Νικόλαος Γύζης (1842–1901) - Καθημερινή.pdf
February 10, 2018 | Author: Giannis Diamantis | Category: N/A
Short Description
Download Νικόλαος Γύζης (1842–1901) - Καθημερινή.pdf...
Description
A KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
2-32 AΦIEPΩMA Nικλαος Γύζης (18421901). H πιο επιφανής φυσιογνωμία της ελληνικής ζωγραφικής του 19ου αιώνα. Tης Πέγκυ Kουνενάκη Xρονολγιο Nικολάου Γύζη. Mια σπάνια καλλιτεχνική προσωπικτητα. O Γύζης είχε εξιδανικεύσει την Eλλάδα και γοητευταν απ το τοπίο της. Tης Nέλλης Mισιρλή H προσφορά του Γύζη. Yπήρξε πολλαπλή χι μνο στη γερμανική τέχνη, αλλά ιδιαίτερα στην ελληνική. Tου Στέλιου Λυδάκη O Γύζης στην τέχνη του 19ου αιώνα. Στράφηκε νωρίς σε μορφές έκφρασης που εμπεριείχαν πρωτοπρες ιδέες και ενσάρκωναν νέα καλλιτεχνικά ρεύματα. Tης Nέλλης Mισιρλή Ψυχογραφικά πορτρέτα. O Γύζης απεικνιζε κυρίως τη γνησιτητα ψυχής των απλών ανθρώπων. Tου Γιάννη X. Παπαϊωάννου «H καταστροφή των Ψαρών». O Γύζης στον αντίποδα της δυτικής μεταφυσικής τέχνης. Tου Γιάννη Ψυχοπαίδη Oι «πειραματικές» ζελατίνες. Προσωπικς τρπος δημιουργίας του Γύζη πάνω σε φωτογραφικ φιλμ. Tου Mαρίνου Kαλλιγά. O ζωγράφος και τα μεγάλα μουσεία. Mοναδικά έργα του Γύζη υπάρχουν σε μεγάλα ελληνικά και ξένα μουσεία καθώς και σε ιδιωτικές συλλογές. Tου Mιλτιάδη Παπανικολάου Aλληγορικές συνθέσεις. Tα οράματα του Γύζη, κλειδί για την αξιολγηση του αλληγορικού έργου του. Tης Nέλλης Mισιρλή
Eξώφυλλο: Nικλαος Γύζης, «Oι Aρραβώνες των Παιδιών» (λεπτομέρεια) 1877, λάδι σε καμβά, 1,03x1,55 μ. Eθνική Πινακοθήκη.
Yπεύθυνος «Eπτά Hμερών»:
BHΣ. ΣTAYPAKAΣ
2
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
ΦIEPΩMA
Nικλαος Γύζης (1842–1901) H πιο επιφανής φυσιογνωμία της ελληνικής ζωγραφικής του 19ου αιώνα HTAN γεννημένος ζωγράφος κι αυτ φάνηκε απ τα πρώτα παιδικά του χρνια, ταν αντέγραφε τις λιθογραφίες του σπιτιού του ή των γειτνων αποσπώντας επαίνους απ γνωστούς και φίλους. O Nικλαος (Nικλας για τους οικείους του) Γύζης, ταλαντούχο παιδί πολυμελούς οικογένειας απ την Tήνο, αφού συμπλήρωσε τις βασικές σπουδές του στην Aθήνα, εξασφαλίζει υποτροφία για την περίφημη Aκαδημία του Mονάχου, που του δίνεται η ευκαιρία να προσεγγίσει σπουδαίους δασκάλους και μεγάλους καλλιτέχνες. Tαυτχρονα, θα γνωρίσει κι άλλες τέχνες, πως η μουσική και το λυρικ θέατρο, θα εντυπωσιαστεί και θα δηλώσει λάτρης τους διά βίου. O Γύζης γρήγορα θα ξεχωρίσει στο Mναχο, κι αυτ δεν έχει να κάEπιμέλεια αφιερώματος:
ΠEΓKY KOYNENAKH νει μνο με την εκλογή του σε καθηγητή. Tην πρώτη περίοδο απέβλεπε κυρίως στο να γίνει ένας καλς ζωγράφος. Πολύ γρήγορα μως εξελίχθηκε σε μοναδικ τεχνίτη, μεγάλο δημιουργ με πρωττυπη θεματογραφία και αφηγηματική πειστικτητα, άψογο εκτελεστή κάθε λεπτομέρειας. Oλα αυτά τα στοιχεία θα αποτελέσουν πλο έλξης για τους αγοραστές της εποχής. Στο ξεκίνημά του θα ασχοληθεί σχεδν αποκλειστικά με την ηθογραφία, εμπνεμενος απ θέματα ελληνικά και γερμανικά, καλλιτεχνικ είδος που είχε ττε μεγάλη διάδοση στη Δυτική Eυρώπη. Πάντα δεκτικς σε νέα καλλιτεχνικά ερεθίσματα, διαποτισμένος απ ερευνητικ πνεύμα, σχεδν ταυτχρονα με την ηθογραφική παραγωγή του, τα πορτρέτα και τα αντικείμενα της καθημεριντητας, θα διακριθεί σε αλληγορικά θέματα, πως επιβάλλει η ξεχωριστή θέση που είχε κατακτήσει στον καλλιτεχνικ κσμο του Mονάχου. Σταδιακά, οι ανθρώπινες φιγούρες στα έργα του προβάλλουν διακριτικά μετέωρες· αυτ θα τον απασχολήσει έως το τέλος και θα χαρακτηρίσει λα τα μεγάλα έργα της τελευταίας περιδου της ζωής του. O Γύζης γρήγορα απομακρύνθηκε απ τις αρχές της Aκαδημίας του Mονάχου, δηλαδή τη ζωγραφική αναπαράσταση ιστορικών σκηνών, σχεδν αμέσως απ την αποφοίτησή του. Kατάφερε να συγκεράσει τον ρεαλισμ με τον ιδεαλισμ και να εξελίξει πολλά στοιχεία συμβολισμού. Δεν περιορίζεται μως μνο
O Nικλαος Γύζης ήδη καθηγητής στην Aκαδημία του Mονάχου. Stadtmuseum, Mναχο.
σ’ αυτά: ξεχωριστ κεφάλαιο στην τέχνη του αποτελούν οι αφίσες, οι διακοσμήσεις περιοδικών και φυλλαδίων, τα διπλώματα και τα μετάλλια. O Γύζης θα αναγάγει τα έργα αυτά σε υψηλή τέχνη, θα τους δώσει μορφή και περιεχμενο, έτσι, που να ξεχωρίζουν ακμη έως τις μέρες μας. Aνάμεσά τους η «Iστορία» και η «Aρμονία» κατέκτησαν μοναδική θέση. Oμως, ένα απ τα κύρια αλλά και τα σημαντικτερα στοιχεία του Γύζη ήταν η διατήρηση της ελληνικής ταυττητας, έστω κι αν παρέμεινε μνιμα το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στο εξωτερικ. Πολλοί απ τους μελετητές του έργου αποδί-
δουν την πολύτιμη διαύγεια της ζωγραφικής του, πως και την ευγενική χρωματική κλίμακα, στην επίδραση που άσκησε πάνω του η ελληνική φύση. Λάτρης χι μνο της φύσης ή του ελληνικού πνεύματος, αλλά και της δημοτικής μουσικής, κατάφερε η τέχνη του να επηρεάσει πολλούς απ τους μετέπειτα Eλληνες καλλιτέχνες. Στον μεγάλο Nικλαο Γύζη είναι αφιερωμένες οι επμενες σελίδες των «Eπτά Hμερών». Eπιστήμονες, γνώστες του έργου του, φωτίζουν το πολύπτυχο της ζωής και της τέχνης του, αποκαλύπτοντάς μας έναν απ τους σημαντικτερους Eλληνες δημιουργούς...
Xρονολγιο Nικολάου Γύζη 1842: O Nικλαος Γύζης γεννιέται την 1η Mαρτίου, στο Σκλαβοχώρι της Tήνου. O πατέρας του ονομαζταν Oνούφριος και ήταν μαραγκς. H μητέρα του Mαργαρίτα, το γένος Ψάλτη, καταγταν απ πολύ καλή οικογένεια του νησιού. Eίχε άλλα πέντε αδέλφια, τον Γεώργιο, τη Mαριέτα, τη Mαριγώ, τη Mαρίνα και την Kαλλιπη. 1850: Tο ταλέντο του Γύζη αναγνωρίστηκε απ πολύ νωρίς. Mε τη συμπαράσταση της μητέρας, πατέρας και γιος εγκαθίστανται στην Aθήνα, στην οδ Kαλαμιώτου, σε ένα μικρ εργαστήρι που χρησίμευε συγχρνως και ως κατοικία. Φοίτησε στο Δημοτικ Σχολείο του Kαραμάνου, στην οδ Aθηνάς. Tην εποχή εκείνη αντέγραφε χαρακτικά που έβλεπε αναρτημένα σε γειτονικά σπίτια και έδινε μεγάλη σημασία στο μάθημα του σχεδίου. Παράλληλα, παρακολουθεί μαθήματα στο Πολυτεχνείο, ανεπίστημα, λγω ηλικίας. 1853: Παρά το γεγονς τι ήταν ακροατής στο Πολυτεχνείο, στον ετήσιο διαγωνισμ των μαθητών βραβεύεται για μια ξυλογραφία του με θέμα «Πελαργς ιστάμενος». 1954: O Γύζης φοιτά επισήμως στο Πολυτεχνείο με δασκάλους τους Φίλιππο Mαργαρίτη, Aγαθάγγελο Tριανταφύλλου, Raffaelo Ceccoli, Ludwing Thriersch και τους Πέτρο Παυλίδη–Mινώτο και Bασίλειο Kαρούμπα- Σκπα. 1858: Στον ετήσιο διαγωνισμ του Πολυτεχνείου ο Γύζης παίρνει το πρώτο βραβείο για τη ζωγραφική χαλκογραφίας, ενώ, πως αναφέρει ο βιογράφος του Montandon, σε κάποια επίσκεψη του βασιλιά Oθωνα στη Σχολή παρουσιάστηκε ως ο πιο ταλαντούχος μαθητής. 1859: O Γύζης παίρνει μέρος στα Oλύμπια, τη μεγάλη βιομηχανική, εμπορική, γεωργική και καλλιτεχνική έκθεση που άρχισε να οργανώνεται στο Zάππειο Mέγαρο απ την Eπιτροπή Oλυμπίων Kληροδοτημάτων. 1862: ο Γύζης γνωρίζει με σύσταση του φίλου του Nικηφρου Λύτρα τον πλούσιο Tηνιακ Nικλαο Nάζο, ο οποίος θα τον υποστηρίξει να πάρει υποτροφία απ το Iδρυμα Eυαγγελίστριας Tήνου. Θα συνδεθεί μαζί του, αφού αργτερα θα γίνει πεθερς του. Στα χρνια αυτά ζωγραφίζει τις προσωπογραφίες της οικογένειας Πλατή, που σημειώνει επακριβώς το χρνο και το μήνα δημιουργίας τους. Tην ίδια χρονιά είχε αρχίσει να ασχολείται με τοιχογραφίες του κτήματος Nάζου στο Xαϊδάρι, που απεικνιζαν τις τέσσερις εποχές στη μορφή νεαρών κοριτσιών, οι οποίες μως έχουν καταστραφεί. 1864 (Oκτώβριος): Tελειώνει τις σπουδές του στο Πολυτεχνείο, που στον τίτλο σπουδών του αναγράφονται και λα τα βραβεία που έλαβε στους ετήσιους διαγωνισμούς. 1865 (1η Iουνίου): Eπειτα απ πολλές καθυστερήσεις για την έγκριση της πολυπθητης υποτροφίας, ο Γύζης αποχαιρετά τους δικούς του και ανα-
«H τιμωρία του Oρνιθοκλέφτη», 1873. Eλαιογραφία σε μουσαμά, 1,35X1,04 μ. (Iδιωτική συλλογή, Aθήνα). Mετά το ταξίδι στην Aνατολή και την επιστροφή του στην Aθήνα, ο Γύζης αποτυπώνει στο συγκεκριμένο έργο λες τις εμπειρίες του σχετικά με το φως και το χρώμα, που πλούτισαν την καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία του και απελευθέρωσαν τη σκέψη του.
χωρεί απ το λιμάνι της Σύρου. Tην Tρίτη, 22 Iουνίου, φτάνει μέσω Tεργέστης, Bιέννης και Σάλτσμπουργκ στο Mναχο, στον τπο που επρκειτο να συμπληρώσει τις σπουδές του αλλά και κατά μιαν άλλη επιταγή να παραμείνει εκεί χωρίς επιστροφή. Aμέσως συναντήθηκε με τον συμπατριώτη και φίλο του, φοιτητή ττε της Aκαδημίας, Nικηφρο Λύτρα, επισκέφθηκε μαζί του την Alte Pinakothek και τη Münchner Kunstnerein, ενώ το βράδυ της επμενης Kυριακής παρακολούθησε την περα «Φάουστ» του Γκουν, γεγονς που αποτελεί και την πρώτη μαρτυρία για το ενδιαφέρον του για το λυρικ θέατρο, που παρέμεινε αμείωτο
έως το τέλος της ζωής του. Aπ το Σεπτέμβριο που περίμενε την υποτροφία, τελικά έφτασε στις αρχές Oκτωβρίου. Xαρακτηριστικ, μως, της λυρικής του φύσης είναι τι, παρά τα οικονομικά προβλήματα που είχε, με τα πρώτα χρήματα αγρασε μια κιθάρα για να εκπληρώσει την επιθυμία του να μάθει μουσική. Tον Oκτώβριο άρχισε να φοιτά στα προπαρασκευαστικά τμήματα του Hermann Anschütz και ένα χρνο αργτερα στο τμήμα του Alexander von Wagner, πριν γίνει δεκτς στην τάξη του Karl von Piloty. Στα πρώτα βήματα του Γύζη στο Mναχο σημαντικς υπήρξε ο ρλος του Λύτρα, που τον εισήγαγε γρήγορα στην καλλιτεχνι-
κή ζωή της πλης, με επισκέψεις στα Mουσεία, στην Oπερα και στην Kunstverein, που στέγαζε, αντίθετα απ το επίσημο εκθετήριο Glaspalast, τις προοδευτικτερες τάσεις της ζωγραφικής. 1868: Eίναι σημαντική χρονιά για την εξέλιξη του Γύζη, εφσον πραγματοποιείται η επιθυμία του να εισέλθει στην τάξη του Piloty. Aυτή την εποχή παγιώνεται η φιλία του με τους ζωγράφους Franz von Defregger και Eduard Kurzbauer, καθώς στο ημερολγι του αναφέρεται τι τον ίδιο χρνο ταξιδεύει μαζί τους σε διάφορα μέρη της Bαυαρίας. O Γύζης σε λη την καλλιτεχνική του πορεία διαΣυνέχεια στην 4η σελίδα KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
3
Συνέχεια απ την 3η σελίδα
κπτει την επίπονη εργασία του για να ξεκουραστεί σε γειτονικές περιοχές, κυρίως στο Tυρλο, στην ιδιαίτερη πατρίδα του διά βίου πια πιστού του φίλου Defregger. 1870 (Σεπτέμβριος): O Γύζης τελείωσε το έργο του «H εξέταση των σκύλων» και το παρουσίασε στην έκθεση που οργάνωσε η Aκαδημία υπέρ των τραυματιών του γαλλογερμανικού πολέμου. O Piloty ανέθεσε την οργάνωση της έκθεσης στον μαθητή του Kurzbauer με την εντολή να συγκεντρώσει έργα απ την τάξη του. O Montandon μας πληροφορεί τι επελέγησαν στο σύνολ τους άλλοι έντεκα καλλιτέχνες, ανάμεσά τους και ο Bολανάκης ενδιαφέρουσα πληροφορία για τον Eλληνα καλλιτέχνη, –αλλά και γενικτερα για τις επιδσεις των Eλλήνων στο Mναχο. Tο έργο του Γύζη «H εξέταση των σκύλων» αγοράστηκε πριν ακμη τελειώσει... 1871: O Γύζης εκθέτει το έργο «Tα ορφανά» στη Bιέννη αποσπώντας θετικές κριτικές. Tαυτχρονα, τελειώνει τις «Eιδήσεις της Nίκης» που τις εκθέτει στη Münchner Kunstverein. H βαυαρική κυβέρνηση του αναθέτει τη διακσμηση του Δημαρχείου του Mονάχου, με την ευκαιρία της επιτυχούς λήξης του γαλλογερμανικού πολέμου. Σχεδιάζει την προσωποποίηση της «Nίκης», μια πτερωτή γυναικεία μορφή με στεφάνια στα χέρια, εγγεγραμμένη σε ένα μεγάλο κύκλο, σχήμα που θα χρησιμοποιήσει για τις αφίσες των τελευταίων χρνων. Eίναι αξιοσημείωτο τι στη σύνθεσή του «Tα ορφανά» προσθέτει κοντά στην υπογραφή του τη λέξη «O Eλλην», κάτι που δεν διαπιστώνεται σε άλλα έργα του. Προφανώς, τα πρώτα χρνια της αναγνώρισής του θέλει να προβάλλει και την ελληνική καταγωγή του. Tο έργο «Eιδήσεις Nίκης» που αναφερταν στον πρσφατο πλεμο του 1870 αποσπά το πρώτο βραβείο της Aκαδημίας, ενώ η σύνθεσή του με θέμα τη «Nίκη» επιλέχτηκε για τη διακσμηση του Δημαρχείου, αν και ο Γύζης ήταν ξένος και τα γεγοντα αφορούσαν στην πρσφατη ιστορία των Γερμανών. 1872 (3 Aπριλίου): Eπιχειρεί το πρώτο του ταξίδι στην Eλλάδα, που συνετέλεσε στη συνειδητοποίηση, αλλά και στην προσωπική αξιολγηση των σων διδάχτηκε στη σχολή του Piloty. O Γύζης έχει παραμείνει ήδη επτά χρνια στη βαυαρική πρωτεύουσα, έχει ολοκληρώσει με επιτυχία τις σπουδές του, έχει γνωρίσει τους εκπροσώπους των ρεαλιστικών τάσεων, τους ιδεαλιστές, την ιστορική ζωγραφική, τους ενδιαφερμενους για την Aνατολή και, ακμη, την κοινωνία της εποχής. Tώρα είναι ώριμος και ενθουσιώδης, μπορεί να αξιολογήσει λα σα του προσφέρονται. Σκοπς του ταξιδιού, να επισκεφτεί τους δικούς του, αλλά συγχρνως να εκτιμήσει τις συνθήκες που επικρατούν για μια επιστροφή στο εγγύς ή στο απώτερο μέλλον. Aναχωρεί απ το Mναχο και ακολουθεί το γνωστ δρμο: Mέσω Iνσμπρουκ, Bερνας, Mπολνιας, Φλωρεντίας, Nεάπολης και Mπρίντεζι, για να φτάσει στην Aθήνα, που οργανώνει ένα ατελιέ στο σπίτι του
4
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
O Nικλαος Γύζης πριν απ την αναχώρησή του απ την Eλλάδα, το 1895. Aνάμεσα στους παρισταμένους και ο ζωγράφος Nικηφρος Λύτρας (Aρχείο Γ.O. Περβολαράκη).
πατέρα του, στην οδ Θεμιστοκλέους 18. Eπισκέπτεται περίχωρα των Aθηνών, κυρίως μως τα Mέγαρα, που ο μετέπειτα πεθερς του Nικλαος Nάζος έχει τις επιχειρήσεις του, και αποτυπώνει τις εντυπώσεις του σε ,τι αφορά το φως και το χρώμα στα έργα εκείνης της εποχής. Oπως είναι φυσικ, αποτυπώνει ακμη τις προσωπογραφίες των γονέων του Oνούφριου και Mαργαρίτας και του ευεργέτη του Nικολάου Nάζου. 1873 (καλοκαίρι): Aναχωρεί με το Nικηφρο Λύτρα για τη Mικρά Aσία, απ που φέρνει διάφορα σχέδια με χαρακτηριστικούς τύπους της Aνατολής, εσωτερικά σπιτιών κ.ά. Mετά την επιστροφή του στην Aθήνα εκτελεί το έργο «O Aράπης ως νταντά», τη σημαντική για την ενσάρκωση του πνεύματος της Aνατολής σύνθεση με θέμα την «Tιμωρία του Oρνιθοκλέφτη» και μια δεύτερη παραλλαγή του έργου «Tα ορφανά», καθώς το ταξίδι της επιστροφής στο Mναχο καθυστερεί, λγω της επιδημίας χολέρας που έχει ξεσπάσει στη βαυαρική πρωτεύουσα. Tην ίδια χρονιά, ταν ο Γύζης βρίσκεται στην Eλλάδα, πραγματοποιείται η Διεθνής Eκθεση της Bιέννης, στην οποία παίρνει μέρος με τις «Eιδήσεις Nίκης», ενώ ο Λύτρας συμμετέχει με τη σύνθεση «H πυρπληση της τουρκικής ναυαρχίδας απ τον Kανάρη», έργο ρεαλιστικ αλλά συγχρνως και σκηνοθετημένο, εφσον οι εντυπώσεις του απ τη Σχολή του Piloty ήταν ακμη αρκετά νωπές. 1874 (Iούνιος): O Γύζης επιστρέφει στη Γερμανία με το Λύτρα, αφού έχει γνωρίσει την κρη του Nάζου, Aρτεμη, τη μετέπειτα σύζυγ του. H προσαρμογή του είναι δύσκολη και οδυνηρή, παρά τις πολλές και ενδιαφέρουσες εκδηλώσεις που προσφέρονται στο Mναχο. Eτσι, καταλήγει στο συμπέρασμα: «Ωραία είναι η Iταλία, ωραία η Γερμανία, αλλ’ η Eλλάς ωραιοτάτη...». Στην αρχή συστεγάζονται με το Λύτρα σε κοιν ατελιέ,
το Σεπτέμβριο, μως, κάθενας αποκτά τη δική του στέγη και ο Γύζης είναι ικανοποιημένος απ την ανεξαρτοποίησή τους. Tο πρώτο έργο που σχεδιάζει είναι «Tα αρραβωνιάσματα των παιδιών», θέμα που προφανώς έχει συλλάβει στην Eλλάδα και το οποίο θα ολοκληρώσει το 1875. Eπίσης, είναι επηρεασμένος απ κάποιες δικές του νοσταλγικές τάσεις μετά την τσο οδυνηρή επιστροφή στον ξένο τπο. Tον Oκτώβριο του 1874 δημιουργεί και την πρώτη παραλλαγή της σύνθεσης «Tο τάμα» που έχει ως θέμα του την ανθρώπινη δυστυχία και συνεχίζει την παράδοση του έργου «Tα ορφανά», αλλά ως ατμσφαιρα, μέσα απ το δραματικ φως, τονίζει την εσωστρέφειά του, μια μελαγχολική διάθεση που ξεπερνά τα ρια ενς θλιβερού γεγοντος και γίνεται η συνισταμένη της μοναξιάς και της πίκρας του ανθρώπου που παλεύει απελπισμένος με τις ανεξιχνίαστες πλευρές της ψυχής του. 1875: Tο «Tάμα» παρουσιάζεται στην έκθεση της Bιέννης, τιμάται με μετάλλιο και αγοράζεται απ τον εκεί καλλιτεχνικ σύλλογο. Tην ίδια χρονιά γίνεται μέλος της αδελφτητας «Allotria», στην οποία ανήκουν πολλοί καλλιτέχνες, καθώς λο και περισστερο εντάσσεται στο πνευματικ δυναμικ της πλης, χωρίς μως να χάνει την ταυττητά του, παραμένοντας λάτρης και νοσταλγς της πατρίδας του. Tον ίδιο χρνο του γίνεται τιμητική πρταση απ την Aθήνα να καταλάβει τη δεύτερη έδρα ζωγραφικής στη Σχολή Kαλών Tεχνών, αλλά για τον Γύζη έχει ήδη ριφθεί ο κύβος απ το ταξίδι του στην Eλλάδα, ταν διαπίστωσε τι δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις και το απαραίτητο θετικ κλίμα. 1876 (Mάρτιος): O μέλλων πεθερς του Nάζος προσπαθεί να τον πείσει να επιστρέψει στην Eλλάδα. Oμως, ο Γύζης διατυπώνει την εξής απάντηση: «Kαι πάλιν για την καθηγεσίαν. H
ιδέα σας είναι ευγενής και πατριωτική ιδέα, αλλά φοβούμαι τι τα υλικά, τα οποία οι κυβερνώντες θα μας δώσουν να κτίσωμε (εις τας Aθήνας) ο Λύτρας και εγώ τα θεμέλια, φοβούμαι, τι θα είναι πλίνθοι και η Aκαδημία Ωραίων Tεχνών απαιτεί πολλά». Tην ίδια χρονιά συνεχίζει την έντονη δραστηριτητά του στο Mναχο με νέες συνθέσεις και συμμετοχές σε εκθέσεις, πως στην Eκθεση Tέχνης και Kαλλιτεχνικής Bιομηχανίας στο Glaspalast, που παρουσιάζει τα έργα «Σπουδή απ την Aνατολή» και «O ζωγράφος στην Aνατολή» για το οποίο τιμάται με βραβείο β΄ τάξεως. Oι επιτυχίες του έχουν την αντιστοιχία τους και στις πωλήσεις έργων. Aυτή τη χρονιά θα επισκεφτεί μαζί με το Λύτρα και το Παρίσι. Aπ πλευράς δημιουργίας, ο Γύζης ασχολείται με θέματα κυρίως ιδεαλιστικά, που δεν παύουν να τον απασχολούν, και αρχίζει το μεγάλο έργο του «H Tέχνη και τα πνεύματά της». Tην ίδια χρονιά αρραβωνιάζεται την κρη του προστάτη του Nάζου και συσφίγγει τις σχέσεις του με λους τους Eλληνες που σπουδάζουν ή έχουν εγκατασταθεί στο Mναχο, ιδιαίτερα με τον Bολανάκη αλλά και με τους Λεμπέση, Iακωβίδη και Σαββίδη. 1877: Δεν χαρακτηρίζεται ως χρονιά έντονης καλλιτεχνικής δραστηριτητας, γιατί ταξιδεύει στην Eλλάδα για να παντρευτεί. Eπιστρέφει τον Iούνιο και τον Oκτώβριο επισκέπτεται με τη σύζυγ τη τη Bιέννη. Παρ’ λα αυτά βρίσκει το χρνο να δημιουργήσει τη δεύτερη παραλλαγή των «Aρραβωνιασμάτων», για την οποία κερδίζει το μικρ χρυσ μετάλλιο στην Eκθεση του Bερολίνου, και συνεχίζει να εργάζεται στη σύνθεση «H τέχνη και τα πνεύματά της» με την ελπίδα να συμμετάσχει με το έργο αυτ στη Διεθνή Eκθεση των Παρισίων τον επμενο χρνο. 1878: Oργανώνεται η μεγάλη Διεθνής Eκθεση στο Παρίσι και πολλοί
Eλληνες καλλιτέχνες, μεταξύ των οποίων οι Iωάννης Aλταμούρας, Aριστείδης Oικονμου, Περικλής Πανταζής, Xαράλαμπος Παχής, Θεδωρος Pάλλης, Iάκωβος Pίζος, αλλά και γλύπτες που ανάμεσά τους συγκαταλέγεται ο Γιαννούλης Xαλεπάς, παίρνουν μέρος με πολλά και γνωστά έργα τους και αποσπούν ευνοϊκές κριτικές. O Γύζης συμμετέχει στο ελληνικ τμήμα με τη δεύτερη παραλλαγή του έργου «Aρραβωνιάσματα» και με «Eνα κεφάλι Aραβος», ενώ στο γερμανικ τμήμα με τον «Aνατολίτη με μουσικ ργανο» το οποίο είχαν στείλει οι Γερμανοί με δική τους επιλογή. Στα δημοσιεύματα επισημαίνεται πάντα η απδοση των χρωμάτων απ τον καλλιτέχνη. 1879: Eξακολουθεί να καταγίνεται με το έργο «H Tέχνη και τα πνεύματά της», το οποίο εκθέτει ημιτελές μαζί με τα «Aρραβωνιάσματα», ένα κεφάλι για τη «Σεμέλη» του Σίλερ στη B΄ Διεθνή Eκθεση στο Glaspalast του Mονάχου. Tην ίδια χρονιά, στις 31 Mαρτίου/12 Aπριλίου, γεννιέται το πρώτο του παιδί, η Πηνελπη, που συμπληρώνει την οικογενειακή ευτυχία. 1880: Παρουσιάζονται έργα του στο Mουσείο Kaiserslautern. Σημαντικ γεγονς γι’ αυτή τη χρονιά είναι η ανακήρυξή του σε επίτιμο μέλος στην Aκαδημία Kαλών Tεχνών του Mονάχου, προβαθμίδα για την προώθησή του στη θέση του βοηθού καθηγητή έπειτα απ δύο χρνια. Tην εποχή αυτή ο Γύζης αρχίζει να ασχολείται με νεκρές φύσεις και χαρακτηριστικά κεφάλια ανδρών και γυναικών και ο Montandon σημειώνει τι στο έργο του δεσπζει ένας υγιής νατουραλισμς. Oλες οι εφημερίδες είναι γεμάτες απ επαίνους που τον παρουσιάζουν ως τον τεχνίτη του ρεαλισμού. Aυτή τη χρονιά επανέρχεται σε μια κατηγορία θεμάτων που είχε επεξεργαστεί στην αρχή της σταδιοδρομίας του, τα οποία αναφέρονται στον ανθρώπινο πνο και στη δυστυχία: «Tο πένθος στο σπίτι του δασοφύλακα», «Mετά το μνημσυνο» και «Ψυχομάνα», αν και δυσκολευταν να τα πουλήσει, αφού δεν παρουσίαζαν κάποια ευχάριστη σκηνή. Παράλληλα, άρχισε να φιλοτεχνεί πορτρέτα. 1881: O Γύζης συμμετέχει για πρώτη
O Nικλαος Γύζης με τους μαθητές του στο Mναχο, το 1884 (Aρχείο Aλ. Φιλαδελφέως).
φορά σε έκθεση στην Eλλάδα, που οργανώθηκε υπέρ του Eρυθρού Σταυρού στην οικία του μεγαλοεπιχειρηματία Bασιλείου Mελά. Aυτή τη χρονιά γεννιέται η δεύτερη κρη του Mαργαρίτα και πεθαίνει η μητέρα του. 1882: Eίναι η χρονιά της μεγάλης δημιουργίας, τσο για ηθογραφικά θέματα σο και για νεκρές φύσεις. Eκτελεί τα έργα «Kου-Kου», «H αποστήθιση», «Παππούς με δύο γάτες», «Pδια», «Γαλοπούλα» και αρχίζει το μεγάλο έργο «Aποκριά στην Aθήνα». Tον ίδιο χρνο η Aκαδημία του προτείνει τη θέση του βοηθού καθηγητή, διάκριση που μπορεί να θεωρηθεί πολύ τιμητική. H αποδοχή της πρτασης θεωρείται καθοριστική για την πορεία του Γύζη, γιατί έτσι συνειδητοποιεί τι σβήνει και η παραμικρή ελπίδα να επιστρέψει στην πατρίδα του. 1883: O Γύζης υπολογίζει να τελειώ-
σει το έργο του «H Xαρά» και να το στείλει στην έκθεση του Glaspalast. Eμποδίζεται μως απ μια αρρώστια και παίρνει μέρος με την «Aποστήθιση» και ένα κεφάλι γέρου και κερδίζει τη διάκριση δευτέρου βαθμού. Eτσι, αποτυγχάνει η προσπάθεια να τελειώσει έστω και ένα ιδεαλιστικοαλληγορικ έργο. 1884: Aυτή τη χρονιά ζωγραφίζει το «Παραμύθι της γιαγιάς». 1885: Zωγραφίζει τη «Xαρτορίχτρα» ή αλλιώς «Tο αποκαλυφθέν Mυστικ», καθώς και «Tο κρυφ σχολει», συνθέσεις παρεμφερείς σε αντίληψη και μέγεθος. 1886: H χρονιά που ο Γύζης αρχίζει το μεγάλο έργο του «Eαρινή Συμφωνία», το οποίο αποδίδει σε λυρική, ιδεαλιστική ατμσφαιρα. H έμφαση που δίνεται για την αρχή μιας νέας ιδεαλιστικής- αλληγορικής περιδου είναι δικαιολογημένη, αφού ο Γύζης εγκαταλείπει τα άλλα θέματα.
O ζωγράφος στο κέντρο, δίπλα στον ιερωμένο, με Eλληνες του Mονάχου. Aριστερά του, ο ζωγράφος Γεώργιος Iακωβίδης (φωτογραφία γύρω στα 1900).
1887: Παίρνει μέρος με την τρίτη παραλλαγή του «Tάματος» στην ετήσια έκθεση στο «Künstlerhaus» της Bιέννης και, το κυριτερο, φιλοτεχνεί τη σημαία για το Eθνικ Kαποδιστριακ Πανεπιστήμιο της Aθήνας. 1888: Στρέφεται σε ένα άλλο είδος καλλιτεχνικής έκφρασης, την αφίσα, την οποία ο Γύζης θα εξελίξει τα τελευταία δέκα χρνια της ζωής του. Tον ίδιο χρνο ορίζεται τακτικς καθηγητής της Aκαδημίας Kαλών Tεχνών του Mονάχου και καταλαμβάνει τη θέση έπειτα απ επιλογή μεταξύ τεσσάρων Γερμανών βοηθών καθηγητών. Tην τιμητική αυτή επιλογή εκτιμά ιδιαίτερα, θλίβεται, μως, γιατί θα πρέπει να απαρνηθεί την ελληνική υπηκοτητα. Ωστσο, στα Δ΄ Oλύμπια στο Zάππειο, που πήραν μέρος λοι οι γνωστοί καλλιτέχνες γερμανικής ή γαλλικής παιδείας, εκείνος θα πάρει μέρος με «Tα αρραβωνιάσματα», «Tο παραμύθι στης γιαγιάς», «Tο κρυφ σχολει» και «Tα μήλα», έργα κυρίως ηθογραφικά. 1889: Συμμετέχει στην Eκθεση του Zαππείου και την ίδια χρονιά επεξεργάζεται ένα σχέδιο μεταλλίου για την ετήσια έκθεση του Glaspalast, που απ το 1896 δινταν ως έπαθλο και για τις διεθνείς διοργανώσεις. 1890: Aποκτά το τέταρτο παιδί του, την Iφιγένεια. Tτε, κάνει δύο προσωπογραφίες της συζύγου του, οι οποίες απηχούν τις αρχές της Gründerzeit, συνενώνουν μως και στοιχεία των νέων τάσεων. 1891: Eκτελεί μια σύνθεση ως συμβολή για το άλμπουμ της «Kϋnstlergenossenschaft» για τα εβδομήντα χρνια του αντιβασιλέα Luitpold με θέμα την «Iστορία» και τον επμενο χρνο το μεταφέρει σε μεγέθυνση στην αφίσα που φιλοτεχνεί για την 6η Διεθνή Eκθεση Tέχνης στο Glaspalast. Συνέχεια στην 6η σελίδα KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
5
Tο «Σκλαβοπάζαρο», ελαιογραφία σε μουσαμά 0,72X0,50μ. Eθνική Πινακοθήκη και Mουσείο Aλεξάνδρου Σούτζου, Aθήνα. Eνα απ τα έργα που φιλοτέχνησε ο Γύζης μετά την επιστροφή του απ την Aνατολή, ένα ταξίδι που επέδρασε ριζικά στη διαμρφωση του ύφους του και σφράγισε ανεξίτηλα το έργο του. Συνέχεια απ την 5η σελίδα
1892: Eτος ορσημο για την πορεία της τέχνης στη βαυαρική πρωτεύουσα. Zωγράφοι και γλύπτες αποχώρησαν διαμαρτυρμενοι για τις απαρχαιωμένες αρχές της Künstlergenossenschaft και ίδρυσαν μια άλλη ένωση με νέους στχους, που ονομάστηκε Sezession. O Γύζης φαίνεται τι παρακολουθούσε τις πολυτάρχες συνεδριάσεις και έβλεπε με δυσφορία το έντονο κλίμα που αναπτυσσταν στην καλλιτεχνική κοιντητα, στην οποία ανήκε απ την αρχή του ερχομού του στη Γερμανία. Δεν προσχώρησε στη νέα ένωση, αν και η τέχνη του συμπορευταν με πολλές αρχές του νέου κινήματος, του Jugendstil. Tην ίδια χρονιά εκλέγεται μέλος της Kριτικής Eπιτροπής για την Eκθεση του Σικάγου του 1893, βραβεύεται στη Mαδρίτη για την τρίτη παραλλαγή του «Tάματος» και αποστέλλει το βιογραφικ του
6
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
για να συμπεριληφθεί στη Mεγάλη Eγκυκλοπαίδεια. 1893: Συμμετέχει με το έργο «Aποκριά στην Aθήνα» στην Eκθεση του Σικάγου και ασχολείται με την εικονογράφηση του διηγήματος «Φίλιππος Mάρθας» του Δημητρίου Bικέλα. H νέα ενασχλησή του με το βιβλίο εντάσσεται στην αλλαγή των εκφραστικών του τρπων και στη διεύρυνση των ενδιαφερντων του σχετικά με τα είδη της τέχνης. Tην ίδια χρονιά φιλοτεχνεί μια αφίσα για τα εκατ χρνια λειτουργίας του εργοστασίου πιάνων «Rud. Ibach Sohn» με την παράσταση της «Aρμονίας» και τα αλληγορικά της σύμβολα. Για το έργο βραβεύεται ανάμεσα σε 152 συμμετέχοντες και το γεγονς αυτ του προκαλεί αισθήματα υπερηφάνειας και ευφορίας. Aς σημειωθεί, τι ο Γύζης πια έχει περάσει στην επεξεργασία κάποιων εννοιολογικών θεμάτων.
1894: Eξακολουθεί να εκθέτει με την Künstlergenossnschaft στο Glaspalast και οραματίζεται διάφορες συνθέσεις θρησκευτικού κυρίως περιεχομένου. 1895: Xρνος μεστς για τον Γύζη. Eκτελεί αναθέσεις διαφρων έργων, πως την προμετωπίδα του περιοδικού Über Land und Meer, το Δίπλωμα των Mηχανικών «Θεωρία και Πράξη» και αναλαμβάνει να φιλοτεχνήσει, έπειτα απ παραγγελία, ένα έργο για την οροφή της αίθουσας συνεδριάσεων του Mουσείου Bιοτεχνίας στη Nυρεμβέργη. Πραγματοποιεί επίσης τη βαθιά επιθυμία του να επισκεφτεί την Eλλάδα, έπειτα απ δεκαοκτώ χρνια νοσταλγίας, καταξιωμένος πια καλλιτέχνης. Tαξιδεύει μαζί με τον γιο του Karl von Piloty, Robert, και το φίλο του και καθηγητή στην Aκαδημία Ludwing Löfftz. Tο νέο πρσωπο της Eλλάδας, αλλά και η πανέμορφη φύση της τον εντυπω-
σιάζουν· τα βιώματα του ταξιδιού μεταφέρονται σε ιδεαλιστικές συνθέσεις τις οποίες θα εκτελέσει μετά την επιστροφή του στο Mναχο. 1896: Tελειώνει το «Δίπλωμα των Oλυμπιακών Aγώνων», έπειτα απ μεγάλο προβληματισμ πάνω στο θέμα. 1897: O πλεμος του 1897 τον απογοητεύει. Oι σκέψεις του συνεχώς στριφογυρίζουν στην Eλλάδα. Eπιλέγει να ενσαρκώσει σε εικνα το επίγραμμα του Διονυσίου Σολωμού «H καταστροφή των Ψαρών». O ζωγράφος ζει πλέον σ’ ένα δικ του κσμο και αυτ αποδεικνύεται απ τις επιστολές του που βρίθουν απ ιδεαλιστικές σκέψεις. Aπ αυτή την εποχή είναι γνωστά τα σχέδιά του: «H ποίηση συντονίζει το βιολί της με το τραγούδι της Aνοιξης», «H φήμη», «H ψυχή του καλλιτέχνη» ή «Tέχνη και χειροτεχνία», «H μετάνοια», «Xαμένη ψυχή», «Eν τη ενώσει η δύναμις» κ.ά. 1898: Συμμετέχει στην έκθεση του Glaspalast, που του παραχωρείται μια αίθουσα στην οποία εκθέτει 24 ελαιογραφίες και πολλά σχέδια που τα επιλέγει εν μέρει μαζί με τη μαθήτριά του Anna May. Aπ την έκθεση αγοράζονται για τη Staatliche Graphische Sammlung του Mονάχου 13 σχέδια. 1899: Eνα χρνο πριν απ τον θάνατ του, οι δυνάμεις του τον εγκαταλείπουν, αλλά εξακολουθεί να εργάζεται εντατικά τσο για την αποπεράτωση της «Aποθέωσης» και την έκθεσή της στο Glaspalast σο και σε άλλες συνθέσεις, πως «O νέος αιώνας» που θα τον εκπροσωπήσει στη Διεθνή Eκθεση του Παρισιού τον επμενο χρνο. Συγχρνως αποστέλλει τη «Δξα» στο Γεώργιο Nάζο για να την παραδώσει στην Eπιτροπή για την Eκθεση των Aθηνών και την προτείνει έναντι 1.500 χρυσών φράγκων στο Eθνικ Mουσείο, αν και στη Bιέννη είχαν ζητήσει να αγοράσουν το έργο έναντι 3.000 μάρκων. H κριτική στην Eλλάδα ήταν αρνητική και ο ζωγράφος, χολωμένος απ την αντιμετώπιση αυτή, προσπαθεί να αντισταθμίσει το γεγονς με την επιτυχία του στο Glaspalast για την «Aποθέωση της Bαυαρίας». 1900: O τελευταίος χρνος της ζωής του Γύζη και, παρά τη βαριά αρρώστια του (λευχαιμία), εξακολουθεί να εργάζεται, να εκθέτει και να ελπίζει στην αποκατάσταση της υγείας του. Eκτς απ τη συμμετοχή του στη Διεθνή Eκθεση του Παρισιού με πρσφατες δημιουργίες, πως «O νέος αιώνας», παίρνει μέρος στην Eκθεση του Glaspalast με τη μεγάλη θρησκευτική σύνθεση «Iδού ο νυμφίος έρχεται». 1901: O Γύζης θα πεθάνει στις 4 Iανουαρίου και θα ταφεί στο Nordfidhof του Mονάχου. Προς τιμήν του ο γλύπτης Heinrich Waderé φιλοτέχνησε μνημείο. O φίλος του και φημισμένος ζωγράφος στην καλλιτεχνική κοιντητα του Mονάχου Franz von Lenbach σχεδίασε το νεκρ Γύζη και ο Kωστής Παλαμάς συνέταξε το ποίημα «Για τον τάφο του Nικολάου Γύζη». Σημείωση: Στοιχεία για το Xρονολγιο του Nικολάου Γύζη αντλήθηκαν απ το βιβλίο της Nέλλης Mισιρλή «Γύζης», Eκδσεις AΔAM, Aθήνα, 1996.
Σπάνια καλλιτεχνική προσωπικτητα O Γύζης είχε εξιδανικεύσει την Eλλάδα και γοητευταν απ το τοπίο της
«Tο Kρυφ Σχολει» (1885-1886). Eλαιογραφία σε ξύλο 0,58x0,73 μ. (Συλλογή Πρδρομου Eμφιετζγλου, Aθήνα). Mια ακμα ηθογραφική σκηνή, που η προβολή της παράστασης μέσω του φωτς και η δημιουργία μιας σκηνικής παρουσίας φαίνεται να είναι το κύριο μέλημα του Γύζη. Tης Nέλλης Mισιρλή Δρος Iστορίας της Tέχνης και Eπιμελήτριας της Eθνικής Πινακοθήκης
OΠOIOΣ γνωρίζει την Eλλάδα, τους μύθους, την ιστορία και τις παραδσεις της, γνωρίζει τι σημαίνει το Aιγαίο και οι ολφωτες Kυκλάδες, που ήταν οι «γεννήτρες» του. O Γύζης είδε το φως στην ανεμεσσα Tήνο που ο Hölderlin τοποθετούσε με τη φαντασία του τον Yπερίωνα, τον πατέρα του ήλιου. Oι επιδέξιοι τεχνίτες της ήταν ονομαστοί, γιατί απ παλιά οι κάτοικοί της είχαν αποκτήσει τη γνώση και είχαν δημιουργήσει την παράδοση να είναι καλοί λιθοξοι και να υπηρετούν την τέχνη. Aπ τα χέρια των ξακουστών μαστρων της σμιλεύτηκαν τα αγάλματα που κσμησαν τη νέα πρωτεύουσα και τίμησαν τους επώνυμους στο πρώτο αθηναϊκ κοιμητήριο. Mε
τη συμμετοχή τους στις αναστηλώσεις αποκαταστάθηκαν τα αρχαία οικοδομήματα και ανεγέρθηκαν τα νέα δημσια κτίρια. Tο Πανεπιστήμιο, η Aκαδημία, η Eθνική Bιβλιοθήκη, το Zάππειο, το Aρχαιολογικ Mουσείο, τα Παλαιά Aνάκτορα έγιναν με σχέδια που εκπνησαν ξένοι αρχιτέκτονες, αλλά εκτελεστές ήταν πάντα οι τήνιοι τεχνίτες. Mε την αξιοσύνη τους επεξέτειναν τις δραστηριτητές τους και σε άλλες πλεις, στην Kωνσταντινούπολη, στη Σμύρνη, στη Θεσσαλονίκη, στο Aγιον Oρος, ακμα και στην Aνατολή, στη Pουμανία και στην Aίγυπτο. Γνωστές είναι οι μεγάλες καλλιτεχνικές οικογένειες της Tήνου, που τα μέλη τους ήταν γλύπτες, αρχιτέκτονες, ζωγράφοι, και απ το νησί αυτ κατάγονται χι μνο ο Γύζης αλλά και ο Nικηφρος Λύτρας και ο Γιαννούλης Xαλεπάς, θεμελιωτές της νεοελληνικής ζω-
γραφικής και γλυπτικής αντίστοιχα.
Oραμα και έμπνευση Σε αυτ το περιβάλλον και μέσα σε μια κληρονομημένη παράδοση γεννήθηκε ο Γύζης, που έμελλε να λάβει μια αξιλογη θέση στην καλλιτεχνική σκηνή του Mονάχου, που έζησε, και να αναδειχθεί στο σημαντικτερο καλλιτέχνη της ελληνικής ζωγραφικής του 19ου αιώνα. H ιδιαίτερη φυσιογνωμία του με το σπινθηροβλο βλέμμα φαίνεται τι τον χαρακτήριζε απ μικρ, έτσι ώστε ο ίδιος να διηγείται τι η μητέρα του χαϊδεύοντάς τον έλεγε με καμάρι στους γνωστούς και φίλους τους: «O Nικλας μου δεν είναι μορφο παιδί, μα έχει πλανέτο». H βαθιά του μως, ταπεινοφροσύνη δεν του επέτρεπε να ομολογήσει την πραγματική γοητεία και ακτινοβολία που απέπνεε η προι-
κισμένη φύση του, γι’ αυτ και την πολύ χαρακτηριστική αυτή διαπίστωση της μάνας του ερμήνευσε ως εξής: «Tο πλανέτο αυτ ή μάλλον η ευχή της, θα είναι βεβαίως η δύναμις η οποία ως σήμερον με προστατεύει, καλύπτουσα τα λάθη μου και μαγεύουσα εκείνους οίτινες εκ του πλησίον με γνωρίσουν». Στην ίδια επισήμανση αναφέρονται και σοι αργτερα περιγράφουν τη φυσιογνωμία του. Στο συμπέρασμα αυτ οδηγεί η απάντηση που έστειλε το 1900 ο Γύζης στον εκδτη της εφημερίδας «Aστυ», Δημήτριο Kακλαμάνο, γράφοντας: «Σας ευχαριστώ διά την ζωγραφίαν μου, μου κινήσατε την περιέργειαν και παρέβαλα την του καθρέπτου μου με τα λεγμενά σας. Tα ηύρα χι σωστά, εκτς εκείνα τα μάτια, τα οποία βεβαίως η έμπνευσίς σας έκανε τσο γυαλιστερά και σπινθηροβολούντα». Συνέχεια στην 8η σελίδα KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
7
τι ο Γύζης, ενώ κινείται στις σφαίρες της ιδέας και προσπαθεί να ενσαρκώσει την ευγένεια του ελληνικού πνεύματος, διατηρεί στην ψυχή του τον αυθορμητισμ, μακριά απ κάθε ψυχρή και εγκεφαλική έκφραση. «Δεν ζωγραφίζονται οι λέξεις αλλά το πνεύμα αυτών», και συμπληρώνει τι «τοιαύτη Δξα ήρμοζε η ελευθερωθείσα Πατρίς να απαθανατίσει εκείνους, οίτινες έδωσαν το δικαίωμα του ζην προς ελευθερίαν των απογνων των».
Συνέχεια απ την 7η σελίδα
Aυτή η λάμψη, μαζί με το ραμα και την έμπνευση που αποτυπώνονταν στη μειλίχια φυσιογνωμία του, έβρισκε την απλυτη καταγραφή και ταύτιση στο ιδεολογικ και ηθογραφικ του έργο.
Iερή λατρεία Aπ την εξιδανικευμένη ενατένιση του κσμου πηγάζει και η μεγάλη αγάπη για τη μητέρα του, για την οποία τρέφει πραγματικά ιερή λατρεία και με θρησκευτικ σεβασμ την επονομάζει «γλυκιά και μοναδική». Σε λες τις περιπτώσεις τον ενδυναμώνει η ευχή της, που τον ακολουθεί στο δύσκολο έργο του, στις αντιξοτητες της ξενιτιάς και στον αγώνα της επιβίωσης: «Ως γνωρίζεις, η εικών της “Aποθεώσεως της Bαυαρίας” ήτο δι’ εμέ ένα μεγάλο και υψηλν βουνν. Eπί τέλους μ’ εβοήθησεν η ευχή της Mάννας μου και το ανέβηκα». Eπίσης, σε στιγμές μεγάλης νοσταλγίας γράφει: «Yποφέρω τα δυστυχήματά μου με την υπομονήν, την οποίαν η καλή μου Mάννα μου καλλιέργησεν». Tην ευαισθησία του, που θα αποτυπωθεί σε λες τις πτυχές του έργου του, μαρτυρούν επίσης τα βαθιά αισθήματα ευγνωμοσύνης που τρέφει προς το μετέπειτα πεθερ του Nικλαο Nάζο, με τον οποίο διατηρεί συχνή αλληλογραφία. Mια αποκαλυπτική φράση υπάρχει σε ένα γράμμα του 1875, που αναφέρεται: «Γιατί θέλετε να με κάμετε να πιστεύω, τι δεν μου εκάματε τίποτε; Mη αδίκως παιδεύεσθε, διτι το προς σας αίσθημα της ευγνωμοσύνης μου είναι εις το βαθύτερον μέρος της καρδιάς μου εγχαραγμένον και μάλιστα απ την τρυφεράν μου ηλικίαν. Δεν εξαλείφεται» H μεγάλη αφοσίωση προς τους οικείους του στην Eλλάδα και προς τη δική του οικογένεια ίσως θεωρηθεί προσωπική υπθεση του καλλιτέχνη, που ελάχιστα ενδιαφέρει το μελετητή. Στην περίπτωση μως του Γύζη, οι μεγάλες ευαισθησίες του καταγράφονται στην εκφραστική ποιτητα των έργων του, των οποίων οι λεπταίσθητες πτυχές θα ήταν αδύνατο να κατανοηθούν χωρίς τη γνωριμία με τον ψυχικ του κσμο. Eξάλλου, η προσωπικτητά του εξυφαίνεται, ταν ληφθούν υπψη λα σα τον συγκινούσαν και συντνιζαν τις χορδές της ψυχής του. Iσως, διαπιστώνοντας ο ίδιος τις ευαισθησίες του, ζωγράφισε πάνω στη σελίδα που έγραψε το βιογραφικ του σημείωμα, για να το στείλει στο υπουργείο Παιδείας της Γαλλίας, μια αέρινη, με διάφανα ενδύματα κρη, την «Ψυχή», που κρατεί ένα μικρ κουτί, που φυλάσσονται τα νειρα και οι προσδοκίες του.
Nοσταλγία Eπίσης, η μεγάλη προσήλωση προς την πατρίδα σε πολλαπλά επίπεδα, ως έννοια αφηρημένη και συγκεκριμένη, διαπνέει το έργο του και προσφέρει το μίτο για την κατανηση της δημιουργίας του. H σχέση του αυτή προς τη μακρινή του γενέτειρα δεν πρέπει να θεωρηθεί πατριδολατρεία με περιορισμένο ορίζοντα, που τον εμποδίζει να αφομοιώσει τα διδάγματα της πολιτιστικής βαθμίδας της χώρας στην οποία επέλεξε να ζει
8
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
Προσωπικ ύφος
«Nύμφη και έρως», ελαιογραφία σε μουσαμά 0,85x0,59 μ. Eθνική Πινακοθήκη και Mουσείο Aλεξάνδρου Σούτζου, Aθήνα. Eνα απ τα ονειρικά έργα του Γύζη, εμπνευσμένο απ τους γερμανικούς μύθους και θρύλους.
και να δημιουργεί, αλλά πρέπει να γίνει κατανοητ τι ούτε αλλοτριώθηκε ούτε απέβαλε σα αποτελούν ιδιώματα καταγωγής. Mε την ευκαιρία της έκθεσης του μεγάλου του έργου «H Eξέταση των Σκύλων» ο Γύζης γράφει προς τους δικούς του: «Mην παραξενευθήτε για την εκλογήν μου. Iσα – ίσα οι Γερμανοί εδώ απορούν, πως εγώ ως ξένος έχω το κουράγιο και ανακατεύομαι εις τα ιδικά των έθιμα. O καθηγητής μου είναι τρελλς απ χαράν με εμέ και εις λους λέγει: “O Γύζης πρέπει να μείνει με ημάς εδώ”. Aς λέγουν μως αυτοί. Eγώ ηξεύρω ποία είναι η πατρίς μου». Στην αρχή τα συναισθήματά του πηγάζουν απ τη νοσταλγία του ξενητεμένου, με την πάροδο μως του χρνου παίρνουν διαστάσεις ενορατικές και με τα μάτια της ψυχής αναζητά τον παράδεισο της φύσης της πατρίδας και της αναβιωμένης αρχαιτητας. H ίδια πορεία διαπιστώνεται και στο έργο του, καθώς στις ηθογραφίες του ξετυλίγεται η τρυφερή ανάμνηση της πατρίδας και αναβιώνουν σκηνές της καθημεριντητας με ιστορική διάσταση και ιδεαλιστική χροιά. Στις αλληγορικές μως συνθέσεις η επικοινωνία επιτελείται στη σφαίρα των ιδεών και επιστρατεύονται εικνες απ το παρελθν, απ τη μυθολογία και τη θρησκεία. Στην περιγραφή του διπλώματος
των Oλυμπιακών Aγώνων, ο Γύζης αποκαλύπτει τα πνευματικά του οράματα και εκφράζεται με αλληγορίες που δανείζεται απ τη μακραίωνη ιστορία της πατρίδας του: «Eις το Vordergrund δεξιά η πάλιν εμψυχωθείσα Aπτερος Nίκη, ως άγαλμα ωραίον και ζωντανν, κρατούσα κλάδον ελαίας, πως ευαγγελίση την απ το απέναντι μέρος καθημένην Eλλάδα. Tρέχουσα σταματά, πως μην την ενοχλήση, ακούουσαν παρά του πισθεν αυτής χρνου ύμνον παλαιάς λαμπράς εποχής και βυθισμένην εις αναμνήσεις». Aλλά, εάν η εικνα αυτή είναι μια εξιδανικευμένη σχέση παρελθντος και παρντος, η περαιτέρω ομολογία του, την Eλλάδα «δεν ημπορώ να την ζωγραφίσω τσον ωραίαν ως την αισθάνομαι», είναι συγκινητική, ανθρώπινη και γεμάτη αυθορμητισμ. Oσο περνούν τα χρνια και με ωριμτητα εμβαθύνει στην ιδέα που έθρεψε τα νειρά του και εμπτισε το έργο του, τσο περισστερο διαφαίνεται η πικρία του για την αδυναμία της πατρίδας του να τιμήσει τους άξιους και να τους κρατήσει κοντά της. «H Mάννα μου δεν με νιώθει και η Παραμάννα μου δεν θέλει να το ειπή τι με νιώθει», γράφει, ταν το μεγάλο του έργο «Aποθέωση της Bαυαρίας» προκαλεί θαυμασμ, αλλά χι την πραγματική αναγνώριση, που ο ίδιος θα επιθυμούσε. Eίναι αξιοσημείωτο
Παρ’ λη την ιδεαλιστική αυτή σχέση προς την πατρίδα του, που στην ουσία μως χαρακτηρίζεται απ απλτητα και ειλικρίνεια, ο Γύζης έχει και μια άμεση επαφή με το περιβάλλον της, που το περιγράφει με την πιο μεγάλη συγκίνηση, την πιο διεισδυτική ματιά και την πιο βαθιά αισθαντικτητα. «Aυτάς τας ημέρας φυσά δυνατά ντιος άνεμος. Δεν πιστεύω να είναι απ την Eλλάδα: δεν μυρίζει θυμάρι». Aν δεν διέθετε την ευαισθησία αυτή για τη διαφορετική ποιτητα της φύσης, των χρωμάτων και του φωτς, δεν θα μπορούσαν τα ταξίδια στην Eλλάδα και τα βιώματά του να επηρεάσουν το καλλιτεχνικ του γίγνεσθαι και να τον οδηγήσουν στην οριστική υπερνίκηση της Σχολής του δασκάλου του Karl von Piloty. Kατ’ αυτ τον τρπο βλέπει την Eλλάδα με τους τρπους που διδάχθηκε, αλλά συγχρνως η ίδια γίνεται το έναυσμα για τη διαμρφωση του προσωπικού καλλιτεχνικού του ύφους. Πριν φύγει για τη Γερμανία, μετά το γάμο του με την Aρτεμη Nάζου, φυτεύει στο κτήμα του πεθερού του στο Xαϊδάρι μια ακακία, ενώ, με την ευκαιρία της επίσκεψης μιας έκθεσης λουλουδιών στο Mναχο, αναπολεί τα φυτά που είχαν οι αυλές της πατρίδας του: «αρκετά λουλούδια και πολλά ωραία μεταξύ, προπάντων καμέλιες. Aλλά είναι λα τεχνητά μεγαλωμένα και γι’ αυτ δεν μ’ αρέσουν. Προτιμώ μια απριλιάτικη τριανταφυλλιά των Aθηνών απ’ λα αυτά». H φράση αυτή δεν είναι απλώς λγια του ξενιτεμένου νοσταλγού, αλλά του ανθρώπου που προσδιρισε σο κανένας άλλος την ανεπανάληπτη φύση, τη θάλασσα του νησιού του και τα μαγευτικά ακρογιάλια. Tο γεγονς τι δεν ακολούθησε την τοπιογραφία και δεν ενσάρκωσε την ιδιοτυπία της οφείλεται στο έμφυτο ενδιαφέρον του για τον κσμο των ιδεών που διαπέρασε, παρά τη ρεαλιστική κατεύθυνση, ακμα και το ηθογραφικ του έργο.
Θαλάσσιοι Hλιοι Συχνά παραπονιέται για το σκοτειν Mναχο και στο αποκορύφωμα της απελπισίας του διατυπώνει μια φράση που μαρτυράει τι ουδέποτε μπρεσε να συμφιλιωθεί με το διαφορετικ αισθητικά τοπίο «ούτε μ’ εμπνέει ο τπος ούτε εύμορφαι είναι αι γραμμαί ούτε οι χρωματισμοί. Aιώνιον πράσινον, πράσινον. Aλλοι είναι οι τποι διά καλλιτέχνας, ίνα εμπνευσθούν, αλλ’ είναι μακράν». H παρατήρηση είνα αξιοσημείωτη, γιατί απ τη χρωματική κλίμακα του Γύζη, που κυριαρχούν τα μπλε και τα κκκινα, λείπει παντελώς το συνηθισμένο στους
βαυαρούς ζωγράφους πράσινο. Σε αντιστάθμισμα μως των σων στερείται, ονειροπολεί και γράφει: «Eις τον ύπνον ευρίσκομεν την ευχαρίστησιν, διτι ονειρευμεθα θαλασσίους ηλίους» ενώ αστειευμενος φωνάζει στα παιδιά του τι η θεία είχε στο κουτί, που απέστειλε, «και ένα κομμάτι ήλιον ελληνικν». Πέρα μως απ κάθε χαριτολογία, βαθιά είναι η θλίψη του, γιατί, χάριν της τέχνης του, είναι αναγκασμένος να ζει σε σκοτεινά και κρύα μέρη: «Ω, αν ήξευραν οι Eλληνες τι θησαυρν έχουν με το ωραίον κλίμα και το λαμπρν φως. Tι κρίμα. Πώς θα έφεγγεν εν γένει η Aνατολή, αν έφεγγεν και η Tέχνη αναλγως». Tο σημαντικ στην παραπάνω φράση είναι η διάγνωση της ποιτητας του εξωτερικού φωτς, που βέβαια δεν τον απασχλησε, εκτς απ ελάχιστες εξαιρέσεις, τον οδήγησε μως, πως θα γίνει αντιληπτ, στην επιλογή μιας χρωματικής κλίμακας που σφράγισε το προσωπικ ύφος το. Aυτ πιθανώς να οφείλεται στο γεγονς τι η τοπιογραφία δεν συγκαταλεγταν στην ακαδημαϊκή τέχνη του Mονάχου, που υποστηριζταν απ λους τους καθιερωμένους φορείς, ακμη μως να μη συμβάδιζε και με την ιδεολογία των κατευθύνσεών του.
τη μελωδία και αποβλέπει να διαβεί τις πύλες του Oλύμπου. Για την πομπή της «Aποθέωσης της Bαυαρίας» γράφει: «H εικών προχωρεί βραδέως με το ίδιον βάδισμα προς τα εμπρς, πως και αι θεαί επάνω στον μουσαμά. Mε έχε μαγεύσει η πρώτη θεά (η Ποίησις). Φαντάζομαι τι ακούω την μουσικήν της και στολίζω (μαζί με τας θεάς) το άρμα με ρδα». H σχέση του Γύζη με τη μουσική θεμελιώθηκε στα παιδικά του χρνια, ταν στο νησί του αντηχούσε κατά τις γιορτές και τα πανηγύρια ο ήχος του βιολιού και του λαγούτου. Eτσι, απ τις πρώτες του φροντίδες ήταν να αρχίσει να μαθαίνει μουσική και, πως συνεπάγεται απ τις επιστολές του, επισκεπτταν συχνά την Oπερα και ενθουσιαζταν με τις παραστάσεις των έργων του Richard Wagner.
Yπ τους ήχους του Mπετβεν
Nεοϊδεαλιστικές ιδέες Aργτερα, ταν η φύση της πατρίδας του μετατράπηκε σε ονειρική ενατένιση, αποδίδει στον τπο του και δυνάμεις υπερφυσικές: «Περίεργον πως ημπορεί τις να αρρωστήση εις αυτ το κλίμα που ζουν οι θεοί». Eτσι, στο τέλος της ζωής του, καθώς διαισθάνεται το θάνατο να έρχεται, χωρίς να έχει μπορέσει να επιστρέψει στο νησί του, ο γυρισμς παίρνει το νημα του πολυπθητου λυτρωμού: «Eάν ήτο δυνατν, να ημπορούσα να ηρχμουν εις την Eλλάδα, ίσως κατά πρώτον εις την Kεφαλληνίαν και κατπιν εις την Tήνον, εις τα γλυκά αυτά μέρη, που ο θαλάσσιος άνεμος, το βάλσαμον αυτ υπάρχει, τι θα εύρισκα πάλι ταχέως την υγείαν μου». Mετά το δεύτερο ταξίδι του στην Eλλάδα, που για τελευταία φορά παρέμεινε μερικές ημέρες ευτυχισμένος, αναπολεί την παραδείσια παραλία του Δαφνιού και τη μακάρια ησυχία της φύσης. Tο ενορατικ αυτ βίωμα και η εξιδανικευμένη πραγματικτητα, μαζί με τις νεοϊδεαλιστικές ιδέες της εποχής και την αγάπη του για τη μουσική και την ποίηση θα αποτελέσουν, απ τα μέσα της δεκαετίας του ’80, τον παράγοντα μεταστροφής απ τις ηθογραφικές σκηνές προς τις ιδεαλιστικές – αλληγορικές συνθέσεις, συμβαδίζοντας συγχρνως με ορισμένη κατεύθυνση της τέχνης του Mονάχου.
H σχέση με τη μουσική H άλλη διάσταση σχετικά με την αντίληψη της φύσης είναι τι ο Γύζης βλέπει ζωγραφικά το τοπίο και κάνει παρατηρήσεις πολύ κοντά στις υπαιθριστικές αντιλήψεις της εποχής. Στα ελάχιστα έργα στα οποία αποτυπώνει το ύπαιθρο, δίνει πολύ ενδιαφέρουσες και προσωπικές λύσεις και αποδεικνύει την ικαντητά του για την πρσληψη και απδοση των ιδιο-
«O ζαχαροπλάστης» (1898). Eλαιογραφία σε μουσαμά 1,27x1,00 μ. (Iδιωτική συλλογή, Aθήνα). Eκτς απ την πραγματικά μοναδική ζωγραφική απδοση των διαφορετικών αποχρώσεων του λευκού, που εξελίσσεται η μία δίπλα στην άλλη με αφάνταστη μαεστρία, ο Γύζης επιχειρεί να αποδώσει μια αιφνίδια κίνηση που προκύπτει απ το αναπάντεχο σπάσιμο του σκοινιού απ’ που κρεμταν το μπουκάλι. Kατ’ αυτν τον τρπο δίνεται η εντύπωση μιας ασταθούς στάσης, που μλις του επιτρέπει να ισορροπεί το γλύκισμα που κρατάει στα χέρια του...
τήτων του εξωτερικού φωτς, γεγονς που επισημαίνεται και απ το γνώστη της ζωγραφικής του Mονάχου Siegfried Wichmann. Παρ’ λα αυτά, η ενασχλησή του με τη φύση περιορίζεται στις σπουδές που έκανε στα ταξίδια του στο Tυρλο, χωρίς να έχει καταγίνει, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, με αυτοτελή τοπία. Σχετικά με την αισθητική αντιμετώπιση της φύσης, χαρακτηριστικές είναι οι φράσεις που περιλαμβάνονται σε ένα γράμμα προς τη γυναίκα του, ταν το 1895 επισκέφθηκε για τελευταία φορά την πατρίδα του. «H ευμορφία την οποίαν βλέπω εδώ και μάλιστα προς την δύσιν του ηλίου, είναι απερίγραπτος. H λεπττης των χρωματισμών και η ταχύτης της μεταβολής απ στιγμής εις στιγμήν, μεταβολή των τνων, των αρμονικωτάτων τνων, ούτε θα γραφθή ποτέ, διτι λείπουν αι λέξεις, ούτε θα βρεθή ζωγράφος να ζωγραφίσει». H υπθεση που διατυπώνεται τι στη διαπίστωση αυτή φτάνει στο τέλος της ζωής του, ταν είναι πια αργά να αλλάξει καλλιτεχνικούς προσανατολισμούς, είναι θεωρητικά σωστή, δεν οδηγεί μως στις προθέσεις του που δεν συμπεριλαμβάνουν αυτ το στχο, εφσον η κατεύθυν-
σή του ήταν πάντα ιδεαλιστική. Στο έργο του μεταφέρει μως το απαύγασμα της ανάμνησης των χρωμάτων που βλέπει στην πατρίδα του. «Φοβούμαι μην ιδώ εις το μέλλον τις σημερινές ζωγραφιές μου και μου φανούν πως έχουν το χρώμα της θαλάσσης, διτι αυτάς τας ημέρας εις τον ξύπνον μου και ύπνον μου βλέπω θαλάσσας, βάρκες, καρτσες και τα τοιαύτα». Στα ιδεαλιστικά του έργα ταυτίζει τη φύση της πατρίδας του με την ποίηση, που συντονίζει το βιολί της με το τραγούδι της άνοιξης. Eτσι, κάθε πινελιά είναι ιδέα, κάθε χρώμα είναι μουσικς τνος και ρυθμς. Πολλά έργα του δημιουργούνται με τη μελωδία του πιάνου που παίζουν τα παιδιά του, και ο Γύζης γράφει: «Tα παιδιά μου έπαιξαν την εισαγωγή “Jubel” και την “Eυρυάνθην” του Weber και εν μέρος της πρώτης Συμφωνίας του Beethoven. Mε τον ενθουσιασμν μου εδιώρθωσα αρκετάς γραμμάς εις την εικνα μου». Tη μουσική αυτή γλυκύτητα μεταφέρει ο Γύζης χι μνο στις ιδεαλιστικές – αλληγορικές συνθέσεις του, αλλά και στα ηθογραφικά θέματα, ενώ στα εμπνευσμένα απ την αρχαία Eλλάδα έργα συνδυάζει την κίνση με το ρυθμ και
Mε την πάροδο του χρνου ο Γύζης λο και περισστερο ζωγραφίζει και σκέπτεται υπ τους ήχους του πιάνου, ακούγοντας κυρίως έργα του Beethoven, τον οποίο θεωρεί ως τον υπέρτατο δημιουργ. Kατά τις ιδεαλιστικές του αναπολήσεις τοποθετεί τη μουσική υπεράνω λων των τεχνών και η προσωποποίηση της καλλιτεχνίας κρατάει πάντα στο χέρι λύρα. Eνδεικτική για τη βαθύτατη σχέση του με τη μουσική είναι η φράση: «Oταν ο Πήγασς μου θέλη καμμία φορά να ξεκουρασθή επιστρέφει τις τον Oλυμπον. Eκεί είδα πολλούς· χι μνον τους θεούς της Eλλάδος αλλά λους τους εξχους άνδρας (...). Kαι το μεγαλοπρεπέστερον, εις υψηλτερον μέρος καθήμενος ο Beethoven έπαιζεν εις ργανον την χιλιοστήν συμφωνίαν του». Aκμη, διηγείται τι τα σχέδια που αγρασε η Staatliche Graphische Sammlung του Mονάχου είναι προϊντα μουσικής έμπνευσης και αποτελούν τις ωραιτερες αναμνήσεις της ζωής του. O ίδιος, θέλοντας να δείξει πσο συνυφασμένα είναι τα έργα του με τη μουσική, τοποθετεί πάνω απ το πιάνο, που του χάρισε η μαθήτριά του Anna May, το κατ’ εξοχήν λυρικ, ποιητικ, μελωδικ έργο του, την «Eαρινή Συμφωνία». H σχέση του με τη μουσική πρέπει να αξιολογηθεί κατά τη θεώρηση του έργου του, γιατί διαφορετικά είναι αδύνατο να γίνουν αντιληπτές οι αρμονικές, ευαίσθητες, ρυθμικές γραμμές και οι λυρικές συνθέσεις του. Mέσα απ τις απλές επιστολές του ο Γύζης αποκαλύπτεται ως μια προσωπικτητα σύνθετη, γεγονς που βοηθάει στην ερμηνεία του πολύπλευρου έργου του.
H επαφή με τη φύση Kαι ακμη δεν έχουν θιγεί λες οι πτυχές της σημαντικής αυτής φυσιογνωμίας της ελληνικής τέχνης: οι παρατηρήσεις του για τη φύση, πέρα απ την αισθητική περιγραφή του τοπίου, φανερώνουν άνθρωπο ευαίσθητο σε πολλούς τομείς, προσωπικτητα ολοκληρωμένη, με οράματα αλλά και πρακτικτητα. Σε ένα γράμμα του 1897 αναφέρει: «Σας συλλυΣυνέχεια στην 10η σελίδα KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
9
«O κουρέας», ελαιογραφία σε μουσαμά 0,89x0,66 μ. (Iδιωτική συλλογή, Aθήνα). Σε αυτ το έργο η φωτειντητα των χρωμάτων, καθώς και η ποιτητα των υφασμάτων αναδεικνύονται απ τη συγκέντρωση του φωτς που σε συνδυασμ με τον τονισμ της αυτοπεποίθησης του κουρέα και της υπομονετικτητας του παιδιού, που προσπαθεί με το πνιγμένο σφύριγμα να διασκεδάσει τον πνο του, παράγει μια εικνα που έχει σχέση με την αμεστητα της ζωής. Συνέχεια απ την 9η σελίδα
πούμαι τι υποφέρετε την τσην ζέστην, εις τούτο πταίετε σεις οι ίδιοι. Eάν δενδροφυτεύσετε, θα εύρουν τουλάχιστον τα παιδιά και τα εγγνια σας δροσερώτερον, αλλά και υγιειντερον κλίμα. Kρίμα εις την ωραίαν Eλλάδα». H επαφή του με τη φύση είναι βαθιά, γιατί σε πολλά σημεία των επιστολών του καταγίνεται με αξιοθαύμαστες περιγραφές, συγκινείται με τα βουνά, τα δάση και σε κάποια στιγμή γράφει τη χαρακτηριστική φράση: «Xαιρετήσατε εκ μέρους μας μικρούς και μεγάλους ως και τα πουλιά». Kαι ακμη πιο συγκινητικά μετά το ταξίδι του στην Eλλάδα: «Eις την Aκρπολιν, τον Λυκαβηττν, εις λα τα
10
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
βουνά και την θάλασσαν και εις τον λαμπρν ήλιον, τον οποίον έκτοτε σχεδν δεν είδα, πολλά χαιρετίσματα». H διαφορετική ποιτητα του ελληνικού τοπίου, που δεν παραλείπει να τονίζει σε κάθε ευκαιρία, τον οδηγεί σε χρωματικές επιλογές που κάνουν το έργο του να ξεχωρίζει ανάμεσα στα έργα των καλλιτεχνών της Gründerzeit, γιατί ο Γύζης δεν μπρεσε να συμβιβαστεί με τις χρωματικές τονικτητες του Bορρά, πως παρατηρεί και ο Hermann Uhde–Bernays. Kαι πράγματι, μέσα στα ζεστά καφέ χρώματα λάμπει το κκκινο, φέγγουν τα λευκά, ιριδίζουν τα στολίδια των τοπικών ενδυμασιών και το βαθύ μπλε εξελίσσεται
σε λες τις παραλλαγές. Tην Eλλάδα έχει επίσης ως πηγή έμπνευσης και το ταξίδι του στην Eλλάδα του δίνει νέα πνοή για δημιουργία. «Eλπίζω νέαν έμπνευσιν να πάρω μαζί μου εξ Eλλάδος. Θέλω να ιδώ τον Προν, Aίγινα, Σαλαμίνα, Mέγαρα, Eλευσίνα, Kαισαριανήν, Πεντέλην. Θέλω να τα ιδώ πάλιν». O Γύζης δεν αντλεί μως μνο απ την Eλλάδα, αλλά θεωρεί ταυτχρονα τις δξες και τις τιμές του στην ξενιτιά διακρίσεις για τους δικούς του και την πατρίδα του. Για τη βράβευσή του στο διαγωνισμ για την εκατονταετηρίδα των πιάνων Ibach Sohn, που διακρίθηκε ανάμεσα σε 174 έργα, ο Γύζης αυθρμητα ανε-
φώνησε: «Δξα και τιμή πάλιν, Oυρανίτσα, εις το νομά μας! Tους φάγαμε!». H επιτυχία, μως, τον οδηγεί σε μεγαλύτερη πικρία, γιατί το ελληνικ κράτος εξακολουθεί να τον αγνοεί, γεγονς που του προκαλεί αισθήματα απογοήτευσης. Σε ένα γράμμα του προς τον εκδτη του ημερολογίου του 1897 Kωνσταντίνο Σκκο εκμυστηρεύεται: «Eις αυτήν την ευκαιρίαν, σας προσθέτω το κάρβουνο της καρδιάς μου και σας αναφέρω τον καϋμν μου, τον οποίον φέρω εις την ζωήν μου κεκρυμμένον. Oυδείς λέγω είχε ποτέ το αίσθημα και την περιέγειαν να ερωτήση τι κάμνω και, μολοντι ας κολακευτώ τι θα γνωρίζουν το νομα, ποτέ ουδεμία ελληνική κυβέρνησις εσυλλογίσθη τι έχει η Eλλάς καλλιτέχνη, αλλά… Eίμαι ευτυχής τι είμαι Eλλην και χαίρω». Tο θρησκευτικ του αίσθημα είναι επίσης βαθύ και συνυφασμένο με τα ιδεαλιστικά του οράματα για την πατρίδα, τη φύση, τον άνθρωπο και την τέχνη. Για την εκπλήρωση λων αυτών των ιδεών εργάζεται ακατάπαυστα και θεωρεί την εκτέλεση του καθήκοντος «τη γλυκυτέρα επίγειο ηδονή». Σε λα σχεδν τα γράμματά του αναφέρεται στις διαρκείς προσπάθειές του να παράγει σο το δυνατν μεγαλύτερο ποσοτικά και ποιοτικά έργο, προκειμένου να επιτύχει την επιθυμητή αναγνώριση σε λους τους τομείς. H τάση αυτή ήταν και η κυρίαρχη κατά το δεύτερο μισ του 19ου αιώνα στη Γερμανία, εφσον λοι προσπαθούσαν να φθάσουν τις πρώτες θέσεις. Aπ τους συγχρνους του αντιπροσωπευτικ παράδειγμα αποτελεί ο επίσης μαθητής του Piloty και φίλος του Γύζη Franz von Lenbach, που εργαζταν ακατάπαυστα, χι μνο για να ανταποκριθεί στις πολλές παραγγελίες που δεχταν απ παντού αλλά και για να δεσπζει στην καλλιτεχνική και κοινωνική ζωή, διατηρώντας επαφές και φιλίες με πολλούς σημαίνοντες, ακμη και με τον Bismarck. O Γύζης υιοθέτησε αυτή τη στάση και επιδίωξε την άνοδο και την αναγνώριση, μιλώντας κάθε φορά με περηφάνεια για τις επιτυχίες του και για τις επισκέψεις του αντιβασιλέα Luitpold στο ατελιέ του. Στους αντίποδες αυτής της επιδίωξης στάθηκε ο κύκλος του Leibl που, απομονωμένος, απέρριπτε την επίσημη αυτή κατεύθυνση. O Γύζης αν και, πως ο ίδιος ομολογεί, συμμετείχε σε έναν αγώνα επικράτησης, εν τούτοις ενδμυχα, πως διαφαίνεται απ πολλές επιστολές του, θα προτιμούσε να ζει απερίσπαστα και να απολαμβάνει την απλή ζωή της πατρίδας του. «Δι’ εμέ», γράφει, «ο κσμος είναι νοερν τι. Zω με το παρελθν και το μέλλον. Διά το ενεστώς, δεν ευρίσκω τον καιρν, αλλά πάντοτε ελπίζω τι ίσως θα έλθει και δι’ εμέ καμιά φορά η ευκαιρία να ζήσω ολίγον».
Aυτοπεποίθηση H διαρκής κπωση τον οδηγεί σε μεγαλύτερη νοσταλγία για την ηρεμία του νησιού του, που το βιώνει εντοντερα ενορατικά, προετοιμάζοντας έτσι την πλήρη εγκατάλειψη των ηθογραφικών σκηνών και τη μεταστροφή του προς τον κσμο των ιδεών. H διδασκαλία στην Aκαδημία
του αφαιρεί δημιουργικ χρνο, αλλά με πολλή περηφάνεια κατονομάζει τον αριθμ των μαθητών του και τα βραβεία που κερδίζει. Aυτά μως είναι στοιχεία επίκτητα για την προσωπικτητά του· σημασία έχει τι γνωρίζει τι θα μπορούσε να δημιουργήσει αν δεν είχε ανάγκη να εργάζεται για βιοποριστικούς λγους. «Aν είχα τον καιρν ιδικν μου, κατάδικον, θα έκαμνα τον κσμον να σεισθή». H εκμυστήρευση αυτή γίνεται προς τους δικούς του το 1876, ακμη σχετικά στην αρχή της σταδιοδρομίας του, ενώ με αφορμή την αρνητική κριτική για τη «Δξα», εξοργίζεται και γράφει: «Tούτο το λέγω μνο εις εσέ, είθε σε 500 χρνια να γεννήση και πάλι (ενν. η Eλλάδα) ένα παιδί και να της κάμη ένα τοιούτον εικνισμα διά προσκύνημα». H μεγάλη αυτή αυτοπεποίθηση μαρτυράει τι ο Γύζης εμφορείται πραγματικά απ την ιδεολογία της εποχής, που πρβαλλε τον άνθρωπο δημιουργ, ενώ η χειρωνακτική εργασία έπαιζε δευτερεύοντα ρλο. Eκτς απ τις σκέψεις εκείνες που χαρακτηρίζουν επακριβώς την προσωπικτητά του, πολύτιμες πληροφορίες παρέχουν και πολλές φράσεις του, που στο περιθώριο διαφρων άλλων γεγοντων, φωτίζουν τον τρπο της δημιουργίας του. O Γύζης την εποχή της προετοιμασίας για την οριστική στροφή του προς τις ιδεαλιστικές συνθέσεις παρακαλεί να του στείλουν κείμενα αρχαίων Eλλήνων συγγραφέων και, απ ανέκδοτη επιστολή προς τον πεθερ του, μαθαίνουμε τι μελετά τον Oμηρο και τη μυθολογία. Aκμη πιο διαφωτιστικ είναι αυτ που γράφει για τις μελέτες του σχετικά με τα ενδύματα, τους αρχαίους χιτώνες. «Oσον αφορά τα φορέματα των αρχαίων Eλλήνων καταγίνομαι εις συγγράμματα. Eχω ήδη τρεις χλαμύδας διά τας οποίας με βοηθεί η Aρτεμις εις το ράψιμον. Tην μίαν εξ αυτών έβαψα προ τεσσάρων ημερών κκκινην. Διά να γίνη η μελέτη πως πρέπει, έχω ανάγκην μακρού καιρού και πολλά να μελετήσω. H εργασία μου αυτή γίνεται κλέπτοντας».
Mεγαλοθυμία στις επιθέσεις Eπειδή ενδιαφέρεται για τη γνώμη των άλλων, αποστέλλει κάθε φορά φωτογραφίες και αναμένει να πληροφορηθεί τις κρίσεις των δικών του, αλλά κυρίως του στενού του φίλου Nικηφρου Λύτρα. Bοηθητικές είναι οι περιγραφές για τα έργα του και οι παρατηρήσεις του στο ιδεολογικ και εκφραστικ επίπεδο και χαρακτηριστικές οι αντιδράσεις του, με μεγαλοθυμία και στωικτητα, στις πικρχολες επιθέσεις της κριτικής του ελληνικού τύπου. Tο ύφος των επιστολών του είναι γλαφυρ, το περιεχμενο απλ αλλά συγχρνως βαθυστχαστο και σχεδν ηρωικ. Kαι μέσα απ αυτ το πλέγμα των μικρών και καθημερινών πραγμάτων που εξυφαίνουν σιγά σιγά την προσωπικτητά του, η χαριτολογία συμπλέει με τη φιλοσοφημένη σκέψη, έτσι ώστε το ένα γεγονς να διαδέχεται το άλλο απλά, φυσικά, αλλά και οι αιχμές να είναι εύστοχες, σύντομες και ακριβείς.
«Πηνελπη Γύζη» (ημιτελές – 1893). Eλαιογραφία σε μουσαμά 1,57x1,05 μ. Iδρυμα Eυαγγελίστριας Tήνου – Σκεπτικ και αινιγματικ βλέμμα διακρίνει και την Πηνελπη με τα άσπρα, κρη του ζωγράφου, ενώ συνθετικά και ζωγραφικά χαρακτηρίζεται απ προχωρημένη αντίληψη, καθώς κοιτά λοξά, προβάλλεται επίπεδα στον τοίχο και οι επιφάνειες διαγράφονται φωτεινές, χωρίς σκιές, σύμφωνα με τις γνωστές, σύγχρονες επιδιώξεις.
Σχετικά με την «Aποθέωση της Bαυαρίας» διατυπώνει την πικρία του συνδυασμένη με χιούμορ ως εξής: «Θα έκαμνα, εννοείς, με πολύ πλέον ευχαρίστησιν την Aποθέωσιν της Eλλάδος, αλλά μνος μου δεν ημπορώ να την αποθεώσω, αφού οι περισστεροι την ξεθεώνουν… Tων φρονίμων ολίγα». Σε αυτ το κεφάλαιο αξιολογήθη-
καν απ τις επιστολές του μνο γενικές σκέψεις, που περιγράφουν και αποκαλύπτουν την προσωπικτητα του Γύζη. Σε ,τι αφορά στις πληροφορίες που δίνει ο ίδιος για το έργο του θα ληφθούν υπψη κατά τη διαπραγμάτευσή του και θα αναλυθούν οι πεποιθήσεις του, κυρίως των τελευταίων χρνων, ταν τη σκέψη του απασχολούν προβλήματα ιδεο-
λογικά και εσχατολογικά, και προσπαθεί να δώσει λύσεις στην εκφραστική αποτύπωση διαφρων εννοιών και συναισθημάτων. Eπομένως, πέρα απ τη διηγηματική σκιαγράφηση της προσωπικτητάς του, η ουσιαστικτερη προσέγγιση θα γίνει μέσω του έργου του, που είναι ακριβώς η βαθύτερη σύνθεση λων των παραμέτρων. KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
11
H προσφορά του Γύζη Yπήρξε πολλαπλή χι μ νο στη γερμανική τέχνη αλλά ιδιαίτερα στην ελληνική Tου Στέλιου Λυδάκη Iστορικού Tέχνης
H ΠPOΣΦOPA του Γύζη στο πλαίσιο της γερμανικής τέχνης του 19ου αιώνα αποκτά σημασία απ τη στιγμή που αρχίζει να απασχολείται με τα προβλήματα του «πραγματικού φωτς» (1872-1873). Δεν συνέχισε μως σ’ αυτή την κατεύθυνση. Πολύ νωρίς αναρωτήθηκαν οι μελετητές του γιατί: «Γιατί δεν προχώρησε ο καλλιτέχνης σ’ αυτή τη γραμμή; Oμως, ο Λένμπαχ είχε το λγο του να τονίζει ιδιαίτερα τον ήπιο και απαλ χαρακτήρα του φίλου του. Eίχε ελάχιστη διάθεση για αντίδραση». Aντίδραση απέναντι τίνος; Προφανώς απέναντι της «Aκαδημίας». Aλλά ο Γκέοργκ Φουκς, που εκφράζει στα 1907 την πιο πάνω σκέψη, δεν ερμηνεύει σωστά την άποψη του Λένμπαχ. Γιατί ταν εκείνος θεωρεί τον Γύζη τι έχει ήπιο και απαλ χαρακτήρα, θέλει να εκφράσει απ τη μια μεριά την ηθική–ανθρώπινη ποιτητα του φίλου του, απ την άλλη την ποιητική–ιδεαλιστική του διάθεση, και χι την έλλειψη μαχητικτητας, που δήθεν τον χαρακτήριζε. Tη μαχητικτητά του την αποδείχνουν άλλωστε στο έπακρο οι δύο τελευταίες δεκαετίες της ζωής του. Γιατί η ιδεαλιστική του περίοδος ανέτρεπε ουσιαστικά την καθαρά ακαδημαϊκή φάση που αντιπροσώπευε πριν. Στην πραγματικτητα λοιπν ο Γύζης δεν συνεχίζει την απασχλησή του με τα προβλήματα του φωτς και του χρώματος, γιατί αφορούν την εξωτερική αντανακλαστική έκφραση της φρμας, ενώ ο ιδεαλισμς ενδιαφέρεται πρώτιστα για το συμβολισμ της, για το περιεχμενο που αντιπροσωπεύει η φρμα αυτή. H προσωποποίηση π.χ. μιας υψηλής έννοιας είναι μια ιδεαλιστική συμβολική μεταφορά, που ολοκληρώνει την αποστολή της στην έκφραση του μηνύματος που την αφορά, ενώ η σύλληψη και απεικνιση των φωτεινών διαθλάσεων σ’ ένα τοπίο αφορά πρώτιστα την οπτική συσχέτιση με τις αντανακλάσεις του τοπίου αυτού. Oπτε το περιεχμενο είναι δευτερεύουσας σημασίας έναντι της μορφής, ενώ στην περίπτωση του ιδεαλισμού, χωρίς να συμβαίνει πάντα το αντίθετο, είναι το περιεχμενο εκείνο το οποίο έχει βασικά σημασία.
Tο πραγματικ φως Aλλά, πρέπει τη σημασία του Γύζη για τη γερμανική τέχνη του 19ου αιώνα να την περιορίσουμε μνο στους προβληματισμούς του με το «πραγματικ φως», τους οποίους μως δε συνεχίζει; H αλήθεια είναι τι απ’ αυτή την πλευρά η συμβολή του υπήρξε ένα απλ επεισδιο χωρίς πλατύτερη απήχηση. Eνα επεισδιο σε μια ήδη έξοχα αντιπροσωπευμένη κατάσταση.
12
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
«H Ποίηση συντονίζει το βιολί της με το τραγούδι των πουλιών» (1897). Σχέδιο με σέπια σε χαρτί, 0,41x0,28 μ. Eθνική Πινακοθήκη και Mουσείο Aλεξάνδρου Σούτζου, Aθήνα.
Γι’ αυτ δε δικαιολογείται η γνώμη του Bίχμαν τι απ την άποψη αυτή πρέπει να αναθεωρηθεί η θέση για τον Γύζη στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής τέχνης. Πολύ περισστερης σημασίας για τη γερμανική τέχνη του 19ου αιώνα είναι η ιδεαλιστική περίοδος του Γύζη και ειδικτερα η συμβολή του στη διαμρφωση της
γερμανικής αφίσας, καθώς και η συμμετοχή του στο Γιουνγκεντστίλ. Στην αφίσα αντιπροσώπευσε μια γραμμή ιδεαλιστικών προσωποποιήσεων, που βρήκαν πλατιά απήχηση και διαμρφωσαν μια κατεύθυνση στο πλαίσιο του Γιουνγκεντστίλ, στο οποίο άλλωστε συνεχίζει τη γραμμή αυτή με προεκτάσεις στη θρησκευτι-
κή κυρίως θεματολογία. H «Σχολή» του βασιζταν προπάντων σε δυναττητες, τις οποίες εκμεταλλεύθηκαν οι ξένοι που την ακολούθησαν. Oι Eλληνες κινήθηκαν κατά ένα μεγάλο μέρος με βάση τις αρχές που διέγραψε το έργο του, γι’ αυτ η σημασία του Γύζη για τη νεοελληνική ζωγραφική του 19ου αιώνα υπήρξε
«Iστορία», (1892). Eλαιογραφία σε μουσαμά, διάμετρος 0,89μ. (Iδιωτική συλλογή, Aθήνα). Mία απ# τις περίφημες αφίσες που είχε φιλοτεχνήσει ο Γύζης πιστεύοντας #τι: «Στον καθένα πρέπει η τέχνη να είναι προσιτή, στον καθένα πρέπει να προσφέρει ανάταση και χαρά, #χι μ#νο σε #σους μπορούν να αγοράσουν τα έργα σας και έχουν το χρ#νο να σας επισκεφθούν στις γκαλερί».
πρωταρχικής σημασίας. Πραγματικά, απ ελληνική πλευρά, η σημασία του Γύζη είναι άπειρα μεγαλύτερη απ’ ,τι απ γερμανική. Δεν είναι μνο η έλξη της προσωπικτητάς του και η
εκπαίδευση και κατεύθυνση των Eλλήνων μαθητών του, αλλά προπάντων η δυναμική του παρουσία, το πνευματικ απθεμα δυναμικού που αντιπροσωπεύει. Oι ανησυχίες του
συνδυάζονται με ικαντητες μορφοποίησής τους ανάλογα με το τεχνοτροπικ σχήμα που επικρατεί κι έτσι κατορθώνει, με το να ανανεώνεται συνέχεια, να βρίσκεται στην πρώτη
γραμμή της πρωτοπορίας. Yστερα, με την κλασικοποίησή του στο πλαίσιο της ελληνικής πραγματικτητας επιβάλλει τα αισθητικά κριτήρια που Συνέχεια στην 14η σελίδα KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
13
Προμετωπίδα ιδι#χειρου βιογραφικού σημειώματος του 1893, με την προσωποποίηση της ψυχής, ως αναφορά στη ζωή του Γύζη. Συνέχεια απ# την 13η σελίδα
εκφράζει το έργο του και κατευθύνει, κατά ένα σημαντικ μέρος, την καλαισθησία στις τελευταίες δεκαετίες του αιώνα. Aκμη μως και η αντίδραση που προκάλεσε στον 20 αιώνα υπήρξε παραγωγική, γιατί έτσι εμψυχώθηκαν οι δημιουργικές δυνάμεις προκειμένου να είναι σε θέση ν’ αντιταχθούν σ’ αυτν. Aν καταπιαστήκαμε με τον Γύζη διεξοδικά, δεν έγινε μνο γιατί είναι ιδιαίτερα αξιλογη περίπτωση ή γιατί υπάρχουν οι βιβλιογραφικές προϋποθέσεις. Aποβλέψαμε προπάντων στην ανάγκη να διαγράψουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινήθηκε ο Γύζης και στο οποίο θα κινηθούν και
14
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
οι υπλοιποι ζωγράφοι της «Oμάδας του Mονάχου», για τους οποίους πολλές φορές είναι αδύνατη οποιαδήποτε τεκμηρίωση.
O σύγχρονος Nεοέλληνας Yστερα ο Γύζης εκφράζει με τη βιογραφία του και με το έργο του έναν τύπο Nεοέλληνα, που ζητεί και βρίσκει στο εξωτερικ τα μέσα εκείνα που θα τον βοηθήσουν να ολοκληρωθεί πνευματικά. Oι συμπατριώτες του βρίσκονται στην ίδια μοίρα με εκείνον, μνο που δεν πετυχαίνουν πάντα ,τι αυτς κατάφερε. Σε αυτ, κοντά στα άλλα, ίσως να
έφταιγε και η τύχη. Σημασία έχει μως πως τώρα, ακμη κι αν αναφερθεί μνο το νομα ενς Eλληνα ζωγράφου, μπορούμε να συλλάβουμε την προσωπικτητά του και να τον κατανοήσουμε μέσα στο γνωστ κιλας πλαίσιο, πράγμα που διαφορετικά θα ήταν αδύνατο. O Γύζης δημιουργεί σχέσεις και φιλίες με μερικούς Eλληνες συναδέλφους του και σα δάσκαλος κατευθύνει και υποστηρίζει τους Eλληνες μαθητές του. Aλλά με μερικούς άλλους δεν φαίνεται να είχε σπουδαίες σχέσεις, πράγμα που ίσως να μην οφείλεται σε αυτν, αν πάρουμε υπψη τον χαρακτήρα και τη φιλικτητά του. Παρ’ λα αυτά φαίνεται
πολύ περίεργο τι δεν αναφέρει πουθενά τον Iωάννη Δούκα, που την ίδια χρονιά με εκείνον, μάλιστα τον ίδιο μήνα (Oκτώβρη 1865), εγγράφεται στην Aκαδημία των Eικαστικών Tεχνών του Mονάχου. Kαι μως, σα συμμαθητές που ήταν στο Σχολείο των Tεχνών στην Aθήνα, θα περίμενε κανείς μια σχέση ανάμεσά τους στη νέα χώρα που βρίσκονται τώρα, πως θα πρέπει να προϋποθέτει κανείς τι ο Λύτρας, που επίσης γνώριζε τον Δούκα πολύ καλά, δεν θα ασχολήθηκε αποκλειστικά με την κατατπιση του Γύζη στο Mναχο, αλλά θα βοήθησε και τον Δούκα στα πρώτα τουλάχιστον βήματά του εκεί...
Aριστερά: H «Δξα» (1898). Eλαιογραφία σε μουσαμά 0,41x0,32 μ. (Iδιωτική συλλογή, Aθήνα). Δεξιά, γλυπτ της «Δξας» που είχε φιλοτεχνήσει ο Γύζης, εκφράζοντας έμπρακτα το ενδιαφέρον του και για τις άλλες τέχνες. Mε το έργο αυτ ο καλλιτέχνης ενσαρκώνει τη μορφή της αναγεννώμενης Eλλάδας, καθώς επιθυμεί να αντιτάξει την αγέρωχη μορφή της στα πρσφατα ιστορικά γεγοντα, στον ταπεινωτικ για την πατρίδα του πλεμο του 1897.
O Γύζης στην τέχνη του 19ου αιώνα Στράφηκε σε μορφές έκφρασης που εμπεριείχαν πρωτοπρες ιδέες και ενσάρκωναν νέα ρεύματα Tης Nέλλης Mισιρλή Δρος Iστορίας της Tέχνης και Eπιμελήτριας της Eθνικής Πινακοθήκης
H ΠOΛYΠΛEYPH προσωπικ τητα του Nικολάου Γύζη συνέτεινε στη δημιουργία εν ς σύνθετου έργου, που συγκέρασε δύο στην ουσία διαφορετικές κατευθύνσεις, το Pεαλισμ και τον Iδεαλισμ , αφομοίωσε μορφές του νέου κινήματος της τελευταίας δεκαετίας του 19ου αιώνα, του Jugendstil ή αλλιώς Art Nouveau, και ενσάρκωσε επίσης μερικές πλευρές του Συμβολισμού. Στην ενδιαφέρουσα αυτή πορεία οδηγήθηκε ενταγμένος μέσα στις τάσεις της εποχής, αποδεικνύοντας
μως, συγχρ νως, τη δυνατ τητά του να υποτάσσει λες τις καλλιτεχνικές εκφράσεις στις προσωπικές του ιδέες και στα δικά του οράματα. Στις ηθογραφικές σκηνές, τις προσωπογραφίες και τις νεκρές φύσεις ξεκινώντας απ τις αρχές της Σχολής του Mονάχου πραγματοποίησε την υπέρβασή τους, απέδωσε την αλήθεια της πραγματικ τητας και προσέδωσε μια πνοή ιδεαλισμού σε
ιστορίες της καθημεριν τητας, που τις ανήγαγε σε διαχρονικά συμβάντα με ιστορική αξία. Mε ιδιαιτερ τητα και προσωπικ τρ πο διαπραγματεύτηκε το φως και το χρώμα, ενώ στις ιδεαλιστικές-αλληγορικές συνθέσεις του, καθοδηγούμενος απ τα δικά του οράματα, που τροφοδοτήθηκαν απ τη νοσταλγία του για την πατρίδα και το θαυμασμ του πολιτισμού της, προσέγγισε μορφές τέχνης που μπορούν υπ ορισμένες συνθήκες να τον κατατάξουν στους πρωτοπ ρους των καλλιτεχνικών κινημάτων που εμφανίστηκαν στο τέλος του 19ου αιώνα.
Λάτρης και νοσταλγς Στο σημείο αυτ πρέπει να γίνει απ την αρχή κατανοητ τι ο Γύζης εντάχτηκε και συνέβαλε στο καλλιτεχνικ γίγνεσθαι του Mονάχου, δεν έχασε μως ποτέ την ταυτ τητά του, παραμένοντας λάτρης και νοσταλγ ς της πατρίδας του. Σημαντικ είναι επίσης να αναφερθεί τι ο Tήνιος καλλιτέχνης κατέλαβε μια αξιοσημείωτη θέση ανάμεσα στους Γερμα-
νούς ζωγράφους της εποχής του και συγχρ νως θεωρήθηκε μια απ τις λαμπρ τερες φυσιογνωμίες της νεοελληνικής τέχνης. H ιδιαιτερ τητα της καλλιτεχνικής του προσωπικ τητας και το σπινθηροβ λο βλέμμα του φαίνεται τι τον χαρακτήριζαν απ πολύ μικρ . Φύση ενορατική, άρχισε την καλλιτεχνική του δημιουργία με ιδεαλιστικές συνθέσεις στη διακ σμηση της έπαυλης Nάζου στο Xαϊδάρι και ίσως αυτή να ήταν η κατεύθυνσή του αν δεν ακολουθούσε τη διαδεδομένη στους καλλιτέχνες του Mονάχου ηθογραφική ζωγραφική. Παρ λη μως, τη διηγηματική χροιά της παράστασης και τη ρεαλιστική απ δοση των λεπτομερειών, οι ηθογραφικές αυτές σκηνές, επηρεασμένες απ τη νοσταλγία για τη μακρυνή πατρίδα και το απραγματοποίητο νειρο της επιστροφής του, προσέλαβαν μια ιδεαλιστική πνοή που μεταμ ρφωσε ποιητικά την καθημεριν τητα. H μεταστροφή αυτή συνοδεύτηκε και απ βαθιές αλλαγές στη χρωματική του κλίμακα και στη χρησιμοποίηση του φωτ ς, ταν ο Γύζης κατά το
πρώτο του ταξίδι στην Eλλάδα και μέσα απ συνθήκες αποδέσμευσης και ελευθερίας συνειδητοποίησε το διαφορετικ χρώμα και φως της πατρίδας του. Oι διαπιστώσεις αυτές εκπορεύτηκαν βέβαια απ τα ερεθίσματα και τις εμπειρίες του στη Σχολή του Piloty, τελικά μως η Eλλάδα έδωσε την ώθηση για μια αλλαγή νοοτροπίας που σφράγισε το προσωπικ του ύφος στην υπ λοιπη δημιουργία του.
Πλούτος χρωμάτων Aπ δω και πέρα τα έντονα κ κκινα και τα βαθιά μπλε σε συνδυασμ με τα λευκά και την ποικιλία των συσχετισμών που δημιουργούν το ρυθμ και τον ανεπανάληπτο χρωματικ και τονικ πλούτο, ως και η διαπραγμάτευση του φωτ ς, θα σφραγίσουν τη ζωγραφική του Γύζη, που θα αποτελέσει μερικές απ τις πιο λαμπρές χρωματικές αποδ σεις στη δεκαετία του 1870–1880. Συγχρ νως, καταγ μενος απ την Eλλάδα, που είχε άμεση επαφή με την Aνατολή ή που ανήΣυνέχεια στην 16η σελίδα KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
15
Συνέχεια απ την 15η σελίδα
κε σ’ αυτήν με την ευρύτερη έννοια του ρου, θα αποδώσει σκηνές απ την καθημεριν τητα αυτού του χώρου με την πιο μεγάλη αληθοφάνεια και φυσικ τητα χωρίς τη ρομαντική ωραιοποίηση των Eυρωπαίων οριενταλιστών. Aπ τις λίγες αυτές επισημάνσεις αρχίζει να διαφαίνεται η διαφορετική θέση του Γύζη στη ζωγραφική του 19ου αιώνα, που θα επιβεβαιωθεί στην εξέλιξη της τέχνης του σε λες τις εκφάνσεις. Oσον αφορά τις ηθογραφικές σκηνές που αναφέρονται στη ζωή και την ιστορία της πατρίδας του, ο Γύζης έπλασε τους ιδανικούς τύπους της Eλληνίδας μάνας, του παλικαριού, της κ ρης, του γέρου νησιώτη, δημιουργώντας ένα λεξιλ γιο αναγνωρίσιμων τύπων, που ενσαρκώνουν τις ιδιαιτερ τητες της φυλής και εικονογραφούν την ιστορία της. Πέρα μως απ το θέμα η εντοπι τητα αυτών των συμβάντων εκδηλώνεται με τη χρωματική γκάμα και με τη σκηνική παρουσία των μορφών και του χώρου. Xαρακτηριστική είναι η φράση του Γύζη που αναφέρεται στις χρωματικές του παραισθήσεις που στηρίζονται στις αναμνήσεις του τοπίου της πατρίδας του και του νησιού του: «Φοβούμαι μην ιδώ εις το μέλλον τις σημερινές ζωγραφιές μου και μου φανούν πως έχουν το χρώμα της θαλάσσης δι"τι αυτάς τας ημέρας εις τον ύπνον μου και ξύπνον μου βλέπω θαλάσσας, βάρκες καρ"τσες και τα τοιαύτα». Tο φως απ τη διαφορετική οπτική του ζωγράφου εντατικοποιείται επίσης και αποτελεί ένα άλλο στοιχείο προσδιορισμού μιας καλλιτεχνικής έκφρασης που πραγματώνεται μέσα σε ξένα πλαίσια απ το ραμα μιας άλλης χώρας. Σε κάθε ευκαιρία στις επιστολές του δεν παραλείπει ν’ αναφέρεται με πολύ νοσταλγικ τρ πο στο φως της πατρίδας του: «Ω, αν ήξευραν οι Eλληνες τι θησαυρ"ν έχουν με το ωραίον κλίμα και το λαμπρ"ν φως. Tι κρίμα! Πώς θα έφεγγεν η Aνατολή αν έφεγγεν και η τέχνη αναλ"γως».
Eυαισθησία ψυχής Aν σ’ αυτές τις υπερβάσεις ληφθεί υπ ψη χι μ νο η νοσταλγία για την πατρίδα αλλά και η ψυχική του ευαισθησία ως επίσης και η σχέση του με την ποίηση, τη μουσική, την περα και το θέατρο, τ τε βρισκ μαστε μπροστά σε μια ξεχωριστή δημιουργία, που διαφαίνεται πάντοτε μέσα απ τις ποιες επιταγές τ σο απ αρχές της γερμανικής ζωγραφικής
σο και του αγοραστικού κοινού. O Zαχαρίας Παπαντωνίου προσπαθώντας να προσδιορίσει τα στοιχεία που οδηγούν στην απ δοση του οράματ ς του, σε σχέση με τις ηθογραφικές σκηνές, γράφει: «Ποια είναι λοιπ"ν αυτή η λιτή, λεπτοσχεδιασμένη Συνέχεια στην 18η σελίδα
«H εξέταση των σκύλων» (1870). Eλαιογραφία σε μουσαμά 1,12x1,63 μ. (Iδιωτική συλλογή, Aθήνα). Tο έργο αυτ αποτελεί την πρώτη μεγάλη πολυπρσωπη σύνθεση του Γύζη, απ την οποία μπορεί κανείς να αντλήσει σαφείς πληροφορίες για τις κατευθύνσεις και τα ενδιαφέροντα που ανέπτυξε κατά τη μαθητεία του στη Σχολή του Piloty.
16
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
17
πως αναφέρει ο Δημήτριος Kακλαμάνος, γιατί ο Γύζης ασχολείτο και με τη γλυπτική. Kαι πράγματι απ το ίδιο κείμενο πληροφορούμαστε τι «τα βλέμματα του επισκεπτομένου τον οίκον του Γύζη εις το M"ναχον εστηρίζοντο επάνω εις έν καλλιτέχνημα εκ πηλού μαυρισμένον απ" τον καιρ"ν, το οποίον μακρ"θεν εφαίνετο ως κάτι τι εμνευσμένον, ορμών προς τα επάνω με πτήσιν Nίκης του Παιονίου, εξελθ"ν ισχυρώς συγκεκροτημένον απ" τα σπλάχνα του καλλιτέχνου. `Hτο το πρ"πλασμα της Eλευθερίας». Eξάλλου ο ζωγράφος στην πορεία του προς την ενσάρκωση των ιδεών ακ μη και την εποχή του πλούσιου ηθογραφικού του έργου καταφεύγει στην τέχνη της πατρίδας του, που ανταποκρίνεται στα ιδανικά της ψυχής του. Στο έργο–σταθμ για τις ιδεαλιστικές- αλληγορικές συνθέσεις του, στην «Eαρινή Συμφωνία», ερωτιδείς και άγγελοι μέσα σε μια λυρική, ποητική ατμ σφαιρα αποδίδουν το «χαμένο παράδεισο», τη «χρυσή εποχή», το ραμα κάθε ιδεαλιστή ζωγράφου του 19ου αιώνα. Tο ιδεατ αυτ περιβάλλον ο Γύζης συνδέει και με την αποθεωτική λατρεία του για τον Beethoven και ως θαυμαστής του μεγάλου μουσουργού επιχειρεί να εναρμονίσει τις γραμμές, τους τ νους και τους ρυθμούς και να μετουσιώσει σε χρώμα τη μουσική του αρμονία.
Συνέχεια απ την 16η σελίδα
μορφή της χωριάτισσας που χαράζει σαν αυγή μέσα σε "λα τα επεισ"διά του, το λεπτ" γέλιο και τα μάτια που φέγγουν απ" πνεύμα; Eίναι παρατονία του ιδεαλισμού μέσα σε μίαν ωμήν στατιστικήν γεγον"των; Eίναι ψέμα της ελληνολατρείας του Γύζη; Oχι... είναι αφαίρεσις αλλά και ζωντανή αλήθεια». Στο σημείο αυτ εντοπίζεται και η σημασία των ηθογραφικών σκηνών του Γύζη, που απέδωσε μέσα απ τις αρχές μιας ξένης ζωγραφικής με δικ του τρ πο την ουσία μιας άλλης πραγματικ τητος.
Aλληγορικές συνθέσεις H μετουσίωση των διαφ ρων τάσεων που βιώνει ο Γύζης στο M ναχο γίνεται και σε άλλους τομείς, στις ιδεαλιστικές–αλληγορικές συνθέσεις του, με τις οποίες ασχολείται καθ’ λη τη διάρκεια της καλλιτεχνικής του πορείας, με αποκορύφωμα την τελευταία δεκαετία, οπ τε στρέφεται κατ’ αποκλειστικ τητα στη ζωγραφική των ιδεών. Eχει ήδη αναφερθεί τι στα πρώτα του βήματα στην Aθήνα απεικ νισε αλληγορικές συνθέσεις, ενώ στη Σχολή του Piloty εντάχθηκε στο γενικ τερο κλίμα και ακολούθησε τις απαιτήσεις του αγοραστικού κοινού. H οραματική μως φύση του και η εξιδανίκευση της μακρυνής πατρίδας του, ως επίσης ο θαυμασμ ς για τον πολιτισμ της μαζί με τις ιδεαλιστικές συμβολικές τάσεις που είχαν αρχίσει να καλλιεργούνται απ μερικούς ζωγράφους στο M ναχο ήδη απ τη δεκαετία του ’70 τον οδηγούσαν κατ΄ επανάλειψη στις σφαίρες των ιδεαλιστικών οραμάτων και στην έκφραση διαφ ρων ιδεών μέσω αλληγορικών συνθέσεων. Kατ’ αυτ ν τον τρ πο το 1876 μετά το πρώτο του ταξίδι στην Eλλάδα και την παραμονή του επί δύο χρ νια παρατηρείται μια έντονη ενασχ ληση με σκηνές απ τη μυθολογία και αλληγορικές αποτυπώσεις ιδεών, τις οποίες ο Γύζης αναγκάζεται πολλές φορές να εγκαταλείπει ημιτελείς για να εκτελέσει εμπορικά ηθογραφικά έργα. Στην πορεία του αυτή συναντάται με ζωγράφους που έξω απ τη Σχολή του Mονάχου ακολουθούσαν άλλες κατευθύνσεις, οι οποίες οδήγησαν στην αλλαγή του πνευματικού κλίματος στη βαυαρική πρωτεύουσα στα τέλη του περασμένου αιώνα. H συμμετοχή του Γύζη σ’ αυτές τις εκφάνσεις τέχνης είχε φυσικά διαφορετική αφετηρία, ενσάρκωνε τον πολιτισμ της πατρίδας του και εξέφραζε τη νοσταλγία του για την Eλλάδα, το ανεκπλήρωτο νειρο του γυρισμού του, ενώ τρεφ ταν απ τον ευαίσθητο ψυχισμ του και τη σχέση του με τη μουσική, το θέατρο και την ποίηση. Eτσι οι αλληγορικές – ιδεαλιστικές συνθέσεις του παρά τα κοινά θεματικά στοιχεία με το έργο Γερμανών ζωγράφων πως των Becklin, Thoma, Hans von Maries και Max Klinger ενσάρκωναν το δικ του ραμα και τη δική του λυρική ποιητική αντιμετώπιση των πραγμάτων. Π σο ο πολιτισμ ς της πατρίδας του τρέφει τα πνευματικά του οράματα αποκαλύπτεται με ενάργεια στις επιστολές του, που για το Δίπλωμα των
18
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
Tο Nέο Στιλ
«Aρχάγγελος» (Aπ τη θεμελίωση της Πίστεως, 1894–1895). Eλαιογραφία σε μουσαμά 0,91x0,69 μ. Eθνική Πινακοθήκη και Mουσείο Aλεξάνδρου Σούτζου, Aθήνα. Mια αλληγορική μεταφυσική παράσταση του «Nέου Aιώνα».
Oλυμπιακών Aγώνων γράφει: «Eις το Vordergrund δεξιά η πάλιν εμψυχωθείσα Aπτερος Nίκη, ως άγαλμα ωραίον και ζωνταν"ν, κρατούσα κλάδον ελαίας, "πως ευαγγελίση την απ" την απέναντι μέρος καθημένην Eλλάδα» ή ακ μη «την Eλλάδα δεν ημπορώ να ζωγραφίσω τ"σον ωραίαν ως την αισθάνομαι», απ’ που καταδείχνεται τι για τις περισσ τερες αλληγορικές συνθέσεις του το ραμα που καταγράφεται είναι αυτ της ένδοξης πατρίδας του.
Eλληνοπρεπείς μορφές Για τη μεγάλη σύνθεση «Aποθέωση της Bαυρίας» ονειρεύεται να είχε τη δυνατ τητα να αποτυπώσει την αποθέωση της Eλλάδος, καταφεύγει
μως παρ λα ταύτα σε μορφές ελληνοπρεπείς με αρχαίους χιτώνες και ρυθμικές κινήσεις, διαμορφώνοντας την πομπή ως μια αρχαία ελληνική φρίζα: «H εικών προχωρεί βραδέως με το ίδιο βάδισμα προς τα εμπρ"ς, "πως και αι θεαί επάνω στο μουσαμά. Mε έχει μαγεύσει η πρώτη θεά (η Ποίησις). Φαντάζομαι "τι ακούω την μουσικήν της και στολίζω (μαζί με τας Θεάς) το άρμα με ρ"δα». Mετά την απογοήτευσή του, γιατί δεν στάθηκε δυνατ να αφιερώσει μια τέτοια σύνθεση στην Eλλάδα, και πληγωμένος απ τον ατυχή π λεμο του 1897, επιλέγει να ενσαρκώσει σε εικ να το επίγραμμα του Διονυσίου Σολωμού «Mετά την Kαταστροφή των Ψαρών» και δημιουργεί το αρχέ-
τυπο της Eλευθερίας, τη «Δ ξα», μια αυστηρή φτερωτή γυναικεία μορφή, που με καρφωμένο το διαπεραστικ βλέμμα της στη δέλτο περιτρέχει βιαστική τις ράχες και τις βουνοκορφές, προκειμένου να απαθανατίσει με τη γραφίδα της τα ον ματα των λαμπρών παλικαριών. O Γύζης για την ενσάρκωση της ιδέας χρησιμοποιεί τη μορφή, απ την οποία αφαιρεί την υλικ τητα μεταβάλλοντας την ίδια σε σύμβολο πέρα απ το χρ νο και έξω απ χωροθετικούς περιορισμούς. H Δ ξα δεν είναι η συγκεκριμένη μετάφραση του επιγράμματος αλλά η ιδέα της αναγεννώμενης Eλλάδος, η ενσάρκωση των δεινών της και η δύναμη του πολιτισμού της, που την οδηγεί να υψώνει το ανάστημά της στις αντίξοες συνθήκες. Tη σημασία που προσέδιδε ο Γύζης στην παράσταση της Δ ξας ως ένα συγκερασμ λων των στοιχείων της τέχνης του σε συνδυασμ με την πατρίδα του και τα προσωπικά του βιώματα αποδεικνύει η φράση: «Mου προκάλεσε μεν την Δ"ξαν ο δαιμ"νιος Σολωμ"ς, είναι "μως και το πνεύμα μου και η καρδιά μου και έν μέρος της ζωής μου μαζί της».
Γλυπτικές συνθέσεις Tο σύμβολο αυτ της ιστορίας του τ που του ο εμνευσμένος ζωγράφος ονειρευ ταν να εκτελέσει σε μεγάλες διαστάσεις, «είχε δε φαντασθή και μνημείον μαρμάρινον ακ μη», -
Στην προσπάθειά του αυτή χρωματικά ξανοίγεται προς μια ιμπρεσιονιστική υπαιθριστική κλίμακα και σχεδιαστικά προς το γραμμικ , ρέον και διακοσμητικ Nέο Στιλ, στη διαμ ρφωση του οποίου συμβάλλει με ένα πλήθος στοιχείων των έργων του της τελευταίας περι δου. Aν μως στο σχηματικά κινημένο πλέγμα γραμμών ο Γύζης αγγίζει το κίνημα του Nέου Στιλ (Jugendstil) με άλλες πτυχές της δημιουργίας του συναντάται με τις συμβολικές τάσεις της εποχής, εφ σον επιστρατεύονται βιωματικοί συνειρμοί για την μετάδοση της ιδέας του συμβ λου. Eτσι, ο Γύζης στην προσπάθειά του να υπερβεί την πεζή πραγματικ τητα καταλήγει πολλές φορές σε καταστάσεις που γίνονται αντιληπτές μ νο με την περιρρέουσα ατμ σφαιρα και τη διαίσθηση. Σε πολλά έργα της περι δου του 1890 διαφαίνεται μια πνοή μελαγχολίας μέσα σε μια ατμ σφαιρα μυστικισμού. H διαφορά με τους συμβολιστές έγκειται στην αποφυγή της δήλωσης του αποτρ παιου και του δαιμονιώδους και στη φυγή σε έναν εξιδανικευμένο κ σμο, που τον βιώνει ως υπαρκτή πραγματικ τητα. Tα έργα υποβάλλουν βαθυστ χαστες μυστικοπαθείς ερμηνείες, που περικλείονται στη φ ρμα και το περιεχ μενο και γίνονται αντιληπτές με συμβολικές ιδέες που απαιτούν τη συναισθηματική συμμετοχή και τη νοητική επικοινωνία. «H Ψυχή του Kαλλιτέχνη» που είναι δέσμιος του εαυτού του και της τέχνης του, ο βεβαρημένος απ τις ανησυχίες και τα προβλήματα «Aσωτος Yι ς», «H Xαμένη Ψυχή» με το μελαγχολικ παθητικ ύφος, η «Ποίηση που συντονίζει το Bιολί της με το Tραγούδι της
Aνοιξης», «Tο Πενθούν Πνεύμα», με αποτυπωμένη τη βαθιά εσωτερικ τητα στο πρ σωπ του, είναι εικ νες των εναγώνιων ερωτηματικών που τίθενται για την παροδικ τητα αυτού του κ σμου, εκφρασμένες με το αίσθημα της μελαγχολίας και της φυγής μέσα απ μια θεματική μυστικισμού, που έθρεψε τους συμβολιστές καλλιτέχνες, ποιητές και λογοτέχνες.
Σύγχρονες κατευθύνσεις H συγγένειά του διαγράφεται ως μία τέμνουσα γραμμή του προσωπικού του ύφους με τις σύγχρονες κατευθύνσεις. Στην κοινή θεματογραφία που αναπτύσσει πολλές φορές με το συμβολιστή Franz von Stuck ανιχνεύονται βασικές διαφορές ύφους, που παρουσιάζονται ανάγλυφα στο έργο «Kένταυρος που δαμάζεται απ τον Eρωτα», ο οποίος στο ομώνυνο έργο του Γερμανού καλλιτέχνη εμφανίζεται ως ένα αφηνιασμένο δυναμικ στοιχείο, ενώ στο Γύζη εντάσσεται στο μυθολογικ genre, μέσα σε ένα εξιδανικευμένο απροσδι ριστο τοπίο. Στο αποκορύφωμα των ιδεών που βιώνονται και μετατρέπονται στο σύνολ τους σε μεταφορές εννοιολογικών και ενορατικών καταστάσεων, που υποβάλλουν κοσμικά φαιν μενα ή ανεξήγητες θρησκευτικές αποκαλύψεις, στέκουν τα έργα του Γύζη «Iδού ο Nυμφίος» και «Aρχάγγελος» και ακ μη η αλληγορική, μεταφυσική παράσταση του «Nέου Aιώνα», που μεταδίδει το γεγον ς με μορφές που σε ατμ σφαιρα παραίσθησης, κρατούν στα χέρια κεριά και δάδες. Mέσα απ την αγωνία του τέλους του αιώνα και του τέλους του βίου, που ο ζωγράφος διαισθάνεται, προκύπτουν συμβολικές αποκαλύψεις με χρώμα και φως μέσα σε μια μυστικιστική ατμ σφαιρα, που πραγματώνεται περισσ τερο στα σχέδια και στις προκαταρκτικές μελέτες. Στη μεγάλη σύνθεση «Iδού ο Nυμφίος» ένα παραπέτασμα κ κκινου χρώματος με υποφώσκοντα τ ξα φωτ ς ξετυλίγεται μπροστά απ το έρεβος. Στη μέση του αποκαλυπτικού αυτού οράματος τοποθετείται ο ένθρονος Xριστ ς, ενώ στρατιές φεγγοφ ρων αγγέλων δεξιά και αριστερά της κλίμακας του ουρανού εμφανίζονται με τις σάλπιγγες ψάλλοντας δοξαστικά άσματα. Δεν πρ κειται για διήγηση αλλά για την άμεση ενσυναίσθηση εν ς υπερβατικού γεγον τος. Π σο ο Γύζης έχει απομακρυνθεί απ τις λεπτομερειακές ηθογραφικές σκηνές αποδεικνύουν τα σχεδ ν αφαιρετικά σχέδια, που μ νο το χρώμα και το φως αναλαμβάνουν τη μετάδοση του γεγον τος.
Διαφημιστικές αφίσες H πορεία είναι πραγματικά συγκλονιστική, καθώς απ τις καθημερινές σκηνές με ιστορικ περιεχ μενο, συγκροτημένο χώρο και κατευθυν μενο φως περνάει σε επίπεδες, πολλές φορές γραμμικές και αφαιρετικές, συνθέσεις με αυτ νομο χρώμα και διάχυτο φως. Σ’ αυτές ακριβώς τις στιγμές συναντάει πρωτοπ ρους ζωγράφους και χαράζει πάντα
«Tα ορφανά» (1871). Eλαιογραφία σε μουσαμά 0,48x0,35 μ. (Iδιωτική συλλογή, Aθήνα). Yπάρχουν δύο παραλλαγές του έργου, το οποίο εντάσσεται στα άκρως συναισθηματικά. Kαι οι δύο εκδοχές παρουσιάζουν μια γλυκύτητα και τεχνητά μελαγχολική ατμσφαιρα, χωρίς να έχουν απαλλαγεί απ τη σκηνοθεσία που χαρακτηρίζει τα υπλοιπα ηθογραφικά έργα του καλλιτέχνη.
απ τη δική του οπτική γωνία νέους δρ μους. Στη συγκεκριμένη νέα αντίληψη εντάσσεται και η ενασχ λησή του με την καλλιτεχνική διαφημιστική αφίσα, που χαρακτηρίζεται απ έντονο χρώμα, επίπεδη αντίληψη και μεγαλ σχημες αρχαιοπρεπείς μορφές. H συμβολή του στον τομέα αυτ ν είναι μεγάλη, καθώς προδικάζει την εξέλιξή της με στοιχεία που γίνονται άμεσα αντιληπτά και αναλαμβάνουν τη μετάδοση του γεγον τος.
«Eζησα ονειρευμενος...» Aπ τη συνοπτική αυτή θεώρηση σε σχέση με το μεγάλο και σύνθετο έργο του Γύζη αποδεικνύεται τι ο ζωγράφος διατηρούσε πάντα ζωηρ το ενδιαφέρον για ανανεωτικές προτάσεις και ιδέες και απ την περαιτέρω πορεία της τέχνης δικαιώνεται η
στροφή του προς νέες μορφές έκφρασης που εμπεριείχαν πρωτοπ ρες ιδέες και ενσάρκωναν νέα καλλιτεχνικά ρεύματα. Στο σημείο αυτ πρέπει να γίνει αντιληπτ τι ο Γύζης μέσα απ δικές του αναζητήσεις συναντήθηκε με τις πρωτοποριακές τάσεις του καιρού του, που διασταυρώνονταν απ παντού προκαλώντας προβληματισμούς και θέτοντας στ χους με νέους ορίζοντες. H οριακή ένταξή του στο Jugendstil και σε τρ πους έκφρασης του Συμβολισμού πραγματοποιήθηκε μέσα απ τη δική του εξέλιξη και την προσωπική του διάθεση χωρίς ποτέ να αποβάλει κύρια στοιχεία της υφής της τέχνης του. H διαφοροποίηση ήταν αντιληπτή, έτσι ώστε στην πρώτη μονογραφία του απ τον Montadon ο ζωγράφος και φίλος του Franz von Lenbach έγραψε: «Zωγράφιζε σκηνές απ" την
πατρίδα του και αλληγορικές μορφές απ’ "που εμφανώς προκύπτει αυτ" που θα ήθελα να ονομάσω “Γύζης”, ανάμνηση των διπλοχιλι"χρονων προγ"νων του». Στις ιδεαλιστικές του συνθέσεις βρήκε στην ελληνική τέχνη άξιο συνεχιστή τον Kωνσταντίνο Παρθένη και στη λεγ μενη Σχολή του Mονάχου, που συγκροτήθηκε απ καλλιτέχνες που σπούδασαν στη βαυαρική πρωτεύουσα, έπαιξε θεμελιώδη ρ λο. Δυστυχώς ο θάνατος ήρθε τη στιγμή των μεγάλων οραμάτων και της αποδεσμευμένης πια δημιουργίας. O Eλληνας ζωγράφος έχοντας συνείδηση του ονείρου που βίωνε διαρκώς έγραψε με κ κκινη μελάνη πάνω σε ένα μικρ χαρτί: «Mετά των χιλιάδων σχεδίων, μικρών και μεγάλων, μέχρι Kολάσεως και Παραδείσου έζησα ονειρευ"μενος». KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
19
Ψυχογραφικά πορτρέτα O Γύζης απεικ νισε κυρίως τη γνησι τητα ψυχής των απλών ανθρώπων Tου Γιάννη Παπαϊωάννου Aρχιτέκτονος – Δρος Iστορίας Tέχνης
TO ANΘPΩΠINO πρ σωπο ήταν κι είναι πάντα μια πρ κληση για τις δυνατ τητες του κάθε ζωγράφου, γιατί πέρα απ την έκφραση των χαρακτηριστικών υπάρχει η έκφραση της εσωτερικ τητας του ατ μου, που προσμένει την ψυχογραφική διεισδυτικ τητα του καλλιτέχνη για να φτάσει στο φως. Θα περιοριστούμε στον κύκλο των προσωπογραφιών του Γύζη, που στις περισσ τερες απεικονίζονται τα αγαπημένα πρ σωπα της οικογένειάς του. Πρώτα τιμώμενα πρ σωπα, ο ξυλουργ ς Oνούφριος και η κυρά Tαρώ, οι λατρεμένοι του γονείς. O πατέρας φορεί την παλιά του φορεσιά και μοιάζει ξαποσταμένος αγωνιστής του ’21. Φορεί σκούφο με φούντα και στο ζωνάρι του διακρίνονται σπαθιά, ενώ τα ροζιασμένα χέρια του είναι σταυρωμένα μπροστά με κάποια αμηχανία. Tο πρ σωπο αδρ και περήφανο, σκαμμένο απ’ τους καημούς της δύσκολης ζωής. Tο πορτρέτο της μάνας είναι ακ μα πιο απλ : μια μεσ κοπη γυναίκα με μ νο της στολίδι ένα μαντίλι δεμένο κ μπο στο λαιμ . Δεν εκπέμπει καμιά ιδιαίτερη ακτινοβολία, δεν διακρίνεται πουθενά τάση εξωραϊσμού της πραγματικ τητας. Για το ζωγράφο η ομορφιά έγκειται στην αλήθεια της απεικ νισης, στη γνησι τητα και την ψυχική καθαρ τητα εκείνων που του κληροδ τησαν σαν ευχή να ’ναι καλοΐσκιωτος και αληθιν ς.
«Γιάντες» Tο 1876(;) στο έργο το «Γιάντες» (Eθνική Πινακοθήκη) βλέπουμε ένα κεφάλι κοριτσιού που εμφανίζεται με θαυμαστή τρυφερ τητα και δροσιά ο τύπος της γυναικείας ομορφιάς, που τ σο μελέτησε και ανέδειξε ο Γύζης. Eίναι μια δημιουργία αττικής χάρης, δοσμένη με λιτά εκφραστικά μέσα. Tο φ ντο πως και το φ ρεμα έχουν ένα λαμπερ κ κκινο που δεν αφήνει ν’ αναπτυχθεί καμιά απολύτως λεπτομέρεια. Eνας μαύρος κεφαλ δεσμος περιορίζει τα μακριά μαλλιά της κ ρης κι έτσι λη η επεξεργασία του θέματος συγκεντρώνεται στο οβάλ σχήμα του προσώπου. Eπιτυγχάνεται μ’ αυτ μια απλούστατη αλλά σοφή κλιμάκωση, ώστε το ενδιαφέρον να συγκεντρωθεί στα υγρά χαρούμενα μάτια, τη λεπτή χαριτωμένη μύτη και το ολ θερμ μισάνοιχτο στ μα, ενώ η επιδερμίδα έχει μια σφύζουσα εφηβική φρεσκάδα. Kάτω απ το δέσιμο της μαντίλας διακρίνεται γυμν το κάτω μέρος του λαιμού, με τρ πο ώστε να «αναπνέει» καλύτερα το πρ σωπο και να τονίζονται οι άκρες των μαλλών που πέφτουν ελεύθερα προς τα κάτω, ενώ η διεύθυνσή
20
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
«Kοριτσάκι», ελαιογραφία σε μουσαμά, 0,30x0,25 μ. (Iδιωτική συλλογή, Aθήνα).
τους τονίζει τη χαριτωμένη στροφή του κοριτσίστικου κεφαλιού προς τα αριστερά. Eίναι συγκινητικ το έργο τούτο, γιατί μας αφήνει ακ μα να μαντέψουμε ορισμένα πράγματα: «Γιάντες» σημαίνει «γούρι», και μες στη χαρούμενη έκφραση υπάρχει ένας στοχαστικ ς τ νος, μια κρυφή προσπάθεια χαράς, ίσως ίσως μια σκέψη έρωτα. Eτσι, το πρ σωπο τούτο που θ’ ανήκει αύριο και στη μάνα του έργου «Aποκρηά στας Aθήνας» (Eθνική Πινακοθήκη), αποτελεί πια μια ζωντανή ύπαρξη με ομορφιά και νειρα, δύο
πολύτιμα συστατικά που έθρεψαν την τέχνη του Γύζη.
Γεώργιος Nάζος Στα 1880 φιλοτεχνεί την προσωπογραφία του Γεωργίου Nάζου (συλλογή Φρ. Λαμπρίδη), αδελφού της γυναίκας του, που βρισκ ταν για σπουδές μουσικής στο M ναχο, και τη στέλνει στους συγγενείς στην Aθήνα, σημειώνοντας: «Mη με μαλώσετε που ζωγράφισα τον Γεώργιον προφίλ. Eίναι της μ δας. Aι κατά μέτωπον εικ νες είναι
κοιναί, θα χαρώ μως πολύ αν το έκτακτον σας έκαμεν ευχαρίστησιν». O νέος άνδρας έχει μια βαθιά σκεφτική έκφραση. O Γύζης είναι σε θέση, καλύτερα απ οποιονδήποτε άλλον, να συλλάβει την ψυχική κατάσταση εν ς νέου καλλιτέχνη που ξεκινά, μακριά απ την πατρίδα του, να κατακτήσει τα μυστικά της έκφρασης. Iσως αυτή η εκλεκτική συγγένεια να τον βοήθησε να αποδώσει με τ ση αμεσ τητα το χαρακτήρα του μοντέλου του. Oσο περισσ τερο εμβαθύνει ο Γύζης στην επιλογή των θεμελιω-
δών χαρακτηριστικών του θέματ ς του αφήνοντας κατά μέρος τις λεπτομέρειες, σο περισσ τερο λεπταίνει τη φωτοσκίαση που εξυπηρετεί αυτούς τους σκοπούς του, τ σο περισσ τερο πλησιάζει τις αλήθειες του Pέμπραντ και του Xαλς. O «Kαπουτσίνος» (Eθνική Πινακοθήκη) είναι περισσ τερο μια ανατομία της ψυχής παρά μια απεικ νιση προσώπου. Eίναι ίσως ο αντιπροσωπευτικ τερος πίνακας του ζωγράφου σε κιαροσκούρο. Oι πινελιές είναι αδρές και αποφασιστικές. Tα γωνιώδη χαρακτηριστικά και η ένταση της έκφρασης δίνονται με ελάχιστους καίριους τ νους. Oι αστραπές φωτ ς στις κ χες των ματιών, στα εξογκωμένα μήλα και στο κάτω χείλος δίνουν λη αυτή την κάπως απ κοσμη λάμψη της ψυχής. Tο σκούρο κάλυμμα του κεφαλιού τονίζει ακ μα περισσ τερο το φωτισμένο μέτωπο. O καπουτσίνος εκφράζει κάτι απ τον ίδιο το Γύζη: τη μοναξιά του αναχωρητή, του δοσμένου στα εσωτερικά οράματα. Aποκαλύπτεται για μια στιγμή η λιγ τερο προσιτή ψη του ζωγράφου, η περισυλλογή του στις θρησκευτικές μεταρσιώσεις. Aν συγκρίνουμε το «Γιάντες» με τον «Kαπουτσίνο», θα δούμε σε μια παραστατική αντιδιαστολή να συνυπάρχουν μέσα στον ίδιο άνθρωπο δυο αταίριαχτες σε πρώτη ψη ψυχικές ροπές. Oμως κι οι δυο ήταν εξίσου αυθεντικές και ισχυρές και οπωσδήποτε αυτή η αρχή των αντιθέσεων διαμ ρφωσε ένα σύνολο έργου που διακρίνεται για την πρισματικ τητά του.
Oικογενειακά πορτρέτα Tα πορτρέτα των παιδιών και της γυναίκας του δείχνουν λη την εσωτερική γαλήνη που του έδινε η οικογενειακή ευτυχία. Φαντάζουν σαν ευτυχισμένα διαλείμματα μέσα σε μια τέχνη που γίνεται προοδευτικά λο και πιο δύσκολη και αναζητεί λο και με περισσ τερη ένταση το διάλογο με την αιωνι τητα. H σχέση του με την οικογένειά του ήταν πάντα γεμάτη ευγενικά και τρυφερά αισθήματα και πιστεύουμε πως τον βοήθησε σημαντικά στο να συγκεράσει τις αντιμαχ μενες ροπές στα βάθη τού είναι του. Zωγράφισε αρκετές φορές τη γυναίκα του Aρτεμη. Σε μια εικ να του 1890 παρουσιάζεται καθιστή, κοιτάζοντας κατά μέτωπο· φορεί έναν ιδι τυπο μπερέ που γέρνει δεξιά, ενώ τα μαλλιά της κομμένα «αφέλειες» σκιάζουν το μέτωπ της. Kαι εδώ η αμφίεση έχει αποδοθεί με χοντρές φλουταρισμένες πινελιές, έτσι ώστε να τονίζεται το πρ σωπο στο οποίο έχει συγκεντρωθεί λο το ενδιαφέρον του ζωγράφου. Διακρίνουμε μια γαλήνη στα χαρακτηριστικά της, που εκφράζουν έναν άνθρωπο ειλικρινή και αφοσιωμένο. Σ’ ένα άλλο πορτρέτο της γυναίκας του, με πιο «επίσημη» έκφραση, καταλαβαίνουμε μια κάπως κοσμική ευγένεια και λεπτ τητα στην περιγραφή του ύφους. Aυτή τη φορά οι λευκοί γιακάδες είναι ανασηκωμένοι, κρύβοντας σχεδ ν
«O μικρς Σάτυρος», ελαιογραφία σε μουσαμά, 0,32x0,26 μ. Συλλογή Iδρύματος E. Kουτλίδη, Aθήνα.
το λαιμ της, και βλέπουμε μια έντονη στροφή του κεφαλιού προς το θεατή, ενώ ένα λουλούδι κοσμεί τα μαλλιά της. O πίνακας αυτ ς παρουσιάζει εκλεκτικές συγγένειες με έργα του Mανέ. Mια τρίτη προσωπογραφία της γυναίκας του την εικονίζει πάλι καθιστή, αλλά εδώ η αμφίεσή της είναι δοσμένη με ιδι τυπο τρ πο. Δεξιά τη σκεπάζει μια μαύρη γούνα απ το λαιμ έως τα π δια και μ νο το χέρι της διακρίνεται λίγο, ενώ αριστερά φαίνεται ένα λευκ πολυτελές φ ρεμα της μ δας και το αριστερ της χέρι, τεταμένο προς τα πλάγια, ακουμπά σ’ ένα τραπέζι. Στον πίνακα αυτ ν, που αποτελεί μια ενδιαφέρουσα μελέτη συνδυασμού των σκοτεινών με τα
φωτεινά στοιχεία, το πρ σωπο «ξεφεύγει» λίγο απ το πρώτο πλάνο και χαμογελά αινιγματικά. Tο πορτρέτο της πρωτ τοκης θυγατέρας του Πηνελ πης, που την απεικονίζει προφίλ στα 1894, είναι ένα δείγμα της δεξιοτεχνίας του στην τεχνική της φωτοσκίασης, και η επεξεργασία του προφίλ της Πηνελ πης δεν είναι άσχετη με την τεχνική που ανέπτυξε στις λεπτομερειακές μελέτες για την «Aποθέωση της Bαυαρίας».
H Πηνελ πη Σ’ ένα δεύτερο πορτρέτο της Πενελ πης τη βλέπουμε καθιστή να στηρίζει το δεξί της χέρι στην άκρη του σκαμνιού που κάθεται, ενώ με
το αριστερ της κρατεί ένα ανοιχτ βιβλίο. Eνα απ τα πιο γνωστά και δροσερά έργα του Γύζη είναι το πορτρέτο της κ ρης του Mαργαρίτας (συλλογή B. Kαλκάνη), καμωμένο το 1886. Σε πρώτο πλάνο βρίσκεται ο ώμος του μικρού κοριτσιού και η μπέρτα που με τ ση χάρη πέφτει στην πλάτη του. Tο κεφάλι είναι στραμμένο σε θέση τριών τετάρτων προς το θεατή, αλλά τα μάτια κοιτάζουν με τ ση ειλικρίνεια και γλυκύτητα, που κυριολεκτικά αφοπλίζουν. Tο εύρημα του ζωγράφου στην προκειμένη περίπτωση είναι τι, δίνοντας τέτοια θέση στο κεφάλι, έβαλε λα τα άλλα χαρακτηριστικά σε δεύτερη μοίρα και στύλωσε το βλέμμα του παιδιού του επάΣυνέχεια στην 22η σελίδα KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
21
του Γύζη. Hδη απ το 1869 υπάρχει μια σπουδή γέρου με σκούφο, ένα γελαστ πρ σωπο γεμάτο ρυτίδες που αποτελεί προκαταρκτικ σχέδιο για έναν «Παππού με εγγον ». Tο πιο ιδι τυπο απ’ τα πορτρέτα του είναι η «Kεφαλή Γέροντος» (Eθνική Πινακοθήκη), που δεσπ ζει ένα τουρμπάνι ακαθορίστου σχήματος με ανακατεμένα χρώματα σε τέτοιον τρ πο που να μοιάζει με έργο σύγχρονού μας ζωγράφου. Tο γαλάζιο και το άσπρο είναι ανακατεμένα με κ κκινους και μαύρους τ νους, ενώ το τεράστιο τεφρ μουστάκι χάνει το περίγραμμά του μέσα σε ανεξιχνίαστους χρωματικούς συνδυασμούς που υποδηλώνουν τη γενειάδα. Tα μ να ευδιάκριτα χαρακτηριστικά είναι το μέτωπο, η λεπτή μύτη κι ένα άγριο σπινθηροβ λο μάτι. Tο σύνολο έχει μια έντονη βιβλική μεγαλοπρέπεια που ξαφνιάζει, αν λάβουμε μάλιστα υπ ψη μας τι λα τα πορτρέτα του Γύζη είναι πορτρέτα καθημερινών ανθρώπων, εκφρασμένα με ακαδημαϊκ ρεαλισμ .
H ανίχνευση της γεροντικής ψυχής
«H αποστήθιση», 1883. Eλαιογραφία σε ξύλο, 0,74x0,63 μ. Iδιωτική συλλογή, Aθήνα. Συνέχεια απ την 21η σελίδα
νω μας. Mε κάρβουνο σχεδιασμένη, υπάρχει και μια προγενέστερη εικ να της Mαργαρίτας (Eθνική Πινακοθήκη), ένα γελαστ παιδικ πρ σωπο με ίσια λαμπερά μαλλιά, που και πάλι τα μάτια έχουν έντονο βλέμμα. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο Γύζης καμάρωνε δίκαια τα παιδιά του κι έβρισκε τον τρ πο, με τη διπλή διαίσθηση του πατέρα και του ζωγράφου, να δείξει λη τους την ομορφιά.
O μικρ ς Σάτυρος O Tηλέμαχος ήταν το μοντέλο του για το σχέδιο του «Mικρού Σάτυρου» στα 1895: ένα μικρ γυμν παιδί που έφτιαξε με καλάμια έναν αυλ και τώρα φυσά με δύναμη να ακούσει τον ήχο του. Tα μάτια του έχουν μια έκφραση λίγο πεισμωμένη – λίγο θυμωμένη και γενικά το παιδί του θυμί-
22
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
ζει τον Eρωτα του έργου «ο Eρως και η Zωγράφος» του 1868. O γελαστ ς «Tηλέμαχος» της συλλογής Kουτλίδη θυμίζει, τ σο απ χρωματική άποψη σο κι απ ύφος, την τεχνική των μεγάλων Oλλανδών. O Tηλέμαχος πάλι πρέπει να ήταν το μοντέλο του Γύζη και στο «Kεφάλι Φαύνου» (συλλογή E. Kουτλίδη). H μικρ τερη κ ρη Iφιγένεια εικονίζεται σ’ ένα θαυμάσιο σχέδιο ξαπλωμένη στον καναπέ του σπιτιού τους, κοιτάζοντας λοξά με παιδικ νάζι και φορώντας ένα πλισέ φορεματάκι, ενώ σ’ έναν άλλο πίνακα, «H Mικρή K ρη του Zωγράφου», εμφανίζεται μ’ ένα πολύχρωμο μαντίλι στο λαιμ . Aνάμεσα στις ωραι τερες παιδικές προσωπογραφίες θα μπορούσαμε ακ μη να μνημονεύσουμε την K ρη (Eθνική Πινακοθήκη), «Tο Nαυτ πουλο» με το παράξενο γούνινο καπέλο, τα κλειστά μάτια και την ωραι-
τατη κατατομή, «Tο παιδί στο τηλέφωνο» (του 1897), με μοντέλο το γιο του, ένα «Kεφάλι παιδιού» ιδωμένο κατά μέτωπο· φαίνονται μ νο τα χαρακτηριστικά του προσώπου, ενώ το κεφάλι είναι τυλιγμένο γύρω γύρω μ’ ένα πελώριο σκούρο σάλι.
Kεφάλι γυναίκας Tο «Kεφάλι γυναίκας» (σχέδιο, 32x25 εκ., Eθνική Πινακοθήκη) είναι κατά τη γνώμη μας μια απ τις ωραι τερες σπουδές που έκανε ο ζωγράφος. Eχει μια εντελώς συγκρατημένη έκφραση γυναικείας μελαγχολίας, που αιχμαλωτίστηκε με εντυπωσιακή απλ τητα, ενώ ακτινοβολεί ( πως και το κεφάλι της «Bαυαρίας) μια λεπτ τατη φυσική ευγένεια. Mια μικρή θεματολογική εν τητα αποτελούν τα κεφάλια ηλικιωμένων ανθρώπων, μερικά απ τα οποία συγκαταλέγονται στα αριστουργήματα
H «Kεφαλή Γριάς» (προφίλ - Eθνική Πινακοθήκη) μπορεί να σταθεί σαν παράδειγμα λιτής αναπαράστασης. Στο στεγν και γεμάτο ρυτίδες σεβάσμιο πρ σωπο λάμπει σαν ύστερο φως της ζωής το ήρεμο βλέμμα, ενώ χρωματικά η υποβολή γίνεται εντον τερη με τους πολύ σκοτεινούς τ νους που περιβάλλουν και τονίζουν τα κουρασμένα χαρακτηριστικά. Στην αρχή και στο τέλος της ζωής, στην ανίχνευση της παιδικής και της γεροντικής ψυχής, βρίσκουμε τους δύο π λους της προσωπογραφικής φροντίδας του. Tο «Πορτρέτο εν ς ηλικιωμένου ανθρώπου» προφίλ, του 1889, πως και ο «Γέρος που καπνίζει» του 1897 παρουσιάζουν ανθρώπους χαμηλής μάλλον κοινωνικής τάξης, ενώ η «Kεφαλή Γέροντος» του 1898 (που ανήκει στην οικογένεια Πέτριτσεκ) δείχνει κατά μέτωπο μιας ασκεπή επιβλητική φυσιογνωμία με γενειάδα, που εκφράζει πατριαρχική αρχοντιά. Σαν περισσ τερο «φιλολογικ » και ουδέτερο θα μπορούσαμε ν‘ αναφέρουμε το πορτρέτο της Mαργαρίτας Πλάτη (Eθνική Πινακοθήκη) που, πέρα απ τη «φωτογραφική» του δεξι τητα, δεν κατορθώνει να μιλήσει έξω απ το οβάλ του περιθώριο. Eίναι χαρακτηριστικ τι ο Γύζης διάλεγε τα μοντέλα των πορτρέτων του, ώστε να ’χει μιαν άμεση ψυχική επαφή μαζί τους. Παρά το γεγον ς τι ανήκε στην πνευματική αριστοκρατορία του Mονάχου, δεν ζωγράφισε ούτε πλούσιες κυρίες ούτε μεγαλ σχημους στρατιωτικούς ή πρίγκιπες. Eκείνος ένιωθε πάντα «ο Nικ λας» απ την Tήνο και δεν μπ ρεσε ποτέ να νιώσει οικείους του εκείνους με τους οποίους η κοινωνική αστική δεοντολογία τού υπαγ ρευε να συναναστρέφεται. Γι’ αυτ λα σχεδ ν τα πρ σωπα του εικαστικού του ρεπερτορίου χαρακτηρίζονται απ μια απλ τητα, που φέρνει άμεση και ζεστή την παρουσία τους ανάμεσά μας.
Aρτεμη Γύζη (1890). Eλαιογραφία σε μουσαμά, 1,37x1,00 μ. Συλλογή Iδρύματος E. Kουτλίδη, Aθήνα. KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
23
«H καταστροφή των Ψαρών» O Nικλαος Γύζης στους αντίποδες της δυτικοευρωπαϊκής μεταφυσικής τέχνης «H Δξα» (1898). Σχέδιο με παστέλ σε χαρτί, 0,38x0,24 μ. Eθνική Πινακοθήκη και Mουσείο Aλεξάνδρου Σούτζου, Aθήνα.
Tου Γιάννη Ψυχοπαίδη Zωγράφου
MEΣA στη νύχτα μια βάρκα πλέει απ τον κσμο των ζωντανών στον κσμο των νεκρών. Στα σιωπηρά νερά η βάρκα σιμώνει στην ακτή του σκοτεινού μικρού νησιού, με μνο επιβάτη μια ρθια λευκοντυμένη φιγούρα. Eνας εκρηκτικά φωτισμένος ουρανς, αλλού περιγράφει κι αλλού υπονοεί τα κυπαρίσια, τα βράχια, κάποια κτίσματα αρχαίων ναών, την ανεπαίσθητη ύπαρξη μιας ζωής πέρα απ το θάνατο. Aυτ το μικρ κομμάτι γης, περιγραμμένο με ακρίβεια αλλά και δραματική υποβολή, σαν την τελευταία πράξη στο θέατρο της ζωής. H λευκοντυμένη φιγούρα οδηγείται στο απάγγειο μιας στεριάς, χαμένη σαν μια ελάχιστη αλλά εκθαμβωτική κηλίδα φωτς μέσα στους σκοτεινούς γκους που την περιβάλλουν. Mε τους άγρια φωτισμένους βράχους του, το νησί περιζώνει τη συστάδα των ψηλών κυπαρισιών δημιουργώντας μια σκοτεινή πένθιμη αγκαλιά, έτοιμη να υποδεχτεί τον ταξιδιώτη.
O μεταφυσικς Mπέκλιν H ανθρώπινη μορφή μέσα στη βάρκα –το τελευταίο αυτ φως της ζωής– αφήνεται σχεδν με τρυφερή εγκαρτέρηση να παραδοθεί στην νεκρική ακινησία του σκοτεινού νησιού, στη μεγάλη αυτή αρχέγονη μήτρα. Eνα βαθύ αίσθημα πένθους χαρακτηρίζει αυτ το ζωγραφικ έργο. Πρκειται για ένα πολύ σημαντικ έργο του 19ου αιώνα, το «Nησί των νεκρών» του Γερμανού Aρνολντ Mπέκλιν. Eργο οριακ για τον ευρωπαϊκ ιδεαλισμ φτιάχτηκε στα 1883 και με μια παγωμένη νηφαλιτητα συνψισε τη σκοτεινή ψυχή της ευρωπαϊκής Δύσης, την ακραία μεταφυσική του γερμανικού πνεύματος στα πρθυρα του καινούριου, τεχνολογικού αώνα. Πάνω στα μονοπάτια του ευρωπαϊκού ρομαντισμού ο Mπέκλιν, χρησιμοποιεί σαν χημα το μύθο και τις αναφορές στην αρχαία Eλλάδα, χι για να παρασυρθεί στην μυθική ευδαιμονία μιας φανταστικής Aρκαδίας, αλλά για να μιλήσει για το αδιέξοδο πεπρωμένο του ανθρώπου, το πεπερασμένο της ανθρώπινης ύπαρξης, το ταξίδι στον Aχέροντα. O Mπέκλιν έχει αποδεχτεί το θάνατο ως μορφή ζωής.
Στον αντίποδα ο Γύζης Tη βάρκα της «σωτηρίας των ψυχών» του Mπέκλιν, μια βάρκα–μεταφορέα της ζωής και του θανάτου την ξαναβρίσκουμε δεκατρία χρνια μετά σε ένα εντελώς διαφορετικ καλλιτεχνικ έργο, στους αντίποδες της δυτικοευρωπαϊκής μεταφυσικής. Aναφερμαστε το έργο του Nικολά-
24
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
ου Γύζη «Mετά την καταστροφή των Ψαρών», έργο ζωγραφισμένο το 1896, που κι εδώ –πως αντίστοιχα και στον Mπέκλιν- το υγρ στοιχείο της θάλασσας, η βάρκα και το ταξίδι είναι τα βασικά στοιχεία του θέματ(ς του. Στο έργο αυτ, ο Γύζης ζωγραφίζει τον δικ του Aχέροντα. Πσο διαφορετική μως, είναι εδώ η καλλιτεχνική, πνευματική μαρτυρία, η φιλοσοφική στάση του δημιουργού. O Γύζης απεικονίζει την προσπάθεια μιας ομάδας ανθρώπων να ξεφύγουν με μια βάρκα απ την τραγική μοίρα τους. Aνθρωποι που φαίνεται να ’χουν μλις εγκαταλείψει, καταδιωγμένοι, το ηρωικ νησί των Ψαρών στο έλεος της καταστροφικής μανίας του Tούρκων. Tα δραματικά γεγοντα και η πρσφατη ελληνική ιστορία των εθνικο- απελευθερωτικού αγώνα έχουν αφήσει νωπά σημάδια στην καλλιτεχνική συνείδηση του δημιουργού. Στη σύνθεση αυτή λα υποδηλώνονται, σχεδν τίποτα δεν εικονογραφείται, λα βρίσκονται σε κίνηση. Σε αντίθεση με τον Mπέκλιν, η βάρκα του Γύζη δεν βρίσκει κανένα σίγουρο απάγγειο και ούτε φαίνεται να καθησυχάζουν τα νερά της ανθρώπινης, ψυχικής τρικυμίας. H θάλασσα φουρτουνιασμένη και τα πανιά σπασμένα. H βάρκα πάει να γύρει, κάποιοι προσπαθούν να αρπαχθούν την ύστατη στιγμή, κάποιοι βοηθάνε τους σωσμένους, άλλοι βρήκαν κιλας καταφύγιο μέσα στο
σκαρί και κουρνιάζουν. Aδρά διατυπωμένες οι ανθρώπινες φιγούρες μεταφέρουν το αίσθημα ενς κοινού πεπρωμένου. Περιπλεγμένα τα σώματα, μια άμορφη μως ενεργοποιημένη μάζα ανθρώπινης σάρκας. Aυτή η θολή και ασαφής τραγική ύλη των ανθρώπινων μορφών βρίσκει την αυστηρή αντίστηξή της στο βαρύ σκαρί του μικρού σκάφους, έρμαια και τα δύο μιας απειλής που πλανιέται σε λη την τραγική σκηνή. Tίποτε δεν προδικάζει ένα αίσιο τέλος. Oμως ένα φαίνεται να ’ναι σίγουρο. Oι άνθρωποι αυτοί εγκαταλείπουν το θάνατο και ταξιδεύουν προς τη ζωή. Σε αντίθεση με τον Mπέκλιν που αναζητά το μύθο, ο Γύζης καταφεύγει στην Iστορία. H υπαρξιακή αγωνία του ευρωπαϊκού ιδεαλισμού, αγωνία ευρύτερης ανθρωπολογικής υφής, μετατρέπεται στον Γύζη σε υπαρξιακή αγωνία του συγκεκριμένου ιστορικού χώρου και χρνου. Tο ιστορικ γίγνεσθαι του δίνει την αφορμή να καταθέσει την ευρωπαϊκή του συνείδηση, μ’ λη μως την ιδιαιτερτητα μιας ευαισθησίας του ευρωπαϊκού Nτου. Aπέναντι στη μνημειακή, πένθιμη αυστηρτητα του γερμανικού πνεύματος, απέναντι στη βαθιά μελαγχολία για την ύπαρξη, ο Γύζης έχει αντιπαραθέσει την εικνα ενς πεισματικού εγχειρήματος. Στον εικαστικ συμβολισμ του τέλους του κσμου, ο Γύζης φέρνει το μεταφυ-
σικ ερώτημα του θανάτου στα ανθρώπινα μέτρα. Γι’ αυτν η περιπέτεια του ανθρώπου είναι μια περιπέτεια της ανθρώπινης αλληλεγγύης, ένας αγώνας δύσκολος αλλά χι αδιέξοδος. Στο μικρ αυτ σκαρί της σωτηρίας, οι ανθρώπινες κινήσεις αποκτούν μια περίπλοκη ρυθμολογία. Oι φυγάδες αυτοί έχουν να διαβούν έναν δρμο προσωπικ αλλά και συλλογικ. Oι σχέσεις των προσώπων είναι σχέσεις πολλαπλών εξαρτήσεων, που σ’ έναν ελάχιστο χώρο διαπλέκονται τα πιο διαφορετικά ανθρώπινα συναισθήματα. H οδύνη, η εγκατάλειψη, ο πνος, η προσπάθεια, η πίστη συνυπάρχουν σε μια αλληγορία υπέρβασης του θανάτου. Eνα εκθαμβωτικ λευκ φως πέφτει επάνω στα πρσωπα και τη βάρκα και τα περιγράφει –κυριολεκτικά τα πλάθει–, ζωογνες κηλίδες φωτς που χαρίζουν ζωή μέσα απ πλαστική αλλά και νοηματική εκφραστικτητα. H βάρκα δεν κατευθύνεται προς το φως, μως το φως στέλνει τη λάμψη του πάνω στο τραγικ συμβάν. Σε πρώτο πλάνο κάποιος προσπαθεί να διασωθεί αλλά και να περισώσει μιαν άγια εικνα. H θρηκευτική πίστη –πως σε ένα άλλο έργο του Γύζη– αποκτά κι εδώ μιαν ιδιάζουσα σημασία. Πέρα απ το έντονο ιδεολογικ στίγμα, η θρησκευτική εικνα –κειμήλιο ελπίδας– λειτουργεί στον πίνακα και σαν αυτνομη εικαστική αξία, ίσως το μοναδικ εκθαμβωτικ κκκινο της λης σύνθεσης. H φωτεινή έκρηξη του λευκού χρώματος απ το βάθος του ορίζοντα και η κκκινη κηλίδα της άγιας εικνας μεταφέρουν με καθαρά εικαστικ τρπο ένα βαθύ αίσθημα πίστης πέρα απ το θρησκευτικ τυπικ. H πίστη που διαποτίζει αυτ το ζωγραφικ έργο είναι η πίστη του δημιουργού για τον μικρ, απέραντο κσμο του ανθρώπου. Tου μαχμενου ανθρώπου του πνου και της οδύνης, της πίστης και της ελπίδας.
Tο δραματικ φορτίο H τέχνη του Γύζη κατρθωσε σ’αυτ το έργο να ξεφύγει απ κάθε συμβατική γραφικτητα και επέφυγε τις ευκολίες μιας «ηρωικής» θεματολογίας. Tο στοιχείο του πατριωτισμού δεν λειτουργεί σαν ένας στείρος διδακτισμς. H πλαστικά δικαιωμένη γλώσσα του έργου μπρεσε να μεταφέρει την ιστορική σκηνή με λο της το δραματικ φορτίο. H σύνθεση του έργου, η ελεύθερη και ανήσυχη γραφή του, η χρωματική λιττητα, οι βαθιά τραγικοί σκούροι τνοι και τα αιφνίδια φώτα συμβάλλουν σε μια άμεση συναισθηματική συμμετοχή του θεατή. Tο έργο αυτ δεν επιτρέπει αποστασιοποίηση ή παρατήρηση απ μακρυά. O θεατής βρίσκεται μέσα στον ιστορικ χρνο. Oλη η έκταση του πίνακα έχει καταληφθεί απ την αρχέτυπη φρμα αυτής της βάρ-
κας–κιβωτού, μιας κιβωτού που βρίσκεται σε οριακή μάχη με τα εχθρικά στοιχεία της φύσης, με τον κατακτητή αλλά και με τον ίδιο της τον εαυτ. H λύτρωση απ τους κινδύνους του πολέμου αλλά και απ τις απειλές της φύσης είναι τελικά μια υπθεση εσωτερικής ισορροπίας. H φυγή προς τη ζωή προϋποθέτει τελικά την δραματική εξισορρπιση των διαφορετικών ανθρώπινων μονάδων που υπεράνθρωπα παλεύουν να επιβιώσουν με κίνδυνο να μετατρέψουν κάθε στιγμή τη βάρκα της ελπίδας σε κιβωτ θανάτου. O κίνδυνος να βυθιστεί είναι ορατς. Στον Γύζη το ερώτημα της ζωής, πέρα απ την θρησκευτική διάσταση, είναι ένα ερώτημα ανθρώπινης ανθεκτικτητας και αυτενέργειας. O άνθρωπος εδώ ορίζεται σε ενεργητικ κέντρο του κσμου και σ’ αυτν έχει εναποτεθεί η δυναττητα της συνέχειας της ζωής. Δεν είναι τυχαίο τι ο Γύζης τοποθετεί δραματουργικά το αίτημα για την υπέρβαση των ανθρωπίνων ορίων σ’ αυτή την σκηνή της ακραίας ανθρώπινης αδυναμίας. Zωή ή θάνατος είναι μια ανοιχτή δυναττητα, φανερή έκβαση δεν υπάρχει. Iσως, μως, η απάντηση να βρίσκεται στην κεντρική ανθρώπινη φιγούρα, την μνη ρθια, που συνθετικά εναντιώνεται στην οριζντια ανάπτυξη του πίνακα.
«Σπουδή για την ποίηση». (H αποθέωση της Bαυαρίας, 1895–1899). Mολύβι και κιμωλία σε χαρτί, 0,95x0,35 μ. Eθνική Πινακοθήκη και Mουσείο Aλεξάνδρου Σούτζου, Aθήνα.
Πνευματικς τιμονιέρης Eνας ισχυρς κάθετος άξονας στηρίζει αυτή την ανθρώπινη μορφή στη μέση της βάρκας, που αντιπαλεύει –αυτή μνη– στην αντίξοη μοίρα. Mοιάζει σαν πνευματικς τιμονιέρης, που μέσα στο χάος των προσωπικών περιπτώσεων που τον περιβάλλουν, παλεύει να ισορροπήσει, να οδηγήσει και να κατευθύνει την ομάδα των ανθρώπων προς τη σωτηρία. H φιγούρα αυτή δεν έχει χαρακτηριστικά, βλέπουμε μνο την πλάτη, αλλά είναι απλυτα χαρακτηρισμένη. H δυναμική της κίνησης, οι αντιθετικοί άξονες του σώματος, η σίγουρη δύναμη χεριών και ποδιών χαρακτηρίζουν την ιδιαιτερτητα αυτής της μορφής. Eίναι ο μνος απ την ανθρώπινη ομάδα που ξεπερνά την ατομικτητά του, ο μνος εκφραστής μιας συλλογικής ευθύνης. Σε μια δραματική αποκορύφωση, το αριστερ χέρι σαν να συγκρατεί αλλά και να απελευθερώνει τη φορά της βάρκας, μια επιπλέον έμφαση στην αφηρημένη χορογραφία των αξνων του έργου. Kι ακμη, ο τιμονιέρης είναι ο μνος που βλέπει πέρα απ τα γεγοντα, ο μνος που μπορεί και βλέπει αυτ το εκθαμβωτικ λευκ φως στον ορίζοντα και ,τι αυτ θα μπορούσε να σημαίνει. Iσως την ελπίδα, ίσως την λύτρωση· την υπέρβαση. O πλούτος αυτού του ζωγραφικού έργου βρίσκεται στη λιττητα των μέσων του και στον αυστηρ περιορισμ κάθε χρωματικής ευδαιμονίας. Aυτ δεν είναι καθλου τυχαίο. O Γύζης συμπυκνώνει τα βασικά ερωτήματα για τον άνθρωπο της εποχής του αφαιρώντας κάθε τι επουσιώδες και περιττ. Πολυπλοκτητα και σαφήνεια χαρακτηρίζουν την ελ-
λειπτική ζωγραφική του γλώσσα. Kάποιες αδρές, σκούρες πινελιές, κάποιες μουντές χρωματικές κηλίδες αφαιρούν την τυχν χρωματική φλυαρία, κυριαρχούν το φως και τη σκιά. O Γύζης δημιουργεί ένα πλαστικ δοκίμιο πάνω στην ανθρώπινη ιστορία. Kαι σο πατάει γερά πάνω στις εικνες που συγκλνισαν τον ίδιο και την εποχή του, τσο και συνθέτει μιαν ευρύτερη αλληγορία πάνω στη σχέση της προσωπικτητας του ατμου μέσα στην Iστορία. Στο έργο του Γύζη –πως σε κάθε μεγάλο έργο– το ιστορικ θέμα. η ιστορία, είναι ένας αυτοσκοπς και
μαζί ένα πρσχημα. H αναφορά γίνεται στο χθες για να μιλήσει κανείς καλύτερα για το σήμερα. H αγωνία για τη μοίρα της γλυκιάς πατρίδας γίνεται για τον ξενιτεμένο Γύζη ένας χώρος μαχμενης έκφρασης της ιστορικής μνήμης. H ζωγραφική του εδώ είναι ταυτχρονα μια ιστορική αναπαράσταση, μια φιλοσοφημένη θεώρηση του σύγχρονου κσμου του αλλά και ένα ζωνταν αισθαντικ βίωμα. Mιλάει με πάθος για την ιστορία, αλλά απευθυνμενος κυρίως στον ιστορικισμ του Mονάχου, προβάλλει αυτ που απελπισμένα ζητά να διασώσει: τη βαθύτερη σχέση με
τη δική του ιστορία και τη δική του πατρίδα. Mια πατρίδα που γι’ αυτν είναι η βιωμένη και τα διδάγματά της, ο τπος που γέννησε τις ιδέες που του χάρισαν την πραγματική ζωή.
Tα πρώτα χρνια στην Eλλάδα O Γύζης υπήρξε ένας Eλληνας της Γερμανίας, που η επαγγελματική του καταξίωση εκεί, δεν στάθηκε ικανή να του ακυρώσει τις αρχέτυπες αισθήσεις των πρώτων βιωματικών του Συνέχεια στην 27η σελίδα KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
25
Eπάνω: «Mετά την καταστροφή των Ψαρών» (1896–1898). Eλαιογραφία σε μουσαμά, 1,00x1,50 μ. (ιδιωτική συλλογή). Kάτω, σχέδιο του ίδιου πίνακα με κκκινο μολύβι σε χαρτί, 0,38x0,55 μ. (Iδιωτική συλλογή, Aθήνα). Tο έργο αυτ συνδέεται με την πικρία του καλλιτέχνη για τον ατυχή πλεμο του 1897. H δαντική βάρκα, μέσα στην οποία καταποντίζονται οι κατατρεγμένοι, φέρει αναγεγραμμένο στην πλώρη το νομα «Eλλάς» και συμπαρασύρει στο βυθ λες τις μεγάλες προσδοκίες. Tο σχέδιο είναι δυναμικ και οι μορφές αποδίδονται στην πάλη για την επιβίωσή της, που είναι συγχρνως ο προσωπικς και μνιμος αγώνας του ζωγράφου στη ζωή και στην τέχνη.
26
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
Συνέχεια απ την 25η σελίδα
χρνων στην πατρίδα. Aυτς, ένας φτωχς νησιώτης απ το Σκλαβοχώρι της Tήνου μπρεσε με το έργο του να τιμήσει στην κυριολεξία το νομα του χωριού του, εκφράζοντας ζωντανά την τραγικτητα της σκλαβιάς και το μεγαλείο της ελευθερίας, που δεν προσφέρεται, αλλά κερδίζεται. Mνο ένα χωριατπαιδο απ την Tήνο θα μπορούσε να μεταφέρει με τση αισθαντικτητα και πλαστική ενάργεια, την απειλητική δύναμη της θάλασσας, τις απκρημνες παραλίες, τον βαρύ ουραν, την κίνηση της βάρκας, το φως που κάνει τα πράγματα να χάνονται και να ξαναβρίσκονται καινούργια. O Γύζης, με αυτ το έργο ξεπερνά τον εαυτ του. Ξεπερνά, δηλαδή, τα ρια της συμβολικής παράστασης που διαποτίζει την εικνα του με την αύρα ενς μεσογειακού ρεαλισμού. Eνς ρεαλισμού που άθελά του προσδίδει στο έργο του λα τα κρυμμένα, δραματικά χαρακτηριστικά μιας πραγματικής αυτοβιογραφίας. H συνείδηση της Iστορίας και το άμεσο βίωμα γίνονται μια αδιάσπαστη εντητα. Tο ένα υπάρχει μνο μέσα απ το άλλο. Kι αυτ είναι ιδιαίτερα σημαντικ για έναν καλλιτέχνη σαν τον Γύζη που απ νωρίς είχε κατανοήσει και αφομοιώσει τους συμβατικούς καννες του γερμανικού ακαδημαϊσμού. Kαλλιτέχνης με μεγάλες ζωγραφικές ικαντητες είχε αναπτύξει απ την αρχή της ευρωπαϊκής θητείας στο έργο του τον ιδεαλιστικ χαρακτήρα ενς εξιδανικευμένου κσμου.
Tο συνολικ έργο τέχνης Παρ’ λα τα χρνια που έζησε στο Mναχο, τον γεωγραφικ αυτν ομφαλ της Eυρώπης, και παρ’ λο που ο ακαδημαϊσμς γύρω του είχε αρχίσει να υποσκάπτεται τσο με την ιμπρεσσιονιστική απελευθέρωση σο και με την Aρ-Nουβώ, ο Γύζης, μια φύση κλειστή, οδήγησε το έργο του περισστερο σε μια ευαίσθητη εσωστρέφεια παρά σε ριζοσπαστικές τομές. H τέχνη του, σχεδν στο σύνολ της είχε την υψηλή συνέπεια της φιλοσοφίας του «συνολικού έργου τέχνης», που η ζωγραφική, η μουσική, ο θεατρικς χώρος, οι πνευματικές ιδέες αποτελούσαν πυρήνα ενς ενιαίου συνλου. O συμβολικς κσμος των ιδεών και του πνεύματος κυριαρχούσε στο έργο του, σαν έκφραση μιας πολύτιμης, ψυχικής ανάτασης. Στα μεγάλα έργα του, υπήρξε πάντα ο συνθέτης ενς εξευγενισμένου λυρικού σύμπαντος. M’ έναν παράδοξο αλλά εξηγήσιμο τρπο στην «Kαταστροφή των Ψαρών» το σύμπαν αυτ δεν χάνεται στον αφηρημένο κσμο των ιδεών και των νοητικών προσλήψεων, αλλά διαφυλάττει κάτι απ την στυφή γεύση της ανθρώπινης απορίας απέναντι στη μοίρα. Kαι ίσως, για πρώτη φορά, ο Γύζης στέκεται τσο απροκάλυπτα απέναντι στη δική του μοίρα. Xωρίς καμιά αισθητική κοκεταρία, πέρα απ κάθε γραφική ηθογραφία στο έργο αυτ μοιάζει σαν να ξεχνάει τις ίδιες, τις
«Eιδήσεις Nίκης» (1871). Eλαιογραφία σε μουσαμά, 1,63x1,028 μ. Neue Pinakothek, Mναχο (φωτ. Artothek). Tο έργο αυτ πρωτοπαρουσιάστηκε στη Munchner Knustrerein και είχε ως αποτέλεσμα να αναθέσει η βαυαρική κυβέρνηση στον Γύζη τη διακσμηση του Δημαρχείου του Mονάχου. Διαπραγματεύεται την αναγγελία της είδησης της νίκης των γερμανικών στρατευμάτων το 1870 εναντίον των Γάλλων. H σκηνή εξελίσσεται στο ύπαιθρο, σε ένα στεν δρμο που έχει πλημμυρίσει απ κσμο που βγήκε να πανηγυρίσει το γεγονς...
ζωγραφικές αρετές του, την ίδια του τη δεξιοτεχνία. Kι εκεί βρίσκεται και η πραγματική του δύναμη. O χώρος του, κι αυτς ίσως για πρώτη φορά, δεν έχει ανάγκη την σκηνογραφική του αρτιτητα και γεμίζει απ τον άγριο θαλασσιν αέρα του ταραγμένου Aιγαίου. Στα τελευταία της ζωής του, αγνοώντας ακμη και την αρρώστια του,
ζητάει ο Γύζης σε ένα γράμμα του να γυρίσει στην πατρίδα του, «στα γλυκά αυτά μέρη, που ο θαλασσινς άνεμος, το βάλσαμο αυτ, υπάρχει», για να ξαναβρεί πάλι την χαμένη του υγεία. O «θαλασσινς άνεμος, το βάλσαμον αυτ» έχει χαϊδέψει με την αλμύρα της ζωής το έργο του, κι έχει προσδώσει στην «Kαταστροφή των
Ψαρών» το μεγαλείο της ψυχικής υγείας ενς μαχμενου ανθρωποκεντρισμού. Aυτ είναι το πραγματικ νημα που φέρνει ο Γύζης στον δυτικ κσμο. H συμβολική της ματαιτητας της ανθρώπινης ύπαρξης στην ευρωπαϊκή μεταφυσική σκέψη μετατρέπεται στον Γύζη στην ηθική της πάλης για τη ματαίωση του θανάτου. KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
27
Oι «πειραματικές» ζελατίνες Προσωπικ ς τρ πος δημιουργίας του Γύζη πάνω σε φωτογραφικ φιλμ «Tοπίο με δένδρα»: Zελατίνα, 0,11x0,85 μ. Eθνική Πινακοθήκη και Mουσείο Aλεξάνδρου Σούτζου, Aθήνα.
Tου Mαρίνου Kαλλιγά
MIA OΛOKΛHPH σειρά έργων που φανερώνουν τις βαθιές ανησυχίες και τις αναζητήσεις νέων εκφραστικών τρπων (σαν αποτέλεσμα του ψυχικού αναβρασμού που, πως θα δούμε παρακάτω, νιώθει ο Γύζης στην τελευταία περίοδο της ζωής του), οι «ζελατίνες», έμεινε απαρατήρητη απ λους σοι κατέγιναν με τον καλλιτέχνη, και αγνοείται απ το ευρύτερο κοιν. Tα έργα αυτά, ωστσο, είχαν εκτεθεί το 1928 στη μεγάλη έκθεση έργων του Γύζη, και πολύ αργτερα, το 1962, ένα μέρος απ αυτά στη Θεσσαλονίκη, στην έκθεση έργων του Γύζη, και το 1970 στην Eθνική Πινακοθήκη σα ανήκουν στο ίδρυμα αυτ. Mε τις «ζελατίνες» ο Γύζης ήθελε να δώσει ένα καινούριο είδος, με πνευματικ κυρίως περιεχμενο. Tα έργα αυτά είναι δείγματα μιας μοναδικής τεχνικής, καρποί μιας ορμητικής έμπευσης με κάποια μνημειακή διάθεση. Συχνά έχουν μια σύλληψη μεγαλπνοη, άλλες πάλι παρουσιάζουν μια μυστηριώδη εικνα, ώστε η ερμηνεία τους να γίνεται δύσκολη και κάποτε αδύνατη. Eτσι, μερικές μένουν ακατανητες, αν δεν υπαχθούν σε κάποια θελημένη έννοια αφαίρεσης, ενώ σε άλλες διαβάζει κανείς λέξεις ή φράσεις επεξηγηματικές, πως «γίγαντες», «Oρφεύς», «Aργοναύται», «1821» κ.τ.λ. H τεχνική των έργων αυτών φαίνεται στην πρώτη ματιά εύκολη: O Γύζης φαίνεται πως καθάριζε την επιφάνεια ενς φωτογραφικού φιλμ (συνήθως 9x12) απ τη φωτοευαίσθητη λεπτή επίστρωση και άπλωνε επάνω σινική μελάνη. Ωστου στεγνώσει η μελάνη και πριν ξεραθεί εντελώς, ο καλλιτέχνης με γρήγορη επέμβαση, δουλεύοντας πολύ ελαφρά με καλέμι ή με ξύλο (ίσως με την πίσω άκρη του πινέλου), και κάποτε με το δάχτυλο, δημιουργούσε τις φρμες, που άλλοτε είναι πολύ δουλεμένες και άλλοτε αδρές.
Aναμνησιακά έργα Tα έργα αυτά είναι ίσως μακρινές αναμνήσεις απ την πρώτη του σπουδαστική περίοδο (ταν κατέγινε και με τη χαρακτική), αναμνήσεις φυλαγμένες για χρνια, που ξαναζωντάνεψαν ύστερα απ πολύ καιρ. O Γύζης γνώριζε το χαρακτικ έργο του Rembrandt, πρέπει μως να τονισθεί πως δεν τον μιμήθηκε καθλου: μνον ερεθίσματα καλλιτεχνικά δέχτηκε και τα ανάπλασε με τελείως προσωπικ τρπο. Δεν είναι γνωστ αν ο Γύζης έβλεπε τα έργα του αυτά σαν έργα τελειωμένα, αυτοδύναμα ή αν τα θεωρούσε ένα στάδιο προπαρασκευαστικ. Eίναι πάντως καμωμένα για να φωτίζονται απ το πίσω μέρος. Eίχε άραγε την ιδέα να δημι-
28
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
ουργήσει κάτι ανάλογο με τα vitraux; Tα σχετικά λίγα κομμάτια που σώθηκαν δε δίνουν λαβή για κάποια συγκεκριμένη χρήση. Eξετάζοντας ειδικτερα τις ζελατίνες αυτές, διαπιστώνουμε πως ο καλλιτέχνης ξεκινά απ μορφές του φυσικού κσμου, άμεσα αναγνωρίσιμες, πως δέντρα ή εσωτερικά, και προχωρώντας δοκιμάζει σχήματα ανορθδοξα για τη γνωστή ως ττε αντίληψη. Bρίσκουμε δηλαδή στοιχεία που θα μπορούσαμε να τα χαρακτηρίσουμε εξπρεσιονιστικά, μορφές συνοπτικές, φευγαλέες, που γίνονται κάποτε ερμητικές, ονειρικές, αν χι εφιαλτικές. Φτάνει έτσι ο καλλιτέχνης σε τολμηρές, παρακινδυνευμένες προεκτάσεις της νησης και της φαντασίας, δοσμένες με ανάλογη σχεδιαστική έκφραση. Tα λιγοστά αυτά έργα παρουσιάζουν, ωστσο, μια μεγάλη ποικιλία
θεμάτων: θρησκευτικά, μυθολογικά, ιστορικά και άλλα. Στην περιοχή των δοκιμών κατατάσσονται μερικά δέντρα, που άλλα φωτίζονται απ πίσω, έτσι που να φαίνεται το βάθος φωτειν και οι κορμοί μαύροι, ενώ σε άλλα συμβαίνει το αντίθετο, η εστία δηλαδή του φωτς βρίσκεται πίσω απ τον καλλιτέχνη (ή το θεατή) και έτσι φωτίζονται οι κορμοί, ενώ το βάθος μένει σκοτειν. Aσφαλώς στη ζελατίνα αυτή ο καλλιτέχνης θέλησε να δώσει την εντύπωση μιας νύχτας μάλλον συμβολικής, γιατί στο βάθος μλις διακρίνονται τρεις άδειοι σταυροί, που προδίδουν τη συμβολική σημασία του τοπίου. Στην περιοχή της μυθολογίας θα πρέπει να ανήκει μια ζελατίνα μ’ ένα καΐκι που πλησιάζει απειλητικούς βράχους. Πρκειται μάλλον για τους Aργοναύτες. Yπάρχει άλλωστε μια ζελατίνα που διαβάζου-
με τη λέξη «Aργοναύται». Eδώ, το καΐκι αγωνίζεται να περάσει το στεν που σχηματίζουν δυο θερατοι γκοι, οι Συμπληγάδες. Aπ τη μυθολογία είναι εμπνευσμένες και οι δυο ζελατίνες με τη μορφή του Oρφέα που κρατά τη λύρα. Στη μια ο ήρωας είναι καθιστς, ενώ στην άλλη φαίνεται σαν να προχωρεί βιαστικά. Σκοτάδι τον περιβάλλει, με το οποίο πιθανν να υποδηλώνεται ο Aδης, που ο Oρφέας κατέβηκε ζητώντας την Eυρυδίκη. Mυθολογική μορφή και ο Θησέας, που σκυφτς, με το ξίφος στο χέρι, μπαίνει στο Λαβύρινθο. Mια μορφή δεμένη σε βράχους με απλωμένα τα χέρια, ίσως ο Προμηθέας, εκφράζει την τραγική μοίρα του μυθολογικού προσώπου. Σε σκληρτερη ακμη δοκιμασία, σε αγώνα με τα δεσμά της, εικονίζεται μια άλλη γιγαντσωμη μορφή, που έχει μια μυστηριώδη, τρομακτική
έκφραση. Mια ανάλογη μορφή, ιδωμένη απ την πλάτη, θυμίζει κάπως τον «Kολοσσ», ένα χαρακτικ του Goya, που ασφαλώς δεν το γνώριζε ο Γύζης. Πάνω στη ζελατίνα αυτή διαβάζουμε τη λέξη «γίγαντες». Δεν μπορεί να μη συνδυάσει κανείς τα έργα αυτά με ένα σάτυρο ιδωμένο απ την πλάτη, ένα λάδι του Γύζη σε ιδιωτική συλλογή στην Aθήνα.
Θρησκευτικ ρίγος H αναμονή ενς θαύματος που πρκειται να συντελεστεί απ στιγμή σε στιγμή, μια ατμφαιρα θρησκευτικού ρίγους, διαπνέει μια σειρά απ πέντε ζελατίνες που ανταποκρίνονται σε πέντε φάσεις μιας λιτανείας. Στην πρώτη η λιτανεία με το λάβαρο ξεκινά απ το βάθος της εκκλησίας, στη δεύτερη προχωρεί κάτω απ σκοτεινά οξυκρυφα τξα, στην τρίτη βγαίνει απ την εκκλησία, δίπλα στο κατακρυφο υποβλητικ μαύρο άνοιγμα, στην τέταρτη προηγείται η ραδινή μορφή του διάκου ντυμένου στα άσπρα, ενώ πίσω ο ιερέας (επίσκοπος;) προχωρεί με τα «άγια». Kαι τους δυο τους καλύπτει ένα τυφλ τξο που λειτουργεί σαν τεράστιος λευκς φωτοστέφανος, ενώ το πλήθος γονατιστ έχει αφήσει ανοιχτ το δρμο. H ώρα του θαύματος πλησιάζει. H πέμπτη ζελατίνα εικονίζεται τη στιγμή της ευχαριστίας, με τη μορφή στο κέντρο που έχει υψωμένα τα χέρια. Kαι στα πέντε έργα η κατανομή των μαύρων και των άσπρων είναι δυναμική, υποβάλλοντας τη θρησκευτική καταληψία του πλήθους, η οποία απλώνεται σε λες τις σκηνές. Σε ένα πρωτγονα βαρύ κτίσμα κάτω απ τη μαύρη καμάρα προβάλλει, θαρρείς, ένα φάντασμα, το οποίο στη ζελατίνα της «Mορφής B΄» (Mουσείο Mπενάκη) γίνεται μια μορφή που μοιάζει να έρχεται απ άλλον κσμο, κάτι σαν μια υλοποιημένη χαμένη κραυγή.
Προσεκτική δουλειά Σε λες τις ζελατίνες αυτές η πολύ μελετημένη και οργανωμένη σύνθεση και η ρυθμική εναλλαγή των μαύρων και των άσπρων προσδίδουν μια έλξη, έτσι ώστε τα έργα να δεσμεύουν το μάτι του θεατή, ακμη και ταν το θέμα είναι δύσκολο να αποκρυπτογραφηθεί. Πως η σύνθεση και ο ρυθμς των περισσοτέρων απ τα έργα αυτά είναι αποτέλεσμα προσεκτικής μελέτης και πως δεν είναι δουλεμένα τυχαία και χωρίς υπολογισμ, φαίνεται καθαρά απ τη ζελατίνα με το «Σκηνικ;» (Eθνική Πινακοθήκη), που αναπαριστά ένα έρημο, ερειπωμένο οικοδμημα, κάτι σαν σκηνικ, που το επάνω δεξι τμήμα βρίσκεται σε σχέση χρυσής τομής περίπου προς το σύνολο. Tο ερείπιο αυτ –που μοιάζει με τμήμα εκκλησίας ή σκηνής θεάτρου– θαρρείς πως περιμένει να εμφανιστούν άνθρωποι. H ερμηνεία της ζελατίνας της εικνας «H πτώση του Σατανά(;)» (Eθνική Πινακοθήκη) είναι προβληματική. Iσως να πρκειται για μια δοκιμή στην τεχνική αυτή του κάτω τμήματος της σύνθεσης «Iδού ο Nυμφίος». Tο εκθαμβωτικ φως
«Πήγασος»: Zελατίνα, 0,17x0,12 μ. Eθνική Πινακοθήκη και Mουσείο Aλεξάνδρου Σούτζου, Aθήνα.
του Kυρίου διώχνει τον Eωσφρο και την ακολουθία του στο χάος. Eδώ ο Γύζης σπάει το νμο και την πειθαρχία και εκφράζεται με μια δύναμη που θυμίζει εκδήλωση στοιχείων της φύσης. Πέντε ζελατίνες (στο Mουσείο Mπενάκη), που δε δημοσιεύονται εδώ, φαίνεται πως είναι εμπνευσμένες απ τον αγώνα του 1821, χρονολογία που αναγράφεται σε μια απ αυτές. Διακρίνει κανείς εδώ –με κάποια δυσκολία, είναι η αλήθεια– πολεμιστές σε διάφορες φάσεις. Mια ζελατίνα στην Eθνική Πινακοθήκη (αρ. 628/9) αποτελεί αππειρα μεταφοράς στο είδος αυτ του θέματος του πίνακα «Kένταυ-
ρος δέσμιος του Eρωτα» (Λεύκωμα Γύζη, Eικ. 19) και δίνει με την τεχνική αυτή ένα απκοσμο περιβάλλον, ακατάστατο και πρωτγονο.
«Φωτεινές» ζελατίνες O Γύζης δοκιμάζει διάφορα είδη, ερευνά τις δυναττητες της τεχνικής αυτής και εργάζεται με ποικίλους τρπους. Eτσι, με μια διαφορετική χρήση της σινικής μελάνης στη ζελατίνα, δίνει τις «φωτεινές» ζελατίνες. Tις ονομάζω έτσι, γιατί σ’ αυτές είναι φανερή μια διάθεση διαφορετική απ εκείνη που παρουσιάζουν οι πιο σκοτεινές. Eδώ φαίνεται
πως, αφού καθάριζε εντελώς τη ζελατίνα, σχεδίαζε με πινέλο γραμμές κυρίως, χρησιμοποιώντας κάποτε και το σφομύλι. Φαίνεται πως θέλησε να δώσει κάτι ανάλογο με τα έργα «ελαφράς ύλης», κάτι δηλαδή σαν νερομπογιά ή lavis. Kαι αυτή η σειρά, που παρουσιάζει διάφορα θέματα (αγγελούδια, φιγούρες για διακσμηση βιβλίου κ.α.), δείχνει τις αναζητήσεις του καλλιτέχνη για τις δυναττητες που του πρσφερε το είδος αυτ. Eτσι, παρατηρούμε πως άλλοτε εργάζεται με γραμμές σαφείς, καθαρές και άλλοτε με πιο φευγαλέες, ελεύθερες και με θλωμα της επιφάνειας. KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
29
O ζωγράφος και τα μεγάλα μουσεία Mοναδικά έργα του Γύζη υπάρχουν στην Eλλάδα και στο εξωτερικ καθώς και σε ιδιωτικές συλλογές Tου Mιλτιάδη Παπανικολάου Kαθηγητή της Iστορίας Tέχνης στη Φιλοσοφική Σχολή του AΠΘ
O NIKOΛAOΣ Γύζης ήταν μια πληθωρική προσωπικτητα με έργο πολυδιάστατο και πολυσήμαντο. H παρουσία του στον καλλιτεχνικ χώρο κρίνεται ως ιδιαίτερα σημαντική και η συνεισφορά του στην εξέλιξη της νεοελληνικής τέχνης υπήρξε καταλυτική. Hταν δραστήριο μέλος της «Σχολής του Mονάχου» και η αναγνώρισή του απ τους καθηγητές της Aκαδημίας και ομοτέχνους του ήρθε σχετικά γρήγορα και ήταν η επιβράβευση μιας δύσκολης και επίπονης προσπάθειας. H σύγχρονη καλλιτεχνική κριτική αντιμετώπισε θετικά το έργο του και του αφιέρωνε επαινετικά σχλια σε κάθε δημσια παρουσίαση. Στη βαυαρική πρωτεύουσα έτυχε μεγάλης αναγνώρισης: το 1882 εκλέχτηκε καθηγητής στην Aκαδημία Kαλών Tεχνών που σπούδασε, συνεξέθεσε με τους πιο γνωστούς ζωγράφους της περιδου και είχε σπουδαίους φίλους καλλιτέχνες, έλαβε μέρος σε πολλές εκθέσεις και βραβεύτηκε δύο φορές στις μεγάλες εκθέσεις του Glaspalast (1883 και 1892) και αμέσως μετά το θάνατ του ο Marcel Montandon συνέγραψε το 1902 μια σπουδαία μονογραφία για το έργο του, που αποτελεί μέχρι σήμερα πολύτιμη πηγή πληροφοριών. Hταν, πραγματικά, μια σπάνια τιμή για Eλληνα καλλιτέχνη. Στο Mναχο ο Γύζης έμεινε συνολικά 36 χρνια και στο διάστημα αυτ είχε αναπτύξει το δικ του κύκλο πελατών και είχε αναλάβει αρκετές δημσιες παραγγελίες. Oρισμένα απ τα έργα του κατέληξαν σε μουσεία, που είχαν αρχίσει να δημιουργούνται εκείνη την εποχή.
«Eιδήσεις Nίκης» Tο πιο γνωστ έργο του Γύζη που βρίσκεται σήμερα στο Mναχο, στις Bαυαρικές Kρατικές Συλλογές (Nέα Πινακοθήκη) είναι οι «Eιδήσεις Nίκης», έργο του 1871, που αναφέρεται στην ήττα του Nαπολέοντα III στο Σεντάν τον προηγούμενο χρνο και οι κάτοικοι έχουν βγει στους δρμους μιας τυπικής γερμανικής πλης για να πανηγυρίσουν το γεγονς. Tο έργο εντάσσεται στην ιστορική ηθογραφία και ικανοποιεί ένα κοιν, διψασμένο για συναισθηματικές συγκινήσεις και για εικνες που δείχνουν την ευχάριστη πλευρά της ζωής. Tο έργο βραβεύτηκε απ την Aκαδημία με χρηματικ έπαθλο και πωλήθηκε αμέσως. Στην κατοχή των Bαυαρικών Kρατικών Συλλογών, που, ας σημειωθεί, είναι απ τις πιο πλούσιες στην Eυρώπη, βρίσκονται το «Kεφαλάκι παιδιού», ζωγραφισμένο γύρω στα 1890 και απεικονίζει πιθαντατα το γιο του Tηλέμαχο, λγω της ομοιτητάς του με το ομώνυμο έργο της Συλλο-
30
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
«Προσωπογραφία Γεωργίου Nάζου». Eλαιογραφία σε μουσαμά, 0,72X0,60 μ., Πινακοθήκη E. Aβέρωφ, Mέτσοβο. Πρκειται για τον αδελφ της γυναίκας του Γύζη Aρτεμης, ο οποίος είχε σπουδάσει μουσική στο Mναχο και υπήρξε ο ιδρυτής του Ωδείου Aθηνών.
γής Kουτλίδη. Πρκειται, μάλλον, για σπουδή, λγω της λιτής χρωματικής επεξεργασίας σε ορισμένα μέρη του πίνακα και είναι μια φευγαλέα τρυφερή απεικνιση του γιου του και διακρίνεται για την ψυχολογημένη καταγραφή των παιδικών αντιδράσεων, που τσο καλά γνώριζε ο Γύζης να μορφοποιεί. Eίναι ένα έργο μικρών διαστάσεων, αλλά εξαιρετικής ποιτητας και χι ιδιαίτερα γνωστ. Στις ίδιες συλλογές υπάρχει μια απ τις παραλλαγές του έργου «Aπο-
κριά στην Aθήνα», με υπογραφή και χρονολογία 1892, για το οποίο έχουν προηγηθεί προκαταρκτικές σπουδές και σχέδια, τουλάχιστον για μια δεκαετία. Tο έργο έχει παραχωρηθεί προσωρινά απ τις Bαυαρικές Συλλογές στο Mουσείο της Πλεως των Aθηνών. Eίναι ένα έργο αναπαραστατικ με διηγηματική «πλοκή», με εθνογραφική πρθεση και με ατμσφαιρα γραφική και εξωτική. Eίναι μια σύνθεση τεχνικά άρτια και με υποδειγματική χρήση του φωτς και
του χρώματος και συνεπώς με εξασφαλισμένη την επιτυχία του.
Aκρίβεια και πισττητα Tο 1881 ζωγράφισε ο Γύζης το «Mαδημένο κοτπουλο» (Bαυαρικές Kρατικές Συλλογές), που, σύμφωνα με τις «Eπιστολές» του, το ζωγράφισε «μάλλον παίζων» ξεγελώντας πολλούς λγω της ακρίβειας και της πισττητάς του. «...Oλοι το εξέλαβαν ως αληθινν και προ πάντων ο φίλος
μου Nτέφρεγκερ, στις επί πολλήν ώραν το εθεώρει ως πραγματικν και στις επιτέλους με παρεκάλεσε να του το πουλήσω». Στους παλιούς καταλγους των Bαυαρικών Kρατικών Συλλογών (πως του 1902) αναφέρονταν και τα έργα η «Xαρτορίχτρα» και «Eαρινή Συμφωνία» τα οποία είχαν αγοραστεί το 1901 στη μεταθανάτια έκθεση των τριών, πρσφατα εκλιπντων, καλλιτεχνών Λέιμπλ, Mπέκλιν και Γύζη. Στην έκθεση αυτή είχαν εκτεθεί περί τα 90 έργα του Γύζη. Tα δύο αυτά έργα, η «Eαρινή Συμφωνία» και η «Xαρτορίχτρα» πουλήθηκαν το 1936 και σήμερα βρίσκονται το πρώτο στην Eθνική Πινακοθήκη και το δεύτερο σε ιδιωτική συλλογή στην Aθήνα (Kατά τη N. Mισυρλή). Στην Πινακοθήκη της πλης του Mονάχου (Lenbachhaus) βρίσκεται ένα ενδιαφέρον έργο του Γύζη η «Προσωπογραφία νέου άνδρα», χρονολογημένο στα 1876, που φέρει ιταλικές επιδράσεις και που είναι πιθαν να δέχτηκε μέσω του φίλου του Φραντζ φον Λένμπαχ, άριστου γνώστη της ιταλικής τέχνης. Για ένα μεγάλο διάστημα το έργο αυτ ήταν μνιμα εκτεθειμένο στο εν λγω μουσείο.
Σχέδια Στην Kρατική Συλλογή Γραφικών Tεχνών φυλάσσονται δεκατρία σχέδια του Γύζη και πρκειται βασικά για σπουδές πάνω σε θέματα, που είτε ολοκληρώθηκαν σε μεγάλους ελαιογραφικούς πίνακες είτε παρέμειναν προκαταρκτικές σπουδές. Oπως ο καθένας εύκολα μπορεί να διαπιστώσει ο «βαρύς οπλισμς» του Γύζη ήταν η γραμμή και το σχέδιο με τον οποίο μπορούσε να αντιπαραταχθεί στον οιονδήποτε. Γνώριζε πολύ καλά να χρησιμοποιεί την αφαιρετική δύναμη της γραμμής και να εκμεταλλεύεται την ένταση της πλαστικτητάς της, ενώ δεν παρέλειπε να ενισχύει τις συνθέσεις του με χρωματική ενέργεια, που είτε ως υποδήλωση του φωτς είτε ως δυναττητα ορισμού του χώρου πετύχαινε άμεση εκφραστική δύναμη. Tα θέματα των σχεδίων είναι θρησκευτικά, μυθολογικά, τοπία και σκηνές απ την καθημερινή ζωή. Tα έργα έγιναν πριν απ το 1899 και, πως αναφέρει ο ίδιος ο ζωγράφος στις «Eπιστολές» του, είχαν εκτεθεί σε έκθεση του 1898, ήταν «εμπνευσμένα απ τη μουσική» των παιδιών του και αγοράσθηκαν απ την κυβέρνηση για τη Συλλογή Γραφικών Tεχνών. Στην Eλλάδα έργα του Γύζη υπάρχουν σε πολλές ιδιωτικές και κρατικές συλλογές. Tα περισστερα και τα πιο σημαντικά βρίσκονται στην Eθνική Πινακοθήκη και στο Iδρυμα E. Kουτλίδη. Aξίζει μως να αναφερθεί κανείς σε δύο έργα μικρτερων μουσείων, στην «Προσωπογραφία Γεωργίου Nάζου» (1880) της Πινακοθήκης E. Aβέρωφ, στο Mέτσοβο και στο «Kρυφο Σχολει» της Συλλογής Πρδρομου Eμφιετζγλου. H «Προσωπογραφία Γ. Nάζου» είναι απ’ τα τελευταία έργα του καλλιτέχνη και προϊν μιας άρτιας συνεργασίας φωτς, χρώματος και χώρου. H επίδραση του Λέιμπλ τον οδηγεί σ’ έναν πρωτγνωρο ρεαλισμ και στην απ-
Προσωπογραφία Nέου Aνδρα. Eλαιογραφία 0,54X0,44 μ., 1876. Mναχο, Mουσείο της πλης του Mονάχου (Lenbachhans).
δοση της εσωτερικτητας και των ψυχολογικών διακυμάνσεων της εικονιζομένης μορφής.
Kρυφ Σχολει Tο «Kρυφ Σχολει» (1885–1886) ανήκει στα έργα εκείνα του Γύζη –τα σχετικά λίγα– που είναι εμπνευσμένα απ την ελληνική ιστορική παράδοση. Tο έργο έγινε ευρύτατα γνωστ λγω της υψηλής τιμής αγοράς του σε δημοπρασία, αλλά και λγω της περιοδείας του σε πολλές πλεις της χώρας με πρωτοβουλία του νέου ιδιοκτήτη του πίνακα. Tο γεγονς αυτ έφερε στην επιφάνεια τη λειτουργία του πίνακα σε ορισμένες χρονικές περιδους και στιγμές (διαχρονικά) και τις δυναττητες διεύρυνσης της ερμηνείας του μέσω του ενεργητικού, πλέον, ρλου του «θεατή» (κοινού και συλλέκτη). Δεν είναι της ώρας να αναφερθού-
με γύρω απ «ερωτήματα» σχέσεων καλλιτέχνη – έργου και κοινού, πάντως, η λειτουργία του θεατή «υπονοείται» στο έργο του Eλληνα θεατή που αναγνωρίζει σ’ αυτ και τον εαυτ του, σαν μέρος ενς «διαλγου» με τον καλλιτέχνη. Mέχρι τώρα το «Kρυφ Σχολει» θεωρούνταν έναν ιστορικο–ηθογραφικ έργο, που απεικνιζε απλά κάποια στοιχεία της ελληνικής παράδοσης και της ιστορίας. Σήμερα η εικνα, απ ερμηνευτική άποψη, αυτή που έχει κανείς για τον πίνακα, είναι τελείως διαφορετική. H υπερβολική δημοσιτητα του έργου, η περιοδεία του ανά την Eλλάδα, οι λγοι και οι ομιλίες και οι πάμπολλες επανεκτυπώσεις πρσθεσαν στο έργο περισστερα χαρακτηριστικά απ τα ήδη γνωστά και δεν είναι λίγοι που μίλησαν για «έργο – εθνικ σύμβολο» του ελληνισμού. Kαι χι άδικα. Nα,
λοιπν, που οι δυναττητες ερμηνείας ενς έργου τέχνης συνίστανται και απ το ρλο του θεατή, την αισθητική του συμπεριφορά και που αποδεικνύει, εκτς των άλλων, τι ο καλλιτέχνης σε, κάθε περίπτωση, «φαντάζεται» το θεατή, αφού άλλωστε γι’ αυτν προορίζεται. Tα κείμενα των: Nέλλης Mισιρλή, Στέλιου Λυδάκη, Γιάννη X. Παπαϊωάννου και Mάριου Kαλλιγά προέρχονται απ τα αντίστοιχα έργα: «Γύζης», Eκδσεις «AΔAM», Aθήνα, 1996, «Iστορία της Nεοελληνικής Zωγραφικής» Eκδσεις «Mέλισσα», Aθήνα 1976, «Oι Eλληνες ζωγράφοι», Eκδσεις «Mέλισσα», Aθήνα 1975, «Nικλας Γύζης» Eκδοση του Mορφωτικού Iδρύματος της Eθνικής Tράπεζας, Aθήνα, 1981. Kαθοριστική ήταν στο αφιέρωμα η προσφορά της κ. Nέλλης Mισιρλή, του Eκδοτικού Oίκου AΔAM, πως και των εκδσεων «Mέλισσα».
KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997 - H KAΘHMEPINH
31
Aλληγορικές συνθέσεις Tα οράματα του Γύζη, κλειδί για την αξιολγηση του αλληγορικού έργου του Tης Nέλλης Mισιρλή Δρος Iστορίας της Tέχνης και Eπιμελήτριας της Eθνικής Πινακοθήκης
O ΓYZHΣ, φύση οραματική, διακρινταν για την ιδεαλιστική αντιμετώπιση της ζωής, γεγονς που καταγράφηκε σε λο το φάσμα της δημιουργίας του, αλλά κυρίως στις αλληγορικές συνθέσεις, που τροφοδοτήθηκαν επίσης απ τις ιδεαλιστικές και συμβολικές τάσεις που είχαν ήδη αρχίσει να καλλιεργούνται στο δεύτερο μισ του 19ου αιώνα, έως του συγκροτηθούν σε συγκεκριμένα κινήματα στις τελευταίες δεκαετίες του. Λίγα χρνια πριν πεθάνει, πάνω σε ένα μικρ χαρτί σημείωσε με κκκινο μελάνι τη χαρακτηριστική φράση που περικλείει και τους ιδεολογικούς του προσανατολισμούς: «Mετά των εκατοντάδων σχεδίων, μικρών και μεγάλων, μέχρι Kολάσεως και Παραδείσου, έζησα ονειρευμενος». H πραγματική κατανηση των οραμάτων του πρέπει να αποτελέσει και το κλειδί της αξιολγησης του αλληγορικού του έργου, το οποίο υπαγορεύτηκε απ τη γνήσια καλλιτεχνική αντίληψη και το πηγαίο αίσθημα που σφράγισαν την προσωπική γραφή και την ιδιοτυπία της έκφρασής του.
Mεταπλάσεις Aδιάσειστη μαρτυρία για την κατεύθυνση που εκπορεύτηκε απ την ιδεαλιστική του στάση αποτελούν οι ίδιες οι επιστολές που σκιαγραφούν με ενάργεια την προσωπικτητα και την έμφυτη μουσική και ποιητική διάθεση του ζωγράφου. Φυσική συνέπεια της μεγάλης ευαισθησίας που τον διέκρινε είναι και η ελαφρά μελαγχολική σκιά που αποτυπώθηκε σε ορισμένα έργα ως απρροια της νοσταλγίας που τον διακατείχε. Eπίσης, η αγάπη του για την ποίηση και τη μουσική τον οδήγησαν σε μεταπλάσεις συγκεκριμένων έργων σε εικαστικές εικνες, που αποτέλεσαν γνήσια συμβολή στη ζωγραφική των ιδεών και στην απδοση υψηλών νοημάτων με αλληγορίες και σύμβολα. Στο «Xορ των Mουσών» διαγράφεται στο κάτω μέρος ένα πεντάγραμμο με ντες, αποδεικνύοντας τι ο Γύζης συνελάμβανε την κίνηση των μορφών κατ’ αναλογίαν γνωστής μουσικής σύνθεσης. O κλασικς πολιτισμς αποτέλεσε επίσης ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης χι μνο για το Γύζη αλλά για λους τους ιδεαλιστές καλλιτέχνες, με τους οποίους τεχνοτροπικά συμπορευταν και ιδεολογικά συνευρισκταν. H εσώτερη ανάγκη που τον ώθησε προς αυτή την κατεύθυνση διαμρφωσε και τη γραφή του, που διαποτίστηκε απ λυρισμ, μέτρο και ποιητικτητα, διαχωρίζοντας το έργο του απ τις νατουραλιστικές και γεμάτες πάθος μυθολογίες του Bocklin, τις πληθωρικές σκηνές του Makart και τις ο-
32
H KAΘHMEPINH - KYPIAKH 9 MAPTIOY 1997
«H τέχνη και τα πνεύματά της» (1876): Eλαιογραφία σε μουσαμά, 0,67x0,55 μ. Eθνική Πινακοθήκη και Mουσείο Aλεξάνδρου Σούτζου, Aθήνα. Mεγάλη ιδεαλιστική σύνθεση του Γύζη, που η προσωποποίηση της Tέχνης παίζει αντί λύρας βιολί, ο ιδεατς χώρος προσδιορίζεται απ το σύμβολο του Mονάχου, το παιδί με την κουκούλα και οι ερωτιδείς διατηρούν την ελεύθερη και πηγαία κίνηση.
νειρικές παραστάσεις του Thoma. Στις πρώτες ιδεολογικές συνθέσεις του ανήκουν οι προσωποποιήσεις των τεσσάρων εποχών, τις οποίες ο Γύζης φιλοτέχνησε στο κτήμα
του Nάζου, πριν απ την αναχώρησή του στη Γερμανία. H καταστροφή και επικάλυψη των τοιχογραφιών δεν επιτρέπουν την ορθή αξιολγησή τους, οι δημοσιεύσεις μως οδηγούν
στη διαπίστωση τι πολύ πρώιμα είχε χαράξει την κατεύθυνση που καλλιέργησε με διακοπές αλλά σταθερά σε λη την καλλιτεχνική του πορεία...
View more...
Comments