209867394-Ο-θάνατος-και-οι-θρησκείες

February 11, 2018 | Author: ax1965 | Category: N/A
Share Embed Donate


Short Description

Ο-θάνατος-και-οι-θρησκείες...

Description

ΚΑΙ 01

Κ Δ Ο Σ Ε I Σ

!Α Π Α Δ Η Μ Α

ΙΟΗΝ ΒΟννΚΕΚ Επίκουρου Καθηγητή στα Πανεπιστήμια της Πενσυλβανίας και της Βόρειας Καρολίνας Εταίρου στο Τπηιίγ Οο11©§©του Καίμπριτζ

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ Μετάφραση: ΜΑΡΙΑ Ν. ΚΟΝΟΜΗ ΑΜΑΛΙΑ Α. ΛΟΓΙΑΚΗ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑΔΗΜΑ ΙΠΠΟΚΡΑΤΟΥΣ 8 - ΑΘΗΝΑ 1996

Για τη Μ άργκαρετ Ββηββοίοηιηι ξταίία 8βπιρίΐβπια

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Εισαγωγή 1. Ο θάνατος και οι απαρχές της θρησκείας ......................

15

ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Οι θρησκείες και η προέλευση του θανάτου 2. Ιουδαϊσμός .................................................................... 3. Χριστιανισμός ............................................................. 4. Ισλαμισμός ................................................................. 5. Ινδουισμός ..................... ........... ................................. 6. Βουδισμός ..................................................................

75 117 155 193 247

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ Επίλογος 7. Συμπέρασμα ................................................................ 301 Βιβλιογραφία .................................................................. 333 Σνντομογραφίες ............................................................... 341 Ευρετήριο ........................................................................ 345

Σημείωμα των μεταφραστριών: Οι παραπομπές στα κείμενα της Παλαιός Διαθήκης ακολου­ θούν την έκδοση του Α1£γ©4 Καίιΐίδ, Ξβρίιιαξΐηία (2 τόμ.), Στουτγγάρδη, \νϋΓΐί©ιη6©ι·£ίδο1ΐ6 Βίΐ>©ΐ2ΐηδΙ&11, 1935 (19658). Οι παραπομπές στην Καινή Διαθήκη ακολουθούν την έκδο­ ση του ΕβοΛαπά Νεδίΐε, Νονιιπι Τβ8ίαπιβηίηπι Οναβοβ βί Γαίίηβ, Στουτγγάρδη, λνϋΓί:1©ιηΙ)©Γ§ίδθ1ι© Β&εΐ&ηδίαΐΐ:, 2η έκδοση βελτ., 1957. Η μετάφραση των αποσπασμάτων του Κορανίου βασίστηκε στη μετάφραση του Γεράσιμου I. Πεντάκη, Το Ιερό Κοράνιο, εκδ. Δημιουργία - Απ. Α. Χαρίσης, Αθήνα 1994. Η μετάφραση του Σονέτου 60 του Σαίξπηρ είναι του Βασίλη Ρώτα και της Βούλας Δαμιανάκου από τη σειρά Άπαντα Σαίξπηρ-Σονέτα, εκδ. Επικαιρότητα, 1993. Η μετάφραση του αποσπάσματος από το Περιμένοντας τον Γκοντό του δ&ιηιι©1 Βοο^οίΙ είναι της Αλεξάνδρας Παπαθανασοπούλου, εκδόσεις "Υψιλον.

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Εισαγωγή

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Ο θάνατος και οι απαρχές της θρησκείας

Στις αρχές του 1981, κατατέθηκε σε κάποιο δικαστήριο του Λος Αντζελες μια αναμνηστική πλάκα από ένα μάλλον ασυνήθιστο γραφείο τελετών. Η επιγραφή έλεγε: Σήμερα είναι η πρώτη ημέρα της ζωής σου: Η Μίλντρεντ Α. Χάρις ... τέθηκε σε προσωρινή αδράνεια, Σεπτ. 1970.

Το σώμα της κυρίας Χάρις το είχαν εμπιστευθεί στην Εταιρεία Κρυονικών της Καλιφόρνιας. Ο ιδρυτής της, κ. Ρόμπερτ Νέλσον, είχε διαβάσει ένα βιβλίο που υποστήριζε ότι το νεκρό σώμα μπορεί να διατηρηθεί σε θερμοκρασίες υπό το μηδέν ώσπου να βρεθεί ένας τρόπος να ξαναζωντανέψει. Όταν η οικογένεια πήγε να ελέγξει τους κατεψυγμένους γονείς της, ύστερα από λιγότερο από πέντε χρόνια, ανακάλυψε ότι η εταιρεία δεν είχε αρκετά χρήματα για να πληρώσει τους λογαριασμούς για τις παροχές καυσίμων της επιχείρησης που θα μπορούσε τελικά να φέρει την αιωνιότητα. Κατά συνέπεια, τους έκοψαν την παροχή αζώτου, τα σώματα ξεπάγωσαν και βρίσκονταν ήδη σε προχω­ ρημένο στάδιο σήψης. Αυτή και άλλες δύο οικογένειες μήνυσαν τον κ. Νέλσον για αποζημίωση 10,5 εκατομμυρίων δολαρίων, συμπεριλαμβανομέ­ νου μισού εκατομμυρίου δολαρίων για ψυχική οδύνη: το 1981 τους επεδίκασαν ένα εκατομμύριο δολάρια. Όπως λένε, μέχρι να έρθει η σειρά σου να πεθάνεις στην Καλιφόρνια, δεν έχεις δει τίποτα. Αλλά η αποζημίωση ήταν μηδαμινή μπροστά στην καταστροφή άλλης μιας ανθρώπινης ελπίδας για αθανασία. Όχι

16

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

ότι η ελπίδα ήταν εντελώς παράλογη: η “προσωρινή αδράνεια” μέσω της βαθιάς ψύξης είχε τις δικές της προσδοκίες. Η επιστή­ μη των Κρυονικών (από την ελληνική λέξη “κρύος”) έχει ήδη καταστήσει δυνατή την ψύξη εμβρύων και την επακόλουθη επι­ τυχή εμφύτευσή τους στη μήτρα. Ακόμα και την εποχή της κατά­ ψυξης του σώματος της κυρίας Χάρις, ήταν γνωστό ότι μερικοί οργανισμοί μπορούν να επανέλθουν στη ζωή αφού υποβληθούν στις χαμηλές θερμοκρασίες ορισμένων υγραερίων, όπως είναι το άζωτο, το υδρογόνο και το ήλιο. Ο βιολόγος Ηιιάδοη Ηοα§1αη(Ι είχε εξηγήσει λεπτομερώς τις θεωρητικές επιπλοκές αυτής της διαδικασίας το 1968. Είχε υποστηρίξει ότι σε αυτές τις πολύ χαμηλές θερμοκρασίες ο χρόνος, ως αντιστρόφως ανάλο­ γος του ρυθμού του μεταβολισμού, πρέπει να περνά πολύ γρή­ γορα για τέτοιους οργανισμούς με σταματημένο ουσιαστικά μεταβολισμό. Έτσι στην πραγματικότητα τέτοιοι οργανισμοί σε αυτές τις χαμηλές θερμοκρασίες προβάλλονται στο μέλλον. Αν ήταν δυνατόν ένας οργανισμός να παραμείνει στους -270 Ο (θερμοκρασία του υγρού ηλίου) επί έναν αιώνα και κατόπιν να θερμανθεί και να επανέλθει σε φυσιολογική κατάσταση, θα ήταν ακριβώς το ίδιο με το να είχε προβληθεί έναν αιώνα μπρο­ στά στο μέλλον* και ο Ηοζ&Ιζηά το θεωρούσε αυτό σαν “μια ιδέα τύπου γουελσιανής μηχανής του χρόνου” (σ. 326). Αυτό που αγνόησαν οι βραχύβιοι Κρυονικοί ήταν το σημείο “αν ήταν δυνατόν ... να ...”. Τα προβλήματα της επαναφοράς στη ζωή φαίνονταν να επιδέχονται διαδικασίες της χειμερίας νάρ­ κης. Το γεγονός ότι η χειμερία νάρκη δεν αποτελεί νεκρανά­ σταση δεν επηρέασε τότε το επιχείρημα. Αυτό που προκάλεσε μεγαλύτερη εντύπωση ήταν η παρατήρηση που έκανε ο Εογ©π Είδ©1εγ κόβοντας από έναν παγωμένο ποταμό ένα κομμάτι πάγου μέσα στον οποίο ήταν παγιδευμένο ένα γατόψαρο. Όταν το πήρε σπίτι και άφησε τον πάγο να λιώσει, ήρθε “αντιμέτωπος με ένα τεράστιο κατσούφικο στόμα περικυκλωμένο από ευαί­ σθητες κεραίες, ενώ τα βράγχια αυτού του πλάσματος αγκομαχούσαν” (σ. 23).

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ

17

Οι Κρυονικοί, που έπαιρναν θάρρος από παρόμοια περιστα­ τικά, δημιούργησαν μια αισιόδοξη αντίληψη για την αθανασία, αντίληψη που κορυφώθηκε με την έκδοση του βιβλίου του Είΐίη§6Γ, ΤΗβ Ρτοψββί ο / ΙιητηοτΙαΗίγ, το 1967 και το οποίο μπή­ κε στη λίστα της Λέσχης Επιστημονικού Βιβλίου. Το βιβλίο ξεκι­ νούσε ως εξής: “Οι περισσότεροι από εμάς που τώρα αναπνέ­ ουμε έχουμε πολλές ελπίδες για μια φυσική ζωή μετά θάνατον μια πιθανότητα αναβίωσης και ανανέωσης των κατεψυγμένων σωμάτων μας βασισμένη σε νηφάλια σκέψη και επιστημονικά δεδομένα” (σ. χ χ ι ). Και τελείωνε με μια έκκληση προς τους ανα­ γνώστες να ασχοληθούν με το πρόγραμμα κατάψυξης, αν όχι για τους ίδιους, τουλάχιστον για εκείνους που αγαπούν: “Με την ενεργό συνεργασία σας, ο επόμενος θάνατος στην οικογένειά σας δεν θα είναι μόνιμος” (σ. 194). Κατ’ αυτό τον τρόπο, η γοητεία που ασκούσε η Εταιρεία Κρυονικών κατανοείται εύκολα. Παρουσιάζει ομοιότητες και με πολλές άλλες ελπίδες του ανθρώπου να νικήσει το θάνατο - ο Εΐΐί秩à έθεσε το ζήτημα με πιο μαχητικό τρόπο ισχυριζόμενος ότι δεν χρειάζεται στο εξής να δεχόμαστε το θάνατο αδιαμαρ­ τύρητα. Η απήχηση της κρυονικής θεωρίας επιτυγχάνεται με δυο τρόπους: επικαλείται αφενός την ευαισθησία του ανθρώπου να επιθυμεί το καλύτερο γι’ αυτούς που αγαπάει, ιδίως στην περίπτωση του θανάτου, όπου τόσα λίγα μπορεί να κάνει, έχο­ ντας επιπλέον και όλες τις περιπλοκές των κληρονομικών ενο­ χών και τα ανεκπλήρωτα καθήκοντα που συνοδεύουν απαραίτη­ τα το θάνατο. Αφετέρου στηρίζεται σε ενδείξεις της φύσης, αν και αυτή κατανοείται ελλιπώς, οι οποίες βάσει αναλογιών υπο­ νοούν τρόπους με τους οποίους εμείς ή κάποια πτυχή του εαυ­ τού μας μπορούμε να συνεχίσουμε να υπάρχουμε μέσα από το θάνατο και μετά από αυτόν. Έτσι, η ανθρώπινη φαντασία υπήρξε παραγωγική. Να δώσουμε μερικά παραδείγματα τα οποία αναφέρονται τουλάχι­ στον σε μία θρησκευτική θεώρηση του τρόπου με τον οποίο μπο­ ρεί να υπάρξει ζωή μετά θάνατον: αν ο καρπός πέφτει στη γη

18

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

και ξαναγεννιέται δίνοντας ακόμα πιο πολλή ζωή, ίσως να γίνε­ ται το ίδιο και με το σώμα* αν η ίδια η αναπνοή (που επιστρέφει τελικά στον αέρα μετά το θάνατο) είναι ο αέρας που κάποιος εκπνέει και κάποιος άλλος με τη σειρά του εισπνέει, ίσως τότε και αυτό που είναι κάποιος όταν είναι ζωντανός να μπορεί να εμφυσηθεί σε μιαν άλλη ζωή. Αν ο καπνός μιας φωτιάς μπορεί να ταξιδεύει στον ουρανό μέχρι να εξαφανισθεί, τότε ίσως και ο καπνός του καμένου σώματος να μπορεί να μεταφέρει την οντό­ τητα αυτού του ανθρώπου πέρα από το τωρινό μας πεδίο όρα­ σης. Αν το αλάτι που διαλύεται στο νερό εξαφανίζεται και παρ’ όλα αυτά καταλαβαίνουμε αναμφίβολα την παρουσία του όταν γευόμαστε το νερό, τότε ίσως να διαλυθούμε κι εμείς στο χώμα, στη φωτιά ή στο νερό και παρ’ όλα αυτά να είμαστε παρόντες. Αν το φίδι αποβάλλει το δέρμα του και συνεχίζει να ζει έχοντας αφήσει πίσω το νεκρό και άχρηστο κάλυμμά του, τότε μπορεί κι εμείς να απομακρύνουμε αυτό το σώμα και να ζήσουμε σε μιαν άλλη πραγματικότητα. Οι ελπίδες για αθανασία που βασίζονται στην προσωρινή αδράνεια, ακριβώς όπως η συναλλαγή που κρύβεται πίσω από τις παραπάνω αναλογίες, δεν είναι πιθανό να πραγματοποιη­ θούν ως γεγονότα με πρωταγωνιστή τον άνθρωπο. Η σημασία τους ως αναλογιών μπορεί να ισχύει. Αλλά αν προσφέρονται ως προάγγελμα ενός μελλοντικού συμβάντος, τότε σαφώς αποτυγ­ χάνουν. Ωστόσο πολλοί άνθρωποι πιστεύουν σε αυτές τις ιστο­ ρίες και πέφτουν κυριολεκτικά θύματα της μεγάλης βιομηχανίας του θανάτου, αφού περί βιομηχανίας πρόκειται - όπως απέδει­ ξαν η ΐ6δδίθ£ Μί(ίθΓΙβηΐ5 ο / 8ιι$βήη% ίη ΚβΙίξίοηζ ο / ίΗβ ΨοτΙά και στο κεφ. ί.5 του βιβλίου μου ΤΗβ ΚβΙίξίθΗ8 Ιπιαξίηαίίοη αηά ίΗβ 8βη$β ο / Οοά, “Ο Θάνατος του Θεού στον Ελληνικό και τον Ιουδαϊκό κόσμο”. Αν δεν υπάρχει μια επιθυμητή ζωή μετά θάνατον και εάν όλοι μας δίκαιοι και άδικοι εξίσου το ίδιο - οδεύουμε προς την ίδια ζοφε­ ρή κατάσταση της Σεόλ, γιατί οι δίκαιοι να μένουν τόσο συχνά χωρίς ανταμοιβή σ’ αυτή τη ζωή; «Εξάλλου δεν υπάρχουν μετα­ θανάτιες ανταμοιβές: γιατί τότε ο Θεός εγκαταλείπει, καθώς φαίνεται, όσους προσπαθούν να τηρήσουν την πίστη τους μέσα στα όρια της πεσυμφωνημένης διαθήκης. Αποτελεί μια κοινότυ­ πη παρατήρηση ότι

ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΣ

93

Η βροχή έπεφτε κάθε μέρα πάνω στους δίκαιους και στους άδικους ανθρώπους Πιο πολΰ όμως πάνω στους δίκαιους γιατί οι άδικοι κλέβουν τις ομπρέλες των δίκαιων.

Σε τι ωφελεί τότε να είναι κανείς δίκαιος αν δεν υπάρχει τελική ανταμοιβή; Το ζήτημα πήρε δραματικές διαστάσεις κατά την εξέγερση των Μακκαβαίων, όπου οι δίκαιοι ήταν ακριβώς αυτοί που κινδύνευαν να σφαγιαστούν από τους εχθρούς τους, τους Σελευκίδες: αν οι δίκαιοι ορίζονται ως εκείνοι που πασχίζουν να τηρούν τις εντολές του ©€βύ, είναι και οι ίδιοι που αρνουνται ξένες διαταγές, οι οποίες έρχονται σε σύγκρουση με την Τόρα, και επομένως αρνούνται να πολεμήσουν το Σάββατο, όπως καταγράφει το Μακκ. Α' 2, 29-38. Το αποτέλεσμα ήταν: “καί άνέστησαν έπ ’ αυτούς έν πολέμφ τοϊς σάββασιν, καί άπέθανον αυτοί καί αι γυναίκες αυτών καί τά τέκνα αυτών καί τα κτήνη αυτών έως χιλίων ψυχών ανθρώπων” (ό.π, εδάφιο 38).

Την περίοδο αυτή και λίγο νωρίτερα (2ος αι. π.Χ.) άρχισαν να σχηματοποιούνται οι πεποιθήσεις ή διαβεβαιώσεις για το ότι - όπως το θέτει το Βιβλίο της Σοφίας με μεγάλη ευγένεια: "Δικαίων δέ ψυχαί έν χειρί θεοϋ, καί οϋ μή άψηται αυτών βάσανος. έδοξαν έν όφθαλμοΐς άφρόνων τεθνάναι, ... οι δέ είσιν έν ειρήνη ”

(Σοφ. Σολ. 3, 1 κ.ε.) Το πρόβλημα με τους μάρτυρες (όσους δεν διασώζονται από το θάνατο ακόμα και αν προφανώς τηρούν το Νόμο) εξασφάλι­ σε μια καθαρή επικέντρωση για την ολοένα αυξανόμενη πίστη σε μια αποκατεστημένη ζωή μετά θάνατον. Το ζήτημα αυτό δεν αποτελεί όμως τη μόνη και μοναδική αιτία δημιουργίας αυτών των πεποιθήσεων. Οι απαρχές τους διαφαίνονταν και πριν από την εξέγερση και απέρρεαν από την ομολογία της ύπαρξης του Θεού ως δημιουργού και φύλακα του Ισραήλ - η εμπειρία τους τόσο στο παρελθόν όσο και στο παρόν ήταν αδιαμφισβήτητη, γιατί όχι λοιπόν και για το μέλλον; Η υπόσχεση ^ ια το μέλλον εκφράζεται ήδη ρητά στην επιλο­

94

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

γή του Ισραήλ και στις πολλές συνομολογούμενες συμφωνίες που καταγράφτηκαν σ’ ολόκληρη τη διάρκεια της βιβλικής περιόδου και μετέπειτα: Την ζωήν καί τον θάνατον δέόωκα προ προσώπου υμών, την ευλο­ γίαν καί την κατάραν εκλεξαι την ζωήν, Γνα ζής συ καί το σπέρμα σου. (Δευτ. 30,19 κ.ε.* πβ. Βαροΰχ 4,1 κ.ε.)

Αφότου ο Δαυίδ εισήγαγε το θεσμό της βασιλείας και οι ελπίδες που είχαν συγκεντρωθεί στον αμασιάχ, αυτόν που έχει χρισθεί (ή “τον Μεσσία”), μετατέθηκαν από τους ζώντες απογό­ νους του Δαυίδ σ’ ένα μελλοντικό πρόσωπο, η υπόσχεση αυτή δόθηκε με περισσότερη λεπτομέρεια και έγινε πιο ουτοπική - η μετάβαση αυτή έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της εξορίας (6ος αι. π.Χ.) και μετέπειτα, ενώ έχω δώσει μια σύντομη περιγραφή της στο βιβλίο ΤΗβ Κβϊί§ΐθΗ8 Ιηιαφιαύοη8 αηά ίΗβ 5βη8β ο/ Οοά, κεφ. ί.5. Μέχρι και τη ραββινική περίοδο (γΰρω στον 7ο αι. μ.Χ.) οι ελπίδες που εστιάζονταν στον Μεσσία (ή τους Μεσσίες) ποικίλλουν εξαιρετικά, σε γενικές γραμμές βέβαια οι πεποιθή­ σεις που αφορούν τη μεσσιανική εποχή προσβλέπουν σε μια περίοδο ειρήνης και ευημερίας όπου η κυριαρχία του Θεοΰ θα είναι και αποτελεσματική και αναγνωρισμένη. Αυτή είναι η παλινόρθωση του Ισραήλ που αποτελεί εξίσου το επακόλουθο της πρωτοβουλίας και της δράσης του Θεού όσο και της αρχικής επιλογής του Ισραήλ - όπως ήταν πράγματι και η ίδια η στιγμή της δημιουργίας. Για ποιο λόγο επομένως να μην είναι δυνατό για τον Θεό να συμπεριλάβει σ’ αυτή την υποσχόμενη παλινόρ­ θωση μια ανα-δημιουργία των πιστών του εταίρων; - μια επι­ στροφή, με πνοή και αίμα, στη ζωή των διασκορπισμένων λει­ ψάνων όσων του είχαν παραμείνει πιστοί; Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα φαίνεται πως γινόταν όλο και περισσότερο καταφατική: ναι, δεν ήταν αδύνατο. Και πράγματι το να αμφισβητήσει κανείς τη δυνατότητα αυτή, θα ισοδυναμούσε, κατά μια έννοια, με το να αμφισβητήσει την ισχύ

ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΣ

95

του Θεού να πράττει κατά βούληση. Μέσα από το παραπάνω^ σκεπτικό άρχισαν να αναπτύσσονται οι προσδοκίες της ύστερης βιβλικής περιόδου* παραδείγματος χάρη στην αποκαλούμενη αποκάλυψη του Ησαΐα (Ησ. 24-27, βλ. ιδίως 26,7-19) και ολο­ φάνερα στο όραμα του Ιεζεκιήλ 37, για τα ξερά κόκαλα που κυριολεκτικά επανασυναρμολογούνται: καί έλάλησεν κύριος πρός με Χέγων Υιέ ανθρώπου, τά όστά ταϋτα πας οίκος Ισραήλ έστίν, καί αυτοί λέγουσιν Ξηρά γέγονεν τά όστά ημών, άπόλωλεν ή ελπίς ημών, διαπεφωνήκαμεν. διά τοϋτο προφήτενσον καί ειπόν Τάδε λέγει κύριος Ιδού εγώ ανοίγω υμών τά μνή­ ματα καί άνάξω υμάς έκ των μνημάτων υμών καί είσάξω υμάς εις τήν γην τον Ισραήλ, καί γνώσεσθε ότι εγώ είμι κύριος έν τφ άνοίξαί με τούς τάφους ϋμών του άναγαγεϊν με έκ τών τάφων τον λαόν μου. καί δώσω το πνεϋμα μου εις υμάς, καί ζήσεσθε, καί θήσομαι υμάς επί τήν γην υμών, καί γνώσεσθε ότι εγώ κύριος λελάληκα καί ποιή­ σω, λέγει κύριος. (Ιεζ. 37, 11-14)

Έ ως και την περίοδο της εξέγερσης των Μακκαβαίων είχε πια καθιερωθεί η ενδεχόμενη αποκατάσταση των πιστών του Θεού στη ζωή, αν και δεν αποτελούσε αναγκαστικά μια πολύ διαδεδομένη αντίληψη. Το βιβλίο της Σοφίας Σιράχ, που γρά­ φτηκε λίγο πριν από την περίοδο της κρίσης των Μακκαβαίων, παραμένει σε πολύ μεγάλο βαθμό εντός των ορίων που διαγρά­ φονται από τις γενικότερες προσδοκίες της Βίβλου: επαναλαμ­ βάνει την άποψη ότι η ανταπόδοση επισυμβαίνει σ’ αυτή τη ζωή (3,26, 4,12(17), 11,26-8, 12,1-7) και αντιστρόφως ότι οι δίκαιοι ανταμείβονται εδώ και τώρα (2,10 κ.ε.), συγκεκριμένα με το να κρατιούνται μακριά από τη Σεόλ 51,6 (8) κ.ε. Βέβαια δεν υπάρ­ χουν τιμωρίες στη Σεόλ: “μή εύλαβοϋ κρίμα θανάτου, εϊτε δέκα είτε έκατόν εϊτε χίλια έτη, ούκ έστιν έν ςιδου έλεγμός ζωής” (41, 3(15)). Γενικά, η μόνη αθανασία στην οποία μ πορεί να ελπίζει κανείς είναι αναδρομικού τύπου, αυτή που απονέμουν οι ζωντανοί στους νεκρούς τηρώντας τις προτροπές της Σοφίας Σιράχ (πολύ

96

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

αγαπητής κατά τις ημέρες των σχολικών λόγων): “Αίνέσωμεν δή άνδρας ένδοξους καί τούς πατέρας ημών τχ\ γενέσει” (44,1). Ωστόσο ακόμα και στη Σοφία Σιράχ υπάρχουν κάποιες περιορισμένες ελπίδες που στηρίζονται στις ερμηνευτικές δυνα­ τότητες που παρέχει η παράδοση των Ενώχ και Ηλία (44.16, 48,5/9) και Ιεζεκιήλ 37* εκφράζονται στη δέηση “τά όστά αϋτών άναθάλοι έκ τοϋ τόπου αϋτών καί το όνομα αυτών άντικαταλλασσόμενον έφ ’ υίοίς δεδοξασμένων αϋτών ” (46,12) από κοινού με το “καί των δώδεκα προφητών τά όστά άναθάλοι έκ τοϋ τόπου αυτών”

(49,10). Συνεπώς υπήρχε ένα προηγούμενο για τον Δανιήλ, που έγραψε στα μέσα της κρίσης των Μακκαβαίων για την επίμονη προσδοκία του ως προς τη μεταθανάτια δικαίωση των πιστών αυτός βέβαια χρησιμοποιεί ένα καινούργιο εκφραστικό είδος, την εικονοποιία της αποκαλυπτικής γραμματείας: έθεώρουν έν όράματι τής νυκτός καί ιδού έπί τών νεφελών τοϋ ούρανοϋ ώς υιός ανθρώπου* ήρχετο, καί ώς παλαιός ημερών παρήν, καί οί παρεστηκότες παρήσαν αϋτφ. καί έδόθη αϋτφ έξουσία, καί πάντα τά έθνη τής γής κατά γένη καί πάσα δόξα αϋτφ λατρεύουσα- καί ή έξουσία αϋτοϋ εξουσία αιώνιος, ήτις ου μή άρθή, καί ή βασιλεία αϋτοϋ, ήτις ου μή φθαρή.” (Δαν. 7,13 κ.ε.)

Στην ερμηνεία του οράματος αυτού, οι “άγιοι” (πβ. Αρ. 16,3, Ησ. 4,3, Ψαλμ. 34,9) ταυτίζονται με εκείνους στους οποίους απονέμεται ανώτατη αρχή για πάντα* τα θηρία ανατρέπονται, μαζί και ο Σελευκίδης βασιλιάς, Αντίοχος ο Επιφανής. Αν όμως ο Δανιήλ υπαινικτικά ενθαρρύνει τους πιστούς να πιστεύουν στη μεταθανάτια δικαίωσή τους, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τα βιβλία που γράφτηκαν ως ερμηνευτικά σχόλια στην εξέγερση των Μακκαβαίων, ιδίως το Β' και Δ'. Και τα δύο αφηγούνται ιστορίες για τους μάρτυρες - και στην πραγματικό­ τητα λένε την ίδια ιστορία. Χειρίζονται όμως πολύ διαφορετικά * μπαρ ενάς στα Αραμαϊκά = μπεν Αόάμ, ο υιός του ανθρώπου.

ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΣ

97

το ζήτημα του τι ακριβώς είναι σε θέση να επιζήσει από το θάνατο, ή τι μπορεί να αποκατασταθεί μετά απ’ αυτόν. Το Μακ­ καβαίων Β’ αναμφίβολα θεωρεί την ανάσταση του σώματος ως την ανταμοιβή για τους εναρέτους, συγκεκριμένα τους μάρτυ­ ρες, και δομεί το υλικό του βάσει της παράδοσης που πολύ αργότερα ονομάστηκε Γραφή. Π.χ. διατηρεί μια βιβλική άποψη για τη Σεόλ, όπου καταλήγουν με το θάνατό τους αδιάκριτα τόσο οι ενάρετοι όσο και οι μοχθηροί, ενώ αναπτύσσεται και το επαγωγικό συμπέρασμα ότι η ίδια η Σεόλ βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Θεού και αποτελεί δημιουργία του. Έ τσι λοιπόν ο Ελεάζαρ αρνείται να φάει από το χοιρινό κρέας που του επι­ βάλλεται με το ζόρι, λέγοντας τα εξής: “εί γάρ καί έπί τοϋ παρό­ ντος έξελοϋμαι τήν έξ άνθρώπων τιμωρίαν, άλλά τας τοϋ παντοκράτορος χεΐρας οϋτε ζών οϋτε άποθανών έκφεύξομαι” (6,26). Και ο

Ελεάζαρ αποδέχεται το θάνατο, όχι επειδή πιστεύει ή εκφράζει κάποια ελπίδα ότι θα τον οδηγήσει σε κάποια ανταμοιβή, αλλά επειδή δεν μπορεί να προδώσει το παρόν βίωμα της ύπαρξης του Θεού: “μέλλων δέ ταΐς πληγαΐς τελευτάν άναστενάξας εΐπεν Τφ κυρίφ τφ τήν αγίαν γνώσιν εχοντι φανερόν έστι ότι δυνάμενος άπολυθήναι τοϋ θανάτου σκληράς υποφέρω κατά τό σώμα άλγηδόνας μαστιγούμενος, κατά ψυχήν δέ ήδέως διά τον αυτοϋ φόβον ταϋτα π ά σ χ ω (6,30 κ.ε.)

Ό ταν όμως το Μακκαβαίων Β' αφηγείται την ιστορία των επτά αδελφών που φονεύονται διαδοχικά μπροστά στη μητέρα τους (η οποία σκοτώνεται και η ίδια στο τέλος) η Σεόλ έχει μετατραπεί πια σε ένα είδος στρατοπέδου διερχομένων για τους ενάρετους - και ιδιαίτερα, προφανώς, για όσους πιστούς Εβραί­ ους αρνούνται να παραβούν τις εντολές της Τόρα. Έτσι ο τέταρ­ τος αδελφός, (ίγενόμενος προς τό τελευτάν οϋτως έφη Αίρετόν μεταλλάσσοντας υπ ’ άνθρώπων τάς υπό τοϋ Θεοϋ προσδοκάν έλπίδας πάλιν άγαστήσεσθαι ύπ ’ αύτοϋ' σοί μέν γάρ άνάστασις εις ζωήν ούκ £σται.” (7,14 κ.ε.).

Η ίδια γενική προσδοκία εκφράζεται και από τον δεύτερο αδελφό:

98

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

καί τό τής κεφαλής δέρμα συν ταΐς θριξίν περισνραντες έπηρώτων Εί φάγεσαι προ τοϋ τιμωρηθήναι τό σώμα κατά μέλος; ό δέ άποκριθείς τή πατρίφ φωνή προσείπεν Οϋχί. διόπερ καί οϋτος τήν εξής ελαβεν βάσανον ώς ό πρώτος, έν έσχάτη δέ πνοή γενόμενος είπεν Συ μέν, άλάστωρ, έκ τοϋ παρόντος ημάς ζήν άπολύεις, ό δέ τοϋ κόσμου, βασιλεύς άποθανόντας ημάς υπέρ τών αϋτοϋ νόμων εις αιώνιον άναβίωσιν ζωής ημάς άναστήσει. (7,7-9).

Το Μακκαβαίων Β' δηλώνει με σαφήνεια ότι η διαρκής ανα­ νέωση της ζωής απαιτεί την ανάσταση του σώματος, όπως εξη­ γεί και ο τρίτος αδελφός: “Έξ ούρανοϋ ταϋτα [μέλη] κέκτημαι καί διά τούς αϋτοϋ νόμους ύπερορώ ταϋτα καί παρ’ αϋτοϋ ταϋτα πάλιν έλπίζω κομίσασθαι” (7,11 κ.ε.). Η αντίληψη αυτή είναι κυριολε­

κτικά υπερβολική, όπως μπορεί κανείς να δει στο θάνατο του Ραζίς - τον είχαν καταγγείλει στον Νικάνορα και όταν τα στρα­ τεύματα τον περικύκλωσαν, επιχείρησε να πέσει πάνω στο ξίφος του, όμως όπως μας λέει η ιστορία: τή δέ πληγή μή κατευθικτήσας διά τήν τοϋ άγώνος σπουδήν καί τών όχλων έσω τών θυρωμάτων είσβαλλόντων άναδραμών γενναίως έπί τό τείχος κατεκρήμνισεν εαυτόν άνδρωδώς εις τούς όχλους, τών δέ ταχέως άναποδισάντων γενομένου διαστήματος ήλθεν κατά μέσον τον κενεώνα. έτι δέ έμπνους υπάρχων καί πεπυρωμένος τοις θυμοϊς έξαναστάς φερομένων κρουνηδόν τών αιμάτων καί δυσχερών τών τραυμάτων όντων δρόμφ τούς όχλους διελθών καί στάς έπί τίνος > πέτρας άπορρώγος παντελώς έξαιμος ήδη γινόμενος προβαλών τά έντερα καί λαβών έκατέραις ταΐς χερίν ένέσεισε τοις όχλοις καί έπικαλεσάμενος τον δεσπόζοντα τής ζωής καί τοϋ πνεύματος ταϋτα αϋτφ πάλιν άποδοϋναι τόνδε τον τρόπον μετήλλαξεν. (14,43-46)

Οι βιβλικές ρίζες του παραπάνω χωρίου είναι εμφανέστατες, Εκεί όπόύ το Μακκαβαίων Β' προχωρεί πολύ περισσότερο είναι σχετικά με τη βεβαίωση ότι οι ζωντανοί μπορούν να βοηθήσουν τους νεκρούς με δεήσεις και θυσίες (κεφ. 12, 38-45). Από μόνο

ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΣ

99

του το χωρίο αυτό - που ανήκει σ’ ένα βιβλίο που κανένας Εβραίος και μόνο ορισμένοι Χριστιανοί θεωρούν ως μέρος των Γραφών δημιουργεί τη βάση της θεμελιώδους δικαιολόγησης των μεταγενέστερων χριστιανικών αντιλήψεων για το καθαρτή­ ριο και τις συγκεντρώσεις των νεκρών. Μετά από μια νικηφόρα μάχη, ο Ιούδας συγκέντρωσε τα σώματα για ενταφιασμό στα μνήματα των πατέρων τους, και έκανε ένα σωρό “περί άμαρτίας θυσίαν πάνυ καλώς καί άστείως πράττων υπέρ άναστάσεως δίαλογιζόμενος εί μή γάρ τούς προπεπτωκότας άναστήναι προσεδόκα , περισσόν καί ληρώδες υπέρ νεκρών εϋχεσθαι... δθεν περί τών τεθνηκότων τον εξιλασμόν έποιήσατο τής άμαρτίας άπολυθήναι”. Ακόμα

όμως και σ’ αυτό το απόσπασμα υπάρχει η ομολογία ότι δεν μοιράζονταν όλοι οι Εβραίοι αυτή τη δοξασία. Ο συγγραφέας πρόσθεσε μια παρένθεση, “εΐτε’ έμβλέπων τοϊς μετ' εύσεβείας κοιμωμένοις κάλλιστον άποκείμενον χαριστήριον, όσια καί ευσεβής ή έπίνοια”. Αυτό αποτελεί τη θέση των Σαδδουκαίων και της Βίβ­

λου και εκφράζει επιπλέον μια ανθρωπολογία (περιγράφοντας σε τι συνίσταται το ανθρώπινο ον) που είναι στη βάση της βιβλι­ κή. Το σώμα, το αίμα και η πνοή συγκροτούν τον εαυτό, ενώ το άτομο και η αθανασία βρίσκονται στις μνήμες των άλλων. Από τη στιγμή που η γλώσσα των νεφές και ρουά (ζωή και πνοή) γράφτηκε8στα Ελληνικά (αφού όλο και περισσότεροι Εβραίοι άρχισαν να χρησιμοποιούν τα Ελληνικά, τη 1ίη§ιι& ίταηοα του μεσογειακού κόσμου), έγινε φανερή η δυνατότητα του ελληνικού φιλοσοφικού στοχασμού, καθώς ένας Έλληνας αναγνώστης θα έβλεπε τόσο οικείες λέξεις όπως ψυχή και πνεϋμα. Αυτές βέβαια δεν θα του υπέβαλαν αμέσως μια απλή και μοναδική έννοια της ψυχής και της αθανασίας της, αφού ζητήματα όπως αυτό είχαν δεχτεί πολλή συζήτηση στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία. Τουλάχιστον όμως θα επιτρεπόταν η εμπλοκή των ιουδαϊκών προσδοκιών με τον αρχαιοελληνικό στοχασμό. Ιδιαίτερα θα ενθαρρυνόταν η υπόθεση ότι η ψυχή ή το πνεύμα ίσως να ήταν μια αυτοδύναμη πραγματικότητα που θα επιβίωνε ξεκομμένη από το σώμά, από μόνη της δικαιωματι­

100

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

κά, ακόμα και αν θα χρειαζόταν να επανασυνδεθεί με αυτό το σώμα ή, με ένα οποιοόήποτε σώμα, ώστε να επιτύχει την πλήρη έκφρασή της. Από δω και πέρα ο δρόμος προς κάποιο είδος πλατωνικού δυϊσμού είναι ανοιχτός. Το τι πίστευε ο ίδιος ο Πλάτων είναι ένα επίμαχο ζήτημα, ασφαλώς όμως του αποδιδόταν μια κάποια τέτοια μορφή δυϊ­ σμού - όπως βλέπουμε και στον επιτάφιο λόγο που έγραψε γι’ αυτόν ο Διογένης ο Λαέρτιος: Φοίβος έφυσε βροτοϊς Ασκληπιόν ήδέ Πλάτωνα, τον μέν ίνα ψυχήν, τον δ ’ ϊνα σώμα σάοι.

Και η πραγματική επιγραφή στον τάφο του Πλάτωνα επισημαί­ νει το ίδιο: γαϊα μέν έν κόλπφ κρύπτει τόδε σώμα Πλάτωνος ψυχή δ ’ άθάνατον τάξιν έχει μακάρων.

Κάποιοι Εβραίοι επιχείρησαν σκόπιμα να ικανοποιήσουν την αρχαία ελληνική αναζήτηση της σοφίας και του Θεού, δείχνο­ ντας σε ποιο βαθμό η ιουδαϊκή πίστη και παράδοση αποτελούν την αλήθεια που αναζητούσαν οι Έλληνες. Έ ω ς και την εποχή του Ιησού και του Παύλου (και αργότερα) πάρα πολλές από τις καλύτερες διάνοιες ήταν πεπεισμένες για την αλήθεια του Ιου­ δαϊσμού, ενώ πολλοί Ρωμαίοι συγγραφείς διαμαρτύρονταν θυμωμένα για την ανοησία τους. Το Μακκαβαίων Δ' ανήκει σαφώς σ’ αυτή την προσπάθεια να καταδειχθεί με ποιον τρόπο ο Ιουδαϊσμός ικανοποιεί τις ανάγκες που εκφράζει η αρχαία ελληνική αναζήτηση. Στην αρχή του βιβλίου δηλώνεται το βασικό του θέμα: “Φιλοσοφώτατον λόγον έπιδείκνυσθαι μέλλων, εί αντοδέσποτός έστιν τών παθών ό ευσεβής λογισμός ... - ένα ερώτημα που έθεσαν επίσης πολλοί

Έλληνες φιλόσοφοι. Η απάντηση που δίνει το Μακκαβαίων Δ’ είναι πως η λογική από μόνη της δεν επαρκεί: αυτό που χρειά­

ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΣ

101

ζεται είναι μια λογική που ελέγχεται και εμπνέεται από την ευσέβεια, αυτό που το βιβλίο αποκαλεί ευσεβή λ ο γισ μ ό * το βιβλίο υποστηρίζει ότι η ευσέβεια είναι εφικτή μόνο μέσω της ιουδαϊκής θρησκείας. Συνεπάγεται, λοιπόν, ότι ο πιστός Εβραί­ ος δεν θα πρέπει να φοβάται ποτέ το θάνατο, αφού ο θάνατος οδηγεί στη ζωή - πράγματι, οδιΐΥ£ ί ^ ι η ^ ^ ^ άλλους, εφόσον ο θάνατος των πιστών (ω^ μαοτΰοωνΊ είναι θυσιαστή Το Μακκαβαίων Δ' όμως κυρίως τονίζει την αθανασία της ψυχής, και όχι την αναδόμηση του σώματος, ως την οδό διαμέ­ σου της οποίας ο πιστός μπορεί πράγματι να συνεχίσει να ζει συναναστρεφόμενος τον Θεό. Οι Πατριάρχες υποδέχονται τις ψυχές των πιστών όταν πεθαίνουν (5,37, 18,23) και εκείνες οι ψυχές έπειτα ανταμείβονται ενώπιον του Θεοΰ (9,8, 15,2, 17,5). Ο Εβραίος συγγραφέας που επιχείρησε ακόμα πιο ρητά και προμελετημένα να ερμηνεύσει τον Ιουδαϊσμό με όρους που να τον συσχετίζουν όντως με τις αρχαιοελληνικές δοξασίες, ήταν ασφαλώς ο Φίλων. Όσο κι αν αποκηρύχθηκε αργότερα από τον Ιουδαϊσμό, όσο ζούσε δεν ήταν ο μόνος που παρέμενε πιστός στην Τόρα - καθώς πίστευε με έμφαση -, ερμηνεΰοντάς την όμως ταυτόχρονα* με όρους που είχαν καθιερωθεί από την αρχαία ελληνική φιλοσοφία. Όσον αφορά τους ανθρωπολογικούς όρους επομένως, δεν δυσκολευόταν καθόλου να διακρίνει μια ισοδύναμη εμπειρία ανάμεσα στην ιουδαϊκή έννοια ταχν δύο^ γιεζέρ-ς (τάσεων) που έλκουν το άτομο ανάμεσα στο καλό και το κακό και στη δυιστική πάλη της ψυχής για να χειραφετηθεί από την εμπλοκή της στις κακές επιθυμίες και τάσεις. Όπως το έθεσε Οοιιάεηοιι^ΐι, ο Φίλων αποδεχόταν την πλατωνική αντίλη­ ψη “ότι το πρόβλημα του ανθρώπου βρίσκεται πρωταρχικά στην πάλη ανάμεσα στην ύλη και το άυλο στοιχείο. Αυτή η πάλη εκφράζεται στον κάθε άνθρωπο με τη σύγκρουση που διεξάγει το σώμα του, μαζί ίσως και με τον οργανωτικό νου του σώματος, εναντίον της θείας ψυχής, του πνεύματος ή του ανώτερου νου

102

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

που βρίσκεται μέσα του”. Στα πλαίσια μιας τέτοιας ανθρωπολογίας, τι θα μπορούσε να πει για το θάνατο; Βασικά έδωσε έμφαση σ’ έναν ανένδοτο ρεαλισμό ως προς το γεγονός του θανάτου, ως μια προοπτική αναπόφευκτη για όλους τους ανθρώπους. Έ τσι σχολίασε τα εξής~για τη δέηση στο Δευτ. 33,6: “Ζήτω Ρονβην καί μή άποθανέτω”: “Μήπως εδώ ο Μωυσής προσεύχεται να μη γνωρίσει ποτέ το θάνατο και τη φθορά, πράγμα αδύνατο για τον άνθρωπο; Ασφαλώς όχι”. Ο ίδιος επίσης φαίνεται ότι πότε-πότε εξέφρα­ ζε την πίστη του στον παράδεισο και την κόλαση με την κυριο­ λεκτική τους σημασία, τουλάχιστον έτσι όπως τα συλλάμβανε ως τόπους ανταμοιβής και τιμωρίας. Έτσι, στο Ώβ ΟΗβτ. 2 γρά­ φει τα εξής: τον δέ πιεσθέντα καί ύποβεβλημένον σφοδρρ καί άνιάτφ νόσφ φέρειν άνάγκη τά δεινά μέχρι τοϋ παντός αίώνος άθάνατα- σκορακισθέντα εις άσεβών χώρον, ϊν ’ άκρατον καί συνεχή βαρυδαιμονίαν νπομένη.

Ακόμα συχνότερα ο Φίλων τόνιζε ότι όροι όπως ο “παράδει­ σος” και η “κόλαση” έχουν μόνο αυτό που αποκαλεί “μυθολογι­ κή αξία”, και σ’ ένα φημισμένο απόσπασμα από το Ομβζίίοηβζ βί 8οΙιιύοηβ8 ίη Εχοάηηι 2.40 γράφει για την ψυχή που θεοποιείται ή αποθεώνεται με την άνοδό της στον Θεό μετά θάνατον: “μια θεία ψυχή αποθεώνεται ανεβαίνοντας όχι στον αέρα ή τον αιθέ­ ρα ή τον παράδεισο που βρίσκεται ψηλότερα από καθετί, αλλά πέρα από τα ουράνια* γιατί πέραν του κόσμου, δεν υπάρχει άλλος τόπος αλλά ο Θεός [ηοη Ιοαίδ δοά ϋειίδ].” Αυτή η τελευταία φράση συνοψίζει το πραγματικό επίκεντρο του ενδιαφέροντος του. Ο Φίλων αρκούνταν απλώς να μιλά για την αθάνατη ζωή και τον αιώνιο θάνατο, προτιμώντας το από την κατά γράμμα χαρτογράφηση του παράδεισου και της κόλα­ σης, όπως συνέβαινε με την άλλη σημαντική επινοητική ενάσκη­

ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΣ

103

ση της εποχής του, την αποκαλυπτική γραμματεία: άλλά παρ ’ έμοιγε καί φίλοις τοϊζ έμοϊς τής μετά άσεβών ζωής ό μετά ευσεβών αίρετώτερος άν εϊη θάνατος*τούς μέν γάρ οϋτως άποθανόντας ή άθάνατος έκδέξεται ζωή, τούς δέ έκείνως ζώντας ό άίδιος θάνατος (Όβ Ρθ8ί. 39)

Τότε όμως ανακύπτει αναγκαστικά το εξής ερώτημα: τι είναι εκείνο που βιώνει αυτήν την αθάνατη ζωή; Δεν είναι δυνατό να εκμαιεύσουμε μια μοναδική, συνεπή απάντηση από τα έργα του Φίλωνα που διασώζονται, κάποια θέματα όμως επανέρχονται συχνά. Υποστήριξε, λοιπόν, αρκετές φορές ότι η ψυχή του ανθρώπου είναι ύλη και ότι είναι φτιαγμένη από την πέμπτη ουσία (τον αιθέρα ), η οποία και διαφέρει από τα τέσσερα στοι­ χεία του σώματος. Για το λόγο αυτό, αποκάλεσε τη ζωή ένα απόσπασμα , ένα τεμάχιο, και αυτό του πρόσφερε τη δυνατότητα μιας φυσικής αλληλουχίας, με το θάνατο να αποσυνθέτει τα στοιχεία και την ψυχή να επιστρέφει “στον πατέρα της”. Το κρί­ σιμο χωρίο του ζ),ιιί8 Κ βηιτη 282 το δείχνει ολοκάθαρα: καθάπερ γάρ όνόματα καί φήματα καί τά τοϋ λόγου μέρη πάντα συνέστηκε μέν έκ τών τής γραμματικής στοιχείων, άναλύεται δέ πάλιν εις έσχατα εκείνα, τον αυτόν τρόπον έκαστος ημών συγκριθείς έκ τών τεττάρων καί δανεισάμενος άφ’ έκάστης ουσίας μικρά μόρια, καθ’ ώρισμένας περιόδους καιρών έκτίνει τό δάνειον, εί μέν τι ξηρόν εϊη, άποδιδούς γή, εί δέ τι υγρόν, ϋδατι, εί δέ ψυχρόν, άέρι, εί δ 9 ένθερμον, πυρί. τά μέν σωματικά ταϋτα, τό δέ νοερόν καί ουράνιον τής ψυχής γένος προς αιθέρα τον καθαρώτατον ώς πατέ­ ρα άφίξεται ... ώς ό τών άρχαίων λόγος, έστω τις ουσία κυκλοφορητική, τών τεττάρων κατά τό κρεϊττον διαφέρουσα, έξ ής οΐ τε άστέρες καί ό σύμπας οϋρανός έδοξε γεγενήσθαι, ής κατ' άκόλουθον θετέον καί τήν άνθρωπίνην ψυχήν άπόσπασμα

Κινητήρια δύναμη, όμως, για τα συμπεράσματα του Φίλωνα δεν

104

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

αποτελούσε ο διανοητικός διαλογισμός και η ικανοποίησή του, αλλά η επίγνωση, που είχε σαφώς ο ίδιος, της σχέσης ανάμεσα στο ανθρώπινο και το θείο. Άρα και ο Φίλων - αν και με εντε­ λώς διαφορετικές λέξεις και έννοιες - απευθύνθηκε, όπως και ο Ελεάζαρ, στην εγκόσμια εμπειρία του Θεοΰ σαν το θεμέλιο κάθε ελπίδας. Υποστήριξε λοιπόν στο ϋ β α%. 13 και 14 ότι “αυτοί που ανέρχονται στα ύψη και επιστρέφουν στον τόπο από τον οποίο ήρθαν είναι εκείνοι που έχουν τη γνήσια τάση να φιλοσοφούν, εκείνοι που από την αρχή ως το τέλος μελετούν το θάνατο της σωματικής ζωής, ώστε να έχουν μερίδιο σε μια ανώ­ τερη μορφή ύπαρξης, ασώματη και άφθαρτη , παρουσία εκείνου που είναι ο ίδιος αθάνατος και αδημιούργητος”. Το σημαντικό σημείο εδώ είναι ότι αυτές οι πολύ διαφορετι­ κές εικόνες (για τη δυνατότητα της συνέχειας της εμπειρίας του Θεού μετά θάνατον) είναι όντως πάρα πολύ διαφορετικές. Το γεγονός αυτό φανερώνει ότι η εμπειρία της επίγειας ζωής έρχε­ ται πρώτη και ότι οι απεικονιστικές δραστηριότητες είναι δευτερεύουσες. Είναι δηλαδή προφανές ότι είναι παρασιτικές ως προς τη βιωματική εμπειρία της επίγειας ζωής. Αυτό καταδει­ κνύεται ακόμα περισσότερο αν προσθέσουμε και την παραστα­ τική κυριολεξία που συναντούμε στη φαντασία και την εικονοποιία της αποκαλυπτικής γραμματείας - εκτός του ότι αποτελούν χάρτες του μέλλοντος, συχνά είναι κατά την περιγραφή του Αιΐδΐίη Ράπτει “ο γύρος με τα αξιοθέατα της κόλασης από τον Ο)θ1ί”. Κι όμως παρά τον πειρασμό για μια φροϋδική “εκπλή­ ρωση της ευχής”, οι αναπαραστατικές δραστηριότητες δέχτηκαν αμφισβήτηση: αμφισβητήθηκε η ίδια η θεώρηση (ότι θα υπάρξει μια μεταθανάτια ζωή μαζί με τον Θεό) και το αιτιολογικό ήταν κυρίως ότι η παράδοση της Βίβλου δεν μπορεί να στηρίξει ένα τέτοιο συμπέρασμα. Ο αντίλογος αυτός είναι πασιφανής στην περίπτωση των Σαδδουκαίων: η αντίθεσή τους είναι πασίγνω­ στη, κυρίως επειδή εμφανίζονται στα Ευαγγέλια να θέτουν πολύ σκεπτικιστικές ερωτήσεις στον Ιησού, ιδίως για τη θέση της άτυ­ χης χήρας που, σύμφωνα με το Λεβιρατικό νόμο (σ. 82), υπο­

ΙΟΥΔΑΪΣΜΟΣ

105

χρεώθηκε να παντρευτεί επτά αδελφούς - έτσι λοιπόν εάν πρό­ κειται να υπάρξει αυτή η ανάσταση, ποιανού σύζυγος θα είναι τότε; Επίσης, μας είναι γνωστοί από το περιστατικό, όπου ο Παύλος 6, πώς τα κατάφερες;” “Είχα προσκολληθεί στην προγονική μου τιμή. Κρατιόμουνα σφιχτά από το φράκο του πατέρα μου και του παππού μου και του προπάππου μου, το ρούχο της ευλογημένης μνήμης”, είπε ο ραββί­ νος και τα μάτια του έψαχναν το μαύρο ουρανό από πάνω τους. “Πες μου όμως, φίλε μου, εσύ πώς έφτασες στην άλλη μεριά;” “Στηριζόμουν πάνω σου”, απάντησε ο φίλος του ραββίνου. (Εΐίαοΐι, Ηαήάίε ΤαΙβ$ ο/ίΗβ ΗοΙοοαιιζί, σσ. 3 κ.ε.)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ Η χριστιανική αντίληψη γιά το θάνατο κυριαρχείται από την πεποίθηση των πρώτων φίλων και μαθητών του Ιησού, πως Εκείνος πέθανε πάνω στο σταυρό, εντούτοις όμως αναστήθηκε από τον Θεό σε μια ζωή πέραν του θανάτου. Ο Χριστιανισμός είναι, επομένως, ένας εορτασμός των θαυμαστικών αναφωνήσε­ ων του Πάσχα: Ο Χριστός, ο Κύριός μας αναστήθηκε ξανά Ο Χριστός έσπασε κάθε αλυσίδα Άκουσε, οι άγγελοι φωνάζουν από χαρά τραγουδώντας συνεχώς εκεί ψηλά, Αλληλούια!

Τα λόγια αυτά φαίνονται αρκετά αυτονόητα* όχι όμως και πριν από το συμβάν της. Ανάστασης. Ό σο ζούσε ο Ιησούς δεν είχε αναγνωριστεί ούτε καν ως “Χριστός”, παρεκτός το πολύ-πολύ κατά έναν τέτοιο προσωρινό τρόπο που και ο ίδιος (όπως θα δούμε) φαίνεται πως θεωρούσε παραπλανητικό. Αυτό που τα Ευαγγέλια καθιστούν σαφές είναι πως ο Ιησούς αναγνωριζόταν, όχι ως ένα ιδιαίτερο θρησκευτικό ον, όπως λ.χ. ένας άγγελος, αλλά ως ένας ενοχλητικός ταραξίας, ένας αμφισβητίας που διέ­ θετε μια ολοφάνερη ανθρωπιά και του οποίου τα λόγια συνο­ δεύονταν από ισχυρές και θεόπνευστες πράξεις. Επομένως, η νοιστιανική αντίληψη για το θάνατο αρχίζει με τα ιο υ δα ϊκ ά ^ ιμφοα£όι^ ^ ο οποίος: έλαβε πολύ ανεξάρτητες θέσεις πάνω σε πολλά από τα κυριότερα θρησκευτικά και πολιτικά ζητήματα του καιρού του* προέ-

118

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

βλεψε τον ίδιο του το θάνατο, κατά ένα συγκεκριμένο τρόπο διακηρύττοντας ωστοσο πως^η^ άληΗεϊοΓΐοχΓ Θεοΰ” που εΐναι τοσο θεμελιώδης για τον Ιουδαϊσμό θα γίνει πασίδηλη εντός^και διαμέσου του θανάτου* για τον οποίο, επίσης, οι οπαδοί του πίστευαν πως ήταν συνταρακτικά δίκαιος με έναν τρόπο που, αρχικα τουλάχιστον, τους ξάφνιαζε. Επεται πως η χριστιανική αντίληψη για το θάνατο δεν μπο­ ρεί να συνοψισθεί σε μια αναφώνηση θαυμασμού, και πρέπει να τοποθετηθεί στο εξής αρχικό πλαίσιο: την ανάδυση του Χρι­ στιανισμού ως την πρέπουσα ερμηνεία του Ιο υ δ α ϊσ μ ο ύ ς με άλλα λόγια του πώς οι υποσχέσεις και οι εντολες της Παλαιός Διαθήκης θα επρεπε να τεθούν σε εφαρμργή στη δεδομένη ιστο­ ρική στιγμή. Κι αυτό επειδή κατά την περίοδο της ζωής του Ιησού υπήρχαν πολλές συγκρουόμενες ερμηνείες για το πώς θα έπρεπε να ζουν οι Ιουδαίοι (εκ γενετής ή εκ προσηλυτισμού) ως τα αληθινά τέκνα της Π. Διαθήκης: Σαδδουκαίοι, Φαρισαίοι, Ζηλωτές, Εσσηνοι, Φατριαστές της Ερυθράς Θάλασσας, Ελληνι­ στές, ακόμα και Σαμαρίτες θεωρούσαν τον εαυτό τους πιστά τέκνα και πιστούς ερμηνευτές της Π. Διαθήκης. Αυτό που έχει πει ο Ισραηλίτης μυθιστοριογράφος, Αιηοδ Οζ, για τους Εβραί­ ους στο σημερινό Ισραήλ, πως ο “Ιουδαϊσμός” είναι μια αφηρημένη έννοια, ισχύει τόσο για εκείνη την εποχή όσο και για σήμερα. Και αυτό που συναντούμε στην πράξη είναι ένα συνον­ θύλευμα από παραδόσεις και ακόμα ένα συνονθύλευμα από οράματα - οράματα που βασίζονται στις βιβλικές υποσχέσεις, και πόσο μάλλον εκείνη την εποχή, προσδοκίες για έναν επερχόμενο μεσσία (ή μεσσίες, αφού δεν υπήρχε συμφωνία ούτε και για τη φύση της μεσσιανικής προσδοκίας). Ο Χριστιανισμός αντιπροσωπεύει την πίστη ότι το όνειρο πραγματοποιήθηκε εν ζωή και ότι ο μεσσίας (ή Χριστός στα Ελληνικά) έχει έρθει:

119

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

έγειρε, ό καθεύδων, καί ανάστα έκ τών νεκρών, καί έπιφαύσει σοι ό Χριστός.

(Προς Εφεσ. 5,14) Ποιος έχει αναγνωριστεί ως Χριστός και γιατί; Προφανώς, όπως γνωρίζουμε εκ των υστέρων, ήταν ο άνδρας Ιησούς - ο όρος “Χριστός” έχει γίνει ουσιαστικά μέρος του ονόματος του. Πράγμα το οποίο ούτε και τότε ήταν τόσο ευνόητο, ούτε και τώρα* υπάρχει μία π ^ ν ρ χ ό μ ρ ν η ρ ν α τ α π η έ ο ίτ Τηΐ)&αϊπμού σ^ην ερμηνεία του Ιησού ως Χριστού αε την αιτιολογία ότι πολύ λίνα από τα καλούμενα “μεσσιανικά σημεία” (τα σημάδια που απαντούν στις βιβλικές υποσγέσεις ως μαρτυρία του ερχομού του μεσσία) έχουν ουσιαστικά πραγματοποιηθεί. Επομένως δεν είναι τόσο έκδηλο ή αναπόφευκτο ότι ο Ιησούς θα έπρεπε να είχε θεωρηθεί ως Χριστός. Σύμφωνα με τις Πράξεις των Αποστόλων 11,26, “οι οπαδοί του Ιησού ονομά­ στηκαν για πρώτη φορά Χριστ-ιανοί”, μόνο πολύ αργότερα από το θάνατο του Ιησού. Το γεγονός αυτό αντανακλά την καταγοαφή μιας γενικής διστακτικότητας στα Ευαγγέλια να αποκαλέσουν τον Ιησού “Χριστό”. Στην πραγματικότητα αυτό που συνα­ ντά κανείς, ιδίως στα τρία πρώτα Ευαγγέλια, είναι μια ευρεία κλίμακα από διαφορετικές ερμηνευτικές απόπειρες για το ποιος είναι ο Ιησούς και με ποιον τρόπο πράττει και λέει ό,τι πράττει: σννήσαν αϋτφ οί μαθηταί, καί έπηρώτησεν αυτούς λέγων τίνα με οι όχλοι λέγουσιν είναι; οί δέ άποκριθέντες είπαν* Ίωάννην τον βαπτι­ στήν, άλλοι δέ Ήλίαν, άλλοι δέ ότι προφήτης τις τών άρχαίων άνέστη. εϊπεν δέ αύτοις* υμείς δέ τίνα με λέγετε είναι; Πέτρος δέ άποκριθείς εϊπεν τον Χρίστον τοϋ Θεοϋ” (Κατά Λρυκ. 9, 18-20)

Σίγουρα σωστό; Όμως η άμεση αντίδραση του Ιησού ήταν να σταματήσει αυτή τη συγκεκριμένη ερμηνεία:

120

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

Ό δέ έπιτιμήσας αύτοΐζ παρήγγειλεν μηδενί λέγειν τοϋτο, είπών ότι δει τον υιόν τοϋ ανθρώπου πολλά παθεϊν καί άποδοκιμασθήναι από τών πρεσβυτέρων καί άρχιερέων καί γραμματέων καί άποκτανθήναι καί τη τρίτη ήμέρςχ έγερθήναι (Κατά Λουκ. 9, 21 κ.ε.).

Το ζήτημα εδώ είναι πολύ απλό αλλά πολύ βασικό για τη χριστιανική αντίληψη του θανάτου. Ο Ιησούς κατέστησε έκδηλο ό,τι τα Ευαγγέλια ονομάζουν στα Ελληνικά δύναμις. Τα Ευαγ­ γέλια υποστηρίζουν λοιπόν ότι ο Ιησούς κατέθεσε στον κόσμο (διαμέσου της ζωής και του σώματός του) το εξής επακόλουθο και την εξής ενέργεια: οι ζωές αλλάζουν τόσο ως προς τα λόγια όσο και ως προς τις πράξεις. Υπήρχε μια ενέργεια πφυ είχε μια συνταρακτική σημασία, και ήταν μια δύναμις που ο Ιησούς ισχυ­ ριζόταν πως δεν ήταν δική του. Αντίθετα, ισχυριζόταν και γνώ­ ριζε μέσα από την εμπειρία του, ότι προερχόταν από τον Θεό, τον οποίο χαρακτήριζε στη διδασκαλία του ως Αββά (δηλ. πατέ­ ρα), σαν κάποιον που εμπλεκόταν στις ζωές των παιδιών του. Επομένως κάποιες ενέργειες, όπως η ίαση της αρρώστιας σε συνδυασμό με την άφεση αμαρτιών (οι οποίες θεωρούνταν το αίτιο της αρρώστιας), εκλαμβάνονταν την εποχή εκείνη ως απο­ κλειστική κυριότητα του Θεού/Εντούτοις ο Ιησούς μιλούσε για συγχώρεση και θεράπευε την αρρώστια. Δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη λοιπόν το γεγονός ότι κάποιοι άρχισαν να ερωτούν, ποια είναι η πηγή των πράξεων του Ιησού και ποια είναι η δικαιοδοσία του. Το αντικείμενο αυτής της συζήτησης τίθεται με τη μεγαλύτε­ ρη δυνατόν συντομία και σαφήνεια στο Κατά Μάρκ. 6,2 κ.ε.: καί γενομένου σαββάτου ηρξατο διδάσκειν έν τη συναγωγή- καί οί πολλοί άκούοντες έξεπλήσσοντο λέγοντες- πόθεν τούτφ ταϋτα, καί τίς ή σοφία ή δοθεϊσα τούτφ * καί αί δυνάμεις τοιαϋται διά τών χειρών αϋτοϋ γινόμεναν οϋχ οϋτός έστιν ό τέκτων, ό υιός τής Μαρίας καί άδελφός Ιακώβου καί Ίωσήτος καί Ιούδα καί Σίμωνος; καί ούκ είσίν αί άδελφαί αϋτοϋ ώδε προς ημάς;

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

121

Η πρώτη ερώτηση είναι συντομότατη, τρεις μόνο λέξεις, “πόθεν τούτφ ταϋτα;” Από αυτές τις τρεις λέξεις προέρχεται η

αναγκαιότητα της Χριστολογίας, δηλαδή κάποιων προσπαθειών να δοθεί μια επαρκής ή όσο το δυνατόν επαρκέστερη περιγρα­ φή της σχέσης τού, αναμφισβήτητα, θνητού Ιησού (καί ούκ είσίν αί άδελφαί αύτοϋ ώδε προς ημάς;) με την πραγματικότητα και την οντότητα του Θεού, τον οποίο και θεωρούσε ο Ιησούς πηγή και απόθεμα για όλες του τις πράξεις και τα λόγια. Ο Ιησούς αξίω­ νε με τη ζωή και τα λόγια του πως η επικράτεια της ενέργειας του Θεού, το βασίλειο του Θεού ήταν κιόλας εκεί, παρόν τόσο στον ίδιο όσο και σε όσους το αναγνώριζαν με πίστη - και το παραπάνω επεισόδιο συνεχίζει καταγράφοντας πως η απιστία ματαιώνει την επενέργεια του Θεού. Ο Ιησούς ισχυριζόταν επί­ σης πως αυτή η συγκεκριμένη επικράτεια πρόκειται να επεκταθεί ευρύτατα: “άμήν λέγω ϋμίν ότι είσίν τινες ώδε τών έστηκότων οϊτινες ου μή γεύσωνται θανάτου έως άν ϊδωσιν τήν βασιλείαν τοϋ Θεοϋ έληλυθνΐαν έν δυνάμει” (Κατά Μάρκ. 9,1).

Είναι ο συσχετισμός με το θάνατο που μας αποσαφηνίζει το λόγο για τον οποίο η ερμηνεία του Ιησού ως Χριστού αντικρούστηκε αμέσως από την εντολή να μη διαδοθεί αυτή η ερμηνεία ευρύτερα. Αυτή η ίδια εντολή για σιγή απαντά και αλλού στα Ευαγγέλια, εκεί όπου όσοι είχαν πραγματικά νιώσει ή βιώσει οι ίδιοι να μεταδίδεται η δύναμις του Θεού διαμέσου του Ιησού, απέδιδαν και σ’ αυτόν μια εξίσου έγκυρη θέση όπως και στον Θεό: “πολλούς γάρ έθεράπευσεν, ώστε έπιπίπτειν αϋτφ ϊνα αύτοϋ άψωνται όσοι είχον μάστιγας, καί τά πνεύματα τά άκάθαρτα, όταν αυτόν έθεώρουν, προσέπιπτον αϋτφ καί εκραζον λέγοντα ότι συ εί ό υιός τοϋ Θεοϋ. καί πολλά έπετίμα αύτοίς ϊνα μή αυτόν φανερόν ποιήσωσιν” (Κατά Μάρκ. 3,10-12).

Το σημείο γίνεται σαφές: κανένας δεν αρνούνταν πως κάτι ασυνήθιστο συνέβαινε. Ακόμα και οι εχθροί του Ιησού, εκείνη την περίοδο και στη συνέχεια της ιστορίας, δεν αμφισβήτησαν το γεγονός ότι τα λόγια και οι πράξεις του ήταν γεμάτα από δύναμη και ανεξαρτησία. Το ζήτημα για αυτούς ήταν να μάθουν

122

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

από ποια πηγή αντλούσε την ενέργεια για τις πράξεις του* διότι κήρυττε και δρούσε συγκεκριμένα μέσα στα σύνορα της επικρά­ τειας του Ισραήλ (κυριολεκτικά μέσα στη συναγωγή και μετα­ φορικά σύμφωνα με τη συγκεκριμένη παράδοση). Αυτό γινόταν όμως με μια προκλητική ανεξαρτησία: “Ήκούσατε δ η έρρέθη τοϊς άρχαίοις ... εγώ δέ λέγω νμϊν...” (Κατά Ματθ. 5,21, 27, 31, 33, 38, 43). Το ζήτημα έπ ρ επ ε να τεθεί: με ποια βάση κηρύττει και πράττει κατ’ αυτόν τον τρόπο. Ή σύμφωνα με τη δική τους γλώσσα: “έν ποίφ έξουσίςι ταϋτα ποιείς; ή τίς σοι έδωκεν τήν έξουσίαν ταντην ινα ταϋτα ποιής;” (Κατά Μάρκ. 11,28, Ματθ. 21,23, Λουκ. 20,2) - μια ερώτηση στην οποία ο Ιησούς αντιδρούσε τόσο “διαχυτικά” όσο είχε υπαγορεύσει και στους άλλους. Για ποιο λόγο συνέβαινε αυτό; Η απάντηση φαίνεται ευνόητη* οι Ιουδαί­ οι πίστευαν πως υπήρχαν πολλοί τρόποι με τους οποίους ένα άτομο μπορούσε να έχει μια “ιδιαίτερη σχέση” με τον Θεό, και επομένως πιθανόν να ήταν σε θέση να προωθήσει μια αυτόνομη σκέψη ή πράξη. Τσως να ήταν προφήτης ή άγγελος, ή ξεχωριστά προικισμένος με Σοφία, ή ο Ηλίας που επέστρεψε για να εγκαι­ νιάσει τη μεσσιανική βασιλεία, ή ακόμη και ένας από τους δύο διαφορετικούς τύπους μεσσία - μία από τις δύο μορφές που χρί­ στηκαν “μεσσίες” (ΐϊΐοδδίαΐι = αυτός που έχει χρισθεί), δηλ. ή ο ύψιστος ιερέας ή ο απόγονος του Δαυίδ. Υπήρχαν πολλές μορ­ φές διαμέσου των οποίων εκδηλωνόταν μια ιδιαίτερη επενέργεια ή αλλιώς δύναμις %ου Θεού. Ό σο κι αν φαίνονταν όμως κατάλληλες για την περίπτωση του Ιησού κάποιες από εκείνες τις περιγραφές, ο ίδιος τις αντέκρουε όλες. 5ίτα Ευαγγέλια, πολλές από εκείνες τις ειδικές κατηγορίες “αιωρούνταν γύρω” από τον Ιησού σαν πιθανές ερμηνείες, και ενώ ο ίδιος καθώς φαίνεται δεν αποκήρυξε κάποιες απ’ αυτές, ούτε όμως και τις ασπάστηκε. Αντ’ αυτού αναφερόταν συχνότατα στον εαυτό του χρησιμοποιώντας μια έκφραση που δεν αποτελούσε τίτλο, ούτε καν μια κατηγορία ιδι­ αίτερης σχέσης με τον Θεό, παρά μονάχα στο βαθμό που τόνιζε τη σχέση στην οποία συμπεριλαμβάνονται όλοι οι άνθρωποι, τη

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

123

σχέση του δημιουργήματος με το Δημιουργό του, που υπόκειται στην καθολική πραγματικότητα του θανάτου. Η φράση αυτή είναι “ο υιός του ανθρώπου” - το νόημά της είναι εντελώς αβέβαιο (στο βιβλίο μου ΤΗβ ΚβΚξίοιιζ Ιπια^ίηαήοη, σσ. 139 κ.ε, έχω εξετάσει και συνοψίσει τις πιθανές ερμηνείες της). Σε τελικές γραμμές, βέβαια, για κάθε Ιουδαίο που άκουγε να διαβάζουν στη συναγωγή, ή στο Ναό τη Γραφή ή που απήγ­ γειλε τους Ψαλμοΰς σαν προσευχή και δοξολογία, δημιουργούνταν δυο συνειρμοί βιβλικής προέλευσης, που ενίσχυαν ο ένας τον άλλο: ο ένας είναι το ποιητικό παράλληλο για “τον άνθρω­ πο”, όπου η φράση “ένας υιός του ανθρώπου” χρησιμοποιείται συχνότατα σε συμφραζόμενα που σχετίζονται με το θάνατο (σ. 80)· και το δεύτερο είναι η χρήση της φράσης στον Δανιήλ (σ. 96) που αναφέρεται σε μια επερχόμενη μορφή η οποία σ’ αυτά τα συμφραζόμενα - εκπροσωπεί εκείνους που παρά το θάνατο και το μαρτύριο κράτησαν την πίστη τους στον Θεό και οι οποίοι δικαιώθηκαν από τον Θεό μετά θάνατον. Στην παραπάνω φράση, το οριστικό άρθρο (ο υιός του ανθρώπου, αυτός για τον οποίο όλοι γνωρίζετε) επιβάλλει μια αρκετά γνωστή παραπομπή: αυτή θα συμπεριλάμβανε ασφαλώς τον Δανιήλ, εφόσον - σύμφωνα με τη μαρτυρία που έφτασε ως εμάς - είναι η μόνη άλλη ευδιάκριτη χρήση που απαντά αρκετά συχνά ή καλύπτει ένα αρκετά ευρύ φάσμα. Για να το θέσουμε κι αλλιώς, για έναν άνθρωπο με παιδεία σχετικά με τη Βίβλο, η φράση “ο υιός του ανθρώπου” θα αποτελούσε αμέσως το έναυσμα της δανιηλικής εικόνας - και ιδιαίτερα εφόσον ο Δανιήλ έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση της ιουδαϊκής πίστης σε καιρούς διωγμών ή δοκιμασίας (πβ. τις νύξεις για τον Δανιήλ στην αποκαλούμενη “Αποκάλυψη του Μάρκου”, 13,26). Το ίδιο επιχείρημα όμως αναπόφευκτα μας παραπέμπει εξί­ σου και στον άλλο συνειρμό από τη Βίβλο - συχνότερα μάλιστα - για τον άνθρωπο ως “ήσσονα του Θεού” και υποκείμενο στην ποινή του θανάτου (σ. 80). Στα Εβραϊκά (όχι όμως και στα Αραμαϊκά η τα Ελληνικά που πολλοί Ιουδαίοι μιλούσαν σαν καθη­

124

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

μερινή τους γλώσσα), το ζήτημα οξύνεται περισσότερο, μιας και η φράση είναι μπεν Αδάμ, κυριολεκτικά “ο γιος του Αδάμ”, με τη λέξη Αδάμ ως ένα από τα αρκετά εβραϊκά συνώνυμα της λέξης “άνθρωπος”*διότι ο Αδάμ ήταν και ο πρώτος που του επι­ βλήθηκε η ποινή του θανάτου. Οι δύο βιβλικές εκφράσεις σε συνδυασμό εισηγούνται, παραφράζοντας, το εξής νόημα για τη φράση που συζητούμε είτε αποδίδεται στον Ιησού στα Ευαγγέλια, είτε χρησιμοποιείται αρχικά από τον ίδιο: φαίνεται να σημαίνει ότι κάποιος που υπόκειται στην ποινή του θανάτου, όπως κάθε άλλος θνητός, να μιλά και να πράττει όπως αυτός, όχι όπως ένα υπερ-ανθρώπινο ον, π.χ. ένας άγγελος ή μεσσίας. Και παρ’ όλα αυτά συμβαίνει να πιστεύει πως θα δικαιωθεί από τον Θεό μετά θάνατον. Με άλλα λόγια πρόκειται για ένα ριζοσπαστικό ισχυρισμό πως ο Θεός μπορεί να επενεργήσει τώρα, βρίσκεται δηλ. εν δυνάμει, το ίδιο όπως και στο παρελθόν, για όσους αναζητούν την επενέργειά του με την πίστη ότι και είναι δυνατό και θα γίνει κατ’ αυτόν τον τρόπο. Η δράση του Θεού δεν περιορίζεται σε υπερ­ φυσικές μορφές ή συμβάντα* αλλά μπορεί να γίνει γνωστή και να πραγματοποιηθεί εδώ, μέσω στα ανθρώπινα όρια της ζωής και του θανάτου. Ο Ιησούς επομένως απέκρουσε τους πιο υπερβολικούς τίτ­ λους για να επιμείνει στη θέση του, πως κήρυτττε και ενεργούσε έτσι με την ιδιότητα κάποιου που υπόκειται μεν στο θάνατο, πιστεύει όμως ότι θα δικαιωθεί από τον Θεό, χωρίς τον οποίο τίποτα δεν γίνεται στο σύμπαν. Η φράση “ο υιός του ανθρώπου” δεν αποτελεί μονάχα έναν ευνόητο τρόπο για να επιμείνει ο Ιησούς και στις δύο παραπά­ νω θέσεις του* είναι και ο μόνος τρόπος για να αποδείξει τον ισχυρισμό του, σύμφωνα με την ιουδαϊκή παράδοση που του ήταν τότε διαθέσιμη. Το πρόβλημα που έθεσε, επομένως, ο Ιησούς στους σύγχρονούς του είναι ολοφάνερο: αποκατέστησε την δύναμιν του Θεού (τη σημασία που έχει ο Θεός) τόσο στον ίδιο όσο και διαμέσου αυτού* και όχι μ^νο στην πράξη, θερα­

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

125

πεύοντας τους αρρώστους, μα πολύ περισσότερο στο λόγο. Κήρυττε και ενεργούσε με μια ανεξαρτησία που ισχυριζόταν ότι προερχόταν κατευθείαν από τον Θεό* εκείνον τον αποκαλοΰσε Αββά, πατέρα, λόγω της εξουσίας που διέθετε και επειδή ήταν ευπρόσιτος. Το γεγονός αυτό προκάλεσε αναπόφευκτα και κατ’ επανάληψη την ερώτηση: Με ποια εξουσιοδότηση, εδώ πάνω στη γη, μιλάς και ενεργείς κατ’ αυτόν τον τρόπο; Μέσα σ’ αυτά τα συμφραζόμενα διαφαίνεται αμέσως και ο λόγος για τον οποίο ο Ιησούς αισθάνθηκε υποχρεωμένος να πάει στην Ιερουσαλήμ, αλλά κυρίως το γιατί σ’ αυτή τη μετάβαση από τη Γαλιλαία στην Ιερουσαλήμ εμπλεκόταν η πιθανή έκβαση με το δικό του θάνατο. Και τα τέσσερα Ευαγγέλια χρησιμοποιούν έντονες λέξεις χρείας για το ταξίδι, λ.χ. δει, ενώ όλα καταγρά­ φουν επίσης έντονες προβλέψεις για τα πάθη και το θάνατο του Ιησού (Κατά Μάρκ. 8,31 κ.ε., Ματθ. 16,21 κ.ε., Λουκ. 9,22). Μια εξήγηση που συχνά δίνεται είναι πως τα σημεία αυτά αποτελούν κατασκευάσματα εκ των υστέρων, απ’ όσους πίστευαν πως ο Ιησούς πρέπει να είχε τον έλεγχο του πεπρωμένου του, τουλάχι­ στον λόγω της υπακοής του στον Θεό. Και όντως φαίνεται πως έτσι έγινε, όμως, κατά έναν τέτοιον τρόπο που καθιστά τη συναί­ σθηση του Ιησού - για τον προβλεπόμενο θάνατό του, εάν πάει στην Ιερουσαλήμ - ζήτημα ιστορικής πραγματικότητας και όχι θέμα μετα-αναστάσιμης κατασκευής. Η αιτιολόγηση είναι προ­ φανής: ο Ιησούς είχε υποστηρίξει στα λόγια και στην πράξη ότι η δύναμις του Θεού ήταν το ίδιο αληθινή και διαθέσιμη τη στιγ­ μή εκείνη όσο και οποτεδήποτε, για όσους πιστεύουν πως αυτό είναι δυνατό. Αυτό τον οδήγησε στο συμπέρασμα ότι η δυνατό­ τητα αυτή δεν περιορίζεται στο λαό του Ισραήλ (σ’ όσους συμμε­ τείχαν στην οριακή συνθήκη της Διαθήκης). Τελικά λοιπόν συνειδητοποίησε πως η επενέργεια του Θεού είναι εξίσου αλη­ θινή και δυνατή στην πραγματοποίησή της για όσους βρίσκονταν εκτός εκείνου του συγκεκριμένου ορίου, δηλαδή τους Σαμαρίτες, τους μη Ιουδαίους, τους Ρωμαίους στρατιώτες, με άλλα λόγια για όλους όσους πιστεύουν. Η πίστη γίνεται λοιπόν η νέα οριακή

126

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

συνθήκη για ένα σύμφωνο φιλίας με τον Θεό. Στο σημείο αυτό όμως τίθεται αναπόφευκτα το εξής ζήτημα: είναι ο Θεός, τρόπος του λέγειν, διαθέσιμος “για ανθρώπους κάθε είδους και θέσης”, απλώς σύμφωνα με τη βάση της πίστης και της εμπιστοσύνης; Και αν έτσι έχουν τα πράγματα, τι θα απογίνει με την Τόρα; Ή με εκείνες τις ιδιαίτερες συνθήκες που υπενθυμίζει σε όλους τους Ιουδαίους συνεχώς το αίμα (σσ. 75-9). Με ποια δικαιοδοσία μπορούσε να διδάσκει και να συμπεριφέρεται έτσι ώστε να απειλεί να καταστρέψει τα όρια της Διαθήκης του Ισραήλ; Το πρόβλημα της δικαιοδοσίας του θα μπορούσε να αποφευχθεί μόνο μ’ έναν τρόπο: να είχε παραμείνει ο Ιησούς στη Γαλιλαία. Γνωρίζουμε και για άλλους “σχισμα­ τικούς” δασκάλους, που ναι μεν αποκηρύχθηκαν έντονα, δεν κατέληξαν όμως στη σταύρωση. Απλά παρέμειναν μακριά από το επίκεντρο και τη δικαιοδοσία των ιουδαϊκών αρχών. Ο Ιησούς, επιμένοντας στην αναγκαιότητα του ταξιδιού στην Ιερουσαλήμ, επέμενε ιρ$ο /αβίο και στην αλήθεια της αντίληψης για την αμεσότητα της επενέργειας και της εξουσίας του Θεού: δεν χρειάζεται λοιπόν να μεταδοθεί διαμέσου ενός υψηλά ιστάμενου ιερέα ή μιας θρησκευτικής Αυλής. Το θέμα πήρε και άλλες, προκλητικές διαστάσεις, στην Ιερουσαλήμ, αφού εκεί ήταν η έδρα της τελικής και απόλυτης εξουσίας (για τους περισ­ σότερους Ιουδαίους, όχι όμως και γι’ αυτούς που ανήκαν σε κινήματα όπως η Φατρία της Ερυθράς Θάλασσας) για τη λήψη αποφάσεων ως προς το τι συνιστά τη Διαθήκη της πίστης και τη θρησκευτική πρακτική. Τα θεμέλια αυτής της αντίληψης απαντούν στο Δευτερονόμιο 17,8-13: Έάν δέ άδυνατήσχι άπό σοϋ ρήμα έν χρίσει άνά μέσον αίμα αίματος καί άνά μέσον κρίσις κρίσεως καί άνά μέσον άφή άφής καί άνά μέσον άντιλογία άντιλογίας, φήματα κρίσεως έν ταΐς πόλεσιν υμών, καί άναστάς άναβήσχι εις τόν τόπον, δν &ν έκλέξηται κύριος ό Θεός σου έπικληθήναι τό όνομα αύτοϋ έκεΐ, καί έλευση προς τούς ιερείς

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

127

τούς Αευίτας καί προς τον κριτήν, δς άν γένηται έν ταΐς ήμέραις έκείναις, και έκζητήσαντες άναγγελοϋσίν σοι τήν κρίσιν. και ποιή­ σεις κατά τό πράγμα, δ έάν άναγγείλωσίν σοι έκ τοϋ τόπον, οΰ άν έκλέξηται κύριος ό Θεός σου έπικληθήναι τό όνομα αϋτοϋ έκεϊ, καί φνλάξΐ] σφόδρα ποιήσαι κατά πάντα, δσα έάν νομοθετηθή σοι*κατά τον νόμον καί κατά τήν κρίσιν, ήν άν εϊπωσίν σοι, ποιήσεις, ονκ έκκλινείς άπό τοϋ βήματος, οϋ έάν άναγγείλωσίν σοι, δεξιά ουδέ άριστερά. καί ό άνθρωπος, δς άν ποιήση έν ύπερηφανίςί τοϋ μή ύπακοϋσαι τοϋ ίερέως τοϋ παρεστηκότος λειτονργεϊν έπί τφ όνόματι κυρίου τοϋ Θεοϋ σου ή τοϋ κριτοϋ, δς άν $ έν ταΐς ήμέραις έκείναις, καί άποθανεϊται ό άνθρωπος έκεινος, καί έξαρεϊς τον πονηρόν έξ Ισραήλ*καί πάς ό λαός άκούσας φοβηθήσεται καί ούκ άσεβήσει έτι.

Αυτό αποτελεί και τη βαθύτερη προσβολή στο Ισραήλ, επει­ δή είναι ένα είδος βλασφημίας: είναι μια άρνηση του επανορ­ θωτικού έργου του Θεού, το οποίο ο ίδιος εισήγαγε στους συμβαλλομένους με το δεσμευτικό συμβόλαιο, διατύπωσε στην Τόρα και εμπιστεύτηκε στο λαό του. Όπως έχω αναπτύξει διεξοδικότερα στο βιβλίο μου ΤΗβ ΚβΚξίοιΐ8 Ιπιαξίηαίίοη, δύσκολα θα βρίσκαμε μια ακόμα σαφέστερη ένδειξη της οριακής συνθή­ κης, η τήρηση της οποίας είναι αναγκαία ώστε το Ισραήλ να έχει συνέχεια. Εάν μετά από προσεκτική προκαταρκτική εξέτα­ ση, ο ανορθόδοξος δάσκαλος επιμένει στη δική του άποψη ενώ­ πιον της ανώτατης και έσχατης εξουσίας πάνω στη γη, τότε θα πρέπει να εκτελεσθεί. Μερικοί μεταγενέστεροι ραββίνοι υπο­ στήριξαν πως ακόμα και αν αποκήρυττε τις πεποιθήσεις του καθ’ οδόν για την εκτέλεση, θα έπρεπε παρ’ όλα αυτά να εκτελεστεί ως προειδοποίηση για την πιο καταστροφική απ’ όλες τις παραβάσεις στο Ισραήλ. Έχοντας ως βάση τα παραπάνω, δεν προξενεί έκπληξη το γεγονός ότι τα Ευαγγέλια καταγράφουν μια συνεχή και κατ’ επανάληψη ανάκριση του Ιησού για τα μεγαλύτερα πολιτικά και θρησκευτικά προβλήματα, καθώς προχωρούσε προς την Ιερού-

128

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

σαλήμ: το γάμο μετά από διαζύγιο, τη σύνοψη (κελάλ) της Τόρα, το φόρο υποτέλειας στον Καίσαρα, την ανάσταση μετά θάνατον, τη φύση του μεσσία. Η ανεξαρτησία του Ιησού ήταν πασιφανής και το ερώτημα για την εξουσιοδότησή του κατηγορηματικό (Κατά Μάρκ. 11,27-33). Η ανάκυψη του ζητήματος και η επακό­ λουθη αντιπαράθεση ήταν αναπόφευκτες σύμφωνα με τα συμ­ φραζόμενα του κεφ. 17 του Δευτερονομίου και όλων όσων αντι­ προσωπεύει διατηρώντας το λαό του Θεού εντός των ορίων των εντολών και της Διαθήκης του Θεού. Ο Ιησούς, όμως, δεν ήταν ολοκληρωτικά ανεξάρτητος - συμ­ βάδιζε και με άλλους* σε ορισμένα θέματα η διδασκαλία του δεν διέφερε από εκείνη άλλων ιουδαϊκών ομάδων, παραδείγμα­ τος χάρη η διδασκαλία του για τη μεταθανάτια ζωή συντάσσο­ νταν σε μεγάλο βαθμό με τους Φαρισαίους έναντι των Σαδδουκαίων: περί δέ τών νεκρών δη έγείρονται, ονκ άνέγνωτε έν τη βίβλφ Μωϋσέως έπί τοϋ βάτον πώς εϊπεν αϋτφ ό Θεός λέγω ν εγώ ό Θεός Αβραάμ καί Θεός Ισαάκ καί Θεός Ιακώβ; ονκ έστιν Θεός νεκρών άλλά ζώντων. πολύ πλανάσθε (Κατά Μάρκ. 12,26).

Στην παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου (Κατά Λουκ. 16,19-31) είναι η πίστη των ίδιων των Φαρισαίων που στρέφεται εναντίον των Σαδδουκαίων για τους οποίους το ζήτημα θα αποτελούσε απλά μια αβάσιμη εικοτολογία. Και τα δύο θέματα (του Λαζάρου, πιθανόν ένας αντίλαλος του Ελεάζαρ από την εξέγερ­ ση των Μακκαβαίων, σ. 97* και της ζώσας συνέχειας των Αβρα­ άμ, Ισαάκ και Ιακώβ) περιγράφονται λεπτομερειακά και με εμβρίθεια στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο, όπου εμπλέκονται σ’ ένα πρόσωπο που υποστηρίζει ότι είναι η Ανάσταση και η Ζωή. Αυτό αποτελεί μια πολύ ιδιόμορφη περίπτωση για τον Ιουδαϊ­ σμό. Η βασική διδασκαλία όμως του Ιησού δεν ήταν σχισματική: αποτελεί δυνατότητα επιλογής ανάμεσα στις ρευστές διερευνήσεις για το αληθινό νόημα της Διαθήκης που απαντούν στην

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

129

εποχή του. Σίγουρα όμως θεωρούνταν σχισματικός για κάθε κεντρολά­ τρη Ιουδαίο ο τρόπος με τον οποίο ο Ιησούς συσχέτιζε όλη τη διδασκαλία και τη δράση του, με τον Θεό ως τη μόνη άμεση πηγή και κατεύθυνση της ζωής τους. Η σημασία του Θεού δεν μεταδίδεται πλέον μέσα από την ερμηνεία της Τόρα από τον ιερέα ή το ραββίνο - τουλάχιστον σαν μια αναγκαστική προϋπό­ θεση. Μπορεί να μεταδοθεί απλά μέσω της πίστης. Μεταφέροντας τη διεκδίκησή του αυτή στην Ιερουσαλήμ ο Ιησούς, ουσια­ στικά έθετε το ζήτημα επί τάπητος: γνώριζε ότι τα ερωτήματα για την αλήθεια και τη νομιμότητα των λόγων του γίνονταν πια αναπόφευκτα. Δεν μας ξαφνιάζει επομένως το ότι ο Μυστικός Δείπνος του Ιησού με τους μαθητές του και το μετέπειτα διάστημα στον κήπο της Γεσθημανή τυγχάνουν μιας πολύ μεγάλης περιγραφής, ώστε να αποσαφηνίζεται πλήρως το θέμα του εθελοντικού και αναπό­ φευκτου θανάτου του. Αυτό εξηγεί γιατί η χριστιανική αντίληψη για το θάνατο αρχίζει με τη Θεία Ευχαριστία και όχι με τη Σταύρωση. Στην Καινή Διαθήκη και οι πέντε αφηγήσεις του θεσμού αυτού ερμηνεύουν τις πράξεις και τα λόγια του Ιησού ως μια περίληψη της συνεχούς σπουδαιότητας του θανάτου του Ιησού και της εμπλοκής των υπόλοιπων ανθρώπων - μαζί και των επερχόμενων γενεών - σ’ αυτό το συμβάν. Το ίδιο συνοψί­ ζεται στην Πρώτη προς Κορινθίους επιστολή 11,26: “οσάκις γάρ έάν έσθίητε τον άρτον τοϋτον καί τό ποτήριον πίνητε, τον θάνατον τοϋ κυρίου καταγγέλλετε, άχρι οϋ έλθχι”, ενώ αμέσως παρακάτω δηλώνεται ευθέως το επακόλουθο της κρίσης, αν η συμμετοχή γίνεται κατά τρόπο ανάξιο. Ως ποιο σημείο έφταναν οι προθέσεις του Ιησού σχετικά με την ερμηνεία των πράξεων και των λόγων του στο Μυστικό Δεί­ πνο; Ποτέ δεν θα μάθουμε, με την αυστηρή έννοια του όρου, αφού δεν μπορούν να διατυπωθούν τέτοιες ιστορικές αποτιμή­ σεις. Υπάρχει βέβαια η ευδιάκριτη πιθανότητα να συνέχισε ο ίδιος καθόλη τη διάρκεια της δοκιμασίας να διαβεβαιώνει πως ο

130

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

Θεός δεν θα εγκαταλείπει στο θάνατο ακόμα και όσους είναι παιδιά του Αδάμ (μπένε Αδάμ) και υπόκεινται στο θάνατο, αλλά θα τους δικαιώσει, εάν τον εμπιστεύονται. Μέσα σ’ αυτή τη διαβεβαίωση συμπεριλάμβανε βέβαια και τον εαυτό του. Επιπλέον ο Ιησούς δήλωσε με τις πράξεις του ότι όλα τα βιώ­ ματα και οι απόψεις των μαθητών του για τον Θεό που είχαν αρχίσει να σχηματίζονται διαμέσου του ίδιου, δεν θα χάνονταν, ακόμα και αν αυτός πέθαινε και έφευγε από κοντά τους. Επι­ χείρησε λοιπόν να τους μεταδώσει αυτό τον ασυνήθιστο ισχυρι­ σμό με την αποτελεσματικότερη γλώσσα που διέθετε τότε: την αναπαράσταση σημείου ενός προφήτη, όπως αυτό του Άγαβου στις Πράξεις των Αποστόλων (21,11). Το νόημα αυτών των σημείων δεν ήταν η απλή εικονογράφηση κάποιου επιχειρήμα­ τος - όπως ένα διάγραμμα σ’ ένα μαυροπίνακα* πίστευαν ότι τα σημεία αναπαρίσταναν το συμβάν, ώστε να συμβαίνει κιόλας. Γι’ αυτό λοιπόν στο παράδειγμα του Άγαβου, οι φίλοι του Παύ­ λου αρχίζουν αμέσως να θρηνούν: το σημείο δεν προειδοποιού­ σε τον Παύλο, δημιουργούσε το συμβάν. Το μόνο που χρειαζό­ ταν ήταν η οικειοποίηση του συμβάντος στο μέλλον από τον Παύλο. Και ούτε μπορούν κάποια άλλα ιουδαϊκά εκφραζόμενα να μας εξηγήσουν το γεγονός, ότι κάποιος θα σηκωνόταν όρθιος και θα έλεγε “Τούτο εστί το σώμα μου” για ένα κομμάτι ψωμί, εκεί μπροστά στα μάτια των μαθητών του. Ακόμα και στην αρχαιότητα, όταν αναμφίβολα πολλά παρά­ ξενα πράγματα γίνονταν πιστευτά, το συγκεκριμένο συμβάν θα ήταν ασυνάρτητο και αλλόκοτο - αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι ή επίσημη πράξη της προφητείας θεωρούνταν ακόμα ως η ενσάρκωση μιας μελλοντικής πράξης στο παρόν. Η διαφορά ανάμεσα στην πράξη του Ιησού και τις άλλες προφητικές πρά­ ξεις είναι όμως έκδηλη: ενώ σ’ εκείνες υπάρχει ένα μόνο μελλο­ ντικό συμβάν που πρέπει να πραγματοποιηθεί και να γίνει αντι­ κείμενο όικειοποίησης εν ζωή (ο Παύλος πρέπει να υποστεί μονάχα μια φυλάκιση), στην περίπτωση του Ιησού το σημείο πρέπει να γίνεται αντικείμενο οικειοποίησης ξανά και ξανά*

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

131

ακριβώς το ίδιο τόνισε και ο Απ. Παύλος στην Πρώτη Προς Κορινθίους επιστολή 11,25 κ.ε. με την επανάληψη του όσάχις εάν. “οσάκις εάν πίνητε, εις τήν έμήν άνάμνησιν, όσάκις γάρ έάν έσθίητε τον άρτον τοϋτον και τό ποτήριον πίνητε, τον θάνατον τοϋ κυρίου καταγγέλετε, άχρι οϋ ελθη”.

Βέβαια η ιστορική αναπαράσταση επακριβώς των συμβά­ ντων στο Μυστικό Δείπνο παραμένει αβέβαιη. Τουναντίον όμως η Θεία Ευχαριστία θεωρούνταν, καθόλη τη διάρκεια της εκκλη­ σιαστικής ιστορίας, η επιτομή της ανθρώπινης σωτηρίας που επιτεύχθηκε με το θάνατο του Ιησού και στην οποία συμμετέ­ χουν ήδη και οι άλλοι άνθρωποι με τη Βάπτιση. Σύμφωνα με την εκκλησιαστική ιστορία, η Θεία Ευχαριστία επιφέρει αυτή τη σύνδεση με το σωτήριο θάνατο του Ιησού με εξαιρετικά ποικίλους τρόπους: από τη ρητή διαβεβαίωση ότι η θυσία του Ιησού έγινε μια για πάντα αλλά συνεχίζεται να προσφέρεται διαρκώς, έως την υπονοούμενη διαβεβαίωση ότι η σωτήρια δύναμη του θανάτου του Ιησού επενεργεί στους άλλους μέσω της συνεχούς ενθύμισής του. Έτσι προκύπτει από τη μία πλευρά οριακά η διαβεβαίωση του Κανόνα του Τρέντο (1753): Όποιος λέγει ότι η θυσία της Θείας Λειτουργίας είναι απλώς μια προσφορά αίνου και δοξολογίας, ή ότι είναι μια απλή αναμνηστι­ κή εορτή της θυσίας που επιτεύχθηκε πάνω στο σταυρό, και όχι μια εξιλαστήρια θυσία, ή ότι ευεργετεί μόνο εκείνους που κοινωνούν* και λέγει ότι δεν θα πρέπει να προσφέρεται για τους ζωντα­ νούς και τους νεκρούς, για αμαρτήματα, τιμωρία, ικανοποίηση και άλλες χρείες, ας είναι ανάθεμα (αηαΐΗβτηα 8ΐί).

Και από την άλλη, το κείμενο της Λίμα (βλ. τη Βιβλιογραφία στο \νοΓΐ(1 Οοιιηαΐ οί Ο ιιιγο1ι ©3) δηλώνει: Η Θεία Ευχαριστία είναι ουσιαστικά το μυστήριο της δωρεάς που μας κάνει ο Θεός με τον Χριστό και διαμέσου της δύναμης του Αγίου Πνεύματος. Ο κάθε Χριστιανός αποδέχεται αυτή τη σωτήρια

132

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

δωρεά μέσω της κοινωνίας με το σώμα και το αίμα του Χρίστου ... Η Θ. Ευχαριστία είναι η μεγάλη θυσία του επαίνου, με την οποία η Εκκλησία ομιλεί εκ μέρους όλης της δημιουργίας. Διότι ο κόσμος τον οποίο ο Θεός έχει συμφιλιώσει είναι παρών σε κάθε Θεία Μετάληψη: στον άρτο και στον οίνο, στα πρόσωπα των πιστών και στις προσευχές που κάνουν για τους ίδιους και για όλους τους ανθρώπους. Ο Χριστός συνενώνει τον ίδιο του τον Εαυτό με τον κάθε πιστό και συγκαταλέγει στη δική του μεσολάβηση τις προσευ­ χές Του, έτσι ώστε οι πιστοί να μεταμορφώνονται και οι προσευχές τους να γίνονται αποδεκτές. Αυτή η θυσία του επαίνου είναι δυνα­ τή μόνο διαμέσου του Χρίστου, με αυτόν και μέσα απ’ αυτόν. Ο άρτος και ο οίνος, καρποί της γης και του ανθρώπινου μόχθου, προσφέρονται στον Πατέρα με πίστη και δοξολογίες. Η Θ. Ευχα­ ριστία, επομένως, σηματοδοτεί την αναμενόμενη μετατροπή του κόσμου: σε μια προσφορά και ένα δοξαστικό ΰμνο στον Δημιουρ­ γό, μια καθολική κοινωνία με το σώμα του Χρίστου, ένα βασίλειο δικαιοσύνης, αγάπης και ειρήνης με το Άγιο Πνεύμα. Η Θ. Ευχαριστία είναι το επιμνημόσυνο μνημείο του εσταυρω­ μένου και αναστημένου Ιησοΰ, δηλαδή το ζωντανό και αποτελε σματικό σημείο της θυσίας του που επιτεύχθηκε μια για παντα πάνω στο σταυρό κι ισχύει ακόμα για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Η βιβλική ιδέα του επιμνημόσυνου μνημείου, που εφαρμόζεται στη Θ. Ευχαριστία, αναφέρεται στην τωρινή πραγματικότητα του Θεί­ ου έργου όταν εορτάζεται απο το λαό του Θεοΰ σε μια λειτουργία, (σσ. 10 κ.ε.)

Οι ερμηνείες διαφέρουν. Όλες τους όμως συμφωνοΰν στη σύνδεση της Θ. Ευχαριστίας με το θάνατο του Χριστοΰ και στο ότι θεωροΰν πως η Θ. Ευχαριστία μας συνδέει με το θάνατο ως μέσο λΰτρωσής μας με τον οποίο σχετιζόμαστε ήδη από τη βάπτισή μας. Για να αναφέρω και το Κβ8ροη8β ύγ ίΗβ ΟΗιικΗ ο/ ΕηξΙαηά ίο ίΗβ Αξτββά 8ίαίβηιβηί8 ύγ ΑΚΟΙΟ. Οι πιστοί πρέπει να ενσωματωθούν σ’ αυτό το θάνατο και η ενσω-

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

133

μάτωση του ^αθενός μεμονωμένα στο θάνατο του Χρίστου γίνεται με τη βάπτιση. Οι συνέπειες αυτής της ενσωμάτωσης ανανεώνο­ νται και γίνονται διαρκώς έκδηλες με τη θ . Ευχαριστία: η Θ. Ευχαριστία αποτελεί το συνδετικό κρίκο ανάμεσα στο πάθος και την ανάσταση και σε ό,τι συμβαίνει σ’ εμάς.

Εδώ βρίσκεται η ρίζα και τα θεμέλια της χριστιανικής αντί­ ληψης για το θάνατο: δεν μας απαλλάσσει από την αντικειμενι­ κή πραγματικότητα και την οδύνη του θανάτου με κάποια αντι­ σταθμιστική υπόσχεση για ανάσταση. Πάσχει με τη Γεσθημανή και τα Πάθη του Χριστού, όπου ο Ιησούς επιβεβαιώνει ως υιός του ανθρώπου (που ναι μεν υπόκειται στο θάνατο, ευελπιστεί όμως ότι ο Θεός θα τον δικαιώσει) πως η πορεία προς τη δικαί­ ωση δεν συντελείται ούτε με υπερφυσικές παρεμβάσεις, των αγγέλων, ούτε και με ένοπλη αντίσταση, με ξίφη. Ποιος άλλος τρόπος υπάρχει λοιπόν; Αυτό ήταν και το ερώτημα του Ιησού καθώς άφηνε τη Γεσθημανή και πορευόταν προς τη “δίκη” του και το σταυρό. Η αποκαλούμενη δίκη του Ιησού δεν ήταν στην πραγματικό­ τητα μια δίκη. Φαίνεται πως ήταν περισσότερο ένα είδος ανά­ κρισης - όπως υπάρχει ως σύλληψη στο κεφ. 17 του Δευτερονο­ μίου - με σκοπό να διαπιστωθεί κατά πόσον μπορούσε ο Ιησούς να θεωρηθεί ένας “αιρετικός” δάσκαλος. Αυτός είναι και ο λόγος που η κατηγορία εναντίον του Ιησού αρχικά δεν είχε καμιά σχέση με τη βλασφημία ή κάτι παρόμοιο. Σύμφωνα με τα Κατά Ματθαίον και Κατά Μάρκον Ευαγγέλια κατηγορήθηκε ως απειλή για το Ναό, και στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο βρί­ σκουμε πως ανακρίνεται για τη διδασκαλία του και τους μέχρι τότε αποδέκτες της. Σ’ εκείνες τις ερωτήσεις ο Ιησούς παρέμεινε σιωπηλός. Αυτή η σιωπή ήταν που τον καταδίκασε - ή τουλά­ χιστον τον τοποθέτησε στην κατηγορία των ισχυρογνωμόνων δασκάλων κατά το Δευτερονόμιο - εφόσον αποτελούσε από μόνη της μια άρνηση αποδοχής της εξουσίας του ύψιστου ιερέα ως “τοϋ κριτοϋ, δς άν γένηται έν ταϊζ ήμέραίζ έχείναις”. Ο ανώτα­

134

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

τος ιερέας ζήτησε έπειτα να μάθει αν ο Ιησούς ισχυριζόταν στα σοβαρά πως έχει άμεση εξουσιοδότηση από τον Θεό, ως ένα από τα πρόσωπα που έχουν χρισθεί με έναν ιδιαίτερο τρόπο μεσσίες. Είναι φανερό πως δεν μπορούσε να ήταν ο ανώτατος ιερατικός μεσσίας, αφού ο ίδιος ο ανώτατος ιερέας έκανε την ερώτηση αυτή: “Είσαι λοιπόν ο Χριστός, ο υιός των Ευλογημέ­ νων;” Ο Ιησούς απάντησε πως διεκδικεί μια παρόμοια άμεση αυθεντία αλλά όχι με τον τρόπο που φαντάζεται ο ανώτατος ιερέας: θα δικαιωθεί από τον Θεό ως υιός ανθρώπου, κατά το δανιηλικό ορισμό. Στο σημείο αυτό δεν χρειάζονταν περαιτέρω μαρτυρίες - το σημείο που έθετε το Δευτερονόμιο είχε αποδειχθεί. Ακόμα και σ’ αυτή την περίπτωση επιχειρήθηκε για μια τελευταία φορά να διαφανεί εάν έπραττε με την ανεξαρτησία του μόνου άλλου προσώπου στη Γραφή που ήταν άμεσα εμπνευ­ σμένο από τον Θεό, δηλαδή ενός προφήτη - από εδώ πηγάζει και το περίεργο περιστατικό που δεν εξηγείται αλλιώς: όπου καλύπτουν τα μάτια του και φωνάζουν “Προφητεία”. Για μια ακόμη φορά η ιστορική αποκατάσταση της αλήθειας είναι αβέβαιη. Τουλάχιστον γίνεται προφανές, οδηγώντας μάλι­ στα και στη θανατική ποινή* ότι ο Ιησούς αποτελούσε απειλή για το Ναό, μια απειλή που ο ίδιος δημιούργησε σκόπιμα με την τόσο δημόσια άφιξή του στα Ιεροσόλυμα. Το ίδιο ακριβώς ζήτημα απαντά και στη δίκη του Στεφάνου στις Πράξεις των Αποστόλων, τη μόνη άλλη χριστιανική δίκη που καταγράφεται εκτενώς στην Καινή Διαθήκη. Και σ’ εκείνη την περίπτωση επίσης δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα, αν ο Στέφανος δεν είχε αναμιχθεί σε μια διαμάχη με τη συναγωγή, αν είχε δηλαδή αρκεστεί στην προσωπική του άποψη πως ο Ιησούς ήταν ο Χριστός. Η κατηγορία όμως είναι ρητή: ό άνθρωπος οϋτος οϋ παύεται λάλων φήματα κατά τοϋ τόπον τοϋ άγίου τούτον και τοϋ νόμον άκηκόαμεν γάρ αϋτοϋ λέγοντος δτι Ίησοϋς ό Ναζωραίος οϋτος καταλύσει τον τόπον τοϋτον καί άλλάξει τά έθη ά παρέδωκεν ήμίν Μωνσής (Πράξ. Απ. 6,14).

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

135

Ο Στέφανος πρόβαλλε μια επιχειρηματολογία υπεράσπισης, η οποία εκ πρώτης όψεως μοιάζει με εξιστόρηση της ιστορίας της Βίβλου, φτάνοντας μέχρι και τον Σολομώντα, στην πραγμα­ τικότητα όμως είχε σχεδιαστεί σκόπιμα έτσι ώστε να αποδείξει ότι κατά πρώτο λόγο ο Θεός ποτέ δεν θέλησε ένα Ναό και ασφαλώς δεν εντοπίζει την αυθεντία εκεί. Αποτελοΰσε ζήτημα ζωής και θανάτου - τουλάχιστον κατά το Δευτερονόμιο - να τονίσει κάποιος την άμεση έμπνευση από το Άγιο Πνεύμα, όπως έκανε ο Στέφανος: διότι αμέσως απορρίπτει την αυθεντία του κριτή “ός αν γένηται έν ταΐς ήμέραις έκείναις”. Έτσι είχε συμβεί και με τον Ιησού: ως υιός του ανθρώπου ήταν υποκείμενος στο θάνατο και ωστόσο βίωσε την επενέργεια και τις συνέπειες του Θεού διαμέσου του εαυτού του και γνώρι­ ζε πως ήταν ευθείες και άμεσες. Δεν μας εκπλήσσει λοιπόν που στον Στέφανο αποδίδεται η μόνη χρήση της φράσης “υιός του ανθρώπου” εκτός των Ευαγγελίων που αποτελούσε χαρακτηρι­ σμό του Ιησού, αντίθετα με τον αυτοπροσδιορισμό του ίδιου (Πράξ. Απ. 7,56). Η σύνδεση εδώ είναι πολύ συναφής. Ο Στέ­ φανος είδε στο πρόσωπο του Ιησού τη δεύτερη αναφορά στη φράση αυτή, το δανιηλικό όραμα (όπως στην Αποκ. 1,13, 14,14), μέσα από την οποία διατυπώνεται ο ισχυρισμός ότι ακόμα και ένα άτομο υποκείμενο στο θάνατο θα δικαιωθεί από τον Θεό, όπως και έγινε με τον Ιησού. Κι όμως ο Ιησούς πάνω στο σταυ­ ρό είπε: “Κύριε, κύριε, ϊνα τί με έγκατέλειπας;” Αυτή η κραυγή εγκατάλειψης του υιού του ανθρώπου κάνει ακόμα πιο δραματική και αξιωματική την πίστη της οικογένειας και των φίλων Του για την ανάστασή Του. Ο υιός του ανθρώπου είχε πράγματι αποδείξει πως ήταν μπεν Αδάμ, υποκείμενος στο θάνατο* και την τελευταία στιγμή φαινόταν πως η δικαίωση που ο Ιησούς ισχυριζόταν πως η φράση αυτή εμπεριείχε εν δυνάμει, δεν είχε συμβεί. Για τα ιουδαϊκά πλαίσια της εποχής, με τη ρεα­ λιστική ανθρωπολογία και τη βιβλική αβεβαιότητα για τη μετα­ θανάτια ζωή, το σχήμα της ανάστασης έπρεπε να επαρκεί ως δικαίωση. Από όλες τις θεωρίες για το τι συνέβη ακριβώς, οι

136

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

εισηγήσεις ότι ήταν μια μαζική παραίσθηση ή ότι οι μαθητές του απλά δεν άντεχαν να αφήσουν τη διδασκαλία του να πέσει σε λήθη, είναι και οι λιγότερο αληθοφανείς. Πέρα από αυτή τη βασική βεβαιότητα, οι εξιστορήσεις της ανάστασης παρουσιά­ ζουν αμέτρητα ερωτηματικά και προβλήματα - ασφαλώς πέρα από το πεδίο που φιλοξενεί να καλύψει συνοπτικά το βιβλίο αυτό. Η έκθεσή τους από τον Μιιγγβυ Η&πίδ, Καΐζβά ΙπιτηοΐίαΙ, προσφέρει μια σοφή, αν και συντηρητική επισκόπηση. Σχετικά με τη χριστιανική αντίληψη για το θάνατο γίνεται σαφές πως η αρχή της βρίσκεται στη γνώση πως ο Ιησούς όντας νεκρός, είναι ζωντανός και, σύμφωνα με τη μεταφορική γλώσσα της Ανάστα­ σης, δεν έχει εγκαταλείψει την ανθρωπότητα* αντίθετα την οδή­ γησε στη νέα αυθεντία που καταδεικνύεται καθολικής ισχύος για ολόκληρο το κοσμικό σύμπαν. Ακόμα και στην ίδια την Και­ νή Διαθήκη, διαφαίνεται καθαρά η αντίληψη πως η ανάσταση βαίνει εναντίον της φύσης της κοινής λογικής και των φυσικών πιθανοτήτων. Ιστορικά όμως η ερμηνεία που δόθηκε για το συμ­ βάν ήταν η αποκατάσταση του Ιησού σε μια μορφή ζωής πέραν του θανάτου - και σύμφωνα,με τα συμφραζόμενα της ιουδαϊκής ανθρωπολογίας, για να θεωρηθεί ως αληθινή οποιαδήποτε έννοια της ανάστασης, αυτή η μορφή ζωής έπρεπε να είναι ουσιαστικά αναγνωρίσιμη ως ίδια με εκείνη πριν από το θάνα­ το. Έχοντας ως δεδομένο όμως ότι τα συμβάντα αυτά αποτε­ λούν ένα ιστορικό ζήτημα, και μάλιστα της αρχαίας ιστορίας, πώς είναι δυνατόν να έχουν κάποια σημασία για τους άλλους, τόσους πολλούς αιώνες μετά το συμβάν; Οι πρώτοι εταίροι του Ιησού (τουλάχιστον αυτοί που συνέγραψαν την Καινή Διαθήκη) δεν αμφέβαλλαν καθόλου: άδραξαν τη συνειδητοποίηση του θανάτου και της ανάστασης του Ιησού ως δικαίωση - όχι μόνο της δικής του βεβαιότητας για τον Θεό, αλλά και όλων όσων διεκδικούν την αλήθεια αυτή με την πίστη τους. Το στοιχείο όμως που θεωρήθηκε ως απελευθερωτικό και για τους υπόλοι­ πους ανθρώπους ως προς το θάνατο ήταν ο θάνατος και όχι

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

137

τόσο η ανάσταση του Ιησού - επειδή κατά κάποιο τρόπο αντιμε­ τώπιζε την πραγματικότητα του προπατορικού αμαρτήματος, του οποίου η επάξια ποινή ήταν ο θάνατος, σύμφωνα με την ιστορία του Αδάμ. Επομένως, η χριστιανική αντίληψη για το θάνατο κυριαρχείται από την ομολογία πως στο θάνατο του Ιησού εμπλέκεται ήδη και ο δικός μας θάνατος και πως το γεγονός της απο|[εΛ^^ μας,,μέσα στις συνθήκες του προπατορικού αμαρτήματος, υπερνικάται και βρίσκεΓτ^ του. ^ " Ά εμπλοκή αυτή δεν αποτελεί απλά ένα λεκτικό ζήτημα, αλλά αναπαρίσταται με τη Βάπτιση και τη Θ. Ευχαριστία. Εδώ πραγματοποιείται η συμφιλίωση ανάμεσα στο δημιούργημα και τον Δημιουργό, ανάμεσα στους ανθρώπους και τον Θεό. Η εξι­ λέωση (εξ-ιλέωση) με τον Θεό γίνεται αλήθεια όχι για λίγους αλλά για πολλούς άνθρωπος. Αλλά πώς; Με ποιον τρόπο ο θάνατος του Ιησού πραγματώνει αυτή την εξιλέωση; Η Καινή Διαθήκη δεν μας δίνει καμιά μεμονωμένη ή συστη­ ματική εξήγηση (όπως καταδεικνύει και ο ǩ秩1, ΤΗβ Αίοηβηιβηί). Ούτε και εν συνεχεία η Εκκλησία κατέληξε σε κάποιο δογματικό ορισμό, όπως έγινε για την Τριαδική φύση του Θεού ή για το πρόσωπο του Χριστού. Επομένως, όπως το έθεσε ο Ο.Ι. \νπ§ 1ιΙ: “για οτιδήποτε έχει να κάνει με τη φύση της φιλοσοφίας του Σταυρού πρέπει να ανατρέξουμε σε μεμο­ νωμένους στοχαστές όπως οι Απ. Παύλος, Ωριγένης, Άνσελμος, Αβελάρδος και ΟΐΌΐίιΐδ, για να ονομάσουμε μερικούς, και όχι στις Συνόδους” (σ. 179). Ο ΙοΙιη Βιιηια&Υ έθεσε το ζήτημα εντονότερα: Ποτέ δεν υπήρξε και ποτέ δεν μπορεί να υπάρξει μια θεωρία της Εξιλέωσης, που να αξίζει το μελάνι που χύθηκε γι’ αυτήν. Αν πρό­ κειται να εννοήσουμε τη συμφιλίωση του Θεού με τον κόσμο, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα άλλο παρά να αφουγκραστούμε εκεί­ νους που τη βιώνουν ως πραγματικότητα μέσα τους. Αν τους ρωτή­ σουμε “Πώς ξέρετε ότι ένας, ο Ιησούς, πέθανε για χάρη όλων;” -

138

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

μόνο μια απάντηση μπορούν να μας δώσουν “εν πάση περιπτώσει πέθανε για χάρη μου”. Και αν τους ρωτήσουμε πώς το γνωρίζουν αυτό, θα μας πουν από κοινού με τον Άγιο Παΰλο ότι γνωρίζουν τη δύναμη της ανάστασής του και τη συντροφιά των παθών Του (Προς Ρωμ. 8,31,35, Προς Φιλιπ. 4,13). Και όμως τίποτα δεν είναι τόσο ολοφάνερο όσο το γεγονός ότι δεν έχουν γνωρίσει “όλοι” αυτή τη συντροφιά και αυτή τη δύναμη: “όλοι” δεν έχουν πεθάνει με τον Χριστό, οΰτε και έχουν ανακαλύψει μια καινούργια ζωή, ενδυναμωμένη από τη δική του. Για μια ακόμα φορά ρωτοΰμε: Ποια έννοια έχει το να μιλοΰμε για μια εξιλέωση που ολοκληρώ­ θηκε πάνω στο Σταυρό; Μήπως ο κόσμος δεν προσμένει ακόμα τη συμφιλίωσή του; Η μόνη απάντηση είναι πως η οριστικοποίηση της Εξιλέωσης είναι η οριστικοποίηση της Ενανθρώπισης” (σσ. 101 κ.ε.)

Το δόγμα της Ενανθρώπισης είναι μια τελική και πιο τυπική διατύπωση των όσων εκθέτουν τα Ευαγγέλια, δηλαδή της ανθρώπινης ζωής του Ιησού, η οποία κατέδειξε παρ’ όλα αυτά την δνναμιν του Θεού. Για το λόγο αυτό η Εκκλησία κατέληξε (αναπόφευκτα όσον αφορά τις μαρτυρίες) στην αποδοχή ότι στον Ιησού, και την όλη προσωπικότητά του, ήταν παρούσα η απόλυτη πραγματικότητα του Θεού, χωρίς αυτή να μειώνει ή να απαλείφει την ισοδύναμη πραγματικότητα της ανθρώπινης φύσης του που παρέμεινε θνητή. Στο βιβλίο μου ΤΗβ ΚβΙΐ^ίοηΞ Ιηιαξίηαύοη έχω δείξει συνοπτικά με ποιον τρόπο μπορεί να συντηρηθεί περαιτέρω η διαβεβαίωση αυτή, ως προς την επε­ ξεργασία του πληροφοριακού υλικού. Εδώ αρκεί να παρατηρή­ σουμε ότι η εξιλέωση επιτυγχάνεται στον υπέρτατο βαθμό στο πρόσωπο του Ιησού* και ότι οι θεωρίες της εξιλέωσης διερευ­ νούν με ποιον τρόπο μπορούν να προσέλθουν και οι υπόλοιποι άνθρωποι σε μια ζωντανή σχέση μαζί του, για τον οποίο η εξι­ λέωση αποτελεί μια ζωντανή πραγματικότητα. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η Καινή Διαθήκη συνήθως δεν παραπέμπει τον πιστό στο θάνατο και τη ζωή του Ιησού με ένα διφορούμενο

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

139

τρόπο για τη ζωή εδώ και τώρα, προσφέροντάς του την αποζη­ μίωση κάποιου παράδεισου. Η πρόδηλη συμμετρική αντιστοιχία θα ήταν: θάνατος του Ιησού / ανάσταση του Ιησού - θάνατος του πιστού με τη βάπτιση / ανάσταση του πιστού στον Παράδεισο. Ο Απ. Παύλος γράφει στην Προς Ρωμαίους επιστολή ακριβώς τα εξής: “σννετάφημεν οϋν αϋτφ διά τοϋ βαπτίσματος εις τον θάνατον, Ινα ώσπερ ήγέρθη Χριστός έκ νεκρών διά τής δόξης τοϋ πατρός, οϋτως καί ήμεΐς έν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν” (6,4). Το ίδιο

ισχύει και στην Προς Τίτον επιστολή 2,14 και στην Πέτρου α’ 18 κ.ε., όπου ο Ιησούς περιγράφεται ως απελευθερωτής - με το θάνατό του -, όχι για μια αιώνια ζωή αλλά για μια άμεμπτη και αγνότερη ζωή, εδώ και τώρα. Αυτό σημαίνει ότι οι αντιλήψεις της Καινής Διαθήκης για το θάνατο και την εξιλέωση αρχίζουν με ένα παράδοξο: ο θάνατος του Ιησού εκλήφΒηκε~οχ ίο *λίι&ίΓΤΤΓϋχημάΤπταιιηοιΐ-παυ α,νοίγει την πόρτα στην άφεση αμαοτιών ν/γι γγ’ ρμπμ νΓίΐ νηιΐ^γιη τρήπο ζωής. Όμως η διδασκαλία και η ποακτικύ του Ιησού, πολύ πριν από το θάνατό του, δείχνουν ολοφάνερα ότι η συγχώρεση και η σ υ μ ^ ίω ^ είναι πολύ απλά πράνυατα όπως και η βασική προϋπόθεση της ψυχικής αλλαγής (ή, όπως ονομάζει με άλλα λόγιδΓτη-μετ^μ^χεια η Καινή Διαθήκη, της “αλλαγής πορείας”): “έγερθήσομαι και βαδιοϋμαι προς τον έμόν πατέρα, καί έρώ ..." Η ιστορία του Ασωτου Υιού που μετανοεί και γίνεται ευπρόσδεκτος πίσω στο σπίτι του αποτελεί μια συνεχή θεματολογία, όχι μόνο του Ιησού αλλά και του Ιωάννη του Βαπτιστή και άλλων προφητών. Η συμφιλίωση των αμαρτωλών με τον Θεό μπορούσε να λάβει χώρα ακόμα και όσο ο Ιησούς ήταν ζωντανός στη Γαλιλαία και την Ιουδαία - και έτσι και έγινε ολοφάνερα με συντα­ ρακτικές επιπτώσεις στην ίαση αλλά και (πη συμπεριφορά των ανθρώπων αυτών. Τι προσθέτει επομένως ο θάνατος του Ιησού στη ζωή όλων εκείνων για τους οποίους η συμφιλίωση με τον Θεό είχε ήδη επιτευχθεί; Η Καινή Διαθήκη απαντά πως καθολικοποιεί τη συμφιλίωση. Ό ,τι αφορούσε λίγους ανθρώπους (όσους συνάντησαν τον

140

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

Ιησοΰ κατά τη διάρκεια της ζωής του), τώρα προσφέρεται σε όλους τους ανθρώπους. Μετά την Εξορία, ο προφήτης Ησαΐας είχε διακηρύξει: Μή ονκ ισχύει ή χειρ κυρίου τοϋ σώσαι; η έβάρυνεν τό οϋζ αύτοϋ τοϋ μή είσακοϋσαι; αλλά τά άμαρτήματα υμών διιστώσιν άνά μέσον υμών καί τοϋ Θεοϋ, καί διά τάς άμαρτίας υμών άπέστρεψεν τό πρό­ σωπο ν αύτοϋ άφ’ υμών τοϋ μή έλεήσαι. (Ησ. 59, 1-3)

Με τον Ιησού πιστευόταν ότι είχε πραγματωθεί η αντιστροφή αυτής της κατάστασης. Συνεπώς, τώρα λοιπόν, με το θάνατο του Ιησού πίστευαν πως οτιδήποτε είχε επιτευχθεί μέσω του θυσια­ στήριου συστήματος του Ιουδαϊκού Ναού (με αποκορύφωμα την Ημέρα της Εξιλέωσης) για το λαό του Ισραήλ και οτιδήποτε είχε πραγματωθεί για κάποιες ανθρώπινες μονάδες μέσα από τα λόγια άφεσης αμαρτιών του Ιησού, τώρα λοιπόν, γίνεται πραγματικότητα για όλους τους ανθρώπους - ακόμα κι αν η αλή­ θεια του δεν γίνεται πιστευτή απ’ όλους. Αυτή η διχοτομία της τελευταίας πρότασης (αληθινό για όλους ακόμα κι αν δεν γίνεται αποδεκτό απ’ όλους) είναι που οδηγεί στην αντικειμενική και την υποκειμενική θεώρηση της εξιλέωσης. Η αντικειμενική θεώρηση εκλαμβάνει το σταυρό ως την απόλυτη κατάθεση, εκδήλωση και κατόρθωμα μιας αλήθειας χωρίς επιφυλάξεις, ότι δηλαδή μέσω του Χριστού ο Θεός θερά­ πευσε τον κόσμο με τον εαυτό του: δεν υπάρχει τίποτα, όσον αφορά την κατάσταση του ανθρώπινου γένους που να παραμέ­ νει ένα αθεράπευτο καρκίνωμα πολλαπλασιάζοντας τα κύτταρα του κακού με κάποιον τρόπο που δεν μπορεί να, ή δεν έχει ήδη, αντιμετωπίσει ο Θεός. Ακόμα και ο έσχατος εχθρός δεν είναι τρόπος του λέγειν ασθένεια. Ο θάνατος, για να περάσουμε σε μιαν άλλη μεταφορά, δεν είναι η αφανής και ακαλλιέργητη γωνιά του χωραφιού, όπου τα αγριόχορτα και ο δηλητηριώδης κισσός μπορούν να ανθίσουν. Σύμφωνα με τις αντιλήψεις της Καινής Διαθήκης, ο σταυρός οργώνει ακόμα και εκείνη τη

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

141

γωνιά του χωραφιού και την κάνει με τον τρόπο του εύφορη για συγκομιδή. Έτσι λοιπόν, τίποτα δεν μπορεί να ξεφτίσει αυτή τη συμφιλίωση - οΰτε η ζωή, οΰτε ο θάνατος, οΰτε οι άγγελοι, οΰτε π^κ ίχά τα , ούτε πράγματα παρόντα, ούτε πράγματα μελλοντικάΤούτε δυνάμεις, ούτε ύψη, ούτε βάθη, όνχε’ηακοίο αλίΌ ^ν. Για να ξαναγυρίσουμε στον Απ. ΠαύλοΓτίπρ^^ μας χωρίσει από την αγάπη του θεού που βρίσκεται στον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Είναι* επόμενο, λοιπόν, ο Απ. Παύλος να περιγράφει το έργο του ως διακονία συμφιλίωσης και το Ευαγγίλιο του ως ένα μήνυμα συμφιλίωσηά αΙΟ&άί αδδιιίί αντέκρουσε κάθε μη-κυριολεκτική ερμηνεία με τα παρακάτω λόγια: Από την άποψη της επιστήμης της Αποκάλυψης δεν θα ήταν απο­

178

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

δεκτό να υποβιβαστεί το περιγραφικό περιεχόμενο των μεταθανά­ τιων καταστάσεων στο βασίλειο του μύθου, γιατί απλούστατα μέσα σε όλη την ανθρωπολογική προσέγγιση της περιοχής αυτού που ονομάζουν θρησκεία είναι ενσωματωμένη μια - μάλλον μεταφυσι­ κή - απαίτηση να εξετάζεται από μια ανώτερη σκοπιά που είναι πάνω από το “σχετικισμό” της πηγής του μύθου γεωγραφικά και ιστορικά. Η μαγική σκοπιά που από την αρχή παρουσιάζεται ανώ­ τερη από το υλικό που εξετάζει καθορίζει επίσης ότι αυτό που θα συναχθεί από την εξέταση και την ανάλυση του τελετουργικού θα αποδυναμώσει το μυθικό υλικό μόλις δει το καθαρό μαγικό φως της επιστημονικής μεθόδου που υποβιβάζει όλα όσα εισχωρήσουν στο πεδίο της στον πρωτογονισμό και την προ-επιστημονική άγνοια ... Είναι αυτό το εντελώς κίβδηλο αλλά ευφυές περίπλοκο σύστημα της αυταπάτης που απαγόρευσε σε εκατομμύρια “μορφω­ μένων” Μουσουλμάνων, για να μη μιλήσουμε για τους αυθεντικούς αναζητητές της γνώσης ανάμεσα στους καφιρούν (άπιστοι), την πρόσβαση στον όγκο των σοφών βιβλίων στον Ισλαμισμό. (αΙΟ^άί, ΤΗβ Μαητίο ΒοοΚ ο / ίΗβ Ώβαά, σσ. 9 κ.ε.)

Συνεπώς, για έναν Μουσουλμάνο το να είναι στον Κήπο ή στη Φωτιά σημαίνει απλώς ότι είναι σε κάποιο άλλο μέρος της δημιουργίας του Θεοΰ. Και ο Θεός συνεχίζει να δημιουργεί τα μέσα για τη διαιώνισή τους. Έτσι, στη Φωτιά, το δέρμα καίγεται γρήγορα, αλλά δημιουργείται άλλο καινούργιο για να το αντι­ καταστήσει: Τους αρνηθέντας να πιστεΰσωσιν εις τα σημεία ημών θα προσεγγίσωμεν εις τας φλόγας του πυρός, όταν δε κατακαή το δέρμα αυτών, θα δώσωμεν αυτοίς έτερον δέρμα ίνα οΰτω βασανισθώσι σκληρότερον. Ο Κύριος είναι κραταιός και σοφός. Ο πιστεύων και πράττων το αγαθόν εισελεΰσεται εις κήπους περιρρύτους υπό ρυάκων* εκεί θα μένη αιωνίως* εκεί θα εύρη γυναίκας ασπίλους, και ευάρεστον σκιάν, (δ’ 59 κ.ε.* πβ. κ’ 20 κ.ε.)

ΙΣΛΑΜΙΣΜΟΣ

179

Έτσι, η Ημέρα της Κρίσης (γιαούμ ονντΝτιν) είναι επίσης η ημέρα της Διάκρισης, γιαούμ ονλΦασλ, (λζ’ 20 κ.ε, μδ’ 40 κε, οζ’ 3 κε, οη’ 17) κατά την οποία θα γίνει ανταλλαγή (για τους ενάρετους) των κακών αυτού του κόσμου με τα καλά του επόμε­ νου ξδ’ 9). Την ημέρα της Διάκρισης θα ληφθεί απόφαση για όλες τις διαμάχες στη γη οι οποίες δεν λύθηκαν, τόσο γενικά (ς’ 164) όσο και ειδικότερα - παραδείγματος χάρη, οι διαμάχες μεταξύ Εβραίων και Χριστιανών (β’ 107, ις’ 125, σχετικά με την τήρηση της αργίας του Σαββάτου), μεταξύ Χριστιανών και απί­ στων (γ’ 48), μεταξύ των παιδιών του Ισραήλ (ι’ 93, με’ 17), μεταξύ των Μουσουλμάνων (ις’ 94) και μεταξύ των δούλων του (λθ’ 47). Τα θέματα αυτά θα μπορούσαν να είχαν αποφασιστεί νωρίτερα, αλλά η απόφαση αναβλήθηκε ως την τελευταία μέρα, για να διατηρηθεί η ώρα της δοκιμασίας και της δίκης: Κατ’ αρχάς, πάντες απετέλουν ένα και μόνον λαόν* έπειτα διεχωρίσθησαν, και αν ο λόγος του Κυρίου σου δεν απεκαλύπτετο προη­ γουμένως, η διαφωνία των ήθελε συμβιβασθή μέχρι τούδε. Ούτοι λέγουσιν “Εάν τουλάχιστον άνωθεν κατεπέμπετο θαύμα τι, ηθέλαμεν πιστεύσει.” Ειπέ αυτοίς* τα άδηλα τω Θεώ ανήκουσιν. Αναμέ­ νετε μόνον και εγώ θα αναμένω μεθ’ υμών. (ι’ 20 κ.ε.* στο μβ’ 20, ο Λόγος περιγράφεται ως καλιμάτ ονλφάσλ)

Την ημέρα της Διάκρισης θα ξεδιαλεχτούν οι δυο κατηγο­ ρίες: εκείνοι στους οποίους το βιβλίο τους δίνεται στο δεξί τους χέρι θα πάνε στον Κήπο, ενώ εκείνοι στους οποίους δίνεται στο αριστερό θα πουν, “«Είθε ο θάνατος να έδιδε τέλος εις την ζωήν μου! ... Η εξουσία μου απωλέσθη!» Τότε θα είπη ο Κύριος προς τους φύλακας της Γεέννης: λαβόντες αυτόν δέσατε, είτα καύσατε αυτόν εις το πυρ το εξώτερον” (ξθ’ 18-37). Υπάρχουν και πάλι μονάχα περιθωριακές εξαιρέσεις, όλες αμφίβολες, σε αυτό τον απόλυτο διαχωρισμό σε δυο κατηγορίες: η πρώτη αφο­ ρά εκείνους που “[...] πρώτοι έσονται” ή υπερέχουν (αςΣαμπικούν), οι οποίοι είναι μια τρίτη κατηγορία (εκτός από αυτούς

180

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

στα δεξιά και στα αριστερά) στο νς’ 10 * δεν βρίσκονται σε ενδιάμεση κατάσταση, αλλά είναι “πλησιέστεροι τω Θεώ” (εδά­ φιο 11). Η δεύτερη είναι οι άντρες “επί του Ααράφ” που θεω­ ρήθηκαν από ορισμένους σχολιαστές ότι είναι εκείνοι της ενδιά­ μεσης κατάστασης (ζ’ 44). Η τρίτη είναι οι μονναφίκ, αυτοί που έχουν τη θρησκεία τους για επίδειξη, που “δεν ανήκουν ούτε εις τούτους, ούτε εις εκείνους” (δ’ 142): “Οι υποκριταί θα ώσιν εν τω βάθει της αβύσσου του πυρός, και ουδείς ο βοηθών αυτούς. Αλλ’ οι μετανοήσαντες και εξαλείψαντες τας ανομίας αυτών, προσκολληθέντες δε στενώς με τον Θεόν και αποδεχθέντες πίστιν ειλικρινή, θα επανέλθωσι μετά των ευσεβών. Ο Κύριος δαψιλώς θα ανταμείψη τους πιστούς Μουσουλμάνους.” (δ’ 144 κ.ε.). Αλλά παρόλο που βρίσκονται επί του παρόντος στο σημείο ισορροπίας, δεν θεωρείται ότι θα παραμείνουν εκεί. Η δύναμη του Κορανίου λοιπόν έγκειται στην απλότητα της έκκλησής του προς όλους τους ανθρώπους να αναγνωρίσουν τα θέματα που βρίσκονται μπρος στα μάτια τους και τη δική τους ευθύνη για κάθε πράξη της ζωής τους./Το αλΒακία, το Γεγονός, η Ημέρα της Ανάστασης, θα συμβεί στα σίγουρα (να’ 1). Η έμφαση σε αυτό το σημείο στο Κοράνιο αντιστοιχεί στο ότι πολ­ λοί από αυτούς που αντιμετώπισε ο Μωάμεθ σαφώς δεν το πίστευαν. Το Κοράνιο καθιστά φανερό ότι πολλοί από τους συγ­ χρόνους του βρήκαν την ιδέα της ανάστασης γελοία, γιατί συγκρούεται με την ξεκάθαρη παρατήρηση αυτού που συμβαίνει όταν οι άνθρωποι πεθαίνουν. Ο σκεπτικισμός αυτός καταγράφε­ ται αρκετά συχνά στο Κοράνιο (π.χ. ιγ’ 5, ιζ’ 100, ιθ’ 66 κ.ε., λδ’ 7 κ.ε., λς’ 78, λζ’ 16) για να ξεκαθαρίσουμε το γεγονός ότι δεν πρόκειται για μεμονωμένη άποψη. Ο Μωάμεθ αναμφίβολα αντι­ μετώπισε ανθρώπους που πίστευαν ότι δεν υπάρχει τίποτα πέρα από αυτή τη ζωή (ς’ 29 κ.ε., κβ’ 10), και το κγ’ 3-43 αποδεικνύει ότι αυτό είναι ένα κεντρικό θέμα για τους προφήτες πριν τον Μωάμεθ. Όσον αφορά τον ίδιο, οι σκεπτικιστές ισχυρίζονται ότι ακόμα κι αν τα σώματα μπορούσαν να ανασυσταθούν, αυτό θα μπορούσε μόνο να οφείλεται σε κάποιου είδους μαγεία (ια’

ΙΣΛΑΜΙΣΜΟΣ

181

10* πβ. την απάντηση στο νβ’ 11-15), και τον προκαλούν να ανασυνθέσει τους προγόνους του για επίδειξη: Λέγουσι* Δεν υπάρχει άλλη ή η παρούσα ζωή. Αποθνήσκομεν και ζώμεν, μόνος ο χρόνος εξαφανίζει ημάς. Ουδεν μετά θετικότητος γινώσκουσι, μόνον εικασίας σχηματίζουσιν. Ό ταν διδάσκωσιν αυτοΰς τα περηφανή ημών ρήματα, τι λέγουσιν; “Επαναφέρετε τους πατέρας ημών εις την ζωήν, εάν λέγητε αλήθειαν”. Ειπέ αυτοίς· ο Θεός θ’ αναστήση και κατόπιν θα θανατώση υμάς* έπει­ τα θα ενώση πάντας εν τη ημέρα της Κρίσεως. Ουδεμία αμφιβολία υπάρχει περί τούτου. Αλλ’ οι πλείστοι τα πάντα αγνοούσι. (με’ 235* πβ. τους αρχικούς στίχους της Σούρας με τον τίτλο Κιγιαμάτ, Ανάσταση, οε’)

Αλλά δεν είναι μόνο αυτές οι αμφιβολίες ή οι απορίες σχετι­ κά με την ανάσταση. Το Κοράνιο έπρεπε επίσης να αντιμετωπί­ σει ερωτήματα που έθεταν οι πιστοί. Ποια είναι, λόγου χάρη, η θέση όσων σκοτώθηκαν στην υπηρεσία του Θεού; Μη λέγετε ότι οι φονευθέντες υπέρ πίστεως απέθανον, ουχί, ζώσιν αλλ’ υμείς αγνοείτε τούτο. Θα δοκιμάσωμεν υμάς δια του λιμού, της απώλειας του πλούτου, των συγγενών και των εισοδημάτων σας. Συ δε, Μωάμεθ, ανάγγειλον τοις πάσχουσι μετά καρτερίας, χαράς ευαγγέλια. Οι πιεζόμενοι εκ τίνος δυστυχίας, κράζουσιν “Εκ Θεού εσμέν και εις τον Θεόν απελευσόμεθα.” (β’ 149)

Από αυτό και από το πλήθος των στίχων που σχολιάζουν τη μαρτυρία (σαχίντ), οι Μουσουλμάνοι συμπέραναν ότι σε αυτούς που υφίστανται αυτή την ύστατη μαρτυρία για την αλήθεια του Θεού και του Απεσταλμένου του παραχωρείται μια ιδιαίτερα πλεονεκτική θέση στον Παράδεισο, πιο κοντά στο θρόνο του Θεού* και μέσα στον τάφο απαλλάσσονται από την ανάκριση του Μουνκάρ και του Νακίρ (σ. 159). Ελευθερώνονται από το βάρος των αμαρτιών τους και συνεπώς δεν χρειάζονται τη μεσο­

182

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

λάβηση του Μωάμεθ (πράγματι, αργότερα πιστευόταν ότι και αυτοί οι ίδιοι γίνονται μεσολαβητές), και εφόσον έχουν ήδη εξαγνιστεί, τα σώματά τους δεν χρειάζεται να πλυθοΰν πριν την ταφή* πρέπει να ταφούν με τα ρούχα που φορούσαν όταν μαρ­ τύρησαν. Με τέτοιες ανταμοιβές να τους περιμένουν, δεν είναι αξιοπερίεργο που η επιθυμία του να γίνει κανείς μάρτυρας (ταλάμπ ασΣαχάντα) εξελίχθηκε κατά καιρούς στην αποφασι­ στική αναζήτηση του θανάτου στην υπηρεσία του Θεού, κυρίως στο τζιχάντ. Όπως σημείωσα και περιέγραψα στο ΡνοΜβιη8 ο/* 8ιι$βήηξ (σσ. 130-3), αυτή η αναζήτηση του μαρτυρίου έλαβε ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις στο σιισμό, εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο σκοτώθηκαν οι τρεις πρώτοι νόμιμοι (κατά τη σιιτική άποψη) διάδοχοι του Μωάμεθ, ο Αλή και οι δυο γιοι του. Η αποδοχή της αιματοχυσίας και του θανάτου για την υπεράσπιση του Ισλάμ ήταν ολοφάνερη τα τελευταία χρόνια. Σε περίπτωση που δεν υπάρξει θάνατος σε μάχη, πολλά Χαντίθ επεκτείνουν την έννοια του σαχίντ σε άλλους τρόπους αποδοχής ή εκτέλεσης της επιθυμίας του Αλλάχ με υπομονή (παραδείγματος χάρη, η αποδοχή με υπομονή του θανάτου τριών γιων είναι αρκετή για να είναι υπολογίσιμη* και ο Μωά­ μεθ, όταν πιέστηκε, είπε ότι ακόμα και δύο θα έφταναν). Έτσι σε απάντησή του στην ερώτηση γιατί μια επιδημία πανούκλας είχε εξαπλωθεί στην κοινότητα, ο &1Β\ι1ί1ΐΣΐπ κατέγραψε την ακόλουθη απόκριση του Μωάμεθ: Ο Θεός την έστειλε ως τιμωρία σε κείνους που θα τιμωρούσε, και την έκανε ευλογία για τους πιστούς* διότι κάθε δούλος [του Θεού], οπουδήποτε, που παρέμεινε σε κείνο το μέρος και έκανε υπομονή, συλλογιζόμενος μονάχα αυτά που ο Θεός έγραψε ότι θα του συμβούν, θα λάβει την ίδια ανταμοιβή σαν να ήταν μάρτυρας [στο θέμα του θανάτου].

Αλλού η κατηγορία των μαρτύρων επεκτείνεται κι άλλο:

ΙΣΛΑΜΙΣΜΟΣ

183

Ο Απεσταλμένος του Θεοΰ είπε, “Υπάρχουν επτά μάρτυρες εκτός αυτών που σκοτώθηκαν στην υπηρεσία του Θεοΰ* αυτοί που χτυπήθηκαν από την πανοΰκλα, αυτοί που πνίγηκαν, αυτοί που πεθαί­ νουν από ασθένειες των πνευμόνων ή του στομαχιοΰ, αυτοί που καίγονται μέχρι θανάτου, αυτοί που θάβονται κάτω από οτιδήποτε, οι γυναίκες που πεθαίνουν στη γέννα (ή ενώ εγκυμονούν).” (Μα1&, Μιινναίία, 2, 141, 548)

Αλλά τι γίνεται με τους εξαιρετικά πιστούς στη μαρτυρία τους; Μήπως εξαιρούνται συνολικά από το θάνατο; Αυτό ήταν ένα ενοχλητικό ερώτημα που είχε επίκεντρο τον ίδιο τον Μωά­ μεθ. Ούτως ή άλλως, το Κοράνιο αναφέρει ότι αυτό συνέβη στον Ιησού (βλ. σ. 170): Είπεν όθεν ο Κύριος* Ιησού! εγώ ειμί ο δίδων σοι τον θάνατον και υψώνων σε μέχρι εμού* ο αγγίζων σε από των απιστούντων, όστις θέτω τους οπαδούς σου άνωθεν των μη πιστευόντων, μέχρι της ημέρας της κρίσεως. Τέλος πάντων προς εμέ ελεύσεσθε και εγώ δικάσω τας διαφωνίας υμών. (γ’ 48)

Αν αυτό ισχύει για τον Ιησού, τότε δεν θα έπρεπε, α {οηίοή, να ισχύει και για χον Μωάμεθ; Είναι φανερό ότι αυτό ήταν ένα ερώτημα που θα μπορούσε να τεθεί μόνο όσο ο Μωάμεθ ήταν ακόμα εν ζωή, αλλά ήταν ένα σοβαρό ερώτημα για τους πρώ­ τους Μουσουλμάνους, όπως φαίνεται από τις τελευταίες σελίδες του Βίου του από τον ίβη Ιδίι&ς, όπου το γεγονός ότι ο Μωάμεθ όντως πέθανε αναστάτωσε τουλάχιστον μερικούς από τους θερ­ μούς οπαδούς του. Το Κοράνιο είχε αντιμετωπίσει αυτό το ερώτημα (δείχνοντας πόσο σοβαρά τουλάχιστον κάποιοι πίστευαν ότι η πραγματική δικαίωση του Μωάμεθ θα εντοπιζόταν στην απαλλαγή του από το θάνατο, όπως έγινε με τον Ιησού): Ο Μωάμεθ δεν είναι ή απόστολος* άλλοι απόστολοι προηγήθησαν

184

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

αυτού. Εάν ούτος αποθάνη ή φονευθή, θα επανέλθητε εις τας ανο­ μίας υμών; Η αποστασία υμών δεν παραβλάπτει τον Κύριον, αυτός ανταμείβει όσους τον ευχαριστούν. Ουδείς θνήσκει άνευ της βουλήσεως του Θεού, θνήσκει δε όταν και όπως είναι τούτο γεγραμμένον εν τη Βίβλω τη οριζούση την διάρκειαν εκάστου εν τω κόσμω τούτω όντος. (γ’ 138 κ.ε.)

Στο τέλος, το ερώτημα λύνεται, στα Χαντίθ, με αυτό που κατα­ γράφει ο Αίδΐια, ότι δηλαδή κανένας προφήτης ή αγγελιοφόρος του Θεού δεν πεθαίνει ώσπου να του επιτραπεί να το επιλέξει* ο Μωάμεθ λοιπόν επέλεξε τη στιγμή που θα πήγαινε να αντα­ μώσει τους “ουράνιους συντρόφους”. Σε όλα αυτά τα ερωτήματα, είτε εντός είτε εκτός κοινότητας, το Κοράνιο επαναλαμβάνει σταθερά το σημαντικό θέμα της δημιουργίας: εφόσον όλα τα πράγματα προέρχονται από τον Θεό και υπάρχουν μόνο ως συνέπεια της επιθυμίας του, η διά­ θεση της ζωής και του θανάτου είναι αποκλειστικά δική του (κβ’ 66)* και όποιοι αμφιβάλλουν για την ανάσταση και την επανέ­ νωση της ψυχής με το σώμα για την τελική κρίση τους, τους δίδεται η συμβουλή να λάβουν υπόψη τους τα θαύματα και τα μυστήρια της πρώτης δημιουργίας (νς’ 57-62): αν ο Θεός μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο, στην πρώτη δημιουργία, είναι άραγε τόσο αξιοπερίεργο αν συνεχίζει αυτό το έργο με την ανασύσταση των ατόμων μετά το θάνατο; Η ακολουθία είναι συνεχόμενη, όπως αναφέρεται στο κγ’ 12-16: Επλάσαμεν τον άνθρωπον εκ λεπτού χοός, έπειτα εποιήσαμεν αυτόν σταγόνα σπέρματος, ενυπάρχοντος εντός στερεάς σπέρματοδόχης. Εκ του σπέρματος τούτου εποιήσαμεν θρόμβον αίματος, όστις εγένετο σαρξ, η σαρξ μετεβλήθη εις οστά, τα δε οστά περιεβάλομεν με σάρκας· είτα μετεσχηματίσαμεν αυτόν. Ευλογημένος είη ο Θεός, ο άριστος των δημιουργών αφού επλάσθητε θ’ αποθάνητε και θ’ αναστηθήτε την ημέραν της εξεγέρσεως.

ΙΣΛΑΜΙΣΜΟΣ

185

Και αν το θαύμα της ανθρώπινης γέννησης δεν σας αρκεί, σκεφτείτε, λέει το Κοράνιο, τη συνεχή ανανέωση της νεκρής γης, ή των αδρανών σπόρων με την πτώση της βροχής* αυτό επί­ σης είναι άλλο ένα μοτίβο στο Κοράνιο: Ο Θεός αποστέλλει τους ανέμους τους ωθούντας τα νέφη. Οδηγεί αυτά προς τα νεκρά εκ της ανομβρίας μέρη και ζωογονεί την απονεκρωμένην γην. Ούτω θα πράξη και την ημέραν της αναστάσεως. (λε’ 10/9)

Αν και πολλές από τις λεπτομέρειες στο Κοράνιο σχετικά με τη διαδρομή από τη ζωή μέσα στον τάφο προς την ανάσταση και την κρίση είναι έντονες, στα Χαντίθ είναι ακόμα εντονότερες και μάλιστα οι σύντομες αναφορές του Κορανίου εκεί αναπτύσ­ σονται σημαντικά. Έτσι στο Κοράνιο, ο άγγελος του θανάτου, που έρχεται να συγκεντρώσει όσους πρέπει να πεθάνουν, αναφέρεται μόνο μια φορά, στο λβ’ 9-11, χωρίς περιγραφή. Στα Χαντίθ, η εμφάνισή του καθώς και ο ρόλος του περιγράφονται με περίτεχνο τρόπο. Αυτά και άλλα Χαντίθ είναι συγκεντρωμέ­ να, αλλά χωρίς παραπομπές, στο Ματηίβ ΒοοΙζ ο/*ίΗβ Όβαά, και, εκτενέστερα, αλλά και πάλι χωρίς σαφείς παραπομπές, στο ΤΗβ ΞρββίαβΙβ ο / ΟβαίΗ του Κ.Μ. Ιδίαιη. Υπάρχει όμως και μια άλλη ερμηνεία του Κορανίου, η πρα­ κτική ερμηνεία που εκφράζεται στο πένθος και στο έθιμο της ταφής. Η αραβική λέξη τζανάζα ή τζινάζα αναφέρεται στο πτώ­ μα και παράλληλα στο φέρετρο, καθώς επίσης στις τελετές ταφής. Όλες οι συλλογές των Χαντίθ καταγράφουν βασικές συνήθειες και προσευχές (οι συλλογές των Μιΐδΐίιη και &1Βιι]ί]ι&π έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, όπως η Μη\ναίία του Ιτη&τη Μα1& και η μεταγενέστερη ανθολογία, ΜίζΗ&αί αΙΜαχαΜΗ). Τα έθιμα ταφής και πένθους (που και πάλι περιγράφονται εκτενώς στο ΤΗβ ΞρββίαβΙβ ο/ΟβαίΗ του Κ.Μ. Ιδί&ιη) πρέπει να βασίζονται στο Κοράνιο και στα Χαντίθ, παρόλο που ορισμένες ιδιαίτερες πρακτικές ποικίλουν από κοινότητα σε κοινότητα. Αυτό που

186

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

είναι σίγουρα απαραίτητο είναι να πλυθεί και να ταφεί το σώμα το γρηγορότερο δυνατόν, κατά προτίμηση την ίδια ημέρα, και όχι αργότερα από οκτώ ώρες μετά το θάνατο, όπως λέει ένας Μουσουλμάνος στο ΨοΗά$ ο / ΡαίίΗ: Όταν ένας Μουσουλμάνος, γυναίκα ή άντρας, πεθαίνει, επείγει να τον κρύψουμε. Να τον κρύψουμε: αυτό σημαίνει να τον βάλουμε στον τάφο όσο γίνεται πιο γρήγορα. Έτσι, μόλις φύγει η ψυχή από το σώμα, φέρνουμε το σώμα σπίτι. Στη χώρα μας, όταν το άτομο πεθαίνει κανονίζουμε αμέσως να τον πλύνουμε και μετά να τον πάμε στη σαλάτ αλινάτζα που είναι η τελευταία προσευχή· και όσο περισσότεροι Μουσουλμάνοι μπορούν, συγκεντρώνονται για τη

τζινάζα του. Κι έπειτα λέμε την τελευταία προσευχή και τον θάβουμε στον τάφο με το πρόσωπο στραμμένο προς τη Μέκκα. Ο ιμάμης είναι αυτός που πρέπει να ηγηθεί των προσευχών της τζινάζα, αλλά αν δεν υπάρχει ιμάμης εκείνη την ώρα, μπορεί να το κάνει οποιοσδήποτε στη θέση του. (σ. 247)

Απαιτείται σεβασμός προς το σώμα, γιατί πρόκειται να αποκατασταθεί κατά τη γιαούμ αλΚιγιάμα. Ο Αίδΐια είπε ότι το να σπά­

σει κάποιος ένα κόκαλο από το πτώμα ενός Μουσουλμάνου είναι εξίσου κακό με το να σπάσει το κόκαλο ενός ζωντανού ανθρώπου (ΜαΚΚ, 2, 144, 557). Ο σεβασμός φανερώνεται και με άλλους τρόπους: παραδείγματος χάρη, θεωρείται πολύ ενάρετη πράξη το να συνοδεύει κανείς το φέρετρο στην ταφή, όπως και το να επισκέπτεται τους ασθενείς. Πρέπει να λέγονται προσευχές πάνω από τον νεκρό, ιδιαίτε­ ρα τέσσερις ταμπκίρ (προσφωνήσεις για τη μεγαλειότητα του Θεού, και αν είναι δυνατόν θα πρέπει να απαγγέλλεται ολόκλη­ ρο το Κοράνιο, ή τουλάχιστον η Σούρα ς’. Ο Α\νί 1). Μαΐίΐί θυμά­ ται την προσευχή του ίδιου του Μωάμεθ πάνω από έναν νεκρό: Ο αγγελιοφόρος του Θεού προσευχήθηκε σε μια κηδεία και συγκρότησα στη μνήμη μου ένα μέρος της ικεσίας του. Έλεγε, “Ω

ΙΣΛΑΜΙΣΜΟΣ

187

Κύριε, συγχώρεσέ τον, δείξε του έλεος, δώσε του ασφάλεια, συγχώρεσε τις αμαρτίες του, παραχώρησέ του μεγαλοπρεπή εφόδια και ευρΰχωρο κατάλυμα, πλύνε τον με νερό, χιόνι και πάγο, εξάγνισέ τον από τις αμαρτίες όπως καθάρισες το λευκό ένδυμα από την ακαθαρσία, δώσε του καλύτερη κατοικία στη θέση της τωρινής του, καλύτερη οικογένεια στη θέση της τωρινής του, και καλύτερη σύζυγο στη θέση της τωρινής του, κάνε τον να εισέλθει στον παρά­ δεισο και προστάτευσέ τον από τη δίκη στον τάφο και την τιμωρία στην κόλαση.” Μια άλλη εκδοχή λέει, “Και διαφύλαξέ τον από τη δίκη στον τάφο και την τιμωρία στην κόλαση.” Πρόσθεσε ότι στο τέλος ευχόταν να ήταν ο ίδιος αυτός ο νεκρός άντρας. (ΜΐχΗΙαιί I, σ. 348)

Το ίδιο το πένθος δεν πρέπει να είναι υπερβολικό. Σύμφωνα με τον Μηγ Β. Αύ\α, ο Μωάμεθ επέτρεπε το θρήνο μέχρι τη στιγμή του θανάτου. Επισκέφθηκε τον ΑΜιιΙΙ&Ιι ίβη Ήιαβΐΐ όταν ο τελευταίος ήταν σοβαρά άρρωστος, και όταν ο ΑΜυΙΙ&Ιι δεν του αποκρίθηκε, είπε: “Εκ Θεού εσμέν και εις τον Θεόν απελευσόμεθα” (βλ. σσ. 161-2). Όταν οι γυναίκες άρχισαν να κλαίνε, ο προσπάθησε να τις κάνει να σωπάσουν, αλλά ο Μωάμεθ είπε, “Άφησέ τις να κλάψουν τώρα. Όταν έρθει η ώρα, κανείς δεν πρέπει να κλάψει.” Όταν ρωτήθηκε τι εννοούσε με το “όταν έρθει η ώρα”, ο Μωάμεθ απάντησε, “Όταν επέλθει ο θάνατος”. Υπάρχει μια βαθιά παράδοση στον Ισλαμισμό σύμ­ φωνα με την οποία ό θρήνος για τους νεκρούς τούς ενοχλεί στον τάφο - πράγμα το οποίο είναι λογικό, αν λάβουμε υπόψη τις πεποιθήσεις των Μουσουλμάνων για την “περίοδο στον τάφο”. Αυτό εκφράστηκε εύγλωττα από ένα Μουσουλμάνο στο ΪΥοΜ ξ ο / ΡαίίΗ: Δεν πρέπει να θρηνούμε όταν οι Μουσουλμάνοι πεθαίνουν. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να μην κλάψουν γιατί είναι κάτι που δεν ελέγχεται. Αλλά δεν πρέπει να κλαίμε, γιατί αν κλαίμε... Το άτομο είναι νεκρό για μας, αλλά για τον Αλλάχ δεν είναι νεκρό. Γι’ αυτό

188

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

προσπαθούμε να θάψουμε το άτομο γρήγορα, γιατί κατά κάποιον τρόπο βασανίζεται: ακούει τους ανθρώπους να κλαίνε γι’ αυτόν. Έ τσι προσπαθούμε να τον θάψουμε γρήγορα για το δικό του καλό. (σ. 248)

Στην πραγματικότητα, αυτό που όντως απαγορεύεται είναι ο υπερβολικός θρήνος, αφού κάτι τέτοιο έρχεται σε αντίθεση με την αποδοχή της καθοδήγησης και της επιθυμίας του Θεού στη δημιουργία. Ο Μωάμεθ είπε: “Όποιος χτυπάει τα μάγουλά του, σκίζει τα ρούχα του και θρηνεί όπως έκαναν οι άνθρωποι κατά την Τζαχιλίγια [την περίοδο της άγνοιας πριν τον ερχομό του Ισλάμ] δεν ανήκει σ’ εμάς.” Η απαγόρευση αυτή του θρήνου (νιχάγια) μαζί με μια σχετική παράδοση που αποκηρύσσει (στην κόλαση) όποιον ψεύδεται σκοπίμως για τον Προφήτη, αποτε­ λούν παραδόσεις μονχαβαχίρ στο Ισλάμ, παραδόσεις τόσο ιερές που ο ΙιιγηΙ)ο11 είπε γι’ αυτές, “πρόκειται σχεδόν για αύρα αγιό­ τητας”. Και εδώ ακριβώς βρίσκεται το παράδοξο, όπως παρατη­ ρεί ο ΙιιγιΛο11: “Παρόλο που αυτό το έθιμο [του νιχάγια] απαντά σε ολόκληρο το μουσουλμανικό κόσμο, με τη μια ή την άλλη μορφή, υπάρχουν πολλές παραδόσεις που αποδίδονται στον προφήτη και σε διάφορους σπουδαίους συγχρόνους σύμφωνα με τις οποίες απαγορεύεται επίσημα” (Μη^Ιίτη Τταάΐίΐοη, σ. 96). Είναι μια περίπτωση τοπικού εθίμου που ντύνει, ή χρωματίζει, την έκφραση του Ισλάμ. Η περιγραφή του ΟταικινίδΙ για το θάνατο και την ταφή των Μουσουλμάνων σε ένα χωριό στην Ιορδανία καταγράφει ακριβώς αυτή τη διάσταση ανάμεσα σε αυτό που γινόταν στην πραγματικότητα και σε αυτό που επέτρε­ πε η επίσημη θρησκεία. Σε γενικές γραμμές, επομένως, η μουσουλμανική αντίληψη για το θάνατο έρχεται σε αντίθεση με πολλές από τις περιγραΓ φές του θανάτου που εξετάσαμε νωρίτερα σε αυτό το βιβλίο. Βέβαια, ο Ισλαμισμός ήταν υποχρεωμένος να εξηγήσει με παρα­ δείγματα τη σπουδαιότητα της ενδιάμεσης ύπαρξης (σσ. 40-1): από όλες τις μεγάλες θρησκείες, ο Ισλαμισμός είναι εκείνη που

ΙΣΛΑΜΙΣΜΟΣ

189

περιγράφει με τον πιο σαφή και κυριολεκτικό τρόπο ένα ενδιά­ μεσο στάδιο, το διάστημα στον τάφο* ωστόσο δεν προβλέπει τελετουργίες που θα βοηθήσουν όσους βρίσκονται στο μεταίχ­ μιο να μεταβοΰν στην τελική τους κατάσταση. Αντιθέτως, κάθε “παρέμβαση” τέτοιου είδους θα ήταν αντίθετη στην τελική από­ φαση του Θεού (καντρ). Αυτό υπενθυμίζει ότι η θεολογία μπο­ ρεί να κατασκευάζει, από τις ίδιες της τις πηγές και από την προσήλωσή της στο ίδιο το υποκειμενικό υλικό της, αντιφάσεις για κάτι που διαφορετικά θα φαινόταν ότι έχει ριζωθεί αρκετά βαθιά στην παραδοσιακή συμπεριφορά για να μπορεί να αλλά­ ξει* η κοσμική αντίληψη για τη θρησκεία, αντίθετα, διατηρεί εμφανώς αυτές τις πράξεις, τις οποίες δεν εγκρίνει η επίσημη θρησκεία. Ο Ισλαμισμός φαίνεται επίσης να διαψεύδει ένα βασικό σημείο που διατυπώθηκε στην αρχή, ότι οι θρησκείες στο ξεκί­ νημά τους ερεύνησαν την έννοια και τη σημασία του θανάτου πολύ περισσότερο μέσω της θυσίας απ’ ό,τι μέσω των συλλογι­ σμών για τη μετά θάνατον ζωή* αλλά το Κοράνιο είναι εξαιρετι­ κά σαφές και κυριολεκτεί όσον αφορά το χάρτη του Κήπου και τη Φωτιάς, καθώς και για το πώς πρέπει να εξασφαλίσει κανείς την είσοδό του στο πρώτο και όχι στο δεύτερο. Τούτο όμως δεν προκαλεί έκπληξη*, καθότι ο Ισλαμισμός είναι μεταγενέστερη, και όχι πρώτη, μορφή θρησκευτικής παράδοσης (της ΙουδαιοΧριστιανικής). Κατά συνέπεια, αυτό που πρωτύτερα ήταν πει­ ραματικό και ποικίλο (το να ανακαλύψει κανείς το πώς θα υπάρξει συνέχεια της ζωής με τον Θεό μετά θάνατον) τώρα γίνεται κατηγορηματικό* και αυτό σημαίνει ότι ενώ ορισμένοι Εβραίοι και Χριστιανοί μ π ο ρ ε ί να θεωρούν συγκεκριμένες φανταστικές εικόνες του παραδείσου και της κολάσεως ως ιδε­ ατά συμβάντα, των οποίων μπορεί να καθοριστεί η άνοδος και η πτώση, οι Μουσουλμάνοι δεν μπορούν να κάνουν κάτι αντίστοι­ χο: οι περιγραφές του Κήπου και της Φωτιάς δεν είναι ιδεατά συμβάντα - ούτε καν έννοιες: είναι τοποθεσίες και συνθήκες, η πραγματικότητα των οποίων θα επαληθευτεί εσχατολογικά,

190

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

όπως δεν ξεχνά να μας υπενθυμίζει το Κοράνιο, παρόλο που δεν χρησιμοποιεί την ίδια γλώσσα! Αντιθέτως, το μοτίβο της θυσίας περιορίζεται ή, ίσως πιο σωστά, τυποποιείται. Το να προσφέρει κανείς την ίδια του τη ζωή ως ένδειξη γενναιοδωρίας πέρα από τις απαιτήσεις του ζακάτ είναι ένας φανερός τρόπος με τον οποίο μπορεί να δια­ τηρηθεί ενεργό το μοτίβο της “ζωντανής θυσίας”. “Το κρέας και το αίμα του θύματος δεν φθάνουσι μέχρι του Θεού* η ευσέβεια όμως υμών φθάνει μέχρις αυτού” (κβ’ 38). Ο Ισλαμισμός διατη­ ρεί τη θυσία κυριολεκτικά ως θρησκευτικό καθήκον, αλλά σε σαφείς και περιορισμένες περιστάσεις, κυρίως τη θυσία κατά τη διάρκεια του προσκυνήματος στη Μέκκα, και το αντίστοιχο Ιντ αλΆντα που γίνεται σε όλο τον ισλαμικό κόσμο - μια κατσίκα ή ένα πρόβατο για έναν άντρα ή μια οικογένεια, μια αγελάδα ή μια καμήλα για μέχρι επτά άντρες. Αλλά η θυσία αυτή δεν σχε­ τίζεται με την κατανόηση του θανάτου* περιλαμβάνεται στα καθήκοντα τα οποία, αν πραγματοποιηθούν, επιτρέπουν σε ένα Μουσουλμάνο να προσεγγίσει το θάνατο δίχως φόβο. Ο Ισλαμισμός, επομένως, αντιπροσωπεύει την κατανόηση του θανάτου, στα πλαίσια της θρησκευτικής ιστορίας και παρά­ δοσης του δυτικού κόσμου, στην πιο ακραία μορφή τυποποίη­ σης. Μεταγενέστερες εξελίξεις στον Ιουδαϊσμό και τον Χριστια­ νισμό (και σε αιρετικές παραφυάδες του τελευταίου) συναγωνί­ στηκαν τον Ισλαμισμό στην τυποποίηση της λεπτομέρειας και της κυριολεξίας των περιγραφών του για τον παράδεισο και την κόλαση. Αλλά στον Ιουδαϊσμό και τον Χριστιανισμό τα άτομα μπόρεσαν να αναγνωρίσουν ότι ένα μεγάλο μέρος της συσσωρευμένης λεπτομέρειας είναι μια φανταστική άσκηση βασισμένη σε εικόνες που μπορεί να παραμερισθεί (τουλάχιστον κατά την άποψή τους) χωρίς να παραμεληθεί η πίστη. Υπάρχει ένας δια­ χωρισμός της παράδοσης που είναι μια συνεχόμενη μέχρι σήμε­ ρα διαδικασία. Η διαδικασία αυτή είναι περισσότερο προβλη­ ματική - και σίγουρα πιο ύποπτη - στον Ισλαμισμό, εξαιτίας της εξουσίας που κατέχει το Κοράνιο ως αποκάλυψη.

191

ΙΣΛΑΜΙΣΜΟΣ

Στις τρεις συνδεόμενες δυτικές θρησκείες μπορούμε επομέ­ νως να δούμε μια ιστορία να κινείται προς τις παρατηρήσεις που έκανε ο Μαρξ, ο Φρόυντ και πολλοί άλλοι σχετικά με τη θρησκευτική εκμετάλλευση του θανάτου: όσο πιο κυριολεκτική γινόταν η πίστη, τόσο πιο ρητή γίνεται η έκκληση να αλλάξει κάποιος τη συμπεριφορά του για λόγους σύνεσης. Έτσι, για να δώσουμε ένα μόνο παράδειγμα (στο οποίο έχουμε ήδη αναφερ­ θεί), το βιβλίο του Κ.Μ. Ιδίαιη, ΤΗβ ΞρββίαοΙβ ο/ΌβαίΗ, αρχίζει ως εξής: Στο Όνομα του Θεού, του Πιο Σπλαχνικού και Ελεήμονα ΦΥΛΑΧΘΗΤΕ Μόνο ο Θεός είναι άξιος κάθε Επαίνου, Εκείνος που έστειλε το θάνατο στους μεγαλύτερους τυράννους και στους ισχυρότερους άντρες και τους στραγγάλισε* και έσπασε τις πλάτες των μεγαλύ­ τερων βασιλιάδων* και έσβησε τις ελπίδες, τις φιλοδοξίες εκείνων που κατείχαν τεράστιες ορδές και θησαυρούς δίνοντας τέρμα στη ζωή τους* αλλά όταν η υπόσχεση του Παντοδύναμου (η ώρα του θανάτου) έφτασε, ρίχτηκαν σε ένα πηγάδι και κατρακύλισαν από τα ψηλά παλάτια τους στα έγκατα της γης, σηκώθηκαν από τα μαλακά κρεβάτια τους κάτω από τις σπίθες και τη λάμψη των ηλε­ κτρικών φώτων και εκσφενδονίσθηκαν στα σκοτάδια του τάφου. Είχαν αρχίσει τα ερωτικά παιχνιδίσματα με τις σκλάβες και τις παλλακίδες τους την ώρα που τους παρέδωσαν στα σκουλήκια και τα έντομα, και αντί να απολαμβάνουν την ηδονή του φαγητού και του ποτού κυλούσαν μέσα στη λάσπη* και κατάντησαν μοναχικοί φυλακισμένοι στην ερημιά αντί να χαίρονται την εύθυμη συντρο­ φιά των φίλων. (σ. 3)

Μια συνέπεια αυτού είναι ότι ο Ισλαμισμός πρέπει απαραίτητα να απορρίπτει κάθε απόπειρα ερμηνείας της γλώσσας του ως προσωρινής, διορθώσιμης και σχετικού κύρους, παρά το γεγο­ νός ότι ήταν υποχρεωμένος να αναγνωρίσει (μετά από μεγάλες διαμάχες στις αρχές της ιστορίας του) ότι ένα μεγάλο μέρος της

192

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

γλώσσας του Κορανίου είναι αναλογική ή μεταφορική - ο Θεός δεν είναι καθισμένος, ακόμα και για έναν Μουσουλμάνο, άνετα πάνω σ’ ένα θρόνο. Ωστόσο, ο Ισλαμισμός βασίζεται, σε αντίθε­ ση με τις υπόλοιπες μεγάλες θρησκείες, σε μια κυριολεκτική και αλάνθαστη εικόνα της τελικής κατάληξης της ανθρώπινης ζωής πέρα από το θάνατο. Εντελώς διαφορετική είναι η θρησκευτική αντίληψη του Ινδουισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ

ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ Όλες οι θρησκείες που σημείωσαν μια σημαντική γεωγραφι­ κή εξάπλωση και παράλληλα επιβίωσαν μέσα στο χρόνο αποτελοΰν συγκερασμούς πεποιθήσεων, πρακτικών και παραδόσεων. Θα ήταν ίσως προτιμότερο, για χάρη της τάξης και της στατιστι­ κής, να προσδιορίζονται τα όρια μιας θρησκείας ως “φΐοά δοιηρεΓ, φχοά ιΛίςμιο, (μιοά οιηηίβιΐδ οτεάίϊΜτα ©δΐ” (“αυτό που υπάρχει πάντα, αυτό που υπάρχει παντού, αυτό στο οποίο πιστεύουν όλοι”), αλλά μια τέτοια θρησκεία δεν υπήρξε και δεν θα υπάρξει ποτέ. Μέσα στο σύνολο των στοιχείων που απαρτί­ ζουν κάθε θρησκεία υπάρχουν σίγουρα κοινά σημεία, αλλά ακόμα κι αυτά ερμηνεύονται με διαφορετικό τρόπο. Έτσι, οι διαφορετικές θρησκείες και οι διαφορετικές οργανώσεις στα πλαίσια μιας θρησκείας ερμηνεύουν το γεγονός της ποικιλότητας με διαφορετικό τρόπο. Στο ένα άκρο, μέσα στα πλαίσια μιας θρησκείας, μπορεί να υπάρχει μια επίμονη πεποίθηση ότι μόνο μια συγκεκριμένη ερμηνεία είναι αυθεντική και ότι όλες οι άλλες, αν και παρασιτικές προς την αληθινή, δεν παύουν να είναι ατελείς: το σκουλήκι ρο1γοΙΐ30ΐ;& βρίσκει κατοικία πάνω στον κάβουρα πάγουρο και εξαρτάται από αυτόν για την τροφή του, αλλά παραμένει σκουλήκι και όχι καβούρι - αυτό θυμίζει, για παράδειγμα, τη στάση του Βατικανού προς τους άλλους Χρι­ στιανούς. Στο άλλο άκρο, μπορεί να βρίσκεται μια πολύ θετική εκτίμη­ ση της ποικιλότητας, στηριζόμενη στο ότι καμιά οργάνωση από μόνη της, είτε ατομική είτε κοινωνική, δεν είναι δυνατόν να περιλαμβάνει όλες τις έγκυρες πιθανότητες, και κυρίως να βρί-

194

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

σκεται απομονωμένη από το περιβάλλον της. Στην περίπτωση αυτή, η ποικιλότητα δεν αποτελεί διακοσμητικό στοιχείο αλλά αναγκαιότητα. Έ να οικοσύστημα (παραδείγματος χάρη, ένα δάσος ή ένας κοραλένιος βράχος) θεωρείται μια ενότητα, στην οποία όλα τα τμήματα είναι μεν φαινομενικά ανεξάρτητα, αλλά το ένα επιτρέπει τη δυνατότητα ύπαρξης του άλλου: τα τμήματα δεν αποτελούν το όλον, τα τμήματα είναι το όλον. Η θέση αυτή ερμηνεύει θετικά την ποικιλότητα ως απαραίτητη. Για να επανέλθουμε στον παρασιτισμό: η παρασιτική σχέση μ π ο ρ ε ί να είναι αυτό που ονομάζουμε ομοτράπεζη συμβίωση, σε αντίθεση με μιαν άλλη που μπορεί να είναι απλώς ουδέτερη: η σχέση μπορεί να βασίζεται στην αλληλεξάρτηση, όπως, για παράδειγ­ μα, στην περίπτωση του μικροοργανισμού ΜίχοίήοΗα ρα™άοχα που ζει στην απόληξη των εντέρων των ξυλοφάγων τερμιτών, καταπίνει κομμάτια ξύλου και χωνεύει την κυτταρίνη· χωρίς αυτή την πεπτική του ικανότητα, οι ξυλοφάγοι τερμίτες δεν θα μπορούσαν να επιζήσουν, εφόσον μόνο λίγα βακτηρίδια, μύκη­ τες και πρώτιστα περιέχουν τις κυτταρίνες και τα ένζυμα που χρειάζονται για την πέψη του ξύλου. Στην περίπτωση της θρησκείας, αυτή η “θετική θεώρηση της ποικιλότητας” είναι εμφανέστατη στον Ινδουισμό, όπου γίνεται αποδεκτό άνθρωποι με διαφορετικές ιστορίες και από διαφορε­ τικές συνθήκες να ζητούν αντίστοιχα διαφορετικές περιστάσεις, ώστε να μετατρέψουν αυτές τις ιστορίες και τις συνθήκες σε ένα πιο επιθυμητό αποτέλεσμα. Ή , για να το πούμε πιο απλά, υπάρ­ χουν πολλοί δρόμοι που οδηγούν στον ίδιο στόχο, πολλά μονο­ πάτια από τα οποία μπορεί κανείς να ανέβει ένα βουνό. Ο συγκερασμός των “δρόμων προς το στόχο”, που έγινε γνω­ στός (από το δέκατο ένατο αιώνα κι έπειτα) ως Ινδουισμός, προσθέτει σε όλα αυτά την περαιτέρω άποψη ότι κανένας άνθρωπος δεν μπορεί ποτέ να δει, πόσο μάλλον να κατανοήσει, το σύνολο ενός αντικειμένου. Ο Πικάσο αποπειράθηκε να παρουσιάσει τις τρεις διαστάσεις ενός βιολιού πάνω σε ένα μονοδιάστατο παραλληλόγραμμο καμβά, αλλά κι ο ίδιος παρα­

ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ

195

δέχθηκε ότι είχε παραλείψει πολλά πράγματα. Μπορούμε βέβαια να προχωρήσουμε παραπέρα με τη συνεργασία, συγκε­ ντρώνοντας τις προσωπικές και ελλιπείς αντιλήψεις μας. Αλλά στο τέλος, το αποτέλεσμα θα είναι και πάλι ατελές. Η ιστορία με τους τυφλούς που προσπαθούν να περιγράψουν έναν ελέφα­ ντα αποτελεί πλέον κοινότοπο παράδειγμα, αλλά τουλάχιστον αγγίζει εύστοχα την ουσία του θέματος: ο καθένας από αυτούς, καθώς ακουμπά ένα διαφορ&τικό τμήμα του ζώου, αντιλαμβάνε­ ται το “αντικείμενο” ως δέντρο, ακόντιο, φίδι, ουρά, σχοινί. Κατά την εκδοχή του Ι.Ο. δαχε (“Τΐι© Βίπιά Μεη αηά Ιΐι© Είερίιαηΐ:”): Κι έτσι οι άνδρες αυτοί απ’ την Ινδία Διαφωνούσαν δυνατά και για πολύ, Ο καθένας είχε τη δική του γνώμη Και ήταν άκαμπτη και δυνατή, Δίκιο είχε ο καθένας τους εν μέρει, Κι άδικο όλοι μαζί! Τίποτα από αυτά δεν εμποδίζει τα δευτερεύοντα συστήματα στα πλαίσια του Ινδουισμού να διατηρούν τις δικές τους οριοθετή­ σεις και να επιμένουν σε αυτές, κατά καιρούς με βίαιη αποφα­ σιστικότητα: ο Γκάντι εξάλλου δολοφονήθηκε από ένα φανατικό Ινδουιστή. Επομένως, ένας Ινδουιστής μπορεί να αποτελεί για έναν άλλο “ένα βίαιο φίλο, έναν εχθρό από μπαρούτι”, όπως περιέ­ γραψε τη γυναίκα του ο ΚοβεΓΙ Ιχ>ιιίδ δίενεηδοη. Και αυτό μπο­ ρεί να αποτελεί αναγκαιότητα και όχι δολιότητα, με την έννοια ότι κάθε ζωντανή παρουσία, είτε ανθρώπινη είτε όχι, πρέπει να ζει με τον τρόπο που της αρμόζει, σύμφωνα με το δικό της ντάρ­ μα. Το ινδικό όνομα γι’ αυτό που στη Δύση ονομάζεται Ινδουι­ σμός είναι σανατάνα ντάρμα, αιώνιο ντάρμα. Ο Ινδουισμός είναι ο χάρτης που δείχνει το πώς να ζει κανείς σωστά: είναι η περιγραφή και η υπενθύμηση των τρόπων σύμφωνα με τους

196

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

οποίους πρέπει να ζει κανείς, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες κι αν βρεθεί, με μοναδικό σκοπό να προχωρήσει προς το στόχο (ίσως και να τον ςρτάσει). Αυτό είναι το κεντρικό θέμα στη Μπαγκαβάτ Γκίτα, “Το Τραγούδι του Θεού”, το ιερό κείμενο ύψιστης σημασίας για τους περισσότερους Ινδουιστές. Τα ινδικά ιερά κείμενα αποτε­ λούνται από δυο μέρη, τα Σρούτι (κείμενα που καταγράφουν την αποκάλυψη που φανερώθηκε στους ρσις και που μεταδόθη­ καν προφορικά) και τα Σμρίτι (την απομνημονευμένη παράδο­ ση, που μπορεί να συνδέεται με τα Σρούτι, αλλά μπορεί επίσης και να τα αναπτύσσει). Επομένως, τα βασικά συστατικά των ινδικών θρησκευτικών κειμένων είναι οι τέσσερις Βέδες (κυρίως ψαλμοί, ύμνοι και τραγούδια), τα Βραχμάνας που συν­ δέονται με τις Βέδες (αφορούν κυρίως τις ιεροτελεστίες στις οποίες ανήκουν οι ψαλμοί των Βεδών κλπ.), τα Αρανιάκας και οι Ουπανισάδες (που καταγράφουν και εκφράζουν την αναζή­ τηση της γνώσης, της εσωτερικής αντίληψης και της κατανόη­ σης). Η Γκίτα συγγενεύει σε περιεχόμενο και ενδιαφέρον με τις Ουπανισάδες, αλλά δεν αποτελεί τμήμα τους. Είναι ένα κείμενο που εμφανίζεται μέσα στο μεγάλο έπος, Μαχαμπχαράτα. Αρχι­ κά επικρατούσε η αντίληψη ότι κατέχει πνευματική εξουσία, τουλάχιστον τυπικά με την έννοια ότι θεωρούνταν ένα από τα τρία κείμενα ή ομάδα κειμένων που απαιτούσαν σχολιασμό - τα άλλα ήταν οι Ουπανισάδες και οι Βεδάντα Σούτρας του Μπανταραγιάνα. Αυτά τα τρία αποτελούν τα πραστχάνα-τράγια που είναι η βάση για εκείνες τις ερμηνείες της ινδικής παράδοσης, γνωστές ως Βεδάντα, το “τέλος των Βεδών”. Μεταξύ αυτών, η Γκίτα κατέχει την κεντρική θέση στη διάρθρωση της ινδικής ζωής. Όπως είπε ένας Ινδουιστής στο Ψοήάζ ο / ΡαίίΗ: “Το Ιερό Βιβλίο μας είναι η Γκίτα* αν το διαβάσεις, και αν μπορέσεις να το καταλάβεις, θα βρεις την απάντηση σε όλα σου τα ερωτήμα­ τα. Το μόνο ερώτημα είναι αν θα μπορέσεις να καταλάβεις τι λέει” (σ. 131). Επομένως η Γκίτα είναι ούτως ή άλλως ένα καλό σημείο για

ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ

197

να ξεκινήσει κανείς την προσπάθεια να κατανοήσει την ινδουιστική θρησκεία. Αλλά όσον αφορά το θάνατο, είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί το κύριο θέμα στην Γκίτα σχετικά με το ντάρμα εστιάζεται στο θάνατο. Η ιστορία του Μαχαμπχαράτα μιλάει για έναν πόλεμο ανάμεσα τους δυο κλάδους της οικογένειας Καουράβα, τους εκατό γιους του Ντριταράστρα, με επικεφαλής τον μεγαλύτερο αδελφό, Ντουριόντανα, και από την άλλη, τα ξαδέλφια τους, Πάνταβα, με-επικεφαλής τον μεγαλύτερο αδελ­ φό, Γιουντισθίρα. Ο Γιουντισθίρα, νιώθοντας εξαπατημένος και αδικημένος από τον Ντουριόντανα, έφτασε στα άκρα για να αποφύγει τον πόλεμο, αλλά ο Ντουριόντανα αρνήθηκε μαχητικά τις προτάσεις του, μέχρι του σημείου να αψηφήσει την εμφάνιση (αβα τάρα , ή ενσάρκωση) του θεού Βισνού με τη μορφή του Κρίσνα: ο Ντουριόντανα έπρεπε να διαλέξει είτε το στρατό του Κρίσνα είτε την προσωπική παρουσία του, και διάλεξε το στρα­ τό του. Αλλά ο νεότερος αδελφός του Γιουντισθίρα, ο Αρτζουνα, στον οποίο προσφέρθηκε η ίδια επιλογή, διάλεξε τον Κρίσνα, που συμφώνησε να τον υπηρετήσει ως ηνίοχος πάνω στο άρμα του. Σε αυτό το σημείο - δηλαδή στο σημείο που ξεκινάει η Γκί­ τα - ο Αρτζουνα καταλαμβάνεται από μια κρίση συνείδησης και αρνείται να πολεμήσει. Στη δεύτερη από τις δυο εξιστορήσεις αυτής της κρίσης, α Αρτζουνα λέει ότι δεν μπορεί να σκοτώσει τους σεβαστούς δασκάλους του και τα μέλη της ίδιας του της οικογένειας. Το κύριο μέρος της Γκίτα αποτελείται από την απάντηση του Κρίσνα στην παράλυση του Αρτζουνα. Υπάρχει μια αρχική απά­ ντηση στο δεύτερο κεφάλαιο, τμήματα της οποίας εμφανίζονται ή αναπτύσσονται κατόπιν στην υπόλοιπη Γκίτα. Στην αρχική απάντηση, ο Κρίσνα (κατά κάποιον τρόπο όπως ο άε δ&άε του \ν©ίδδ, σ. 24, αλλά για τελείως διαφορετικούς λόγους) ισχυρίζε­ ται ότι ο Αρτζουνα προσδίδει λανθασμένη σημασία στο θάνατο, γιατί ο εαυτός που κατοικεί στο σώμα είναι αιώνιος και δεν μπορεί επομένως να πεθάνει όταν πεθάνει το σώμα:

198

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

Ο Ευλογημένος είπε: ... Οι πραγματικοί σοφοί δεν πενθούν οΰτε για τους νεκροΰς οΰτε για τους ζωντανοΰς. Δεν υπήρξε ποτέ εποχή που να μην υπήρχα Εγώ ή εσΰ ή οι ηγεμόνες τοΰτοι* οΰτε και πρό­ κειται να έρθει εποχή στο μέλλον που θα πάψουμε να υπάρχουμε. Ο εαυτός που κατοικεί αυτό το σώμα [ντεχίν] περνάει από την παι­ δική ηλικία, τη νεότητα και τα γηρατειά μέσα σε αυτό το σώμα, έτσι κι αυτό [ο θάνατος] είναι ένα πέρασμα σε ένα άλλο σώμα. (ϋ.

12)

ν

Το επιχείρημα του Κρίσνα ακολουθεί τον εξής συλλογισμό: αν ο εαυτός που κατοικεί στο σώμα και ο οποίος είναι ο αληθι­ νός εαυτός (σε αντίθεση με την υλική του διάσταση που είναι εφήμερη) δεν επηρεάζεται από απρόβλεπτα γεγονότα ή ακόμη κι από το θάνατο, τότε ο Άρτζουνα δεν έχει λόγους να διστάζει να πολεμήσει: Γι’ αυτό, λοιπόν, πολέμησε, ω γιε του Μπάρατα. Όποιος νομίζει ότι ο εαυτός που κατοικεί στο σώμα είναι αυτός που μπορεί να σκοτώνει, ή να σκοτώνεται, δεν γνωρίζει τίποτα. Αυτός δεν σκοτώ­ νει οΰτε σκοτώνεται. Δεν γεννιέται και δεν πεθαίνει... Δεν θανα­ τώνεται σαν θανατώνεται το σώμα ... Όπως πετάει κανείς τα τριμ­ μένα ροΰχα και φοράει άλλα καινοΰργια, έτσι και ο κάτοικος του σώματος πετάει τα άχρηστα σώματα και μπαίνει σε άλλα καινούρ­ για. Τα όπλα δεν τον σκίζουν οΰτε η φωτιά τον καίει. Το νερό δεν τον βρέχει οΰτε τον ξεραίνει ο άνεμος. Δεν σκίζεται, δεν καίγεται, δεν βρέχεται οΰτε ξεραίνεται. Είναι άφθαρτος, ρέει παντοΰ, αναλ­ λοίωτος, ακλόνητος, αιώνιος ... Όπως ο θάνατος όλων των γεννη­ μένων είναι σίγουρος, έτσι και η γέννηση των πεθαμένων είναι σίγουρη. Για το αναπόφευκτο, λοιπόν, δεν πρέπει να λυπάσαι, (ϋ. 18 κ.ε.)

Ο Κρίσνα προσθέτει κατόπιν σε αυτά τα επιχειρήματα τρεις περαιτέρω σκέψεις. Η πρώτη είναι η εξής: εφόσον ο Άρτζουνα είναι πολεμιστής, πρέπει να εκπληρώσει το ντάρμα του πολεμι-

ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ

199

στη: πρέπει να πράττει σύμφωνα με τους τρόπους που αρμόζουν σε έναν πολεμιστή, ειδάλλως θα δημιουργήσει μια πολύ μεγαλύ­ τερη αταξία από το σχετικά μικρό γεγονός του θανάτου: “Σκέψου το καθήκον σου [ντάρμα], τότε δεν θα έχεις λόγο να διστά­ ζεις ... Μα αν δεν λάβεις μέρος σε αυτό τον πόλεμο που σου επι­ βάλλει το καθήκον σου, τότε, απαρνούμενος το ντάρμα και τη δόξα σου, θα κάνεις κακό στον εαυτό σου” (ϋ. 33). Αλλά η εκπλήρωση του σβαντάρμα (του δικού του ντάρμα) δεν σημαίνει ότι πρέπει να αφεθεί να τον παρασύρει ο άνεμος. Απαιτεί οικειοποίηση με έμπρακτους στόχους και επιθυμίες: “Η ουσία της ψυχής [μπούντι, πνευματική στάση συγκέντρωσης] είναι η μονομερής συγκέντρωση σε ένα μοναδικό σκοπό” (ϋ. 41). Έτσι, το δεύτερο σημείο που προσθέτει ο Κρίσνα είναι ότι πρέπει να καλλιεργείται η δράση σύμφωνα με το ντάρμα , αλλά χωρίς προσκόλληση στις συνέπειες ή ανησυχία γι’ αυτές. Συνε­ πώς, αν το ντάρμα του είναι να είναι πολεμιστής, πρέπει πράγ­ ματι αυτό να είναι, αλλά χωρίς να τον απασχολεί η αξιολόγηση αυτής της δραστηριότητας από τα άμεσα αποτελέσματά της: “Για τα έργα σου μόνο να νοιάζεσαι, όχι για τους καρπούς τους. Κίνητρό σου να μην είναι ο καρπός του έργου, μα ούτε να αναζητάς την απραξία. Να είσαι σταθερός στη Γιόγκα, εγκαταλείποντας κάθε προσκόλληση” (η. 47 κ.ε.). Στην πράξη αυτό προϋ­ ποθέτει να αποτραβηχθούν οι αισθήσεις προς τα μέσα όπως η χελώνα αποσύρεται στο καβούκι της. Υπάρχει μια φανερή αντίφαση σε αυτό το σημείο της Γκίτα, γιατί παρ’ όλη την έμφαση που δίνεται στη μη-προσκόλληση, ο Κρίσνα προβάλλει επιχειρήματα που εξαρτώνται από τις συνέ­ πειες για να γίνουν πιστευτά: έτσι, ένας πόλεμος στον οποίο πολεμά κανείς σωστά σύμφωνα με το ντάρμα του “ανοίγει τη θύρα προς τον ουρανό” (ϋ. 32)* το να μην πολεμήσει συνεπάγε­ ται τη διάσπαση του κοινωνικού ντάρμα , από το οποίο εξαρτάται η τάξη* αν δεν πολεμήσει, θα χάσει το κύρος του και θα κατηγορηθεί για δειλία (ϋ. 34). Αλλά τα επιχειρήματα αυτά μπο­ ρούν να γίνουν κατανοητά ως παραδείγματα της γνωστής στις

200

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

ανατολικές θρησκείες έξυπνης μεθοδολογίας (ονπάγια-καονσίλια): ένας δάσκαλος χρησιμοποιεί επιχειρήματα, τα οποία στο τέλος παρακάμπτονται, γιατί ο μαθητής βρίσκεται σε ένα επίπε­ δο κατανόησης που απαιτεί τέτοιου είδους προκαταρκτική διδα-^ σκαλία προκειμένου να κάνει αυτή την κίνηση υπέρβασης. Η συνολική εικόνα της Γκίτα δεν δημιουργεί αμφιβολίες (πράγμα το οποίο δεν σημαίνει ότι δεν υπόκειται σε ποικίλες και αντιφα­ τικές ερμηνείες, όπως θα δούμε παρακάτω): η ενημερωμένη και εύστοχη σκέψη (σαμκία , π. 39 - εδώ δεν εννοεί τη σχολή της ινδικής φιλοσοφίας που είναι γνωστή με αυτό το όνομα) οδηγεί στη συνειδητοποίηση της διαφοράς μεταξύ του αληθινού εαυτού (άτμαν) και όλων αυτών που δεν είναι εαυτός (πράκρτι). Η σωστή πνευματική στάση (μ π ούντι) που οδηγεί σε αυτή τη συνειδητοποίηση προϋποθέτει τη μη-προσκόλληση σε οτιδήποτε συμβαίνει· ωστόσο, η πειθαρχημένη προσπάθεια και ο αγώνας για την ένωση με το μπούντι είναι απόλυτα απαραίτητα και αυτή είναι η έννοια της γιόγκα στην Γκίτα (και όχι η ένωση [ζεύξη] με τον Θεό, όπως πιστεύεται μερικές φορές), όπως στο ϋ. 39. Το νόημα αυτού του επιχειρήματος αποκαλύπτεται αργότερα στο τρίτο σημείο που προσθέτει ο Κρίσνα: ο αληθινός στόχος είναι να αποτραβηχτεί κανείς από τις παροδικές εικόνες του κόσμου σε τέτοιο βαθμό που ο εαυτός να μην εγκλωβίζεται μέσα σ’ αυτόν ή οποιονδήποτε άλλο κόσμο επιθυμώντας πράγ­ ματα και καταστάσεις στο πλαίσιο των κόσμων των εικόνων, και αυτό ώστε να κατανοήσει ότι ο εαυτός είναι άφθαρτος, αιώνιος, αθάνατος. Για να επιτευχθεί αυτή η κατάσταση της σοφίας πρέ­ πει να φθάσει κανείς στο βράχμαν : Όποιος εγκαταλείπει κάθε επιθυμία και κινείται χωρίς πόθους και χωρίς το συναίσθημα του “Εγώ” και του “Δικό μου”, αυτός αποκτά τη γαλήνη [σάντι]. Αυτή είναι η κατάσταση του βράχμαν [βράχμι

στίτιχΐ Πάρθα. Φτάνοντας κανείς σ’ αυτήν, δεν γελιέται πια. Αν σταθεί σ’ αυτήν ακόμα και την ώρα του θανάτου, φτάνει στη νιρ­ βάνα που είναι το βράχμαν. (ϋ. 71 κ.ε.)

ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ

201

Η πρώτη έννοια του βράχμαν φαίνεται να είναι συνδεδεμένη με τη “δύναμη”, και κυρίως με τη δύναμη που ενυπάρχει στα λόγια και τους ψαλμούς της Ριγ-Βέδα, όπως ισχυρίστηκε ο Οοηάα (1950). Στις Ουπανισάδες γίνονται προσπάθειες να καθοριστεί ποια είναι η ουσία αυτής της δύναμης. Παρόλο που μπορεί να θεωρηθεί ότι οι Ουπανισάδες υπονοούν ότι το βράχ­ μ α ν είναι η απόλυτη πηγή κάθε εκδήλωσης, ο αδημιούργητος Δημιουργός όλων όσων υπάρχουν, μια λιγότερο φανατική ανά­ γνωση φανερώνει ότι υπάρχουν πολλές προτάσεις για το τι είναι βράχμαν: ομιλία, πνεύμα, διάστημα, όραση, και ούτω καθεξής, καθώς και Απόλυτη πηγή. Παρομοίως, η έννοια του βράχμαν δεν είχε εδραιωθεί μέχρι την εποχή του Μαχαμπχαράτα, όπου εκεί αναφέρεται στο χρόνο, τις εποχές, τη φωτιά, ακόμα και στον θεό Πρατζαπάτι. Στην Γκίτα, το βρ ά χμ α ν αναφέρεται άλλοτε στον ίδιο τον Κρίσνα (νί. 28, χ. 12, χίϋ. 12, 62) άλλοτε στη Βέδα (νί. 44), και άλλες φορές στην προσφορά κατά την τελετή (ίν. 24). Αλλά σε αυτό το απόσπασμα (ϋ. 72) και αλλού το βράχ­ μαν σημαίνει τη βίωση της κατάστασης απελευθέρωσης σε αυτή τη ζωή και μετά θάνατον. Επομένως δεν μπορεί να αποτελεί αφομοίωση στο Απόλυτο, εφόσον η συνείδηση αυτής της κατά­ στασης συνεχίζεται. Κατά τον ίδιο τρόπο η προσέγγιση του βράχμαν-νιρβάνα μετά το θάνατο δεν είναι το τέλος, αλλά μάλ­ λον μια κατάσταση στην οποία ο απελευθερωμένος εαυτός συνεχίζει να υπάρχει αιώνια. Επομένως η νιρβάνα δεν μοιάζει καθόλου με το βουδιστικό νιμπάνα/νιρβάνα (που θα συζητηθεί παρακάτω). Κατά το θάνα­ το, σύμφωνα με την Γκίτα, οι απελευθερωμένοι εαυτοί πηγαί­ νουν κοντά στον Κρίσνα, και βιώνουν την ίδια κατάσταση του είναι με εκείνον, αλλά παραμένουν ξεχωριστά όντα. Η νιρβάνα είναι η κατάσταση της ευτυχίας και της ειρήνης αυτού που είναι αιώνια μαζί με τον Κρίσνα. Η Γκίτα παρομοιάζει την κατάστα­ ση του Γιόγκι, όχι σαν το σβήσιμο του κεριού, αλλά σαν “το λυχνάρι που ’ναι βαλμένο σε απάνεμο μέρος και δεν τρεμοσβή­ νει” (νί. 19).

202

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

Αλλά τι συμβαίνει με τον εαυτό που δεν έχει απελευθερωθεί, αυτόν που παραμένει προσκολλημένος και παγιδευμένος στις εικόνες; Ο εαυτός παραμένει αμετάβλητος, αλλά ξαναγεννιέται * συνέχεια, μέχρι να βρει το δρόμο προς την απελευθέρωση - και η Γκίτα υπάρχει για να δείχνει τα μονοπάτια που πρέπει να ακολουθήσει κανείς. Στην ηθική ζωή υπάρχει ένας νόμος που είναι τόσο απρόσωπος και αναπόφευκτος στη συνοχή των συνε­ πειών του όσο και η βαρύτητα. Είναι ο νόμος του κάρμα. Κάρ­ μα σημαίνει πράξη και συνέπεια της πράξης. Όπως έχουμε ήδη δει, σύμφωνα με την Γκίτα ο τρόπος να ξεπεράσουμε τη συσσώ­ ρευση κακού κάρμα δεν είναι να αποσυρθούμε από όλους τους τομείς της ζωής και της δράσης, αλλά να προσηλωθούμε στις κατάλληλες πράξεις χωρίς προσκόλληση. Διαφορετικά, ο μεγά­ λος τροχός της αναγέννησης (ααμσάρα) θα εξακολουθήσει να γυρίζει. Κατ’ αυτό τον τρόπο, η Γκίτα περιέχει όλα τα βασικά στοι­ χεία της ινδουιστικής διάρθρωσης του εαυτού και της σωτηρίας του. Μπορούμε λοιπόν να πούμε ότι η Γκίτα είναι η ινδουιστική αντίληψη για το θάνατο; Ό χι φυσικά, γιατί η ίδια η Γκίτα υπόκειται σε πολύ διαφορετικές ερμηνείες. Έτσι, παρόλο που η Γκίτα φαίνεται να αντιλαμβάνεται το τελικό στάδιο ως σχέση με τον Κρίσνα, και όχι ως ένωση με το βράχμαν, που εκλαμβάνεται ως η Απόλυτη και αδιαχώριστη πηγή κάθε εκδήλωσης, η δεύτε­ ρη αυτή ερμηνεία εμφανίζεται τόσο στον αρχαίο φιλόσοφο 51ιαη1ίαΓ3. όσο και στον σύγχρονο Ζ&©Ιιη©ι:./ Αυτή η αντίληψη για την πραγματικότητα και τη φαινομενική πραγματικότητα των μορφών είναι γνωστή ως Αδβαϊτισμός ή μη-δυισμός. Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη, το βράχμαν είναι αυτό από το οποίο πηγάζει κάθε μορφή της πραγματικότητας, και το οποίο κάνει τα πράγματα ορατά μέσω της μάγια. Η μάγια μεταφράζεται συχνά ως “πλάνη”, και αυτή η μετάφραση τουλά­ χιστον καθιστά φανερό ότι αυτό που παρουσιάζεται προς παρα­ τήρηση δεν είναι το ίδιο το βράχμαν. Το βράχμαν είναι ο εγγυη­ τής κάθε μορφής, κρύβεται πίσω από αυτή, και διακρίνεται

ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ

203

μέσω αυτής. Επομένως η μάγια είναι η ικανότητα του βράχμαν να κάνει όλες τις μορφές ορατές. Οι μορφές αυτές περιλαμβά­ νουν εκείνες που μπορούν σωστά να ονομαστούν θεϊστικές (δηλαδή τους θεοΰς και τις θεές, όπως, παραδείγματος χάρη, τον Βισνού), αλλά σε αυτή την περίπτωση οι θεοί είναι φανερά υποδεέστεροι του βράχμαν. Συνεπώς το τελευταίο στάδιο δεν μπορεί να είναι η ένωση με τον Κρίσνα, εκτός αν θεωρήσουμε ότι ο Κρίσνα/Βισνού είναΓμια από τις εξωτερικές μορφές που είναι συνέπεια του βράχμαν και ότι το βράχμαν είναι η Αλήθεια που κρύβεται πίσω από αυτές - η μάγια μπορεί επίσης να σημαί­ νει ακριβώς το ίδιο, την εξωτερική μορφή μιας πραγματικότη­ τας. Από αυτή την άποψη, οι κόσμοι της μάγια και του πράκρτι (σ. 200) είναι κόσμοι κίνησης και αλλαγής - εξ ου και η υπερ­ βολική σημασία του χορού στην ινδουιστική θρησκεία* χαρακτη­ ρίζονται λοιπόν από τη δράση (κάρμα) και βρίσκονται σε συνε­ χή διαδικασία αλλαγής. Αυτό αναγκαστικά εμπεριέχει το θάνα­ το. Αυτό που δεν αλλάζει είναι μόνο το βράχμαν, και μόνο το βράχμαν είναι αθάνατο. Σύμφωνα με αυτή την αντίληψη της Γκίτα, το βράχμαν ενυ­ πάρχει στην ανθρώπινη μορφή ως άτμαν, ως η αληθινή και στα­ θερή ταυτότητα που υφίσταται καθόλη τη διάρκεια της προσω­ ρινής εκδήλωσης της ανθρώπινης μορφής - “μάθε πως άφθαρτο είναι (μόνο) Εκείνο που διαχέει όλο το σύμπαν” (Γκίτα, ϋ. 17). Αλλά όσο ο εαυτός προσκολλά την επιθυμία του στις εφήμερες εκδηλώσεις των φαινομένων, προβάλλεται ως τζίβα. Το τζίβα είναι η προσωρινή προβολή του άτμαν, και όσο περισσότερο εμπλέκεται στον κόσμο της νόησης και των εικόνων, τόσο ξεχνάει ότι πηγάζει (και μπορεί να απελευθερωθεί) από τον άτμαν, και έτσι ταυτίζεται όλο και περισσότερο με αυτή την πολύπλοκη αλλά εφήμερη ανθρώπινη μορφή. Μπορούμε επομέ­ νως να δούμε τον άτμαν είτε ως αμετάβλητο, μη δυνάμενο να μεταβληθεί βράχμαν - που είναι άλλωστε και η πραγματική του φύση - είτε προσκολλημένο στον κόσμο της νόησης και της αλλαγής:

204

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

Στ’ αλήθεια, τούτος ο εαυτός [άτμαν], δηλώνουν οι προφήτες, περι­ πλανιέται εδώ στη γη σε κάθε σώμα [από σώμα σε σώμα] ανεπη­ ρέαστος, καθώς φαίνεται, από τους λαμπρούς ή σκοτεινούς καρ­ πούς της δράσης ... Εφόσον ευχαριστιέται με τα ενάρετα έργα, καλύπτει τον εαυτό του με ένα πέπλο φτιαγμένο από αρετές, αλλά παραμένει σταθερός, ναι, παραμένει σταθερός. Είπαν, Μπαγκαβάν, αν υποδείξεις έτσι τη μεγαλοσύνη αυτού του εαυτού, τότε υπάρχει και ο άλλος, ο διαφορετικός, που λέγεται κι αυτός εαυτός, ο οποίος επηρεάζεται από τους λαμπρούς ή σκοτεινούς καρπούς της δράσης και μπαίνει σε καλή ή κακή μήτρα, έτσι ώστε η πορεία του να είναι προς τα κάτω ή προς τα πάνω και περιπλανιέται, επη­ ρεαζόμενος από τα ζεύγη [των αντιθέτων όπως η ευχαρίστηση και ο πόνος]. (Μ&ίίπ υ ρ . ϋ. 7, ίϋ. 1)

Σε μια πασίγνωστη εικόνα, οι δυο αλήθειες του άτμαν (η ανεξαρτησία του από την παροδικότητα ως βράχμαν και η προ­ σωρινότητα του από μορφή σε μορφή καθώς εξαρτάται από τις εικόνες) παριστάνονται σαν δυο πουλιά που κάθονται στο ίδιο κλαδί: Δυο πουλιά, σύντροφοι [που είναι] πάντα ενωμένοι, κρέμονται από το δέντρο του ίδιου εαυτού. Από αυτά τα δυο, το ένα τρώει γλυκά φρούτα και το άλλο κοιτάζει χωρίς να τρώει. (δν©1. υρ . ίν. 6)

Όσο ο άτμαν παραμένει προσκολλημένος στη μάγια, στους κόσμους της εκδήλωσης, εξακολουθεί να υφίσταται ως τζίβαμπούτα, ως ζωντανό ον. Και η λέξη “εξακολουθεί” είναι σωστή, γιατί το τζίβα, όσο παραμένει προσκολλημένο στα αντικείμενα της εμπειρίας του, αναγκαστικά επανεμφανίζεται ή ξαναγεννιέται παίρνοντας αμέτρητες νέες μορφές. Και έτσι πρέπει να είναι, γιατί α (χληθινός εαυτός, βράχμαν, είναι αθάνατος και δεν μπορεί να καταστραφεί, Συνεπώς, σε μια συνεχή ροή αναγέννη­ σης (ααμαάρα), το τζίβα εμφανίζεται ξανά. Σύμφωνα με την

ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ

205

παράδοση, ο εαυτός μπορεί να ξαναγεννηθεί μέχρι 84.000.000 ^ φορές, ίσως με τη μορφή ζώου ή ως θεότητα, μερικές φορές στον παράδεισο, άλλες στην κόλαση: Τριπλή είναι της κόλασης ετούτη η πύλη που καταστρέφει τον εαυ­ τό [άτμαν]: Επιθυμία - Οργή - Απληστία: γι’ αυτό να αποφεύγει πρέπει κανείς την τριάδα ετούτη. Ο άνθρωπος που σώθηκε από αυτές τις τρεις πύλες του σκότους, μπορεί να εργαστεί για τη σωτη­ ρία του εαυτού του κι έτσι εισέρχεται στην ύψιστη ατραπό. (Γκίτα, χνί. 21 κ.ε.)

Κανένα από τα στάδια της επανενσάρκωσης, όσο μεγάλη διάρκεια κι αν έχει, δεν είναι μόνιμο. Η αποδέσμευση από την ατέρμονη αλυσίδα της αναγέννησης (σαμσάρα) είναι δυνατή. Αλλά πώς επιτυγχάνεται; Η Γκίτα δηλώνει (χνί. 24) ότι η καθοδήγηση παρέχεται ήδη στις Σάστρας, τις μεταβεδικές συλλογές που συγκεντρώνουν “τους κανόνες του δρόμου”, και οι οποίες είναι γνωστές συνήθως με το όνομα Νταρμασάστρα. Το να ακολουθεί κανείς το ντάρμα είναι δίηε (μια ηοη* και πράγματι^ η πρώτη αντίρρηση του Αρτζουνα να πολεμήσει εναντίον των ίδιων του των συγγενών βασιζόταν σε αυτή τη δικαιολογία: ο γρηγορότε­ ρος δρόμος για την κόλαση (για μια αναγέννηση σε αυτή τη δυσάρεστη κατάσταση) είναι να έρθει κανείς σε ρήξη με την οικογένειά του - και αν, όπως στην προκειμένη περίπτωση, η ρήξη σημαίνει να σκοτώσει μέλη της οικογένειας, τότε μπορεί να προωθηθούν στην κόλαση άλλα, ήδη πεθαμένα , μέλη της οικογέ­ νειας, γιατί οι απόγονοί τους δεν είναι πλέον ζωντανοί για να τους διατηρήσουν αιωρούμενους σε καλύτερες συνθήκες με τις κατάλληλες θυσίες. Το ίδιο επικίνδυνο θα ήταν να μπερδευτούν τα όρια της κάστας, πράγμα το οποίο θα καθιστούσε την τήρηση του ντάρμα αδύνατη. (Κάστα είναι η τυποποίηση του ντάρμα , με την έννοια ότι χαράζει τα όρια μέσα στα οποία ιδιαίτεροι τρό­ ποι ζωήζ μπορούν να ακολουθηθούν με κατάλληλο τρόπο. Οι τέσσερις αρχικές ομάδες, Βραχμάνοι, Ξαστρίγιας, Βάισγιας και

206

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

Σούντρας, ήταν περισσότερο διαχωρισμοί κατά επάγγελμα, αλλά από αυτές τις τέσσερις τάξεις, προήλθε τελικά η πολλα­ πλότητα της κάστας). ^ Τότε τι είναι αυτό που καθορίζει αν η αναγέννηση κάποιου βρίσκεται σε υψηλότερο ή χαμηλότερο επίπεδο εξέλιξης; Τελι­ κά είναι το κάρμα. Έχουμε ήδη συναντήσει το κάρμα ως πράξη (σ. 202), αλλά είναι επίσης πράξη που υπονοεί και τη συνέπειά της. Κάθε πράξη προβάλλει τη μεγάλη σκιά του συνεπαγόμενου αποτελέσματος της: αυτό που είμαστε είναι η συνέπεια όσων έχουμε κάνει (ή δεν έχουμε κάνει) στο παρελθόν - όχι με την έννοια της ξερής ανταμοιβής ή τιμωρίας, αλλά απλώς της συνέ­ πειας. Το κάρμα είναι ένας απρόσωπος νόμος του σύμπαντος, όπως και η βαρύτητα. Μέσω αυτού του απρόσωπου νόμου της συνέπειας, ό,τι πράττουμε τώρα θα δημιουργήσει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες θα κατοικήσει μελλοντικά το τζίβα - όχι απαραίτητα στην τωρινή γέννηση, αλλά σε κάποια μελλοντική μορφή πέρα από την αναγέννηση. Ο βασικός χαρακτήρας ενός ανθρώπου είναι επομένως η συσσωρευμένη ενσωμάτωση των καλών και κακών πράξεων στις περασμένες ζωές που εκδηλώ­ νονται τώρα υπό τις παρούσες συνθήκες, οι οποίες με τη σειρά τους προκαθορίζουν τις περαιτέρω συνέπειες στον αόριστο μελ­ λοντικό ορίζοντα της αναγέννησης. Έτσι, το να ζει κανείς σύμφωνα με το ντάρμα της παρούσας κατάστασής του σημαίνει να κάνει το πρώτο βήμα για να αλλά­ ξει το μέλλον - δηλαδή, να μετακινήσει τη ροή της αναγέννησης προς περισσότερο επιθυμητά αποτελέσματα^ Αλλά αυτό από μόνο του δεν αρκεί. Έτσι ο Κρίσνα, στην Γκίτα, διορθώνει τον Αρτζουνα ως προς τη μάλλον στοιχειώδη κατανόηση του καθή­ κοντος, που εκφράζεται στην πρώτη του αντίρρηση να πολεμή­ σει. Τα αποτελέσματα του κάρμα ενεργούν στον εαυτό (άτμαν) μόνο στο βαθμό που αυτός ως τζίβα προσκολλάται στη συνέ­ πεια, στα πλαίσια του κόσμου της μάγια (της εκδήλωσης και της αλλαγής). Οι άνθρωποι κάνουν τότε το λάθος να νομίζουν ότι ο Εαυτός είναι το τζίβα , ότι ο Εαυτός είναι ο φορέας του κάρμα

ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ

207

(της μελλοντικής συνέπειας), και ότι επομένως πρέπει να αφοσιωθούν ακόμα πιο ενεργητικά στα έργα αυτού του κόσμου και τους καρπούς τους. Στην πραγματικότητα όμως αυτό οδηγεί όλο και βαθύτερα στη δίνη της παγίδευσης - όπως όταν μια βίδα είναι βαθιά βιδωμένη σε ένα κομμάτι ξύλο και κάποιος προ­ σπαθεί να την απομακρύνει, όχι ξεβιδώνοντάς την, αλλά βιδώνοντάς την ακόμα βαθύτερα μέσα στο ξύλο με την ελπίδα ότι μπορεί να βγει από την άλλη πλευρά. Αλλά το “ξύλο”, το πράκρτι , αυτού του συμπαντος - και του επόμενου και του μεθεπό­ μενου εφόσον “άφθαρτο είναι εκείνο που διαχέει όλο το σύμπαν” (Γκίτα, ϋ. 17) - δεν έχει “άλλη πλευρά”. Δ εν υπάρχει απελευθέρωση με την ολοένα και βαθύτερη αφοσίωση στα κατηγορήματα και στη δράση πάνω τους. “Οι πλανεμένοι από τα κατηγορήματα της Φύσης [πράκρτι] προσκολλώνται στα έργα στων κατηγορημάτων. Αυτοί οι αμαθείς έχουν λειψή γνώση” (Γκίτα, ϋΐ. 29). Το να είναι κανείς “γνώστης του όλου” σημαίνει να συνειδη­ τοποιήσει ότι δεν μπορεί ποτέ να σταματήσει την ατέλειωτη δια­ δικασία του κάρμα και της αιτίας βυθίζοντας τον εαυτό του ακό­ μα βαθύτερα σε αυτό. Για να επιτύχει τη λύτρωση (μόκσα) πρέ­ πει να ξεφύγει ολοκληρωτικά από αυτή τη διαδικασία, ακόμα και αν τα κατηγορήματα της εμφάνισης - η μορφή του σώματος - διαρκούν, τουλάχιστον για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Οι πράξεις (κάρμα) συνεχίζονται, αλλά δίχως να επενδύει κανείς στην έκβαση τους: Για τα έργα μόνο να νοιάζεσαι, ποτέ για τους καρπούς τους. Κίνη­ τρό σου να μην είναι ο καρπός του έργου, μα ούτε και η προσκόλ­ λησή σου να είναι στην απραξία. Σταθερός στη Γιόγκα, να εκτελείς τα έργα εγκαταλείποντας κάθε προσκόλληση και μένοντας ίδιος και οτην επιτυχία και στην αποτυχία. Γιόγκα σημαίνει ατα­ ραξία. (Γκίτα, ϋ. 47 κ.ε.)

Έχουμε ήδη ασχοληθεί με την έννοια της Γιόγκα στην Γκίτα.

208

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ

Γενικότερα, η Γιόγκα (Υο§&), που κυριολεκτικά σημαίνει “ζεύ­ ξη” (ή, όσο μπορούμε να αντιληφθούμε από τη ρίζα γη], συλλο­ γισμός) αποτελεί τμήμα της ινδουιστικής θρησκείας ως τρόπος προσέγγισης της μόκσα. Καταχωρείται ως μια από τις έξι ορθό­ δοξες (ασχίκα) νταρσάνας, ή φιλοσοφικές ερμηνείες (οι άλλες είναι οι εξής: Βαϊσεσίκα, Νιαγία, Σαμκία, Πούρβα-Μιμάμσα και Ουτάρα-Μιμάμσα). Η Γιόγκα παίρνει πολλές μορφές, αλλά ουσιαστικά είναι η επανοικοδόμηση του εαυτού - που είναι κερματισμένος στις λειτουργίες και τα ενδιαφέροντά του - σε Εαυ­ τό συντονισμένο, ολοκληρωμένο και σύμφωνο: ο γιόγκι και το “αντικείμενο” της προσοχής του συγχωνεύονται σε ένα και μοναδικό πεδίο, όπου ο διαχωρισμός μεταξύ υποκειμένου και αντικειμένου παρακάμπτεται. Η Γιόγκα είναι εξιλέωση, όχι μέσω της πράξης κάποιου άλλου που κάνει ό,τι δεν μπορούμε εμείς να κάνουμε για τον εαυτό μας (πβ. σ. 149), αλλά μέσω του ελέγχου των δικών μας διαθέσιμων ενεργειών σε μια συγκεκρι­ μένη άσκηση, που ημερώνει την εξαγριωμένη θάλασσα με την πειθαρχία, αν όχι με μια λέξη. Έτσι, η χάθα γιόγκα αναζητά την ολοκλήρωση με τον έλεγχο του σώματος και των λειτουργιών του, η μπάκτι με την απόλυτη αφοσίωση και την αγάπη προς τον Θεό, η μάντρα με τη διείσδυση των συμβόλων και των ήχων σε μια εσωτερική και ηχηρή σιωπή, η γνιάνα με τη γνώση και τη σοφία, η κάρμα με την πράξη όπως την καθορίζουν τα ιερά κεί­ μενα* και πάνω απ’ όλες, βασισμένη στα θεμέλια αυτών και πολ­ λών άλλων μορφών γιόγκα, βρίσκεται η ράτζα γιόγκα, η βασιλι­ κή γιόγκα, μέσω της οποίας - όταν όλος ο θόρυβος και οι έγνοι­ ες στο μυαλό και το σώμα έχουν οδηγηθεί σε δυναμική ανάπαυ­ ση - λαμβάνει χώρα η ενσωμάτωση των αντιλήψεων πέρα από τα συνηθισμένα και φανερώνεται η κρυμμένη αρμονία όλων όσων υπάρχουν. Και αυτό είναι το βράχμαν. Αυτό είναι ο Εαυ­ τός: Σα βα αγιάμ άτμα βράχμα: αυτό, αυτός ο άτμαν ■είναι αλη­ θινά βράχμαν. Η γιόγκα είναι κατά συνέπεια ένα μέσον, όχι προς ένα τέλος, αλλά το Τέλος που είναι και αρχή - και τίποτα από τα

ΙΝΔΟΥΙΣΜΟΣ

209

δυο. Το βράχμαν βρίσκεται έξω από το φαινομενικό κόσμο της μάγια, της εικόνας και της αλλαγής, παρόλο που είναι ο εγγυη­ τής ενός τόσο συγκεχυμένου δανείου. Αποδέσμευση σημαίνει συνειδητοποίηση - και το να βαδίζει κανείς στη ζωή του σύμφω­ να με τη συνειδητοποίηση - ότι αυτό που διατηρείται και υπάρ­ χει στον εαυτό δεν είναι ο άτμαν με την προσωρινή προβολή του ως τζίβα, προσκολλη μένος στον κόσμο και τη δράση του, αλλά αντίστροφα ότι ο άτμαν είναι το βράχμαν: ήδη μέσα μας υπάρ­ χει το ατάραχο, αναλλοίωτο “είναι” αυτοΰ που υπάρχει, ακόμα και όταν δεν υπάρχει. Αυτό που πρέπει μόνο να κάνουμε, για να απαλλαχθούμε από τη συνέπεια, την αλλαγή και την επανενσάρκωση, είναι να γίνουμε αυτό που είμαστε ήδη, ο φορέας του βράχμαν ως άτμαν, ως Εαυτός που καθιστά δυνατή την ύπαρξη του εαυτού. Ο άτμαν είναι πάντα η πηγή και η διαρκής εγγύηση του τζίβα στην προσκόλλησή του στον κόσμο της μάγια . Αλλά ο άτμαν ως βράχμαν δεν είναι αναμεμιγμένος στην προβολή των φαινομενικών υποστάσεων του τζίβα - είναι το δεύτερο πουλί στο δέντρο (σ. 204). Το τζίβα όμως ενδέχεται να μαραθεί στο κλαδί ακριβώς τη στιγμή που αντιλαμβάνεστε ότι είστε ήδη αυτό που δεν αλλάζει, που δεν επιδέχεται αλλαγή. Ήδη “είστε αυτό” (τατ τβαμ άσι), η πασίγνωστη διατύπωση ότι ο άτμαν είναι βράχμαν. Μόκσα σημαίνει να κάνει κανείς τη διατύπωση πράξη: Η απάρνηση των έργων δύσκολα κερδίζεται χωρίς την κάρμα-γιό-

γκα. Ο σοφός που αφοσιώνεται στη γιόγκα [γιόγκα-γιούκτα] γρή­ γορα φτάνει στο βράχμαν. Αυτός που είναι αφοσιωμένος στη γιό­ γκα, καθαρός στην καρδιά, αυτοκυριαρχούμενος, νικητής των ^αισθήσεων, που ο Εαυτός του είναι ο Εαυτός όλων των όντων, αυτός κι όταν δρα, δεν μολύνεται. (ν. 6 κ.ε.)

Επομένως το βράχμαν δεν είναι μόνο ο αδημιούργητος Δημι­ ουργός όλων όσων είναι (και αν το συλλάβουμε Θεϊστικά, το “υπέρτατο Θείο Ον”, Μ\ιη
View more...

Comments

Copyright ©2017 KUPDF Inc.
SUPPORT KUPDF