Σπάρτακος - Ο πόλεμος των μονομάχων

March 5, 2018 | Author: gpolitis | Category: N/A
Share Embed Donate


Short Description

Παναγής Λεκατσάς...

Description

ΠΑΝΑΓΗ Γ. Λ Ε Κ Α Τ Σ Α

ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ * Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΩΝ ΜΟΝΟΜΑΧΩΝ ·

Ε Κ Λ Ο Γ Ι Κ Ο Ι

Ο Ι Κ Ο Ι

ΙΩΑΝ. & Π. ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΥ Α Θ Η Ν Α Ι — ΣΤΟΑ

1 945

ΑΡΣΑΚΕΙΟΥ

Ήτανε, λέει, θράκας άπό μιά νομαδική φυλή 1 , μπορεϊ άπ° oùxè; πού πολεμούσαν τούς Ρωμαίους δταν δάνθύιχατος "Αππιος Κλαύδιος μάταια προσπαθούσε νά δποτάξει τούς άτίθασσους, περίφημους γιά τήν άντρείχ χους λαού; τή; Θράκης. Καβάλλχ σ' άνεμόποδχ άλογα Ιφευγαν μπρός στόν όγκο τοΟ ρωμαϊκού στρατοΟ, γιά νά έφορμήσουν δστερα Αναπάντεχα, ν' Αποσυνθέσουν τΙς γραμμές, νά κόψουν tà περάσματα, ν' άναατιτώσουν τους κατχυλισμούς, νά κχταστρέψουν τΙς έφοδιοπομπές xal νά έξαφανιοτοΰνε μέ τήν Ιδια γρηγοράδα. Πέθανε ί "Αππιος Κλαύδιος χωρίς νά καταφέρει νά δαμάσει τόν άντίπαλο πού δέν βρισκόταν πουθενά γιά νά καταστραφή χι ήταν παντοΟ σάν ήΐελε νά καταστρέψει. Ό νέος στρατηγός Γναίος Σκριβώνιος παράτησε τούς θράκες θέλοντας καί μή χι άνοιξε μέ τού; Δάρδανους χαινούργιο πόλεμο — μ' Ενα λαό πού κατοικούσε άπό τή Βόρεια Μακεδονία ω; τόν "Ιστρο. Ό Σπάρτακος μέ πλήθος θράκες συμπολεμιστές ήρθε νά πολεμήσει σύμμαχος καί φίλος, μά προπάντων μισθοφόρος, των Ρωμαίων Συγγενικό αίμα καΐ κοινά συμφέροντα μπροστά στά καταχτητικά τή; Ρώαης σχέδια ήσαν έννοιες που δέν άπασχολούααν τό μυαλό τών βάρβαρων αυτών φυλών, πού αισθάνονταν τόν πόλεμο σάν πρώτη άνάγχη. Ήταν έξάλλου καί συνήθεια τή; ρωμαϊκής πολιτικής νά έκμεταλλεύεται τίς έσωτεριχές διχόνοιες τών λαών, νά τούς χωρίζβι,νά τούς φέρνει έτσι αντιμέτωπους, νά τούς άδυνατίζει καί νά τούς δποδουλώνει. 'Αλλά μιά μέρα 6 Σπάρτακος Ιξχφανίστηκε xal πήρε τχ βουνά έπικεφαλής δμάδας διαλεχτών πολεμιστών ν' άρχίσει Εναν άγριο κλεφτοπόλεμο μέ τούς Ρωμαίους V 'Αλλά οΕ Ρωμαίοι δέν έπαψαν xxl νά νικοΟν καΐ κάποια μέρα αιχμαλωτίστηκε κι αύτός ' κα'. πέρασε στά σίδερα νά μάθει τί στοιχίζει κανενός ή τόλμη νά τά βάνει μέ τή Ρώμη. Δεμένο; θ' άχολούθησε τό θρίαμβο τοϋ νικητή Σκριβώνιου καΐ θά έχτέϋηκε δστερα στήν άγορά μ' ίνα έπιχρυσωμένο στέμμα σχό κεφάλι. Μαζί του ήταν κι ή θράκισα γυναίκα του, μάντισχ κατά τήν παράδοση, μαινάδα τών Διονυσιακών όργιασμών, που άποτελοΟσχν τήν πρωταρχική λατρεία τών λαών τής Θράκης. Μάλιστα λένε πώς σάν έφτασε στή Ρώμη δ Σπάρτχκος κι άποχοιμήθηκε κάποια — 5 —2

στιγμή, ήρθε Iva φίδι να πλεχτή μέ σχήμα μυστηριακό στό πρόσωπό του' *αΙ τότε ή μάντιαα γυναίκα του προφήτεψε πώς θ' άποχτοΟσε κάποια δύναμη — μεγάλη δύναμη καΐ φοβερή, πού ώστόσο θά'φτανε σ' άτυχο τέλος*. Ή τ α ν 6 διαλεχτότερος ατήν όμορφιά. ατή δύναμη και ατό παράστημα, έξαίσιο^ τύπος γιγαντόσωμος*, γ ι ' αύτό καΐ θά τόν είχαν κρύψει ατό κλουβί τής άγοράς, δπου οί πλούσιοι μόνο πλησίαζαν. Ή μεγαλοχυρά πού θά τόν Ιπερνε για σκλάβο τοΟ άνεχόρταγού της χρεβατιοΟ, θά'πρεπε να ζυγίσει σίγουρα πολύ χρυσάφι" μά 6 Ιντιμος μονομαχοτρόφος Γναΐος Λέντουλος Μπατιάτος, πού συντηροΟσε στήν Κάπουα σχολή μονομάχων xal παρακολουθούσε με ζηλότυπη έγνοια τή δουλαγορά, πρόφτασε — τόν άγόρασε για μονομάχο'. 'II Κάπουα φημιζόταν για τό έξαίρετο κλίμα της πού τόνωνε τήν ευρωστία των γυμναζόμενων κορμιών, γι' αυτό κι έκεϊ οί σχολές των μονομάχων θ° άφθονούσαν, δπως στή Ραβέννα*. Βρισχόμαστε πραγματικά στόν τελευταΐον αιώνα πρίν άπό τή θεία 'Ενσάρκωση, δταν τό θέαμα τών μονομαχικών άγώνων είχε καταντήσει ή πιό μεγάλη ύπόθεση τής Ρώμης. Τόση ήταν τοΟ θεάματος ή σπουδαιότητα, πού λίγο άργότερα ό Αύγουστος τελειώνει τ' άπομνημονεύματά του άναφέροντας τό ,,ätειρον" έκείνο πλήθος των χρημάτων πού δαπάνησε παρουσιάζοντα; στόν δχλο μονομάχους, ναυμαχίες καΐ θηριομαχίες*. ΟΕ επαρχίες δέν άργησαν να μιμηθούν τήν κοσμοκράτειρα' τό θέατρο πού πρώτα σ' δλη τή Μεσόγειο μαρτυροΟσε

τήν

έξάπλωση

τοΟ

έλληνικοΟ

πολιτισμού,

παραμερίστηκε

παντοΰ άπό τό ρωμαϊκό 'Αμφιθέατρο, άπό τό Εμβληματικό τοϋτο μνημείο τής λατινικής θηριωδίας. Μόνο στήν Ελλάδα, φαίνεται, δέν έπιασε τό θέαμα, παρά σέ πολιτείες, δπως ή Κόρινθο, περισσότερο ρωμαϊκές xal διεφθαρμένες. "Οταν οί 'Αθηναίοι προτείνανε να ιδρύσουν xal στήν πόλη τους ρωμαϊκό άμφιθέατρο, Ινας φιλόσοφος τούς άποστόμωσε, λέγοντας μόνο πώ; προτού τό χτίσουν πρέπει νά γκρεμίσουν τό βωμό τής Εύσπλαχνίας '*. Ό λόγος του μποροΟσε νά' χε κι ίνα ύπονοούμενο, πώς, καθώς Εδειξε ή έπανάσταση τοΰ Σπάρτακου πού ξεκινούσε άπό τόν γκρεμισμένο αύτό βωμό, — έκεΐνοι πού θά τόν ξανάχτιζαν δέν θά ήσαν βέβαια οί μονομάχοι.

Μαζί μί τό Σπάρτατο βρισκόνταν μέσα στή σχολή χοΟ Λέντουλου πάνω άπό διακόσιοι μονομάχοι", θράκες, Κίλικες, Γαλάτες, Τεύτονες— δλοι άπό τις πιό γερές χαΐ πολεμόχαρες ράτσες τής οικουμένης, άλλοι μαθητευόμενοι, άλλοι βετεράνοι πιά, μά 5λοι τους καταδικασμένοι ατήν αισχρή ν έπίδειξη νά παίζουν μέ τήν τέχνη καί τήν τύχη τή ζωή τους· προορισμένοι να οφαγοϋν μόνο xat μόνο για νά δοΟν τά πλήθη πώς θ : απλώνεται ή σκιά τοΟ θάνατου στό πρόσωπό τους. Μ' άπό τά κείμενα καί τίς μνημειακέ; παράστασις μποροΟμε νά'χουμε μια πλήρη εικόνα των λογής κατηγοριών που οί διακόσοι τρόφιμοι του Λέντουλου ήσανε καταταγμένοι '*. Ό Άνδαβάτης είχε πλήρη άμυντικά όπλισμό, μέ κύριο χαρακτηριστικό τό κράνος που τοΟ σκέπαζε τό πρόσωπο δλο* χτυπιέται στά τυφλά μ' δμοιο του άντίπαλο, άλλά κι' έ5ώ, μέχρι θανάτου. Ό Γαλάτης έχει άσπίδα έλλειψοειδή, ταινίες χάλκινες στά πόδια του, Ισιο σπαθί ή λόγχη στό δεξί καί γαλατικό κράνος ή σκοΟφο στό κεφάλι' ό ίδιος σάν άντίπαλος τοΟ Διχτυοβόλου Ιχει στό κράνος του γιά έμβλημα Sva ψάρι. Ό Διμάχαιρος πολεμούσε μέ δυο μαχαίρια, φοροΟσε χιτώνα, έπίδεσμο στό δεξί χέρι, κάλτσες ή περικνημίδες, μά δχι κράνος. Ό 'Ιππέας έχει θώρακα, κράνος κλειστό μέ όπές, έπίδεσμο στό δεξί χέρι του, μικρήν άσπίδα στρογγυλή καί λόγχη* καί πολεμάει μ' άντίπαλο δμοια άρματωμένο. Ό Βροχοφόρος έχει πέτσινη ποδιά μέ ζώνη, έπίδεσμο στό άριστερό του χέρι καί μετάλλινη ή πέτσινη έπωμίδα στόν άριστερό του ώμο* στό άριστερό κρατεί θηλειά καί στό δεξί του Sva ραβδί καμπυλωμένο. Ό Όπλομάχος είναι δ αρχαίος όπλίτης μέ τόν κλασσικό βαρύ όπλισμό, κράνος μέ μάσκα ή δχι, θώρακα, μεταλλικά μανίκι, άσπίδα καί περικνημίδες, δλος Ενας δγκος άπό μέταλλο, δ πιό δυσκολοκίνητος άπό τους μονομάχους' παρουσιάζεται βέβαια άργότερα, άλλά τό πρότυπό του βρίσκεται έξαρχής καί στόν Γαλάτη, στό Σαμνίτη καί στό θράκα. Ό Διχτυοβόλος, ό άντίπαλος τοΟ Γαλάτη μέ τό ψάρι στό κράνος, τοΟ Μουριιίλλο, έχει Sva δίχτυ στό δεξί — στό άριστερό μιά τρίαινα κι Sva μαχαίρι' δέν έχει θώρακα καί κράνος, μά χιτώνα ή ποδιά, πλατειά ζώνη, έπίδεσμο στό άριστερό καί μιά μετάλλινη ή — 7 —2

πέτσινη πλάχα στόν ώμο. Ό Σαμνίτης μέ τόν κλασσικά σαμνιτιχό δπλισμό, φοράει περικνημίδα στ' άριατερό του πόδι χι έπίδεσμο στό δεξί χέρι του, κράνος στήν κεφαλή κλειστό μπροστά, μέ γύρο xat λοφίο ψηλέ, κρατεί μεγάλη άσπίδα πιό πλατειά ατό άπάνω μέρος νά φυλάει τό στήθος του καί μάχεται μέ ξίφος. Ό Κυνηγός, διάδοχος τοΟ Σαμνίτη σάν άντίπαλος τοΟ Διχτυοβόλου, φοράει κι αύτός σαμνιτιχό δπλισμό, μά χράνος χωρίς γύρο καί λοφίο. Ό θρ&χας, άντίπαλος τοΟ Σαμνίτη, άλλα χαΐ τοΟ Μουρμίλλο χάποτε, φοράει xat τοΟτος χλειστό χράνος μέ λοφίο ψηλέ, ποδιά μέ ζώνη γύρω στήν κοιλιά χαΐ δυό περικνημίδες' χρατάει μικρή $ μεγάλη άσπίδα στρογγυλή ή τετράγωνη χαΐ μάχεται μέ χυρτή σπάθα. Πλήθος άλλοι, ό Παιγνιάριος, μέ μιχρήν άσπίδα, γυρισμένο ραβδί χαΐ μαστίγιο, ό Προχλητής, μέ σαμνιτιχό δπλισμό μά μέ μιχρήν άσπίδα χάποτε καΐ μέ κοντό σπαθί, δ Γροσρομάχος, μέ κοντάρι μέ λουριά χι δμοιον άντίπαλο, 6 Σα'ι'τευτής χι δ Σκίσσορ, άπό τ' δνομα μόνο γνωστοί, συμπλέκονται σά λεπτομέρειες ατή μεγάλη εικόνα Τό ζ(0γος πού περισσότερο άρεσε καί βρίσκεται συχνότερα απεικονισμένο στά μωσαϊκά, στ' άγαλματάχια χαΐ στ' άνάγλυφα, είναι δ Διχτυοδόλος, δ Retiarius, ιιέ τό δίχτυ καί τήν τρίαινα, Ινάντια στόν βαρειόπλιστο Γαλάτη, τόν Murrnillo, μέ τό ψάρι στό κεφάλι. Είναι ίνα είδος κυνηγιού θαλάσσιου θεριοΟ " : Ό Διχτυοβόλος κυνηγάει τό πελαγίσιο τέρας, τόν δυσκολοκίνητό του άντίπαλο, χαΐ προσπαθεί νά τόν γελάσει τάχα τραγουδώντας κάποιο πλανερό τραγούδι : ,,Νοπ te peto, piscem pet ο' Quid me fugis, Galle ?" ΤοΟ ρίχνει ώσιόσο χάποτε τό δίχτυ, τόν περιτυλίγει, τόν καρφώνει μέ τήν τρίαινα κι δρμάει μέ τό μαχαίρι του νά τόν άποτελειώσει. "Αν δμως άστοχήσει ρίχνοντας τό δίχτυ — άλλοίμονό του" πρέπει νά φεύγει τώρα αυτός μπρός στόν άντίπαλο, χι είναι χαμένος πια μέ τέτοια δυσανολογία στόν δπλισμό, έξόν άν βρει πάλι χαιρό νά συμμαζέψει φεύγοντας τό δίχτυ του καί νά τό ξαναρίξει στόν άντίπαλό του. Έ βάρβαρη τούτη συνήθεια έπιχωρίαζε, σαν υποκατάστατο, φαίνεται, τών άρχαιότερων στους τάκους άνθρωποθυσιών, στήν Έτρουρία χαΐ στήν Καμπανία " . Στή Ρώμη τήν έγκαινίασαν τό 264 of ΒροΟτοι Μάριος χαΐ Δέχιμος γιά τήν κηδεία τοΟ πατέρα τους", ki άπό τα τότε οί άγώνες, συνηθίζονταν σά θέαμα χαΐ σάν έξιλαστήρια τελετή στίς έπιχήδειες τελετουργίες " — εϊτε άπό θέληση τής διαθήκης τοΟ νεκρόΰ εϊτε άπό τή φιλο· — 8 — 2

δοξία xal τήν εύσέβεια τόν δικών του Ξακουστοί έμειναν οί μονομαχικοί αγώνες στήν κηδεία τοΟ Αέπιδου τό έτος 216 ", ci άγώνες που διοργάνωσε τό 206 στή Νέα Καρχηδόνα γιά νά τιμήσει τή μνήαητοΟ πατέρα του 6 Σχιπίων ΙΒ καΐ οί άγώνες στήν κηδεία τοΟ Βαλέριου Λεβίνου τό 2 0 0 " , τοΟ Αικίνιου τό 183 " καΐ τοΟ πατέρα τοΟ Φλαμινίνου τό 1 7 4 " . Στό μνημείο τοΟ Σκαύρου στή Ιίομπηία εικονίζονται πλήθος σκηνές άπό μονομαχικούς άγώνες" είναι πιθανότατα ή εΙκόνα τών μονομχχικών άγώνων πού δόθηκαν κατά τήν κηδεία του Σκαύρου' κι ή σμίλη διάσωσε πολύτιμες λεπτομέρειες άπό τούς τρόπου; καί τα δπλα. Έ ν α πλήθος έπίσης άπό νεκρικούς λύχνους που βρέθηκαν, φέρνουν παράστασες τέτοιων άγώνων. Από τούς τάφους δμως γρήγορα περάσχν ατά συμπόσια κι άπ' τά συμπόσια στήν 'Αγορά καΙ τέλος στό 'Αμφιθέατρο, δπου μέγα διεφθαρμένο πλήΗος έτρεχε και σπρωχνόταν ν' άιτβλάψει τό χυνόμενο αίμα. Κι άληθινά, τέτοια φρενίτιδχ έδινε τό θέαμα, πού λογιχζόταν oiv τό σπουδαιότερο κεφάλαιο τί]ς θεραπείας το& δχλου. Κάθε σπουδαία καρριέρα άρχιζε μέ τήν παράταξη τών μονομάχων /'στήν άρένα" καί λίγο λίγο ή άμιλλα τών χορηγών ξεπέρασε τήν άμιλλα τών μονομάχων. Τά ζεύγη πού παρχταζόντχν ν' άλληλοσφαχτοΟν περάσχν τά έκχτό, ρτάσαν τά τετρακόσια μέ τόν Καίσαρα κι ύστερα ξεχύθηκαν στό άπειρο έκεΐνο πλήθος πού άναφέρουν τά ΙΙεπραγμένα τοΟ Αύγουστου, γιά νά πληθύνουν ύστερα περισσότερο, ώσπου νά πάρουν τή μορφή στρατών καί οί έπίδειξες τήν δψη άληθινών μαχών μπρός στόν άλλόφρενο θεώμενο δχλο. 'Αναφέρεται " πώς ό Ιούλιος Καΐσιρ έδωσε μιά πλήρη πολεμική εικόνα μέ πεζικό, νχυμχχίες κι ίππομαχίες' τό μνημείο τής "Αγκυρας λέει πώς έ Αύγουστος έριξε συνολικά στό στίβο δέκα χιλιάδες γιά μονομαχίες, άλλα καί πλήθος θηριομάχους είκοσιέξι φορές— αίς κατεαφάγη &ηρία ίγγύς ιυεισχίίια xal πενιακόσια"'*\ε.

'Ωστόσο ό Σπάρτακος δέν άφησε τήν 'Ιταλία. "Ενα βαθύ Ιστορικό αίνιγμα, πού μάταια άναζητοΟμε κάποια βέβαιη λύση του, σκεπάζει τή — 32 — 2

φάση τούτη τής έποποιίας. Ή γνώμη πώς δέν μπόρεσε νά διαβή τόν Πάδο είναι όλότελα άπίθανη" Ενας Σπάρτακος πού άποφασίζει άργότερα νά μεταφέρει μέ σχεδίες τά πλήθη πάνω άπό τόν πορθμό τής Χάρυβδης, θά'βρισκε άπλό παιχνίδι νά περάσει μέ πλωτές τόν Πάδο. Τό πιθανότερο είναι πώς τά σάστισε μπροστά στίς "Άλπες πού χρωστοΟσε νά διαβή. ή πώς τό μέγα τώρα πλήθος τοΟ στρατοΟ τοΟ ζήτησε νά στρέψει κατά πίσω πάλι τίς σημαίες* κι έτσι ή άλλο! ώς, έμψυχωμένος άπό τίς νίκες κι άπό τήν άθρόα τών δούλων συρροή, μετάλλαξε κι αύτός τά σχέδιά του. Ά π ό τίς έβδομήντα χιλιάδες πού άριθμοΟσε κάποτε στό θούριο, ξίκοψαν οί τριάντα μέ τόν Κρίξο κι άπ' αυτές γυρίσαν μόνο δέκα. Ρίχτηκε μέ πενήντα μοναχά χιλιάδες στά βουνά κι ήτανε τέτοια ή συρροή στό διάβα του, πού θά μποροΟσε τώρα νά μετρήσει έκατόν είκοσι χιλιάδες Ά ν κάτι τόν άνάγκαζε νά φύγει άπό τήν 'Ιταλία — ή σταθερή έπιρυλαχτικότητα ήταν τής μεγάλης μάζας' μά ή θριαμβευτική πορεία στό μάκρος τής 'Ιταλικής χερσόνησος έσπασε κι έλυσε τόν πάγο, Καινούργια πλήθη άδιάκοπα προστρέχαν κάτου άπό τό κόκκινο πανί τής λευτεριάς καί α' δλη τή χερσόνησο έτριζαν μ* άπαίσιο κρότο οί άλυσσίδες. Εξάλλου τώρα μόνος άρχηγός, μποροΟσε νά κρατεί τόν βγκο τοΟ στρατού άδιάσπαστο, άσφαλισμένο άπό τόν κίντυνο νά τόν χωρίζουν ο! συναρχηγοί τήν κρίσιμη ώρα. Νέες έλπίδες, νέοι όρίζοντες κι οί άλαλαγμοί τής μάζας συνεπαίρναν τήν παλιάν άπόφασή του. Άπό τήν άλλη πλανερά μηνύματα, δτι νικάει στήν 'Ιβηρική ό Σερτώριος κι«ό Μιθριδάτης στήν Ανατολή καί πώς ό στόλος τοΟ Μικρασιάτη βασιλιά τραβάει γιά τίς ιταλικές άχτές, τοΟ άναφτερώναν τις έλπίδες. Νά κυριέψει αύτός τή Ρώμη, νά τήν ξεθεμελιώσει άπό τά βάθρα της, νά δώσει λευτεριά στή γή καί πάνω άπ' τά συντρίμια τής σκλαβιάς νά στήσει όρθή τή μοίρα τών λαών — όνείρατα θριαμβικά καθώς τό φώς κι άνήσυχα καθώς ή θάλασσα, μπορούσαν νά φλογίσουν κι ένός βάρβαρου τό άγροΐκο πνεΟμα. "Onω; καί νά'ναι, ό Σπάρτακος διαλάλησε πώς πάει κατά τή Ρώμη Καίει τίς άχρηστες άποσκευές, σκοτώνει τά ύποζύγια, σφάζει καί τούς αιχμάλωτους νά μή μποδίζουνε τό δρόμο του καί ρίχνεται άσυγκράτητος στή νέα πορεία Στή Ρώμη δταν άκούστηκε τό μήνυμα — τά πρόσωπα δλα ζάρωσαν άπό μιά κρύα πνοή τοΟ τρόμου. Είχαν στρατούς — δχι δμως κι άνθρωπο νά βασιστοΟν στήν κρίσιμη ώρα. , , Ό Σπάρτακος τραβάει κατά τή Ρώμη" — ή φοβερή κραυγή άντιβούΐζε σά βροντή κοσμοσυντέλειας σ' δλα τά στήθη. Καλοκαίρι τοΟ έτους 72. Οί νικημένοι Οπατοι άνακλήθηκαν. Ό πραίτωρας Γναΐος Μάνλιος περιμά— 33 —

2

ζεψε δσους μπόρεσε άπό τή Ρώμη χι άπό τά λείψανα τών δυό στρατών καί ρίχτηκε γιά τό Βορρά νά,σταματήσει τούς έπαναστάτες. Κάπου τούς συναπάντησε ή τόν ουναπάντησαν — κι ό νέος στρατός τής Ρώμης κατακόπηκε βλος πάλι. σάν Ιφτασε καί τ' άλλο μήνυμα — ή Ρώμη άπόμεινε παράλυτη άπ' τόν τρόμο. Ούτε βταν οί Γαλάτες άνεβαίνανε τά κάστρα της, ούτε δταν ό Καρχηδόνιος 'Αννίβας 1,4 τριγυρνούσε νικητής άπ* έξω άπό τήν τάφρο της δέν φρένιασε ίνας τέτοιος πανικός τά πλήθη. Έφτά ώς τήν ώρα στρατιές κατακοπήκαν άπ' τόν Σπάρτακο κι ή μεγαλοφυία του έμοιαζε ή Ιδια ή θεϊκή όργή ένσωματωμένη. Εκατόν είκοσι χιλιάδες έσερνε μαζί του έκδικητές κι δ φοβερός αύτός στρατός έμοιαζε σάμπως τών παλιών γιγάντων δ στρατός πού σπάσανε μέσα στά βάραθρα τ' άρχαΐα δεσμά κι άνέβαιναν μές άπ' τίς φλόγες κι άπό τούς σεισμούς νά καταλύσουνε τήν κοσμική Αρμονία. Φλόγες άνάπνεαν τά ώχρά τά χείλη τους κι ήσανε πράσινοι άπ' τό μίσος. Τά στυλωμένα μάτια τους έσταζαν αίμα καί φωτιά — κι βθε περνούσαν άνοιγε κι ή γής κι άνάδινε άλλους άπό μέσα. 'Ανέβαιναν δσοι πεθάνανε μέ τό τσεκούρι καί μέ τό σταυρό, μέ τόν τροχό καί τήν κρεμάλα' δλα τά χέρια πού άλυσσοδεθήκανε, δλα τά στήθη πού σπαράχτηκαν, δλα τά μέτωπα πού στιγματίστηκαν καί πού πεθάναν καί σαπίσανε μέ τ' δραμα τής λευτεριάς μισοβασιλεμένο στό σκοτάδι. Παιδιά πού σέρναν τούς πατέρες τους, πατέρες πού παλεύαν νά ξυπνήσουν τά παιδιά τους, κοπέλλες πού στά σάπια χείλη τους έτρεμε άκόμη ένα χαμόγελο καί μάννες πού στά σάπια μάτια τους έτρεμε άχόμη κάποιο δάκρυ, λεβεντονιοί πού δοκιμάζαν τών χεριών τή δύναμη καί γέροι πού έτριβαν τό χώμα άπό τά μάτια, κι δλο άνεβαίναν οί νεκροί στό διάβα τους κι οί ζωντανοί μέ τούς νεκρούς κι of πεθαμένοι μέ τούς ζωντανούς τραβούσαν, φοβερός στρατός, νά καταλύσουνε τή Ρώμη. Τά κάστρα λές κι έρειπωθήκαν άξαφνα καί λύνονταν καί γχρεμιζόνταν "·. 'Ωχροί στίς έδρες καρτερούσαν of συγκλητικοί τήν ώρα νά στηθούν στήν 'Αγορά σά μονομάχοι. "Ολα τά θέμελα έτριζαν, έσπαζαν of κολώνες κι έρεαν οί ναοί, ή Ρώμη δλάκερη καταποντίζοταν στίς φλόγες. Εέπλεκες of γυναίκες έτρεχαν καί πέφταν στούς δημόσιους βωμούς, δπου σφαχτήκαν κάποτε οί τελευταίοι τού Άθηνίωνα στρατιώτες. Τά μοιρολόγια χι of φωνές δερνόνταν μές στό θόρυβο, τά παρακάλια καί τούς θρήνους. 'Απαίσια μηνύματα άξαιναν τόν τρόμο καί τή σύγχυση* οί δούλοι σκόπευαν νά ψήσουν τά παιδιά καί ν' άναγκάσουν τούς γονιούς τους νά τά φάνε' άλλοι θρυλούσαν δτι θά'ριχναν σ' άλώνια τούς έλεύτερους καί θά' — 34 — 2

βαζαν βαρβάτα άλόγατα καί ταύρους νά τούς άλωνίσουν. Ωστόσο δ Επαναστάτης δέ φαινόταν — άλλοι λέγαν πώς σταμάτησε, άλλοι πώς κύτταζε νά ξεσηκώσει κάθε πληθυσμό στό διάβα του κι άλλοι πώς έκοψε τή φόρα γιά νά δώσει στούς Ρωμαίους χαιρό νά κρίνουν πια τή θέση τους καί νά παραδοθούνε στό έλεός του. Οί ψυχραιμότεροι έβλεπαν πού ό Σπάρταχ·ς καθυστερούσε θέλοντας καί μή γιά νά Εξοπλίσει καί ν' άσχήσει τά καινούργια πλήθη τού στρατοΟ του. 'Αλλά ποιό τ' δφελος άπό τήν άργητα, μιά καί κανείς δέν θά μποροΟσε νά τόν σταματήσει ; Κανείς δέν ήξερε άπό πού ν' άρχίσει πιά. ποΟ νά τελειώσει, τί νά Επιχειρήσει. Ό μόνος πού μποροΟσε ν' άντιμετωπίσει τήν κατάσταση, ό Πομπήιος, πάλευε μ* άλλο γίγαντα στήν 'Ισπανία. Οί ύπατοι ήσαν άνίχανοι, ό πραίτωρας Γναϊος Μάνλιος είχε νικηθή. "Οπως καί νά'νχι, κάποιος έπρεπε νά βγή γιά τήν άκόλουθη χρονιά ή άνθύπατος ή πραίτωρας πού ν* άναλάβει καί τή στρατηγία. Αύγουστος τού έτους 72. Προκηρυχτήκαν Εκλογές — μά τέτοιος τρόμος πλάκωνε τή Ρώμη πού κανείς δέν πρόβαλε νά διεκδικήσει τήν τιμή καί τήν ευθύνη. Ή ήττα κι ή καταστροφή φαινόνταν άναπόφευχτες, δταν καινούργιος πρωταγωνιστής, δ Κράσσος πρόβαλε ύποψήφιος γιά τή στρατηγία. Στόν Πλούταρχο χρωστάμε μιά βιογραφία άρκετά χαραχτηριστιχή τοΟ άνθρώπου τούτου. Ή σταδιοδρομία του άρχίζει άπό τή στιγμή πού Επικρατούν ό Μάριος καί ό Κίννας' ή οίκογένειά του άνήκει στήν άριστοκρατική παράταξη χι ό νικητής τών Κίμβρων τήν προγράφει. Ό πατέρας χι ό άδερφός του σφάχτηκαν, αύτός ώστόσο μέ τρείς φίλους του χαί δέκα σκλάβους φεύγει γιά τήν Ιβηρία. ΈκεΙ δέ φανερώθηκε μά χρύφτηχε σέ χάποιο σπήλαιο στούς παράλιους άγρούς ένός Ούΐβιου, πατρικοΟ του φίλου. "Ύστερα άπό όχτάμηνο άκού:ιο παραθερισμό, σάν έμαθε τό θάνατο τού Μάριου, βγήκε άπό τή σπηλιά κι έτρεξε νά ζητήσει τόν αύριανό Κυρίαρχο, πού μ'άσφαλτο ένστιχτο τόν άναχάλυψε στό πρόσωπο τοΟ Σύλλα. Άπό τότε μπαίνει στά δημόσια πράματα κι' ή (στορία τής Ρώμης πλέχει τ δνομά του σταθερά στά γεγονότα τής περίοδος τών διχτατόρων. Είναι Ενα άπό τά γνωστά Εκείνα πρόσωπα τών περιόδων τής παρακμής πού μέσα στούς κινούμενους δγκους τών μεγάλων γεγονότων δημιουργοΟν Ινα άδιάχοπο κενό μέ τήν πομπώδη μετριότητά τους. Άνάμεσα στίς άδρές φυσιογνωμίες τού Μάριου, τού Σύλλα, τοΟ Πομπήιου, τοΟ Καίσαρα καί τοΟ Κικέρωνα, ή φαλακρή χοντόχοντρη σιλουέτα του γυρίζει φορτωμένη άπό — 35 — 2

φιλοδοξίες χι άξιώματα γελοιογραφία. 'Αποτελούσε βέβαια πρόσωπο σημαντικό, μά μοναχά σά στόχος ή βοηθός τοΟ ένός ή τοΟ άλλου άπό τούς γίγαντες έχείνους. Κατώτερος άπό τόν Πομπήιο στή στρατηγιχή, κατώτερος άπό τόν Κιχέρωνα στή ρητορική, κατώτερος άπό τόν Καίσαρα στήν πολιτική καί κατώτερος άπό τόν Κάτωνα στή δημόσια όπόληψη — κατάφερνε δμως πάντα νά συναγωνίζεται στήν πρώτη γραμμή, γιατί ήξερε νά κολακεύει τό λαό καί νά έκμεταλλεύεται τίς διχόνοιες τών μεγάλων. Τό κυριότερό του δπλο ήταν τό ένστιχτο νά ξεχωρίζει άλάθευτα τόν ίσχυρό, νά τόν πλευρίζει καί νά συμμαχεί μαζί του. Τό ίδιο τούτο ένστιχτο τόν όδηγούσε συνακόλουθα κι 3>ς ποΟ μποροΟσε νά τραβήξει τήν άντίθεση μέ τόν άντίπαλό του' γιατί καί μέ τούς τρεις πολιτικούς του άντίπαλους. τόν Καίσαρα καί τόν Πομπήιο καί τόν Κικέρωνα, κατάφερνε νά συμμαχεί κάθε φορά, φροντίζοντας νά γίνεται άπαραίτητός τους. 'Αλλά τό πάθος του γιά τήν πολιτική δέν ήταν άδολο οδτε αύτόνομο, μά άνάβρυζε άπό δυό μεγάλα πάθη του — τή φιλοχρηματία καί τή φιλοδοξία. Σπάνιο πνεύμα τάξης οικονομικής συνδυασμένο μέ ρεαλιστική χωρίς άνησυχίες συνείδηση, τού άπέφερε ίνα άσύνηθα μεγάλο πλοΟτο. Ό πλούτος αυτός ήταν τό κυριότερο δπλο νά ίκανοποιεϊ τή φιλοδοξία του κι οί έπιτυχίες τής φιλοδοξίας του τά κυριότερα μέσα γιά ν' άξαίνει τόν πλοΟτο του. σάν έμαθε τό θάνατο τοΟ Μάριου, βγήκε άπό τή σπηλιά του πρωταγωνιστής κι αύτά ς γιά τούς άγώνες πού θ' άκολουθούσαν. Συμμάζεψε άπό τούς φυγάδες καί τούς ντόπιους άντιμαριανούς ώς δυίμισυ χιλιάδες κι άρχισε νά τριγυρν£ τίς πολιτείες, νά ρίχνει τούς άντίπαλους κι δσο μποροΟσε νά ληστεύει. Στό μεταξύ συγκρότησε ίνα στόλο κι έφυγε γιά τή Λιβύη, δπου προσχώρησε στή στρατιά τού Μέτελλου, γιά νά τόν παρατήσει καί νά προσχωρήσει Οστερα στή στρατιά τού Σύλλα στήν 'Ιταλία. Ό Σύλλας έστειλε τόν Κράσσο στούς Μαρσούς κι ό Κράσσος είχε μερικές έπιτυχίες' μ' άπό τά τότε άντιφιλοτιμιέται τόν Πομπήιο καί φλέγεται άπ'τήν άφταστη πολε μική του δόξα. Γιατί ό ΙΙομπήιος μικρότερος στά χρόνια καί πατέρα μισημένου γ>ός, τόσο γοργά ξεχώρισε καί δείχτηκε τρανός, πού ό Σύλλας τού άναγνώριζε τιμές άνήκουστες γιά τούς άλλους. Αύτά κέντριζαν κι άναστάτωναν τόν Κράσσο πού βρισκόταν πάντα του στόν κάτω γύρο. Γιατί δέν είχε οδτε τήν ιδιοφυία ούτε τή στρατηγική έμπειρία τού Πομπήιου, καί τά τυχαία άπό τήν άλλη κατορθώματά του έξουδετέρωναν οί μοίρες του οί κακές, ή φιλοκέρδεια κι ή μικρολογία. Ά π ό τό κάθετι ζητούσε νά χρηματιστή κι άπό τριακόσα τάλαντα πού κληρονόμησε, ίφτασε νά κα— 36 — 2

τέχει έφτά χιλιάδες. Τά περισσότερα τά κέρδισε άπό τόν πόλεμο καί τή φωτιά, άντλώντας άπό χΐς δημόσιες συφορές πάντα χρυσάφι. Όταν κυρίεψε τήν Τουδερτία τήν Όμβρική, φρόντισε νά σφετεριστή τά λάφυρα κι έπεσε στή δυσμένεια τοΟ Σύλλα' μά μπόρεσε ν9 άποκατασταθή, γιατί στή μάχη τήν άποφασιστική μέ τούς Σαμνίτες καί τούς δημοκρατικούς κατάφερε αυτός μόνος νά νικήσει. Εύνοημένος έτσι άγόραζε τό βιός τών μεγαλόπλουτων πού προγραφόντανε — καί πολλούς μάλιστα τούς πρόγραφε χωρίς καμμιά έντολή. μόνο καί μόνο νά τούς πάρει τήν περιουσία' ώσπου δ Σύλλας άγανάχτησε καί δέν τόν χρησιμοποιούσε. Μά ό Κράσσος είχε θησαυρίσει πιά καί ρίχτηκε σ' άλλη άσχολία' μάζεψε πεντακόσιους δούλους κι άρχιτέχτονες καί βάλθηκε νά έκμεταλλεύεται τΙς συφορές τής πόλης. "Οπου άγροικούσε πυρκαγιά ή συνίζηση, έτρεχε, άγόραζε τά σπίτια πού κιντύνευαν, καθώς καί τά γειτονικά πού τά πουλούσαν μπρός στόν κίντυνο γιά τίποτε — κι έτσι τό μεγαλύτερο μέρος τής Ρώμης έγινε μέ τόν καιρό δικό του. Πλαστογραφούσε διαθήκες, έβαζε τούς διαχειριστές νά πέρνουν μέ τή βία ή μέ τό δόλο τά γειτονικά μέ τά δικά του χτήματα καί μές στή Σύγκλητο πουλούσε γιά δποιο ζήτημα τήν ψήφο. Δέν άπόριχνε τίποτε πού θά μπορούσε νά τού φέρει κάποιο κέρδος. Δικάστηκε πώς είχε έρωτικά σχετίσματα μέ μιά Έστιάδα, τή Λιβία' άλλά Απαλλάχτηκε σάν Αποκάλυψε πώς περισσότερο έρωτοτροποΟσε μ9 ένα χτήμα της* καί τελικά δέν τήν παράτησε παρά σάν μπόρεσε νά τής τό πάρει. Τά χτήματά του καί τά μεταλλεία τού άσημιού τού άπέφεραν άπό τήν άλλη άμύθητα πλούτη — μά καί τούτα δέν τά λογάριαζε γιά τίποτα μπροστά στήν έκμετάλλευση τών δούλων. Ό ρεαλιστής αύτός άριστοκράτης ήταν καί μορφωμένος. Είχε άσκηθή μέ πάθος στή ρητορική κι άσχοληθή ειδικότερα μέ τήν άριστοτελική φιλοσοφία. Γιά δάσκαλό του χρησιμοποιούσε τόν άριστοτελικόν 'Αλέξανδρο, πού τήν άξια του βέβαια δέν τή ξέρουμε, μά πού έδωκε σπουδαίας όπομονής κι άνεχτικότητας Απόδειξη κοντά στόν Κράσσο* άρκεΐ νά σημειωθή, πώς δ τα ν βγαίναν άπό τή Ρώμη το3 9δινε καπέλλογιά τήν έξοχη, κι δταν γύριζαν τό ζητούσε πίσω. Κι ένώ ήταν τόση ή τσιγκουνιά κι ή φιλοχρηματία του, τίποτε δέν κατηγορούσε πιό αύστηρά άπό τούς φιλοχρήματους καί μικρολόγους' κι ένώ κανείς δέν τού παράβγαινε στήν τέχνη νά σκλαβώνει κολακεύοντας, κανείς δέν σκλαβωνόταν εύκολότερά του μέ τήν κολακεία. γιά νά ζυγώνει ώστόσο καί νά κολακεύει τό λαό, καυχότανε γιά τήν πληβειακή καταγωγή τού γένους του Αικίνια, πού είχε περάσει πιά μέ τ' άξιώματα στήν Αψηλότερη Αριστοκρατία. Είχε άνοιχτό πάντα τό σπίτι — 37 — 2

του καί γιά τους φίλους χαί τούς ξένους' τά γεύματά του ήσαν λιτά, μά προσπαθοΟσε νά τά συμπληρώνει μ* άπλετη φιλοφροσύνη. Ξέροντας άπό ποΟ πηγάζει ή δύναμη δέν προσπερνούσε μήτε τόν άσημαντότερο πολίτη δίχως νά τόν προσλαλήσει. Στά δικαστήρι» άναλάβαινε συνήγορος χαί τιποτένια άχόμη διάφορα χαί στή συνέλευση τοΟ λαοΟ συχνά άναπλήρωνε τόν Καίσαρα χαί τόν Πομπήιο σάν άποφεύγαν νά μιλήσουν. Ή δόξα τοΟ Πομπήιου τόν έθλιβε χατάχαρδα — γι' αύτό μέ πάθος προσπαθούσε νά τόν ξεπεράσει στήν πολιτιχή, πληρώνοντας, δανείζοντας, συνηγορώντας, χολαχεύοντας, ραδιουργώντχς. "Ετσι κατόρθωνε νά πρωταγωνιστή σάν ίνας άπ' τούς τρείς στά χρόνια του δυναμιχότερους πολιτικούς ήγέτες Οί συντηρητιχοί άποβλέπαν στόν Πομπήιο, οί ριζοσπαστικοί στόν Καίσαρα χι ό Κράσσος έπιχεφαλής τών μεσιανών κατάφερνε νά έπωφελείται πότε άπό τους συντηρητικούς μέ τόν Πομπήιο χαί πότε μέ τόν Καίσαοα άπό τούς ριζοσπαστιστούς άλλάζοντας φρονήματα σάν πέδιλα χι ύποστηρίζοντας τή μιά γιατί πληρώνοταν, τήν άλλη γιατί όργίζοταν πού δέν πληρώνοταν, τήν Ιδια τή στιγμή συνήγορος χι άντίπαλος, άλλα προσώπατα, άλλους νόμους χι άλλα τών άλλώνε. Μά τέτοιος δντας, οδτε φίλος ήταν σίγουρος ούτε δμως χι έπιχίντυνος άντίπαλος' γι' αύτό σά ρώτησαν τό δημαγωγό Σιχίνιο τί τόν φυλάει χαί δέν τόν σφάζει — αυτός άπάντησε πώς άφησε τό βώδι αύτό νά ζή, γιατί είχε μπόλικο στά κέρατα χορτάρι' ήτανε μ3 άλλα λόγια άχίντυνος καθώς τά βώδια πού τούς στοίβαζαν χορτάρι άνάμεσα στά χέρατά τους. Ωστόσο αύτό τό βώδι στάθηκε άρχετά δραστήριο γιά ν3 άναλάβει ξαφνικά τήν άρχηγία "". "Ηξερε πώς μποροΟσε τώρα νά μιλεί καί οί άλλοι νά ύπακοΟν χωρίς χαμόγελα κι άντιλογίες. Ή τ α ν ή μόνη εύκαιρία ν3 άναδειχτή σάν άρχηγός, σωτήρας καί πατέρας τής πατρίδας' σάν Ενας άπ 3 τούς πιό μεγάλους γαιοχτήμονες έξάλλου, κάτοχος κι ένός τεράστιου χύκλου βιοτεχνικών χαί χτηνοτροφιχών έργαισών, δ Κράσσος είχε καί προωπικά τό μεγαλύτερο συμφέρο νά δοθή στόν πόλεμο Ενα τέλος. Έ ξ ι καινούργιες λεγεώνες έτοιμάστηκαν, δπου προστέθηκαν τά λείψανα τών προηγούμενων στρατιών "·, τουλάχιστο άλλες τέσσαρες λεγεώνες. 'Ως έκατό χιλιάδες μάχιμοι χαί βοηθητικοί βαλθήκαν Ετσι στίς διαταγές τοΟ Κράσσου. Καί κάτι περισσότερο — δ στρατός αύτός, άν κι άριθμητικά κατώτερος άπό τό στρατό τοΟ Σπάρτακου, ήταν άνώτερος σ' όργάνωση, σέ τεχνική καί πειθαρχία. ό Σπάρτακος στό μεταξύ, είτε γιατί δέν πρόφτασε νά ώφεληθή άπ' τόν τρόμο καί τό σάστισμα τοΟ άντίπαλου. είτε γιατί καινούργιες τό στρατό του δίχασαν διχόνοιες, είτε γιατί κατάλαβε πώς μέ πρωτόπειρο — 38 — 2

στρατό χαI δίχως μηχανήματα πολιορκητικά δέν θά μποροΟσε νά κυρίευε τή μητρόπολη — μετάλλαξε χαί πάλι σχέδιο, παράτησ« τή Ρώμη πρίν τήν άτενίσει χάν χαί τράβηξε γοργά χατά τά νότια τής 'Ιταλίας. Γυρνούσε χαί λεηλατούσε άνίλεα τίς περιοχές, κατάστρεψε χαί σκότωνε χαί ρήμαζε — σάν τό λιοντάρι πού κυκλώθηκε χαί μόνο ή λύσσα του όδηγάει τή δύναμή του ,4°. 'Αντίθετα ό Κράσσος, ήρεμος χι άποφασιστιχός, διάλεξε τά στενά τών Πικεντίνων γιά όρμητήριο, προπάντων γιά νά προστατέψει τίς Καμ· πανικές πεδιάδες άπό τόν φρενιασμένο Σπάρτακο — χι έστειλε κάποιο Μούμμιο'41, υποστράτηγο, μέ δυό λεγεώνες γιά νά παρακολουθεί χαί νά χτυπήσει άπό τήν πλάτη τόν άντίπαλο σάν άνοιγόταν μέ τόν χύριον δγχο τοΟ στρατοΟ σέ μάχη. Ό Μούμμιος παρακούοντας τή διαταγή τοΟ Κράσσου ν' άποφύγει κάθε μονωμένη σύγκρουση, θάρρησε τή στιγμή κατάλληλη νά πάρει αύτός τή δόξα τοΟ πολέμου. Τό άποτέλεσμα ήταν νά μαζέψει ό Κράσσος στήν άρχή τής έκστρατείας του τά πρώτα άπομεινάρια άπ' τό στρατό του. Ψύχραιμος όμως έτρεξε νά πιάσει τά στενά προτοΟ προλάβει ό Σπάρτακος νά τά περάσει. Άπό τά τότε ό Κράσσος ένιωσε πώς έκανε μ' άντίπαλο, που δσο κι άν ήξερε νά πολεμά, δέν ήξερε νά έκμεταλλεύεται τή νίχη. Λοιπόν μποροΟσε τούτη ή μετριότητα νά παραβγή μ' αύτή τή μεγαλοφυία. "Αν ήξερε δ άντάρτης νά χτυπά, ήξερε αύτός νά πεδουχλώνει* έκείνος ήταν τό σπαθί, μποροΟσε αύτός νά'ταν τό δίχτυ. Πολλά λιοντάρια έξάλλου πιάστηκαν, γιατί δαγκώναν δυνατά πολύ καί χάποτε σφηνώνανε τά δόντια. Μά πρίν άπ' δλα θά'θελε νά χάμει τό στρατό του νά ξεχάσει τίς χαχές συνήθειες, θυμήθηκε κι έφάρμοσε τό τρομερό μαρτύριο τοΟ δεχατισμοΟ, πού είχε έφαρμόσει άλλο χαιρό ό Öπάτος Άππιος Κλαύδιος στόν πόλεμο μέ τούς Ούόλσχους. Ήταν μιά τιμωρία φοβερή — στούς δέκα σκότωναν τόν Ενα' τά όνόματα κάθε δεκάδας ή όλονών έμπαιναν σ' Ενα χράνος, τ' άνακάτευαν, Εβγαζαν ύστερα Ενα ή κάθε δέχατο, χι έχεΐνοι πού κληρώνονταν, γυμνώνονταν χαί θανατώνονταν μέ ρόπαλα μπροστά στούς άλλους. Τό αίσχος τοΟ μαρτυρίου βάθαινε τή φρίκη τής σκληρότητάς του' γι' αύτό κι έχεΐνοι πού επιζούσαν κάποτε, έμεναν γιά τών άλλονών τά μάτια πεθαμένοι. Έτσι κι ό Κράσσος πήρε πεντακόσιους άπό τούς πρώτους πού πέταξαν τ' άρματα, τούς χώρισε σέ δεκαριές καί σκότωσε μέ τό μαρτύριο τοΟτο τούς πενήντα ,4 '. "Ετσι κατάφερε νά τούς φανή πιό φοβερός άπό τόν άντίπαλο καί ν' άποκαταστήσει μιά γιά πάντα τή σπασμένη στό στρατό του πειθαρχία. Πάνω στήν ώρα καί μιά νίκη του — (κατάφερε νά συγκρουστή — 39 — 2

μ" ίνα σώμα άπό δέκα χιλιάδες Επαναστάτες καί νά τό κατατροπώσει κόβοντας τά δύο τρίτα του ,4 ·) —, ήρθε ν' άναστυλώσει καί τό θάρρος τους καί τήν πεποίθηση στό στρατηγό τους. Mi τέτοιους οιωνούς δ Κράσσος ξέκοψε άπό τά στενά καί βγήκε στά Λευκανικά βουνά νά συναντήσει τόν άντίπαλό του. "Ομως δ Σπάρτακος — άλλος άγέρας τώρα φύσαγε κι έσερνε τό βαρύ τό σύννεφο κατά τό νότο. "Αφησε πίσω τά Αευκανικά βουνά, πέρασε τό κατεστραμένο Μεταπόντιο, ιιπήκε στήν Καλαβρία, Ισως γιά λίγο νά σταμάτησε ξανά στό θούριο πάτησε πάλι τήν Κοζέντσια κι έφτασε ώς κάτου στόν πορθμό τής Σικελίας. Ξανάρθε τό παλιό του τ! δνειρο καί ξαναφλόγισε τό voQ του : Νά συνενοηθή μέ τούς κυρίαρχους πειρατές νά τόν περάσουνε στή Σικελία "V Ή Σικελία, ή πατρίδα τών μεγάλων Εξεγέρσεων, ήταν ή πιό κατάλληλη περιοχή γι' άκρόπολη τής Λευτεριάς καί γιά όρμητήριό της. κι άλήθεια, περιζωσμένη άπό τή θάλασσα, κατάμεστη άπό πλήθη δούλων πού στενάζαν κάτου άπό τήν πιό αίμοβόρα τυραννία, ήταν ή μόνη χώρα δπου μποροΟσε νά διαβή καθώς σέ φρούριο καί ξεσηκώνοντας τούς δούλους νά τήν ύποτάξει σέ λίγες ώρες. Τό κράτος τών παλαιών δουλικών Επαναστάσεων, τό κράτος τοΟ Εύνου καί τού Σάλβιου, θ' άνασταινόταν μεγαλόπρεπο καί ή γιγάντεια τοΟ 'Αθηνίωνα ψυχή θά δάκρυζε, πρώτη φορά, στόν κάτου κόσμο. Ό κάθε δοΟλος έκρυβε κι Ινα σπαθί κι άποβραδίς τό κάρφωνε στή ρίζα ένός σταυροΟ γιά νά ποτίσει άπό τό αίμα πού έσταζε καί νά' ναι άσύντριφτο σέ κάθε άγώνα. Κι οί πειρατές πού θά τόν πήγαιναν — αύτοί μέ τά καράβια άργότερα θά μεταφέρουν τούς στρατούς στίς χώρες τών ύπόδουλων λαών, νά ξεσηκώσουν τά έθνη ένάντια στό παγκόσμιο τύραννο, τή Ρώμη. Λεγόνταν Κιλικιανοί, γιατί στίς παραλίες τής Κιλικίας ήσαν τά κύρια τών μεγάλων στόλων τους κρησφύγετα κι οί πολιτείες καί τά φρούρια τους Μ' αύτοί δέν ήσαν μόνον Κίλικες, μά προγραμένοι, άπόκληροι, ληστές, δραπέτες, δοΟλοι, έξόρισιοι, άπ' δλες τις γωνιές καί τΙς φυλές τής οικουμένης. Ελεύτεροι σάν τά πουλιά, σχίζαν μέ τά στενόμακρα πολεμικά καράβια άπ' άκρη σ' άκρη τή Μεσόγειο, ληστεύαν τά πλεούμενα καί ρήμαζαν κάθε παράλια χώρα ή πολιτεία. '£2ς τόν καιρό πού τους Εξόντωσε ό Πομπήιος, μάταια ή Ρώμη πάσχιζε νά περιορίσει τή δύναμή τους. Τά ναυτικά ταξίδια κόπηκαν, τό Εμπόριο νεκρώθηκε, οί σιτοδείες θέριζαν τούς πληθυσμούς καί δέν βρισκόταν τοΟ κακοΟ θεράπιο. Τά ίδια άκόμη τά ρωμαϊκά στρατεύματα ταξίδευαν χειμώνα μέ κακούς καιρούς γιά ν' άποφύγουν τούς κουρσάρους. Σέ λίγο ύπαγορεύαν κι Επιβάλλανε — 40 — 2

τού; δρους τους oè στρατηγούς καί ήγεμονίες. "Ετσι τά ίπάγγελμα γινόταν έντιμο μέ τόν καιρό καί ξεπεσμένοι Αριστοκράτες κι ήγεμόνες καί φιλόδοξοι άρματώνανε καράβια κι έβγαιναν νά γίνουν αλιείς άνθρώπων. "Ως τετρακόσιες πολιτείες έπεσαν στά χέρια τους — καί μάλιστα, σάν άνθρωποι θεοφοβούμενοι, ρημάξαν κι δλα τά παράλια ιερά της Μικρασίας καί τής Ελλάδας. Περιτριγύριζαν τήν 'Ιταλία Ανεμπόδιστα, ληστεύανε τού; δρόμους της κι αίχιιαλωτίζαν δποιον έβρισκαν — κάποια φορά σήκωσαν μάλιστα καί δυό ύπατους μαζύ μέ τούς ραβδούχους καί τούς ύπερέτες. Τό μίσος τους ένάντια στούς Ρωμαίους ήταν φοβερό καί δέ νικιόταν ούτε μέ τά λύτρα. Όταν κανείς άπό τους αιχμάλωτους φώναζε πώς αύτός είναι Ρωμαίος — έκαναν πώς σαστίζαν κι έπεφταν στά πόδια του ζητώντας νά τούς συγχωρήσει. Μόλις ό δύστυχος τούς πίστευε, τόν έντυναν μέ τήβεννο, τάχα νά τόν γνωρίζουν άποκεί κι έμπρός, τού κατεβάζανε καταμεσίς στή θάλασσα τήν καραβόσκαλα, τού λέγανε νά κατεβή, νά πάει στό καλό — κι αν δέν κατέβαινε, τόν έσπρωχναν καί τόν καταπόντιζαν.

Ο! άντικειμενικο'. δροι πού προσδιόριζαν τήν έχταση καί τόν χαρα· χχήρα τής έπανάστασης τού Σπάρτακου, δέν ήσαν στ' άλήθεια διόλου εύνοΐχοί στήν 'Ιταλία. Καί πρώτα-πρώτα πού οί μεγάλες μάζες έμειναν άκίνητες — κι ένώ ό Εδνους κάποτε στή Σικελία ξεσήκωνε διακόσες χιλιάδες, ό Σπάρτακος σ' δλη τή χερσόνησε δέν μπόρεσε νά κινητοποιήσει πάνω άπό έκατόν είκοσι χιλιάδες καί μάλιστα δχι δούλου; μοναχά, άλλά άνάσμιχτο κι άστάΐμητο δχλο. Τό φαινόμενο τούτο έξηγιέται άρκετά, άν λάβουμε υπόψη πώς οί πόλεμοι τών δούλων προκαλούνταν άλλά δέν Υποστηρίζονταν άπό τΙς Ανάγκες τή; κοινωνικής έξέλιξης, καί συνακόλουθα άντί ν' άνανεώνονται κάθε φορά δυναμικότεροι καί πολυανθρωπότεροι, Απεναντίας, Ατονούσαν βαθμηδόν, χαλάρωναν κι έκφυλιζόνταν. Πραγματικά, ή μάζα τών δούλων δέν ήταν τάξη προορισμένη νά προωθήσει έπαναστατικά τήν άρχαία κοινωνία σέ προοδευτικότερες μορφές, γιατί ή ίδια ή Οπαρξή της είχε σταματήσει τήν άνάπτυξη τής τεχνικής καί τό σταμάτημα τούτο κατοχύρωνε μέ τή σειρά του τήν άναγκαιότητα τής δουλείας πού τό προκαλούσε. Άπό τή βασική τούτην Αντίφαση Αναπηδούσαν σταθερά ένα πλήθος συνακόλουθες Αντίφασες πού ξεθεμέλιωναν τό Αρχαίο κοινωνικό συγκρότημα κι άποτελμάτωναν τΙς μάζες. Άλλά κι οί προλετάριοι, σάν έξω άπό τήν παραγωγή, δέν ήταν μπορετό νά διαφοροποιηθούν αύτοί σέ τάξη — 41 — 2

έπαναατατική χαί ν' άναλάβουν τήν άποστολή πού οί άποκλεισμένοι άπό τήν πολιτική χαί τήν κοινωνική νομοθεσία δοΟλοι δέν μπορούσαν ν' άναλάβουν. "Ετσι ένώ ή δυστυχία κι ή καταπίεση βάθαιναν όλοένα καί περισσότερο, τό έπαναστατικό πνεΟμα, άντί ν' ανάβει, δλοχι άτονοΟσε. Οί μάζες άδρανοΟσαν σ' Ινα τέλμα πού δλο βάθαινε χαί πλάταινε κι δπου ή κάθε κίνησή τους γιά νά βγοΟν τούς βούλιαζε βαθύτερα στή λάσπη. Αύτός είναι ό βαθύτερος λόγος πού ό Σπάρτακος, ένώ μέ τέτοιες νίχες άστραπόβολες χι άποφασιστικές έπρεπε νά σηκώνει άπό τήν πρωτοπορεία μόνο πεντακόσιες χιλιάδες, δέν κατορθώνει τελικά νά κινητοποιήσει πάνω άπό έκατόν είκοσι χιλιάδες. Ή συνέπεια τούτη ήταν άπό τήν άλλη κι ό λόγος πού τόν έσπρωχνε νά φύγει άπό τήν 'Ιταλία. Κάτι παράλληλο — οί ιταλικές έθνότητις πού σίγουρα θά πρόσμενε νά έξεγερθοΟν, οί Αευκανοί κι οί Βρούτιοι προπαντός κι οί έχθρικές γιά τή Ρώμη πολιτείες, δλα άκινητήσαν. Οί συφορές τούς είχαν ξεκληρίσει πιά καί τΙς παλιές άγέρωχες έθνότητες άντικατάστησαν άνέγνοιοι μισοάγριοι βοσκοί πού ζούσαν στά βουνά τό βίο τών παλιών Κυκλώπων. Ο! πολιτείες πού άλλοτε συμμάχησαν μέ τόν 'Αννίβα ή δρκιζόνταν συναμεταξύ τους καί ξεσήκωναν τόν άσπονδο ένάντια στή Ρώμη πόλεμο — τώρα τελματωμένες άπό τήν παρακμή, φρόντιζαν μόνο πώς ν' άρέσουνε ατή Ρώμη. 'Από τόν καιρό τοΟ Σύλλα οί δλιγαρχίες τους είχαν παλινορθωθή κι οί όλιγαρχίες τους ήξεραν τό δρόμο πού έπρεπε ν' άχολουθοΟνε: Ταύτιζαν πάντα τό συμφέρο τους μέ τά συμφέροντα τής Ρώμης. διασπασμένο άπό έσωτερικές διχόνοιες καί καταδικασμένο άπό τίς άντικειμενικές συνθήκες τό κίνημα του Σπάρτακου, πήρε μιάν έχταση, πρωτόφανη καί μιά μορφή πραγματικά έπική, χάρη στήν έξοχη προσωπικότητα τοΟ όδηγητή του. "Ολο τό μεγαλείο τής τελευταίας τούτης έπανάστασης βρίσκεται άκριβώς στό μεγαλείο τοΟ βάρβαρου άρχηγοΟ της. Μεγάλη σωματική δύναμη,$έξαίρετο θάρρος'", σύνεση κι άγαθότητα κι εύγένεια πολύ άνώτερες άπό τή μοίρα του κι άξιες, λέει ό Πλούταρχος, γιά έναν "Ελληνα περισσότερο παρά γιά βάρβαρο, συνδυασμένα μέ μιά πολυμήχανη στρατηγική μεγαλοφυία, συγκροτούσαν τήνέξαίσια φυσιογνωμία τοΟ άρχηγοΟ, πού ό Μάρξ, δ μεγαλύτερος πνευματικός ήρως τής άνθρωπότητας, αποκαλούσε άγαπημένον ήρωά του. Οί ίδιοι οί Ρωμαίοι ιστορικοί, παρ' δλο πού φρυάττουν άπό μίσος κι άγανάχτηση, άναγνωρίζουν τήν έξαίρετη ήθική του προσωπικότητα κι άφήνουν νά διαφαίνεται, πώς άν ύπάρχει κάτι πούμειώνει γιά τή Ρώμη τήν ντροπή ένός τέτοιου πόλεμου, είναι ή άνωτερό— 42 — 2

τητα τού Σπάρτακου, τοΟ σπάνιου αύτού άντρα πού ή άντρεία χι ή μεγαλοφυία του Ιγραψχν στήν άθανασία τό δνομά του. Μ' άν ό βαθύς αύτός θαυμασμός έπιχειρούσε νά προσδιορίσει τή βαθύτερη συγκρότηση τής μεγάλης αυτή; έπαναστατιχής φυσιογνωμίας, θά 'βρίσκε σίγουρα πώς άπό τόν Ιδιο λόγο πού πήγαζαν ή άψηλή του εδγένεια χαί ή ήθιχή του άνωτερότητα, άπό τόν Ιδιο πήγαζαν χι έχείνη ή άφέλεια χι ή άπλοΐ'χότητα καί ή έλλειψη προοπτικής χαί σταθερότητας, πού μή μπορώντας νά έξουδετερώσουν τΙς έχθρικές συνθήκες τής άντιχειμενιχής πραγματικότητας, συγχαταδίχαζαν τό χίνημά του. "Οταν ό Σπάρτακος στημένος στήν άκρογιαλιά τού Ρήγιου άτένιζε τή Σικελία, ήταν ή μόνη ίσως φορά που ένα σχέδιο πλατειάς προοπτικής καταστρωνόταν στό μυαλό του. "Ως τότε κάθε του προσπάθεια άπόβλεπε στό νά ικανοποιεί τΙς άμεσες άνάγκες τής στιγμής, καί σαν έχδήλωση μιάς πρωτόγονης μεγαλοφυίας είχε τόν αύτοματισμό καί τή δυναμικότητα, μά συνάμα τό συμπτωματισμό, τήν έλλειψη τής γενικότερη« συνειδητής ένέργειας καί τήν προσωρινότητα του φυσικού φαινόμενου. "Ετσι νικούσε άδιάκοπα χι άδιάχοπα έφευγε σά νικημένος' σημείο πώς έλειπε ή προοπτική, ό στοχασμός πού καταστρώνει τά μεγάλα σχέδια, που οικοδομεί, που άλλάζει μόνο λεπτομέρειες χωρίς νά θίγει τήν ένότητα κι έχμεταλλεύεται τήν κάθε πέτρζ γιά τό οικοδόμημα του. Παράδερνε στήν Ιταλία άδιάκοπα σά νά παράδινε τήν έκστρατεία του στά ένστιχτα νομαδικών φυλών πού ξύπνησαν μέσα στίς φλέβες του κι άναζητούσαν δλο καί καινούργιους δρόμους. Ξέρει νά πολεμάει, μά μοιάζει μέ σφυρί, που δπου χτυπάει, συντρίβει καί σκορπά, μά φεύγει σύναμα άπ' τό χέρι' γιατί δέν ξέρει νά έ«μεταλλευτή τή νίκη του καί νά έπωφεληθή άπό τά πλεονεχτήματά της. Συντρίβει έτσι τους ύπατικούς στρατούς — χι δμως προσπέρασε τή Ρώμη* συντρίβει τό στρατό τού Μούμμιου — χι δμως δέν πιάνει τά στενά τών Πεχεντίνων. 'Ακολουθεί δχι ένα σχέδιο, μά ένα του ένστιχτο πού τόν παραπλανάει μέ τΙς προσωρινές έπιτυχίες του, καί μιά άνάγκη έσόρμητη ή έπιβαλλόμενη, νά φύγει άπό τήν Ιταλία" — μιάν έμμονη ιδέα πού τόν σπρώχνει άπό τό Νότο στόν Βορρά χι άπό τό Βορρά στό νότο πάλι. Βλέπει πολύ πιό καθαρά άπό τού; συντρόφους του, χι δμως δέν έχει xal τήν ίκανότητα νά τούς μεταχειρίζεται σάν δργανά του' χωρίζεται άπό τόν Κρίξο κι άπό τό μισό του στράτευμα σάν ξεπηδά ή διαφωνία. Καί τό χειρότερο — διακυβεύοντας τήν τύχη τής έπανάστασης, άλλάζει άπόφασες τόσο γοργά, πού ό θρίαμβός του νά ισορροπεί σέ μιά — 43 — 2

βαθειά άγωνία άδιάκοπα xc ή φοβερή στ άλήθεια έποποιία του νά έκτυπώvtL άδιάκοπα τους χαραχτήρες μιάς μεγάλης τραγωδίας. δλη αυτή ή άστάΗεια, ή έλλειψη προοπτικής χαί νοΟ πολιτικού, ή άνικανότητα νά ώφεληθή άπό τις νίκες του καί νά κινηθή μ' άπόλυτη ή σχετική συνέπεια ο" ένα σχέδιο συγκροτημένο άπό τά πρίν — πηγάζουν άπό τήν ίδια τήν πηγή άπ' δπου καί τό σπάνιο μεγαλείο τής ήθικής προσωπικότητας του. Γιατί ό Σπάρτακος δέν ήταν Ενας Ιδεολόγος, δπως τόν παρουσιάζει ή ρωιαντική άντίληψη, οδτε βέβαια, δπως θέλει ό μέγας Μάρξ, άληθινός έκπρόσωπος τοΟ άρχαίου προλεταριάτου. Τό άρχαίο προλεταριάτο, οί δοΟλοι καί οί άχτήμονες, ήταν ώς τό μεδοΟλι σαπισμένο άπό άντιδραστικότητα καί διαφθορά καί οί ήθικοί του έκπρόσωποι ήσαν σπάνια άτομικά φαινόμενα καί πάντα άσύνδετα μέ τό δλο. Ό Σπάρτακος δέν ήταν παρά μόνον ένας προικισμένος μέ στρατηγική μεγαλοφυία βάρβαρος — άλλά άκριβώς άπό τή βαρβαρότητά του πήγαζε ή άψηλή του εύγένεια, ή ήθικότητα κι ή άξιοπρέπειά του. "Ο,τι πραγματικά άποχτάει τό ήθος τών Εκλεχτών μέ τήν άνθρωπιστική καλλιέργεια, μέ τή διανοητική άνάπτυξη καί μέ τή γνώση τής Ιστορικής πείρας τής άνθρωπότητας, αύτή ή ευγένεια πού ξεχωρίζει μέσα στίς πολιτισμένες κοινωνίες τά προνομιούχα άτομα — υπάρχει αυτούσια, πηγαία καί παρθενική στόν άνθρωπο τοΟ άνώτερου σταδίου τής βαρβαρότητας, άμέσως πρίν άπό τήν είσοδό του στόν πολιτισμό καί στή διαφθορά του. Μέσα στήν όργάνωση τοΟ γένους που Επικρατεί στό στάδιο τοΟτο, ό άνθρωπος διατηρεί τή φυσική του άγνότητα που Εξαφανίζουν μέ τήν είσοδό του στόν πολιτισμό ή ίδιοχτησία, ό άνταγωνισμός, ή κρατική έξουσία κι ή παραβίαση τοΟ φυσικοΟ δικαίου άπό τό νόμο. Κι άληθινά οί βάρβαρες φυλές άπ' δπου βγαίνει ό Σπάρτακος 1 " δέν είχαν ξεπεράσει άκόμη τήν όργάνωση τοΟ γένους. Στό στάδιο τούτο τής ζωής τής άνθρωπότητας ή γής είναι κοινή, κοινός ό μόχτος τής δουλειάς, κοινοί οί χαρποί, τό δίκαιο άγραφο κι ή άδερφωσύνη τών μελών τής πατριάς ό υπέρτατος άγραφος νόμος' ή προστασία τών άδυνατων, ό σεβασμός στους μεγαλύτερους, ό ίπποτισμός πρός τήν γυναίκα, ή ευγνωμοσύνη πρίς τόν ευεργέτη, είναι άπαράβατοι κανόνες' τό αίσθημα τής άξιοπρέπειας είναι φυσικό, ή άγαθότητα άβίαστη έκφραση τής άπλότητας καί ή άγνότητα, άγνοια στ' άλήθεια τοΟ κακοΟ, ό φυσικός καί πρώτος χαρχχτήρας. Τέτοια χαρίσματα άφθονούσαν άνάμεσα στούς βάρβαρους σκλάβους, άλλά φυσικό ήταν νά φαίνονται σάν ίκφρασες μωρίας χι άποτυπώδιχης διανοητικής κατάστασης* μά στήν κορυφή μιας Επανάστασης, συνδυασμένα μέ μιάν — 44 — 2

Ανυπέρβλητη Ανδρεία καί μέ μιά πρωτότυπη στρατηγική μεγαλοφυία, δέν μπορούσε παρΑ να διαλάμψουν μέσα στή γενική διαφθορά καί να σημειωθούν Από τήν έκπληχτη ίστορία. Πραγματικά στΑ χρόνια πού οί πολιτισμένοι στρατηγοί μέ τιποτένιες Αφορμές λεηλατούν καί ξεθεμελιώνουν πολιτείες όλάκερες — δ Σπάρτακο;, δ Αδιάφθορος Ακόμη βάρβαρος, δέν συμφωνεί μέ τΙς άκρότητες, άντιδικιέται μέ τή λύσσα τής έκδίκησης καί χρησιμοποιεί τεχνάσματα γιά νά τήν σταματήσει. Ένώ οί λογής κυρίαρχοι δέν έχουν άλλην ένοια παρά πώς ν' άπομυζήσουνε τούς πληθυσμούς καί πώς νά κατακλέψουν τό στρατό τους μέ κατάχρησες — δ βάρβαρος άκόμη Σπάρτακος καθιερώνει στό στρατό του τέτοια γιά τό μοίρασμα τής λείας Ισότητα, πού γοητεύει καί μαζεύει άπό παντού καινούργια πλήθη στίς γραμμές του. Ένώ πολλές φορές κιντύνεψε ή έπανάσταση άπό τό πείσμα καί τή στενοκεφαλιά τών Γαλατών — δ Σπάρτακος δχι μόνο δέν μνησικακεΐ, μά κι άποδίνει μεγαλόπρεπες τιμές στόν Κρίξο, τό συναρχηγό του "Ενα Ανέκδοτο μιλεί γιά τήν εύγνωμοσύνη του σέ κάποιον άλλοτε εύεργέτη του ,44 . Στή φοβερήν έποποιία πού όργανώνει σ' δλη τήν ιταλική χερσόνησο, καμμιά συκοφαντία σέ βάρος του δέν μπόρεσαν τό μίσος κι ή συκοφαντία νά έπινοήσουν. 'Ακόμη κι ή πληροφορία πώς έσφαξε στήν κάθοδό του τούς αιχμάλωτους, δέν ΘΑ μπορούσε νά συμβιβαστή μέ τήν άλλη" 0 , τήν πιό έπίσημη, πώς στό στρατόπεδό του βρέθη*αν τρεις χιλιάδες αιχμάλωτοι. έτσι ό Πλούταρχος πού θαρρεί πώς τόν τιμά μέ τό νά λέει πώ; ή Ανωτερότητά του ΘΑ ταίριαζε σ' "Ελληνα περισσότερο παρά σέ βάρβαρο, θά ήταν περισσότερο σύμφωνος μέ τήν άλήθεια άν έλεγε πώς ή άνωτερότητά του μόνο σ' ένα βάρβαρο καί σέ κανέναν "Ελληνα, πολιτισμένο δηλαδή, δέν θά βρισκόταν. 'Αλλά δ βάρβαρος αύτός μέ τήν άγνή, τήν άδιάφθορη ψυχή καί τήν άνώτερη Αξιοπρέπεια, φυσικό ήταν νά' χει καί τήν άπλοΐχότητα ένός βάρβαρου τέκνου τής φύσης. Ναί, δέν μπορούσε νά' χει τούς όρίζοντες, τό μεγαλόβολο μυαλό, τή μόρφωση τήν έποικοδομητιχή. μήτε τόν κριτικό στοχασμό, τόν πολυτιμότερο καρπό τής πείρας ένός πολιτισμού, πού έχοντας ξεπεράσει άπό αιώνες πρίν τό στάδιο τής βαρβαρότητας, είχε κερδίσει οέ διανοητική καί τεχνιχήν άνάπτυξη δ,τι είχε χάσει πιά σ' εύγένεια, σ' Αξιοπρέπεια κι άγνότητα' ένός πολιτισμού πού δέν μπορούσε νά καταχτηθή χωρίς τουλάχιστο μιάν Ιση άνάπτυξη καί πείρα. Αύτή ή άπλοϊχότητα τού Σπάρτακου είναι άρκετή νά έξηγήσει τήν άπόλυτη έλλειψη ένός σχέδιου, τόν αύτοματισμό του, τήν άστάθεια, τήν τάση τού αύτο— 45 — 2

σχεδιασμού, τήν άπουσία χάθε πολιτικότητας καί τήν άνικανότητά του νά έπωφελεΐται άπό τή νίκη. Έται έξηγιέται χι ή άδυναμίατου νά δργανώσει βάση έπιχειρήσεων καί ή έπίμονή του τάση νά έπιδίνεται στό φοβερό, τόν έξαντλητικόν έκείνο, τόν άέναο πόλεμο τών βρόμων. Σά βάρβαρος είναι άξεπέραστος στόν κλεφτοπόλεμο χαί στά στρατηγικά τεχνάσματα, μά πέρα ώς πέρα άδέξιος στόν πόλεμο τής ταχτικής, τής ρυθμισμένης κίνησης, τών πολυδαίδαλων συνδυασμών καί τής στρατηγικής σκοποθεσίας. Σά βάρβαρος άπαρατάει τό θούριο μέ τ άπόρθητο στρατόπεδο, άφίνει νά ξεκόψει ό Κρίξος μέ τό μισό στρατό κι όρμάει σά λαίλαπα γιά τό Βορρά, άκατανίχητος άγωνιστής κι δμως κυνηγημένος άπ" τήν ήττοπάθειά του. Συντρίβει τίς ύπατικές στρατιές — χαί προσπερνάει τή Ρώμη, τόν άνυπεράσπιστον όχτρό του. Στά σύνορα τής Ιταλίας στέκεται, τιμάει τή μνήμη τών συντρόφων του, κι όρμώντας νά περάσει στό Βορρά, οίστρηλατιέται ξαφνικά, άπαρατάει τό σχέδιο τής φυγής, συστρέφεται κι όρμάει σά λαίλαπα άσυγκράτητη κατά τή Ρώμη. Νικάει τό Μάνλιο, μ' άντί νά τρέξει νά προλάβει τόν όχτρό του άπροετοίμαστο, άπαρατάει πάλι τή Ρώμη καί τής δίνει τόν καιρό νά έτοιμαστή γιά νά τόν έξοντώσ:ι. Νικάει τόν Μούμμιο — μ9 άντί νά τρέξει καί νά πιάσει τά στενά, άφήνει τόν καιρό στό νικημένο Κράσσο νά τά πάρει. "Οπως χαί νά 'ναι, άπαρατάει χαί πάλι τά Λευκανικά βουνά, τ' άπρόσιτα σέ ταχτικό στρατό κι έξαίρετα γι* άνταρτοπόλεμο, καί πάει κατά τά νότια πάλι πού είχε άφήσει. Φιάνει στήν άκρην άκρη τής χερσόνησος, καλεί τούς πειρατές καί συμφωνεί μαζί τους νά τόν μεταφέρουν στή Σικελία. Σά βάρβαρος μετράει άνυποψίαστος σ' αύτούς τ' άμύθητα ποσά πού τοΟ ζητήσαν 14 "—γιατί γιά τή νοοτροπία τοΟ βάρβαρου δέν βρίσκεται άνθρωπος πού ν' άθετήσει τήν έλεύτερη, τήν έιτικυρωμένη μέ τό λόγο καί τόν δρκο συμφωνία. Οί πειρατές τοΟ πήραν τό ποσό, συμφώνησαν τή μέρα κι έφυγαν νά φέρουν τά καράβια, καθώς είπαν. Τήν δρισμένη μέρα ό Σπάρτακος στεκόταν στήν άκρογιαλιά κι άτένιζε κατά τή θάλασσα γιά νά ξανοίξει τά καράβια. Μά τά καράβια δέν φαινόντανε, μήτε τήν άλλη, μήτε τήν παράλλη. Έ Ιδια άπέραντη έρημιά, τό Ιδιο άπέραντο γαλάζιο άγκάλιασμα τών ούρανών χαί τοΟ πελάγου. Σά βάρβαρος ό Σπάρταχος δέν ήξερε τί νά σχεφτή γι' αύτούς πού όρκίστηχαν νά φέρουν τά καράβια. δπως καί νά* ναι, οί πειρατές, σάν δ ΙΙομπήιος θά τούς έξοντώνει πιά "*, θά τήν πληρώσουνε πολύ άκριβά τήν προδοσιά τους. Μά ό Σπάρτακος, δ άπελπισμένος Σπάρτακος, δέν άφησε τό σχέδιο νά διαβή στή Σικελία* — 46 — 2

ήταν τόσο κοντά, πού δέν τόν χώριζαν άπ' αυτή παρά δυό - τρία χιλιόμετρα πελάγου. Κι δμως αύτά τά τρία χιλιόμετρα ήσαν φοβερότερα κι άπ' τ'άτ»ξίδευτα άκόμη ώκεάνεια πλάτη. Άπό τά χρόνια τοΟ δμηρικοΟ 'Οδυσσέα οί ναυτικοί γνωρίζανε τό πέρασμα μέ τό δνομα Στενό τής Σκύλλας καί τής Χάρυβδης, καί δέν τό μελετούσαν χωρίς τρόμο. Τώρα μεγάλες μετατόπισες μές τούς βυθούς άλλάξαν χαί τούς δρόμους τών νερών κι άκίντυνο τό πέρασμα μοιράζεται τήν καλωσύνη τών άχτών καί τοΟ ούρανοΟ του. Στά τοτινά δμως χρόνια τά νερά ήσαν άπατα, άέναα ρέματα τά καταπόντιζαν σέ σκοτεινούς κρατήρες τών βυθών, καί φοβερέ; ρουφήχτρες, μάλιστα τής Χάρυβδης πρός τό Βορρά, τά στριφογύριζαν, τ' άνέβαζαν μέ θόρυβο τρομαχτικό καί πάλι τά ξαναρουφούσαν. Τέτοια ήταν ή ςρρίκη τών θαλασσινών πού φανταστήκαν στό στενό δυό τέρατα, τή Χάρυβδη στά βάθη ένός γκρεμού, τέρας άχόρταγο, πού μιά κατάπινε καί μιά ξερνούσε δλη τή θάλασσα — καί χαμηλότερα τή Σκύλλα, πολυκέφαλο θεριό, πού ξεπετούσε πάνω άπό τό κύμα τά φιδίσια του κεφάλια κι άρπαζε ταύς ναύτες. Κι οί πιό δοκιμασμένοι ναυτικοί μέ σίγουρα καράβια δίσταζαν νά τό περάσουν. Μά ό Σπάρτακος δέν δίστασε' μπορούσε κι έπρεπε νά τό περάσει'— άλλιώς δέν τοΟ* μενε παρά νά ξαναμπή στό δρόμο τού Βορρά καί νά δοθή καί πάλι στήν άβέβαιη τύχη. "Εβαλε κι έφτιαξαν πλωτές μεγάλες στηριγμένες σ' άδειανά βαρέλια πού τά πρόσδεναν μέ ίτόκλαδα καί λυγαριές καί πάνω τους μπαρκάρισε ένα μέρος τού στρατού του — ώ; δυό χιλιάδες 'Αλλά οί πλωτές πού δέν μπορούσαν μήτε νά κυβερνηθούν, παρασύρθηκαν άπ' τά ρέματα, άλλες σπρωχτήκαν στ' άνοιχτά τά πέλαγα γιά ίνα ταξίδι χωρίς τέλος, άλλες στήν άβυσσο τής Χάρυβδης κι άλλες κομματιαστήκαν στά γκρεμνά τής Σκύλλας Όρθός πάνω άπ' τό βράχο τόν ψηλότερο ό Σπάρτακος θωρούσε τήν καταστροφή του. Τά σκοτεινά νερά άνεβοκατέβαιναν στροβιλιζόνταν, άνοιγαν καί ξανακλείναν βροντερά καί μιά κατάπιναν μιά ξέβραζαν κορμιά χαί ξύλα καί βαρέλια. Χόχλαζε ή άβυσσο, έβραζε, φυσομανούσε, βούιζε, γιγάντεια κύματα άνυψώνονταν, άπατα βάραθρα άνοιγόνταν. Κι άνεβοκατεβαίναν τά νερά κι άντιχτυπιόνταν καί βαρυβροντούσανε χι άφριζε ώς πέρα μανιασμένη ή άβυσσο, στροβιλιζόταν χαί γκρεμιζόταν χι άχολογούσε βροντερά άπ' τά βάθη.

Ό Κράσσος πού τόν άκολούθησε στό μεταξύ, δέν είχε χάσει τόν καιρό του. Κατάστρωσε χι έχτέλεσε Ενα σχέδιο παράτολμο, ν' άχινητήσει μιά — 47 — 2

γιά πάντα τόν άντίπαλο του Επάνω άπό τ άρχαίο Ίππώνειο xal χάτου άπό τόν Κρότωνα ή Βρουτιακή χερσόνησο παραστενεύει. Έ χ ε ι λοιπόν ό Κράσσος είχε ρίξει τό στρατό του στή δουλειά χαΐ χάραξε μιά τάφρο άπό τή μιά τή θάλασσα ώς τήν άλλη Τό μάκρος της ήταν ώς είκοσι μίλια, τό βάθος της δεχαπέντε πόδια χι άλλα τόσα τό πλάτος της* μά ό Κράσσος έστησε άπό πάνω χι ένα τείχωμα γερό — κατά τόν Πλούταρχο, ,έξαίσιο έργο*. Ό Σπάρτακος στό μεταξύ δέ σάλευε, σά νά τόν είχε μαγνητίσει τό δραμα τής Σικελίας. "Ισως περίμενε καλλίτερο καιρό νά ξαναρχίσει τήν προσπάθειά του* Ισως νά ξαναπάσχισε να'ρθή σέ συνεννόηση μέ τούς κουρσάρους. Φήμες έπίμονες πώς δπου νά'ναι θά'φτανε τοΟ Μιθριδάτη ό στόλος στίς ιταλικές άχτές, τόν παρασέρναν σ' άκαρπην άδράνεια κι αισιοδοξία. "Οπως καί νά' ναι. ό Σπάρτακος] δέ σάλεψε γιά νά έμποδίσει τόν άντίπαλο νά τέν άποτειχίσει. Γρήγορα ώστόοο τό'ένιωαε πώς είχε πέσει σέ παγίδα* οί μήνες διάβαιναν, σωνόνταν οί τροφές κι ήταν άκόμη μές τή μέση τοΟ χειμώνα. Ή άγρια Καλαβρέζικη χερσόννησο δέν είχε παρά δάση καί βουνά πού κατοικούσαν μόνο οί λύκοι. Ο! πολιτείες τοΰ κλείνανε τΙς πόρτες τους κι όί δοΟλοι άπό τήν ύπαιθρο πού πρόστρεχαν νά μποΟνε στό στρατό δέν έφερναν παρά μονάχα τά γυμνά κορμιά τους. Άπόπειρές του νά διασπάσει τόν κλοιό "", άποκρουστήχαν μέ βαρειές άπώλειες τοΟ στρατοΟ του. Σέ μιά μάχη μέ διπλή φάση σκοτώθηκαν δώδεκα χιλιάδες δοΟλοι, ένώ άπό τό στρατό τοΟ Κράσσου σκοτώθηκαν τρεις καί έφτά πληγώθηκαν δλοι-δλοι. "Ωστόσο ό Σπάρτακος προβλέποντας πώς άν κατώρθωνε νά φύγει θά μπλεκόταν σ' άνοιχτές πιό πάνω μάχες μέ τόν τέλεια όργανωμένο άντίπαλο, έπωφελήθηκε άπό τήν άκούσια ατή χερσόνησο παραμονή γιά νά όργανώσει καί σώματα καβαλλάρηδων στό στρατό του. Άλλά ή κατάσταση όλο ένα χειροτέρευε* έπίθεαες ένάντια στίς φρουρές, καταστροφές έδώ κι έκεΐ τής τάφρου καί τοΟ κάστρου της, ταλαιπωρούσαν τόν άντίπαλο, δέν τόν λυγούσαν. Ένδοτικές σίγουρα κίνησε; γιά συνενόηαη μέ τόν όχτρό κατασταλθήκαν άπό τό Σπάρτακο, μέ πράξες πού άποκλείανε κάθε πιά δποχώρηση τών δούλων. Μαζί μέ τ' άλλα ένας τεράστιος σταυρός δψώθηκε πάνω άπό τ! ς γραμμές τών σκλάβων, μέ καρφωμένο τό κορμί ένός άτυχου Ρωμαίου* ήταν σάν πρόκληση γιά τόν άντίπαλο καί γιά τούς σκλάβους ζωντανά παράδειγμα τής τύχης πού τούς καρτεροΟσε άν δέν νικούσαν. Μά τό κακό δέ γιατρευόταν χαί τό δίλημμα ή νά περάσουν τά όχυρώματα τοΟ όχτροΟ ή ν' άπομείνουνε πιασμένοι έτσι στό δόκανο — δλο καί στένευε μέρα τή μέρα. "Ανοιξη πιά τοΟ έτους 71. Ό Σπάρτακος δέ δί· — 48 — 2

στασε — κι άποφασίζει νά διαβή μ' δποια θυσία. Παραφυλάει μιά νύχτα φοβερή μέ χαταιγίδα χαί νεροποντή, σηκώνει τό στρατό χαΐ δίνει διάτα νά χινήσουν. Μιά τέτοια όχυρωματική γραμμή πού άνεβοχατέβαινε άπό λόφους σέ χοιλάδες χι άπό χάμπους σέ βουνά καί πού περνοΟσε μέσα άπό δρυμούς χαί βουνοφάραγγα, δέν φυλαγόταν τέτοια νύχτα μέ περίσσιαν έγνοια. Σάν έφτασε τό χάνταχα πρόσταξε νά γεμίσουν ένα μέρος μέ δέντρο· χορμούς, μέ πτώματα χαί χώματα χι έχείθε καταφέρνει νά περάσει τό ένα τρίτο " · τοΟ στρατοΟ του. Τό πλήθος ήταν άρχετό γιά νά κρατήσει τούς Ρωμαίου; πού πάσχισαν ν3 άντισταθοΟν κι έτσι νά δώσει τόν χαιρό στούς άλλου; νά περάσουν. "Οταν άπό παντοΟ προστρέξανε οί άντίπαλοι — ό Σπάρτακος μέ τό στρατό τών σκλάβων ήταν πιά μακρυά, τραβώντας πάλι καταπάνου. ό Κράσσος έχασε τό θάρρος του γιά μιά στιγμή, είδε δλου; του τούς μόχτους κι δλε; τις έλπίδες του νά έκμηδενίζονται άπό τόν άντίπαλό του. Πίστεψε πώ; ό Σπάρτακος τραβάει κατά τή Ρώμη δίχως χρατημό — χαί τρομοκρατημένος έγραψε στή Σύγκλητο νά κράξει άμέσω; τόν Πομπήιο άπό τήν Ιβηρική χι άπό τή Θράκη τόν Τερέντιο Λούκουλλο, γιατί ήταν φοβερός ό κίντυνος καί θά'πρεπε δλες τής δημοκρατίας οί δύναμες νά κινηθοΟν γιά νά τόν άντιμετωπίσουν ένωμένες. "Ωστόσο ό κίντυνος δέν ήταν τόσο φοβερός — γιατί οί διχόνοιες πού ποτέ δέν έλειψαν άπό τό στρατό τών έπαναστατών, ξανάναψαν όρμητικές καί πάλι τούς διασπάσαν. Πάλι ξεκόψαν οί Γαλάτες μέ τού; Γερμανούς χαί μ3 Επικεφαλής καινούργιους στρατηγούς, τόν Κάστο 1,1 καί τόν Γάιο Κάννικο στρατοπεδέψαν χωριστά, στά βόρεια τής Λευκανίας, κοντά στά Λευκανίδα λίμνη ,,ή* φααι τρέπεοάαι όιά χρόνου γι*οαε*ην γλνχιϊαν, εΙι~ ανά ι ς άλμ,νράν καί &ποτον"\ ere |" Άππιαν. /. c. **') cf Tac. Ann. XV 46,1· "·) Άππιαν. —559. Στόν άριθμό συμφωνεί & Όριίηιος, /. c. "') Πλούτ. — 11,11. "·) Aul. Gell. V 6,23" Plia, π . Α. XV 125· Cic. Pis. 58. "*) Cic. Verr. V 39/40. ··') Πλούτ. — 11,11· lloun.

21.

'··) Έ παραπέρα Εξιστόρηση, στόν Πλούταρχο, Κράοα. 12 xi. xal Δίωνα τόν Κάσσιο XL 12/27. — 69 — 2

Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α Τ Α

Ή έξιστόρηση τούτη τοΟ Σπαρτάκειου πόλεμου Αποτελεί κεφάλαιο — τό VII — έχτενέστερου έργου, πού μέ τόν τίτλο ,,Οί Δουλικοί πόλεμοι στήν Έλληνο - ρωμαϊκή Αρχαιότητα" φιλοδοξεί νά περιλάβει δσα περίπου γνωρίζουμε γιά τΙς έπανάστασες τών Δούλων στόν άρχαίο κόσμο. "Ετσι τό κεφάλαιο τούτο δέν περιλαβαίνει συναρτημένα θέματα, δπως οί χαραχτήρες τής δουλείας χαί ό ρόλος της στήν άρχαία ίστορία, οδτε Ανασκόπηση τών προηγούμενων μεγάλων δουλικών πόλεμων, τών δυό Σιχελιχών χαί τής έπανάστασης τών δούλων χαί προλετάριων τής ΙΙέργαμος, πού ξεσηκώνεται Από τό δραμα μιάς σοσιαλιστιχής οδτοπίας, τής Πόλης τοΟ "Ηλιου — γιατί τά θέματα τούτα Αναπτύσσονται στά διχά τους κεφάλαια, χαί χάθε παρεμβολή στό χεφάλαιο τούτο θά διασπούσε τήν ένότητά του. Μόνο, έπειδή οί περισσότερες (στορ(ες τού Σπαρτάκειου πόλεμου άντλούν τά δεδομένα άπό δεύτερο, τρίτο χαί δέχατο άκόμη χέρι xal σέ πολλά παρανοούν χα', διαστρέφουν όλότελα τήν παράδοση, δέν θεώρησα άσχοπο, παρ' δλο τόν λογοτεχνιχό τύπο τής διαπραγμάτευσης, νά μεταφέρω χαί τόν έπιστημονιχό της όπλισμό, έννοώ τΙς πηγές χαί μεριχά σημειώματα γιά τήν άξία χαί τή συνάρτησή τους.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ

ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ

ΣΠΑΡΤΑΚΕΙΟΥ

ΠΟΛΕΜΟΥ

Οί κύριες πηγές τής ιστορίας τοΟ Σπαρτάκειου πόλεμου ήσαν (c) δ Sallustius καί δ Livius' άπό τίς σχετικές &μως ιστορίες τους δέν σώθηκαν παρά λίγα πανάθλια λείψανα στίς έπιτομιχές πςρίληψες τοΟ δεύτερου καί στ3 άποσπάσματα τοΟ πρώτου. Διεξοδικές ώστόσο περιγραφές άπό τήν Ολη τους άντλοΟν ό (α) Πλούταρχος, ό (b) Άππιανός. ό (d\ Plorus. οί (e) Eutropius, Velleius Paterculus καί Orosius, ένώ δρισμένες παράλληλες πληροφορίες δ ( ( ού γαρ πω 'Ρωμαίοι πόλεμο*, did' ίπιδρομή* ΐι»α καί ληιιηρίω ιό Ιργον Ôuoio* ήγοννιο ιϊναι ), avuâa·Ιόκες ή*άε ιάν αύιίχα διακληρώσας ώς πολλάκις ήττη- 12 μένω* έπΐ άανάιφ μέρος δέχατον διέφ&ειρεν. Οί 6' ονχ οδτω νο· μίζονσιν, ά/Ud παντί τφ οτρατφ ουαβαλλόνια xal τόνδε xal ήττημένον, πάντων διαχληρώοας τό ikxaxov xal άνείεϊν ίς τετραχιοχιλίονς, ουδέν διά τό πλή&ος ένδοιάσαντα. — Ή Σαλλουστιανή παράδοση (cf Sali. IV, 22, άόριστο ) πού πιστά έκτυπώνει δ Πλούταρχος, μιλεί γιά τόν δεκατισμό 500 μόνων, δηλαδή μιάς κοόρτιδος, τής πρώτης πού πέταξε τ' άρματα στή σύγκρουση τού Μούμμιου μέ τόν Σπάρτακο, καί συνακόλουθα γιά πενήντα θανατωθέντες. Ό Άππιανός άναγράφει δυό διαφορετικές δτήγησες, δλότελα άπίθανες — γιατί άνάμεσα στ' άλλα δέν άναφέρει σάν αίτια τήν τελευταία ήττα. Τήν πρώτη διήγηση τήν άντλεϊ ίσως άπό τή Λιβιανή ή άπό παρανόηση τής Λιβιανής παράδοσης, γιατί τήν παραδίνει σάν αύθεντική πληροφορία' άπεναντίας τή δεύτερη, τήν δλότελα πιά άπίθανη. παραδίνοντάς τη μέ τό ,, οί 4' ονχ out ω νοιιίζουοιν άλλά'1—τήν άντιθέτει στήν παράδοση πού θεωρεί σάν κύρια, καί συνακόλουθα τήν παραδίνει σάν πληροφορία φημολογική καί δέν άναλαμβάνει τήν εύθύνη τής άσφάλειάς της. "Οπως καί νά'ναι, δ Κράσσος μπροστά σ' Ινα τόσο φοόερόν άντίπαλο είχε άνάγ— 84 — 2

χτ) μόνον ένός παραδειγματισμού χι δχι βέβαια ένός πραγματικού άποδεκατισμοΟ τού στρατοΟ του.

13

— 5 5 1 : όηοιέρως δ' êπράξε, φοβερότερος αντοΐς τοις τών no- 13 Χεμίαον ή(ΐης φανείς αντίκα αυρίων Σααρτ ακείων έφ' ίανιών που στρατοίτεδευόντων έχράτει χαί δύο ανιών μέρη χαιαχανών tn αίτόν ήλαυνε τόν Σπάρτακο* συν καταφρονήσει, νιχήσας δέ xal χόνδε λααπρώς έδίωχε φεύγοντα έτιί τήν Φάλαοοαν ώς διαηΖευσούαενο* Ις Σιχελίαν χαί χαιαλαβών άπειάφρευε xal άπετείχιζε xal άπεσταύρον. — Ή Αναφερόμενη νίχη τοΟ Κράσσου ένάντια στό άπό δέκα χιλιάδες σώμα τού Σπαρτάκειου στρατοΟ, παραλείπεται άπό τή γνωστή μας Σαλλουστιανή παράδοση, έπιβεβαιώνεται δμως άπό τή Αιβιανή, Oros. V 24,6 : is ( Crassus) mox ut fvgitivorum pugnam iniit, sex milia eorurn interfecit, nongentos cepit — cf Flor. Il 8.12: Licinius Crassus adseruit, a quo pulst fugitivi. — Ή μαρτυρία τοΟ Άππιανοΰ γιά τά '/, τών δέκα χιλιάδων συμφωνεί άπόλυτα μέ τή μαρτυρία τοΟ Orosius γιά τούς έξι χιλιάδες σκοτωμένους καί τους έννιακοσους αιχμαλώτους. Ή άναφερόμενη δμως άκόλουθα δεύτερη νίκη τοΟ Κράσσου ένάντια στόν Ιδιο τό Σπάρτακο, δέν παραδίνεται άπό τά σωζόμενα ούτε τής Σαλλουστιανής ούτε τής Λιβιανής παράδοσης, κι είναι πολύ δύσκολο νά πιστέψουμε πώς δ Πλούταρχος που θεωρεί άξιομνημόνευτα τόσα δευτερότερα, θά παράλιπε ν'άναφέρει ένα τέτοιο κατόρθωμα (πρβλ. τό , , λ α α π ρ ώ ς " ) τοΟ βιογραφούμενού του. Είναι λοιπόν πολύ πιθανό πώς έδώ άναφέρεται άπό κάποια σύγχυση ή δεύτερη έκείνη μάχη μέ τούς Γαλατο - γερμανούς καί τόν ίδιο τόν Σπάρτακο, Οστερα άπό τή διαφυγή τους άπό τή χερσόννησο, — που ό Άππιανός δέν τήν άναφέρει παρακάτου.

14

— 5 5 2 : βιαζομένου δ' ίς τήν ΣαυνΙτιδα τον Σπαρτάκου δια- 14 δρααεϊν, Ικτεινεν ό Κράοοος ές έξαχιοχιλίονς άλλονς περί lao xal περί δείλη ν ές τ οσούσδε lu ρους, τριών έχ τον 'Ρωααίων στρατού μόνων άπο&ανόντων χαί intà τρωΰένταον" τοοήδε ήν αντίχα διά τήν χόΐασιν is τό τής νΐχης όάροος μεταβολή. — — 85 — 2

Στό χωρίο τούτο Αναφέρονται άγνωστες άπό τή λοιπή παράδοση άπόπειρες τοΟ Σπάρτακου νά διασπάσει τό φραγμό τού έχθροΟ μ' άνοιχτή μάχη. Έ διατύπωση ,,ίς έξακισχιλίουί άλλους " διαστέλλει μέ προσοχή τή μάχη τούτη άπό τήν προηγούμενη τού χωρίου—551. 15

—553·' Σπάρτακος δέ Ιππέας πο&έν προσιό»τας ανιώ περιμέ- 15 νων ούχέτι μέ* ές αάχη* ήβι τ φ οτρατφ π αντί, πολλά δ' ήνώχλει τοις περιχα&ημένοις ά*ά αέρος, δφνω τβ χαί ον*εχώς αύτοίς ίπι· πίπτων, φαχέλλους τε ξύλων ές τήν τάφρον ίμβάλλω* χατέχαte xai τόν ττόνον αύτοίς δνοεργον έποίει. αίχιιάϊΙωτόν τε 'Ρωμαΐον ίχρέμαοεν έν τ φ μεταιχιιίφ, δεικννς τοις Ιδίοις τήν δψι* ών πείοονται, μή κρατούντες. — "Αγνωστες στά σωζόμενα τής λοιπής παράδοσης πληροφορίες γιά τήν περίοδο τοΟ άποκλεισμοΟ τών έπαναστατών στό Βρούτιο.

16

—554 : , "στρατηγός,. : ΑΟγουοχος ( L ) S (ΠΛΟΥΤ. Α Π Π . ) ό Κράσσος στέλνει τόν legatus Mummius νά χτυπήσει άπό τά νώτα τόν Σπάρτακο' ήττα τοΟ Mummius : S (ΓΙΛΟΥΤ. )' ό άνθύπατος πιάνει τά στενά τών ΙΙικεντίνων ib. δεκατισμός τών φυγάδων : S ( S A L L - ΠΛΟΥΤ.) XJ (ΑΠΠ.) ό Κράσσος νικά Ινα σώμα τοΟ στρατοΟ τοΟ Σπάρτακου σιή Λευκανία : L ( O R O S Α Π Π . ) 9>ϋχ(ρη νίχη χοΰ Κρίσαοι», Ινάνχια χώρα ατόν 15ιο χό Σπάρτακο, πιθανώς άπό λαθιμίνη παράΐςοτ) : J ( Α Π Π . )

ό Σπάρτακος κατεβαίνει στή Βρουττιακή χερσόνησο : S (ΠΛΟΥΤ.) ( L ? ) ( F L O R ) S ( L ? ) ( Α Π Π . ) ' δ ι α πραγματεύεται μέ τους πειρατές ( S [ΠΛΟΥΤ. ]) γιά νά περάσει στή Σικελία: S ( S A L L . ΠΛΟΥΤ.) S (L?) (ΑΠΠ ) άπόπειρες τοΟ Σπάρτακου νά διαβιβάσει άπό τόν πορθμό ένα μέρος τοΰ στρατοϋ του στή Σικελία, άποτυχαίνουν : S (SALL ) (L?) (FLOR.) ό Κράσσος τόν άποτειχίζει στή χερσόνησο : S ( ΠΛΟΥΤ.) S (L?) (ΑΠΠ.) άπόπειρες τοΟ Σπάρτακου νά διαβή τό έπιτείχισμα, άπο- χιιμώνας τυχαίνουν : Χ ( ΛΠΠ. ) — Ι-. 71 μά δ Σπάρτακος μιά νύχτα κατορθώνει καί περνά ( S [ SALL. ΠΛΟΥΤ. Α1ΙΙΙ.], L [ FRONT.] μέ τό '/. x°0 στρατοΟ ( S [ ΠΛΟΥΤ. ] ) ή μέ τό δλο (Χ ' ΑΠΠ. Λνοιξη F R O N T . ?, ) κι άνεβαίνει πάλι πρός Βορρά, νέα διάσπαση στό στρατόπεδο τών έπαναστατών : S ( ΠΛΟΥΤ. ) — 93 — 2

έ Κράσσος χτυπά τους Γαλατο - γερμανούς τοΟ Castus καί Gannicius, άλλά ή έπέμβαση τοΟ Σπάρτακου τούς γλυτώνει : S ( S A L L . ΠΛΟΥΤ. ) νέα ώστόσο έπίθεση τοΟ Κράσσου τούς έξοντώνει : S ( ΠΛΟΥΤ. F R O N T . ) L (LIV. [ FRONT.) OROS.) ό Σπάρταχος ( f τραβάει γιά τό Μπρίντεζι [ Χ ( ΑΠΠ. ) ] άλλά ) ξαναγυρίζει πράς τά Νότο : S ( ΠΛΟΥΤ. ) στά

ΠετηλΙνα όρη

έξοντώνει

ένα σώμα τοΟ στρατοΟ

τοΟ Κράσσου πού τόν κυνηγά : S ( ΠΛΟΥΤ. ) ό Σπάρταχος επιστρέφει στήν ( f Απουλία: J [ E U T R . ] ) Λευχανία: S ( ΠΛΟΥΤ. ) L ( A M P E L . OROS. ) μάχη μέ τόν Κράσσο χαί ήττα τών έπαναστατών : S ( S A L L . ΠΛΟΥΤ.) L ( L I V . F L O R . E U T R . OROS. V E L L . A M P E L . ) S L ( ΑΠΠ. ) πολεμικός θάνατος τοΟ Σπάρτακου : S (ΠΛΟΥΤ.) L ( F L O R ) S L ( ΑΠ II )

— 94 — 2

View more...

Comments

Copyright ©2017 KUPDF Inc.
SUPPORT KUPDF