Καλύβας-Μαραντζίδης Εμφύλια Πάθη 001 Ερώτημα 01

March 7, 2018 | Author: Efimerios Elaias | Category: N/A
Share Embed Donate


Short Description

Καλύβας-Μαραντζίδης Εμφύλια Πάθη 001 Ερώτημα 01...

Description

1 Τι είναι εμφύλιος πόλεμος;

Κ

ανένας άλλος όρος και κανένα άλλο γεγονός της σύγχρο­ νης ελληνικής ιστορίας δεν έχει τόσο πολύ φορτιστεί ιδεο­

λογικά και συναισθηματικά και απασχολήσει την ελληνική κοινή γνώμη όσο ο εμφύλιος πόλεμος, ούτε έχει σε τέτοιο βαθμό διαιρέσει και εξάψει τα πάθη. Στην ουσία, όλη η δημό­ σια συζήτηση για τη δεκαετία του ’40 αλλά και τις αμέσως επόμενες δεκαετίες στην Ελλάδα περιστρέφεται γύρω από τον Εμφύλιο, τα αίτια, τις συνθήκες που τον γέννησαν, την εξέλιξη και τις συνέπειές του. Πολλές από τις πληγές και τα συλλογικά τραύματά μας είναι συνυφασμένα με το βάρος του εμφυλιακού παρελθόντος. Χωρίς τον Εμφύλιο, κανείς, νομίζουμε, δεν αμ­ φιβάλλει ότι η χώρα θα είχε ακολουθήσει διαφορετική πορεία. Είναι σαφές, λοιπόν, ότι αν θέλουμε να κατανοήσουμε τον χαρακτήρα της πολιτικής αντιπαράθεσης της εποχής εκείνης πρέπει πρώτα να ξεκαθαρίσουμε τι σημαίνει αυτός ο πολυχρησιμοποιημένος όρος, όρος πολιτικά φορτισμένος και -ίσως, ως εκ τούτου- επιστημονικά συγκεχυμένος. Αντίθετα από ό,τι ίσως νομίζουμε, ακόμη και σε διεθνές επίπεδο δεν υπάρχει πάντοτε συμφωνία για την αναγνώριση μιας σύγκρουσης ως εμφύλιου πολέμου. 29

Σ Τ Α Θ Η Σ Ν. Κ Α Λ Υ Β Α Σ , Ν Ι Κ Ο Σ Μ Α Ρ Α Ν Τ Ζ Ι Δ Η Σ

Σε πολιτικό επίπεδο οι εμπλεκόμενοι αρνούνται συνήθως τον όρο εμφύλιος, τουλάχιστον όσο δταρκεί αλλά και μετά τον τερματισμό του. Οι κυβερνήσεις, από την πλευρά τους, τον αποφεύγουν καθώς πιστεύουν ότι υιοθετώντας τον νομιμοποι­ ούν, έστω και ακούσια, τους εξεγερμένους αντιπάλους τους. Στην προσπάθειά τους μάλιστα να τους αποκλείσουν, να τους περιθωριοποιήσουν και να τους θέσουν όχι μόνο εκτός νόμου αλλά και εκτός ηθικού πλαισίου, χρησιμοποιούν πλήθος απαξιωηκών χαρακτηρισμών: παλιότερα τους αποκαλούσαν «προ­ δότες», «ληστές» ή «συμμορίτες» και πιο πρόσφατα «τρομοκρά­ τες», συχνά με τον επιθετικό προσδιορισμό «ξενοκίνητοι». Αντίστοιχα, ονομάζουν τον πόλεμο «συμμοριτοπόλεμο» ή «αντπρομοκρατική» επιχείρηση και γενικά προτιμούν να απο­ φεύγουν εξίσου τον όρο «εμφύλιος» όσο και «πόλεμος». Οι Βρετανοί, για παράδειγμα, αποκαλούσαν την εξέγερση του IRA στη Βόρεια Ιρλανδία «φασαρίες» (Troubles). Οι εξεγερμένοι, από την άλλη, επιδιώκουν συχνά την υιο­ θέτηση του όρου «εμφύλιος πόλεμος» καθώς δυνητικά τους αναγνωρίζονται η κατάσταση και τα πλεονεκτήματα του εμπο­ λέμου, αν και αρκετές φορές φαίνεται να θεωρούν πως λόγω της ουδέτερης χροιάς η χρήση του πιθανόν να υπονομεύει τις αρχές και τους σκοπούς του αγώνα τους. Για παράδειγμα, οι εξεγερμένοι Νότιοι στον αμερικανικό εμφύλιο ή οι Κροάτες και Σλοβένοι στον πρόσφατο γιουγκοσλαβικό εμφύλιο επέμε­ ναν να αποκαλούν τη σύγκρουση «αγώνα ανεξαρτησίας» και «ελευθερίας» προκειμένου να επισημάνουν τον εθνικό χαρα­ κτήρα της ένοπλης εξέγερσης ενάντια στην επίσημη κρατική δομή. Ειδικότερα στους αποσχιστικούς εμφύλιους πολέμους, οι εξεγερμένοι προτιμούν τον όρο «εθνικοαπελευθερωτικός 30

ΤΙ Ε Ι Ν Α Ι Ε Μ Φ Υ Λ Ι Ο Σ Π Ο Λ Ε Μ Ο Σ ;

αγώνας», ενώ οι κυβερνώντες επιμένουν πως έχουν να κάνουν με ξενοκίνητα στοιχεία, ληστές ή τρομοκράτες. Σε γενικές γραμμές, τον όρο «εμφύλιος» διεκδικοΰν πολλές και διαφορετικές κατηγορίες εμπλεκόμενων σε μια τέτοιου είδους σύγκρουση: άλλοτε οι ηττημένοι (π.χ. οι Δημοκρατικοί μετά το τέλος του ισπανικού εμφυλίου το 1939 ή οι φινλανδοί κομ­ μουνιστές το 1919) και άλλοτε οι κυβερνώντες νικητές ενός αποσχιστικού εμφυλίου που επιδιώκουν το ξεπέρασμα του τραύματος (π.χ. οι Βόρειοι στις ΗΠΑ το 1865). Οι ηττημένοι εκτιμούν πως με τον χαρακτηρισμό της αντιπαράθεσης ως «εμ­ φυλίου» νομιμοποιείται η θέση τους στη μετεμφυλιακή κατά­ σταση πραγμάτων και αποδίδεται πιο αντικειμενικά η φυσιο­ γνωμία της σύγκρουσης, ενώ οι νικητές που υπερασπίστηκαν την κρατική ενότητα στις αποσχισπκές συγκρούσεις με τον όρο «εμφύλιος» επιχειρούν να δείξουν πως αυτό που συνέβη ήταν μια προσωρινή διάρρηξη της ενότητας του έθνους ή μια απει­ λή εναντίον της κρατικής οντότητας και όχι ένας πόλεμος δια­ φορετικών εθνοτήτων στο πλαίσιο του ίδιου κράτους. Αυτό το τελευταίο θα σήμαινε πως αργά ή γρήγορα ένας νέος γύρος συγκρούσεων θα ήταν πολύ πιθανός. Με άλλα λόγια, αντιλαμ­ βανόμαστε εύκολα πως αυτό το παιχνίδι ίω ν λέξεων και της αντιπαράθεσης για την ονοματολογία σχετίζεται άμεσα με τις ίδιες τις πολεμικές επιχειρήσεις είτε αποτελεί μεταπολεμική τους συνέχεια - και επομένως κεντρικό πολιτικό διακύβευμα της ίδιας της σύγκρουσης. Η ελληνική περίπτωση δεν ξεφεύγει από αυτό τον κανόνα και, επομένως, η άρνηση υιοθέτησης του όρου «εμφύλιος πό­ λεμος» από τους εμπλεκόμενους δεν αποτελεί ελληνική ιδιαι­ 31

Σ Τ Α Θ Η Σ Ν. Κ Α Λ Υ Β Α Σ , Ν Ι Κ Ο Σ Μ Α Ρ Α Ν Τ Ζ Ι Δ Η Σ

τερότητα. Η «αστική» παράταξη, δηλαδή τα κόμματα της Δεξιάς και του Κέντρου, χαρακτήρισαν τις συγκρούσεις ανάμεσα στις δυνάμεις του κράτους και τις ένοπλες ομάδες του Κομμουνι­ στικού Κόμματος που αυτοχαρακτηρίστηκαν ως «Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας» «ένοπλη ανταρσία του ΚΚΕ» και «συμμορι­ τοπόλεμο». Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση της χώρας απέρριπτε την αναγνώριση στον αντίπαλό της του νομικού καθε­ στώτος του εμπολέμου και την ανάλογη προστασία που απορ­ ρέει από αυτό. Πάντως, αρχικά (τουλάχιστον ως το 1956), ούτε από την πλευρά του ΚΚΕ παρουσιάστηκε ως εμφύλιος πόλεμος, αλλά ως ένας αγώνας που είχε στόχο την απελευθέ­ ρωση της πατρίδας από την «ντόπια φασιστική κλίκα και τ’ αφεντικά της τους αμερικανο-άγγλους καταχτητές», ως «συνέ­ χεια του 1821, με ανώτερη όμως συνείδηση και οργάνωση και με πιο στενούς δεσμούς με τον λαό», ως «δεύτερη αντίσταση», και «λαϊκή επανάσταση των ετών 1943-1949». Χρειάστηκε να περάσουν σαράντα χρόνια ώστε οι ελληνικές κυβερνήσεις να υιοθετήσουν επισήμως τον όρο εμφύλιος πόλεμος. Αναμφί­ βολα σημαντικό σταθμό σε αυτή τη διαδρομή αποτέλεσε η νο­ μιμοποίηση του ΚΚΕ το 1974 και η αλλαγή του πολιτικού κλί­ ματος αλλά και της ποιότητας της πολιτικής αντιπαράθεσης. Τομή επίσης αποδείχτηκε η αναγνώριση αργότερα, το 1982, της εαμικής αντίστασης ως εθνικής. Εντέλει, η νομική κατοχύ­ ρωση του όρου «εμφύλιος πόλεμος» με την ψήφιση από την ελληνική βουλή της άρσης των συνεπειών του δεν έγινε παρά το 1989, δηλαδή σαράντα χρόνια μετά το τέλος του. Περνώντας από την πολιτική στο πεδίο της επιστημονικής έρευνας, διαπιστώνουμε ότι τόσο στην ιστοριογραφία όσο και στην πολιτική επιστήμη και κοινωνιολογία, που αποτελούν τις 32

ΤΙ Ε Ι Ν Α Ι Ε Μ Φ Υ Λ Ι Ο Σ ΠΟ Λ Ε Μ Ο Σ ;

επιστήμες που κατά κόρον έχουν ασχοληθεί με τους εμφύλιους πολέμους, συναντάει κανείς κυριολεκτικά δεκάδες ορισμούς. Στη μεγάλη τους πλειονότητα συμφωνούν ότι πρόκειται για ένοπλη σύγκρουση μεταξύ αντιμαχόμενων παρατάξεων που δρουν μέσα στο πλαίσιο των συνόρων μιας αναγνωρισμένης κρατικής οντότητας. Υπάρχει έτσι ένας σαφής κοινός παρονο­ μαστής στους περισσότερους ορισμούς: εμφύλιος είναι ο μη διακρατικός ή ο ενδοκρατικός πόλεμος, ο πόλεμος δηλαδή στον οποίο δεν συγκρούονται δύο κράτη, αλλά δύο (και κάποιες φορές παραπάνω) παρατάξεις που τις ακολουθούν και τις υπο­ στηρίζουν πολίτες του ίδιου κράτους. Ας σημειωθεί ότι η ανα­ γνώριση μιας σύγκρουσης ως εμφύλιας δεν επηρεάζεται από την εμπλοκή ή μη ξένων δυνάμεων ή από το στάτους των εμπολέμων. Αρκεί τα μέλη τους να είναι πολίτες του ίδιου κράτους. Η αντίληψη αυτή, που έχει τις ρίζες της τόσο στον Θουκυδίδη (και την περιγραφή του της στάσης της Κέρκυρας στην Ιστορία του ΓΙελοποννησιακού Πολέμου) όσο και στον Ιούλιο Καίσαρα (και το βιβλίο του Com mentarii de Bello C iv ili ), έχει επικρατήσει στη διεθνή βιβλιογραφία και αποτελεί το θε­ μέλιο για εκατοντάδες μελέτες αλλά και για τη δημιουργία με­ γάλων στατιστικών βάσεων δεδομένων που χρησιμοποιούνται στη συστηματική μελέτη των εμφυλίων, με πιο γνωστή τη βάση δεδομένων του Πανεπιστημίου της Ουψάλας στη Σουηδία (Uppsala Conflict Data Program ή UCDP). Συμπερασματικά, η επιστημονική ακρίβεια θα επέβαλλε να μιλάμε για «εσωτερι­ κούς» ή «ενδοκρατικούς πολέμους», αλλά κυριάρχησε ο όρος «εμφύλιος», λόγω της διαδεδομένης χρήσης του στο καθημε­ ρινό λεξιλόγιο. Αντίθετα από τους διακρατικούς πολέμους, οι εμφύλιοι 33

Σ Τ Α Θ Η Σ Ν. Κ Α Λ Υ Β Α Σ , Ν Ι Κ Ο Σ Μ Α Ρ Α Ν Τ Ζ Ι Δ Η Σ

έχουν ως βασικό διακύβευμα την ίδια την κρατική κυριαρχία, δηλαδή ίο νόμιμο κρατικό μονοπώλιο της βίας στο πλαίσιο μιας συγκεκριμένης επικράτειας, η οποία τότε αμφισβητείται στην πράξη. Με άλλα λόγια, το να είναι κάποιος πολίτης ενός κράτους δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι αφοσιωμένος στην οντότητα αυτή ούτε και ότι επιθυμεί οπωσδήποτε τη διατήρηση της ακεραιότητάς της. Μεγάλος αριθμός εμφυλίων (πάνω από τους μισούς σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς) είναι «εθνοτικοί» ή «αποσχιστικοί» πόλεμοι που αποσκοπούν στη σύσταση νέου κράτους. Τέτοιοι πόλεμοι ήταν, για παράδειγμα, ο αμερικανικός εμφύλιος (1861-1865) και ο εμφύλιος στη Βοσνία (1992-1995). Όπως είναι γνωστό, ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος δεν ήταν αποσχιστικός-εθνοτικός πόλεμος, αν και θα μπορούσε να έχει αποσχιστικές συνέπειες για τη χώρα, όπως συνέβη και με άλλους εμφυλίους του Ψυχρού Πολέμου (π.χ. Κορέα). Ανήκει στην κα­ τηγορία των εμφυλίων που στη βιβλιογραφία αναφέρονται ως «ιδεολογικοί», «επαναστατικοί», «πόλεμοι για τον έλεγχο του κράτους» ή «εμφύλιοι πόλεμοι παρτιζάνων» (Derrienic 2001). Οι πόλεμοι αυτοί, που από πολλούς θεωρούνται ως οι μόνοι πραγματικοί εμφύλιοι πόλεμοι γιατί είναι «αδελφοκτόνοι», χα­ ρακτηρίζονται συχνά από εθελοντική συμμετοχή με συγκολλη­ τική ουσία κάποια ιδεολογία ή την επιθυμία κατάκτησης της εξουσίας από ένα πολιτικό κόμμα ή κάποιο κίνημα. Σε έναν εμφύλιο η κοινωνία πολώνεται γύρω από μία κυρίαρχη σύ­ γκρουση, η οποία αναγκάζει τους πάντες να πάρουν θέση, με αποτέλεσμα οι ουδέτεροι να πιέζονται (και να καταπιέζονται) και από τις δύο πλευρές προκειμένου να επιλέξουν στρατόπεδο. 34

ΤΙ Ε Ι Ν Α Ι Ε Μ Φ Υ Λ Ι Ο Σ Π Ο Λ Ε Μ Ο Σ ;

Στη σύγχρονη εποχή, η ανάδυση του κομμουνισμού ως πολιτικής ιδεολογίας και διεθνούς κινήματος και η επικράτη­ σή του στην ΕΣΣΔ συνέβαλαν στο ξέσπασμα πολλών τέτοιων εμφυλίων. Στην Ευρώπη, πέραν του ρωσικού και του ελληνι­ κού εμφυλίου, η Φινλανδία (1917-1918), η Ουγγαρία και η Βαυαρία των σοβιέτ (1919) γνώρισαν ανάλογες φάσεις κομ­ μουνιστικών εξεγέρσεων και εμφύλιων πολέμων, ενώ ανάλο­ γες περιπτώσεις συναντάμε στην Ασία (π.χ. κινεζικός εμφύλιος, 1927-1950), τη Λατινική Αμερική (εμφύλιοςτου Ελ Σαλβαδόρ, 1979-1992) και την Αφρική (αιθιοπικός εμφύλιος 19741991). Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι κυριότεροι ιδεολογικοί εμφύλιοι εμπνέονται από τη σαλαφιστική/τζιχαντιστική ιδεολογία των ακραίων Μουσουλμάνων, όπως στις μέρες μας στη Συρία και το Ιράκ. Οι εμφύλιοι αυτοί συγγενεύουν ή και ταυτίζονται με τον όρο επανάσταση. Σύμφωνα με τον κοινωνιολόγο Charles Tilly (1978), η επανάσταση αποτελεί μια δυναμική απόπειρα κατά­ ληψης της εξουσίας κατά την οποία τουλάχιστον δύο ανταγω­ νιστικοί συνασπισμοί μέσα στο ίδιο κράτος διεκδικούν απο­ φασιστικά τον έλεγχο της εξουσίας με μια σημαντική μερίδα του πληθυσμού να συντάσσεται με τη μία ή την άλλη πλευρά. Στην πραγματικότητα, λοιπόν, πολλές επαναστάσεις μπορεί να θεωρηθούν υποκατηγορία εμφύλιων πολέμων, καθώς η βα­ σική διαφορά ανάμεσα στην επανάσταση και τον εμφύλιο βρί­ σκεται στο ότι οι επαναστάσεις δεν επιδιώκουν απόσχιση εδα­ φών όπως πολλοί εμφύλιοι, αλλά μόνο τον έλεγχο της κεντρι­ κής πολιτικής εξουσίας. Έτσι, για παράδειγμα, ο αμερικανικός εμφύλιος δεν είναι επανάσταση, ενώ η κουβανέζικη επανάστα­ ση (1953-1959) είναι εμφύλιος πόλεμος. Ορισμένοι ουγγρα35

Σ Τ Α Θ Η Σ Ν. Κ Α Λ Υ Β Α Σ , Ν Ι Κ Ο Σ Μ Α Ρ Α Ν Τ Ζ Ι Δ Η Σ

φείς στελέχη του ΚΚΕ (Βλαντάς 1977, Χατζής 1983) δεν έχουν άδικο που χρησιμοποιούν τον όρο επανάσταση, εφόσον ακρι­ βώς αναφέρονται σε μια προσπάθεια του ΚΚΕ να καταλάβει την εξουσία και να μετασχηματίσει το κοινωνικοπολπικό μο­ ντέλο της χώρας. Εκτός από τον ενδοκρατικό χαρακτήρα της, για να χαρα­ κτηριστεί μια ένοπλη αντιπαράθεση εμφύλιος πρέπει η μορφή της σύγκρουσης να συνιστά περίπτωση πολέμου. Αυτό κατ’ αρχάς σημαίνει ότι στους εμφυλίους αναπτύσσονται οπλισμέ­ να αντίπαλα στρατόπεδα και η αναμέτρηση μεταξύ τους παίρνει διάφορες μορφές, ανάλογα με τον τύπο οργάνωσης των εμπο­ λέμων (Kalyvas και Balcells 20 1 0 ).Έτσι, μια επανάσταση μπο­ ρεί να μην πάρει διαστάσεις εμφυλίου αν καταλήξει σε πετυ­ χημένη εξέγερση ή πραξικόπημα (για παράδειγμα, η ιρανική επανάσταση του 1979, η ρωσική «Οκτωβριανή» επανάσταση του 1917). Ακόμα και αυτές πάντως συχνά μετεξελίσσονται αργότερα σε εμφύλιο πόλεμο. Η πρώτη μορφή (και κινηματογραφικά πλέον δημοφιλής) εμ­ φύλιου πολέμου είναι οι συμβατικοί εμφύλιοι, η αντιπαράθε­ ση δηλαδή μεταξύ οργανωμένων στρατών (αμερικανικός εμ­ φύλιος 1861-1865, ισπανικός εμφύλιος 1936-1939, γιουγκο­ σλαβικός εμφύλιος 1991-1992). Ακόμα και όταν οι στρατοί δεν είναι αυστηρά οργανωμένοι, οι συμβατικοί εμφύλιοι διε­ ξάγονται σε μέτωπα και χρησιμοποιούνται τακτικές και στρα­ τηγικές παρόμοιες με εκείνες των διακρατικών πολέμων, όπως π.χ. οι πολιορκίες πόλεων. Αυτός ο τύπος σύγκρουσης εμφα­ νίζεται όταν οι δύο δυνάμεις είναι πάνω κάτω ισοδύναμες, είτε δηλαδή ο στρατός χωριστεί σχεδόν στη μέση είτε μια εξω­ 36

ΤΙ Ε Ι Ν Α Ι Ε Μ Φ Υ Λ Ι Ο Σ ΠΟ Λ Ε ΜΟ Σ ;

τερική δύναμη τροφοδοτεί με χρήματα, όπλα και οργάνωση τους εξεγερμένους. Οι εξεγερμένοι ελέγχουν έτσι μια σημαντι­ κή σε εύρος κατοικημένη περιοχή και έχουν τη δυνατότητα και το συμφέρον να την κρατήσουν με συμβατικούς τρόπους (για παράδειγμα, επιβολή φορολογίας, υποχρεωτική στρατολόγηση, εφαρμογή στρατιωτικού νόμου, ασφάλεια του πληθυσμού, έλεγχο της τροφοδοσίας, νοσοκομειακή περίθαλψη των στρα­ τιωτών κλπ.)· Πίσω από τις γραμμές του πολέμου, υπάρχει ο άμαχος πληθυσμός και μια οικονομία που συνεχίζει να λει­ τουργεί. Οι εξεγερμένοι προσπαθούν με κάθε τρόπο να προ­ στατέψουν την περιοχή αυτή, καθώς είναι ζωτικής σημασίας για αυτούς. Ο δεύτερος τύπος εμφυλίων που εμφανίζεται και συνιστά από τις πιο συχνές περιπτώσεις είναι η αντιπαράθεση οργα­ νωμένου στρατού με δυνάμεις ανταρτών (Κούβα 1953-1959, Αφγανιστάν 1979-1992, Αλγερία 1991 μέχρι σήμερα, κλπ.) που συχνά περιγράφεται ως ανταρτοπόλεμος. Η μορφή αυτή της σύγκρουσης υποδηλώνει πως η μία από τις δύο εμπόλεμες παρατάξεις είναι ασθενέστερη σε στρατιωτική ισχύ και είτε δεν μπορεί να θέσει υπό τον έλεγχό της αστικές περιοχές είτε ο έλεγχος που ασκεί, κυρίως σε απομονωμένες και δύσβατες περιοχές (ορεινές περιοχές, ζούγκλες κλπ.), δεν είναι σταθερός. Το αντάρτικο στηρίζει τη δύναμή του στην ικανότητά του να αιφνιδιάζει, να πλήττει επιλεγμένους στόχους και να αποφεύ­ γει να πολεμήσει όταν κινδυνεύει να εξοντωθεί. Η τακτική του αντάρτικου πολέμου, γνωστού αρχικά ως «μικρός πόλεμος» (guerrilla), έγινε διάσημη διεθνώς στις αρχές του 19ου αιώνα στην Ιβηρική χερσόνησο κατά τους Ναπολεόντειους πολέμους, όταν άτακτες ομάδες ενόπλων εξορμούσαν εναντίον του στρα­ 37

Σ Τ Α Θ Η Σ Ν. Κ Α Λ Υ Β Α Σ , Ν Ι Κ Ο Σ Μ Α Ρ Α Ν Τ Ζ Ι Δ Η Σ

τού του Ναπολέοντα. Οι ομάδες αυτές αποτελούσαν διαρκή πονοκέφαλο για τον πολύ ισχυρότερο στρατό των αντιπάλων τους. Η δράση τους μάλιστα περιγράφηκε από έναν αξιωμα­ τικό του γαλλικού στρατού ως εξής: «Όποτε φτάναμε, εξαφα­ νίζονταν. Όποτε φεύγαμε, έρχονταν. Ήταν παντού και πουθε­ νά. Δεν είχαν κάποια συγκεκριμένη βάση στην οποία μπορού­ σαμε να επιτεθούμε». Στη θεωρία του κινέζου κομμουνιστή ηγέτη Μάο Τσε Τουνγκ, ο ανταρτοπόλεμος αποτελεί ένα πρώ­ το στάδιο, αφού όταν ο ανταρτικός στρατός αισθανθεί σίγου­ ρος για τις δυνάμεις του προχωράει οργανωτικά στον συμβα­ τικό πόλεμο. Ο ανταρτοπόλεμος έχει δύο βασικά μειονεκτήματα. Κατ’ αρχάς δεν εξασφαλίζει τον άμαχο πληθυσμό: αν, για παράδειγ­ μα, οι Νότιοι στον αμερικανικό εμφύλιο επέλεγαν το αντάρτι­ κο, πιθανόν να μην είχαν χάσει το 1865, αλλά από την άλλη θα είχαν ήδη από το 1861 τεθεί οι βάσεις της κυριαρχίας των Βορείων και οι πληθυσμοί των Νοτίων θα βρίσκονταν μονίμως στο έλεος της κεντρικής εξουσίας. Το δεύτερο μειονέκτημα είναι ότι ο ανταρτικός στρατός χάνει μεν δυσκολότερα, αλλά κερδίζει και δυσκολότερα. Η συνηθισμένη στρατηγική των ανταρτών είναι ο μακρύς και εξαντλητικός πόλεμος ώστε ο ισχυρότερος να αποδυναμωθεί και είτε να εγκαταλείψει την προσπάθεια (π.χ. Βιετνάμ, Αφγανιστάν) είτε να προβεί σε συμ­ βιβασμό. Σπάνιες είναι οι περιπτώσεις όπου οι αντάρτες κερ­ δίζουν σχετικά γρήγορα. Αυτό συμβαίνει όταν η κυβέρνηση είναι πολύ αδύναμη και εξαντλημένη ενώ από την άλλη η διε­ θνής και τοπική συγκυρία ευνοεί τους αντάρτες (π.χ. Κούβα). Ο τρίτος τύπος αντιπαράθεσης εμπλέκει ουσιαστικά ανταρτικές ομάδες που συγκρούονται μεταξύ τους (Μακεδονικός 38

ΤΙ Ε Ι Ν Α Ι Ε Μ Φ Υ Λ Ι Ο Σ Π Ο Λ Ε Μ Ο Σ ;

αγώνας 1904-1908, Λίβανος 1975-1990, Βοσνία 1992-1995, Σομαλία 1991-1992). Ο βασικός λόγος για αυτού του είδους τον πόλεμο είναι η απουσία ισχυρού στρατού, εξαιτίας της αδυναμίας ή και της κατάρρευσης του κράτους. Οι πόλεμοι αυτοί περιγράφονται συχνά ως περιπτώσεις «αναρχίας» και εμφανίζονται κατά κόρον σε κράτη που αποκαλούνται «αποτυ­ χημένα κράτη» (failed states). Οι μορφές στρατιωτικής οργάνωσης και οι στρατηγικές που παρατηρούμε σε έναν εμφύλιο εξαρτώνται επομένως από πολ­ λούς παράγοντες. Ο πιο σημαντικός είναι η ισχύς ή η αδυναμία των κρατικών θεσμών σε σχέση με τους εξεγερμένους. Όπου το μονοπώλιο της ισχύος των όπλων αμφισβητείται αλλά δεν καταστρέφεται, ο πόλεμος παίρνει τη μορφή αγώνα ανάμεσα σε έναν στρατό και ένα αντάρτικο. Εκεί όπου το κράτος είναι αρκετά ισχυρό αλλά αμφισβητείται και αντιπαλεύεται από μια ομάδα ικανή να δημιουργήσει και αυτή κρατικές δομές, ο πό­ λεμος παίρνει τη μορφή αντιπαράθεσης δύο συμβατικών στρα­ τών. Από την άλλη, εκεί όπου το κράτος και ο στρατός είναι ασθενικά, παρατηρούμε τη δημιουργία παραστρατιωτικών ομάδων που πολεμούν μεταξύ τους. Πέρα από την οργάνωση των εμπολέμων, για να θεωρηθεί εμφύλιος και όχι στάση, τοπική εξέγερση, πραξικόπημα, τα­ ραχές ή γενοκτονία -όλα συγγενείς όροι-, η σύγκρουση πρέπει να διαρκέσει κάποιο χρονικό διάστημα (ένα βίαιο επεισόδιο μερικών ωρών ή έστω λίγων ημερών δεν είναι εμφύλιος πό­ λεμος), να καλύψει σημαντικό τμήμα της επικράτειας (μία ένο­ πλη σύγκρουση σε μια πόλη δεν είναι εμφύλιος), να ξεπεράσει ένα συγκεκριμένο όριο βίας (συνήθως χρησιμοποιείται το όριο 39

Σ Τ Α Θ Η Σ Ν. Κ Α Λ Υ Β Α Σ , Ν Ι Κ Ο Σ Μ Α Ρ Α Ν Τ Ζ Ι Δ Η Σ

των χιλίω ν νεκρών ανά έτος) και τα θύματα να είναι και από τις δυο πλευρές. Μια σύγκρουση, για παράδειγμα, οπαδών πολιτικών κομμάτων στους δρόμους, φυλετικών πολιτοφυλα­ κών, ή μια τρομοκρατική ενέργεια είναι φαινόμενα πολιτικής βίας που δεν πληρούν τα παραπάνω κριτήρια και επομένως δεν συνιστούν περιπτώσεις εμφύλιου πολέμου. Μπορούν όμως να αποτελέσουν τον προθάλαμο ενός διακρατικού πολέμου. Το ότι ένας πόλεμος χαρακτηρίζεται εμφύλιος δεν σημαίνει ότι δεν συμμετέχουν, έμμεσα ή άμεσα, ξένες δυνάμεις. Το αντί­ θετο: δύσκολα συναντάει κανείς εμφύλιο δίχως ξένες παρεμ­ βάσεις. Στον ισπανικό εμφύλιο (1936-1939) οι αντιμαχόμενοι υποστηρίχτηκαν οι μεν Δημοκρατικοί από τις Διεθνείς ταξιαρ­ χίες και την ΕΣΣΔ, ενώ ο Φράνκο από την Ιταλία και τη Γερ­ μανία. Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου οι δύο υπερδυνάμεις, ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, είχαν έντονη και άμεση ανάμειξη σε δεκάδες εμφυλίους ανά τον πλανήτη. Σε πολλούς από τους πρόσφατους εμφυλίους -και όχι μόνο- στην αφρικανική ήπειρο, ο ρόλος των γειτονικών χωρών στο ξέσπασμα και τη διατήρησή τους έχει αποδειχθεί ιδιαίτερα σημαντικός παράγοντας (Collier και Sambanis 2005: 322). Ακόμα και στον αμερικανικό εμφύλιο, που σε γενικές γραμμές θεωρείται ένας από τους λιγότερο διεθνοποιημένους πολέμους, μπορεί να παρατηρήσει κανείς την εμπλοκή ξένων δυνάμεων. Ως εμφύλιοι στη διεθνή βιβλιογραφία χαρακτηρίζονται και πολλοί πόλεμοι που ξεσπούν σε καθεστώς ξένης κατοχής. Για παράδειγμα, ο πόλεμος στο Ιράκ μετά την αμερικανική εισβο­ λή του 2003 θεωρείται εμφύλιος, καθώς συγκρούστηκαν αντιμαχόμενες πολιτικές και θρησκευτικές παρατάξεις Ιρακινών. Ορισμένοι συγγραφείς στην Ελλάδα υποστηρίζουν ότι μέσα 40

ΤΙ Ε Ι Ν Α Ι Ε Μ Φ Υ Λ Ι Ο Σ Π Ο Λ Ε Μ Ο Σ ;

στο πλαίσιο μιας κατοχής δεν μπορεί να υπάρξει εμφύλιος πόλεμος, λόγω ιης απώλειας εθνικής κυριαρχίας στα υπό κα­ τοχή κράτη. Η άποψη αυτή δεν είναι ορθή, καθώς η ουσία δεν βρίσκεται στις νομικές όψεις του γεγονότος, για δύο λόγους. Πρώτον, τα κατοχικά κράτη κληρονομούν τις κρατικές δομές που προϋπήρχαν και επιχειρούν να επιβάλουν την κυριαρχία τους στην πράξη. Στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, για παράδειγμα, στην Ελλάδα όλες οι κρατικές υπηρεσίες, τα υπουργεία, οι δημοτικές αρχές κλπ. αποτελούνταν από Έλλη­ νες. Στον βαθμό λοιπόν που αυτή η κυριαρχία αμφισβητείται με τα όπλα, έχουμε μια ενδοκρατική σύγκρουση, δηλαδή εμ­ φύλιο πόλεμο. Δεύτερον, τα κατοχικά κράτη, καθώς συχνά διαθέτουν μια όχι ευκαταφρόνητη κοινωνική βάση και εκφρά­ ζουν υπαρκτές πολιτικές διαφορές στο εσωτερικό τους, έχουν τη δυνατότητα να κινητοποιήσουν σημαντικό αριθμό πολιτών σε ένοπλους σχηματισμούς, πράγμα που οδηγεί σε αιματηρές συγκρούσεις ανάμεσα σε πολίτες της ίδιας χώρας - βασικό συστατικό στοιχείο της εμφύλιας σύγκρουσης. Το ότι οι πολί­ τες που για τον ένα ή τον άλλο λόγο συντάσσονται με τις κατο­ χικές αρχές μπορούν να χαρακτηριστούν προδότες δεν αλλά­ ζει την ουσία της σύγκρουσης. Άλλωστε, όπως είδαμε, τον χαρακτηρισμό των αντιπάλων ως προδοτών της πατρίδας τον συναντάμε σε όλους τους εμφυλίους. Συμπερασματικά, ο εμφύλιος πόλεμος είναι μια ενδοκρατική ένοπλη σύγκρουση με σχετικά μεγάλη ένταση και διάρκεια που προϋποθέτει τη συμμετοχή ενός σημαντικού αριθμού στρατιω­ τικά οργανωμένων ανθρώπων στην κάθε πλευρά. Παρά τον κατά βάση εσωτερικό χαρακτήρα του, σε κάθε εμφύλιο πόλεμο 41

Σ Τ Α Θ Η Σ Ν. Κ Α Λ Υ Β Α Σ , Ν Ι Κ Ο Σ Μ Α Ρ Α Ν Τ Ζ Ι Δ Η Σ

εμπλέκονται, περισσότερο ή λιγότερο έντονα, διεθνείς παρά­ γοντες που προσπαθούν να επηρεάσουν το αποτέλεσμα της σύγκρουσης, καθιστώντας έτσι τα όρια ανάμεσα στις εσωτερι­ κές και εξωτερικές διαμάχες δυσδιάκριτα.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ Η βιβλιογραφία για τους εμφύλιους πολέμους σε διεθνές επίπεδο είναι πολύ πλούσια και ιδιαίτερα αναπτυγμένη τα τελευταία χρόνια. Για τον ορισμό του εμφύλιου πολέμου και τις απόπειρες προσδιορι­ σμού των παραγόντων που σχετίζονται με τον όρο, ενδεικτικά: Jean Pierre Derrienic, Les guerres civiles, Παρίσι: Presses de Sciences Po, 2001, James D. Fearon και David D. Laitin, «Ethnicity, Insurgency and Civil War», American Political Science Review, 97(1) (2003): 7590, Nicholas Sambanis, «What is Civil War? Conceptual and Empirical Complexities of an Operational Definition», The Journal o f Conflict Resolution, 48 (2004): 814-858, Paul Collier και Nicholas Sambanis

(επιμ.), U nderstanding Civil W ars, The World Bank, 2005, Stathis Kalyvas, The Logic o f Violence in Civil War, Νέα Υόρκη: Cambridge University Press, 2006, Stathis Kalyvas «Civil Wars», στο Carles Boix και Susan Stokes (επιμ.), Handbook o f Political Science, Νέα Υόρκη: Oxford University Press, 2007, σ. 416-434. Για τον όρο εξέγερση και επανάσταση: Charles Tilly, From M obilization to Revolution, Νέα Υόρκη: McGrow-Hill, 1978. Για τη σχέση ανάμεσα στο διεθνές σύ­ στημα και την τεχνολογία των εμφύλιων πολέμων: Stathis Kalyvas και Laia Balcells, «International System and Technologies of Rebellion: How the End o f the Cold War Shaped Internal Conflict», American Political Science Review, 104(3) (2010): 415-429. Η βιβλιο­

γραφία για τη σχέση ανάμεσα στην αντίσταση και τους εμφυλίους

42

ΤΙ Ε Ι Ν Α Ι Ε Μ Φ Υ Λ Ι Ο Σ Π Ο Λ ΕΜ Ο Σ;

είναι και αυτή ιδιαίτερα μεγάλη. Μ ερικά από τα σημαντικότερα έργα ανά χώ ρα είναι: για την Κίνα, Chalmers A. Johnson, Peasant Nationalism and Communist Power: The Emergence o f Revolutionary China, 1937-1945, Στάνφορντ: S tanford U niversity Press, 1962· για τη Γιουγκοσλαβία, Jozo T o m asevich, W ar and Revolution in Yugoslavia, 1941-1945: Occupation and Collaboration, Στάνφορντ: S tanford U niversity Press, 2001· για την Ιταλία, Renzo De Felice, Rosso eNero, Μ ιλάνο: Baldini & Castoldi, 1 995, και ιδιαίτερα C laudio Pavone, Una guerra civile: saggio storico sulla moralitd nella Resistenza, Topivo: Bollati, 1 9 9 1 ' για τη Γαλλία, R obert O. Paxton, Vichy France: Old Guard and New Order, 1940-1944, Νέα Υόρκη: Knopf, 1 972, και H enry Rousso, Le syndrome de Vichy: de 1944 a nos jours, Π αρίσι: Le Seuil, 1 9 9 0 . Δεν πρ έπ ει να παραλείψ ουμε ν α αναφ ερθούμε στο κλασικό γαλλικό ντο­ κιμαντέρ Le Chagrin et Ια pitie (1 9 6 9 ) του M arcel O phuls, που συνέ­ βαλε σε σημαντικό βαθμό στην αμφισβήτηση του μύθου της ενιαίας και καθολικής αντίστασης τω ν Γάλλων ενάντια στους Γερμανούς. Σε ό,τι αφορά τον ελληνικό Ε μφύλιο και τη χρ ή σ η διαφ ορετικ ώ ν ό ρ ω ν με πολιτικό περ ιεχόμ ενο, από την πλευρά τω ν νικητώ ν: Δημήτρης Ζαφειρόπουλος, Ο αντισυμμοριακός αγών 1945-1949, Α θήνα: Μ αυρίδης, 1956, Ευάγγελος Αβέρωφ-Τοσίτσας, «Φωτιά και τσεκούρι!»: Ελλάς, 1946-1949 και τα προηγηθέντα, Α θήνα: Εστία, 2 0 1 0 [1 9 7 4 ]. Α πό την πλευρά τω ν ηττημένων: Δημήτρης Βλαντάς, Η προδομένη επανάσταση 1941-1994, Α θήνα 1 977, και Θ ανάσης Χατζής, Η νικηφόρα επανάστα­ ση που χάθηκε: Εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας 1941-1945, Α θήνα: Δ ω ρικός, 1 983. Για μια πρω τότυπη π ρ οσ π άθεια συγκριτικής π ρ ο ­ σέγγισης της π λούσ ιας π α ρ ά δοσ ης τω ν ενδοκρατικώ ν π ο λέμ ω ν οι ο π ο ίο ι χαρακτήρισαν τη χώ ρ α μας: Βασίλης Κ. Γούναρης, Στάθης Ν. Καλύβας και Ιω ά ννη ς Δ. Στεφανίδης (επ ιμ .), Ανορθόδοξοι πόλεμοι: Μακεδονία, Εμφύλιος, Κύπρος, Α θήνα: Πατάκης, 2 0 1 0 .

43

View more...

Comments

Copyright ©2017 KUPDF Inc.
SUPPORT KUPDF