην, όπου ο Κύριος ανεκλίθη ! Αλλά αλλοίμονο, το αίσθημα της ευλαβείας προς τον Χριστόν έκαμε ώστε να αφαιρεθή η πήλινη φάτνη και να αντικατασταθή από μιαν αργυράν φάτνην . Αλλά δι εμέ πόσον πολυτιμοτέρα ήτο η αφαιρεθείσα! Ο εις αυτήν γεννηθείς κατεδίκαζε τον χρυσόν και τον αργυρόν ». Το αναφερθέν ανωτέρω στιχηρόν μας λέγει ότι η φάτνη υπήρξε δώρον, το οποίον η έρημος προσέφερε εις το θείο Παιδίον . Η έννοια αυτών των λόγων μας αποκαλύπτεται από τον Αγιο Γρηγόριο τον Νανζιανζηνόν, όστις μας λέγει ( Ομ . ΛΗ΄): Ανθρωπε όστις κατήντησες άλογος, πρόσπεσον προ της φάτνης, δια της οποίας μεγαλώνεις, τρεφόμενος από τον Λόγον . Η έρημος αυτή (δηλαδή εις τόπος ακατοίκητος), η οποία προσέφερε την φάτνην ως άσυλο εις τον Κύριό μας, τον μην γενόμενον δεκτόν από τον πολιτισμένον κόσμον, είχε προτυπωθή εις της Παλαιάν Διαθήκην : διότι, πράγματι, εις την έρημον ενεφανίσθη εις τον εβραϊκόν λαόν το μάννα, ο άρτος του ουρανού, όστις τον διέθρεψε, προφητική εικών της θείας Ευχαριστίας. Ιδού, λοιπόν, ότι ο βρέξας το μάννα εις την έρημον δια τον εβραϊκόν λαόν έγινε ο ίδιος ο άρτος της θείας Ευχαριστίας. Ο άρτος αυτός, όστις μας διατρέφει, είναι ανακεκλιμένος εις την φάτνην, εικόνα της Προθέσεως. Αυτός όστις θα γίνη ο ευχαριστιακός Αμνός ο υψούμενος επί του θυσιαστηρίου.

Η σάρκωσις του Θεού άρχεται και καταλήγει με την ταπείνωσιν . Η

ταπείνωσις αυτή, όπως ακούομεν εις τον Όρθρον εμφαίνεται εις την απουσίαν σκήπτρων και θρόνων, εις την εσχάτην πτωχείαν, διότι τι είναι ευτελέστερον του

13

σπηλαίου και τι ταπεινότερον των σπαργάνων; Το σπήλαιο, η φάτνη, τα σπάργανα, περί των οποίων μας ομιλούν τα ιερά κείμενα, και τα οποία μας δεικνύει η εικών, είναι όλα δείγματα της κενώσεως της θεότητος, της ταπεινώσεώς της, της ολοκληρωματικής συγκαταβάσεως Εκείνου, όστις, αόρατος κατά την θεότητά Του, γίνεται ορατός κατά την ανθρωπότητα, γεννάται εντός του σπηλαίου και αφήνεται να εντυλιχθεί εις σπάργανα, προτυπών ούτω τον θάνατόν Του, τον τάφο Του, τα νεκρικά Του σπάργανα.

Εντός του σπηλαίου, αμέσως πλησίον του Κυρίου μας, βλέπομεν τον βουν

και τον όνον . Εν τούτοις, εις όλας τας παραστάσεις της Γεννήσεως, ευρίσκομεν αυτά τα ζώα παρά το θείον Βρέφος. Τα ευαγγέλια δεν ομιλούν περί αυτών. Εν τούτοις, εις όλας τας παραστάσεις της Γεννήσεως, ευρίσκομεν αυτά τα ζώα παρά το θείο Βρέφος. Αυτή η θέσις, την οποίαν κατέχουν εις το κέντρον της εικόνος, δεικνύει την υπό της Εκκλησίας αποδιδόμενην σπουδαιότητα εις την εν λόγω λεπτομέρειαν . Η παρουσία το βοός και του όνου εξηγείται, βεβαίως, από την πρακτικήν ανάγκην ως το δεικνύει το Μηνιαίον του Δεκεμβρίου: η Παρθένος εταξίδευσε επιβαίνουσα όνου. Όσο για τον βουν, ούτος είχε φερθή από τον μνήστορα Ιωσήφ, όστις πωλών αυτόν, ήλπιζε να ανταποκριθή εις τα έξοδα. Αλλά αυτή η πρακτική ανάγκη δεν είναι λόγος αρκετός δια να τοποθετηθούν τα ζώα αυτά εις άμεσον γειτνίασιν με τον Σωτήρα μας. Δεν πρόκειται παρά δια την πλήρωσιν της προφητείας του ΗσαΣου (α΄3): «Έγνω βους τον κτησάμενον και όνος την φάτνην του Κυρίου αυτού. Ισραήλ δε με ουκ έγνω και ο λαός μου ου συνήκεν ». Δεν ευρέθη θέσις εις τας κατοικίας των ανθρώπων και οι άνθρωποι δεν εδέχθησαν τον σαρκωθέντα Θεόν . Το σπήλαιο και η φάτνη είναι η κατοικία των ζώων. Παριστάνουσαν τον βουν και τον όνον, η εικών μας ενθυμίζει την προφητείαν του Ησαϊου και μας καλεί εις την γνώσιν και την κατανόησιν του Μυστηρίου της Θείας Οικονομίας, η οποία πληρούται δια της Γεννήσεως.

Ο,τι προ παντός αλλού κάμνει εντύπωσιν, όταν αντικρύζωμεν την εικόνα

της Γεννήσεως, είναι η Παρθένος και η θέσις την οποίαν κατέχει. Η εικών υπογραμμίζει τον ρόλο και την σπουδαιότητα, την οποία η Εκκλησία αποδίδει εις την Θεομήτορα κατά την Γέννησιν του Χριστού, ήτοι κατά την εορτή αυτήν της αναπλάσεως. Η Παναγία είναι η ανακαίνισις όλων όσων εγεννήθησαν επί της γης, η νέα Εύα. Όπως ακριβώς η πρώτη Εύα έγινε η « μητήρ ζωής» όλων, ούτω και η νέα Εύα έγινε η Μήτηρ της δια της Σαρκώσεως του Θεού θεωθείσης ανθρωπότητος . Διότι η Σάρκωσις αυτή δεν είναι μόνο έργο της θείας θελήσεως, αλλ’ επίσης έργο της ελευθέρας εκλογής και της πίστεως της Παρθένου Μαρίας (βλ. τον λόγο του Νικολάου Καβάσιλα εις τον Ευαγγελισμόν ). Αλλ’ η «πρώτη Εύα», ήτις έγινε η μήτηρ της ζωής, έτεινεν ευήκοον ους εις τους λόγους του πειραστού, εις την παραδεισιακήν κατάστασιν, εκείνην της ανθρωπίνης

14

αθωότητος . Η Δευτέρα Εύα, εκλεγείσα δια να γίνη η Μήτηρ του Θεού, ήκουσε τον αγγελικόν λόγον, εις την κατάστασιν της ανθρωπίνης πτώσεως. Δια τούτο η μοναδική αυτή εκλογή δεν την χωρίζει από την υπόλοιπο ανθρωπότητα, από τους άλλους προγόνους και συνανθρώπους της, αγίους ή αμαρτωλούς, των οποίων εξεπροσώπει ό,τι καλύτερον είχον εντός αυτών ( V . Lossky, Panaghia, Messager de l ‘ exarcat, 4). Η Θεοτόκος είναι, μεταξύ των δειγμάτων ευγνωμοσύνης, τα οποία τα κτίσματα προσφέρουν εις τον Κτίστην των, το υπεροχώτερον, εκείνο το οποίο ο άνθρωπος προσφέρει εις το Θεό. Εις το πρόσωπο της Παρθένου, η πεπτωκυία ανθρωπότης δίδει την συγκατάθεσίν της δια την σωτηρία της, η οποία θα πραγματοποιηθή με τη θεία Σάρκωσιν . Η εικών της Γεννήσεως υπογραμμίζει αυτόν τον ρόλο της Θεομήτορος, καθιστώσα αυτήν προφανή όλως ιδιαιτέρως με την κεντρικήν θέσιν της, και, ενίοτε, ωσαύτως με τας διαστάσεις της. Εις πολλάς εικόνας, η Παναγία είναι το μεγαλύτερο όλων των προσώπων. Είναι εξηπλωμένη πλησιέσταστα εις το Παιδίον, επί στρωμνής, αλλά γενικώς έξω του σπήλαιου . Η στρωμνή αυτή είναι είδος φορητού στρώματος, το οποίον οι Ιουδαίοι έφερον μεθ ‘ εαυτών εις όλας τας μετακινήσεις του.

Η στάσις της Παρθένου είναι πάντοτε πολύ δηλωτική και συνδεδεμένη

με τα δογματικά προβλήματα τα τιθέμενα από την τάδε ή την δείνα εποχήν, εις τον τάδε ή εις τον δείνα τόπον. Αι τροποποιήσεις της υπογραμμίζουν σύμφωνα με την ανάγκη, πότε την θεότητα και πότε την ανθρωπότητα του Κυρίου. Ούτω, εις ωρισμένας παραστάσεις της Γεννήσεως, η Παρθένος είναι ημιανακεκλιμένη, ημικαθήμενη, η δε τοιαύτη στάσις της θέλει να σημάνει την απουσίαν ωδίνων και, κατά συνέπειαν, την εκ παρθενικής μήτρας γέννησιν και θείαν προέλευσιν του Παιδίου (κατά της πλάνης των Νεστοριανών). Αλλ’ εις το πλείστον των παραστάσεων της Γεννήσεως η Παρθένος είναι ανακεκλιμένη και εκφράζει με την στάσιν της την υπέρτατην κόπωσιν . Ο Νικόλαος Μεσαρίτης, περιγράφων μια τοιαύτην παράστασιν (εν ψηφιδωτόν της Εκκλησίας των Αγίων Αποστόλων της Κωνσταντινουπόλεως) λέγει, ότι η υπερβολική κόπωσις η εκφραζομένη υπό της άνευ ωδίνων τεξάσης Παρθένου πρέπει να υπενθυμίζει εις τους πιστούς, την απολύτως πραγματικήν ανθρωπότητα του Παιδίου («ώστε η Σάρκωσις να μην θεωρηθή φαινομενική»).

Περί την κεντρικήν σύνθεσιν του Παιδίου και της Μητρός του, βλέπομεν

τας λεπτομερείας, αι οποίαι ως είπομεν ήδη, μαρτυρούν συγχρόνως το γεγονός της Σαρκώσεως και την επενέργειάν του επί της κτίσεως.

Οι άγγελοι εκλπηρούν το διπλούν των λειτούργημα: δοξάζουν το Θεό και μηνύουν την καλήν είδησιν εις τους ανθρώπους. Η εικών εκφράζει αυτόν τον διπλούν ρόλο, παριστάνουσα άλλους αγγέλους εστραμμένους προς τα άνω, προς τον Θεόν, και άλλους καταβαίνοντας προς τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι αυτοί

15

είναι ποιμένες, άνθρωποι απλοϊκοί, οι οποίοι έχουν το προνόμιο να επικοινωνούν με τον υπερφυσικό κόσμο απ’ ευθείας εις την καθημερινή ζωή των, να είναι μάρτυρες ενός θαύματος. Παρίστανται εις την εικόνα ακούοντες την υμνολογία των αγγέλων και συχνά εις εξ αυτών παίζει αυλόν, αναμιγνύων την μουσικήν, τέχνην ανθρώπινην, με το αγγελικό άσμα.

Από την άλλη πλευρά του σπηλαίου, βλέπομεν τους Μάγους οδηγούμενους υπό του Αστέρος. Αυτό το άστρον αφήνει μια ακτίνα, καταλήγουσα απευθείας επάνω εις το σπήλαιον. Η ακτίς ενώνει επίσης τον Αστέρα με εν μέρος της σφαίρας, πέραν των ορίων της εικόνος, παριστανούσης συμβολικώς τον ουράνιον κόσμον . Η εικών δεικνύει ούτως, ότι αυτό το άστρον δεν είναι μόνον εν κοσμικόν φαινόμενον, αλλ’ επίσης και εις αγγελιοφόρος, εκ του επέκεινα, μηνύων ότι εγεννήθη επί της γης ο ανήκων εις τον ουρανόν .

Αν εις τους αγραμμάτους ποιμένας, το μυστήριον απεκαλύφθη απευθείας , υφ ενός αγγέλου, οι Μάγοι, άνδρες επιστήμονες, οφείλουν να διανύσουν μακρόν δρόμον, φέροντα αυτούς εκ της γνώσεως του σχετικού εις την γνώσιν του απολύτου με την μεσολάβησιν ενός αντικειμένου των ερευνών του. Ο Αγιος Βασίλειος ο Μέγας λέγει, ότι οι Πέρσαι αστρονόμοι μετέδιδον από γενεάς εις γενεάν την προφητείαν του Βαλαάμ, την αναφερόμενη εις το άστρον . Εις το Όρθρον των Χριστουγέννων ακούομεν, ότι ο Χριστός επλήρωσεν χαράς τους Μάγους, ερμηνευτάς των λόγων του αρχαίου μάντεως Βαλαάμ και σοφούς παρατηρητάς των αστέρων. Το άστρο είναι ούτω συγχρόνως εκπλήρωσις της προφητείας και το κοσμικόν φαινόμενον, του οποίου η μελέτη ωδήγησε τους σοφωτέρους των ανθρώπων εις το να προσκυνήσουν τον Ήλιο της δικαιοσύνης. Ούτος είναι το φως, το οποίον κατά τον Αγιο Λέοντα τον Μέγα, έλαμψεν εις τους εθνικούς και εκρύβη από τους Ιουδαίους. Η Εκκλησία βλέπει εις τους ποιμένας πρώτα τέκνα του Ισραήλ τα οποία προσεκύνησαν το Παιδίον Ιησού-, τας απαρχάς της Ιουδαϊκής Εκκλησίας, εις δε τους Μάγους - απαρχάς όλων των εθνών- την εξ εθνών Εκκλησία. Φέροντες εις τον Χριστόν τα δώρα των, τον καθαρό χρυσόν ως εις τον βασιλέα των αιώνων, τον λίβανον ως εις τον Θεόν του σύμπαντος και τη σμύρναν ως εις τον αθάνατον, όστις θα ήτο νεκρός τριήμερος, προλέγουν τον θάνατό Του και την Ανάστασή Του. Η Εκκλησία μαρτυρεί εις την προσκύνησιν των Μάγων ότι δέχεται και αγιάζει κάθε ανθρώπινη επιστήμη, ερχομένην προς αυτήν, αρκεί το σχετικό φως της έξω του χριστιανισμού αποκαλύψεως να οδηγεί τους υπηρετούντας αυτό εις την πρσκύνησιν του απολύτου φωτός. Ας προσθέσωμεν ότι οι Μάγοι παριστάνονται γενικώς εις διαφόρους ηλικίας, δια να υπογραμμισθή ότι η αποκάλυψις δίδεται εις τους ανθρώπους ανεξαρτήτως της ηλικίας των και της πείρας των εις την ζωήν . Κάτω, εις μία γωνίαν της εικόνος, δύο γυναίκες νίπτουν το Παιδίον . Αυτή

16

η σκηνή είναι ειλημμένη από την Παράδοσιν, την οποίαν μας μεταδίδουν εξίσου το Ευαγγέλιον του ψευδο -Ματθαίου και το Πρωτοευαγγέλιον του Ιακώβου. Είναι αι δύο μαίαι, τα οποίας ο μνήστωρ Ιωσήφ έφερε εις την παρθένον . Αυτή η σκηνή της καθημερινής ζωής δείχνει καθαρά ότι το Παιδίον τούτο είναι όμοιον προς όλα τα αρτιγέννητα, υποκείμενον εις τας απαιτήσεις της ανθρώπινης φύσεως. Αλλά, από το άλλο μέρος, σύμφωνα με την εξήγησιν του Νικολάου Μεσαρίτου, αι δύο μαίαι είναι συγχρόνως μάρτυρες της θείας καταγωγής του παιδίου : πράγματι, αφού ήλθαν καθυστερημέναι και δεν παρέστησαν κατά την Γέννησιν, η μία εξ αυτών, η δικαία Σαλώμη (ενίοτε παριστανομένη με φωτοστέφανον ) δεν επίστευσεν ότι μια παρθένος θα ηδύνατο να τέξη και ετιμωρήθη δια την απιστίαν της: η χειρ, η οποία είχε τολμήσει να ικανοποιήσει την περιέργειάν της, παρέλυσε. Μετανοήσασα και αψαμένη του Παιδίου, ιάθη .

Μία ακόμη λεπτομέρεια δεικνύει όλως ιδιαιτέρως ότι εις την Γέννησιν του

Κυρίου μας ηττήθη η τάξις της φύσεως. Είναι ο μνήστωρ Ιωσήφ. Δεν ανήκει εις την κεντρικήν σύνθεσιν του Παιδίου και της Μητρός του, χωρίζεται από αυτούς σαφώς. Δεν είναι ο πατήρ. Προ αυτού, υπό την μορφήν ποιμένος κύπτοντος υπό το βάρος των χρόνων, ίσταται ο διάβολος πειράζων αυτόν. Μερικαί εικόνες τον παριστάνουν είτε με μικρά κέρατα είτε με μόλις φαινομένην ουράν . Η παρουσία του διαβόλου και ο ρόλος του ως πειραστού έχουν μία όλως ιδιαιτέραν έννοιαν εις αυτήν την εορτή της αναπλάσεως. Η εικών, βασιζόμενη εις την παράδοσιν, μεταδίδει το νόημα ορισμένων λειτουργικών κειμένων (βλ. Πρώτην και Ενάτην Ώραν ), τα οποία ομιλούν δι αμφιβολίας του μνήστορος Ιωσήφ και τη δυσχερή ψυχολογικήν του κατάστασιν . Η εικών εκφράζει αυτήν την κατάστασιν με την λυπημένην στάσιν του Ιωσήφ και την υπογραμμίζει με την μέλαιναν άβυσσον του σπηλαίου, η οποία ενίοτε χρησιμεύει ως βάθος. Η παράδοσις, την οποία μας μεταδίδουν τα απόκρυφα, διηγείται ότι ο διάβολος έλεγε, δια να πειράξη τον μνήστορα Ιωσήφ: «Όπως αυτή η ξηρά ράβδος δεν δύναται να αναδώση φύλλωμα, ούτως και μια παρθένος δεν δύναται να τέξη », η δε ράβδος ήνθησεν . Το επιχείρημα του διαβόλου συνίσταται εις την αδυναμίαν να αντείπη τις εις τους νόμους της φύσεως. Επανέρχεται υπό διαφόρους μορφάς δια μέσου όλης της ιστορίας της Εκκλησίας και ευρίσκεται εις την βάσιν ενός μεγάλου αριθμού αιρέσεων. Εις το πρόσωπο του μνήστορος Ιωσήφ, η εικών μας αποκαλύπτει όχι μόνο το προσωπικό του δράμα, αλλ’ εν ανθρώπινο δράμα, εκείνο της συναντήσεως δύο εκδοχών περί κόσμου: η μία, περιωρισμένη εις το επίπεδον της σαρκικής και λογικής υπάρξεως, δεν δύναται να συμφωνήση λογικώς και συναισθηματικώς προς ό,τι υπερβαίνει τον λόγο. Η άλλη, βασισμένη εις την διαίσθηση του επέκεινα, έρχεται εις επαφήν με αυτό δια της αποκαλύψεως και της ελλάμψεως . Αν, εις ωρισμένας εικόνας η Θεομήτωρ παριστάνεται παρατηρούσα το Παιδίον, το οποίον εναποθέτει εις την καρδίαν της τους αφορώντας εις αυτό

17

λόγους, ή ακόμη παρατηρούσα απευθείας έμπροσθέν της τον εξωτερικόν κόσμο, εις άλλας εικόνας παρατηρεί τον μνήστορα Ιωσήφ, εκφράζουσα με το βλέμμα της την συμπάθεια, την οποίαν εμπνέεται από την ψυχικήν του κατάστασιν, και δεικνύουσα εις ημάς ότι ανεκτική και συμπονετική πρέπει να είναι η στάσις μας απέναντι της απιστίας και των αμφιβολιών των ανθρώπων και όχι εχθρική.

Αυτό είναι, εις σύντομον έκθεσιν, το περιεχόμενον της εικονογραφίας της Γεννήσεως, ως το καθορίζει ο Κανών της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Οσάκις σημειούται απομάκρυνσις από αυτόν, η πληρότης νοήματος μειούται αναποφεύκτως εις μέγα ή μικρόν μέτρον. Φθάνομεν ούτως ολίγον κατ’ ολίγον εις παραμορφώσεις, ακόμα δε και εις την απώλειαν του ουσιώδους τόσον εις την εικογραφίαν όσο και εις την Αγία Γραφήν : της ιστορικής πραγματικότητος και του δογματικού της περιεχομένου. Εν ισχυρόν παράδειγμα μας δίδεται από τας εικονογραφικάς παραστάσεις της Δύσεως. Παριστάνουν όχι πλέον την ιδίαν την αλήθειαν, ως κάμνει η εικών, αλλά προσωπικά ερμηνείας αυτής της αληθείας. Το ιστορικόν και δογματικόν περιεχόμενον της εικόνος υποκαθίσταται από εν αισθηματικόν και οικείον περιεχόμενον και η Γέννησις του Σωτήρος μας ανάγεται εις μιαν συγκινητικήν οικογενειακή σκηνή. Η ορθόδοξος εικών δεν αποκλείει το ανθρώπινον στοιχείο του κόσμου τούτου. Βλέπομεν τας ανθρωπίνας γνώσεις εις τους Μάγους, την εργασίαν και την τέχνην εις τους ποιμένας, το φυσικόν ανθρώπινον αίσθημα εις τον μνήστορα Ιωσήφ. Αλλά αυτή η ζωή του κόσμου παριστάνεται εις την επαφήν της με τον υπερφυσικό κόσμο και χάρις εις αυτήν την επαφή κάθε φαινόμενον της ανθρωπίνης ζωής ευρίσκει την θέσιν του και το νόημά του, φωτίζεται από εν νέο περιεχόμενον . Ούτως η εικών υψώνει το πνεύμα μας, τα αισθήματά μας και τας αισθήσεις μας, εις την θεωρίαν και την γνώσιν του μυστηρίου της Σαρκώσεως και μας καθιστά μετόχους του πνευματικού θριάμβου της εορτής.

***

18

Tού εν Aγίοις Πατρός ηµών Γρηγορίου του Θεολόγου:

Λόγος εις την Γέννησιν του Σωτήρος. O Xριστός γεννάται! Δοξολογήσατέ τον! O Xριστός κατεβαίνει από τους ουρανούς! Προϋπαντήσατέ τον! O Xριστός εµφανίζεται επάνω εις την γήν! Aνυψωθήτε απ’ αυτήν! «`Aσατε τώ Kυρίω, πάσα η γή!»― και διά να ειπώ και τα δύο µε ένα λόγον: Aς ευφρανθούν οι ουρανοί και ας αναγαλλιάση η γή διά τον Eπουράνιον που έγινεν Eπίγειος! O Xριστός εµφανίζεται µε σάρκα! Pιγήσατε από τον τρόµον και χαράν! Tρόµον, εξ αιτίας της αµαρτίας. Xαράν, εξ αιτίας της ελπίδος. O Xριστός γεννάται από Παρθένον! Γυναίκες, παρθενεύετε, διά να γίνετε «µητέρες Xριστού»! Ποίος δεν προσκυνεί τον Προαιώνιον; Ποίος δεν δοξολογεί τον προσφάτως φανερωθέντα; Πάλι διαλύεται το σκότος! Πάλι διαφαίνεται το φώς! Πάλι η Aίγυπτος τιµωρείται µε σκότος! Πάλι ο Iσραήλ φωτίζεται µε στήλην πυρός! «O λαός ο καθήµενος εν σκότει», ας ίδη «φώς µέγα», της επιγνώσεως δηλ. των µυστηρίων του Θεού. «Tα αρχαία παρήλθεν, ιδού γέγονε τα πάντα καινά»! Tο γράµµα του νόµου υποχωρεί! Tο πνεύµα αναδεικνύεται!

20

Aι σκιαί και προτυπώσεις ξεπερνώνται! H αλήθεια έρχεται εις την θέσιν των! O τύπος του Mελχισεδέκ εκπληρώνεται. O αµήτωρ γίνεται απάτωρ -αµήτωρ, προηγουµένως- απάτωρ, την δευτέραν φοράν. Oι νόµοι της φύσεως καταλύονται. Πρέπει να συµπληρωθή ο ουράνιος κόσµος. O Xριστός προστάζει― ας µήν αντιστεκώµεθα, «Πάντα τα έθνη κροτήσατε χείρας», «ότι παιδίον εγεννήθη ηµίν υιός και εδόθη ηµίν, του οποίου η εξουσιαστική αρχή είναι επί του ώµου αυτού (διότι βαστάζεται µαζί µε τον σταυρόν). Kαι καλείται το όνοµα αυτού µεγάλης βουλής Άγγελος» ―αγγελιαφόρος της µεγάλης θελήσεως του Πατρός. Aς βροντοφωνάξη ο Iωάννης: «Eτοιµάσατε την οδόν Kυρίου». Aλλά και εγώ θα βροντοφωνάξω την σηµασίαν αυτής της ηµέρας: O άσαρκος παίρνει σάρκα. O Λόγος περιβάλλεται την ύλην. O αόρατος βλέπεται. O ανέγγιχτος ψηλαφάται. O άχρονος λαµβάνει αρχήν. O Yιός του Θεού γίνεται Yιός ανθρώπου, «ο Iησούς Xριστός, χθές και σήµερον ο αυτός και εις τους αιώνας».

21

Aς σκανδαλίζωνται οι Iουδαίοι. Aς ειρωνεύωνται οι Έλληνες. Aς γλωσσοπονούν οι αιρετικοί. Aυτό είναι δι’ ηµάς το νόηµα της πανηγύρεως, αυτό εορτάζοµεν σήµερα: την προσωρινήν έλευσιν και κατοίκησιν του Θεού µε τους ανθρώπους, διά να µεταβώµεν να κατοικήσωµεν µονίµως µε τον Θεόν, η µάλλον να επανέλθωµεν προς αυτόν, (Διότι έτσι είναι ορθότερον να ειπωθή), διά να εγκαταλείψωµεν τον παλαιόν άνθρωπον και να ενδυθώµεν τον νέον. Kαι όπως έχοµεν αποθάνει µετά του Aδάµ, έτσι να ζήσωµεν µετά του Xριστού, γεννώµενοι, σταυρούµενοι, θαπτόµενοι και ανιστάµενοι µετά του Xριστού. Διότι πρέπει να υποµείνω την αντίστροφον πορείαν, η οποία οδηγεί εις το αγαθόν. Kαι όπως από τα πιό ευχάριστα ήλθαν τα δυσάρεστα, έτσι και από τα δυσάρεστα να επανέλθουν τα πιό ευχάριστα. Διότι εκεί όπου «επλεόνασεν η αµαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις». Kαι αν η γεύσις [τού απηγορευµένου καρπού] επέφερε την καταδίκην, πόσο µάλλον δεν έφερε την δικαίωσιν το πάθος του Xριστού; Λοιπόν ας εορτάζωµεν, όχι µε πανδήµους συγκεντρώσεις, αλλά όπως θέλει ο Θεός -όχι κοσµικώς, αλλά υπερκοσµίως- όχι τα γεγονότα της ιδικής µας ζωής, αλλά εκείνα της ζωής του ιδικού µας, η καλύτερα του Δεσπότου µας. Όχι τα σχετικά µε την ασθένειαν, αλλά τα σχετικά µε την ιατρείαν- όχι τα της δηµιουργίας, αλλά τα της αναδηµιουργίας.

22

Aλλά εκείνα µεν ας τα αφήσωµεν εις τους ασεβείς και εις τους ειδωλολατρικούς κοµπασµούς και εις τας ειδωλολατρικάς πανηγύρεις. Eµείς δε οι οποίοι προσκυνούµεν τον Λόγον, ακόµη και αν πρέπη να αισθανθώµεν κάποιαν ευχαρίστησιν, ας εντρυφήσωµεν εις πνευµατικούς λόγους και εις τον νόµον του Θεού και εις άλλας διηγήσεις και ιδιαιτέρως τας αναφεροµένας εις την παρούσαν πανήγυριν, διά να είναι αρµόζουσα η απόλαυσις και να µήν αποµακρύνεται από Eκείνον ο οποίος µας έχει συγκεντρώσει, διά να πανηγυρίσωµεν.

Aυτώ η δόξα και το κράτος, εις τους αιώνας των αιώνων. Aµήν.

23

Tού εν Aγίοις Πατρός ηµών Ιωάννου του Χρυσοστόµου:

«Χριστός γεννάται, δοξάσατε» Μυστήριο παράξενο και παράδοξο αντικρύζω. Βοσκών φωνές

φτάνουν στ’ αυτιά µου. Δεν παίζουν σήµερα µε τις φλογέρες τους κάποιον τυχαίο σκοπό. Τα χείλη τους ψάλλουν ύµνο ουράνιο.

Οι άγγελοι υµνολογούν, οι αρχάγγελοι ανυµνούν, ψάλλουν τα Χερουβείµ και δοξολογούν τα Σεραφείµ. Πανηγυρίζουν όλοι, βλέποντας το Θεό στη γη και τον άνθρωπο στους ουρανούς. Σήµερα

η Βηθλεέµ µιµήθηκε τον ουρανό: Αντί γι’ αστέρια, δέχτηκε τους αγγέλους. αντί για ήλιο, δέχτηκε τον Ήλιο της δικαιοσύνης. Και µη ζητάς να µάθεις το πώς. Γιατί όπου θέλει ο Θεός, ανατρέπονται οι φυσικοί νόµοι.

Εκείνος

λοιπόν το θέλησε. Και το έκανε. Κατέβηκε στη γη κι έσωσε τον άνθρωπο. Όλα συνεργάστηκαν µαζί Του γι’ αυτόν το σκοπό.

24

Σήµερα γεννιέται Αυτός που υπάρχει αιώνια, και γίνεται αυτό

που ποτέ δεν υπήρξε. Είναι Θεός και γίνεται άνθρωπος! Γίνεται άνθρωπος και πάλι Θεός µένει!

Όταν γεννήθηκε, οι Ιουδαίοι δεν δέχονταν την παράδοξη γέννησή Του: Από τη µια οι Φαρισαίοι παρερµήνευαν τα ιερά βιβλία. κι από την άλλη οι γραµµατείς δίδασκαν αλλά αντί άλλων. O Ηρώδης πάλι, ζητούσε να βρει το νεογέννητο Βρέφος όχι για να το τιµήσει, µα για να το θανατώσει. Ε λοιπόν, όλοι αυτοί σήµερα τρίβουν τα µάτια τους, βλέποντας

το Βασιλιά τ’ ουρανού να βρίσκεται στη γη µ’ ανθρώπινη σάρκα, γεννηµένος από παρθενική µήτρα.

Και

ήρθαν οι βασιλιάδες να προσκυνήσουν τον επουράνιο Βασιλιά της δόξας.

΄Ηρθαν οι στρατιώτες να υπηρετήσουν τον Αρχιστράτηγο των

25

ουράνιων Δυνάµεων.

΄Ηρθαν οι γυναίκες να προσκυνήσουν Εκείνον που µετέβαλε

τις λύπες της γυναίκας σε χαρά.

΄Ηρθαν οι παρθένες να προσκυνήσουν Εκείνον που δηµιούργησε

τους µαστούς και το γάλα, και τώρα θηλάζει από Μητέρα Παρθένο.

΄Ηρθαν τα νήπια να προσκυνήσουν Εκείνον που έγινε νήπιο,

για να συνθέσει δοξολογικό ύµνο «απ’ τα στόµατα των νηπίων» (Ψαλµ. 8:3).

΄Ηρθαν τα παιδιά να προσκυνήσουν Εκείνον που η µανία του

Ηρώδη τα ανέδειξε σε πρωτοµάρτυρες.

΄Ηρθαν οι ποιµένες να προσκυνήσουν τον καλό Ποιµένα, που

θυσίασε τη ζωή Του για χάρη των προβάτων.

΄Ηρθαν οι ιερείς να προσκυνήσουν Εκείνον που έγινε αρχιερέας

όπως ο Μελχισεδέκ (Εβρ. 5:10).

΄Ηρθαν οι δούλοι να προσκυνήσουν Εκείνον που πήρε µορφή

δούλου, για να µετατρέψει τη δουλεία µας σ’ ελευθερία.

΄Ηρθαν

οι ψαράδες να προσκυνήσουν Εκείνον που τους µετέβαλε σε «ψαράδες ανθρώπων» (Ματθ. 4:19)

΄Ηρθαν οι τελώνες να προσκυνήσουν Εκείνον που από τους

τελώνες ανέδειξε ευαγγελιστή.

΄Ηρθαν οι πόρνες να προσκυνήσουν Εκείνον που παρέδωσε τα

πόδια του στα δάκρυα µιας πόρνης.

26

Κοντολογίς, ήρθαν όλοι οι αµαρτωλοί να δουν τον Αµνό του

Θεού, που σηκώνει στους ώµους Του την αµαρτία του κόσµου:

Οι µάγοι για να Τον προσκυνήσουν.

οι ποιµένες για να Τον δοξολογήσουν. οι τελώνες για να Τον κηρύξουν. οι πόρνες για να Του προσφέρουν µύρα. η Σαµαρείτισσα για να ξεδιψάσει. η Χαναναία για να ευεργετηθεί.

Αφού λοιπόν όλοι σκιρτούν από χαρά, θέλω κι εγώ να σκιρτήσω,

θέλω να χορέψω, θέλω να πανηγυρίσω. Δίχως κιθάρα, δίχως αυλό, δίχως λαµπάδες αναµµένες στα χέρια µου. Πανηγυρίζω κρατώντας, αντί γι’ αυτά, τα σπάργανα του Χριστού. Αυτά είναι η ελπίδα µου, αυτά η ζωή µου, αυτά η σωτηρία µου, αυτά ο αυλός µου, αυτά η κιθάρα µου. Γι’ αυτό τα ‘χω µαζί µου: Για να πάρω από τη δύναµή τους δύναµη, για να φωνάξω µαζί µε τους αγγέλους, «δόξα στον ύψιστο Θεό», και µε τους ποιµένες, «και ειρήνη στη γη, ευλογία στους ανθρώπους» (Λουκ. 2:14).

27

Και ξέρετε γιατί; Γιατί Εκείνος που προαιώνια γεννήθηκε από

τον Πατέρα ανεξήγητα, γεννιέται σήµερα από παρθένα υπερφυσικά. Το πως, το γνωρίζει η χάρη του Αγίου Πνεύµατος. Εµείς µόνο τούτο µπορούµε να πούµε: Πως αληθινή είναι και η ουράνια γέννησή του, αδιάψευστη είναι και η επίγεια. Αλήθεια είναι ότι γεννήθηκε Θεός από Θεό, αλήθεια είναι και ότι γεννήθηκε άνθρωπος από παρθένα. Στον ουρανό είναι ο µόνος που γεννήθηκε από τον Πατέρα µόνο, γιος Του µονογενής. Και στη γη είναι ο µόνος που γεννήθηκε από την Παρθένο µόνο, γιος της µονογενής. Όπως στην περίπτωση της ουράνιας γεννήσεώς Του είναι ασέβεια να σκεφτούµε µητέρα, έτσι και στην περίπτωση της επίγειας γεννήσεώς Του είναι βλασφηµία να υποθέσουµε πατέρα. Ο Θεός Τον γέννησε µε τρόπο θεϊκό. Η Παρθένος Τον γέννησε µε τρόπο υπερφυσικό. Έτσι, ούτε η ουράνια γέννησή Του µπορεί να εξηγηθεί, ούτε η ενανθρώπησή Του µπορεί να ερευνηθεί. Το ότι Τον γέννησε η Παρθένος σήµερα το γνωρίζω. Το ότι Τον γέννησε ο Θεός προαιώνια το πιστεύω. Κι έχω µάθει να τιµώ σιωπηλά τη γέννησή Του, χωρίς φιλοπερίεργες έρευνες κι ανώφελες συζητήσεις. Γιατί, σ’ ό,τι αφορά το Θεό, δεν πρέπει να στέκεται κανείς στη φυσική εξέλιξη των πραγµάτων, αλλά να πιστεύει στη δύναµη Εκείνου που κατευθύνει τα πάντα.

Τί

φυσικότερο απ’ το να γεννήσει µια παντρεµένη γυναίκα; Αλλά και τί πιο παράδοξο απ’ το να γεννήσει παιδί µια παρθένα, δίχως άνδρα, και να παραµείνει παρθένα;

Γι’ αυτό λοιπόν µπορούµε να ερευνούµε ό,τι γίνεται σύµφωνα µε τους φυσικούς νόµους. Ό,τι όµως συµβαίνει µε τρόπο υπερφυσικό, ας το σεβόµαστε σιωπηλά. Όχι γιατί είναι επικίνδυνο, αλλά γιατί είναι ανερµήνευτο.

28

Φόβο νιώθω µπροστά στο θείο µυστήριο. Τί να πω και τί να λαλήσω; Βλέπω εκείνη που γέννησε. Βλέπω κι Εκείνον που γεννήθηκε.

Αλλά τον τρόπο της γεννήσεως δεν µπορώ να τον καταλάβω. Όπου θέλει, βλέπετε, ο Θεός, νικώνται οι φυσικοί νόµοι. Έτσι έγινε κι εδώ: Παραµερίστηκε η φυσική τάξη και ενέργησε η θεία θέληση.

Πόσο ανέκφραστη είναι η ευσπλαχνία του Θεού! Ο προαιώνιος Υιός του Θεού, ο άφθαρτος και

αόρατος και ασώµατος, κατοίκησε µέσα στο φθαρτό και ορατό σώµα µας. Για ποιό λόγο; Να, όπως ξέρετε, εµείς οι άνθρωποι πιστεύουµε περισσότερο σ’ ό,τι βλέπουµε παρά σ’ ό,τι ακούµε. Στα ορατά πιστεύουµε. Στ’ αόρατα όχι. Έτσι δεν πιστεύαµε στον αόρατο αληθινό Θεό, αλλά λατρεύαµε ορατά είδωλα µε µορφή ανθρώπων.

Δέχτηκε λοιπόν ο Θεός να παρουσιαστεί µπροστά µας µε ορατή

µορφή ανθρώπου, για να διαλύσει µ’ αυτόν τον τρόπο κάθε αµφιβολία για την ύπαρξή Του. Κι ύστερα, αφού µας διδάξει µε την αισθητή και αναµφισβήτητη παρουσία Του, να µας οδηγήσει εύκολα στην αληθινή πίστη, στ’ αόρατα και υπερφυσικά.

Κατάπληξη µε γεµίζει το θαύµα! Παιδί βλέπω τον προαιώνιο Θεό! Σε φάτνη αναπαύεται, Αυτός που έχει θρόνο τον ουρανό! Χέρια ανθρώπινα αγγίζουν τον απρόσιτο κι ασώµατο!

29

Σε σπάργανα είναι σφιχτοδεµένος, Αυτός που σπάει τα δεσµά

της αµαρτίας!

΄Οµως... τούτο είναι το θέληµά Του: Την ατιµία να µεταβάλει

σε τιµή. µε δόξα να ντύσει την ευτέλεια. και την προσβολή σ’ αρετή να µεταπλάσει.

Πήρε το σώµα µου. Μου προσφέρει το Πνεύµα Του. Μου χαρίζει το θησαυρό της αιώνιας ζωής, παίρνοντας αλλά και δίνοντάς µου: Παίρνει τη σάρκα µου για να µε αγιάσει. µου δίνει το Πνεύµα Του για να µε σώσει.

«Να, η παρθένος θα µείνει έγκυος» (Ησ. 7:14).

Τα

λόγια είναι της συναγωγής, µα το απόκτηµα της Εκκλησίας. Η συναγωγή έβαψε το νήµα. η Εκκλησία φόρεσε τη βασιλική στολή. Η Ιουδαία Τον γέννησε. η οικουµένη Τον υποδέχτηκε.

Η

συναγωγή Τον θήλασε και Τον έθρεψε. η Εκκλησία Τον παρέλαβε και ωφελήθηκε. Στη συναγωγή βλάστησε το κλήµα. εµείς όµως απολαµβάνουµε τα σταφύλια της αλήθειας.

30

Η

συναγωγή τρύγησε τα σταφύλια. οι ειδωλολάτρες όµως πίνουν το µυστικό πιοτό. Εκείνη έσπειρε στην Ιουδαία το σπόρο. οι ειδωλολάτρες όµως θέρισαν το στάχυ µε το δρεπάνι της πίστεως. Αυτοί έκοψαν µε σεβασµό το ρόδο, και στους Ιουδαίους έµεινε το αγκάθι της απιστίας.

Το πουλάκι πέταξε, κι αυτοί οι ανόητοι κάθονται και φυλάνε ακόµα τη φωλιά.

Οι Ιουδαίοι πασχίζουν να ερµηνεύσουν το βιβλίο του γράµµατος, και οι ειδωλολάτρες τρυγούν τον καρπό του Πνεύµατος. «Να, η παρθένος θα µείνει έγκυος».

Πες µου, Ιουδαίε, πες µου λοιπόν, ποιόν γέννησε; Δείξε, σε παρακαλώ, θάρρος, έστω και σαν εκείνο που έδειξες

µπροστά στον Ηρώδη. Αλλά δεν έχεις θάρρος. Και ξέρω γιατί. Γιατί είσαι επίβουλος. Στον Ηρώδη µίλησες για να Τον εξολοθρεύσει. και σ’ εµένα δεν µιλάς για να µην Τον προσκυνήσω.

Ποιόν λοιπόν γέννησε; Ποιόν; Το Δηµιουργό της κτίσεως. Κι

αν εσύ σωπαίνεις, η φύση το βροντοφωνάζει. Τον γέννησε λοιπόν µε τον τρόπο που ο ίδιος θέλησε να γεννηθεί. Στη φύση δεν υπήρχε η δυνατότητα µιας τέτοιας γεννήσεως. Εκείνος όµως, ως κύριος της φύσεως, επινόησε τρόπο

31

γεννήσεως παράδοξο. Κι έδειξε έτσι ότι, και άνθρωπος που έγινε, δεν γεννήθηκε σαν άνθρωπος, µα όπως µόνο σε Θεό ταιριάζει.

Εκείνος που έπλασε τον Αδάµ από παρθένα γη, Εκείνος που από

τον Αδάµ κατόπιν έκαµε γυναίκα, γεννήθηκε σήµερα από παρθένα κόρη που νίκησε τη φύση, ξεπερνώντας το νόµο του γάµου.

Ο Αδάµ τότε, χωρίς να έχει γυναίκα, γυναίκα απόκτησε. Η Παρθένος τώρα, χωρίς να έχει άνδρα, άνδρα γέννησε. Και γιατί έγινε αυτό; Να γιατί: Οι γυναίκες είχαν ένα παλαιό χρέος προς τους άνδρες, αφού

από τον Αδάµ είχε βλαστήσει γυναίκα χωρίς τη µεσολάβηση άλλης γυναίκας. Για αυτό η Παρθένος σήµερα, ξεπληρώνοντας στους άνδρες το χρέος της Εύας, γέννησε χωρίς άνδρα, δείχνοντας έτσι την ισοτιµία της φύσεως.

Σώος έµεινε ο Αδάµ µετά την αφαίρεση της πλευράς του.

32

Αδιάφθορη

Βρέφους.

έµεινε κι η Παρθένος µετά τη γέννηση του

Αλλά πρόσεξε και κάτι ακόµα: Δεν έπλασε ο Κύριος κάποιο άλλο σώµα για να εµφανιστεί στη

γη. Πήρε το σώµα του ανθρώπου, για να µη φανεί ότι περιφρονεί την ύλη από την οποία δηµιουργήθηκε ο Αδάµ. Ήρθαν έτσι, Θεός και άνθρωπος, σε µυστική ένωση. Κι ο διάβολος, που είχε υποδουλώσει τον άνθρωπο, τράπηκε σε φυγή.

Ο

Θεός γίνεται άνθρωπος, αλλά γεννιέται ως Θεός. Αν προερχόταν, όπως εγώ, από έναν κοινό γάµο, πολλοί θα θεωρούσαν απάτη τη γέννησή Του. Γι’ αυτό γεννιέται από παρθένα. γι’ αυτό διατηρεί τη µήτρα της άθικτη. γι’ αυτό διαφυλάσσει την παρθενία της ακέραιη: Για να γίνει ο παράξενος τρόπος της γεννήσεως αιτία ακλόνητης πίστεως.

Σ΄ αυτόν λοιπόν που θ’ αµφισβητήσει την άσπορη γέννηση του Λόγου του Θεού, θα επικαλεστώ ως µάρτυρα την αµόλυντη σφραγίδα της παρθενίας. Πες µου λοιπόν, Ιουδαίε, γέννησε η Παρθένος ή όχι; Κι αν µεν

γέννησε, γιατί δεν οµολογείς την υπερφυσική γέννηση; Αν πάλι δεν γέννησε, γιατί εξαπάτησες τον Ηρώδη; Όταν εκείνος ζητούσε να µάθει που θα γεννηθεί ο Χριστός, εσύ δεν είπες «στη Βηθλεέµ της Ιουδαίας» (Ματθ. 2:4); Μήπως εγώ γνώριζα την πόλη ή τον τόπο; Μήπως εγώ γνώριζα την αξία του Βρέφους που ήρθε στον κόσµο; Ο Ησαΐας και οι προφήτες σας δεν µίλησαν γι’ Αυτό; Κι εσείς, οι αγνώµονες εχθροί, δεν εξηγήσατε την αλήθεια; Εσείς, οι γραµµατείς κι οι Φαρισαίοι, οι ακριβείς φύλακες του νόµου, δεν µας διδάξατε για το Χριστό; Εσείς

33

δεν ερµηνεύσατε τις Γραφές; Μήπως εµείς γνωρίζαµε τη γλώσσα σας; Και όταν γέννησε η Παρθένος, εσείς δεν παρουσιάσατε στον Ηρώδη τη µαρτυρία του προφήτη Μιχαία, «Αλλ’ από σένα, Βηθλεέµ, πόλη της περιοχής του Εφραθά, αν και είσαι µια από τις µικρότερες πόλεις του Ιούδα, θα αναδειχθεί αρχηγός του Ισραήλ» (Μιχ. 5:1);

Πολύ καλά είπε ο προφήτης «από σένα». Από σας προήλθε και

παρουσιάστηκε σ’ ολόκληρο τον κόσµο.

Παρουσιάστηκε

ως άνθρωπος, για να καθοδηγήσει τους ανθρώπους. Παρουσιάστηκε ως Θεός, για να σώσει την οικουµένη.

Να

τί ωφέλιµοι εχθροί που είστ’ εσείς! Τι φιλάνθρωποι κατήγοροι!

Εσείς κατά λάθος δείξατε πως το νεογέννητο της Βηθλεέµ είναι

Θεός. Εσείς Τον κηρύξατε χωρίς να το θέλετε. Εσείς Τον φανερώσατε, πασχίζοντας να Τον κρύψετε. Εσείς Τον ευεργετήσατε, επιθυµώντας να Τον βλάψετε.

Τι

αστοιχείωτοι δάσκαλοι είστε, αλήθεια; Εσείς πεινάτε, και τρέφετε άλλους. Εσείς διψάτε, και ποτίζετε άλλους. Πάµφτωχοι είστε, και πλουτίζετε άλλους.

34

Ελάτε λοιπόν να γιορτάσουµε! Ελάτε να πανηγυρίσουµε! Είναι

παράξενος ο τρόπος της γιορτής -όσο παράξενος είναι κι ο λόγος της γεννήσεως του Χριστού.

Σήµερα λύθηκαν τα µακροχρόνια δεσµά. Ο διάβολος καταντροπιάστηκε. Οι δαίµονες δραπέτευσαν. Ο θάνατος καταργήθηκε. Ο παράδεισος ανοίχτηκε. Η κατάρα εξαφανίστηκε. Η αµαρτία διώχτηκε. Η πλάνη αποµακρύνθηκε. Η αλήθεια αποκαλύφθηκε.

Το κήρυγµα της ευσέβειας ξεχύθηκε και διαδόθηκε παντού. Η βασιλεία των ουρανών µεταφυτεύθηκε στη γη. Οι άγγελοι συνοµιλούν µε τους ανθρώπους. ΄Ολα έγιναν ένα. Γιατί; Γιατί κατέβηκε ο Θεός στη γη κι ο άνθρωπος ανέβηκε στους

ουρανούς. Κατέβηκε ο Θεός στη γη και πάλι βρίσκεται στον ουρανό. Ολόκληρος είναι στον ουρανό κι ολόκληρος στη γη. Έγινε άνθρωπος κι είναι Θεός. Είναι Θεός και πήρε σάρκα. Κρατιέται σε παρθενική αγκαλιά και στα χέρια Του κρατάει την οικουµένη.

Τρέχουν κοντά Του οι µάγοι. Τρέχουµε κι εµείς. Τρέχει και τ’

αστέρι για να φανερώσει τον Κύριο τ’ ουρανού. Μα... κι Εκείνος τρέχει. Τρέχει προς την Αίγυπτο. Και φαίνεται βέβαια, πως πηγαίνει εκεί για ν’ αποφύγει την επιβουλή του Ηρώδη. Όµως τούτο γίνεται για να εκπληρωθούν τα προφητικά λόγια: «Την ηµέρα εκείνη ο ισραηλιτικός λαός θα πάρει τρίτος, µετά τους Ασσυρίους και τους Αιγυπτίους, την ευλογία του Θεού πάνω στη γη» (Ησ. 19:24).

Τί

λες, Ιουδαίε; Εσύ που ήσουν πρώτος έγινες τρίτος; Οι

35

και οι Ασσύριοι µπήκαν µπροστά, και ο πρωτότοκος Ισραήλ πήγε πίσω;

Ναι. Έτσι είναι. Οι Ασσύριοι θα γίνουν πρώτοι, επειδή αυτοί

πρώτοι µε τους µάγους τους προσκύνησαν τον Κύριο. Πίσω τους οι Αιγύπτιοι, που Τον δέχτηκαν, όταν κατέφυγε στα µέρη τους για ν’ αποφύγει την επιβουλή του Ηρώδη. Τρίτος και τελευταίος ο Ισραηλιτικός λαός, που γνώρισε τον Κύριο από τους αποστόλους, µετά τη βάπτισή Του στον Ιορδάνη.

Τι άλλο µένει να πω; Δηµιουργό και φάτνη βλέπω... Βρέφος και σπάργανα... Λεχώνα

παρθένα, περιφρονηµένη. Φτώχεια πολλή... Ανέχεια πολλή...

Είδες όµως τι πλούτος µέσα στη µεγάλη φτώχεια; Ο Πλούσιος έγινε φτωχός για χάρη µας. Δεν έχει ούτε κρεβάτι ούτε στρώµα. Μέσα σε ταπεινό παχνί Τον έχουν αποθέσει... Η φτώχεια, πλούτου πηγή! Ω πλούτε αµέτρητε, κρυµµένε µες στη φτώχεια! Μέσα στη φάτνη κείτεσαι και την οικουµένη σαλεύεις. Μέσα σε σπάργανα τυλίγεσαι και σπας τα δεσµά

αµαρτίας.

της

Λέξη ακόµα δεν άρθρωσες και δίδαξες στους µάγους τη θεογνωσία. Τί να πω και τί

να λαλήσω;

Να Βρέφος

σπαργανωµένο!

Να η Μαρία,

Μητέρα και Παρθένος µαζί!

Να ο Ιωσήφ, πατέρας τάχα του Παιδιού!

36

Εκείνη η γυναίκα, αυτός ο άνδρας. Νόµιµες οι ονοµασίες, αλλά

χωρίς περιεχόµενο.

Ο

Ιωσήφ µνηστεύθηκε µόνο τη Μαρία, και το Άγιο Πνεύµα την επισκίασε. Έτσι, γεµάτος απορία, δεν ήξερε τι να υποθέσει για το Βρέφος: Να πει πως ήταν καρπός µοιχείας, δεν τολµούσε. Να προσφέρει λόγο βλάσφηµο εναντίον της Παρθένου, δεν µπορούσε. Ούτε πάλι δεχόταν το Παιδί σαν δικό του, γιατί του ήταν άγνωστο το πως και από ποιόν γεννήθηκε.

Αλλά να, που, πάνω στη σύγχυσή του, παίρνει απάντηση από

τον ουρανό, µε τη φωνή του αγγέλου: «Ιωσήφ, µη διστάσεις να πάρεις στο σπίτι σου τη Μαριάµ, γιατί το παιδί που περιµένει προέρχεται από το Άγιο Πνεύµα» (Ματθ. 1:20). Και φανέρωσε έτσι σ’ εκείνον και σ’ εµάς ότι το Άγιο Πνεύµα επισκίασε την Παρθένο.

Γιατί

όµως ο Χριστός θέλησε να γεννηθεί από παρθένα, αφήνοντας αβλαβή την παρθενία της;

Μα γιατί: Κάποτε ο

διάβολος εξαπάτησε την παρθένα Εύα. Τώρα ο άγγελος έφερε το λυτρωτικό µήνυµα στην Παρθένο Μαριάµ.

Κάποτε η Εύα ξεστόµισε λόγο, που έγινε αιτία θανάτου. Τώρα η

Μαρία γέννησε το Λόγο, που έγινε αιτία αιώνιας ζωής.

37

Ο λόγος της Εύας έδειξε το δέντρο, που έβγαλε τον Αδάµ από

τον παράδεισο.

Ο Λόγος της Μαρίας έδειξε το Σταυρό, που έβαλε τον Αδάµ

πάλι στον παράδεισο.

Σ΄ αυτόν λοιπόν, το Λόγο του Θεού και Υιό της Παρθένου, που άνοιξε δρόµο µέσα σε τόπο αδιάβατο, ας αναπέµψουµε δοξολογία µαζί µε τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύµα στους αιώνες των αιώνων. Αµήν.

***

38

Tού εν Aγίοις Πατρός ηµών Ιωάννου του Χρυσοστόµου:

« Επεθύµησε πόρνη ... ... » Πόρνη επιθυµούσε ο Θεός; Ναι πόρνη. Εννοώ τη δική µας φύση. Ήταν τρανός και αυτή ταπεινή. Τρανός όχι στη θέση αλλά στη φύση. Πεντακάθαρος ήταν, ακατάστρευτη η ουσία του, άφθαρτη η φύση του. Αχώρητος στο νου, αόρατος, άπιαστος από τη σκέψη, υπάρχοντας παντοτεινά, µένοντας απαράλλακτος. Πάνω από τους αγγέλους, ανώτερος από τις δυνάµεις των ουρανών. Νικώντας τη λογική σκέψη, ξεπερνώντας τη δύναµη του µυαλού, αδύνατο να τον δεις, µόνο να τον πιστέψεις … Έριχνε το βλέµµα του στη Γη και την έκανε να τρέµει … Ποτάµια έβγαζε στην έρηµο … Κι αυτός ο τόσο µέγας και τρανός πεθύµησε πόρνη. Γιατί; Για να την αναπλάσει από πόρνη σε παρθένα. Για να γίνει ο νυµφίος της. Τι κάνει; Δεν της στέλνει κάποιον από τους δούλους του, δεν στέλνει άγγελο στην πόρνη, δεν στέλνει αρχάγγελο,

39

δεν στέλνει τα χερουβείµ, δεν στέλνει τα σεραφείµ. Αλλά καταφθάνει αυτός ο ίδιος ο ερωτευµένος.

Επεθύµησε πόρνη. Και τι κάνει; Επειδή δεν µπορούσε να ανέβει εκείνη στα ψηλά, κατέβηκε στα χαµηλά. Έρχεται στην καλύβα της. Τη βλέπει µεθυσµένη. Και µε ποιό τρόπο έρχεται; Όχι µε ολοφάνερη τη θεότητά του, αλλά γίνεται εντελώς ίδιος µαζί της, µήπως βλέποντάς τον τροµοκρατηθεί, µήπως λαχταρήσει και του φύγει. Τη βρίσκει καταπληγωµένη, εξαγριωµένη, από δαίµονες κυριευµένη. Και τι κάνει; Την παίρνει και την κάνει γυναίκα του. Και τι δώρα της χαρίζει; Δαχτυλίδι. Ποιο δαχτυλίδι; Το Άγιο Πνεύµα.

40

Έπειτα λέγει. Δεν σε φύτεψα στον Παράδεισο; - Του λέγει, ναι. - Και πώς ξέπεσες από εκεί; - Ήλθε και µε πήρε ο Διάβολος από τον Παράδεισο. - Φυτεύτηκες στον Παράδεισο και σε έβγαλε έξω. Να, σε φυτεύω µέσα µου. Δεν τολµά να µε πλησιάσει εµένα. Ο ποιµένας σε κρατάει και ο λύκος δεν έρχεται πια. - Αλλά είµαι, λέγει, αµαρτωλή και βρώµικη. - Μη µου σκοτίζεσαι, είµαι γιατρός. Δώσε µεγάλη προσοχή. Κοίταξε τι κάνει. Ήλθε να πάρει την πόρνη, όπως αυτή – το τονίζω – ήταν βουτηγµένη στη βρώµα. Για να µάθεις τον έρωτα του Νυµφίου. Αυτό χαρακτηρίζει τον ερωτευµένο: το να µη ζητάει ευθύνες για αµαρτήµατα, αλλά να συγχωρεί λάθη και παραπατήµατα. Πιο πριν ήταν κόρη των δαιµόνων, κόρη της Γης, ανάξια για τη Γη. Και τώρα έγινε κόρη του βασιλιά. Και αυτό γιατί έτσι θέλησε ο ερωτευµένος µαζί της. Γιατί ο ερωτευµένος δεν πολυνοιάζεται για τη συµπεριφορά του. Ο έρωτας δεν βλέπει ασχήµια. Γι’ αυτό και ονοµάζεται έρωτας, επειδή πολλές φορές αγαπά και την άσχηµη. Έτσι έκανε και ο Χριστός. Άσχηµη είδε και την ερωτεύτηκε και την ανακαινίζει. Την πήρε ως γυναίκα, και ως κόρη του την αγαπά, και ως δούλα του την φροντίζει, και ως παρθένα την προστατεύει, και ως παράδεισο την τειχίζει, και ως µέλος του σώµατός του την περιποιείται. Τη φροντίζει ως κεφαλή της που είναι, τη φυτεύει ως ρίζα, την ποιµαίνει ως ποιµένας. Ως νυµφίος την παίρνει γυναίκα του, και ως εξιλαστήριο θύµα την συγχωρεί, ως πρόβατο θυσιάζεται, ως νυµφίος τη διατηρεί µέσα στην οµορφιά, ως σύζυγος φροντίζει να µην της λείψει τίποτα.

41

Ώ, Συ Νυµφίε, που οµορφαίνεις την ασχήµια της νύφης!

42

...Ἀλλ᾿

ὅπερ ἔλεγον, ὁ τοσοῦτος καὶ τηλικοῦτος ἐπεθύµησε πόρνης. Πόρνης ἐπεθύµει ὁ Θεός; Ναί, πόρνης· τῆς φύσεως τῆς ἡµετέρας λέγω. Πόρνης ἐπεθύµει ὁ Θεός; Καὶ ἄνθρωπος µέν, ἐὰν ἐπιθυµήσῃ πόρνης καταδικάζεται, Θεός δὲ πόρνης ἐπιθυµεῖ; Καὶ πάνυ. Πάλιν ἄνθρωπος ἐπιθυµεῖ πόρνης, ἵνα γένηται πόρνος· Θεὸς δὲ ἐπιθυµεῖ πόρνης, ἵνα τὴν πόρνην παρθένον ἐργάσηται· ὥστε ἡ ἐπιθυµία τοῦ ἀνθρώπου, ἀπώλεια τῆς ἐπιθυµουµένης· ἡ δὲ ἐπιθυµία τοῦ Θεοῦ, σωτηρία τῇ ἐπιθυµουµένῃ. Ὁ τοσοῦτος καὶ τηλικοῦτος ἐπεθύµησε πόρνης; Καὶ τί; Ἵνα γένηται νυµφίος. Τί ποεῖ; Οὐ πέµπει πρὸς αὐτὴν οὐδένα τῶν δούλων, οὐ πέµπει ἀρχάγγελον, οὐ πέµπει τὰ Χερουβίµ, οὐ πέµπει τὰ Σεραφίµ· ἀλλ᾿ αὐτὸς παραγίνεται ὁ ἐρῶν. Πάλιν ἔρωτα ἀκούσας, µὴ αἰσθητὸν νόµιζε. Ἔκλεγε τὰ νοήµατα ἀπὸ τῶν λέξεων, καθάπερ ἀρίστη µέλιττα ἐφιπταµένη τοῖς ἄνθεσι, καὶ τὸ κηρίον λαµβάνουσα, τὰς δὲ βοτάνας ἐῶσα.

Ἐπεθύµησε πόρνης· καὶ τί ποεῖ; Οὐκ ἀνάγει αὐτὴν ἄνω· οὐ γὰρ

ἐβούλετο πόρνην εἰς τὸν οὐρανὸν ἀναγαγεῖν, ἀλλὰ καταβαίνει αὐτὸς κάτω. Ἐπειδὴ αὐτὴ οὐκ ἠδύνατο ἀναβῆναι ἄνω, αὐτὸς κατέβη κάτω. Πρὸς τὴν πόρνην ἔρχεται καὶ οὐκ αἰσχύνεται· ἔρχεται εἰς τὴν καλύβην αὐτῆς. Ὁρᾷ αὐτὴν µεθύουσαν. Καὶ πῶς ἔρχεται; Οὐ γυµνῇ τῇ οὐσίᾳ, ἀλλὰ γίνεται, ὅπερ ἦν ἡ πόρνη, οὐ τῇ γνώµῃ, ἀλλὰ τῇ φύσει γίνεται τοῦτο ἵνα µὴ ἰδοῦσα αὐτὸν πτοηθῇ, ἵνα µὴ ἀποπηδήσῃ, ἵνα µὴ φύγῃ. Ἔρχεται πρὸς τὴν πόρνην καὶ γίνεται ἄνθρωπος. Καὶ πῶς γίνεται; Εἰς µήτραν κυοφορεῖται, αὔξεται κατὰ µικρὸν καὶ ἔρχεται τὴν ὁδὸν τῆς ἡλικίας τῆς ἐµῆς. Τίς; Ἡ οἰκονοµία, οὐχ ἡ θεότης· ἡ τοῦ δούλου µορφή, οὐχ ἡ τοῦ Δεσπότου· ἡ σὰρξ ἡ ἐµὴ, οὐχ ἡ οὐσία ἐκείνου· αὔξεται κατὰ µικρόν, καὶ µίγνυται ἀνθρώποις· καίτοι εὑρίσκει αὐτὴν ἐλκῶν γέµουσαν, ἐκτεθηριωµένην, ὑπὸ δαιµόνων πεφορτισµένην· καὶ τί ποιεῖ; Προσέρχεται αὐτῇ. Εἶδεν ἐκείνη καὶ ἔφυγε.

Καλεῖ µάγους. Τί φοβεῖσθε; Οὔκ εἰµι κριτής, ἀλλ᾿ ἰατρός· «οὐκ ἦλθον ἵνα κρίνω τὸν κόσµον, ἀλλ ἵνα σώσω τὸν κόσµον» (Ιω 12, 47). Καλεῖ εὐθέως µάγους. Ὠ καινῶν καὶ παραδόξων πραγµάτων. Αἱ ἀπαρχαὶ εὐθέως µάγοι. Κεῖται ἐν φάτνῃ ὁ τὴν οἰκουµένην βαστάζων, καὶ ἐσπαργάνωται ὁ πάντα περιέπων. Κεῖται ὁ ναός καὶ ἐνοκεῖ ὁ Θεός. Καὶ ἔρχονται µάγοι, καὶ προσκυνοῦσιν εὐθέως· ἔρχεται τελώνης καὶ γίνεται εὐαγγελιστής· ἔρχεται πόρνη καὶ γίνεται παρθένος· ἔρχεται Χαναναία καὶ ἀπολαύει φιλανθρωπίας. Τοῦτο ἐρῶντος, τὸ µὴ ἀπαιτῆσαι εὐθύνας ἁµαρτηµάτων, ἀλλὰ συγχωρῆσαι παρανοµήµατα πληµµεληµάτων. Καὶ τί ποιεῖ; Λαµβάνει αὐτήν, ἀρµόζεται αὐτήν. Καὶ

43

τί αὐτῇ δίδωσι; Δακτύλιον. Ποῖον; Τὸ Πνεῦµα τὸ ἅγιον. Λέγει Παῦλος· «ὁ δὲ βεβαιῶν ἡµᾶς σὺν ὑµῖν Θεός, ὁ σφραγισάµενος ἡµᾶς, καὶ δοὺς τὸν ἀρραβῶνα τοῦ Πνεύµατος» (Β´ Κορ. 1, 21-22). Πνεῦµα αὐτῇ δίδωσιν.

Εἶτα φησίν· οὐκ εἰς παράδεισόν σε ἐφύτευσα; Λέγει, ναί. Καὶ πῶς ἐξέπεσες ἐκεῖθεν; Ἦλθεν ὁ διάβολος καὶ ἔλαβέ µε ἀπὸ τοῦ παραδείσου. Ἐφυτεύθης ἐν τῷ παραδείσῳ καὶ ἔβαλέ σε ἔξω· ἰδοὺ φυτεύω σε ἐν ἐµαυτῷ, ἐγὼ σε βαστάζω. Πῶς; Οὐ τολµᾷ ἐµοὶ προσελθεῖν. Οὐδὲ εἰς τὸν οὐρανόν σε ἀνάγω· ἀλλὰ µεῖζον ἐνταῦθα τοῦ οὐρανοῦ· ἐν ἐµαυτῷ τῷ Δεσπότῃ τοῦ οὐρανοῦ βαστάζω σε. Ποιµὴν βαστάζει καὶ ὁ λύκος οὐκέτι ἔρχεται· µᾶλλον δὲ ἀφῶ αὐτὸν καὶ προσελθεῖν. Καὶ βαστάζει τὴν ἡµετέραν φύσιν· καὶ προσέρχεται ὁ διάβολος καὶ ἡττᾶται. Ἐφύτευσά σε ἐν ἐµαυτῷ. Διὰ τοῦτο λέγει «ἐγὼ ἡ ρίζα καὶ ἡµεῖς τὰ κλήµατα»· καὶ ἐφύτευσεν αὐτὴν ἐν ἑαυτῷ. Καὶ τὶ λοιπόν; Ἀλλὰ ἁµαρτωλός εἰµι καὶ ἀκάθαρτος. Μὴ σοι µελέτω, ἰατρός εἰµι. Οἶδα τὸ σκεῦος τὸ ἐµὸν, οἶδα πῶς διεστράφη. Πήλινον ἦν πρὸ τούτου καὶ διεστράφη. Ἀναπλάττω αὐτὸ διὰ λουτροῦ παλιγγενεσίας καὶ παραδίδωµι τῷ πυρί...

44

View more...

Comments

Copyright ©2017 KUPDF Inc.
SUPPORT KUPDF